Εγκώμιο τού αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, στην κοίμηση της Υπέραγίας Θεοτόκου .
Ἡ τῶν οὐρανῶν ὑψηλοτέρα ὑπάρχουσα,
καὶ τῶν Χερουβὶμ ἐνδοξοτέρα, καὶ πάσης κτίσεως τιμιωτέρα, ἡ δι' ὑπερβάλλουσαν
καθαρότητα, τῆς ἀϊδίου οὐσίας δοχεῖον γεγενημένη, ἐν ταῖς τοῦ Υἱοῦ χερσί, σήμερον
τὴν παναγίαν παρατίθεται ψυχήν, καὶ σὺν αὐτῇ πληροῦται τὰ σύμπαντα χαρᾶς, καὶ ἡμῖν
δωρεῖται τὸ μέγα ἔλεος.
Ω, πως η πηγή της ζωής πεθαίνοντας πηγαίνει προς τη ζωή! Ω, πως
εκείνη που γεννώντας ξεπέρασε τους νόμους της φύσεως, τώρα υποτάσσεται στη
φυσική τάξη και δέχεται θάνατο το αμόλυντο σώμα! Διότι πρέπει αυτό, αφού αφήσει
κάτω το θνητό, να περιβληθεί την αθανασία, αφού και ο Κύριός της δεν αρνήθηκε
την πείρα του θανάτου. Γιατί πέθανε σωματικά και με τον θάνατό του καταργεί το
θάνατο και στη φθορά χαρίζει την αφθαρσία και τη νέκρωση την κάνει πηγή
αναστάσεως. Ώ, πως την ιερή ψυχή, καθώς αποχωρίζεται από το σώμα που δέχτηκε
τον Θεό, την υποδέχεται με τα ίδια του τα χέρια ο Δημιουργός του παντός ,
τιμώντας καθώς πρέπει εκείνην, που ενώ κατά την φύση της ήταν δούλη, σύμφωνα με
το ανεξερεύνητο πέλαγος της φιλανθρωπίας του και κατά το σχέδιό του την έκανε
Μητέρα του, και σαρκώθηκε αληθινά κι όχι ψεύτικα. Γιατί παρακολουθούσαν, όπως
λέει η Παράδοση, τα παριστάμενα τάγματα των αγγέλων και περίμεναν τον
αποχωρισμό σου από τους ανθρώπους.
Ώ, τι ωραιότατη εκδημία, που χαρίζει τη συνάντηση και παραμονή
κοντά στον Θεό! Γιατί, παρόλο που ο Θεός σ’όλους τους αφοσιωμένους σ’αυτόν και
τους θεοφόρους ανθρώπους έχει χαρίσει αυτό το δώρο – ναι, έχει χαριστεί και το
πιστεύουμε – όμως η διαφορά μεταξύ δούλων του Θεού και Μητέρας είναι άπειρη.
Επομένως πώς να ονομάσουμε αυτό το μυστήριο που σου συμβαίνει θάνατο; Αν και
κατά τρόπο φυσικό η πανίερη και μακάρια ψυχή σου χωρίζεται από το
τρισευλογημένο και άσπιλο σώμα και το σώμα σου παραδίνεται στην καθιερωμένη
ταφή, εντούτοις δεν μένει νεκρό και δεν διαλύεται από την φθορά. Της Παναγίας η
Παρθενία έμεινε απείραχτη όταν γεννούσε, όταν η ίδια έφευγε από την παρούσα ζωή
το σώμα της διατηρήθηκε αδιάλυτο και ανεβαίνει σε πολύ ανώτερη και πιο θεϊκή
ζωή, που δεν την διακόπτει ο θάνατος, αλλά συνεχίζει να υπάρχει στους
ατέλειωτους αιώνες
Σε μετέφεραν από τη γή στον ουρανό άγγελοι μαζί με αρχαγγέλους.
Βλέποντας την άνοδό σου τρόμαξαν τα ακάθαρτα πνεύματα που βρίσκονται μεταξύ γής
και ουρανού. Κατά τη διάβασή σου αυτή ο μεν αέρας ευλογείται, ο δε αιθέρας ψηλά
αγιάζεται. Χαίροντας υποδέχεται ο ουρανός την ψυχή σου. Εσένα με ιερούς ύμνους
και ολόφωτες λαμπάδες χαρούμενης γιορτής προϋπαντούνε ουράνιες δυνάμεις, σχεδόν
λέγοντας «ποιά ειν’ αυτή που ανεβαίνει ανθισμένη στα λευκά, που προβάλλει σαν
αυγή, όμορφη σαν φεγγάρι, λαμπερή σαν τον ήλιο»; Πόσο ομόρφηνες, πόσο γλύκανες!
Είσαι σαν το αγριολούλουδο, σαν κρίνο μες στα αγκάθια, γι’αυτό σ’αγάπησαν οι
νεάνιδες, τρέχουν ξοπίσω απ’το άρωμά σου. Σ’οδήγησε ο Βασιλιάς στα ιδιαίτερα
διαμερίσματά του» (Άσμα Ασμάτων). Εκεί σε περιτριγυρίζουν οι εξουσίες, σε
δοξολογούν οι αρχές, σε ανυμνούν οι θρόνοι, χαίρονται απορώντας τα χερουβείμ,
δοξάζουν τα σεραφείμ εσένα που έγινες η φυσική Μητέρα του Κυρίου μας χάρη στην
πραγματική φιλανθρωπία του. Γιατί δεν ανέβηκες ως τον ουρανό όπως ο Ηλίας, ούτε
«ανηρπάγης» μέχρι τον τρίτο ουρανό όπως ο Παύλος (Β΄ Κορ. 12,2). Αλλά έφτασες
ως τον ίδιο το βασιλικό θρόνο του Υιού σου, όπου τον βλέπεις με τα μάτια σου
και χαίρεσαι και στέκεις δίπλα του, με πολλή και ανείπωτη παρρησία.
Είσαι για τους αγγέλους και όλες τις υπερκόσμιες δυνάμεις άφατη
ευφροσύνη, για τους πατριάρχες χαρά χωρίς τέλος, για τους δικαίους ανεκλάλητη
ευχαρίστηση, για τους προφήτες διαρκής αγαλλίαση! Τον κόσμο ευλογείς, τα
σύμπαντα αγιάζεις. Για τους αποκαμωμένους είσαι ανάσα, για τους πενθούντες
παρηγοριά, για τους αρρώστους γιατρειά, για τους θαλασσοδαρμένους λιμάνι, για
τους αμαρτωλούς συγχώρεση, για τους θλιμμένους καλοσυνάτο στήριγμα, για όσους
σε αναζητούν η πρόθυμη βοήθεια.
Σήμερα η νοητή και έμψυχη σκάλα, με την οποία αφού κατέβηκε ο
Ύψιστος «φανερώθηκε πάνω στη γή και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους» (Βαρούχ
3, 38), χρησιμοποιώντας ως σκάλα το θάνατό της μετέστη από τη γή στους
ουρανούς.
Σήμερα η επίγεια τράπεζα, αυτή που τον ουράνιο άρτο της ζωής,
τον αναμμένο άνθρακα της θεότητας χωρίς γάμο κράτησε μέσα της, από τη γή
υψώθηκε στον ουρανό…Σήμερα από την επίγεια Ιερουσαλήμ μετατίθεται η έμψυχη πόλη
του Θεού στην «άνω Ιερουσαλήμ»… και εγκαθίσταται στην εκκλησία των πρωτοτόκων.
Και η έμψυχη και λογική κιβωτός του Κυρίου μεταναστεύει στην ανάπαυση του Υιού
της.
Πέθανε η πηγή της ζωής, η Μητέρα του Κυρίου μου! Γιατί έπρεπε,
αυτό που απαρτίστηκε από γή, να ξαναγυρίσει στη γή κι έτσι να μεταφερθεί ψηλά
στον ουρανό. Αφού πήρε από τη γή την άφθαρτη ζωή, την οποία και της ξαναδώρισε,
με την κατάθεση του σώματός της σ’αυτήν. Διότι έπρεπε, όπως το χρυσάφι στο
χωνευτήρι, αφού αποβάλει τα άχρηστα και το βάρος της θαμπής θνητότητας, να
υψώσει από τον τάφο το σώμα της άφθαρτο και αμόλυντο, για να λάμπει στο φως της
αθανασίας. Αμήν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου