Εἰς τὴν Πεντηκοστήν και τήν εκκλησία ώς εἰκόνα τῆς ἁγίας Τριάδας.
Ἐπίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ
Ὁ Ὀρθόδοξος ἔχει πλήρη συνείδηση πὼς ἀνήκει σὲ μία
κοινότητα. «Γνωρίζουμε πὼς ὅποιος ἀπὸ μᾶς πέσει», ἔγραφε ὁ Χομιάκωφ, «πέφτει
μόνος του, κανεὶς ὅμως δὲν σώζεται ἀπὸ μόνος του. Σώζεται ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας,
μαζὶ μὲ ὅλα τὰ ἄλλα μέλη της».
Εἶναι ὅμως σίγουρο πὼς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία εἶναι
πνευματικὴ καὶ μυστικὴ ὑπὸ τὴν ἔννοια πὼς ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία ποτὲ δὲν ἀσχολεῖται
μὲ τὴν ἐπίγεια πλευρὰ τῆς Ἐκκλησίας μεμονωμένα, ἀλλὰ θεωρεῖ πάντοτε τὴν Ἐκκλησία
«ἐν Χριστῷ καὶ ἁγίῳ Πνεύματι». Ὁλόκληρη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία ἔχει ὡς ἀφετηρία
τὴν ἰδιαίτερη σχέση ποὺ ὑφίσταται μεταξὺ Ἐκκλησίας καὶ Θεοῦ. Τρεῖς φάσεις μποροῦν
νὰ χρησιμοποιηθοῦν γιὰ ν᾿ ἀποδώσουν αὐτὴ τὴ σχέση: ἡ Ἐκκλησία εἶναι: α) εἰκόνα
τῆς ἁγίας Τριάδας, β) Σῶμα Χριστοῦ καὶ γ) μιὰ συνεχὴς Πεντηκοστή. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία
εἶναι Τριαδική, Χριστολογικὴ καὶ «Πνευματολογική».