ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΟΦΙΑ ΑΓΙΩΝ
ΠΑΤΕΡΩΝ
Χρυσοστομικά
μαργαριτάρια
*Όταν διαφθαρούν οι άρχοντες, οι σύμβουλοι, οι δικαστές, οι
ιερείς, τίποτε πλέον δεν υπάρχει, που θα μπορέσει να εμποδίσει τον λαόν να
καταστραφεί.
*Τα πουλιά έχουν φτερά για να αποφεύγουν τις παγίδες και οι
άνθρωποι το λογικό για να αποφεύγουν τα αμαρτήματα.
*Δεν θα χρειαζότανε λόγια, αν έλαμπε η ζωή μας. Δεν θα
χρειαζότανε δάσκαλοι, αν επιδεικνύαμε έργα. Κανείς δεν θα παρέμενε άπιστος, αν
εμείς είμασταν πραγματικοί Χριστιανοί.
*Να σεβόμαστε ο ένας τον άλλον, για να μάθουμε να σεβόμαστε
και τον Θεό. Εκείνος που είναι θρασύς στους ανθρώπους, είναι θρασύς και στον
Θεό.
*Μη μου δείχνεις τον αθλητή την ώρα της προπονήσεως, αλλά
την ώρα του αγώνα. Μη μου δείχνεις την ευλάβειά σου την ώρα που ακούς τα θεία
λόγια, αλλά την ώρα της έμπρακτης εφαρμογής.
*Σε καμμιά αμαρτία ο διάβολος δεν καρφώνει με τόσα πολλά
καρφιά τις ψυχές, όσο στη φιλαργυρία.
*Πραγματικά πλούσιος είναι εκείνος που δεν έχει ανάγκη από
τίποτε. Δηλαδή ο ολιγαρκής.
*Αν θέλεις να αφήσεις πολύ πλούτο στα παιδιά σου, άφησέ τους
στην πρόνοια του Θεού. Αυτός, όταν δει ότι Του δείχνεις τόση εμπιστοσύνη και
τον αναγνωρίζεις συγκληρονόμο, πώς δεν θα τους εξασφαλίσει κάθε αγαθό;
* ... (Οι άγιοι) περιεφρόνουν τα χρήματα, απέφευγαν την
δόξαν, είχαν απαλλαγή από τας βιοτικάς φροντίδας. Διότι εάν δεν είχαν αυτά,
αλλ' ήσαν δούλοι των παθών, και αν ακόμη ανιστούσαν απείρους νεκρούς, όχι μόνον
δεν θα ωφελούσαν εις τίποτε, αλλά θα ήτο δυνατόν να θεωρηθούν και απατεώνες.
*Τέτοιοι άνθρωποι (που πιστεύουν ένεκα θαυμάτων) υπάρχουν
και σήμερα πολλοί, οι οποίοι έχουν το όνομα του πιστού, αλλ' είναι ευμετάβλητοι
εις την πίστιν και ασταθείς. Δι' αυτό ούτε τώρα ο Χριστός δεν εμπιστεύεται τον
εαυτόν του, αλλ' αποκρύπτει τα περισσότερα....
*Μη ζητής λοιπόν θαύματα, αλλά ζήτει την υγείαν της ψυχής...
Μη ζητής να ίδης τυφλόν να θεραπεύεται, αλλά πρόσεξε όλους που αναβλέπουν τώρα
την πιο ωραίαν και την πιο ωφέλιμον ανάβλεψιν και μάθε και συ να βλέπης με
σωφροσύνη και προσπάθησε να διόρθωσης τον οφθαλμόν σου.
*... Ούτε μάς μειώνει το γεγονός ότι δεν θαυματουργούμε εάν
φροντίζωμεν διά την αρετήν γενικώς. Διότι διά μεν τα θαύματα είμεθα οι ίδιοι
οφείλεται, διά τον βίον όμως και τας πράξεις μας έχομεν οφειλέτην τον Θεόν.
*Πρόσεξε (τον Παύλο) πώς ενεργεί, και πουθενά να μην
θαυματουργεί χωρίς λόγο, αλλά από ανάγκη· διότι και κατά τη διάρκεια της
κακοκαιρίας προφήτεψε επειδή υπήρχε αιτία και όχι χωρίς λόγο....
*Κανείς λοιπόν ας μην υπερυψώνη τα θαύματα. Διότι ο δαίμων
υποφέρει όταν εκδιωχθή από το σώμα του ανθρώπου και ακόμη περισσότερον, όταν
ιδή ψυχήν ν' απαλλάσσεται από την αμαρτίαν... Αν λοιπόν την αποβάλης αυτήν...
επέδειξες θαύμα μεγαλύτερον από όλα τα θαύματα.
*Η Εκκλησία ιδρύθη υπό του Θεού και εστερεώθη διά του
αίματος των Μαρτύρων. Και όμως πολλοί την πολεμούν και την συκοφαντούν, χωρίς
να διδάσκωνται από την ιστορίαν, ότι όσοι την επολέμησαν εχάθησαν, ενώ
αντιθέτως εκείνη έχει ανυψωθή μέχρι του ουρανού. Διότι η Εκκλησία όταν
πολεμήται, νικά· όταν σκέπτωνται εναντίον της κακά, αυτή εξαγνίζεται, όταν
υβρίζεται, γίνεται πλέον λαμπρά. Δέχεται πολλάκις επιθέσεις, όμως δεν νικάται
ποτέ, κλυδωνίζεται μεν, χωρίς όμως να καταποντίζεται, υφίσταται διάφορα κακά,
δεν ναυαγεί όμως ουδέποτε. Παλαίει, χωρίς ποτέ να ηττάται.
*Για την έννοια και την ιδέα της αγάπης ενομοθέτησε ο Θεός
την ελεημοσύνη. Και χωρίς την ελεημοσύνη ήταν σε θέση ο Θεός να συντήρηση τους
φτωχούς. Αλλά αναθέτει τη συντήρησή τους σ' εμάς, για ν' αναπτύξη τους μεταξύ
μας δεσμούς της αγάπης και τη θέρμη των σχέσεων μας.
*Διά ποίαν αιτίαν ο απ. Παύλος, τον μεν θάνατον του Χριστού,
θάνατον ονόμασε, τον δε ιδικόν μας κοίμησιν;
Όχι απλώς. Διά μεν τον Χριστόν θάνατον ωνόμασε διά να
πιστοποίηση το πάθημά Του, δι' ημάς δε κοίμησιν ωνόμασε, διά να παρηγορήση την
οδύνην μας, διότι όστις κοιμάται θα εξεγερθή εξάπαντος, και τίποτε άλλο δεν
είναι ο θάνατος, παρά ύπνος μακρύς.
*Η Εκκλησία είναι κιβωτός σωτηρίας, πολύ ανώτερη απ' την
κιβωτό του Νώε. Εδώ, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, η Εκκλησία «παραλαμβάνει τα ζώα
και μεταβάλλει... Εισήλθε κάποιος κοράκι, και εξέρχεται περιστερά. Εισέρχεται
λύκος, και εξέρχεται πρόβατον. Εισέρχεται όφις, και εξέρχεται αρνίον, ου της
φύσεως μεταβαλλόμενης, αλλά της κακίας ελαυνομένης».
*«Κανείς δεν θα ήταν ειδωλολάτρης, αν ήμεθα πραγματικοί
Χριστιανοί· αν εφυλάγαμε τις εντολές του Χριστού όταν μας αδικούσαν και όταν
μας άρπαζαν τα ιδικά μας· αν ευλογούσαμε όταν μας ύβριζαν· αν ευεργετούσα¬με
όταν εδεινοπαθούσαμε. Κανείς δεν θα ήταν τόσο θηρίο, ώστε να μην τρέξη προς την
ευσέβεια, αν από όλους μας ετηρείτο αυτή η τακτική».
ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΑΓΙΩΝ
Διδάγματα Μεγ. Βασιλείου
* Άνθρωπος που δεν δέχεται
συμβουλή είναι εχθρός του εαυτού του.
* Ο ασυμβούλευτος άνθρωπος, είναι
ακυβέρνητο πλοίο.
* Είναι ντροπή, τις βλαβερές
τροφές να τις αποφεύγουμε και τα βιβλία, που τρέφουν την ψυχή μας, να μην τα
διαλέγουμε.
* Όχι μόνο η φωνή ή το βλέμμα
δείχνει το είδος της ψυχής, όπως στον καθρέφτη, αλλά κι ο στολισμός του
ανθρώπου και το γέλιο, και το βήμα του ποδιού αναγγέλλει γι' αυτόν.
* Ο χρυσός είναι η αγχόνη των
ψυχών, το αγκίστρι του θανάτου, το δόλωμα της αμαρτίας.
* * *
* Ενώ η φιλία του κόσμου
μαραίνεται, όπως τα ανοιξιάτικα λουλούδια, η χριστιανική φιλία είναι τόσο αγνή
όσο και μόνιμη.
* Μη θαυμάσεις κάτι, που δεν
παραμένει και μη παραβλέψεις αυτό που μένει.
(Αγ. Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός)
***
* Καλύτερα είναι ο άνθρωπος να μη
ξέρει πολλά γράμματα, και με την αγάπη να βρίσκεται κοντά στο Θεό, παρά να
θαρρεί τον εαυτό του σοφό και να αποδεικνύεται υβριστής του Κυρίου.
(Αγ. Ειρηναίος ο Λουγδούνου)
***
* Η αρετή είναι η φυσική υγεία
της ψυχής. Τα πάθη είναι ασθένειες που αφαιρούν την υγεία της ψυχής.
* Να προφυλάγεσαι από τα μικρά
σφάλματα για να μην πέσεις σε μεγαλύτερα.
* Όταν νιώσεις μέσα σου τη χαρά
του Αγίου Πνεύματος, οι στενοχώριες και οι θλίψεις αυτής της ζωής, γίνονται
γλυκύτερες από το μέλι.
* Εάν φυλάξεις τη γλώσσα σου,
εισέρχεσαι στη χαρά του Αγίου Πνεύματος. Εάν δεν έχεις καθαρή καρδιά, έχε
τουλάχιστον καθαρό στόμα!
(Οσίου Εφραίμ του Σύρου)
***
* Η μεγάλη καλοπέραση γεννά πάθη
και αρρώστιες, ενώ η κοπιαστική εργασία προσωρινά φέρνει κούραση, ύστερα όμως
από την κούραση φέρνει υγεία και δύναμη.
* Εάν αγαπήσεις την ησυχία, θα
διασχίσεις το ταξίδι σου στο πέλαγος της ζωής με γαλήνη.
* Εάν δεν βάλει προηγουμένως ο
άνθρωπος τις αμαρτίες του μπροστά στα μάτια του, δεν είναι δυνατόν να ησυχάσει
σε κανέναν τόπο.
(Αββά Ποιμένος)
***
* Άνθρωπος που διδάσκει, αλλά δεν
εκτελεί όσα διδάσκει, είναι όμοιος με βρύση. Διότι ποτίζει και πλύνει όλους,
αλλά δεν μπορεί να καθαρίσει τον εαυτό της.
* Τη στιγμή που ο άνθρωπος πέφτει
σε σφάλμα και πει «ήμαρτον», αμέσως παύει να έχει ενοχή.
* Η πονηρία δεν αναιρεί καθόλου
την πονηρία, αλλά εάν σε κακοποιήσει κανείς ευεργέτησέ τον, ώστε με την
αγαθοποιΐα να αναιρέσεις την πονηρία.
περί
αναξίων TOY EN ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ
Απόκρισις αρχόντων.[1]
Ερώτησις: Ο Απόστολος Παύλος λέει
ότι οι εξουσίες του κόσμου έχουν ταχθή από τον Θεό[2]. Πρέπει λοιπόν να
δεχθούμε ότι κάθε άρχοντας ή βασιλεύς ή επίσκοπος προχειρίζεται στο αξίωμα αυτό
από τον Θεό;
Απόκρισις: Ο Θεός λέει στον Νόμο:
«Θα σας δώσω άρχοντας σύμφωνα με τις καρδιές σας»[3].
Είναι λοιπόν φανερό ότι οι μεν
άρχοντες και οι βασιλείς πού είναι άξιοι αυτής της τιμής προχειρίζονται στο
αξίωμα αυτό από τον Θεό. Οι άλλοι πάλι πού είναι ανάξιοι προχειρίζονται κατά
παραχώρησιν ή και βούλησιν του Θεού σε ανάξιο λαό εξ αιτίας αυτής ακριβώς της
αναξιότητός των. Και άκουσε σχετικά μερικές διηγήσεις.
Όταν είχε γίνει βασιλεύς ό Φωκάς
ο τύραννος[4] και άρχισε εκείνες τις αιματοχυσίες με τον Βονόσο[5] τον δήμιο,
υπήρχε κάποιος μοναχός στην Κωνσταντινούπολη άγιος άνθρωπος, που έχοντας πολλή
παρρησία προς τον Θεό, σαν να δικαζόταν με τον Θεό και έλεγε με απλότητα:
«Κύριε, γιατί έκανες τέτοιον βασιλέα;» Καί τότε, αφού το έλεγε αυτό για αρκετές
ημέρες, του ήλθε φωνή εκ Θεού πού έλεγε: «Διότι δεν βρήκα άλλον χειρότερο».
Υπήρχε και κάποια άλλη πόλις στην
περιοχή της Θηβαΐδος πού ήταν γεμάτη παρανομία, της οποίας οι πολίτες
διέπρατταν πολλά μιαρά και άτοπα πράγματα. Σ' αυτήν λοιπόν κάποιος άνθρωπος του
ιπποδρόμου διεφθαρμένος στο έπακρον απόκτησε ξαφνικά κάποια ψευδοκατάνυξι και
πήγε και κουρεύτηκε μοναχός και ντύθηκε το μοναχικό σχήμα. Αλλ' όμως καθόλου
δεν σταμάτησε τις πονηρές πράξεις του. Συνέβη λοιπόν να πεθάνη ο επίσκοπος της
πόλεως αυτής.
Τότε παρουσιάσθηκε σε κάποιον
άγιο άνθρωπο άγγελος Κυρίου και του λέει: «Πήγαινε και προετοίμασε την πόλι,
για να χειροτονήσουν επίσκοπο τον πρώην άνθρωπο του ιπποδρόμου».
Πήγε λοιπόν αυτός και έκανε ο,τι
του παρηγγέλθη. Αφού λοιπόν χειροτονήθηκε ο προαναφερθείς πρώην ή μάλλον ετι
φαυλόβιος, άρχισε με τον νου του να φαντάζεται ότι κάτι είναι και να
υψηλοφρονή. Τότε του παρουσιάσθηκε άγγελος Κυρίου και του λέει: «Γιατί
υψηλοφρονείς, άθλιε; Σου λέω αλήθεια ότι δεν έγινες επίσκοπος, επειδή ήσουν
άξιος για ιεροσύνη, άλλα γιατί αυτής της πόλεως τέτοιος επίσκοπος της άξιζε».
Γι' αυτό λοιπόν, αν ποτέ δεις
κάποιον ανάξιο και πονηρό βασιλέα ή άρχοντα ή επίσκοπο, μην απορήσης, μήτε να
κατηγορήσης τήν πρόνοια του Θεού. Αλλά μάλλον μάθε απ' αυτό και πίστευε ότι
παραδιδόμεθα σε τέτοιους τυράννους εξ αιτίας των ανομιών μας, κι όμως πάλι δεν
αφήνουμε τα κακά μας έργα.
1. Ερωτήσεις και αποκρίσεις περί
διαφόρων κεφαλαίων εκ διαφόρων προσώπων, Ερώτησις ις', PG 89,476Β-477Α.
2. Ρωμ. ιγ' 1.
3. πρβλ. Ιερεμ. γ' 15
4. Φλάβιος Φυτκάς: αυτοκράτωρ του
Βυζαντίου (602-610), περιβόητος για την σκληρότητα και ακο-λασία του.
5. Βονόσος ή Βόνωσος: λογοθέτης
(υπουργός) επί Φλαβίου Φωκά.
ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
ΤΟ ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ
ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΚΡΙΣΕΩΣ, ΛΟΙΔΟΡΙΑΣ,
ΚΑΤΑΛΑΛΙΑΣ, ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑΣ
Περί κατακρίσεως.
Κατάκριση σημαίνει να κρίνεις και
να καταδικάζεις κάποιον για ένα αμάρτημα.
Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει ότι «
τίποτα δεν είναι τόσο ευχάριστο για τους ανθρώπους, όσο το να κατακρίνουν τις
πράξεις των άλλων». Και ο Χρυσόστομος λέει ότι «με την κατάκριση ανατράπηκαν
και βυθίστηκαν ψυχές». Ο Απόστολος Παύλος διδάσκει σε όλους ότι αυτός που
κατακρίνει δεν μπορεί να απολογηθεί. Διότι για το κρίμα που κατακρίνει τον
άλλον, κατακρίνει τον εαυτό του. Γιατί τα ίδια κάνει και αυτός που κρίνει. Και
συ άνθρωπε που κρίνεις αυτούς που κάνουν τέτοιες πράξεις και κάνεις αυτά,
νομίζεις ότι θα γλυτώσεις την κρίση του Θεού; Ο καθένας κουβαλάει το δικό του
φορτίο. Για αυτό και ο Χρυσόστομος παραινεί λέγοντας: «ας μη γινόμαστε λοιπόν
πικροί δικαστές των άλλων, για να μη ζητηθούν και από μας ευθύνες. Γιατί έχουμε
αμαρτήματα μεγαλύτερα από κάθε συγγνώμη. Επομένως, καλύτερα να ελεούμε εκείνους
που έκαναν ασυγχώρητα αμαρτήματα, για να εξασφαλίσουμε κι εμείς οι ίδιοι από
πριν για τον εαυτό μας τέτοιο έλεος. Κι όμως, όσο κι αν φιλοτιμηθούμε, ποτέ δεν
θα μπορέσουμε να προσφέρουμε τέτοια φιλανθρωπία, την οποία χρειαζόμαστε εμείς
από τον φιλάνθρωπο Θεό…γιατί όποιος μιλάει με φροντίδα και ακρίβεια για τον
συνάνθρωπό του, πολύ περισσότερο θα έχει τον Θεό να κάνει το ίδιο για αυτόν. Ας
μη μιλάμε λοιπόν ο ένας εναντίον του άλλου.
Και ο Κύριος μας δίνει εντολές
λέγοντας: «Μην κρίνετε για να μην κριθείτε. Για το κρίμα που κρίνετε θα
κριθείτε και με το μέτρο που μετράτε θα μετρηθείτε. Τι βλέπεις το ξυλαράκι στο
μάτι του αδελφού σου, ενώ το δοκάρι στο δικό σου μάτι δεν το καταλαβαίνεις;»
Περί λοιδορίας.
Λοιδορία είναι η κακολογία, η
ύβρη, η καταλαλιά.
Ο λοίδορος είναι μοχθηρός,
επιρρεπής στο να κατηγορεί και στις ύβρεις. Έχει ακάθαρτη καρδιά. Το πνεύμα του
είναι διεστραμμένο και η ψυχή του μοχθηρή. Το στόμα του είναι διεστραμμένο, η
γλώσσα του πονηρή, τα χείλη του βέβηλα, οι λόγοι του άδικοι. Γίνεται πικρός
δικαστής του αδελφού του, τον κατακρίνει χωρίς απολογία, ανηλεής και αδυσώπητος
του επιτίθεται και του απαγγέλει την καταδίκη του. Ο λοίδορος καθόλου δεν
διαφέρει από τον δολοφόνο, διότι ο μεν αφαιρεί την ζωή, ενώ ο δε την τιμή,
δηλαδή το βάθρο πάνω στο οποίο στηρίζεται η ζωή.
Περί καταλαλιάς και καταλάλου.
Καταλαλιά είναι η κατηγόρια, η
κακολογία. Κατάλαλος είναι αυτός που κακολογεί και κατηγορεί τον πλησίον του. Ο
Μέγας Βασίλειος λέει «καταλαλιά είναι να μιλάς
εναντίον ενός αδελφού που δεν είναι παρών, με σκοπό να τον
συκοφαντήσεις, ακόμα και αν είναι αλήθεια αυτό που λες».
Ο Ιάκωβος ο αδελφόθεος
συμβουλεύει λέγοντας: «Αδελφοί, μην καταλαλείτε ο ένας εναντίον του άλλου.
Αυτός που καταλαλεί εναντίον του αδελφού του, ή κρίνει τον αδελφό του,
καταλαλεί ενάντια στον νόμο, κρίνει τον νόμο. Αν όμως κρίνεις τον νόμο, δεν
τηρείς τον νόμο, αλλά είσαι κριτής του. Ένα είναι ο νομοθέτης που μπορεί να
σώσει και να καταστρέψει. Εσύ ποιος είσαι, που κρίνεις τον άλλον»; Ο κατάλαλος
με την καταλαλιά τρώει τις σάρκες των αδελφών του (Πατερικόν). Ο Μέγας
Βασίλειος θεωρεί άξιους αφορισμού τον κατάλαλο και αυτόν που τον ακούει,
λέγοντας «αν κάποιος βρεθεί να καταλαλεί εναντίον κάποιου ή να ακούει κάποιον
να καταλαλεί και να μην τον επιτιμά, να αφορίζεται μαζί του».
Ο κατάλαλος αφαιρεί την τιμή του
ανθρώπου, όπως ο φονιάς την ζωή. Και οι δυο είναι εξίσου ανθρωποκτόνοι.
Περί συκοφαντίας και συκοφάντη.
Συκοφαντία είναι η ψεύτικη κατηγορία.
Συκοφάντης είναι ο ψεύτης. Και κάποιος σοφός λέει «κανέναν άλλον να μη θεωρείς
ψεύτη, παρά τον συκοφάντη. Γιατί μεταξύ ψεύδους και συκοφαντίας δεν υπάρχει
καμία διαφορά». Συκοφάντη οι παλιότεροι και οι τωρινοί ονομάζουν τον διαβολέα
και τον προσαγωγέα.
Είναι βέβαιο ότι ο διάβολος έχει
εφεύρει την συκοφαντία. Δηλητήριο σκορπιού η γλώσσα του συκοφάντη. Δεν παρατάει
το έργο του ο συκοφάντης, όταν επιπλέον αντιληφθεί ότι και οι άρχοντες
επιθυμούν τη συκοφαντία. Μηχανεύεται ψέματα και διαβάλλει με κάθε τρόπο. Ο
Κύριος θα εξολοθρεύσει όλα τα πονηρά χείλη. Η γλώσσα του συκοφάντη μισεί την
αλήθεια. Η συκοφαντία γκρέμισε νέους και γέροντες, άρχοντες και δυνάστες. Ο
συκοφάντης χαίρεται πολύ περισσότερο, όσο με τις πράξεις του γίνεται δημοφιλής.
ΔΙΔΑΧΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
Πρόλογος
Ο ΑΓΙΟΣ Νεκτάριος Πενταπόλεως, ο θαυματουργός, αποτελεί ένα
δώρο του Θεού στον κόσμο, στις πενιχρές μέρες του εικοστού αιώνα. Στο πρόσωπο
του ανακαλύπτει κανείς ένα μεγάλο Πατέρα της Εκκλησίας, όπου η αγιότητα του
βίου συνδυάζεται με τη χάρη της θαυματουργίας και την ορθόδοξη διδασκαλία.
Γεννήθηκε στη Σηλυβρία της Ανατολικής Θράκης το 1846.
Παρακολουθώντας την ιστορική διαδρομή του βίου του, τον συναντούμε στην
Κωνσταντινούπολη, δεκατετράχρονο παιδί, να εργάζεται και να σπουδάζει στη Νέα
Μονή της Χίου, να κείρεται μοναχός (1876) και να χειροτονείται διάκονος (1877)•
στην Αθήνα, να ολοκληρώνει τις θεολογικές του σπουδές (1885)• στην Αίγυπτο, να
διακονεί επί μια πενταετία στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Εκεί χειροτονείται
πρεσβύτερος (1886) και επίσκοπος Πενταπόλεως (1889).
Εξαιτίας του φθόνου που προκαλεί το πολυδιάστατο έργο του,
συκοφαντείται και απομακρύνεται από το Πατριαρχείο. Επιστρέφει στην Ελλάδα το
1890, όπου περιφέρεται ως απλός ιεροκήρυκας μέχρι το 1894, που αναλαμβάνει τη
διεύθυνση της Ριζαρείου Σχολής. Το 1908 για λόγους υγείας παραιτείται και
αποσύρεται στην Αίγινα, στη γυναικεία Μονή της Αγίας Τριάδος, που ο ίδιος έχει
ιδρύσει από το 1904. Εκεί παραμένει, ως πνευματικός της Μονής, μέχρι το τέλος
της ζωής του (1920).
Μια ιερή πορεία εβδομηντατεσσάρων χρόνων, κατάφορτη από
καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Νηστεύει, αγρυπνεί, προσεύχεται. Ταυτίζει το
θέλημά του με τη θεία θέληση και γίνεται ο άνθρωπος του Θεού, ο "παθών και
μαθών τα θεία". Λειτουργεί σαν άγγελος, προσεύχεται χωρίς να πατάει στη
γη. Αναδεικνύεται ένθερμος εραστής της Αγίας Τριάδος και εγκάρδιος υμνητής της
Υπεραγίας Θεοτόκου. Θεολόγος θεόπνευστος και συγγραφέας ακούραστος. Κηρύττει,
εξομολογεί, νουθετεί, θυσιάζεται για τον πλησίον. Οι ελεημοσύνες του άπειρες.
Οι θαυματουργίες του ανεξάντλητες. Η παρουσία του γαληνεύει, ειρηνεύει, εμπνέει
τους πάντες. Είναι αληθινά μεγάλος, γι' αυτό και βαθιά ταπεινός. Είναι
αρχιερέας του Υψίστου, αλλά γίνεται και καθαριστής, κηπουρός, τσαγκάρης και
χτίστης, μέχρι τα γεράματά του. Συκοφαντείται βαριά κι εκείνος ειρηνικά
υπομένει, προσεύχεται, συγχωρεί, ευχαριστεί για όλα. Ένας πιστός μιμητής του
πράου και ταπεινού Ιησού, που η Εκκλησία μας ανακηρύσσει επίσημα ως Άγιο το
1961.
Απαύγασμα αυτής της αγίας του ζωής αποτελούν τα γραπτά του
κείμενα. Παρουσιάζουμε ένα μικρό απάνθισμα των επιστολών του, διασκευασμένο στη
σημερινή μας γλωσσική μορφή. Μια συλλογή από σύντομες και περιεκτικές διδαχές
του Αγίου, που αναφέρονται στην πνευματική ζωή και τον αγώνα του χριστιανού.
Ας είναι τούτο το τεύχος μια προσφορά αγάπης προς τους
φιλοσίους αδελφούς μας και συγχρόνως ένα κερί ευγνωμοσύνης στον Άγιο του αιώνα
μας, με αφορμή τη φετινή επέτειο των 150χρόνων από τη γέννησή του.
Ο
δρόμος της ευτυχίας
Τίποτε δεν είναι μεγαλύτερο απ'
την καθαρή καρδιά, γιατί μια τέτοια καρδιά γίνεται θρόνος του Θεού. Και τι
είναι ενδοξότερο από το θρόνο του Θεού; Ασφαλώς τίποτε. Λέει ο Θεός γι' αυτούς
που έχουν καθαρή καρδιά:
«Ενοικήσω εν αυτοίς και
εμπεριπατήσω, και έσομαι αυτών Θεός, και αυτοί έσονταί μοι λαός» (Β' Κορ.
6,16).
Ποιοι λοιπόν είναι ευτυχέστεροι
απ' αυτούς τους ανθρώπους; Και από ποιο αγαθό μπορεί να μείνουν στερημένοι; Δεν
βρίσκονται όλα τ' αγαθά και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος στις μακάριες
ψυχές τους;
Τι περισσότερο χρειάζονται; Τίποτε,
στ' αλήθεια, τίποτε! Γιατί έχουν στην καρδιά τους το μεγαλύτερο αγαθό: τον ίδιο
το Θεό!
Πόσο πλανιούνται οι άνθρωποι που
αναζητούν την ευτυχία μακριά από τον εαυτό τους, στις ξένες χώρες και τα
ταξίδια, στον πλούτο και στη δόξα, στις μεγάλες περιουσίες και στις απολαύσεις,
στις ηδονές και σ' όλες τις χλιδές και ματαιότητες που κατάληξή τους έχουν την
πίκρα! Η ανέγερση του πύργου της ευτυχίας έξω από την καρδιά μας, μοιάζει με
οικοδομή που χτίζε¬ται σε έδαφος που σαλεύεται από συνεχείς σεισμούς. Σύντομα
ένα τέτοιο οικοδόμημα θα σωριαστεί στη γη...
Αδελφοί μου! Η ευτυχία βρίσκεται
μέσα στον ίδιο σας τον εαυτό, και μακάριος είναι ο άνθρωπος που το κατάλαβε
αυτό. Εξετάστε την καρδιά σας και δείτε την πνευματική της κατάσταση. Μήπως
έχασε την παρρησία της προς το Θεό; Μήπως η συνείδηση διαμαρτύρεται για
παράβαση των εντολών Του; Μήπως σας κατηγορεί για αδικίες, για ψέματα, για
παραμέληση των καθηκόντων προς το Θεό και τον πλησίον;
Ερευνήστε μήπως κακίες και πάθη
γέμισαν την καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αυτή σε δρόμους στραβούς και
δύσβατους...
Δυστυχώς, εκείνος που παραμέλησε
την καρδιά του, στερήθηκε όλα τ' αγαθά και έπεσε σε πλήθος κακών. Έδιωξε τη
χαρά και γέμισε με πίκρα, θλίψη και στενοχώρια. Έδιωξε την ειρήνη και απόκτησε
άγχος, ταραχή και τρόμο. Έδιωξε την αγάπη και δέχθηκε το μίσος. Έδιωξε, τέλος,
όλα τα χαρίσματα και τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος που δέχθηκε με το
βάπτισμα, και οικειώθηκε όλες τις κακίες εκείνες, που κάνουν τον άνθρωπο
ελεεινό και τρισάθλιο.
Αδελφοί μου! Ο Πολυέλεος Θεός θέλει
την ευτυχία όλων μας και σ' αυτή και στην άλλη ζωή. Γι' αυτό ίδρυσε και την
αγία Του Εκκλησία. Για να μας καθαρίζει αυτή από την αμαρτία, να μας αγιάζει,
να μας συμφιλιώνει μαζί Του, να μας χαρίζει τις ευλογίες του ουρανού.
Η Εκκλησία έχει ανοιχτή την
αγκαλιά της για να μας υποδεχθεί. Ας τρέξουμε γρήγορα όσοι έχουμε βαρειά τη
συνείδηση. Ας τρέξουμε, και η Εκκλησία είναι έτοιμη να σηκώσει το βαρύ φορτίο
μας, να μας χαρίσει την παρρησία προς το Θεό, να γεμίσει την καρδιά μας με
ευτυχία και μακαριότητα...
Το άγιο βάπτισμα
«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε,
Χριστόν ενεδύσασθε» (Γαλ. 3, 27).
Πόσο μεγάλη αλήθεια μας
επισημαίνει μ' αυτά τα λόγια ο απόστολος Παύλος!
Οι βαπτισμένοι χριστιανοί δεν
φορούν τον παλαιό άνθρωπο με τα πάθη και τις αμαρτωλές επιθυμίες του, αλλά
είναι ντυμένοι τον καινούργιο άνθρωπο, ντύθηκαν τον ίδιο το Χριστό που ζει τώρα
μέσα στις καρδιές τους. Και η λέξη "ντύθηκαν" δεν αναφέρεται σε
κάποια απλή και εξωτερική στολή, αλλά σε κάτι βαθύτερο, σε κάτι ουσιαστικό και
αναφαίρετο.
Με την πίστη μας στο Χριστό και με
τη βάπτισή μας ντυνόμαστε τον ίδιο το Χριστό και γινόμαστε παιδιά του Θεού,
οικητήρια του Παναγίου Πνεύματος, ναοί του Θεού, άγιοι και τέλειοι, Θεοί κατά
χάριν.
Ώστε, λοιπόν, ρίξαμε από πάνω μας
τη φθορά και ντυθήκαμε την αφθαρσία. Ξεντυθήκαμε τον άνθρωπο της αμαρτίας και
ντυθήκαμε τον άνθρωπο της δικαιοσύνης και της χάριτος. Διώξαμε το θάνατο και
ντυθήκαμε την αθανασία...
Συλλογισθήκαμε όμως και τις
μεγάλες υποχρεώσεις, που, με το βάπτισμα μας, αναλάβαμε ενώπιον του Θεού;
Συνειδητοποιήσαμε ότι οφείλουμε να συμπεριφερόμαστε σαν παιδιά του Θεού και σαν
αδελφοί του Κυρίου μας; Ότι έχουμε χρέος να συνταυτίσουμε το δικό μας θέλημα με
το θέλημα του Θεού; Ότι πρέπει, σαν παιδιά δικά Του, να μένουμε ελεύθεροι από
την αμαρτία; Ότι οφείλουμε να Τον αγαπάμε μ' όλη μας τη δύναμη, απ' τα βάθη της
ψυχής και της καρδιάς μας; Ότι οφείλουμε να Τον λατρεύουμε και να λαχταρούμε να
ενωθούμε μαζί Του για πάντα; Σκεφτήκαμε, άραγε, ότι η καρδιά μας πρέπει να ‘ναι
πλημμυρισμένη από την αγάπη, ώστε αυτή να ξεχύνεται και στον πλησίον μας;
Έχουμε τη συναίσθηση ότι οφείλουμε να γίνουμε άγιοι και τέλειοι και εικόνες του
Θεού και παιδιά του Θεού και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών;
Για όλ' αυτά έχουμε χρέος ν'
αγωνιστούμε, ώστε να μη φανούμε ανάξιοι στο κάλεσμα που μας έκανε ο Θεός και
αποδοκιμαστούμε... Ναι, αδελφοί μου, ας παλέψουμε με ζήλο και αυταπάρνηση για
να νικήσουμε.
Κανείς μας ας μη χάσει το θάρρος,
ας μην αμελήσει, ας μη δειλιάσει, ας μην πτοηθεί μπροστά στα σκάμματα του
πνευματικού αγώνα. Γιατί έχουμε βοηθό το Θεό, που μας δυναμώνει στο δύσκολο
δρόμο της αρετής.
Πνευματικός αγώνας
Σκοπός της ζωής μας είναι να
γίνουμε τέλειοι και άγιοι. Να αναδειχθούμε παιδιά του Θεού και κληρονόμοι της
βασιλείας των ουρανών. Ας προσέξουμε μήπως, για χάρη της παρούσας ζωής,
στερηθούμε τη μέλλουσα. Μήπως, από τις βιοτικές φροντίδες και μέριμνες,
αμελήσουμε το σκοπό της ζωής μας.
Η νηστεία, η αγρυπνία και η
προσευχή από μόνες τους δεν φέρνουν τους επιθυμητούς καρπούς, γιατί αυτές δεν
είναι ο σκοπός της ζωής μας· αποτελούν τα μέσα για να πετύχουμε το σκοπό.
Στολίστε τις λαμπάδες σας με
αρετές. Αγωνιστείτε ν' αποβάλετε τα πάθη της ψυχής. Καθαρίστε την καρδιά σας
από κάθε ρύπο και διατηρήστε την αγνή, για να έρθει και να κατοικήσει μέσα σας
ο Κύριος• για να σας πλημμυρίσει το Άγιο Πνεύμα με τις θείες Του δωρεές.
Παιδιά μου αγαπητά, όλη σας η
ασχολία και η φροντίδα σ' αυτά να είναι. Αυτά ν' αποτελούν σκοπό και πόθο
ασταμάτητο. Γι' αυτά όλη σας η προσευχή προς το Θεό.
Να ζητάτε καθημερινά τον Κύριο·
αλλά μέσα στην καρδιά σας και όχι έξω απ’ αυτήν. Και όταν Τον βρείτε, σταθείτε
με φόβο και τρόμο όπως τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ, γιατί η καρδιά σας έγινε
θρόνος του Θεού.
Αλλά για να βρείτε τον Κύριο,
ταπεινωθείτε μέχρι το χώμα, γιατί ο Κύριος βδελύσσεται τους υπερήφανους, ενώ
αγαπάει και επισκέπτεται τους ταπεινούς στην καρδιά. Γι’ αυτό και λέει:
"και επί τίνα επιβλέψω, αλλ' η επί τον ταπεινόν και ησύχιον, και τρέμοντα
τους λόγους μου;" (Ησ. 66, 2).
Άγωνίζου τον αγώνα τον καλό και ο
Θεός θα σε ενισχύει. Στον αγώνα εντοπίζουμε τις αδυναμίες, τις ελλείψεις και τα
ελαττώματά μας. Είναι ο καθρέφτης της πνευματικής μας καταστάσεως. Όποιος δεν
αγωνίστηκε, δεν γνώρισε τον εαυτό του.
Προσέχετε και τα μικρά ακόμη
παραπτώματα. Αν σας συμβεί από απροσεξία κάποια αμαρτία, μην απελπίζεστε, αλλά
σηκωθείτε γρήγορα, προσπέστε στο θεό που έχει τη δύναμη να σας ανορθώσει. Η
μεγάλη λύπη κρύβει μέσα της υπερηφάνεια.
Οι υπερβολικές λύπες και
απελπισίες είναι βλαβερές και επικίνδυνες, και πολλές φορές παροξύνονται από το
διάβολο για ν' ανακόψουν την πορεία του αγωνιστή.
Μέσα μας έχουμε αδυναμίες και πάθη
και ελαττώμα¬τα βαθιά ριζωμένα: πολλά είναι και κληρονομικά. Όλα αυτά δεν
κόβονται με μια σπασμωδική κίνηση ούτε με την αδημονία και τη βαρειά θλίψη,
αλλά με υπομονή και επιμονή, με καρτερία, με φροντίδα και προσοχή.
Ο δρόμος που οδηγεί στην
τελειότητα είναι μακρύς. Εύχεσθε στο Θεό να σας δυναμώνει. Να αντιμετωπίζε¬τε
με υπομονή τις πτώσεις σας και αφού γρήγορα ση-κωθείτε, να τρέχετε και να μη
στέκεστε, σαν τα παιδιά, στον τόπο που πέσατε, κλαίγοντας και θρηνώντας
α-παρηγόρητα.
Αγρυπνείτε και προσεύχεστε για να
μην μπείτε σε πειρασμό. Μην απελπίζεστε αν πέφτετε συνέχεια σε παλιές αμαρτίες.
Πολλές απ’ αυτές είναι και από τη φύση τους ισχυρές και από τη συνήθεια. Με την
πάρο-δο του χρόνου όμως και με την επιμέλεια νικούνται. Τίποτε να μη σας
απελπίζει.
Πειρασμοί
Οι πειρασμοί παραχωρούνται για να
φανερωθούν τα κρυμμένα πάθη, να καταπολεμηθούν κι έτσι να θεραπευθεί η ψυχή.
Είναι και αυτοί δείγμα του θείου ελέους. Γι' αυτό εμπιστεύσου στο Θεό και
ζήτησε τη βοήθειά Του, ώστε να σε δυναμώσει στον αγώνα σου. Η ελπίδα στο Θεό
δεν οδηγεί ποτέ στην απελπισία. Οι πειρασμοί φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ο Θεός
ξέρει την αντοχή του καθενός μας και παραχωρεί τους πειρασμούς κατά το μέτρο
των δυνάμεών μας. Να φροντίζουμε όμως κι εμείς να είμαστε άγρυπνοι και
προσεκτικοί, για να μη βάλουμε μόνοι μας τον εαυτό μας σε πειρασμό.
Εμπιστευθείτε στο Θεό τον Αγαθό,
τον Ισχυρό, τον Ζώντα, και Αυτός θα σας οδηγήσει στην ανάπαυση. Μετά από τις
δοκιμασίες ακολουθεί η πνευματική χαρά. Ο Κύριος παρακολουθεί όσους υπομένουν
τις δοκιμασίες και τις θλίψεις για τη δική Του αγάπη. Μη λιποψυχείτε λοιπόν και
μη δειλιάζετε.
Δεν θέλω να θλίβεστε και να
συγχύζεστε για όσα συμβαίνουν αντίθετα με τη θέληση σας: όσο δίκαιη και αν
είναι αυτή. Μια τέτοια θλίψη μαρτυρεί την ύπαρξη εγωισμού. Προσέχετε τον
εγωισμό που κρύβεται κάτω από τη μορφή του δικαιώματος. Προσέχετε και την
άκαιρη λύπη που δημιουργείται μετά από ένα δίκαιο έλεγχο. Η υπερβολική θλίψη
για όλα αυτά είναι του πειρασμού. Μία είναι η αληθινή θλίψη. Αυτή που
δημιουργείται, όταν γνωρίσουμε καλά την άθλια κατάσταση που βρίσκεται η ψυχή
μας. Όλες οι άλλες θλίψεις δεν έχουν καμιά σχέση με τη χάρη του Θεού.
Φροντίζετε να περιφρουρείτε στην
καρδιά σας τη χαρά του Αγίου Πνεύματος και να μην επιτρέπετε στον πονηρό να
χύνει την πίκρα του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ο Παράδεισος που υπάρχει μέσα
σας μετατραπεί σε κόλαση.
Προσευχή
Το κύριο έργο του ανθρώπου είναι η
προσευχή. Ο άνθρωπος πλάστηκε για να υμνεί το Θεό. Αυτό είναι το έργο που του
αρμόζει. Αυτό μόνο εξηγεί την πνευματι-κή του υπόσταση. Αυτό μόνο δικαιώνει την
εξέχουσα θέση του μέσα στη δημιουργία. Ο άνθρωπος πλάστηκε για να λατρεύει το
Θεό και να μετέχει στη θεία Του αγαθότητα και μακαριότητα.
Ως εικόνα του Θεού που είναι, λαχταράει
για το Θεό και τρέχει με πόθο να ανυψωθεί προς Αυτόν. Μέ την προσευχή και την
υμνωδία ευφραίνεται. Το πνεύμα του αγάλλεται και η καρδιά του σκιρτάει. Όσο
περισσότερο προσεύχεται, τόσο η ψυχή του απογυμνώνεται από τις κοσμικές
επιθυμίες και γεμίζει από τα ουράνια αγαθά. Και όσο αποχωρίζεται τα γήινα και
τις ηδονές του βίου, τόσο περισσότερο απολαμβάνει την ουράνια ευφροσύνη. Η
δοκιμή και η πείρα μάς επιβεβαιώνουν την αλήθεια αυτή.
Ο Θεός ευαρεστείται στις προσευχές
εκείνες που προσφέρονται με τον πρέποντα τρόπο- δηλαδή με συναίσθηση της
ατέλειας και της αναξιότητάς μας. Για να υπάρξει όμως τέτοια συναίσθηση,
απαιτείται τέλεια απάρνηση του κακού μας εαυτού και υποταγή στις εντολές του
Θεού- απαιτείται ταπείνωση και αδιάλειπτη πνευματική εργασία.
Αναθέστε όλες τις φροντίδες σας
στο Θεό. Εκείνος προνοεί για σας. Μη γίνεστε ολιγόψυχοι και μην ταράζεστε.
Αυτός που εξετάζει τα απόκρυφα βάθη της ψυχής των ανθρώπων, γνωρίζει και τις
δικές σας επιθυμίες και έχει τη δύναμη να τις εκπληρώσει όπως Αυτός γνωρίζει. Εσείς
να ζητάτε από το Θεό και να μη χάνετε το θάρρος σας. Μη νομίζετε ότι, επειδή ο
πόθος σας είναι άγιος, έχετε δικαίωμα να παραπονείστε όταν οι προσευχές σας δεν
εισακούονται. Ο Θεός εκπληρώνει τους πόθους σας με τρόπο που εσείς δεν
γνωρίζετε. Να ειρηνεύετε λοιπόν και να επικαλείσθε το Θεό.
Οι προσευχές και οι δεήσεις από
μόνες τους δεν μας όδηγούν στην τελειότητα. Στην τελείωση οδηγεί ο Κύριος που
έρχεται και κατοικεί μέσα μας, όταν εμείς εκτελούμε τις εντολές Του. Και μια
από τις πρώτες εντολές είναι να γίνεται στη ζωή μας το θέλημα όχι το δικό μας,
αλλά του Θεού. Και να γίνεται με την ακρίβεια που γίνεται στον ουρανό από τους
αγγέλους. Για να μπορούμε κι εμείς να λέμε: «Κύριε, όχι όπως εγώ θέλω, αλλ'
όπως Εσύ· "γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης"».
Χωρίς λοιπόν το Χριστό μέσα μας, οι προσευχές και οι δεήσεις οδηγούν στην
πλάνη.
Ειρήνη
Η ειρήνη είναι θείο δώρο που
χορηγείται πλουσιοπάροχα σ' όσους συμφιλιώνονται με το Θεό και εκτελούν τα θεία
Του προστάγματα.
Η ειρήνη είναι φως και φεύγει από
την αμαρτία που είναι σκοτάδι. Ένας αμαρτωλός ποτέ δεν ειρηνεύει.
Να αγωνίζεστε κατά της αμαρτίας
και να μη σας ταράζει η εξέγερση των παθών μέσα σας.
Αν στην πάλη μαζί τους νικήσεις,
το ξεσήκωμα των παθών έγινε για σένα αφορμή νέας χαράς και ειρήνης. Αν νικηθείς
- ο μη γένοιτο - τότε γεννιέται θλίψη και ταραχή. Αν πάλι, μετά από σκληρή
μάχη, επικρατήσει προς στιγμήν η αμαρτία, αλλά εσύ επιμείνεις στον αγώνα, τότε
νικάς και η ειρήνη ξανάρχεται.
«Ειρήνην διώκετε μετά πάντων, και
τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον» (Εβρ. 12,14).
Η ειρήνη και ο αγιασμός είναι δύο
αναγκαίες προϋποθέσεις για εκείνον που ζητάει με πόθο να δει το πρόσωπο του
Θεού. Η ειρήνη είναι το θεμέλιο στο οποίο στηρίζεται ο αγιασμός.
Ο αγιασμός δεν παραμένει σε ταραγμένη
και οργισμένη καρδιά. Η οργή όταν χρονίζει στην ψυχή μας, δημιουργεί την έχθρα
και το μίσος κατά του πλησίον. Γι' αυτό επιβάλλεται η γρήγορη συμφιλίωση με τον
αδελφό μας, ώστε να μη στερηθούμε τη χάρη του Θεού που αγιάζει την καρδιά μας.
Εκείνος που ειρηνεύει με τον εαυτό
του, ειρηνεύει και με τον πλησίον του, ειρηνεύει και με το Θεό. Ένας τέτοιος
άνθρωπος είναι γεμάτος με αγιασμό γιατί ο ίδιος ο Θεός κατοικεί μέσα του.
Αγάπη
Επιδιώκετε την αγάπη. Ζητάτε
καθημερινά από το Θεό την αγάπη. Μαζί με την αγάπη έρχεται και όλο το πλήθος
των αγαθών και των αρετών. Αγαπάτε για ν' αγαπάστε και σεις από τους άλλους.
Δώστε στο Θεό όλη σας την καρδιά, ώστε να μένετε στην αγάπη. «Ο μένων εν τη
αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ μένει» (Α' Ιωάν. 4,16).
Οφείλετε να έχετε πολλή προσοχή
στις μεταξύ σας σχέσεις και να ευλαβείστε ο ένας τον άλλον ως πρόσωπα ιερά, ως
εικόνες του Θεού. Να μην αποβλέπετε ποτέ στο σώμα ή στην ομορφιά του, αλλά στην
ψυχή.
Προσέχετε το αίσθημα της αγάπης,
γιατί όταν η καρδιά δεν θερμαίνεται από την καθαρή προσευχή, η αγάπη κινδυνεύει
να γίνει σαρκική και αφύσικη- κινδυνεύει να σκοτίσει το νου και να κατακάψει
την καρδιά.
Πρέπει να εξετάζουμε καθημερινά
μήπως η αγάπη μας δεν απορρέει από το σύνδεσμο της κοινής μας αγάπης προς το
Χριστό• μήπως δεν πηγάζει από το πλήρωμα της αγάπης μας προς τον Κύριο. Αυτός
που αγρυπνεί να διατηρήσει αγνή την αγάπη, θα φυλαχθεί από τις παγίδες του
πονηρού που προσπαθεί σιγά -σιγά να μετατρέψει την χριστιανική αγάπη σε αγάπη
κοινή και συναισθηματική.
Διάκριση
Σας συνιστώ να έχετε σε όλα
διάκριση και φρόνηση. Να αποφεύγετε τα άκρα. Οι αυστηρότητες συμβαδίζουν με τα
μέτρα της αρετής. Αυτός που δεν έχει μεγάλες αρετές και συναγωνίζεται με τους
τέλειους, θέλοντας να ζει με αυστηρότητα, όπως οι άγιοι ασκητές, αυτός
κινδυνεύει να υπερηφανευθεί και να πέσει. Γι' αυτό να πορεύεσθε με διάκριση και
να μην εξαντλείτε το σώμα με υπέρμετρους κόπους. Να θυμάστε ότι η άσκηση του
σώματος απλώς βοηθάει την ψυχή να φτάσει στην τελειότητα• η τελειότητα
κατορθώνεται κυρίως με τον αγώνα της ψυχής.
Μην τεντώνετε περισσότερο από το
μέτρο τη χορδή. Να ξέρετε ότι ο Θεός δεν εκβιάζεται στις δωρεές Του.
Δίνει, όταν αυτός θέλει. Ό,τι
παίρνουμε, το παίρνουμε δωρεάν από το θείο έλεος.
Μη ζητάτε να φτάσετε ψηλά με
μεγάλες ασκήσεις χωρίς να έχετε αρετές, γιατί κινδυνεύετε να πέσετε σε πλάνη
για την έπαρση και την τόλμη. Όποιος επιζητεί θεία χαρίσματα και υψηλές θεωρίες
ενώ είναι ακόμα φορτωμένος με πάθη, αυτός σαν ανόητος και υπερήφανος πλανιέται.
Πρώτα απ’ όλα οφείλει ν' αγωνιστεί για την κάθαρσή του. Η θεία χάρη στέλνει τα
χαρίσματα σαν αμοιβή σ' όσους έχουν καθαριστεί από τα πάθη. Κατέρχεται σ'
αυτούς χωρίς θόρυβο και σε ώρα που δεν γνωρίζουν.
Υπερηφάνεια
Η υπερηφάνεια του νου είναι η
σατανική υπερηφάνεια, η οποία αρνείται το Θεό και βλασφημεί κατά του Αγίου
Πνεύματος, γι' αυτό και πολύ δύσκολα θεραπεύεται. Είναι ένα βαθύ σκοτάδι, το
οποίο εμποδίζει τα μάτια της ψυχής να δουν το φως που υπάρχει μέσα της και που
οδηγεί στο Θεό, στην ταπείνωση, στην επιθυμία του αγαθού.
Αντίθετα, η υπερηφάνεια της
καρδιάς δεν είναι γέννημα της σατανικής υπερηφάνειας, αλλά δημιουργείται από
διάφορες καταστάσεις και γεγονότα: πλούτο, δόξα, τιμές, πνευματικά ή σωματικά
χαρίσματα (ευφυΐα, ομορφιά, δύναμη, δεξιοτεχνία κ.λπ.). Όλα αυτά σηκώνουν ψηλά
τα μυαλά των ανόητων ανθρώπων και γίνονται έτσι ματαιόφρονες, χωρίς όμως να
είναι και άθεοι... Αυτοί πολλές φορές ελεούνται από το Θεό, παιδεύονται από τη
θεία παιδεία και σωφρονίζονται. Η καρδιά τους συντρίβεται, παύει να επιζητεί
δόξες και ματαιότητες, και έτσι θεραπεύονται.
Η πνευματική σας εργασία να είναι
η εξέταση της καρδιάς σας. Μήπως φωλιάζει σ' αυτήν σαν φαρμακερό φίδι η
υπερηφάνεια, το πάθος που γεννάει πολλά κακά, που απονεκρώνει κάθε αρετή, που
δηλητηριάζει τα πάντα. Σ' αυτήν την εωσφορική κακία πρέπει να στραφεί όλη σας η
φροντίδα. Μέρα και νύχτα να σας γίνει έργο αδιάλειπτο η έρευνά της.
Νομίζω ότι θα είναι αλήθεια αν πω
ότι όλη η πνευματική μας φροντίδα συνίσταται στην αναζήτηση και εξόντωση της
υπερηφάνειας και των παιδιών της. Αν απαλλαχτούμε απ’ αυτήν και θρονιάσουμε
στην καρδιά μας την ταπεινοφροσύνη, τότε έχουμε το παν. Γιατί όπου βρίσκεται η
αληθινή κατά Χριστόν ταπείνωση, εκεί βρίσκονται μαζεμένες και όλες οι άλλες
αρετές που μας υψώνουν προς το Θεό.
Χριστιανική ευγένεια
Οι χριστιανοί έχουν χρέος, σύμφωνα
με την εντολή του Κυρίου, να γίνουν άγιοι και τέλειοι. Η τελειότητα και η
αγιότητα χαράσσεται πρώτα βαθιά στην ψυχή του χριστιανού, και από εκεί
τυπώνεται και στις σκέψεις του, στις επιθυμίες του, στα λόγια του, στις πράξεις
του. Έτσι, η χάρη του Θεού που υπάρχει στην ψυχή ξεχύνεται και σ' όλο τον
εξωτερικό χαρακτήρα.
Ο χριστιανός οφείλει να είναι
ευγενής προς όλους. Τα λόγια και τα έργα του να αποπνέουν τη χάρη του Αγίου
Πνεύματος που κατοικεί στην ψυχή του, ώστε να μαρτυρείται η χριστιανική του
πολιτεία και να δοξάζεται το όνομα του Θεού.
Αυτός που είναι μετρημένος στα
λόγια, είναι μετρημένος και στα έργα. Αυτός που εξετάζει τα λόγια που πρόκειται
να πει, εξετάζει και τις πράξεις που πρόκειται να εκτελέσει, και ποτέ του δεν
θα υπερβεί τα όρια της καλής και ενάρετης συμπεριφοράς.
Τα χαριτωμένα λόγια του χριστιανού
χαρακτηρίζονται από λεπτότητα και ευγένεια. Αυτά είναι που γεννούν την αγάπη,
φέρνουν την ειρήνη και τη χαρά.
Αντίθετα, η αργολογία γεννάει
μίση, έχθρες, θλίψεις, φιλονικίες, ταραχές και πολέμους.
Ας είμαστε λοιπόν πάντοτε
ευγενείς. Ποτέ απ’ τα χείλη μας να μη βγει λόγος κακός, λόγος που δεν είναι
αλατισμένος με τη χάρη του Θεού, αλλά πάντοτε λόγοι χαριτωμένοι, λόγοι αγαθοί,
λόγοι που μαρτυρούν την κατά Χριστό ευγένεια και την ψυχική μας καλλιέργεια.
Δοξολογία
Ο χριστιανός οφείλει να δοξάζει το
Θεό και με το σώμα του και με το πνεύμα του. Άλλωστε, και τα δυο ανήκουν στο
Θεό και, επομένως, δεν έχει εξουσία να τα ατιμάζει η να τα διαφθείρει, αλλά ως
άγια και Ιερά πρέπει να τα χρησιμοποιεί με πολλή ευχαριστία.
Όποιος θυμάται ότι το σώμα του και
το πνεύμα του ανήκουν στο Θεό, έχει μια ευλάβεια κι ένα μυστικό φόβο γι' αυτά,
και τούτο συντελεί στο να τα διατηρεί αγνά και καθαρά από κάθε ρύπο, σε
αδιάλειπτη επικοινωνία μ' Εκείνον από τον οποίο αγιάζονται και ενισχύονται.
Ο άνθρωπος δοξάζει το Θεό με το
σώμα του και με το πνεύμα του, πρώτα, όταν θυμάται ότι αγιάστηκε από το Θεό και
ενώθηκε μαζί του, και ύστερα, όταν ενώνει τη θέληση του με τη θέληση του Θεού
ώστε να εκτελεί πάντοτε το αγαθό και ευάρεστο και τέλειο θέλημα Του. Ένας
τέτοιος άνθρωπος δεν ζει για τον εαυτό του, αλλά για το Θεό. Εργάζεται για τη
βασιλεία του Θεού στη γη. Δοξάζει σε όλα το Θεό, με λόγια και με έργα. Οι
πράξεις του, που γίνονται για το καλό των συνανθρώπων του, δίνουν αφορμή
δοξολογίας του θείου ονόματος. Η ζωή του, καταυγαζαμένη από το θείο φως, λάμπει
σαν φως δυνατό. Έτσι η πολιτεία του γίνεται οδηγός προς το Θεό για όσους ακόμη
δεν Τον γνώρισαν.
Άγιος Νεκτάριος: «Ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν»
Βρωμερές συκοφαντίες
Πολλά όμως
διεσπείροντο από τους κακούς ανθρώπους στην Αθήνα περί του Πενταπόλεως και της
ανέγερσης της Μονής [δηλαδή της γυναικείας Μονής της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα,
της οποίας κατόπιν διετέλεσε εφημέριος και πνευματικός]. Πολύ εδοκιμάσθη από
τους διεστραμμένους, τους μοχθηρούς και τους συκοφάντες. Διέδιδαν συκοφαντίες
ανηθικότητος ανηκούστους. Ησχολήθη με αυτές και η Ιερά Σύνοδος. Ο δέ τότε
Πρόεδρος αυτής, ο Αθηνών Θεόκλητος μετέβη αυτοπροσώπως επιτοπίως το 1908, διά
να εξετάση. Φεύγοντας όμως από εκεί αναγκάσθηκε να ομολογήση ότι «ήτο όντως
Θείον έργον».
Πολύ τον
κατέτρεξε και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Μελέτιος Μεταξάκης. Αυτός διετέλεσε και
Οικουμενικός Πατριάρχης και Πατριάρχης Αλεξανδρείας. Αυτός ο δυστυχής ήτανε
μασώνος μοντέρνος, νεωτεριστής και έκαμε πολύ κακό στην Εκκλησία.
Αυτός ήταν και
κατά του μοναχισμού. Όταν ο Άγιος αγωνιζόταν με τόσες δυσκολίες να κτίση το
Μοναστήρι, επήγε και τον απέτρεπε...
- Τί κάνεις
εδώ; Μοναστήρι κτίζεις τώρα; Δεν βλέπεις ότι τόσα εξωκκλήσια γύρω εδώ ερήμωσαν;
Δεν είναι για Μοναστήρια στη σημερινή εποχή.
Ο Πενταπόλεως
όμως εξηκολούθησε και έγινε το Μοναστήρι και άλλα πολλά κατόπιν, ώστε η Αίγινα
σήμερον να έχη τα περισσότερα Μοναστήρια. Το προείπεν ο Άγιος: «Θα γίνη, είπεν,
η Αίγινα το Άγιον Όρος των Μοναζουσών». Και ήδη έχει εννέα Μοναστήρια γυναικών.
Αλλά και ποία
διαφορά στο τέλος των δύο Ιεραρχών. Ο Μεταξάκης, που έκαμε τόσε εις βάρος της
Ορθοδοξίας, είχεν οικτρόν τέλος. Τον βρήκαν ένα πρωί κάτω από το κρεββάτι του
νεκρόν και με την γλώσσαν του έξω. Αυτήν ακριβώς την γλώσσαν, που έλεγε αυτά
στον Άγιο και τόσα εις βάρος της Ιεράς Παραδόσεως και της Ορθοδόξου Εκκλησίας!
Εξ αντιθέτου,
ο Πενταπόλεως, που έμεινε πιστός εις την Ι. Παράδοσιν και υπέμεινε τους
πειρασμούς και διώξεις, είχεν άγιον τέλος και σήμερον τιμάται, όχι μόνον από το
Πανελλήνιον, αλλά και από όλην την Υδρόγειον.
Είναι αληθές,
ότι ο Θεός παρεχώρησε να περάση και εκεί πολλές θλίψεις και πίκρες. Παρ' όλην
την εκεί εργασίαν του, πολλοί κακοί άνθρωποι, όργανα του διαβόλου έλεγαν, ότι ο
Άγιος είναι υποκριτής και, ότι όλα αυτά που κάνει, είναι υποκριτικά. Έφθασαν
μάλιστα στο σημείον να τον κατηγορούν για ανηθικότητες και, ότι το Μοναστήρι το
κατάντησε άντρον ακολασίας! Διέδιδαν, ότι οι μοναχές γεννούσαν νόθα παιδιά και
τα πετούσε στο πηγάδι.
Κάποια μητέρα,
μάλιστα, που την έλεγαν στην Αίγινα «Κερού» είχε μια κόρη 16 ετών χαριτωμένη,
συνετή, φρόνιμη και θεοφοβούμενη. Η μητέρα αυτή είχε μανία καταδιώξεως προς την
κόρην της και πολλές φορές επιχείρησε να την σκοτώση. Το δυστυχισμένο αυτό
πλάσμα βρήκε καταφύγιο στο Μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου. Ο Άγιος, πονόψυχος
καθώς ήταν, το δέχτηκε και το προστάτεψε.
Η Κερού δεν
μπορούσε να το χωνέψη και άρχισε να συκοφαντή τον Άγιο. Τα λόγια της ήταν πολύ
φαρμακερά και πειστικά. Ο Σεβασμιώτατος ανέφερε το περιστατικό στο Μητροπολίτη
Αθηνών, Θεόκλητο, ζητώντας οδηγίες. Εκείνος τού είπε να την προστατεύση την
κοπέλλα. Η κοπέλλα έφθασε στα 18 της χρόνια. Η Κερού όμως το πήρε πείσμα. Είχε
το σατανά μέσα της. Επήγε στον Πειραιά και άρχισε τα κλάματα μπροστά στον
Ανακριτή να διηγήται την τραγωδίαν της. «Ένας Καλόγηρος, που τάχα ασκητεύει,
μού την πήρε στο γυναικομονάστηρο. Αυτός έχει όλες τις καλόγρηες ερωμένες.
Σώστε το παιδί μου...».
Ο Εισαγγελεύς πήρε την κατάθεσιν και την
επομένην πήγε αγριεμένος στην Αίγινα με δυό χωροφύλακες. Παρεβίασε την πόρτα,
παρά τους κανονισμούς του Μοναστηριού, και μπήκε κατ' ευθείαν στο διαμέρισμα
του Αγίου. Οι Μοναχές αναστατώθηκαν και άρχισαν να κλαίνε. Ο Δεσπότης σηκώθηκε
με το συνηθισμένο Χριστιανικό του χαμόγελο να τους υποδεχθή. Ο Ανακριτής έξω
φρενών, είπε εις τον εβδομηκονταετή τότε γέροντα:
- Βρε
παληοκαλόγηρε!... πού είναι τα παιδιά που κάνεις; (Επηκολούθησε αισχροτάτη
φράσις). Αυτά κάνεις εδώ πέρα; Κατόπιν τον έπιασε από το ράσο και τον
απειλούσε, λέγοντας:
- Θα σου ξεριζώσω τα
γένια τρίχα-τρίχα.
Ο Άγιος δεν έβγαλε λέξι. Μόνον με το χέρι του έδειχνε ψηλά
και έλεγε:
- Βλέπει ο Θεός. Ξέρει ο Θεός!!
Και πράγματι!
«έστι δίκης οφθαλμός, Ός τα πάνθ' ορά». Ο ασεβέστατος Εισαγγελεύς σε μια
εβδομάδα αρρώστησε βαρειά. Είχε τρομερούς πόνους από την αρρώστειά του. Το χέρι
εκείνο, που έπιασε και κουνούσε τον Άγιο, ξεράθηκε. Τότε το συναισθάνθηκε και
ζήτησε να τον πάνε μπροστά στον Άγιον, να τον συγχωρέση. Πράγματι τον πήγαν.
Έπεσε στα πόδια του Αγίου, μαζί με την γυναίκα του και ζητούσε να τον λυπηθή. Ο
Άγιος προσευχήθηκε στο Θεό πολύ. Ήταν ο μακάριος ανεξίκακος και μακρόθυμος. Τον
συνεχώρησε με την καρδιά του. Του Εισαγγελέως [ωστόσο] έπειτα από δύο χρόνια
τού κόψανε το χέρι. Εκείνο το χέρι που κουνούσε, από το γιακά του ράσου, τον
Άγιο.
Το Μοναστήρι
του όμως, παρ' όλα αυτά, επρόκοψε. Εν τω μεταξύ η Αδελφότης εμεγάλωσε, γιατί
προσετέθησαν και άλλες Αδελφές και μάλιστα μορφωμένες. Έγινε ένα πνευματικόν
κέντρον, που ξεκούραζε ψυχικά και φώτιζε τους ανθρώπους.»
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ
ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΕΩΣ
Η ψυχή που περπατά στις στράτες
της ευσεβείας και στους δρόμους της πίστεως, και κατώρθωσε να βαδίσει καλά σ’
αυτούς, αν γυρίσει πάλι στους τρόπους με τους οποίους αποκτάται η χωρίς πνεύμα
Θεού γνώσις, αμέσως παραπατά έξω από την πίστι και χάνει τη νοερή δύναμί της,
που φανερώνεται στην καθαρή ψυχή από τα μεταλλάγματα της θεϊκής βοηθείας, και
πορεύεται με απλότητα σε όλα· γιατί η ψυχή που παρέδωσε μια φορά τον εαυτό της
με πίστι στον Θεό, και που δοκίμασε πολλές φορές τη γεύσι της φροντίδος Του,
δεν πιάνει πάλι να νοιάζεται για τα δικά της πράγματα, αλλά κάθεται κατάπληκτη
και σωπαίνει, σαν να έχει φίμωτρο, και δεν έχει εξουσία να γυρίσει πάλι σε
κείνους τους τρόπους με τους οποίους αποκτάται η γνώσις του κόσμου, και να ζει
μ’ αυτούς.
Γιατί νοιώθει, μήπως με τα
εναντιώματα που φέρνει η γνώσις στην πίστι, στερηθεί την πρόνοια του Θεού, που
αποσκεπάζει την ψυχή αδιάκοπα και φροντίζει γι’ αυτήν και την παρακολουθεί
ολοένα σε κάθε τι, επειδή απομωράθηκε και θάρρεψε πως είνε ικανή να προνοήσει
για τον εαυτό της με τη δύναμι του λογικού της. Επειδή σ’ όσους ανέτειλε το φως
της πίστεως, αυτοί δεν μπορούνε πάλι να παρακαλέσουνε για τον εαυτό τους με
θάρρος τον Θεό, ούτε να Του ζητήσουνε, δος μας τούτο ή πάρε από μας εκείνο, κι
ούτε φροντίζουνε για τον εαυτό τους με κανένα τρόπο· επειδή με τα νοερά μάτια
της πίστεως βλέπουνε σε κάθε ώρα την πατρική πρόνοια να τους αποσκεπάζει και
νάρχεται πάνω τους από εκείνον τον Πατέρα τον αληθινόν, που ξεπερισσεύει η
πολλή και αμέτρητη αγάπη Του από κάθε πατρική αγάπη, κι ο Οποίος μπορεί και
δύναται περισσότερο από όλους μας να μας βοηθήσει όσο δεν μπορεί κανένας άλλος,
σε ό,τι πράγμα ζητούμε και σε ό,τι θυμόμαστε και σε ό,τι συλλογιζόμαστε.
Γιατί η γνώσις είνε αντίθετη με
την πίστι, κ’ η πίστις είνε η λύσις σε όλα που ζητά νάβρει η γνώσις με τους
δικούς της τρόπους· και λέγοντας γνώσι θέλω να πω τη γνώσι που δεν είναι
πνευματική. Γιατί ο ορισμός της γνώσεως είνε τούτος, ότι δίχως να εξετάσει και
να ερευνήσει, δεν μπορεί να κάνει τίποτα, αλλά εξετάζει όσα θέλει, η πίστις
όμως είνε κάτι τι, που όποιος δεν το σιμώσει με τρόπο σωστόν, δεν θέλει να
μείνει αντάμα της.
Η γνώσις δεν μπορεί μηδέ να
μαθευτεί καν, χωρίς εξέτασι και χωρίς τα συστήματα του λογικού· από αυτό
προέρχεται ο δισταγμός για την αλήθεια. Η πίστις όμως ζητά ένα και μόνον
φρόνημα καθαρό και απλό, το να στέκεσαι μακρυά από πάσα πανουργία και από το να
ζητάς συστήματα. Κύταξε πώς, η μια είναι αντίθετη στην άλλη. Για να κατοικήσει
μέσα σου η πίστις πρέπει να είσαι σαν νήπιο και να έχεις απλή καρδιά. Τα ιερά
βιβλία λένε πως «με απλή καρδιά δοξάζανε τον Θεό» και πως «αν δεν γυρίσετε πίσω
στην αθωότητα και δεν γίνετε σαν τα παιδιά, δεν θα μπείτε στη βασιλεία των
ουρανών». Η γνώσις όμως είνε σε τούτα τα δύο επίβουλη και αντίθετη.
Η γνώσις είνε μέσα στη φύση και
τη φυλάγει σ’ όλα τα μονοπάτια που πορεύεται· η πίστις όμως περπατά τον δρόμο
της απάνω από τη φύσι. Η γνώσις δεν έχει τη δύναμι να αφήσει να τη σιμώσει κάθε
πράγμα που καταλύει τη φύσι, αλλά ξεμακραίνει από αυτό· η πίστις όμως τ’ αφήνει
να τη σιμώσουνε δίχως φόβο, και λέγει: «απάνω στην οχιά και στη δεντρογαλιά θα
πατήσεις και θα καταπονέσεις το λιοντάρι και τον δράκοντα». Κοντά από τη γνώσι
έρχεται ο φόβος· και κοντά από την πίστι, έρχεται η ελπίδα. Γιατί όσο προκόβει
κανένας στα συστήματα της γνώσεως τόσο περισσότερο τον περιτυλίγει ο φόβος, και
δεν μπορεί να γλυτώσει από αυτόν. Όποιος όμως ακολουθεί την πίστι, γίνεται παρευθείς
ελεύθερος κι αυτεξούσιος, και όλα τα πράγματα τα μεταχειρίζεται με ελευθερία
και με εξουσία σαν Υιός του Θεού. Εκείνος ο άνθρωπος, που αγαπά με πόθο την
πίστι, σαν τον Θεό μεταχειρίζεται όλα τα κτίσματα· επειδή μονάχα στην πίστι
δόθηκε εξουσία να δημιουργεί καινούρια κτίσι, μοιάζοντας σε τούτο με τον Θεό·
για τούτο λέγει η Γραφή: «Μονάχα θέλησες, κι όλα τα πράγματα παρουσιαστήκανε
μπροστά σου». Και πολλές φορές μπορεί να πλάσει τα πάντα από το τίποτα.
Η γνώσις όμως, δεν μπορεί να κάνη
τίποτα χωρίς την ύλη. Η γνώσις, εκείνο που δεν δόθηκε στη φύσι δεν τολμά να το
επιχειρήσει· και πώς να τολμήσει, αφού το νερό με την υγρή σύστασί του, δεν
παραδέχεται απάνω του τα χνάρια του κορμιού, κι όποιος πηγαίνει κοντά στη
φωτιά, καίγεται, κι αν πάρει πολύ θάρρος και τη αψηφήσει, θα κινδυνέψει. Απ’
αυτά, λοιπόν, φυλάγεται η γνώσις και δεν ξεθαρρεύεται να ξεπεράσει τα σύνορά
τους· αλλά η πίστις διαβαίνει ανάμεσά τους με εξουσία και λέγει πως αν περάσεις
μέσα από τη φωτιά, δεν θα σε κάψει, και τα ποτάμια δεν θα σε καταποντίσουνε.
Τέτοια πράγματα τα έκανε η πίστις πολλές φορές, μπροστά σε όλη την κτίσι. Και
αν λέγανε στη γνώσι να δοκιμάσει τη δύναμί της σε τέτοιους κινδύνους, δεν θα τ’
αποφάσιζε με κανέναν τρόπο· γιατί με την πίστι, πολλοί μπήκανε στις φλόγες και
βάλανε χαλινάρι στη δύναμι της φωτιάς και περάσανε από μέσα της δίχως να
πειραχτούνε ολότελα, κι απάνω στη ράχη της θάλασσας περπατήσανε σαν να είτανε
στεριά. Κι όλα τούτα είν’ απάνω από τη φύσι κ’ αντίθετα της γνώσεως τα
συμπεράσματα, κι αποδείξανε πως αυτή είνε μάταιη, σ’ όλα της τα συστήματα και
στους νόμους της.
Είδες, η γνώσις πώς φυλάγεται
μέσα στα σύνορα της φύσεως; Κ’ είδες την πίστι, πώς διαβαίνει απάνω από τη φύση
κι ανοίγει τον δρόμο της οδοιπορίας της; Πέντε χιλιάδες χρόνια, ή κάτι λιγώτερα
ή λίγο περισσότερα, κυβερνούσανε τον κόσμο τα συστήματα της γνώσεως, κ’ ο άνθρωπος δεν μπόρεσε να σηκώσει ολότελα το κεφάλι του από
τη γη και να νοιώσει τη δύναμι Εκείνου που τον έπλασε· ως που ανάτειλε πάλι η
πίστις μας και μας ελευθέρωσε από το σκοτάδι μέσα στο οποίο κατάγινόμαστε στα
έργα τούτου του κόσμου, κι από τη μάταιη υποταγή στη οποία έκλινε το κεφάλι του
ο άνθρωπος ύστερα από ανώφελα ψαξίματα και διανοήματα. Και τώρα που βρήκαμε την
ατάραχη θάλασσα και τον θησαυρό τον άσωστο, πάλι θέλουμε να ξεδιψάσουμε
πίνοντας από πηγές θολωμένες. Δεν υπάρχει γνώσις, που να μην είνε φτωχή, όσο κι
αν φαίνεται πως βρήκε μεγάλα πλούτη·
όμως τους θησαυρούς της πίστεως, δεν τους χωράνε μήτε ο ουρανός μήτε κ’ η γη.
Εκείνος που έχει στήριγμα μέσα στην καρδιά του την ελπίδα της πίστεως, δεν έχει
στέρησι από τίποτα ποτέ. «Όσα ζητήσετε στη προσευχή σας με πίστι, θα τα
πάρετε». Κι αλλού πάλι είνε γραμμένο: «Ο Κύριος είνε κοντά μας, μη φροντίζετε
για τίποτε».
Η γνώσις αιωνίως ζητά μηχανεύματα
για να φυλάξει αυτούς που την κατέχουνε· η δε πίστις λέγει: «Αν δεν θεμελιώσει
το σπίτι ο Κύριος κι αν δεν φυλάξει την πολιτεία, άδικα κοπιάσανε οι κτίστες κι
ανώφελα ξαγρυπνήσανε οι καστροφύλακες». Ποτέ δεν μεταχειρίζεται τρόπους και
συλλογισμούς εκείνος που προσεύχεται με πίστι· γιατί η γνώσις στο κάθε τι
παινεύει τον φόβο, όπως είπε ένας σοφός, λέγοντας, πως, όποιος φοβάται είνε
μακάριος. Η πίστις όμως τι κάνει; λέγει πως φοβήθηκε, κι ευθύς άρχισε να
καταποντίζεται· κι αλλού πάλι λέγει: «Δεν σας δόθηκε πνεύμα δουλείας για να
φοβόσαστε, αλλά γινήκατε Υιοί του Θεού, με την ελευθερία της πίστεως και της
ελπίδος του Κυρίου». Κι αλλού είνε γραμμένο: «Μη δειλιάσεις, κι ούτε να φύγεις
από μπροστά τους».
Πάντα κοντά από τον φόβο έρχεται
η αμφιβολία, και κοντά από την αμφιβολία έρχεται η ανάγκη να εξετάσεις και να
ψάξεις· και κοντά στην εξέτασι ο συλλογισμός και κοντά στον συλλογισμό η
γνώσις. Και μέσα σ’ αυτή την εξέτασι και στο ψάξιμο, βρίσκεται πάντα ο
δισταγμός· γιατί η γνώσις δεν τα βγάζει πέρα και σ’ όλα τα πράγματα. Επειδή
πολλές φορές, βρίσκουνε την ψυχή μας πράγματα και περιστάσεις και πολλές
προφάσεις γεμάτες κινδύνους, στους οποίους η γνώσις και τα συστήματα της σοφίας
δεν μπορούνε να βοηθήσουνε ολότελα. Και πάλι στα δύσκολα, που δεν τα
καταλαβαίνει ο άνθρωπος, κι αν βάλει ολάκερη τη δύναμί του, και πούνε πέρα από
τα σύνορα της ανθρώπινης γνώσεως, και σ’ αυτά ακόμα η πίστις δεν νικιέται ποτέ
από τίποτα. Γιατί, τι μπορεί να κάνει η ανθρώπινη γνώσις και σε τι μπορεί να
βοηθήσει στους φοβερούς πολέμους ή στον αγώνα κατάπάνω στις αόρατες δυνάμεις ή
σε πολλά άλλα; Είδες πόσο τιποτένια είνε η δύναμις της πίστεως; Η γνώσις
εμποδίζει τους μαθητάς της να πλησιάσουνε σε όσα είνε ξένα προς τη φύσι. Δες
και τη δύναμι της πίστεως, και τι εξουσία δίνει στους μαθητευομένους της. «Στ’
όνομά μου, λέγει, δαιμόνια θα βγάλετε, τα φίδια θα τα κάνετε αβλαβή, κι αν
πιήτε φαρμάκι τίποτα δεν θα πάθετε». Η γνώσις, σ’ όλους που βαδίζουνε στον
δρόμο της, στρέγει κατά τους νόμους της, να εξετάσουνε το τέλος πριν από την
αρχή, σ’ όλα τα πράγματα, και μ’ αυτόν τον τρόπο ν’ αρχίσουνε, μην τύχει κ’
είνε δυσκολόβρετο το τέλος εκείνου του πράγματος και πέρα από την ανθρώπινη
δύναμι, και κοπιάσουνε ανώφελα, επειδή είνε αδύνατο και δύσκολο να βρεθεί
εκείνο το πράγμα. Η πίστις όμως τι λέγει; «Όλα είνε δυνατά σε κείνον που
πιστεύει· γιατί για τον Θεό τίποτα δεν είνε αδύνατο».
Ω πλούτος ανείπωτος και πέλαγος
πλούτου με τα κύματά του και με τους θαυμαστούς θησαυρούς του, που ξεχειλίζουνε
από τη δύναμι της πίστεως! Με πόσο θάρρος είνε γεμάτη και με πόση αγαλλίασι και
με πόση ελπίδα είναι συντροφευμένη η οδοιπορία που κάνει ο άνθρωπος μαζί της!
Και το φορτίο της πόσο αλαφρύ είνε! Κ’ η δούλεψίς της, πόση γλυκύτητα έχει!
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου - Μετάνοια των Νινευιτών
...Βλέποντας τις μέρες που πέρασαν να απαιτούν διδασκαλίες
και τον εαυτό μου να είναι αναγκασμένος να σιωπά εξαιτίας της αρρώστιας μου,
αισθανόμουν ανία και δυσανασχετούσα, σαν κανένας πρόθυμος αθλητής που εμποδίζεται
κατά τους αγώνες του να μπει στο στάδιο. Έβλεπα εσάς να επιθυμείτε τη λογική
τροφή, και τον εαυτό μου να μη μπορεί να τη χορηγήσει. Έβλεπα το χρόνο
κατάλληλο για εμπόριο, και τον εαυτό μου να μη μπορεί να κάνει ούτε ένα
συμβόλαιο μαζί σας. Έβλεπα να υπάρχει κυνήγι πολύ, και τον κυνηγό να μη έχει
διάθεση για κυνήγι. Αλλά, αν και υπέφερα πολύ γι' αυτό, θεωρούσα καλύτερο να
προσθέτω στον εαυτό μου τους κόπους, ώστε και στην Εκκλησία να σας έχω να
έρχεσθε καθημερινά και να επικοινωνώ μαζί σας και ως προς την άλλη λειτουργία,
παρά, αφού κοπιάσω δύο ή τρεις ημέρες μόνο, να καρφωθώ πάλι στο κρεβάτι και να
σας εγκαταλείψω. Γι' αυτό, παραλείποντας τις καθημερινές ομιλίες, έρχομαι
σήμερα με τη χάρη του Κυρίου, για να κάνω το χρέος μου απέναντί σας.
Ελάτε λοιπόν να ελκύσουμε το σκάφος στο πέλαγος της
μετανοίας των Νινευιτών. Γιατί για κάθε ομάδα ανθρώπων χρειάζονται διαφορετικοί
λόγοι, αλλά τα φάρμακα της μετανοίας νομίζω πως είναι ωφέλιμα σε όλους. Επειδή
δηλαδή κανένας δεν είναι αναμάρτητος, είναι φανερό, ότι δεν υπάρχει κανείς, που
να μη έχει ανάγκη από μετάνοια. Σ' εκείνους που έχουν την ανάγκη της μετανοίας,
είναι απαραίτητο το παράδειγμα των Νινευιτών, που έχουν σωθεί, διότι με τον
ίδιο τρόπο οδηγεί και αυτούς στην υγεία. Ας δούμε λοιπόν αυτούς που ζούσαν στην
αμαρτία να γίνονται ονομαστοί για την αρετή τους. Ας δούμε αυτούς που έμοιαζαν
θηρία, να καταλαμβάνουν θέση Αγγέλων. Ας δούμε αυτούς που με τα έργα τους
κατέστρεφαν την πόλη τους, με τον τρόπο της ζωής τους να ξαναχτίζουν την πόλη.
Ας δούμε τους εχθρούς του Θεού να γίνονται φίλοι του Θεού, και αυτούς που είχαν
κατήγορο τον Δεσπότη, να τον κάνουν ύστερα συνήγορο. Ας δούμε τους
καταδικασμένους, μετά την απόφαση να ανταγωνίζονται τον Δικαστή και να αναιρούν
την απόφαση. Ας δούμε το Θεό από φιλανθρωπία να ψεύδεται.
Ακούσαμε προηγουμένως, ότι ο Προφήτης κήρυττε, ενώ η πόλη
ταρασσόταν και ότι όπως το πέλαγος ο δυνατός άνεμος το αναταράσσει, έτσι και
στο λαό των Νινευιτών, ηχώντας η φωνή του Ιωνά, γέμισε τα πάντα παραζάλη και
συμφορά. Ακούσαμε ότι πιστεύοντας η πόλη το κήρυγμα, δεν έπεσε σε απόγνωση,
αλλά δραστηριοποιήθηκε στη μετάνοια. και ενώ δεν είχε ελπίδες σωτηρίας,
επιχειρούσε να λατρεύει και να συμφιλιώνει τον Θεό. Ποια ήταν αυτά που έκαναν
για την συμφιλίωση; Ειπώθηκαν, βέβαια μερικά, πρέπει όμως να σας αποκαλύψω
ολόκληρο τον λόγο. διότι κήρυξαν νηστεία και ντύθηκαν σάκκο από τον μικρό μέχρι
τον μεγάλο τους. Πόσο παράξενο θαύμα, φοβερό βέβαια για τους ανθρώπους,
περιπόθητο όμως στους Αγγέλους! Σκέψου, σε παρακαλώ, τις πολλές μυριάδες
εκείνες των ανδρών και των γυναικών και των παιδιών να φορούν σάκκο και να
είναι συγκεντρωμένοι στο ίδιο σημείο. όλα τα επαγγέλματα και όλες τις
ανθρώπινες δραστηριότητες να αργούν, και να μη γίνεται κανένα έργο από κανέναν
πουθενά, και να στέλνεται στον ουρανό θρήνος όλων μαζί και ταραχή και βοή.
Φαντάσου την ανισότητα μεταξύ κυρίων και δούλων να έχει καταργηθεί, και μεταξύ
αρχόντων και αρχομένων, τον βασιλιά να είναι παρών στα πλήθη με την ίδια
εμφάνιση και να ρυθμίζει τη λειτουργία του Θεού σαν μια πολιτική παράταξη. Γιατί
λέει, «έφτασε ο λόγος στο βασιλιά και σηκώθηκε από τον θρόνο του και έβγαλε τη
στολή του και φόρεσε σάκκο και κάθησε πάνω σε στάχτη» (Ιωνά 3, 6).
Πόσο σοφός βασιλιάς! Προΐσταται ο ίδιος στη μετάνοια, για να
κάνει καλύτερη την πόλη. Γιατί ποιος θα έδειχνε αδιαφορία πια, βλέποντας τον
ίδιο τον βασιλιά να αγωνίζεται για τη σωτηρία; Τα τραύματα της αλουργίδας
(πορφύρας) τα θεραπεύει με σάκκο. τις αμαρτίες του θρόνου τις πλένει καθισμένος
πάνω στη στάχτη. την αρρώστια της υ¬περηφανείας τη θεραπεύει με την ταπεινή του
εμφάνιση. με την νηστεία επουλώνει τις πληγές της απολαύσεως. και δείχνοντάς τα
αυτά έμπρακτα, τους ξεσηκώνει όλους με διάγγελμα να καταβάλουν όλοι την ίδια
προσπάθεια. Γιατί λέει «κηρύχθηκε από τον βασιλιά. οι άνθρωποι και τα κτήνη και
τα βόδια και τα πρόβατα να μη φάνε τίποτα, να μη βοσκήσουν και να μη πιουν
νερό» (Ιω. 3, 7). Πρωτάκουστη νομοθεσία βασιλιά. διατάζει νηστεία στους
αρρώστους σαν να είναι γιατρός. ή καλύτερα μιμείται τις αποστολικές διδασκαλίες
για ευσεβή νηστεία ο νομοθέτης που διάγει βίο απολαυστικό, και διατάζει να
συμμετέχουν σ' αυτήν και τα άλογα ζώα, αποσπώντας με την αναμάρτητη φύση σε
μεγαλύτερη ευσπλαχνία τον Θεό.
«Και ντύθηκαν σάκκους», λέει, «οι άνθρωποι και τα κτήνη»
(Ιω. 3, 8). Πω! πω! ουράνια παράταξη! Πω! πω! φρικτή για το διάβολο στρατιωτική
φάλαγγα! Στεκόταν κλαίοντας ο διάβολος, βλέποντας τη στρατιά του ολόκληρη να
έχει αποστατήσει προς τον Θεό και να μάχεται με τους δαίμονες. και στη μάχη
αυτή να αγωνίζονται και τα παιδιά και οι γυναίκες και τα νήπια μαζί με τους άνδρες.
αλλά και η φύση των κτηνών και αυτή έγινε σύμμαχος στην παράταξη. Και είδε ο
διάβολος πρωτοφανές θέαμα. τα κατοικίδια ζώα να προσφέρουν δικαιοσύνη στους
ανθρώπους και να νηστεύουν για την σωτηρία των ιδιοκτητών τους. «οι άνθρωποι
και τα βόδια και τα κτήνη να μη φάνε τίποτα ούτε να βοσκήσουν». Αφού απέβαλε ο
βασιλιάς τα σύμβολα της εξουσίας, ανέλαβε τη θέση των ιερέων. Στάθηκε μιλώντας
και φιλοσοφώντας, εκπαιδεύοντας τους Νινευίτες.
«Είναι φοβερά, λέει, φίλοι μου, τα κακά που μας
περιτριγυρίζουν. Αφού υποτάξαμε όλη την οικουμένη, καταστρεφόμαστε με θεϊκή
απόφαση ως πονηροί, και ενώ βασιλεύουμε σ' όλους τους ανθρώπους,
καταδικαστήκαμε ως οι πιο φαύλοι από όλους σε θάνατο με τρόπο παράξενο, και ενώ
θεωρηθήκαμε ως οι πιο άθλιοι από όλους, θα γίνουμε μύθος σ' όλη τη ζωή και
διήγημα, γιατί η προηγούμενη δόξα δεν συγχωρεί τις κακίες μας. Αφού νικήσαμε σε
πολλούς πολέμους, Νινευίτες, ας αγωνισθούμε τώρα πιο γενναία για τη σωτηρία
μας. γιατί παλιότερα, για να γίνουμε κύριοι των άλλων κάναμε τα πάντα, τώρα όμως
έπαθλό μας θα είναι το να μη χαθούμε μονομιάς μαζί με τις γυναίκες και τα
παιδιά μας. Για να αντιμετωπίσουμε πρωτάκουστο πόλεμο, ας αγωνιστούμε
πρωτάκουστα. ας τοξεύσουμε τον ουρανό με υμνωδίες. ας ρίξουμε εκεί αντί για
δόρατα ψαλμωδίες. ας ρίξουμε με σφενδόνες στο Θεό προσευχές. ας κατευνάσουμε το
θυμό του με ασταμάτητα δάκρυα. ας σχί¬σουμε τη φάλαγγα των πονηρών πράξεων. ας
κυριεύσουμε τα οχυρά της κακίας. ας πολεμήσουμε με τα όπλα της αρετής. τον
θώρακα της δικαιοσύνης το βέλος δεν τον διαπερνά. την ασπίδα της πίστεως ο
κεραυνός δεν μπορεί να την κάψει. την περικεφαλαία της ελπίδας ο Θεός δεν
αντέχει να την συντρίψει. η ουράνια οργή δεν σχίζει τον χιτώνα της σωφροσύνης.
η απειλή της καταστροφής, δεν μπορεί να γκρεμίσει το τείχος της εξομολογήσεως.
η απόφαση της εξαφανίσεως, όταν δει σοβαρή μετάνοια, διαλύεται αμέσως ως
καπνός. Εάν έτσι, φίλοι μου, και με τέτοια όπλα πολεμήσουμε, όπως κατακτήσαμε
τη γη, έτσι θα γίνουμε κύριοι και του ουρανού. Έχετε θάρρος, Νινευίτες, έχετε
θάρρος, μαζί μας πολεμάει φιλάνθρωπος βασιλιάς. Αυτός ρίχνει χωρίς ικεσία τους
εχθρούς του, όταν όμως μετατρέψει την οργή του, γίνεται ευεργέτης των εχθρών
του».
Με τέτοια παρηγοριτικά λόγια καλούσε ο βασιλιάς το λαό σε
μετάνοια, ενώ οι Νινευίτες εκτελούσαν πρόθυμα αυτά που διατάσσονταν. γιατί
λέει, «φόρεσαν σάκκους οι άνθρωποι και τα κτήνη και φώναζαν παρατεταμένα στο
Θεό». Δεν ήταν τα λόγια τους συνηθισμένα και ο λογισμός τους μετέωρος. δεν
μιλούσε η γλώσσα τους, ενώ η σκέψη τους ρέμβαζε. δεν προφερόταν η φωνή τους,
ενώ ο νους τους περιφερόταν, αλλά και τα δύο παρακαλούσαν τον Θεό. Όταν ήρθε η
νύχτα και αύξησε τον φόβο, έδιωξε τον ύπνο τους και έκανε την υμνωδία πιο
έντονη. Η ημέρα πάλι δείχνοντας τον ουρανό μελαγχολικό και καθώς χτυπιόταν με
ακατάπαυστες αστραπές και βροντές, προκαλούσε σ' όλους μεγάλο τρόμο και τους
παρακινούσε σε μεγάλη κραυγή. Η γη που σειόταν προκαλούσε μεγάλη ταραχή στις
ψυχές τους. Όλα τα νήπια από φόβο έτρεχαν στους κόλπους των μητέρων τους και
κλαίοντας στις αγκαλιές τους δημιουργούσαν απερίγραπτο θρήνο και οδυρμό σ'
όσους τα έβλεπαν. Αγέλες βοδιών και προβάτων και ζώα που είχαν στερηθεί από
κάθε βοσκή και νερό, βγάζοντας διάφορες φωνές έκαναν ακόμα και τις σκληρές σαν
διαμάντια ψυχές να κλαίνε. Ενώ λοιπόν από παντού η απειλή και ο φόβος τους
συντάραζαν, δεν εννοούσαν να αποβάλουν την καλή ελπίδα. Γιατί λέει, «ποιος
ξέρει αν δεν μετανοήσει ο Θεός και απομακρύνει το θυμό και την οργή Του, και
δεν καταστραφούμε»; (Ιωνά 3, 9).
Φώναζαν λοιπόν μέσα από τα κατάβαθα της καρδιάς τους οι
Νινευίτες στον Θεό. «Βασιλιά, Κύριε της ζωής και του θανάτου, εμείς βέβαια
είμαστε άξιοι της αποφάσεως με την οποία μας απείλησες και οφείλουμε κάθε
καταδίκη επειδή αγνοήσαμε εσένα τον αληθινό Θεό και ζήσαμε ζωή διεφθαρμένη. Συ
όμως, χρησιμοποιώντας το πέλαγος της ευσπλαχνίας Σου, παύσε την εναντίον μας
τιμωρία. νίκησε το ενδιάμεσο δίκαιο με την αγαθότητά Σου, και τη δική μας
αγνωμοσύνη με την φιλανθρωπία Σου, εάν βέβαια μας επέβαλες την ποινή ξαφνικά,
θα είχαν λόγο οι τιμωρίες Σου, και θα μας σκότωνες, αφού ήμασταν ξένοι και
διεφθαρμένοι. Όμως τώρα, που εξαιτίας της καλωσύνης Σου, μας έδωσες προθεσμία,
αν μας θανατώνεις , ενώ μετανοήσαμε, δεν θα θανατώσιες ξένους, αλλά δικούς Σου.
Όταν ασεβούσαμε μας φύλαξες, και μας θανατώνεις τώρα που γίναμε πιστοί; Ενόσω
ήμασταν πονηροί μας διέσωσες, και μας θανατώνεις τώρα που κάνουμε αγαθοεργίες;
Όσο η πόλη ήταν αφοσιωμένη στα είδωλα τη μεγάλωσες και την έκανες βασίλισσα,
και την καταστρέφεις τώρα, που έγινε δική σου; Χωρίς να σε γνωρίζουμε, με σένα
κυριέψαμε την οικουμένη, και τώρα που σε προσκυνάμε, θα χάσουμε και την ίδια τη
ζωή μας; Ευσπλαχνίσου, Βασιλιά, το όνομά Σου, και μη, επιμένοντας να
καταδικάσεις τους Νινευίτες, κάνεις να αποφεύγει κανείς την ευσέβεια ως
ανώφελη. μη κλείσεις στους ανθρώπους την πόρτα της ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ, δικάζοντας εμάς
δικαίως. Εάν, έχοντας νομοθέτη και δασκάλους, φθάσαμε σε πολλή κακία, να μας
θανατώσεις οπωσδήποτε, να μη μας δώσεις συγχώρηση, αν και σε παρακαλούμε,
τιμώρησέ μας με ποινή σκληρότερη από αυτήν με την οποία μας απείλησες. εάν όμως
χωρίς να διδαχθούμε, χωρίς να παιδαγωγηθούμε, ζούμε μέσα στη διαφθορά και την
ασέβεια, μη καταδικάσεις την άγνοιά μας, βασιλιά, με τόσο μεγάλο αφανισμό.
Παλιά εξαφάνισες τους ανθρώπους με κατακλυσμό δικαίως.
γιατί, ενώ δίδασκε ο Νώε, δεν τον άκουαν. τους προανήγγειλες την καταστροφή,
και δεν απέφυγαν την αμαρτία. Τους Σοδομίτες δικαιολογημένα τους έκαψες, γιατί
δεν θέλησαν να δεχθούν τις συμβουλές του Λωτ. Οι Αιγύπτιοι σωστά
καταποντίστηκαν μαζί με τον Φαραώ, γιατί, ενώ τους δίδασκε ο Μωυσής, δεν
πείσθηκαν, αν και είχαν δεχθεί πολλές πληγές και είχαν αποκτήσει πείρα της
δυνάμεώς Σου. Ή μήπως τολμήσαμε να αντιμιλήσουμε σε κανέναν; Ένα μόνο προφήτη
μας έστειλες τώρα και ούτε και αυτόν να μας διδάξει, αλλά να μας φέρει κακά
μηνύματα, και αφού πιστέψαμε και δείξαμε μέσα σ' αυτήν μεγάλη μεταβολή. Αν και
μας κηρύχθηκε η καταστροφή μας, δεν χάσαμε την εμπιστοσύνη μας στη φιλανθρωπία
Σου. Ενώ ο Προφήτης κήρυξε την καταστροφή, εμείς στηρίξαμε τις ελπίδες μας στο
έλεός Σου. Μη διαψεύσεις, αγαθέ, τις ελπίδες μας! Μη σταματήσεις γλώσσες που
θέλουν να ανυμνούν την αγαθότητά Σου! Μη θανατώσιεις άνδρες που είναι πρόθυμοι
να κηρύξουν την επιείκειά Σου! Μη μας εμποδίσεις να γίνουμε σ' όλους τους
δικούς μας δάσκαλοι της ευσεβείας! Μη παραμείνεις αμετακίνητος όμοια με
εκείνους που δεν παρέμειναν ποτέ στα ίδια. Αλλάξαμε εμείς, συμφιλιώσου Εσύ.
Πάψε την οργή Σου, όπως εμείς σταματήσαμε την πλάνη. Πάψε Συ την τιμωρία, όπως
εμείς την κακία. Μας διαπαιδαγώγησες αρκετά με το φόβο, δώσε μας λοιπόν καιρό
να αποδείξουμε την αγάπη μας σε Σένα.
Λυπήσου τα ζώα που από την πείνα μουγκρίζουν. λυπήσου τα
αναμάρτητα παιδιά που πνίγονται στο κλάμα. Λυπήσου τα τρυφερά νήπια που από την
νηστεία πεθαίνουν. Μη καταστρέψεις τους αναίτιους μαζί με τους υπαίτιους.
Σπλαχνίσου τις μητέρες που εξαιτίας της οργής Σου, δεν προσφέρουν γάλα στα πολυαγαπημένα
τους. αρνήθηκαν οι γονείς την ευσπλαχνία σ' εκείνα, για να προκαλέσουν τη δική
Σου ευσπλαχνία. Όλοι οι άνθρωποι ανέχονται τις ίδιες με εμάς κακίες. εάν δεν
δεχθείς εμάς που μετανοούμε, θα κόψεις όλου του κόσμου τις ελπίδες».
Τέτοια λόγια από την αρχή, όπως είναι φυσικό, χρησιμοποιούν
οι Νινευίτες. ήταν όμως και τα έργα τους εφάμιλλα προς τα λόγια τους, νηστεία,
σάκκος, εκτεταμένη προσευχή, δάκρυα, αποφυγή της κακίας. Φώναξαν, λέει, στο Θεό
παρατεταμένα, και επέστρεψε ο καθένας από τον κακό δρόμο του και από την αδικία
που είχε διαπράξει. Άρχισαν να εφαρμόζουν την συνετή ζωή σε υπερβολικό βαθμό
και έκαναν την κορωνίδα της αρετής θεμέλιο της αρετής τους. γιατί, ο καθένας
έκανε όποιο έργο ήταν το πιο καλό και προσφιλές στο Θεό. Είδαν να κηρύσσεται
πόλεμος ουράνιος εναντίον τους και οχύρωσαν τους σάκκους σαν θαυμάσια πανοπλία.
Αντέταξαν από κάτω προσευχές και δεήσεις εναντίον των κεραυνών του ουρανού.
Απέναντι στον πάταγο των βροντών έστησαν τον ήχο της υμνωδίας. Η νηστεία έγινε
γι' αυτούς αισθητός πύργος. Με τους κρουνούς των δακρύων τους έσβησαν τη
φάλαγγα των αμαρτημάτων τους. Έκαναν φίλους τους εχθρούς, για να συμφιλιώσουν
τον Θεό με τους εαυτούς τους. Συγχώρησαν αυτοί την οργή τους εναντίον εκείνων
που τους είχαν λυπήσει, για να σταματήσουν την εναντίον τους οργή του Δεσπότη.
Έσχισαν το γραμμάτιο των επίγειων χρεών, για να επιτύχουν τη συγχώρηση των
πταισμάτων τους από τον ουρανό. Έδωσαν στους δούλους ελευθερία, για να
απαλλαγούν οι ίδιοι από την τιμωρία. Έδωσαν τα κτήματά τους σ' αυτούς που είχαν
ανάγκη, για να εξασφαλίσουν την κυριότητα της περιουσίας τους. Απέρριψαν την
απόλαυση, και επιζητούσαν την εγκράτεια. Απέφυγαν την ακολασία, και ασπάσθηκαν
την σωφροσύνη. Μίσησαν τα μεγάλα αξιώματα, και πήραν όλοι ταπεινή και πένθιμη
εμφάνιση. Σταμάτησαν τα ψώνια και τα συμβόλαια και όλα τα έργα, και λάτρευαν το
Θεό. Οι κακούργοι, χωρίς να τους υποχρεώνει κανένας, ομολογούσαν τις ληστείες
τους. Οι δικαστές δεν καταδίκαζαν αυτούς που ομολογούσαν. Σαν πεθαμένοι
ομολογούσαν όλοι τη ζωή τους. Ο πλούτος σκορπιζόταν αφύλακτος και δεν
εμφανιζόταν κλέφτης από πουθενά. Δινόταν χρυσάφι στους φτωχούς, και την
απόκτησή του ο καθένας την απέφευγε ως ζημία. Ένα πράγμα μόνο ενδιέφερε όλους,
η σωτηρία. Ένας δρόμος υπήρχε για πλουσίους και φτωχούς, ο κόπος για τη ζωή. Κάθε
τι που δεν οδηγούσε σ' αυτήν, το απομάκρυναν σαν ανώφελο και κακό. Η σωτηρία
ήταν αβέβαιη και έσπευσαν να την ομολογήσουν. Δεν μπορούσαν να ελπίζουν στο
αποτέλεσμα της μετάνοιας και για να ζήσουν οπωσδήποτε φρόντιζαν κάθε πράξη
τους. Πόσο φιλόσοφοι βάρβαροι! Πόσο σοφοί απαίδευτοι! Έμαθαν χωρίς να διδαχθούν
αυτά που έπρεπε, άλλαξαν τρόπο ζωής χωρίς νομοθέτη, σωφρονίσθηκαν χωρίς
δασκάλους, από την εσχάτη κακία, έφτασαν σε ουράνια πολιτεία. Αυτή είναι η
αλλοίωση που επιφέρει η δύναμη του Υψίστου. Έρριξε μία βροχή απειλής, και οι
Νινευίτες παρουσίασαν μυρίων αγαθών καρποφορία. Μεταμορφώθηκαν με τη ΜΕΤΑΝΟΙΑ.
οι αμαρτωλοί που ήταν, έγιναν δίκαιοι, αγαπητοί στους Αγγέλους, ποθητοί στο
Θεό. Στήριξαν την πόλη τους που κουνιόταν, την ανόρθωσαν ενώ έπεφτε, την στήριξαν
ενώ δονούταν. Μεταστράφηκαν και δεν αντιστράφηκαν. μεταβλήθηκαν και δεν
καταστράφηκαν. Γιατί λέει, «είδε ο Θεός τα έργα τους, ότι δηλαδή επέστρεψαν από
τους πονηρούς δρόμους τους, και μετανόησε ο Θεός για όσα είχε πει ότι θα τους
καταστρέψει εξ αιτίας της κακίας τους» (Ιωνά 3, 10). Τί παράδοξα πράγματα!
Επανέλαβε τη δίκη ο Δικαστής, ακύρωσε την καταδικαστική απόφαση, και έβγαλε
άλλη αθωωτική. Μετανόησαν οι Νινευίτες και μετανόησε και ο Θεός. Η μετάνοια
έσχισε το διάταγμα του αφανισμού. Έσχισαν εκείνοι την κακία, έσχισε και ο Θεός
την απόφαση. Ω παντοδύναμη μετάνοια!! Στη γη τελείται, και αντιστρέφει τα
ουράνια!
Έτσι και εμείς, αγαπητοί μου φίλοι, ας μετανοήσουμε. έτσι ας
νηστέψουμε. ας συνδυάσουμε τις καλές πράξεις με τη νηστεία. ας απέχουμε από τις
πονηρές πράξεις. ας φοβηθούμε την απειλή της γέεννας. ας αποκτήσουμε τη σωτηρία
από το Θεό με την ΜΕΤΑΝΟΙΑ. Εις στον άναρχο Πατέρα, ανήκει η δόξα, η εξουσία, η
δύναμη, η τιμή και ευχαριστία και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και στους αιώνας
των αιώνων. ΑΜΗΝ.
Αγίου Θεοφάνους του Εγκλείστου
ΛΟΓΟΣ
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΑΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ
ΝΑ ΑΛΛΑΖΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ
Πηγή:Περιοδικόν "Ο Όσιος
Γρηγόριος έτους 1995 αριθμός 20
Έφθασε στ' αυτιά μου ότι, καθώς
φαίνεται, θεωρείτε τα κηρύγματά μου πολύ αυστηρά και πιστεύετε ότι σήμερα
κανένας δεν θα έπρεπε να σκέπτεται έτσι, κανένας δεν θα έπρεπε να ζη έτσι και
επομένως κανένας δεν θα έπρεπε μα διδάσκη έτσι. Οι καιροί έχουν αλλάξει!
Πόσο χάρηκα που το άκουσα. Αυτό
σημαίνει ότι ακούτε προσεκτικά ό,τι λέγω, και όχι μόνο ακούτε, αλλά και είστε
διατεθειμένοι να το τηρήσετε. Τι περισσότερο θα μπορούσαμε να επιθυμήσουμε
εμείς που κηρύττουμε όπως διαταχθήκαμε και όσα διαταχθήκαμε;
Ανεξάρτητα από όλα αυτά, με κανένα
τρόπο δεν μπορώ να συμφωνήσω με την γνώμη σας και το θεωρώ καθήκον μου να την
σχολιάσω και να την διορθώσω. Διότι - μολονότι ίσως είναι παρά την θέλησι και
την πεποίθησί σας - προέρχεται από αμαρτωλή πηγή, σαν να μπορούσε ο
Χριστιανισμός να μεταβάλλη τα δόγματά του, τους κανόνες του, τις αγιαστικές του
τελετουργίες, για να ανταποκριθή στο πνεύμα κάθε εποχής και προσαρμοσμένος στα
μεταβλητά γούστα των υιών του αιώνος τούτου, να μπορούσε να προσθέση η να
αφαιρέση κάτι.
Κι' όμως δεν είναι έτσι. Ο
Χριστιανισμός πρέπει να παραμένη αιώνια αμετάβλητος, χωρίς καθόλου να εξαρτάται
η να κατευθύνεται από το πνεύμα της εκάστοτε εποχής. Αντίθετα ο ίδιος ο
Χριστιανισμός είναι διωρισμένος να κυβερνά και να διοική τα πνεύμα του αιώνος
για καθένα που υπακούει στις νουθεσίες του. Για να σας πείσω στο εν λόγω
ζήτημα, θα σας αναφέρω μερικές σκέψεις για να τις μελετήσετε.
Κάποιοι είπαν πως η διδασκαλία μου
είναι αυστηρή. Κατ' αρχήν η διδασκαλία μου δεν είναι δική μου, ούτε θα έπρεπε
να είναι. Από αυτή την ιερή θέσι κανείς δεν πρέπει ούτε μπορεί να κηρύττη δικιά
του διδασκαλία. Αν λοιπόν εγώ η κάποιος άλλος τολμήσει ποτέ να το κάνη,
μπορείτε να μας βγάλετε εκτός Εκκλησίας.
Εμείς κηρύττουμε την διδασκαλία
του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, των αγίων Αποστόλων του και
της Αγίας Εκκλησίας που κατευθύνεται από το άγιο Πνεύμα. Συνάμα φροντίζουμε με
κάθε δυνατό τρόπο να διατηρήσουμε την διδασκαλία αυτή ακεραία κα απαραβίαστη
στον νου και στην καρδιά σας. Παρουσιάζουμε κάθε σκέψι και χρησιμοποιούμε κάθε
λέξι με πολλή προσοχή, για να μη σκιάσουμε με κανένα τρόπο αυτή την λαμπρή και
θεία διδασκαλία. Κανείς δεν μπορεί να πράξη διαφορετικά.
Ένας τέτοιος νόμος που καθορίζει
το κήρυγμα του καθενός στην Εκκλησία να είναι θεόπεμπτο, καθιερώθηκε από την
δημιουργία του κόσμου κι' έτσι πρέπει να παραμείνη ισχύον ως το τέλος του
κόσμου. Ο Προφήτης Μωυσής μετά την παράδοσι των εντολών του ίδιου του Θεού στον
Ισραηλιτικό λαό, κατέληξε στα εξής: «Ου προσθήσετε προς το ρήμα ο εγώ
εντέλλομαι υμίν, και ουκ αφελείτε απ' αυτού, φυλάσσεσθε τας εντολάς Κυρίου του
Θεού ημών, όσα εγώ εντέλλομαι υμίν σήμερον» (Δευτ. 4,2).
Αυτός ο νόμος της σταθερότητος
είναι τόσο αμετάβλητος, ώστε ο ίδιος ο Κύριος και Σωτήρας μας, όταν δίδασκε το
λαό στο όρος είπε: «Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον η τους προφήτας,
ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι. Αμήν γαρ λέγω υμίν, έως αν παρέλθη ο
ουρανός και η γη, ιώτα εν η μία κεραία ου μη παρέλθη από του νόμου, έως αν
πάντα γένηται» (Ματθ. 5,17 - 18).
Έπειτα έδωσε το ίδιο κύρος στην
δική του διδασκαλία, πριν ερμηνεύση τις εντολές στο πνεύμα του ευαγγελίου, με
το να προσθέση: «Ος αν ουν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και
διδάξη ούτω τους ανθρώπους, ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών»
(Ματθ. 5,19).
Αυτό σημαίνει πως καθένας που
ερμηνεύει λανθασμένα τις εντολές του Θεού και μειώνει το κύρος τους, θα είναι
απόκληρος στην μέλλουσα ζωή. Έτσι είπε στην αρχή του κηρύγματός του. Το ίδιο
διαβεβαίωσε και στον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, τον θεατή των αρρήτων
αποκαλύψεων, στον οποίο περιέγραψε την τελική κρίσι του κόσμου και της
Εκκλησίας, αναφέροντας στην Αποκάλυψη: «Μαρτυρώ εγώ παντί τω ακούοντι τους
λόγους της προφητείας του βιβλίου τούτου. Εάν τις επιθή επί ταύτα, επιθήσει ο
Θεός επ' αυτόν τας πληγάς τας γεγραμμένας εν τω βιβλίω τούτω, και εάν τις αφέλη
από των λόγων του βιβλίου της προφητείας ταύτης, αφελεί ο Θεός το μέρος αυτού
από του ξύλου της ζωής και εκ της πόλεως της αγίας, των γεγραμμένων εν τω
βιβλίω τούτω» (Αποκ. 22, 18 - 19).
Για όλο το χρονικό διάστημα που
μεσολαβεί από την πρώτη παρουσία του στον κόσμο μέχρι την δευτέρα του παρουσία,
ο Χριστός έδωσε στους αγίους Αποστόλους και στους διαδόχους τους τον παρακάτω
νόμο: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη...διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα
όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ. 28, 19).
Τούτο σημαίνει να διδάσκετε όχι
ό,τι κάποιος άλλος θα ήταν δυνατόν να σκεφθή, αλλά ό,τι εγώ παρήγγειλα, και
τούτο μέχρι το τέλος του κόσμου. Και συμπληρώνει: «Και ιδού εγώ μεθ' υμών ειμί
πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν» (Ματθ. 28, 20).
Οι Απόστολοι έλαβαν αυτόν τον νόμο
και θυσίασαν την ζωή τους για να τον τηρήσουν. Και σε αυτούς που ήθελαν να τους
υποχρεώσουν να μη κηρύττουν όσα κηρύττουν επ' απειλή τιμωρίας και θανάτου, τους
απαντούσαν: «Ει δίκαιόν εστιν ενώπιον του Θεού υμών ακούειν μάλλον η του Θεού,
κρίνατε. Ου δυνάμεθα γαρ ημείς α είδομεν και ηκούσαμεν μη λαλείν» (Πραξ. 4, 19
- 20).
Ο σαφής αυτός νόμος παραδόθηκε από
τους Αποστόλους στους διαδόχους τους, έγινε αποδεκτός από τους δευτέρους και
έχει ισχύ διαχρονική στην Εκκλησία του Θεού. Εξ αιτίας του νόμου τούτου η
Εκκλησία είναι ο στύλος και η βάσις της αληθείας. Βλέπετε λοιπόν τι απαραβίαστη
σταθερότητα έχει; Μετά από αυτό, ποιος θα είναι τόσο θρασύς να αγγίξη
πεισματικά η να κουνήση οτιδήποτε στο χριστιανικό δόγμα και νόμο;
Ακολούθως ακούστε τι αναφέρεται
στον Προφήτη Ιεζεκιήλ που επί επτά ημέρες βρισκόταν σε έκστασι προσευχής και
μετά από επτά ημέρες άκουσε το λόγο του Κυρίου: «Υιέ ανθρώπου, σκοπόν δέδωκά σε
τω οίκω Ισραήλ, και ακούση εκ στόματός μου λόγον» (Ιεζ. 3,17), και διακήρυξε
στο λαό. Να ο νόμος για σένα! Αν δης έναν άνομο που διαπράττει ανομία και δεν
του πης: άφησε την ανομία σου και άλλαξε δρόμο, «ο άνομος εκείνος εν τη αδικία
αυτού αποθανείται, και το αίμα αυτού εκ της χειρός σου εκζητήσω» (Ιεζ.
3,18).Αντιθέτως, αν διακηρύξης στον άνομο ότι θα πρέπει να ξεφύγη από την άνομη
οδό του και αυτός δεν ξεφύγη, τότε εκείνος ο άνομος θα πεθάνη στην ανομία του,
ενώ εσύ θα σώσης την ψυχή σου. Παρόμοια αν δης ένα δίκαιο που αρχίζει να
κλονίζεται στην αρετή του και δεν τον στηρίξης και δεν φροντίσης να τον φέρης
στον ίσιο δρόμο με τα λόγια σου, τότε εκείνος ο δίκαιος επειδή αμάρτησε, θα
πεθάνη στις αμαρτίες του, αλλά την ψυχή του θα ζητήσω από τα χέρια σου που δεν
τον στήριξες. Αν όμως προειδοποιήσης τον δίκαιο ότι δεν πρέπει να αμαρτάνη και
αυτός παύση να αμαρτάνη, τότε ο δίκαιος θα ζήση κι' εσύ θα σώσης την ψυχή σου
(Βλ. Ιεζ. 3, 19 - 21)>
Τι αυστηρός νόμος! Κι' όμως
ακούγεται στις συνειδήσεις όλων των ποιμένων κατά την εκλογή και χειροτονία
τους, όταν ένας βαρύς ζυγός τίθεται πάνω τους, η διαποίμανσις του ποιμνίου του
Χριστού που Εκείνος τους το εμπιστεύθηκε, μικρό η μεγάλο. όχι μόνο να το
διαποιμάνουν, αλλά και να το διατηρήσουν. Πως θα μπορούσε κανείς να είναι τόσο
θρασύς, που να διαστρέψη τα πάντα στο νόμο του Χριστού, όταν αυτό συνεπάγεται
καταστροφή και στους δύο, ποιμένες και ποίμνιο;
Αν η σωστική δύναμις της
διδασκαλίας εξαρτιόταν από την γνώμη μας πάνω σ' αυτήν και την συναίνεσί μας σ'
αυτήν, τότε θα είχε νόημα το να συλλάβη κάποιος άνθρωπος στο νου του να
ανοικοδομήση τον Χριστιανισμό σύμφωνα με τις ανθρώπινες αδυναμίες η τις
αξιώσεις της εποχής και να τον προσαρμόση κατά τους πόθους της αμαρτωλής του
καρδιάς. Μα η σωστική δύναμις του χριστιανικού νόμου δεν εξαρτάται καθόλου από
μας, αλλά από το θέλημα του Θεού, από το γεγονός ότι ο ίδιος ο Θεός καθιέρωσε
επακριβώς την ακριβή οδό της σωτηρίας. Έξω από αυτήν δεν υπάρχει άλλη οδός,
ούτε θα μπορούσε να υπάρξη. Συνεπώς καθένας που διδάσκει με οποιονδήποτε
διαφορετικό τρόπο, σημαίνει πως παρεκκλίνει από την αληθινή οδό και καταστρέφει
τον εαυτό του και σας. Τι λογική υπάρχει σ' αυτό;
Προσέξατε πόσο αυστηρή κρίσις
ελέχθη, όταν κάτι παρόμοιο συνέβη στο έθνος του Ισραήλ κατά τα δύσκολα χρόνια
της αιχμαλωσίας του. Μερικοί Προφήτες από οίκτο για τους βασανισμένους και τους
αρρώστους μιλούσαν στο λαό όχι όπως ο Κύριος παρήγγειλε, αλλά όπως η καρδιά τους
τους υπαγόρευε. Γι' αυτούς ο Κύριος έδωσε τις εξή διαταγές στον Ιεζεκιήλ: «Και
συ, υιέ ανθρώπου, στήριξον το πρόσωπόν σου επί τας θυγατέρας του λαού σου τας
προφητευούσας από καρδίας αυτών και προφήτευσον επ' αυτάς και ερείς, τάδε λέγει
Κύριος, ουαί ταις συρραπτούσαις προκεφάλαια υπό πάντα αγκώνα χειρός και
ποιούσαις επιβόλαια επί πάσαν κεφαλήν πάσης ηλικίας του διαστρέφειν ψυχάς»
(Ιεζ. 13. 17 - 18).
Τούτο σημαίνει: Αλλοίμονο σε
κείνους που διατάζουν κάθε είδος ιδιαιτέρας μεταχειρήσεως και προτείνουν τέτοια
μαλθακή αγωγή , ώστε κανείς να μην αισθάνεται την παραμικρή δυσαρέσκεια, ούτε
από τους επάνω ούτε από τους κάτω, αδιαφορώντας εάν τούτο είναι για την σωτηρία
η την καταστροφή, ευάρεστο η αποκρουστικό στο Θεό. Αλλοίμονο σ' αυτούς, διότι
«τάδε λέγει Κύριος...τα προσκεφάλαια υμών και επιβόλαια»,δηλαδή την
μελιστάλακτη και παρήγορη διδασκαλία σας, «εφ α υμείς εκεί συστρέφετε ψυχάς»,
θα διαρρήξω από τα χέρια σας, θα ελευθερώσω τις διεστραμμένες ψυχές από αυτή
την διδασκαλία σας και θα σας εξολοθρεύσω, διαφθορείς (Βλ. Ιεζ. 13, 20 - 21).
Αυτό είναι το όφελος της
ιδιαιτέρας μεταχειρίσεως και της επιεικείας, το είδος που θέλετε να ακούτε από
τους ιεροκήρυκες! Όταν βάλετε όλα τούτα βαθειά στην καρδιά σας, δεν είναι σωστό
να θέλετε να κάνουμε οποιεσδήποτε παραχωρήσεις στο χριστιανικό δόγμα, έχοντας
την λανθασμένη επιθυμία να σας ευχαριστήσουμε. Αντίθετα μάλιστα οφείλετε να
απαιτήτε επίμονα να παραμένουμε στο δόγμα, όσο το δυνατόν αυστηρά και ακλόνητα.
Έχετε ακούσει ποτέ για τα
συγχωροχάρτια του Πάπα της Ρώμης; Να τι είναι αυτά: Ιδιαίτερη μεταχείρισις και
επιείκεια, τα οποία δίνει αψηφώντας το νόμο του Χριστού. Και ποιο είναι το
αποτέλεσμα; Από αυτά όλη η Δύσις είναι διεφθαρμένη στην πίστι και στον τρόπο
ζωής, και τώρα χάνεται στην απιστία και στον αχαλίνωτο βίο με τα συγχωροχάρτια
της.
Ο Πάπας άλλαξε πολλά δόγματα,
χάλασε όλα τα Μυστήρια, ακύρωσε τους κανόνες που αφορούσαν την ρύθμισι της
Εκκλησίας και την διόρθωσι των ηθών. Όλα πλέον άρχισαν να πηγαίνουν αντίθετα
στο θέλημα του Κυρίου, και έγιναν χειρότερα και πιο χειρότερα.
Κατόπιν εμφανίστηκε ο Λούθηρος,
ένας έξυπνος άνθρωπος αλλά ισχυρογνώμων. Αυτός λοιπόν είπε: «Ο Πάπας άλλαξε τα
πάντα όπως ήθελε, γιατί να μην κάνω κι' εγώ το ίδιο;» Άρχισε λοιπόν να
τροποποιή και να ξανατροποποιή τα πάντα με τον τρόπο του, και ίδρυσε κατ' αυτόν
τον τρόπο την νέα λουθηρανική πίστι, η οποία ελάχιστα μοιάζει με όσα ο Κύριος
παρήγγειλε και οι άγιοι Απόστολοι μας παρέδωσαν.
Μετά το Λούθηρο παρουσιάστηκαν
φιλόσοφοι. Κι' αυτοί με την σειρά τους είπαν: «Ο Λούθηρος καθιέρωσε για τον εαυτό
του μια νέα πίστι, δήθεν βασισμένη στο Ευαγγέλιο, στην πραγματικότητα όμως
στηριγμένη στο δικό του τρόπο σκέψεως. Γιατί λοιπόν κι' εμείς να μη συνθέσουμε
δόγματα βασισμένα μόνο στο δικό μας τρόπο σκέψεως, αγνοώντας τελείως το
Ευαγγέλιο;» Άρχισαν κι' αυτοί πλέον να σκέπτωνται ορθολογιστικά, και να
εικάζουν περί του Θεού, περί του κόσμου, περί του ανθρώπου, καθένας με τον
τρόπο του, και ανακάτεψαν τόσα πολλά δόγματα, ώστε μόνο να τα απαριθμήση
κανείς, ζαλίζεται ο νους του.
Τώρα οι δυτικοί έχουν τις εξής
αντιλήψεις: Πίστευε ό,τι νομίζεις καλύτερο ζήσε όπως σου αρέσει, ικανοποίησε
ο,τιδήποτε θέλγει την ψυχή σου. Ως εκ τούτου δεν αναγνωρίζουν κανένα νόμο η
περιορισμό και δεν υποτάσσονται στον Λόγο του Θεού. Η οδός τους είναι ευρεία,
όλα τα εμπόδια εκτοπίστηκα. Μα η ευρεία οδός οδηγεί στην απώλεια, καθώς λέγει ο
Κύριος. Εκεί ωδήγησε η χαλαρότης στην διδασκαλία!
Λύτρωσέ μας, Κύριε, από αυτήν την
ευρεία οδό! Προτιμότερο όμως να αγαπήσουμε κάθε στενοχωρία που ο Κύριος διώρισε
για την σωτηρία μας. Άς αγαπήσουμε τα χριστιανικά δόγματα και ας βιάσουμε το
νου μας με αυτά, επιβάλλοντάς του να μη σκέπτεται διαφορετικά. Ας αγαπήσουμε τα
χριστιανικά ήθη και ας βιάσουμε την θέλησί μας σ΄αυτά, υποχρεώνοντάς την να
σηκώνη τον ελαφρό ζυγό του Κυρίου ταπεινά και υπομονετικά. Ας αγαπήσουμε όλες
τις χριστιανικές τελετουργίες και ακολουθίες που μας νουθετούν, μας διορθώνουν,
μας αγιάζουν. Ας βιάσουμε την καρδιά μας μ' αυτές, προωθώντας την να μεταφέρη
τις προτιμήσεις της από τα γήινα και τα φθαρτά στα ουράνια και άφθαρτα.
Ας περιορίσουμε το εαυτό μας σαν
να μπαίναμε σε κλουβί. Η μάλλον ας σύρουμε τον εαυτό μας, σαν να περνούσαμε
μέσα από μια στενή διάβασι. Ας είναι αυτή στενή, για να μη μπορή να περεκκλίνη
κανείς ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Αναμφίβολα όμως θα λάβουμε δι' αυτής της
στενής οδού ως αντάλλαγμα την βασιλεία των ουρανών. Διότι αυτή η βασιλεία,
καθώς γνωρίζετε, είναι η βασιλεία του Κυρίου. Ο Κύριος καθώρισε αυτή την στενή
οδό και μας είπε: Πηγαίνετε ακριβώς από αυτή την οδό και θα επιτύχετε την
βασιλεία των ουρανών."
Θα μπορούσε πλέον κανείς να
αμφιβάλλη για το αν ο οδοιπόρος φθάση στο σκοπό του; Και τι μυαλό θα είχε
καθένας που αρχίζει να επιθυμεί κάθε είδος ακυρώσεως εντολών, όταν με αυτόν τον
τρόπο θα έχανε αμέσως το δρόμο του και θα χανόταν;
Αφού εννοήσατε πλήρως αυτή την
επιβεβαίωσι, μη στενοχωρήσθε αν κάτι στην διδασκαλία μας φαίνεται αυστηρό. Το
μόνο που να επιζητήτε είναι το να βεβαιωθήτε αν είναι του Κυρίου. Κι εφ' όσον
βεβαιωθήκατε πως είναι του Κυρίου, δεχθήτε την ολόψυχα, οσοδήποτε αυστηρή η
εξαναγκαστική μπορεί να είναι. Κι όχι μόνο μην επιθυμήτε ιδιαίτερη μεταχείρισι
και επιείκεια στο δόγμα και στο ήθος, αλλά φεύγετε από αυτά, σαν να φεύγατε το
πυρ της γεένης. Από αυτό δεν μπορούν να ξεφύγουν όσοι επινοούν τέτοια πράγματα
και με αυτά παρασύρουν τους ψυχικώς αδυνάτους να τους ακολουθήσουν. Αμήν.
Η ΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΑΓΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΜΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ
ΟΜΟΛΟΓΙΩΝ
Ο άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης,
Ρώσος ιερεύς, Πνευματικός και θερμουργός κήρυξ του Ευαγγελίου. Ήκμασε στα τέλη
του περασμένου αιώνος και στις αρχές του παρόντος. Προορατικός και
θαυματουργός.
Ηναλώθη στην καθημερινή διακονία
του πάσχοντος λαού. Χριστομίμητος η αγάπη του. Αυτή η αγία αγάπη τον αναγκάζει
να πη την αλήθεια για την Ορθοδοξία που σώζει και για την αίρεση και ετεροδοξία
που δεν εξασφαλίζουν την σωτηρία.
Σύμφωνα με τους λόγους του αγίου
Ιωάννου του Χρυσοστόμου. «μόνο όποιος μετέχει του Σώματος και του Αίματος του
Χριστού κατανοεί την αληθινή φύσι της Εκκλησίας». Ποιος άλλος, λοιπόν,
κατενόησε καλύτερα τι είναι η Εκκλησία του Χριστού από τον άγιο Ιωάννη της
Κρονστάνδης, του οποίου την αγιότητα χαρακτήριζε η ευλαβεστάτη, συχνή και
μάλιστα καθημερινή τέλεσις της Θείας Λειτουργίας; Από αυτήν ενεπνέετο για την
μεγάλη ποιμαντική του διακονία. Αυτή ήταν η πηγή της υψηλής, εμπειρικής του θεολογίας.
Μεταδίδοντας καθημερινώς το Σώμα του Χριστού στον λαό, με τον φωτισμό του Αγίου
Πνεύματος έβλεπε τα όρια της Εκκλησίας και αγωνιζόταν σ' όλη του την ζωή
εναντίων των αιρετικών και σχισματικών, οι οποίοι σοβαρώτατα αμάρτησαν
παραβαίνοντας την εντολή του Χριστού: «ίνα πάντες εν ώσιν» ( Ιω. Ιζ' 21).
Ο άγος Ιωάννης δεν εδημιούργησε
συστήματα Ορθοδόξου δογματικής, όπως και ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, ο οποίος
επίσης δεν συστηματοποίησε την διδασκαλία του. Ωστόσο, οι σύγχρονοί του
εύρισκαν σ' αυτόν μία υψηλότατη και αλάθητη λύση των θεμάτων της πίστεως.
Ο σκοπός της ζωής για τον άγιο
Ιωάννη είναι να εισέλθωμε στο πλήρωμα της Χριστιανικής τελειότητος, της
θεώσεως, προς την οποία οδηγούμεθα με τον αγώνα προς τους «αοράτους εχθρούς»,
με την μετάνοια, με την απόκτησι της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Από την
εμπειρία ολοκλήρου της ασκητικής του ζωής, ο άγιος Ιωάννης απεκόμισε την σκέψι
ότι δια των ανθρωπίνων δυνάμεων είναι αδύνατο να φθάσωμε τούτο το πλήρωμα:
«Είναι απαραίτητο να ανήκωμε στην Εκκλησία του Χριστού, της οποίας Κεφαλή είναι
ο Παντοδύναμος Βασιλεύς, ο Νικητής του Άδου, ο Ιησούς Χριστός. Η Βασιλεία Του
είναι η Εκκλησία, η οποία νοείται ως κοινωνία των αγίων, οι οποίοι μετετέθησαν
στον ουρανό, και όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών, οι οποίοι αγωνίζονται επί της
γης (1, σελ. 18), μαχόμενοι προς τας αρχάς και εξουσίας και κοσμοκράτορας του
σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας... Ο μη Ορθόδοξος,
ακόμη και μια μεγάλη μη ορθόδοξη κοινότης, δεν μπορεί να στρατευθή στον πόλεμο
αυτόν, χωρίς τον Χριστό ως Κεφαλή του δεν μπορεί να κάνη τίποτε με τέτοιους
πανούργους, οξυδερκείς εχθρούς, οι οποίοι είναι συνεχώς άγρυπνοι και έχουν
μάθει τέλεια την επιστήμη του πολέμου τους.
Ο Ορθόδοξος Χριστιανός έχει δυνατή
υποστήριξι στον αγώνα αυτόν: πρώτα από τον Θεό και από τους αγίους Αθλητάς Του,
οι οποίοι ενίκησαν τους εχθρούς με την δύναμι της Χάριτος του Χριστού, και
έπειτα από την επί γης Ορθόδοξο Εκκλησία, από τους ποιμένας και διδασκάλους της
και από την κοινή προσευχή και τα μυστήρια. Η Εκκλησία του Χριστού, στην οποία
ελέει Θεού ανήκουμε κι' εμείς, είναι ένας τέτοιος βοηθός στον αγώνα του
Χριστιανού εναντίον των αοράτων και ορατών εχθρών» (1, σελ. 52).
Η σκέψις του Αγίου Ιωάννου της
Κρονστάνδης όσον αφορά την Εκκλησία είναι πρώτα απ' όλα σωτηριολογική. Το να
ανήκει κανείς στην Εκκλησία είναι γι' αυτόν η πηγή της σωτηρίας: «Η Εκκλησία
είναι το μοναδικό Σώμα, του οποίου Κεφαλή είναι ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς
Χριστός, ενώ ψυχή είναι το ίδιο το Άγιο Πνεύμα, το οποίο ζωογονεί, φωτίζει,
καθαρίζει και ενδυναμώνει όλα τα μέλη αυτού του μεγάλου σώματος που αγωνίζονται
επί της γης» (1, σελ. 6, 14, 26).
«Τότε τι αναγκάζει μερικούς να
φεύγουν από τον μοναδικό αυτόν οίκο του Θεού» (1, σελ. 6), στον οποίο - επειδή
κεφαλή είναι η Ενυπόστατος Σοφία - υπάρχει «μια τέτοια άβυσσος σοφίας, ώστε θα
επαρκούσε με αφθονία σε όλους τους σοφούς του κόσμου για μελέτη, θαυμασμό και
δοξολογία. Αλλά ο Κύριος απέκρυψε αυτήν από σοφών και συνετών και απεκάλυψεν
αυτήν νηπίοις κατά το φρόνημα».
Το πρόβλημα με αυτούς τους
αξιολύπητους σοφούς είναι ότι προσπαθούν να συμβιβάσουν την αλήθεια με την
υπερήφανη λογική που δεν έχει καθαρθή από τα πάθη, με αποτέλεσμα να
διαστρεβλώνουν την αλήθεια και τελικά να εκπίπτουν από την ορθή Πίστι (3, σελ.
58).
Η μοναδικότης και το αλάνθαστον
της Πίστεως είναι τελείως ουσιώδη, άλλωστε η Πίστις μας, η νικήσασα τον κόσμον
(Α' Ιω. ε' 4), δεν είναι το σύνολον υποκειμενικών ψυχολογικών εμπειριών, αλλά η
αποκάλυψις υπό της Παναγίας Τριάδος της οδού προς την σωτηρία (!, σελ. 14).
Η ενότης των Χριστιανών στην
Εκκλησία δεν γεννάται εκ θελήματος σαρκός (Ιω. α' 13). Είναι η πραγματοποίησις
της προσευχής του Χριστού προς το Πατέρα σχετικά με τους μαθητάς, ίνα ώσιν εν,
όπως ακριβώς η Παναγία Τριάς είναι έν. (Ιω. ιζ' 11, 21 - 22). Είναι ο καρπός
του Αγίου Πνεύματος, το Οποίον εξεχύθη επί των Αποστόλων κατά την Πεντηκοστή.
Κατά τους Αγίους Πατέρας, στον χορό των οποίων ίσταται τώρα ενώπιον του Θεού ο
άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης, η ενότης της Πίστεως και η μοναδικότης της
Εκκλησίας είναι τόσο σπουδαία, ώστε στο Σύμβολο της Πίστεως η μοναδικότης να
είναι η πρώτη ιδιότης της Εκκλησίας. Κάθε ένας που θέτει τέρμα στις σχέσεις του
με την Μία Εκκλησία δεν μπορεί να βασίζεται ούτε στην αποστολική διαδοχή, ούτε
στην αγιότητα, ούτε στην καθολικότητα, διότι «η Εκκλησία δεν είναι μόνον μία,
αλλά και η μοναδική» κατά τον άγιο Κυπριανό Καρθαγένης. «Η αληθινή Εκκλησία
παραμένει μία και αδιαίρετος και η μόνη που σώζει. Αυτή είναι η Ανατολική
Ορθόδοξος Εκκλησία».
«Ουδεμία άλλη Χριστιανική Ομολογία
εκτός από την Ορθοδοξία» γράφει ο άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης, «μπορεί να
φέρει ένα Χριστιανό στην τελειότητα της Χριστιανικής ζωής ή αγιότητος και να
ολοκληρώση την κάθαρσι από τις αμαρτίες και να οδηγήση στην αφθαρσία, διότι οι
άλλες ομολογίες κατέχουν την αλήθεια εν αδικία (Ρωμ. α', 18), ανέμιξαν την
δεισιδαιμονία και το ψεύδος με την αλήθεια και δεν κατέχουν εκείνα τα θεόσδοτα
μέσα για την κάθαρσι, τον αγιασμό, την αναγέννησι και ανανέωσι τα οποία κατέχει
η Ορθόδοξος Εκκλησία».
Κάθε προσβολή εναντίον της
ενότητος της Εκκλησίας είναι τόσο μεγάλη, ώστε «αυτοί που αυθαιρέτως χωρίζονται
από την Εκκλησία χάνουν την κοινωνία με τους Αγίους, διότι ως νεκρά μέλη με την
αντίθετη τοποθέτησί τους επισύρουν πάνω τους την αιώνια απώλεια» (1, σελ. 14).
«Θλίβομαι βαθειά», γράφει ο άγιος Ιωάννης, «που η αγία ενότης της Εκκλησίας του
Χριστού διερράγη στην Δύσι και από την Δύσι, από τον περιβόητο
Ρωμαιοκαθολικισμό και μαζί μ' αυτόν από τον Λουθηρανισμό και την Μεταρρύθμισι,
καθώς επίσης σε μας από σχίσματα και κομματισμούς».
Κάθε πτώσις, σύμφωνα με την
διδασκαλία των αγίων Πατέρων, αρχίζει από την υπερηφάνεια: περιφρονεί κάποιος
μία εντολή και τότε αμαρτάνει στην πράξι. Έτσι έγινε και με το αποσκίρτημα της
Δύσεως: «Πριν απ' αυτό, ο πάπας και οι παπικοί έγιναν υπερήφανοι και εξύψωσαν
τους εαυτούς των τόσο, ώστε εσκέφθηκαν να κρίνουν τον ίδιο τον Χριστό, την ίδια
την Ενυπόστατο Σοφία του Θεού» (1, σελ 59), τον ουράνιο Διδάσκαλο, χωρίς τον
Οποίον «ουδέ τον Πατέρα τις επιγινώσκει, ει μη ο Υιός» (2, σελ. 38). Η
υπερηφάνειά τους έφθασε στο σημείο να διαστρέψουν μερικούς από τους λόγους,
εντολές και θεσπίσματά Του (1, σελ. 59). Ο Χριστός λέγει ότι το Πνεύμα
εκπορεύεται από τον Πατέρα, ενώ οι Ρωμαιοκαθολικοί και οι Λουθηρανοί μαζί με
τους Αγγλικανούς λέγουν ότι εκπορεύεται από τον Πατέρα και τον Υιό (2, σελ. 38
- 39).
Έχοντας αποκοπή από την Παράδοσι
του Αγίου Πνεύματος, έχοντας χάσει το εσωτερικό κριτήριο της αληθείας και την
συνοδική αρχή εν τη Εκκλησία, οι Λατίνοι, επειδή έχουν ανάγκη από κάποιο είδος
εξουσίας, ήγειραν μια νέα εξουσία για να διδάσκεται η Πίστις: τον «αλάθητο Πάπα
της Ρώμης, τον «αντιπρόσωπο του Χριστού».
«Εγώ μεθ' υμών ειμί... έως της
συντελείας του αιώνος» (Ματθ. κη' 20). Ο ίδιος ο Κύριος είναι πάντοτε παρών
στην Εκκλησία Του. Τι χρειάζεται τότε ένας αντιπρόσωπος - πάπας;», γράφει ο
άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης καταγγέλοντας την αίρεσι του παπισμού.
Ως μια κεφαλαιώδης αίρεσις, ο
Λατινισμός προσπαθεί να εντάξη κάτω από το θεολογικό του σύστημα κείμενα από
την Αγία Γραφή, κατανοούμενα φυσικά έξω από την Ιερά Παράδοσι την οποία
στερείται: «Το κεντρικό σημείο της ρωμαιοκαθολικής υπερηφάνειας και των
ρωμαιοκαθολικών ψευδών στα δόγματα, στην διοίκησι και στην ηθική διδασκαλία
είναι το πρωτείον του πάπα, η φανταστική και εσφαλμένη κατανόησις του λόγου του
Σωτήρος: Συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και
πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής (Ματθ. ιστ' 18). Ανεγνωρίσθη από όλους τους
Αγίους Πατέρας των πρώτων και μεταγενεστέρων αιώνων, ως επίσης και από τους
πολύ πρώτους ορθόδοξους πάπας, ότι πρέπει κανείς να εννοή ως πέτρα θεμελιώσεως
τον ίδιο τον Ιησού Χριστό - η δε πέτρα ην ο Χριστός» (Α' Κορινθ. ι' 4).
«Ο πάπας και οι παπικοί, - κάλαμος
υπό ανέμου σαλευόμενος - έχοντας υποδουλώσει όλον τον Καθολικισμό στην αίρεσι,
τον κατέστησαν αδιόρθωτο, διότι ο πάπας παρ' όλες τις αιρέσεις του
αναγνωρίζεται ως αλάθητος από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και έτσι δεν είναι
δυνατόν να διορθωθή από κάποιον που σκέπτεται αντίθετα».
Η Μεταρρύθμισις, η οποία προήλθε
από τον Λατινισμό, ήταν μια αντίδρασις εναντίον των διαστροφών του Λατινισμού.
Αντί να επανέλθη στην συνοδική βάσι της Ορθοδοξίας, από αντίθεσι στον παπισμό
απέρριψε την ιεραρχία, δίδοντας στον κάθε πιστό το δικαίωμα να σκέπτεται
«αλάνθαστα» περί της Πίστεως. Ο νομικισμός της Ρώμης και τα ξένα προς τον
πατερικό ασκητισμό συστήματα πνευματικής ζωής, που οδηγούν στην πλάνη,
παρεχώρησαν την θέσι τους στον ηθικό σχετικισμό και την ακολασία. «Οι
Ρωμαιοκαθολικοί, με το να αναγνωρίζουν τον πάπα ως κεφαλή της Εκκλησίας, έχασαν
την πραγματική Κεφαλή της Εκκλησίας - τον Χριστό - και παρέμειναν χωρίς
Κεφαλή...» (2, σελ. 37). «Οι Λουθηρανοί απεκόπησαν και παρέμειναν χωρίς την
Κεφαλή, οι Αγγλικανοί επίσης. Δεν έχουν την Εκκλησία...και ο Βελίαλ τους πολεμά
με την δύναμι και τις μηχανορραφίες του και τους κρατά στην πλάνη του και την
απώλεια. Ένα πλήθος ανθρώπων χάνονται στην αθεΐα και την φαυλότητα». (1,
σελ.52).
«Ο Λουθηρανισμός, καλυπτόμενος υπό
το όνομα της Χριστιανικής Πίστεως, είναι στην πραγματικότητα άρνησις της
Πίστεως. Απορρίπτοντας τις νηστείες και το μοναχισμό η την εν παρθενία ζωή την αφιερωμένη
αποκλειστικά στην υπηρεσία του Θεού, παραδίδεται στην φιληδονία. Είναι
παράδοσις στην ψευδώνυμο ανθρωπίνη λογική με τις φιλοσοφικές της ασυναρτησίες
και την θεοποίησή της, άρνησις της θείας αυθεντίας των Οικουμενικών Συνόδων και
των Αγίων Πατέρων, αυθαίρετη συνάθροισις υπό το όνομα της κεκαθαρμένης,
μεταρρυθμισμένης Εκκλησίας».
Ο άγιος Ιωάννης θρηνούσε εν
πνεύματι «τις μεγάλες κοινότητες που αστόχησαν στην Πίστι». Δεν έβλεπε να
λύνεται η τραγική αυτή κατάστασις με συμβιβασμούς, με την αναζήτησι κοινών
στοιχείων στην Πίστι της αδιαιρέτου Εκκλησίας. Κατενόησε ότι μια τεχνητή
ένωσις, με θεμέλια γήινα, είναι ένας πύργος της Βαβέλ. «Είναι πράγματι δυνατόν
να ενώση κανείς κάτι που δεν μπορεί να ενωθή, το ψεύδος με την αλήθεια;»,
αναρρωτιόταν (2, σελ. 31).
«Εμείς οφείλουμε να προσκολληθούμε
σταθερά στην μία αληθινή Πίστι και Εκκλησία» (1, σελ. 32). «Ποιος από τους
Ορθοδόξους δεν θα επιθυμούσε να ενωθή με τους Ρωμαιοκαθολικούς και τους
Λουθηρανούς και να είναι ένα με αυτούς εν Χριστώ, μία Εκκλησία, μία κοινότητα
πιστών! Ας πετάξουν το ψεύδος, ας δεχθούν την αλήθεια και ας ενωθούν μαζί μας
εις ενότητα πνεύματος, φθάνουν οι διαφωνίες και επιχειρηματολογίες των. Ο
ερχομός του Χριστού είναι εγγύς, επί θύραις», έγραφε ο άγιος Ιωάννης, «αλλά
ποιος από τα μέλη αυτών που ονομάζονται εκκλησίες, κυρίως οι ηγέτες...θα
συμφωνήση να αποκηρύξη τα λάθη του; Κανείς. Και εμείς δεν μπορούμε να
συμφωνήσωμε με την αιρετική τους διδασκαλία χωρίς να ζημιωθή η σωτηρία των
ιδίων των ψυχών μας...»(2, σελ. 31,39)
Απαράδεκτη επίσης για τον άγιο
Ιωάννη ήταν η σχετικοποίησις της Πίστεως, (του δόγματος), η παραδοχή κάθε
ερμηνείας του Χριστιανισμού (πόσο μάλλον μιας μη χριστιανικής θρησκείας) ως
σωστικής. «Οι διάφορες Ομολογίες διατηρούν γνώμες και διδασκαλίες συνήθως
αντίθετες προς την θεία αλήθεια του Ευαγγελίου και την διδασκαλία των Αγίων
Αποστόλων, των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων και των Αγίων Πατέρων...Η
σχετικοποίησις της Πίστεως (του δόγματος) οδηγεί σε απιστία η σε ψυχρότητα
πίστεως, σε αμέλεια όσον αφορά στην τήρησι των αρχών της Πίστεως, σε ψυχρότητα
μεταξύ των Χριστιανών» (1, σελ. 31).
Ο άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης
έθετε την μοναδική του ελπίδα στην παμφωτιστική δύναμι του Παναγίου Πνεύματος
και έλεγε ότι «πρέπει κανείς να προσεύχεται με πολύ επιμέλεια... στον Πηδαλιούχο
της Αγίας Εκκλησίας, τον Χριστό, ώστε Αυτός να εμφυσήση πνεύμα αγάπης στις
καρδιές όλων των Χριστιανών και να τους φωτίση με το Φως Του, για να γνωρίσουν
την αλήθεια του Θεού, για να απορρίψουν όλες τις αιρέσεις και τα σχίσματα προς
αμοιβαία ενότητα» (1, σελ. 30). Ο ίδιος ο άγιος Ιωάννης έντονα προσευχόταν στον
Θεό μπροστά στην Αγία Τράπεζα, προσθέτοντας ήρεμα το εξής στην ανάγνωσι του
Συμβόλου της Πίστεως: «Ένωσε σ' αυτήν την πίστι όλες τις μεγάλες κοινότητες που
καλούνται Χριστιανικές, αλλά κατ' ουσίαν είναι αποστάται: τους
Ρωμαιοκαθολικούς, τους Λουθηρανούς, Αγγλικανούς και άλλους, οι οποίοι
απεκόπησαν από την ενότητα της αγίας Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, η οποία
είναι το Σώμα Σου και της οποίας Συ είσαι Κεφαλή και Σωτήρ. Κατάρριψε την
υπερηφάνεια και την αντίθεσι των διδασκάλων τους και αυτών που τους ακολουθούν,
δώσε τους να καταλάβουν με την καρδιά τους την αλήθεια και την σωστικότητα της
Εκκλησίας Σου και να ενωθούν αδόλως μ' αυτήν. Με τη δύναμι της Χάριτος του
Πνεύματός Σου, ένωσε στην αγία Σου Εκκλησία και αυτούς που είναι ασθενείς από
αμάθεια και από την πλάνη του σχίσματος. Ανάκοψε την ισχυρογνωμοσύνη τους και
την αντίθεσί τους στην αλήθειά Σου, για να μη χαθούν αθλίως με την αντίθεσί
τους, όπως ο Κορέ, ο Δαθάν και ο Αβειρών, οι οποίοι αντετίθεντο στους δούλους
Σου Μωϋσή και Ααρών (Ψαλμ. ρε' 16 - 18). Τράβηξε προς αυτή την Πίστι όλα τα
έθνη που κατοικούν την γη...» (1,σελ. 59, 169). Ο Κύριος άκουγε τις προσευχές
του, όπως μαρτυρεί ο ίδιος ο άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης.
Εν κατακλείδι θα ήθελα να εκφράσω
την σκέψι ότι ο άγιος Ιωάννης απηύθυνε αυτούς τους απειλητικούς λόγους, οι
οποίοι είναι ωστόσο λόγοι αγάπης, όχι μόνο στους αιρετικούς και σχισματικούς,
διότι τις επίστευσε τη ακοή ημών; (Ης. νγ' 1), αλλά και στους ομοδόξους
αδελφούς του καλώντας τους «να προσκολληθούν στην Ορθόδοξο Εκκλησία με
ειλικρινή καρδιά (2, σελ. 14).
Κάθε μέλος της Εκκλησίας,
οποιοσδήποτε και αν είναι αυτός, ιεράρχης, ιερεύς η λαϊκός, οφείλει να
ενθυμήται τους λόγους που ειπώθηκαν από τον άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης: «Ελάβαμε
το τάλαντον της οικουμενικής Ορθοδοξίας από τον Θεό προς δόξαν Θεού και για την
σωτηρία μας. Πως χρησιμοποιούμε και αυξάνουμε αυτό το τάλαντο; Ευχαριστούμε τον
Κύριο; Ποια είναι η φύσις της μετανοίας μας; Τι καλά έργα κάνομε; Πάντες
εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ουκ έστι ποιών χρηστότητα, ουκ έστι έως ενός (Ψαλμ.
ιγ' 3)» (2, σελ. 40).
Δεν ταιριάζουν άρα γε και σε μας
αυτά τα λόγια της Γραφής;
(Αποσπάσματα από το άρθρο του A. VLADIMIROV στο
περ/κό Τσερκόβναγια