Είσαι πικραμένος. Βαθιά πικραμένος...
«Πικρόνσοι...» (Ίερεμίου β' 19)
Είσαι πικραμένος. Βαθιά
πικραμένος. Ή γεύση της πίκραςείναι μόνιμη στο στόμα σου. Γελάς με δυσκολία στα
ευχάριστα λόγια πού ακούς.Και το λιγοστό δύσκολο γέλιο σου το φαρμακώνει ή
πίκρα. Ή ίδια σταλάζει τηδυσάρεστη γεύση της σε καθετί όμορφο ή χαρούμενο πού
έρχεται να σου πλουτίσειτη ζωή. Δεν μπορείς να χαρείς σχεδόν τίποτα. Μέσα σε
όλα, μέσα σε καθετίαισθάνεσαι αυτό το πικρό στοιχείο. Αυτό το πικρό κάτι πού
δηλητηριάζει το είναισου, πού φαρμακώνει την ύπαρξή σου. Αυτό το πικρό κάτι...
Γιατί άραγε; Τί φταίει; Από πού
ξεκινάει, πού έχει την πηγήτης αυτή ή πίκρα, ή τόσο δυνατή, ή τόσο ανυπόφορα
αισθητή;
Που έχει την πηγή της; Σε μιαν
εγκατάλειψη. Σε μια σκληρήεγκατάλειψη, πού έχει μεσολαβήσει στη ζωή σου. Έδώ
έχει τις ρίζες του το κακό.Κάποιον εγκατέλειψες.
Αυτό συνέβη, έστω και άν δεν το
έχεις συνειδητοποιήσει,έστω και άν δυσκολεύεσαι να το παραδεχθείς. ’Αλίμονο,
εγκατέλειψες κάποιον, πούδεν θα έπρεπε να τον αφήσεις σε καμιά περίπτωση:
άφησες τον Θεό σου, τονΚτίστη σου. Γι’ αυτό και στο στόμα σου έχει επικαθήσει
ένα στρώμα πίκρας.«Πικρόν σοι το καταλιπείν σε εμέ, λέγει Κύριος ό Θεός σου»
(Ίερεμίου β 19).
Πώς συνέβη αυτό το κακό; Πώς έγινε
να σπάσεις τον κρίκο πούσε έδενε με τον Δημιουργό; Πώς έκοψες ένα δεσμό ιερό,
πώς σταμάτησες το ρεύμαενός ποταμού πού σου μετάγγιζε δροσιά, δύναμη, χάρη
ουράνια; Γιατί; Γιατίέστρεψες αλλού το πρόσωπο την ώρα πού τα θεία χέρια τού
Πλάστη έφεραν στα χείλησου το κύπελλό του γεμάτο με την γλυκύτητα των ευλογιών
του; Γιατί προτίμησεςαντί της ευφρόσυνης γλυκύτητας του Κυρίου την αφόρητη
πίκρα της εγκαταλείψεως;
Ίσως την στιγμή αυτή δεν είσαι σε
θέση να απαντήσεις. Τομόνο πού δοκιμάζεις την ώρα τούτη είναι ή πίκρα. Αυτό το
αναπόφευκτο κάτι, ήαμείλικτη συνέπεια μιας εγκαταλείψεως. «Πικρόν σοι το
καταλιπείν σε έμέ, λέγειΚύριος».
Και τώρα τί θα γίνει; Θα αρχίσεις
να έρευνάς για την αιτίατού κακού; Ή θα προσπαθήσεις να βρεις δικαιολογητικά
της απομακρύνσεως σου απότον Πατέρα; Τώρα ένα επείγει, ένα είναι πρώτο και
άμεσο: το να νιώσεις τηνκατάστασή σου, να παραδεχτείς ότι ή πίκρα σου οφείλεται
στην εγκατάλειψη πούέκανες. «Γνώθι και ίδέ ότι πικρόν σοι το καταλιπείν σε
έμέ, λέγει Κύριος».
«Γνώθι και ΐδέ ότι πικρόν».
Γνώρισε βαθιά και νιώσε πόσοπικρό είναι να φεύγει κανείς μακριά από τον Κύριο.
Πόσο απερίγραπτα οδυνηρόείναι να εγκαταλείπει Εκείνον πού αποτελεί το υπέρτατα
αγαπημένο Πρόσωπο. Τοσπάσιμο ενός τέτοιου δεσμού μοναδικού πλημμυρίζει την
ύπαρξη με πικρία. Έδώ,άντίθετα με ό,τι συμβαίνει στις ανθρώπινες σχέσεις,
γεμίζει με πίκρα αυτός πούέχει την πρωτοβουλία της εγκαταλείψεως. Ό
έγκαταλείπων, αυτός ποτίζει τηνύπόστασή του με φαρμάκι. Ενώ ό
εγκαταλελειμμένος; Εκείνος περιμένει. Περιμένειψιθυρίζοντας «πικρόν σοι το
καταλιπείν σε έμέ». Και προσθέτει τονίζοντας τιςλέξεις: «Γνώθι και ίδέ». «Γνώθι
και ίδέ ότι πικρόν...»
Θεέ μου, δεν υπάρχει χειρότερο και
πιο πικρό ποτήρι απόαυτό πού πίνουμε, όταν Σε εγκαταλείπουμε. Ανάγλυφη ή εικόνα
του άσωτου υιού.Χθες και σήμερα ή ίδια. Εγκαταλείπει το σπίτι του Πατέρα για να
βρει τηνευτυχία, τη χαρά. Νομίζει πώς έτσι θα άπολαύσει τη ζωή, τη γλυκύτητά
της. Θέλεινα σπάσει τούς ιερούς δεσμούς με Σένα και δεν αντιλαμβάνεται, πώς την
ίδιαστιγμή χαλκεύει για τον εαυτό του τα πιο τυραννικά δεσμά. Καταντάει να
βόσκειχοίρους. Να δουλεύει στα πιο άτιμωτικά πάθη. Ό υιός πού γίνεται
χοιροβοσκός, όελεύθερος δούλος. Ό άσωτος πού «έπεθύμει γεμίσαι την κοιλίαν
αυτού από τωνκερατίων ών ήσθιον οι χοίροι, και ούδείς έδίδου αΰτώ».
Αυτός είναι ό άνθρωπος ό
αποστάτης. Ή αγάπη όμως του Θεούκαι στο κατάντημα αυτό δεν τον εγκαταλείπει. Το
έλεός Του μάς καταδιώκειασταμάτητα. Και ή αγάπη Του νικάει. Και το θαύμα
γίνεται. Το πιο μεγάλο θαύμα,μια αληθινή νεκρανάσταση. Έρχονται στιγμές
αφυπνιστικές. 'Ο αποστάτης θυμάταιτο σπίτι του Πατέρα, τούς «μισθίους» τούς
υπηρέτες, πού «περισσεύουσιν άρτων»τη στιγμή πού αυτός «λιμώ άπόλλυται».
Θυμάται τότε πού ζούσε κοντά στο Θεό μετην αγάπη στην καρδιά όλων, στο ευρύχωρο
σπίτι πού αντικατόπτριζε τις ομορφιέςτου Παραδείσου. Άραγε θα μπορούσε να τα
ξαναζήσει;
Γιατί όχι; Το σπίτι και ή αγκαλιά
τού Πατέρα περιμένουνπάντα. Ό δρόμος είναι ανοιχτός. Στον καθένα μένει να τον
βαδίσει. Με μιααπόφαση στην ψυχή και μια λέξη στο στόμα: «Άναστάς πορεύσομαι...
και έρώ...ήμαρτον».
Κύριε, δός μας τη δύναμη να
ξαναγυρίσουμε κοντά Σου. Ναμεταστροφή το «πικρόν» σε γλυκύτητα. Να γευθούμε τη
δική Σου γλυκύτητα, Θεέμας. Να γίνει και στην περίπτωση τη δική μας, με την
ειλικρινή μετάνοιά μας, ήμεγάλη χαρά του ουρανού.
"ΖΩΗ" 3 Νοεμβρίου 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου