Ὁ Χριστὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν Εὐρώπη… Νικολάου Βελιμίροβιτς Ἐπισκόπου Ἀχρίδος
Στὸ δικαστήριο ἀνάμεσα στὸ Χριστὸ καὶ τὴν Εὐρώπη πραγματικὰ ἔγινε τὸ ἑξῆς: Ὁ Χριστὸς λέει στὴν Εὐρώπη πὼς αὐτὴ βαπτίστηκε στὸ ὄνομά Του, καὶ πὼς πρέπει νὰ μείνει πιστὴ σ’ Αὐτόν, καὶ στὸ δικό Του εὐαγγέλιο. Ἡ κατηγορουμένη Εὐρώπη ἀπαντάει: «Ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ἴσες -αὐτὸ εἶπαν οἱ Γάλλοι ἐγκυκλοπαιδιστὲς- κανένας δὲν πρέπει νὰ πιέζεται νὰ πιστεύει αὐτὸ ἢ ἐκεῖνο». Ἡ Εὐρώπη ἀνέχεται ὅλες τὶς θρησκεῖες σὰν λαϊκὲς δεισιδαιμονίες λόγω τῶν δικῶν της ἰμπεριαλιστικῶν συμφερόντων. Ὅμως, ἡ ἴδια ἡ Εὐρώπη δὲν ἔχει οὔτε μία θρησκεία. Ὅταν ἡ Εὐρώπη θὰ καταφέρει νὰ πετύχει τοὺς πολιτικούς της στόχους, τότε γρήγορα θὰ κάνει μία ἐκκαθάριση ὅλων τῶν λαϊκῶν δεισιδαιμονιῶν.
Σ’ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Χριστὸς ρωτάει λυπημένος: «Πῶς μπορεῖτε ἐσεῖς οἱ ἄνθρωποι νὰ ζεῖτε μὲ ἰμπεριαλιστικά, ὑλικὰ συμφέροντα, μὲ κτηνώδη ἐπιθυμία μόνο γιὰ σωματικὴ τροφή; Ἐγὼ ἤθελα νὰ σᾶς κάνω θεοὺς καὶ γιοὺς τοῦ Θεοῦ καὶ ἐσεῖς ἀντιστέκεστε καὶ σπεύδετε νὰ γίνετε ἴδιοι μὲ τὰ κτήνη»;
Τότε ἡ Εὐρώπη ἀπαντάει: «Ἐσὺ εἶσαι ξεπερασμένος, ἀντὶ γιὰ τὸ δικό Σου Εὐαγγέλιο ἐμεῖς βρήκαμε τὴ ζωολογία καὶ τὴ βιολογία. Τώρα ξέρουμε πὼς εἴμαστε ἀπόγονοι ὄχι δικοί Σου καὶ τοῦ οὐράνιου Πατέρα Σου, ἀλλὰ τῶν οὐρακοτάγκων, τῶν γοριλῶν, τῶν μαϊμούδων. Ἐμεῖς τώρα τελειοποιούμαστε γιὰ νὰ γίνουμε θεοί, ἐπειδὴ δὲν ἀναγνωρίζουμε ἄλλους θεοὺς ἐκτὸς ἀπὸ ἐμᾶς».
Ὁ Χριστὸς τότε ἀποκρίνεται: «Εἶστε πιὸ ξεροκέφαλοι ἀπὸ τοὺς παλιοὺς Ἑβραίους, ἐγὼ σᾶς ἔβγαλα ἀπὸ τὸ βαρβαρικὸ σκοτάδι, σᾶς ἔφερα τὸ οὐράνιο φῶς, ἐσεῖς ὅμως...
θέλετε πάλι τὸ σκοτάδι, ὅπως τὸ βουβάλι τὴ λάσπη. Ἐγὼ ἔχυσα γιὰ σᾶς τὸ αἷμα μου, σᾶς ἀγάπησα, ἀκόμη καὶ ὅταν ὅλοι οἱ ἄγγελοι ἀπέστρεψαν τὸ πρόσωπό τους ἀπὸ ἐσᾶς, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀντέξουν τὴ δική σας ἄδικη ρυπαρότητα. Ὅταν ἐσεῖς βρισκόσασταν στὸ σκοτάδι καὶ στὴν ἁμαρτία, ἤμουν ὁ μοναδικὸς ποὺ πάλεψε γιὰ σᾶς, γιὰ νὰ σᾶς φωτίσω θέλοντας νὰ σᾶς ἐξαγνίσω. Μὴν εἶστε τώρα ἄπιστοι, ἐπειδὴ θὰ ξαναγυρίσετε σὲ ἐκεῖνο τὸ ἀνυπόφορο σκοτάδι καὶ τὴν ἀνυπόφορη δυσωδία».
Σ’ ὅλα αὐτὰ ἡ Εὐρώπη μὲ εἰρωνικὸ χαμόγελο φωνάζει: «Φύγε ἀπὸ ἐμᾶς, δὲν σὲ γνωρίζουμε. Ἐμεῖς κρατοῦμε τὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία καὶ τὴ ρωμαϊκὴ κουλτούρα. Ἐμεῖς θέλουμε τὴν ἐλευθερία. Ἔχουμε πανεπιστήμια, ἡ ἐπιστήμη εἶναι τὸ ἀστέρι καὶ ὁ ὁδηγός μας. Τὸ σύνθημα μας εἶναι: Ἐλευθερία, ἀδελφοσύνη, ἰσότητα. Ὁ νοῦς μας εἶναι ὁ θεὸς τῶν θεῶν. Ἐσὺ εἶσαι Ἀσιάτης. Ἀπαρνιόμαστε ἐσένα. Εἶσαι ἕνας παλιὸς μύθος τῶν παππούδων καὶ τῶν γιαγιάδων μας».
Σ’ αὐτὰ ἀποκρίνεται ὁ Χριστὸς μὲ δακρυσμένα μάτια: «Ἐγὼ θὰ φύγω ἀλλὰ καὶ ἐσεῖς θὰ δεῖτε. Βγήκατε ἀπὸ τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ καὶ πήγατε στὸ δρόμο τοῦ σατανᾶ. Ἡ εὐλογία χάθηκε ἀπὸ ἐσᾶς. Στὸ χέρι μου εἶναι ἡ ζωή σας καὶ ὁ θάνατός σας, ἐπειδὴ ἐγὼ σταυρώθηκα γιὰ σας. Παρ’ ὅλα αὐτὰ δὲν θὰ σᾶς καταδικάσω ἐγώ, ἀλλὰ οἱ ἁμαρτίες σας καὶ ἡ ἄρνησή σας στὸν Σωτήρα. Ἔδειξα πατρικὴ ἀγάπη γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους καὶ ἤθελα μὲ ἀγάπη ὅλους νὰ σᾶς σώσω».
Σ’ αὐτὰ ἀπαντᾶ ἡ Εὐρώπη: «Ποιὰ ἀγάπη; Ἐμεῖς νιώθουμε ὑγιὲς καὶ δυνατὸ μίσος γιὰ ὅλους ὅσους δὲν συμφωνοῦν μέ μας. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρόγραμμά μας. Ἡ ἀγάπη Σου δὲν εἶναι παρὰ μόνο ἕνα παραμύθι. Ἀντὶ τοῦ παραμυθιοῦ αὐτοῦ, ἐμεῖς δημιουργήσαμε ἐθνικισμό, διεθνισμό, προοδευτισμό, ἐπιστημονισμό. Σ’ αὐτὰ εἶναι ἡ σωτηρία μας καὶ ἐσὺ φύγε ἀπὸ ἐμᾶς»!
Ἀδελφοί μου, ἡ λογομαχία αὐτὴ στὸν καιρὸ μᾶς τελείωσε.
Ὁ Χριστὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν Εὐρώπη, ὅπως κάποτε ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, ἐπειδὴ τὸ ζήτησαν οἱ Γαδαρηνοί. Ὅμως μόλις ἀπομακρύνθηκε, ἦρθε ὁ πόλεμος, ἡ φτώχεια, ἡ φρίκη, ἡ καταστροφή. Ξανὰ γύρισε στὴν Εὐρώπη, ὁ προχριστιανικὸς βαρβαρισμὸς τῶν Ἀβάρων, τῶν Οὔνων, τῶν Λογγοβάρδων, ἀλλὰ σὲ μέγιστη φρίκη. Τὸν Σταυρό Του καὶ τὴν εὐλογία Τοῦ πῆρε ὁ Χριστὸς καὶ ἀπομακρύνθηκε. Ἔμεινε τὸ σκοτάδι καὶ ἡ βρωμιά. Ἐσεῖς τώρα ἀποφασίστε μὲ ποιὸν θὰ πάτε. Μὲ τὴ σκοτεινὴ καὶ βρώμικη Εὐρώπη, ἢ μὲ τὸν Χριστό; Ἀμήν.
Στὸ δικαστήριο ἀνάμεσα στὸ Χριστὸ καὶ τὴν Εὐρώπη πραγματικὰ ἔγινε τὸ ἑξῆς: Ὁ Χριστὸς λέει στὴν Εὐρώπη πὼς αὐτὴ βαπτίστηκε στὸ ὄνομά Του, καὶ πὼς πρέπει νὰ μείνει πιστὴ σ’ Αὐτόν, καὶ στὸ δικό Του εὐαγγέλιο. Ἡ κατηγορουμένη Εὐρώπη ἀπαντάει: «Ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ἴσες -αὐτὸ εἶπαν οἱ Γάλλοι ἐγκυκλοπαιδιστὲς- κανένας δὲν πρέπει νὰ πιέζεται νὰ πιστεύει αὐτὸ ἢ ἐκεῖνο». Ἡ Εὐρώπη ἀνέχεται ὅλες τὶς θρησκεῖες σὰν λαϊκὲς δεισιδαιμονίες λόγω τῶν δικῶν της ἰμπεριαλιστικῶν συμφερόντων. Ὅμως, ἡ ἴδια ἡ Εὐρώπη δὲν ἔχει οὔτε μία θρησκεία. Ὅταν ἡ Εὐρώπη θὰ καταφέρει νὰ πετύχει τοὺς πολιτικούς της στόχους, τότε γρήγορα θὰ κάνει μία ἐκκαθάριση ὅλων τῶν λαϊκῶν δεισιδαιμονιῶν.
Σ’ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Χριστὸς ρωτάει λυπημένος: «Πῶς μπορεῖτε ἐσεῖς οἱ ἄνθρωποι νὰ ζεῖτε μὲ ἰμπεριαλιστικά, ὑλικὰ συμφέροντα, μὲ κτηνώδη ἐπιθυμία μόνο γιὰ σωματικὴ τροφή; Ἐγὼ ἤθελα νὰ σᾶς κάνω θεοὺς καὶ γιοὺς τοῦ Θεοῦ καὶ ἐσεῖς ἀντιστέκεστε καὶ σπεύδετε νὰ γίνετε ἴδιοι μὲ τὰ κτήνη»;
Τότε ἡ Εὐρώπη ἀπαντάει: «Ἐσὺ εἶσαι ξεπερασμένος, ἀντὶ γιὰ τὸ δικό Σου Εὐαγγέλιο ἐμεῖς βρήκαμε τὴ ζωολογία καὶ τὴ βιολογία. Τώρα ξέρουμε πὼς εἴμαστε ἀπόγονοι ὄχι δικοί Σου καὶ τοῦ οὐράνιου Πατέρα Σου, ἀλλὰ τῶν οὐρακοτάγκων, τῶν γοριλῶν, τῶν μαϊμούδων. Ἐμεῖς τώρα τελειοποιούμαστε γιὰ νὰ γίνουμε θεοί, ἐπειδὴ δὲν ἀναγνωρίζουμε ἄλλους θεοὺς ἐκτὸς ἀπὸ ἐμᾶς».
Ὁ Χριστὸς τότε ἀποκρίνεται: «Εἶστε πιὸ ξεροκέφαλοι ἀπὸ τοὺς παλιοὺς Ἑβραίους, ἐγὼ σᾶς ἔβγαλα ἀπὸ τὸ βαρβαρικὸ σκοτάδι, σᾶς ἔφερα τὸ οὐράνιο φῶς, ἐσεῖς ὅμως...
θέλετε πάλι τὸ σκοτάδι, ὅπως τὸ βουβάλι τὴ λάσπη. Ἐγὼ ἔχυσα γιὰ σᾶς τὸ αἷμα μου, σᾶς ἀγάπησα, ἀκόμη καὶ ὅταν ὅλοι οἱ ἄγγελοι ἀπέστρεψαν τὸ πρόσωπό τους ἀπὸ ἐσᾶς, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀντέξουν τὴ δική σας ἄδικη ρυπαρότητα. Ὅταν ἐσεῖς βρισκόσασταν στὸ σκοτάδι καὶ στὴν ἁμαρτία, ἤμουν ὁ μοναδικὸς ποὺ πάλεψε γιὰ σᾶς, γιὰ νὰ σᾶς φωτίσω θέλοντας νὰ σᾶς ἐξαγνίσω. Μὴν εἶστε τώρα ἄπιστοι, ἐπειδὴ θὰ ξαναγυρίσετε σὲ ἐκεῖνο τὸ ἀνυπόφορο σκοτάδι καὶ τὴν ἀνυπόφορη δυσωδία».
Σ’ ὅλα αὐτὰ ἡ Εὐρώπη μὲ εἰρωνικὸ χαμόγελο φωνάζει: «Φύγε ἀπὸ ἐμᾶς, δὲν σὲ γνωρίζουμε. Ἐμεῖς κρατοῦμε τὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία καὶ τὴ ρωμαϊκὴ κουλτούρα. Ἐμεῖς θέλουμε τὴν ἐλευθερία. Ἔχουμε πανεπιστήμια, ἡ ἐπιστήμη εἶναι τὸ ἀστέρι καὶ ὁ ὁδηγός μας. Τὸ σύνθημα μας εἶναι: Ἐλευθερία, ἀδελφοσύνη, ἰσότητα. Ὁ νοῦς μας εἶναι ὁ θεὸς τῶν θεῶν. Ἐσὺ εἶσαι Ἀσιάτης. Ἀπαρνιόμαστε ἐσένα. Εἶσαι ἕνας παλιὸς μύθος τῶν παππούδων καὶ τῶν γιαγιάδων μας».
Σ’ αὐτὰ ἀποκρίνεται ὁ Χριστὸς μὲ δακρυσμένα μάτια: «Ἐγὼ θὰ φύγω ἀλλὰ καὶ ἐσεῖς θὰ δεῖτε. Βγήκατε ἀπὸ τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ καὶ πήγατε στὸ δρόμο τοῦ σατανᾶ. Ἡ εὐλογία χάθηκε ἀπὸ ἐσᾶς. Στὸ χέρι μου εἶναι ἡ ζωή σας καὶ ὁ θάνατός σας, ἐπειδὴ ἐγὼ σταυρώθηκα γιὰ σας. Παρ’ ὅλα αὐτὰ δὲν θὰ σᾶς καταδικάσω ἐγώ, ἀλλὰ οἱ ἁμαρτίες σας καὶ ἡ ἄρνησή σας στὸν Σωτήρα. Ἔδειξα πατρικὴ ἀγάπη γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους καὶ ἤθελα μὲ ἀγάπη ὅλους νὰ σᾶς σώσω».
Σ’ αὐτὰ ἀπαντᾶ ἡ Εὐρώπη: «Ποιὰ ἀγάπη; Ἐμεῖς νιώθουμε ὑγιὲς καὶ δυνατὸ μίσος γιὰ ὅλους ὅσους δὲν συμφωνοῦν μέ μας. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρόγραμμά μας. Ἡ ἀγάπη Σου δὲν εἶναι παρὰ μόνο ἕνα παραμύθι. Ἀντὶ τοῦ παραμυθιοῦ αὐτοῦ, ἐμεῖς δημιουργήσαμε ἐθνικισμό, διεθνισμό, προοδευτισμό, ἐπιστημονισμό. Σ’ αὐτὰ εἶναι ἡ σωτηρία μας καὶ ἐσὺ φύγε ἀπὸ ἐμᾶς»!
Ἀδελφοί μου, ἡ λογομαχία αὐτὴ στὸν καιρὸ μᾶς τελείωσε.
Ὁ Χριστὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν Εὐρώπη, ὅπως κάποτε ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, ἐπειδὴ τὸ ζήτησαν οἱ Γαδαρηνοί. Ὅμως μόλις ἀπομακρύνθηκε, ἦρθε ὁ πόλεμος, ἡ φτώχεια, ἡ φρίκη, ἡ καταστροφή. Ξανὰ γύρισε στὴν Εὐρώπη, ὁ προχριστιανικὸς βαρβαρισμὸς τῶν Ἀβάρων, τῶν Οὔνων, τῶν Λογγοβάρδων, ἀλλὰ σὲ μέγιστη φρίκη. Τὸν Σταυρό Του καὶ τὴν εὐλογία Τοῦ πῆρε ὁ Χριστὸς καὶ ἀπομακρύνθηκε. Ἔμεινε τὸ σκοτάδι καὶ ἡ βρωμιά. Ἐσεῖς τώρα ἀποφασίστε μὲ ποιὸν θὰ πάτε. Μὲ τὴ σκοτεινὴ καὶ βρώμικη Εὐρώπη, ἢ μὲ τὸν Χριστό; Ἀμήν.