ΑΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑΙ ΑΜΑΡΤΙΑΙ (ΠΟΡΝΕΙΑ-ΜΟΙΧΕΙΑ-ΣΟΔΟΜΙΣΜΟΣ)
Εἶπε ὁ Ἁββᾶς Μακάριος, ὅτι ὅταν ἦλθα στὴν Κωνσταντινούπολη μοῦ γεννήθηκε ἡ ἐπιθυμία νὰ τὴν γνωρίσω. Καὶ περπατώντας σὲ κάποια γειτονιὰ, καὶ ἡ συνείδησή μου βεβαιώνει τὴν ἀλήθεια γιὰ ὅσα λέγω, βλέπω μὲ τὰ νοητὰ μάτια, τὰ ὁποῖα μοῦ δώρησε ὁ Κύριος γιὰ νὰ κατανοῶ τὰ θαυμάσιά του, βλέπω κάποιον ἄνθρωπο, σὰν νὰ ἦταν εὐνοῦχος καὶ νὰ στέκεται ἔξω ἀπὸ πορνικὸ καταγώγιο. Φαινόταν πολὺ στενοχωρημένος καὶ ἔκρυβε μὲ τὶς δύο παλάμες τὸ πρόσωπό του, καὶ ἔκλαιγε ἔτσι ποὺ νόμιζες ὅτι καὶ ὁ οὐρανὸς θρηνοῦσε μαζί του.
Ἀφοῦ τὸν πλησίασα τὸν ρώτησα. Ποιὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τέτοιο θρῆνο καὶ τόση στενοχώρια; Καὶ γιατί δὲν φεύγεις ἀπὸ ἐδῶ, ποὺ εἶναι καταγώγιο πορνῶν καὶ ἀσελγῶν γυναικῶν; Πές μου, σὲ παρακαλῶ, διότι προκαλεῖ μεγάλη συμπάθεια ὁ θρῆνος σου.
Τοῦ λέγω τότε ἐγώ. Καὶ γιατί δὲν τὸν νουθετεῖς καὶ διδάσκεις νὰ ξεφύγῃ ἀπὸ τὸ σκοτάδι αὐτῆς τῆς ἁμαρτίας;
Καὶ μοῦ εἶπε ὁ Ἄγγελος. Ἐπειδὴ δὲν ἔχω περιθώρια νὰ τὸν πλησιάσω, διότι ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἀρχίσῃ νὰ διαπράττῃ τὴν ἁμαρτία γίνεται δοῦλος τῶν δαιμόνων, καὶ δὲν ἔχω καμμία ἐξουσία πάνω του.
Καὶ πάλι λέγω πρὸς αὐτόν. Ἀπὸ ποῦ γίνεται φανερὸ ὅτι δὲν ἔχεις καμμία ἐξουσία πάνω του, ἀφοῦ ὁ Θεός σου τὸν ἐμπιστεύθηκε;
Μοῦ εἶπε ὁ Ἄγγελος. Ὁ Θεός μας, ποὺ εἶναι ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος, ἔκανε τὸν ἄνθρωπο αὐτεξούσιο καὶ τὸν ἄφησε νὰ πορεύεται τὴν ὁδὸ ποὺ τοῦ ἀρέσει, ἀφοῦ πρῶτα τοῦ ἔδειξε καὶ τὶς δύο ὁδοὺς, τὴν στενὴ δηλαδὴ καὶ τὴν πλατιά. Καὶ βεβαίως ἀφοῦ πρῶτα τοῦ φανέρωσε τὸ τέρμα καὶ τῶν δύο ὁδῶν, ὅτι δηλαδὴ τὸ βάδισμα τῆς στενῆς καὶ θλιμμένης ὁδοῦ περνάει μέσα ἀπὸ πόνους προσωρινὰ, ἀλλὰ ὁδηγεῖ στὴν ἀτελεύτητη μέσα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων ἀνάπαυση, ἡ δὲ πλατιὰ στὴν αἰώνια κόλαση καὶ στὸ πῦρ τῆς γεέννης καὶ σὲ ὅλες τὶς ἄλλες τιμωρίες. Ἑπομένως τί ἄλλη νουθεσία μένει νὰ κάνω ἐγὼ στὸν δικό μου ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο μοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς νὰ σκεπάζω; Ἐξ ἄλλου ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ Θεός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος νουθετεῖ καὶ παρακαλεῖ καὶ τοὺς διδάσκει ὅλους νὰ μὴ μετέχουν σὲ αἰσχρὲς πράξεις, καὶ μόλις κάποιοι σπανίως σκέπτονται μὲ σεβασμὸ τᾶ θεῖα του λόγια.
Τοῦ λέγω πάλι. Γιατί σηκώνῃς μὲ κλάματα τὰ χέρια σου πρὸς τὸν οὐρανό;
Μοῦ ἀπαντάει ὁ Ἄγγελος. Βλέπω δαίμονας νὰ τὸν ἔχουν κυκλώσει καὶ νὰ τὸν κρατᾶνε, ἄλλους νὰ τραγουδᾶνε καὶ ἄλλους νὰ γελᾶνε χαρούμενοι, καὶ γι᾿ αὐτὸ κλαίγοντας καὶ ἀλαλάζοντας σήκωσα τὰ χέρια μου σὲ προσευχὴ πρὸς τὸν Θεὸ, γιὰ νὰ λυτρώσῃ τὸ πλᾶσμα του ἀπὸ τοὺς δαίμονες. Καὶ νὰ μοῦ δωρήσῃ μία ἡμέρα νὰ χαρῶ γιὰ τὴν μετάνοιά του καὶ τὴν ἐπιστροφὴ ἀπὸ τὰ ἔργα του, γιὰ τὴν ἐξομολόγησή του, καὶ νὰ μὲ ἀξιώσῃ νὰ παραδώσω τὴν ψυχή του, μετὰ ἀπὸ ἐξομολόγηση καὶ μετάνοια, ἀψεγάδιαστη καὶ καθαρὴ στὸν Κύριο, χωρὶς καμμία κατηγορία στὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀφοῦ μοῦ τὰ εἶπε αὐτὰ ἔγινε ἄφαντος ἀπὸ μπροστά μου ὁ Ἄγγελος. Σᾶς λέγω λοιπὸν, ἀδελφοί μου, πὼς γνωρίζω μὲ ἀκρίβεια ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλη πιὸ βρωμερὴ ἁμαρτία, παρὰ μόνον ἡ πορνεία καὶ ἡ μοιχεία καὶ ἡ καταραμένη τῶν Σοδόμων. Καὶ ἐὰν θέλῃ νὰ μετανοήσῃ αὐτὸς ποὺ σέρνεται σὲ αὐτὲς τὶς ἁμαρτίες, τὸν δέχεται ὁ Θεὸς μὲ περισσότερη καὶ μεγαλύτερη θερμότητα ἀπὸ ὅλους τοὺς ἁμαρτωλοὺς, διότι τὸ πάθος εἶναι τῆς δικῆς μας ἐπιλογῆς, ἀλλὰ τὸ πολλαπλασιάζει ὁ διάβολος μὲ τοὺς ἐρεθισμούς. Καὶ ἐὰν κάποιος θέλει νὰ ἀπαλλαγῇ ἀπὸ αὐτὰ τὰ πάθη μπορεῖ νὰ τὰ ξηράνῃ μὲ τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴν ἐγκράτεια.
(Μακαρίου Αιγυπτίου, Πράξεις, ΡG 34, 221Α-224Β)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου