xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

ΠΩΣ ΝΑ ΣΕ ΟΝΟΜΑΣΩ ΑΝΘΡΩΠΟ; ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ .

 ΠΩΣ ΝΑ ΣΕ ΟΝΟΜΑΣΩ ΑΝΘΡΩΠΟ; ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ . 

Ἐγκατάλειψε τὴ φύση τῆς σάρκας καὶ πᾶρε τὰ ἀλαφρὰ φτερὰ τῆς ζωῆς, ἀπάλλαξε τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ τὰ ὁρατὰ καὶ κρέμασε τὸν ἑαυτό σου στὰ ἀόρατα. Ἀνέβα στοὺς οὐρανούς, ψάλε μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους, στάσου δίπλα στὸ οὐράνιο βῆμα, τὸ ψηλὸ· ἐγκατάλειψε τὸν καπνὸ καὶ τὴ σκιὰ καὶ τὸ χορτάρι καὶ τὴν ἀράχνη· γιατί δὲ γνωρίζω ποιό ὄνομα νὰ δώσω σ’ αὐτὰ τὰ εὐτελῆ πράγματα. Αὐτὰ τὰ λέω καὶ δὲ θὰ παύσω νὰ τὰ λέω.

Ἔλα καὶ γίνε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μὴ σὲ ξεγελᾶ ἡ ὀνομασία τῆς φύσεως. Ἄραγε καταλάβατε αὐτὸ ποὺ σᾶς λέχθηκε; Εἶναι ἄνθρωπος, λέει, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς εἶναι ἄνθρωπος ὡς πρὸς τὸ ὄνομα, ὄχι ὅμως ἄνθρωπος καὶ στὸ φρόνημα. Γιατί, ὅταν σὲ βλέπω νὰ ζεῖς ἄλογα, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι βόδι;

Ὅταν σὲ βλέπω νὰ ἁρπάζεις, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι λύκο;

Ὅταν σὲ βλέπω νὰ πορνεύεις, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι γουρούνι;

Ὅταν σὲ βλέπω δόλιο, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι φίδι;

Ὅταν σὲ βλέπω νὰ ἔχεις δηλητήριο, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι ἀσπίδα;

Ὅταν σὲ βλέπω ἀνόητο, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι γάϊδαρο;

Ὅταν σὲ βλέπω νὰ μοιχεύεις, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι ἵππο θηλυμανή;

Ὅταν σὲ βλέπω ἀπείθαρχο καὶ ἄμυαλο, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο καὶ ὄχι πέτρα;

Ἔλαβες εὐγένεια ἀπὸ τὸ Θεό, γιατί προδίδεις τὴν ἀρετὴ τῆς φύσεώς σου;

Τί κάνεις; Πές μου. Ἄλλοι ἄνθρωποι ἔχουν τὸν τρόπο νὰ μεταθέτουν, ὅσο εἶναι δυνατό, τὰ ἄλογα στὴν εὐγένεια τῶν ἀνθρώπων ἐκπαιδεύουν τοὺς παπαγάλους νὰ μιλοῦν μὲ ἀνθρώπινη φωνὴ καὶ μὲ τὴν τέχνη τους παραβιάζουν τὴ φύση· ἐξημερώνουν τὰ λιοντάρια καὶ τὰ σέρνουν μέσα στὴν ἀγορά.

Ἐξημερώνεις τὸ λιοντάρι, ποὺ εἶναι ζῶο ἀνυπότακτο, καὶ κάνεις τὸν ἑαυτό σου πιὸ ἄγριο καὶ ἀπὸ λύκο; Καὶ τὸ χειρότερο εἶναι ὅτι τὸ καθένα ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα ἔχει ἕνα ἐλάττωμα· ὁ λύκος τὴν ἁρπαγή, τὸ φίδι τὸ δόλο, ἡ ἀσπίδα τὸ δηλητήριο· στὸν πονηρὸ ὅμως ἄνθρωπο δὲν ὑπάρχει αὐτό.

Γιατί δὲν ἔχει ἕνα μόνο ἐλάττωμα· ὁ ἄνθρωπος πολλὲς φορές, ἀλλὰ καὶ ἅρπαγας γίνεται καὶ δόλιος καὶ φαρμακερὸς καὶ τὶς κακίες τῶν ἄλογων ζώων συγκεντρώνει στὴν ψυχή του.

Πῶς λοιπὸν νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο, ἐσένα ποὺ δὲν ἔχεις τὸ ἔμβλημα τῆς βασιλείας, δὲν ἔχεις τὸ διάδημα, δὲν ἔχεις τὴν πορφύρα;

«Ἂς κάνουμε», λέει, «ἄνθρωπο σύμφωνα μὲ τὴ δική μας εἰκόνα καὶ ὁμοίωση». Σκέψου σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα τίνος δημιουργήθηκες, καὶ μὴ ξεπέσεις στὴ κατωτερότητα τῶν ἄλογων ζώων. Ἐὰν δεῖς βασιλιᾶ νὰ ἔχει ρίξει τὴν πορφύρα καὶ τὸ στέμμα του καὶ νὰ συναναστρέφεται τοὺς στρατιῶτες καὶ νὰ προδίδει τὴν ἐξουσία του, πῶς νὰ τὸν ὀνομάσεις βασιλιᾶ; Καὶ σὺ ἄνθρωπος εἶσαι. Μὴ μοῦ δείχνεις ὅμως ὅτι ἔχεις ψυχὴ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος στὸ φρόνημα. Εἶσαι ἄρχοντας τῶν ἄλογων ζώων, καὶ ἔγινες δοῦλος τῶν ἄλογων παθῶν ποὺ βρίσκονται μέσα σου;

Καὶ πῶς θὰ γίνω ἄνθρωπος, λέει;

Ἐὰν συγκρατεῖς τοὺς λογισμοὺς τῆς σάρκας, ἐκείνους τοὺς ἄλογους, ἐὰν ἀπέβαλες τὴν πορνεία, ἐὰν ἀπέβαλες τὴν ἄκαιρη φιλοχρηματία, ἐὰν ἀπέβαλες ἐκείνη τὴν πονηρὴ τυραννίδα, ἐὰν καθάρισες τὸν ἑαυτό σου.

Καὶ πῶς θὰ γίνεις ἄνθρωπος;

Ἐὰν ἔρθεις ἐδῶ ὅπου δημιουργοῦνται οἱ ἄνθρωποι. Ἐὰν σὲ παραλάβω ἄλογο, σὲ κάνω ἄνθρωπο· ἐὰν σὲ παραλάβω λύκο, σὲ κάνω ἄνθρωπο· ἐὰν σὲ παραλάβω φίδι, σὲ κάνω ἄνθρωπο, χωρὶς νὰ μεταβάλω τὴ φύση σου, ἀλλὰ ἀλλάζοντας τὴν προαίρεσή σου.

Ἀλλὰ τί λέει; Ἔχω παιδιά, εἶμαι ἀρχηγὸς τοῦ σπιτιοῦ, φροντίζω τὴ γυναῖκα μου, εἶμαι φτωχός, φροντίζω γιὰ νὰ βγάλω τὴν ἀναγκαία τροφή μου. Αὐτὰ εἶναι δικαιολογίες καὶ προφάσεις. Ἐὰν βέβαια σὲ κρατοῦσα γιὰ πάντα ἐδῶ καὶ δὲν σοῦ ἐπέτρεπα νὰ ἀσχοληθεῖς μὲ τὶς ἔξω ὑποθέσεις οὔτε γιὰ πολὺ μικρὸ διάστημα, θὰ μποροῦσες νὰ δικαιολογηθεῖς καὶ νὰ μοῦ πεῖς, ‘ἔχω παιδιὰ καὶ εἶμαι ἀρχηγὸς τοῦ σπιτιοῦ’– καὶ μὲ τὸ δίκιο σου θὰ τὰ ἔλεγες- ἢ καλύτερα οὔτε τότε θὰ ἔπρεπε νὰ τὰ πεῖς αὐτά. Γιατί ὁ Θεὸς εἶναι σὲ θέση, ὅσο θὰ ἀπασχολεῖσαι ἐδῶ, νὰ σοῦ δώσει μὲ μεγαλύτερη ἀφθονία ὅλα ὅσα σοῦ ἀνήκουν.

Τώρα ὅμως τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν σοῦ ἐπιβάλλω, οὔτε σοῦ λέω νὰ ἔρχεσαι κάθε μέρα, ἀλλὰ δύο φορὲς τὴν ἑβδομάδα. Πόσο βαρὺ εἶναι, πόσο φορτικό; Καὶ οὔτε ὅλη τὴν ἡμέρα, ἀλλὰ γιὰ λίγη ὥρα ἔλα στὴν ἐκκλησία· δέξου νοερὰ διδάγματα, γιὰ νὰ μὴ δεχθεῖς τραύματα· ὄχι γιὰ νὰ νικήσεις ἄλλους, ἀλλὰ γιὰ νὰ κάνεις τὴν ἀγορὰ ἐκκλησία.

Ἔλα, πᾶρε ὅπλο, ὥστε μὲ τὸ ὅπλο νὰ μὴ δεχθεῖς τὸ ἐπιζήμιο χτύπημα. Στάσου στὸ στρατόπεδο, ἀλλὰ ὁπλισμένος· στάσου σὲ τόπο ἅγιο, ἔχοντας ὅμως καθαρὰ τὰ μάτια· μπὲς στὸ λιμάνι, ἀλλὰ ὁδηγῶντας μὲ ἀκρίβεια τὸ πλοῖο. Αὐτὰ ἐδῶ μπορεῖς νὰ τὰ μάθεις· καὶ δὲ θέλεις, ἀλλὰ βγαίνεις μὲ παράταξη κοσμική, ἀπογυμνωμένος ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Σκέψου πόσο σπουδαῖο εἶναι νὰ βγαίνεις ἀπὸ τὴν ἐκκλησία περιφρονῶντας ὅλα τὰ ἀνθρώπινα καὶ καταπατῶντας αὐτὰ ποὺ προκαλοῦν θλίψη, καὶ νὰ ἔχεις γίνει ἀνώτερος ἀπὸ τὰ ἀγαθά, χωρὶς νὰ ἐπαίρεσαι γιὰ ἐκεῖνα, οὔτε καὶ νὰ πιέζεσαι ἀπὸ αὐτὰ· ὅπως ἦταν ὁ Ἰώβ, ὁ ὁποῖος οὔτε ἀπὸ τὴ φτώχεια βούλιαζε, οὔτε ὑπερηφανευόταν ἀπὸ τὸν πλοῦτο, ἀλλὰ μέσα στὴν ἀνωμαλία τῶν πραγμάτων διατηροῦσε ἴση διάθεση.

Πάλι ἐσὺ ἐναντίον τῶν πλουσίων; θὰ μοῦ ποῦν. Πάλι σεῖς ἐναντίον τῶν φτωχῶν. Πάλι ἐσὺ ἐναντίον ἐκείνων ποὺ ἁρπάζουν; Πάλι σεῖς ἐναντίον αὐτῶν ποὺ τοὺς κλέβουν. Ἐσεῖς δὲν χορταίνετε νὰ τρῶτε καὶ νὰ πληγώνετε τοὺς φτωχούς, καὶ ἐγὼ δὲ χορταίνω νὰ σᾶς ἐλέγχω. Συνεχῶς θὰ εἶσαι κολλημένος σ’ αὐτούς; Διαρκῶς θὰ εἶσαι προσκολλημένος στὸ φτωχό; Ἀπομακρύνσου ἐσὺ ἀπὸ τὸ πρόβατό μου, ἀπομακρύνσου ἀπὸ τὸ κοπάδι μου, μὴ μοῦ τὸ καταστρέφεις. Ἐὰν ὅμως μοῦ καταστρέφεις τὸ κοπάδι, μὲ κατηγορεῖς ὅτι σὲ καταδιώκω;

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ – ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ – 8Α – (Ἀποσπάσματα ἀπὸ σελ. 271-277) – ΕΙΣ ΤΟ «ΜΗ ΦΟΒΟΥ Ὅταν ΠΛΟΥΤΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΟΣ...» – ΕΙΣΑΓΩΓΗ – ΚΕΙΜΕΝΟ – ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ – ΣΧΟΛΙΑ: Ἀπὸ τὸν ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΠΑΠΑΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, Διδάκτορα θεολογίας – ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΜΕΡΕΤΑΚΗ «ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟΝ» ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ὁ ΠΑΛΑΜΑΣ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1990 – ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ : Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ

https://www.entaksis.gr.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου