xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

orthodoxiPisti: Η σημασία των δογμάτων. Σχετίζεται το δόγμα με τη...

orthodoxiPisti: Η σημασία των δογμάτων. Σχετίζεται το δόγμα με τη...: Η σημασία των δογμάτων. Σχετίζεται το δόγμα με την σωτηρία του ανθρώπου; του Στέλιου Μπαφίτη Εισαγωγή. Ακούμε πολύ συχνά ...

Η σημασία των δογμάτων. Σχετίζεται το δόγμα με την σωτηρία του ανθρώπου;


του Στέλιου Μπαφίτη

Εισαγωγή.
Ακούμε πολύ συχνά από διάφορους ανθρώπους να λένε ότι τα δόγματα της πίστεως δεν έχουν πολύ σημασία, και ότι οπουδήποτε και αν πάει κάποιος είναι καλά, αρκεί να αναπαύεται και να μελετάει την Αγία Γραφή. Αν αυτό είναι αλήθεια, τότε γιατί αυτοί οι ίδιοι που τα λένε (προέρχονται κυρίως από τον Προτεσταντικό χώρο) απορρίπτουν την ιστορική Εκκλησία του Χριστού και τα δόγματά της; Γιατί ασκούν προσηλυτιστική δράση, εφόσον η πίστη στον Ιησού Χριστό και η μελέτη της Αγίας Γραφής αρκούν; Στην πραγματικότητα, ο «αδογμάτιστος» χριστιανισμός που προβάλλουν δεν είναι καθόλου αδογμάτιστος. Άλλωστε ο αδογματισμός είναι και αυτός δόγμα.

Σε αυτό το άρθρο, θα προσπαθήσουμε να ρίξουμε φως με βάση την μαρτυρία της Αγίας Γραφής, των αγίων Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων, ώστε να δούμε πως η αρχαία Εκκλησία κατανοούσε το όλο θέμα. Οι μαρτυρίες αυτές που θα παραθέσουμε είναι ορισμένες μόνο από τις άφθονες που υπάρχουν. Η αλήθεια είναι ότι οι εκκλησιαστικοί άνδρες ασχολήθηκαν πάρα πολύ με τις αιρέσεις της εποχής τους, κάτι που δείχνει ότι το θέμα «αίρεση» και «διαφύλαξη των ορθών δογμάτων» ήταν (και είναι) υψίστης σημασίας για την Εκκλησία. Για παράδειγμα ο άγιος Ιππόλυτος Ρώμης, ο άγιος Ειρηναίος κα. Ο πατρολόγος, Στ. Παπαδόπουλος, αναφέρει· «Τα θεολογικά ή δογματικά ή αντιαιρετικά έργα αποτελούν τον κύριο κορμό της πατερικής γραμματείας και την έκφραση του αγώνα της Εκκλησίας για την εμπειρία της αλήθειας αλλά και την υπεράσπιση της». (Πατρολογία Στ. Παπαδόπουλου, Α Τόμος. Σελ. 116).

Δόγμα είναι η επί μέρους αυθεντική διδασκαλία της Εκκλησίας και αναφέρεται στην εν Χριστώ αποκάλυψη, όπως βιώθηκε από τους ανθρώπους που ήταν στο στάδιο του φωτισμού και της θέωσης, δηλαδή τους αγίους. Έχει να κάνει με το τι πιστεύουμε. Αίρεση είναι η παρέκκλιση από τα δόγματα της πίστεως που άπαξ παρεδόθη στους αγίους. Για την καταπολέμηση των αιρετικών δογμάτων συνήλθαν οι Οικουμενικές Σύνοδοι.

Ο άγιος Νικόδημος, στο Πηδάλιο σελ.588 δίνει τον ορισμό των αιρετικών· «Αιρετικοί ονομάζονται εκείνοι των οποίων η διαφορά παρευθύς και αμέσως είναι περί της εις Θεόν πίστεως, ήτοι οι κατά την πίστιν και τα δόγματα χωρισμένοι από τους ορθόδοξους κα παντελώς απομεμακρυσμένοι».

Ο ίδιος αναφέρει ότι πρέπει να αποστρεφόμαστε ακόμα και τις όποιες τελετές τους· «Οι Ορθόδοξοι χριστιανοί πρέπει να αποστρέφονται τους αιρετικούς,  και τας των αιρετικών τελετάς. Μάλλον δε αυτοί, οι αιρετικοί πρέπει να ελέγχονται και να νουθετώνται από τους Επισκόπους και Πρεσβυτέρους, μήπως ήθελαν καταλάβουν και επιστρέψουν από την πλάνην των». (Πηδάλιο σελ. 51).

Ο συγγραφέας του έργου «Ρήσεις και ερμηνείαι παραβολών του αγίου Ευαγγελίου» στην ερώτηση λη (38) αναφέρει· «Πόθεν λέγεται «αίρεσις»; Από του αιρείσθαι τι ίδιον και τούτο εξακολουθείν». Διαλέγει δηλαδή κάποιος κάτι από την Χριστιανική πίστη, το ξεχωρίζει και απορρίπτει όλα τα υπόλοιπα. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, η «Αίρεσις εστί περί πίστεως ουκ αληθής δόξα».

Για τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, ο σεβασμός του Θεού έχει να κάνει με την πίστη στα ορθά δόγματα και στις ευάρεστες πράξεις. «Ο τρόπος σεβασμού του Θεού συνίσταται στις ευσεβείς διδασκαλίες και στις καλές πράξεις» (Κατηχήσεις 4,2).

Κατά τον άγιο Νείλο, η αίρεση έχει την αρχή της στην κενοδοξία και επομένως στην υπερηφάνεια του ανθρώπου. Αναφέρει· «Κενοδοξία είναι φαντασία της συγκυρίας, φαινομενική φιλοπονία, αντίθετη προς την αλήθεια, αρχηγός των αιρέσεων, επιθυμία της πρωτοκαθεδρίας…τριπλή γλώσσα των αιρετικών». (Περί των κακιών, κεφάλαιο 4).


Το δόγμα και η αίρεση στην Καινή Διαθήκη
Ο Κύριος όταν αναστήθηκε και εμφανίστηκε σε εκείνους τους δύο μαθητές που πήγαιναν προς Εμμαούς, για την πίστη στο γεγονός της Αναστάσεως του Μεσσία, τους παρέπεμψε στους προφήτες και στον Μωυσή.

«Και αυτός είπε προς αυτούς· Ω ανόητοι και βραδείς την καρδίαν εις το να πιστεύητε εις πάντα όσα ελάλησαν οι προφήται· δεν έπρεπε να πάθη ταύτα ο Χριστός και να εισέλθη εις την δόξαν αυτού; Και αρχίσας από Μωϋσέως και από πάντων των προφητών, διηρμήνευεν εις αυτούς τα περί εαυτού γεγραμμένα εν πάσαις ταις γραφαίς». (Λουκάς κδ 25-27)

Ο απ. Παύλος μιλάει για την πηγή της Χριστιανικής πίστεως σε δύο σημεία. «Λοιπόν, αδελφοί, μένετε σταθεροί και κρατείτε τας παραδόσεις, τας οποίας εδιδάχθητε είτε διά λόγου είτε δι' επιστολής ημών». (Β Θες/κεις β 15). «Σας επαινώ δε, αδελφοί, ότι εις πάντα με ενθυμείσθε, και κρατείτε τας παραδόσεις, καθώς παρέδωκα εις εσάς». (Α Κορινθίους ια 1).

Αυτή, συνίσταται σε όσα παραδόθηκαν γραπτά και προφορικά από τους αποστόλους στην Εκκλησία. Τα προφορικά λόγια, η εκκλησία τα άκουσε και τα έκανε ζωή της και κτήμα της. Άλλα καταγράφτηκαν στα πρακτικά των συνόδων, και εν μέρει στα συγγράμματα των πατέρων. Τα υπόλοιπα έμειναν σε μας με την Άγραφη Παράδοση, όπως εξηγεί ο Μ Βασίλειος.

Ο απ. Παύλος προειδοποιεί ότι θα έρθει ένας καιρός όπου οι άνθρωποι που πιστεύουν στον θεό δεν θα υποφέρουν τα υγιή δόγματα της πίστης και θα μαζέψουν ψευτοδιδασκάλους που με τις διδασκαλίες τους απλά θα ικανοποιούν την ακοή τους. Αναφέρεται προφανώς σε αιρέσεις, και τονίζει το θέμα της διδασκαλίας. «Διότι θέλει ελθεί καιρός ότε δεν θέλουσιν υποφέρει την υγιαίνουσαν διδασκαλίαν, αλλά θέλουσιν επισωρεύσει εις εαυτούς διδασκάλους κατά τας ιδίας αυτών επιθυμίας, γαργαλιζόμενοι την ακοήν, και από μεν της αληθείας θέλουσιν αποστρέψει την ακοήν αυτών, εις δε τους μύθους θέλουσιν εκτραπή». (Β Τιμόθεος δ 3-4).

Στον επίσκοπο Τίτο, συμβουλεύει να ελέγχει απότομα εκείνους που ετεροδιδασκαλούν, ώστε να συνέρχονται. Δεν μιλάει σε απίστους. Σε ανθρώπους που πιστεύουν στο θεό αλλά πλανώνται στην πίστη, εκεί απευθύνεται. «Διά την οποίαν αιτίαν έλεγχε αυτούς αποτόμως, διά να υγιαίνωσιν εν τη πίστει,
και να μη προσέχωσιν εις Ιουδαϊκούς μύθους και εντολάς ανθρώπων αποστρεφομένων την αλήθειαν». (Τίτος α 13-14)

Σε άλλο σημείο, συμβουλεύει τον επίσκοπο Τιμόθεο να αποστρέφεται τις ματαιολογίες των αιρετικών. Βλέπουμε ότι και πάλι δίνει βαρύτητα στα δόγματα, στο τι πιστεύουμε δηλαδή.
«Ω Τιμόθεε, την παρακαταθήκην φύλαξον, αποστρεφόμενος τας βεβήλους ματαιολογίας και τας αντιλογίας της ψευδωνύμου γνώσεως, την οποίαν τινές επαγγελλόμενοι επλανήθησαν κατά την πίστιν». (Α Τιμοθέου 6,20-21)

Ο Ιούδας ο αδελφόθεος, συνδέει άμεσα την κοινή σωτηρία με την ορθή πίστη που άπαξ παραδόθηκε στους αγίους. «Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους». (Ιούδας 3)

Ο απ. Παύλος, μιλάει προφητικά και συμβουλεύει τους πρεσβυτέρους να προσέχουν την διδασκαλία των τοπικών εκκλησιών που ποιμαίνουν, διότι μετά την αναχώρησή του θα σηκώνονταν άνθρωποι από ανάμεσά τους (δηλαδή από πιστούς) που θα λαλούσαν αιρετικές διδασκαλίες («διεστραμμένα», όπως αναφέρει). Η αίρεση είναι διαστροφή της αλήθειας, και οι υπεύθυνοι λειτουργοί είναι υποχρεωμένοι να διαφυλάττουν την πίστη και να ποιμαίνουν την Εκκλησία του Θεού, την οποία ο Θεός απέκτησε με το αίμα Του. «Προσέχετε λοιπόν εις εαυτούς και εις όλον το ποίμνιον, εις το οποίον το Πνεύμα το Άγιον σας έθεσεν επισκόπους, διά να ποιμαίνητε την εκκλησίαν του Θεού, την οποίαν απέκτησε διά του ιδίου αυτού αίματος. Διότι εγώ εξεύρω τούτο, ότι μετά την αναχώρησίν μου θέλουσιν εισέλθει εις εσάς λύκοι βαρείς μη φειδόμενοι του ποιμνίου· και εξ υμών αυτών θέλουσι σηκωθή άνθρωποι λαλούντες διεστραμμένα, διά να αποσπώσι τους μαθητάς οπίσω αυτών. Διά τούτο αγρυπνείτε, ενθυμούμενοι ότι τρία έτη νύκτα και ημέραν δεν έπαυσα νουθετών μετά δακρύων ένα έκαστον. Και τώρα, αδελφοί, σας αφιερόνω εις τον Θεόν και εις τον λόγον της χάριτος αυτού, όστις δύναται να εποικοδομήση και να δώση εις εσάς κληρονομίαν μεταξύ πάντων των ηγιασμένων». (Πράξεις κ 28-32)

Σε άλλο σημείο, αναφέρει για τους αιρετικούς ότι ναυάγησαν στην πίστη· «…έχων πίστιν και αγαθήν συνείδησιν, την οποίαν τινές αποβαλόντες εναυάγησαν εις την πίστιν» (Α Τιμοθέου α 19).
Δεν λέει ότι είναι σωσμένοι, αλλά ναυαγοί στην πίστη.



Ο απ. Ιωάννης γράφει για εκείνους που αρνούνταν ότι ο Ιησούς έλαβε ανθρώπινο σώμα· «Αγαπητοί, μη πιστεύετε εις παν πνεύμα, αλλά δοκιμάζετε τα πνεύματα εν ήναι εκ του Θεού· διότι πολλοί ψευδοπροφήται εξήλθον εις τον κόσμον. Εκ τούτου γνωρίζετε το Πνεύμα του Θεού· παν πνεύμα, το οποίον ομολογεί ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εν σαρκί, είναι εκ του Θεού· και παν πνεύμα, το οποίον δεν ομολογεί ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εν σαρκί, δεν είναι εκ του Θεού· και τούτο είναι το πνεύμα του αντιχρίστου, το οποίον ηκούσατε ότι έρχεται, και τώρα μάλιστα είναι εν τω κόσμω. (Α Ιωάννου δ 1-3)

Πίστευαν στον Χριστό και αυτοί, αλλά αρνούνταν αυτό το συγκεκριμένο δόγμα, από το οποίο προκύπτουν πολλά άλλα. Η μια αιρετική διδασκαλία φέρνει την άλλη. Σαν μια αλυσίδα.

 Ο απ. Παύλος αναφέρει ότι ο αιρετικός άνθρωπος είναι διεφθαρμένος. Η πίστη η ορθή έχει διαφθαρεί μέσα του με διδασκαλίες αλλότριες. Για αυτό και αναφέρει· «Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, εξεύρων ότι διεφθάρη ο τοιούτος και αμαρτάνει, ων αυτοκατάκριτος. (Τίτος γ 10-11).

Στις εκκλησίες της Γαλατίας (στην σημερινή Τουρκία), είχαν εισχωρήσει χριστιανοί με αιρετικές δοξασίες, οι Ιουδαίζοντες χριστιανοί. Στον Χριστό πίστευαν και αυτοί, μάλιστα διάβαζαν και την Γραφή της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά είχαν αιρετικό δόγμα. Πίστευαν ότι η σωτηρία δεν δίνεται με την θυσία του Χριστού μόνο, αλλά πρέπει να τηρούν και τα του νόμου του Μωυσή. Οι Απόστολοι δογμάτισαν στην πρώτη αποστολική σύνοδο (Πράξεις ιε). Δεν είπαν ότι είμαστε το ίδιο και ας πιστεύουμε διαφορετικά. Διαχώρισαν την πλάνη από την αλήθεια και έκαναν γνωστή την διδασκαλία της Εκκλησίας. Αργότερα, θα γράψει·

«Αλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού σας κηρύττη άλλο ευαγγέλιον παρά εκείνο, το οποίον σας εκηρύξαμεν, ας ήναι ανάθεμα. Καθώς προείπομεν, και τώρα πάλιν λέγω· Εάν τις σας κηρύττη άλλο ευαγγέλιον παρά εκείνο, το οποίον παρελάβετε, ας ήναι ανάθεμα. Διότι τώρα ανθρώπους πείθω ή τον Θεόν; ή ζητώ να αρέσκω εις ανθρώπους; διότι εάν ακόμη ήρεσκον εις ανθρώπους, δεν ήθελον είσθαι δούλος Χριστού». (Γαλάτας α 8-9).

Οι διδασκαλίες των αιρετικών είναι μάταιες, προχωρούν σε ασέβεια, κατατρώνε ως γάγγραινα το υγιές σώμα, και ανατρέπουν την πίστη όσων ανθρώπων δεν έχουν πλήρη γνώση περί της πίστεως. «Τας δε βεβήλους ματαιοφωνίας φεύγε· διότι θέλουσι προχωρήσει εις πλειοτέραν ασέβειαν, και ο λόγος αυτών θέλει κατατρώγει ως γάγγραινα· εκ των οποίων είναι ο Υμέναιος και ο Φιλητός, οίτινες απεπλανήθησαν από της αληθείας, λέγοντες ότι έγεινεν ήδη η ανάστασις, και ανατρέπουσι την πίστιν τινών». (Β Τιμοθέου β 16- 18).

Ο Υμέναιος και ο Φιλητός πίστευαν στην ανάσταση, και επομένως στον Θεό, αλλά με αυτό δεν σημαίνει οτι δεν αποπλανήθηκαν από την αλήθεια.

Ο απ. Πέτρος, ονομάζει τις αιρέσεις, «αιρέσεις απωλείας». «Υπήρξαν όμως και ψευδοπροφήται μεταξύ του λαού, καθώς και μεταξύ σας θέλουσιν είσθαι ψευδοδιδάσκαλοι, οίτινες θέλουσι παρεισάξει αιρέσεις απωλείας, αρνούμενοι και τον αγοράσαντα αυτούς δεσπότην, επισύροντες εις εαυτούς ταχείαν απώλειαν·»
(Β Πέτρου β 1)

Οι αιρετικοί διαστρεβλώνουν τις Γραφές «προς την ιδίαν αυτών απώλεια», όπως έκαναν και με τις επιστολές του απ Παύλου.
«…καθώς και ο αγαπητός ημών αδελφός Παύλος έγραψε προς εσάς κατά την δοθείσαν εις αυτόν σοφίαν, ως και εν πάσαις ταις επιστολαίς αυτού, λαλών εν αυταίς περί τούτων, μεταξύ των οποίων είναι τινά δυσνόητα, τα οποία οι αμαθείς και αστήρικτοι στρεβλόνουσιν, ως και τας λοιπάς γραφάς προς την ιδίαν αυτών απώλειαν». (Β Πέτρου γ 15-16).

Όπως βλέπουμε, ο δήθεν αδογματισμός δεν είχε καμία θέση κατά τον πρώτο αποστολικό αιώνα στην διδασκαλία των αγίων αποστόλων. Κάτι που συνεχίστηκε και κατά τους επόμενους αιώνες.

Παρακάτω, ακολουθούν μερικά μόνο από τα πολλά σημεία στα οποία
οι άγιοι Πατέρες μιλούν σχετικά



Η θέση του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου για τα δόγματα και την αίρεση. (107 μ. Χ.)
Ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, που ήταν άμεσος διάδοχος των αποστόλων, αναφέρει·
«Έμαθα ότι πέρασαν μερικοί περαστικοί από εκεί, από την Εκκλησία σας, που έχουν κακόδοξη διδαχή· αλλά εσείς δεν αφήσατε να σπείρουν ανάμεσά σας την κακοδοξία τους, κλείσαντες τα αφτιά σας, ώστε να μην δεχτείτε τα όσα ήθελαν να σπείρουν…» (Προς Εφεσίους, 9).

«…στην πλάνην τους εσείς να είσθε σταθεροί στην πίστη σας…» (Προς Εφεσίους 10).

«…πόσο μάλλον θα τιμωρηθεί εκείνος που διαφθείρει με την αιρετική διδασκαλία την πίστη, για την οποία σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός?» (κεφ. 16)

«Φροντίστε λοιπόν να εδραιωθείτε στα δόγματα του Κυρίου και των Αποστόλων…» (Προς Μαγνησιείς 13).

«Σας παρακαλώ λοιπόν, όχι εγώ, αλλά η αγάπη του Ιησού Χριστού να λαμβάνετε μόνο τη χριστιανική τροφή και να απέχετε από τα ξένα βότανα, γιατί αυτά είναι αίρεση.» (Προς Τραλλιανούς 6).

«Λοιπόν, τέκνα του φωτός της αλήθειας, αποφεύγετε τον χωρισμό και τις κακοδιδασκαλίες· όπου είναι ο ποιμένας, εκεί να τον ακολουθείτε ως πρόβατα…». (Προς Φιλαδελφείς 2).


Η θέση του Κλήμη Αλεξανδρείας (150- 216).
Κατά τον Κλήμη Αλεξανδρείας, η αίρεση είναι εκτροπή από την αλήθεια. Στο έργο του «Των κατά την αληθή φιλοσοφίαν Γνωστικών υπομνημάτων στρωματέων Πρώτο βιβλίο», αναφέρει · «εκούσιος γαρ η τε αίρεσις ητε της αληθείας εκτροπή».

Άγιος Πολύκαρπος Σμύρνης (167 μ Χ)
«…όποιος παραποιεί με τεχνάσματα τα λόγια του Κυρίου σύμφωνα με τις δικές του επιθυμίες και λέγει ότι δεν υπάρχει ούτε ανάσταση, ούτε κρίση, αυτός είναι πρωτότοκος του Σατανά». (Προς Φιλιππισίους 7).

Η θέση του αγίου Ειρηναίου (2ος – 3ος αιώνας).
Οι αιρετικοί εισάγουν λόγους ψευδείς, λόγους και διδασκαλίες που δεν υπήρχαν πριν. Αιχμαλωτίζουν εκείνους που δεν έχουν πείρα της πίστης, μηχανορραφώντας  τα λόγια του Χριστού θέλοντας να είναι ερμηνευτές. «…επεισάγουσι λόγους ψευδείς και γενεαλογίας ματαίας, αίτινες σηζητήσεις μάλλον παρέχουσι, καθώς ο απόστολος φησίν, η οικοδομή Θεού την εν πίστει, και δια της πανούργως συγκεκροτημένης πιθανότητος παράγουσι τον νουν των απειροτέρων, και αιχμαλωτίζουσι αυτούς, ραδιουργούντες τα λόγια Κυρίου, εξηγηταί κακοί των καλώς ειρημένων γινόμενοι και πολλούς ανατρέπουσιν…» (Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως, βιβλίο Α 1).

Ενώ αναφέρει για την αληθοφάνεια της αιρέσεως που έχει σε εκείνους που είναι άπειροι της χριστιανικής πίστης· «…περιβλήματι πανούργως κοσμούμενη, και αυτής της αληθείας αληθεστέραν εαυτήν παρέχειν φαίνεσθαι δια της έξωθεν φαντασίας τοις απειροτέροις…» (Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως,βιβλίο Α, 2).

Η θέση του Μ. Αθανασίου (298- 373 μ Χ).
Ο Μ. Αθανάσιος αποκαλεί την αίρεση ως «εξέραμα της ασεβείας», και αναφέρει ότι η αμφισβήτηση της διδασκαλίας των προηγούμενων Πατέρων και της Ιεράς Παράδοσης δεν είναι γνώρισμα των αληθινών διδασκάλων αλλά του διαβόλου· «Έκγονον εστί διαβόλου και καπήλων δε μάλλον και ου διδασκάλων εστί γνώρισμα. Εστί γαρ, ως οι πατέρες παρεδεδώκασιν, όντως διδασκαλία και διδασκάλων αληθών τούτο τεκμήριο το τα αλλήλοις ομολογείν και μη αμφισβητείν μήτε προς εαυτούς μήτε προς τους εαυτών πατέρας». (Περί της εν Νικαίας Συνόδου). Την αίρεση του Αρείου που δίδασκε ότι ο Υιός δεν υπήρχε από πάντα και ότι δεν έχει την ίδια ουσία με τον Πατέρα αλλά απλά ήταν το πρώτο και τελειότερο κτίσμα του Θεού, την αποκαλεί δαιμονιώδη. Σε άλλο έργο αναφέρει ότι η αίρεση είναι θεομίσητη, ακόμα και αν την στηρίζουν δυνατοί- κοινωνικά- άνθρωποι. Τους αιρετικούς αναφέρει ως «εκπεσόντες» και ναυαγούς στην πίστη· «Οι δε από των αιρέσεων εκπεσόντες της εκκλησιαστικής διδασκαλίας. Και περί την πίστην ναυαγήσαντες…». (Λόγος κατά ειδώλων).



Η θέση του αγίου Κύριλλου Ιεροσολύμων (313- 387 μ Χ)
Για τους αιρετικούς, αναφέρει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων·

«Μη προσέχεις στα καλά τους λόγια, ούτε στην ψεύτικη ταπεινοφροσύνη τους. Γιατί είναι φίδια και γεννήματα οχιάς». (Κατήχηση ΣΤ).

«Η Εκκλησία ονομάζεται Καθολική, επειδή είναι απλωμένη σε όλη την οικουμένη, από τη μια άκρη ως την άλλη άκρη της γης, και επειδή διδάσκει πλήρη και αδιάκοπα όλα τα δόγματα που πρέπει να γνωρίζουν οι άνθρωποι…για αυτό και το σύμβολο της Πίστεως, για να είσαι σίγουρος σου παρέδωσε και το «Εις μίαν αγίαν, Καθολικήν Εκκλησίαν», ώστε να αποφεύγεις τις μιαρές συγκεντρώσεις των αιρετικών και να παραμένεις ισόβια στην Αγία, Καθολική Εκκλησία, στους κόλπους της οποίας ξαναγεννήθηκες. Κι αν βρεθείς καμιά φορά σε ξένη πόλη, να μην ρωτάς απλώς που είναι ο ναός- διότι και οι άλλοι ασεβείς αιρετικοί τολμούν να αποκαλούν τις σπηλιές τους εκκλησίες- ούτε να ρωτάς απλώς που είναι η Εκκλησία, αλλά που βρίσκεται η καθολική εκκλησία, γιατί αυτό είναι το ιδιαίτερο όνομα αυτής της Αγίας Μητέρας όλων μας…» (Κατήχηση ΙΗ).

«..παίρνεις με τις κατηχήσεις όπλα εναντίων της ενέργειας του εχθρού- διαβόλου. Παίρνεις πνευματικά όπλα εναντίων των αιρέσεων, των Ιουδαίων, των Σαμαρειτών, και των ειδωλολατρών». (Προκατήχηση Α).

«Η ευσέβεια εκδηλώνεται με τους εξής δύο τρόπους· Με τα ευσεβή δόγματα, και με τις αγαθές πράξεις, Και ούτε τα δόγματα χωρίς αγαθά έργα είναι δεκτά από τον Θεό, ούτε τα έργα που δεν συνοδεύονται από ευσεβή δόγματα τα δέχεται ο Θεός…Είναι λοιπόν, μεγάλο απόκτημα η εκμάθηση των δογμάτων, και υπάρχει ανάγκη να έχουμε νηφάλια ψυχή, επειδή πολλοί είναι εκείνοι που θέλουν να μας εξαπατήσουν με τη φιλοσοφία και με κούφια απατηλά πράγματα…οι οπαδοί των αιρετικών, με ευγενική γλώσσα και ευγλωττία απατούν τις καρδιές των απλοϊκών ανθρώπων, και καλύπτουν με το χριστιανικό τους όνομα, σαν με μέλι, τα δηλητήρια των αιρετικών δογμάτων» (Κατήχηση Δ).

Η θέση του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου (329- 390 μ Χ).
Ενώ ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, σημειώνει ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο μεγαλοπρεπές για τον Θεό όπως λόγος καθαρός και ψυχή τέλεια στα δόγματα της αλήθειας· «Ουδέν ούτω τω θεώ μεγαλοπρεπές, ως λόγος κεκαθαρμένος και ψυχή τελεία τοι της αληθείας δόγμασιν». (Λόγος 42, Συνακτήριος).   

Η θέση του Μ Βασιλείου (330- 378 μ Χ)
Κατά τον Μ. Βασίλειο, η αίρεση χωρίζει- διαιρεί την ορθή πίστη και την αλήθεια. Στην επιστολή του προς τον επίσκοπο Επιφάνιο (επιστολή 258), αναφέρει· «Και τέτμηται μεν η αίρεσις προς την Ορθοδοξίαν, τέτμηται δε αύτη προς εαυτόν η ορθότης».

Ο ίδιος θέτει την ευθύνη για την πλάνη της αιρέσεως όχι μόνο στον αιρετικό αλλά περισσότερο στον αιρεσιάρχη· «Ου γαρ μόνον ο πονηράς έχων περί Θεού εννοίας υπαίτιος, αλλά και ο τούτων προς την απώλειαν ταύτην καθηγησάμενος». (Εις τον ψαλμό ΜΗ).

Στην επιστολή του προς τον άγιο Αμφιλόχιο Ικονίου, στο έργο του «Περί Αγίου Πνεύματος», κεφάλαιο Λ, αναφέρει ότι η αίρεση γενικά μετακινεί τα δογματικά όρια που έθεσαν οι Πατέρες, και είναι αυτή η διασάλευση αγριότερη από αυτήν που γίνεται στην θάλασσα όταν έχει κακό καιρό. «Ο δε σάλος ούτος των εκκλησιών τινός ουκ εστί θαλασσίου κλύδωνος αγριότερος; Εν ω παν μεν όριον πατέρων κεκινήται, πας δε θεμέλιος και ει τι οχύρωμα δογμάτων διασεσάλευται».

 Αλλού, αναφέρει ότι οι αιρετικοί καταφρονούν τα Πατερικά δόγματα, τις αποστολικές παραδόσεις, έχουν καινοφανείς διδασκαλίες που η Εκκλησία ποτέ δεν είχε. «Καταπεφρόνηται τά τών Πατέρων δόγματα, άποστολικαί παραδόσεις έξουθένηνται, νεωτέρων ανθρώπων έφευρέματα ταις Εκκλησίας έμπολιτεύεται· τεχνολογούσι λοιπόν, ου θεολογούσιν οί άνθρωποι· ή του κόσμου σοφία τά πρωτεία φέρεται παρωσαμένη τό καύχημα τού Σταυρού. Ποιμένες απελαύνονται, άντεισάγονται δε λύκοι βαρείς διασπώντες τό ποίμνιον του Χριστού». (Επιστολή 90).

 Νικοπολίταις πρεσβύτεροι (επιστολή 240).
«Μόνον μη εξαπατηθήτε ταις ψευδολογίαιας αυτών επαγγελλομένων ορθότητα πίστεως. Χριστέμποροι γαρ οι τοιούτοι και ου χριστιανοί, το αεί αυτοίς κατά τον βίον τούτον λυσιτελούν του κατ’ αληθείαν ζην προτιμώντες».

Η θέση του αγίου Γρηγορίου Νύσσης (335- 394 μ Χ)
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, περιγράφει την πνευματική μάχη της Εκκλησίας με την αίρεση και την πλάνη, παραλληλίζοντας την Εκκλησία με μια πόλη που πολιορκείται από τους εχθρούς που είναι απέξω και την πολεμούν με την βοήθεια των δαιμόνων. Ο ίδιος, ως πολεμιστής του Κυρίου, αγωνιώντας για την πόλη και τους συμπολίτες του, προτιμά να αγωνιστεί για τον ουράνιο μισθό παρά να ησυχάζει και να αδιαφορεί· «Επεί δε πολιορκείται μεν η πόλις του Θεού, η Εκκλησία, κατασείεται δε το μέγα τείχος της πίστεως τοις μηχανήμασι της αιρέσεως εν κύκλω περιδονούμενον, κίνδυνος δε ου μικρός αιχμάλωτον οιχεσθαι παρά της των δαιμόνων επιστρατείας ανάρπαστον τον λόγον του Κυρίου γενόμενον…δια τούτο φοβερόν είναι κρίνας το μη συμμετάσχειν της των Χριστιανών αγωνίας ουκ επι την ησυχίαν απέκλινα, προτιμοτέρους δε μάλλον εποιησάμην τους εκ των πόνων ιδρώτας της εκ του ησυχάζειν ανέσεως, ειδώς ακριβώς ότι ώσπερ τον μισθόν λήψεται, καθώς φησίν ο απόστολος, κατά το ίδιον κόπον έκαστος, ούτω πάνως και την τιμωρίαν επι τη των κατά δύναμιν πόνων ολογωρία». Για αυτό το λόγο, παίρνει εφόδια για να αντιμετωπίσει τα αιρετικά δόγματα· «εκ του ποιμενικού καδδίου, τουτέστιν εκ των εκκλησιαστικών δογμάτων, τους ακατασκεύους τούτους και αυτοφυείς λόγους εις ανατροπήν της βλασφημίας αφείς και ουδεμίας της εκ των έξωθεν λόγων οπλίσεως επι τον αγώνα προσδεηθείς...», και με τον λόγο αντιμετωπίζει τους αιρετικούς· «εκ θείας δυνάμεως ευθυνθήναι μεν την γράφουσα χείρα προς την των αιρετικών δογμάτων αναίρεσιν, υπηρετήσαι δε τους δακτύλους τη ανατροπή της πονηράς παρατάξεως εμπείρως και αγωνιστικώς διατιθέντας κατά των πολεμίων τον λόγον». (Προς Ευνόμιον).
    
Σε άλλο έργο του, εξετάζοντας περί της αιρέσεως των Ανομοίων (πίστευαν ότι ο Πατέρα και ο Υιός έχουν ανόμοια φύση), αναφέρεται στην κενότητα του δόγματος τους·  «Αλλά που μοι των Ανομοίων η αίρεσις; Τι προς την τοιαύτην ερούσι φωνήν; Πως διασώσουσιν εν τοις ειρημένοις του δόγματος αυτών την κενότητα?». (Περί της κατασκευής του ανθρώπου, κεφάλαιο 6, Έλεγχος του δόγματος των Ανομοίων).

Κάτι που οδηγεί στο ψέμα και στην αιρετική διδασκαλία· «Παν γαρ το παρά την αλήθειαν λεγόμενον, ψεύδος εστί πάντως και ουκ αλήθεια» (Αντιρρητικός Λόγος κατά Ευνομίου).



Η θέση του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου (347- 407)
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει ότι η Εκκλησία οικοδόμησε οίκο πνευματικό με το να ανορθώσει τους πιστούς με την ορθή διδασκαλία, ενώ η αίρεση καταστρέφει, και είναι αιτία «θανάτου αιωνίου». «Σοφαί γυναίκες ωκοδόμησαν οίκους. Η εκκλησία δια της υπομονής και ελπίδος του Χριστού ανωκοδόμησεν εαυτόν οίκον, τουτέστιν, ανήγειρε και ανώρθωσε τη διδαχή και πίστει τους προσιόντας αυτή. Η δε άφρων κατέστρεψε ταις χερσίν αυτής, όπερ εστίν, η αίρεσις παραίτιος εαυτή θανάτου αιωνίου γεγενημένη».(Αποσπάσματα εις Παροιμίας).

Στον λόγο 3, «Προς πιστόν πατέρα», αναφέρει μερικές από τις καταστροφικές συνέπειες της αίρεσης στην ψυχή του ανθρώπου, όπως το να καταστρέφει την ευσέβεια και να ανατρέπει την ζωή του ανθρώπου βυθίζοντάς τον στα μιαρά δόγματα και τον ακάθαρτο βίο. «‘Ώστε ου μόνον πολιτείαν ανατρέπουσι, αλλά και ευσέβειαν λυμαίνονται, και ουκ αν τις αμάρτοι κοινούς εχθρούς τούτους προσειπών, οι κατά της ετέρων ζώσι σωτηρίας, δόγμασι μιαροίς και βίοις ακαθάρτοις τους μεθ’ εαυτών εμπλέοντας καταδύοντες».

 Στον πρώτο παραινετικό του λόγο, «Προς Σταγείριον τον ασκητήν»,  ονομάζει τα δόγματα της Εκκλησίας «σωτήρια», και ότι είναι ανάγκη να πετάξει ο άνθρωπος από πάνω του την «πεπλανημένη δόξαν», δηλαδή τις αιρετικές διδασκαλίες. «…ίνα πρώτον την πεπλανημένη δόξαν εκβαλών, και πείσας ειδέναι την αληθή του παντός πρόνοιαν, ούτως επι το παρακαλείν τρέψω τον λόγον· επειδή δε τη του Θεού χάριτι από βρέφους τα ιερά γράμματα οίδας, και τα αληθή και σωτήρια δόγματα διαδεξάμενος εκ προγόνων πιστεύεις ακριβώς ότι μέλει περί πάντων τω Θεώ, και μάλιστα των πιστευόντων αυτώ, τούτο αφέντες το μέρος, ετέρωθεν ποιησώμεθα την αρχήν».

Στον δεύτερο λόγο του «Προς Ανομοίους περί ακαταλήπτου», υπενθυμίζει ότι άλλοτε τους αιρετικούς Ιουδαίζοντες  χριστιανούς οι οποίοι ήθελαν να θολώσουν τα καθαρά δόγματα της Εκκλησίας με καινοτομίες δικές τους, η Εκκλησία αντιμετώπισε με τα υγιή δόγματα των αποστόλων, τονίζοντας για άλλη μια φορά την σπουδαιότητα των δογμάτων της πίστεως. «Κατέβησαν τινές από της Ιουδαίας ποτέ επι των προγόνων των υμετέρων, επιθολούντες τα καθαρά της αποστολικής διδασκαλίας δόγματα, και κελεύοντες περιτέμνεσθαι καιτηρείν τον νόμον Μωυσέως. Ταύτην ουκ ηνεγκαν σιγή την καινοτομίαν οι τότε την πόλιν υμών οικούντες, αλλά ώσπερ τινές γεναίοι σκύλακες λύκους ορώντες επεισιόντας και την ποίμνην απασαν διαφθειροντας, ούτως επιπηδήσαντες εκείνοις ο πρότερον απέστησαν σοβούντες αυτούς και απελαύνοντες, εως παρεσκεύασαν παρά των αποστόλων πανταχού της οικουμένης πεμφθήναι δόγματα αποτειχίζοντα κακείνοις και τοις μετ΄εκείνους άπασι την τοιαύτην κατά των πιστών έφοδον».

Στο έργο του «Προς τους ουκ εις δέον χρωμένους αποστολικώ ρητώ τω λέγοντι, «Είτε προφάσει, είτε τη αληθεία Χριστός καταγγέλεται» και περί ταπεινοφροσύνης», αναφέρει ότι «Το μεν γαρ κήρυγμα ου γίνεται υγιές, όταν τα δόγματα η πλάνης γέμοντα· η πρόφασις δε ου γίνεται υγιής, όταν το μεν κήρυγμα υγιές η, οι δε κηρύττοντες μη δια τον Θεόν κηρύττωσιν, αλλά η προς έχθραν, η προς χάριν ετέρων». Δηλαδή, το κήρυγμα των αιρετικών που έχει πλάνες, δεν είναι υγιές. Από την άλλη μεριά, το κίνητρο εκείνου που κηρύττει δεν είναι υγιές ακόμα και αν το κήρυγμά του είναι σωστό, όταν δεν κηρύττει για τον θεό αλλά από έχθρα προς κάποιον ή για χάρη άλλων.

Ο ιερός Χρυσόστομος σε καμία περίπτωση δεν ήταν αγαπολόγος ή δεν έκανε εκπτώσεις στην αλήθεια χάρην της ψεύτικης αγάπης· «μηδέν νόθον δόγμα τω της αγάπης προσχήματι παραδέχεσθε». (Υπόμνημα εις την προς Φιλιππισίους, ομιλία β).


Επίλογος
Ήταν μερικά σημεία μόνο από ορισμένους μόνο Πατέρες για την αίρεση και την σημασία του δόγματος, ώστε να πάρουμε μια μικρή γεύση για το φρόνημα της αρχαίας Εκκλησίας. Η Εκκλησία ως σώμα Χριστού, είναι μισητή από τον εχθρό του Θεού, Σατανά. Εκείνος προσπαθεί να πληγώσει το σώμα του Κυρίου, αλλά τελικά και σύμφωνα με τις υποσχέσεις του Χριστού τόσο στην Παλαιά Διαθήκη όσο και στην Καινή, η Εκκλησία με την χάρη του Θεού θα εισέλθει στην αιώνια δόξα ως νύμφη Του και οι αντίθεες δυνάμεις θα αισχύνονται αιώνια. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ο άγιος Κυπριανός, και ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου κα, μας διαβεβαιώνουν για την νίκη της Εκκλησίας και την συντριβή των αιρέσεων.

«Ουδέποτε αίρεσις την Εκκλησίαν ενίκησε, αλλά αεί μαίνεται, και κατ’ ολίγον προελθούσα ευθέως λύεται» (Ιερά Παράλληλα).

 «Λίθος μεν ουν προσκόμματος τοις απίστοις εθνικοίς ο Χριστός, πέτρα δε σκανδάλου τοις Ιουδαίοις, τοις δε πιστοίς ημίν λίθος του θεμελίου, της Εκκλησίας πάσαν την κρηπίδα συνέχων και πέτρα δια το στερρόν και άπτωτον της ομολογίας, η προσαραττόμεναι αι τρικυμίαι των αιρέσεων εις αφρόν διαλύονται» (Κύριλλος Αλεξανδρείας).
  
«Εκτός Εκκλησίας ουδεμία σωτηρία» (“Extra Ecclesiam nulla salus”) (Άγιος Κυπριανός Καρχηδόνος Επιστολή 72 Προς Ιουβαϊανό, Περί Βαπτίσματος των Αιρετικών)

«…η εκκλησία του Θεού ωκοδόμηται, και  «πύλαι Άδου ου κατισχύσουσι αυτής». Πύλαι δε Άδου αι αιρέσεις και οι αιρεσιάρχαι…» (Άγιος Επιφάνιος Κύπρου, Αγκυρωτός).


Πηγές
Πατρολογία Στ. Παπαδόπουλου, Τόμοι Α, Β, Γ.
Πηδάλιο αγίου Νικοδήμου
Πατερικά κείμενα από το Thesaurus Linguae Graecae (TLG).
Αγίου Νείλου του μοναχού έργα, Φιλοκαλία τ. 11Β
Βιβλία Καινής Διαθήκης σε μετάφραση του αρχιμανδρίτη Ν. Βάμβα
Αποστολικοί Πατέρες, Α τόμος, Χ. Κρικώνης
Άγιος Ειρηναίος, ΒΕΠ Τ. 5
Κατηχήσεις αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Α, Β τόμοι, Γ. Μαυρομάτη.


Επιμέλεια: Σοφία Ντρέκου- Ex Protestant

orthodoxiPisti: Η προσκύνηση των Μάγων στον νεογέννητο ΧριστόΜιχά...

orthodoxiPisti: Η προσκύνηση των Μάγων στον νεογέννητο ΧριστόΜιχά...: Η προσκύνηση των Μάγων στον νεογέννητο Χριστό Μιχάλης Μαυροφοράκης και Αγάπιος Ματσαγκούρας Το θέμα της παρούσας μελέτης είναι η πρ...

Η προσκύνηση των Μάγων στον νεογέννητο Χριστό
Μιχάλης Μαυροφοράκης και Αγάπιος Ματσαγκούρας
Το θέμα της παρούσας μελέτης είναι η προσκύνηση των Μάγων προς το Χριστό. Είναι ένα ζήτημα που μαζί με όλα τα άλλα κηρύττεται μέσα στα Ευαγγέλια και παράλληλα, δυστυχώς, υπάρχουν ορισμένοι κατ’ όνομα χριστιανοί, οι οποίοι αλλοιώνουν το περιεχόμενο αυτής της ιστορίας, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να αλλοιώσουν και ολόκληρο το μήνυμα αυτής της πολύ μεγάλης εορτής της χριστιανοσύνης, της εορτής της κατά σάρκα γεννήσεως του Χριστού.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν κατ’ αρχήν διαβάζοντας το περιστατικό αυτό από το Ευαγγέλιο του Αποστόλου Ματθαίου και συγκεκριμένα από τον πρώτο στίχο του δευτέρου κεφαλαίου. Ο ευαγγελιστής λοιπόν λέγει τα εξής:

«Του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως, ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα λέγοντες· πού εστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων; είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ. Ακούσας δε Ηρώδης ο βασιλεύς εταράχθη και πάσα Ιεροσόλυμα μετ’ αυτού, και συναγαγών πάντας τους αρχιερείς και γραμματείς του λαού επυνθάνετο παρ’ αυτών που ο Χριστός γεννάται. Οι δε είπον αυτώ· εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας· ούτω γαρ γέγραπται δια του προφήτου· Και συ Βηθλεέμ, γη Ιούδα, ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα· εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος, όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ. Τότε Ηρώδης λάθρα καλέσας τους μάγους ηκρίβωσε παρ’ αυτών τον χρόνον του φαινομένου αστέρος, και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε· πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου, επάν δε εύρητε, απαγγείλατέ μοι, όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ. οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν· και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς, έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον· ιδόντες δε τον αστέρα εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα, και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού, και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ, και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα, χρυσόν και λίβανον και σμύρναν· και χρηματισθέντες κατ’ όναρ μη ανακάμψαι προς Ηρώδην, δι’ άλλης οδού ανεχώρησαν εις την χώραν αυτών». [Ματθ.2:1-12]

Στο σημείο αυτό, δηλαδή στο στίχο 12, ολοκληρώνει ο ευαγγελιστής τη σκηνή που αφορά στην προσκύνηση των Μάγων. Παρατηρούμε ότι, αφού στο πρώτο κεφάλαιο καταγίνεται με τη γενεαλογία του Χριστού, δηλαδή με το να μας αποδείξει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας, ο οποίος ανήκει και προέρχεται από το γένος του Αβραάμ και είναι απόγονος του Βασιλέως Δαυϊδ, όπως άλλωστε όλες οι προφητείες αναφέρουν και βεβαιώνουν για το Μεσσία, αφού λοιπόν πείθει με αυτό τον τρόπο τον αναγνώστη και ακροατή του ευαγγελίου, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Αυτός για Τον οποίο μιλούν οι προφητείες και αφού περιγράφει με λίγα λόγια τη γέννηση του Χριστού, στη συνέχεια παραθέτει το περιστατικό αυτό της προσκύνησης των Μάγων. Σημειώνουμε ότι ο ευαγγελιστής Ματθαίος είναι ο μόνος από τους ευαγγελιστές που καταπιάνεται με αυτό το περιστατικό και μάλιστα το θεωρεί σημαντικό χαρακτηριστικό της γέννησης του Χριστού. Δηλαδή δεν αναφέρεται σε άλλα χαρακτηριστικά, σε άλλα θαυμαστά γεγονότα, σε άλλα θαύματα τα οποία χαρακτηρίζουν τη γέννηση και στα οποία αναφέρονται οι άλλοι ευαγγελιστές.

Έτσι λοιπόν, στον επόμενο ακριβώς στίχο στον 13 συνεχίζει ο Ματθαίος να μας περιγράφει τη φυγή πλέον του Χριστού στην Αίγυπτο και τη σφαγή των νηπίων από τον Ηρώδη.

Η μελέτη αυτή για την προσκύνηση των Μάγων γίνεται διότι υπάρχουν πολλοί, οι οποίοι με κάθε τρόπο, μη γνωρίζοντες την αλήθεια του χριστιανικού ευαγγελίου διαστρέφουν κάθε νόημα και περιστατικό που σχετίζεται με αυτό. Έτσι λοιπόν, είναι επόμενο να διαστρέφεται και η έννοια της εορτής των Χριστουγέννων. Η Εκκλησία όπως έχει φανεί και σε άλλες μελέτες, ήδη από τα αρχαία χρόνια εορτάζει αυτή τη σημαντική εορτή, διότι, κατά το χριστιανικό ευαγγέλιο, η κατά σάρκα γέννηση του Υιού του Θεού αποτελεί και την απαρχή της σωτηρίας μας. Διότι εάν ο Χριστός, εάν ο Υιός και Λόγος του Θεού δε γινόταν άνθρωπος καθ' όλα όμοιος με μας, δε θα μπορούσε να σηκώσει και το βάρος των αμαρτιών μας στο Σταυρό και δε θα μπορούσε να αναστηθεί και μαζί του να αναστήσει και το ανθρώπινο γένος. Οι Άγγελοι έλεγαν ότι «ετέχθη υμίν σήμερον Σωτήρ, ος εστί Χριστός Κύριος.

Η ημέρα λοιπόν αυτή είναι σημαντική για την ιστορία της ανθρωπότητας, αλλά και η ανάμνησή της και ο εορτασμός της φέρνει στο νου όλων των πιστών, ακριβώς αυτό το μεγαλειώδες έργο της σωτηρίας.

Πολλοί λοιπόν από αυτούς, οι οποίοι δε γνωρίζουν το μεγαλείο αυτής της ημέρας και το νόημα που έχει για τη σωτηρία της ανθρωπότητας, προσπαθούν με κάθε τρόπο να μειώσουν την αξία της, να κατηγορήσουν την Εκκλησία που την εορτάζει, ότι δήθεν ακολουθεί ειδωλολατρικά ήθη και έθιμα και βέβαια μέσα σ’ αυτή την αγωνιώδη προσπάθειά τους, όσοι βρίσκονται κάτω από την πλάνη της αιρέσεως, προσπαθούν κάθε περιστατικό που σχετίζεται με αυτό το γεγονός, να το εντάξουν μέσα στα πλαίσια της ειδωλολατρίας και να το υποτιμήσουν.

Φανερά λοιπόν, καταβάλλουν κάθε προσπάθεια ώστε και το περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων να το ταπεινώσουν, να το υποτιμήσουν και μάλιστα να ισχυρίζονται, άμεσα ή έμμεσα, ότι είναι ένα περιστατικό για το οποίο δεν πρέπει κανείς να χαίρεται, αλλά δήθεν να λυπάται διότι οι Μάγοι είναι ειδωλολάτρες και ακόμα περισσότερο ειδοποίησαν τον Ηρώδη για τη γέννηση του Χριστού με αποτέλεσμα αυτός, να διατάξει τη σφαγή χιλιάδων νηπίων την εποχή εκείνη. Τέτοιες ομάδες είναι για παράδειγμα οι λεγόμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά», οι «Ευαγγελιστές», οι «Ρωσσελιστές» και άλλοι οι οποίοι άμεσα ή έμμεσα θεωρούν ότι το γεγονός της προσκύνησης των Μάγων είναι ένα αρνητικό γεγονός.

Συνοπτικά η επιχειρηματολογία πάνω στην οποία στηρίζονται είναι η εξής:

1ον ότι αυτοί που προσκύνησαν το Χριστό ήταν Μάγοι και Μάγοι δεν χαρακτηρίζονται ως αληθινοί λάτρεις του Θεού.

2ον ότι παρατηρούσαν τους αστέρες, ήταν δηλαδή αστρολόγοι και δεν είναι δυνατό ένα τέτοιο φαινόμενο να χρησιμοποίησε ο Θεός για να οδηγήσει ειδωλολάτρες στη λατρεία του.

3ον ότι το αστέρι αυτό τους οδήγησε στον Ηρώδη, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τη σφαγή των νηπίων.

Ας δούμε όμως αν τα πράγματα είναι όντως έτσι.

Θα ξεκινήσουμε κάνοντας μια ιστορική αναδρομή για να δούμε πώς η Εκκλησία, από τους πρώτους κιόλας χρόνους, θεωρούσε και αντιμετώπιζε αυτό το γεγονός. Θα προσπαθήσουμε να κάνουμε μια ανάλυση του αποσπάσματος από το κατά Ματθαίον που αναφέραμε πιο πάνω και τέλος να φτάσουμε σε κάποια συμπεράσματα.

Όπως ειπώθηκε πιο πάνω κάποιοι οι οποίοι ισχυρίζονται ότι ακολουθούν το Ευαγγέλιο του Χριστού απορρίπτουν την εορτή της Χριστού Γεννήσεως και μαζί με αυτήν και τα περιστατικά που τη συνοδεύουν ιδιαίτερα δε το περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων το οποίο θεωρούν αρνητικό περιστατικό.

Το Ευαγγέλιο το συνέγραψε ο ευαγγελιστής Ματθαίος στο δεύτερο μισό του πρώτου αιώνα. Κάποιοι σχολιαστές και ερευνητές τοποθετούν τη συγγραφή του Ευαγγελίου αυτού γύρω στο 70-85 μ.Χ..

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με τη μαρτυρία ενός από τους πρώτους Επισκόπους, του Ιγνατίου Αντιοχείας, ο οποίος έζησε και αυτός στο δεύτερο μισό του πρώτου αιώνα και τελείωσε τη ζωή του εν πίστει γύρω στο 107 μ.Χ.. Λέγει λοιπόν στην προς Εφεσίους επιστολή του γύρω από την εμφάνιση του νέου αστέρος κατά τη γέννηση του Χριστού τα εξής: «πώς λοιπόν φανερώθηκε ο Χριστός στους αιώνες [μέσα στην περίοδο των αιώνων]; Αστήρ εν τω ουρανώ έλαμψεν υπέρ πάντας τους αστέρας και το φως αυτό ανεκλάλητον ην…» και καταλήγει το χωρίο που αναφέρεται σ’ αυτά ως εξής: «όθεν ελύετο πάσα μαγεία και πας δεσμός ηφανίζετο κακίας». Με αυτό τον τρόπο λέγει, δηλαδή με την προσκύνηση των Μάγων, αυτών που λάτρευαν μέχρι τότε τους ψευδείς θεούς και τους αστέρες καταλύεται όλη η μέχρι τότε μαγεία και οι δεσμοί της κακίας αφανίζονται. Έχουμε λοιπόν, μια συνολική μεταστροφή ολοκλήρου του κόσμου ακόμα και αυτών των ειδωλολατρών προς την λατρεία του αληθινού Θεού.

Δεύτερος παρουσιάζεται ο απολογητής Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυρας, ο οποίος τελείωσε τη ζωή του το 165 μ.Χ. και γνώριζε πολύ καλά τα περί της προσκυνήσεως του Θείου Βρέφους υπό των Μάγων, για την οποία και κάνει λόγο σε περισσότερα του ενός χωρία. Αξίζει δε να τονίσουμε το γεγονός ότι η μαρτυρία του προσλαμβάνει ιδιαίτερη αξία διότι αναφέρεται το περιστατικό αυτό στο διάλογό του μετά του Ιουδαίου Τρύφωνος. Έτσι λοιπόν, βεβαιώνεται με αρκετά σαφή τρόπο η αξιοπιστία αυτών που λέγονται από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο στο ευαγγέλιο του. Μάλιστα, αναφέρει και πολλά χωρία από την Παλαιά Διαθήκη τα οποία βρίσκουν εφαρμογή, βρίσκουν την εκπλήρωσή τους στο περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων.

Προχωρούμε στον ίδιο αιώνα τον δεύτερο μ.Χ. και στον απολογητή Τατιανό. Στο έργο του «Διατεσσάρων Ευαγγέλιο» αναφέρεται επίσης η προσκύνηση των Μάγων και σε καμία περίπτωση ο χαρακτηρισμός του περιστατικού δεν είναι αρνητικός, όπως τον θέλουν οι ομάδες των αιρετικών, των κατ’ ονομασία χριστιανών.

Ως εδώ καλύψαμε το τέλος του 1ου αιώνα από τη συγγραφή του Ευαγγελίου μέχρι και τον 2ο αιώνα. Στο τέλος του 2ου αιώνα θα αναφέρουμε τον Επίσκοπο Λουγδούνου [σημερινή Λυών της Γαλλίας], τον Ειρηναίο, ο οποίος ήταν και ο πρώτος συστηματικός πολέμιος όλων των αιρετικών της μεταποστολικής Εκκλησίας [εκοιμήθη το 202 περίπου]. Επίσης και αυτός κάνει λόγο περί της αφίξεως των Μάγων στη Βηθλεέμ και συνδέει το περιστατικό με τις προφητείες.

Συνεχίζουμε με τον Κλήμη της Αλεξανδρείας [εκοιμήθη γύρω στο 210-220 μ.Χ.] όπως επίσης και ο Ωριγένης [και αυτός Αλεξανδρινός συγγραφέας που εκοιμήθη λίγο αργότερα γύρω στο 254 μ.Χ.]. Οι συζητήσεις που κάνουν είναι εκτενείς γύρω από το θέμα αυτό των Μάγων. Αποτελεί σημαντικό χαρακτηριστικό της προσκύνησης Εθνικών. Ήταν η πρώτη προσκύνηση Εθνικών που έγινε στο Βασιλέα Χριστό και γι’ αυτό το λόγο αποτελεί σημείο καμπής και αναφέρεται από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο. Αυτή είναι και η γνώμη των μόλις προαναφερθέντων συγγραφέων.

Λίγο αργότερα θα αναφέρουμε τον Μέγα Αθανάσιο [κοιμήθηκε το 373 μ.Χ. δηλαδή στα μέσα προς το τέλος του 4ου μ.Χ. αιώνα]. Τα ίδια πράγματα αναφέρονται, πουθενά καμία αρνητική αιχμή για το περιστατικό αυτό. Άλλος ιστορικός της αρχαίας Εκκλησίας είναι ο Ευσέβιος Καισαρείας [κοιμήθηκε γύρω στο 340 μ.Χ.] και αναφέρει και αυτός με τη σειρά του το περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων. Περιττό να συνεχίσουμε με το Μέγα Βασίλειο [κοιμήθηκε το 379 μ.Χ.] και ο οποίος κάνει εκτενή αναφορά στο περιστατικό αυτό αναλύοντάς το και ερμηνεύοντάς το θεολογικά, το Γρηγόριο Νύσσης, τον Επιφάνιο Κύπρου, τον Ιωάννη το Χρυσόστομο, το Θεοδώρητο Κύρου, το Σοφρώνιο Ιεροσολύμων, τον Ιωάννη το Δαμασκηνό και τόσους άλλους.

Σε όλους αυτούς τους ιερούς συγγραφείς και στα λεγόμενά τους, δεν υπάρχει καμία καν αιχμή για το ότι θα μπορούσε δήθεν να είναι αρνητικό στο περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων. Αντίθετα, όλοι το θεωρούν πολύ σημαντικό, το συνδέουν με προφητικά χωρία της Παλαιάς Διαθήκης, το συνδέουν με την προσκύνηση των Εθνών και την προσαγωγή των Εθνών στο Βασιλέα Χριστό και το συνδέουν επίσης, όπως θα φανεί στη συνέχεια και με πολλά άλλα πνευματικά γεγονότα.

Η γνώμη λοιπόν όλων εκείνων που κακόδοξα ισχυρίζονται ότι η προσκύνηση των Μάγων αναφέρεται ως αρνητικό γεγονός στη διήγηση περί της Γεννήσεως του Χριστού, δε στηρίζεται σε καμία περίπτωση, ούτε στα Αγιογραφικά χωρία όπως θα δούμε παρακάτω, αλλά ούτε και σε εξω-αγιογραφικές αναφορές, διότι κανείς όπως είδαμε - με μια αρκετά μεγάλη συνέχεια στους ιστορικούς χρόνους, από την εποχή που γράφτηκε το Ευαγγέλιο του Ματθαίου μέχρι και πολύ αργότερα - δεν αναφέρει ότι το περιστατικό αυτό γράφτηκε με αρνητικό περιεχόμενο. Αντίθετα, όλοι θεωρούν την προσκύνηση των Μάγων ως ένα πολύ σημαντικό γεγονός. Το ταυτίζουν σε πολλές περιπτώσεις με την προσκύνηση των ποιμένων και μάλιστα του δίνουν και άλλα λεπτότερα και ιδιαίτερα πνευματικά χαρακτηριστικά και πνευματικές προεκτάσεις.

Από πού λοιπόν ορμώμενοι οδηγήθηκαν σε ένα τόσο εσφαλμένο συμπέρασμα; Μα η απάντηση είναι σχεδόν ίδια με αυτή που ισχύει σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις κακοδοξιών. Ξεκίνησαν από το δεδομένο ότι έπρεπε όλα τα γεγονότα που σχετίζονται με τη γέννηση του Χριστού και που τα εορτάζει η Εκκλησία μας, να αποδειχθούν εσφαλμένα για να καταρρίψουν με αυτό τον τρόπο κάθε εορταστικό περιεχόμενο στο γεγονός αυτό και ταυτόχρονα προσπάθησαν με συλλογισμούς, να βρουν αφορμές και αιτίες για να αποδείξουν με, κατά το δυνατό, λογικούς συλλογισμούς το ποθούμενο. Δυστυχώς, αυτή είναι η οδός η οποία ακολουθείται για κάθε κακοδοξία. Χρησιμοποιείται δηλαδή η Αγία Γραφή από όσους βρίσκονται στην πλάνη για να αποδείξουν κάτι που εκ των προτέρων οι ίδιοι επιθυμούν.  

«Του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως, ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα λέγοντες· πού εστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων; είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ».

Παρατηρούμε εδώ ότι ο Ευαγγελιστής τοποθετεί το γεγονός της προσκύνησης των Μάγων ως ένα σημαντικό γεγονός που συνέβη κατά τη γέννηση του Χριστού. Δεν αναφέρει άλλα περιστατικά, αλλά περιορίζεται σ’ αυτό το περιστατικό. Γιατί άραγε;

Είπαμε προηγουμένως, ότι κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο ο στόχος του Ευαγγελίου είναι να παρουσιάσει τον Ιησού Χριστό ως το Σωτήρα του κόσμου, όχι μόνο των Ιουδαίων, αλλά και των Εθνικών. Γι’ αυτό και κλείνει το Ευαγγέλιό του λέγοντας στο 28ο κεφάλαιο στα λόγια του Χριστού: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη…». Στόχος λοιπόν, είναι να αποδειχθεί ο Ιησούς Χριστός ως ο Σωτήρας όχι μόνο των Ιουδαίων, αλλά και των Εθνικών. Μάλιστα δε, η αντιδιαστολή των Μάγων με το Βασιλέα Ηρώδη και τους υπολοίπους Ιουδαίους, δίνει στον αναγνώστη και ακροατή, το μήνυμα της απόρριψης του Χριστού από τους Ιουδαίους και την αποδοχή Του από τους Εθνικούς. Ο Ευαγγελιστής αναφέρει ότι αυτά έγιναν «εν ταις ημέραις Ηρώδου του Βασιλέως» για να τον διακρίνει από τον άλλο Ηρώδη τον Τετράρχη, ο οποίος αποκεφάλισε τον Ιωάννη το Βαπτιστή. Αυτός λοιπόν ο Ηρώδης ο Βασιλεύς, τον οποίο αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, ήταν ο Ηρώδης ο Μέγας. Με αυτόν τον τίτλο είναι γνωστός στην ιστορία, ήταν ένας τυρρανικός βασιλιάς. Είχε τοποθετηθεί από τους Ρωμαίους και δεν ήταν Ιουδαίος. Ήταν Ιδουμαίος στην καταγωγή και ήταν σφετεριστής του Δαυϊδικού θρόνου. Είναι γνωστό άλλωστε πως ο Ηρώδης προσπάθησε να προβληθεί ως «Δαυϊδίδης» και οπωσδήποτε σαν ένα είδος μεσσιανικού ηγέτη. Γι’ αυτό άλλωστε το σκοπό χρησιμοποίησε τους λεγόμενους Ηρωδιανούς, οπαδούς της δυναστείας που τόνιζαν την προσφορά του Ηρώδη στο Ιουδαϊκό Έθνος. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς γιατί αυτός ο Ηρώδης ο Βασιλιάς είχε μια ας πούμε «μεγαλύτερη ευαισθησία» στο θέμα του Βασιλιά, του πραγματικού Βασιλιά που κατάγεται από τη ρίζα του Δαυΐδ και τον οποίον του ανήγγειλαν οι Μάγοι. Άλλωστε πολλοί ιστορικοί, όπως ο Ιώσηππος, αναφέρουν ότι ήταν τόσο μεγάλη η κακία του και τόσο μεγάλος ο φόβος του για τον θρόνο αυτό, ώστε είχε τοποθετήσει κατασκόπους που ήλεγχαν όσους έμπαιναν και έβγαιναν στην Ιερουσαλήμ και ταυτόχρονα είχε κάνει πάρα πολλούς φόνους ακόμα και συγγενών του, μήπως και χάσει το θρόνο του. Άφησε πάρα πολύ αρνητικές εντυπώσεις στην ιστορία και στο λαό του, ο οποίος ποτέ δεν αγάπησε τον μισο-Ιουδαίο και με τις δύο έννοιες της λέξης Βασιλιά.

Έτσι, γίνεται έντονη και χτυπητή αυτή η αντίθεση του σφετεριστή βασιλιά από τη μια μεριά και του γνήσιου και Αιώνιου εσχατολογικού Βασιλιά από την άλλη.

Αφού λοιπόν ο ευαγγελιστής μας εισάγει με αυτό τον τρόπο στην εικόνα της προσκύνησης των Μάγων που ακολουθεί, είναι έτοιμος να αναπτύξει αυτό το θέμα. Αναφέρει ότι «Μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα» έρχονται λοιπόν, μάγοι από ανατολών. Ποιος είναι ο λόγος, ποια η αιτία για την οποία έρχονται αυτοί οι μάγοι; Μας το λέγει στη συνέχεια: έρχονται και ρωτούν τον βασιλιά «πού εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων».

Έτσι όπως αφηγείται το περιστατικό ο ευαγγελιστής Ματθαίος, αφήνει στον αναγνώστη πολλά ερωτηματικά, τα οποία βεβαίως, εν τίνι μέτρω τα απαντά ο ίδιος στη συνέχεια.

Είπαμε πιο πάνω ότι ο ευαγγελιστής απευθύνει το Ευαγγέλιό του προς τους Ιουδαίους. Τους τεκμηριώνει το γεγονός της βασιλικής εκ του Δαυΐδ καταγωγής του Χριστού [σύμφωνη δηλαδή με ό,τι λέγουν οι προφητείες για την καταγωγή του Μεσσία] και τους υπενθυμίζει την πόλη στην οποία γεννήθηκε και ότι το «Βηθλεέμ» είναι σύμφωνο με την προφητεία του Προφήτη Μιχαία. Προσθέτει κατόπιν το περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων για να δώσει και άλλα ιστορικά στοιχεία που έχουν όμως και πνευματικές προεκτάσεις. Έτσι, φαίνεται σαφώς ότι οι Αρχιερείς, οι Γραμματείς και οι Δάσκαλοι του Νόμου που καλούνται από τον Ηρώδη, γνωρίζουν την προφητεία του Μιχαία για το Μεσσία. Κατόπιν όμως, στην όλη διήγηση φαίνεται και αντιδιαστολή της συμπεριφοράς, της τοποθέτησης από τη μια πλευρά των Μάγων που είναι Εθνικοί και από την άλλη των Ιουδαίων και του Ηρώδη, όσον αφορά στο γεγονός της έλευσης του Χριστού. Δείχνει επίσης ο Ματθαίος έμμεσα αλλά σαφώς και την πικρία του για τη στάση αυτή των Ιουδαίων απέναντι στο νεογέννητο Χριστό που δεν άφησαν τις Άγιες Γραφές να τους οδηγήσουν στη λατρεία του Χριστού, άρα στη λατρεία του Αληθινού Θεού, κάτι που όμως έκαναν οι Εθνικοί. Σ’ αυτό το πλαίσιο και με την ίδια λύπη ο Ματθαίος αναφέρει και την απόρριψη από πλευράς του Ιησού των Ιουδαίων και στο τέλος αναφέρει την πρόσκληση των Εθνικών στο 28ο κεφάλαιο και στίχο 19, όπου έδωσε εντολή στους μαθητές του να πορευθούν και να κάνουν μαθητές από όλα τα έθνη: «Πορευθέντες ουν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη…»

Ας επανέλθουμε όμως στην αφήγηση της προσκύνησης των Μάγων και ας δούμε τι άλλο συμπέρασμα μπορεί να εξάγει κανείς από τα στοιχεία που μας δίνει ο ευαγγελιστής.

Αναφέρει λοιπόν και πάλι ο Ματθαίος ότι, εκείνο τον καιρό που γεννήθηκε ο Χριστός, ήταν βασιλιάς ο Ηρώδης που έμεινε στην ιστορία ως πολύ σκληρός, κακός, βάναυσος βασιλιάς, ο Ιδουμαίος και όχι Ιουδαίος που είχε σφετεριστεί το θρόνο του Δαυΐδ. Αντιδιαστέλλεται έτσι αυτός με τον πραγματικό Βασιλιά, τον Ιησού Χριστό που γεννιόταν εκείνες τις ημέρες.

Αφού λοιπόν, ο Ευαγγελιστής Ματθαίος μας γνώρισε τον τόπο και τον χρόνο της γέννησης του Χριστού, έρχεται κατευθείαν στο γεγονός της προσκύνησης των Μάγων: «Ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα λέγοντες. Πού εστίν ο τεχθείς Βασιλεύς των Ιουδαίων;» Αυτό το ερώτημα που έθεσαν οι Μάγοι είναι και το καίριο ερώτημα που έθεταν εκείνη την εποχή – που έπρεπε να θέσουν οι Ιουδαίοι – εν τούτοις Εθνικοί ειδωλολάτρες είναι εκείνοι που έρχονται στους Ιουδαίους και τους ταράζουν τα νερά.

Αλλά, τι μάγοι ήταν αυτοί; Εν γένει υπάρχουν δύο προσεγγίσεις στην αρχαιότητα γύρω από τη λέξη «μάγος».

Η μία είναι των σοφών, αυτών που παρατηρούσαν τον ουρανό και τα ουράνια φαινόμενα για να γνωρίσουν τις θείες βουλές. Ήταν δηλαδή με άλλα λόγια οι σοφοί της αρχαίας εποχής. Πολλοί υποθέτουν ότι αυτοί οι Μάγοι γνωρίζοντας και τις παραδόσεις των Ιουδαίων, των Ιουδαίων που είχαν διασπαρεί σε όλα τα έθνη, ανέμεναν τον Ιησού, ανέμεναν το να γεννηθεί ο Σωτήρας του κόσμου. Τέτοια περιστατικά αναφέρονται για παράδειγμα σε Ρωμαίους ιστορικούς, όπως ο Σουετώνιος, ο οποίος μιλώντας για τη φήμη της γεννήσεως ενός βασιλιά τελείως διαφορετικού από τους υπολοίπους έλεγε: «μια παλιά και σταθερή πεποίθηση επικρατούσε σε όλη την Ανατολή, ότι οι μοίρες όρισαν κάποιον που θα προέρθει από την Ιουδαία, που θα κατορθώσει να γίνει παγκόσμιος αυτοκράτορας. Αναφέρουμε και ένα δεύτερο Ρωμαίο ιστορικό τον Τάκιτο που λέει: «πολλοί είχαν πεισθεί ότι ήταν γραμμένο στα παλιά βιβλία των ιερέων τους, ότι σ’ αυτόν ακριβώς τον χρόνο θα επικρατήσει η Ανατολή, διότι θα προέλθει κάποιος από την Ιουδαία και θα κυριαρχήσει επί πάντων.

Όμως και σε Εβραίους ιστορικούς αναφέρονται τα ίδια, όπως ο Ιώσηππος και ο Φίλων. Υπήρχε λοιπόν εκείνη την εποχή και στους Ιουδαίους η αναμονή της γεννήσεως του Σωτήρα, όπως φαίνεται και από τις προφητείες του Δανιήλ, αλλά και γενικότερα στον ειδωλολατρικό κόσμο.

Αυτή όμως είναι η μία πλευρά του θέματος. Μια άλλη πλευρά είναι ότι οι Μάγοι όπως και σε άλλα σημεία της Αγίας Γραφής, αναφέρονται με την κακή έννοια, ως οι ειδωλολάτρες, εκείνοι που λάτρευαν τα είδωλα και που οδηγούσαν το λαό στο να λατρεύει τα δαιμόνια. Με τέτοιο τρόπο η λέξη χρησιμοποιείται στο βιβλίο των Πράξεων 8ο και 13ο κεφάλαιο, αλλά και σε άλλα σημεία της Αγίας Γραφής.

Οποιουδήποτε όμως είδους μάγοι και αν ήταν αυτοί, είτε δηλαδή θεωρήσουμε τον όρο με την καλή έννοια, είτε με την άσχημη, τώρα όμως αυτοί αρχίζουν να γίνονται πραγματικά, μάγοι με την αρχαία ερμηνεία της λέξης, δηλαδή «μεγάλοι», διότι το μάγος κατά μία άποψη έχει τη ρίζα του στην έννοια «Μέγας» και ψάχνουν για το Χριστό, τον Αληθινό Θεό.

Θέτουν λοιπόν οι Μάγοι στους Ιουδαίους το ερώτημα: «Πού εστίν ο τεχθείς Βασιλεύς των Ιουδαίων». Φυσικά, οι Ιουδαίοι δεν ήξεραν τίποτε απολύτως γι’ αυτό. Όμως, πώς αιτιολόγησαν στους Ιουδαίους τον ερχομό τους και το ερώτημα αυτό; Αναφέρουν οι ίδιοι τα εξής: «είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ». Διότι είδαμε τον αστέρα Αυτού εις την Ανατολή και ήλθαμε να Τον προσκυνήσουμε. Στο σημείο αυτό μπαίνει ένα σημαντικό ερώτημα. Ποιόν αστέρα είδαν; Και άραγε, η αστρολογία μπορεί να χρησιμεύσει για να οδηγήσει κάποιον στο Χριστό; Αυτού του είδους τα ψευτοδιλήμματα και ερωτηματικά τα θέτουν οι εχθροί της αληθείας, όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, ο οποίος τρόπον τινά απαντά με μια σειρά άλλων ερωτηματικών που αναφέρουμε ευθύς αμέσως: «Πώς λοιπόν γεννήθηκε σύμφωνα με εκείνο το νόμο, το νόμο δηλαδή των αστέρων, ενώ την αστρολογία καθαίρεσε; Και μαζί της την πλάνη και την μαγγανεία των Δαιμόνων; Αλλά και τι μαθαίνουν οι Μάγοι από τον αστέρα αυτού; Ότι ήταν ο Βασιλεύς των Ιουδαίων; Όχι βεβαίως. Διότι δεν είναι αυτό έργο της αστρονομίας (της αστρολογίας θα λέγαμε σήμερα). Ότι δηλαδή δεν μπορούμε να γνωρίζουμε από τα άστρα εκείνους που θα γεννηθούν, αλλά από τη στιγμή της γέννησης των διαφόρων ανθρώπων και μετά, υπεισέρχονται οι υποτιθέμενες μέσω των άστρων προβλέψεις για το μέλλον των ανθρώπων αυτών, όπως ισχυρίζονται εκείνοι που πιστεύουν στην αστρολογία».

 Στεκόμαστε λοιπόν στο καίριο σημείο και ερώτημα του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου που λέγει «Πώς χρησιμοποιείται η αστρολογία τη στιγμή που αυτή καθ’ εαυτήν όπως και τις υπόλοιπες μαντικές τέχνες που καταδικάζονται από την Αγία Γραφή, καταλύει ο Χριστός με την έλευσή Του. Και το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος είναι βέβαια, «πώς γνώριζαν οι Μάγοι ότι γεννήθηκε ο Βασιλιάς των Ιουδαίων, από το αστέρι που είδαν, δεδομένου ότι η αστρολογία δεν έχει να κάνει με το «ποιος γεννήθηκε», αλλά με το τι πρόκειται να του συμβεί.

Πολλά άλλα θα μπορούσε κανείς να αναφέρει όμως, ας σταθούμε σε μια εκπλήρωση προφητείας της Παλαιάς Διαθήκης που είναι σχετική με το θέμα. Αυτή βρίσκεται στο βιβλίο των Αριθμών και την έκανε ένας ειδωλολάτρης μάντης, ο Βαλαάμ. Στην περίπτωση εκείνη, όταν ο Μωϋσής οδηγούσε του Εβραίους στη Γη της Επαγγελίας και ήρθε η ώρα να πολεμήσουν εναντίον του Μωάβ, ο Βασιλιάς των Μωαβιτών κάλεσε ένα μάντη για να καταραστεί τους Εβραίους και έτσι να τους νικήσουν. Αφού λοιπόν τον προσκάλεσε και αφού, ας το προσέξουμε αυτό, ο Κύριος ο Θεός του επέτρεψε και πήγε, με την προϋπόθεση ότι θα πει μόνο όσα ακριβώς ο Κύριος ο Θεός του έλεγε, επί τρεις συνεχείς φορές, αντί να καταραστεί, ευλόγησε όπως ήταν επόμενο τον Ισραήλ. Ας διαβάσουμε ένα μικρό απόσπασμα από την Τρίτη ευλογία του Βαλαάμ προς τον Ισραήλ, η οποία αναφέρεται στο 24ο κεφάλαιο των Αριθμών και στίχο 17. Εκεί ο Βαλαάμ είπε για τον Ισραήλ: «Θέλω ιδεί αυτόν, αλλ' ουχί τώρα· θέλω θεωρήσει αυτόν, αλλ' ουχί εκ του πλησίον· θέλει ανατείλει άστρον εξ Ιακώβ, και θέλει αναστηθή σκήπτρον εκ του Ισραήλ, και θέλει πατάξει τους αρχηγούς Μωάβ, και εξολοθρεύσει πάντας τους υιούς του Σήθ·» Αυτή η προφητεία, ότι θα ανατείλει άστρο από τον Ιακώβ και θα αναστηθεί σκήπτρο από τον Ισραήλ, δηλαδή ότι θα γεννηθεί Βασιλιάς από τον Ισραήλ, ο οποίος θα συντρίψει τα υπόλοιπα έθνη, ήταν γνωστή μεταξύ των ειδωλολατρών που περιστοίχιζαν το έθνος του Ισραήλ, διότι βεβαίως προήλθε από ένα τέτοιο, τον μάντη Βαλαάμ. Γνωρίζουμε επίσης ότι και στις ημέρες του Χριστού ανέμεναν τον Μεσσία, τον Βασιλιά των Ιουδαίων, αλλά ταυτόχρονα παραφθείροντας και λίγο το κείμενο, ανέμεναν και τον αστέρα ο οποίος θα οδηγούσε και θα προηγούνταν της γεννήσεως αυτού του Βασιλιά. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν το γιατί θα μπορούσαν οι Μάγοι να οδηγηθούν από αυτό το υπερφυσικό φαινόμενο που, όπως θα δούμε στη συνέχεια, πολύ διαφέρει από τα συνήθη φαινόμενα που χρησιμοποιούν οι αστρολόγοι για να προσδιορίσουν το μέλλον. Οδηγήθηκαν λοιπόν από το υπερφυσικό φαινόμενο αυτό και αναζήτησαν τον Βασιλιά των Ιουδαίων. Να και άλλη μία εκπλήρωση προφητείας. Με τον ίδιο άλλωστε τρόπο, πολλοί και από τους αρχαίους ιστορικούς της χριστιανικής Εκκλησίας ερμήνευσαν αυτή την προφητεία.

Αλλά τι ήταν το αστέρι αυτό που είδαν οι Μάγοι και τους οδήγησε τελικά στον Ιησού Χριστό; Ήταν ένα φυσικό αστέρι ή ήταν κάτι το υπερφυσικό; Όπως και πολλοί ερμηνευτές της Εκκλησίας σε πολλές περιόδους αναφέρουν, αυτό δεν πρέπει να ήταν ένα φυσικό αστέρι, διότι πρώτον άλλοτε κινούνταν και άλλοτε σταματούσε. Επίσης, πιθανότατα φαινόταν ακόμα και κατά την ημέρα, ενώ γνωρίζουμε ότι ακόμη και η Σελήνη κρύβεται από τις ακτίνες του Ηλίου. Ένας άλλος λόγος, πολύ σημαντικός, είναι ότι καθοδηγούσε τους Μάγους και μάλιστα με πολύ μεγάλη ακρίβεια. Δεν μπορεί ένα αστέρι που βρίσκεται ψηλά στο στερέωμα να υποδείξει τη θέση ενός σπιτιού και μάλιστα τον τόπο όπου βρισκόταν ένας άνθρωπος. Ο αστέρας όμως αυτός «προήγεν αυτούς έως ελθών έστη επάνω ου ήν το παιδίον» Σταμάτησε ακριβώς πάνω από το Χριστό, που σημαίνει ότι έπρεπε να έχει κατέβει πολύ χαμηλά για να μπορεί να προσδιορίσει τόπο με τόσο μεγάλη ακρίβεια.

Τι λοιπόν θα μπορούσε να είναι αυτός ο Αστέρας; Πολλοί (όπως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά) κακόδοξα ισχυρίζονται ότι αυτός ήταν ένας δαίμονας, ή ο ίδιος ο Σατανάς που οδήγησε τους Μάγους στον Ιησού Χριστό! Γιατί όμως το λέγουν αυτό; Επειδή, όπως ήδη ειπώθηκε στην αρχή, προσπαθούν να αλλοιώσουν το περιεχόμενο της προσκύνησης των Μάγων και να του δώσουν τελείως αρνητικό χαρακτήρα. Έτσι, βλάπτεται και στο σύνολό της η εορτή των Χριστουγέννων. Με ποιο επιχείρημα όμως το λέγουν αυτό; Με το επιχείρημα ότι ο αστέρας αυτός οδήγησε τους Μάγους στον Ηρώδη, με σκοπό να βρει ο Ηρώδης τον Ιησού Χριστό και να τον φονεύσει. Αυτό βεβαίως δεν έγινε. Σ’ αυτό όμως το πολύ πρόχειρο επιχείρημα θα μπορούσε κανείς να ρωτήσει τα εξής:

Άραγε ο Σατανάς εάν ήθελε να φονεύσει το γεννηθέντα Χριστό, δε θα μπορούσε να βρει κάποιον άλλο τρόπο, παρά να οδηγήσει κάποιους μάγους από την ανατολή, να πάνε στον Ηρώδη και ο Ηρώδης στη συνέχεια να ασχοληθεί με το φόνο του παιδιού; Δε θα μπορούσε να κατευθύνει τον Ηρώδη, ή κάποιον άλλο, ή να στείλει κατευθείαν τους Μάγους; Και γιατί να υποκινήσει τους Μάγους και να μη τους σταματήσει στα Ιεροσόλυμα, δεδομένου ότι κατά πως λέγουν, οι αιρετικοί, ο σκοπός τους ήταν να γίνει γνωστό το γεγονός στον Ηρώδη και να φονεύσει τον Μεσσία; Γιατί να μη σταματήσει λοιπόν εκεί, παρά να συνεχίσει και να οδηγήσει τους Μάγους με τα δώρα στο να πέσουν κάτω και να προσκυνήσουν το Χριστό; Τι νόημα έχει αυτή η προσκύνηση; Δεν αντέχουν επομένως στη βάσανο της λογικής αυτού του είδους τα επιχειρήματα.

Όμως, γιατί αυτός ο υπερφυσικός αστέρας, οδήγησε τους Μάγους πρώτα στα Ιεροσόλυμα και στη συνέχεια στο Χριστό; Ο ευαγγελιστής Ματθαίος έμμεσα μας δίνει την απάντηση. Παρατηρούμε, ότι οι Μάγοι ξεσηκώθηκαν από τον τόπο τους, από μακριά, για να βρουν και να προσκυνήσουν τον γεννηθέντα Μεσσία. Από την άλλη τη μεριά, παρατηρούμε τους Ιουδαίους, ιδιαίτερα τους γραμματείς και τους αρχιερείς να εφησυχάζουν και να βρίσκονται στην αυλή ενός Ιδουμαίου, μη Ιουδαίου Βασιλιά που σφετεριζόταν το θρόνο. Έρχονται λοιπόν οι Εθνικοί και ξυπνούν θα λέγαμε το θρησκευτικό συναίσθημα των Ιουδαίων και τους ρωτούν «πού εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων». Έτσι ο Θεός τους δίνει την ευκαιρία και τη δυνατότητα να μάθουν για τη γέννηση του Μεσσία. Έτσι, δεν μπορούν να δικαιολογηθούν οι Ιουδαίοι ότι δεν άκουσαν το μήνυμα της γέννησης. Μάλιστα ο ευαγγελιστής λέγει «ακούσας δε ο βασιλεύς Ηρώδης εταράχθη και πάσα Ιεροσόλυμα μετ’ αυτού». Το μήνυμα δηλαδή αυτό, συνετάραξε όλη την Ιερουσαλήμ. Και τι έκαναν; Τόσο σημαντικό ήταν που ο μεν Ηρώδης συνεκάλεσε το ανώτατο συμβούλιο από Αρχιερείς και Γραμματείς, αλλά όχι με καλό σκοπό αλλά για να φονεύσει τον γεννηθέντα Μεσσία, οι δε υπόλοιποι, ούτε από περιέργεια δεν πήγαν να δουν. Έτσι, ο ευαγγελιστής με πολύ όμορφο τρόπο τονίζει και προχωρεί σ’ αυτή τη συνεχόμενη αντίθεση, αντιδιαστέλλοντας την πορεία των Εθνικών και των Ιουδαίων στο θέμα της προσκύνησης του Μεσσία.

Έτσι λοιπόν, όταν ολοκληρώθηκε η θεία βουλή σε σχέση με την πληροφόρηση των Ιουδαίων σχετικά με τη γέννηση του Χριστού, ο αστέρας αυτός επανεμφανίζεται στους Μάγους. «Ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς έως ελθών εστάθη επάνω όπου ήν το παιδίον». Μόλις λοιπόν συνέβη αυτό το γεγονός, ξαναβλέπουν οι Μάγοι τον αστέρα. Και τι έκαναν μόλις τον είδαν; «Ιδόντες δε τον αστέρα, εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα». Παρατηρούμε ότι ο στόχος τους δεν ήταν η καταστροφή του παιδιού, αλλά η προσκύνησή του, η ανεύρεσή του. Έτσι, «εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα». Στόχος τους δεν ήταν να πληροφορήσουν για το φόνο του παιδιού τον Ηρώδη, αλλά για να Τον βρουν και να Τον λατρεύσουν.

Ήλθαν λοιπόν στην οικία όπου ήταν ο Χριστός μετά Μαρίας της Μητρός αυτού «και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα, χρυσόν και λίβανον και σμύρναν». Έτσι, παρατηρούμε ότι τα έθνη πρώτα προσφέρουν δώρα στο γεννηθέντα Χριστό. Στο ψαλμό 72ο στίχους 7-11 αναφέρεται τρόπον τινά η ανατολή αυτού του αστέρα και εν γένει η ανατολή του Χριστού. Εκεί διαβάζουμε μεταξύ άλλων «εν ταις ημέραις αυτού θέλει ανθεί ο δίκαιος· και αφθονία ειρήνης θέλει είσθαι εωσού μη υπάρξη η σελήνη.8 Και θέλει κατακυριεύει από θαλάσσης έως θαλάσσης και από του ποταμού έως των περάτων της γης. 9 Έμπροσθεν αυτού θέλουσι γονυκλιτήσει οι κατοικούντες εν ερήμοις, και οι εχθροί αυτού θέλουσι γλείψει το χώμα.10 Οι βασιλείς της Θαρσείς και των νήσων θέλουσι προσφέρει προσφοράς· οι βασιλείς της Αραβίας και της Σεβά θέλουσι προσφέρει δώρα». Έτσι φαίνεται εδώ σαφώς η εφαρμογή της προφητείας, «και θέλουσι προσκυνήσει αυτόν πάντες οι βασιλείς» Ανάλογη προφητεία διαβάζουμε και στον Ησαΐα 60,3-6: «και πορεύσονται βασιλείς τω φωτί σου και έθνη τη λαμπρότητι σου 4 άρον κύκλω τους οφθαλμους σου και ίδε συνηγμένα τα τέκνα σου ιδού ήκασιν πάντες οι υιοί σου μακρόθεν και αι θυγατέρες σου επ' ώμων αρθήσονται 5 τότε όψη και φοβηθήση και εκστήση τη καρδία ότι μεταβάλει εις σε πλούτος θαλάσσης και εθνών και λαών και ήξουσιν σοι 6 αγέλαι καμήλων και καλύψουσιν σε κάμηλοι Μαδιάμ και Γαιφά πάντες εκ Σαβά ήξουσιν φέροντες χρυσίον και λίβανον οίσουσιν και το σωτήριον κυρίου ευαγγελιούνται» Παρατηρούμε ότι αναφέρονται και τα δώρα που έφεραν οι Μάγοι, όπως επίσης και στον ψαλμωδό «Σμύρναν και αλόην και κασίαν ευοδιάζουσι πάντα τα ιμάτιά σου, όταν εξέρχησαι εκ των ελεφαντίνων παλατίων, διά των οποίων σε εύφραναν» [Ψλμ.44,9].

Φαίνεται σαφώς εδώ η έμφαση που ο Ευαγγελιστής Ματθαίος θέλει να δώσει στο γεγονός της προσκύνησης του Χριστού από μέρους των Εθνικών και της μεταστροφής τους από τη λατρεία των ειδώλων και ψευδοθεών στη λατρεία του Αληθινού Θεού.

Ο Ιουστίνος, ο φιλόσοφος και μάρτυρας, παραθέτει άλλη μία σχετική αναφορά σε προφητεία του Ησαΐα [8,4]: «διότι πριν μάθη το παιδίον να προφέρη, Πάτερ μου και μήτερ μου, τα πλούτη της Δαμασκού και τα λάφυρα της Σαμαρείας θέλουσι διαρπαχθή έμπροσθεν του βασιλέως της Ασσυρίας» και το ερμηνεύει: «πριν μάθει το παιδί να λέγει πατέρα και μητέρα, έλαβε λάφυρα τη δύναμη του πονηρού δαίμονος που ελάτρευαν οι ειδωλολάτρες».

Τέλος, ολοκληρώνοντας τη διήγησή του ο Ματθαίος μας λέγει για τους Μάγους ότι «χρηματισθέντες κατ’ όναρ μη ανακάμψαι προς Ηρώδην δι’ άλλης οδού ανεχώρησαν εις την χώραν αυτών». Ακριβώς όπως και ο Ιωσήφ «χρηματισθείς κατ’ όναρ» στο ίδιο κεφάλαιο και στους στίχους 13, 19 και 22, ο οποίος λαμβάνει με όνειρο οδηγίες από το Θεό, για τις διάφορες μετακινήσεις του παιδιού και της Μητέρας Του, έτσι και οι Μάγοι. Είδαν, αξιώθηκαν να δουν, άγγελο Κυρίου, ο οποίος τους οδήγησε στο να ακολουθήσουν άλλη οδό επιστροφής. Ενώ στην αρχή που δεν γνώριζαν Θεό, εξωτερικά οδηγήθηκαν στην προσκύνησή Του, τώρα αξιώνονται της θείας αποκαλύψεως και επιστρέφουν «δι’ άλλης οδού» στη χώρα τους.

Στο τελευταίο αυτό σημείο μπορούμε να δώσουμε μια πνευματική διάσταση και να καταλάβουμε πως, η προσκύνηση του Χριστού, μας οδηγεί στο να αλλάξουμε τελείως την πορείας της ζωής μας και να μην ακολουθήσουμε πάλι τα ίδια αχνάρια του παρελθόντος της αμαρτίας, των αστοχιών και των παθών. Να μη ξαναζήσει μέσα μας ο παλαιός άνθρωπος με τα πάθη και τις επιθυμίες του, πράγματα τα οποία «σταυρώσαμε» όταν αποφασίσαμε να «γίνουμε του Χριστού» [Γαλ.5:24].