xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)



Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ

Από το ομώνυμο, εκδοθέν το 1928, βιβλίο

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο, ότι η Μία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία έχει καθιερώσει από αμνημονεύτων χρόνων- από είκοσι αιώνες- το Εορτολόγιο αυτής επί τη βάσει του Ιουλιανού Ημερολογίου. Ότι επί τη βάσει αυτού άπαντες οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί από αιώνων συνεορτάζουν τις ίδιες πάντοτε ημέρες του έτους, νηστεύουν ταυτόχρονα τις ίδιες κανονισμένες νηστείες, ακούν τις ίδιες λειτουργίες, τα ίδια ευαγγέλια, τους ίδιους ψαλμούς, τις ίδιες αποστολικές επιστολές και πράξεις.

Την επί 20 αιώνες πράξη αυτή της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, αποτελούσα ιερά παράδοση αυτής, αποτελούσα δισχιλιετές αυτής καθεστώς επικύρωσαν και καθαγίασαν Σύνοδοι Οικουμενικοί και Τοπικοί, διατάξεις Πατριαρχικές, κανόνες και αποφάσεις απαρεγκλίτως τηρηθείσες από όσους αιώνες. Πάσα άρα οιαδήποτε παρέκκλιση από του εκκλησιαστικού αυτού καθεστώτος του στηριζόμενου επί του Ιουλιανού ημερολογίου, είναι απάρνηση της εκ παραδόσεως τάξης της Εκκλησίας. Είναι ανατροπή αυτής ολοκλήρου. Διότι είδαμε ήδη ότι δια της μεταβολής του ημερολογίου ανατρέπονται Κυριακοδρόμια, καταλύονται νηστείες, διαγράφονται εκκλησιαστικά τροπάρια, δημιουργούνται κενά στη σειρά του Πασχαλίου κύκλου, μετατοπίζονται εορτές και εν γένει οι παραδόσεις της Εκκλησίας αθετούνται και παραβιάζονται.

Αλλά για την τήρηση την ακριβή των Εκκλησιαστικών παραδόσεων έχουμε ρητές και κατηγορηματικές διατάξεις από τους Αποστολικούς ακόμη χρόνους, τις οποίες ουδείς δύναται να παραδεί, και η Εκκλησία της Ελλάδος παραβλέποντας εντελώς αυτές απαρνήθηκε, παραβιάζοντας τις Εκκλησιαστικές παραδόσεις.

Ιδού δε και οι κυριότερες ρήτρες και διατάξεις περί των εκκλησιαστικών παραδόσεων, διατάξεις οι οποίες αποτελούν και πρέπει να αποτελούν Νόμο για την Εκκλησία.

Α’) Πρώτος ο Απόστολος Παύλος στην προς Θεσσαλονικείς δευτέρα από Αθηνών γραμμένη επιστολή (Κεφ. Β’ 15) επιτάσσει την τήρηση των εκκλησιαστικών παραδόσεων λέγοντας: «Άρα ουν, αδελφοί, στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε, είτε δια λόγου είτε δι’ επιστολής ημών».

Β’) Ο Μέγας Βασίλειος στον 91ον Κανόνα αυτού λέγει τα εξής: «Ει γαρ επιχειρήσαιμεν τα άγραφα των εθών, ως μη μεγάλην έχοντα την δύναμη, παραιτείσθε, λάθοιμεν αν εις αυτά τα καίρια ζημιούντες το Ευαγγέλιον, μάλλον δε εις όνομα ψιλόν προϊστώντες το κήρυγμα: Οίον (ίνα του πρώτου και κοινοτάτου πρώτον μνησθώ) τω τύπω του Σταυρού τους εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ηλπικότας κατασημαίνεσθαι, τις ο διά γράμματος διδάξας; Το προς ανατολάς εστράφθαι κατά την προσευχήν, ποίον ημάς εδιδαξεν γράμμα; Αλλά και όσα περί τω βάπτισμα αποττάσεσθαι τω Σατανά και τοις Αγγέλοις αυτού, εκ ποίας εστί γραφής; Ουκ εκ της αδημοσιεύτου ταύτης και απορρήτου διδασκαλίας, ην εν απολυπραγμονήτω σιγή οι Πατέρες ημών εφύλαξαν, καλώς εκείνο δεδιδαγμένοι, των μυστηρίων το σεμνόν σιωπή διασώζεσθαι»;

Γ) Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον Β’ λόγο του αναφωνεί: «Ακούσατε λαοί, φυλαί, γλώσσαι, άνδρες, γυναίκες, και παίδες, πρεσβύτες, νεανίσκοι τε και νήπια, το έθνος των Χριστιανών το άγιον. Είτις ευαγγελίζηται υμάς παρ’ο παρέλαβεν η Καθολική Εκκλησία (η Ορθόδοξος Αγία Αποστολική Εκκλησία) παρά των Αγίων Αποστόλων, Πατέρων και Συνόδων και μέχρι του νυν διεφύλαξε, μη ακούσητε αυτού, μηδέ δέξησθε την συμβουλήν του όφεως, ως εδέξατο Εύα και ετρύγησεν θάνατον. Καν, Άγγελος, καν Βασιλεύς ευαγγηλίζηται υμάς παρ’ο παρελάβετε, κλείσατε τας ακοάς, οκνώ γαρ τέως ειπείν, ως έφη ο θείος Αποστολος, Ανάθεμα έστω εκδεχόμενος την διόρθωσιν».

Δ’ Ο Μέγας Αθανάσιος λέει τα εξής: «…Ίδωμεν δε όμως και προς τούτοις και αυτήν την εξ αρχής παράδοσιν και διδασκαλίαν και πίστιν της Καθολικής (ορθοδόξου) Εκκλησίας, ην ο μεν Κύριος έδωκεν οι δε Απόστολοι εκήρυξαν και πατέρες εφύλαξαν. Εν ταύτη γαρ η Εκκλησία τεθεμελίωται… και τηρείται την των Πατέρων παράδοσιν».

Ε’ Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει στο λόγο του δ’ της Β΄ προς Θεσσαλονικείς τα εξής: «Ενταύθα δήλον, ότι ου πάντα δι’ επιστολής παρεδίδοσαν οι Απόστολοι αλλά και πολλά και αγράφως. Ομοίως δε κακείνα και ταύτα εστίν αξιόπιστα. Ώστε και την παράδοσιν της Εκκλησίας αξιόπιστον ηγούμεθα. Παράδοσις εστίν, μηδέν πλέον ζητεί».

Και ερωτάται ήδη: Αυτή καθ’ εαυτή η διατήρηση του Ιουλιανού ημερολογίου στην Εκκλησία, η ανέκαθεν αδιάλειπτη και ομοιόμορφη σ’ αυτή ισχύς αυτού ως βάσης στην οποία προσαρμόστηκε κάθε εκκλησιαστική ακολουθία και τάξη και η του εορτολογίου διάταξη, η αποτελέσασα επί τόσους αιώνες την διάκριση της Ανατολικής από της Δυτικής Εκκλησίας, αυτή καθ’ εαυτή ανεξαρτήτως της ολεθριοτάτης συνέπειαες της διασπάσεως της εκκλησιαστικής Ενότητας, ως παράδοση της Εκκλησίας δεν ήταν σεβαστή και απαράτρεπτος;

Και ο σεβασμός της παραδόσεως αυτής επί τόσους αιώνες, και η επίμονη άρνηση δια μέσου των αιώνων τούτων τόσων μεγάλων αναστημάτων και υπέροχων Πατριαρχικών φυσιογνωμιών να αποδεχθούν δια την Εκκλησία το Γρηγοριανό Ημερολόγιο, έστω και εάν κρατούνταν άθικτη η εορτή του Πάσχα, η διηνεκής και επίμονος, λέγομε, άρνηση αυτών, αυτή και μόνη δεν έπρεπε να συγκρατήσει τους σημερινούς (1924) νάνους της Εκκλησίας από το να καταπατήσουν τόσο ασεβώς και άσεμνα τις διά των αιώνων καθηγιασμένες γνώμες τόσων υψηλών της Εκκλησίας κορυφών;

Εκτός όμως των γνωμών και κρίσεων των ανωτέρω μεγάλων της Εκκλησίας Πατέρων και διδασκάλων, έχουμε αυτές τις Οικουμενικές Συνόδους. Έκαστη δε οικουμενική Σύνοδος αναφέρεται εις τα αποφασισθέντα των προηγουμένων και κρατύνει το έθος, την πράξη, και την παράδοση των προηγουμένων. Ιδού δε πως αποφαίνονται αυτές περί των παραδόσεων της Εκκλησίας. Ιδού δε πως αποφαίνονται αυτές περί των παραδόσεων της Εκκλησίας:

1) Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος δια του ΣΤ’ Κανόνα επιτάσσει: «Τα αρχαία έθη κρατείτω».

2) Η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος (η εν Χαλκηδόνι) δια του Α’ αυτής Κανόνα λέγει: «Τους παρά των Αγίων Πατέρων καθ’ εκάστην Σύνοδον άχρι του νυν εκτεθέντας Κανόνας κρατείν εδικαιώσαμεν (κρίναμε δίκαιο)».

3) Η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος στο Α’ Κανόνα αυτής ορίζει τα εξής: «Τάξις άριστη παντός αρχομένου και λόγου και πράγματος, εκ Θεού τε άρχεσθαι, και εις Θεόν αναπαύεσθαι… Και νυν άρχην των ιερών ποιούμενοι λόγων χάριτι θεία ορίζομεν, ακαινοτόμητον τε και απαράτρωτον φυλάττειν την παραδοθείσαν ημίν πίστιν… Και συνελόντα φάναι, πάντων των εν τη Εκκλησία του Θεού διαπρεψάντων ανδρών, οι γεγόνασι φωστήρες εν κόσμω, λόγον ζωής επέχοντες, την πίστιν κρατείν βεβαίαν και μέχρι συντελείας του αιώνος ασάλευτον διαμένειν θεσπίζομεν, και τα αυτών θεοπαράδοτα συγγράμματα τε και δόγματα. Πάντας αποβαλλόμενοι τε και αναθεματίζοντες, ους απέβαλον (οι Πατέρες) και αναθεμάτισαν, ως της Αληθείας εχθρούς και κατά Θεού φρυαξαμένους κενά, και αδικίαν εις το ύψος εκμελετήσαντας».

4) Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδς, η κατά των Εικονομάχων συνελθούσα στον Α’ αυτής Κανόνα λέει τα εξής: «…Εις τον αιώνα η προφητική φωνή εντέλλεται ημίν φυλάττειν τα μαρτύρια του Θεού, και ζην εν αυτοίς, δηλονότι ακράδαντα και ασάλευτα διαμένοντα… Και ο Παύλος φησίν : «Καν ημείς ή Άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν, παρ’ ο ευαγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω». Τούτων ουν ούτως όντων και διαμαρτυρουμένων ημίν, αγαλλιώμενοι επ’ αυτοίς, ως ει τις εύροι σκύλα πολλά, ασπασίως τους θείους κανόνας ενστερνιζόμεθα, και ολόκληρον την αυτών διαταγήν και ασάλευτον κρατύνομεν των εκτεθέντων υπό των αγίων σαλπίγγων του Πνεύματος των πανευφήμων Αποστόλων, των τε εξ Αγίων Οικουμενικών Συνόδων και των Αγίων Πατέρων ημών. Εξ’ ενός γαρ άπαντες και του αυτού Πνεύματος αυγασθέντες, ώρισαν τα συμφέροντα. Και ους μεν τω αναθέματι παραπέμπουσι, και ημείς αναθεματίζομεν, ους δε τη κσθαιρέσει, και ημείς καθαιρούμεν. Ους δε τω αφορισμώ, και ημείς αφορίζομεν. Ους δε επιτιμίω παραδιδόασι, και ημείς ωσαύτως υποβάλλομεν…».

5) Ο ιερός Ταράσιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, και άγιος έπειτα, προεδρεύσας της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου (8ος αιών) εν Νικαία προσφώνησε τους συνελθόντας εν αυτή Πατέρες ειπών μεταξύ άλλων: «…Και νήφοντες εν πάσιν αποστολικώς, το ισόρροπον κρίνομεν, ίνα πάσαν κενοφωνίαν, ύφεσιν τε και πλεονασμόν, ως ζιζάνια τω καθαρώ σίτω επισπαρέντα, αναβολής πάσης εκτός, εκτίλλωμεν, ως της αληθείας αντίθετα και της Εκκλησίας αντίμαχα. Τα γαρ εν αυτή παραδοθέντα ουκ εισί ναι και ου, αλλά ναι εισίν εν αληθεία και μένουσι αρραγή και ακράδαντα εις τον αιώνος χρόνον».

6) Ο αυτός Ταράσιος εν τη Δ’ πράξει της αυτής Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου λέγει τα εξής: «ου μετατίθεμεν όρια α έθεντο οι Πατέρες ημών, αλλ’ αποστολικώς διδαχθέντες κρατούμεν τας παραδόσεις, ας παρελάβομεν».

7) Μετά την τοιαύτη δήλωση του Ταρασίου ολόκληρη η Σύνοδος εκβοά τα εξής βαρυσήμαντα: «Πατέρες κηρυττουσι, τέκνα υπακοής εσμέν και εγκαυχώμεθα εν προσώπο μητρός τη παραδόσει της Καθολικής Εκκλησίας… Ημείς τους θεσμούς των Πατέρων φυλάττομεν, Ημείς τους προστιθέντας ή αφαιρούντας εκ της Καθολικής Εκκλησίας αναθεματίζομεν… Ημείς κατά πάντα των αυτών θεοφόρων Πατέρων τα δόγματα και πράγματα κρατούντες, κηρύσσομεν εν ενί στόματι και μια καρδία μηδέν προστιθέντας μηδέν αφαιρούντες των εξ αυτών παραδοθέντων ημίν, αλλά τούτοις βεβαιούμεθα, τούτοις στηριζόμεθα».

Το ισχυρότερο τείχος το οποίο ύψωσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας προς περιφρούρηση ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ της Εκκλησίας είναι η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος. Ο όρος της Ζ’ ταύτης Οικουμενική Συνόδου, αναφέρεται ακριβώς στην παράδοση της Εκκλησίας και περιχαρακώνει εν γένει τους θεσμούς της Εκκλησίας.

Μετά τον Όρο τούτο της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου ακολουθούν τα εξής, τα οποία «εξεβόησε η Αγία Σύνοδος». «Πάντες ούτω πιστεύομεν, πάντες το αυτό φρονούμεν, πάντες συναίνεσαντες υπεγράψαμεν. Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των ορθοδόξων, αύτη η πίστης την Οικουμένην εστήριξε. Πιστεύοντες εις ένα Θεό εν Τριάδι υμνούμενον, τας τιμίας εικόνας ασπαζόμεθα. Οι μη ούτως έχοντες ανάθεμα έστωσαν. Οι μη ούτω φρονούντες, πόρρω της Εκκλησίας εκδιωχθήτωσαν. Ημείς τη αρχαία θεσμοθεσία της Καθολικής Εκκλησίας επακολουθούμεν, ημείς τους θεσμούς των πατέρων φυλάττομεν. Ημείς τους προστιθέντας τι ή αφαιρούντας εκ της καθολικής Εκκλησίας αναθεματίζομεν…Ει τις πάσαν εκκλησιαστικήν παράδοσιν έγγραφον τε ή άγραφον αθετεί ανάθεμα, ανάθεμα, ανάθεμα».

Όθεν δεν δύναται ουδείς να πει μετά τα ανωτέρω θεσπίσματα των Οικουμενικών Συνόδων ότι οι παραδόσεις της Εκκλησίας δεν είναι δόγματα και επομένως δύναται να μεταβληθούν. Διότι τα θεσπίσματα αυτά περί αμετάτρεπτου και ακαινοτομήτου των Εκκλησιαστικών παραδόσεων είναι τελείως καθηγιασμένα και έχουν την ισχύ δογμάτων. Δεν δύναται δε επίσης ουδείς να ισχυρισθεί ότι το όλο καθεστώς της Εκκλησίας, των νηστείων, των ακολουθιών, των Κυριακοδρομίων και άλλων τυπικών της Εκκλησίας διατάξεων καθεστώς, ιδρυθέν επί της βάσης του Ιουλιανού Ημερολογίου, με το οποίο συνδέεται αναποσπάστως το Εορτολόγιο της Εκκλησίας, δεν δύναται, λέγομε, ουδείς να ισχυριστεί ότι δεν είναι Παράδοση Εκκλησιαστική.

Αλλά ότι αρνήθηκαν να διαπράξουν όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι, και άπαντες οι γεραροί της Ορθοδοξίας στυλοβάτες, το διέπραξαν εν μια στιγμή μονομερώς, αυθαιρέτως, ανιερώς, αντορθοδόξως, διά μίας εγκυκλίου του, ο επαναστατικώ δικαίω Αρχηγός της Ελληνικής Εκκλησίας, κατακρημνίζοντας δύο χιλιάδων ετών ιερό οικοδόμημα, το της Ορθοδοξίας, για να ισοπεδώσει τούτο με το Ιησουϊτικό και καότεχνο οικοδόμημα της Παπικής Εκκλησίας! 

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ 1924 ΚΑΙ 1948


ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ 1924 ΚΑΙ 1948 Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΑΙΩΝ 






Τήν πραξικοπηματικήν καί ἀντορθόδοξον Ἡμερολογιακήν ἀλλαγήν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος δέν τήν ἐδέχθησαν ὅλοι, ἀλλά ὑπῆρξαν ἀρκεταί ὁμαδικαί καί ἀτομικαί ἀντιδράσεις. Κατά τό διάστημα 1924-1926,ἱδρύθησαν ὑπό τῶν μή δεχθέντων τήν Ἀντιεκκλησιαστικήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν συντονιστικά ὄργανα ἀντιδράσεως πρός τήν Σχισματοαιρετικήν Καινοτομίαν τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Παπικοῦ Ἡμερολογίου. Οἱ Σύλλογοι αὐτοί, ὅπως ὁ «Σύλλογος Ὀρθοδόξων» εἰς την Ἀθήνα, ὁ μετέπειτα ἐξελιχθείς εἰς τήν «Πανελλήνιον Θρησκευτικήν Κοινότητα τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν», καθώς και ὁ «Ἱερός Σύνδεσμος τῶν Ζηλωτῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους», ὑπεστήριξαν πολυτρόπως τούς ἐμμένοντας εἰς τά πάτρια καί θέσμια τῆς Ἐκκλησίας ἐντάλματα. Οὗτοι προέβησαν εἰς διαμαρτυρίας πρός τάς πολιτικάς Ἀρχάς, εἰς τήν ἐνημέρωσιν τοῦ λαοῦ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῶν Νεοημερολογιτῶν εἶναι Συναγωγή Σχισματοαιρετικῶν, καί εἰς τήν Διακήρυξιν ὅτιοἱ Νεοημερολογῖται εἶναι ΕΚΤΟΣ τῆς Ἐκκλησίας, ΣΤΕΡΟΥΝΤΑΙτῆς Θείας Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ Ἔγκυρα Μυστήρια.

Οὕτω διά τῆς ἱδρύσεως Ὀρθοδόξων ἐνοριῶν, διεφυλάχθη ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις καί ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ συνέχισε τήν Ἱστορικήν της πορείαν μέ πολύ ὀλίγα μέλη, τούς κρατοῦντας τάς Ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικοῦ κύρους Πανορθοδόξων Συνόδων τῶν προηγουμένων αἰώνων.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, οἱ μή ἀποδεχθέντες τήν Αἱρετικήν Παπικήν Καινοτομίαν τῆς Ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου ΔΙΕΚΟΨΑΝ ΑΜΕΣΩΣ καί ἐπισήμως κάθε Πνευματικήν καί Ἐκκλησιαστικήν Ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Νεοημερολογιτικῆς Οἰκουμενιστικῆς Ἐκκλησίας,ΑΠΟΚΗΡΥΞΑΝΤΕΣ αὐτήν πολλάκις ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΟΑΙΡΕΤΙΚΗΝ. Μία ἐκ τῶν πολλῶν αὐτῶν ἀποκηρύξεων ἡ ὁποία ἐπεδόθη εἰς τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον ἦτο καί ἡ τῆς 1ης Αὐγούστου 1934, διά τῆς ὁποίας ἡ Νεοημερολογητική Ἐκκλησία ΑΠΕΚΗΡΥΧΘΗ ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ, ὡς μη ἔχουσα τό δικαίωμα καί ὡς μή δυναμένη νά ἐξασκῇ πνευματικήν ἐξουσίαν ἐπί τῶν ἐμμενόντων εἰς τά Ὀρθόδοξα Δόγματα καί τήν Ἱεράν Παράδοσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Παραλλήλως δέ ἐγένοντο ἐνέργειαι διά τήν ἐξεύρεσιν Ἀρχιερέων χειροτονηθέντων πρό τοῦ Σχίσματος, προς διαποίμανσιν τοῦ Γνησίως Ὀρθοδόξου Πληρώματος.

Ἡ πρωτοβουλία αὕτη και αἱ παράλληλοι ἐνέργειαι ἐτελεσφόρησαν. Τρεῖς ἀρχιερεῖς ἐδέχθησαν νά ἀποκηρύξουν τήν Νεοημερολογητικήν Ἐκκλησίαν ὡς Σχισματικήν.

Τήν 13ην Μαΐου 1935, ὁ Δημητριάδος Γερμανός (Μαυρομάτης), ὁ πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος (Καβουρίδης),καί ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος (Δημητρίου), διέκοψαν πᾶσαν Ἐκκλησιαστικήν σχέσιν και ἐπικοινωνίαν μέ τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν και τήν ἀπεκήρυξαν ὡς Σχισματικήν ἐπισήμως, ἐνώπιον 25.000 λαοῦ εἰς τόν Ἱ.Ν. Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Ἐπιδαύρου 14, Κολωνός Ἀθῆναι), ἀλλά καί ὑπηρεσιακῶς διά δικαστικοῦ κλητῆρος προς τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον, καί διά δημοσιεύσεων εἰς τόν ἡμερήσιον τύπον τῶν Ἀθηνῶν.
Ἐκ τῶν τριῶν αὐτῶν Ἀρχιερέων, οἱ δύο πρῶτοι ἦσαν χειροτονημένοι πρό
τοῦ Σχίσματος τοῦ 1924.

Οὗτοι, διά τῆς δημοσίας ταύτης καταδίκης τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Λιβέλου, ἀπεκατεστάθησαν Κανονικῶς εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, συμφώνως πρός τούς σχετικούς Ἱερούς Κανόνας
τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων (7ος Κανών τῆς Β´, 95ος Κανών τῆς ΣΤ´ και 8ος Κανών τῆς Α´), οἱ ὁποῖοι προβλέπουν διά τούς ἐπιστρέφοντας εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν ἐκ Σχίσματος καί Αἱρέσεως Ἱερωμένους, οἵτινες εἶχον λάβει Ὀρθοδόξως τό Βάπτισμα καί τήν Ἱερωσύνην, νά ἀποκαθίστανται μόνον διά Λιβέλλου. Ὡς γνωστόν, τά δύο Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τῆς Ἱερωσύνης δέν ἐπαναλαμβάνονται. Κατόπιν τούτου, ὁ τρίτος, ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος, ὡς χειροτονηθείς μετά τό Σχίσμα τοῦ 1924, ἀπεκατεστάθη κανονικῶς εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν διά χειροθεσίας ὑπό τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ καί τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου.

Εἰς τό Ἔγγραφον μέ τό ὁποῖον οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς ΑΠΕΚΗΡΥΞΑΝ τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον καί ἀπέστειλον εἰς αὐτήν διά Δικαστικοῦ Κλητῆρος, περιλαμβάνονται μεταξύ ἄλλων καί τά ἀκόλουθα:

«Ἐπειδή ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος διά τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου ἠθέτησε τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας, τους διέποντας τά τῆς Θείας Λατρείας, καί ἰδίᾳ τήν Νηστείαν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἥτις ἐνίοτε καί ἐντελῶς ἐξαφανίζεται. . . .

»Ἐπειδή ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος, διασπάσασα διά τῆς μονομεροῦς και ἀντικανονικῆς εἰσαγωγῆς και ἐν τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου τήν ἑνότητα τῆς Καθόλου Ὀρθοδοξίας, καί διαιρέσασα τους Χριστιανούς εἰς δύο ἀντιθέτους ἡμερολογιακάς μερίδας, ἔθιξεν ἐμμέσως καί τό Δόγματοῦ Συμβόλουτῆς Πίστεως εἰς Μίαν, Ἁγίαν,Καθολικήν και Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. . . .
»Ἐπειδή τέλος δι᾽ ὅλους τούς ἀνωτέρω λόγους ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπέσχισε καί ἀπετείχισε ἑαυτήν κατά τό πνεῦμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων τοῦ καθόλου κορμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἐκήρυξεν κατ᾽οὐσίαν ἑαυτήν Σχισματικήν, καθά ἀπεφάνθη καί ἡ πρός μελέτην τοῦ Ἡμερολογιακοῦ Ζητήματος ὁρισθεῖσα ἐξ εἰδικῶν νομομαθῶν καί θεολόγων καθηγητῶν τοῦ Ἐθνικοῦ Πανεπιστημίου Ἐπιτροπή, ἧς μέλος ἀπετέλειτότε καί ὁ Μακαριώτατος, ὡς καθηγητής τοῦ Πα ν ε π ι σ τ η μίου. . . .

»Διά ταῦτα, ὑποβάλλοντες εἰς τήν Διοικοῦσαν Σύνοδον την ἐπισυνημμένην Διαμαρτυρίαν ἡμῶν, δηλοῦμεν,ὅτι κόπτωμεν τοῦ λοιποῦ πᾶσαν σχέσιν καί Ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετ᾽ Αὐτῆς, ἐμμενούσης εἰς τήν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν, καί ἀναλαμβάνομεν τήνΠνευματικήν Ἡγεσίαν καί Ἐκκλησιαστικήν Ποιμαντορίαν τοῦ Ἀποκηρύξαντος τήν Διοικοῦσαν Ἐκκλησίαν καί ἐκ πολυαρίθμων Κοινοτήτων συγκειμένου Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, τοῦ ἐμμένοντος πιστοῦ εἰς το Πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον. . . .

† Ὁ Δημητριάδος Γερμανός
† Ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος
† Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος »__

Καταγγέλλουν δηλαδή οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, καταδικάζουν καί Ἀποκηρύσσουν τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν ὡς Καινοτόμον, Σχισματικήν καί Ἀντορθόδοξον. Ἀναγγέλλουν δέ τήν Ἀνάληψιν τῆς ἡγεσίας τῶν πιστῶν, τῶν ἐμμενόντων εἰς το Πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον.
Η ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Μετά τήν Ἀποκήρυξιν αὐτήν, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς μέ 18σέλιδον Προκήρυξιν ἤρχισαν τήν διαποίμανσιν τῶν Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Μοναχῶν, ἐνημερώνοντες δι᾽ αὐτῶν ἅπαν τό ποίμνιον, περί τῆς ἄνευ κύρους ἀντικανονικῆς Ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου. Εἰς τήν Προκήρυξιν, ὄχι μόνον ἀπορρίπτουν τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου, ἀλλά καί ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΝ αὐτήν ὡς αἰτίαν Σχίσματος. Παρατίθενται εἰς τήν συνέχειαν ἀντιπροσωπευτικά ἀποσπάσματα τῆς Προκηρύξεως:

«Τό ὅτι δέ καί  Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπεδέχθη εἶτα σιωπηρῶς τήν γενομένην μεταβολήντοῦ Ἡμερολογίου . . . οὐδαμῶς δύναται νά προσδώσῃ κῦρος Ἐκκλησιαστικόν εἰς τήν Ἡμερολογιακήν ταύτην καινοτομίαν.
Ὥστε ἡ μεταβολή τοῦ Ἡμερολογίου . . . στερεῖται, οὐ μόνον Πανορθοδόξου κύρους, . . .
ἀλλά καί τοπικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ κύρους,ὡς μή ἀπορρεύσασα ἐκ τῆς Συνόδου τῆς ὅλης Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἀλλά καί ἄν ἀκόμηἡ μεταβολή αὕτη τοῦ Ἡμερολογίου ἐγένετο ὑφ᾽ ὅλης τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλά δος συνερχομένης εἰς Σύνοδον, πάλιν ΔΕΝθά εἶχε κῦρος Ἐκκλησιαστικόν . . . .
Ἐπί πλέον δέ ἡ ἀποδοχή τοῦ Νέου Ἡμερολογίου εἶναι καί Ἀντορθόδοξος.»

Οἱ δέ ἀκολουθοῦντες τό Νέον Ἡμερολόγιον, κλῆρος καί λαός, ὅταν πληροφορηθῶσι ὅτι ἡ «ἀντικανονική μεταβολή τοῦ Ἡμερολογίου ἐδημιούργησε συνεπείας θιγούσας τάς Παραδόσεις τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τό Δόγμα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, θά ἀποκηρύξωσι τήν ἐπάρατον ταύτην καί Παπισμοῦ ὄζουσαν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν».
Ἀπευθυνόμενοι πρός τούς κληρικούς οἱ ὁποῖοι δέν θέλουν νά συμμορφωθῶσιν μέ τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς γρά- φουν: «δέν εἶναι ἀνταρσία πρός τήνἔννοιαν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ᾽ ἄρνησις νά συμμορφωθῆτε πρός μίαν Ἀντικανονικήν καί Ἀντορθόδοξον Ἀπόφασιν τῆς Διοικούσης Συνόδου».

«Οἱ Ἀρχιερεῖς, ἐφ᾽ ὅσον . . . διέσπασαν τό ἑνιαῖον τῆς Ὀρθοδοξίας Δόγμα, . . . ἀπώλεσαν κατά τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας πᾶν δικαίωμα σεβασμοῦ καί πειθαρχίας ἐκ μέρους ὑμῶν.

Οὗτοι πρῶτοι ἔσχισαν τόν ἄνωθεν ὑφαντόν χιτῶνα τῆς Ὀρθοδοξίας, εἰσαγαγῶντες Ἀντικανονικῶς . . . τό Νέον Ἡμερολόγιον».

Χρησιμοποιοῦν ἐπίσης καί τόν ΙΕ/ Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου διά νά ἀποκηρύξουν τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν ὡς ΚΑΤΕΓΝΩΣΜΕΝΗΝ ΑΙΡΕΣΙΝ, γράφοντες τά ἑξῆς: «Καί ἵνα βεβαιωθῆτε, ὅτι ἡ ἐπιβεβλημένη αὕτη Ἀποκήρυξις περιποιεῖ τιμήν, καί ὄχι μομφήν, παραθέτομεν καί τόν 15ον Κανόνα τῆς ΑΒ/ Οἰκ. Συνόδου».

Τέλος ποιοῦν ἔκκλησιν πρός κλῆρον καί λαόν γράφοντες: «Σώσατε δι᾽
ὄνομα τοῦ Θεοῦ τήν Ἐκκλησίαν καί τό Ἔθνος ἀπό τάς φοβεράς συνεπείας τοῦ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ. . . . Ἐν ὀνόματι τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀποκηρύξατε τόν ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΝ Ἀρχιεπίσκοπον καί τούς ὁμόφρονας αὐτοῦ  Ἀρχιερεῖς, καί ταχθῆτε παρά τό πλευρόν τῶν Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων, τῶν ἀγωνιζομένων ὑπέρ τῆς Πατρῴας Ὀρθοδοξίας καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Παραδόσεων».

Παρόμοιαι διατυπώσεις ἀπαντῶνται εἰς ὅλας τάς σελίδας. Τά ἀνωτέρω ἀποτελοῦν ἁπλῶς δειγματοληπτικήν παράθεσιν.
Ἀκόμη καί ὁ τίτλος τῆς Προκηρύξεως δηλώνει τό φρόνημά των ὅτι Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ΔΕΝ εἶναι ἡ Νεοημερολογιτική, ἀλλά ἡ Σύνοδος τῶν τριῶν αὐτῶν Ἀρχιερέων οἱ ὁποῖοι διέκοψαν πᾶσαν Πνευματικήν καί Ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας.

Ἰδού ὁ τίτλος τοῦ Ἐντύπου: «Προκήρυξις τῶν Σεβασμιωτάτων Ἀρχιερέων τῆς Αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Δημητριά δος Γερμανοῦ, πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου καί Ζακύνθου Χρυσοστόμου, πρός τόν Ἐφημεριακόν Κλῆρον καί τούς Μοναχούς τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ Ζητήματος τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου»,Μάϊος 1935.
Πέραν τῆς «Προκηρύξεως» αὐτῆς ἐξαπέλυσαν καί «ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΝ» κατά τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, πρός ὅλα τά Πατριαρχεῖα καί τάς Αὐτοκεφάλους Ἐκκλησίας.
Μετά παρέλευσιν δεκαημέρου ἀπό τήν Ἐπίσημον Ἀποκήρυξιν τήν ὁποίαν ἀπέστειλαν πρός τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, οἱ Κανονικῶς, ὡς ὁρίζουν οἱ Ἱεροί Νόμοι, ἐπιστρέψαντες εἰς τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν, καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, ἀφοῦ συνεκρότησαν Ἱεράν Σύνοδον, προέβησαν εἰς τήν χειροτονίαν τεσσάρων νέων Ἐπισκόπων.
Αἱ χειροτονίαι αὗται ἔλαβον χώραν εἰς τό παρεκκλήσιον τῆς Ἁγίας Μαρίνης τῆς Ἱερᾶς ΜονῆςΠαναγίας Πευκοβουνοϊατρίσσης Κερατέας Ἀττικῆς, μέ τήν ἀκόλουθον σειράν:
Τήν 23ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Κυκλάδων Γερμανός (Βαρυκόπουλος).
Τήν 24ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Μεγαρίδος Χριστόφορος (Χατζῆς).
Μετά τό 1950 τοῦ ἐδόθη ὁ τίτλος Χριστιανουπόλεως, διά νά μήν ἔρχεται εἰς σύγκρουσιν μετά τοῦ Νεοημερολογίτου Ἐπισκόπου Μεγαρίδος.
Τήν 25ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος (Λιώσης).
Τήν 26ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος (Καρπαθάκης).
Διά τῆς Ἀποκηρύξεως τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας, διά τῆς Συγκροτήσεώς των εἰς Σύνοδον, καί ἰδιαιτέρως διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων, οἱ 3 Ἀρχιερεῖς ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία εἶναι Ὁριστικῶς, Ἀμετακλήτως καί Τελεσιδίκως ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ. Ὄχι Δυνάμει μέν Σχισματική Ἐνεργείᾳ δέ οὐ Σχισματική, ἀλλά καί τῇ ΕΝΕΡΓΕΙᾼ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ, Μή χρήζουσα ἄλλης μελλοντικῆς Συνόδου πρός ἐκδίκασιν διά νά καταστῇ καί ἐνεργείᾳ Σχισματική.
Διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία, ἀποδεχθεῖσα τό ἀπό τοῦ 16ου αἰῶνος καταδικασθέν ὑπό Τριῶν Πανορθοδόξων Συνόδων Παπικόν Ἡμερολόγιον, δέν τελεῖ ἁπλῶς ὑπόδικος μέχρις ὅτου δικασθῆ ὑπό μελλούσης Συνόδου, ἀλλ᾽ εὑρίσκεται ἤδη ΚΑΤΑΔΙΚΟΣ ὡς ΠΡΟΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΗ.
Διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία εἶναι Καταδικασμένη, Στερεῖται Ἁγιαστικῆς Θείας Χάριτος καί Ἐγκύρων Μυστηρίων, καί πρέπει νά ἀγνοηθῇ ὡς μή Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἀλλά ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ.
Αἱ χειροτονίαι Ἐπισκόπων τόν Μάϊον τοῦ 1935 ἀπετέλεσαν Δογματικῶς καί Κανονικῶς Ὑψίστην καί ἔμπρακτον Ἐκκλησιαστικήν καί Ἐκκλησιολογικήν Ὁμολογιακήν Πρᾶξιν, μεγαλυτέραν τῆς Ἐγγράφου Ἀποκηρύξεως ἐξαπολυθείσης κατά τῆς Νεοημερολογητικῆς Ἐκκλησίας ὡς Σχισματικῆς καί ὡς στερουμένης τῆς Θείας Χάριτος.
Τόν Ἰούνιον τοῦ 1935,ἡ Νεοημερολογητική Ἐκκλησία προέβη εἰς τήν καθαίρεσιν τῶν ἑπτά (7) ἐπισκόπων καί ἐν συνεργασίᾳ μετά τῆς Πολιτείας διέταξε τήν ἐξορίαν των. Τότε ἤρχισαν νά ἀποκαλύπτωνται θησαυροί καρδιῶν καί νά ἀναδεικνύεται τό μέταλλον τοῦ κάθε ἀνδρός.

ΤΟ ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Κατ᾽ ἀρχάς, ἀξιοσημείωτον εἶναι τό ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ πρός τόν λαόν τό ὁποῖον ἐξέδωκαν μέ ἡμερομηνίαν 7 Ἰουνίου 1935, πρό τῆς Ἐξορίας των, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, Δημητριάδος Γερμανός, πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος καί Ζακύνθου Χρυσόστομος. Αὐτό ἐδημοσιεύθη καί ὡς μονοσέλιδος Ἀποχαιρετιστήριος Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος εἰς τόν «Κήρυκα Ὀρθοδόξων».
Μεταξύ ἄλλων εἰς τό Διάγγελμα πρός τούς Γνησίους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς τονίζονται τά ἀκόλουθα: «Καταδικασθέντες ἀδίκως ὑπό Σχισματικῆς Συνόδου εἰς καθαίρεσιν . . . διότι εἴχομεν τό θάρρος καί τήν ψυχικήν εὐσθενίαν νά ἀναπετάσωμεν τό ἔνδοξον καί τετιμημένον λάβαρον τῆς Ὀρθοδοξίας, θεωροῦμεν ποιμαντορικόν καθῆκον ἡμῶν, πρίν ἤ ἀποχωρισθῶμεν, νά ἀπευθύνωμεν ὑμῖν τοῖς ἀκολουθοῦσι τό Πάτριον καί Ὀρθόδοξον ἑορτολόγιον τάς ἑξῆς Ποιμαντορικάς παραινέσεις:
»Ἀκολουθοῦντες πιστῶς τό Ἀποστολικόν «Στήκετε καί κρατῆτε τάς παραδόσεις, ἅς ἐδιδάχθητε εἴτε διά λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν» μή παύσητε ἀγωνιζόμενοι δι᾽ ὅλων τῶν νομίμων καί Χριστιανικῶν μέσων ὑπέρ τῆς κατισχύσεως καί ἐπιβραβεύσεως τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν Ἀγῶνος, . . .
»Ἐπέπρωτο κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος, ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὑπό τήν ἔμπνευσιν καί πρωτοβουλίαν τοῦ προκαθημένου αὐτῆς νά προσάψῃ εἰς τό τέως ἁγνόν καί ἀκραιφνῶς Ὀρθόδοξον μέτωπον Αὐτῆς τόν μῶμον τοῦ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ διά τῆς ἀθετήσεως τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑορτολογίου, τοῦ καθιερωθέντος ὑπό τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί κυρωθέντος ὑπό τῆς αἰωνοβίου πράξεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ἀντικαταστάσεως τούτου διά τοῦ ΠΑΠΙΚΟΥ τοιούτου.
»Τό ΣΧΙΣΜΑ βεβαίως τοῦτο τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἐδημιούργησεν ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας ἥτις ἐπιλαθομένη τῆς ἱερᾶς καί Ἐθνικῆς Αὐτῆς ἀποστολῆς καί τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ γνωμικοῦ «μάχου ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς Ἑλληνικῆς ἐλευθερίας », εἰσήγαγεν ἄνευ τῆς συναινέσεως ἁπασῶν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἐν τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ τό ΠΑΠΙΚΟΝ Ἑορτολόγιον, ΔΙΑΙΡΕΣΑΣΑ οὕτως οὐ μόνον τάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς εἰς δύο ἀντιθέτους μερίδας.
»Ἡμεῖς ἀναλαβόντες τήν ποιμαντορίαν τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τοῦ ἀκολουθοῦντος τό πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον, καί ἔχοντες συναίσθησιν τοῦ Ὅρκου Πίστεως ὅν ἐδώσαμεν ὅτι θά φυλάξωμεν πάντα ὅσα παρελάβομεν παρά τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων,ἀποφεύγοντες πάντα νεωτερισμόν, δέν ἠδυνάμεθα παρά νά κηρύξωμεν ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΝ τήν Ἐπίσημον Ἐκκλησίαν, ἥτις ἐδέχθη τό ΠΑΠΙΚΟΝ Ἑορτολόγιον, ὅπερ ἐχαρακτηρίσθη ὑπό Πανορθοδόξων Συνόδων «ὡς Νεωτερισμός τῶν Αἱρετικῶν, ὡς παγκόσμιον σκάνδαλον καί ὡς αὐθαίρετος καταπάτησις τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν παραδόσεων ».
»Τούτου ἕνεκα συνιστῶμεν εἰς ἅπαντας τούς ἀκολουθοῦντας τό Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον, ὅπως ΜΗΔΕΜΙΑΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ἔχωσι μετά τῆς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ Ἐκκλησίας καί τῶν ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΝ λειτουργῶν αὐτῆς, ἀπό τῶν ὁποίων ΕΦΥΓΕΝ Η ΧΑΡΙΣ τοῦ Παναγίου Πνεύματος ·διότι οὗτοι ἠθέτησαν Ἀποφάσεις τῶν Πατέρων τῆς 7ης ΟἰκουμενικῆςΣυνόδου καί πασῶν τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τῶν καταδικασασῶν τό Γρηγοριανόν Ἑορτολόγιον. Ὅτι δέ ἡ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ Ἐκκλησία ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΧΑΡΙΝ καί Ἅγιον Πνεῦμα, τοῦτο διαβεβαιοῖ καί ὁ Μ. Βασίλειος λέγων τά ἑξῆς:
«Εἰ καί περί μή Δόγματα οἱ Σχισματικοί σφάλλοιντο, ἀλλ᾽ ἐπειδή τοιγε Κεφαλή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας ὁ Χριστός ἐστι, κατά τόν θεῖον Ἀπόστολον, ἐξ οὗ τά μέλη πάντα ζωοῦται καί τήν πνευματικήν αὔξησιν δέχεται, οὗτοι δέ τῆς ἁρμονίας τῶν Μελῶν τοῦ Σώματος ἀπερρά γησαν καί οὐκέτι παραμένουσαν αὐτοῖς ἔχουσι τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅ τοίνυν οὐκ ἔχουσιν, πῶς ἄν τοῖς ἄλλοις μεταδοῖεν;»
»Ὅταν ἡ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ Ἐκκλησία ἐπιβάλῃ μέτρα πιεστικά καί καταθλιπτικά, ὅπως βιάσῃ τήν ὀρθόδοξον ἡμῶν συνείδησιν, συνιστῶμεν ὑμῖν, ὅπως τά πάντα ὑπομείνητε καί κρατήσητε τήν Ὀρθόδοξον Παρακαταθήκην ἀλώβητον καί ἀμόλυντον, ὅπως παρελάβομεν ταύτην παρά τῶν εὐσεβῶν Πατέρων ἡμῶν . . . .
». . .συνιστῶμεν καί ὑμῖν ἐμμονήν καί ἐγκαρτέρησιν ἐν τοῖς δεινοῖς καί ταῖς θλίψεσι καί ταῖς κακώσεσι καί αἰκισμοῖς, εἰς ἅ θά ὑποβληθῆτε ὑπό ἐκκλησίας ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ, ἐλπίζοντες πάντοτε εἰς τόν Θεόν ὅς οὐκ ἑάσει ἡμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δυνάμεθα καί ὅστις θά
εὐδοκήσῃ ἐν τῇ ἀπείρῳ Αὐτοῦ καί ἀνεξιχνιάστῳ μακροθυμίᾳ νά φω-
τίσῃ καί τούς καλῇ τῇ πίστει ΠΕΠΛΑΝΗΜΕΝΟΥΣ καί ἀκολουθοῦντας
τό ΠΑΠΙΚΟΝ ἑορτολόγιον . . . »
† Ὁ Δημητριάδος Γερμανός
† Ὁ Πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος
† Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος»

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ Ομιλία εις την Κυριακή του Θωμά (Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς)

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ 

Ομιλία εις την Κυριακή του Θωμά (Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς)

Ἅψαι Θωμᾶ τῆς πλευρᾶς τῇ χειρί, λέγει Χριστός, καὶ τοὺς τύπους τῶν ἥλων δεῦρο ψηλάφησον, πίστει ἐρεύνησον, καὶ γίνου μοι πιστός, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ὁ δὲ Θωμᾶς, τῷ δακτύλῳ ὡς ἥψατο τοῦ Δεσπότου, μέγα ἀνεβόησε· Σύ μου Θεὸς καὶ Κύριος, εὔσπλαγχνε, δόξα σοι.

Ο Νεστόριος ήταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (428-431).


Κοσμάς :
http://orthodox-voice.blogspot.gr/
2. Να δούμε στη καταχώρηση αυτή, την περίπτωση του Νεστόριου. Την περίπτωση του αγίου Μαξίμου, που αναφέρει ο αδελφός Silver, για να μη μακρύνουμε πολύ το λόγο, θα την δούμε στην επόμενη καταχώρησή μας.