(β’ μέρος)
4. Η
θεωρητική δομή της Μετενσάρκωσης
Κατά την δοξασία της μετενσάρκωσης, «κάθε άνθρωπος έχει έναν εσωτερικό πυρήνα (Jiva), ο
οποίος περιπλανάται σε ένα ατέλειωτο κύκλο γεννήσεων και θανάτων (Samsara)
περιβαλλόμενος από χονδροειδή ή λεπτοφυή σωματικά περιβλήματα ή σώματα»1.
Αυτός ο εσωτερικός πυρήνας είναι ένας «εκδηλωμένος» κατ’ ουσίαν «θεός», ο
οποίος, μέσα απ’ αυτόν τον κύκλο, πρέπει να φθάσει στην «αυτογνωσία» και στην
«αυτοπραγμάτωση», στηριζόμενος αποκλειστικά στις δικές του και μόνο δυνάμεις.
Αυτό βεβαιώνει και η θεοσοφίστρια Έλενα Μπλαβάτσκυ: «Το Εγώ που μετενσαρκώνεται είναι το
αθάνατο, ατομικό, όχι προσωπικό, εγώ, μ’ άλλα λόγια ο
φορέας της Άτμα-Βουδικής Μονάδας»2.
Σ’ αυτή την απεγνωσμένη προσπάθειά του,
αποφασιστικό ρόλο «παίζει» το λεγόμενο «κάρμα». Όλη αυτή η διαδικασία -η
περιπέτεια- συμβολίζεται με τον τροχό την σαμσάρα(ανακύκλωση
γεννήσεων και θανάτων) και τον αποκρυφιστικό «ουροβόρο όφι» ή με τον φλεγόμενο
μυθικό «φοίνικα», ο οποίος αναγεννάται μέσα από την τέφρα του3.
Από την Μπαγκαβάτ-Γκιτά πληροφορούμαστε
ότι «Οι σοφοί της αρχαίας
Ινδίας λένε πως σκοπός της ανθρώπινης ζωής είναι να ξεφύγουμε από τον ατελείωτο
κύκλο της μετενσάρκωσης. ‟Μην επιστρέψετε” προειδοποιούν»4.
Εξ άλλου, κατά τους θεωρητικούς της
δοξασίας αυτής, η μετενσάρκωση είναι αναγκαία, γιατί η μια ανθρώπινη ζωή δεν
είναι αρκετή για την τελείωση του ανθρώπου, εξηγεί την αδικία και προάγει την
δικαιοσύνη και δίνει ελπίδα στον άνθρωπο για το μέλλον.
Κατά την Μπαγκαβάτ-Γκιτά, «όπως κάθε άνθρωπος αφήνει -τα φορέματά του τα
παλιά -για να σπείρει άλλα καινούρια -έτσι και η ψυχή πετάει τα παλιά σώματά
της -κι άλλα ντύνεται καινούρια»5. Και η θεοσοφίστρια Α.
Μπεζάντ συμπληρώνει: «Έτσι
οι διαδοχικές σωματικές ζωές είναι δεμένες μεταξύ τους σαν μαργαριτάρια
περασμένα σ’ ένα νήμα. Το νήμα είναι το στοιχείο που ζει αιώνια και τα
μαργαριτάρια οι διαδοχικές ανθρώπινες ζωές»6.
Το ενσαρκούμενο «Εγώ» η Μπεζάντ το
αποκαλεί «Διανοητή», μέσα δε σ’ αυτόν «υπάρχουν
όλες οι δυνάμεις που αποκαλούμε συνολικά πνεύμα. Το πνεύμα περιλαμβάνει τη
μνήμη, την ενόραση, τη θέληση. Μαζεύει όλη την πείρα που του δίνουν οι γήινοι
βίοι του και αποθηκεύει όλους αυτούς τους συγκεντρωμένους θησαυρούς για να τους
μετουσιώνει μέσα στον εαυτό του, με τη δική του θεϊκή χημεία και να
κατασκευάσει από αυτούς το απόσταγμα εκείνο της πείρας που είναι η Σοφία»7.
Μετά τον βιολογικό θάνατο, η «ψυχή» (το
μη θνητό στοιχείο του ανθρώπου, κατά τους «μετενσαρκωτές») παραμένει για κάποιο
χρονικό διάστημα σε κάποιον ουράνιο (αστρικό) κόσμο. Η περίοδος αυτή ονομάζεται «περίοδος αποσάρκωσης», ή «Δεβαχανική περίοδος», είναι η περίοδος
που το «Εγώ» «ξαναμπαίνει
στον εαυτό του» και «είναι ο αναγκαίος χρόνος που απαιτείται για την
αφομοίωση της εμπειρίας και την απόκτηση ισορροπίας από το ‟Εγώ”»,
ή τον «Διανοητή»,
όπως το ονομάζει η Μπεζάντ. Αυτός ο«Διανοητής» ενσαρκώνεται και όχι «ο άνθρωπος-κτήνος»8.
Η μετενσάρκωση δεν προϋποθέτει όμως την
«επαναγέννηση» αμέσως μετά τον θάνατο. Η«Δεβαχανική περίοδος» «μπορεί να είναι εξαιρετικά
σύντομη προκειμένου για ένα άτομο ανεξέλεγκτο και αντιθέτως να παρατείνεται επί
αιώνες για μια οντότητα υψηλής εξελικτικής αναπτύξεως. Η μέση, πάντως, χρονική
περίοδος ανάμεσα σε δύο μετενσαρκώσεις για ένα άτομο συνηθισμένης εξελίξεως, θα
πρέπει να κυμαίνεται γύρω στα πεντακόσια χρόνια»9. Ο
Papus θέλει να επανέρχεται η ψυχή στο νέο σώμα «μετά δέκα ή και διακόσια έτη και εις οιονδήποτε
πλανήτην του αυτού ηλιακού συστήματος»10. Ένας Έλληνας
Λάμα υποστηρίζει, ότι στην ενδιάμεση αυτή κατάσταση περιπλανιόμαστε«για
49 ημέρες, περνώντας διάφορες, ως επί το πλείστον δυσάρεστες εμπειρίες,
αναζητώντας ένα καινούργιο σώμα»11.
Τελικά για εκείνον, τον «θριαμβευτή» και «πνευματικό
άνθρωπο», που μετά από σειρά μετενσαρκώσεων, «άγγιξε την κορυφή», «Η Νιρβάνα είναι διάπλατα
ανοικτή μπροστά του». «Παρουσιάζεται όμως ενώπιόν του, ακόμη ένα μονοπάτι, το
μονοπάτι της απάρνησης, η θεληματική αποδοχή της γήινης ζωής για την αγάπη της
Φυλής… Όταν ο δάσκαλος διαλέξει να δεχθεί την ενσάρκωση, ώσπου να τελειώσει ο
προορισμός της φυλής, τούτο είναι το στεφάνωμά του». Η θεληματική
αυτή μετενσάρκωσή του (που δεν είναι γι’ αυτόν αναγκαία) είναι μια «Μεγάλη Απάρνηση». Αυτές οι «Τελειωμένες Οντότητες» επανέρχονται πλέον σε «ηθελημένη» μετενσάρκωση για να γίνουν «Εκπαιδευταί, για να βοηθήσουν την παλαίουσα
ανθρωπότητα στην οδό της πνευματικής εξελίξεως»12. Τότε,
οι δάσκαλοι αυτοί «Γίνονται
οι σωτήρες του κόσμου, η ευλογία και η δόξα της φυλής τους»13.
Ανάμεσα σ’ αυτούς συγκαταλέγονται ο Βούδας, οι διάφοροι Αβατάρς και γκουρού
και, βεβαίως, και ο Ιησούς Χριστός.
Κατά τους «μετενσαρκωτές», η δοξασία
αυτή λύνει όλα τα «απογοητευτικά» προβλήματα, πνευματικά, ηθικά και
φιλοσοφικά και πάνω απ’ όλα το πρόβλημα του Κακού και του θανάτου. Ακόμη, και
την «ανάπτυξη και κατάπτωση
των εθνών» και τους «αναδρομικούς κύκλους της ιστορίας»14.
Με την μετενσάρκωση, λένε,
αποδεικνύεται «λογικά» ότι οι νοητικές και ηθικές διαφορές μεταξύ των ατόμων
οφείλονται στην «διαφορά
της ηλικίας των ψυχών»15, είναι«αποτέλεσμα
των πράξεών μας, των επιθυμιών και των σκέψεών μας» και δεν οφείλονται σε εξωγενείς
παράγοντες. «Δεν
έχομε παρά να εκλέξωμε ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο: Ή ότι η μοίρα οφείλεται σε μια
θεία ιδιοτροπία, σε μια απλή σύμπτωση, οπότε το ηθικό χάος βασιλεύει στον
κόσμο, ή ότι οφείλεται σε αιτίες που εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε, πράγμα που
συνεπάγεται τη μετενσάρκωση. Έτσι, η ηθική τάξις και η μετενσάρκωσις είναι ένα
ζεύγος αδιαχώριστο»16.
Εξηγούνται, ακόμη, όπως ισχυρίζονται,
προβλήματα όπως:
- άνθρωποι που υποφέρουν περισσότερο
από άλλους (γιατί
έχουν υποστεί λιγότερες μετενσαρκώσεις).
- ψυχολογικά προβλήματα και
σωματικές ταλαιπωρίες, όπως: ομοφυλοφιλία, λεσβιασμός, κεραυνοβόλος έρωτας ή
μίσος (παλαιότερα κάρμα).
- μεγαλοφυή παιδιά - «παιδιά θαύματα»17 (εξέλιξη του ταλέντου τους), κ.λπ.
Εξ άλλου, «αυτοί που τώρα είναι φίλοι σας ή εχθροί σας μπορεί
σε μια μελλοντική ζωή να είναι μητέρα, πατέρας, παιδί, γυναίκα ή άντρας σας»18.
Ουσιαστικά, λέει ο Papus, «δεν
είμαστε παρά ηθοποιοί που παίζουν το ρόλο τους για μια ζωή»19.
Μ’ ένα λόγο, λένε: «Η μετενσάρκωση λύνει όλα τα προβλήματα που δεν τα
λύνει καμμιά άλλη θεωρία, σχετικά με την ανισότητα των περιστάσεων, των
ικανοτήτων, των ευκαιριών, προβλήματα που χωρίς την μετενσάρκωση θα έδειχναν
ότι δεν υπάρχει στη ζωή δικαιοσύνη, αλλά ότι οι άνθρωποι είναι απλά παιγνίδια
της εύνοιας κάποιου ανεύθυνου δημιουργού, ή των τυφλών δυνάμεων κάποιας άψυχης
φύσης»20.
Όλα αυτά, λένε, απαντούν στο ερώτημα: «Αν υπάρχει πράγματι Θεός, γιατί τόση αθλιότης στον
κόσμο, τόσος άδικος πόνος, τόσες εύνοιες και τόσες επιτυχίες μοιρασμένες χωρίς
καμία διάκριση»21. Εάν δεν αποδεχθούμε την μετενσάρκωση,
λέγουν οι «μετενσαρκωτές», τότε πρέπει να δεχθούμε έναν Θεό άδικο, σκληρό,
τιμωρό, απάνθρωπο, «άμεσα
υπεύθυνο για όλα τα δεινά του κόσμου και προπαντός για κείνα που προέρχονται
από τις συνθήκες τις γεννήσεως»22. Αντιθέτως, αποδεχόμενοι την μετενσάρκωση βρίσκομε
το «κλειδί» του προβλήματος και δεν αμφισβητούμε την αγάπη, την ευσπλαχνία και
την δικαιοσύνη του Θεού, αφού όσα συμβαίνουν επιβάλλονται από την «νομοτέλεια»
και για συγκεκριμένο σκοπό. Η δοξασία της μετενσάρκωσης «είναι άρρηκτα δεμένη
με το νόμο της ανταποδοτικής δικαιοσύνης, το νόμο του Κάρμα»23.
Το Κάρμα είναι το «κλειδί» της δοξασίας αυτής.
Γι’ αυτό, υποστηρίζουν ότι «Είναι καιρός πλέον η χαμένη αλήθεια της
μετενσαρκώσεως να ξαναπάρη τη θέση της ανάμεσα στους ανεκτίμητους θησαυρούς του
Χριστιανισμού.
Αν δεν γίνη
αυτό, οι εκκλησίες θα ερημώνονται ολοένα και περισσότερο, εφόσον με τα ισχύοντα
θρησκευτικά δόγματα δεν είναι δυνατόν να ερμηνευτούν τα φαινόμενα της ζωής κατά
τρόπον που να ικανοποιήται η σύγχρονη εξελιγμένη διάνοια»24.
Παρ’ όλα ταύτα, η ίδια η Μπεζάντ
δηλώνει ότι «Όλα
όσα μπορούν να λεχθούνε για την απόδειξη της μετενσάρκωσης δεν
φτάνουν ως το σημείο να την αποδείξουνε πλέρια και ολοκληρωτικά, αλλά
είναι μια πολύ δυνατή ένδειξη για την ύπαρξή της… Μόλο που η μετενσάρκωση
φαίνεται σ’ εμένα γεγονός απόλυτα βέβαιο, περιορίζομαι να την παρουσιάσω εδώ μάλλον
σαν μια λογική υπόθεση παρά σαν θεώρημα που έχει κιόλα αποδειχθεί»25.
5. Το Κάρμα
Κεντρική και ουσιαστική θέση στη
δοξασία της μετενσάρκωσης και της μετεμψύχωσης κατέχει η διδασκαλία περί του «φυσικού νόμου του Κάρμα». Όπως ήδη
είπαμε, είναι το ‟κλειδί”. Ο όρος προέρχεται από την σανσκριτική λέξη Kri, που σημαίνει «ενεργώ», «πράττω» (πράξη, δράση, έργο, ενέργεια) και
αναφέρεται στη συσσώρευση καλών ή κακών πράξεων από προηγούμενες δήθεν ζωές.
Τον όρο δεν τον επινόησε ο Βούδας, αλλά προέρχεται από την Βεδική παράδοση26.
Εκπρόσωπος αποκρυφιστικών ομάδων στην
Ελλάδα διευκρινίζει ότι «Εμείς
στη Δύση, το ‟Νόμο του Κάρμα” συνηθίζουμε να το αποκαλούμε ‟Νόμο της Αιτίας και του Αποτελέσματος” ή ‟Νόμο της Δίκαιης Ανταπόδοσης”»27. Οι ‟νεοπαγανιστές” τον ονομάζουν «νόμο
της ειμαρμένης» ή «της ανάγκης».
Ο νόμος αυτός, κατά την Θεοσοφία, δημιουργεί,
αποκαθιστά και διατηρεί την αρμονία και την ισορροπία μέσα στο σύμπαν.
Βεβαίως, δεν πρόκειται περί φυσικού
νόμου, αλλά περί θρησκευτικής δοξασίας, που γεννήθηκε στον Ινδουισμό και τον
Βουδισμό. Χαρακτηριστικός είναι ο ορισμός του Κάρμα από την θεοσοφίστρια Έλενα
Μπλαβάτσκυ. Τα Κάρμα, λέει, είναι «ο ‟Υπέρτατος Νόμος”, η πηγή, η αρχή όλων των άλλων νόμων, που υπάρχουνε σ’ ολόκληρη τη φύση. Κάρμα είναι ο αλάνθαστος νόμος, που προσαρμόζει το αποτέλεσμα στην αιτία, στο φυσικό, νοητικό και πνευματικό πεδίο
του Είναι… επιστρέφοντάς την σ’ εκείνον που τη δημιούργησε»28. Επομένως,
το Κάρμα είναι η μοναδική αιτία, όχι μόνο της μετενσάρκωσης αλλά γενικώτερα της
ύπαρξης κάθε υπαρκτού πράγματος (όντος). Και αλλού συμπληρώνει: «Το Κάρμα, είναι η δύναμις (η θέλησις) του Θεού
ενεργούσα εν τω σύμπαντι, ο κοινός κορμός πάντων των νόμων οίτινες διοικούσι
τον κόσμον»29.
Και η άλλη θεοσοφίστρια, η Άννα Μπεζάντ
συμπληρώνει ότι «Το
Κάρμα μας κάνει να γεννιόμαστε ακατάπαυστα, δένοντάς μας στη ρόδα της γέννησης
και του θανάτου. Το καλό Κάρμα μας συνεπαίρνει τόσο αδυσώπητα όσο και το κακό».
Όμως η δύναμη που μας αλυσσοδένει «δεν
βρίσκεται στην πράξη αλλά στον πόθο, στην προσκόλληση στον καρπό της
πράξης»30.
Κατά ένα άλλο ορισμό, «Το Κάρμα δεν είναι το έργο που έκανε ένα άτομο
στην παρούσα ζωή του. Είναι όλα τα έργα που έχει κάνει στις προηγούμενες ζωές
του. Είναι ένα είδος προορισμού με ρόλο μεγάλο για το εσχατολογικό του έργο»31.
Ο Λάμα Λούντρουπ, (προσκεκλημένος του
Βουδιστικού Κέντρου Κάρμα Γκυάλτσεν Λινγκ στη Θεσσαλονίκη), μιλώντας για το
Κάρμα, διευκρινίζει ότι, «τα
όντα κατέχουν τις πράξεις τους, γεννιούνται μέσα στις πράξεις τους… είμαστε
κάτοχοι των πράξεών μας. Σημαίνει πως όταν σκεπτόμαστε, λέμε ή κάνουμε κάτι
είμαστε οι ιδιοκτήτες αυτού του πράγματος και βιώνουμε εμείς τα αποτελέσματά
του»32. Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι οι πράξεις μας είναι
εκείνες που μας καθορίζουν. «Δεν
υπάρχει εξωτερικός κριτής ή Θεός που να παίρνει τις αποφάσεις για τη ζωή μας»33. «Την
ευθύνη για την τιμωρία ή την επιβράβευση δεν την έχει κάποια υπερφυσική
οντότητα, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος, ανάλογα με τον τρόπο που ζει κι ενεργεί, σε
σχέση με τον ηθικό και κοσμικό νόμο
του Ντάρμα»34.
Η Τεκτονική Εγκυκλοπαίδεια σημειώνει
ότι «Κατά τον νόμον του
Κάρμα, η αντίδρασις είναι πάντοτε ίση και αντίθετος της πράξεως»35.
Έτσι, επέρχεται η αρμονία και η ισορροπία μέσα στο σύμπαν.
Κατά τον Γαβριήλ Σιμονέτο, υπάρχουν
τρία είδη ατομικού Κάρμα. Εκτός από το «ατομικό» υπάρχει και το «οικογενειακό» και το «ομαδικό κάρμα ενός κράτους ή μίας φυλής»36.
Το Κάρμα, λέει, καθορίζει το σώμα που θα πάρουμε στην επόμενη ενσάρκωση (ωραίο,
υγιές, αρτιμελές κ.λπ.). ‟Το πώς θα ζήσουμε,
ο τρόπος και ο χρόνος και η διάρκεια της ζωής που θα ζήσουμε, ο γάμος, τα παιδιά, η κοινωνική αναγνώριση, οι τίτλοι τιμής, ο πλούτος,
τα χρήματα που θα αποκτήσουμε κ.λπ. Είναι προκαθορισμένα”. Ακόμη και την ώρα του ύπνου δημιουργούμε ‟Αστρικό Κάρμα”.
Η μόνη ώρα που δεν συσσωρεύουμε Κάρμα είναι η ώρα του διαλογισμού. Και καταλήγει
επισημαίνοντας τον παγκόσμιο χαρακτήρα του Κάρμα: ‟Άνθρωποι και ζώα αποτελούν μία μεγάλη οικογένεια που η ιστορία της είναι περίπλοκη και το κάρμα της αχώριστο και αυτή είναι η αιτία που οι άνθρωποι δεν πρέπει να σκοτώνουν, να κακομεταχειρίζονται και ακόμα να τρώνε τα ζώα. Το κάρμα είναι ένας νόμος παγκόσμιος
και περιλαμβάνει κάθε μονάδα ζωής μέσα στις αναρίθμητες περιοχές του σύμπαντος.
Ισχύει για κάθε οργανισμό και για κάθε υπαρκτό πράγμα, από τον κόκκο της άμμου
ως τα αστέρια του Γαλαξία”37.
Ο Ρόμπερτ Νάτζεμυ γράφει: «Πολλοί θα ξαφνιαστούν μαθαίνοντας πως οι ίδιοι
διάλεξαν το πλαίσιο της ζωής τους. Διάλεξαν να γεννηθούν σ’ αυτή την εποχή, σ’
αυτό το ορισμένο οικογενειακό περιβάλλον, κάτω από αυτές τις κοινωνικές και
εκπαιδευτικές συνθήκες»38. Ο Cooper, διαφοροποιούμενος
στο σημείο αυτό, αρνείται αυτή την «καρμική» οικογενειακή σχέση. Κατ’ αυτόν, «Κατά γενικόν κανόνα δεν εκλέγομε εμείς τους γονείς
στην αρχή κάθε ενσαρκώσεως». Γι’ αυτό φροντίζουν, όπως είδαμε πιο
πάνω«Οντότητες του Πνευματικού κόσμου». Εν τούτοις, μπορούμε να
επηρεάσουμε τις μελλοντικές σχέσεις μας με άλλα άτομα. Το γεγονός ότι μερικά
άτομα έλκονται μεταξύ τους με αμοιβαία αγάπη, ίσως δηλώνει ότι «είναι γονείς και παιδιά, αδελφοί, σύζυγοι ή
εραστές κλπ»39, (εννοείται, σε προηγούμενη ζωή τους).
Το Κάρμα λοιπόν προσδιορίζει την
παρούσα ζωή κάθε ανθρώπου πάνω στη γη, ο οποίος ξαναγεννιέται για να πληρώσει
εδώ, μέσα σε ένα νέο σώμα, για ό,τι άλλοτε έπραξε και συνέλεξε κατά τις «προβιωτές»40 του, για να απελευθερωθεί από ένα
τυραννικό φορτίο, ακόμη και όταν τίποτε από όσα ζει και πάσχει στην «παρούσα»
ζωή του δεν του θυμίζει κάτι από κάποια προηγούμενη δήθεν ύπαρξή του.
Οι δάσκαλοι της μετενσάρκωσης
υποστηρίζουν ότι αυτό το «σενάριο» της ζωής του κάθε άνθρωπος δεν πρέπει να
προσπαθήσει να το αλλάξει, είναι μάταιος κόπος. Πρέπει να αποδεχθεί να παίξει
τον ρόλο του, αφού η «ταινία» θα παιχθεί οπωσδήποτε, ώστε να μάθει το «μάθημα»
για να μπορέσει να προχωρήσει εξελικτικά σε μια επόμενη μετενσάρκωση. Επομένως, «Αδικία δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Εκείνοι
που μας‟αδικούν”, όπως εμείς νομίζουμε, είναι μόνον οι φορείς των πράξεων, που σύμφωνα με το ‟σενάριο” της δικής μας ταινίας ζωής, πρέπει να συμβούν για χάρη της δικής μας
εξέλιξης!»41.
Εκτός από το «ατομικό Κάρμα», υπάρχει, όπως είπαμε,
και το «ομαδικό
Κάρμα», Κάρμα οικογενειακό, υποφυλών, φυλών, χωρών, εθνών και «παγκόσμιο κάρμα σαν συνολικό άθροισμα όλων των
εθνικών»42. «Ό,τι
ισχύει για το Κάρμα για τον έναν άνθρωπο, και ό,τι μπορεί να εφαρμοστεί
ατομικά, ισχύει και για μια ομάδα ανθρώπων, μια χώρα και όλη την ανθρωπότητα»,
λέει ο Λάμα Λούντρουπ43. Το «ομαδικό
Κάρμα» έχει την αιτία
του στο«ατομικό Κάρμα». Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του, το κάθε
άτομο έλκεται προς το ένα ή το άλλο έθνος ή την φυλή. Τότε, «τα κυριότερα εθνικά χαρακτηριστικά παρουσιάζονται
ομαδικά στη σκηνή. Έτσι πλήθος Ρωμαίοι ενσαρκώνονται σήμερα σαν Άγγλοι και τα
ένστικτά τους τα επιχειρηματικά, τα επεκτατικά, τα κατακτητικά, τα κυριαρχικά
ξαναπαρουσιάζονται σα φυσικό ιδίωμα»44. Όταν το Κάρμα
των ανθρώπων, μέσα σε διάφορες φυλές, που διέπραξαν πράξεις κακές και
εγκληματικές, προβληθεί στο φυσικό πεδίο, τότε «γεννάει πολέμους, επαναστάσεις, κοινωνικές
αναταραχές και κάθε είδους εξεγέρσεις που χτυπάνε σαν ομαδικό κάρμα εκείνους
που γέννησαν τις καταστρεπτικές δυνάμεις κι απλώνουν τριγύρω την καταστροφή»45.
Τέλος, ο τρόπος απελευθέρωσης από το
Κάρμα, κατά την Μπαγκαβάτ-Γκιτά, είναι μια«πλήρης επιστήμη». Οι αντιδράσεις του
Κάρμα είναι μια «μόλυνση»,
είναι «όπως η σκόνη που
σκεπάζει τον καθρέπτη». Για να εξαληφθεί λοιπόν το Κάρμα πρέπει να
ακολουθήσει ο άνθρωπος μερικές «πρακτικές
τεχνικές». Μεταξύ αυτών η σπουδαιότερη, η πιο«εξαγνιστική» είναι να ψάλλει κάποιος τον «Μεγάλο Ύμνο της Απελευθέρωσης», το
μάντρα «Χάρε
Κρίσνα - Χάρε Κρίσνα - Κρίσνα Κρίσνα - Χάρε Χάρε - Χάρε Ράμα - Χάρε Ράμα - Ράμα
Ράμα - Χάρε Χάρε». Άλλες τεχνικές είναι, «Να μελετάει τακτικά τις Βεδικές Γραφές», «Να τρώει μόνο πνευματική φυτική τροφή… η απάρνηση
από το κρέας, το ψάρι και το αβγό», «η προσφορά των αποτελεσμάτων της εργασίας μας στον
Θεό… και μέρος των αποδοχών», η αποφυγή παράνομων ερωτικών σχέσεων «εξώγαμων ή και εντός του γάμου εάν ο σκοπός τους
δεν είναι η τεκνοποίηση» κ.ά.46.
1. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου,
Μετενσάρκωση ή Ανάσταση;, Β’ έκδ. Αθήνα 1995, σ. 9.
2. Έλ. Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της
Θεοσοφίας, σ. 144.
3. Papus: Μετενσάρκωση, σ. 19. Βλ. και
Κων. Πάγιου, ένθ. ανωτ., σ. 58.
4. Επιστρέφοντας, ένθ. ανωτ., σ. 126.
5. §22, παρά Αν. Μπεζάντ, Μετενσάρκωση,
ένθ. ανωτ., σ. 24.
6. Αυτόθι σ. 25.
7. Αυτόθι σσ. 38-39.
8. Αυτόθι, σσ. 91,44.
9. Irv. Cooper, μν. έργ., σ. 31.
10. Αυτόθι.
11. Λάμα Λουΐτζι Παπακωνσταντίνου, Πού
πηγαίνουν οι νεκροί - Η περιπέτεια της μετενσάρκωσης, περιοδ. ‟Άβατον”,
τ. 11, σ. 73.
12. Irv. Cooper, ένθ. ανωτ., σ. 55.
13. Αν. Μπεζάντ, ένθ. ανωτ., σσ. 77,
80.
14. Αυτόθι, σ. 104.
15. Ο Νικ. Μαργιορής κάνει λόγο για ‟πρωτόγονες ψυχές, που για λίγες μόνο φορές έχουν σηκωθεί και τις παλιές ψυχές, που αδιάκοπα σαρκώνονται και προχωρούν στο δρόμο της αιώνιας εξέλιξης των κόσμων και των όντων”, ένθ. ανωτ., σ. 390. Βλ. και Irving Cooper, μν. έργ., σ. 40.
16. Irv. Cooper, ένθ. ανωτ., σ. 80.
17. Cooper, ένθ. ανωτ., σ. 96.
18. Ρόμπ. Νάτζεμυ, ένθ. ανωτ., σ. 182.
19. Papus, ένθ. ανωτ., σ. 124.
20. Αν. Μπεζάντ, ένθ. ανωτ., σ. 120.
21. Irv. Cooper, ένθ. ανωτ., σ. 14.
22. Papus, ένθ. ανωτ., σ. 19.
23. Αυτόθι σ. 9.
24. Irv. Cooper, μν. έργ., σ. 111.
25. Αν. Μπεζάντ, ένθ. ανωτ., σ. 104
(δική μας υπογράμμιση).
26. Δημ. Νικολαΐδου, Η δύναμη του
Κάρμα, περιοδ. ‟Άβατον”, τ. 111, σ. 57.
27. Γαβρ. Σιμονέτου, ένθ. ανωτ., σ. 2.
28. Έλ. Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της
Θεοσοφίας, σ. 218.
29. Της ιδίας, Εις την χώραν των
γαλάζιων βουνών, μν. έργ., σ. 19.
30. Αν. Μπεζάντ, Το Κάρμα, σ. 61.
31. Fausta Leoni, Κάρμα, αληθινή
ιστορία μιας μετεμψύχωσης, σ. 10.
32. Δημ. Νικολαΐδου, ένθ. ανωτ., σ. 57.
33. Αυτόθι σ. 58.
34. Κων. Πέγιου, ένθ. ανωτ., σ. 59.
35. Ένθ. ανωτ., σ. 521.
36. Γαβρ. Σιμονέτου, ένθ. ανωτ.: το
αποθηκευμένο, το πεπρωμένο ή η μοίρα του ανθρώπου (κισμέτ) και το νέο, που
δημιουργείται στη διάρκεια κάθε ζωής.
37. Αυτόθι σ. 5.
38. Ρόμπ. Νάτζεμυ, ένθ. ανωτ., σ. 211.
Και ο Νικ. Μαργιορής γράφει: «Στις
υστερνές και τελευταίες της σαρκώσεις (η ψυχή) διαλέγει μόνη της πια πού θα
πέσει και ποιους
γονιούς θα έχει. Το τελευταίο όμως είναι σπανιότατο και δύσκολα
συμβαίνει.Συνηθέστατα άλλοι (σημ. Η Λευκή Ιεραρχία,
σ. 397.) διαλέγουν
τη φυλή, το έθνος, την πόλη και την οικογένεια που μέσα της θα πέσει για
μετενσάρκωση η πνευματοψυχή», μν. έργ.,
σ. 387.
39. Irv. Cooper, ένθ. ανωτ., σσ. 53-54.
40. Νικ. Μαργιορή, ένθ. ανωτ., σ. 386.
41. π. Αντ. Αλεβιζοπούλου, μν. έργ., σ.
127.
42. Έλ. Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της
Θεοσοφίας, ένθ. ανωτ., σ. 219.
43. Δημ. Νικολαΐδου, ένθ. ανωτ., σ. 58.
44. Αν. Μπεζάντ, Το Κάρμα, σ. 67. Και
οι ‟νεοπαγανιστές” υποστηρίζουν το ίδιο. Έτσι, υπάρχει και το Κάρμα της Ελλάδος, του Ιράκ και άλλων χωρών.
45. Αυτόθι σ. 70.
46. Επιστρέφοντας, Ο νόμος της
Μετεμψύχωσης, μν. έργ. σσ. 131-135. «Οι
νόμοι του κάρμα αναφέρουν ότι όποιος
σκοτώσει ένα ζώο για να το φάει, τότε στην επόμενη ζωή, ο φονέας θα σκοτωθεί
και θα φαγωθεί. Υπάρχει, επίσης και κάρμα για την αφαίρεση της
ζωής των φυτών, αλλά αυτό εξουδετερώνεται με την προσφορά του φαγητού στον
Κρίσνα, διότι έχει δηλώσει ότι θα δεχθεί αυτές τις φυτικές προσφορές. Θα πρέπει
επίσης να σταματήσει κανείς τα ναρκωτικά στα οποία περιλαμβάνεται ο καφές, το
τσάι, το αλκοόλ και το τσιγάρο», σ. 133.
(γ’ μέρος)
Με όσα αναφέραμε μέχρι τώρα για τη δοξασία της μετενσάρκωσης και το Κάρμα, μπορούμε να πούμε συνοπτικά ότι, στην πραγματικότητα, η δοξασία αυτή «δεν οδηγεί στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου, αλλά στην εξουδετέρωσή της· δεν καλλιεργεί τις σχέσεις αμοιβαίας ευθύνης και αγάπης ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά τον ατέρμονα εγωκεντρισμό. Η πίστη αυτή δεν γνωρίζει έλεος και απειλεί τα θεμέλια ολόκληρης της κοινωνίας και του πολιτισμού μας»1.
Στη συνέχεια θα φωτίσουμε μερικές ακόμη πτυχές της αντιχριστιανικής αυτής δοξασίας, η οποία συχνά προκαλεί σύγχυση ακόμη και μεταξύ Ορθοδόξων χριστιανών.
6. Ένα σοβαρό και δύσκολο πρόβλημα για τους «μετενσαρκωτές»
Η μεγαλύτερη δυσκολία και αμφισβήτηση που αντιμετωπίζει η δοξασία της μετενσάρκωσης είναι το άλυτο πρόβλημα της λήθης. Οι ίδιοι οι θεωρητικοί της δοξασίας αυτής αποδέχονται ότι το άτομο, κατά τη νέα του ζωή συνοδεύεται από έλλειψη «μνήμης» της προηγούμενης ζωής του, η των ζωών του.
Η Τεκτονική Εγκυκλοπαίδεια, στηριζόμενη κυρίως στον Papus, επιδιώκει να υπερπηδήσει τη δυσκολία αυτή συνοψίζοντας εν προκειμένω όλους τους ισχυρισμούς και τις απόψεις των «μετεμψυχωτών»: «Το μετενσαρκούμενον εγώ δεν διατηρεί φυσικά συγκεκριμένην ανάμνησιν των προγενεστέρων του υπάρξεων, διότι αύτη αποθηκεύεται έξω του κύκλου της φυσικής του συνειδήσεως και εντός του αμεταβλήτου εγώ. Η αμνησία αύτη αποτελεί ευεργέτημα διά να μην έχη η ψυχή συνείδησιν της αμαρτωλής της ίσως ιστορίας κατά την επί της γης ανακύκλωσίν της, σκοπούσαν την τελικήν της εξάγνισιν. Η ανάμνησις εν τούτοις προηγουμένων βιώσεων είναι δυνατόν να επανέλθη εις ωρισμένα και ολίγα μόνον άτομα, τα περισσότερα των άλλων εξελιχθέντα, τα οποία διά μακράς προπονήσεως αναπτύσσουν δύναμιν ενοράσεως»2. Η λήθη είναι«αναπόφευκτη αναγκαιότητα για να αποφευχθεί η αυτοκτονία». Γι’ αυτό, το «πνεύμα»πρέπει να πιει «από το νερό της Λήθης πριν επιστρέψει στη γη». Αυτό είναι «δείγμα πρόνοιας και διευκολύνει την εξέλιξη»3.
Τότε όμως παραμένει το ερώτημα: Αν είναι «ευεργέτημα» να μην έχει η συνείδηση τη μνήμη της αμαρτωλότητάς της σε μια δήθεν προηγούμενη ζωή της, τότε πώς θα «πληρώσει», θα «εξοφλήσει» το «κακό κάρμα» της που την επανέφερε σε μια νέα ενσωμάτωση;
Η θεοσοφίστρια Μπλαβάτσκυ υποστηρίζει ότι τα φυσικά στοιχεία του ανθρώπου«διαλύονται μετά το θάνατο μαζί μ’ όλα τα συστατικά τους, αφανίζεται λοιπόν κι η μνήμη μαζί με τον εγκέφαλο»4.
Η άλλη θεοσοφίστρια, η Μπεζάντ, διαφοροποιείται εν μέρει: «Το ‟Εγώ”, το αληθινό ‟Εγώ” θυμάται. Ο άνθρωπος-κτήνος είναι αυτός που δεν μπορεί να θυμηθεί τα περασμένα, αφού δεν έφθασε σε τέλεια ανταπόκριση με τον ‟αληθινό εαυτό” του». Τότε μόνο θα θυμηθεί, όταν το νέο προσωπικό εγώ ενωθεί με το αιώνιο «Εγώ» και συνταυτιστεί μ’ αυτό (τον «Δονητή»)5.
Ο Νικ. Μαργιορής επιδιώκει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με πιο πρακτικό, περίεργο τρόπο: «υπάρχει ο φόβος ο αναμιμνησκόμενος των προηγούμενων ζωών του, να πληροφορηθεί και όχι πολύ ωραία πράγματα που έκανε σ’ αυτούς τους προηγούμενους βίους. Θα μάθει μια αλήθεια που δεν θα είναι ούτε ευχάριστη ούτε βοηθητική για την παρούσα του εξέλιξη-ζωή… η σαρκούμενη ψυχή πρέπει να μείνει απερίσπαστη και ανεπηρέαστη στις σχέσεις της με τους ανθρώπους που έχουν παίξει σπουδαίο ρόλο στη ζωή ή πρόκειται να παίξουν. Είναι φυσικότατο, όταν κανείς υπεύθυνα πια πληροφορηθεί για τις προβιωτές του, να τοποθετηθεί ανάλογα απέναντι σε ζώντες σήμερα συνανθρώπους, που τότε τον αδίκησαν, τον συκοφάντησαν, τον φυλάκισαν, το φόνευσαν πιθανώς κτλ. Αυτή η εκ των υστέρων τοποθέτηση δημιουργεί αναστολή σ’ όλη την εξέλιξη ενώ η λησμονιά είναι μεγάλη δύναμη που βοηθά τον άνθρωπο να μείνει ανεπηρέαστος στο έργο της εξέλιξής του»6.
Αντί άλλης απάντησης, μεταφέρουμε εδώ την παρατήρηση του Επίκουρου στη θεωρία των Πυθαγορίων για την μετεμψύχωση, όπως την καταγράφει ο Cooper: «Ο Επίκουρος έχει αντιταχθή προς τη θεωρία του Πυθαγορισμού λέγοντας ότι, εφόσον η ψυχή δεν διατηρεί την ανάμνηση των περασμένων υπάρξεων και καμμία προσωπική ταυτότης ενσυνείδητος δεν κατοικεί μέσα στην όλη σειρά των επαναγεννήσεων, οι συνέπειες των πράξεων επιπίπτουν κατ’ ανάγκην σε μια άλλη οντότητα, που δεν γνωρίζει την αιτία της τιμωρίας της και συνεπώς δεν γίνεται ούτε καλύτερη, ούτε σοφώτερη με το να έχη τιμωρηθή»7.
Είναι πάντως απορίας άξιο, πώς η ψυχή που «έκρινε» ότι πρέπει να μετενσαρκωθεί, άρα είχε συναίσθηση της πνευματικής της κατάστασης και της ανάγκης επανενσωμάτωσής της, και επομένως θυμόταν το Κάρμα της, χάνει κάθε ανάμνηση κατά τη νέα της «ζωή» και άρα αγνοεί και τον λόγο της νέας μετενσάρκωσής της και της ενδεχόμενης ταλαιπωρίας της υφισταμένη ένα κακό Κάρμα! Πώς είναι δυνατόν να υπάρξει τιμωρία ή διαπαιδαγώγηση, όταν δεν υπάρχει η συναίσθηση κάποιων παραβάσεων για τις οποίες ήλθε να πληρώσει και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια, ίσως και αιώνες; Είναι σαν να διέπραξε κάποιο παιδί της πρώτης τάξης ένα σφάλμα κι εμείς να τιμωρούμε πάλι ένα παιδί της πρώτης τάξης μετά από δύο έτη. Το εντυπωσιακό είναι ότι οι «μετενσαρκωτές» κάνουν λόγο για «επιστήμη» και «λογική» απάντηση στους προβληματισμούς του ανθρώπου!
Στο ίδιο κεφάλαιο της «μνήμης» και της «λήθης» εντάσσονται, τέλος, και οι αποκαλούμενες «αναδρομές» ή «ανάδρομη ύπνωση», με τις οποίες επιδιώκεται, μέσω τεχνητής ύπνωσης, να θυμηθεί ο υπνωτιζόμενος παλαιότερες δήθεν ζωές του, αποδεικνύοντας έτσι αληθινή την μετενσάρκωση8. Εκτός βέβαια από τις βάσιμες, από επιστημονικής πλευράς, αμφισβητήσεις των τεχνικών αυτών και των εμπειριών που τάχα αυτές προβάλλουν, είναι και μερικοί θεωρητικοί της μετενσάρκωσης που κάνουν λόγο για «φαντασίες». Ο ίδιος ο Papus, αναφερόμενος στις πνευματιστικές συγκεντρώσεις, παρατηρεί ότι εκεί ο υπνωτιζόμενος «προσπαθεί να φαντασθεί ποιος ήταν και συνήθως φαντάζεται πως ήταν ένα αξιόλογο άτομο, υψηλής κοινωνικής θέσεως και ισχύος… βλέπει κανείς ελάχιστους δολοφόνους, μέθυσους, μικρεμπόρους ή υπηρέτες να επανασαρκώνονται. Πάντα υπάρχει ένας Ναπολέων… ο Λουδουβίκος 16ος… διάσημοι Φαραώ…»9. Και συμπεραίνει: «πλήθος ατόμων οραματίζεται και ισχυρίζεται ότι είναι επανενσάρκωση του Χριστού επί της γης… Αυτά είναι τα λάθη της ημιμάθειας που… δαιμονίζουν τα καλύτερα μυαλά και τα κάνουν να παρεκτρέπονται ηθικά ή διανοητικά, ανάλογα με την περίπτωση»10.
Και ο γκουρού Σρι Σρίμαντ, αναφερόμενος σε μια περίπτωση «υπνωτικής αναδρομής», βεβαιώνει ότι «Εν τούτοις μεταγενέστερη έρευνα απέδειξε ότι όλη αυτή η δραματική ιστορία ήταν φανταστική»11.
Πέραν όμως του αποκρυφιστικού και φανταστικού χαρακτήρα των λεγομένων«αναδρομών», έχει διαπιστωθεί σε μερικές περιπτώσεις, από έγκυρους επιστήμονες, όπως από τον ειδικά ασχοληθέντα με την μετενσάρκωση καθηγητή του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια Ίαν Στήβενσον, και η παρουσία δαιμονικών στοιχείων. Αυτό επιβεβαίωσε με επιστολή του στον Στήβενσον και ινδουιστής δάσκαλος, γράφοντάς του ότι «καμμιά από τις περιπτώσεις που είχε καταγράψει δεν ήταν περίπτωση μετενσάρκωσης, αλλά ήταν περιπτώσεις κατάληψης από πνεύματα»12.
7. Αυθαίρετοι ισχυρισμοί
Οι εκπρόσωποι της μετενσάρκωσης, παραρμηνεύοντας εδάφια της Αγίας Γραφής και τους λόγους των Πατέρων της Εκκλησίας, ισχυρίζονται ότι είναι και χριστιανική διδασκαλία. Τα σπουδαιότερα εδάφια, τα οποία επικαλούνται για να στηρίζουν αυθαίρετα τους ισχυρισμούς τους, είναι τα ακόλουθα:
α) Ιωάννης - Ηλίας
Ματθ. ια’ 14: «καί εἰ θέλετε δέξασθαι, αὐτός ἐστίν Ἠλίας ὁ μέλλων ἔρχεσθαι». Και Ματθ. ιζ’ 12-13, (σε συσχετισμό με το Μάρκ. Θ’13): «Ἠλίας ἤδη ἦλθε, καί οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, καί ἐποίησαν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν… Τότε συνῆκαν οἱ μαθηταί ὅτι περί Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς».
Ο λόγος στα εδάφια αυτά είναι περί του Προδρόμου Ιωάννου, τον οποίο ο Κύριος χαρακτηρίζει ως τον «ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζονα» (Ματθ. ια΄11). Ισχυρίζονται, λοιπόν, ότι στα εδάφια αυτά εμφανίζει ο Κύριος τον Ιωάννη ως μετενσάρκωση του Προφήτη Ηλία.
Όμως, ο Κύριος στα εδάφια αυτά ταυτίζει και δεν ταυτίζει τον Ιωάννη με τον Ηλία. Αφ’ ενός μεν, λέει ότι «Ἠλίας μέν ἔρχεται πρῶτον καί ἀποκαταστήσει πάντα» (Ματθ. ιζ’ 11), δείχνοντας τα έσχατα και τα γεγονότα προ της Β’ Παρουσίας Του. Διαχωρίζει έτσι τον Ηλία από τον Ιωάννη, ο οποίος είχε ήδη έλθει, χωρίς να έχει «ἀποκαταστήσει πάντα». Στη συνέχεια λέει ο Κύριος: «λέγω δέ ὑμῖν ὅτι Ἠλίας ἤδη ἦλθε καί οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν». Πώς λοιπόν πρέπει να εννοηθούν οι λόγοι αυτοί του Κυρίου;
Είχε προφητευθεί από τον Προφήτη Μαλαχία ότι «Καί ἰδού ἐγώ ἀποστελῶ ὑμῖν Ἠλίαν τόν Θεσβίτην, πρίν ἤ ἐλθεῖν τήν ἡμέραν Κυρίου τήν μεγάλην καί ἐπιφανῆ, ὅς ἀποκαταστήσει καρδίαν πατρός πρός υἱόν καί καρδίαν ἀνθρώπου πρός τόν πλησίον αὐτοῦ, μή ἐλθών πατάξω τήν γῆν ἄρδην» (Μαλαχ. δ’ 4-5).
Και ο άγγελος του Κυρίου, προαναγγέλλοντας την γέννηση του Ιωάννου στον Ζαχαρία, του είπε ότι: «Καί αὐτός προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι καί δυνάμει Ἠλιοῦ»(Λουκ. α’ 17), δηλαδή θα έλθη με τα ίδια χαρίσματα και την δύναμη του Ηλία.
Επομένως, η «ημέρα Κυρίου η μεγάλη και επιφανής» δεν είναι η ενσάρκωση του Λόγου, η επί γης Επιφάνεια του Χριστού, πρόδρομος της οποίας ήταν ο Ιωάννης αλλά η «ημέρα Κυρίου», η Β’ Παρουσία του Χριστού, προ της οποίας θα «έλθη» ο ιστορικός Ηλίας της Παλαιάς Διαθήκης (βλ. και Αποκ. ια’ 3-10).
Κατά τους ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης και μάλιστα τον ιερό Χρυσόστομο, ο Κύριος ονομάζει Ηλία τον Ιωάννη λόγω της ομοιότητος του έργου του με το έργο του Ηλία. Αλλά και ο παρεξηγημένος Ωριγένης γράφει εν προκειμένω: «Ἠλίας οὖν ὁ Ἰωάννης οὐ διά τήν ψυχήν λέλεκται, ἀλλά διά τό πνεῦμα καί τήν δύναμιν, ἅτινα οὐδέν λυπεῖ τόν Ἐκκλησιαστικόν λόγον»13. Όπως λοιπόν ο Ιωάννης ήλθε ως Πρόδρομος της Α’ Παρουσίας του Χριστού, έτσι και ο Ηλίας θα έλθη ως πρόδρομος της Β’ Παρουσίας του Χριστού.
Άλλωστε, ο Προφήτης Ζαχαρίας δηλώνει και την πατρίδα του Ηλία, ονομάζοντάς τον«Θεσβίτην». Και βεβαίως, ο Πρόδρομος δεν ήταν «Θεσβίτης». Ακόμη, συμπληρώνει ο Ζαχαρίας, κάτι που υπογραμμίζει και ο Κύριος, ότι θα επαναφέρει τους Ιουδαίους στην ορθή πίστη, γεγονός που δεν συνέβη επί Ιωάννου.
Τέλος, πρέπει να υπογραμμίσουμε δύο ακόμη σημεία: 1) ο Ηλίας, κατά την Αγία Γραφή, δεν πέθανε, για να μετενσαρκωθεί ως Πρόδρομος. Η μετενσάρκωση όμως ακολουθεί τον φυσικό θάνατο, και το κυριώτερο: 2) Ο ίδιος ο Πρόδρομος Ιωάννης, ερωτηθείς από τους Ιουδαίους αν είναι ο Ηλίας τον οποίον ανέμεναν, απάντησε: «οὐκ εἰμί» (Ιωάν. α’ 21).
Επομένως, τόσο από τα προηγούμενα εδάφια, αλλά ιδιαιτέρως από το τελευταίο αυτό το εδάφιο αποδεικνύονται ως ψευδείς οι ισχυρισμοί των «μετενσαρκωτών»14.
β) Χριστός και Αβραάμ - «Χριστός» προ του Χριστού15;
Ιωάν. η’ 58: «πρίν Αβραάμ γενέσθαι ἐγώ εἰμί».
Οι οπαδοί της μετενσαρκώσεως, παρερμηνεύοντας το εδάφιο, ισχυρίζονται ότι «βλέπουν» σ’ αυτό ότι ο Ιησούς είχε ζήσει μια άλλη ζωή, προ του Αβραάμ.
Βεβαίως, εδώ ο Κύριος θέλει να διδάξει ότι ο Ίδιος, δεν είναι ένας απλός άνθρωπος, αλλά ότι ως Θεός υπάρχει αιωνίως, ακόμη και προ του Αβραάμ, του γενάρχη των Εβραίων.
γ) Ο εκ γενετής τυφλός:
Ιωάν. θ’ 1-7: «Ραββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἤ οἱ γονεῖς αὐτοῦ ἵνα τυφλός γεννηθῇ;». Αλλά και το εδάφιο αυτό τίποτε δεν λέει περί μετενσαρκώσεως. Οι Ιουδαίοι εξέφρασαν στον Κύριο την απορία τους γι’ αυτό που έβλεπαν. Δεν ερωτούσαν αν στον τυφλό συνέβαινε «ο νόμος του Κάρμα», αφού ούτε στην Παλαιά Διαθήκη μπορεί να στηριχθεί η δοξασία αυτή, ούτε οι Εβραίοι πίστευαν στη μετενσάρκωση.
Εξ άλλου ο ίδιος ο Κύριος, στην απάντησή του, ουσιαστικά ακυρώνει τον ισχυρισμό των οπαδών της μετενσαρκώσεως. «Οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τά ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ». Ο τυφλός, δηλαδή, δεν «πλήρωνε» κάποιο κακό Κάρμα προηγούμενης ζωής του. Σκοπός της περιπέτειάς του ήταν να αποκαλυφθεί στους ανθρώπους η δύναμη και η αγάπη του Θεού, και όχι να τιμωρηθεί ως τυφλός. Ο Κύριος τονίζει το αποτέλεσμα που θα προκύψει από την ασθένεια του τυφλού και όχι την αιτία, που δεν υπήρχε16.
δ) Ο Παύλος
Γαλ. στ’ 8-9: «ὅ γάρ ἐάν σπείρῃ ἄνθρωπος τοῦτο καί θερίσει».
Του εδαφίου αυτού γίνεται συχνότατη και δυναμική χρήση. Οι υπέρμαχοι της μετενσάρκωσης ισχυρίζονται ότι οι λόγοι αυτοί του Παύλου αποτελούν «επιτομή του Νόμου του Κάρμα»17.
Όμως, από την μελέτη του όλου εδαφίου, εξάγεται ότι ο Παύλος εδώ διδάσκει ότι όποιος ενεργεί κατά τις επιθυμίες της σαρκός, ο ίδιος θα θερίσει αιώνια κόλαση. Τίποτε περισσότερο.
ε) Πατέρες και Εκκλησιαστικοί συγγραφείς
Οι υπέρμαχοι της μετενσάρκωσης, ανατρέποντας και κατακρεουργώντας κυριολεκτικά τα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, εμφανίζουν περισσότερους από δεκατέσσερις Πατέρες της Εκκλησίας (από τους επιφανέστερους) να ενστερνίζονται και να διδάσκουν την μετενσάρκωση18. Ιδιαιτέρως επιμένουν υποστηρίζοντας ότι ο Ωριγένης (185-254 μ.Χ.) και ο ι. Αυγουστίνος (354-430 μ.Χ.), υπήρξαν υπέρμαχοι της δοξασίας αυτής. Όμως, από την μελέτη των πατερικών κειμένων προκύπτει ότι, όχι μόνον κανείς απ’ αυτούς δεν αποδέχεται την αντιγραφική και αντιχριστιανική αυτή κακοδοξία, αλλά και καταδικάζουν κάθε σκέψη γι’ αυτή.
Στα πλαίσια της σύντομης αυτής εργασίας μας είναι αδύνατο να επεκταθούμε στο κεφάλαιο αυτό. Επειδή όμως, ειδικά για τον Ωριγένη, ισχυρίζονται ότι η Ε’ Οικουμενική Σύνοδος (553 μ.Χ.), με την επέμβαση του Ιουστινιανού, τον κατεδίκασε γι’ αυτή την ιδέα του, ανατρέποντας έτσι την μέχρι τότε αποδοχή της δοξασίας αυτής από την Εκκλησία, θα αναφερθούμε πολύ σύντομα στο θέμα αυτό.
Πρωτίστως, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η καταδίκη του Ωριγένη είχε γίνει δέκα έτη προ της Ε’ Οικουμενικής Συνόδου, από την ενδημούσα Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως (543 μ.Χ.). Στην Ε’ Οικουμενική Σύνοδο καταδικάστηκαν τα έργα του Ωριγένη (Ωριγενισμός) και οι κακοδοξίες του περί προΰπαρξης των ψυχών, αποκατάστασης των πάντων και μερικές χριστολογικές αποκλήσεις του. Πουθενά στα Πρακτικά της Συνόδου δεν υπάρχει και η ελάχιστη αναφορά στη μετενσάρκωση.
Εξ άλλου, ο ίδιος ο Ωριγένης σε πολλά σημεία των συγγραμμάτων του, απορρίπτει και καταδικάζει την κακοδοξία αυτή, αποκαλώντας την «μετενσωμάτωσιν». Θα περιοριστώ σε δύο μόνον φράσεις του: «…Ἐν τούτοις Ἠλίας οὐχ ἡ ψυχή (Ἠλίου) δοκεῖ μοι λέγεσθαι, ἵνα μή ἐμπίπτω εἰς τό ἀλλοτριον τῆς ἐκκλησίας του Θεοῦ περί μετενσωματώσεως δόγμα, οὔτε παραδιδόμενον ὑπό τῶν ἀποστόλων οὔτε ἐμφαινόμενον ὑπό τῶν γραφῶν»19.
Και στο «Κατά Κέλσου» γράφει: «Τούς πεποιθότας τήν περί μετενσωματώσεως ἄνοιαν ἀπό ἰατρῶν, τῶν καταβιβαζόντων τήν λογικήν φύσιν ὁτέ μεν ἐπί τήν ἄλογον πᾶσαν ὁτέ δε καί ἐπί τήν ἀφάνταστον θεραπεύωμεν»20.
(το τέλος, στο επόμενο)
______________________________
1. π. Αντ. Αλεβιζοπούλου, μν. έργ., Μετενσάρκωση ή Ανάσταση, σ. 127.
2. Ένθ. ανωτ. σ. 607. Βλ. και Papus, ένθ. ανωτ. σ. 125.
3. Papus, αυτόθι, σσ. 100, 125.
4. Έλ. Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της Θεοσοφίας, σ. 143. Βλ. και της ιδίας, Εις την χώραν των γαλάζιων βουνών, μν. έργ. σ. 40.
5. Αν. Μπεζάντ, Μετενσάρκωση, σσ. 46, 47.
6. Νικ. Μαργιορή, μν. έργ., σσ. 388-389.
7. Irv. Cooper, μν. έργ. σ. 86.
8. Βλ. περισσότερα, π. Βασ. Γεωργοπούλου, Μετενσάρκωση (Μια ακόμα διδαχή του όφεως), περιοδ. Εφημέριος, Μάιος 2005, σ. 4.
9. Papus, ένθ. ανωτ., σ. 101.
10. Αυτόθι, σ. 102. Ο Papus υποστηρίζει ότι «Ο Χριστός [πρόκειται περί της ‟χριστικής” κατάστασης και όχι περί του ιστορικού Ιησού Χριστού] έχει ένα ‟οίκο” όπου υπάρχουν εκατομμύρια πνεύματα. Κάθε φορά που κάποιο πνεύμα από αυτά επανενσαρκώνεται, υπακούει επάνω στη γη στον ακόλουθο νόμο: 1ο Είναι ο πρωτότοκος της οικογένειάς του. 2ο Ο πατέρας του ονομάζεται πάντοτε Ιωσήφ και η μητέρα του ονομάζεται πάντοτε Μαρία ή έχουν το όνομα που αντιστοιχεί αριθμολογικά σε άλλη γλώσσα με αυτά τα δύο ονόματα», αυτόθι.
11. Επιστρέφοντας, ένθ. ανωτ. σ. 117-118.
12. Βλ. π. Βασ. Γεωργοπούλου, μν. έργ., καθώς και τις σχετικές παραπομπές, σ. 5.
13. Ωριγένη, Εις το κατά Ματθ. τ. ιγ’ 2. ΒΕΠΕΣ τ. 13, σσ. 167, 26-30.
14. Αλλά και το εδάφιο Λουκ. θ’ 7-8, δεν έχει καμμία σχέση με την μετενσάρκωση, κάνει μάλιστα λόγο για «ανάσταση» του Ιωάννη, ή κάποιου από τους προφήτες και επομένως ανατρέπει την δοξασία αυτή.
15. Σχετικό είναι και το Ματθ. ιστ’ 13-14, το οποίο οι οπαδοί της μετενσάρκωσης επίσης διαστρεβλώνουν: «Τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου».
Ισχυρίζονται τελείως αβάσιμα ότι σ’ αυτή την ερώτηση ο Χριστός ήθελε να μάθει ποιος νόμιζαν οι Ιουδαίοι ότι ήταν σε προηγούμενη μετενσάρκωσή του. Τον θέλουν μάλιστα ως έναν άνθρωπο που έφθασε στην τελείωση και ήλθε πλέον σε εκούσια μετενσάρκωση. Ο Κύριος, με τον τρόπο αυτό, ήθελε να καταργήσει την πλανημένη γι’ Αυτόν γνώμη των Ιουδαίων (ως του εγκοσμίου Μεσσία) και να διδάξει τους μαθητές Του ποιος πραγματικά ήταν.
16. Βλ. περισσότερα στο π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, μνημ. έργ. σ. 85.
17. Βλ. περιοδ. «Παραψυχολογία», Ιούν. 1980, σ. 93.
18. Βλ. Γαβρ. Σιμονέτου, μνημ. έργ. σ. 9 εξ.
19. Ωριγένη, Εις το κατά Ματθ. τομ. ιγ’ 1, ΒΕΠΕΣ τ. 13, σσ. 162, 20-28.
20. Του ιδίου, Κατά Κέλσου Γ’ LXXV, ΒΕΠΕΣ, τομ. 9, σ. 228, 36-38. Και σε άλλο σημείο γράφει: «Ὅρα δέ καί τήν διαφοράν τοῦ αἰτίου τῆς τῶν ἐμψύχων ἀποχῆς τῶν ἀπό τοῦ Πυθαγόρου καί τῶν ἐν ἡμῖν ἀσκητῶν. ἐκεῖνοι μέν γάρ διά τόν περί ψυχῆς μετενσωματωτουμένης μῦθον ἐμψύχων ἀπέχονται· …ἡμεῖς δέ κἄν τό τοιοῦτον πράττωμεν, ποιοῦμεν αὐτό, ἐπεί ὑπωπιάζομεν τό ‟σῶμα” καί δουλαγωγοῦμεν», του ιδίου, αυτόθι Ε’ XLIX, ΒΕΠΕΣ, τομ. 10, σ. 47, 13-20. Βλ. του ιδίου, Περί Αρχών, κεφ. VIII, 4, τόμ. 11. στ. 180.
Διάλογος
ΙΟΥΛΙΟΣ - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2015
ΤΕΥΧΟΣ 81
ΤΕΥΧΟΣ 81
impantokratoros.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου