Περί ταπεινοφροσύνης ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ
Περί
ταπεινοφροσύνης
Ἄρχισε λοιπόν τό συνέδριο. Συγκεντρωθήκαμε καί συζητήσαμε καί ἐρευνήσαμε ἐξεταστικά τήν σημασία τῆς σπουδαίας αὐτῆς ἐπιγραφῆς. Ἕνας ἔλεγε ὅτι ταπεινοφροσύνη εἶναι τό λησμονῆς ἀμέσως τά κατορθώματά σου. Ἄλλος, τό νά θεωρῆς τόν ἑαυτόν σου πιό τελευταῖο καί πιό ἁμαρτωλό ἀπό ὅλους. Ἄλλος, τό νά
γνωρίσης καλά μέ τον νοῦ σου τήν ἰδική σου ἀδυναμία καί ἀσθένεια. Ἄλλος, τό νά προλαμβάνης σέ φιλονεικίες νά διαλύης πρῶτος τήν ὀργή. Ἄλλος, τό νά γνωρίζης καλά τήν χάρι καί τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Καί ἕνας ἄλλος πάλι, τό νά αἰσθάνεσαι ψυχική συντριβή καί νά ἀπαρνῆσαι τό ἰδικό σου θέλημα.
Καί ἐγώ ἀφοῦ τά ἄκουσα ὅλα αὐτά, καί ἀφοῦ τά ἐξέτασα μόνος μου μέ πολλή περίσκεψι καί προσοχή, δέν κατώρθωσα μέ ὅσα ἄκουσα νά καταλάβω τήν ἔννοια τῆς μακαρίας ταπεινοφροσύνης. Γι' αὐτό ὡς ἔσχατος ὅλων, ἀφοῦ ἐμάζευσα ὅπως ὁ σκύλος τά ψίχουλα πού ἔπεσαν ἀπό τό τραπέζι τῶν γνωστικῶν ἐκείνων καί μακαρίων Πατέρων, κατέληξα στόν ἑξῆς ὁρισμό:
Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἀνώνυμη χάρις τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία μπορεῖ νά ὀνομασθῆ μόνο ἀπό ὅσους τήν ἐδοκίμασαν ἐκ πείρας. Εἶναι ἀνέκφραστος πλοῦτος, ὀνομασία τοῦ Θεοῦ, δωρεά τοῦ Θεοῦ, ἐφ' ὅσον Ἐκεῖνος λέγει: ''Μάθετε οὐκ ἀπ' Ἀγγέλου, οὐκ ἀπ' ἀνθρώπου, οὐκ ἀπό δέλτου, ἀλλ' ἀπ ἐμοῦ'', δηλαδή ἀπό τήν ἐνοίκησί μου καί τήν ἔλλαμψί μου καί τήν ἐνέργειά μου μέσα σας, ''ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῆ καρδία καί τῶ λογισμῶ καί τῶ φρονήματι, καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν πολέμων καί κουφισμόν λογισμῶν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν'' (πρβλ. Ματθ. ια' 29).
4. Διαφορετική εἶναι ἡ ὄψις πού παρουσιάζει ἡ ὁσία αὐτή ἄμπελος ὅταν ἀκόμη ἐπικρατῆ ὁ χειμώνας τῶν παθῶν, καί διαφορετική ὅταν πλέον ἔλθη ἡ ἄνοιξις (καί ἡ ἔναρξις) τῶν καρπῶν, καί διαφορετική ὅταν φθάση τό θέρος τῶν ἀρετῶν, παρ' ὅλον ὅτι ὅλες αὐτές οἱ ὄψεις συμβάλλουν σέ μία καί τήν αὐτή εὐφροσύνη καί καρποφορία. Γι' αὐτό ἐμφανίζει καί τά ἀντίστοιχα σημάδια καί τίς ἀποδείξεις τῶν κατά καιρούς καρπῶν της.
5. Ὅταν ἀρχίζη νά ἀνθίζη μέσα μας ἡ σταφυλή τῆς ὁσίας αὐτῆς ἀμπέλου, αἰσθανόμεθα πάραυτα κόπωσι καί μῖσος πρός κάθε ἀνθρώπινη δόξα καί ἔπαινο, ἐνῶ συγχρόνως ἐξορίζομε ἀπό μέσα μας τόν θυμό καί τήν ὀργή. Ὅσο δέ ἐν τῶ μεταξύ προχωρεῖ κατά τήν πνευματική ἡλικία μέσα στήν ψυχή, ἡ βασίλισσα αὐτή τῶν ἀρετῶν, κάθε καλό πού ἐκτελοῦμε τό θεωροῦμε μηδέν ἤ μᾶλλον βδέλυγμα. Κυρίως συλλογιζόμαστε ὅτι κάθε ἡμέρα πού περνᾶ αὐξάνει τό φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν καί ἀμελειῶν, πού σκορπίζουν τόν πλοῦτο τῆς ψυχῆς.
Τό δέ πλῆθος τῶν χαρισμάτων πού μᾶς χορηγεῖ ὁ Θεός τό βλέπομε σάν αἰτία μεγαλυτέρας τιμωρίας, γιατί δέν μᾶς ἀξίζει. Ἔτσι ὁ νοῦς ἀσφαλίζεται ἀπό τούς κλέπτες κλεισμένος μέσα στό βαλάντιο τῆς μετριοφροσύνης. Ἀκούει μόνο τά κτυπήματα καί τά παιγνίδια τους, χωρίς νά ἐπηρεάζεται καθόλου ἀπό αὐτά. Καί τοῦτο, διότι ἡ μετριοφροσύνη εἶναι ταμεῖο ἀπαραβίαστο.
6. Ἐτολμήσαμε δι' ὀλίγων νά φιλοσοφήσωμε γιά τήν ἄνθησι καί τήν μικρή ἀνάπτυξι τούτου τοῦ ἀειθαλοῦς καρποῦ. Ἀλλά γιά τό ποιό εἶναι τό τέλειο βραβεῖο, ὁ τέλειος καρπός τῆς ἱερᾶς αὐτῆς ἀρετῆς, ὅσοι εἶσθε οἰκεῖοι τοῦ Κυρίου, ἐρωτήσατε τόν Κύριον. Γιά τήν ποσότητα καί μεγαλωσύνη τῆς ὁσίας αὐτῆς ἀρετῆς δέν εἶναι δυνατόν νά ὁμιλήσω. Γιά τήν ποιότητά της πάλι εἶναι ἀκόμη πιό ἀδύνατο.
Ἔτσι ἄς ἐπιχειρήσωμε πάλι νά ὁμιλήσωμε γιά τίς ἰδιότητές της σύμφωνα μέ τήν σκέψι πού ἦλθε στόν νοῦ μας.
7. Ἡ μετάνοια πού γίνεται μέ συνεχῆ φροντίδα καί τό πένθος πού εἶναι καθαρισμένο ἀπό κάθε κηλῖδα καί ἡ ὁσιωτάτη τῶν ἀρχαρίων ταπείνωσις διαφέρουν καί διακρίνονται μεταξύ τους ὅσο ὁ ἄρτος ἀπό τήν ζύμη καί τό ἀλεύρι. Διότι συντίβεται πρῶτα ἡ ψυχή καί λεπτύνεται μέ τήν πραγματική μετάνοια.
Ἔπειτα ἐνώνεται κατά κάποιον τρόπο καί, ἄς τό εἰπῶ ἔτσι, συμφύρεται μέ τόν Θεόν μέ τό ὕδωρ τοῦ ἀληθινοῦ πένθους. Ἐν συνεχεία, ἀφοῦ ἀνάψη μέ τό πῦρ τοῦ Κυρίου, ἐμφανίζεται ὡς στερεός ἄρτος ἡ μακαρία ταπείνωσις, ἡ ἄζυμος καί ἄτυφος, (ἡ ὁποία δηλαδή εἶναι ἀπηλλαγμένη ἀπό τήν ζύμη τῆς κακίας καί τήν ὑπερηφάνεια).
Καί ὅπως κάθε μία ἀπό τίς τρεῖς αὐτές ἀρετές, τίς ὅμοιες μέ τρίπλοκη ἁλυσίδα ἤ καλύτερα μέ οὐράνιο τόξο, ἐμφανίζει τήν ἴδια δύναμι καί ἐνέργεια καί ἀποβλέπει στόν ἴδιο στόχο, θά πρέπει ὁπωσδήποτε νά ἔχουν μεταξύ τους καί τίς ἰδιότητες κοινές. Ἔτσι ὅποιο θά ὀνομάσης σημάδι τῆς μιᾶς, θά τό εὕρης νά εἶναι γνώρισμα καί τῆς ἄλλης.
Αὐτό δέ πού εἶπα θά προσπαθήσω μέ συντομία νά τό ἀποδείξω καί νά τό ἐπικυρώσω.
8. Πρώτη καί ἐξαιρετική ἰδιότης τῆς ὡραίας καί ἀξιοθαύμαστης αὐτῆς τριάδος εἶναι ἡ μετά πολλῆς χαρᾶς ὑποδοχή τῆς ἀτιμίας, τήν ὁποία δέχεται μέ ἀνοικτά τά χέρια καί τήν ἐναγκαλίζεται, μέ τήν σκέψι ὅτι καταπαύει καί κατακαίει ψυχικές ἀσθένειες καί μεγάλες ἁμαρτίες. Δεύτερο γνώρισμά της εἶναι ἡ ἐξαφάνισης κάθε ἐκδηλώσεως θυμοῦ, καθώς καί ἡ μετριοφροσύνη γι' αὐτή τήν ἐπιτυχία. Ἡ τρίτη δέ καί ἀνωτέρα βαθμίδα εἶναι ἡ ἀναμφίβολος ἀμφιβολία γιά τήν ἰσχύ τῶν καλῶν μας ἔργων, καθώς καί ἡ συνεχής ἔφεσις γιά μάθησι.
9. Ὅπως ''τέλος νόμου καί προφητῶν Χριστός, εἰς δικαιοσύνην παντί τῶ πιστεύοντι'' (Ρωμ. ι' 4), ἔτσι καί τέλος τῶν ἀκαθάρτων παθῶν σέ καθέναν πού δέν προσέχει εἶναι ἡ κενοδοξία καί ἡ ὑπερηφάνεια. Μέ τό νά τίς φονεύη δέ αὐτές ἡ νοερά ἔλαφος τῆς ταπεινοφροσύνης, διαφυλάττει ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος συζῆ μαζί της ἀπρόσβλητον ἀπό κάθε θανατηφόρο δηλητήριο. Ποῦ νά ἐμφανισθῆ ἀλήθεια σ' αὐτήν τό δηλητήριο τῆς ὑποκρισίας; Ποῦ τό δηλητήριο τῆς καταλαλιᾶς; Ποῦ νά ἐμφωλεύση σ' αὐτήν ὄφις; Καί ἐάν πάλιν ἐμφωλεύση, δέν θανατώνεται καί δέν ἐξαφανίζεται, ὅταν τραβηχθῆ ἔξω ἀπό τήν καρδιά καί φανερωθῆ; Δέν συναντᾶς σέ ὅποιον συνδέεται μέ αὐτήν μῖσος οὔτε κάποια μορφή ἀντιλογίας οὔτε καμμία ὀσμή ἀπειθαρχίας, ἐκτός ἄν τυχόν πρόκειται γιά θέματα πίστεως.
10. Ὅποιος τήν ἐνυμφεύθη εἶναι ἤπιος, προσηνής, εὐκατάνυκτος, εὐσπλαγχνικός περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον. Εἶναι ἀκόμη γαλήνιος, χαρωπός, εὐκολοκυβέρνητος, ἄλυπος, ἄγρυπνος, ἄοκνος, καί -γιατί νά λέγω πολλά;- ἀπαθής· ἀφοῦ ''ἐν τῆ ταπεινώσει ἡμῶν ἐμνήσθη ἡμῶν ὁ Κύριος καί ἐλυτρώσατο ἡμᾶς ἐκ τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν'' (Ψαλμ. ρλε' 23-24) καί ἐκ τῶν παθῶν καί μολυσμῶν.
11. Ὁ ταπεινόφρων μοναχός δέν πολυεξετάζει τά ἄρρητα μυστήρια, ἐνῶ ὁ ὑπερήφανος ἐρευνᾶ τά ἀκατάληπτα κρίματα τοῦ Θεοῦ.
12. Σέ κάποιον ἀπό τούς πλέον γνωστικούς ἀδελφούς παρουσιάσθηκαν ἀφθαλμοφανῶς οἱ δαίμονες καί τόν ἐμακάρισαν. Αὐτός δέ ὁ πάνσοφος τούς ἀπήντησε: '' Ἐάν σταματήσετε νά μέ ἐπαινῆτε μέ τούς λογισμούς πού φέρνετε
στήν ψυχή μου, τότε ἐξ αἰτίας τῆς ἀναχωρήσεώς σας θά θεωρήσω τόν ἑαυτόν μου μέγαν. Ἐάν ὅμως δέν σταματήσετε νά μέ ἐπαινῆτε, τότε ἀπό τούς ἰδικούς σας ἐπαίνους θά συλλογίζωμαι τήν ἰδική μου ἀκαθαρσία, ἐφ' ὅσον εἶναι
''ἀκάθαρτος παρά Κυρίω πᾶς ὑψηλοκάρδιος'' (Παροιμ. ις' 5). Ἢ λοιπόν
ἀναχωρεῖτε καί γίνομαι ἀμέσως μέγας ἤ συνεχίζετε νά μέ ἐπαινῆτε καί ἀποκτῶ μέ τήν συνεργία σας περισσότερη ταπείνωσι''. Οἱ δαίμονες ἀμέσως κατεπλάγησαν διότι δέν εἶχαν τί νά τοῦ ἀπαντήσουν καί ἔγιναν ἄφαντοι.
13. Νά μήν εἶναι ἡ ψυχή σου ὡς πρός τό ζωοποιό τοῦτο νᾶμα, δηλαδή τήν ταπείνωσι, λάκκος πού ἄλλοτε τήν ἀναβλύζει καί ἄλλοτε πάλι στερεύει ἀπό τόν καύσωνα τῆς φιλοδοξίας καί της ἐπάρσεως, ἀλλά πηγή ἀπαθείας πού πάντοτε θά ἀναβλύζη ἀπό τά βάθη της ποταμό ὁλόκληρο ταπεινοφροσύνης. Γνώριζε, ὦ φίλε μου, ὅτι οἱ κοιλάδες εἶναι ἐκεῖνες πού πληθαίνουν μέσα τους τό σιτάρι καί τόν πνευματικό καρπό. Κοιλάδα σημαίνει ψυχή ταπεινωμένη ἀνάμεσα σέ ὄρη, (δηλαδή ἀνάμεσα σέ πνευματικές ἀρετές), ἡ ὁποία πάντοτε εἶναι χωρίς ὑπερηφάνεια καί πάντοτε παραμένει ἀμετακίνητη.
14. Δέν λέγει ὁ Ψαλμωδός ''ἐνήστευσα'' οὔτε ''ἀγρύπνησα'' οὒτε ''ἐκοιμήθηκα κατά γῆς'', ἀλλά ''ἐταπεινώθην, καί ἔσωσέ με συντόμως ὁ Κύριος'' (πρβλ. Ψαλμ. ριδ' 6). Ἡ μέν μετάνοια μᾶς ἀνεγείρει, τό δέ πένθος κρούει τήν πύλη τοῦ οὐρανοῦ, ἡ δέ ὁσία ταπείνωσις τήν ἀνοίγει. Ἐγώ δέ ὁμολογῶ καί προσκυνῶ τήν τριάδα μέσα στήν μονάδα καί τήν μονάδα μέσα στήν τριάδα.
15. Ὅλα ὅσα βλέπονται τά φωτίζει ὁ ἥλιος, καί ὅλα ὅσα γίνονται μέ λογική τά ἐνισχύει ἡ ταπείνωσις. Ὅταν ἀπουσιάζη τό φῶς, ὅλα εἶναι ζοφώδη, καί ὅταν ἀπουσιάζη ἡ ταπείνωσις, ὅλα τά κατορθώματά μας εἶναι ἄχρηστα.
16. Ἕνας χῶρος σέ ὁλόκληρη τήν κτίσι εἶδε μία μόνο φορά τόν ἥλιο. Καί ἕνας μόνο λογισμός πολλές φορές προξένησε ταπείνωσι. Μία καί μόνη ἡμέρα αἰσθάνθηκε ὅλος ὁ κόσμος ἀγαλλίασι. Καί μία μόνη ὑπάρχει ἀρετή, ἡ ταπείνωσις, πού δέν μποροῦν νά τήν μιμηθοῦν οἱ δαίμονες.
17. Ἄλλο πρᾶγμα εἶναι τό νά ὑπερηφανεύεται κανείς, καί ἄλλο τό νά μήν ὑπερηφανεύεται, καί ἄλλο τό νά ταπεινώνεται. Ὁ πρῶτος καθημερινῶς κρίνει τούς ἄλλους· ὁ δέυτερος δέν κρίνει τούς ἄλλους, πλήν ὅμως δέν κατακρίνει καί τόν ἑαυτόν του· ὁ δέ τρίτος, ἄν καί ἀπηλλαγμένος ἀπό τήν καταδίκη, καταδικάζει ὁ ἴδιος συνεχῶς τόν ἑαυτόν του.
18. Ἄλλο πρᾶγμα εἶναι τό νά ταπεινοφρονῆ κανείς, καί ἄλλο τό νά ἀγωνίζεται νά ταπεινοφρονῆ, καί ἄλλο τό νά ἐπαινῆ τόν ταπεινόφρονα. Τό πρῶτο εἶναι τῶν τελείων, τό δεύτερο τῶν ἀληθινῶν ὑποτακτικῶν, καί τό τρίτο ὅλων τῶν πιστῶν.
19. Ἐκεῖνος πού ἔχει γίνει ταπεινός βαθειά καί ἐσωτερικά, δέν κλέπτεται καί δέν ζημιώνεται ἀπό λόγους χειλέων. Διότι δέν προφέρει ἡ θύρα τοῦ στόματος ὅ,τι δέν ἔχει ὁ θησαυρός τῆς καρδιᾶς.
20. Ὁ ἵππος πού εἶναι μόνος του, πολλές φορές τοῦ φαίνεται πώς τά καταφέρνει στό τρέξιμο, ὅταν ὅμως εὑρίσκεται μαζί μέ ἄλλους ἵππους, τότε ἀντιλαμβάνεται τήν νωθρότητά του.
21. Ἐάν ὁ λογισμός δέν καυχᾶται πλέον γιά φυσικά προτερήματα, αὐτό εἶναι σημάδι ὅτι ἀρχίζει νά ἔρχεται ἡ ὑγεία. Ἀντιθέτως ὅσο ὀσφραίνεται ἀκόμη ἐκείνη τήν δυσοσμία, δέν αἰσθάνεται τοῦ πνευματικοῦ μύρου τήν εὐωδία.
22. Ὁ ἐραστής μου, εἶπε ἡ ὁσία ταπείνωσις, δέν ἐπιπλήττει, δέν καταδικάζει τούς ἂλλους, δέν ἐπιζητεῖ πρωτεῖα, δέν χρησιμοποιεῖ σοφιστεῖες, ἓως ὣτου ἑνωθῆ μαζί μου, διότι μετά τήν ἓνωσί μας δέν ὑπόκειται πλέον στόν νόμο.
23. Σέ κάποιον ἀγωνιστή πού προσπαθοῦσε νά κατακτήση τήν μακαρία ταπείνωσι, οἱ ἀνόσιοι δαίμονες ἔσπερναν ἐπαίνους στήν καρδιά. Ἐκεῖνος τότε μηχανᾶται κατόπιν θείου φωτισμοῦ κάποιο εὐσεβές τέχνασμα, γιά νά νικήση τήν πονηρία τῶν δαιμόνων. Σηκώνεται λοιπόν ἀμέσως καί γράφει στόν τοῖχο τοῦ κελλίου του τά ὀνόματα τῶν πλέον ὑψηλῶν ἀρετῶν, δηλαδή τῆς τελείας ἀγάπης, τῆς ἀγγελικῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς καθαρᾶς προσευχῆς, τῆς ἀφθάρτου ἁγνότητος καί τῶν παρομοίων. Ὁσάκις λοιπόν ἄρχιζαν νά τόν ἐπαινοῦν οἱ λογισμοί, τούς ἔλεγε: '' Ἄς πᾶμε νά κάνουμε τόν ἔλεγχο''. Πλησιάζοντας δέ στόν τοῖχο ἐδιάβαζε τά ὀνόματα τῶν ἀρετῶν καί ἀπευθυνόμενος στόν ἑαυτόν του ἐκραύγαζε: ''Ὅταν τίς ἀποκτήσης αὐτές, ἄς γνωρίζης ὅτι ἀκόμη εὑρίσκεσται μακρυά ἀπό τόν Θεόν''.
24. Ποία εἶναι ἡ δύναμις καί ἡ οὐσία τούτου τού ἡλίου, (δηλαδή τῆς ταπεινοφροσύνης), δέν μποροῦμε νά τήν παρουσιάσωμε. Μόνο ἀπό τίς ἐνέργειές της καί ἀπό τίς ἰδιότητές της κατορθώνομε νά κατανοήσωμε τήν βαθύτερη οὐσία της.
25. Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι θεϊκή σκέπη πού σκεπάζει τούς ὀφθαλμούς μας, γιά νά μή βλέπωμε τά κατορθώματά μας. Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἄβυσσος εὐτελείας, ἀπρόσβλητη ἀπό κάθε κλέπτη. Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι ''πύργος ἰσχύος ἀπό προσώπου ἐχθροῦ'' (Ψαλμ. ξ' 4). ''Ὁ ἐχθρός δέν ἔχει νά ὠφεληθῆ ἀπό αὐτόν, τόν ταπεινό, καί ὁ υἱός ἤ μᾶλλον ὁ λογισμός τῆς ἀνομίας δέν θά μπορέση νά τόν κακοποιήση. Ἀντιθέτως δέ αὐτός θά κατακόψη ἐνώπιόν του ὅλους τούς ἐχθρούς του καί ὅσους τόν μισοῦν θά τούς κατατροπώση'' (πρβλ. Ψαλμ. πη' 23).
26. Ὁ μεγάλος τοῦτος ἰδιοκτήτης τοῦ ἰδικοῦ του πλούτου, δηλαδή ἡ ταπείνωσις, ἀντιλαμβάνεται μέσα στήν ψυχή καί ἄλλα ἐκλεκτά γνωρίσματα, ἐκτός ἀπό ὅλα ἐκεῖνα πού προαναφέραμε. Διότι ἐκεῖνα πού προαναφέραμε, ἐκτός ἀπό ἕνα, ὑποδηλώνουν ἁπλῶς στούς ἄλλους τόν πνευματικό πλοῦτο.
27. Θά γνωρίσης καί δέν θά ἀπατηθῆς ὅτι ἀπέκτησες μέσα σου τήν ὁσία αὐτή οὐσία, δηλαδή τήν ταπείνωσι, ἀπό τό πλῆθος τοῦ ἀρρήτου φωτός καί ἀπό τόν ἀπερίγραπτο ἔρωτα τῆς προσευχῆς. Πρίν κατακτηθοῦν αὐτά προηγεῖται μία κατάστασις, κατά τήν ὁποία ἡ καρδιά δέν περιφρονεῖ τούς ἁμαρτάνοντας οὔτε κατακρίνει τά ἁμαρτήματά τους. Καί πρίν ἀπό αὐτήν τήν κατάστασι προηγεῖται ἄλλη, κατά τήν ὁποία ἡ καρδιά μισεῖ κάθε κενοδοξία.
28. Ὅποιος ἐπέτυχε τήν πλήρη γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ του, αὐτός ἔσπειρε σέ γῆ ἀγαθή. Ὅποιος δέν ἔσπειρε κατ' αὐτόν τόν τρόπο, δέν πρόκειται νά ἰδῆ νά ἀνθίζη μέσα του ἡ ταπεινοφροσύνη. Ὅποιος ἐπέτυχε τήν γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ του, αὐτός αἰσθάνθηκε τόν φόβο τοῦ Κυρίου, καί βαδίζοντας μέ τήν αἴσθησι αὐτή ἔφθασε στήν πύλη τῆς ἀγάπης.
29. Ἡ ταπείνωσις εἶναι ἡ πύλη τῆς οὐρανίου βασιλείας πού εἰσάγει σ' αὐτήν ὅσους τήν πλησιάζουν. Νομίζω ὅτι γι' αὐτήν εἶπε ὁ Κύριος: ''Καί εἰσελεύσεται ὁ βουλόμενος καί ἐξελεύσεται ἀφόβως ἐκ τοῦ βίου καί νομήν εὑρήσει'' (πρβλ. Ἰωάν. ι' 9) καί χλόη μέσα στόν παράδεισο. Ὅλοι ὅσοι εἰσῆλθαν στήν μοναχική ζωή ἀπό ἄλλη θύρα αὐτοί εἶναι κλέπται καί λησταί τῆς ἰδικῆς τους ζωῆς (πρβλ. Ἰωάν. ι' 1).
30. Ὅσοι ἐπιζητοῦμε τήν ταπεινοφροσύνη ἄς μή παύωμε νά ἐξετάζωμε καί νά ἀνακρίνωμε τούς ἑαυτούς μας. Καί ὅταν αἰσθανώμεθα μέ τήν καρδιά μας ἀνώτερον σέ ὅλα τόν πλησίον, τότε εἶναι κοντά μας τό ἔλεος, (δηλαδή τό ἐκ Θεοῦ δῶρο τῆς ταπεινοφροσύνης).
31. Εἶναι ἀκατόρθωτο νά προέλθη ἀπό τό χιόνι φλόγα. Περισσότερο ὅμως ἀκατόρθωτο εἶναι νά εὑρεθῆ ταπείνωσις στούς ἑτεροδόξους, διότι τό κατόρθωμα αὐτό ἀνήκει μόνο στούς πιστούς καί ὀρθοδόξους καί μάλιστα σέ ὅσους ἐξ αὐτῶν ἔχουν καθαρθῆ ἀπό τά πάθη.
32. Οἱ περισσότεροι ἀπό ἐμᾶς ὀνομάζομε τούς ἑαυτούς μας ἁμαρτωλούς· ἴσως καί νά τό παραδεχώμαστε. Ἀλλά τήν ταπεινόφρονα καρδία τήν ἐλέγχει ἡ προσβολή καί ἡ ἐξουδένωσις ἐκ μέρους τῶν ἄλλων.
33. Ἐκεῖνος πού ἀγωνίζεται νά φθάση στό ἀκύμαντο λιμάνι τῆς ταπεινοφροσύνης, δέν θά παύση ποτέ νά χρησιμοποιῆ διαφόρους τρόπους καί λόγους καί σκέψεις καί ἐπινοήσεις καί ἔρευνες καί ἀναζητήσεις καί ἐπιτηδεύματα καί τεχνάσματα καί εὐχές καί προσευχές, μέχρις ὅτου ἀπομακρύνη τό σκάφος τῆς ψυχῆς του ἀπό τήν παντοτεινά τρικυμιώδη θάλασσα τῆς οἰήσεως· καί τοῦτο, μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί μέ τρόπους ζωῆς πιό ταπεινούς καί πιό περιφρονημένους. Διότι ὅποιος εσώθηκε ἀπό αὐτήν, τήν οἴησι, εὔκολα σάν τόν τελώνη τακτοποιεῖ τά ὑπόλοιπα ἁμαρτήματά του.
34. Μερικοί, παρ' ὅλον ὅτι ἐσυγχωρήθηκαν γιά τά παλαιά τους ἁμαρτήματα, ἐν τούτοις τά ἐνθυμοῦνται μέχρι τέλους τῆς ζωῆς τους, χρησιμοποιῶντας αὐτά ὡς ἀφορμή ταπεινοφροσύνης καί μαστιγώνοντας μέ αὐτά τό μάταιο φρόνημα τῆς οἰήσεως. Ἄλλοι, ἀναλογιζόμενοι τό πάθος τοῦ Χριστοῦ, θεωροῦν πάντοτε τόν ἑαυτό τους χρεώστη. Ἄλλοι ἐξευτελίζουν τόν ἑαυτό τους μέ τά καθημερινά τους σφάλματα. Ἄλλοι κατέρριψαν στό ἔδαφος τήν ὑπερηφάνεια μέ τούς πειρασμούς καί τίς ἀσθένειες καί τά πταίσματα πού κατά καιρούς τούς συνέβησαν. Καί ἄλλοι τέλος ἀπό τήν ἔλλειψι χαρισμάτων ἀπέκτησαν τήν μητέρα τῶν χαρισμάτων.
Εἶναι καί μερικοί ἄλλοι -δέν γνωρίζω ἄν ὑπάρχουν καί σήμερα- οἱ ὁποῖοι ταπεινώνουν τόν ἑαυτόν τους μέ τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ. Ὅσο περισσότερο αὐξάνουν οἱ δωρεές τοῦ Θεοῦ, τόσο περισσότερο ταπεινώνουν τόν ἑαυτό τους, μέ τήν σκέψι ὅτι εἶναι ἀνάξιοι γιά ἕναν τέτοιο πλοῦτο. Καί ζοῦν μέ τήν συναίσθησι ὅτι καθημερινῶς αὐξάνει τό χρέος τῶν ἁμαρτιῶν τους. Τοῦτο εἶναι ἡ ταπείνωσις, τοῦτο ἡ μακαριότης, τοῦτο τό ἀνώτερο βραβεῖο.
35. Ὅταν ἰδῆς ἤ ἀκούσης ὅτι κάποιος μέσα σέ ὀλίγα ἔτη ἀπέκτησε πολύ μεγάλη ἀπάθεια, νά ξέρης ὅτι δέν ἐβάδισε ἄλλη, ἀλλά τούτη τήν μακαρία καί σύντομη ὁδό.
36. Ἀγάπη καί ταπείνωσις! Ἱερό ζεῦγος! Ἡ μία ὑψώνει καί ἡ ἄλλη συγκρατεῖ ὅσους ὑψώθηκαν καί δέν τούς ἀφήνει ποτέ νά πέσουν.
37. Ἄλλο εἶναι ἡ συντριβή καί ἄλλο ἡ ἐπίγνωσις καί ἄλλο ἡ ταπείνωσις. Ἡ συντριβή εἶναι γέννημα κάποιας πτώσεως, διότι ἐκεῖνος πού πίπτει συντρίβεται καί ἵσταται στήν προσευχή χωρίς παρρησία καί μέ ἐπαινετή ἀναίδεια, ἀκουμπῶντας σάν τσακισμένος στήν ράβδο τῆς ἐλπίδος καί ἀποδιώκοντας μέ αὐτή τόν κύνα τῆς ἀπογνώσεως.
Ἐπίγνωσις εἶναι ἡ ὀρθή γνῶσις τῶν μέτρων, στά ὁποῖα εὑρισκόμαστε, καθώς καί ἡ ἀδιάκοπη μνήμη τῶν μικρῶν σφαλμάτων.
Ταπείνωσις εἶναι ἡ νοερά διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία φυλάσσεται ἀπό ὅσους τήν ἀξιώθηκαν στούς μυστικούς θαλάμους τῆς ψυχῆς, καί δέν μπορεῖ νά ἐκφρασθῆ μέ λόγια.
38. Ὅποιος λέγει ὅτι ὠσφράνθηκε καλά τήν εὠδία ἑνός τέτοιου μύρου καί συγχρόνως ὅταν ἀκούη ἐπαίνους συγκινεῖται κάπως ἡ καρδιά του ἤ βλέπει ὅτι δονεῖται ἀπό τήν δύναμι τῶν ἐπαινετικῶν λόγων, αὐτός, ἄς μήν ἀπατᾶται, ἔχει πλανηθῆ.
39. Ἄκουσα κάποιον νά λέγη ὁλοψύχως: ''Μή ἡμῖν, Κύριε, μή ἡμῖν, ἀλλ' ἤ τῶ ὀνόματί σου δός δόξαν'' (Ψαλμ. ριγ' 9). Καί τοῦτο, διότι ἐγνώριζε ὅτι ἡ φύσις τοῦ ἀνθρώπου δέν μπορεῖ ἔτσι μόνη της νά φυλαχθῆ ἀβλαβής ἀπό τήν δόξα. Ἔλεγε ἀκόμη: ''Παρά σοῦ ὁ ἔπαινός μου ἐν ἐκκλησία μεγάλη'' (Ψαλμ. κα' 26), δηλαδή κατά τόν μέλλοντα αἰῶνα. Διότι προηγουμένως δέν μπορῶ νά σηκώσω τήν δόξα καί τόν ἔπαινο χωρίς κίνδυνο.
40. Ἐάν τοῦτο ἀποτελῆ ὅρο καί λόγο καί τρόπο τῆς πλέον μεγάλης ὑπερηφανείας, δηλαδή τό νά ὑποκρίνεται κανείς ἀπό φιλοδοξία ἀρετές πού δέν ἔχει, ὁπωσδήποτε τοῦτο θά ἀποτελῆ τό σημάδι τῆς πλέον βαθειᾶς ταπεινοφροσύνης, τό νά παρουσιαζώμαστε δηλαδή σέ ἄλλους ὠς ἔνοχοι δῆθεν διαφόρων ἁμαρτημάτων, ὥστε νά ἐξευτελιζώμαστε.
Ἔτσι ἐνήργησε ἐκεῖνος πού ἐπῆρε στά χέρια του τό ψωμί καί τό τυρί. Ἔτσι ἐκεῖνος πού ἀφήρεσε τό ἔνδυμά του καί ἐγύρισε τήν πόλι μέ ἀπάθεια, σάν ἀγωνιστής τῆς ἁγνότητος πού ἦταν. Δέν θά λάβουν ὑπ' ὄψιν τους αὐτοί οἱ ἀγωνισταί τόν σκανδαλισμό τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ ἔχουν ἀποκτήσει τήν δύναμι νά πληροφοροῦν μυστικά μέ τήν προσευχή τους ὅλους γιά τήν ἀληθινή τους κατάστασι.
41. Ὅποιος φροντίζει γιά τό πρῶτο, δηλαδή γιά τήν ἀποφυγή τοῦ σκανδαλισμοῦ, αὐτός δείχνει ὅτι στερεῖται τό δεύτερο, δηλαδή τήν δύναμι τῆς πληροφορίας. Διότι ὅταν ἔχωμε τόν Θεόν ἕτοιμο νά μᾶς ἐπακούη, ὅλα μποροῦμε νά τά κατορθώσωμε. Νά προτιμᾶς νά λυπῆς τούς ἀνθρώπους μᾶλλον καί ὄχι τόν Θεόν, διότι χαίρεται ὁ Θεός ὅταν μᾶς βλέπη νά ἐπιδιώκωμε τήν ἀτιμία, μέ τόν σκοπό νά πιέσωμε καί νά κτυπήσωμε καί νά ἐξοντώσωμε τήν ματαιότητα τῆς οἰήσεως.
42. Ἡ τελεία ξενιτεία εἶναι ἡ πρόξενος τῶν τόσο μεγάλων κατορθωμάτων, ἐφ' ὅσον μόνο οἱ πολύ μεγάλοι ἀντέχουν στό νά ἐμπαίζωνται ἀπό τούς γνωρίμους των. (Οἱ ἄλλοι ἐπειδή δέν ἀντέχουν ἄς ἐπιζητοῦν νά ξενιτεύουν καί νά
ἀσκοῦνται ἀνάμεσα σέ ξένους καί ἀγνώστους ἀνθρώπους). Ἄς μή παραξενευθῆς γιά ὅσα εἶπα, διότι κανείς δέν μπορεῖ ν' ἀνεβῆ διά μιᾶς ὅλη τήν κλίμακα.
43. ''Θά μᾶς ἀναγνωρίσουν ὅλοι ὡς μαθητάς τοῦ Θεοῦ, ὄχι διότι μᾶς ὑποτάσσονται οἱ δαίμονες, ἀλλά διότι τά ὀνόματά μας ἔχουν γραφῆ στόν οὐρανό τῆς ταπεινώσεως'' (πρβλ. Λουκ. ι' 20).
44. Ἡ ἀκαρπία κάνει ὥστε οἱ κλάδοι τῶν λεγομένων κίτρων νά ἀνυψώνωνται μόνοι τους πρός τά ἐπάνω. Ὅταν ὅμως γείρουν πρός τά κάτω, ἀρχίζει γρήγορα ἡ καρποφορία. Ὅποιος τό συνέλαβε στόν νοῦ του, καταλαβαίνει τί θέλω νά εἰπῶ.
45. Στήν ὁσία ταπείνωσι ὑπάρχουν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ διάφορες βαθμίδες ἀναβάσεως: ἡ τριακοστή, ἡ ἑξηκοστή καί ἡ ἑκατοστή. Στήν τελευταία βαθμίδα κατορθώνουν νά ἀνεβοῦν οἱ ἀπαθεῖς, στήν μεσαία οἱ ἀνδρεῖοι καί στήν πρώτη ὅλοι. Ἐκεῖνος πού ἀπέκτησε αὐτογνωσία, ποτέ δέν θά ξεγελασθῆ νά ἐπιχειρήση κάτι ὑπέρ τήν δύναμί του, ἀλλά προχωρεῖ στό ἑξῆς πατῶντας στερεά στήν μακαρία αὐτή ὁδό τῆς ταπεινώσεως.
46. Τά πτηνά φοβοῦνται τήν θέα τοῦ ἱέρακος. Ὁμοίως καί οἱ ἐργάται τῆς ταπεινοφροσύνης τόν ἦχο τῆς ἀντιλογίας.
47. Εἶναι πολλοί ἐκεῖνοι πού ἐπέτυχαν τήν σωτηρία τους χωρίς προφητικά χαρίσματα καί ἐλλάμψεις καί θαυματουργίες. Χωρίς τήν ταπείνωσι ὅμως κανείς δέν πρόκειται νά εἰσέλθη στόν νυμφῶνα. Διότι τά μέν πρῶτα τά διαφυλάσσει ἡ δευτέρα, δηλαδή ἡ ταπείνωσις, ἐνῶ ἀντιθέτως τά πρῶτα, σέ ἐπιπολαίους ἀνθρώπους τήν ἐξαφάνισαν (τήν ταπείνωσι).
48. Γιά νά ταπεινούμεθα, ἔστω καί χωρίς τήν θέλησί μας, ὁ Κύριος οἰκονόμησε καί τοῦτο: Κανείς δέν μπορεῖ νά βλέπει τά τραύματά του, ὅπως τά βλέπει ὁ πλησίον του. Ἔτσι εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά χρεωστοῦμε τήν θεραπεία μας ὄχι στόν ἑαυτόν μας, ἀλλά στόν πλησίον καί στόν Θεόν.
49. Ὁ ταπεινόνους ἀποστρέφεται μέ βδελυγμία τό ἰδικό του θέλημα ὡς πεπλανημένο. Καί στά αἰτήματά του πρός τόν Κύριον συνηθίζει νά δέχεται μέ ἀδίστακτη πίστη τήν γνῶσι τοῦ θελήματός Του καί νά ὑπακούη σ' αὐτό. Ὑπακούει δέ στούς διδασκάλους του χωρίς νά ἐξετάζη καί νά περιεργάζεται τήν ζωή τους, ἀλλά ἀναθέτοντας κάθε φροντίδα του στόν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἀκόμη καί μέ τό στόμα τῆς ὄνου ἐδίδαξε στόν Βαλαάμ τά ἀπαραίτητα (πρβλ. Ἀριθ. κβ' 28).
50. Ὁ ταπεινόνους αὐτός μοναχός, καί ὅταν ἀκόμη ὅλα τά σκέπτεται καί τά πράττη καί τά λέγη κατά Θεόν, καί τότε ἀκόμη δέν δίδει ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό του. Διότι γιά τόν ταπεινό τό οἰκειόπιστον εἶναι μεγάλος σκόλοψ καί βάρος, ὅπως ἀντιθέτως γιά τόν ὑπερήφανο τό ἑτερόλεκτο.
51. Ἐγώ νομίζω ὅτι μόνο ὅποιος εἶναι Ἄγγελος δέν κλέπτεται ἀπό ἁμαρτήματα, δέν ὑποπίπτει δηλαδή σέ κανένα ἁμάρτημα, διότι ἄκουσα κάποιον ἐπίγειο Ἄγγελο νά λέγη: ''Οὐδέν ἐμαυτῶ σύνοιδα, ἀλλ' οὐκ ἐν τούτω δεδικαίωμαι· ὁ δέ ἀνακρίνων με Κύριός ἐστι'' (Α' Κορ. δ' 4). Γιά τόν λόγο αὐτό ὀφείλομε νά κατακρίνωμε συνεχῶς καί νά κατηγοροῦμε τούς ἑαυτούς μας, ὥστε μέ τόν ἑκούσιο ἐξευτελισμό νά ἀπομακρύνωμε τίς ἀκούσιες ἁμαρτίες. Διαφορετικά θά εἶναι ὁπωσδήποτε ἄσχημη ἡ λογοδοσία μας γι' αὐτά τήν ὥρα τοῦ θανάτου.
52. Ἐκεῖνος πού ζητεῖ ἀπό τόν Θεόν πράγματα μικρότερα ἀπό ὅ,τι θά τοῦ ἄξιζαν, αὐτός θά λάβη ὁπωσδήποτε ἀνώτερά του. Περί αὐτοῦ μαρτυρεῖ ὁ τελώνης, ὁ ὁποῖος ζητοῦσε μόνο τήν συγχώρησι καί ἀπεκόμισε ἐπί πλέον καί τήν δικαίωσι. Ὁ ληστής πάλιν ἐζήτησε νά τόν ἐνθυμηθῆ μόνο ὁ Κύριος στήν βασιλεία Του, καί ὅμως ἐκληρονόμησε ὁλόκληρο τόν παράδεισο.
53. Μέσα στήν δημιουργία δέν εἶναι δυνατόν νά ἀντικρύσης μικρή ἤ μεγάλη φωτιά ὅσον ἀφορᾶ τήν φύσι της. Καί στήν ἀνόθευτη ταπεινοφροσύνη εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατον νά ἐναπομείνη ἴχνος κάποιας ξένης ὕλης. Ὅσο συνεχίζομε νά ἁμαρτάνωμε ἑκουσίως, δέν ὑπάρχει μέσα μας τοῦτο, ἡ ἀνόθευτη δηλαδή ταπεινοφροσύνη. Ὅταν ὅμως ἁμαρτάνωμε ἀκουσίως, αὐτό ἀποτελεῖ ἀπόδειξι τῆς παρουσίας της.
54. Γνωρίζοντας ὁ Δεσπότης Χριστός ὅτι πρός τήν ἐξωτερική ἐμφάνισι συμμορφώνεται καί ἡ ἀφανής ἀρετή τῆς ψυχῆς, φορῶντας τό λέντιο μᾶς ὑπέδειξε μέθοδο γιά νά βαδίζωμε τήν ὁδό τῆς ταπεινώσεως. Διότι ἡ ψυχή ἐξομοιώνεται μέ ὅ,τι ἀσχολεῖται καί λαμβάνει τόν τύπο καί τήν μορφή αὐτῶν, τά ὁποῖα πράττει.
55. Ἡ ἀρχή, (ἡ ἐξουσία), ἔγινε αἰτία ὑψηλοφροσύνης σ' ἕναν Ἄγγελο· ἀλλά βεβαίως δέν τοῦ ἐδόθηκε ἡ ἐξουσία γιά νά πέση στήν ὑψηλοφροσύνη.
56. Διαφορετικά αἰσθάνεται ὅποιος κάθεται σέ θρόνο καί διαφορετικά ὅποιος κάθεται στήν κοπριά. Ἴσως γιά τόν λόγο αὐτό καί ὁ μέγας ἐκεῖνος δίκαιος, (δηλαδή ὁ Ἰώβ), καθόταν ἔξω ἀπό τήν πόλι ἐπάνω στήν κοπριά. Τότε ἀφοῦ ἀπέκτησε τήν τελεία ταπεινοφροσύνη εἶπε ὁλοψύχως: '' Ἐφαύλισα ἐμαυτόν καί ἐτάκην· ἥγημαι δέ ἐμαυτόν γῆν καί σπόδον'' (Ἰώβ μβ' 6).
57. Εὑρίσκω ὅτι ἐκεῖνος ὁ Μανασσῆς ἁμάρτησε ὅσο κανείς ἄλλος ἄνθρωπος, ἀφοῦ καί τόν Ναό τοῦ Θεοῦ καί ὁλόκληρη τήν θρησκεία ἐμόλυνε μέ τά εἴδωλα. Γι' αὐτόν καί ἄν ἀκόμη ἐνήστευε ὅλος ὁ κόσμος, δέν θά μποροῦσε νά προσφέρη τίποτε πού νά ἀντιστάθμιζε τά ἁμαρτήματά του. Ἡ ταπείνωσις ὅμως εστάθη ἱκανή καί εθεράπευσε ὅσα ἦταν σ' αὐτόν ἀθεράπευτα.
58. '' Ὅτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἄν'', λέγει ὁ Δαβίδ στόν Θεόν. '' Ὁλοκαυτούμενα σώματα διά νηστείας, οὐκ εὐδοκήσεις· θυσία τῶ Θεῶ'' (πρβλ. Ψαλμ. ν' 18-19) καί τά λοιπά. Ὃλοι κατανοοῦν τήν σημασία αὐτῶν τῶν λόγων. '' Ἡμάρτηκα τῶ Κυρίω'' ἐβόησε πρός τόν Θεόν ἡ μακαρία αὐτή ταπείνωσις γιά τά ἁμαρτήματα τῆς μοιχείας καί τοῦ φόνου, καί ἀμέσως ἦλθε ἡ ἀπάντησις: '' Ἀφείλετο (=ἐσυγχώρησε) Κύριος τό ἁμάρτημά σου'' (Β' Βασ. ιβ' 13).
59. Δρόμο καί ἀφορμή γιά τήν ἀπόκτησι αὐτῆς τῆς ἀρετῆς οἱ ἀείμνηστοι Πατέρες μας ὥρισαν τούς σωματικούς κόπους. Ἐγώ ἐπί πλέον συνιστῶ τήν ὑπακοή καί τήν εὐθύτητα τῆς καρδίας, πού ἐκ φύσεως εἶναι ἀντίθετες πρός τήν οἲησι.
60. Ἐάν αὐτή, ἡ ὑπερηφάνεια, μερικούς ἀπό Ἀγγέλους τούς μετέβαλε σέ δαίμονας, ἐκείνη, ἡ ταπεινοφροσύνη, ὁπωσδήποτε μερικούς ἀπό δαίμονας μπορεῖ νά τούς μεταβάλη σέ Ἀγγέλους· γι' αὐτό ἄς ἔχουν θάρρος ὅσοι ἔπεσαν.
61. Ἄς σπεύσωμε καί ἄς πυκτεύσωμε μέ ὅλες μας τίς δυνάμεις νά ἀνεβοῦμε στήν κεφαλή καί κορυφή τῆς ταπεινοφροσύνης. Ἄν δέν μποροῦμε αὐτό, ἄς ἀνεβοῦμε τοὐλάχιστον στούς ὤμους της. Ἄν καί αὐτό δέν μποροῦμε νά τό κατορθώσωμε,
ἄς μήν χάσωμε τοὐλάχιστον τήν ἀγκάλη της. Διότι ὅποιος τήν χάση καί αὐτήν, ἀπόρῶ ἄν θά μπορέση νά κερδήση τίποτε στήν αἰωνιότητα.
62. Νεῦρα τῆς ταπεινοφροσύνης καί ὁδοί, ἀλλ' ὄχι καί σημάδια καί ἀποδείξεις, εἶναι ἡ ἀκτημοσύνη, ἡ ἀφανής ξενιτεία, ἡ ἀπόκρυψις τῆς σοφίας, ἡ ἁπλῆ ὁμιλία, ἡ ζήτησις ἐλεημοσύνης, ἡ ἀπόκρυψις τῆς εὐγενικῆς καταγωγῆς, ἡ ἐξορία τῆς παρρησίας, ἡ ἀπομάκρυνσις τῆς πολυλογίας. Τίποτε ἄλλο δέν κατώρθωσε ποτέ μέχρι τώρα νά ταπεινώση τόσο τήν ψυχή, ὅσο ἡ φτώχεια καί ἡ ἐπαιτεία. Τότε φαίνεται ἡ φιλοσοφία μας καί ἡ φιλοθεϊα μας, ὅταν, ἐνῶ μποροῦμε νά ὑψώσωμε τόν ἑαυτό μας, ἀποφεύγωμε ἀνεπιστρεπτεί τό ὕψος.
63. Ἐάν ἐξοπλίζεσαι καμμία φορά ἐναντίον ἑνός πάθους, νά παίρνης ὡς σύμμαχο τούτη τήν ἀρετή. Διότι αὐτή ''ἐπί ἀσπίδα καί βασιλίσκον ἐπιβήσεται, καί καταπατήσει λέοντα καί δράκοντα'' (Ψαλμ. 90' 13), δηλαδή, ὅπως θά ἔλεγα ἐγώ, ''ἐπί ἁμαρτίαν καί ἀπόγνωσιν ἐπιβήσεται καί καταπατήσει τόν διάβολον καί τόν δράκοντα τοῦ σώματος''.
Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι οὐράνιος ἀνεμοστρόβιλος πού μπορεῖ νά ἀνεβάση τήν ψυχή ἀπό τήν ἄβυσσο τῆς ἁμαρτίας στά ὕψη τοῦ οὐρανοῦ. Ἀντίκρυσε ἕνας κάποτε τό κάλλος της μέσα στήν καρδιά του καί ἀφοῦ κατελήφθη ἀπό θάμβος ἐρωτοῦσε τό ὄνομα τοῦ πατρός της. Ἐκείνη δέ μέ ἕνα φαιδρό καί γαλήνιο μειδίαμα τοῦ ἀποκρίνεται: ''Πῶς σπεύδεις νά μάθης τό ὄνομα τοῦ πατρός μου, ἐνῶ αὐτός εἶναι ἀνώνυμος; Δέν θά σοῦ τό φανερώσω, ἕως λάβης μέσα σου τόν Θεόν''. Αὐτῶ ἡ δόξα εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.
Μητέρα τῆς πηγῆς εἶναι ἡ ἄβυσσος τῶν ὑδάτων· πηγή δέ τῆς διακρίσεως ἡ ταπείνωσις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου