80 ΧΡΟΝΙΑ
ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΣΜΟΥ- ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
1924-2004
ΑΠΟΣΧΙΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΙΣ ΕΙΣ
ΤΗΝ ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΝ ΤΟΥ
ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΑΘΕΟΥ
ΕΒΡΑΙΟΔΙΩΝΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ-ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
“Οί δέ Σχισματικοί
Σχισματοαιρετικοί είσί” “Τό
Σχίσμα κακώς διαμένον γίνεται ΑΙΡΕΣΙΣ ή
καταφέρεται είς ΑΙΡΕΣΙΝ”
(Βλέπε ύποσημείωσιν είς Α' καν. Μεγ.Βασιλείου, Πηδάλιον,
σελίς 589)
ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΕΙΣ ΤΑΣ ΑΡΧΑΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΟΣ
Γινομένης ύπό τινων συζητήσεως περί “θέματος” ήμερολογίου, ό
Πατριάρχης Ίωακείμ Γ' άποστέλλει, κατά Ίούνιον τού 1902, πρός τάς λοιπάς
Όρθοδόξους Έκκλησίας Έγκύκλιον, ζητών τάς άπόψεις αύτών, “ίνα καί περί τούτου
διαμορφωθή κοινόν έν αύταίς φρόνημα, μία δέ γνώμη καί άπόφασις τής καθόλου Όρθοδόξου
Έκκλησίας”.
Είς τάς
άπαντήσεις των αί Έκκλησίαι πάσαι τονίζουσιν ότι έπιβάλλεται ή έμμονή έν τώ
Ίουλιανώ ήμερολογίω. Ή τών Ίεροσολύμων έγραφεν, ότι:
“Πάσα
περί μεταρρυθμίσεως τού κρατούντος ήμερολογίου καί δή έπί προτιμήσει τού
Γρηγοριανού, άπόφασις έσται έπί βλάβη τής Όρθοδοξίας”.
Ή τής
Ρωσσίας: “Ούδαμώς συγχωρούντες τήν άντικατάστασιν τού Ίουλιακού διά τού ήττον
λογικού Γρηγοριακού ήμερολογίου... Ή τοιαύτη μεταβολή, ώς διασαλεύουσα τήν
άνεκαθεν καί πολλάκις καθαγιασθείσαν ύπό τής Έκκλησίας τάξιν, συνεπήγετο άν
άμφιβόλως διασαλεύσεις τινάς καί έν τώ έκκλησιαστικώ βίω, έν ώ έν τή προκειμένη
περιπτώσει τοιαύται διασαλεύσεις ούδεμίαν έαυταίς εύρίσκουσιν έπαρκή
δικαιολογίαν”.
Ή τής
Ρουμανίας: “Φρονεί καί έξαιτείται ίνα μένωμεν είς άπερ εύρισκόμεθα σήμερον. έπειδή είναι άδύνατον νά μή θίξωμεν τάς
κανονικάς διατάξεις, έάν ήθέλομεν σκεφθή περί μεταβολής τινος ή μεταρρυθμίσεως
τού Ίουλιακού ήμερολογίου, μεθ' ού ή Όρθόδοξος Έκκλησία ζή άπό τοσούτου χρόνου, ή καί νά μή αίσθανθή
στενοχωρίαν. Έκτός τούτου ούτε διά τού δακτύλου δέν έπιτρέπεται ήμίν νά θίξωμεν
τάς άπηρχαιωμένας άποφάσεις, αίτινες άποτελούσι τήν ήμετέραν έκκλησιαστικήν
δόξαν”.
Ή τής
Έλλάδος: “Θρησκαυτικής καί θεολογικής σπουδαιότητος μετέχει τοσούτον μόνον,
καθ' όσον μετ' αύτού συνδέεται τό Έορτολόγιον τής Έκκλησίας”.
Ή τού
Μαυροβουνίου: “Οί άντιπρόσωποι τής Όρθοδόξου Έκκλησίας άνάγκη ίνα ώσι μάλλον
έπιφυλακτικοί όσον άφορά τό ζήτημα τούτο. Διότι ώς γνωστόν, ή μεταβολή τού
ήμερολογίου έξυπονοεί τήν μεταλλαγήν τού Πασχαλίου τ.έ. παντός τού έκκλησιαστικού
συστήματος καί τού ύπολογισμού τής ένιαυσίου περιόδου καί τών κινητών έορτών.
Γνωρίζομεν έκ τής ίστορίας, ότι έγένοντο καί τινες μικρότεραι μεταβολαί,
αίτινες ότε έφηρμόσθησαν έν τή Έκκλησία προύκάλεσαν κατά τό μάλλον καί ήττον
δυσαρέσκειαν μεταξύ τών πιστών. Ταύτα έχοντες ύπ' 'οψιν οί άρχηγοί τών
Όρθοδόξων Έκκλησιών όφείλουσι νά έχωσι κατά νούν πάντα τά δυνατά άποτελέσματα,
άτινα έκ τής μεταβολής τού ήμερολογίου ήδύνατο νά συμβώσιν... Είμεθα τής
γνώμης, όπως καί είς τό έξής τηρώμεν τήν πράξιν τού Ίουλιακού ήμερολογίου”.
Ούτως
έφρόνουν καί έπραττον οί άρχηγοί τών Έκκλησιών, ότε ύπήρχεν έν αύτοίς εύσέβεια
καί φόβος Θεού καί ένδιαφέρον διά τήν σωτηρίαν τών ψυχών τών Χριστιανών. Ουχί
δέ άρχηγοί προβεβλημένοι κατόπιν κάποιων προϋποθέσεων καί κατειλημμένοι άπό τήν
κοσμικότητα καί τόν οίκουμενιστικόν οίστρον.
Έν τή
άνταπαντήσει του πρός τάς Έκκλησίας ό Ίωακείμ Γ', διά τής άπό 12 Μαϊου 1904
Έγκυκλίου έλεγε, σύν τοίς άλλοις:
“Τούτο
γνώρισμα ούσιωδέστατον τής Όρθοδοξίας, τούτο τό θεμέλιον τού όλου αύτής
Κανονικού καί διοικητικού οίκοδομήματος, τό μή “κινείν όρια αίώνια ά έθεντο οί
πατέρες ήμών”. Τούτο μόνον δυνήσεται άποκρούσαι τάς νεωτερικάς τάσεις καί
ένεργείας τάς προϊούσας. Πώς γάρ ού δίκαιον τά άπ' αίώνας τοσούτως κατά τάξιν
γινόμενα καί εύσχημόνως έχοντα, ταύτα καί τού λοιπού κρατείν καί αίδέσιμα
είναι; Τών είρημένων πατρικών διατάξεων καί όρίων ή όλιγωρία έγέννησεν, ώς
μήποτε ώφειλε, καί τά έν τοίς κόλποις τής Όρθοδόξου Έκκλησίας ύπαρχοντα πρός
τοίς παλαιοίς νεώτερα λυπηρά όντως καί άξια θρήνων ρήγματα. Ώς δέ έκ τής
έκείνων όλιγωρίας έγεννήθησαν, ούτω καί έκ τής έκείνων τηρήσεως έκποδών
γενήσονται τού Θεού συναιρουμένου καί τών άδελφών Έκκλησιών τά κρείττονα καί
έχόμενα σωτηρίας ύποτιθεμένων τοίς άκούειν βουλομένοις, καίτοι δυσχερώς τώ λόγω
τής άληθείας καί τού δικαίου πείθονται οί κατά κόσμον άγαθά καί τάς οίκείας
δόξας ύπέρ τό κύρος τής Έκκλησιαστικής καί Κανονικής τάξεως καί διδασκαλίας
τιθέμενοι. Περί δέ τού καθ' ήμάς ήμερολογίου τοιαύτην έχομεν γνώμην.
Αίδέσιμον
είναι καί έμπεδον τό άπ' αίώνος μέν ήδη καθωρισμένον κεκυρωμένον δέ τή διηνεκεί
τής Έκκλησίας πράξει Πασχάλιον... ώς ούκ έξόν περί τούτο καινοτομήσαι. τό δέ,
παραφυλάσσοντας τό Ίουλιανόν ήμερολόγιον καί τό έορτολόγιον ήμών άμετακίνητον,
ύπερπηδήσαι μόνον 13 ήμέρας, ώστε συμπίπτειν τάς μηνολογίας ήμών τε καί τών τώ
έτέρω ήμερολογίω κατακολουθούντων, άνόητον καί άσκοπον είναι.... Ήμείς γάρ
ούδαμώς άπό έκκλησιαστικής άπόψεως ύποχρεούμεθα μεταλλάττειν ήμερολόγιον καί ή
έπιστήμη, ώς γε παρ' είδικών άνδρών βεβαιούται, ούπω όριστικώς άπεφήνατο περί
τής άκριβείας, μεθ' ής τό τροπικόν έτος λογίζεται”.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Η ΠΑΡΑΔΟΣΙ.
Γράφει ο
αείμνηστος Π. Μπρατσιώτης σε σχετική μελέτη του· «Η πρωτίστη και θεμελιωδεστάτη
αρχή, άμα δε και το ουσιωδέστατον της Ορθοδόξου Εκκλησίας γνώρισμα, είναι η
σταθερά εμμονή αυτής είς την από της παλαιάς Καθολικής Εκκλησίας
κληροδοτηθείσαν αυτή Ιεράν Παράδοσιν. Η ημετέρα Εκκλησία είναι πράγματι
Εκκλησία της Παραδόσεως».
Π.Ι.
Μπρατσιώτου, περί των θεμελειωδών αρχών και γνωρισμάτων της Ορθοδόξου
Εκκλησίας, σελ. 6
Στο ερώτημα δε
«εάν υπάρχη θεμελιώδης αρχή ή ουσιώδες γνώρισμα ή κεντρική ιδέα επί τη βάσει
της οποίας θα ηδύνατο να κατανοηθή η ουσία της Ορθοδοξίας» απαντά ο αείμνηστος,
ότι ως τοιαύτη κεντρική αρχή «είναι δυνατόν να θεωρηθεί η ιδέα, ότι η Ορθόδοξος
Εκκλησία εμμένει είς τας αρχάς και είς την ευσέβειαν της παλαιάς αδιαιρέτου
Καθολικής Εκκλησίας».
Ενθ. ανωτ.,
σελ. 5
Πράγματι κατά
την «Κυριακήν της Ορθοδοξίας», την «Ονομα- στικήν εορτήν της Ορθοδοξίας και την
εορτήν της βαθυτέρας αυτοσυνειδησίας αυτής», όπως προσφυώς ωνομάσθηκε, δίδεται
εξαιρετική έμφασι στη θριαμβευτική επικύρωσι της Ιεράς Παραδόσεως. Στο περίφημο
Συνοδικό22 της Ζ’ οικουμενικής συνόδου διαβάζουμε· «Οι προφήται ως είδον, οι
απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν…» Στον δε «όρον της πίστεως»23
της ίδιας συνόδου οι πατέρες προσδιορίζουν το έργο της Ζ’ Οικ. Συνόδου ως εξής·
«… Όπως η ένθεος παράδοσις της Καθολικής Εκκλησίας κοινή ψήφω απελάβη το κύρος.
Μετά πάσης τοίνων ακριβείας ερευνήσαντές τε και διασκεψάμενοι, και τω σκοπώ της
αληθείας ακολουθήσαντες, ουδέν αφαιρούμεν, ουδέν προστίθεμεν, αλλά πάντα τα της
Καθολικής Εκκλησίας αμείωτα διαφυλάττομεν…». Επίσης στην δ΄ συνεδρίασι της
ιδίας συνόδου διατυπούνται τα εξής· «Ημείς δε κατά πάντα των αυτών Θεοφόρων
πατέρων υμών τα δόγματα και πράγματα κρατούντες, κηρύσσομεν εν ενί στόματι και
μια καρδιά μηδέν προστιθέντες, μηδέν αφαιρούντες των εξ αυτών παραδοθέντων
ημίν˙ αλλά τούτοις βεβαιούμεθα τούτοις στηριζόμεθα˙ ούτως ομολογούμεν, ούτως
διδάσκομεν καθώς αι άγιαι και οικουμενικαί εξ σύνοδοι ώρισαν και εβεβαίωσαν»24.
Και η υμνογραφία της εορτής συμπληρώνει: «θεσμούς Εκκλησίας πατρικούς
διαφυλάττοντες, εικόνας γράφομεν και ασπαζόμεθα στόμασι και καρδία και
θελήματι…»
. α΄ τροπάριον
της η΄ ωδής του όρθρου της εορτής
Γιατί όμως τόση
εμμονή στην παράδοσι; Γιατί εν τελευταία αναλύσει Ορθοδοξία είναι η αρχική
παράδοσις. Ορθοδοξία θα πη ορθόδοξη πίστι. Αυτή όμως η ορθή πίστι παρεδόθη από
το Θεό στους προφήτες και τους αποστόλους. Λέγει χαρακτηριστικά ο Παύλος· «Εγώ
παρέλαβον από του Κυρίου ό και παρέδω( Α΄ Κορ. 11,2 ). Και
άλλού πάλι λέγει «παρέδωκα γαρ υμίν εν πρώτοις ό και παρέλαβον» (Α΄ Κορ. 15,3 ).
Και μετά οι απόστολοι την «άπαξ παραδοθείσαν πίστιν», όπως την ονομάζει ο
Ιούδας ο αδελφόθεος, την παρέδωσαν στους μαθητές τους. Έτσι ο Λουκάς στο
προοίμιο του ευαγγελίου του λέγει ότι φροντίδα αυτών που γράφουν τα ευαγγέλια
ήταν να γράφουν «καθώς παρέδοσαν υμίν οι απ’ αρχής αυτόπται και υπηρέται
γενόμενοι του λόγου» (Λκ 1,2). Και οι μαθητές στους αποστολικούς πατέρες κ.ο.κ.
Γι’ αυτό ο Μ. Αθανάσιος προσδιορίζει ως ορθή πίστι, «ήν μεν Κύριος έδωκεν, οι
δε απόστολοι εκήρυξαν, και οι πατέρες εφύλαξαν». Έτσι αυτός που μένει πιστός
στην παράδοσι παραμένει εντός της Ορθοδοξίας˙ αυτός όμως που απομακρύνεται από
την παράδοσι καθίσταται αυτόχρημα αιρετικός. Ο Πέτρος γράφει ότι το θανάσιμο
παράπτωμα των αιρετικών ήταν ότι απεμακρύνθησαν «εκ της παραδοθείσης αυτοίς
αγίας εντολής» Β΄ Πέτρ. 2,21
Ορθόδοξο, λοιπόν, αυτό που παραδόθηκε αρχικά άπαξ δια παντός. Οι
μετέπειτα αιώνες δεν προσέθεσαν τίποτα στην αρχική πίστι της Εκκλησίας. Αύτη
υπήρξε αυτάρκης εξ αρχής. Τέλεια και αιώνια. Κι αυτές οι οικουμενικές σύνοδοι
και οι μεγάλοι πατέρες δεν εδημιουργησαν, αλλ’ ηρμήνευσαν την ιεράν παράδοσιν.
Γι’ αυτό ο δογματολόγος Καρμίρης σε σχετική μελέτη του αναφέρει τα εξής·
«Γενικώς δύναται να λεχθή, ότι Ορθοδοξία και παράδοσις συμπίπτωσιν. Ορθοδοξία
σημαίνει, κυρίως ειπείν, παράδοσιν, ως μάρτυρες και ερμηνείς είναι οι ιεροί
πατέρες, σημαίνει εμμονήν και πιστότητα είς τας πηγάς του χριστιανισμού, δήλα
δή είς την Αγίαν Γραφήν και είς την Αποστολικήν και την Πατερικήν παράδοσιν» Ι.
Καρμίρη, Ομιλία περί της ορθοδόξου θεολογίας, Θεσ/νίκη 1974, σελ. 26 Επειδή
όλες αυτές οι σκέψεις κυριάρχησαν στη θεολογία μας, πριν από καιρό είχε διαδοθή
το σύνθημα «επιστροφή στους πατέρες». Αυτό όμως δεν θεωρήθηκε από άλλους
απόλυτα ικανοποιητικό, γιατί μπορούσε να ερμηνευθή και ως οπισθο- δρομικό. Γι’
αυτό μερικοί είπαν «μπροστά με τους Πατέρες». Σχολιάζοντας τα συνθήματα αυτά ο
καθηγητής της θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. Γεώργιος Μαντζαρίδης γράφει τα εξής
σπουδαία για το θέμα μας· «Με τα συνθήματα αυτά δε διατυπώνεται σωστά η θέσι
της Ορθοδοξίας. Η θέσι της Ορθοδοξίας είναι· «Επόμενοι τοις αγίοις Πατράσιν».
Με τη φράσι αυτή εισάγεται ο όρος της Συνόδου της Χαλκηδόνος. Έπομαι δεν
σημαίνει ούτε επιστρέφω ούτε βαδίζω μπροστά. Έπομαι σημαίνει ακολουθώ. Και
όποιος ακολουθεί δεν προσδιορίζει μόνος του την πορεία του, αλλά εντάσσεται
στην πορεία αυτού ή αυτών που ακολουθεί»
Γεωργ. Ι.
Ματζαρίδη, ορθόδοξη πνευματική ζωή, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσ/νίκη, σελ. 16-17
Ας ακολουθήσουμε λοιπόν τους πατέρες μας παντού
και πάντοτε. Οδηγό στη πορεία μας άς έχουμε τη ζωή τους, την διδασκαλία τους,
το ήθος και το φρόνημά τους. Αυτό είναι το μόνιμο χρέος των Ορθοδόξων. Το
δένδρο όσο βαθύτερα ριζώνει στο χώμα του τόσο ψηλότερο γίνεται. Και η Ορθοδοξία
είναι το δένδρο «το πεφυτευμένον παρά τας διεξόδους των υδάτων…». Θα θάλλη και
θα δίδη καρπό εφ’ όσον είναι ριζωμένο βαθειά στο έδαφος της παραδόσεως.
Ψαλμός 1
Πρβλ. Επισκόπου
Διονυσίου Λ. Ψαριανού, μνημ. έργ., σελ. 406
ΠΙΣΤΙ.
Η Παπικοί στο
διάβα των αιώνων προσέθεσαν νέα δόγματα όπως του Παπικού πρωτείου και αλαθήτου,
του Filioque, της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου, τα οποία δεν έχουν κανένα
έρεισμα στην αρχαία παράδοσι. Οι προτεστάντες μη δεχόμενοι καμμία ανωτέρα
αυθεντία εκτός από τον ορθό λόγο, έφθασαν ν’ αρνηθούν αρχαία δόγματα όπως της
αειπαρθενίας της Θεοτόκου και μερικοί Θεολόγοι τους καταντήσαν να κηρύττουν το
ψευδές δήθεν της αναστάσεως του Χριστού ή ακόμη και τον θάνατο του Θεού. Ενώ η
ορθοδοξία καυχάται ότι εκράτησε αμετάβλητο το δόγμα. Όχι μόνο δεν έχει complex
απέναντι στον ορθολογισμό, αλλ’ αντιθέτως σεμνύνεται γιατί η πίστι της
αναπληρώνει το χώρο εκείνο στον οποίο ο ορθός λόγος δεν μπορεί να εισχωρήση. Η
πίστι της αγγίζει τα μυστήρια και τα θαυμάσια του Θεού που δεν μπορεί η
ανθρώπινη γνώσι να πλησιάση. Αυτά «εσφράγισται τοις ερευνώσι˙ πεφανέρωται δε τα
θαύματα τοις προσκυνούσιν εν πίστει το μυστήριον». α΄
στιχηρό των αίνων, ήχος πλάγιος α΄ Η Ορθοδοξία τονίζει τον καταφατικό αλλά και
τον αποφατικό χαρακτήρα του δόγματος. Ξεχωρίζει
το «τι» από το «πως». Ξέρουμε τις θείες πραγματικότητες. Αγνοούμε όμως τον
τρόπο υπάρξεως και φανερώσεώς τους. Λέγει ο Ι. Χρυσόστομος· «ότι μεν γαρ πανταχού έστιν ο Θεός οίδα… το
δε πως ούκ οίδα˙ ότι άναρχός έστι και αγέννητος και αίδιος, το δε πως ούκ οίδα
… Οίδα ότι εγέννησεν Υιόν, το δε πως αγνοώ· οίδα ότι το Πνεύμα εξ αυτού, το δε
πως εξ αυτού ούκ επίσταμαι». Σ’ αυτό το «πως» δεν χωράει περιέργεια και
αδολεσχία ή πολυπραγμοσύνη νοητική. Αλλά θαυμασμός συγκατάθεσι, προσκύνησι.
«Όταν γαρ ο Θεός εργάζηται, πίστεως χρεία μόνης και συγκαταθέσεως και
ομολογίας».
Ι. Χρυσοστόμου
έργα, Ε.Π.Ε. 35,20
. Ενθ. ανωτ.,
Ε.Π.Ε., 33, 304
Αυτή τη στάσι
κρατώντας η Ορθοδοξία είναι κολλημένη σαν στρείδι πάνω στην «άπαξ παδαδοθείσαν
τοίς αγίοις πίστιν». Λέγει ξένος Θεολόγος· «Εάν επιθυμώμεν να ανεύρωμεν
δογματικήν πίστιν και συντηρητικήν παράδοσιν εν τη πληρεστέρα των εκφράσει,
οφείλομεν να μεταβώμεν όχι είς την εκκλησίαν, την αυτοκαλουμένην καθολικήν,
αλλ’ είς την ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ ήτις θα προετίμα να αποθάνη μάλλον, παρά να υποχωρήση
ποτέ είς το ελάχιστον σημείον όπερ Σύνοδος ή Πατήρ τη εκληροδότησαν»
Α.Ρ.Stanley, παρά κ. Καλλινίκου μνημ. έργ.,
σελ. 330 – 331
. Και συμπληρώνει ο Κ. Καλλίνικος στο γνωστό
γλαφυρό του ύφος· «Επιθυμείτε να ενοήσετε την στοργήν, μεθ’ ής είνε
προσκεκολλημένη αύτη είς την άπαξ παραδοθείσαν τοίς αγίοις πίστιν; Ο Τούρκος
έκρουσε τας πύλας της βασιλίδος των πόλεων. Ο Πάπας αγέρωχος προσεκάλει από την
Δύσιν είς υποταγήν τους ημετέρους. Ας συλλειτουργηθούν Λατίνοι και Ανατολικοί
εν τη αγία Σοφία, ας μνημονευθή ο Πάπας ως υπέρτατος ποντίφηξ και απόλυτος του
Χριστού βικάριος, ας γείνουν δεκταί υπό της Ανατολής, όλαι αι καινοτιμίαι της
καταστρηνιασάσης Ρώμης, και τότε ο Πάπας θα συγκατανεύση να πέμψη στρατιωτικήν
βοήθειαν, διά να μη υποδουλωθή από την ημισέληνον ο Σταυρός. Αλλά τι πανταχόθεν
των ρυμών της λιποψυχούσης πόλεως ακούεται; «Κρειττότερον φακιόλιον τουρκικόν παρά τιάρα λατινική». Τόσον
απηχθάνοντο οι προπάτορές μας την νόθευσιν της Ορθοδοξίας ως και του Τουρκικού
ζυγού απαισιωτέραν!» οι σημερινοί αιρετικοί
οικουμενιστές ακολουθούν τον πάπα σαν
σωτήρα τους , και οδηγούν
τον λαό της εκκλησίας της Ελλάδος σε σίγουρη απώλεια .
Ενθ. αν. σελ.
326-327.
Συνεπώς «η ορθή
πίστι δεν δύναται ν’ αποτελέση αυτάρκη τρόπον σωτηρίας, αλλ’ είναι εξάρτημα της
γενικωτέρας αφοσιώσεως του πιστού εις την Καθολικήν Εκκλησί- αν»
Ιω. Ζηζιούλα,
Μητροπολίδου Περγάμου, Η ενότης της Εκκλησίας εν τη θεία ευχαριστία και τω
επισκόπω, κατά τους τρεις πρώτους αιώνας, Εκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα 1990, σελ.
127
Λέγει ο άγιος Κυπριανός, ότι έξω της Καθολικής Εκκλησίας δεν υπάρχει
βάπτισμα, ούτε ευχαριστία, ούτε επίσκοπος, ούτε και καθέδρα ορθής διδασκαλίας.
Δεν μπορεί κάποιος να ισχυρισθή ότι έχει ορθή πίστι, εάν δεν είναι συνδεδεμένος
με την καθέδρα του Πέτρου, την οποίαν σε κάθε τοπική Εκκλησία κατέχει ο
επίσκοπος. Στο ερώτημα εάν όχι μόνο οι αιρετικοί αλλά και οι σχισματικοί δεν
έχουν δικαίωμα να βαπτίζουν, ο Κυπριανός απαντά θετικά. Ναι, δεν έχουν δικαίωμα
να βαπτίζουν, διότι ευρίσκονται έξω της Καθολικής Εκκλησίας. Οι σχισμα- τικοί φαίνεται ότι έχουν την ίδια πίστι με την Καθολική
Εκκλησία. Κι όμως το Σύμβολό τους δεν είναι το αυτό με το δικό μας· διότι στο
δικό μας Σύμβολο αναφέρεται πίστι στην Εκκλησία, ενώ οι σχισματικοί δεν έχουν
Εκκλησία. Μα πιστεύουν στην Αγία Τριάδα στο όνομα της οποίας βαπτίζονται,
λέγανε μερικοί φέροντας αντιρρήσεις στα λεγόμενα του αγίου. Και κείνος
απαντούσε· Μήπως και οι Κορέ, Δαθάν και Αβειρών δεν είχαν την αυτή πίστι με το
Μωϋσή; Κι όμως τιμωρήθηκαν με πλήρη καταστροφή από τον Θεό43. Είναι δε τόσο
απόλυτος ο άγιος Κυπριανός στις θέσεις του, ώστε γράφοντας προς τους ομολογητάς
της Ρώμης που υποστήριζαν τον Ναβατιανό, τους υπενθυμίζει ότι η ομολογία στους
διωγμούς δεν φθάνει· χρειάζεται και η προσήλωσι στην ενότητα της Εκκλησίας
Ενθ. ανωτ. σελ.
126
Ο δε ι. Χρυσόστομος τονίζει πιο από- λυτα,
ότι ούτε αίμα μαρτυρίου δεν σώζει αυτόν που τραυματίζει την Εκκλησία διά του
σχίσματος
Πηδάλιον, ενδ.
Αστέρος, Αθήναι 1976, σελ. 33, υποσημ.2
Η εκκλησία
της Ελλάδος αποσχίστηκε
από την ΚΑΘΟΛΟΚΗ Εκκλησία του
Χριστού το 1924 όταν εφάρμοσε
την εγκύκλιο του 1920 και
άλλαξε το ημερολόγιο, διαυτό οι
κληρικοί της κρατικής
εκκλησίας της Ελλάδος δεν έχουν και δεν
μπορούν
να μεταδώσουν μυστήρια .
Βέβαια το εκκλησιαστικό δίκαιο της Εκκλησίας μας δέχεται εγκυρότητα
μυστηρίων των σχισματικών. Αυτό όμως γίνεται όταν μετανοήσουν και ζητήσουν
επανένταξι στο Σώμα της Εκκλησίας. Πάντως και αυτό γίνεται διά της οδού της
οικονομίας και όχι της ακριβείας.
Ο Μέγας Αθανάσιος απαντά στην ερώτηση :
Πως και τινές αιρετικοί ποιούσι πολλάκις
σημεία:
"Τούτο
ημάς ουκ οφείλει ξενίζειν. Ηκούσαμεν γαρ του Κυρίου λέγοντος, ότι πολλοί εν
εκείνη τη ημέρα ερούσι: "Κύριε, ουκ εν τω σω ονόματι δαιμόνια εξεβάλομεν,
και δυνάμεις πολλάς εποιήσαμεν;" και ερεί αυτοίς: "Αμήν λέγω υμίν,
ουδέποτε έγνων υμάς, αποχωρήται απ' εμού εργάται της ανομίας". Και πρόσεξε
πως, συνεχίζει ο άγιος Πατήρ: "Πολλάκις γαρ ουχ η πολιτεία του
θαυματουργούντους εστίν η την ίασιν εργαζομένη, αλλ' η προς Aυτόν πίστις του
προσερχομένου ανθρώπου".
Αυτή η
ανάρτηση είναι για
όσους και για
όσες έχουν στηρίξει
το πιστεύω τους
σε κάποιους νεοφανέντες
<<αγίους >> γεροντάδες
αγιορείτες και μη
και στα θαύματα??? Που λένε ότι
αυτοί κάνουν .
Η βεβαίωση ότι
έχουμε την σωστή
ορθόδοξο πίστη έρχεται
μόνο μέσα από
τις γραφές , την
παράδοση και τους κανόνες
της εκκλησίας , και
όχι από την θαυματοποιία
κάποιων γεροντάδων , και
κληρικών οι οποίοι
δεν είχαν ξεκάθαρο
ορθόδοξο πιστεύω και
πράξη .
Διότι όλοι αυτοί οι
αγιορείτες και μη
ήταν παράδειγμα προς
αποφυγή δια έναν
που ξέρει έστω
και λίγο τι
είναι εκκλησία Χριστού , δεν
μπορεί να δεχτεί την
κοροϊδία το να είσαι
στο όρος με
το παλαιό και
στον κόσμο με το
νέο ημερολόγιο , να υπηρετείς δηλαδή δύο
εκκλησίες .
Δεν μπορεί
να έχεις όπως
λένε κάποιοι προορατικό
χάρισμα , και
να μην γνωρίζεις
ότι ο Βαρθολομαίος
είναι μέγας αιρετικός
οικουμενιστής , και όταν
επισκέπτεται το άγιο
όρος να τον
βάζεις πρώτος εσύ μετάνοια και να δηλώνεις στα
ΜΜΕ ότι ο Θεός
μας έδωσε τοιούτον
αγιότατο πατριάρχη.
Αγαπητοί φίλοι ,
οι πιστεύοντες εις τον Θεόν μην αμελείται σας παρακαλώ
να ερευνήσετε να βρείτε
την
αληθινή εκκλησία του Χριστού , να
ξεφύγεται από τις δαγκάνες
τις αιρετικής
οικουμενιστικής εκκλησίας του νέου παπικού
ημερολογίου , και από τις ουνιτικές
παραφυάδες της κάποιων λεγόμενων
ΓΟΧ οι οποίοι
είναι στην ουσία νεοημερολογίτες με
τον μανδύα του
παλαιού ημερολογίου , όπως οι αγιορείτες και
οι εξ Αμερικής
έχοντες χειροτονία .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου