xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

Σάββατο των ψυχών Ἐπιστολὴ πρὸς μοναχή, γιὰ νὰ μὴν στενοχωρεῖται γιὰ τοὺς κεκοιμημένους

Σάββατο των ψυχών. Ἐπιστολὴ πρὸς μοναχή, γιὰ νὰ μὴν στενοχωρεῖται γιὰ τοὺς κεκοιμημένους




Ἅγιος Μάξιμος ὁ Γραικός ΛΟΓΟΣ Μά΄

Ὅπως καὶ ὁ ἴδιος κατέχομαι ἀπὸ θλίψη καὶ λύπη τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς μου, ἔτσι ἀκούω καὶ γιὰ σένα, ὅτι ὑπέστης τὶς ἴδιες στενοχώριες καὶ στενοχωρεῖσαι πολὺ καὶ ζητᾶς ἀπὸ ὅλους παρηγοριά. Πὼς νὰ βοηθήσω τὸν ἑαυτό μου καὶ νὰ γλυτώσω ἀπὸ τὴν στενοχώρια, τὸ ξέρω καὶ μπορῶ νὰ τὸ κάμω, ἐπειδὴ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν βούλησή μου καὶ τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, καὶ ἔχω τὴν ἐξουσία νὰ κατευθυνθῶ καὶ δεξιὰ καὶ ἀριστερά. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ μὲ ἐμποδίσει στὴν σωστή μου ἀπόφαση, ὅσο ἔχω ἐκ δεξιῶν μου τὸν ἐπιβλέποντα τὶς σκέψεις καὶ τὶς πράξεις μου Ἰησοῦ Χριστό, ὅπως μὲ διδάσκει ὁ θεῖος προφήτης ποὺ λέγει: «Προωρώμην τὸν Κύριον διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μοῦ ἐστιν, ἵνα μὴ σαλευθῶ» [1]. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, λοιπόν, παρηγορῶ καὶ βοηθῶ τὸν ἑαυτό μου στὴν στενοχώρια μου.

Τὴν ἁγία ὅμως ψυχή σου, ποὺ βρίσκεται σὲ μεγάλη θλίψη, πὼς ἀλλιῶς μπορῶ νὰ τὴν παρηγορήσω καὶ νὰ τὴν ἀπελευθερώσω ἀπὸ τὴν μεγάλη πίκρα ποὺ τὴν θλίβει, παρὰ μὲ τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ παρηγορῶντας μᾶς δίνει τὴν ἑξῆς ἐντολή: «Οὐ θέλομεν δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, περὶ τῶν κεκοιμημένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα. Εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεός τους κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ» [2]. Αὐτὰ εἶναι τὰ ἀξιοσέβαστα λόγια τοῦ ἀποστόλου. Ἡ σημασία τους ἔχει ὡς ἑξῆς. Τὸ μυστήριο τῆς ὀρθόδοξης πίστεως σὲ σχέση μὲ μᾶς τοὺς εὐσεβεῖς συνίσταται κυρίως στὰ τρία πιὸ βασικὰ δόγματα. Πρῶτον, στὴν ἐν σαρκὶ γέννηση τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος, ἐνῷ εἶναι ἀσώματος, ἀόρατος καὶ ἀκατάληπτος Θεός, εὐδόκησε ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀγαθότητά Του νὰ ἐνδυθεῖ τὴν ἀνθρωπίνη σάρκα καὶ νὰ γίνει ὁρατός, καταληπτὸς καὶ ἁπτὸς ἄνθρωπος. Δεύτερον, ἀφοῦ ἔγινε ἄνθρωπος, πέθανε ὡς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ χαρίσει διὰ τοῦ θανάτου Του τὴν αἰωνία ζωὴ σὲ ὅλους αὐτοὺς ποὺ βαπτίζονται στὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κατὰ τὴν ἐντολή Του ποὺ λέγει, «ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται» [3]. Δηλαδὴ θὰ ζεῖ αἰώνια τὴν ἀγγελικὴ ζωή, ἀφοῦ γλυτώσει ἀπὸ τὰ αἰώνια βάσανα ποὺ ἀναμένουν τοὺς ἁμαρτωλούς. Καὶ ἔπειτα προσθέτει: «καὶ ὅσοι δὲν ἔχουν πίστη, θὰ καταδικαστοῦν» [4] μαζὶ μὲ τὰ ἀσεβῆ δαιμόνια. Τρίτον, ἀφοῦ ἐνσαρκώθηκε καὶ δέχθηκε τὸν θάνατο ὡς ἄνθρωπος, Αὐτὸς κατὰ τὴν τρίτη ἡμέρα ἀνέστη ἐκ νεκρῶν καὶ νίκησε τὸν θάνατο.

Ἐμεῖς, ποὺ πιστέψαμε στὸν Χριστὸ καὶ βαπτιστήκαμε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐλπίζουμε μὲ αὐτὴν τὴν πίστη νὰ γίνουμε ἄξιοι τῆς ἐκ νεκρῶν ἀναστάσεως καὶ τῆς αἰωνίας ζωῆς. Ἂν ὅμως πενθοῦμε πολὺ καὶ ὀδυρόμαστε γιὰ τὴν ἔξοδο τῶν δικῶν μας μὲ δάκρυα, ἁμαρτάνουμε μὲ αὐτά, διότι δηλώνουμε τὴν πίστη μας στὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἐλπίδα μας σὲ Αὐτὸν μόνο μὲ τὰ λόγια καὶ ὄχι μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ καὶ τὴν σταθερὴ σκέψη μας, ὅπως λέγει ὁ θεῖος προφήτης: «Πιστεύω τοῦ ἰδεῖν τὰ ἀγαθὰ Κυρίου ἐν γῆ ζώντων» [5]. Ὁ θεῖος Παῦλος μας διδάσκει ποιά εἶναι αὐτὰ τὰ ἀγαθὰ καὶ πόσο θαυμάσια εἶναι λέγοντας: «Α ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὕς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, α ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» [6].

Ἂν ὅμως τὰ θεῖα ἀγαθὰ εἶναι ἐντελῶς ἄρρητα καὶ ἀκατάληπτα, τότε μὲ ποιόν τρόπο ὁ βασιλέας Δαυὶδ μπόρεσε καὶ ἀπέκτησε τόσο δυνατὴ πίστη σὲ αὐτά; Μόνο μὲ τὴν τελεία ἀγάπη, μὲ τὴν ὁποία ἀγάπησε, μὲ ὅλη τὴν ψυχή, μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ καὶ μὲ ὅλη τὴν σκέψη καὶ τὴν δύναμή του, τὸν Δημιουργὸ τῶν ὅλων, ὅπως λέγει ὁ ἴδιος: «Ἀγαπήσω σέ, Κύριε, ἡ ἰσχύς μου. Κύριος στερέωμά μου καὶ καταφυγή μου καὶ ρύστης μου. Ὁ Θεός μου βοηθός μου, ἐλπιῶ ἐπ’ αὐτόν, ὑπερασπιστής μου καὶ κέρας σωτηρίας μου» [7]. Καὶ πάλι λέγει: «Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων. Ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχὴ μοῦ εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου» [8]. Καὶ δείχνοντας τὴν μέγιστη ἀγάπη του καὶ τὴν ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ τὸ δηλώνει μὲ τὸ παράδειγμα λέγοντας: «Ὀν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων, οὕτως ἐπιποθεῖ ἡ ψυχή μου πρὸς σέ, ὁ Θεός. Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεόν τον ζῶντα» [9]. Καὶ ἔπειτα, σὰν νὰ θρηνεῖ γιὰ τὴν μακρόχρονη διαμονή του σὲ αὐτὴν τὴν προσωρινὴ ζωή, προσθέτει: «Πότε ἤξω καὶ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ; Ἐγενήθη τὰ δάκρυά μου ἐμοὶ ἄρτος ἡμέρας καὶ νυκτὸς ἐν τῷ λέγεσθαί μοὶ καθ’ ἑκάστην ἡμέραν· ποὺ ἐστιν ὁ Θεός σου;» [10]. Ὅπως ὁ πεινασμένος ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ πολὺ τὸν ἄρτο, ἔτσι καὶ ἐγώ, λέγει, ἀπὸ τὴν ἀκατάπαυστη ἐπιθυμία μου μὲ πολλὰ δάκρυα ἐλπίζω νὰ γίνω ἄξιος τῆς γλυκυτάτης θέας τοῦ Θεοῦ μου καὶ τῆς ἀπολαύσεως τῆς θείας ὀμορφιᾶς Του, ὅπως τὸ λέγει σὲ ἄλλο χωρίο: «Μίαν ἠτησάμην παρὰ Κυρίου, ταύτην ἐκζητήσω· τοῦ κατοικεῖν μὲ ἐν οἴκῳ Κυρίου πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου, τοῦ θεωρεῖν μὲ τὴν τερπνότητα Κυρίου καὶ ἐπισκέπτεσθαι τὸν ναὸν τὸν ἅγιον αὐτοῦ» [11].

Ὅποιος ὁμιλεῖ ἔτσι καὶ προσεύχεται μὲ τόση θέρμη, ἔχει ἴσως ἀπομακρύνει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ ὅλες τὶς ἄλλες προσωρινὲς καὶ ψυχοφθόρες ὀμορφιὲς τῆς πλάνης αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος καὶ μὲ ὅλη τὴν σκέψη του ἔχει στερεωθεῖ στὴν ἐπιθυμία τοῦ ἀπροσίτου καὶ στὴν ἀγάπη γιὰ τὴν ἀπόλαυση τῆς ἀγαθότητας τῆς θείας χάριτος. Καὶ μολονότι αὐτὸς ἦταν γνωστὸς βασιλέας περιβεβλημένος μὲ διάφορες ἀπολαύσεις καὶ βασιλικὴ δόξα, τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν μπόρεσε νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἐπιθυμία τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. Γι’ αὐτὸ καὶ λέγει, «κρείσσων ἡμέρα μία ἐν ταὶς αὐλαῖς σοῦ ὑπὲρ χιλιάδας· ἐξελεξάμην παραρριπτεῖσθαι ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ μου μᾶλλον ἡ οἰκεῖν μὲ ἐν σκηνώμασιν ἁμαρτωλῶν» [12]. Ποιά ἄλλα σκηνώματα ἁμαρτωλῶν ἐννοεῖ, ἂν ὄχι τὰ μεγαλοπρεπῆ κτίρια καὶ τὶς τεράστιες οἰκοδομὲς ἐκείνων, ποὺ ὕστερα ἀπὸ αὐτὸν βασίλεψαν ἄνομα καὶ θεομίσητα στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ τὴν Σαμάρεια καὶ σὲ ὅλη τὴν Ἰουδαία; Αὐτὸς ὁ μακάριος βασιλέας, διαθέτοντας τὴν προφητικὴ ἱκανότητα, προέβλεψε ὅλη αὐτὴν τὴν ἀσέβεια, στὴν ὁποία ἔπεσαν ὕστερα ἀπὸ αὐτὸν ὅλοι οἱ ἀσεβεῖς βασιλεῖς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ὁ πιὸ ἀσεβὴς ἦταν ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος εἶχε ὑπερβεῖ μὲ τὴν ἀσέβειά του ὅσους ἀσεβοῦσαν προηγουμένως καὶ ἔπειτα δοξάστηκε μὲ τὴν μετάνοιά του, ὁ Μανασσής, ποὺ γιὰ πενῆντα δύο ὁλόκληρα χρόνια ἀδιαφοροῦσε γιὰ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ μόλυνε τὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ μὲ θυσίες στὰ εἴδωλα [13]. Ἀλλὰ ἀρκετὰ γι’ αὐτά.

Ἐμεῖς ὅμως ἔχοντας στὴν Ἁγία Γραφὴ αὐτὲς τὶς νουθεσίες, τὶς παρηγορίες καὶ τὰ παραδείγματα τοῦ θεαρέστου βίου, ἂς ἀπομακρύνουμε ἀπὸ τὴν σκέψη μας κάθε θλίψη, ραθυμία καὶ κάθε ἄλλη ἀφοσίωση στὶς προσωρινὲς καὶ ἄχρηστες ὀμορφιὲς αὐτῆς τῆς μάταιης ζωῆς, γιατί αὐτές μας ἀποτρέπουν ἀπὸ τὴν ἀπόλαυση τῶν ἀρρήτων αἰωνίων ἀγαθῶν. Ἂς ἀγαπήσουμε τὴν δόξα, τὴν τιμὴ καὶ τὸν ἔπαινο, ποὺ ἔχει ἑτοιμάσει γιὰ μᾶς στοὺς οὐρανοὺς ὁ Θεός, καὶ ὄχι αὐτὰ ποὺ προβάλλονται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὰ κυνηγοῦμε μὲ κάθε τρόπο ἀπὸ τὴν μεγάλη ἀνοησία μας, ἐξευτελίζοντας τὸν ἑαυτό μας, κολακεύοντας τὸν καθένα ποὺ βρίσκεται στὴν ἐξουσία καὶ ἀποσιωπῶντας τὶς ἀδικίες του. Ἂν ὅμως δὲν τὸν ντρεπόμασταν, θὰ μπορούσαμε νὰ τύχουμε ἐπαίνου ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ συνάμα νὰ ἀποτρέψουμε καὶ ἐκεῖνον ἀπὸ κάθε κακὸ καὶ κάθε ἀδικία, νουθετῶντας τον καὶ ὑπενθυμίζοντάς του τὴν φοβερὴ δικαιοσύνη τοῦ ἀδέκαστου Κριτῆ, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅταν ἀνοίξει «ἀπ’ οὐρανοῦ ὀργὴ Θεοῦ ἐπὶ πᾶσαν ἀσέβειαν καὶ ἀδικίαν ἀνθρώπων» [14]. Φοβερὸς εἶναι αὐτὸς ὁ λόγος, ἁγία μητέρα, καὶ ἄξιος κάθε τηρήσεως γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἰδιαίτερα γιὰ μᾶς τοὺς εὐσεβεῖς, ποὺ δεχθήκαμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν τέλειο νόμο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ποὺ μᾶς διατάζει: «Εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης» [15], δηλαδὴ μὲ τὴν τιμία ζωὴ καὶ τὴν θεάρεστη παρουσία την στολισμένη μὲ τὴν ἑκούσια παραίτηση ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τοῦ βίου. Αὐτὴν ἀγάπησαν μὲ ὅλη τὴν ψυχή τους καὶ τὴν ἐφάρμοσαν μὲ τὸν λόγο καὶ τὴν πράξη ὄχι μόνο οἱ πολλοὶ ὅσιοι καὶ θεοφόροι ἄνδρες, ποὺ ἔζησαν σὲ ἀπόμακρες ἐρήμους, ἀλλὰ καὶ οἱ πολλὲς εὐγενεῖς καὶ ἔντιμες γυναῖκες. Αὐτὲς μάλιστα περιφρόνησαν κάθε ὀμορφιὰ τῆς ζωῆς καὶ τὴν ἀφθονία τῆς περιουσίας τους, τὸν πλοῦτο καὶ τὴν δόξα, τοὺς γονεῖς, τοὺς συγγενεῖς καὶ τοὺς φίλους, τὴν πατρίδα καὶ τὴν ἴδια τήν νεότητά τους, καὶ μὲ ὅλη τὴν ψυχὴ καὶ ὅλη τὴν καρδιά τους ἀκολούθησαν τὸν ἀθάνατο καὶ πάναγνο Νυμφίο τους. Προηγουμένως μοίρασαν ὅλα τὰ πλούτη τους καὶ ὅλα τὰ ὑπάρχοντά τους σὲ πτωχοὺς καὶ ὀρφανοῦς σύμφωνα μὲ τὴν σωτήρια ἐντολὴ τοῦ Νυμφίου τους, ὁ ὁποῖος εἶπε στὸν γνωστὸ πλούσιο νέο: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τα ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοί» [16]. Αὐτὴν τὴν σωτήρια ἐντολὴ τήρησαν πολλὲς εὐγενεῖς γυναῖκες, ὅπως ἡ ἀείμνηστη Συγκλητική [17], ἡ Μελάνη [18], καὶ ἡ Διονυσία [19], τὶς ὁποῖες μιμήθηκες διαλέγοντας τὸν ἴδιο δρόμο.

Εὔχομαι νὰ σὲ ἀξιώσει ὁ Κύριος νὰ διάγεις μέχρι τέλους, μὲ ὁσιότητα, ἀλήθεια καὶ ἐλεημοσύνη γιὰ τοὺς ἐνδεεῖς, ὥστε νὰ δεχθεῖς καὶ ἐσὺ στοὺς οὐρανοὺς ἀπὸ τὸν Νυμφίο σου Χριστό, ἀνάλογη μὲ αὐτὲς δόξα καὶ στέφανο. Ἀμήν.

Παραπομπές:

1. Ψάλμ. 15, 8.

2. Α΄ Θέσσ. 4, 13-14.

3. Μάρκ. 16,16.

4. Μάρκ. 16,16.

5. Ψάλμ. 26, 13.

6. Α΄ Κόρ. 2, 9.

7. Ψάλμ. 17, 2-3.

8. Ψάλμ. 83, 2-3.

9. Ψάλμ. 41, 2-3.

10. Ψάλμ. 41, 3-4.

11. Ψάλμ. 26, 4.

12. Ψάλμ. 83, 11.

13. Βλ. Δ´ Βασ. 21,1-18. Β´ Παρ. 33,1-20.

14. Ρώμ. 1,18.

15. Μάτθ. 7, 13.

16. Μάτθ. 19, 21.

17. Γιὰ τὸν βίο τῆς ἁγίας Συγκλητικῆς βλ. ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Βίος καὶ πολιτεία τῆς ἁγίας καὶ μακαρίας καὶ διδασκάλου Συγκλητικῆς, PG 28,1488-1557. Ἐκδόσεις τοῦ βίου τῆς κ.α. βλ. στοῦ FR. HALKIN, Bibliotheca Hagiographica Graeca [Subsidia Hagiographica 8a], τ.ΙΙ, Bruxelles 19533, σ. 261, ἀριθμ. 1694, 1694a.

18. Γιὰ τὴν ἁγία Μελάνη ἡ Μελανία βλ. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΕΛΕΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, Ἡ πρὸς Λαῦσον ἱστορία περιέχουσα βίους ὁσίων πατέρων, PG 34,1225Α-1228D, H. DELEHAYE, «S. Melaniae iunioris. Acta graeca – Βίος τῆς ὁσίας Μελάνης», Analecta Bollandiana 22 (1903) 7-49. M. RAMPOLLA DEL TINDARO, Santa Melania Giuniore sematrice Romana, Roma 1905. ΣΥΜΕΩΝ ΛΟΓΟΘΕΤΟΥ, Τοῦ Μεταφραστοῦ, Βίος καὶ πολιτεία τῆς ὁσίας Μελάνης τῆς Ρωμαίας, PG 116, 753-793.

19. Ἡ Διονυσία ὑπῆρξε διακόνισσα στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία. Τὸ ὀνομά της δὲν περιλαμβάνεται στὰ Συναξάρια καὶ Ἁγιολόγια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Βλ. σχετικὰ Svjataja Olimpiada i drugie diakonissy drevnej Gerkvi (῾» ἁγία Ὀλυμπιάδα καὶ οἱ ἄλλες διακόνισσες τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας), ἐκδ. Μετοχίου τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Σεργίου στὴν Μόσχα, Μόσχα 2010.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου