xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ ΣΧΟΛΑΡΙΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΙΣΛΑΜ

 ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ ΣΧΟΛΑΡΙΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΙΣΛΑΜ

Τοῦ σοφότατου καὶ τιμιότατου κυρίου Γενναδίου τοῦ Σχολαρίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης, ὁμολογία ρηθεῖσα περὶ τῆς ὀρθῆς καὶ ἀμώμητου πίστεως τῶν χριστιανῶν πρὸς τοὺς Ἀγαρηνοὺς ἐρωτηθεὶς γὰρ παρὰ τοῦ Ἀμηρὰ σουλτάνου του Μαχμέτη τί πιστεύετε ὑμεῖς οἵ χριστιανοί; ἀπεκρίνατο οὕτως:

1. Πιστεύομε ὅτι ὑπάρχει Θεὸς ὃ ὅποιος δημιούργησε τὰ πάντα ὅσα ὑπάρχουν ἐκ τοῦ μηδενός. Ὅτι δὲν εἶναι σῶμα (ὃ Θεός), οὔτε ἔχει σῶμα, ἀλλὰ ζεῖ μόνο ὡς Πνεῦμα. Καὶ εἶναι νοῦς ἄριστος, τελειότατος καὶ γεμᾶτος σοφία. Εἶναι ἀσύνθετος, χωρὶς ἀρχὴ καὶ χωρὶς τέλος. Βρίσκεται μέσα στὸν κόσμο, ἀλλὰ καὶ ὑπεράνω τοῦ κόσμου. Δὲν βρίσκεται σὲ ὁρισμένο τόπο, ἀλλὰ βρίσκεται παντοῦ. Αὐτὲς εἶναι οἵ ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ, ποῦ Τὸν ξεχωρίζουν ἀπὸ τὰ δημιουργήματα Τοῦ καὶ ἀπὸ ἀλλὰ ὅμοια μὲ αὐτά. Εἶναι σοφὸς καὶ ἀγαθὸς καὶ ἀληθής. Καὶ Αὐτὸς εἶναι ἢ ἀλήθεια. Καὶ ὅσα προτερήματα ἔχουν τὰ δημιουργήματα Τοῦ χωριστά, Αὐτὸς τὰ ἔχει ὅλα σὲ ὕψιστο βαθμό. Τὰ δὲ δημιουργήματα Τοῦ ἔχουν αὐτὲς τὶς τελειότητες, γιατί Αὐτὸς ὃ ἴδιος τους τὶς δίνει. Ἐπειδή, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι ἀγαθὸς καὶ τὰ κτίσματα τοῦ εἶναι ἀγαθά, ἀφοῦ Αὐτὸς εἶναι σοφὸς καὶ τὰ κτίσματα Τοῦ εἶναι σοφά, ἀφοῦ Αὐτὸς εἶναι ἀληθὴς καὶ ἐκεῖνα εἶναι ἀληθινά, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὶς ἄλλες τους ἀρετές. Ὅμως ἐνῷ ὃ Θεὸς τὰ ἔχει κατὰ κυριότητα, ἐκεῖνα τὰ ἔχουν ἐπειδὴ μετέχουν σ' Αὐτόν.

2. Πιστεύομε ὅτι ὑπάρχουν στὸν Θεὸ ἄλλες τρεῖς ἰδιότητες οἵ ὅποιες εἶναι ἀρχὲς καὶ πηγὲς τῶν ἄλλων μαζὶ ἰδιοτήτων Του. Καὶ μ' αὐτὲς τὶς τρεῖς ἰδιότητες ὁ Θεὸς ζῆ αἰωνίως στὸν ἑαυτό Του, πρὶν νὰ δημιουργήσει τὸν κόσμο καὶ μ' αὐτὲς τὶς τρεῖς ἰδιότητες δημιούργησε τὸν κόσμο καὶ μὲ αὐτὲς τὸν κυβερνᾶ. Καὶ αὐτὲς τὶς τρεῖς ἰδιότητες ὀνομάζαμε ὑποστάσεις (δηλαδὴ τρία πρόσωπα). Καὶ ἐπειδὴ αὐτὲς οἵ τρεῖς ἰδιότητες δὲν διαχωρίζουν τὴν μία καὶ ἁπλούστατη οὐσία τοῦ Θεοῦ, γι' αὐτὸ εἶναι ὃ Θεὸς καὶ μὲ αὐτὲς τὶς τρεῖς ἰδιότητες ἕνας Θεὸς καὶ δὲν πρόκειται γιὰ τρεῖς θεούς.

3. Πιστεύομε ὅτι ἀπὸ τὴν φύση τοῦ Θεοῦ προέρχονται ὃ Λόγος (Υἱὸς) καὶ τὸ Πνεῦμα, ὅπως ἀπὸ τὴν φωτιὰ προέρχονται το φῶς καὶ ἢ θερμότης. Καὶ ὅπως ἢ φωτιά, ἀκόμη κι' ἂν δὲν ὑπάρχει κάτι ποῦ νὰ φωτίζεται καὶ νὰ θερμαίνεται ἄπ' αὐτὴν ὅμως ἐκείνη ἔχει μονίμως φῶς καὶ θερμότητα καὶ ἐκπέμπει φῶς καὶ θερμότητα, ἔτσι καὶ πρὶν νὰ δημιουργηθεῖ ὃ κόσμος ὑπῆρχε ὃ Λόγος καὶ τὸ Πνεῦμα ὡς φυσικὲς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ ὃ Θεὸς εἶναι Νοῦς, ὅπως προείπαμε. Καὶ αὐτά τα τρία: Νοῦς, Λόγος καὶ Πνεῦμα εἶναι ἕνας Θεός, ὅπως καὶ στὴν μία ἀνθρώπινη ψυχὴ ὑπάρχει ὃ νοῦς, ὃ ἐνδιάθετος λόγος καὶ ἢ θέλησης τοῦ νοῦ καὶ ὅμως αὐτά τα τρία εἶναι κατὰ τὴν οὐσία μία ψυχή. Ἐπίσης τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ τὸν ὀνομάζομε καὶ σοφία τοῦ Θεοῦ καὶ δύναμη καὶ Ὑίόν Αὐτοῦ, διότι γεννήθηκε ἀπὸ τὴν φύση τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτὸ ποῦ γεννιέται ἀπὸ τὴν φύση του ἄνθρωπου ὀνομάζεται υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὅπως ἢ σκέψις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι γέννημα τῆς ψυχῆς του.

Ἐπίσης τὴν θέληση τοῦ Θεοῦ τὴν ὀνομάζομε Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀγάπη. Τὸν δὲ Νοῦν τοῦ Θεοῦ ὀνομάζομε Πατέρα, γιατί ὃ Θεὸς εἶναι ἀγέννητος καὶ ἀναίτιος, ἐνῷ Αὐτὸς εἶναι ἢ αἰτία τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος. Τὸ ὅτι λοιπὸν ὃ Θεὸς νοεῖ ὄχι μόνο τὰ κτίσματα Του, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο νοεῖ καὶ γνωρίζει τὸν Ἑαυτόν Του, γι' αὐτὸ καὶ ἔχει λόγο καὶ σοφία μέσῳ τῶν ὁποίων νοεῖ τὸν Ἑαυτόν Του αἰωνίως. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο δὲν θέλει ὃ Θεὸς νὰ ἀγαπᾶ μόνο τὰ κτίσματα Του, ἀλλὰ θέλει πολὺ περισσότερο νὰ ἀγαπᾶ τὸν Ἑαυτό Του, γι' αὐτὸ προέρχονται ἀπὸ τὸν Θεὸ (Πατέρα) προαιώνιος ὃ Λόγος καὶ τὸ Πνεῦμα Του καὶ ὑπάρχουν σ' Αὐτὸν προαιωνίως. Καὶ ἔτσι αὐτὲς οἵ δύο ὑποστάσεις δηλαδὴ ὃ Λόγος καὶ τὸ Πνεῦμα μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ (Πατέρα) ἀποτελοῦν ἕνα Θεό.

4. Πιστεύομε ὅτι ὃ Θεὸς μὲ τὴν συνεργασία τοῦ Λόγου (Υἱοῦ) καὶ μὲ τὴν σοφία καὶ τὴν δύναμη Τοῦ δημιούργησε τὸν κόσμο καὶ μὲ τὸ Πνεῦμα Του, τὴν ἀγαθὴ θέληση Τοῦ καὶ τὴν ἀγάπη Του, προνοεῖ καὶ κυβερνᾶ ὅλη τὴν φύση σ' αὐτὸν τὸν κόσμο πρὸς τὸ καλό, κατὰ τὴν ταξὶ κάθε δημιουργήματος. Καὶ γι' αὐτὸ πιστεύομε ὅτι, ὅταν θέλησε ὃ Θεός, λόγῳ μόνο τῆς εὐσπλαχνίας Του, νὰ βοηθήσει τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐπιστρέψουν ἀπὸ τὴν πλάνη τῶν δαιμόνων καὶ τῆς εἰδωλολατρίας, (ἐπειδὴ ἐκτὸς τῆς μικρῆς χώρας ποῦ ζοῦσαν οἵ Ἰουδαῖοι, ὁποὺ προσκυνοῦσαν καὶ πίστευσαν στὸν ἕνα Θεὸ ποῦ τοὺς ἔδωσε ὃ Νόμος του Μωϋσέως, ὅλη ἢ ἄλλη οἰκουμένη εἶχε ὡς σεβάσματα τὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τὸν Θεὸν (Δημιουργὸν) καὶ πίστευε σὲ πολλοὺς θεοὺς ἀνύπαρκτους, ἀντὶ νὰ πιστεύει στὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ καὶ οἵ ἄνθρωποι ζοῦσαν σύμφωνα μὲ τὶς δικές τους ἐπιθυμίες καὶ ὄχι σύμφωνα μὲ κάποιο Νόμο τοῦ Θεοῦ, τότε λοιπὸν (ὅταν ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου) πραγματοποίησε ὃ Θεὸς μὲ τὴν συνεργασία τοῦ Λόγου (Υἱοῦ) καὶ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος Τοῦ τὴν ἀνάπλαση τῶν ἀνθρώπων. Καὶ γι' αὐτὸ ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ (Υἱὸς) ἔλαβε τὴν ἀνθρώπινη φύση, ὥστε, ὡς ἄνθρωπος μὲν νὰ μιλήσει πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, ὡς Λόγος δὲ τοῦ Θεοῦ καὶ σοφία, νὰ διδάξει τοὺς ἀνθρώπους νὰ πιστεύουν στὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεὸ καὶ νὰ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸ νόμο ποῦ αὐτὸς ἔδωσε. Ἐπίσης ὡς ἄνθρωπος μὲν νὰ δώσει τὸν τρόπο τῆς ζωῆς Τοῦ παράδειγμα τῆς διδασκαλίας Του, ἀφοῦ αὐτὸς πρῶτος τήρησε τὸν νόμο ποῦ ἔδωσε στοὺς ἀνθρώπους, ὡς Λόγος δὲ τοῦ Θεοῦ καὶ Δύναμις, νὰ μπόρεση νὰ κατορθώσει τὸ παγκόσμιο ἀγαθὸ (τὴν Σωτηρία), ποῦ ἤθελε. Διότι θὰ ἦταν ἀδύνατον μὲ τὴν δύναμη μόνο ἑνὸς ἀνθρώπου νὰ ἔπιστρέψή ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα πρὸς τὸν Θεό. Καὶ ἔτσι ἄφ' ἑνὸς μὲν διὰ τοῦ Λόγου Του ἔσπειρε τὴν ἀλήθεια ὃ παντοδύναμος καὶ ἀόρατος Θεὸς στὴν Ἱερουσαλήμ, ἄφ' ἑτέρου δὲ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Πνεύματος Τοῦ φώτισε καὶ δυνάμωσε τοὺς Ἀποστόλους Του, γιὰ νὰ σπείρουν αὐτοὶ τὴν ἀλήθεια σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ νὰ καταφρονήσουν τὸν θάνατο γιὰ τὴν ἀγάπη τῆς ἀλήθειας ποῦ δίδασκαν, γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ποῦ τοὺς ἀπέστειλε καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου, κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰησοῦ, ὃ ὅποιος πέθανε οἰκειοθελῶς ὡς (τέλειος) ἄνθρωπος ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. Ἔτσι πιστεύομε ἐμεῖς τὸν ἕνα Τριαδικὸ Θεό: Πατέρα, Ὑίόν καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, καθὼς μᾶς δίδαξε ὃ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὸς λέγει τὴν ἀλήθεια καὶ εἶναι ὃ ἴδιος ἀλήθεια πιστεύομε ὅτι καὶ αὐτὸ (ποῦ λέμε τώρα) εἶναι ἀλήθεια. Καὶ οἵ μαθηταὶ Τοῦ ἔτσι μᾶς δίδαξαν ἐκτενέστερα. Ἔτσι λοιπὸν τὸ καταλαβαίναμε καὶ λόγῳ τῆς δυνάμεως τῆς σοφίας (τοῦ Εὐαγγελίου).

5. Πιστεύομε ὅτι ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ὃ ἄνθρωπος τὴν μορφὴ τοῦ ὁποίου ἔλαβε ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ(κατά τὴν θαυματουργὸ σάρκωση) εἶναι ὃ Χριστός. Καὶ ἢ μὲν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ σωματικῶς ἦταν ζωὴ ὑπεραγίου ἀνθρώπου, ἢ δὲ δύναμις τῆς σοφίας καὶ τῶν ἔργων Του ἦταν δύναμις Θεοῦ. Πιστεύομε ὅτι ὅπως ἢ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελοῦν ἕνα ἄνθρωπο, ἔτσι καὶ ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος ἢ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα τοῦ Υἱοῦ τῆς ἁγίας Μαρίας ἀποτελοῦσαν ἕνα πρόσωπο: τὸν Χριστό. Ὅμως ὅπως ἢ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα εἶναι δύο φύσεις τελείως χωρισμένες μέσα στὸν ἄνθρωπο, ἔτσι καὶ στὸν Χριστὸ οἵ δύο φύσεις, ἢ ἀνθρώπινη καὶ ἢ θεῖα εἶναι τελείως χωρισμένες (δὲν ἐξαρτῶνται ἢ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη).

6. Πιστεύομε ἀκόμη ὅτι οὔτε ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ μετεβλήθη στὸ σῶμα ἢ στὴν ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ, οὔτε ὅτι τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἤ, ἢ ψυχή Του ἔγιναν Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ὅτι πάντα ἦταν καὶ εἶναι στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὃ μὲν Λόγος τοῦ Θεοῦ πράγματι Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἢ δὲ ἀνθρώπινη φύσις, πράγματι ἀνθρώπινη φύσις. Πιστεύομε ἐπίσης ὅτι ὃ Χριστὸς ὡς ἄνθρωπος δὲν προσέλαβε τὴν θεότητα, ἀλλὰ ἢ θεότης τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ προσέλαβε τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ δημιούργησε θαυμαστὸς αὐτὸ τὸ γεγονὸς (τῆς σαρκώσεως). Κάθε τι ποῦ βρίσκεται στὸν Θεὸ καὶ προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεὸ κατὰ τὴν φύση, εἶναι Θεός, γιατί δὲν ὑπάρχει στὸ Θεὸ τίποτε ποῦ νὰ μὴν ἀνήκει στὴν φύση Του. Καὶ γι' αὐτὸ τὸν αἰώνιο Λόγο τοῦ Θεοῦ τὸν ὀνομάζομε Θεὸ καὶ τὸν πιστεύομε ὡς Θεό. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὸς ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἦταν μέρος τῆς ὀντότητας τοῦ Χριστοῦ, γι' αὐτὸ ὁμολογοῦμε τὸν Χριστὸ Θεὸ καὶ ἄνθρωπο. Ἄνθρωπο μὲν κατὰ τὴν ψυχὴ καὶ κατὰ τὸ σῶμα, Θεὸ δέ, γιατί στὴν ὀντότητα τοῦ ὑπῆρχε ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ.

7. Πιστεύομε ὅτι ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἦταν παρὼν στὸν Χριστὸ καὶ μέσα στὸν κόσμο καὶ στὸν Οὐρανὸ καὶ στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός, ἐπειδὴ ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπειρος, ὅπως καὶ ὃ Θεὸς (Πατὴρ) εἶναι ἄπειρος. Αὐτὸς ποῦ τὸν γεννᾶ, δηλαδὴ νοῶντας καὶ ἔχοντας ἄπειρο δύναμη. Ἀλλὰ μὲ ἄλλον τρόπο βρισκόταν στὴν παρουσία τοῦ Πατρός, μὲ ἄλλον στὴν ὀντότητα τοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ ἄλλον στὸν κόσμο.

8. Πιστεύομε ὅτι ὅταν ὃ Θεὸς μεταδώσει τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν χάρι Τοῦ σὲ κάποιο κτίσμα, δὲν ζημιώνεται καθόλου ὃ Ἴδιος, ἀλλὰ μᾶλλον δοξολογεῖται ἐπειδὴ ἀπὸ τὴν ἀρετὴ τῶν κτισμάτων φανερώνεται ἢ δόξα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅσο πιὸ πολὺ βελτιώνεται τὸ κτίσμα μὲ τὴν ὅλο καὶ μεγαλύτερη μετάδοση τῆς ἀγάπης (τοῦ Κτιστοῦ), τόσο πιὸ πολὺ γίνεται φανερὴ ἢ ἄγαθότής του Θεοῦ καὶ ἢ ἀγάπη Τοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Γι' αὐτὸ καὶ ἢ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ καὶ ἢ ἀγάπη Τοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ἔγινε πολὺ μεγαλύτερη ὅταν ἦλθε ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ Θεὸς μὲ ὅλη Του τὴν δύναμη στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, παρὰ ὅταν ἔστελνε στοὺς Προφῆτες (τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης) λίγο ἀπὸ τὴν χάρι Του, ἐνῷ σὲ ἄλλους Προφῆτες ἔστελνε λιγότερη καὶ σὲ ἄλλους περισσότερη.

9. Πιστεύομε ὅτι ὃ Κύριος ἡμῶν, ὃ Χριστὸς σταυρώθηκε καὶ πέθανε οἰκειοθελῶς γιὰ πολλοὺς καὶ σπουδαίους λόγους ποῦ μᾶς ὠφελοῦν καὶ οἵ ὁποῖοι χρειάζονται πολλὲς ἐξηγήσεις. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ὑπέστη ὡς ἄνθρωπος, γιατί ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ οὔτε σταυρώνεται, οὔτε πεθαίνει, οὔτε ἀνασταίνεται, ἀλλὰ μᾶλλον Αὐτὸς ἀνασταίνει νεκρούς, ὅπως ἀνέστησε καὶ τὸ σῶμα ποῦ ἔλαβε.

10. Πιστεύομε ὅτι ὃ Χριστὸς μετὰ τὴν ἀνάστασή Του ἀνελήφθη στοὺς Οὐρανοὺς καὶ ὅτι πρόκειται νὰ ἔλθει πάλι μὲ ἔνδοξο τρόπο γιὰ νὰ κρίνει τὸν κόσμο.

11. Πιστεύομε ὅτι οἵ ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἀθάνατες, ὅτι τὰ σώματα τῶν ἁγίων θὰ ἀναστηθοῦν ἄφθαρτα, δίχως πάθη, φωτεινά, ἐλαφρά, δίχως νὰ χρειάζονται τροφὴ ἢ ποτό, ντύσιμο ἢ ἄλλη σωματικὴ ἡδονὴ καὶ ὅτι οἵ ψυχὲς αὐτῶν ποῦ ἔζησαν κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο θὰ πᾶνε στὸν Παράδεισο, τῶν δὲ ἀμετανόητων καὶ κακῶν θὰ πᾶνε στὴν Κόλαση. Καὶ ἢ μὲν ἀπόλαυσης τῶν Ἁγίων καὶ τῶν δικαίων θὰ εἶναι στὸν Οὐρανὸ (γιατί αὐτὸς ὀνομάζεται τώρα Παράδεισος), ἢ δὲ κόλασης (τιμωρία) τῶν κακῶν καὶ πονηρῶν θὰ εἶναι στὴ Γῆ). Καὶ ἢ ἀπόλαυσης τῶν Ἁγίων δὲν θὰ εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ τὸ ὅτι αὐτὲς οἵ ψυχὲς θὰ τελειωθοῦν στὴν γνώση καὶ ἔτσι θὰ μποροῦν νὰ θεωροῦν τὰ Μυστήρια τοῦ Θεοῦ, τὰ ὅποια γνωρίζουν τώρα μόνο διὰ τῆς πίστεως.

12. Γιατί ὅμως ἦταν ἀναγκαῖο νὰ σαρκωθῇ ὃ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ Θεός; Χρειάζονται πολλὰ λόγια γιὰ νὰ τὸ ἐξηγήσομε καὶ ὅταν χρειασθεῖ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ τὸ κάνομε, ἂν καὶ ἐν μέρει τὸ ἔχομε ἤδη κάνει.

Ἐκτὸς δὲ ἄπ' αὐτὰ ποῦ εἴπαμε ὡς τώρα, μᾶς πληροφοροῦν γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως αὐτὰ τὰ ἑπτὰ πράγματα:

Πρῶτον: τὸ ὅτι οἵ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τοὺς ὁποίους καὶ ἐμεῖς δεχόμαστε, ἀναφέρουν στὶς προφητεῖες τους τὸν Ἰησοῦ καὶ ὅσα Αὐτὸς ἔπραξε καὶ ὅσα τοῦ συνέβησαν, κι' ἀκόμη ὅσα ἔπραξαν οἵ Μαθηταὶ Τοῦ μὲ τὴν δική Του δύναμη. Ἐπίσης προφήτευσαν γι' Αὐτὸν καὶ τὰ Μαντεῖα τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων κατὰ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ, καθὼς καὶ οἵ ἀστρονόμοι τῶν Περσῶν καὶ τῶν Ἄρχ. Ἑλλήνων. Ὅλες δὲ αὐτὲς οἵ προφητεῖες ἐκφράζουν μεγάλο σεβασμὸ γιὰ τὸν Ἰησοῦ. Καὶ τὸ ὅτι αὐτὲς οἵ προφητεῖες εἶναι αὐθεντικές, μποροῦμε νὰ τὸ ἀποδείξομε.

Δεύτερον: τὸ ὅτι ὅλα τὰ βιβλία τῆς Ἁγ. Γραφῆς ποῦ περιέχουν τὴν πίστη μας συμφωνοῦν μεταξύ τους κατὰ πάντα, γιατί αὐτοὶ ποῦ τὰ ἔγραψαν εἶχαν τὸν ἴδιο διδάσκαλο, δηλαδή την Χάρι τοῦ Θεοῦ, γιατί ἀλλιῶς θὰ ἔπρεπε σὲ κάτι νὰ διαφωνοῦν.

Τρίτον: τὸ ὅτι αὐτὴ ἢ πίστης, παρ' ὅλο ποῦ ἦταν νέα καὶ παράδοξος, ἔγινε δεκτὴ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους παντοῦ καὶ γρήγορα, παρ' ὅλο ποῦ διέτρεχαν πολλοὺς κινδύνους. Καὶ ἔγινε δεκτὴ ὄχι μόνο ἀπὸ ἁπλοῦς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ μορφωμένους καὶ σοφούς. Αὐτὸς λοιπὸν εἶναι ὃ λόγος ποῦ σταμάτησε τελείως ἢ πλάνη τῶν Ἑλλήνων (ἢ εἰδωλολατρία).

Τέταρτον: τὸ ὅτι αὐτὴ ἢ πίστης δὲν περιέχει τίποτε ποῦ νὰ μὴν εἶναι πραγματοποιήσιμο, ποῦ νὰ μὴν συμφωνεῖ μὲ τὰ ἀνθρώπινα δεδομένα, ἀλλὰ καὶ τίποτε σ' αὐτὴν δὲν βασίζεται σὲ ὑλικὰ πράγματα, ἀλλὰ τὰ πάντα ἔχουν πνευματικὸ χαρακτῆρα. Ἢ πίστης αὐτὴ εἶναι ὁδὸς ποῦ ὁδηγεῖ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ πρὸς τὴν μέλλουσα αἰώνια ζωή.

Πέμπτον: τὸ ὅτι ὅσοι δέχθηκαν αὐτὴν τὴν πίστη καὶ ἔζησαν ἐνάρετα σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Ἰησοῦ, ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Θεὸ μεγάλα χαρίσματα καὶ ἔκαναν πολλὰ θαύματα ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, πρᾶγμα ποῦ δὲν θὰ συνέβαινε, ἂν αὐτὴ ἢ πίστης δὲν ἦταν ἀληθινή.

Ἕκτον: τὸ ὅτι ὅσα λέγονται ἀπὸ μερικοὺς κατὰ τῆς πίστεως αὐτῆς μποροῦμε νὰ τὰ ἀντικρούσομε πολὺ εὔκολα καὶ μὲ λογικὰ ἐπιχειρήματα.

Ἕβδομον: τὸ ὅτι αὐτὴν τὴν πίστη τὴν πολέμησαν μὲ πολλὰ μαρτύρια καὶ φόνους οἵ τότε Βασιλεῖς καὶ οἵ Ἔπαρχοι αὐτῶν σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη ἐπὶ 318 χρόνια καί, ἐνῷ ἦταν εἰδωλολάτρες καὶ πίστευαν σὲ πολλοὺς θεούς, δὲν κατόρθωσαν νὰ ὑπερισχύσουν, ἀλλὰ νίκησε αὐτὴ ἢ πίστης μέσα στὸν κόσμο καὶ παραμένει μέχρι τώρα καὶ ὅταν ἔλθει ὃ Κύριος (στὴν Δευτέρα Παρουσία) θὰ τὴν βρεῖ. Καὶ ἂν αὐτὴ ἢ πίστης δὲν ἦταν θέλημα Θεοῦ, θὰ εἶχε διαλυθεῖ πολὺ εὔκολα. Σ' αὐτὸν τὸν Θεὸ ἢ δόξα. Ἀμήν.

Ἐκδόσεις Νεκτάριος Παναγοπουλος

Α ἔκδοση Μάϊος 1999

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου