xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)


Ὁ αἱρετικὸς χωρίζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν λόγῳ τῆς αἱρέσεώς του καὶ συνεπῶς εἶναι αὐτοκατάκριτος (1ο Μέρος)



 " Ἡ  στάση, πού τηροῦσαν οἱ τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί Ἐνορίες διαχρονικά, ὅταν κηρυσσόταν αἵρεση, ἦταν νά ἀναθεματίζουν συνεχῶς τήν αἵρεση καί τούς αἱρετικούς. Αὐτό συνέβαινε σχεδόν καθημερινά, κατά τίς ἀδιάψευστες ἱστορικές πηγές, τήν περίοδο τῆς Εἰκονομαχίας. Στή συνέχεια, ὅταν συνεκαλεῖτο Οἰκουμενική ἤ Πανορθόδοξη Σύνοδος, ἡ Σύνοδος, δεχόταν κατ' οἰκονομίαν κάποιους ἀπό τούς εὑρισκομένους σέ κοινωνία μέ τούς αἱρετικούς, ἄν ὁμολογοῦσαν τήν Ὀρθόδοξη Πίστη καί ἐφ' ὅσον ἔφερναν ἐπαρκῆ δικαιολογία γιά τήν στάση τους. Πολλές φορές δέν δεχόταν κανέναν ἀπό τούς αἱρετικούς"

"Ἅγιοι Κολλυβάδες", Χειμώνας 2012

"Οὔτε μιά ὥρα δέν ἔμεναν κοινωνικοί μέ τούς αἱρετικούς οἱ Ὀρθόδοξοι"
Μέγας Βασίλειος

"Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι λεγεών αἱρέσεων"
π. Ἰουστῖνος Πόποβιτς


"Οἱ παγιωμένες πλέον συνοδικές αἱρετικές ἀποφάσεις, ἡ θεσμική ἀλλοίωση τῆς πίστης καί τῆς παράδοσης τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί οἱ ἐπί πολλές δεκαετίες ἀκολουθούμενες παγκοσμίως πρακτικές, τῶν ἑνωτικῶν πράξεων καί τῶν συμφωνιῶν μέ τούς προαιώνιους αἱρετικούς, ἡ πνευματική διακοινωνία καί οἱ συμπροσευχές ἀκόμη καί μέ ἀλλοθρήσκους, εἰδωλολάτρες καί παγανιστές τῶν οἰκουμενιστικῶν πατριαρχείων, πρωτοστατοῦντος τοῦ λεγομένου Οἰκουμενικοῦ, ἀποκαλύπτουν τήν ἑνιαία διαχρονική αἱρετική πίστη τῶν πρωταρχῶν τῆς αἱρέσεως καί τῶν ἀκολούθων τους."

                                                                                "Ἅγιοι Κολλυβάδες", Χειμώνας 2012


Ἡ ἀποκάλυψη δόθηκε ἀπό τόν Θεό στήν Ἐκκλησία, ὄχι σέ μοναχικά ἄτομα, ἀκριβῶς, ὅπως στήν Παλαιά Διαθήκη "τά λόγια τοῦ Θεοῦ" (Ρωμ. 3, 2) δόθηκαν ὄχι σέ ἄτομα ἀλλά στό λαό τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀποκάλυψη δίνεται, καί εἶναι προσιτή, μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία δηλαδή, μόνο διά μέσου τῆς ζωῆς μέσα στήν Ἐκκλησία, διά μέσου μιᾶς ζωντανῆς καί πραγματικῆς συμμετοχῆς στόν μυστικό ὀργανισμό τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἀληθινή γνώση εἶναι δυνατή μόνο μέσα στό στοιχεῖο τῆς Παραδόσεως. Ἡ Ἱερή Παράδοση ὡς παράδοση τῆς ἀλήθειας, ὅπως τήν προσδιόρισε ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος, εἶναι ὄχι μόνον ἱστορική μνήμη, ὄχι ἁπλῶς μιά ἔκκληση στήν ἀρχαιότητα καί στήν ἐμπειρική σταθερότητα. Παράδοση εἶναι ἡ ἐσωτερική μνήμη τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι πρό πάντων ἡ ἑνότητα τοῦ Πνεύματος, ἡ ἑνότητα καί συνέχεια τῆς πνευματικῆς ἐμπειρίας καί τῆς ζωῆς τῆς χάριτος. Εἶναι ἡ ζωντανή σχέση μέ τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τήν ἡμέρα πού τό Ἅγιο Πνεῦμα κατέβηκε μέσα στόν κόσμο ὡς τό Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας.
     Ἡ ἔκκληση πρός τήν Παράδοση δέν εἶναι τόσο πολύ μιά ἔκκληση πρός  ἀρχαιότερα πρότυπα, ὅσο εἶναι μιά ἔκκληση στήν καθολική ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας, στό πλήρωμα τῆς γνώσεώς της. Ὅπως τό λέει ἡ πολύ γνωστή διατύπωση τοῦ ἁγίου Βικεντίου τοῦ ἐκ Λειρίνης: ὅ,τι πάντοτε, ὅ,τι παντοῦ, ὅ,τι ἀπό ὅλους ἔχει πιστευθεῖ.
     Ἡ παράδοση γνωρίζεται καί κατανοεῖται μόνο μέ τό νά ἀνήκεις στήν Ἐκκλησία, μέ τήν ἐνεργό συμμετοχή στήν κοινή ἤ καθολική ζωή. Τό καθολικός, (ἀπό τό καθ’ ὅλου), δέν σημαίνει οὐδόλως μιά ἐξωτερική καθολικότητα, δέν εἶναι ἕνα ποσοτικό, ἀλλά μᾶλλον ἕνα ποιοτικό κριτήριο. Τό "καθολικός" δέν σημαίνει "οἰκουμενικός" οἱ δύο αὐτοί ὅροι δέν εἶναι ταυτόσημοι.
     Ἡ Καθολική (Ὀρθόδοξη) Ἐκκλησία μπορεῖ ἀκόμα ἱστορικά νά ἀποδειχθεῖ ὅτι εἶναι τό μικρό ποίμνιο. Ὑπάρχουν σήμερα περισσότεροι αἱρετικοί παρά Ὀρθόδοξοι πιστοί μέσα στόν κόσμο μας καί ἀποδεικνύεται ὅτι οἱ αἱρετικοί εἶναι παντοῦ, καί ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία ἐξαναγκάζεται νά ζεῖ στό περιθώριο τῆς ἱστορίας, μέσα στήν "ἔρημο". Αὐτό συχνά συνέβη καί συμβαίνει καί πάλι σήμερα, κατά τόν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι. Αὐτός ὁ ἐμπειρικός περιορισμός καί αὐτή ἡ κατάσταση, μέ κανένα τρόπο δέν καταστρέφει τόν καθολικό χαρακτῆρα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι καθολική, γιατί εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, καί λόγῳ τῆς ἑνότητας αὐτοῦ τοῦ Σώματος ἐπιτυγχάνεται ἡ ἀμοιβαία συνανάπτυξη τῶν ἐπί μέρους μελῶνû ἡ ἀμοιβαία ἀπομόνωση καί ὁ διαχωρισμός ἀπό τούς ἄλλους ὑπερνικῶνται, καί ἡ ἀληθινή κοινωνία ἤ ἡ κοινή ζωή πραγματοποιεῖται. Καί αὐτό γίνεται καί ὡς πρός τή σκέψη. Στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας πραγματοποιεῖται ἡ καθο-λικότητα τῆς συνειδήσεως. Σ’ αὐτήν περικλείεται τό ἀληθινό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας: "ἵνα πάντες ἕν ὦσινû καθώς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοί κἄγώ ἐν σοί, ἵνα καί αὐτοί ἐν ἡμῖν ἕν ὦσιν ... ἵνα ὦσι τετελειωμένοι εἰς ἕν..." (Ἰωάν. ιζ΄, 21-23).
     Ἡ ἑνότητα πραγματοποιεῖται διά μέσου τῆς συμμετοχῆς στή μιά καί μοναδική ἀλήθεια τῆς κοινῆς  πίστης τῶν Πατέρων καί τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ὁ χρόνος ὑπερβαίνεται μέσα στήν Ἐκκλησία. Στήν Ἐκκλησία οἱ πιστοί ὅλων τῶν ἐποχῶν καί τῶν γενεῶν ἑνοποιοῦνται καί ἑνώνονται συναντῶντας ἀλλήλους. Σ' αὐτό ἀκριβῶς συνίσταται ἡ θρησκευτική καί μεταφυσική σημασία τῆς κοινωνίας τῶν ἁγίων.

Σκηνικῶς παίξωμεν;

     Μέ τήν σιγουριά πού μᾶς δίνει ἡ συμμετοχή στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί στήν κοινωνία τῶν ἁγίων μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι οἱ αἱρετικοί Οἰκουμενιστές, οἱ Λατινό-φρονες καί οἱ Νεοημερολογίτες δέν συμ-μετέχουν στό σῶμα αὐτό. Δέν μετέχουν στήν μοναδική ἐμπειρία τῆς ἀλήθειας. Δέν εἶναι μέλη τῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
     Εἶναι ἐκτός τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.     Ἐνῶ τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀγκαλιάζει ὅλες τίς ἐποχές καί τούς ἁγίους, (τούς Ὀρθοδόξους), ἔχει ἀποβάλει καί οὐδέποτε ἀποδέχεται τούς ξένους καί ἀντίθετους στήν Ἱερή Παράδοση καί στήν ἑνιαία πίστη, τούς αἱρετικούς Οἰκουμενιστές καί τούς Νεοημερολογίτες.    Ἡ καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀναθεματίζει τούς αἱρετικούς Λατινόφρονες καί Νεοημερολογίτες Οἰκουμενιστές τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σέ κάθε ἐνορία, προϊσταμένου τοῦ πνευματικοῦ της ἱερέως ἤ ἐπισκόπου, συμμαρτυρῶντας καί ἐπικρο-τῶντας τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
     Τό ἀνάθεμα ἐνεργεῖται ἀπό τό πλήρωμα τῶν ἁγίων, τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, πού διατρανώνουν ἐπί ἕνα σχεδόν αἰῶνα συνεχῶς τήν ἑνιαία πίστη καί ἀναθεματίζουν μέχρι σήμερα τούς αἱρετικούς.
     Αὐτό εἶναι ὑποχρέωση τῶν Ὀρθοδόξων καί αὐτό κάνουν, γιατί ὁ μή λέγων τοῖς αἱρετικοῖς ἀνάθεμα, ἀνάθεμα ἔστω, κατά τό Συνοδικό τῆς ἀθάνατης Ὀρθοδοξίας.
     Ὁ ἐπίσκοπος καί ὁ ἱερεύς παίρνουν τήν ἐξουσία καί τήν ἁρμοδιότητα νά διδάσκουν καί νά τελοῦν τά μυστήρια ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τό σῶμα τῶν Ἁγίων. Γιαὐτό καί ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ἔχει δικαίωμα καί καθῆκον νά συμμαρτυρεῖ, νά συναινεῖ ἀλλά καί νά ἀρνεῖται τή συναίνεσή του στόν ἱερέα καί στόν ἐπίσκοποû ἀκόμη ἔχει τό δικαίωμα καί νά τόν καθαιρεῖ, ὅταν αὐτός παρεκκλίνει ἀπό τήν ὁμοφωνία τῶν Πατέρων, ἀπό τό πλήρωμα τῆς Πεντηκοστῆς καί τῆς καθολικότητας τῆς Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄν, ἑπομένως, οἱ ἐπίσκοποι καί οἱ πνευματικοί προϊστάμενοι δέν εἶναι μάρτυρες αὐτῆς τῆς μετοχῆς στήν μοναδική ἀλήθεια καί δέν εἶναι φορεῖς τῆς καθολικῆς ἐμπειρίας καί τῆς ἐσωτερικῆς μνήμης τῆς Ἱερῆς Παράδοσης τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι Ὀρθόδοξοι. Ἔχουν ἤδη ἐνδυθεῖ τήν κατά-ραν ὡς ἰμάτιον, κατά τήν ἐπί Ἀνθίμου, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, ἀπόφαση τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου τοῦ 1848. Ἡ Πανορθόδοξος αὐτή Σύνοδος τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς  ἀναγνωρίζει στό λαό καί τό δικαίωμα τῆς ἀρνησικυρίας, ἀκόμη καί ἀποφάσεων Συνόδων, συγκλη-θέντων ὡς Οἰκουμενικῶν, ἐφ’ ὅσον αὐτές ἀντιπίπτουν στό Πνεῦμα τό Ἅγιον.
     "Κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας, ἥν παρελάβομεν ἄδολον παρά τηλικούτων ἀνδρών, ἀποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμόν ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ διαβόλου.
 Ὁ δεχόμενος νεωτερισμόν, κατελέγχει ἐλλειπῆ τήν κεκηρυγμένην ὀρθόδοξον πίστιν. Ἀλλ’ αὕτη πεπληρωμένη ἤδη ἐσφράγισται, μή ἐπιδεχομένη μήτε μείωσιν, μήτε αὔξησιν, μήτε ἀλλοίωσιν ἥντιναούν, καί ὁ τολμῶν ἤ πρᾶξαι ἤ συμβουλεῦσαι, ἤ διανοηθῆναι τοῦτο, ἤδη ἠρνήθη τήν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, ήδη ἑκουσίως καθυπεβλήθη εἰς τό αἰώνιον ἀνάθεμα διά τό βλασφημεῖν εἰς τό Πνεῦμα τό ἅγιον, ὡς τάχα μή ἀρτίως λαλῆσαν ταῖς Γραφαῖς καί Οἰκουμενικαῖς Συνόδοις.
 Ἅπαντες οὔν οἱ νεωτερίζοντες ἤ αἰρέσει ἤ σχίσματι, ἑκουσίως ἐνεδύθησαν κατάραν ὡς ἰμάτιον, κἄν τε Πάπαι, κἄν τε Πατριάρχαι, κἄν τε κληρικοί, κἄν τε λαϊκοί κἄν ἄγγελος ἐξ οὐρανού, ἀνάθεμα."
     Οἱ Νεοημερολογίτες καί Οἰκουμενιστές ἐπίσκοποι καί πνευματικοί προϊστάμενοι στεροῦνται τῆς πνευματικῆς καί ἀποστολικῆς διαδοχῆς, καθ’ ὅ,τι δέν εἶναι μέτοχοι στήν διαχρονική ἀλήθεια τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, καί ἑπομένως ἔχασαν τήν κοινωνία μέ τήν Καθολική Ἐκκλησία, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἐξ ὀνόματος τοῦ ὁποίου δέν μποροῦν νά ἐνεργοῦν. Καί ἑπομένως ὁποιαδήποτε ἐνέργειά τους εἶναι ἄκυρη. Ἐνεδύθησαν κατάραν ὡς ἰμάτιον, καθυποβληθέντες εἰς τό αἰώνιον ἀνάθεμα, ἐπειδή βλασφημοῦν συνεχῶς εἰς τό Ἅγιον Πνεῦμα ὡς μή ἀρτίως λαλῆσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς καί ταῖς Οἰκουμενικαῖς Συνόδοις.
     Αὐτό συμβαίνει πρῶτον, λόγῳ τῆς μή κοινωνίας τους μέ τήν ἀλήθεια καί τήν ἑνιαία πίστη τῶν Πατέρων, ἀλλά καί γιατί ἐνεργοποιοῦνται ἐπί ἕνα αἰῶνα τά ἀνα-θέματα τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀπό τίς τοπικές καθολικές ἐκκλησίες, πού βρίσκονται σέ ἐσωτερική μυστική πνευματική ἑνότητα μεταξύ τους καί σέ κοινωνία μέ τό σῶμα τῶν Ἁγίων πάντοτε, ἀλλά κυρίως τήν Α΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, τῆς Ὀρθοδοξίας. Διαφορετικά, ποιό νόημα ἔχει ἡ σύναξη τῶν τοπικῶν καθολικῶν Ἐκκλησιῶν μέ πλήρη ἱερατική στολή, προϊσταμένων τῶν ἐπισκόπων καί τῶν ἱερέων μέ τόν λαό τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἐκφώνηση τῶν ἀναθεμάτων τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας;
     Σκηνικῶς παίξωμεν;
     Αὐτό συμβαίνει ἐπίσης, γιατί οἱ πρῶτοι ἀποσχισθέντες τῆς ἀληθείας πῆραν τήν χάρη ἀπό τήν Καθολική Ἐκκλησία, κατά τόν Μέγα Βασίλειο, ἀλλά οἱ ἴδιοι κατασταθέντες αἱρετικοί καί ἀποκοπέντες ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τήν ἑνιαία Πίστη καί Παράδοσή της, ὄντες αὐτο-κατάκριτοι, δέν μποροῦσαν πλέον νά μεταδώσουν τήν χάρη, κατά τόν Οὐρανο-φάντορα! Ὄχι μόνον οἱ αἱρετικοί, ἀλλά καί οἱ σχισματικοί στεροῦνται τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διότι:
     "Ἡ μέν ἀρχή τοῦ χωρισμοῦ διά σχίσματος γέγονεν û οἱ δέ τῆς Ἐκκλησίας ἀποστάντες, οὐκ ἔτι ἔσχον τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ' ἑαυτούς û ἐπέλιπε γάρ ἡ μετάδοσις τῷ διακοπῆναι τήν ἀκολουθίαν. Οἱ μέν γάρ πρῶτοι ἀνα-χωρήσαντες, παρά τῶν πατέρων ἔσχον τάς χειροτονίας, καί διά τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν αὐτῶν εἶχον τό χάρισμα τό πνευματικόν û οἱ δέ ἀπορραγέντες, λαϊκοί γενόμενοι, οὔτε τοῦ βαπτίζειν, οὔτε τοῦ χειροτονεῖν εἶχον ἐξουσίανû οὔτε ἠδύναντο χάριν Πνεύματος ἁγίου ἑτέροις παρέχειν, οἷς αὐτοί ἐκπεπτώκασιû διό ὡς παρά λαϊκῶν βαπτιζομένους τούς παρ' αὐτῶν, ἐκέλευσαν ἐρχομένους ἐπί τήν ἐκκλησίαν, τῷ ἀληθινῷ βαπτίσματι τῷ τῆς ἐκκλησίας ἀποκαθαίρεσθαι..."[1]
     Ἡ ἀνωτέρω ἀναφερομένη στάση ἦταν ἡ στάση, πού τηροῦσαν οἱ τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί Ἐνορίες δια-χρονικά, ὅταν κηρυσσόταν αἵρεση. Ἀνα-θεμάτιζαν συνεχῶς τήν αἵρεση καί τούς αἱρετικούς. Αὐτό συνέβαινε σχεδόν καθημερινά, κατά τίς ἀδιάψευστες ἱστορικές πηγές, τήν περίοδο τῆς Εἰκονομαχίας. Στή συνέχεια, ὅταν συνεκαλεῖτο Οἰκουμενική ἤ Πανορθόδοξη Σύνοδος, ἡ Σύνοδος, δεχόταν κατ' οἰκονομίαν κάποιους ἀπό τούς εὑρισκομένους σέ κοινωνία μέ τούς αἱρετικούς, ἄν ὁμολογοῦσαν τήν Ὀρθόδοξη Πίστη καί ἐφ' ὅσον ἔφερναν ἐπαρκῆ δικαιολογία γιά τήν στάση τους, -(ὄχι ὅμως πάντοτε, βλ. Συνόδους Ἀφρικῆς καί Ρώμης κατωτέρω)-, ἀλλά ποτέ δέν δέχονταν τούς πρωτάρχας τῆς αἱρέσεως. Ὅλες οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι θεωροῦσαν πάντοτε τούς αἱρετικούς ἐκτός τῆς ἀληθείας, καί ἑπομένως καί ἐκτός τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας.
     Ἐφ' ὅσον ὁ αἱρετικός στερεῖται τῆς χάριτος δέν εἶναι δυνατόν νά διατηρεῖ τήν ἰδιότητα τοῦ μέλους τῆς Ἐκκλησίας. Τό ἀνάθεμα δέν ἀποκόπτει αὐτόν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἐξαγγέλλει στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας τήν πραγματοποιηθεῖσα ἀπό αὐτόν τόν ἴδιο τόν αἱρετικό αὐτοαποκοπή, μέ τήν ἔκπτωσή του ἀπό τήν ὀρθή πίστη. Ἔτσι εἶναι δυνατή ἡ προστασία τῶν λοιπῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ἰδίου, ἄν μετανοήσει.
     Ἀπό σῶμα Ὀρθοδόξων ἐπισκόπων ἀναθεματίσθηκαν ἰδιαίτερα ὁ Οἰκουμενισμός καί οἱ Οἰκουμενιστές στό Μόντρεαλ τοῦ Καναδᾶ ἀπό τήν Σύνοδο τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς τό 1983, προϊσταμένου τοῦ Ἁγίου Φιλαρέτου. Τό ἴδιο ἔγινε καί ἀπό τούς Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας μας ἐπί τοῦ μακαριστοῦ μας Ἀρχιεπισκόπου κυροῦ Χρυσοστόμου.
     Ἡ πρώτη παγκοσμίως ἀπόφαση τῆς Συνόδου τῶν Ρώσων Ἐπισκόπων τῆς Διασπορᾶς ἔχει πολλές ἀναλογίες καί εἶναι ἀναλόγου σπουδαιότητος μέ ἐκείνη, πού ἔγινε ἐπί Ἁγίου Μαρτίνου, πάπα Ρώμης, μέ τόν Ἅγιο Μάξιμο τό 649 μ.Χ., πού κατεδίκασε τούς Μονοθελῆτες καί Μονο-ενεργῆτες.
     Οἱ Ρῶσσοι ἐπίσκοποι τῆς Διασπορᾶς ἀποτελοῦσαν τήν συνέχεια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, πού εἶχε διωχθεῖ καί ἐξορισθεῖ ἀπό τούς Μπολσεβίκους-Σιωνιστές. Ὅσοι ἔμειναν στό Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας, (οἱ Σεργιανιστές), ἦσαν ἐκεῖνοι πού πρόδωσαν καί ἔγιναν πράκτορες τοῦ Σιωνισμοῦ καί τοῦ Κομμουνισμοῦ καί διῶκτες τῶν κατακομβιτῶν Ὀρθοδόξων.
Αὐτοί δέ πού ἐπιστρέφουν στήν Ἐκκλησία, ἐφ' ὅσον μετανοοῦν, διδάσκει ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅτι πρέπει νά γίνονται δεκτοί, ὄχι ὅμως ἀκρίτως, ἀλλά νά δοκιμάζονται, ἐάν ἐπιδεικνύουν ἀληθινή μετάνοια καί ἐάν ἔχουν ὡς συμμαρτυρία τους τήν σπουδή γιά τήν σωτηρία τους (5ος Κανόνας).
     Γιαὐτό, ὁ Μέγας Ἱεράρχης δέν δέχεται οὔτε τούς Ἐγκρατίτες, οὔτε τούς Σακκοφόρους, οὔτε τούς Ἀποτακτίτες, ὅπως καί τούς Ναυατιανούς γιατί γιά ἐκείνους μέν ἐκφωνήθηκε κανόνας, ἄν καί διαφορετικός, γιά αὐτούς ὅμως ἐπικράτησε σιωπή. Αὐτούς, λοιπόν, ἐμεῖς τούς ἀναβαπτίζουμε, διδάσκει ὁ Ἅγιος, ἔστω καί ἐάν αὐτό ἀπαγορεύτηκε σέ σᾶς, ὁ ἀναβαπτισμός δηλαδή, ὅπως ἀκριβῶς ἰσχύουν τά ἴδια καί στήν Ρωμαϊκή Ἐκκλησία, λόγῳ κάποιας οἰκονομίας, ἀλλά ὁ λόγος μας νά ἔχει ἰσχύν, ἐπειδή ἡ αἵρεσή τους εἶναι ἀποβλάστημα τῶν Μαρκιωνιστῶν, ἐπειδή βδελύσσονται τόν γάμον καί ἀποστρέφονται τόν οἶνον καί θεωροῦν τήν κτίση τοῦ Θεοῦ μολυσμένη, δέν τούς δεχόμεθα στήν Ἐκκλησία, ἐάν δέν βαπτισθοῦν στό βάπτισμά μας.
Παρά τό γεγονός, λοιπόν, ὅτι δέν ἔχει προηγηθεῖ ἀπόφαση καί κανόνας ἤ καταδίκη γιά τούς αἱρετικούς αὐτούς, ὁ Μέγας Ἱεράρχης δέν τούς δέχεται. Τούς θεωρεῖ ὅτι εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας καί πρέπει νά βαπτισθοῦν καί ὁρίζει ὅτι πρέπει νά ἰσχύσει ὁ λόγος του, (47ος Κανόνας Μεγάλου Βασιλείου πού ἔχει πλέον Οἰκουμενική ἰσχύ).
Πόσο μᾶλλον οἱ Νεοημερολογίτες-Οἰκουμενιστές, ψευδεπίσκοποι, κατά τόν ΙΕ΄ τῆς ΑΒ΄ Ἱερᾶς Συνόδου, στεροῦνται καί οἱ ἴδιοι τοῦ ἀληθινοῦ βαπτίσματος καί οὔτε σέ ἄλλους μποροῦν νά μεταδώσουν τήν Χάρη, λαϊκοί γενόμενοι, κατά τόν Οὐρανοφάντορα, ὡς ἄλλα ἀποβλαστήματα καί αὐτοί τῶν Ἀρειανῶν, μή δεχομένων τόν Κύριον Ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν ὡς μοναδικόν Θεόν ἀλλά καί τῶν Πνευματομάχων, γιατί ἀντιμάχονται τό ἔργον τοῦ Παναγίου Πνεύματος τήν Μοναδικότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἑνούμενοι μέ ἐπίσημες συμφωνίες ταυτοχρόνως μετά τῶν ὑπό Οἰκουμενικῶν Συνόδων καταδικασθέντων Μονοφυσιτῶν καί Λατινο - Προτεσταντῶν, συνεχῶς καί ἀδιαλείπτως συμπροσευχόμενοι καί συλλειτουργοῦντες οὐνιτικῶς μέ αὐτούς.
     Ὅταν ἐπί ἕνα σχεδόν αἰῶνα εἶναι ἀποσχισμένοι ἀπό τήν Ἐκκλησία τῶν Πατέρων μας καί κοινωνοῦν τῆς δαιμονικῆς πλάνης τῆς πανθρησκείας καί τοῦ  θανατηφόρου δηλητηρίου τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι παντελῶς ἀλλοτριωμένοι τῆς Χάριτος; Τοῦτο καταφαίνεται καί ἀπό τά παρακάτω καταλυτικά κείμενα:




[1] Α΄ Κανών Μεγάλου Βασιλείου.

Ὁ αἱρετικὸς χωρίζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν λόγῳ τῆς αἱρέσεώς του καὶ συνεπῶς εἶναι αὐτοκατάκριτος (2ο Μέρος)


 Σέ μία τῶν συνεδριάσεων τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐξετάστηκε ἐπιμελέστατα ὁ τρόπος τῆς ἀποδοχῆς τῶν Εἰκονομάχων, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἀποκομμένοι ἀπό τήν καθολική Ἐκκλησία καί ζητοῦσαν νά ἑνωθοῦν μέ Αὐτήν καί αὐτό μάλιστα πρίν καταδικαστοῦν ἀπό τήν Ἁγία Ζ΄ Σύνοδο. Ὅλοι ἔγιναν τελικά δεκτοί μέ λίβελλο μέ τόν ὁποῖο ἀποκήρυσσαν τήν αἵρεση καί ὁμολογοῦσαν τήν ἀλήθεια, καί στή συνέχεια μέ εἰδική ἀπόφαση τῆς Συνόδου:

Ἰωάννης ὁ εὐλαβέστατος μοναχὸς καὶ πρεσβύτερος καὶ τοποτηρητής τοῦ ἀποστολικοῦ θρόνου Ἀντιοχείας εἶπε:
«Διαθρυλλεῖται πανάγιε πάτερ παρὰ πολλῶν, πῶς δεῖ τοὺς ἀπὸ αἱρέσεων προσερχομένους δέχεσθαι· καὶ παρακαλοῦμεν τὴν ἁγίαν καὶ ἱερὰν σύνοδον ὅπως ἔλθωσιν αἱ βίβλοι τῶν ἁγίων πατέρων καὶ θεωρῶμεν καὶ ἀνακρίνωμεν, κᾀκεῖθεν λάβωμεν τὴν ἀκριβῆ ἀσφάλειαν, ὅπως χρή δέχεσθαι αὐτοὺς. Ἀποροῦμεν γὰρ ἡμεῖς.» (Αὐτόθι, 1019c.)

Ἡ σύνοδος τότε ἄκουσε πολλές μαρτυρίας, γιὰ τὸ πῶς οἱ αἱρετικοὶ γίνονταν ἀποδεκτοὶ στὸ παρελθόν, χωρὶς ὅμως νὰ διακρίνουν μεταξὺ ἐκείνων ποὺ εἶχαν καταδικαστεῖ ἤδη ἀπὸ σύνοδο καὶ τῶν μή καταδικασθέντων, ἀποδεικύοντας ὅτι οἱ πατέρες δὲν ἔκαναν τέτοια διάκριση. Ἀντιθέτως, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ διαλόγου, διαπιστώθηκε ὁμοφώνως, ὅτι ἡ ἀποκοπὴ τῶν αἱρετικῶν ἐθεωρεῖτο ὡς ἐκ τῶν προτέρων:

Ἰωάννης ὁ θεοφιλέστατος τοποτηρητής τοῦ ἀποστολικοῦ θρόνου τῆς ἀνατολῆς εἶπε:
«Ἡ αἵρεσις χωρίζει ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας πάντα ἄνθρωπον.»

῾Η Ἁγία Σύνοδος εἶπεν:
«Τοῦτο εὔδηλόν ἐστιν.» (Αὐτόθι, 1022c.)

Στὸ τέλος τῆς Πρώτης Πράξεως,

Ἡ ἁγία σύνοδος εἶπε:
«Ἀναγνώτωσαν οἱ προϊστάμενοι ἐπίσκοποι τοὺς οἰκείους λιβέλλους ὡς νυνὶ προσελθόντες τῇ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ.»

Ταράσιος ὁ ἁγιώτατος πατριάρχης εἶπεν:
«Ἀναγνώτωσαν ἐπειδὰν τῶν ζητουμένων δύο κεφαλαίων ἀκριβῶς ἐξετασθῇ ὑπόθεσις περὶ τε τῶν προσερχομένων ἐξ αἱρέσεως τῇ ἁγίᾳ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ καὶ τῶν ὑπὸ αἱρετικῶν χειροτονηθέντων.» (Αὐτόθι. 1050d.)  

Καὶ μετ᾽ ὀλίγον πάλιν,

Ταράσιος ὁ ἁγιώτατος πατριάρχης εἶπεν:
«Τὰς ὁμολογίας γνῶντες διὰ τῆς ἀναγνώσεως τῶν λιβέλλων, ἐν ἑτέρᾳ συνελεύσει ἡ αὐτῶν ἀποδοχὴ γενήσεται, εἰ οὐκ ἔστιν ἕτερον αὐτοῖς τὸ κωλῦον.» (Αὐτόθι. 1050e.)

   
Συμπεράσματα

     Ὅποιος ἀκολουθεῖ τήν αἵρεση δέν ἔχει τήν δυνατότητα τῆς ἐν Χριστῷ τελειώσεως καί σωτηρίας ἐφ' ὅσον "τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνώσεως" (ΞΘ΄ τῆς Καρθαγένης) ἤ "ἐκ τῆς τοῦ Κυριακοῦ σώματος ἑνώσεως ἀνησυχάστῳ διχονοίᾳ" ἀποσχίζεται (ΞΣΤ΄ τῆς Καρθαγένης), γιά νά μεταβεῖ ἐκεῖ "ὅπου  ἐκκλησία οὐκ ἔστιν" (Κανών Καρχηδόνος), "τῷ τῆς ἀποστασίας συνεδρίῳ". Οἱ αἱρετικοί ὑπάρχουν "πάσης ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας ἐκβεβλημένοι καί ἀνενέργητοι" (α΄τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς), τελοῦντες ὑπό τήν κυριαρχίαν τοῦ διαβόλουû "δώσει αὐτοῖς ὁ Θεός μετάνοιαν πρός τό ἐπιγνῶναι τήν ἀλήθειαν, καί ἵνα ἀνασφήλωσιν οἱ ἐκ τῶν τοῦ διαβόλου βρόχων αἰχμαλωτισθέντες αὐτῷ εἰς τῷ αὐτοῦ θέλημα" (ΞΣΤ΄ Καρθαγένης).
     Ἡ αὐστηρή αὐτή στάση τῶν ἁγίων Πατέρων εἶναι συνέπεια τῆς Ἐκκλησιολογίας τους. Ἐφ' ὅσον μία μόνον Ἐκκλησία ὑπάρχει, (ἕν σῶμα μόνον ἀντιστοιχεῖ εἰς μίαν κεφαλήν), εἶναι φυσικό, ὅτι οἱ ἀποκόπτοντες ἑαυτούς διά τῆς αἱρέσεως ἤ τοῦ σχίσματος ἀπό τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας, παύουν νά εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί νά ἔχουν τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ὁ "οἶκος αὐτῶν ἀφίεται ἔρημος" καί ἐκπίπτει εἰς "ἐκκλησίαν πονηρευομένων" (Νικηφόρου Ὁμολογητοῦ ἐπιστολή γ΄).
     Γιαὐτό τό λόγο καί τά μυστήρια τῶν αἱρετικῶν θεωροῦνται ὡς ἄκυρα, ἐπειδή ἀκριβῶς οἱ αἱρετικοί στεροῦνται τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
     Στούς αἱρετικούς δέν ὑφίσταται κἄν ἀληθές βάπτισμα ἤ χρίσμα ("ἀσφαλῶς κρατοῦμεν, μηδένα βαπτίζεσθαι δύνασθαι ἔξω τῆς καθολικῆς ἐκκλησίαςû ἑνός ὄντος βαπτίσματος, καί ἐν μόνῃ τῇ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ ὑπάρχοντοςû ... ὅθεν οὐ δύναται χρίσμα τοῖς αἱρετικοῖς εἶναι").
     Ὁ λόγος εἶναι προφανήςû "παρά δέ τοῖς αἱρετικοῖς, ὅπου ἐκκλησία οὐκ ἔστιν, ἀδύνατον ἁμαρτημάτων ἄφεσιν λαβεῖν" καί "οὐ γάρ δύναται ἐν μέρει ὑπερισχύειν εἰ ἠδυνήθη βαπτίσαι, ἴσχυσε καί Ἅγιον Πνεῦμα δοῦναι εἰ οὐκ ἠδυνήθη, ὅτι ἔξω ὤν, Πνεῦμα ἅγιον οὐκ ἔχει, οὐ δύναται τόν ἐρχόμενον βαπτίσαι, ἐνός ὄντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί μιᾶς ἐκκλησίας ὑπό Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν, ἐπάνω Πέτρου τοῦ Ἀποστόλου ἀρχῆθεν λέγοντος, τῆς ἑνότητος τεθεμελιωμένηςû καί διά τοῦτο τά ὑπ' αὐτῶν γινόμενα ψευδῆ καί κενά ὑπάρχοντα, πάντα ἐστίν ἀδόκιμα" (Κανών Καρχηδόνος).
     Αὐτός ὁ Κανών δέν ἀποτελεῖ κάτι τό καινοφανές στήν Ἐκκλησία. Εἶναι ἀπήχηση τῆς ἐκκλησιολογίας τοῦ Ἀποστόλου Παύλου "ἕν σῶμα καί ἕν Πνεῦμα, καθώς καί ἐκλήθητε ἐν μιŽ ἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶν εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα" (Ἐφ. δ΄4-5). Κάθε ἄλλη θεώρηση τῶν αἱρέσεων θά ἀνέτρεπε τήν ἐκκλησιολογική αὐτή βάση.

Ἀπάντηση τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρός τόν Πάπα Πίο Θ΄ (1848)

(Πηγή: Τά δογματικά καί συμβολικά μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς  Ἐκκλησίας, Καρμίρη Ἰωάννη,  τ. Β΄ σελ. 902-925, Ἀθήνα 1953).

"... Τό φρικτό αὐτό ἀνάθεμα, ἀδελφοί καί ἀγαπητά παιδιά ἐν Χριστῷ, δέν τό ἐκφωνοῦμε ἐμεῖς σήμερα, ἀλλά τό ἐκφώνησε πρῶτος ὁ Σωτήρας μας· «ὅποιος μιλήσει ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν θά συγχωρεθεῖ οὔτε σέ αὐτόν τόν αἰώνα, οὔτε στόν μελλοντικό»· ὁ ἅγιος Παῦλος ἐκφώνησε· «ἀπορῶ πού μετακινεῖστε τόσο γρήγορα ἀπό αὐτόν πού σᾶς κάλεσε μέ τήν χάρη τοῦ Χριστοῦ σέ ἄλλο εὐαγγέλιο, τό ὁποῖο δέν εἶναι ἄλλο, παρά μόνον κάποιοι πού σᾶς ταράσσουν καί θέλουν νά διαστρεβλώσουν τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ· ἀλλά κι ἄν ἐμεῖς ἤ ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό σᾶς κηρύσσει ἄλλο εὐαγγέλιο ἀπό αὐτό πού σᾶς κηρύξαμε, ἄς εἶναι ἀνάθεμα»· αὐτό ἐκφώνησαν οἱ ἑπτά οἰκουμενικές Σύνοδοι καί ὅλη ἡ χορωδία τῶν θεοφόρων Πατέρων. Ὅλοι λοιπόν οἱ καινοτόμοι, εἴτε μέ αἵρεση εἴτε μέ σχίσμα, ἤδη ἐνδύθηκαν μέ τή θέλησή τους, σύμφωνα μέ τόν ψαλμωδό, «κατάρα ὡς ροῦχο», εἴτε Πάπες εἴτε Πατριάρχες εἴτε Κληρικοί εἴτε Λαϊκοί· «κι ἄν κάποιος, ἀκόμα καί ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό, σᾶς κηρύσσει ἄλλο εὐαγγέλιο ἀπό αὐτό πού ἔχετε παραλάβει, ἄς εἶναι ἀνάθεμα. Ἔτσι σκεπτόμενοι οἱ Πατέρες μας καί ὑπακούοντας στούς ψυχοσωτήριους λόγους τοῦ Παύλου, στάθηκαν σταθεροί καί στέρεοι στήν πίστη πού τούς παραδόθηκε ἀπό γενιά σέ γενιά καί τήν διέσωσαν ἀμετάβλητη καί ἀμόλυντη στό μέσο τόσων αἱρέσεων, καί τήν παρέδωσαν σέ μᾶς ἀληθινή καί ἀνόθευτη, ὅπως βγῆκε ἁγνή ἀπό τό στόμα τῶν πρώτων ὑπηρετῶν τοῦ Λόγου· ἔτσι σκεπτόμενοι καί ἐμεῖς, ἀνόθευτη ὅπως τήν παραλάβαμε θά τήν  μεταδώσουμε στίς ἐπερχόμενες γενιές, χωρίς νά μεταβάλλουμε τίποτα, γιά νά εἶναι κι ἐκεῖνοι, ὅπως κι ἐμεῖς, εὐπρεπεῖς καί νά μήν ντρέπονται ὅταν μιλοῦν γιά τήν πίστη τῶν προγόνων τους."
1848, μήνας Μάιος, Ἰνδικτιῶνος ς΄.
†Άνθιμος ἐλέῳ Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης, καί οἰκουμενικός Πατριάρχης, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῶ ἀγαπητός ἀδελφός καί ἱκέτης ὑπέρ ὑμῶν.
† Ἰερόθεος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καί ὅλης της Αἰγύπτου, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητός ἀδελφός καί ἱκέτης.
† Μεθόδιος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης τῆς μεγάλη πόλης τοῦ Θεοῦ Ἀντιόχειας καί ὅλης της Ἀνατολῆς, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῶ ἀγαπητός ἀδελφός καί ἱκέτης.
† Κύριλλος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων καί ὅλης της Παλαιστίνης, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῶ ἀγαπητός ἀδελφός καί ἱκέτης.
Ἡ ἱερά Σύνοδος τῆς Κωνσταντινούπολης
† Ὁ Καισαρείας Παΐσιος - † Ὁ Ἐφέσου Ἄνθιμος - † Ὁ Ἡρακλείας Διονύσιος - † Ὁ Κιζύκου Ἰωακείμ - † Ὁ Νικομηδείας Διονύσιος - † Ὁ Χαλκηδόνας Ἰερόθεος - † Ὁ Δέρκων Νεόφυτος - † Ὁ Ἀδριανουπόλεως Γεράσιμος - † Ὁ Νεοκαισαρείας Κύριλλος - † Ὁ Βεροίας Θεοκλητός - † Ὁ Πισιδίας Μελέτιος - † Ὁ Σμύρνης Ἀθανάσιος - † Ὁ Μελενίκου Διονύσιος - † Ὁ Σόφιας Παΐσιος – † Ὁ Λήμνου Δανιήλ - † Ὁ Δρυϊνουπόλεως Παντελεήμων - † Ὁ Ἐρσεκίου Ἰωσήφ - † Ὁ Βοδενῶν Ἄνθιμος.
Ἡ ἱερά Σύνοδος τῆς Ἀντιόχειας
† Ὁ Ἀρκαδίας Ζαχαρίας - † Ὁ Ἐμέσης Μεθόδιος - † Ὁ Τριπόλεως Ἰωαννίκιος - † Ὁ Λαοδικείας Ἀρτέμιος.
Ἡ ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱερουσαλήμ
 † Ὁ Πέτρας Μελέτιος - † Ὁ Βηθλεέμ Διονύσιος - † Ὁ Γάζας Φιλήμων - † Ὁ Νεαπόλεως Σαμουήλ - † Ὁ Σεβαστείας Θαδδαῖος - † Ὁ Φιλαδελφείας Ἰωαννίκιος - † Ὁ Θαβωρίου Ἱερόθεος.

Ἐπεξηγήσεις

1. Ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες παραλάβαμε ὅτι στούς αἱρετικούς δέν ὑπάρχει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.

2. Δέν μποροῦμε νά τούς νομιμοποιοῦμε, λέγοντας ὅτι ἔχουν τήν Χάρη. Καί κυρίως, γιατί αὐτό ἐπιτάσσει τό Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Ἄν τό κάνουμε, ἀναθεματιζόμαστε ἀπό τό Συνοδικό της.

3. Στά πρακτικά τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς βλέπουμε ὅτι ὅλοι ὅσοι ἀπολογοῦνται καί γίνονται δεκτοί, παραδέχονται ὅτι ἦσαν ἐκτός Ἐκκλησίας, καί μάλιστα αὐτό πρίν ὑπάρξει ὁποιαδήποτε συνοδική διάγνωση.

4. Ἡ Ἐκκλησία διά τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐξετάζει, ἄν καί ποιούς θά δεχθεῖ καί ποιούς ὄχι, ὅπως σημειώνει ὁ Ἅγιος Νικόδημος γιά τίς Συνόδους τῆς Ρώμης καί τῆς Ἀφρικῆς, πού ἄλλους δέχθηκαν καί ἄλλους ὄχι.

5. Στόν Γ΄ Ἀποστολικό ὁ Ἅγιος ἀποφαίνεται γιά τούς κανονικά πταίσαντες (ἠθικά παραπτώματα, σιμωνία κλπ). Καί ἡ σποραδική ἀποδοχή τοῦ βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν ἀπό μεμονωμένο ἐπίσκοπο συγκαταλέγεται στά κανονικά παραπτώματα, πού ἐπισύρει καθαίρεση.

6. Στόν 68ο Κανόνα ὁ Ἅγιος ἀποφαίνεται μέ βάση τά πρακτικά τῶν Συνόδων καί τήν πράξη τῆς Ἐκκλησίας γιά τούς αἱρετικούς. Ἡ Ἐκκλησία κατ' ἐξαίρεση δέχθηκε κάποιους ἀπ' αὐτούς. Αὐτό δέν ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα. Τό σπάνιον δηλ. καί τό κατ' ἐξαίρεση γενόμενον.

7. Ἡ σύνοδος δικαιώνει ἤ ἀναθεματίζει. Ἀπονέμει πάλι τούς θρόνους ἤ τούς ἀφαιρεῖ.

8. Ὁ μεγάλος Θεολόγος, δεύτερος Χρυσόστομος, Ἅγιος Νικόδημος, δέν ἀντιφάσκει, λοιπόν, στήν ἑρμηνεία του στόν γ΄ Ἀποστολικόν καί στόν 68ο, γιατί στόν γ΄ Ἀποστολικόν ἀποφαίνεται γιά μεμονωμένους ἐπισκόπους πού σφάλλουν -(καί τό νά δεχθεῖ κάποιος ἐπίσκοπος μεμονωμένα τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν θεωρεῖται κανονική παράβαση)- κατ' ἐξοχήν δηλ. ἀναφέρεται στούς κανονικῶς πταίσαντες, ἐνῶ στόν 68ο ἀναφέρεται στήν παγιωμένη καί ἐξαπλωμένη αἵρεση καί τήν θεσμική καί διαχρονική ἀλλοίωση τῆς πίστης, πού ὅσοι κοινωνοῦν μαζί της εἶναι ἀλλοτριωμένοι τῆς χάριτος καί τῆς ἱερωσύνης.
Ἀναφορικά μέ τό γεγονός ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέχθηκε κατ' ἐξαίρεση κάποιους αἱρετικούς στό παρελθόν, σημειώνει ὁ μέγας Ἅγιος: "Ἀλλά σπάνια τά τοιαῦτα καί κατά περίστασιν, κανονικῆς ἀκριβείας λειπόμενα, οὐ νόμος δέ Ἐκκλησίας τό κατά περίστασιν γινόμενον καί τό σπάνιον, κατά τε τόν ιζ΄ τῆς α΄ καί β΄ καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, καί τήν β΄ πρᾶξιν τῆς ἐν τῇ ἁγίᾳ Σοφίᾳ συνόδου καί τό νομικόν ἐκεῖνο τό λέγον∙ Τό, παρά Κανόνας, οὐχ ἕλκεται πρός ὑπόδειγμα."
Ὁ Ἅγιος, ἰδιαίτερα, ἀναφέρεται στίς χειροτονίες τῶν αἱρετικῶν εἰκονομάχων, πού ἔγιναν δεκτοί ἀπό τήν Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο:
      "Πάντως δέν δέχθηκε τούς πρωτάρχας τῆς αἱρέσεως καί τούς ἐμπαθῶς ἐγκειμένους καί μή γνησίως καί ἀληθῶς μετανοοῦντες, ὅπως εἶπε ὁ θεῖος Ταράσιος. Δέχθηκε ἐκείνους πού ἀκολούθησαν τούς πρωτάρχας τῶν αἱρέσεων καί πού μετανόησαν εἰλικρινά, (Σχετικά μέ ὅλα αὐτά γράφει ὁ Ἅγιος στήν ἑρμηνεία του στήν ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου πρός Ρουφινιανόν.) καί ἐκείνους πού χειροτονήθηκαν ἀπό τούς αἱρετικούς Εἰκονομάχους δέν ἀναχειροτόνησε, ἀφοῦ ὁμολόγησαν τήν Ὀρθοδοξία, ὅπως φαίνεται ἀπό τήν α΄ πράξη τῆς Ζ΄ Οἰκουνενικῆς. Ἐπίσης μερικῶν αἱρετικῶν δέχθηκε τό βάπτισμα δι᾽ οἰκονομίαν, ὅπως σημειώνει ὁ Ἅγιος. Τήν περιστατική καί καιρική οἰκονομία δέν τά ἔκανε ὅρον ἡ Ἁγία Ζ΄ Οἰκουμενική.
      Καί ὁ Πατριάρχης, (ἅγιος) Ἀνατόλιος, χειροτονήθηκε ἀπό τόν αἱρετικό Διόσκουρο καί ἀπό τήν αἱρετική περί αὐτόν σύνοδο, καί ὁ Ἅγιος Μελέτιος ὁ Ἀντιοχείας ὑπό Ἀρειανῶν, κατά τόν Σωζόμενον, βιβλ. δ΄, κεφ. κη΄ καί ἄλλοι πολλοί ὑπό αἱρετικῶν ἐχειροτονήθησαν, καί μετά ταῦτα ἔγιναν δεκτοί ἀπό τούς ὀρθοδόξους (Ἱερόν Πηδάλιον, σελ. 91, ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου στόν ΞΗ΄ Ἀποστολικόν Ἱερόν Κανόνα).

9. Μήν ξεχνᾶμε ὅτι τό Πηδάλιο τό ἐνέκρινε καί ὁ μέγας διδάσκαλος καί Ἅγιος, Μακάριος ὁ Κορίνθου, ὅπως καί ὁ λόγιος ἀντίπαπας Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, καί στή συνέχεια τό ἐνέκριναν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ε΄, ὁ ἱερομάρτυς, ἀλλά καί ἡ σύνοδος τῆς Πόλης!

10. Ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει τά αὐτά στόν 47ο Κανόνα του.




ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

ΣΧΙΣΜΑ & ΔΟΛΙΟΣ ΣΚΟΠΟΣ O ΚΑΤΑΧΘΟΝΙΟΣ ΔΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ

ΣΧΙΣΜΑ & ΔΟΛΙΟΣ ΣΚΟΠΟΣ O ΚΑΤΑΧΘΟΝΙΟΣ ΔΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ
Μετὰ μεγάλης προσοχῆς ἀναγνώσατε καὶ ἵδετε τὸν καταχθόνιον σκοπόν.

Κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Βασιλέως Καρόλου Α΄ τῆς Ρουμανίας ἐδόθη βασιλική διαταγή ὅπως οἱ ἐκείσε διαμένοντες Ἰουδαίοι ἢ ἀσπασθώσι τὴν χριστιανικήν πίστιν ἢ ἐγκαταλείψωσιν ταχέως τὸ Ρουμανικόν ἔδαφος.

Ἀλλ’ οὔτοι οἱ δόλιοι καὶ συνεργάται τοῦ Σατανᾷ, ἔστειλαν ἐπιστολὴν εἰς τὴν μυστικήν των Κυβέρνησιν τὴν διαμένουσαν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν ὅπως συμβουλεύση αὐτοῦς τὶ νὰ ποιήσουσιν, ἡ ἀπάντησις τῆς καταχθονίου Κυβερνήσεως αὐτῶν ἦτο αὔτη. «Προσκαίρως διὰ προσωποληψίαν δεχθήτε τὴν Πίστιν τῶν Ὁρθοδόξων, καὶ ποιήσατε τὰ τέκνα ὑμῶν ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς καὶ κατηχήσατε αὐτὰ νὰ ἐξολοθρεύσωσιν τὴν Ὁρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς καὶ οὔτω νὰ ἐπαναφέρουν θριαμβευτικώς τὴν πρὸς στιγμήν ἀπολεσθήσαν πίστιν ὑμῶν καὶ ἐὰν οὔτοι θελήσουν νὰ ἐξωλοθρεύσωσιν τὴν γενεάν ὑμῶν ποιήσατε τὰ τέκνα σας Κυβερνήτας, Πολιτευτὰς καὶ Νομικοὺς ἵνα σεῖς ἐξολοθρεύσητε τὸ ἔθνος αὐτῶν.
Ἀδελφοί ἐν Χριστῷ! ταῦτα πάντα ἐν ταῖς ἡμέραις ἡμῶν ἐφαρμόζονται διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν. Διὰ τοῦτο καλῶς λέγει ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ υἱοὶ ἀνθρώπων ἕως πότε βαρυκάρδιοι ἵνα τὶ ἀγαπάτε ματαιότητα καί ζητείτε ψεέδος;» καὶ ὄντως Ὁρθόδοξε Λαὲ κοιμάσαι εἰς τὸν ζοφώδη ὕπνον τῆς ἀκηδίας καὶ δὲν ξυπνᾶς νὰ εἰδῆς τὴν πολύτιμον θρησκείαν σου καὶ τὸ λαμπρὸν Ἔθνος σου ὅπου οἱ δόλιοι δράκοντες μέσον τῶν ὁργάνων αὐτῶν σκάπτουν ὑπογείως τὸν τάφον τῆς ἀπωλείας σου. Ἐγέρθητε!! Ἐγερθήτε!! ἀπὸ τοῦ ὕπνου τούτου, διότι ὁ κώδων τοῦ κινδύνου κρούει καὶ οἱ κρούοντες αὐτὸν εἰσὶν οἱ Ἀρχιεπίσκοποι ἡμῶν οἵτινες ὑποκρύπτουν ὑπὸ τὴν ἱερὰν χλαμύδα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἀληθῶς δέ, εἰσὶν λύκοι ἄρπαγες, οἵτινες ἀπὸ τὸν καρπὸν αὐτῶν γνωρίζονται.
Ἀς ἀπορρίψωμεν λοιπὸν τὸ ὑπνοτικὸν δηλητήριον ὅπερ μας ἐπότισαν μὲ τὸ ψευδὲς περιβάλον τῆς Ἀγιοσύνης των καὶ ἐξεγερθέντες ἐκ τοῦ ὕπνου ἂς ἐξετάσωμεν τὰ ἔργα καὶ τὸν καρπὸν αὐτῶν καὶ τότε ὄντως ἀληθῶς θὰ πιστεύσωμεν ὅτι αὐτοὶ οἱ ἴδιοι εἶναι συνεργάται τῶν ἄνωθεν γεγραμμένων Ἰουδαίων καὶ τῆς κυβερνήσεως αὐτῶν καὶ ἂς ἔλθωμεν ἵνα φανερώσωμεν ὁλίγα ἔργα, ὅπου ἀσφαλῶς τοὺς ἀποδεικνύουσιν συμετόχους τῶν Ἐβραιομασσόνων καὶ τὸ πρώτον εἶναι αὐτὸ τὸ ἐξαίσιον καὶ ὑπερφυσικὸν ζήτημα τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου ὅπου σὺ θωνωτιστὴς ἀγνοεῖς καὶ δὲν ἐνδιαφέρεσαι μηδαμῶς δι’ αὐτό, ἐλπίζων εἰς τὰ κράσπεδα καὶ εἰς τὰς πρωτοκαθεδρίας τῶν ἀρχιεπι-σκόπων σου καὶ λέγεις βροντοφώνως «ἂς ὄψονται αὐτοὶ» καὶ καταπατεῖς τὴν ἐλέγχουσαν συνείδησίν σου καὶ δὲν γνωρίζεις ὅτι σὺ μὲ αὐτοὺς κατακρίνεσαι, ὡς ὁ Πόντιος Πιλάτος, θέλων νὰ ἀθωώσῃ τὸ ἀτομόν του, λέγει παρρησία εἰς τὸν λαὸν τῶν Ἰουδαίων «καθαρὸς εἰμὶ ἀπὸ τὸ αἶμα τοῦ ἀθώου τούτου». Ἐνῷ ὁνομάζει αὐτὸν ἀθώον, παραδίδει αὐτὸν εἰς τὸν σταυρικὸν θάνατον. Ἐνῷ προηγουμένως λέγει εἰς τὸν Χριστόν, διατὶ δὲν μοῦ ὁμιλεῖς, δὲν γνωρίζεις ὅτι ἔχω ἱσχὺν νὰ σὲ σταυρώσω ἢ νὰ σὲ ἀπολύσω; Τὸ ἴδιον ποιεῖς καὶ σὺ Ἐλληνικὲ Λαέ, ἐνῷ ὁνομάζεις αὐτοὺς ἐνόχους καὶ καταδικάζεις αὐτοὺς μὲ τὴν τρομακτικήν λέξιν «ὅψονται», διατὶ ὑπακούεις καὶ ἀκολουθεῖς τυφλῶς αὐτοὺς καὶ ἔτσι εἶσαι ἔνοχος καὶ συμμέτοχος τοῦ Ἀναθέματος τῶν Ἀγ. Πατέρων καὶ τῆς Ἁγίας 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅπου λέγει : («Ἡμεῖς τῇ ἀρχαία θεσμοθεσία τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐπακολουθοῦμεν») ἡμεῖς τοὺς, θεσμοὺς τῶν Πατέρων φυλάττομεν, ἡμεῖς τοὺς προσθέτοντας ἢ ἀφαιροῦντας ἐκ τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας ἀναθεματίζομεν.»)
Τὸ δεύτερον ζήτημα εἶναι ὅπου λείπει ἀπὸ αὐτοὺς ἢ τελεία ἀγάπη τοῦ Κυρίου Ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ὅταν λείψη αὐτὸς ὁ ἀνεκτίμητος μαργαρίτης ἀπὸ τὴν καρδίαν τοῦ Ὁρθοδόξου Χριστιανοῦ δὲν ἔχει ἄλλο τι νὰ γίνῃ εἰμὴ σπήλαιον τῶν δαιμόνων καὶ ἐργάτης τοῦ ἀθεϊσμοῦ. Διὰ τοῦτο τρανῶς ἀποδεικνύουσι τὰ ἔργα αὐτῶν, ὅτι δὲν ἔχουσι καμμίαν αἴσθησιν ἀγάπης, διότι, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἐπίσκοποι, μὴ δυνάμενοι νὰ ἀντιμετωπίσωσι καὶ ἀποδείξουσι τοὺς γνησίους Ὁρθοδόξους διὰ τοῦ Πηδαλίου τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν ποῦ βασιζόμενοι ἄλλαξαν καὶ μετέτρεψαν δισχιλιετὲς Ἡμερολόγιον, ὅπου ἐπτὰ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ἐθέσπισαν, Ἀπόστολοι ἐκήρυξαν ἔνδεκα, ἐκατομμύρια Ἅγιοι διὰ τοῦ σεπτοῦ αὐτῶν αἵματος ἐσφράγισαν, καὶ ὅλα αὐτὰ καταπατοῦντες παραδίδουν αὐτοὺς εἰς τὸν ὑποκόπανον τῶν χωροφυλάκων, ἐνῷ αὐτὸς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῶς Χριστὸς δὲν βιάζει οὐδένα ἵνα ἔλθη εἰς τὴν πίστιν του ἀλλὰ λέγει «ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν» καὶ ἀλλαχόθεν λέγει «οὐκ ἦλθον ἀπολέσαι ψυχὰς ἀλλὰ σῶσαι», τότε ἄραγε διατὶ αὐτοὶ οἱ Ἀρχιεπίσκοποι λεγόμενοι κατὰ τὴν ἐσφαλμένην ἰδέαν τοῦ λάου δὲν μιμούνται τὸν Σωτήρα Χριστόν, ἀλλὰ ὄχι μόνον ἀρνούνται τὰ θελήματά του, ἀλλὰ παραβαίνουσι καὶ καταπατῶσιν τὸ πρῶτον ἄρθρον τοῦ Συντάγματος, τὸ ὁποῖον δὲν παραβιάζει τὴν θρησκευτικὴν συνείδησιν, ἀλλὰ ἀφίνει αὐτὴν ἐλεύθερον ἵνα πρεσβεύη οἵαν θρησκείαν καὶ ἂν θέλη; Τότε ἀληθῶς ἀδελφοὶ καὶ ὅντως πρέπει νὰ τοὺς ὁνομάζομεν ἀντιχρίστους, διότι τὰ ἔργα αὐτῶν σαφῶς ἀποδεικνύουσιν αὐτοὺς ὅτι μιαίνουσι τοὺς θρόνους τῶν πρώην Ἁγίων ἐπισκόπων, ὧν πρώτος ὁ Ἁγιότατος Ἱερόθεος ὅπου οὔτε ἄγγελοι ἠδυνήθησαν τὰ συντασσόμενά του βιβλία πρὸς ὡφέλειαν τῆς ὁρθοδόξου ἡμῶν πίστεως καὶ πρὸς σωτηρίαν τοῦ γνησίου ὁρθοδόξου λαοῦ νὰ μετριάσουν, ὁ δὲ δεύτερος εἶναι ὁ μέγας ἱσαπόστολος καὶ Ἀρχιεπίσκοπος Διονύσιος ὁ Ἀρειοπαγίτης, ὁ πρώην ἄριστος ἀστρονόμος ὅπου εἴχε γράψει εἰς τὸν κώδικα τῆς ἀστρονομίας ὅταν ὁ Κύριος ἔπασχεν ἐπὶ τῷ Σταυρῷ καὶ ἡ γῇ μὴ δυναμένη νὰ φέρῃ τὴν θλίψιν της βλέπουσα τον Κτίστην νὰ πάσχῃ διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἐκλονίσθη. Τότε οὗτος εἶπεν καὶ ἔγραψε «ἢ τὸ πὰν ἀπόλλυται ἢ Θεὸς πάσχει» καὶ ἐρχόμενος ὁ Ἀπόστολος Παύλος εἰς τὰς Ἀθήνας ἵνα κηρύξῃ τὸ Εὐαγγέλιον ἐπίστευσεν αὐτὸς καὶ ἐμαρτύρησεν ὑπὲρ τοῦ Χρίστου, τὸ δὲ μαρτύριον αὐτοῦ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί οὐ δύναται ἀγγέλου γλώσσα ἐγκωμιάσαι, διότι ὅταν ἔκοψαν τὴν ἱερὰν κεφαλὴν αὐτοῦ τὴν ἐπήρεν ὁ ἴδιος εἰς τὰς χεῖράς του καὶ περιεπάτησε τρία στάδια καὶ κατὰ Θεοῦ θέλησιν τὸν συνήντησεν εἰς τὸν δρόμον παρθένος τις Κατούλα ὁνομαζόμενη καὶ λαβοῦσα ἐκ τῆς χειρὸς τὴν ἱερὰν κάραν, τότε τὸ σῶμα ἔπεσε καὶ παρέδωσε τὴν ἱερὰν αὐτοῦ ψυχὴν εἰς χείρας Θεοῦ. Καὶ δὲν εἶναι ἐντροπὴ ἀδελφοὶ οἱ σημερινοὶ Ἀρχιεπίσκοποί μας νὰ καταφρονοῦν τοιούτους Ἁγίους Πατέρας; καὶ νὰ πιστεύουν εἰς τοὺς ἀθέους καὶ ἀπαισίους ἀστρονόμους; καὶ νὰ παραβαίνουν τὴν παρακαταθήκην αὐτῶν καὶ νὰ μεταστρέφουν δισχιλιετές Ἡμερολόγιον, ὅπου αὐτοὶ μὲ τὸ σεπτὸν αἶμα των ἐσφράγισαν; Καὶ ἂν ἐρωτήσωμεν αὐτοὺς ἀπὸ ποῦ ὁρμώμενοι ἐποίησαν τὴν βέβηλον ταύτην πράξιν, ἀπαντῶσιν οἱ ἀπαίσιοι εἰς τὴν Ἀστρονομίαν τοῦ ὁγδόου αἰῶνος· ὅπου ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος προφητεύων ἔλεγε, μὴ μὲ κατατάξεις Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ μὲ τοὺς ὀγδοήτας, γινώσκων τὸν φαύλον βίον αὐτῶν τῶν ἀστρονόμων καί ἱεραρχῶν. Καὶ ἵνα πεισθήτε καλῶς ἀκούσατε τὶ λέγει κάποιος πατήρ τῆς Ἐκκλησίας μας («τρυφὴ καὶ τῆς εὐσεβείας ἀφιστᾶ καὶ ὁ φαύλος βίος πονηρὰ δόγματα τίκτει»). Καὶ ἐξετάσατε σεῖς μοναχοί σας τὸν φαύλον βίον αὐτῶν καὶ θὰ ἴδητε ὅτι φιλόσαρκοι εἰσί, καὶ ἄνθρωπος τρυφῶν οὐ δύναται φιλοσοφήσῃ, εἰμὴ νεκρωμένος ὤν ἀπὸ τὰς ἠδονὰς τῆς σαρκὸς μωρολογεῖ καὶ ὄχι ἀστρονομεῖ. Καὶ τίς ἀνώτερος ἀστρονόμος δύναται νὰ ὑπάρξῃ τοῦ Ἀγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρειοπαγίτου; ἢ τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου καὶ μεγάλου Βασιλείου; καὶ ὅμως οὗτοι δὲν μᾶς ἄφησαν καμμίαν παραγγελίαν ὅτι εἰς τὸ 1922 μέλλει νὰ πάρη 13 ἡμέρας ἀπότομα τὸ ἔτος ἐμπρὸς ἀλλὰ μὲ βαρειὰ ἐπιτίμια καὶ μὲ ἀλύτους δεσμοὺς τοῦ ἀναθέματος λέγουσιν εἰς ἡμᾶς. Κεφ. Ζ'. «ὅποιος δὲν ἀκολουθεῖ τὰ ἔθιμα τῆς ἐκκλησίας ὡς καὶ αἱ ἐπτὰ Ἁγίαι Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ἐθέσπισαν καὶ τὸ Ἅγιον Πάσχα καὶ Μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν νὰ ἀκολουθῶμεν καὶ θέλει νὰ ἀκολουθῇ τὸ Γρηγοριανὸν Πασχάλιον Μηνολόγιον τοῦ Πάπα τῶν ἀθέων ἀστρονόμων καὶ ἐναντιώνεται εἰς ὅλα αὐτὰ καὶ θέλη νὰ τὰ ἀνατρέψῃ καὶ νὰ τὰ χαλάσῃ ἂς ἔχη τὸ ΑΝΑΘΕΜΑ ἔξω τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ τῆς τῶν πιστῶν ὁμηγύρεως ἂς εἶναι. Σεῖς δὲ οἱ ὁρθόδοξοι καὶ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ μένετε ἐν οἷς ἐμάθατε, ἐγεννήθητε καὶ ἀνετράφητε καὶ ὅταν τὸ καλέσει ἡ χρεία καὶ αὐτὸ τὸ αἶμα σας νὰ χύσετε διὰ νὰ φυλάξητε τὴν πατροπαράδοτον πίστιν καὶ ὁμο-λογίαν σας καὶ νὰ φυλάγεσθε καὶ προσέχετε ἀπὸ τῶν τοιούτων, ἵνα καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς σᾶς βοηθεῖ ἀλλὰ καὶ ἡ εὐχὴ τῆς ἡμῶν μετριότητος εἴη μετὰ πάντων Ὑμῶν Ἀμήν». Ἀληθῶς θὰ εἶναι μεγάλη ἡ μωρία ἀδελφοὶ ἂν μείνετε εἰς τὴν πλάνην τοῦ νέου Ἡμερολογίου ἔπειτα ἀπὸ τόσας ἀποδείξεις τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τότε ἡ θλίψις μου θὰ εἶναι ἀπερίγραπτος διὰ τὴν ἀπώλειαν ταύτην. Καί τὸ τελευταῖον δὲ ζήτημα τῆς πλάνης αὐτῶν εἶναι ὅπου καὶ οἰ ἴδιοι οἱ Ἱερεῖς κουρεύουν τὰ μαλλιά τους καὶ δείχνουν τὸ κακὸν παράδειγμα εὶς τὸν λαὸν καταπατοῦντες τὴν ὡραίαν ἐντολὴν τοῦ Χριστοῦ ὅπου λέγει : Οὔτω λαμψάτω τὸ φῶς ἡμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων ὅπως ἴδωσι τὰ καλὰ ἔργα ἠμῶν καὶ δοξάσουν τὸν Πατέρα τὸν ἐν τοῖς Οὐρανοῖς, καὶ ποῖα καλὰ ἔργα θὰ ἴδωμεν αὐτῶν; Τὰ κουρεμένα μαλλιά τους; ἢ τὴν ξυρισμένην γενειάδα τους, ἢ τὸν κατάλογον τῶν θείων μυστηρίων ὅπου τὰ ἐποίησαν εἰς ἐμπόριον; Ὁ δὲ Χριστὸς τοὺς κράζει : (δωρεὰν ἐλάβατε, δωρεὰν δότε ἡμῖν), ἢ τὰ ἡλεκτρικὰ καὶ ἠ ἀπαισία τετραφωνία ὅπου νομίζει τις ὅτι δὲν εὐρίσκεται εἰς Ἐκκλησίαν ἀλλὰ εἰς κανένα πάρκον («καὶ ἂς φωνάζει, ὁ Κύριος». Ἔλεος θέλω καὶ ταπεινοφροσύνην). Καὶ ἂν θὰ ἔλθωμεν εἰς τὴν αἴρεσιν τοῦ Σίμωνος θὰ ἴδωμεν κυριολεκτικῶς ὅτι τὴν ἀκολουθοῦν τυφλοῖς ὅμμασιν καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ἐξήγησις τῆς αἰρέσεως νὰ πληρώνονται ἀπὸ τοὺς χειροτονουμένους. Καὶ ὑπομένεις ὦ Ἐλληνικὲ λαὲ αὐτὴν τὴν βεβήλωσιν τῆς Ἱερᾶς Ἐκκλησίας καὶ δὲν ἀρπάζεις τὸ μαστίγιον ὡς τὸν Χριστὸν νὰ τοὺς βγάλης ἐξω, λέγων πρὸς αὐτοὺς βέβηλοι, θεομπέκται, ἐκμεταλλευταὶ τῆς θρησκείας, προβατόλυκοι, ἄρπαγες ἀληθῶς ἔξωθεν μὲν εἶσθε μὲ δορὰν προβάτου, ἀλλὰ τὰ ἔργα σας ἀποδεικνύουν ὅτι εἶσθε λύκοι, ἄρπαγες. Πρόφθασον λαὲ πρὶν ἡ νύκτα σὲ καταλάβῃ καὶ τότε θέλεις κλαύσει καὶ θρηνήσει πικρῶς ἀλλὰ θὰ εἶναι ἀργά, διότι ὁ Κύριος λέγει ἐν τῶ Ἅδῃ οὐκ ἔστι μετάνοια. Φώναξον τώρα ὅπου ἔχεις καιρὸν εὐπρόσδεκτον μαζὺ μὲ τὸν Προφήτην Δαυΐδ λέγων «ἀρθήτω ὁ ἀσεβὴς ἴνα μὴ ἴδη τὴν δόξαν τοῦ Κυρίου». Ἐγέρθητε, λοιπὸν ἐκ τοῦ ληθάργου καὶ μετὰ μεγίστης προσοχὴς καὶ φόβου θεοῦ ἐπιστρέψατε εἰς τὴν πατροπαράδοτόν σας πίστιν καὶ εἰς τὸ Ἰουλιανὸν Ἡμερολόγιον ἵνα μὴ καὶ σεῖς μετ’ αὐτῶν κληρονομήσητε τὸ φοβερὸν ἀνάθεμα τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τὴν αἰώνιον κόλασιν ὅπερ μὴ γένοιτο.

Οἱ διστάζοντες καὶ ἀμφιβάλλοντες ὅτι δὲν βλάπτει τὸ Νέον ἡμερολόγιον Γρηγοριανὸν τοῦ Πάπα καὶ λοιπῶν αἰρετικῶν Φράγκων, παρακαλοῦμεν τέκνα μου ἀγαπητὰ ἐν Κυρίῳ, μετὰ μεγάλης προσοχής νὰ ἀναγνώσητε, οὐχ ἅπαξ, καὶ εἰς ὅλους δώσετε κακοδόξους ὅπως ταχέως ἐπιστρέψητε πρὸς Ὁρθόδοξον ἡμ. μας Χριστοῦ Ἐκκλησίαν ἵνα μὴ κολασθήτε.



Καλῶς μὲν βλέπετ’ ἀδελφοί, νὰ μὴ παρασυρθῆτε ὑπὸ τῶν κακοδόξων δέ, Φράγκων μὴ πλανηθῆτε.
Διότ’οὐαὶ κι’ ἀλλοίμονον! αἰφνίδιος σᾶς ἔλθῃ, βαθείᾳ νύκτα φοβερὸς θάνατος σᾶς ἐπέλθῃ.
Καὶ τότε αἰωνίως τε τάλενες κολασθῆτε. Ἐν τῷ ἀσβέστῳ δὲ πυρί, τάρταρῳ νὰ ριφθῆτε.
Ταχέως νὰ ἐπιστρέψητε, πρὸς τὴν Ὀρθοδοξίαν. Μητέραν τὴν ἁγίαν μας Χριστοῦ τὴν Ἐκκλησίαν.
Χριστὸς καὶ Παναγία μας φυλάξει ἀπ’ αἰρέσεις· Παρακινήσεις τῶν κακῶν στρεβλὰς καὶ προαιρέσεις.
Καὶ οἷς κρίμασιν ἐπίστανται, δωρεὰν νὰ μᾶς σώσουν. Τῆς βασιλεῖας Οὐρανῶν πάντας καταξίωσον. Γένοιτο. Ἀμήν.
«ΣΑΛΠΙΓΞ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΓ. ΗΜΩΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» (1931) ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΙΕΡΟΜ. Σελ. 2-15
Σὰν σήμερα οἱ φραγκολατίνοι "ἑταῖροι" μας, μᾶς κατέκλεψαν, μᾶς κατέστρεψαν καὶ ἑτοίμασαν τὸν δρόμο νὰ μᾶς καταλάβουν οἱ Τοῦρκοι! Γράφει ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνὸς
Ἐκεῖνον τὸν Ἀπρίλιο... (Ἡ ἅλωση τοῦ 1204)
Ἂν ἡ 29η Μαΐου εἶναι ἡμέρα πένθους γιὰ τὸν Ἑλληνισμό, διότι φέρνει στὴ μνήμη μας τὴν ἅλωση τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανοὺς τὸ 1453, ἄλλο τόσο ἀποφρὰς εἶναι γιὰ τὸ Γένος μας καὶ ἡ 12η/13η Ἀπριλίου, διότι κατ᾿ αὐτὴν ἔπεσε ἡ Πόλη τὸ 1204 στοὺς Φράγκους. Τὸ δεύτερο γεγονὸς δὲν ὑστερεῖ καθόλου σὲ σημασία καὶ συνέπειες ἔναντι τοῦ πρώτου. Αὐτὴ εἶναι σήμερα ἡ κοινὴ διαπίστωση τῆς ἱστορικῆς ἔρευνας. Ἀπὸ τὸ 1204 ἡ Πόλη, καὶ σύνολη ἡ Αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ῥώμης, δὲν μπόρεσε νὰ ξαναβρεῖ τὴν πρώτη της δύναμη. Τὸ φραγκικὸ χτύπημα ἐναντίον της ἦταν τόσο δυνατό, ποὺ ἔκτοτε ἡ Κωνσταντινούπολη ἦταν «μία πόλη καταδικασμένη νὰ χαθεῖ» (Ἑλ. Ἀρβελέρ). Ἀξίζει, συνεπῶς, μία θεώρηση τοῦ γεγονότος αὐτοῦ ἔστω καὶ στὰ περιορισμένα ὅρια ἑνὸς ἄρθρου.
Στὶς 12/13 Ἀπριλίου 1204, ἔπειτα ἀπὸ μία πεισματικὴ καὶ μακρόχρονη πολιορκία, κατελάμβαναν οἱ Φραγκολατίνοι Σταυροφόροι τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἡ χριστιανικὴ αὐτοκρατορία τῆς Ῥωμανίας/ Βυζαντίου ἔσβηνε κάτω ἀπὸ τὸ θανάσιμο πλῆγμα τῆς φραγκικῆς Δύσεως. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἦταν σημαντικότατο σὲ δύο κατευθύνσεις: α) ἐσωτερικά, διότι σφράγισε καθοριστικὰ τὴν περαιτέρω πορεία τῆς αὐτοκρατορίας, καὶ β) ἐξωτερικά, διότι καθόρισε ἐπίσης τελεσίδικα τὶς σχέσεις μὲ τὴν Δύση, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀνερχόμενη δύναμη τῶν Ὀθωμανῶν. Ἡ τραγικὴ ἱστορικὴ ἐπιλογὴ τοῦ Ῥωμαίικου, ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὸν γνωστὸ ἐκεῖνο λόγο «κρεῖττον (…) φακιόλιον (…) Τούρκων ἢ (παρὰ) καλύπτρα λατινική», ὑποστασιώνεται στὰ 1204, ὅταν πλέον....
ἀποκαλύπτονται ἀδιάστατα οἱ διαθέσεις τῆς Φραγκιᾶς ἔναντι τῆς Ῥωμαίικης Ἀνατολῆς.
Ἀπὸ τὸ 1095 ἀρχίζουν οἱ σταυροφορίες, ἐκστρατεῖες δηλαδὴ τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου τῆς Εὐρώπης, μὲ σκοπό, κατὰ τὶς ἐπιφανειακὲς διακηρύξεις, τὴν ἀπελευθέρωση καὶ ὑπεράσπιση τῶν Ἁγίων Τόπων. Στὶς ἐπιχειρήσεις αὐτές, ποὺ κράτησαν ὡς τὸν 15ο αἰώνα, πρωτοστατοῦσαν οἱ ἑκάστοτε Πάπες, διότι ἦσαν «ἱεροὶ πόλεμοι» κατὰ τῶν ἀπίστων. Βέβαια ἡ ἔρευνα ἔχει ἐπισημάνει στὶς ἐκστρατεῖες αὐτὲς καὶ ταπεινὰ ἐλατήρια, λ.χ. τυχοδιωκτισμό, δίψα πλουτισμοῦ κ.ἄ. Εἶναι ὅμως σήμερα πέρα ἀπὸ κάθε ἀμφιβολία ὅτι οἱ σταυροφορίες κύριο σκοπὸ εἶχαν τὴν φραγκικὴ κυριαρχία στὴν Ὀρθόδοξη Ἀνατολὴ καί, τελικά, τὴν διάλυση τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ῥώμης, ποὺ ἦταν τὸ ἐμπόδιο στὸν ἐπεκτατισμὸ καὶ τὰ μονοκρατορικὰ σχέδια τῆς μετακαρλομάγνειας Φραγκοσύνης. Τὸ 1204, ἡ ἅλωση τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Φράγκους, ἡ διάλυση τῆς «Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας» καὶ ἡ ἐπακολουθήσασα Φραγκοκρατία ἐπιβεβαιώνουν τὴν ἐκτίμηση αὐτή.
Τὰ γεγονότα τοῦ 1204 συνδέονται μὲ τὴν Δ´ σταυροφορία. Ἡ σχετικὴ βούληση γι᾿ αὐτὴν ἐκφράσθηκε τὸ 1199 μὲ τὴν εὐλογία τοῦ πάπα Ἰννοκεντίου Γ´ (1198-1216), «πνευματικοῦ πατέρα» τῶν δύο βασικῶν ἐπεκτατικῶν μέσων της φραγκοπαπικῆς ἐξουσίας, τῆς «Ἱερᾶς Ἐξετάσεως» (Inquisitio) καὶ τῆς Οὐνίας (ὡς ἰδέας). Συνεργάτης αὐτόκλητος παρουσιάσθηκε ὁ δόγης (δούκας) τῆς Βενετίας Δάνδολος μὲ τὸ στόλο του. Σπουδαῖο ἱστορικὸ πρόβλημα εἶναι ἡ ἐκτροπὴ τῆς Δ´ σταυροφορίας ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Τόπους πρὸς τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἦταν σκοπὸς ἀνομολόγητος ἢ τραγικὴ σύμπτωση; Ἡ πλειονότητα τῶν ἱστορικῶν, καὶ μάλιστα τῶν ἀδέσμευτων, δέχεται τὸ πρῶτο. Ἐπρόκειτο γιὰ καλὰ ὀργανωμένο σχέδιο, ποὺ ἀποσκοποῦσε στὸ νὰ δοθεῖ ἰσχυρὸ κτύπημα στὴν Ὀρθόδοξη Αὐτοκρατορία, ποὺ περνοῦσε περίοδο κάμψεως λόγω τῆς ἐντάσεως τοῦ τουρκικοῦ κινδύνου. Κατὰ τὰ δυτικὰ χρονικά, μάλιστα, κάποιοι λατίνοι ἄρχοντες ἀρνήθηκαν νὰ συμμετάσχουν, ὅταν ἔμαθαν τὴν ἀλλαγὴ τοῦ σκοποῦ τῆς σταυροφορίας. Οἱ περισσότεροι ὅμως συμβιβάσθηκαν ἀπὸ οἰκονομικὴ ἀνάγκη. Ἔμειναν κυρίως οἱ «μυημένοι» στὴ συνωμοσία κατὰ τῆς Νέας Ρώμης κάτω ἀπὸ τὴν «πνευματικὴ» ἡγεσία τοῦ Πάπα καὶ τὴν στρατιωτικὴ τοῦ Δόγη, ποὺ μετέβαλε τὴν Βενετία σὲ θαλασσοκράτειρα δύναμη μὲ τὴν ἐκμηδένιση τοῦ «Βυζαντίου». Ὁ βενετικὸς στόλος μετέφερε στὴν Προποντίδα ἄγριες μάζες Φλαμανδῶν, Φράγκων, Γερμανῶν - τὰ χειρότερα στρώματα τῆς δυτικῆς κοινωνίας, κακοποιούς, ἐγκληματίες, καιροσκόπους. Ἡ ἀμοιβὴ τοῦ Δόγη: ἡ μισὴ λεία ἀπὸ τῇ λεηλασία τῆς πλουσιότερης πρωτεύουσας τοῦ τότε κόσμου.
Βέβαια, τὰ φραγκοπαπικὰ σχέδια διευκολύνθηκαν ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ ἀρρυθμία τῆς Ἀνατολικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἀπὸ τὸν ια´ αἰώνα ἄρχισε προοδευτικὰ ἡ παρακμή της. Τὸ 1071 στὸ Ματζικὲρτ ὁ «βυζαντινὸς» στρατὸς δέχθηκε μεγάλη ἥττα ἀπὸ τοὺς Σελτζούκους Τούρκους, μὲ συνέπεια τὴν ἀπώλεια μεγάλου τμήματος τῆς Μ. Ἀσίας. Παράλληλα (1071) χάθηκε τὸ τελευταῖο ἔρεισμα τῆς Κωνσταντινουπόλεως στὴν Ἰταλία, ἡ Βάρις (Bari), πέφτοντας στὰ χέρια τῶν Νορμανδοφράγκων. Οἱ ἀνορθωτικὲς προσπάθειες τῶν Κομνηνῶν δὲν εἶχαν σημαντικὰ ἀποτελέσματα καὶ τὸ κράτος ὑποχωρεῖ σταδιακὰ στὴν οἰκονομικὴ ἰσχὺ τῶν ἰταλικῶν πόλεων. Ἡ αὐτοκρατορία παραχωρεῖ σημαντικὰ προνόμια στὴ Βενετία, Πίζα καὶ Γένουα μὲ ἀντάλλαγμα στρατιωτικὴ βοήθεια. Τὸ ἀποτέλεσμα ὅμως ἦταν νὰ δημιουργηθοῦν ἀκμαῖες δυτικὲς παροικίες στὴν Ἀνατολή, μεταβάλλοντας τὸ ἔδαφος τῆς αὐτοκρατορίας σὲ δικό τους ἐμπορικὸ χῶρο. Οἱ Ἰταλοφράγκοι ἑδραιώθηκαν στὴν Ἀνατολὴ καὶ ἐνίσχυσαν τὴν βουλιμία τῆς εὐρύτερης φραγκικῆς οἰκογένειας.

Ἀλλὰ καὶ τὸ κοινωνικὸ κλίμα τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἦταν τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ἀρκετὰ ἀντίξοο. Ἡ Πόλη ἔχει πιὰ ἀπομονωθεῖ καὶ ἀναπτύσσονται φυγόκεντρες τάσεις λόγω τῆς δυσαρέσκειας τῶν ἐπαρχιῶν. Διοίκηση καὶ πολίτες συναγωνίζονται μεταξύ τους σὲ διαφθορά. Οἱ φορολογίες εἶναι δυσβάστακτες καὶ βαρύνουν τοὺς πολίτες τῶν ἐπαρχιῶν. Ἡ κεντρικὴ ἐξουσία ἀμφισβητεῖται καὶ σημειώνονται ἐπαναστατικὰ κινήματα. Ἡ φήμη γιὰ τὴν μυθώδη πολυτέλεια τῆς Πόλης καὶ τῶν κατοίκων της εἶχε διαδοθεῖ καὶ στὴ Δύση μὲ εὔλογες συνέπειες. Τὰ ἀμύθητα πλούτη τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔτρεφαν τὴν φαντασία τῶν πολλῶν καὶ διευκόλυναν τὰ ἐπεκτατικὰ σχέδια τῶν λίγων, τῆς φραγκικῆς ἡγεσίας. Βέβαια, οἱ ἀνύποπτοι ἐπαρχιῶτες τῆς αὐτοκρατορίας εἶδαν στὴν ἀρχὴ ὡς θεία τιμωρία τὴν καταστροφὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Φράγκους, ὁ δὲ ὄχλος της ἔλαβε μέρος στὴ λεηλασία. Ἀργότερα ὅμως θὰ συνειδητοποιηθοῦν οἱ σκοποὶ τῶν Φράγκων καὶ θὰ ἐκτιμηθοῦν σωστὰ τὰ γεγονότα.

4. Ἡ ὀργάνωση τῆς σταυροφορίας ἄρχισε τὸ 1201. Σημαντικοὶ φράγκοι φεουδάρχες δήλωσαν συμμετοχή: ὁ κόμης τῆς Φλάνδρας Βαλδουΐνος, ὁ κόμης τῆς Καμπανίας Τιμπῶ, ὁ ἱστορικὸς Γοδεφρεῖδος Βιλλεαρδουΐνος καὶ ὁ μαρκήσιος Βονιφάτιος Μομφερατικός. Ἡ συγκέντρωση τοῦ στρατοῦ ἔγινε τὸν Ἰούνιο τοῦ 1202 στὴ Βενετία. Τὸ Νοέμβριο τοῦ 1202 καταλήφθηκε γιὰ λογαριασμὸ τῶν Βενετῶν ἡ δαλματικὴ πόλη Ζάρα, ποὺ εἶχε ἀποστατήσει καὶ ὑπαχθεῖ στὸ βασίλειο τῆς Οὐγγαρίας. Οἱ δυναστικὲς ἔριδες στὴν Κωνσταντινούπολη («Ἄγγελοι») διευκόλυναν - ὡς συνήθως - τὰ δυτικὰ σχέδια. Οἱ σταυροφόροι στὶς 24.5.1203 ξεκίνησαν ἀπὸ τὴν Ζάρα καὶ μέσῳ Κερκύρας κατευθύνθηκαν γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἡ θέα τῆς πόλεως τοὺς ἄφησε κατάπληκτους. «Δὲν μποροῦσαν νὰ φαντασθοῦν πῶς ὑπῆρχε στὸν κόσμο τόσο ἰσχυρὴ πόλη»-σημειώνει ὁ Γ. Βιλλεαρδουΐνος στὴν ἱστορία του. Στὶς 6 Ἰουλίου ἄρχισε ἡ πρώτη πολιορκία, μὲ λεηλασίες στὰ προάστια καὶ τὶς ἀκτὲς τῆς Προποντίδας. Προσπάθεια τῶν πολιορκουμένων, τὴν νύκτα τῆς Πρωτοχρονιᾶς τοῦ 1204, νὰ πυρπολήσουν τὸν ἐχθρικὸ στόλο, ἀπέτυχε. Ἐπεκράτησε τότε ἀναρχία. Στὶς 25 Ἰανουαρίου ὁ λαὸς ἀνεκήρυξε αὐτοκράτορα τὸν Νικόλαο Καναβό, ἐνῶ ὁ αὐτοκράτορας Ἀλέξιος Δ´ συνελήφθη καὶ ἐκτελέστηκε (8.2.1204). Νέος αὐτοκράτορας ἐκλέχθηκε ὁ Ἀλέξιος Ε´ ὁ Μούρτζουφλος. Μάταια προσπάθησε νὰ ὀργανώσει τὴν ἄμυνα καὶ νὰ περιορίσει τὶς λεηλασίες. Οἱ σταυροφόροι ἤδη τὸ Μάρτιο τοῦ 1204 εἶχαν ὑπογράψει συνθήκη γιὰ τὴν τύχη τῆς αὐτοκρατορίας μετὰ τὴν πτώση τῆς πρωτεύουσας. Βασικὲς ἀποφάσεις: θὰ ἐκλεγόταν λατίνος αὐτοκράτορας καὶ λατίνος πατριάρχης. Ἔτσι φάνηκαν καὶ οἱ ἀληθινοὶ σκοποὶ τῆς ἐκστρατείας. Ἐπίσης καθορίσθηκε ὁ τρόπος διανομῆς τῆς λείας καὶ τῶν ἐδαφῶν τῆς αὐτοκρατορίας. Ἡ μεγάλη ἐπίθεση κατὰ τοῦ θαλασσίου τείχους ἔγινε στὶς 9 Ἀπριλίου. Ἡ τελικὴ ὅμως ἐπίθεση ἔλαβε χώρα στὶς 12 καὶ ξημερώνοντας 13 ἔπεσε ἡ Πόλη. Ἡ ἡγεσία εἶχε ἤδη διαλυθεῖ. Αὐτοκράτωρ καὶ εὐγενεῖς ἐγκατέλειψαν τὴν πόλη καὶ μόνο οἱ κληρικοὶ ἔμειναν, γιὰ νὰ προϋπαντήσουν τοὺς σταυροφόρους καὶ νὰ τοὺς δηλώσουν τὴν ὑποταγὴ τῆς Βασιλεύουσας. Ὁ λαὸς πίστευε στὰ χριστιανικὰ αἰσθήματα τῶν νικητῶν, ἀλλὰ διαψεύσθηκε οἰκτρά.

5. Ἡ συμπεριφορὰ τῶν σταυροφόρων ἀπεκάλυψε στοὺς ἀνατολικοὺς τὴν φραγκικὴ Δύση, ἑκατὸν πενήντα χρόνια μετὰ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σχίσμα. ΄Ἔγιναν ἀπὸ τοὺς Φράγκους ἀκατονόμαστες πράξεις ἀγριότητας καὶ θηριωδίας. Φόνευαν ἀδιάκριτα γέροντες, γυναῖκες καὶ παιδιά. Λεηλατοῦν καὶ διαρπάζουν τὸν πλοῦτο τῆς «βασίλισσας τῶν πόλεων τοῦ κόσμου». Στὴ διανομὴ τῶν λαφύρων μετέσχε, κατὰ συμφωνία καὶ ὁ Πάπας. Τὸ χειρότερο: πυρπόλησαν τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς Πόλης καὶ ἐξανδραπόδισαν ἕνα τμῆμα τοῦ πληθυσμοῦ της. Σ᾿ αὐτὰ πρέπει νὰ προστεθοῦν οἱ βιασμοὶ τῶν γυναικῶν καὶ τὰ ἄλλα κακουργήματα. Μόνο τὴν πρώτη μέρα φονεύθηκαν 7.000 κάτοικοι τῆς Πόλης. Ἰδιαιτέρως δὲ στόχος τῆς θηριωδίας ἦταν ὁ Κλῆρος. Ἐπίσκοποι καὶ ἄλλοι κληρικοὶ ὑπέστησαν φοβερὰ βασανιστήρια καὶ κατασφάζονταν μὲ πρωτοφανῆ μανία. Ὁ Πατριάρχης μόλις μπόρεσε ξυπόλητος καὶ γυμνὸς νὰ περάσει στὴν ἀπέναντι ἀκτή. Ἡ Κωνσταντινούπολη ἀπογυμνώθηκε ἀπὸ τοὺς θησαυρούς της. Ἐσυλήθηκαν οἱ ναοὶ καὶ αὐτὴ ἡ Ἁγία Σοφία, μάλιστα μέσα σὲ σκηνὲς φρίκης. Στὴ λεηλασία πρωτοστατοῦσε ὁ λατινικὸς κλῆρος. Κανεὶς δὲν φανταζόταν ὅτι ἡ Πόλη θὰ ἔκρυβε τόσο ἀνεκτίμητους θησαυρούς. Ἐπὶ πολλὰ χρόνια τὰ δυτικὰ πλοῖα μετέφεραν θησαυροὺς στὴ Δ. Εὐρώπη, ὅπου καὶ σήμερα κοσμοῦν ἐκκλησίες, μουσεῖα καὶ ἰδιωτικὲς συλλογές, π.χ. Ἅγιος Μᾶρκος, Βενετία. ΄Ἕνα μέρος τῶν θησαυρῶν (κυρίως χειρόγραφα) καταστράφηκε. Μέγα μέρος ἀπὸ τοὺς «βυζαντινοὺς» θησαυροὺς τοῦ Ἁγίου Μάρκου ἐκποιήθηκε τὸ 1795 ἀπὸ τὴν Βενετικὴ Δημοκρατία γιὰ πολεμικὲς ἀνάγκες.

6. Βαθύτερα ἴχνη ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν καταστροφὴ «τῆς πόλης τῶν Πόλεων» χαράχθηκαν μέσα στὶς ψυχὲς τῶν Ὀρθοδόξων. Γιὰ τοὺς Ῥωμηοὺς ἦταν πιὰ ἀπόλυτα βεβαιωμένο ὅτι ἡ Δ´ σταυροφορία εἶχε ἀπ᾿ ἀρχῆς στόχο τὴν ἅλωση τῆς Πόλης καὶ τὴν διάλυση τῆς Ῥωμαίικης Αὐτοκρατορίας. Καὶ εἶναι γεγονὸς ὅτι οἱ δυτικὲς πηγὲς βλέπουν τὴν καταστροφὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὡς τιμωρία τῶν «αἱρετικῶν» (Γραικῶν), ποὺ ἦσαν «ἀσεβεῖς καὶ χειρότεροι ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους». Τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὴν βλέπουν ὡς «νίκη τῆς Χριστιανοσύνης». Τὸ χάσμα, συνεπῶς, μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, ποὺ εἶχε ἀνοίξει μὲ τὸ σχίσμα (1054), γίνεται τώρα ἀγεφύρωτο. Οἱ «Βυζαντινοὶ» εἶχαν τὴν εὐκαιρία, ἄλλωστε, νὰ ζήσουν τὸ μίσος τῶν Φράγκων ἐναντίον τους. Κατὰ τὸν ἱστορικὸ Νικήτα Χωνιάτη, αὐτόπτη μάρτυρα τῆς ἁλώσεως, ἡ ἁρπακτικότητα καὶ βαρβαρότητα τῶν σταυροφόρων δὲν συγκρίνεται μὲ τὴν ἠπιότητα τῶν μουσουλμάνων, οἱ ὁποῖοι μόλις κατέλαβαν τὰ Ἱεροσόλυμα ἀρκέσθηκαν ἁπλῶς στὴν ἐπιβολὴ μικροῦ φόρου, ἀποφεύγοντας κάθε βιαιότητα. Οἱ «Βυζαντινοὶ» συνειδητοποίησαν ὅτι μετὰ τὸ 1204 οἱ Λατίνοι - Φράγκοι ἦσαν ὁ οὐσιαστικὸς ἐχθρός τους, γιατί μόνο ἀπ᾿ αὐτοὺς κινδύνευε ἡ ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἡ παράδοση τοῦ Γένους. Ἔτσι, διαμορφώθηκε ἡ στάση τῶν ἀνθενωτικῶν, ποὺ προέκριναν τὴν πρόσκαιρη συνεργασία μὲ τοὺς Ὀθωμανοὺς ἀπὸ τὴν «φιλία» τῶν Φράγκων, ἐπιλέγοντας μεταξὺ δύο κακῶν. Μία στάση ποὺ θὰ ἐκφρασθεῖ θεολογικὰ καὶ ἀπὸ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ κατὰ τὸν 18ο αἰώνα.
Ἡ ἅλωση τοῦ 1204 ὅμως εἶχε καὶ εὐεργετικὲς συνέπειες σὲ μία ἄλλη διάσταση. Ὁ μέσος Ῥωμηὸς θὰ συνειδητοποιήσει τὴν σημασία τῆς διαλύσεως τῆς αὐτοκρατορίας. Ὅσο μάλιστα θὰ παρατείνεται ἡ φραγκοκρατία, ἡ ἀντιπάθεια ἐναντίον τῶν Λατίνων θὰ μεταστοιχειωθεῖ σὲ ὁμοψυχία. Λόγω δὲ τῆς διασπάσεως τῆς ἑνότητας τῶν ἐπιμέρους ἐθνοτήτων τῆς αὐτοκρατορίας μετὰ τὸ 1204, θὰ ἀρχίσει ὁ τονισμὸς τῆς ἐθνικότητας, μὲ ἐμφάνιση τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως. Ὁ τραυματισμὸς δὲ τοῦ ἐθνικοῦ γοήτρου θὰ γεννήσει τὴν Μεγάλη Ἰδέα, ὡς πόθο ἐπανακτήσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἀνασυστάσεως τῆς Αὐτοκρατορίας. Ἡ πορεία τῶν πραγμάτων ὁδήγησε τὴν χώρα μας νὰ καταλήξει, ἀπὸ τῇ σχέση «προστασίας» σὲ συμμαχίες μὲ τὶς μεγάλες δυτικὲς δυνάμεις καὶ σήμερα σὲ «νομαρχία» τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης. Τὸ Εὐρωπαϊκὸ «Διευθυντήριο» ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ συνεχίζει τὴν ἅλωση τοῦ Γένους / Ἔθνους μας μὲ ἄλλους τρόπους. Πόσο τὸ συνειδητοποιοῦν αὐτὸ οἱ Πολιτικοί μας στὶς συναλλαγές τους μὲ τὴν Δυτικὴ Ἡγεσία; Τουλάχιστον, γιὰ νὰ μετριάζεται ἡ ἄκρατη αἰσιοδοξία μας καὶ νὰ μὴ πορευόμαστε μὲ αὐταπάτες...
Πηγή: Ρεσάλτο, Απρίλιος 2009
Διερωτάται ο "Ορθόδοξος Τύπος" διατί ;
Ἀναζητοῦμεν τάς Ἱεράς Μονάς Τάς παλαιοτέρας δεκαετίας, ὅταν ὁ πολιτικός (κοσμικός) τύπος ἠσχολεῖτο μέ τοιαῦτα ἐκκλησιαστικά-δογματικά ζητήματα «ἐσήμαινε» συναγερμός εἰς τούς Καθηγουμένους τῶν Ἱερῶν Μονῶν, τόν ἔντιμον κλῆρον, τούς Ὀρθοδόξους θεολόγους καί τόν πιστόν λαόν, διότι ἀντελαμβάνοντο ὅτι, διά νά ἀσχολῆται ὁ κοσμικός τύπος κάτι τό σοβαρόν συμβαίνει. Σήμερον, δυστυχῶς, δέν ἔχομεν δυναμικάς ἀντιδράσεις. Οὔτε κἄν ἀπό τήν «Ἀκρόπολιν τῆς Ὀρθοδοξίας» τό Ἅγιον Ὄρος. Τοῦτο δέν σημαίνει ὅτι τό Ἅγιον Ὄρος συμπορεύεται μέ τούς «ἑνωσιακούς» καί τούς Οἰκουμενιστάς Ἀρχιερεῖς. Ὑπάρχει ὅμως ἡ ἑξῆς ἀπορία εἰς τόν πιστόν λαόν καί εἰς πολλούς Ἀρχιερεῖς καί κληρικούς: Διατί πλέον δέν ὁμιλεῖ συχνότερον διά θέματα, τά ὁποῖα ἔχουν σχέσιν μέ τήν πορείαν τῶν διαλόγων, τήν ψευδοένωσιν χριστιανῶν καί ὀρθοδόξων, τήν αὐθαίρετον παρουσίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἰς τήν ἐνθρόνισιν τοῦ αἱρεσιάρχου Πάπα, τήν ὀργάνωσιν πανηγυρισμῶν διά τήν ἄρσιν τῶν ἀναθεμάτων εἰς τά Ἱεροσόλυμα πρό πεντήκοντα ἐτῶν, τήν ἀναβάθμισιν καί τήν προσηλυτιστικήν δρᾶσιν τῆς Οὐνίας εἰς τήν Ἑλλάδα, ἡ ὁποία (Οὐνία) εἶναι ἡ πύλη διά τήν εἴσοδον εἰς τόν Παπισμόν κ.λπ.;

Ιδού η απάντησις :

Το Περιβόλι της Παναγίας
αποσαθρωμένο οπωροφυλάκιο Ορθοδοξίας !!!

Του κυρίου Ιωάννου Κορναράκη, Ομοτίμου Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής Αθηνών.

«Ο Θεός ήλθοσαν έθνη εις την κληρονομίαν σου, εμίαναν τον ναόν τον άγιόν σου, έθεντο Ιερουσαλήμ ως οπωροφυλάκιον» (Ψαλμ. 78, 1)

Η επέλαση της παπικής αιρέσεως, τον Νοέμβριο του 2006, στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, μετέβαλε το Άγιο Όρος ή μάλλον την πνευματική του ηγεσία, τους ηγουμένους των είκοσι Ι. Μονών του, σε εγκαταλελειμμένο και έρημο οπωροφυλάκιο Ορθοδοξίας!

Ο λαός του Θεού, το πλήρωμα της Εκκλησίας, ανέμενε την άμεση, δυναμική παρέμβαση του Αγίου Όρους στα διαδραματισθέντα στο Φανάρι, με την επίσκεψη-συλλειτουργία του Πάπα, ως αυτονόητη παρουσία ορθόδοξης αντιδράσεως και μαρτυρίας, όπως ακριβώς συνέβη στο παρελθόν επί Πατριάρχου Αθηναγόρα, με την άρση των αναθεμάτων, όταν σύσσωμο το Άγιο Όρος, η πνευματική του ηγεσία, διέκοψε τη μνημόνευση του ονόματός του!

Αλλά η πνευματική ηγεσία του Αγίου Όρους των ημερών μας, δεν έπραξε το ίδιο!
Δεν διετράνωσε μαχητικά την ορθόδοξη μαρτυρία με το γνωστό κύρος του αγιορείτικου λόγου, ως διορθωτική παρέμβαση στις αυθαίρετες και κραυγαλέες πατριαρχικές παραβιάσεις των ι. Κανόνων της Εκκλησίας.
Αντίθετα επιβράβευσε τις πατριαρχικές αυτές αντορθόδοξες ενέργειες με τη διακήρυξη της ευλαβείας της στο πρόσωπο του κ. Βαρθολομαίου!

Έτσι οι φύλακες της Ορθόδοξης Παράδοσεως, οι πυλωροί της προστασίας και διασφαλίσεως του κύρους των Ι. Κανόνων της Εκκλησίας, εγκατέλειψαν τη θέση τους!
Αρνήθηκαν τον εαυτό τους.

Άφησαν ξέφραγο και απροστάτευτο τον αμπελώνα του Κυρίου και συσχηματίσθηκαν με τον νυν αιώνα του οικουμενισμού, του κακόδοξου χριστιανικού συγκρητισμού.

Ευθυγραμμίσθηκαν με τους νεοεποχίτικους νόες κληρικών και λαϊκών θεολόγων, αρνητών της αληθείας της Μίας, Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού, της Εκκλησίας των ι. Αποστολικών και Συνοδικών Κανόνων, της Πατερικής Παραδόσεως!

Η στάση αυτή της πνευματικής ηγεσίας του Αγίου Όρους αποστερεί σήμερα από την Ορθόδοξη Εκκλησία το φρουρό και φύλακα των παραδεδομένων αληθειών της πίστεως και της διδασκαλίας της.

Σήμερα έπαυσε να είναι το Άγιο Όρος εγγύηση και στήριξη Ορθοδοξίας, έπαλξη παρατάξεως μαρτύρων και ομολογητών Ορθοδοξίας.

Σήμερα το Άγιο Όρος, μοιάζει με αποσαθρωμένο από τον οικουμενισμό και την αίρεση οπωροφυλάκιο, μνημείο πλέον αγιορειτικής εγκαταλείψεως του περιβολιού της Παναγίας!

Το θλιβερό αυτό γεγονός συμβαίνει σήμερα, σε ώρα και στιγμή προχωρημένης αποδυναμώσεως της Ορθοδοξίας από ζωτικές και άγρυπνες δυνάμεις μαρτυρίας και ομολογίας, δεδομένου ότι, σήμερα, επίσκοποι και αρχιεπίσκοποι και

Πατριάρχες αλλά και κληρικοί και λαϊκοί θεολόγοι, μεταποιούμενοι αλαζονικώς σε τάξη εκκλησιαστικής οικουμενικής συνόδου, αποφθέγγονται άρρητα ρήματα κακοδοξίας, «επ’ αγαθώ» της Ορθοδοξίας!

Αιρετικές χριστιανικές κοινότητες αναγνωρίζονται σήμερα ως εκκλησίες, συλλειτουργίες με τους πάσης φύσεως αιρετικούς και συμπροσευχές βαπτίζονται ως αγαπητικές σχέσεις και κάθε ορθόδοξη αλήθεια παραπέμπεται στον κάλαθο του οικουμενισμού, για επανερμηνεία με τα νέα δεδομένα της μετανεωτερικότητας, η οποία απαιτεί τον επαναπροσδιορισμό των πάντων στη θεολογία και γενικώς στη ζωή της Εκκλησίας!

Σ’ αυτή την κρίσιμη ώρα της οικουμενιστικής λαίλαπας, δεν έστερξαν οι αγιορείτες ηγούμενοι να αναδειχθούν· «θεία παρεμβολή και θεηγόροι οπλίται παρατάξεως Κυρίου»!

Παραδόθηκαν στη δειλία και το φόβο της μαρτυρίας, με το…αιρετικό πρόσχημα της ευλαβούς υπακοής στο πρόσωπο του Πατριάρχου!

Έτσι μετέτρεψαν την πνευματική τους ηγεσία σε αποσαθρωμένο οπωροφυλάκιο του περιβολιού της Παναγίας!

Έκαναν την επιλογή τους!

Επέλεξαν την συνοδοιπορία τους με την πατριαρχική οικουμενιστική λογική!

 (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ  ΚΑΙ  ΣΧΟΛΙΑ  ΣΤΟ  ΒΙΒΛΙΑΡΙΟ  Ο  ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ)
 ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ   ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2004
  Πρόλογος
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ μας είναι από τη φύση της καθο¬λική και ασφαλώς οικουμενική (παγκόσμια). Έχει ανοιχτή την αγκαλιά της σ' όλους τους ανθρώπους, κάθε φυλής και εποχής, και τους καλεί να έρθουν κοντά της. Ο Χριστός, που είναι η κεφαλή της, απευθύνει διαχρονικά στον κόσμο το «δεύτε πρός με πάντες», ενώ παράλληλα στέλνει τους μαθητές Του να διδάξουν το Ευαγγέλιο της σωτηρίας «εις πάντα τα έθνη».
Αυτή τη συστατική και φυσική ιδιότητα της Εκκλη¬σίας, την οικουμενικότητα-παγκοσμιότητα, τη διεκ-δικούν σήμερα δυο κινήματα, που εκφράζουν το πνεύμα της εποχής: ο Οικουμενισμός και η Παγκοσμιοποίηση.
Η Παγκοσμιοποίηση προωθείται από ισχυρές πολιτι¬κοοικονομικές δυνάμεις και προβάλλει το μοντέλο μιας ενοποιημένης ανθρωπότητος, ενώ ο Οικουμενισμός δρα¬στηριοποιείται στον θρησκευτικό χώρο, επιδιώκοντας την εκπλήρωση του οράματος ενός ενωμένου Χριστιανι¬σμού και στοχεύοντας τελικά σε μια οικουμενική θρη¬σκεία, μια Πανθρησκεία.
Στο τεύχος τούτο επιχειρούμε να σκιαγραφήσουμε το κίνημα(ΑΙΡΕΣΗ) του Οικουμενισμού -στο οποίο συμμετέχει και η Ορθοδοξία(ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΡΑΤΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΙΔΡΥΤΙΚΑ ΜΕΛΛΟΙ)-, επειδή αυτό παραμένει άγνωστο στο ευ¬ρύτερο πλήρωμα της Εκκλησίας μας και επειδή οι εξε¬λίξεις στους κόλπους του προκαλούν ανησυχία και προ¬βληματισμό .
Ίσως ν' ακούγεται περίεργα, αλλά είναι γεγονός ότι σήμερα ο Οικουμενισμός απειλεί την οικουμενικότητα της Εκκλησίας μας, γιατί διολισθαίνει όλο και περισσό¬τερο σε συμβιβαστικές-συγκρητιστικές τακτικές, που αναιρούν θεμελιώδεις αρχές της ορθοδόξου πίστεως. Και, ας μην το λησμονούμε, η ορθή πίστη είναι η πρώτη και κύρια προϋπόθεση της σωτηρίας του ανθρώπου, σύμφωνα με τη θεόπνευστη αγιοπατερική απόφανση: «Όστις βούλεται σωθήναι, πρό πάντων χρή αυτώ την καθολικήν κρατήσαι πίστιν, ήν ει μη τίς σώαν καί άμωμον τηρήσειεν, άνευ δισταγμού, εις τον αιώνα απολείται» (Σύμβολον της Πίστεως αγίου Αθανασίου Αλεξανδρείας).
Έτσι, λοιπόν, αν το σωτήριο μήνυμα της Ορθοδοξίας μας χαθεί ανάμεσα στα πλάνα μηνύματα των ετεροδόξων και των αλλοθρήσκων, για χάρη ενός ουτοπικού οικουμενιστικού οράματος, τότε θα χαθεί και η ελπίδα του κόσμου.

Τι είναι ο Οικουμενισμός.

Ο Οικουμενισμός είναι μια κίνηση, που διακηρύσσει ότι έχει ως σκοπό την ενότητα του διαιρεμένου χριστιανικού κόσμου (Ορθοδόξων, Παπικών, Προτεσταντών, κ.ά.). Η ιδέα της ενότητας συγκινεί κάθε ευαίσθητη χριστιανική ψυχή και ανταποκρίνεται στους μύχιους πόθους της. Την ιδέα αυτή οικειοποιείται και ο Οικουμενισμός. Αλλά το ενω¬τικό του όραμα, όραμα κατεξοχήν πνευματικό, το στηρί¬ζει κυρίως πάνω στις ανθρώπινες προσπάθειες και όχι στην ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Μόνο το Άγιο Πνεύμα μπορεί, όταν συναντήσει την ανθρώπινη μετάνοια και ταπείνωση, να κάνει αυτό το όραμα πραγματικότητα.
Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΚΙΝΗΣΗ ΑΛΛΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΠΟΥ ΕΞΗΣΩΝΗ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΛΕΓΟΜΕΝΕΣ  ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ!
Η ποθητή ενότητα, αν και όταν συμβεί, δεν θα είναι παρά ένα θαύμα του Θεού.

Πότε εμφανίστηκε.

Οι ρίζες του Οικουμενισμού πρέπει ν' αναζητηθούν στον προτεσταντικό χώρο, στα μέσα του 19ου αι. Τότε κάποιες χριστιανικές Ομολογίες, βλέποντας τον κόσμο να φεύγει από κοντά τους λόγω της αυξανόμενης θρη¬σκευτικής αδιαφορίας και των οργανωμένων αντιθρησκευτικών κινημάτων, αναγκάστηκαν σε μια συσπείρωση και συνεργασία.
Αυτή η ενωτική δραστηριότητά τους έλαβε οργανωμένη πλέον μορφή, ως Οικουμενική Κίνηση, τον 20ό αι., και κυρίως το 1948,ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΦΑΡΜΟΣΤΙΚΕ ΤΟ 1923 ΜΕ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΣΑΝ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΧΡΙΣΤΟΥ! με την ίδρυση στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.), που εδρεύει στη Γενεύη. ΙΔΡΥΤΙΚΟ ΜΕΛΛΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ!
Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί ότι το Π.Σ.Ε. δεν θα μπορούσε ποτέ να πάρει "οικουμενικό" χαρακτήρα, αλλά θα παρέμενε απλά μια ενδοπροτεσταντική υπόθεση, αν δεν συμμετείχαν και κάποιες τοπικές Ορθόδοξες Εκκλη¬σίες. Οι Ρωμαιοκαθολικοί αρνήθηκαν να συμμετάσχουν. Αργότερα όμως, χωρίς να ενταχθούν στο Π.Σ.Ε., μπήκαν κι αυτοί στην Οικουμενική Κίνηση. Με σχετικό διάταγμα της Β' Βατικανής Συνόδου (1964), εγκαινίασαν έναν δικό τους Οικουμενισμό που στοχεύει στην ένωση όλων των Χριστιανών κάτω από την παπική εξουσία.

Η συμμετοχή των Ορθοδόξων στην Οικουμενική Κίνηση.

Πρέπει να ομολογήσουμε ότι σημαντική ώθηση στη δη¬μιουργία της Οικουμενικής Κινήσεως έδωσε και το Οικου¬μενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως• ιδιαίτερα μά¬λιστα με το Διάγγελμα του 1920, που, όπως αποδείχθηκε, αποτέλεσε τη βάση και τον "Καταστατικό Χάρτη" της συμμετοχής των Ορθοδόξων στην Οικουμενική Κίνηση.
Το Διάγγελμα αυτό ήταν κάτι το πρωτόγνωρο στην ιστορία της Εκκλησίας, επειδή για πρώτη φορά επίσημο ορθόδοξο κείμενο χαρακτήριζε όλες τις ετερόδοξες Κοι¬νότητες της Δύσεως "Εκκλησίες", «ως συγγενείς καί οι¬κείας εν Χριστώ καί συγκληρονόμους καί συσσώμους τής επαγγελίας τού Θεού». Έτσι ανέτρεπε την ορθόδοξη εκκλησιολογία. Και για να μην αναφερθούμε σε παλαιότε¬ρες εποχές, φτάνει να θυμηθούμε ότι λίγα χρόνια νωρίτε¬ρα (1895) το ίδιο Πατριαρχείο, σε εγκύκλιό του τοποθετούσε τον Παπισμό εκτός Εκκλησίας, επειδή εισήγαγε «αιρετικάς διδασκαλίας και καινοτομίας». Γι΄ αυτό και καλούσε τους Δυτικούς Χριστιανούς να επιστρέψουν στους κόλπους τής μιάς Εκκλησίας, δηλαδή της Ορθοδοξίας.
Το Διάγγελμα του 1920 έχοντας ως πρότυπο τη διακρατική «Κοινωνία των Εθνών», πρότεινε τη σύμπηξη μιας «συναφείας καί κοινωνίας μεταξύ των Εκκλησιών», με κυ¬ριότερους στόχους α) την επανεξέταση των δογματικών διαφορών με συμβιβαστική διάθεση, β) την παραδοχή ενι¬αίου ημερολογίου (ή μερική εφαρμογή του οποίου επέφε¬ρε, δυστυχώς, ενδοορθόδοξο εορτολογικό διχασμό), και γ) τη συγκρότηση παγχριστιανικών συνεδρίων.
Εκτός από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όλες σχεδόν οι Ορθόδοξες Εκκλησίες ζήτησαν σταδιακά να γίνουν, και έγιναν, δεκτές ως μέλη του Π.Σ.Ε. Μερικές, ωστόσο, ανα¬γκάστηκαν αργότερα ν΄ αναδιπλωθούν και ν΄ αποχωρή¬σουν, καθώς αφενός παρακολουθούσαν με απογοήτευση τον εκφυλισμό του και αφετέρου πιέζονταν από τις έντο¬νες αντιοικουμενιστικές αντιδράσεις του ποιμνίου τους. Εύλογο πρόβαλλε το ερώτημα: Πώς, άραγε, μπορεί η Ορθοδοξία να είναι ενταγμένη ως "μέλος" σε "κάτι", τη στιγμή που η ίδια είναι το "όλον", το Σώμα του Χριστού, και που καλεί όλους να γίνουν μέλη Του;
Όσον άφορα στο οικουμενιστικό άνοιγμα του Βατικα¬νού, η ανταπόκριση της Ορθοδοξίας υπήρξε θετική, με κύ¬ριο εκφραστή της τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα. Ο Πατριάρχης συναντήθηκε με τον πάπα Παύλο ΣΤ' στα Ιεροσόλυμα (1964), προχώρησε μαζί του στην αμοιβαία άρση των αναθεμάτων του Σχίσματος του 1054 και υποστήριξε το "διάλογο της αγάπης", προωθώντας έτσι τους στόχους της Β' Βατικανής Συνόδου.
Η ΑΡΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΘΕΜΑΤΩΝ  ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ  ΦΕΡΝΕΙ ΣΤΑ ΚΕΦΑΛΙΑ  ΤΩΝ  ΚΛΗΡΙΚΩΝ  ΚΑΙ ΛΑΙΚΩΝ  ΤΟΥ  ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ  ΤΑ ΑΝΑΘΕΜΑΤΑ  ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ! (ΕΠΙΣΤΟΛΗ  ΠΑΝ. ΤΡΕΜΠΕΛΑ  ΣΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ)
Τα θεωρητικά "ανοίγματα" του Οικουμενισμού.

Ο Οικουμενισμός, για να υλοποιήσει τους στόχους του, αναγκάζεται να παραθεωρήσει ή και ν' αναθεωρήσει ορι¬σμένες βασικές αρχές της Ορθοδοξίας.
Προβάλλει την αντίληψη της "Διευρυμένης Εκκλησίας", σύμφωνα με την οποία η Εκκλησία είναι μία και περιλαμ¬βάνει τους Χριστιανούς κάθε Ομολογίας, από τη στιγμή που δέχτηκαν το βάπτισμα. Έτσι όλες οι χριστιανικές Ομολογίες είναι μεταξύ τους "Αδελφές Εκκλησίες".ΑΥΤΗ  Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ  ΕΙΝΑΙ  Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ  ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ  ΚΑΤΑ  ΤΟΥ  ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ  ΠΟΥ ΔΕΝ  ΣΥΝΧΩΡΗΤΑΙ  ΟΥΤΕ  ΚΑΙ  ΜΕ  ΤΟ  ΜΑΡΤΥΡΙΟ!
Μέσα στο ίδιο πνεύμα κινείται και η ιδέα της "Παγκό¬σμιας ορατής Εκκλησίας": Η Εκκλησία που υφίσταται τά¬χα "αόρατα" και απαρτίζεται απ' όλους τους Χριστια¬νούς, θα φανερωθεί και στην ορατή της διάσταση με τις κοινές ενωτικές προσπάθειες.
Τις αντιλήψεις αυτές επηρέασε και η προτεσταντική θεωρία των κλάδων, σύμφωνα με την οποία η Εκκλησία είναι ένα "δένδρο" με "κλαδιά" όλες τις χριστιανικές Ομο¬λογίες, καθεμιά από τις οποίες κατέχει ένα μόνο μέρος της αλήθειας.
Ας προστεθεί επίσης και η θεωρία των "δύο πνευμό¬νων", που αναπτύχθηκε μεταξύ ορθοδόξων οικουμενιστών και Παπικών. Σύμφωνα μ' αυτήν Ορθοδοξία και Πα¬πισμός είναι οι δύο πνεύμονες, με τους οποίους αναπνέει η Εκκλησία. Για ν' αρχίσει τάχα ν' αναπνέει ορθά και πά¬λι, θα πρέπει οι δύο πνεύμονες να συγχρονίσουν την ανα¬πνοή τους.  ΑΥΤΗ  Η ΘΕΩΡΙΑ  ΑΝΑΠΤΥΧΘΗΚΕ  ΑΠΟ  ΤΟΝ ΠΡΩΗΝ  ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ  ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ!
Τέλος, στις μεθόδους, που χρησιμοποιεί ο Οικουμενι¬σμός για την προσέγγιση των Χριστιανών, περιλαμβάνε¬ται και ο δογματικός μινιμαλισμός. Πρόκειται για προ¬σπάθεια να συρρικνωθούν τα δόγματα στα πιο αναγκαία, σ' ένα "μίνιμουμ" (=ελάχιστο), προκειμένου να υπερπηδη¬θούν οι δογματικές διαφορές μεταξύ των Ομολογιών. Το αποτέλεσμα όμως είναι η παραθεώρηση του δόγματος, ο υποβιβασμός και η ελαχιστοποίηση της σημασίας του. «Ας ενωθούν», λένε, «οι Χριστιανοί, και τα δόγματα τα συζητούν αργότερα οι θεολόγοι»! Με τη μέθοδο βέβαια του δογματικού μινιμαλισμού είναι ίσως εύκολο να ενωθούν οι Χριστιανοί. Οι τέτοιοι "Χριστιανοί" όμως μπορεί να είναι Ορθόδοξοι, δηλαδή αληθινά Χριστιανοί;
Ο ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ  ΑΛΛΑ ΚΑΙ  ΑΛΛΟΙ  ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ  ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ  ΔΗΛΩΣΑΝ ΟΤΙ  ΟΙ  ΑΓΙΟΙ  ΠΟΥ  ΚΑΤΕΔΙΚΑΣΑΝ  ΤΟΥΣ  ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ  ΕΙΧΑΝ  ΜΙΣΣΑΛΟΔΟΞΙΑ  ΚΑΙ  ΓΙΑΥΤΟ  ΚΟΛΑΣΘΗΚΑΝ!


Η ορθόδοξη αντίληψη για την Εκκλησία.

Σύμφωνα με την ορθόδοξη εκκλησιολογία, Εκκλησία και Ορθοδοξία ταυτίζονται. Η Εκκλησία είναι οπωσδή¬ποτε Ορθόδοξη και η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Κα¬θολική και Αποστολική Εκκλησία, το Σώμα του Χριστού. Και επειδή ο Χριστός είναι ένας, άρα και η Εκκλησία είναι μία. Γι' αυτό ποτέ δεν νοείται διαίρεση στην Εκκλησία. Μό¬νο χωρισμό από την Εκκλησία έχουμε. Σε συγκεκριμένες δηλαδή ιστορικές στιγμές οι αιρετικοί και οι σχισματικοί αποκόπηκαν απ' αυτήν, κι έτσι έπαψαν να είναι μέλη της.
Η Εκκλησία κατέχει το πλήρωμα της αλήθειας, όχι μιας αφηρημένης αλήθειας, αλλά ενός τρόπου ζωής που σώζει τον άνθρωπο από το θάνατο και τον κάνει "κατά χάριν Θεό". Αντίθετα, η αίρεση αποτελεί ολική ή μερική άρνηση της αλήθειας, ένα κομμάτιασμά της, που έτσι παίρνει το χαρακτήρα και την παθολογία μιας ιδεολογίας. Χωρίζει τον άνθρωπο από τον τρόπο υπάρξεως που έδωσε ο Θεός στην Εκκλησία Του και τον θανατώνει πνευματικά.
Τα δόγματα επίσης, τα οποία περικλείουν τις υπερβα¬τικές αλήθειες της πίστεώς μας, δεν είναι αφηρημένες έννοιες και διανοητικές συλλήψεις, ούτε, πολύ περισσό¬τερο, μεσαιωνικός σκοταδισμός ή θεολογικός σχολαστικισμός. Εκφράζουν την εμπειρία και το βίωμα της Εκκλη¬σίας. Γι' αυτό, όταν υπάρχει διαφορά στα δόγματα, υπάρχει οπωσδήποτε και διαφορά στον τρόπο ζωής. Κι όποιος υποτιμά την ακρίβεια της πίστεως, δεν μπορεί να ζήσει την πληρότητα της εν Χριστώ ζωής.
Ο Χριστιανός πρέπει να δεχθεί όλα όσα αποκάλυψε ο Χριστός. Όχι ένα "μίνιμουμ", αλλά το σύνολο. Γιατί στην ολότητα και την ακεραιότητα της πίστεως διασώζονται η καθολικότητα και η ορθοδοξία της Εκκλησίας.
Έτσι εξηγούνται οι μέχρις αίματος αγώνες των αγίων Πατέρων για τη διαφύλαξη της πίστεως της Εκκλησίας, καθώς και η μέριμνά τους για τη διατύπωση, με το φωτι¬σμό του Αγίου Πνεύματος, των "όρων" των Οικουμενικών Συνόδων. Οι "όροι" αυτοί δεν σημαίνουν τίποτε άλλο πα¬ρά τα όρια, τα σύνορα της αλήθειας, για να μπορούν οι πι¬στοί να διακρίνουν την Εκκλησία, ως Ορθοδοξία, από την αίρεση.
Οι ετερόδοξοι, με το να αρνηθούν την πληρότητα της αλήθειας, χωρίστηκαν από την Εκκλησία. Γι' αυτό και είναι αιρετικοί. Επομένως στερούνται την αγιαστική χάρη του Αγίου Πνεύματος, και τα "Μυστήριά" τους είναι άκυρα. Το βάπτισμα λοιπόν, που τελούν, δεν μπορεί να τους εισαγάγει στην Εκκλησία του Χριστού.
«Τούς γάρ παρά τών αιρετικών βαπτισθέντας ή χειροτονηθέντας ούτε πιστούς ούτε κληρικούς είναι δυνα-τόν», μας λέει ο ΞΗ' κανόνας των Αγίων Αποστόλων. Και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης συμπληρώνει: «Όλων τών αιρετικών τό βάπτισμα είναι ασεβές καί βλάσφημον καί ουδεμίαν κοινωνίαν έχει πρός τό τών Ορθοδόξων».
Τί μας λένε όμως οι ορθόδοξοι οικουμενιστές;

Ορθόδοξος ιεράρχης διακήρυσσε ότι «το Άγιο Πνεύμα επενεργεί σε κάθε χριστιανικό βάπτισμα» και ότι ο αναβαπτισμός των ετεροδόξων Χριστιανών από τους Ορθοδόξους εμπνέεται από «στενοκεφαλιά, φανατισμό και μι¬σαλλοδοξία... Είναι μια αδικία κατά του χριστιανικού Βα¬πτίσματος και πραγματικά μία βλασφημία του Αγίου Πνεύματος»1! .      Περιοδ. «Illuminator», καλοκαίρι 1995, Pittsburgh, USA.
Άλλος ιεράρχης δήλωσε απευθυνόμενος σε ετεροδόξους: «Είμεθα όλοι μέλη Χριστού, ένα και μοναδικό σώμα, μια και μοναδική "καινή κτίσις"• εφ' όσον το κοινό μας βά¬πτισμα μας ελευθέρωσε από τον θάνατο»2. .  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 370, σ. 9, Γενεύη 1987.
Η οικουμενιστική εκκλησιολογία εκφράστηκε από επίσημα ορθόδοξα χείλη και ως εξής: «Οφείλομεν να είμεθα έτοιμοι να αναζητήσωμεν και να αναγνωρίσωμεν την παρουσίαν της Εκκλησίας και εκτός των ιδικών μας κανονικών ορίων, προς τα οποία ταυτίζομεν την μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν»3. .  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 260, σ. 13-14, Γενεύη 1981.
Αλλά υπάρχουν και τολμηρότεροι, που οραματίζονται την "επανίδρυση" της Εκκλησίας διαμέσου της ενώσεως όλων των Χριστιανών: Ορθόδοξος ιεράρχης διατείνεται ότι «έχουμε ανάγκη ενός νέου Χριστιανισμού, που θα βα¬σίζεται εξ ολοκλήρου σε νέες αντιλήψεις και όρους. Δεν μπορούμε να διδάξουμε το είδος της θρησκείας που πα¬ραλάβαμε στις ερχόμενες γενιές»4. .      Εφημ. Αθηνών «Εστία», 5-10-1967.


Οι διάλογοι.

Ο Οικουμενισμός, για να προωθήσει τα σχέδια του, χρησιμοποιεί πολλά μέσα. Το βασικότερο είναι οι διάλογοι.
Κανείς δεν αγνοεί ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία από τη φύση της είναι ανοιχτή στο διάλογο. Ο Θεός πάντοτε διαλέγεται με τον άνθρωπο και οι Άγιοι της Εκκλησίας δεν αρνήθηκαν ποτέ τη διαλεκτική επικοινωνία τους με τον κόσμο.
Οι Άγιοι, έχοντας αυτοσυνειδησία της κοινωνίας τους με το Θεό, προσπαθούσαν με το διάλογο να μεταδώσουν την εμπειρία της αλήθειας που βίωναν. Γι'  αυτούς η αλή¬θεια δεν ήταν αντικείμενο έρευνας. Δεν την αναζητούσαν, δεν την διαπραγματεύονταν απλά την πρόσφεραν. Αν ο διάλογος δεν οδηγούσε τους ετεροδόξους στην απόρριψη της πλάνης τους και στην αποδοχή της ορθοδόξου πί¬στεως, δεν τον συνέχιζαν.
Δυο χρόνια διαλεγόταν ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός με τους Παπικούς στη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439). Βλέποντας όμως την υπεροψία, την αδιαλλαξία και την εμμονή τους στην πλάνη, διέκοψε κάθε σχέση μαζί τους, προτρέποντας μάλιστα τους ορθόδοξους πιστούς: «Ν' αποφεύγετε τους Παπικούς, όπως αποφεύγει κανείς το φίδι».
Θεολογικό διάλογο είχε αρχίσει και ο Οικουμενικός Πα¬τριάρχης Ιερεμίας Β' ο Τρανός με τους προτεστάντες θε¬ολόγους της Τυβίγγης (1579). Όταν διαπίστωσε όμως ότι ο διάλογος δεν απέφερε κανέναν καρπό, τον διέκοψε. «Σας παρακαλούμε», τους έγραφε, «μη μας κουράζετε άλλο... Ας πορευθείτε τον δικό σας δρόμο. Αν θέλετε, μπορείτε να μας γράφετε, αλλά όχι πλέον για δόγματα πίστεως».
Οι διάλογοι του Οικουμενισμού.

Οι σύγχρονοι οικουμενιστικοί διάλογοι διαφέρουν ριζι¬κά από τους διαλόγους των Αγίων, γιατί διεξάγονται με βάση τις αρχές της διευρυμένης Εκκλησίας και του δογ¬ματικού μινιμαλισμού. Γι' αυτό είναι ανορθόδοξοι και άκαρ¬ποι. Απόδειξη, ότι στα εκατό σχεδόν χρόνια της διεξα¬γωγής τους δεν έχουν προσφέρει τίποτε το αξιόλογο στην ενότητα του χριστιανικού κόσμου. Αντίθετα μάλι¬στα, κατάφεραν να διχάσουν τους Ορθοδόξους!
ΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ  ΚΟΡΟΙΔΙΑ  ΓΙΑ ΝΑ ΑΛΟΙΩΣΟΥΝ  ΤΟ ΦΡΟΝΗΜΑ  ΤΟΥ ΛΑΟΥ!
Τα κυριότερα σημεία της παθολογίας των σημερινών διαλόγων είναι τα εξής:

Α'.   Έλλειψη ορθόδοξης ομολογίας.

Στους διαλόγους ορισμένοι Ορθόδοξοι δεν εκφράζουν την ακράδαντη πεποίθηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ότι αυτή αποτελεί τη μία και μοναδική Εκκλησία του Χριστού πάνω στη γη. Δεν προβάλλουν, επίσης, την αγιασμένη παράδοση και την πνευματική εμπειρία της Ορθοδοξίας, που διαφέρουν από τις παραδόσεις και τις εμπειρίες του δυτικού Χριστιανισμού. Μόνο μια τέτοια ομολογιακή στά¬ση θα μπορούσε να καταξιώσει και να κάνει γόνιμη την ορθόδοξη παρουσία στους διάλογους.


Γ'.   Υπερτονισμός της αγάπης.

Γι΄ αυτό και η πρακτική στους σημερινούς διαλόγους είναι να μη συζητούνται αυτά που χωρίζουν, αλλά αυτά που ενώνουν, ώστε να δημιουργείται μια ψευδαίσθηση ενότητος και κοινής πίστεως. Στις Οικουμενικές Συνόδους όμως οι Πατέρες συζητούσαν πάντοτε αυτά που χώρι¬ζαν. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα σε οποιονδήποτε διάλο¬γο μεταξύ πλευρών που έχουν διαφορές: Συζητούνται αυτά που χωρίζουν- γι' αυτό εξάλλου γίνεται ο διάλο¬γος- και όχι αυτά που ενώνουν.
Για μας τους Ορθοδόξους η Αγάπη και η Αλήθεια είναι έννοιες αδιάσπαστες. Διάλογος αγάπης χωρίς την αλή¬θεια είναι ψεύτικος και αφύσικος διάλογος. Ενώ διάλογος αγάπης "εν αληθεία" σημαίνει: Διαλέγομαι με τους ετε¬ροδόξους από αγάπη, για να τους επισημάνω που βρί¬σκονται τα λάθη τους και πως θα οδηγηθούν στην αλή¬θεια. Εάν πραγματικά τους αγαπώ, πρέπει να τους πω την αλήθεια, όσο κι αν αυτό είναι δύσκολο ή οδυνηρό.

Δ'.  Άμβλυνση ορθοδόξων κριτηρίων.

Στην παθολογία των διαλόγων ανήκει και η άμβλυνση των ορθοδόξων θεολογικών κριτηρίων, που προκύπτει από την καλλιέργεια μιας "οικουμενικής αβροφροσύνης", προσωπικών σχέσεων και φιλίας ανάμεσα στους ετερο¬δόξους θεολόγους. Η πίστη θεωρείται όχι η αλήθεια, που σώζει, αλλά ένα σύνολο θεωρητικών αληθειών, που επι¬δέχονται συμβιβασμούς.
Ισχυρίζονται οι ορθόδοξοι οικουμενιστές: "Διάλογο κάνουμε, δεν αλλάζουμε την πίστη μας!". Και ασφαλώς ο διάλογος, ως "αγαπητική έξοδος" προς τον άλλον, είναι θεάρεστος. Ο οικουμενιστικός όμως διάλογος, ό¬πως διεξάγεται σήμερα, δεν είναι συνάντηση στην αλή¬θεια, αλλά είναι "αμοιβαία αναγνώριση". Αυτό σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε τις ετερόδοξες Κοινότητες ως Εκ¬κλησίες, ότι αποδεχόμαστε πως οι δογματικές διαφο¬ρές τους αποτελούν "νόμιμες εκφράσεις" της ίδιας πίστεως. Έτσι όμως πέφτουμε στην παγίδα του δογμα¬τικού συγκρητισμού: Τοποθετούμε στο ίδιο επίπεδο την αλήθεια με την πλάνη, εξισώνουμε το φως με το σκο¬τάδι.

Ε'. Συμπροσευχές.

Οι ορθόδοξοι οικουμενιστές, με την άμβλυνση των θε¬ολογικών τους κριτηρίων, είναι πολύ φυσικό να συμμετέ¬χουν χωρίς αναστολές σε κοινές με τους ετεροδόξους λα¬τρευτικές εκδηλώσεις και συμπροσευχές, που πραγματοποιούνται συχνά στα πλαίσια των διαχριστιανικών συ¬ναντήσεων. Γνωρίζουν ότι με τον οικουμενιστικό αυτό συμπνευματισμό δημιουργείται το κατάλληλο ψυχολογικό κλίμα, που απαιτείται για την προώθηση της ενωτικής προσπάθειας.
Οι ιεροί Κανόνες όμως της Εκκλησίας μας απαγορεύ¬ουν αυστηρά τις συμπροσευχές με τους ετεροδόξους. Για¬τί οι ετερόδοξοι δεν έχουν την ίδια πίστη μ' εμάς. Πιστεύ¬ουν σ' έναν διαφορετικό, διαστρεβλωμένο Χριστό. Γι' αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τους αποκαλεί απί¬στους: «Ο μη κατά την παράδοσιν της Καθολικής Εκκλη¬σίας πιστεύων άπιστος εστίν».
Η συμπροσευχή λοιπόν απαγορεύεται, επειδή δηλώνει συμμετοχή στην πίστη του συμπροσευχομένου και δίνει σ' αυτόν την ψευδαίσθηση ότι δεν βρίσκεται στην πλάνη, οπότε δεν χρειάζεται να επιστρέψει στην αλήθεια.
Η ΣΥΜΠΡΟΣΕΥΧΗ  ΟΧΙ  ΑΠΛΩΣ  ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ  ΑΛΛΑ  ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΤΑΙ  ΑΥΣΤΗΡΑ!
Τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ΚΑΝΩΝ 45ος.
Ὅποιος Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος ἤθελε συμπροσευχηθῆ μονάχα, ἀλλ' ὄχι καὶ νὰ συλλειτουργήση μὲ αἴρετικούς ἄς ἀφορίζεται. Επειδή ὅποιος μὲ τοῦς ἀφορισμένους συμπροσεύχεται (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί) πρέπει νὰ συναφορίζεται καὶ αὐτός, κατά τὸν 10ον Κανόνα τῶν Ἀγ.Αποστόλων. Εἰ δὲ καὶ ἐσυνχώρησεν εἰς τοῦς αἰρετικούς αὐτούς νὰ ἐνεργήσουν κανένα λειτούργημα ὡσάν Κληρικοί, ἄς καθαίρηται ἐπειδή ὅποιος Κληρικός συλλειτουργήσει μὲ καθηρημένους, (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί κατὰ τὸν β΄. καὶ δ΄. τῆς γ΄.) συγκαθαιρεῖται καὶ αὐτός κατὰ τὸν 11ον κανόνα τῶν Ἀποστόλων.


Κανών 33ος τῆς ἐν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου.
Διορίζει οὔτος ὁ Κανών νὰ μὴ συμπροσευχώμεθα οὔτε μὲ τοὺς αἰρετικοὺς, ἤτοι τοὺς σφάλλοντας περὶ τὴν πίστιν, οὔτε μὲ τοὺς σχισματικοὺς, ἤτοι τοὺς κατὰ τὴν πίστιν μὲν ὀρθοδόξους ὄντας, χωριζομένους δὲ ἀπὸ τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν διὰ τινας παραδόσεις καὶ ἔθιμα ἰάσιμα, κατὰ τὸν α΄. τοῦ Μεγ.Βασιλείου.

Κανών 37ος τῆς ἐν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου.
Κατὰ τὸν Κανόνα τοῦτον δὲν πρέπει νὰ λαμβάνει τινὰς Χριστιανὸς ὀρθόδοξος τὰ δῶρα ὁποῦ στέλλουσιν εἰς αὐτούς οἱ Ἰουδαίοι καὶ αἰρετικοί, ὄταν ἔχουν τὰς ἐορτάς των, ἀλλά οὔτε νὰ συνεορτάζη ὅλως αὐτοῖς.

Τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου.
Ὅτι οἱ τὸ Σχῖσμα δημιουργήσαντες διὰ τῆς ἐπιβολῆς τοῦ νέου Ἡμερολογίου ὁδηγοῦσιν εἰς αἵρεσιν.

† «Οἱ δὲ σχισματικοὶ σχισματοαιρετικοὶ εἰσίν, καθότι δὲν εἶναι κανὲν Σχῖσμα εἰμὴ πρότερον αἵρεσιν ἀναπλάσσῃ, ἵνα ὀρθῶς δόξῃ τῆς Ἐκκλησίας χωρισθῆναι. Τὸ Σχῖσμα κακῶς διαμένον γίνεται αἵρεσις ἤ καταφέρεται εἰς αἵρεσιν, ὅτι καὶ τοὺς σχισματικοὺς οὐχ ἡ διάφορος πίστις ποιεῖ ἀλλ’ ἡ διαρηχθεῖσα τῆς κοινωνίας συντροφία». (Ἐπιστολὴ ρα΄ κεφ. ια΄ εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον).
Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
Περὶ τῶν Σχισματικῶν ἱερέων ὅτι στεροῦνται οὗτοι τῆς θείας χάριτος.

  Ἀφοῦ δὲ μίαν φορὰν ἐσχίσθησαν ἀπὸ τὸ ὅλον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔχασαν αὐτὸ καὶ δὲν εἰμποροῦν πλέον νὰ βαπτίσουν ἄλλους, ἤ νὰ χειροτονήσουν ἤ ἁπλῶς νὰ δώσουν χάριν, τὴν ὁποίαν διὰ τοῦ σχίσματος ἐστερήθησαν, ὅθεν καὶ οἱ ὑπ’ αὐτῶν βαπτιζόμενοι λογίζονται ὅτι ὑπὸ λαϊκῶν ἐβαπτίσθησαν (Ἑρμηνεία α΄. Κανόνος). «Ὥσπερ μέλος τὶ ἀποκοπὲν τοῦ σώματος παύει μετέχον τῆς ζωτικῆς δυνάμεως, οὕτω καὶ πᾶς τις ἀποσχιζόμενος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ δὲν μετέχει τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἥν ἔλαβεν ἐν τῷ βαπτίσματι» (Ἐκ τοῦ ἱεροῦ Πηδαλίου).
Τῆς ἁγίας 3ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου 3ος κανών.
Ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται οἱ ἱερεῖς νὰ μνημονεύωσι καὶ νὰ ὑπακούωσιν εἰς τοὺς ἀποστάτας καινοτόμους ἀρχιερεῖς οὐδὲ οἱ λαϊκοί.

† «Τοῖς ἀποστασήσασιν ἢ ἀφισταμένοις Ἐπισκόποις μηδόλως ὑπόκεισθαι κατὰ μηδένα τρόπον».
 «Εἶ τις ἀκοινωνήτῳ κἄν ἐν οἴκῳ συνεύξηται ἀφοριζέσθω», καὶ ἀλλαχοῦ «ὁ ἀκοινωνήτως κοινωνῶν ἀκοινώνητος ἔσται, ὡς συγχέων τὸν κανόνα τῆς Ἐκκλησίας» πάλιν «ὁ αἱρετικὸν δεχόμενος τοῖς αὐτοῖς ἐγκλήμασιν ὑπόκειται». Οὐκ ἔστι τοῦτο θεμιτὸν οὐκ ἔστιν ἀλλ’ οὐδὲ μνημονεύσομεν καὶ τοῦτο παρὰ τοῦ πονηροῦ, ὅς σκότος ὧν τὸ φῶς ὑποκρίνεται, ὡς νῦν γε, τὴν ἕνωσιν προβαλλόμενος «μνημόσυνον» τὴν μετ’ αὐτῶν ἀπώλειαν τοῦ παντὸς τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας δολιεύεται καὶ φανερῶς μὴ πείθειν ἔχων πρὸς τοῦτο, ἀδήλως ἐπιχειρεῖ, ἵνα ἐν ἑνί τρόπῳ ἀνοίξη θύραν καὶ κορυφώσῃ κακίαν.

Ἐπιστολὴ ε΄ Συνοδικὴ (Ἰουστίνου).
† «Ὡρίσθη παρὰ τῶν ἁγίων Πατέρων χρῆναι καὶ μετὰ θάνατον ἀναθεματίζεσθαι τοὺς εἴτε εἰς κανόνας εἴτε εἰς Πίστιν ἁμαρτήσαντας».

Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου.
† «Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα κἄν ἀξιόπιστος ἤ κἄν νηστεύῃ καὶ παρθενεύῃ κἄν σημεῖα ποιῇ κἄν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος».

Τοῦ Ἁγίου Φωτίου.
† «Καὶ γὰρ ἐστιν ὄντως τὰ Κοινὰ πᾶσιν φυλάττειν ἐπάναγκες καὶ πρὸ γε τῶν ἄλλων τὰ περὶ Πίστεως· ἔνθα καὶ τὸ παρεκλῖναι μικρὸν ἁμαρτεῖν ἐστὶν ἁμαρτία τὴν πρὸς θάνατον». (Ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ρώμης Νικόλαον).


Τοῦ Ἀγ. Γερμανοῦ τοῦ υἱοῦ Πατριάρχου Κ/πόλεως.
† «Ἐπισκήπτομαι πᾶσι τοῖς ἐν Κύπρῳ λαϊκοῖς, ὅσοι τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐστὲ τέκνα γνήσια, φεύγειν ὅλῳ ποδὶ ἀπὸ τῶν ὑποπεσόντων ἱερέων τῇ Λατινικῇ ὑποταγῇ καὶ μηδὲ εἰς Ἐκκλησίαν τούτοις συνάγεσθαι, μηδὲ εὐλογίαν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν λαμβάνειν τὴν τυχοῦσαν· κρεῖσσον γὰρ ἐστὶν ἐν τοῖς οἴκοις ὑμῶν τῷ θεῷ προσεύχεσθε κατὰ μόνας, ἤ ἐπ’ ἐκκλησίαις συνάγεσθε μετὰ τῶν Λατινοφρόνων, εἰ δὲ οὐν τὴν αὐτὴν ὑφέξεται μετ’ αὐτῶν κόλασιν. Ἤ οὐχὶ τὰ τῶν ἐπὶ κοσμικῶν κρίσεων τοῦτο γίνεσθε  σύνηθες; Ἄν γὰρ τις συλλαλῇ ἀνδροφόνῳ ἤ ληστῇ ἤ προδότῃ τὴν αὐτὴν ἐκείνῳ ὑφίσταται κόλασιν».

Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
† «Πᾶς ὁ δυνάμενος λέγων τὴν ἀλήθειαν καὶ μὴ λέγων αὐτήν, κατακριθήσεται ὑπὸ τοῦ θεοῦ, καὶ ταῦτα ἔνθα πίστις ἐστὶ τὸ κινδυνευόμενον, καὶ τῆς ὅλης Ἐκκλησίας τῶν Ὀρθοδόξων ἡ Κρηπὶς τὸ γὰρ ἐφησυχάζειν ἐν τοῖς τοιούτοις, ἀρνήσεως ἴδιον, τὸ δὲ ἐλέγχειν ὁμολογίας εἰλικρινοῦς».
Ἐκ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου.
† «Οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν κρίνεται διατὶ δαιμόνια οὐκ ἐξέβαλεν, ἤ διατὶ οὐκ ἔσχε πρόγνωσιν, ἀλλ’ ἕκαστος κριθήσεται, εἰ τὴν πίστιν τετήρηκε καὶ τὰς Ἐντολὰς καὶ Παραδόσεις γνησίως ἐφύλαξεν».(ΠΑΙΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΚΑΙ  ΑΛΛΟΙ  ΝΕΟΦΑΝΕΝΤΕΣ <<ΑΓΙΟΙ>>)
Τοῦ Ἁγίου Ἰσιδώρου τοῦ Πηλουσιώτου.
  «... Τὸ πάλαι ὑπὲρ τῶν προβάτων ἀπέθνησκον οἱ Ποιμένες, νῦν δὲ μᾶλλον αὐτοὶ ἀναιροῦσι τὰ πρόβατα· τότε νηστείαις τὸ σῶμα ἐσωφρόνιζον, νῦν δὲ τρυφαῖς παρασκευάζουσι σκιρτᾷν. Τότε τὰ ἑαυτῶν τοῖς δεομένοις διένειμον, νῦν δὲ τὰ τῶν πενήτων σφετερίζονται. Τότε τὴν ἀρετὴν ἤσκουν, τὺν δὲ τοὺς τὴν ἀρετὴν ἀσκούντας ἐξοστρακίζουσι. Τότε οἱ φιλάρετοι πρὸς τὴν ἱερωσύνην ὑπήγοντο, νῦν δὲ οἱ φιλάργυροι. Τότε οἱ ἀκτημωσύνῃ ἐναμβρυνόμενοι, νῦν δὲ οἱ πλεονεξίᾳ ἑκουσίως χρηματιζόμενοι. Τότε οἱ πρὸ ὀφθαλμοῦ ἔχοντες τὸ θεῖον δικαστήριον νῦν δὲ οἱ μηδὲ εἰς ἔννοιαν τοῦτο λαμβάνοντες. Τότε οἱ τύπτεσθαι, νῦν δὲ οἱ τύπτειν ἕτοιμοι».

Ἁγίου Νικηφόρου.
(Τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ ἀποτελοῦν οἱ εὐσεβεῖς ὁσονδήποτε ὀλίγοι καὶ ἄν μείνουν. Οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν καινοτομίαν, ἔξω τῆς Ἐκκλησίας εἶναι).

† «Εἰ δὲ διαμένουσιν ἐν τῇ αἱρέσει, καὶ ἴσως καὶ ἑτέρους τινὰς ἀμαθεστέρους καὶ ἁπλουστέρους δυνηθῶσιν ἀποβουκολῆσαι, κἄν ὀχλαγωγήσωσι καὶ πλῆθος συνάγωσιν ἔξω τῶν ἱερῶν τῆς Ἐκκλησίας περιβόλου εἰσίν. Εἰ δὲ καὶ πάνυ ὀλίγοι ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ καὶ Εὐσεβείᾳ διαμένουσιν, οὗτοι εἰσὶν Ἐκκλησία καὶ τὸ κῦρος καὶ ἡ προστασία τῶν ἐκλησιαστικῶν θεσμῶν ἐναὐτοῖς κεῖται. Κἄν κακοπαθῆσαι αὐτοῖς ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας δεήσει, ὅπερ ἐστιν εἰς καύχημα αἰώνιον καὶ ψυχικῆς σωτηρίας πρόξενον...»

Ἐκ τῶν διατάξεων τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων Κεφαλ. 19.
† Ἀκούσατε οἱ Ἐπίσκοποι καὶ ἀκούσατε οἱ λαϊκοί, ὥς φησιν ὁ θεός, κρινῶ κριὸν πρὸς κριόν, καὶ πρόβατον πρὸς πρόβατον καὶ πρὸς τοὺς ποιμένας λέγει· κριθήσεσθαι ἕνεκεν τῆς ἀπειρίας αὐτῶν καὶ τῆς εἰς τὰ πρόβατα διαφθορὰς, τουτέστιν, ἐπίσκοπον πρὸς ἐπίσκοπον κρινῶ καὶ λαϊκὸν πρὸς λαϊκὸν καὶ ἄρχοντα πρὸς ἄρχοντα· λογικὰ γὰρ τὰ πρόβατα καὶ οἱ κριοὶ οὗτοι, ἀλλ’ οὐκ ἄλογα, ἵνα μὴ εἴπῃ ὁ λαϊκός, ὅτι ἐγὼ πρόβατον εἰμὶ καὶ οὐ ποιμὴν καὶ οὐδένα λόγον ἐμαυτοῦ πεποίημαι· ὁ ποιμὴν ὄψεται, καὶ αὐτὸς μόνος εἰσπραχθήσεται τὴν περὶ ἐμοῦ δίκην· ὥσπερ γὰρ τῷ καλῷ ποιμένι τὸ μὴ ἀκολουθοῦν πρόβατον λύκοις ἔκκειται εἰς διαφθοράν, οὕτω τῷ πονηρῷ ποιμένι τὸ ἀκολουθοῦν πρόβατον πρόδηλον ἔχει τὸν θάνατον, ὅτι κατατρώξεται αὐτοῦ, διὸ φευκτέον ἀπὸ τῶν φθορέων ποιμένων.

Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
† «Δεῖ τῶν ἀκροατῶν τοὺς πεπαιδευμένους τὰς γραφὰς δοκιμάζειν τὰ παρὰ τῶν διδασκάλων λεγόμενα καὶ τὰ μὲν σύμφωνα ταῖς γραφαῖς δέχεσθαι τὰ δὲ ἀλλότρια ἀποβάλλεν. Καὶ τοῦς τοιούτοις (ἀλλοτρίοις) διδάγμασιν ἐπιμένοντας ἀποστρέφεσθαι σφοδρότερον».

Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου.
† «Τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τίθεται, ἵνα μάθῃ ὁ χειροτονούμενος ὅτι τὴν ἀληθινὴν τοῦ Εὐαγγελίου Τιάραν λαμβάνει, καὶ ἵνα μάθῃ ὅτι καὶ ἡ πάντων ἐστὶ κεφαλή, ἀλλ’ ὑπὸ τούτους  πράττει τοὺς νόμους, πάντων κρατῶν καὶ ὑπὸ τῶν νόμων κρατούμενος, πάντα νομοθετῶν καὶ ὑπὸ τοῦ νόμου νομοθετούμενος.


Στ'. Διακοινωνία (Intercommunio).

Αν οι ιεροί Κανόνες απαγορεύουν τις συμπροσευχές με τους αιρετικούς, πολύ περισσότερο αποκλείουν τη συμ¬μετοχή μας στα "Μυστήριά" τους. Και στο σημείο αυτό όμως οι Ορθόδοξοι δεν φανήκαμε συνεπείς.
Η Β' Βατικανή Σύνοδος, μέσα στα πλαίσια του οικουμενιστικού "ανοίγματος" που έκανε, πρότεινε τη Διακοινωνία με τους Ορθοδόξους: Παπικοί θα μπορούν να κοι¬νωνούν σε ορθοδόξους ναούς και Ορθόδοξοι σε παπι¬κούς. Με τον τρόπο αυτό τόσο οι Παπικοί όσο και οι ορθόδοξοι οικουμενιστές πιστεύουν ότι σταδιακά θα επέλθει de facto η ένωση Παπισμού και Ορθοδοξίας, παρ' όλες τις δογματικές τους διαφορές.
Αν για τους Παπικούς μια τέτοια θέση δικαιολογείται από την αντίληψη που έχουν για την Εκκλησία και τα Μυστήρια (κτιστή χάρη κ.λπ.), για μας τους Ορθοδόξους είναι παράλογη και απαράδεκτη. Η Εκκλησία μας ποτέ δεν θεώρησε τη θεία Ευχαριστία ως μέσο για την επίτευξη της ενότητας, αλλά πάντοτε ως σφραγίδα και επι¬στέγασμά της.
Άλλωστε, το κοινό Ποτήριο προϋποθέτει κοινή πίστη. Αν δηλαδή ένας Ορθόδοξος κοινωνεί σε παπικό ναό, αυτό σημαίνει ότι αποδέχεται και την παπική πίστη.


Ανταλλαγή επισκέψεων.

Τα τελευταία χρόνια η οικουμενιστική πολιτική ασκείται και με τις ανταλλαγές επισήμων επισκέψεων μεταξύ των Ομολογιών, οι οποίες πραγματοποιούνται από υψηλό¬βαθμους, κυρίως, κληρικούς. Αυτές περιλαμβάνουν εγκω¬μιαστικές προσφωνήσεις, ασπασμούς, ανταλλαγές δώρων, κοινά γεύματα, συμπροσευχές, κοινές ανακοινώσεις και άλλες χειρονομίες φιλοφροσύνης.
Ειδικότερα, από το 1969 έχει καθιερωθεί η ετήσια αμοι¬βαία συμμετοχή, Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών, στις θρονικές εορτές Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως.
Οι συναντήσεις αυτές, δυστυχώς, δεν είναι απλές εθι¬μοτυπικές επισκέψεις. Οι ίδιοι, άλλωστε, οι οικουμενιστές ομολογούν ότι με τους κοινούς εορτασμούς βιώνεται ένα είδος εκκλησιαστικής κοινωνίας, με την αμοιβαία αναγνώ¬ρισή τους.


Η διαθρησκειακή εξέλιξη του Οικουμενισμού.

Η βαθύτατη κρίση προσανατολισμού, που εμφανίστη¬κε πολύ νωρίς στην Οικουμενική Κίνηση, την ανάγκασε πρώτα να στραφεί στην αντιμετώπιση των κοινωνικο¬πολιτικών προβλημάτων των ανθρώπων, εγκαταλείπο¬ντας τη θεολογία ως δρόμο ενώσεως, και ύστερα να πραγματοποιήσει ένα άνοιγμα προς τις μη χριστιανικές θρησκείες. Παραδέχεται ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν διαφορετικούς δρόμους σωτηρίας, παράλληλους με το Χριστιανισμό, και ότι το Άγιο Πνεύμα ενεργεί και σ' αυτές. Σύνθημά της έχει το αξίωμα της "Νέας Εποχής": «Πίστευε ό,τι θέλεις, μόνο μη διεκδικείς την αποκλειστικότητα της αλήθειας και του δρόμου της σωτηρίας».
Συγκαλεί λοιπόν διαθρησκειακές συναντήσεις, οι οποίες δεν είναι απλά επιστημονικά συνέδρια, όπως διατείνονται οι διοργανωτές τους, αλλά συνάξεις ομολογίας της ενότητος με βάση την πίστη στον ένα Θεό. Γι' αυτό συχνά πε¬ριλαμβάνουν και κοινές λατρευτικές εκδηλώσεις, στις οποίες συμπροσεύχονται ορθόδοξοι, ετερόδοξοι και αλλό¬θρησκοι. Ο Τριαδικός Θεός όμως των Ορθοδόξων, ο αλη¬θινός και αυτοαποκαλυπτόμενος Θεός, δεν είναι ο ίδιος με τον όποιο "Θεό" των ετεροδόξων και των αλλοθρήσκων, με κάποιον φανταστικό δηλαδή "Θεό", που δημιούργησε και συντηρεί η θρησκευτική ανάγκη του μεταπτωτικού ανθρώπου.
Δυστυχώς, το διαθρησκειακό αυτό άνοιγμα συμμερί¬ζονται και ορθόδοξοι οικουμενιστές ιεράρχες, οι οποίοι μάλιστα εκφράζουν απόψεις σαν τις επόμενες:
«Η Οικουμενική Κίνηση, αν και έχει χριστιανική προέ¬λευση, πρέπει να γίνει κίνηση όλων των θρησκειών... Όλες οι θρησκείες υπηρετούν το Θεό και τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει παρά μόνο ένας Θεός...»6. .  Εφημ. Αθηνών «Ορθόδοξος Τύπος», Αυγουστ.-Σεπτ. 1968.
«Κατά βάθος, μία εκκλησία ή ένα τέμενος αποβλέπουν στην ίδια πνευματική καταξίωση του ανθρώπου»7. .  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 494, σ. 23, Γενεύη 1993.
«Το Ισλάμ, στο Κοράνιο, μιλάει για Χριστό, για Παναγία, κι εμείς πρέπει να μιλήσουμε για τον Μωάμεθ με θάρρος και τόλμη. Να δούμε την ιστορία του και την προσφορά του, το κήρυγμα του ενός Θεού και τη ζωή των μαθητών του, που είναι μαθητές του ενός Θεού...»8. Περιοδ. «Πάνταινος», αριθ. 1, σ. 59, Αλεξάνδρεια 1991.
«Ρωμαιοκαθολικοί και Ορθόδοξοι, Προτεστάνται και Εβραίοι, Μουσουλμάνοι και Ινδοί, Βουδισταί και Κομφουκιανοί... θα πρέπει να συντελέσουμε όλοι μας στην προώ¬θηση των πνευματικών αρχών του οικουμενισμού, της αδελφωσύνης και της ειρήνης. Τούτο όμως θα μπόρεση να γίνη μόνον εάν είμεθα ηνωμένοι εν τω πνεύματι του ενός Θεού»9. .  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 511, σ. 28, Γενεύη 1994.
Βασική επιδίωξη των διαθρησκειακών συναντήσεων είναι η δημιουργία σημείων επαφής μεταξύ των θρησκειών, ώστε να διευκολυνθεί η κοινή αντιμετώπιση των κοινω¬νικών και διεθνών προβλημάτων. Την επιδίωξη αυτή εκμε¬ταλλεύονται κατά καιρούς και ισχυροί κοσμικοί άρχοντες, επιστρατεύοντας τις θρησκείες στην προώθηση ανόμων συμφερόντων τους. Αυτό φάνηκε καθαρά μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, όταν πραγματοποιήθηκαν «κατ' επιταγήν» πλειάδα διαθρησκειακών συναντήσεων.
Έτσι όμως η Εκκλησία μας, αντί να είναι «κρίση» και «έλεγ¬χος» της ανομίας, μεταβάλλεται σε υποστηρικτή και συντη¬ρητή της. Εγκλωβίζεται στην εγκόσμια προοπτική των δια¬φόρων θρησκειών και υποβιβάζεται στο επίπεδο μιας κοσμικής θρησκείας με ωφελιμιστικό και χρησιμοθηρικό χαρα¬κτήρα. Ταυτόχρονα, αναγκάζεται να αθετήσει το ιεραπο¬στολικό της χρέος, εφόσον γίνεται αποδεκτό, από επί¬σημους μάλιστα εκπροσώπους της, ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν «ηθελημένας από Θεού οδούς σωτηρίας»10! Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 523, σ. 12, Γενεύη 1995.
Κάποιοι ορθόδοξοι οικουμενιστές, εξάλλου, φτάνουν στο σημείο να μιλούν για την ειρήνη, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία, την αγάπη και άλλα κατεξοχήν πνευματικά αγαθά με μια ψυχρή κοσμική γλώσσα. Αποσιωπούν ότι τα αγαθά αυτά αποτελούν καρπούς του Αγίου Πνεύματος, θεία δώρα που χορηγούνται με την πνευματική «εν Χρι¬στώ Ιησού» άθληση κι όχι μέσα από διαθρησκειακές συ¬ναντήσεις.
Πρέπει, βέβαια, να τονιστεί, ότι η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία, ούτε έστω η καλύτερη. Είναι Εκκλησία: Η αυτοαποκάλυψη και φανέρωση του Θεού στην ιστορία. Έχει συνείδηση της Οικουμενικότητας και της Αλήθειας του Χριστού που κατέχει, γι' αυτό και δεν φοβάται τις σχέσεις της με τους μη Χριστιανούς. Γνωρίζει όμως τα όρια αυτών των σχέσεων, όπως τα έχει διαμορφώσει η αγιοπατερική Παράδοση και η μυστηριακή της εμπειρία. Για παράδειγμα, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, κάτω από συνθήκες σκληρής αιχμαλωσίας, διαλέχθηκε με τους Οθωμανούς Τούρκους. Δεν δίστασε, ωστόσο, με κίνδυνο της ζωής του, να πει την αλήθεια και να ελέγξει την πλάνη τους. Πώς αντιμετώπιζαν, άλλωστε, οι άγιοι Μάρτυρες τους ειδωλολάτρες και οι άγιοι Νεομάρτυρες τους Μωαμεθανούς; Δεν ομολογούσαν την αλήθεια; Θα μπορούσαμε να τους φανταστούμε να προσεύχονται μαζί τους; Αλλά τότε δεν θα είχαμε Μάρτυρες!
Η Εκκλησία μας λοιπόν αρνείται να θυσιάσει στο βωμό άλλων σκοπιμοτήτων τη μοναδικότητά της και να απο¬δεχθεί το οικουμενιστικό σύνθημα ότι «σε όλες τις θρη¬σκείες, πίσω από διαφορετικά ονόματα, λατρεύεται ο ίδιος Θεός». Πιστεύει ακράδαντα ότι ο άνθρωπος σώζεται μόνο δια του Χριστού, σύμφωνα με το αποστολικό: «Ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία ουδέ γάρ όνομά εστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δεί σωθήναι ημάς» (Πράξ. 4,12).


Τελικά τί είναι ο Οικουμενισμός;

Μετά τις αλλεπάλληλες εξελίξεις του και τη σταδιακή απομάκρυνσή του από τους αρχικούς του στόχους, δι¬καιολογημένα οι Ορθόδοξοι πιστοί αναρωτιούνται: Δεν φαίνεται άραγε ξεκάθαρα, ότι σκοπός του Οικουμενισμού είναι όχι η ένωση των Χριστιανών, αλλά η επικράτηση της Πανθρησκείας, η ισοπέδωση των πάντων και η μετατρο¬πή της Εκκλησίας του Χριστού σε μια «Λέσχη θρησκευομένων ανθρώπων», σ' έναν εγκόσμιο οργανισμό, σαν τον Ο.Η.Ε., απονευρωμένο και α-πνευματικό;
Πώς όμως αποτιμά τον Οικουμενισμό η παραδοσιακή μας Ορθοδοξία;
«Ο Οικουμενισμός, πραγματικά έτσι όπως έχει επι¬κρατήσει να σημαδοτείται ο όρος αυτός, βεβαίως είναι αίρεση, γιατί σημαίνει απάρνηση βασικών γνωρισμάτων της ορθοδόξου πίστεως, όπως είναι φερ' ειπείν η αποδο¬χή της θεωρίας των κλάδων, ότι δηλαδή η κάθε Εκκλησία έχει ένα τμήμα αληθείας και πρέπει να ενωθούμε όλες οι εκκλησίες, να βάλουμε στο τραπέζι τα τμήματα της αλη¬θείας για να απαρτισθεί το όλον. Εμείς πιστεύουμε ότι η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Τέρμα, σ' αυτό δεν γίνεται συζήτηση• και επο¬μένως, οποιοσδήποτε πρεσβεύει τα αντίθετα μπορεί να λέγεται οικουμενιστής και επομένως να είναι αιρετικός» (Αρχιεπ. Αθηνών Χριστόδουλος, Συνέντευξη στον Ραδιο¬φωνικό Σταθμό της Εκκλησίας, 24-5-1998).
Η ΚΟΡΟΙΔΙΑ  ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΙΟ ΤΗΣ  Ο ΙΔΙΟΣ  Ο ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ  ΕΝΩ  ΕΚΑΝΕ  ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ  ΣΥΜΕΤΕΙΧΕ  ΣΤΟΝ  ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ ΜΝΗΜΟΝΕΥΕ  ΤΟΝ  ΠΑΠΑ , ΤΟΝ ΕΦΕΡΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ  ΣΥΜΕΤΕΙΧΕ  ΚΑΙ  ΤΟΝ ΕΨΑΛΕ  ΣΤΗΝ ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ
«Ο Οικουμενισμός είναι κοινό όνομα για τους ψευδοχριστιανούς, για τις ψευδοεκκλησίες της Δυτικής Ευρώ¬πης... Όλοι αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλες οι ψευδο¬εκκλησίες, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αίρεση παρα¬πλεύρως στην άλλη αίρεση. Το κοινό ευαγγελικό όνομα τους είναι παναίρεση. Γιατί; Γιατί στο διάστημα της ιστο¬ρίας οι διάφορες αιρέσεις αρνούνταν ή παραμόρφωναν μερικά ιδιώματα του Θεανθρώπου και Κυρίου Ιησού' οι ευρωπαϊκές όμως αυτές αιρέσεις απομακρύνουν ολόκλη¬ρο τον Θεάνθρωπο και στη θέση του τοποθετούν τον Ευρωπαίο άνθρωπο» (Αρχιμ. Ιουστίνος Πόποβιτς).
«Ο Οικουμενισμός δεν είναι αίρεση και παναίρεση, όπως συνήθως χαρακτηρίζεται. Είναι κάτι πολύ χειρότε¬ρο της παναιρέσεως. Οι αιρέσεις ήταν φανεροί εχθροί της Εκκλησίας. Μπορούσε αυτή να παλέψει εναντίον τους και να τις κατατροπώσει. Ο Οικουμενισμός όμως αδιαφορεί για τα δόγματα και για τις δογματικές διαφορές των Εκ¬κλησιών. Είναι υπέρβαση, αμνήστευση, παραθεώρηση, για να μην πούμε νομιμοποίηση και δικαίωση των αιρέσεων. Είναι ύπουλος εχθρός, και από εδώ ακριβώς προέρχεται ο θανάσιμος κίνδυνος» (Καθηγητής Ανδρέας Θεοδώρου).


Αντιδράσεις στην Οικουμενική Κίνηση.

Σήμερα στον ορθόδοξο χώρο αυξάνονται ολοένα οι αντιδράσεις κατά του Οικουμενισμού και των εκφραστών του. Πολλά βιβλία, άρθρα και κριτικές βλέπουν το φως της δημοσιότητας, όπου διατυπώνεται με πόνο και αγω¬νία η άποψη ότι οδεύουμε βάσει «σχεδίου» και «γραμμής» προς μια βαβυλώνια αιχμαλωσία της Ορθοδοξίας στην πολυπρόσωπη και πολυώνυμη αίρεση.
Δεν είναι λίγοι οι διαπρεπείς ορθόδοξοι κληρικοί και θε¬ολόγοι που προτείνουν την άμεση αποχώρηση της Ορθοδοξίας από την Οικουμενική Κίνηση και τα συνέδριά της, γιατί θεωρούν τη συμμετοχή της σ' αυτά, όχι απλώς άκαρπη, αλλά πολλαπλώς επιζήμια.
Κάποιες Εκκλησίες έχουν ήδη αποχωρήσει από το Πα¬γκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, ενώ άλλες προβλημα¬τίζονται έντονα για τη δική τους συμμετοχή. Αυτός ο προ¬βληματισμός εκφράστηκε και στη Διορθόδοξη Συνάντηση της Θεσσαλονίκης, το 1998, όπου μεταξύ άλλων διαπι¬στώθηκε ότι «έπειτα από αιώνα ολόκληρο ορθόδοξης συμμετοχής στην Οικουμενική Κίνηση και μισό αιώνα πα¬ρουσίας στο Π.Σ.Ε...., το χάσμα μεταξύ Ορθοδόξων και Προτεσταντών γίνεται μεγαλύτερο».
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ  ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ  ΚΑΙ  ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ 1923  Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΤΗΣ  ΕΛΛΑΔΟΣ  ΑΠΟΚΟΠΗΚΕ  ΑΠΟ  ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΗΣ  ΟΡΘΘΟΔΟΞΟΥ  ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ , ΕΤΣΙ  ΕΧΑΣΕ ΚΑΘΕ  ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ  ΔΙΑΔΟΧΗ  ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ  ΤΗΝ ΑΓΙΑΣΤΙΚΗ  ΧΑΡΙ  ΚΑΙ  ΤΑΥΤΗΣΤΙΚΕ  ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΡΙΔΑ  ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ! ΟΙ ΣΥΜΕΡΙΝΟΙ  ΑΝΤΙΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕ  ΚΛΗΡΙΚΟΙ  ΤΟΥ  ΝΕΟΥ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΥ  ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ(ΠΟΥ  ΕΛΑΒΑΝ ΤΗΝ ΙΕΡΩΣΥΝΗ  ΑΠΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΑΣ  ΡΩΣΟΥΣ ΚΑΙ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΗΤΑΣ  ΤΗΣ  ΑΜΕΡΙΚΗΣ) ΔΙΕΣΘΑΝΟΝΤΑΙ  ΟΤΙ Η  ΙΕΡΩΣΥΝΗ ΤΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΑΚΥΡΗ  ΠΡΑΓΜΑ  ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ  ΠΟΛΥ ΔΥΣΚΟΛΟ  ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΧΘΟΥΝ ΚΑΙ  ΔΙΑΥΤΟ  ΕΝΩ  ΓΡΑΦΟΥΝ  ΚΑΙ ΞΑΝΑΓΡΑΦΟΥΝ ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΝ  ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ  ΠΡΕΠΕΙ . ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΟΥΝ  ΤΟ ΛΑΘΟΣ  ΤΟΥΣ ΝΑ  ΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥΝ  ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ  ΚΑΙ ΝΑ ΖΗΤΗΣΟΥΝ  ΝΑ  ΕΝΤΑΧΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΜΕ  ΤΟΝ  ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΟΡΙΖΟΥΝ ΟΙ  ΙΕΡΟΙ  ΚΑΝΟΝΕΣ!!


Η συμμετοχή του πιστού λαού στην Οικουμενική Κίνηση.

Γνωρίζουμε ότι κριτήριο της Ορθοδοξίας παραμένει ο πιστός και ευσεβής λαός. Κανείς, ούτε Πατριάρχες ούτε Σύνοδοι, δεν μπορούν να τον παρακάμψουν και να φιμώ¬σουν τη συνείδησή του. Γι' αυτό και «δεν πρέπει να γίνεται κανένας διάλογος ή να λαμβάνεται καμιά απόφαση, αν δεν συμφωνεί η αγρυπνούσα αυτή συνείδηση της Εκκλη¬σίας (χαρισματούχοι κληρικοί, λαϊκοί, μοναχοί)» (Μητροπ. Ναυπάκτου Ιερόθεος).
Οι οικουμενιστικοί διάλογοι, όπως διεξάγονται, ευνο¬ούνται κυρίως από κύκλους της ακαδημαϊκής θεολογίας και από άλλα εκκλησιαστικά ή μη θεσμικά όργανα, που αποβλέπουν σε συγκεκριμένα οφέλη πολιτικά, οικονομικά, διεθνών σχέσεων και προβολής. Δεν αποτελούν αίτημα του εκκλησιαστικού σώματος, αλλά επιβάλλονται "έξω¬θεν" και "άνωθεν". Το γεγονός αυτό αναδεικνύει ένα νοσηρό φαινόμενο: την αυτονόμηση των διοικητικών θεσμών των Ορθοδόξων Εκκλησιών σήμερα. Η εκκλησιαστική δι¬οίκηση δηλαδή είναι χωρισμένη από τη θεολογική σκέψη, αλλά και από τις απόψεις, τις ανησυχίες και την εμπειρία του εκκλησιαστικού πληρώματος.
Έτσι συμβαίνει ο λαός του Θεού να μη συμμετέχει ενερ¬γά ούτε να ενημερώνεται υπεύθυνα και αντικειμενικά για τους διάλογους. Άλλωστε, οι αποφάσεις δεν φέρουν πά¬ντα τη σφραγίδα της αυθεντικής συνοδικότητος, αλλά λαμβάνονται συνήθως από ειδικούς «επαγγελματίες» του Οικουμενισμού. Ομολογεί χαρακτηριστικά ορθόδοξος ιε¬ράρχης: «Ο ορθόδοξος λαός δεν γνωρίζει τίποτε για την Οικουμενική Κίνηση... αλλ' ίσως είναι τυχερή και η Οικουμενική Κίνηση που ο ορθόδοξος πληθυσμός δεν γνωρίζει τι γίνεται στη Γενεύη»11! .Περιοδ. «Εκκλησία», αριθ. 13, σ. 500α, Αθήναι 1994.


Το χρέος μας.

Ζούμε αναμφίβολα σε περίοδο κοσμογονικών αλλα¬γών. Τα γεγονότα, κατευθυνόμενα πλέον, τρέχουν με ξέ¬φρενους ρυθμούς. Ο Οικουμενισμός εξελίσσεται μέσα στην ισοπεδωτική προοπτική της Παγκοσμιοποιήσεως, που επιβάλλουν ισχυρά πολιτικοοικονομικά κέντρα. Κα¬νείς πια δεν πιστεύει σοβαρά πως ο Οικουμενισμός μπο¬ρεί να προσφέρει ορατή λύση στο αίτημα της χριστια¬νικής ενότητος.
Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν πρέπει ούτε να αιθεροβατούμε αλλά ούτε και να εφησυχάζουμε. Αν σεβόμαστε πραγματικά τη ζωή των ανθρώπων, αν πονάμε τον βα¬σανισμένο από τις αδιέξοδες θρησκευτικές του παραδό¬σεις κόσμο της Δύσεως, αλλά και τον παγιδευμένο στις δαιμονικές πλάνες κόσμο της Ανατολής, έχουμε χρέος να μείνουμε προσηλωμένοι στην Αγία μας Εκκλησία. Να κρα¬τήσουμε ανόθευτη την πατροπαράδοτη πίστη μας, βιώ¬νοντάς την αυθεντικά μέσα από τον καθημερινό μας αγώ¬να για τον προσωπικό αγιασμό και τη θέωση. Η ορθή πίστη και ο ακριβής βίος θα μας κάνουν ικανούς για τη μαρ¬τυρία της Ορθοδοξίας, αλλά -γιατί όχι;- και για το μαρ¬τύριο, αν και όταν οι καιροί το απαιτήσουν...
Η εμμονή στην Ορθοδοξία, δηλαδή στη γνησιότητα της ζωής, και η εμμονή στην αλήθεια που ελευθερώνει και σώζει, δεν είναι εγωισμός, φανατισμός ή μισαλλοδοξία. Εκφράζει την οικουμενική διάσταση, την αγάπη και τη φι¬λανθρωπία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Και αποτελεί την ύστατη δυνατότητα που αυτή προσκομίζει, για μια ριζο¬σπαστική πνευματική αλλαγή στο χώρο της Δύσεως, αλλά και για μια έξοδο της Ανατολής από την αιχμαλω¬σία των ψεύτικων θεών.
ΩΡΑΙΑ  ΤΑ  ΓΡΑΦΕΙ  Ο  ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ  ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ  ΟΜΩΣ  ΔΕΝ  ΛΕΕΙ  ΟΛΟΙ ΤΗΝ  ΑΛΗΘΕΙΑ , ΓΡΑΦΕΙ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΜΕ  ΠΡΟΣΗΛΩΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ  ΑΓΙΑ ΜΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ  , ΜΑ ΣΥΜΦΩΝΑ  ΜΕ  ΤΑ ΓΡΑΦΩΜΕΝΑ  ΤΟΥ  ΠΙΟ  ΠΑΝΩ  Η  ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΔΕΝ  ΕΙΝΑΙ  ΠΛΕΟΝ  Η  ΑΓΙΑ  ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΑΛΛΑ  ΜΙΑ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΤΟΥ  ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ  ΠΟΥ  ΔΕΝ  ΕΧΕΙ  ΚΑΜΙΑ  ΣΧΕΣΗ  ΜΕ  ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΤΩΝ  ΑΓΙΩΝ  ΠΑΤΕΡΩΝ .
ΑΓΑΠΗΤΟΙ  ΜΟΥ  ΦΙΛΟΙ  ΜΗΝ  ΑΠΑΤΑΣΘΑΙ  ΣΤΗΝ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΤΗΣ  ΕΛΛΑΔΟΣ  ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ  ΣΩΤΗΡΙΑ , ΑΝΑΛΑΒΒΕΤΑΙ  Ο ΚΑΘΕ  ΕΝΑΣ  ΑΠΟ ΕΣΑΣ  ΤΙΣ  ΕΥΘΥΝΕΣ  ΤΟΥ ΚΑΙ  ΕΡΕΥΝΗΣΤΕ  ΤΑΣ ΓΡΑΦΑΣ  ΔΙΑ ΝΑ  ΒΡΗΤΕ  ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ , ΜΗΝ  ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΖΕΣΤΑΙ  ΑΠΟ  ΠΟΙΜΕΝΕΣ  ΚΑΙ  ΓΕΡΟΝΤΑΔΕΣ  ΠΟΥ  ΑΠΟ  ΕΞΩ  ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ  ΑΛΛΑ  ΣΤΗΝ  ΠΡΑΞΗ  ΕΙΝΑΙ  ΠΛΑΝΕΜΕΝΟΙ  ΣΚΛΗΡΟΣ  Ο  ΛΟΓΟΣ  ΜΟΥ  ΑΛΛΑ  ΥΠΑΡΧΟΥΝ  ΠΛΗΘΟΣ  ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ  ΓΙΑ  ΟΛΑ  ΑΥΤΑ .
ΕΥΧΟΜΑΙ  ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ  ΑΠΟ  ΒΑΘΟΥΣ  ΨΥΧΗΣ  ΝΑ  ΠΑΡΟΥΝ  ΤΗΝ  ΑΠΟΦΑΣΗ  ΚΑΠΟΙΟΙ  ΚΛΗΡΙΚΟΙ  ΤΗΣ  ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ  ΤΗΣ  ΕΛΛΑΔΟΣ  ΝΑ  ΒΓΟΥΝ  ΜΠΡΟΣΤΑ  ΝΑ  ΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥΝ  ΣΤΟΝ  ΛΑΟ  ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ  ΚΑΙ  ΝΑ  ΚΑΝΟΥΝ  ΑΥΤΟ  ΠΟΥ  ΟΡΙΖΟΥΝ  ΟΙ  ΙΕΡΟΙ  ΚΑΝΟΝΕΣ ! ΓΙΑ ΝΑ  ΛΑΜΨΕΙ  ΚΑΙ  ΠΑΛΗ  Η  ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ  ΣΤΗΝ  ΠΑΤΡΙΔΑ  ΜΑΣ  ΩΣΤΕ  ΝΑ  ΣΩΘΟΥΝ  ΟΙ  ΨΥΧΕΣ  ΤΟΥ  ΠΙΣΤΟΥ  ΛΑΟΥ , ΑΛΛΑ  ΚΑΙ  ΝΑ  ΕΡΘΗ  Η  ΕΥΛΟΓΙΑ  ΤΟΥ  ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ  ΘΕΟΥ  ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ  ΜΑΣ  ΚΑΙ ΝΑ  ΜΑΣ  ΓΛΥΤΩΣΗ  ΑΠΟ  ΤΑ ΚΑΚΑ  ΠΟΥ  ΜΑΣ  ΕΧΟΥΝ  ΒΡΗ , ΑΛΛΑ  ΚΑΙ  ΑΥΤΑ  ΠΟΥ  ΕΡΧΟΝΤΑΙ  ΤΑ  ΟΠΟΙΑ  ΘΑ ΕΙΝΑΙ  ΟΤΙ  ΧΕΙΡΩΤΕΡΟ  ΕΧΕΙ ΖΗΣΗ  Η  ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ!
Υ.γ.  ΤΑ ΚΑΦΑΛΑΙΑ  ΓΡΑΜΜΑΤΑ  ΕΙΝΑΙ  ΣΧΟΛΙΑ  ΔΙΚΑ  ΜΟΥ  ΩΣ  ΚΑΙ  ΟΙ  ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ  ΣΤΟΥΣ  ΚΑΝΟΝΕΣ.



ΑΙ ΠΑΛΙΔΩΡΙΑΙ ΤΩΝ ΨΕΥΔΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΙΤΩΝ, ΠΡΩΗΝ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝ ΑΥΤΩ


http://www.egoch.org/files/37194458.pdf