Ανιχνεύοντας την αλήθεια
: παλαιό και νέο ημερολόγιο , ιστορία , προβλήματα και επιπτώσεις στην Ορθόδοξο
εκκλησία . Μέρος Α΄ .
Ας ακούσουμε τι μας λένε οι Άγιοι.
Ὅποιος Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος ἤθελε συμπροσευχηθῆ μονάχα, ἀλλ' ὄχι καὶ νὰ συλλειτουργήση μὲ αἴρετικούς ἄς ἀφορίζεται. Επειδή ὅποιος μὲ τοῦς ἀφορισμένους συμπροσεύχεται (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί) πρέπει νὰ συναφορίζεται καὶ αὐτός, κατά τὸν 10ον Κανόνα τῶν Ἀγ.Αποστόλων. Εἰ δὲ καὶ ἐσυνχώρησεν εἰς τοῦς αἰρετικούς αὐτούς νὰ ἐνεργήσουν κανένα λειτούργημα ὡσάν Κληρικοί, ἄς καθαίρηται ἐπειδή ὅποιος Κληρικός συλλειτουργήσει μὲ καθηρημένους, (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί κατὰ τὸν β΄. καὶ δ΄. τῆς γ΄.) συγκαθαιρεῖται καὶ αὐτός κατὰ τὸν 11ον κανόνα τῶν Ἀποστόλων.
ΚΑΝΩΝ ΜΕ', ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
«Επίσκοπος, ή Πρεσβύτερος, ή Διάκονος αιρετικοίς
συνευξάμενος, μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως κληρικούς ενεργήσαι
τι, καθαιρείσθω».
Ερμηνεία
Ο παρών Κανών διορίζει, ότι όποιος Επίσκοπος, ή Πρεσβύτερος,
ή Διάκονος ήθελε συμπροσευχηθή μοναχά, αλλά όχι και να συλλειτουργήση με
αιρετικούς ας αφορίζηται. Επειδή όποιος με τους αφωρισμένους συμπροσεύχηται
(καθώς τοιούτοι είναι οι αιρετικοί), πρέπει να συναφορίζηται και αυτός, κατά
τον Ι' των αυτών Αποστόλων. Ει δε και εσυγχώρησε εις τους αιρετικούς αυτούς να
ενεργήσουν κανένα λειτούργημα, ωσάν κληρικοί, ας καθαίρηται, επειδή όποιος
κληρικός συλλειτουργήσει με καθηρημένους (καθώς τοιούτοι είναι και οι αιρετικοί,
κατά τον Β' και Δ' της Γ') συγκαθαιρείται και αυτός, κατά τον ΙΑ' των
Αποστόλων. Πρέπει γαρ τους αιρετικούς να μισούμε και να αποστρεφώμεθα, αλλά όχι
ποτέ και να συμπροσευχώμεθα με αυτούς ή να συγχωρούμεν εις αυτούς να ενεργήσουν
τι εκκλησιαστικόν λειτούργημα, ή ως κληρικοί, ή ως ιερείς.
Συμφωνία
Ο δε ΞΕ' Αποστολικός λέγει, ότι όποιος εμβή εις συναγωγήν
αιρετικών δια να προσευχηθή, κληρικός μεν ων, ας καθαίρηται, λαϊκός δε, ας
αφορίζηται. Η δε εν Λαοδικεία, κατά μεν τον ΣΤ' αυτής, δεν συγχωρεί να
εμβαίνουν οι αιρετικοί εις την εκκλησίαν, κατά δε τον ΛΒ' δεν πρέπει, λεγει να
λαμβάνει τινάς τας παρά των αιρετικών ευλογίας, οι οποίες είναι αλογίες, και
όχι ευλογίες, αλλά ουδέ πρέπει να συμπροσεύχηται τινάς με αιρετικούς ή
σχισματικούς κατά τον ΛΓ' της αυτής. Ο δε ΛΔ' αναθεματίζει τους αφίνοντας τους
μάρτυρας του Χριστού και πορευομένους εις τους ψευδομάρτυρας των αιρετικών. Ο
δε Θ' Τιμοθέου δεν συγχωρεί να στέκονται παρόντες αιρετικοί εν τω καιρώ της
Θείας Λειτουργίας, έξω μόνον αν υπόσχωνται να μετανοήσουν, και να αφήσουν την
αίρεσιν. Αλλά και ο Θ' της εν Λαοδικεία αφορίζει τους Χριστιανούς όπου
πηγαίνουν εις τα κοιμητήρια, ή μαρτύρια των αιρετικών δια να προσευχηθούν, ή
χάριν ιατρείας των ασθενών αυτών. Αλλά ούτε πρέπει να συνεορτάζη κανείς Χριστιανός
με τους αιρετικούς, ούτε να δέχηται τα παρ' αυτών πεμπόμενα εις αυτόν δώρα της
εορτής των, κατά τον ΛΖ' της αυτής εν Λαοδικεία.
ΚΑΝΩΝ ΜΣΤ', ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
«Επίσκοπον, ή Πρεσβύτερον αιρετικών, δεξαμένους βάπτισμα, ή
θυσίαν, καθαιρείσθαι προστάσσομεν, τις γαρ συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαρ; Ή τις
μερίς πιστώ μετά απίστους;»
Ερμηνεία
Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει να αποστρέφονται τους
αιρετικούς, και τας των αιρετικών τελετάς. Μάλλον δε αυτοί, οι αιρετικοί δηλαδή
πρέπει να ελέγχωνται και να νουθετώνται από τους Επισκόπους και Πρεσβυτέρους,
μήπως ήθελαν καταλάβουν και επιστρέψουν από την πλάνην των. Δια τούτο ο παρών
Κανών διορίζει ότι, όποιος Επίσκοπος, ή Πρεσβύτερος ήθελεν αποδεχθή ως ορθόν
και αληθινόν το βάπτισμα των αιρετικών ή την παρ' αυτών προσαγομένην θυσίαν, ο
τοιούτος, προστάζομεν να καθαιρεθή. Επειδή ποίαν συμφωνίαν έχει ο Χριστός με
τον διάβολον; Ή ποίαν μερίδα έχει ο πιστός με τον άπιστον; Διότι εκείνοι όπου
δέχονται τα παρά των αιρετικών, ή τα όμοια φρονήματα εκείνων έχουσι και αυτοί,
ή το ολιγώτερον δεν έχουσι προθυμίαν να ελευθερώνουν αυτούς από την κακοδοξίαν
των. Οι γαρ συνευδοκούντες εις τας εκείνων τελετάς, πώς δύνανται να ελέγξουσιν
αυτούς δια να παραιτήσουν την κακόδοξον και πεπλανημένην των αίρεσιν;
Κανών ΜΣΤ' των Αγίων Αποστόλων
Κανών 33ος τῆς ἐν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου.
Διορίζει οὔτος ὁ Κανών νὰ μὴ συμπροσευχώμεθα οὔτε μὲ τοὺς αἰρετικοὺς, ἤτοι τοὺς σφάλλοντας περὶ τὴν πίστιν, οὔτε μὲ τοὺς σχισματικοὺς, ἤτοι τοὺς κατὰ τὴν πίστιν μὲν ὀρθοδόξους ὄντας, χωριζομένους δὲ ἀπὸ τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν διὰ τινας παραδόσεις καὶ ἔθιμα ἰάσιμα, κατὰ τὸν α΄. τοῦ Μεγ.Βασιλείου.
Κανών 37ος τῆς ἐν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου.
Κατὰ τὸν Κανόνα τοῦτον δὲν πρέπει νὰ λαμβάνει τινὰς Χριστιανὸς ὀρθόδοξος τὰ δῶρα ὁποῦ στέλλουσιν εἰς αὐτούς οἱ Ἰουδαίοι καὶ αἰρετικοί, ὄταν ἔχουν τὰς ἐορτάς των, ἀλλά οὔτε νὰ συνεορτάζη ὅλως αὐτοῖς.
Τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου.
Ὅτι οἱ τὸ Σχῖσμα δημιουργήσαντες διὰ τῆς (ἐπιβολῆς τοῦ νέου Ἡμερολογίου )ὁδηγοῦσιν εἰς αἵρεσιν.
† «Οἱ δὲ σχισματικοὶ σχισματοαιρετικοὶ εἰσίν, καθότι δὲν εἶναι κανὲν Σχῖσμα εἰμὴ πρότερον αἵρεσιν ἀναπλάσσῃ, ἵνα ὀρθῶς δόξῃ τῆς Ἐκκλησίας χωρισθῆναι. Τὸ Σχῖσμα κακῶς διαμένον γίνεται αἵρεσις ἤ καταφέρεται εἰς αἵρεσιν, ὅτι καὶ τοὺς σχισματικοὺς οὐχ ἡ διάφορος πίστις ποιεῖ ἀλλ’ ἡ διαρηχθεῖσα τῆς κοινωνίας συντροφία». (Ἐπιστολὴ ρα΄ κεφ. ια΄ εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον).
Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
† Ἀφοῦ δὲ μίαν φορὰν ἐσχίσθησαν ἀπὸ τὸ ὅλον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας - ΛΟΓΟ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ Π.Σ.Ε.) ἔχασαν αὐτὸ καὶ δὲν εἰμποροῦν πλέον νὰ βαπτίσουν ἄλλους, ἤ νὰ χειροτονήσουν ἤ ἁπλῶς νὰ δώσουν χάριν, τὴν ὁποίαν διὰ τοῦ σχίσματος ἐστερήθησαν, ὅθεν καὶ οἱ ὑπ’ αὐτῶν βαπτιζόμενοι λογίζονται ὅτι ὑπὸ λαϊκῶν ἐβαπτίσθησαν (Ἑρμηνεία α΄. Κανόνος). «Ὥσπερ μέλος τὶ ἀποκοπὲν τοῦ σώματος παύει μετέχον τῆς ζωτικῆς δυνάμεως, οὕτω καὶ πᾶς τις ἀποσχιζόμενος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ δὲν μετέχει τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἥν ἔλαβεν ἐν τῷ βαπτίσματι» (Ἐκ τοῦ ἱεροῦ Πηδαλίου).
Τῆς ἁγίας 3ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου 3ος κανών.
Ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται οἱ ἱερεῖς νὰ μνημονεύωσι καὶ νὰ ὑπακούωσιν εἰς τοὺς ἀποστάτας καινοτόμους ἀρχιερεῖς οὐδὲ οἱ λαϊκοί.
† «Τοῖς ἀποστασήσασιν ἢ ἀφισταμένοις Ἐπισκόποις μηδόλως ὑπόκεισθαι κατὰ μηδένα τρόπον».
«Εἶ τις ἀκοινωνήτῳ κἄν ἐν οἴκῳ συνεύξηται ἀφοριζέσθω», καὶ ἀλλαχοῦ «ὁ ἀκοινωνήτως κοινωνῶν ἀκοινώνητος ἔσται, ὡς συγχέων τὸν κανόνα τῆς Ἐκκλησίας» πάλιν «ὁ αἱρετικὸν δεχόμενος τοῖς αὐτοῖς ἐγκλήμασιν ὑπόκειται». Οὐκ ἔστι τοῦτο θεμιτὸν οὐκ ἔστιν ἀλλ’ οὐδὲ μνημονεύσομεν καὶ τοῦτο παρὰ τοῦ πονηροῦ, ὅς σκότος ὧν τὸ φῶς ὑποκρίνεται, ὡς νῦν γε, τὴν ἕνωσιν προβαλλόμενος «μνημόσυνον» τὴν μετ’ αὐτῶν ἀπώλειαν τοῦ παντὸς τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας δολιεύεται καὶ φανερῶς μὴ πείθειν ἔχων πρὸς τοῦτο, ἀδήλως ἐπιχειρεῖ, ἵνα ἐν ἑνί τρόπῳ ἀνοίξη θύραν καὶ κορυφώσῃ κακίαν.
Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου.
† «Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα κἄν ἀξιόπιστος ἤ κἄν νηστεύῃ καὶ παρθενεύῃ κἄν σημεῖα ποιῇ κἄν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος».
† «Ἐπισκήπτομαι πᾶσι τοῖς ἐν Κύπρῳ λαϊκοῖς, ὅσοι τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐστὲ τέκνα γνήσια, φεύγειν ὅλῳ ποδὶ ἀπὸ τῶν ὑποπεσόντων ἱερέων τῇ Λατινικῇ ὑποταγῇ καὶ μηδὲ εἰς Ἐκκλησίαν τούτοις συνάγεσθαι, μηδὲ εὐλογίαν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν λαμβάνειν τὴν τυχοῦσαν· κρεῖσσον γὰρ ἐστὶν ἐν τοῖς οἴκοις ὑμῶν τῷ θεῷ προσεύχεσθε κατὰ μόνας, ἤ ἐπ’ ἐκκλησίαις συνάγεσθε μετὰ τῶν Λατινοφρόνων, εἰ δὲ οὐν τὴν αὐτὴν ὑφέξεται μετ’ αὐτῶν κόλασιν. Ἤ οὐχὶ τὰ τῶν ἐπὶ κοσμικῶν κρίσεων τοῦτο γίνεσθε σύνηθες; Ἄν γὰρ τις συλλαλῇ ἀνδροφόνῳ ἤ ληστῇ ἤ προδότῃ τὴν αὐτὴν ἐκείνῳ ὑφίσταται κόλασιν».
Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
† «Πᾶς ὁ δυνάμενος λέγων τὴν ἀλήθειαν καὶ μὴ λέγων αὐτήν, κατακριθήσεται ὑπὸ τοῦ θεοῦ, καὶ ταῦτα ἔνθα πίστις ἐστὶ τὸ κινδυνευόμενον, καὶ τῆς ὅλης Ἐκκλησίας τῶν Ὀρθοδόξων ἡ Κρηπὶς τὸ γὰρ ἐφησυχάζειν ἐν τοῖς τοιούτοις, ἀρνήσεως ἴδιον, τὸ δὲ ἐλέγχειν ὁμολογίας εἰλικρινοῦς».
Τοῦ Ἁγίου Μελετίου τοῦ ὁμολογητοῦ.
† «Μὴ πείθεσθε Μονάζουσαν μηδὲ τοῖς Πρεσβυτέροις, ἐφ’ οἷς ἀνόμως λέγουσι κακίστως εἰσηγοῦνται, καὶ τὶ φημὶ Μονάζουσι καὶ τὶ τοῖς πρεσβυτέροις; Μηδ’ Ἐπισκόποις εἴκετε τὰ μὴ λυσιτελοῦντα, πράττειν καὶ λέγειν καὶ φρονεῖν δολίως παραινοῦσιν».
«Τὶς εὐσεβὴς σιγήσει τὶς ὅλως ἠρεμήσει; καὶ γὰρ τὴν συγκατάθεσιν σιωπὴ σημαίνει καὶ τοῦτο δείκνυσι σαφῶς ὁ Πρόδρομος Κυρίου, καὶ Μακκαβαῖοι σὺν αὐτῷ μικρὰς νομοθεσίας, προκινδυνεύοντες στερρῶς μέχρις αὐτοθανάτου καὶ μήτε τὸ βραχύτατον τοῦ νόμου παριδόντες ἐπαινετὸς ὁ πόλεμος γνωρίζεται πολλάκις καὶ μάχη κρεῖττον δείκνυται ψυχοβλαβοῦς εἰρήνης. Βέλτιον γὰρ ἀνθίστασθαι τοῖς οὐ καλῶς φρονοῦσιν ἡ τούτοις ἐπακολουθεῖν κακῶς ὁμονοοῦντας, χωριζομένους τοῦ θεοῦ καὶ τούτοις ἑνουμένους».
Τοῦ Ἁγίου Μελετίου τοῦ ὁμολογητοῦ.
† «Τὸ τὴν ἀλήθειαν σιγᾷν κίνδυνος ὄντως μέγας, καὶ κόλασις αἰώνιος καὶ βόθρος ἀπωλείας, οὐ δίκαιον, οὐ θεμιτόν, οὐ πρέπον εὐσεβέσιν ὅλως σιγᾷν, ἔνθα θεοῦ τοὺς νόμους ἀθετοῦσι, οἱ τὴν ἀπάτην σπεύδοντες συστῆσαι καὶ τὴν πλάνην».
Ἐκ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου.
† «Οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν κρίνεται διατὶ δαιμόνια οὐκ ἐξέβαλεν, ἤ διατὶ οὐκ ἔσχε πρόγνωσιν, ἀλλ’ ἕκαστος κριθήσεται, εἰ τὴν πίστιν τετήρηκε καὶ τὰς Ἐντολὰς καὶ Παραδόσεις γνησίως ἐφύλαξεν». Αυτός ο κανόνας αφορά και τους νεοφανέντες γεροντάδες και προφητολόγους!
Ἁγίου Νικηφόρου.
(Τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ ἀποτελοῦν οἱ εὐσεβεῖς ὁσονδήποτε ὀλίγοι καὶ ἄν μείνουν. Οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν καινοτομίαν, ἔξω τῆς Ἐκκλησίας εἶναι).
† «Εἰ δὲ διαμένουσιν ἐν τῇ αἱρέσει, καὶ ἴσως καὶ ἑτέρους τινὰς ἀμαθεστέρους καὶ ἁπλουστέρους δυνηθῶσιν ἀποβουκολῆσαι, κἄν ὀχλαγωγήσωσι καὶ πλῆθος συνάγωσιν ἔξω τῶν ἱερῶν τῆς Ἐκκλησίας περιβόλου εἰσίν. Εἰ δὲ καὶ πάνυ ὀλίγοι ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ καὶ Εὐσεβείᾳ διαμένουσιν, οὗτοι εἰσὶν Ἐκκλησία καὶ τὸ κῦρος καὶ ἡ προστασία τῶν ἐκλησιαστικῶν θεσμῶν ἐναὐτοῖς κεῖται. Κἄν κακοπαθῆσαι αὐτοῖς ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας δεήσει, ὅπερ ἐστιν εἰς καύχημα αἰώνιον καὶ ψυχικῆς σωτηρίας πρόξενον...»
Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
† «Δεῖ τῶν ἀκροατῶν τοὺς πεπαιδευμένους τὰς γραφὰς δοκιμάζειν τὰ παρὰ τῶν διδασκάλων λεγόμενα καὶ τὰ μὲν σύμφωνα ταῖς γραφαῖς δέχεσθαι τὰ δὲ ἀλλότρια ἀποβάλλεν. Καὶ τοῦς τοιούτοις (ἀλλοτρίοις) διδάγμασιν ἐπιμένοντας ἀποστρέφεσθαι σφοδρότερον».
"Γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώση ὑμᾶς",
λέγει τό Εὐαγγέλιον, ἀλλά καί ὁ Μέγας Βασίλειος συνιστᾶ: "Οὐδείς ἁπλῶς οὐδέ
ἀνεξετάστως ἀπό τῶν ὑποκρινομένων τήν ἀλήθειαν συναρπάζεσθαι"(Μεγάλου
Βασιλείου , Ὅροι Ἠθικοί, ΚΗ, 1) (= Κανείς ἐπιπολαίως καί χωρίς ἀκριβῆ ἐξέτασιν
νά μήν παρασύρεται ἀπό ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ὑποκρίνονται ὅτι κηρύσσουν τήν ἀλήθειαν.)
ΠΑΣΧΑΛΙΟ ΚΑΙ ΣΧΙΣΜΑ
Όσοι άλλαξαν το Παλιό Ημερολόγιο κατηγορούν εκείνους που
έμειναν πιστοί σ' αυτό, ότι είναι σχισματικοί γιατί αναίτια διέκοψαν την
εκκλησιαστική κοινωνία , τότε (δηλ. το 1924) όταν δεν υπήρχε εμφανώς θέμα
Οικουμενισμού. Τους κατηγορούν μάλιστα ότι οι αιτιάσεις τους περί Οικουμενισμού
είναι πολύ όψιμες για να δικαιολογήσουν τάχα την σχισματική τους κατάσταση.
Προς στήριξη δε των ισχυρισμών τους λένε ότι η αλλαγή του
ημερολογίου δεν έθιξε το Πασχάλιο της Εκκλησίας. Οτι τάχα μόνο αυτό έχει
σημασία , δηλαδή ότι δεν άλλαξε το Πάσχα , αποσιωπώντας όμως ότι άλλαξαν όλες
οι ακίνητες εορτές του έτους (Χριστούγεννα, Φώτα, Κοίμηση Θεοτόκου κλπ.)
εορτάζοντας ταυτόχρονα με τους αιρετικούς και διακόπτοντας τον ταυτόχρονο
εορτασμό μέσα στο σύνολο της Ορθοδοξίας.
Ο ΄Αγιος Επιφάνιος γράφει για τα προ της Α' Οικουμενικής
Συνόδου «τα σχίσματα ήν και ήν χλεύη Ελλήνων λεγόντων και χλευαζόντων την εν τη
Εκκλησία διαφωνίαν» μετα όμως «επι Κωνσταντίνου δια της των επισκόπων σπουδής
,συνηνώθη μάλλον το σχίσμα εις μίαν ομόνοιαν. Τι ουν τούτου έστι χαριέστερον
απο γής περάτων, εν μια ημέρα απαλλάτειν λαόν Θεού συμφωνιών τε και αγρυπνιών
και τας αυτάς ημέρας ίσας φέρειν εν τε αγρυπνίαις και δεήσεσι και ομονοία και
λατρεία ,νηστεία τε και ξηροφαγία και αγνεία;» (Migne 42,371)
Ο Θεοδώρητος (5ος αι. μ.Χ.) παρομοίως αναφέρει :
«Επειδή δε το νοερόν φώς (το Άγιο Πνεύμα δια της Α'Οικουμενικής Συνόδου ) την
αχλύν (ομίχλη) εκείνην εσκέδασε , πανταχού γης και θαλάσσης, ηπειρώται και
νησιώται κοινή του Θεού και Σωτήρος επιτελούσι τας εορτάς και ένθα αν τις
αποδημήσαι θελήσει ,κάν προς ήλιον ανίσχοντα, κάν πρός δυόμενον, πανταχού την
αυτήν ευρήσει κατά τον αυτόν χρόνον επιτελουμένην πανήγυριν» (Migne 83,1241).
Ο ιστορικός Ευσέβιος Καισαρείας:
«Προϋπήρχε δ' άρα καί άλλη τις τούτων προτέρα νόσος
αργαλεωτάτη τάς εκκλησίας εκ μακρού διενοχλούσα, η τής σωτηρίου εορτής
διαφωνία» (βίος Μ.Κωνσταντίνου εκκλησιαστ.ιστορία Ευσεβίου βιβλ.3,5).
Καθώς και ): «...ο Βασιλεύς είπεν ότι αυτή (αναφέρεται στην συμφωνία του κοινού
εορτασμού του πάσχα) είναι η δευτέρα νίκη την οποίαν εκέρδισεν κατά του εχθρού
της εκκλησίας...» Όταν ο ίδιος ο Μέγας Κωνσταντίνος λέει ότι η εορτολογική
ανομοιομορφία ήταν έργο του εχθρού της εκκλησίας, δηλαδή του διαβόλου , ποιός
προτιμά να εμμένει προσκολλημένος σε τέτοιου είδους έργα ;
Αλλά και ο ίδιος ο Μέγας Κωνσταντίνος που τόσο μόχθησε για
την Α' Οικ.Σύνοδο γράφει:«...ήδη καί τόν προειρημένον λόγον καί τήν παρατήρησιν
τής αγιωτάτης ημέρας υποδέχεσθαί τε καί διατάττειν οφείλετε, ίνα επειδάν πρός
τήν πάλαι μοι ποθουμένην τής υμετέρας διαθέσεως όψιν αφίκωμαι, εν μιά καί τή
αυτή ημέρα τήν αγίαν μεθ' υμών εορτήν επιτελέσαι δυνηθώ καί πάντων ένεκεν μεθ'
υμών ευδοκήσω, συνορών τήν διαβολικήν ωμότητα υπό τής θείας δυνάμεως διά τών
[ημετέρων] πράξεων ανηρημένην, ακμαζούσης πανταχού τής ημετέρας πίστεως καί
ειρήνης καί ομονοίας » (βίος Μ.Κωνσταντίνου εκκλησιαστ.ιστορία Ευσεβίου βιβλ.3,20).
Ο Ευσέβιος και πάλι «καί ούτω μία Χριστού γέγονεν εορτή: καί
ούτω τών μέν κυριοκτόνων (Ιουδαίων) απέστησαν, τοίς δέ ομοδόξοις συνήφθησαν: η
φύσις γάρ έλκει τά όμοια πρός τά όμοια»(π ερί της του Πάσχα εορτής
PG 24,701).
Συμπεραίνουμε αβίαστα λοιπόν ότι το πνεύμα των Πατέρων της
Α' Οικ. Συνόδου ήταν αφενός μέν να συνεορτάζουν όλοι οι χριστιανοί την ίδια
ημέρα το Πάσχα και αφετέρου να διαχωρίσουν το συνεορτασμό του Πάσχα με τους
Ιουδαίους δηλαδή εκτός από τη συνταύτιση μεταξύ των ομοδόξων ,επετεύχθη ταυτόχρονα
και η απομάκρυνση του συνεορτασμού του Πάσχα με τους Ιουδαίους. Τους τότε
Αγίους τους ενδιέφερε να μην συνεορτάζουν με αιρετικούς ή αλλοθρήσκους. Αυτό
άλλωστε έγινε και νόμος της Εκκλησίας π.χ. : «Ου δεί παρά των Ιουδαίων ή
αιρετικών τα πεμπόμενα εορταστικά λαμβάνειν, μηδέ συνεορτάζειν αυτοίς» (37ος
καν. Λαοδικείας) και αλλού.
Έτσι τότε καταδικάστηκαν ως αιρετικοί από την Β' Οικ. Σύνοδο
οι λεγόμενοι πρωτοπασχίτες οι οποίοι γιόρταζαν το Πάσχα την «τεσσερεσκαιδεκάτη»
, και ενώ σε όλα τα άλλα ήταν ορθόδοξοι , διέφεραν μόνο στο θέμα του
«ταυτόχρονου» εορτασμού με την υπόλοιπη Εκκλησία. Στον λόγο του Αγ. Ιωάννη του
Χρυσοστόμου εις τους τα πρώτα Πάσχα νηστεύοντας (Ε.Π.Ε.34,170-172) βέπουμε να
απευθύνεται προς τους πρωτοπασχίτες : «...και από των αθλητών
τούτων η Σύνοδος άπασα συγκεκρότητο τότε και μετά της Πίστεως και τούτο
ενομοθέτησαν, ώστε κοινή και συμφώνως την εορτήν ταύτην επιτελείν...Όρα τι
ποιείς τοσούτους κατακρίνων Πατέρας , ούτως ανδρείους και σοφούς».
Η λατρευτική ενότητα λοιπόν αποτελεί επιταγή των Αγίων μας
και συνοψίζουν σύγχρονοι καθηγητές επ αυτού:
"Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΙ ΑΚΡΙΒΗΣ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΥΓΙΑ ΑΝΤΙΛΗΨΙΝ ΔΕΝ ΕΓΚΕΙΤΑΙ ΜΟΝΟΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑ ΓΝΩΣΙΝ ΚΑΙ
ΘΕΩΡΙΑΝ ΕΝΙΑΙΑΝ ΚΑΙ ΑΠΑΡΑΛΛΑΚΤΟΝ ΠΙΣΤΙΝ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑ ΠΡΑΞΙΝ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΝ
ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΟΝ ΕΚΔΗΛΩΣΙΝ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΥΣΙΝ ΑΥΤΗΣ." (βλ.
Ανδρούτσου, Δογματική της Όρθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, Αθήναι 1956, σελ.
274)
Προφανώς ο κανονισμός των Πατέρων της Α' Οικ. Συνόδου
αποτελεί οδοδείκτη και για τη συνέχεια ,δηλαδή θα πρέπει να αποφεύγεται ο
συνεορτασμός με κάθε είδους αιρετικό:
«...έτσι κατανοείται η εκκλησιαστικοκανονική εντολή
από την Α' Οικ.Σύνοδο που έλυσε τελεσίδικα το θέμα του εορτασμού του Πάσχα 325
μ.Χ. ως σήμερα «μη μετά Ιουδαίων συνεορτάζειν» ΠΟΥ ΙΣΟΔΥΝΑΜΕΙ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕ ΤΟ «ΜΗ
ΜΕΘ' ΕΤΕΡΟΔΟΞΩΝ ΣΥΝΕΟΡΤΑΖΕΙΝ» ...Γι αυτό ήδη το 1582 η ορθόδοξη Ανατολή
απέρριψε το νέο ημερολόγιο όχι για λόγους επιστημονικούς ,αλλά
εκκλησιολογικούς, διότι Η ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΥΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΑΠΟ
ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΜΑΣ ΦΙΛΕΝΩΤΙΚΟΥΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΠΤΩΣΗΣ ΩΣ
ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ ΚΑΙ «ΕΚ ΤΩΝ ΚΑΤΩ» (ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΒΑΣΗ) ΤΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ . ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ
ΕΝΣΑΡΚΩΝΕ ΚΑΙ Η ΑΜΦΙΛΕΓΟΜΕΝΗ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ 1920...» ( π.Γ.
Μεταλληνός εφημ. Καθημερινή 14/4/96 ).
Ας δούμε όμως και μια άλλη εξίσου σοβαρή πτυχή
του θέματος.
α . Όπως είπαμε το πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι άγιοι
Πατέρες της, ήταν να μη γιορτάζουν οι χριστιανοί το Πάσχα την ίδια μέρα,
που γιόρταζαν οι Εβραίοι το δικό τους Πάσχα. Για το σκοπό αυτό έπρεπε να λάβουν
υπ' όψη πως οι Εβραίοι προσδιόριζαν την εξεύρεση την ημερομηνία
γιορτασμού του Πάσχα τους.
Αυτό ακριβώς συνετέλεσε η Α΄
Οικουμενική Σύνοδος να ορίσει να γιορτάζεται το χριστιανικό Πάσχα την
πρώτη Κυριακή, μετά την πρώτη πανσέληνο μετά την εαρινή
ισημερία.(1) Την απόφασή της αυτή η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος συμπεριέλαβε όχι σε
κάποιο Κανόνα της, αλλά σε « Όρο». Στους « Όρους» οι Οικουμενικές
Σύνοδοι συμπεριλάμβαναν τα δογματικά θέματα. Θέλησαν με τον τρόπο αυτό,
να δείξουν ότι το θέμα αυτό, το θεώρησαν δόγμα πίστεως και ότι δεν χωράει καμιά
οικονομία.
β. Ο « Όρος» της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου,
δεν διασώθηκε. Μαθαίνουμε γι' αυτόν από Επιστολή που έστειλε ο Μέγας
Κωνσταντίνος στις Εκκλησίες, για να τις ενημερώσει για τις αποφάσεις της
Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, από τους διάφορους ιστορικούς της
εποχής εκείνης και από τον α΄ Κανόνα της Συνόδου της Αντιόχειας.
Τον α΄ Κανόνα της
Αντιόχειας τον παραθέτουμε σε μετάφραση:
« Όλοι όσοι τολμούν να καταπατούν τον Όρον της
αγίας και μεγάλης Συνόδου, που συγκλήθηκε στη Νίκαια με την παρουσία της
ευσέβειας του θεοφιλέστατου βασιληά Κωνσταντίνου, σχετικά με τη γιορτή του
σωτηρίου Πάσχα, να είναι ακοινώνητοι και απόβλητοι από την Εκκλησία, αν
επιμένουν να αντιστέκονται με εριστικό πνεύμα σ' όσα ορθά έχουν αποφασιστεί,
και αυτά ας ορίζονται για τους λαϊκούς.
Κι' αν κάποιος από τους επικεφαλής της Εκκλησίας, δηλ.
επίσκοπος ή
Πρεσβύτερος ή διάκονος, ύστερα από αυτόν τον Όρον, τολμήσει
να αυθαιρετήσει έτσι, ώστε να προκαλέσει διαστροφή του πλήθους και ταραχή των
Εκκλησιών και να τελέσει το Πάσχα μαζί με τους Ιουδαίους, αυτόν η αγία Σύνοδος
από τώρα και στο εξής τον έκρινε κιόλας ξένο προς την Εκκλησία, επειδή
όχι μόνο επισωρεύει αμαρτίες για τον εαυτό του, αλλά γίνεται αίτιος διαφθοράς
και διαστροφής για πολλούς.
Και δεν
καθαιρεί μόνο αυτούς από το λειτούργημά τους, αλλά και όσους θα τολμήσουν να
«κοινωνήσουν» μ' αυτούς μετά την καθαίρεσή τους. Και όσοι καθαιρέθηκαν να
στερούνται και την εξωτερική τιμή την οποία απολαμβάνει ο άγιος
κανόνας και το ιερατείο του Θεού».(2)
Ο α΄ Κανόνας της
Συνόδου Αντιόχειας είναι πολύ σημαντικός. Θα κάνουμε τρεις παρατηρήσεις έπ'
αυτού.
α. Παρατήρηση
πρώτη.
Ο Κανόνας αυτός αποκόπτει απ' την Εκκλησία κάθε πιστό που παραβαίνει τον « Όρο»
της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Δηλαδή, αποκόπτει καθένα, που δεν γιορτάζει το
Πάσχα που όρισε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, όπως πρέπει να το γιορτάζουν οι
Ορθόδοξοι. Κάθε κληρικός που δεν γιορτάζει, ή δεν θα γιορτάζει στο μέλλον
την ημερομηνία αυτή το Πάσχα, είναι ήδη καθηρημένος από τότε, δηλ. από τη
μέρα που το αποφάσισε η Σύνοδος της Αντιόχειας, που εξέδωσε τον Κανόνα αυτό.
Στον Κανόνα αυτό,
το αξιοπερίεργο είναι ότι οι παραβάσεις του, ακόμα και οι μελλοντικές,
δεν παραπέμπονται να δικαστούν από άλλη Σύνοδο, που θα λειτουργήσει σαν
Δικαστήριο, αλλά τις δικάζει η Σύνοδος που εξέδωσε τον Κανόνα! Ο Κανόνας αυτός,
κι' άλλοι δύο ακόμα, ο α΄ και β΄ της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, είναι οι μόνοι,
από τους υπεροκτακόσιους Κανόνες που υπάρχουν στην Εκκλησία, οι οποίοι έχουν
προδικάσει προκαταβολικά παραβάσεις της Εκκλησίας προτού ακόμα συντελεστούν!
Αυτό φαίνεται ολοκάθαρα στον Κανόνα αυτό, όταν λέει για κάθε μελλοντικό
παραβάτη, ότι «τούτον η αγία Σύνοδος εντεύθεν ήδη αλλότριον έκρινε της
Εκκλησίας», δηλ. αυτόν τον παραβάτη η αγία Σύνοδος από τώρα τον έκρινε ξένον,
αποκομμένο από την Εκκλησία!
Οι λοιποί Κανόνες
που προβλέπουν την επιβολή επιτιμίου σε παραβάσεις τους χρησιμοποιούν στη
διατύπωσή τους συνήθως για τον παραβάτη τα ρήματα, που είναι στην προστακτική,
όπως το «αφοριζέσθω», «καθαιρείσθω», «ανάθεμα έστω» κτλ. Ο παραπάνω Κανόνας της
Αντιόχειας αναφερόμενος στον παραβάτη λέει ότι «καθαιρεί» και «εντεύθεν έκρινεν
ήδη»!
Επομένως, κάθε παραβάτης του «΄Ορου» της Α΄
Οικουμενικής Συνόδου έχει ήδη κριθεί και έχει καταδικασθεί είτε σε αφορισμό,
είτε σε καθαίρεση!
β. Παρατήρηση
δεύτερη
Ο α΄ Κανόνας της
Αντιόχειας ότι όσοι κληρικοί «κοινωνούν» με ήδη καθηρημένους από τη
Σύνοδο κληρικούς επειδή παραβαίνουν τον « Όρο» της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου,
είναι και αυτοί πλέον καθηρημένοι!
γ. Παρατήρηση τρίτη.
Ορίζει ακόμα ο ίδιος Κανόνας της Αντιόχειας ότι ο κληρικός εκείνος (επίσκοπος,
πρεσβύτερος ή διάκονος) ο οποίος
«μετά τον Όρον
τούτον τολμήσειεν επί διαστροφή των λαών και ταραχή των Εκκλησιών
ιδιάζειν, και μετά Ιουδαίων επιτελείν το Πάσχα, τούτον η αγία Σύνοδος εντεύθεν
ήδη αλλότριον έκρινεν της Εκκλησίας»!
Δηλαδή, με βάση
τον Κανόνα αυτό είναι αποκομμένος από το σώμα της Εκκλησίας κάθε κληρικός που
θα τολμήσει να αυθαδιάσει εναντίον του «Όρου» της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και
θα θελήσει να διαστρέψει τους πιστούς να μην τηρούν τις δεσμεύσεις του,
προκαλώντας ταραχή στην Εκκλησία, για να γιορτάζεται το Πάσχα με τους
Ιουδαίους! Ποιοι είναι αυτοί οι κληρικοί που αυθαδιάζουν κατ' αυτό τον τρόπο;
Είναι όσοι
καλλιεργούν το έδαφος για αλλαγή του Πασχαλίου, προτείνοντας τον γιορτασμό του
Πάσχα, όχι στην ημερομηνία που όρισαν οι άγιοι Πατέρες της Α΄ Οικουμενικής
Συνόδου, αλλά σε άλλη!
3. Το 1924 είναι γεγονός ότι ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος
δεν άλλαξε το Πασχάλιο, όπως είχε προταθεί από το λεγόμενο «Πανορθόδοξο
Συνέδριο» της Κωνσταντινουπόλεως του 1923. Η Εκκλησία της Φινλανδίας όμως
δέχτηκε την ημερολογιακή μεταβολή. Άλλαξε πριν ογδόντα χρόνια, όχι μόνο το
Παληό ημερολόγιο, αλλά και το Πασχάλιο! Έκτοτε, γιορτάζει το Πάσχα με τους
παπικούς, που πολλές φορές συμπίπτει με το Πάσχα των Εβραίων, ή και πριν από
αυτό. Αυτό σημαίνει σύμφωνα με τον παραπάνω Κανόνα της Αντιόχειας ότι οι
κληρικοί της είναι ήδη καθηρημένοι και οι πιστοί αποκομμένοι απ' την
Εκκλησία.
Θα
διερωτηθεί κάποιος, τι μας ενδιαφέρει εμάς, αν η Εκκλησία της
Φινλανδίας, δέχτηκε το παπικό Πασχάλιο! Όμως, μας ενδιαφέρει άμεσα. Γιατί
δεν πρέπει οι Ορθόδοξοι κληρικοί, όπως ορίζει ο α΄ Κανόνας της Αντιόχειας, να
έχουν «κοινωνία» με τους κληρικούς της Φινλανδίας. Όσοι κληρικοί έχουν
«κοινωνία» με τους κληρικούς της Εκκλησίας αυτής, είναι και αυτοί καθηρημένοι,
σύμφωνα με τον παραπάνω Κανόνα.
Ποιοι
κληρικοί έχουν «κοινωνία» με την Εκκλησία της Φινλανδίας; Μόνο οι κληρικοί που
δέχτηκαν ή ανέχονται το Νέο Γρηγοριανό Ημερολόγιο! Επομένως, μπορεί
ορισμένοι επίσκοποι να μην άλλαξαν το Πασχάλιο, όμως επειδή έχουν
«κοινωνία» με την Εκκλησία της Φινλανδίας, είναι σαν να άλλαξαν και οι
ίδιοι το Πασχάλιο. Οι συνέπειες είναι ακριβώς οι ίδιες!
4. Σύμφωνα με τον παραπάνω Κανόνα όσοι κληρικοί αυθαδιάζουν προς
τον «΄Ορον» της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου με το να ζητούν την αλλαγή της
ημερομηνίας γιορτασμού του Πάσχα είναι ήδη, προκαταβολικά από τη Σύνοδο της
Αντιόχειας, καθηρημένοι!
Ποιοι
είναι αυτοί; Είναι όσοι κατά καιρούς έχουν ταχθεί υπέρ της αλλαγής της
ημερομηνίας του Πάσχα, για να το γιορτάζουμε την ίδια μέρα με τους Λατίνους,
όπως είναι ο Μελέτιος Μεταξάκης, ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, μέχρι τον
Αθηναγόρα και τους διαδόχους του Δημήτριο και Βαρθολομαίο.
Η Β΄
Σύνοδος του Βατικανού στις 4 Δεκεμβρίου 1963 διακήρυξε:
« Η Αγία Σύνοδος δεν εναντιούται εις το να ορισθεί παγία Κυριακή δια την εορτήν
του Πάσχα εν τω Γρηγοριανώ ημερολογίω, συγκατανευόντων όσων ενδιαφέρονται
σχετικώς, ιδία δε των διϊσταμένων προς την κοινωνίαν της Αποστολικής
έδρας αδελφών…».(3)
Ο Αθηναγόρας σε μήνυμά του προς το οικουμενιστικό «Συμπόσιο», που διοργάνωσε ο
Δραγάν στην Αθήνα στις 11 Ιουνίου 1969, γράφει:
« Και αύθις επαναλαμβάνομεν εις όλον τον χριστιανικόν κόσμον ως ημέραν
κοινού εορτασμού του Πάσχα την δευτέραν Κυριακήν του Απριλίου, ελπίζοντες, ότι
ο κοινός ούτος εορτασμός, ο σταθερός, θα αποτελέσει όχι μόνον έν σύμβολον, αλλά
και μίαν θετικήν συμβολήν εις την τελείωσιν της χριστιανικής ενότητος».(4)
Παραλείπουμε τις άλλες δηλώσεις των Πατριαρχών για το θέμα αυτό. Αυτό όμως που
αποδεικνύεται είναι, πως οι εκκλησιαστικοί αυτοί ηγέτες με τις δηλώσεις
τους αυτές, σύμφωνα με τον α΄ Κανόνα της Αντιόχειας, είναι ήδη καθηρημένοι και
ακοινώνητοι.
Ύστερα από τα παραπάνω συνάγεται, ότι ναι μεν όσοι άλλαξαν το Ημερολόγιο,
δεν άλλαξαν ευθέως και το Πασχάλιο, όμως εφόσον έχουν κοινωνία, αφ'
ενός μεν με την Εκκλησία της Φινλανδίας, που δέχτηκε το παπικό
Πασχάλιο και αφ' ετέρου με τους Πατριάρχες ΚΠόλεως, που ζητούν την αλλαγή
της ημερομηνίας γιορτασμού του Πάσχα και είναι ως εκ τούτου προκαταβολικά
καθηρημένοι, είναι προφανές, ότι παραβαίνουν τον « Όρο» της Α΄ Οικουμενικής
Συνόδου, κατά τον α΄ Κανόνα της Αντιόχειας, πράγμα το οποίο είναι θέμα πίστεως.
1 Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης γράφει ότι η
δέσμευση να γιορτάζεται το Πάσχα μετά την πρώτη
πανσέληνο και ημέρα Κυριακή, έχομε από την Παράδοση και όχι από τον
«΄Ορον»
της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου (Πηδάλιο, ερμηνεία εις 7ον Αποστολικό Κανόνα).
2 «Πάντας τους τολμώντας παραλύειν τον ΄Ορον
της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της εν Νικαία συγκροτηθείσης επί παρουσία
της ευσεβείας του θεοφιλεστάτου βασιλέως Κωνσταντίνου, περί της αγίας εορτής
του σωτηριώδους Πάσχα, ακοινωνήτους και αποβλήτους είναι της Εκκλησίας, ει
επιμένοιεν φιλονεικότερον ενιστάμενοι προς τα καλώς δεδογμένα, και ταύτα
ειρήσθω περί των λαϊκών.
3 Αρχιμ. Σπ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία και παπισμός, τομ.
Β΄σελ.571
4 αυτόθι σ. 571.
http://clubs.pathfinder.gr/antioikoumene/593610
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου