Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ Οἰκουμενισμὸς
Τὸ παρακάτω ἄρθρο ἐκτὸς ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι προκαλεῖ πονοκέφαλο σὲ πολλοὺς «Θεολόγους καθηγητὲς» πανεπιστημίου (καὶ ὄχι μόνο), ἐξηγεῖ καὶ ἀποκαλύπτει ἀφ΄ἑνὸς τὸ ὅτι ὁ οἰκουμενισμὸς δὲν συμβαδίζει μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ ἀφ΄ἑτέρου τὴν κατάντια καὶ τὴν πνευματικὴ φτώχεια τῆς σημερινῆς Εὐρώπης.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ πατρὸς Ἰουστίνου Πόποβιτς (+1979) «Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ», σέλ. 224-255, Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Ἀρχαγγέλων Τσέλιε, Βάλιεβο, Σερβία. Στὸ κείμενο ἔγινε γραμματικὴ καὶ γλωσσικὴ ἁπλοποίηση.
Ὁ φημισμένος γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του καὶ γιὰ τὴν βαθύνοια τῆς σκέψεώς του σύγχρονός μας Γέροντας Ἰουστίνος Πόποβιτς, Σέρβος κληρικὸς καὶ καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Βελιγραδίου, κοιμήθη τὸ 1979 ἐξόριστος στὴν γυναικεία Ι. Μονὴ Ἀρχαγγέλων Τσέλιε Σερβίας, τῆς ὁποίας ἦταν Πνευματικός, διωκόμενος ἀπὸ τὸ ἀθεϊστικὸ καθεστὼς τῆς χώρας του. Ὁ λόγος του, ἀκραιφνῶς Ὀρθόδοξος, βαθιὰ θεολογικὸς καὶ φιλοσοφικός, ἀποδείχθηκε πολλὲς φορὲς προφητικὸς καὶ ἀποκαλυπτικός. Συνέλαβε τὴν οὐσία τοῦ δράματος τοῦ ἀποστατημένου ἀνθρώπου καὶ ὑπέδειξε μὲ πειστικότητα τὴν λύση τοῦ δράματος αὐτοῦ, ποὺ συνίσταται στὴν ἐπιστροφή του πρὸς τὴν ἀλήθεια τῆς Θεανθρώπινης κοινωνίας τῆς Ὀρθόδοξης Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Κεντρικὴ ἰδέα του εἶναι ὅτι κάθε...
οὐμανισμὸς (εὐρωπαϊκὸς ἀνθρωπισμὸς) εἶναι μία μάταιη προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν λύση τοῦ δράματός του. Στὰ χρόνιά μας ἐπρόκειτο νὰ ἐπαληθευτοῦν μὲ τραγικὸ τρόπο τὰ λόγια, οἱ ἀγωνιώδεις ἐκκλήσεις καὶ προειδοποιήσεις του πρὸς τοὺς συμπατριῶτες του. Ὁ κοφτερὸς λόγος τοῦ ἀναφορικὰ μὲ τὴν κίνηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ (κοινοῦ ὀνόματος τῶν ψευδοχριστιανισμῶν τῆς Εὐρώπης, ὅπως εὔστοχα σημειώνει), ποὺ ἐπιδιώκει τὴν ἀνάρμοστη ἕνωση θρησκευτικῶν δογμάτων καὶ θρησκειῶν, εἶναι πολὺ χρήσιμος στὸ νὰ μᾶς ἐφοδιάσει μὲ Ὀρθόδοξα κριτήρια ἑρμηνείας τῶν οἰκουμενιστικῶν (διαχριστιανικῶν καὶ διαθρησκειακῶν) προκλήσεων τῶν ἡμερῶν μας.
Ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι κοινὸν ὄνομα διὰ τοὺς ψευδοχριστιανισμούς, διὰ τὰς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδία ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὐμανισμῶν (ἀνθρωπισμῶν), μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Παπισμόν. Ὅλοι δὲ αὐτοὶ οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὄλαι οἱ ψευδοεκκλησίαι, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τὴν ἄλλην αἵρεσιν. Τὸ κοινὸν εὐαγγελικὸ ὄνομα των εἶναι ἡ παναίρεσις. Διατί; Διότι στὸ διάστημα τῆς ἱστορίας οἱ διάφορες αἱρέσεις ἠρνοῦντο ἢ παραμορφώνουν ἰδιώματα τινὰ τοῦ Θεανθρώπου καὶ Κυρίου Ἰησοῦ, οἱ δὲ εὐρωπαϊκὲς αὐτὲς αἱρέσεις ἀπομακρύνουν ὁλόκληρο τὸν Θεάνθρωπο καὶ στὴν θέση του τοποθετοῦν τὸν Εὐρωπαῖον ἄνθρωπον. Ἐδῶ δὲν ὑπάρχει οὐσιαστικὴ διαφορὰ μεταξύ τοῦ Παπισμοῦ, Προτεσταντισμοῦ, Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἄλλων αἱρέσεων, ὧν τὸ ὄνομα «λεγεών».
Τὸ ὀρθόδοξο δόγμα, μᾶλλον τὸ πανδόγμα περὶ τῆς Ἐκκλησίας, ἀπερρίφθη καὶ ἀντικατεστάθη διὰ τοῦ λατινικοῦ αἱρετικοῦ παν-δόγματος περὶ τοῦ πρωτείου καὶ τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα, δηλαδὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐξ αὐτῆς δε τῆς παναιρέσεως γεννήθηκαν καὶ γεννῶνται συνεχῶς ἄλλες αἱρέσεις: τὸ Filioque, ἡ ἀποβολὴ τῆς Ἐπικλήσεως, τὰ ἄζυμα, ἡ εἰσαγωγὴ τῆς κτιστῆς χάριτος, τὸ καθαρτήριον πῦρ, τὸ θησαυροφυλάκιο τῶν περισσῶν ἔργων, ἡ μηχανοποιημένη διδασκαλία περὶ τῆς σωτηρίας καὶ ὡς ἐκ τούτου μηχανοποιημένη διδασκαλία περὶ τῆς ζωῆς, ὁ παποκαισαρισμός, ἡ Ἱερὰ Ἐξέτασις, τὰ συγχωροχάρτια, ὁ φόνος τοῦ ἁμαρτωλοῦ διὰ τὴν ἁμαρτία, ὁ ἰησουϊτισμός, ἡ σχολαστική, ἡ καζουϊστική, ὁ μοναρχισμός, ὁ κοινωνικὸς ἀτομικισμὸς διαφόρων εἰδῶν...
Ὁ Προτεσταντισμός; Εἶναι τὸ πλέον πιστὸ τέκνο τοῦ Παπισμοῦ, τὸ ὁποῖον διὰ τῆς ὀρθολογιστικῆς σχολαστικῆς του πίπτει διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἀπὸ τὴν μίαν αἵρεσιν στὴν ἄλλην αἵρεσιν καὶ πνίγεται συνεχῶς στὰ διάφορα δηλητήρια τῶν αἱρετικῶν πλανῶν του. Πρὸς τούτοις, ἡ παπιστικὴ ὑψηλοφροσύνη καὶ ἡ «ἀλάθητος» ἀφροσύνη βασιλεύει ἀπολυταρχικὸς καὶ ἐρημώνει τὰς ψυχᾶς τῶν πιστῶν του. Κατ' ἀρχὴν ἕκαστος Προτεστάντης εἶναι ἕνας ἀνεξάρτητος πάπας εἰς ὅλα τὰ ζητήματα τῆς πίστεως. Τοῦτο δε πάντοτε ὁδηγεῖ ἀπὸ τὸν ἕνα πνευματικὸν θάνατον στὸν ἄλλον΄ τέλος αὐτοῦ τοῦ «ἀποθνήσκειν» δὲν ὑπάρχει, καθ' ὅτι ὁ ἀριθμὸς τῶν πνευματικῶν θανάτων τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀναρίθμητος.
Ἀφοῦ οὕτως ἔχουν τὰ πράγματα, τότε διὰ τὸν παπιστικὸν-προτεσταντικὸν Οἰκουμενισμὸν μὲ τὴν ψευδοεκκλησίαν του καὶ τὸν ψευδοχριστιανισμό του δὲν ὑπάρχει διέξοδος ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδόν του, ἄνευ ὁλοψύχου μετανοίας ἐνώπιον τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας Του. Ἡ μετάνοια εἶναι τὸ φάρμακο δι' ἑκάστην ἁμαρτίαν, φάρμακο δοθὲν στὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸν μόνον Φιλάνθρωπο.
Ἄνευ τῆς μετανοίας καὶ εἰσδοχῆς στὴν Ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀφύσικο καὶ ἀδιανόητο νὰ ὁμιλῆ τις περὶ τῆς ἑνώσεως «τῶν Ἐκκλησιῶν», περὶ τοῦ διαλόγου τῆς ἀγάπης, περὶ τῆς intercommunio (δήλ. διακοινωνίας). Τὸ σπουδαιότερο ὅλων εἶναι νὰ γίνη τὶς «σύσσωμος» τὸ Θεανθρωπίνου σώματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καὶ διὰ τούτου κοινωνὸς τῆς ψυχῆς τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Ἅγιου Πνεύματος, καὶ κληρονόμος ὅλων τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν τοῦ Θεανθρώπου.
1. Ὁ σύγχρονος «διάλογος τῆς ἀγάπης», ὁ ὁποῖος τελεῖται ὑπὸ τὴν μορφὴ γυμνοῦ συναισθηματισμοῦ, εἶναι στὴν πραγματικότητα ὀλιγόπιστη ἄρνηση τοῦ σωτηριώδους ἁγιασμοῦ τοῦ Πνεύματος καὶ τῆς πίστεως τῆς Ἀλήθειας (Β' Θέσ. 2, 13), δηλαδὴ τῆς μοναδικῆς σωτηριώδους «ἀγάπης τῆς ἀληθείας» (Β' Θέσ. 2, 10). Ἡ οὐσία τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ ἀλήθεια΄ ἡ ἀγάπη ζεῖ καὶ ὑπάρχει ἀληθεύουσα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ καρδιὰ κάθε θεανθρώπινης ἀρετῆς, ἑπομένως καὶ τῆς ἀγάπης. Καὶ κάθε μία ἀπὸ αὐτὲς κηρύττει καὶ εὐαγγελίζεται τὸν Θεάνθρωπο Κύριο Ἰησοῦ ὡς τὸν μόνο ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ σάρκωση καὶ ἡ εἰκόνα τῆς Θείας Ἀλήθειας, δηλαδὴ τῆς Παναλήθειας. Ἐὰν τυχὸν ὑπῆρχε περίπτωση νὰ εἶναι ἡ ἀλήθεια ὁτιδήποτε ἄλλο καὶ ὄχι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, τότε αὐτὴ θὰ ἦταν μικρή, ἀνεπαρκής, πεπερασμένη, θνητή. Τέτοια θὰ ἦταν ἡ ἀλήθεια, ἐὰν ἦταν νόημα, ἰδέα, θεωρία, νοῦς, ἐπιστήμη, φιλοσοφία, κουλτούρα, ὁ ἄνθρωπος, ἡ ἀνθρωπότητα, ὁ κόσμος ἢ ὅλοι οἱ κόσμοι, ἢ ὁποιοσδήποτε ἢ ὁτιδήποτε ἢ ὅλα αὐτὰ μαζί. Ἡ ἀλήθεια ὅμως εἶναι Πρόσωπο καὶ μάλιστα τὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, τοῦ δεύτερου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ ὡς ἐκ τούτου εἶναι ἀθάνατη καὶ μὴ πεπερασμένη, αἰώνια. Διότι στὸν Κύριο Ἰησοῦ ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ζωὴ εἶναι ὁμοούσιες: ἡ Ἀλήθεια ἡ αἰώνια καὶ ἡ Ζωὴ ἡ αἰώνια (πρβλ. Ἰω. 14, 6' 1, 4.17). Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πιστεύει στὸν Κύριο Ἰησοῦ αὐξάνει ἀκαταπαύστως διὰ τῆς Ἀληθείας Του στὶς θεῖες τῆς ἀπεραντοσύνες. Αὐξάνει μὲ ὅλο τὸ εἶναι του, μὲ ὅλη τὴν διάνοιά του, μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ καὶ τὴν ψυχή του. Ἐν Χριστῷ οἱ ἄνθρωποι ζοῦμε «ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπη», διότι μόνον ἔτσι μποροῦμε νὰ «αὐξήσωμεν εἰς Αὐτὸν τὰ πάντα, ὃς ἐστὶν ἡ κεφαλή, ὁ Χριστὸς» (Ἔφ. 4, 15). Αὐτὸ πραγματοποιεῖται πάντοτε «σὺν πάσι τοῖς ἁγίοις» (Ἔφ. 3, 18), πάντοτε μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ διὰ τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἀλλιῶς δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ αὐξάνει σ' Ἐκεῖνον, «ὃς ἐστὶν ἡ κεφαλὴ» τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ στὸν Χριστόν.
Ἂς μὴν ἀπατοῦμε τὸν ἑαυτό μας. Ὑπάρχει καὶ ὁ «διάλογος τοῦ ψεύδους», ὅταν οἱ διαλεγόμενοι συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα ψεύδονται ὁ ἕνας στὸν ἄλλο. Τέτοιος διάλογος εἶναι οἰκεῖος στὸν «πατέρα τοῦ ψεύδους», τὸν διάβολο, «ὅτι ψεύστης ἐστι καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ» (Ἰω. 8, 44). Οἰκεῖος εἶναι καὶ σ' ὅλους τούς ἑκούσιους ἢ ἀκούσιους συνεργάτες του, ὅταν αὐτοὶ θελήσουν νὰ πραγματοποιήσουν τὸ «καλό» τους διὰ τοῦ κακοῦ, νὰ φθάσουν στὴν «ἀλήθειά» τους μὲ τὴν βοήθεια τοῦ ψεύδους. Δὲν ὑπάρχει «διάλογος τῆς ἀγάπης» χωρὶς τὸν διάλογο τῆς ἀλήθειας. Διαφορετικὰ τέτοιος διάλογος εἶναι ἀφύσικος καὶ ψευδής. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου ζητεῖ νὰ εἶναι «ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτος» (Ρώμ. 12, 9).
Ὁ αἱρετικὸ-οὐμανιστικὸς χωρισμὸς καὶ ἡ διαίρεση τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀλήθειας εἶναι σημάδι ἐλλείψεως τῆς θεανθρώπινης πίστεως καὶ τῆς ἀπολεσθείσης πνευματικῆς θεανθρώπινης ἰσορροπίας καὶ ὀρθοφροσύνης. Ἐν πάση περιπτώσει τοῦτο δὲν ἦταν ποτὲ οὔτε εἶναι ἡ ὁδὸς τῶν Πατέρων. Μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι, ριζωμένοι καὶ θεμελιωμένοι «σὺν πάσι τοῖς ἁγίοις» στὴν ἀλήθεια καὶ στὴν ἀγάπη, ἔχουν καὶ ἀναγγέλλουν, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν Ἀποστόλων μέχρι σήμερα, αὐτὴν τὴν θεανθρώπινη σωτηριώδη ἀγάπη πρὸς τὸν κόσμο καὶ πρὸς ὅλα τὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ. Ὁ γυμνὸς ἠθικιστικὸς μινιμαλισμὸς [=μειωμένη χριστιανικὴ ἠθικὴ] καὶ ὁ ἀνθρωπιστικὸς εἰρηνισμὸς τοῦ σύγχρονου Οἰκουμενισμοῦ πράττουν μόνο ἕνα πράγμα: φέρνουν στὸ φῶς τὶς φυματικὲς οὐμανιστικὲς ρίζες τους, δηλαδὴ τὴν ἀρρωστημένη φιλοσοφία τους καὶ τὴν ἀνθρώπινη, «κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων» (Κόλ. 2, 8), ἀνίσχυρη ἠθική τους. Φανερώνουν ἐπὶ πλέον τὴν κρίση τῆς ἀνθρωπιστικῆς πίστεώς τους στὴν ἀλήθεια καὶ τὴν δοκητιστικὴ [=μὴ πραγματικὴ ἀντίληψη] ἀναισθησία τους γιὰ τὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ γιὰ τὴν ἀποστολικὴ καὶ καθολικὴ συνέχειά της, στὴν ἀλήθεια καὶ στὴν χάρη. Ἐνῶ ὁ ἀποστολικὸς ἁγιοπατερικὸς θεονοῦς καὶ ἡ ὀρθοφροσύνη εὐαγγελίζονται μὲ τὸ στόμα τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ τὴν ἑξῆς ἀλήθεια τῆς πίστεως: «Ἡ πίστη εἶναι ἡ βάση τῶν ἀρετῶν ποὺ ἀκολουθοῦν, ἐννοῶ τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς ἀγάπης, θέτοντας ἔτσι σὰν βάση τὴν ἀλήθεια μὲ τρόπο ἀσφαλῆ» (Ρ.G. 90, c. 1189Α).
Δὲν ὑπάρχει καμία ἀμφιβολία ὅτι τὸ ἁγιοπατερικὸ μέτρο τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀνθρώπους καὶ τῆς σχέσεως πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ποὺ κληρονομήθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους, ἔχει oλοτελῶς θεανθρώπινο χαρακτήρα. Τοῦτο ἐκφράζουν θεοπνεύστως οἱ ἑξῆς λόγοι τοῦ ἴδιου Ἁγίου: «Καὶ δὲν τὰ γράφω αὐτά, μὴ γένοιτο, ἐπειδὴ θέλω νὰ θλίβονται οἱ αἱρετικοί, οὔτε νοιώθοντας χαρὰ γιὰ τὴν κακοποίησή τους, ἀλλὰ περισσότερο γιατί χαίρομαι καὶ ἀγάλλομαι μαζί τους γιὰ τὴν ἐπιστροφή τους. Γιατί τί εἶναι πιὸ εὐχάριστο γιὰ τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὸ νὰ βλέπουν τὰ διασκορπισμένα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ νὰ μαζεύονται ὅλα μαζί; Οὔτε τὰ γράφω αὐτὰ παρακινώντας σας νὰ δείξετε τὴ σκληρότητα τοῦ Φιλάνθρωπου. Ὄχι τέτοια μανία! Ἀλλὰ τὰ γράφω αὐτὰ γιὰ νὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ ἐκτελεῖτε καὶ νὰ ἐφαρμόζετε, μὲ προσοχὴ καὶ μετὰ ἀπὸ ἐξέταση, τὰ καλὰ σὲ ὅλους τούς ἀνθρώπους καὶ νὰ γίνεσθε τὰ πάντα σὲ ὅλους, ἀνάλογα μὲ τὸ τί χρειάζεται καθένας τους ἀπὸ ἐσᾶς. Καὶ θέλω καὶ εὔχομαι νὰ εἶστε ἀπόλυτα σκληροὶ καὶ ἀμείλικτοι μόνο στὸ νὰ μὴ συμπράξετε μὲ τοὺς αἱρετικοὺς στὴν σύσταση καὶ συγκρότηση τῆς φρενοβλαβοῦς (αἱρετικῆς) δοξασίας τους. Καὶ τοῦτο διότι ἐγὼ ὁρίζω ὡς μισανθρωπία καὶ ὡς χωρισμὸ ἀπὸ τὴν θεία ἀγάπη τὴν προσπάθεια ἐνισχύσεως τῆς πλάνης (τῆς αἱρέσεως), ποὺ ἔχει ὡς συνέπεια τὴν ἀκόμη μεγαλύτερη φθορὰ ἐκείνων ποὺ ἔχουν ἤδη πέσει σ' αὐτὴν» (Ρ.G. 91, c. 465C).
2. Ἡ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ποὺ διατυπώθηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες, ἀπὸ τὶς ἁγίες Συνόδους, γύρω ἀπὸ τὸ θέμα τῶν αἱρετικῶν εἶναι ἡ ἑξῆς: οἱ αἱρέσεις δὲν εἶναι Ἐκκλησία, οὔτε μποροῦν νὰ εἶναι Ἐκκλησία. Γι' αὐτὸ δὲν μποροῦν οἱ αἱρέσεις νὰ ἔχουν τὰ ἁγία Μυστήρια, ἰδιαίτερα τὸ Μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας, αὐτὸ τὸ Μυστήριο τῶν Μυστηρίων. Γιατί ἀκριβῶς ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι τὸ πᾶν καὶ τὰ πάντα στὴν Ἐκκλησία: δηλαδὴ εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς καὶ ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία καὶ γενικὰ κάθε τι ποὺ ἀνήκει στὸν Θεάνθρωπο.
Η «intercommunio», δηλαδὴ ἡ διακοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς στὰ ἅγια Μυστήρια, ἰδιαιτέρως στὴν θεία Εὐχαριστία, εἶναι ἡ πλέον ἀναίσχυντη προδοσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ προδοσία τοῦ Ἰούδα. Πρόκειται μάλιστα περὶ προδοσίας ὁλόκληρής της Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεανθρώπου, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀποστολικῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἁγιοπατερικῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἁγιοπαραδοσιακῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Μίας καὶ μοναδικῆς. Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ σταματήσει κάποιος τὸν χριστοποιημένο νοῦ του καὶ τὴν συνείδηση μπροστὰ σὲ μερικὰ ἅγια γεγονότα, ἅγια μηνύματα καὶ ἅγιες ἐντολές.
Πρῶτον, πρέπει νὰ διερωτηθοῦμε σὲ ποιὰ ἐκκλησιολογία καὶ σὲ ποιὰ θεολογία μὲ θέμα τὴν Ἐκκλησία θεμελιώνεται ἡ λεγόμενη «intercommunio»; Γιατί ὁλόκληρη ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία τῆς Ἐκκλησίας γύρω ἀπὸ τὸ θέμα τῆς Ἐκκλησίας βασίζεται καὶ θεμελιώνεται ὄχι στὴν inter-communio (διὰ-κοινωνία), ἀλλὰ στὴ θεανθρώπινη πραγματικότητα τῆς communio δηλαδὴ στὴν Θεανθρώπινη Κοινωνία (πρβλ. Ἃ΄ Κόρ. 1, 9. 10, 16-17. Β΄ Κόρ. 13, 13. Ἑβρ. 2, 14. 3, 14. Ἃ΄ Ἰω. 1, 3), ἐνῶ ἡ ἔννοια inter-communio, δια-κοινωνία, εἶναι καθ' ἑαυτὴν ἀντιφατικὴ καὶ ὁλότελα ἀδιανόητη γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη καθολικὴ συνείδηση.
Τὸ δεύτερο γεγονός, καὶ μάλιστα ἱερὸ γεγονὸς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, εἶναι τὸ ἑξῆς: Στὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία γιὰ τὸ θέμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἁγίων Μυστηρίων, τὸ μόνο καὶ τὸ μοναδικὸ μυστήριο εἶναι ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία, τὸ Σῶμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, οὕτως ὥστε αὐτὴ νὰ εἶναι καὶ ἡ μόνη πηγὴ καὶ τὸ περιεχόμενο ὅλων τῶν θείων Μυστηρίων. Ἔξω ἀπὸ αὐτὸ τὸ θεανθρώπινο καὶ παμπεριεκτικὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, τὸ Παν-μυστήριο, δὲν ὑπάρχουν οὔτε μποροῦν νὰ ὑπάρχουν «μυστήρια»΄ ἑπομένως, καὶ οὐδεμία «δια-κοινωνία» (inter-communio) ὑπάρχει στὰ Μυστήρια. Ὡς ἐκ τούτου μόνο μέσα στὴν Ἐκκλησία, στὸ μοναδικὸ τοῦτο Παμμυστήριο τοῦ Χριστοῦ, μπορεῖ νὰ γίνει λόγος γιὰ τὰ Μυστήρια. Γιατί ἡ Ἐκκλησία ἡ Ὀρθόδοξη, καθὼς εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ πηγὴ καὶ τὸ κριτήριο τῶν Μυστηρίων καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο. Τὰ Μυστήρια δὲν μποροῦν νὰ ἀναβιβάζονται πάνω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, οὔτε νὰ θεωροῦνται ἔξω ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἕνεκα τούτου, σύμφωνα μὲ τὸ φρόνημα τῆς Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ σύμφωνα μὲ ὁλόκληρη τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν παραδέχεται τὴν ὕπαρξη ἄλλων μυστηρίων ἔξω ἀπ' αὐτήν, οὔτε τὰ θεωρεῖ ὡς μυστήρια, μέχρις ὅτου προσέλθει κάποιος μὲ μετάνοια ἀπὸ τὴν αἱρετικὴ «ἐκκλησία», δηλαδὴ ψευδοεκκλησία, στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Μέχρι τότε ποὺ μένει κάποιος ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, χωρὶς νὰ ἔχει ἐνωθεῖ μαζί της διὰ τῆς μετανοίας, μέχρι τότε αὐτὸς εἶναι γιὰ τὴν Ἐκκλησία αἱρετικὸς καὶ ἀναπόφευκτα βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴ σωτηριώδη Κοινωνία = communio. Γιατί «τὶς μετοχὴ δικαιοσύνη καὶ ἀνομία; τὶς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος;» (Β' Κόρ. 6, 14).
Ὁ πρωτοκορυφαῖος Ἀπόστολος, μὲ τὴν ἐξουσία ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο, δίνει ἐντολή: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοὺ» (Τίτ. 3, 10). Ἐκεῖνος, λοιπόν, ὁ ὁποῖος, ὄχι μόνο δὲν παραιτεῖται ἀπὸ τὸν «αἱρετικὸν ἄνθρωπον» ἀλλὰ δίνει σ' αὐτὸν καὶ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο τὴν θεία Εὐχαριστία, αὐτὸς βρίσκεται στὴν ἀποστολικὴ καὶ θεανθρώπινη ἁγία πίστη; Ἐπὶ πλέον ὁ ἀγαπημένος Μαθητὴς τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, Ἀπόστολος τῆς ἀγάπης, δίνει ἐντολή: ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δὲν πιστεύει στὴ σάρκωση τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν παραδέχεται τὴν εὐαγγελικὴ γι' Αὐτὸν διδασκαλία ὡς Θεανθρώπου «μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν» (Β' Ἰω. 1, 10).
Ὁ Κανόνας ΜΕ' τῶν ἁγίων Ἀποστόλων βροντοφωνεῖ: «Ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος, αἱρετικοῖς συνευξάμενος μόνον, ἀφοριζέσθω΄ εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς κληρικοῖς ἐνεργῆσαι τι, καθαιρείσθω» (Πρβλ. Κανόνα ΛΓ' τῆς ἐν Λαοδικεία Συνόδου). Ἡ ἐντολὴ αὐτὴ εἶναι σαφής, ἀκόμη καὶ γιὰ τὴ συνείδηση τοῦ κουνουπιοῦ. Δὲν εἶναι ἔτσι;
Ὁ Κανόνας ΞΔ' τῶν ἁγίων Ἀποστόλων διατάζει: «Εἰ τὶς κληρικός, ἢ λαϊκός, εἰσέλθη εἰς συναγωγὴν Ἰουδαίων, ἢ αἱρετικῶν, προσεύξασθαι, καὶ καθαιρείσθω, καὶ ἀφοριζέσθω». Καὶ τοῦτο εἶναι σαφέστατο καὶ γιὰ τὴν πλέον πρωτόγονη συνείδηση.
Ὁ Κανόνας Μς' τῶν ἁγίων Ἀποστόλων:«Ἐπίσκοπον ἢ πρεσβύτερον αἱρετικῶν δεξαμένους βάπτισμα ἢ θυσίαν καθαιρεῖσθαι προστάττομεν. Τὶς γὰρ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαρ; ἢ τὶς μερὶς πιστῶ μετὰ ἀπίστου;». Εἶναι ὀφθαλμοφανὲς καὶ γιὰ τοὺς ἀόμματους ὅτι ἡ ἐντολὴ αὐτὴ ὁρίζει κατηγορηματικὰ ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀναγνωρίζουμε στοὺς αἱρετικοὺς κανένα ἅγιο Μυστήριο καὶ ὅτι αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ θεωροῦμε ὡς ἄκυρα καὶ χωρὶς θεία Χάρη.
Ὁ θεόπνευστος φορέας τῆς ἀποστολικῆς καὶ ἁγιοπατερικὴς καθολικῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, εὐαγγελίζεται ἀπὸ τὴν καρδιὰ ὅλων τῶν ἁγίων Πατέρων, ὅλων τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ὅλων τῶν ἁγίων Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας τὴν ἑξῆς θεανθρώπινη ἀλήθεια: «Ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος δὲν εἶναι τύπος τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ (μὴ γένοιτο), ἀλλὰ τὸ ἴδιο τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου θεωμένο... Δία μέσου αὐτοῦ καθοριζόμενοι ἑνωνόμαστε μὲ τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου καὶ μὲ τὸ Πνεῦμα Του καὶ γινόμαστε Σῶμα Χριστοῦ (=ἡ Ἐκκλησία)... Καὶ ὀνομάζεται μετάληψη΄ γιατί διὰ μέσου αὐτῆς μεταλαμβάνουμε τὴν Θεότητα τοῦ Ἰησοῦ. Κοινωνία δὲ ὀνομάζεται καὶ εἶναι ἀληθινά, ἐπειδὴ διὰ μέσου αὐτῆς κοινωνοῦμε μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μετέχουμε τὴ σάρκα Του καὶ τὴ Θεότητά Του. Δία μέσου αὐτῆς κοινωνοῦμε καὶ ἑνωνόμαστε μεταξύ μας. Γιατί ἐπειδὴ μεταλαμβάνουμε ἀπὸ ἕναν ἄρτο, ὅλοι εἴμαστε ἕνα Σῶμα Χριστοῦ καὶ ἕνα Αἷμα, καὶ γινόμαστε μέλη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου, ἀποτελώντας ἕνα σῶμα (σύσσωμοί) τοῦ Χριστοῦ. Γι' αὐτὸ λοιπόν, ἂς φυλαχτοῦμε μὲ κάθε τρόπο νὰ μὴν παίρνουμε μετάληψη αἱρετικῶν, οὔτε νὰ τοὺς δίνουμε. Μὴ δίνετε τὰ ἅγια στοὺς σκύλους, λέγει ὁ Κύριος, οὔτε νὰ ρίχνετε τὰ μαργαριτάρια σᾶς μπροστὰ στοὺς χοίρους (Μάτθ. 7, 6), γιὰ νὰ μὴ γίνουμε συμμέτοχοι στὴν (αἱρετικὴ) κακοδοξία καὶ συνεπῶς καὶ στὴν καταδίκη τους. Γιατί ἐὰν βέβαια ἡ θεία μετάληψη εἶναι ἕνωση μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μεταξύ μας, τότε ὁπωσδήποτε ἑνωνόμαστε μὲ τὴν θέλησή μας καὶ μὲ ὅλους ποὺ μεταλαμβάνουν μαζί μας. Γιατί αὐτὴ ἡ ἕνωση γίνεται μὲ τὴν θέλησή μας καὶ ὄχι χωρὶς τὴν γνώμη μας. Γιατί ὅλοι ἕνα σῶμα εἴμαστε, ἐπειδὴ μεταλαμβάνουμε ἀπὸ τὸν ἕνα ἄρτο, ὅπως λέγει ὁ θεῖος Ἀπόστολος» (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδ. Ὄρθ. πίστεως 4,13, PG 94, c. 1149. 1152.1153. Πρέβ. Ἃ΄ Κόρ. 10, 17).
Ὁ ἀτρόμητος ὁμολογητὴς τῶν θεανθρωπίνων ὀρθοδόξων ἀληθειῶν (ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης) ἀναγγέλλει σ' ὅλους τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν κόσμων: «Τὸ νὰ κοινωνεῖ κανεὶς ἀπὸ αἱρετικὸ ἢ ὁλοφάνερα διαβεβλημένο ὡς πρὸς τὸν βίο του, τὸν ἀποξενώνει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἐξοικειώνει μὲ τὸν διάβολο» (Ρ.G. 99, c. 1668C). Σύμφωνα μὲ τὸν ἴδιο ὁ ἄρτος τῶν αἱρετικῶν δὲν εἶναι «σῶμα Χριστοῦ» (Ρ.G. 99, c. 1597Α). Γι' αὐτό, «Ὅπως λοιπὸν o θεῖος ἄρτος, ὅταν μετέχουν σ’ αὐτὸν οἱ Ὀρθόδοξοι, ὅλους ὅσους μετέχουν τοὺς κάνει νὰ ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα’ ἔτσι ἀκριβῶς καὶ o αἱρετικὸς (ἄρτος), καθιστώντας μεταξύ τους κοινωνοὺς αὐτοὺς ποὺ μετέχουν ἀπ' αὐτόν, τούς εμφανίζει ἕνα σῶμα ἀντίθετο στὸν Χριστὸ» (Ρ.G. 99, c. 1480CD).
Ἐπὶ πλέον «Ἡ κοινωνία ποὺ δίνεται ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, δὲν εἶναι κοινὸς ἄρτος, ἀλλὰ φαρμάκι (=δηλητήριο), ποὺ δὲν βλάπτει τὸ σῶμα ἀλλὰ ποὺ μαυρίζει καὶ σκοτίζει τὴν ψυχὴ» (Ρ.G. 99, c.1189C)
***
Εὐαγγελικὰ μηνύματα τοῦ μακαριστοῦ Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου Ἀχρίδος καὶ Ζίτσης Νικολάου
Στὸ ταξίδι μας τοῦτο στὸν παράδεισο καὶ στὸν Ἅδη, ἂς τὸ τελειώσουμε μὲ τὰ εὐαγγελικὰ μηνύματα ἑνὸς συγχρόνου ἰσαποστόλου Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου, ὄντως Χρυσοστόμου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, τοῦ ἀειμνήστου Νικολάου Ἀχρίδος καὶ Ζίτσης (+1956). Ταπεινὰ καὶ μὲ προσευχὴ εὐχόμαστε, τὸ εὐαγγελικὸ φῶς τῶν θεοσοφῶν σκέψεών του νὰ φωτίσει μὲ ἁγιοπατερικὸ τρόπο καὶ νὰ διασαφηνίσει τὰ προβλήματα γιὰ τὰ ὁποία γίνεται λόγος.
Ὁ Ἐπίσκοπος Νικόλαος καθὼς εἶναι ἁγιοπατερικὰ βυθισμένος στὰ μυστήρια τοῦ ἀνθρώπινου γένους στέλνει τὸ ἑξῆς εὐαγγελικὸ μήνυμα: Ὁ ἔνδοξος προφήτης Ἠσαΐας προφήτευσε τὰ ἑξῆς: «Ὅταν ἀναστὴ ὁ Κύριος θραῦσαι τὴν γῆν... ταπεινωθήσεται τὸ ὕψος τῶν ἀνθρώπων, καὶ ὑψωθήσεται Κύριος μόνος ἐν τὴ ἡμέρα ἐκείνη» (Ἤσ. 2, 11). Καὶ παλαιότερα σηκώθηκε πολλὲς φορὲς ὁ Κύριος γιὰ νὰ συντρίψει τὴ γῆ, λόγω του ὅτι λάτρευαν ἀνθρώπους ἀντὶ γι' Αὐτόν, τὸν μόνο Θεὸ ἐπειδὴ εἶχαν ἐπιβληθεῖ στὴν ἀνθρωπότητα κάποιοι ἀνθρωποθεοὶ ποὺ ζοῦσαν μὲ ἔπαρση. Σηκώθηκε καὶ στὶς ἡμέρες μας (Σήμ. Μεταφρ.: Τὸ ἐν λόγω μήνυμα τοῦ Ἐπισκόπου Νικολάου γράφτηκε κατὰ τὸ διάστημα τοῦ Β' Παγκοσμίου Πολέμου καὶ μάλιστα σ' ἕνα κελὶ τοῦ Νταχάου τῆς Γερμανίας. Τὸ μήνυμα δημοσιεύεται γιὰ πρώτη φορὰ καὶ μολονότι φέρει ἐπάνω του τὰ ἴχνη τῶν περιστάσεων κάτω ἀπὸ τὶς ὁποῖες γράφτηκε, ἐν τούτοις δὲν χάνει τὴν ἀξία μίας ἐξαιρετικῆς πνευματικῆς μαρτυρίας. Ὁ ἐπ. Νικόλαος ἀπεβίωσε ἐξόριστος ἀπὸ τὴν πατρίδα του, βλέποντας μὲ πόνο καὶ θλίψη πὼς στὸ τραπέζι της ὁ Χριστὸς ἔχασε ἀκόμη καὶ τὴν τελευταία θέση. Οἱ ἄρχοντές της προτίμησαν τὴν «Εὐρώπη» ἀντὶ γιὰ τὸν Χριστό), καὶ ὄντως συνέτριψε ὅλη τὴ γῆ μὲ τὴ δίκαιη ὀργή Του νὰ σπάσει τὴν ἀνθρώπινη ἔπαρση καὶ νὰ ταπεινώσει τὴν ψευδῆ ὑψηλοφροσύνη τοῦ ἀνθρώπου.
Μία τέτοιου εἴδους ἐπανάσταση τοῦ Θεοῦ ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου συχνὰ ἀκολουθοῦσε τὴν ἐπανάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Οἱ αἱρετικοὶ λαοὶ τῆς ἐποχῆς μᾶς ἔδωσαν στὸν Χριστὸ καὶ Κύριο τὴν τελευταία θέση στὸ τραπέζι αὐτοῦ του κόσμου, σὰν νὰ ἦταν ὁ τελευταῖος ζητιάνος, ἐνῶ στὶς πρῶτες θέσεις τοποθέτησαν τοὺς μεγάλους τους ἄνδρες, τοὺς πολιτικούς, τοὺς λογοτέχνες, τοὺς μυθοποιούς, τοὺς ἐπιστήμονες, τοὺς κεφαλαιούχους, ἀκόμη καὶ τοὺς τουρίστες καὶ τοὺς ποδοσφαιριστές. Ὅλα τὰ βλέμματα τῶν λαῶν αὐτῶν ἤσαν προσηλωμένα σ' αὐτοὺς τοὺς μεγάλους, σ' αὐτοὺς τοὺς μοντέρνους θεούς, ἐνῶ ἐλάχιστοι ἔστρεφαν τὸ βλέμμα τους πρὸς τὸν Χριστό, τὸν νικητὴ τοῦ θανάτου. Αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν ἀναίσχυντη ἐπανάσταση τῶν βαπτισμένων, ἀλλὰ αἱρετικῶν λαῶν ἐναντίον τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ, ἔπρεπε κατ' ἀνάγκη νὰ τὴν ἀκολουθήσει ἡ ἐπανάσταση τοῦ περιφρονημένου Θεοῦ ἐναντίον τῶν ἀνόμων ἀνθρώπων καὶ λαῶν. Καὶ ὄντως σηκώθηκε ὁ Θεός, γιὰ νὰ συντρίψει τὴν γῆ. Καὶ ἔγιναν ἀνήκουστες θλίψεις τῶν λαῶν τῆς γὴς μπροστὰ στὰ μάτια μας καὶ ἐπάνω στὴν ράχη μας. Καὶ ὄχι μόνο ἀποδείχθηκαν ὅλοι οἱ θεοποιηθέντες μεγάλοι τῶν ἀνθρώπων σβησμένες φλόγες, ἀπὸ τὶς ὁποῖες κανεὶς πλέον δὲν ἀναζητοῦσε θέρμανση, ἀλλὰ πραγματοποιήθηκαν καὶ τὰ ὅσα λέγει στὴν συνέχεια ὁ προφήτης Ἠσαΐας, σύμφωνα μὲ τὰ ὁποία οἱ ἄνθρωποι θὰ κρύβονται «εἰς τὰ σπήλαια καὶ εἰς σχισμᾶς τῶν πετρῶν καὶ εἰς τὰς τρώγλας τῆς γὴς ἀπὸ προσώπου τοῦ φόβου Κυρίου καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ» (Ἤσ. 2, 19). Δὲν ἐπαληθεύθηκε τοῦτο ἐπακριβῶς στὸν τελευταῖο πόλεμο; [ἐννοεῖ τὸν Β' παγκόσμιο πόλεμο]. Δὲν ἔφευγαν οἱ ἄνθρωποι μερικῶν ἠπείρων, ὅπως ἐξάλλου καὶ στὴν χώρα μας, στὰ πέτρινα σπήλαια καὶ στὶς τρύπες τῆς γής, γιὰ νὰ βροῦν καταφύγιο γιὰ τὴν ζωή τους ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους σπορεῖς τοῦ θανάτου; Καὶ οἱ σπορεῖς αὐτοὶ τοῦ θανάτου δὲν εἶναι ἄλλοι παρὰ ἐκεῖνοι οἱ ἔνδοξοι μεγιστάνες, τὰ εἴδωλα ἐκεῖνα τῶν ἀνθρώπων, τὰ ὁποία καθόντουσαν στὸ τραπέζι αὐτοῦ τοῦ κόσμου στὶς πρωτοκαθεδρίες καὶ περιγελοῦσαν τὸν Χριστὸ ὡς ἐπαίτη στὸ τελευταῖο σημεῖο τοῦ τραπεζιοῦ...
Ὁ χριστοφόρος Ἐπίσκοπος [Νικόλαος] εὐαγγελίζεται μὲ θλίψη καὶ ἐλπίδα: Οἱ βαπτισμένοι ἀδελφοί μας, ποὺ παρασύρθηκαν ἀπὸ τὶς παπικὲς καὶ τὶς λουθηρανικὲς αἱρέσεις, θεώρησαν τοὺς ἑαυτοὺς τοὺς σοφότερους ἀπὸ τὸν Χριστό. Καὶ περιφρόνησαν ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ὡς ἀσόφους καὶ ἀπολίτιστους. Ἀλλά, στ' ἀλήθεια, καὶ σ' αὐτοὺς ἐπαληθεύθηκε ὁ λόγος τοῦ ἄπ. Παύλου: «Φάσκοντες εἶναι σοφοὶ ἐμωράνθησαν» (Ρώμ. 1, 22). Καὶ τοῦτο ἐπειδὴ ἀπέρριψαν τὴν κατὰ Χριστὸν πνευματικὴ σοφία - ὁ Χριστὸς περπατάει μὲ ἔνδυμα ταπεινώσεως καὶ ἀγάπης - καὶ ντύθηκαν, κατὰ τὸ παράδειγμα τῶν εἰδωλολατρῶν φιλοσόφων, τὴν σαρκικὴ καὶ κοσμικὴ σοφία, ἡ ὁποία εἶναι γεμάτη ἀπὸ ὑψηλοφροσύνη καὶ κακία.
«Καὶ ἄλλαξαν τὴν δόξα τοῦ ἄφθαρτου Θεοῦ μὲ ὁμοίωμα εἰκόνας φθαρτοῦ ἄνθρωπου... καὶ σεβάσθηκαν καὶ λάτρευσαν τὴν κτίση παρὰ τὸν Κτίστη...» (Ρώμ. 1, 23. 25). Δηλαδὴ ἀπέβαλαν ὅλη τὴν δόξα ἀπὸ τὸν Χριστὸ Κύριο καὶ τὴν τοποθέτησαν στοὺς ὤμους θνητῶν ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους ἀνύψωσαν σὲ νέους Μεσσίες. Τέτοιου εἴδους ἀντίληψη γιὰ τὴν δόξα ἀποκόμισαν ἀπὸ τὴν ἄθεη σοφία τους. Καὶ ἡ ἔννοια τῆς κουλτούρας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ σημαίνει γι' αὐτοὺς τὸν σεβασμὸ τοῦ κτίσματος, δηλαδὴ τῆς ὁρατῆς φύσεως καὶ τὴν λατρεία τῆς μᾶλλον, παρὰ τὴν λατρεία τοῦ Δημιουργοῦ της οἱ θνητοὶ θεοὶ καὶ ἡ θεοποιημένη φύση! Τοῦτο εἶναι πρὸς τὸ παρὸν ὁ τελευταῖος σταθμὸς τῆς δυτικῆς ἀνθρωπότητας στὸν ἀσυγκράτητο καὶ αἰώνιο κατήφορό της ἀπὸ τὰ ὕψη τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὰ τάρταρα τοῦ Σατανᾶ. Τοῦτο εἶναι τὸ ἀποκορύφωμα τῆς ἐξισώσεως τῶν ἀνθρώπων στὴν Δύση μὲ τὴν παλαιὰ εἰδωλολατρία τῆς Ρώμης καὶ τὴν τωρινή της Ἀσίας. Αὐτοὶ δημοσιεύουν ἐτησίως χιλιάδες βιβλία γιὰ τὴν δόξα τῶν μεγάλων ἀνδρῶν καὶ πρὸς ἔπαινο τοῦ πολιτισμοῦ τους, καὶ χιλιάδες ἐφημερίδες ἐξυπηρετοῦν καθημερινῶς αὐτὴν τὴν ἐφήμερη καὶ ψευδῆ δόξα καὶ βρίσκονται στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἐπαίνου τῶν ἀνθρώπινων ἔργων, μὲ τὸ ὑπερδιογκωμένο ὄνομα τοῦ πολιτισμοῦ. Γι' αὐτὸ τοὺς παρέδωσε ὁ Θεὸς σὲ αἰσχρὲς ἡδονὲς καὶ πάθη ὥστε νὰ βρίσκουν τὴν ἱκανοποίηση μόνο σ' ὅτι εἶναι ἐπίγειο καὶ ὄχι οὐράνιο, καὶ μόνο σ' ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο προκαλεῖ στὸν Διάβολο χαρὰ καὶ γέλιο, ἐνῶ στοὺς Ἀγγέλους τοῦ Χριστοῦ θρῆνο. Οἱ ἀπολαύσεις τους βρίσκονται στὴν τέρψη τῆς σάρκας, στὴν ἁρπαγὴ τοῦ ξένου (πράγματος), στὴν καταπάτηση τῶν μικρῶν καὶ ἀδυνάτων (ἀνθρώπων), στὴν αὔξηση τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν καὶ τὴν ἐπέκταση τοῦ κράτους τους καὶ τῆς ἐξουσίας τους, στὴν πονηρὴ κατάκτηση τῆς ξένης πατρίδας, στὶς διασκεδάσεις καὶ τοὺς χορούς, στὴν ἀπόρριψη κάθε θρησκείας ὡς δεισιδαιμονίας, στὴν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, στὴν πλήρη βιολογικὴ ζωή, στὴν ἀναίσχυντη ἀναγνώριση τοῦ πιθήκου ὡς προπάτορα τοῦ ἀνθρώπου, στὸν καταποντισμὸ τῆς ἀνθρωπολογίας σὲ ζωολογία.
Ἀλλὰ ρωτᾶτε: Θὰ μπορέσει ποτὲ ἡ γενιὰ αὐτή, ἡ πλέον πλανεμένη μέσα στὴν ἱστορία, νὰ ἐπιστρέψει πρὸς τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν τιμιότητα; Θὰ μπορέσει. Εἴθε νὰ δώσει ὁ περιφρονημένος Χριστὸς νὰ γίνει τοῦτο ὅσο τὸ δυνατὸν γρηγορότερα. Πότε ὅμως θὰ γίνει τοῦτο;
Τοῦτο θὰ γίνει μόνο τότε, ὅταν οἱ δυτικοὶ ἀδελφοί μας ἀρχίσουν νὰ γράφουν χιλιάδες βιβλία ἐτησίως γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας. Κι ὅταν οἱ χιλιάδες ἐφημερίδες τους κατ' ἔτος θὰ γράφουν ἐπαίνους στὶς χριστιανικὲς ἀρετὲς καὶ τὰ χριστιανικὰ ἀγαθὰ ἔργα, ἀντὶ νὰ γράφουν γιὰ ἐγκλήματα καὶ βλασφημίες τῆς θείας Μεγαλειότητας καὶ γιὰ τὸ ἐμπόριο τῶν σαρκικῶν ἐνστίκτων. Ὅταν συντελεσθεῖ ἡ μεταμόρφωση αὐτή, τότε ἡ αἱρετικὴ δυτικὴ ἀνθρωπότητα θὰ φανεῖ ἐνώπιον τῶν ὁρατῶν οὐρανῶν ὡς λουσμένη, καθαρισμένη καὶ εὐωδιάζουσα οὐράνιο θυμίαμα.
Τότε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι θὰ χαιρόμαστε, διότι θὰ ἀνακτήσουμε τοὺς ἀδελφούς μας ποὺ ἔχουν ἐπιστρέψει.
Τότε οἱ εἰδωλολατρικοὶ λαοὶ θὰ ἀγαπήσουν τὸν Χριστὸ καὶ θὰ ζητήσουν νὰ καταγραφοῦν ἀνάμεσα στὰ παιδιά Του. Διότι δὲν θὰ τοὺς ἐμποδίζουν πλέον οἱ χριστιανικοὶ λαοί, νὰ γίνουν παιδιὰ τοῦ Χριστοῦ.
Τότε δὲν θὰ ὑπάρχει κακία μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, οὔτε πόλεμοι μεταξὺ τῶν λαῶν. Ἀλλὰ θὰ ὑπάρξει ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὑπερβαίνει τὸν νοῦ, καὶ ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ, ὅμοια μὲ τὴν ὁποία δὲν ὑπάρχει οὔτε στὴν παροῦσα ζωὴ οὔτε στὴν αἰωνιότητα.
Ὁ ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ Ἐπίσκοπος [Νικόλαος] ὁμολογεῖ τὴν θεανθρώπινη ἀλήθεια ὅταν λέγει: Ἡ ὕψιστη εὐτυχία γιὰ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ μὲ σάρκα (ἡ ἐνανθρώπηση) ἀλλὰ καὶ ἡ ὕψιστη δυστυχία εἶναι ἡ ἀποστασία τους ἀπ' Αὐτὸν τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἐπιστροφή τους στὴν ὑπηρεσία τοῦ Σατανᾶ. Ἡ δυστυχία αὐτὴ ἔχει τὴν ἀρχή της στοὺς μὴ Ὀρθόδοξους δυτικοὺς λαοὺς καὶ μάλιστα γιὰ δύο λόγους. Ἡ πρώτη αἰτία εἶναι τὸ μίσος ἐναντίον τοῦ (παπικοῦ καὶ προτεσταντικοῦ) αἱρετικοῦ ἱερατείου, καὶ ἡ δεύτερη, τὸ μίσος ἐναντίον τῶν Ἑβραίων. Καὶ τὰ δύο μίση φύτρωσαν στὴν καρδιὰ τῆς δυτικῆς ἀνθρωπότητας ἀπὸ τὸ ἴδιο σπέρμα. Καὶ τὸ σπέρμα αὐτὸ εἶναι ἡ προσπάθεια τόσο τοῦ [αἱρετικοῦ] χριστιανικοῦ κλήρου, ὅσο καὶ τῶν Ἑβραίων νὰ κυριαρχήσουν ἀπόλυτα στὴν ζωὴ τοῦ λαοῦ καὶ τοῦ κράτους σὲ ὅλες τὶς κατευθύνσεις. Τὸ μίσος ἐναντίον ἑνὸς τέτοιου κλήρου μεταβλήθηκε σὲ μίσος κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ τὸ μίσος ἐναντίον τῶν Ἑβραίων συμπεριέλαβε καὶ τὸν Κύριο Ἰησοῦ ὡς δῆθεν Ἑβραῖο. Στὴν πραγματικότητα ὁ Χριστὸς ἦταν Ἑβραῖος ἀπὸ τὴν μητέρα καὶ ἀπὸ τὸν λαὸ στὸν ὁποῖο φανερώθηκε πρῶτα. Ἐν τούτοις ὁ ἴδιος αὐτὸς λαὸς πρῶτος τὸν ἀπέρριψε καὶ μὲ φρικτὸ θάνατο Τὸν θανάτωσε. Τί, λοιπόν; Ἐὰν κάποιος εἶναι ἐναντίον τῶν Ἑβραίων, πῶς μπορεῖ νὰ εἶναι κατὰ τοῦ Χριστοῦ, ἐναντίον τοῦ ὁποίου οἱ Ἑβραῖοι πολεμοῦν ἤδη δύο χιλιάδες χρόνια; Ἀλλ’ ὅπου καρφωθοῦν τὰ νύχια τοῦ Σατανᾶ, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει λογική.
Καθοδηγούμενοι ἀπὸ τὸ μίσος κατὰ τοῦ κλήρου καὶ τῶν Ἑβραίων, οἱ δυτικοὶ λαοὶ ἀπέρριπταν βαθμιαία τὸν Χριστό, ἕως ὅτου τελευταία Τὸν ἀπέκλεισαν ἀπὸ ὅλους τούς τομεῖς καὶ τὰ ἱδρύματα τοῦ λαοῦ καὶ τοῦ κράτους καὶ περιόρισαν τὴν παραμονὴ Του μόνο στοὺς ναούς. Ἀπὸ Ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του ἀπὸ τὸν τάφο εἶπε: «ἐδόθη μοι πάσα ἐξουσία ἐν οὐρανῶ καὶ ἐπὶ γὴς» (Μάτθ. 28,18), ἀπὸ Αὐτὸν οἱ τυφλωμένοι ἄνθρωποι ἀφήρεσαν κάθε ἐξουσία. Καὶ ὄχι μόνο τοῦτο, ἀλλὰ καὶ κάθε ἐπιρροὴ Του ἐπάνω στὴν γῆ, στὸ σχολεῖο, στὴν κοινωνία, στὴν πολιτική, στὴν τέχνη, στὶς σχέσεις μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τὶς διεθνεῖς σχέσεις, στὴν ἐπιστήμη, στὴ λογοτεχνία καὶ σ' ὅλα τὰ ἄλλα.
Ὁ Θεὸς ὅμως δὲν μυκτηρίζεται. Ὅσες φορὲς συμβεῖ οἱ ἄνθρωποι ὡς φιλοξενούμενοι νὰ γίνουν ὑπερβολικὰ ἀναιδεῖς στὸ τραπέζι τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ ἔλθει ἡ προειδοποίηση ἐκ μέρους τοῦ οἰκοδεσπότη. Δύο φοβερὲς προειδοποιήσεις τοῦ Θεοῦ στὴν σημερινὴ γενιὰ εἶναι οἱ δύο τελευταῖοι παγκόσμιοι πόλεμοι, σὲ διάστημα εἴκοσι ἐτῶν. Ἂς γονατίσουν οἱ χριστιανικοὶ λαοὶ ἐνώπιόν τοῦ προσβεβλημένου Χριστοῦ καὶ ἂς ἐπιστρέψουν σ' Αὐτὸν ἐκείνη τὴν ἐξουσία, τὴν τιμὴ καὶ τὴν δόξα καὶ τὸ σεβασμό, ποὺ μόνον σ' Αὐτὸν ἀνήκουν. Ἔτσι νὰ πράττετε καὶ σεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι ἀδελφοί μου, ἐὰν θέλετε νὰ φυλαχθῆτε ἀπὸ τὸν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο, τὸν φοβερότερο καὶ ἀπὸ τοὺς δύο προηγούμενους.
Ἡ ἀποστολικὴ λύπη τοῦ ἁγίου Ἐπισκόπου ἕνεκα τῆς Εὐρώπης:
Τί εἶναι ἡ Εὐρώπη;
Εἶναι ἡ ἐπιθυμία καὶ ὁ πόθος τῆς ἐξουσίας καὶ τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ γνώση. Καὶ τὰ δύο ἀνθρώπινα: ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθυμία καὶ ὁ πόθος καὶ ἡ ἀνθρώπινη γνώση. Καὶ τὰ δύο προσωποποιοῦνται στὸν πάπα καὶ στὸν Λούθηρο. Τί εἶναι λοιπὸν ἡ Εὐρώπη; Ὁ πάπας καὶ ὁ Λούθηρος. Χορτασμένες οἱ ἀνθρώπινες ἐπιθυμίες στὸ ἔπακρο, καὶ χορτασμένη ἡ ἀνθρώπινη γνώση στὸ ἔπακρο. Ὁ εὐρωπαϊκὸς πάπας εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθυμία τῆς ἐξουσίας. Ὁ εὐρωπαϊκὸς Λούθηρος, εἶναι ἡ πεισματικὴ ἀπόφαση τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἐξηγηθοῦν τὰ πάντα μὲ τὸν νοῦ του. Ὁ πάπας ὡς κυβερνήτης τοῦ κόσμου καὶ ὁ ἐπιστήμονας ὡς κυρίαρχός τοῦ κόσμου. Τοῦτο εἶναι ἡ Εὐρώπη στὸν πυρήνα της, ὀντολογικὰ καὶ ἱστορικά. Τὸ ἕνα σημαίνει παράδοση τῆς ἀνθρωπότητας στὴν φωτιὰ καὶ τὸ ἄλλο σημαίνει παράδοση τῆς ἀνθρωπότητας στὸ νερό. Καὶ τὰ δύο: χωρισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό. Γιατί τὸ ἕνα σημαίνει τὴν ἄρνηση τῆς πίστεως καὶ τὸ ἄλλο τὴν ἄρνηση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Κατ' αὐτὸ τὸν τρόπο ἐνεργεῖ τὸ πονηρὸ πνεῦμα στὸ σῶμα τῆς Εὐρώπης ἤδη ἐδῶ καὶ μερικοὺς αἰῶνες. Ποιὸς μπορεῖ νὰ διώξει τὸ πονηρὸ τοῦτο πνεῦμα ἀπὸ τὴν Εὐρώπη; Κανείς, ἐκτὸς ἀπὸ Ἐκεῖνον, ποὺ τὸ ὄνομά Του ἔχει σημειωθεῖ μὲ κόκκινο χρῶμα στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ὡς τοῦ μόνου διώκτη τῶν δαιμόνων ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Γνωρίζετε ἤδη ποιὸν ἐννοῶ. Ἐννοῶ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Μεσσία καὶ Σωτήρα τοῦ κόσμου, τὸν ἀπὸ τὴν Παρθένο γεννηθέντα, ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους φονευθέντα, ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀναστηθέντα, ἀπὸ τὸν οὐρανὸ δικαιωθέντα, ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους δοξασθέντα, διὰ τῶν Ἁγίων μαρτυρηθέντα καὶ ἀπὸ τοὺς προγόνους μας οἰκειωθέντα.
Ἕως ὅτου ἀκολουθοῦσε ἡ Εὐρώπη τὸν Χριστὸ ὡς τὸν «Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης», καὶ τοὺς Ἀποστόλους Του, τοὺς Μάρτυρες, τοὺς Ἁγίους καὶ τοὺς ἀναρίθμητους Δικαίους καὶ ἄλλους ποὺ εὐαρέστησαν Αὐτόν, ἕως τότε αὐτὴ ἐμοίασε μὲ πλατεία φωτισμένη ἀπὸ ἑκατοντάδες καὶ χιλιάδες λαμπάδες, μικρὲς καὶ μεγάλες. Ὅταν ὅμως, ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθυμία καὶ ἀνθρώπινη σοφία κτύπησαν τὸν Χριστὸ σὰν δύο φοβεροὶ ἄνεμοι, οἱ λαμπάδες ἔσβησαν μπροστὰ στὰ ἀνθρώπινα μάτια καὶ ἐπικράτησε τὸ σκοτάδι ὅπως στοὺς ὑπόγειους διαδρόμους ποὺ ἔχουν οἱ τυφλοπόντικες.
Σύμφωνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη ἐπιθυμία κάθε λαὸς καὶ κάθε ἄνθρωποι ἀναζητεῖ τὴν ἐξουσία, τὴν τέρψη καὶ τὴν δόξα μιμούμενος τὸν πάπα τῆς Ρώμης. Σύμφωνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη σοφία κάθε λαὸς καὶ κάθε ἄνθρωπος βρίσκει ὅτι εἶναι ὁ σοφότερος ὅλων καὶ ὁ ἀξιοτερος ὅλων τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν. Πῶς τότε νὰ μὴν ὑπάρχουν πόλεμοι μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν λαῶν; Πῶς νὰ μὴν ὑπάρχει ἀφροσύνη καὶ λύσσα στοὺς ἀνθρώπους; Πῶς νὰ μὴν ὑπάρχουν οἱ ἀρρώστιες, οἱ ἀνομβρίες καὶ οἱ πλημμύρες, οἱ ὄγκοι καὶ οἱ φυματιώσεις, οἱ ἐπαναστάσεις καὶ οἱ πόλεμοι; Ὅλα αὐτὰ δὲν μπορεῖ νὰ μὴ γίνονται, ὅπως δὲν γίνεται νὰ μὴν πυορροεῖ ἡ γεμάτη ἀπὸ πύον πληγῆ, καὶ ὅπως δὲν γίνεται νὰ μὴ βγαίνει δυσωδία ἀπὸ τόπο γεμάτο μὲ ἀκαθαρσίες.
Ὁ Παπισμὸς χρησιμοποιεῖ τὴν πολιτική, ἐπειδὴ μόνο ἀπὸ αὐτὴ ἀποκτᾶ κανεὶς τὴν ἐξουσία. Ὁ Λουθηρανισμὸς χρησιμοποιεῖ τὴ φιλοσοφία καὶ τὴν ἐπιστήμη, ἐπειδὴ νομίζει ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος γιὰ νὰ ἀποκτήσει κανεὶς τὴν σοφία. Ἔτσι, ἡ ἐπιθυμία κήρυξε τὸν πόλεμο κατὰ τῆς γνώσης καὶ ἡ γνώση κατὰ τῆς ἐπιθυμίας. Αὐτὸ εἶναι ὁ νέος Πύργος τῆς Βαβέλ, αὐτὸ εἶναι ἡ Εὐρώπη. Στὴν ἐποχή μας ὅμως ἦλθε μία νέα γενιὰ Εὐρωπαίων, ἡ ὁποία «πάντρεψε» τὴν ἐπιθυμία μὲ τὴν γνώση διὰ τοῦ ἀθεϊσμοῦ καὶ ἀπέρριψε καὶ τὸν πάπα καὶ τὸν Λούθηρο. Τώρα πλέον οὔτε κρύβεται ἡ ἐπιθυμία οὔτε ἐπαινεῖται ἡ σοφία. Ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθυμία καὶ ἡ ἀνθρώπινη σοφία στεφανώθηκαν στὶς ἡμέρες μας καὶ ἔτσι φθάσανε στὸν γάμο, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι οὔτε ρωμαιοκαθολικὸς οὔτε λουθηρανικός, ἀλλὰ ὀφθαλμοφανῶς καὶ δημοσίως σατανικός. Ἡ σημερινὴ Εὐρώπη δὲν εἶναι πλέον οὔτε παπικὴ οὔτε λουθηρανική. Εἶναι ὑπεράνω καὶ ἐκτὸς αὐτῶν. Εἶναι ὁλοτελῶς ἐπίγεια, χωρὶς ἔστω καὶ τὸν πόθο νὰ ἀνεβαίνει στὸν οὐρανό, εἴτε μὲ τὸ διαβατήριο τοῦ ἀλαθήτου πάπα εἴτε πάλι μὲ τὴν κλίμακα τῆς προτεσταντικῆς σοφίας. Ἀρνεῖται ἐντελῶς τὸ ταξίδι ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο. Ἐπιθυμεῖ νὰ παραμείνει ἐδῶ. Ἐπιθυμεῖ νὰ εἶναι ὁ τάφος τῆς ὅπου καὶ τὸ λίκνο της. Δὲν γνωρίζει περὶ ἄλλου κόσμου. Δὲν αἰσθάνεται τὴν οὐράνια εὐωδία. Δὲν βλέπει στὸν ὕπνο της τοὺς Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἁγίους. Γιὰ τὴν Θεοτόκο δὲν θέλει ν’ ἀκούσει. Ἡ ἀκολασία τὴν στερεώνει στὸ μίσος κατὰ τῆς παρθενίας. Ὁλόκληρη ἡ πλατεία βρίσκεται βυθισμένη στὸ σκότος. Ὅλες οἱ λαμπάδες εἶναι σβησμένες. Ω! τί φοβερὸ σκότος! Ὁ ἀδελφὸς βυθίζει τὸ μαχαίρι στὸ στῆθος τοῦ ἀδελφοῦ, νομίζοντας ὅτι εἶναι ἐχθρός. Ἀρνεῖται ὁ πατέρας τὸν υἱό του καὶ ὁ υἱὸς τὸν πατέρα. Ὁ λύκος εἶναι πιστότερος φίλος στὸν λύκο παρὰ ὁ ἄνθρωπος στὸν ἄνθρωπο!
Ω! ἀδελφοί μου! Δὲν τὸ βλέπετε ὅλοι αὐτό; Δὲν ἔχετε αἰσθανθεῖ τὸ σκοτάδι καὶ τὸ ἔγκλημα τῆς ἀντιχριστιανικῆς Εὐρώπης πάνω στὸ σῶμα σας; Προτιμᾶτε τὴν Εὐρώπη ἢ τὸν Χριστό; Τὸν θάνατο ἢ τὴν ζωή; Αὐτὰ τὰ δύο ἔθεσε τὴν παλαιὰ ἐποχὴ ὁ Μωυσῆς μπροστὰ στὸ λαό του. Κι ἐμεῖς αὐτὰ τὰ δύο θέτουμε μπροστά σας. Νὰ γνωρίζετε: ἡ Εὐρώπη εἶναι ὁ θάνατος, ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ζωή. Διαλέξτε τὴν ζωή, γιὰ νὰ ζήσετε στοὺς αἰῶνες.
Καὶ ἰδοὺ τώρα ὁ συγκλονιστικὸς θρῆνος τοῦ ἰσαποστόλου Ἐπισκόπου γιὰ την Ευρώπη:
Ω, ἀδελφοί μου! Ὁ 18ος αἰώνας εἶναι ὁ πατέρας τοῦ 19ου αἰώνα, καὶ ὁ 19ος αἰώνας εἶναι ὁ πατέρας τοῦ 20ού αἰώνα. Ὁ πατέρας ἦταν πολὺ χρεωμένος. Ὁ γιὸς δὲν ξόφλησε τὰ χρέη τοῦ πατέρα του, ἀλλὰ χρεώθηκε ἀκόμη περισσότερο, καὶ τὸ χρέος ἔπεσε στὸν ἐγγονό. Ὁ πατέρας ἦταν ἄρρωστος ἀπὸ βαριὰ ἀσθένεια, καὶ ὁ γιὸς δὲν θεράπευσε τὴν αἰσχρὴ ἀσθένεια τοῦ πατέρα τοῦ ἐπάνω του, ἀλλὰ τὴν ἄφησε νὰ ξαπλωθεῖ ἀκόμη περισσότερο, καὶ αὐτὴ μεταδόθηκε καὶ χτύπησε τὸν ἐγγονὸ τρεῖς φορὲς δυνατότερα. Ὁ ἐγγονὸς εἶναι ὁ 20ός αἰώνας στὸν ὁποῖο ζοῦμε.
Ὁ 18ος αἰώνας σήμανε τὴν ἐπανάσταση ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ ἱερατείου τοῦ Ρωμαίου ποντίφικα. Ὁ 19ος αἰώνας σήμανε τὴν ἐπανάσταση ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Ὁ 20ός αἰώνας ἀναγγέλλει τὴν συμμαχία μὲ τὸν Διάβολο. Τὰ χρέη μεγάλωσαν καὶ ἡ ἀσθένεια χειροτέρευσε. Καὶ ὁ Κύριος εἶπε ὅτι ἐπισκέπτεται τὶς ἁμαρτίες τῶν πατέρων μέχρι τρίτη καὶ τέταρτη γενιά. Δὲν βλέπετε ὅτι ὁ Κύριος ἐπισκέφθηκε τοὺς ἐγγονοὺς γιὰ τὶς ἁμαρτίες τῶν παππούδων Εὐρωπαίων; Δὲν βλέπετε τὸ μαστίγιο ἐπάνω στοὺς ἐγγονοὺς γιὰ τὰ ἀνεξόφλητα χρέη τῶν παππούδων;
Ὁ βασιλιὰς ἀντίχριστος ἀποτελεῖ τὴν ἀρχὴ τοῦ 19ου αἰώνα. Ὁ πάπας, ἀντίχριστος, ἀποτελεῖ τὴν μέση του ἴδιου αἰώνα. Οἱ φιλόσοφοί της Εὐρώπης, ἀντίχριστοι (ἀπὸ τὸ φρενοκομεῖο), ἀποτελοῦν τὸ τέλος τοῦ ἴδιου αἰώνα: Ναπολέων ὁ Βοναπάρτης, ὁ (πάπας) Πίος, ὁ (φιλόσοφος) Νίτσε. Τρία μοιραῖα ὀνόματα τῶν τριῶν μεγαλυτέρων ἀρρώστων της κληρονομημένης ἀσθένειας.
Εἶναι, ἄραγε, αὐτοὶ οἱ νικητὲς τοῦ 19ου αἰώνα; Ὄχι! Αὐτοὶ εἶναι οἱ φορεῖς τῆς βαριᾶς ἀσθένειας οἱ ὁποῖοι τὴν κληρονόμησαν ἀπὸ τὸν 18ο αἰώνα. Οἱ μεγαλύτεροι ἄρρωστοι! Ὁ καίσαρας, ὁ ποντίφικας καὶ ὁ φιλόσοφος... καὶ μάλιστα ὄχι στὴν ἀρχαία εἰδωλολατρικὴ Ρώμη, ἀλλὰ στὴν καρδιὰ τῆς βαπτισμένης Εὐρώπης! Δὲν εἶναι αὐτοὶ οἱ νικητές, ἀλλ’ οἱ πλέον νικημένοι. Ὅταν ὁ Βοναπάρτης γέλασε μπροστὰ στοὺς ἁγίους ναοὺς τοῦ Κρεμλίνου, καὶ ὅταν ὁ Πίος ἀνακηρύχθηκε ἀλάθητος, καὶ ὅταν ὁ Νίτσε ἀνακοίνωσε δημοσίως τὴν λατρεία του στὸν Ἀντίχριστο, τότε σκοτίστηκε ὁ ἥλιος στὸν οὐρανό. Καὶ ὄχι ἕνας ἥλιος, ἀλλὰ ἐὰν θὰ ὑπῆρχαν χίλιοι, θὰ σκοτίζονταν ὅλοι ἀπὸ τὴν θλίψη καὶ τὴν αἰσχύνη. Γιατί, ἰδοὺ θαῦμα ποὺ δὲν εἶδε ποτὲ ἄλλοτε ὁ κόσμος: ὁ ἄθεος βασιλιάς, ὁ ἄθεος ποντίφικας, ὁ ἄθεος φιλόσοφος. Στὴν ἐποχὴ τοῦ Νέρωνα, τουλάχιστον ἕνας δὲν ἦταν ἄθεος, ὁ φιλόσοφος. Ὁ 18ος αἰώνας εἶναι ὁ αἰώνας τοῦ Πιλάτου: καταδίκασε τὸν Χριστὸ σὲ θάνατο. Ὁ 19ος αἰώνας εἶναι ὁ αἰώνας τοῦ Καϊάφα: ἀνασταύρωσε τὸν Χριστό. Ὁ 20ός αἰώνας εἶναι ὁ αἰώνας τοῦ Συνεδρίου, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς βαπτισμένους καὶ ἀπὸ τοὺς ἀβάπτιστους Ἰοῦδες. Τὸ Συνέδριο τοῦτο διακήρυξε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι γιὰ πάντα νεκρὸς καὶ ὅτι δὲν ἀναστήθηκε. Γιατί, τότε, ἀπορεῖτε, ἀδελφοί, ποὺ ἦλθαν ἀνήκουστα μαστίγια στὴν εὐρωπαϊκὴ ἀνθρωπότητα, μαστίγια μέχρι τὸν μυελὸ τῶν ὀστῶν, ἀπὸ τὶς ἐπαναστάσεις καὶ τοὺς πολέμους;
Ποιὸς εἶναι τότε ὁ νικητής, ἂν ὄχι ὁ καίσαρας, ὁ ποντίφικας καὶ ὁ φιλόσοφός της ἀποχριστιανικοποιημένης Εὐρώπης;
[...]
Ὁ φιλόχριστος ἅγιος Ἐπίσκοπος λέγει τὰ ἑξῆς γιὰ τὸν θεοκτόνο εἰδωλολατρικό πολιτισμό της Εὐρώπης:
Ἐὰν θὰ εἶχε μείνει ἡ Εὐρώπη χριστιανική, θὰ καυχιόταν γιὰ τὸν Χρίστο καὶ ὄχι γιὰ τὸν πολιτισμό της. Καὶ οἱ μεγάλοι λαοὶ τῆς Ἀσίας καὶ τῆς Ἀφρικῆς, ἀβάπτιστοι, βέβαια, ἀλλὰ μὲ ἔφεση καὶ τάση πνευματική, θὰ μποροῦσαν νὰ τὸ κατανοήσουν αὐτὸ καὶ νὰ τὸ ἐκτιμήσουν. Γιατί καὶ οἱ λαοὶ αὐτοὶ καυχῶνται ὁ καθένας γιὰ τὴν πίστη του, γιὰ τὴν θεότητά του, γιὰ τὰ θρησκευτικὰ βιβλία του: ὁ ἕνας γιὰ τὸ Κοράνιο, ὁ ἄλλος γιὰ τὶς Βέδες καὶ οὕτω καθεξῆς. Δὲν καυχῶνται λοιπὸν γιὰ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν τους, γιὰ τὸν πολιτισμό τους, ἀλλὰ γιὰ κάτι τὸ ὁποῖο θεωροῦν ἀνώτερο ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους, μᾶλλον γιὰ κάτι τὸ ὕψιστο στὸν κόσμο. Μόνον οἱ λαοὶ τῆς Εὐρώπης δὲν καυχῶνται γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὸ Εὐαγγέλιό Του, ἀλλὰ γιὰ τὶς ἐπικίνδυνες μηχανές τους καὶ τὰ εὐτελῆ προϊόντα τῶν χειρῶν τους, δηλαδὴ γιὰ τὸν πολιτισμὸ καὶ τὴν κουλτούρα τους. Τὸ ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς εὐρωπαϊκῆς αὐτοκαυχήσεως μὲ τὴν περιβόητη «κουλτούρα», εἶναι τὸ μίσος ὅλων τῶν μὴ χριστιανικῶν λαῶν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Χριστιανισμοῦ. Μισώντας τὸ μικρὸ μίσησαν καὶ τὸ πιὸ μεγάλο. Μισώντας τὰ εὐρωπαϊκὰ προϊόντα καὶ τοὺς ἀνθρώπους, μίσησαν καὶ τὸν εὐρωπαϊκὸ Θεό. Ἀλλά, ἀλίμονο, αὐτὸ δὲν πονᾶ τὴν Εὐρώπη, οὔτε τὴν στενοχωρεῖ. Ἐξάλλου, ἡ ἴδια ἡ Εὐρώπη μίσησε πρώτη ἀπὸ ὅλους καὶ ἀπέρριψε τὸν Θεό της. Σ' αὐτὴ τὴν καθόλα ἐπίζηλη θέση ἔφερε τὴν Εὐρώπη ἡ λανθασμένη ἐξέλιξή της, κάτω ἀπὸ τὴν ἐπίδραση μίας λανθασμένης Ἐκκλησίας, στὴν διάρκεια τῶν τελευταίων ἐννιακοσίων χρόνων. Δὲν εὐθύνονται γι’ αὐτὸ οἱ λαοὶ τῆς Εὐρώπης΄ εὐθύνη ἔχουν οἱ πνευματικοὶ ὁδηγοὶ τῶν λαῶν. Δὲν εὐθύνεται τὸ ποίμνιο, ἀλλ' οἱ ποιμένες του.
Τὸ κανονικὸ θὰ ἦταν νὰ καυχιέται ἡ Εὐρώπη γιὰ τὸν Χριστιανισμὸ ὡς τὴν πλέον πολύτιμη κληρονομιὰ καὶ τὴν πλέον μεγάλη ἀξία της. Αὐτὸ θὰ γινόταν -ὅπως εἶχε γίνει στοὺς πρώτους μετὰ Χριστὸν αἰῶνες- ἐὰν ἡ Εὐρώπη ἦταν ὁμώνυμη μὲ τὸν Χριστιανισμό, ἐὰν ταυτιζόταν μὲ τὸν Χριστιανισμό. Δοξολογία τοῦ Χριστοῦ καὶ κήρυγμα γιὰ τὸν Χριστό, αὐτὴ ἦταν ἡ ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁρισμένη ἀποστολὴ τῆς εὐρωπαϊκῆς ἠπείρου. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Χριστιανισμὸ δὲν ἔχει τίποτε ἄλλο, γιὰ νὰ καυχηθεῖ ἡ Εὐρώπη. Χωρὶς τὸν Χριστιανισμὸ ἡ Εὐρώπη εἶναι ὁ φτωχότερος ἐπαίτης καὶ ὁ πλέον ἀναίσχυντος ἐκμεταλλευτὴς τοῦ κόσμου τούτου.
Ὁ χριστοφώτιστος Ἐπίσκοπος λέγει μία πικρὴ ἀλήθεια γιὰ την ευρωπαϊκὴ παιδεία:
Τὸ σχολεῖο τῆς Εὐρώπης ἔχει ἀποχωριστεῖ ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Θεό. Σ' αὐτὸ ἔγκειται ἡ μεταστροφή της σὲ δηλητηριάστρια, σ' αὐτὸ ἔγκειται καὶ ὁ θάνατος τῆς εὐρωπαϊκῆς ἀνθρωπότητας. Στοὺς εἰδωλολατρικοὺς πολιτισμοὺς δὲν χωριζόταν ποτὲ ἡ ἐπιστήμη ἀπὸ τὴν θρησκεία, μολονότι ἡ θρησκεία ἦταν ἐσφαλμένη καὶ μωρή. Τοῦτο συνέβη μόνο στὴν Εὐρώπη. Σ' ἐκείνη τὴν Εὐρώπη ποὺ δέχθηκε τὴν πλέον τέλεια πίστη. Ὅμως, λόγω τῆς συγκρούσεώς της μὲ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ταγούς, κακίωσε ἡ Εὐρώπη καὶ ἀπέρριψε τὴν τέλεια πίστη καὶ κράτησε τὴν τέλεια ἐπιστήμη. Ω, ἀδελφοί μου, ἀπέρριψε τὴν θεία γνώση καὶ δέχθηκε τὴν ἀνθρώπινη ἄγνοια! Πόσο μεγάλη μωρία καὶ πόσο σκότος!
Ὁ θεοφρων ἅγιος Ἐπίσκοπος λέγει τὰ ἑξῆς γιὰ την ἐκούσια τύφλωση τῆς δυτικῆς ἀνθρωπότητας:
Ἡ Δύση μωράνθηκε. Σ' αὐτὸ ἔγκειται ἡ αἰσχύνη καὶ ἡ παραφροσύνη της. Στὴν χριστιανικὴ ἐποχή, ὅταν ἡ Δύση ἦταν Ὀρθόδοξη ἔβλεπε μὲ τὸ πνεῦμα καὶ θεωροῦσε μὲ τὸν νοῦ. Ἀλλὰ καθ' ὅσον ἀπομακρυνόταν ὅλο καὶ περισσότερο ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ ἀλήθεια καὶ ἀρετή, ἡ πνευματικὴ ὅρασή της μίκραινε ὅλο καὶ περισσότερο, ἕως ὅτου σκοτίστηκε ὁλότελα στὸν 20ο αἰώνα. Τώρα τῆς ἔμειναν μόνο ὀφθαλμοὶ γιὰ τὴν παρατήρηση αἰσθητῶν ἀντικειμένων.
Αὐτὴ (ἢ Δύση) ἔχει ἐξοπλίσει τοὺς σωματικοὺς ὀφθαλμοὺς μὲ πολλὲς ἐξαιρετικὲς μηχανές, γιὰ νὰ μπορεῖ καλύτερα καὶ ἀκριβέστερα νὰ βλέπει τὸν αἰσθητὸ κόσμο, τὴν μορφὴ καὶ τὸ χρῶμα τῶν αἰσθητῶν πραγμάτων καὶ τῶν ὄντων, τὸν ἀριθμό, τὸ μέτρο καὶ τὴν ἀπόστασή τους. Παρατηρεῖ μὲ τὸ μικροσκόπιο καὶ βλέπει μικρὰ σκουλήκια, μικρόβια, ὅπως κανεὶς ποτὲ ἄλλοτε. Παρατηρεῖ μὲ τὸ τηλεσκόπιο καὶ βλέπει τὰ ἄστρα σὰν νὰ βρίσκονται πάνω ἀπὸ τὴν καπνοδόχο, ὅπως κανεὶς ποτὲ ἄλλοτε τὰ ἔβλεπε. Ἐδῶ σταματᾶ καὶ μέχρις ἐδῶ φθάνει ἡ ὅρασή της. Ὅσον ἀφορᾶ τὴν νοερὴ θεωρία καὶ τὴν πνευματικὴ διόραση στὸν κρυμμένο πυρήνα τῶν πραγμάτων καὶ στὸ νόημα καὶ τὴν σημασία ὅλης της δημιουργίας στὸ μέγα τοῦτο σύμπαν γύρω μας, ὡς πρὸς τοῦτο, Ω! ἀδελφοί μου, ἡ δυτικὴ ἀνθρωπότητα εἶναι σήμερα πιὸ τυφλὴ ἀπὸ τὴν μουσουλμανικὴ Ἀραβία καὶ ἀπὸ τὴν βραχμανικὴ Ἰνδία καὶ ἀπὸ τὸ βουδιστικὸ Θιβὲτ καὶ ἀπὸ τὴν πνευματιστικὴ Κίνα. Πράγματι, ὁ Χριστὸς δὲν εἶδε μεγαλύτερη ντροπὴ ἀπ' αὐτὴν στὶς δύο περασμένες χιλιετίες: οἱ βαπτισμένοι ἄνθρωποι νὰ εἶναι πιὸ τυφλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀβάπτιστους!
Γιὰ αὐτὸ ὅτι ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος πρὸς τοὺς βαπτισμένους Γαλάτες, τὸ ἴδιο θὰ ἔλεγε σήμερα γιὰ τὴν ξεκουτιασμένη καὶ γερασμένη Δύση. Νὰ τί ἔγραφε πρὸς τοὺς Γαλάτες: «Ω ἀνόητοι Γαλᾶται, τὶς ὑμᾶς ἐβάσκανε τὴ ἀληθεία μὴ πείθεσθαι, οἶς κατ’ ὀφθαλμοὺς Ἰησοῦς Χριστὸς προεγράφη ἐν ὑμὶν ἐσταυρωμένος;... Οὕτως ἀνόητοι ἐστε; ἐναρξάμενοι πνεύματι, νῦν σαρκὶ ἐπιτελεῖσθε;» (Γάλ. 3, 1.3) [=Ἀνόητοι Γαλάτες, ποιὸς σᾶς βάσκανε καὶ δὲν πείθεσθε στὴν ἀλήθεια, ἐσεῖς ποῦ μὲ τὸ κήρυγμα τῆς πίστεως μπροστὰ στὰ μάτια σᾶς ζωγραφίστηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς σταυρωμένος;...Τόσο ἀνόητοι εἶστε; Κάνοντας ἀρχὴ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τώρα καταλήγετε στὴ σάρκα;]. Καὶ ἡ Εὐρώπη κάποτε εἶχε ἀρχίσει ἐν πνεύματι, τώρα ὅμως τελειώνει μὲ τὴν σάρκα, δηλαδὴ μὲ τὴν σαρκικὴ ὅραση, μὲ τὴν σαρκικὴ κρίση, μὲ τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες, μὲ τὶς σαρκικὲς κατακτήσεις, σὰν νὰ τὴν βάσκανε κάποιος!
Ὅλη ἡ ζωὴ της κινεῖται στὶς ἡμέρες μας σὲ δύο διαστάσεις: στὸ πλάτος καὶ στὸ μῆκος. Δὲν γνωρίζει τίποτα οὔτε γιὰ τὸ βάθος οὔτε γιὰ τὸ ὕψος. Γι΄ αὐτὸ καὶ ἀγωνίζεται γιὰ τὴν γῆ, γιὰ τὸν χῶρο, γιὰ τὴν ἐπέκταση. Γιὰ τὸν χῶρο, καὶ μόνο γιὰ τὸν χῶρο!
Νὰ ἀπὸ ποὺ ἔρχεται ὁ ἕνας πόλεμος πίσω ἀπὸ τὸν ἄλλο, ἡ μία φρίκη πίσω ἀπὸ τὴν ἄλλη. Γιατί ὁ Θεὸς δὲν δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο νὰ εἶναι μόνο ζῶο στὸν χῶρο, ἀλλὰ γιὰ νὰ εἰσχωρεῖ μὲ τὸν νοῦ του στὸ βάθος τῶν μυστηρίων, καὶ μὲ τὴν καρδιὰ νὰ ἀνέρχεται πρὸς τὸ θεῖον ὕψος. Ὁ πόλεμος γιὰ τὴν γῆ εἶναι πόλεμος ἐναντίον τῆς ἀλήθειας.
Καὶ ὁ πόλεμος ἐναντίον τῆς ἀλήθειας εἶναι πόλεμος ἐναντίον τῆς θείας καὶ τῆς ἀνθρώπινης φύσεως.
Ω πίκρες πικρότερες καὶ ἀπὸ τὴν χολή! Πόσο οἱ ἄνθρωποι πάσχουν, πόσο βασανίζονται καὶ πόσα θυσιάζουν γιὰ τὸ πρόσκαιρο καὶ ἀπατηλὸ ἐπίγειο βασίλειο! Ἐὰν ἔστω καὶ τὸ ἕνα ἑκατοστὸ ἀπὸ αὐτὰ τὰ βάσανα καὶ τὶς θυσίες τὸ ὑπέφεραν γιὰ τὴν οὐράνια βασιλεία, ὁ πόλεμος στὴν γῆ θὰ εἶχε γίνει γὶ αὐτοὺς μέχρι δακρύων γελοῖος. Στὸν Χριστὸ δίνουν μὲ δυσκολία τὸ «δίλεπτο», ἐνῶ στὴν «ἐκκλησία» τοῦ Μολὼχ-σατανᾶ δίνουν ὅλη τὴν περιουσία καὶ ὅλα τὰ τέκνα τους!
Ἂς κάνει τὸν σταυρό της ἡ Εὐρώπη καὶ ἂς ἀκολουθήσει τὸν Χριστό. Ἂς μνημονεύσει τὴν Παναγία Θεοτόκο καὶ τοὺς δώδεκα μεγάλους Ἀποστόλους καὶ θὰ πέσουν τὰ λέπια ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς της. Καὶ θὰ γίνει πάλι ὄμορφη ὅπως ἦταν στὰ πρῶτα χίλια χρόνια ἡ Ὀρθόδοξη Εὐρώπη τοῦ Χριστοῦ. Τότε καὶ αὐτὴ θὰ εἶναι εὐτυχισμένη, καὶ ἐμεῖς μαζί της. Καὶ θὰ χαροῦν τότε οἱ κλαίοντες λαοὶ τῆς Εὐρώπη καὶ θὰ ψάλλουν μαζί μας τὴν αἰώνια δοξολογία στὸν Θεό: «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης Σου». Ἀμὴν
Ὁ χριστοταπεινὸς Ἐπίσκοπος (Νικόλαος) λέγει γιά τοὺς ὑπερήφανους λαοὺς τῆς Εὐρώπης:
Οἱ φίλαρχοι καὶ ὑπερήφανοι λαοὶ τῆς Εὐρώπης δὲν ἀναγνωρίζουν ποτὲ τὸ σφάλμα τους. Ἔχουν χάσει τὴν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς μετανοίας. Γιὰ κάθε κακὸ στὸν κόσμο, τὴν εὐθύνη ἔχει ἄλλος, αὐτοὶ ποτέ. Πῶς θὰ γινόταν νὰ διαπράξουν αὐτοὶ ἁμαρτία, ἀφοῦ κάθισαν στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀνακήρυξαν τοὺς ἑαυτοὺς τοὺς ἀλάθητους θεούς! Πρῶτα ἀνακήρυξε τὸν ἑαυτὸ του ἀλάθητο ὁ θρησκευτικός τους ἡγέτης, ὁ πάπας. Τὸ παράδειγμά του, καὶ σὲ πεῖσμα του, τὸ ἀκολούθησαν οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς Δύσεως. Ὅλοι (στὴν Δύση) ἀνακηρύχθηκαν ἀλάθητοι, καὶ αὐτοὶ ποὺ φοροῦν τὸν Σταυρὸ καὶ αὐτοὶ ποὺ φέρουν τὴν μάχαιρα.
Ὁ φιλόχριστος Ἐπίσκοπος λέγει γιὰ τήν δίκη μεταξύ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Εὐρώπης:
Ἐὰν θὰ μποροῦσε ἡ ἱστορία τῶν τριῶν τελευταίων αἰώνων - δεκάτου ὀγδόου, δέκατον ἐνάτου καὶ εἰκοστοῦ- νὰ ὀνομασθεῖ μὲ ἕνα ὀρθὸ κατάλληλο ὄνομα, τότε δὲν ὑπάρχει ὀρθότερο ἀπὸ τὴν ὀνομασία: «Πρακτικὰ τῆς δίκης μεταξύ της Εὐρώπης καὶ τοῦ Χριστοῦ». Γιατί στὰ τελευταῖα τριακόσια χρόνια δὲν ἔχει συμβεῖ τίποτε στὴν Εὐρώπη ποὺ νὰ μὴν εἶχε σχέση μὲ τὸν Χριστὸ τὸν Θεό μας. Στὴν δίκη αὐτὴ μεταξύ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Εὐρώπης, στὴν πραγματικότητα συμβαίνουν τὰ ἑξῆς:
Ὁ Χριστὸς λέγει στὴν Εὐρώπη ὅτι βαπτίσθηκε στὸ δικό Του ὄνομα καὶ πρέπει νὰ παραμείνει πιστὴ σ' Αὐτὸν καὶ στὸ Εὐαγγέλιό Του.
Σ' αὐτὸ ἀπαντᾶ ἡ ὑπόδικη Εὐρώπη:
Ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ἴσες. Μᾶς τὸ εἶπαν οἱ Γάλλοι ἐγκυκλοπαιδιστές. Καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ σὲ ἐξαναγκάσει νὰ πιστεύεις τοῦτο ἢ ἐκεῖνο.
Ἡ Εὐρώπη ἀνέχεται ὅλες τὶς θρησκεῖες ὡς δεισιδαιμονίες, ἐξαιτίας τῶν ἰμπεριαλιστικῶν της συμφερόντων, ἡ ἴδια ὅμως δὲν κρατάει καμία θρησκεία. Ὅταν πραγματοποιήσει τοὺς πολιτικοὺς σκοπούς της, τότε αὐτὴ θὰ «ξεκαθαρίσει» σύντομα τούς λογαριασμούς της μὲ ὅλες τὶς προλήψεις τοῦ λαοῦ.
Ὁ Χριστὸς ρωτᾶ μὲ λύπη:
Πῶς μπορεῖτε ἐσεῖς οἱ ἄνθρωποι νὰ ζεῖτε μόνο μὲ τὰ ἰμπεριαλιστικά, ὑλικὰ συμφέροντα, δηλαδὴ μὲ τὴν ζωώδη μόνο ἐπιθυμία γιὰ τὴν σωματικὴ τροφή; Ἐγὼ ἤθελα νὰ σᾶς κάμω Θεοὺς καὶ υἱοὺς Θεοῦ καὶ σεῖς φεύγετε καὶ ἐπιδιώκετε νὰ ἐξισωθεῖτε μὲ τὰ ὑποζύγια.
Σ' αὐτὸ ἀπαντᾶ ἢ Εὐρώπη:
Ἐσὺ εἶσαι καθυστερημένος. Στὴν θέση τοῦ Εὐαγγελίου σου βρήκαμε τὴν βιολογία καὶ τὴν ζωολογία. Τώρα γνωρίζουμε ὅτι δὲν εἴμαστε δικοί σου ἀπόγονοι καὶ τοῦ οὐρανίου πατέρα σου, ἀλλὰ ἀπόγονοι τῶν οὐραγκοτάγκων καὶ τῶν γοριλῶν, δηλαδὴ τοῦ πιθήκου. Ἐμεῖς τώρα τελειοποιούμαστε γιὰ νὰ γίνουμε θεοί. Γιατί δὲν παραδεχόμαστε ἄλλους θεοὺς ἐκτὸς ἀπὸ ἐμᾶς.
Σ' αὐτὸ ὁ Χριστὸς λέγει:
Ἐσεῖς εἶσθε περισσότερο σκληροτράχηλοι ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Ἑβραίους. Ἐγὼ σᾶς σήκωσα ἀπὸ τὸ σκοτάδι τῆς βαρβαρότητας στὸ οὐράνιο φῶς, καὶ σεῖς πηγαίνετε πάλι πίσω στὸ σκοτάδι, ὅπως τὸ βουβάλι στὴ λάσπη. Ἐγὼ ἔχυσα τὸ αἷμα μου γιὰ χάρη σας. Ἐγὼ σᾶς ἔδειξα τὴν ἀγάπη μου, ὅταν ὅλοι οἱ Ἄγγελοί μου ἀπέστρεφαν τὰ πρόσωπά τους μὴ μπορώντας νὰ ὑποφέρουν τὴν δυσωδία σας, δυσωδία τοῦ Ἅδη. Ὅταν λοιπὸν ἐσεῖς ἤσασταν σκοτάδι καὶ δυσωδία, ἤμουν ὁ μόνος ποὺ στάθηκα νὰ σᾶς καθαρίσω καὶ νὰ σᾶς φωτίσω. Νὰ μὴν εἶσθε λοιπὸν τώρα ἄπιστοι, γιατί θὰ ἐπιστρέψετε πάλι σ' ἐκεῖνον τὸν ἀνυπόφορο ζόφο καὶ τὴν δυσωδία.
Σ' αὐτὸ ἡ Εὐρώπη φωνάζει περιπαικτικά:
Φύγε ἀπό μας. Δὲν σὲ ἀναγνωρίζουμε. Ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε τὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία καὶ τὸν εὐρωπαϊκὸ πολιτισμὸ καὶ τὴν κουλτούρα, θέλουμε ἐλευθερία. Ἐμεῖς ἔχουμε τὰ πανεπιστήμια. Ἡ ἐπιστήμη εἶναι τὸ ὁδηγητικό μας ἀστέρι. Τὸ σύνθημά μας εἶναι: ἐλευθερία, ἀδελφοσύνη, ἰσότητα. Ὁ νοῦς μᾶς εἶναι ὁ θεὸς τῶν θεῶν. Ἐσὺ εἶσαι Ἀσιάτης. Ἐμεῖς σὲ ἀρνούμαστε. Ἐσὺ εἶσαι μόνο ἕνας παλαιὸς μύθος τῶν γιαγιάδων καὶ τῶν παππούδων μας.
Τότε ὁ Χριστὸς μὲ δάκρυα στὰ ματιὰ Τοῦ λέγει:
Ἰδοὺ ἐγὼ φεύγω, ἀλλὰ ἐσεῖς θὰ δεῖτε. Ἀφήσατε τὴν ὁδὸ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀκολουθήσατε τὴν σατανικὴ ὁδό. Ἡ εὐλογία καὶ ἡ εὐτυχία ἀφαιρέθηκαν ἀπό σας. Στὸ χέρι μου βρίσκεται ἡ ζωή σας, γιατί ἐγὼ σταυρώθηκα γιὰ σᾶς. Παρὰ ταῦτα δὲν θὰ σᾶς τιμωρήσω ἐγώ, ἀλλὰ οἱ ἁμαρτίες σας καὶ ἡ ἀποστασία σας ἀπὸ ἔμενα τὸν Σωτήρα σας. Ἐγὼ φανέρωσα τὴν ἀγάπη τοῦ Πατέρα μου πρὸς ὅλους τούς ἀνθρώπους καὶ ἤθελα μὲ ἀγάπη νὰ σᾶς σώσω ὅλους.
Τότε λέγει ἡ Εὐρώπη:
«Ποιὰ ἀγάπη; Ρωμαλέο καὶ ἀνδρικὸ μίσος ἐναντίον ὅλων ἐκείνων ποὺ δὲν συμφωνοῦν μέ μας, τοῦτο εἶναι τὸ πρόγραμμά μας. Ἡ ἀγάπη σου εἶναι μόνο ἕνα παραμύθι. Στὴ θέση τοῦ παραμυθιοῦ αὐτοῦ ἐμεῖς σηκώσαμε σημαία: ἐθνικισμοῦ καὶ διεθνισμοῦ, ἐτατισμοῦ [κρατισμοῦ] καὶ προοδευτισμοῦ, ἐξελιξαρχίας, ὠκεανισμοῦ καὶ κουλτουρισμού. Σὲ τοῦτο βρίσκεται ἡ σωτηρία μας. Ἐσὺ φύγε ἀπό μας».
Ἀδελφοί μου, ἡ συζήτηση τελείωσε στὶς μέρες μας. Ὁ Χριστὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν Εὐρώπη, ὅπως κάποτε ἀπὸ τὴν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, ὅταν τὸ ζήτησαν οἱ Γαδαρηνοί. Μόλις ὅμως ἔφυγε Αὐτός, ἦλθε πόλεμος, ὀργή, τρόμος καὶ φρίκη, κατάρρευση, καταστροφή. Ἐπέστρεφε στὴν Εὐρώπη ὁ προχριστιανικὸς βαρβαρισμός, ἐκεῖνος τῶν Ἀβάρων, τῶν Οὕννων, τῶν Λογγοβαρδῶν, τῶν Ἀφρικανῶν, μόνον ὅτι τώρα ἦταν ἑκατὸ φορὲς φρικωδέστερος. Ὁ Χριστὸς πῆρε τὸ Σταυρό Του καὶ τὴν εὐλογία Του καὶ ἀπομακρύνθηκε. Ἔμεινε ζόφος καὶ δυσωδία. Καὶ σεῖς τώρα ἀποφασίστε μὲ ποιὸν θὰ πάτε, ποιὸν θὰ ἀκολουθήσετε: τὴν σκοτεινὴ καὶ δυσώδη Εὐρώπη ἢ τὸν Χριστό;
Ὁ ἰσαπόστολος εὐαγγελιστὴς λέγει γιὰ τὴν «Λευκὴ Δαιμονία», δηλαδὴ γιὰ τὴν Εὐρώπη:
Τί νομίζετε ἐσεῖς γιὰ τὴν Εὐρώπη; Ἡ Ἀφρικὴ καὶ ἡ Ἀσία ὀνομάζουν τοὺς Εὐρωπαίους, «λευκοὺς δαίμονες». Ἑπομένως, θὰ μποροῦσαν νὰ ὀνομάσουν τὴν Εὐρώπη «Λευκὴ Δαιμονία», θὰ τὴν ὀνόμαζαν «Λευκή», ἀπὸ τὸ χρῶμα τοῦ δέρματος, καὶ «Δαιμονία» ἀπὸ τὴν μαυρίλα τῆς ψυχῆς της. Διότι ἡ Εὐρώπη ἀρνήθηκε τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεὸ καὶ δέχθηκε τὸν θρόνο καὶ τὴν στάση τῶν Ρωμαίων καισάρων. Καὶ ὅπως ἔκαναν οἱ Ρωμαῖοι καίσαρες πρὶν ἀπὸ τὴν καταστροφὴ τῆς Ρώμης, ἔτσι καὶ αὐτὴ διακήρυξε πρὸς ὅλους τους λαοὺς τῆς γὴς ὅτι ὁ καθένας μπορεῖ νὰ προσκυνεῖ τοὺς Θεοὺς του ὅπως ξέρει καὶ γνωρίζει, ἡ Εὐρώπη θὰ τὸ ἀνέχεται τοῦτο, αὐτοὶ ὅμως ἔχουν τὸ χρέος νὰ τὴν προσκυνοῦν ὡς ὕψιστη θεότητα, εἴτε ὑπὸ τὸ ὄνομα Εὐρώπη εἴτε ὑπὸ τὸ ὄνομα Πολιτισμός.
Ἔτσι, ἀδελφοί μου, ἐμφανίστηκε σὰν βρυκόλακας στὶς μέρες μας, ἡ σατανικὴ Ρώμη, ἐκείνη ἡ Ρώμη πρὶν ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο, ποὺ καταδίωκε μὲ φωτιὰ καὶ μαχαίρι τοὺς Χριστιανοὺς καὶ ἐμπόδιζε τὸν Χριστὸ [τὸν Χριστιανισμὸ] νὰ εἰσέλθει στὴν Εὐρώπη. Μόνο ποὺ ἡ Λευκὴ Δαιμονία ἔχει πέσει σὲ βαρύτερη ἀσθένεια ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ρώμη. Διότι, ἐὰν ἡ εἰδωλολατρικὴ Ρώμη, βασανιζόταν ἀπὸ ἕνα δαίμονα, ἡ Λευκὴ Δαιμονία βασανίζεται ἀπὸ ἑπτὰ πονηρὰ πνεύματα, χειρότερα ἀπὸ ἐκεῖνο τὸν δαίμονα τῆς Ρώμης. Ἰδού, λοιπόν, ἡ νέα εἰδωλολατρικὴ Ρώμη, ἰδοὺ νέο μαρτύριο γιὰ τὸν Χριστιανισμό. Νὰ εἶστε ἕτοιμοι γιὰ μαρτύριο γιὰ τὸν Χριστὸ ἐκ μέρους τῆς Λευκῆς Δαιμονίας.
Ἡ νέα εἰδωλολατρικὴ Εὐρώπη δὲν καυχᾶται γιὰ καμία θεότητα ποὺ βρίσκεται πάνω ἀπὸ τὸν ἑαυτό της. Αὐτὴ καυχᾶται μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό της, γιὰ τὴν σοφία της, γιὰ τὸν πλοῦτο της, γιὰ τὴν δύναμή της. Φουσκωμένο μπαλόνι εἶναι σχεδὸν ἕτοιμο νὰ ἐκραγεῖ, δίνοντας ἀφορμὴ γιὰ γέλιο στὴν Ἀφρικὴ καὶ τὴν Ἀσία ὥριμος ὄγκος ἕτοιμος νὰ ἀνοίξει, νὰ γεμίσει τὸ σύμπαν μὲ τὴν δυσωδία του. Αὔτη εἶναι ἡ σημερινὴ ἀντιχριστιανικὴ Εὐρώπη, ἡ Λευκὴ Δαιμονία.
Ἡ Εὐρώπη ζεῖ στὸ φαῦλο κύκλο τῶν ἐφευρέσεων. Ὅποιος παρουσιαστεῖ μὲ νέα ἐφεύρεση ἀνακηρύσσεται μεγαλοφυΐα. Ὅποιος πάλι περιγράφει τὶς ἐφευρέσεις τῶν ἄλλων, ἀνακηρύσσεται διδάκτωρ ἐπιστημῶν. Οἱ ἐφευρέσεις τῆς Εὐρώπης εἶναι πολυάριθμες, σχεδὸν ἀναρίθμητες. Καμία ὅμως ἀπὸ τὶς ἐφευρέσεις αὐτὲς δὲν κάνει τὸν ἄνθρωπο καλύτερο, τιμιότερο καὶ περισσότερο φωτισμένο. Ἡ Εὐρώπη στὰ τελευταῖα χίλια χρόνια δὲν ἔχει ἐμφανισθεῖ οὔτε καν μία φορὰ μὲ μία καὶ μοναδικὴ ἐφεύρεση στὸν πνευματικὸ καὶ ἠθικὸ τομέα, ἀλλὰ ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο στὸν ὑλικὸ τομέα. Οἱ ἐφευρέσεις τῆς Εὐρώπης ὁδήγησαν τὴν ἀνθρωπότητα στὸ χεῖλος τῆς καταστροφῆς. Τὴν ὁδήγησαν στὸ ἄνευ προηγουμένου -στὴν ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ - πνευματικὸ σκοτάδι καὶ τὴν τρομακτικὴ βαθμιαία καταστροφή. Διότι ἡ Εὐρώπη ὅλες τὶς ἐφευρέσεις της, δὲν γνωρίζουμε ἂν ἀπὸ δική της ἐχθρικὴ (κακὴ) διάθεση ἢ ἀπὸ ἐπιρροὴ τῶν Ἑβραίων, τὶς ἔχει στρέψει ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν ἐφευρέθηκε τὸ τηλεσκόπιο γιὰ τὴν παρατήρηση τῶν μακρινῶν ἀστέρων, οἱ Εὐρωπαῖοι ἐπιστήμονες τὸ ἑρμήνευσαν εἰς βάρος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν ἐφευρέθηκε τὸ μικροσκόπιο, πάλι σαρκασμὸς καὶ χλευασμὸς γιὰ τὸν Χριστό.
Ὅταν ἐφευρέθηκε τὸ τραῖνο, ἡ ἀτμομηχανή, ἡ τηλεγραφία καὶ τὸ τηλέφωνο, ὅλος ὁ ἀέρας ἀντηχοῦσε ἀπὸ τὴν εὐρωπαϊκὴ αὐτοκαύχηση εἰς βάρος τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ Του.
Ὅταν εἶχαν ἐπινοήσει οἱ ἄνθρωποι μηχανὲς γιὰ τὸ ταξίδι στὶς θάλασσες, γιὰ τὸ πέταγμα στὸν ἀέρα, γιὰ τὴ συνομιλία ἀπὸ μεγάλες ἀποστάσεις, τότε φάνηκε ὁ Χριστὸς στὴν Εὐρώπη ὅτι εἶναι τόσο ἄχρηστος καὶ καθυστερημένος, ὅσο καὶ οἱ αἰγυπτιακὲς μούμιες. Ὅλες ὅμως τὶς ἐφευρέσεις της στὸ διάστημα τῶν τελευταίων διακοσίων ἐτῶν, ἡ Εὐρώπη τὶς ἔχει χρησιμοποιήσει γιὰ τὴν αὐτοκτονία της στοὺς παγκοσμίους πολέμους, γιὰ τὸ ἔγκλημα, γιὰ τὸ μίσος, γιὰ τὸ γκρέμισμα, γιὰ τὴν ἀπάτη, γιὰ τὸν ἐκβιασμό, γιὰ τὴν βεβήλωση τῶν ἱερῶν καὶ ὁσίων τῶν λαῶν, γιὰ τὸ ψέμα, τὶς ἀτιμίες, τὶς ἀκολασίες καὶ τὴν ἀθεΐα σ' ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα, ἡ Εὐρώπη κανέναν ἄλλο δὲν ἐξαπάτησε, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἑαυτό της. Οἱ μὴ χριστιανικοὶ λαοὶ ἔχουν καταλάβει τί ἐστὶν Εὐρώπη, τί προσφέρει καὶ τί θέλει, γιὰ τοῦτο καὶ τὴν ὀνόμασαν «Λευκὴ Δαιμονία».
Ἄκουσε τί λέγει ὁ προφητάναξ Δαβίδ: «Οὗτοι ἐν ἄρμασι καὶ οὗτοι ἐν ἴπποις, ἠμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ ἠμῶν μεγαλυνθησόμεθα» (Ψάλμ. 19, 8). Οἱ καυχησιολόγοι ἐκεῖνοι θὰ νυστάξουν στὰ προσκέφαλα τῆς ψεύτικης δόξας τους καὶ ἐμεῖς θὰ ἀφυπνισθοῦμε καὶ θὰ ἐπανέλθουμε στὴν προηγούμενη καλή μας κατάσταση. Ὁ δὲ ἀπόστολος Παῦλος φωνάζει ἀκόμη πιὸ δυνατά: Ἄνθρωπε, «τί ἔχεις ὁ οὐκ ἔλαβες; εἰ δὲ καὶ ἔλαβες τί καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβῶν;» (Ἃ' Κόρ. 4, 7). Γνώριζε ὅτι ὅλες οἱ ἐφευρέσεις βρέθηκαν στὸ κτῆμα τοῦ Θεοῦ, ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν τοῦ Θεοῦ, καὶ μάθε τὴν τροπὴ καὶ τὴν τιμιότητα!
(Πηγὴ κειμένων: «ΠΗΓΗ ΖΩΗΣ»)
Τὸ παρακάτω ἄρθρο ἐκτὸς ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι προκαλεῖ πονοκέφαλο σὲ πολλοὺς «Θεολόγους καθηγητὲς» πανεπιστημίου (καὶ ὄχι μόνο), ἐξηγεῖ καὶ ἀποκαλύπτει ἀφ΄ἑνὸς τὸ ὅτι ὁ οἰκουμενισμὸς δὲν συμβαδίζει μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ ἀφ΄ἑτέρου τὴν κατάντια καὶ τὴν πνευματικὴ φτώχεια τῆς σημερινῆς Εὐρώπης.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ πατρὸς Ἰουστίνου Πόποβιτς (+1979) «Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ», σέλ. 224-255, Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Ἀρχαγγέλων Τσέλιε, Βάλιεβο, Σερβία. Στὸ κείμενο ἔγινε γραμματικὴ καὶ γλωσσικὴ ἁπλοποίηση.
Ὁ φημισμένος γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του καὶ γιὰ τὴν βαθύνοια τῆς σκέψεώς του σύγχρονός μας Γέροντας Ἰουστίνος Πόποβιτς, Σέρβος κληρικὸς καὶ καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Βελιγραδίου, κοιμήθη τὸ 1979 ἐξόριστος στὴν γυναικεία Ι. Μονὴ Ἀρχαγγέλων Τσέλιε Σερβίας, τῆς ὁποίας ἦταν Πνευματικός, διωκόμενος ἀπὸ τὸ ἀθεϊστικὸ καθεστὼς τῆς χώρας του. Ὁ λόγος του, ἀκραιφνῶς Ὀρθόδοξος, βαθιὰ θεολογικὸς καὶ φιλοσοφικός, ἀποδείχθηκε πολλὲς φορὲς προφητικὸς καὶ ἀποκαλυπτικός. Συνέλαβε τὴν οὐσία τοῦ δράματος τοῦ ἀποστατημένου ἀνθρώπου καὶ ὑπέδειξε μὲ πειστικότητα τὴν λύση τοῦ δράματος αὐτοῦ, ποὺ συνίσταται στὴν ἐπιστροφή του πρὸς τὴν ἀλήθεια τῆς Θεανθρώπινης κοινωνίας τῆς Ὀρθόδοξης Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Κεντρικὴ ἰδέα του εἶναι ὅτι κάθε...
οὐμανισμὸς (εὐρωπαϊκὸς ἀνθρωπισμὸς) εἶναι μία μάταιη προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν λύση τοῦ δράματός του. Στὰ χρόνιά μας ἐπρόκειτο νὰ ἐπαληθευτοῦν μὲ τραγικὸ τρόπο τὰ λόγια, οἱ ἀγωνιώδεις ἐκκλήσεις καὶ προειδοποιήσεις του πρὸς τοὺς συμπατριῶτες του. Ὁ κοφτερὸς λόγος τοῦ ἀναφορικὰ μὲ τὴν κίνηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ (κοινοῦ ὀνόματος τῶν ψευδοχριστιανισμῶν τῆς Εὐρώπης, ὅπως εὔστοχα σημειώνει), ποὺ ἐπιδιώκει τὴν ἀνάρμοστη ἕνωση θρησκευτικῶν δογμάτων καὶ θρησκειῶν, εἶναι πολὺ χρήσιμος στὸ νὰ μᾶς ἐφοδιάσει μὲ Ὀρθόδοξα κριτήρια ἑρμηνείας τῶν οἰκουμενιστικῶν (διαχριστιανικῶν καὶ διαθρησκειακῶν) προκλήσεων τῶν ἡμερῶν μας.
Ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι κοινὸν ὄνομα διὰ τοὺς ψευδοχριστιανισμούς, διὰ τὰς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδία ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὐμανισμῶν (ἀνθρωπισμῶν), μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Παπισμόν. Ὅλοι δὲ αὐτοὶ οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὄλαι οἱ ψευδοεκκλησίαι, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τὴν ἄλλην αἵρεσιν. Τὸ κοινὸν εὐαγγελικὸ ὄνομα των εἶναι ἡ παναίρεσις. Διατί; Διότι στὸ διάστημα τῆς ἱστορίας οἱ διάφορες αἱρέσεις ἠρνοῦντο ἢ παραμορφώνουν ἰδιώματα τινὰ τοῦ Θεανθρώπου καὶ Κυρίου Ἰησοῦ, οἱ δὲ εὐρωπαϊκὲς αὐτὲς αἱρέσεις ἀπομακρύνουν ὁλόκληρο τὸν Θεάνθρωπο καὶ στὴν θέση του τοποθετοῦν τὸν Εὐρωπαῖον ἄνθρωπον. Ἐδῶ δὲν ὑπάρχει οὐσιαστικὴ διαφορὰ μεταξύ τοῦ Παπισμοῦ, Προτεσταντισμοῦ, Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἄλλων αἱρέσεων, ὧν τὸ ὄνομα «λεγεών».
Τὸ ὀρθόδοξο δόγμα, μᾶλλον τὸ πανδόγμα περὶ τῆς Ἐκκλησίας, ἀπερρίφθη καὶ ἀντικατεστάθη διὰ τοῦ λατινικοῦ αἱρετικοῦ παν-δόγματος περὶ τοῦ πρωτείου καὶ τοῦ ἀλαθήτου τοῦ πάπα, δηλαδὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐξ αὐτῆς δε τῆς παναιρέσεως γεννήθηκαν καὶ γεννῶνται συνεχῶς ἄλλες αἱρέσεις: τὸ Filioque, ἡ ἀποβολὴ τῆς Ἐπικλήσεως, τὰ ἄζυμα, ἡ εἰσαγωγὴ τῆς κτιστῆς χάριτος, τὸ καθαρτήριον πῦρ, τὸ θησαυροφυλάκιο τῶν περισσῶν ἔργων, ἡ μηχανοποιημένη διδασκαλία περὶ τῆς σωτηρίας καὶ ὡς ἐκ τούτου μηχανοποιημένη διδασκαλία περὶ τῆς ζωῆς, ὁ παποκαισαρισμός, ἡ Ἱερὰ Ἐξέτασις, τὰ συγχωροχάρτια, ὁ φόνος τοῦ ἁμαρτωλοῦ διὰ τὴν ἁμαρτία, ὁ ἰησουϊτισμός, ἡ σχολαστική, ἡ καζουϊστική, ὁ μοναρχισμός, ὁ κοινωνικὸς ἀτομικισμὸς διαφόρων εἰδῶν...
Ὁ Προτεσταντισμός; Εἶναι τὸ πλέον πιστὸ τέκνο τοῦ Παπισμοῦ, τὸ ὁποῖον διὰ τῆς ὀρθολογιστικῆς σχολαστικῆς του πίπτει διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἀπὸ τὴν μίαν αἵρεσιν στὴν ἄλλην αἵρεσιν καὶ πνίγεται συνεχῶς στὰ διάφορα δηλητήρια τῶν αἱρετικῶν πλανῶν του. Πρὸς τούτοις, ἡ παπιστικὴ ὑψηλοφροσύνη καὶ ἡ «ἀλάθητος» ἀφροσύνη βασιλεύει ἀπολυταρχικὸς καὶ ἐρημώνει τὰς ψυχᾶς τῶν πιστῶν του. Κατ' ἀρχὴν ἕκαστος Προτεστάντης εἶναι ἕνας ἀνεξάρτητος πάπας εἰς ὅλα τὰ ζητήματα τῆς πίστεως. Τοῦτο δε πάντοτε ὁδηγεῖ ἀπὸ τὸν ἕνα πνευματικὸν θάνατον στὸν ἄλλον΄ τέλος αὐτοῦ τοῦ «ἀποθνήσκειν» δὲν ὑπάρχει, καθ' ὅτι ὁ ἀριθμὸς τῶν πνευματικῶν θανάτων τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀναρίθμητος.
Ἀφοῦ οὕτως ἔχουν τὰ πράγματα, τότε διὰ τὸν παπιστικὸν-προτεσταντικὸν Οἰκουμενισμὸν μὲ τὴν ψευδοεκκλησίαν του καὶ τὸν ψευδοχριστιανισμό του δὲν ὑπάρχει διέξοδος ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδόν του, ἄνευ ὁλοψύχου μετανοίας ἐνώπιον τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας Του. Ἡ μετάνοια εἶναι τὸ φάρμακο δι' ἑκάστην ἁμαρτίαν, φάρμακο δοθὲν στὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸν μόνον Φιλάνθρωπο.
Ἄνευ τῆς μετανοίας καὶ εἰσδοχῆς στὴν Ἀληθινὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀφύσικο καὶ ἀδιανόητο νὰ ὁμιλῆ τις περὶ τῆς ἑνώσεως «τῶν Ἐκκλησιῶν», περὶ τοῦ διαλόγου τῆς ἀγάπης, περὶ τῆς intercommunio (δήλ. διακοινωνίας). Τὸ σπουδαιότερο ὅλων εἶναι νὰ γίνη τὶς «σύσσωμος» τὸ Θεανθρωπίνου σώματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καὶ διὰ τούτου κοινωνὸς τῆς ψυχῆς τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Ἅγιου Πνεύματος, καὶ κληρονόμος ὅλων τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν τοῦ Θεανθρώπου.
1. Ὁ σύγχρονος «διάλογος τῆς ἀγάπης», ὁ ὁποῖος τελεῖται ὑπὸ τὴν μορφὴ γυμνοῦ συναισθηματισμοῦ, εἶναι στὴν πραγματικότητα ὀλιγόπιστη ἄρνηση τοῦ σωτηριώδους ἁγιασμοῦ τοῦ Πνεύματος καὶ τῆς πίστεως τῆς Ἀλήθειας (Β' Θέσ. 2, 13), δηλαδὴ τῆς μοναδικῆς σωτηριώδους «ἀγάπης τῆς ἀληθείας» (Β' Θέσ. 2, 10). Ἡ οὐσία τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ ἀλήθεια΄ ἡ ἀγάπη ζεῖ καὶ ὑπάρχει ἀληθεύουσα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ καρδιὰ κάθε θεανθρώπινης ἀρετῆς, ἑπομένως καὶ τῆς ἀγάπης. Καὶ κάθε μία ἀπὸ αὐτὲς κηρύττει καὶ εὐαγγελίζεται τὸν Θεάνθρωπο Κύριο Ἰησοῦ ὡς τὸν μόνο ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ σάρκωση καὶ ἡ εἰκόνα τῆς Θείας Ἀλήθειας, δηλαδὴ τῆς Παναλήθειας. Ἐὰν τυχὸν ὑπῆρχε περίπτωση νὰ εἶναι ἡ ἀλήθεια ὁτιδήποτε ἄλλο καὶ ὄχι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, τότε αὐτὴ θὰ ἦταν μικρή, ἀνεπαρκής, πεπερασμένη, θνητή. Τέτοια θὰ ἦταν ἡ ἀλήθεια, ἐὰν ἦταν νόημα, ἰδέα, θεωρία, νοῦς, ἐπιστήμη, φιλοσοφία, κουλτούρα, ὁ ἄνθρωπος, ἡ ἀνθρωπότητα, ὁ κόσμος ἢ ὅλοι οἱ κόσμοι, ἢ ὁποιοσδήποτε ἢ ὁτιδήποτε ἢ ὅλα αὐτὰ μαζί. Ἡ ἀλήθεια ὅμως εἶναι Πρόσωπο καὶ μάλιστα τὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, τοῦ δεύτερου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ ὡς ἐκ τούτου εἶναι ἀθάνατη καὶ μὴ πεπερασμένη, αἰώνια. Διότι στὸν Κύριο Ἰησοῦ ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ζωὴ εἶναι ὁμοούσιες: ἡ Ἀλήθεια ἡ αἰώνια καὶ ἡ Ζωὴ ἡ αἰώνια (πρβλ. Ἰω. 14, 6' 1, 4.17). Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πιστεύει στὸν Κύριο Ἰησοῦ αὐξάνει ἀκαταπαύστως διὰ τῆς Ἀληθείας Του στὶς θεῖες τῆς ἀπεραντοσύνες. Αὐξάνει μὲ ὅλο τὸ εἶναι του, μὲ ὅλη τὴν διάνοιά του, μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ καὶ τὴν ψυχή του. Ἐν Χριστῷ οἱ ἄνθρωποι ζοῦμε «ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπη», διότι μόνον ἔτσι μποροῦμε νὰ «αὐξήσωμεν εἰς Αὐτὸν τὰ πάντα, ὃς ἐστὶν ἡ κεφαλή, ὁ Χριστὸς» (Ἔφ. 4, 15). Αὐτὸ πραγματοποιεῖται πάντοτε «σὺν πάσι τοῖς ἁγίοις» (Ἔφ. 3, 18), πάντοτε μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ διὰ τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἀλλιῶς δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ αὐξάνει σ' Ἐκεῖνον, «ὃς ἐστὶν ἡ κεφαλὴ» τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ στὸν Χριστόν.
Ἂς μὴν ἀπατοῦμε τὸν ἑαυτό μας. Ὑπάρχει καὶ ὁ «διάλογος τοῦ ψεύδους», ὅταν οἱ διαλεγόμενοι συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα ψεύδονται ὁ ἕνας στὸν ἄλλο. Τέτοιος διάλογος εἶναι οἰκεῖος στὸν «πατέρα τοῦ ψεύδους», τὸν διάβολο, «ὅτι ψεύστης ἐστι καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ» (Ἰω. 8, 44). Οἰκεῖος εἶναι καὶ σ' ὅλους τούς ἑκούσιους ἢ ἀκούσιους συνεργάτες του, ὅταν αὐτοὶ θελήσουν νὰ πραγματοποιήσουν τὸ «καλό» τους διὰ τοῦ κακοῦ, νὰ φθάσουν στὴν «ἀλήθειά» τους μὲ τὴν βοήθεια τοῦ ψεύδους. Δὲν ὑπάρχει «διάλογος τῆς ἀγάπης» χωρὶς τὸν διάλογο τῆς ἀλήθειας. Διαφορετικὰ τέτοιος διάλογος εἶναι ἀφύσικος καὶ ψευδής. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου ζητεῖ νὰ εἶναι «ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτος» (Ρώμ. 12, 9).
Ὁ αἱρετικὸ-οὐμανιστικὸς χωρισμὸς καὶ ἡ διαίρεση τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀλήθειας εἶναι σημάδι ἐλλείψεως τῆς θεανθρώπινης πίστεως καὶ τῆς ἀπολεσθείσης πνευματικῆς θεανθρώπινης ἰσορροπίας καὶ ὀρθοφροσύνης. Ἐν πάση περιπτώσει τοῦτο δὲν ἦταν ποτὲ οὔτε εἶναι ἡ ὁδὸς τῶν Πατέρων. Μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι, ριζωμένοι καὶ θεμελιωμένοι «σὺν πάσι τοῖς ἁγίοις» στὴν ἀλήθεια καὶ στὴν ἀγάπη, ἔχουν καὶ ἀναγγέλλουν, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν Ἀποστόλων μέχρι σήμερα, αὐτὴν τὴν θεανθρώπινη σωτηριώδη ἀγάπη πρὸς τὸν κόσμο καὶ πρὸς ὅλα τὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ. Ὁ γυμνὸς ἠθικιστικὸς μινιμαλισμὸς [=μειωμένη χριστιανικὴ ἠθικὴ] καὶ ὁ ἀνθρωπιστικὸς εἰρηνισμὸς τοῦ σύγχρονου Οἰκουμενισμοῦ πράττουν μόνο ἕνα πράγμα: φέρνουν στὸ φῶς τὶς φυματικὲς οὐμανιστικὲς ρίζες τους, δηλαδὴ τὴν ἀρρωστημένη φιλοσοφία τους καὶ τὴν ἀνθρώπινη, «κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων» (Κόλ. 2, 8), ἀνίσχυρη ἠθική τους. Φανερώνουν ἐπὶ πλέον τὴν κρίση τῆς ἀνθρωπιστικῆς πίστεώς τους στὴν ἀλήθεια καὶ τὴν δοκητιστικὴ [=μὴ πραγματικὴ ἀντίληψη] ἀναισθησία τους γιὰ τὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ γιὰ τὴν ἀποστολικὴ καὶ καθολικὴ συνέχειά της, στὴν ἀλήθεια καὶ στὴν χάρη. Ἐνῶ ὁ ἀποστολικὸς ἁγιοπατερικὸς θεονοῦς καὶ ἡ ὀρθοφροσύνη εὐαγγελίζονται μὲ τὸ στόμα τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ τὴν ἑξῆς ἀλήθεια τῆς πίστεως: «Ἡ πίστη εἶναι ἡ βάση τῶν ἀρετῶν ποὺ ἀκολουθοῦν, ἐννοῶ τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς ἀγάπης, θέτοντας ἔτσι σὰν βάση τὴν ἀλήθεια μὲ τρόπο ἀσφαλῆ» (Ρ.G. 90, c. 1189Α).
Δὲν ὑπάρχει καμία ἀμφιβολία ὅτι τὸ ἁγιοπατερικὸ μέτρο τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀνθρώπους καὶ τῆς σχέσεως πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ποὺ κληρονομήθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους, ἔχει oλοτελῶς θεανθρώπινο χαρακτήρα. Τοῦτο ἐκφράζουν θεοπνεύστως οἱ ἑξῆς λόγοι τοῦ ἴδιου Ἁγίου: «Καὶ δὲν τὰ γράφω αὐτά, μὴ γένοιτο, ἐπειδὴ θέλω νὰ θλίβονται οἱ αἱρετικοί, οὔτε νοιώθοντας χαρὰ γιὰ τὴν κακοποίησή τους, ἀλλὰ περισσότερο γιατί χαίρομαι καὶ ἀγάλλομαι μαζί τους γιὰ τὴν ἐπιστροφή τους. Γιατί τί εἶναι πιὸ εὐχάριστο γιὰ τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὸ νὰ βλέπουν τὰ διασκορπισμένα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ νὰ μαζεύονται ὅλα μαζί; Οὔτε τὰ γράφω αὐτὰ παρακινώντας σας νὰ δείξετε τὴ σκληρότητα τοῦ Φιλάνθρωπου. Ὄχι τέτοια μανία! Ἀλλὰ τὰ γράφω αὐτὰ γιὰ νὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ ἐκτελεῖτε καὶ νὰ ἐφαρμόζετε, μὲ προσοχὴ καὶ μετὰ ἀπὸ ἐξέταση, τὰ καλὰ σὲ ὅλους τούς ἀνθρώπους καὶ νὰ γίνεσθε τὰ πάντα σὲ ὅλους, ἀνάλογα μὲ τὸ τί χρειάζεται καθένας τους ἀπὸ ἐσᾶς. Καὶ θέλω καὶ εὔχομαι νὰ εἶστε ἀπόλυτα σκληροὶ καὶ ἀμείλικτοι μόνο στὸ νὰ μὴ συμπράξετε μὲ τοὺς αἱρετικοὺς στὴν σύσταση καὶ συγκρότηση τῆς φρενοβλαβοῦς (αἱρετικῆς) δοξασίας τους. Καὶ τοῦτο διότι ἐγὼ ὁρίζω ὡς μισανθρωπία καὶ ὡς χωρισμὸ ἀπὸ τὴν θεία ἀγάπη τὴν προσπάθεια ἐνισχύσεως τῆς πλάνης (τῆς αἱρέσεως), ποὺ ἔχει ὡς συνέπεια τὴν ἀκόμη μεγαλύτερη φθορὰ ἐκείνων ποὺ ἔχουν ἤδη πέσει σ' αὐτὴν» (Ρ.G. 91, c. 465C).
2. Ἡ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ποὺ διατυπώθηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες, ἀπὸ τὶς ἁγίες Συνόδους, γύρω ἀπὸ τὸ θέμα τῶν αἱρετικῶν εἶναι ἡ ἑξῆς: οἱ αἱρέσεις δὲν εἶναι Ἐκκλησία, οὔτε μποροῦν νὰ εἶναι Ἐκκλησία. Γι' αὐτὸ δὲν μποροῦν οἱ αἱρέσεις νὰ ἔχουν τὰ ἁγία Μυστήρια, ἰδιαίτερα τὸ Μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας, αὐτὸ τὸ Μυστήριο τῶν Μυστηρίων. Γιατί ἀκριβῶς ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι τὸ πᾶν καὶ τὰ πάντα στὴν Ἐκκλησία: δηλαδὴ εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς καὶ ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία καὶ γενικὰ κάθε τι ποὺ ἀνήκει στὸν Θεάνθρωπο.
Η «intercommunio», δηλαδὴ ἡ διακοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς στὰ ἅγια Μυστήρια, ἰδιαιτέρως στὴν θεία Εὐχαριστία, εἶναι ἡ πλέον ἀναίσχυντη προδοσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ προδοσία τοῦ Ἰούδα. Πρόκειται μάλιστα περὶ προδοσίας ὁλόκληρής της Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεανθρώπου, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀποστολικῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἁγιοπατερικῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἁγιοπαραδοσιακῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Μίας καὶ μοναδικῆς. Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ σταματήσει κάποιος τὸν χριστοποιημένο νοῦ του καὶ τὴν συνείδηση μπροστὰ σὲ μερικὰ ἅγια γεγονότα, ἅγια μηνύματα καὶ ἅγιες ἐντολές.
Πρῶτον, πρέπει νὰ διερωτηθοῦμε σὲ ποιὰ ἐκκλησιολογία καὶ σὲ ποιὰ θεολογία μὲ θέμα τὴν Ἐκκλησία θεμελιώνεται ἡ λεγόμενη «intercommunio»; Γιατί ὁλόκληρη ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία τῆς Ἐκκλησίας γύρω ἀπὸ τὸ θέμα τῆς Ἐκκλησίας βασίζεται καὶ θεμελιώνεται ὄχι στὴν inter-communio (διὰ-κοινωνία), ἀλλὰ στὴ θεανθρώπινη πραγματικότητα τῆς communio δηλαδὴ στὴν Θεανθρώπινη Κοινωνία (πρβλ. Ἃ΄ Κόρ. 1, 9. 10, 16-17. Β΄ Κόρ. 13, 13. Ἑβρ. 2, 14. 3, 14. Ἃ΄ Ἰω. 1, 3), ἐνῶ ἡ ἔννοια inter-communio, δια-κοινωνία, εἶναι καθ' ἑαυτὴν ἀντιφατικὴ καὶ ὁλότελα ἀδιανόητη γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη καθολικὴ συνείδηση.
Τὸ δεύτερο γεγονός, καὶ μάλιστα ἱερὸ γεγονὸς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, εἶναι τὸ ἑξῆς: Στὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία γιὰ τὸ θέμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἁγίων Μυστηρίων, τὸ μόνο καὶ τὸ μοναδικὸ μυστήριο εἶναι ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία, τὸ Σῶμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, οὕτως ὥστε αὐτὴ νὰ εἶναι καὶ ἡ μόνη πηγὴ καὶ τὸ περιεχόμενο ὅλων τῶν θείων Μυστηρίων. Ἔξω ἀπὸ αὐτὸ τὸ θεανθρώπινο καὶ παμπεριεκτικὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, τὸ Παν-μυστήριο, δὲν ὑπάρχουν οὔτε μποροῦν νὰ ὑπάρχουν «μυστήρια»΄ ἑπομένως, καὶ οὐδεμία «δια-κοινωνία» (inter-communio) ὑπάρχει στὰ Μυστήρια. Ὡς ἐκ τούτου μόνο μέσα στὴν Ἐκκλησία, στὸ μοναδικὸ τοῦτο Παμμυστήριο τοῦ Χριστοῦ, μπορεῖ νὰ γίνει λόγος γιὰ τὰ Μυστήρια. Γιατί ἡ Ἐκκλησία ἡ Ὀρθόδοξη, καθὼς εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ πηγὴ καὶ τὸ κριτήριο τῶν Μυστηρίων καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο. Τὰ Μυστήρια δὲν μποροῦν νὰ ἀναβιβάζονται πάνω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, οὔτε νὰ θεωροῦνται ἔξω ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἕνεκα τούτου, σύμφωνα μὲ τὸ φρόνημα τῆς Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ σύμφωνα μὲ ὁλόκληρη τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν παραδέχεται τὴν ὕπαρξη ἄλλων μυστηρίων ἔξω ἀπ' αὐτήν, οὔτε τὰ θεωρεῖ ὡς μυστήρια, μέχρις ὅτου προσέλθει κάποιος μὲ μετάνοια ἀπὸ τὴν αἱρετικὴ «ἐκκλησία», δηλαδὴ ψευδοεκκλησία, στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Μέχρι τότε ποὺ μένει κάποιος ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, χωρὶς νὰ ἔχει ἐνωθεῖ μαζί της διὰ τῆς μετανοίας, μέχρι τότε αὐτὸς εἶναι γιὰ τὴν Ἐκκλησία αἱρετικὸς καὶ ἀναπόφευκτα βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴ σωτηριώδη Κοινωνία = communio. Γιατί «τὶς μετοχὴ δικαιοσύνη καὶ ἀνομία; τὶς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος;» (Β' Κόρ. 6, 14).
Ὁ πρωτοκορυφαῖος Ἀπόστολος, μὲ τὴν ἐξουσία ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο, δίνει ἐντολή: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοὺ» (Τίτ. 3, 10). Ἐκεῖνος, λοιπόν, ὁ ὁποῖος, ὄχι μόνο δὲν παραιτεῖται ἀπὸ τὸν «αἱρετικὸν ἄνθρωπον» ἀλλὰ δίνει σ' αὐτὸν καὶ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο τὴν θεία Εὐχαριστία, αὐτὸς βρίσκεται στὴν ἀποστολικὴ καὶ θεανθρώπινη ἁγία πίστη; Ἐπὶ πλέον ὁ ἀγαπημένος Μαθητὴς τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, Ἀπόστολος τῆς ἀγάπης, δίνει ἐντολή: ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δὲν πιστεύει στὴ σάρκωση τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν παραδέχεται τὴν εὐαγγελικὴ γι' Αὐτὸν διδασκαλία ὡς Θεανθρώπου «μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν» (Β' Ἰω. 1, 10).
Ὁ Κανόνας ΜΕ' τῶν ἁγίων Ἀποστόλων βροντοφωνεῖ: «Ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος, αἱρετικοῖς συνευξάμενος μόνον, ἀφοριζέσθω΄ εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς κληρικοῖς ἐνεργῆσαι τι, καθαιρείσθω» (Πρβλ. Κανόνα ΛΓ' τῆς ἐν Λαοδικεία Συνόδου). Ἡ ἐντολὴ αὐτὴ εἶναι σαφής, ἀκόμη καὶ γιὰ τὴ συνείδηση τοῦ κουνουπιοῦ. Δὲν εἶναι ἔτσι;
Ὁ Κανόνας ΞΔ' τῶν ἁγίων Ἀποστόλων διατάζει: «Εἰ τὶς κληρικός, ἢ λαϊκός, εἰσέλθη εἰς συναγωγὴν Ἰουδαίων, ἢ αἱρετικῶν, προσεύξασθαι, καὶ καθαιρείσθω, καὶ ἀφοριζέσθω». Καὶ τοῦτο εἶναι σαφέστατο καὶ γιὰ τὴν πλέον πρωτόγονη συνείδηση.
Ὁ Κανόνας Μς' τῶν ἁγίων Ἀποστόλων:«Ἐπίσκοπον ἢ πρεσβύτερον αἱρετικῶν δεξαμένους βάπτισμα ἢ θυσίαν καθαιρεῖσθαι προστάττομεν. Τὶς γὰρ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαρ; ἢ τὶς μερὶς πιστῶ μετὰ ἀπίστου;». Εἶναι ὀφθαλμοφανὲς καὶ γιὰ τοὺς ἀόμματους ὅτι ἡ ἐντολὴ αὐτὴ ὁρίζει κατηγορηματικὰ ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀναγνωρίζουμε στοὺς αἱρετικοὺς κανένα ἅγιο Μυστήριο καὶ ὅτι αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ θεωροῦμε ὡς ἄκυρα καὶ χωρὶς θεία Χάρη.
Ὁ θεόπνευστος φορέας τῆς ἀποστολικῆς καὶ ἁγιοπατερικὴς καθολικῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, εὐαγγελίζεται ἀπὸ τὴν καρδιὰ ὅλων τῶν ἁγίων Πατέρων, ὅλων τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ὅλων τῶν ἁγίων Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας τὴν ἑξῆς θεανθρώπινη ἀλήθεια: «Ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος δὲν εἶναι τύπος τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ (μὴ γένοιτο), ἀλλὰ τὸ ἴδιο τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου θεωμένο... Δία μέσου αὐτοῦ καθοριζόμενοι ἑνωνόμαστε μὲ τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου καὶ μὲ τὸ Πνεῦμα Του καὶ γινόμαστε Σῶμα Χριστοῦ (=ἡ Ἐκκλησία)... Καὶ ὀνομάζεται μετάληψη΄ γιατί διὰ μέσου αὐτῆς μεταλαμβάνουμε τὴν Θεότητα τοῦ Ἰησοῦ. Κοινωνία δὲ ὀνομάζεται καὶ εἶναι ἀληθινά, ἐπειδὴ διὰ μέσου αὐτῆς κοινωνοῦμε μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μετέχουμε τὴ σάρκα Του καὶ τὴ Θεότητά Του. Δία μέσου αὐτῆς κοινωνοῦμε καὶ ἑνωνόμαστε μεταξύ μας. Γιατί ἐπειδὴ μεταλαμβάνουμε ἀπὸ ἕναν ἄρτο, ὅλοι εἴμαστε ἕνα Σῶμα Χριστοῦ καὶ ἕνα Αἷμα, καὶ γινόμαστε μέλη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου, ἀποτελώντας ἕνα σῶμα (σύσσωμοί) τοῦ Χριστοῦ. Γι' αὐτὸ λοιπόν, ἂς φυλαχτοῦμε μὲ κάθε τρόπο νὰ μὴν παίρνουμε μετάληψη αἱρετικῶν, οὔτε νὰ τοὺς δίνουμε. Μὴ δίνετε τὰ ἅγια στοὺς σκύλους, λέγει ὁ Κύριος, οὔτε νὰ ρίχνετε τὰ μαργαριτάρια σᾶς μπροστὰ στοὺς χοίρους (Μάτθ. 7, 6), γιὰ νὰ μὴ γίνουμε συμμέτοχοι στὴν (αἱρετικὴ) κακοδοξία καὶ συνεπῶς καὶ στὴν καταδίκη τους. Γιατί ἐὰν βέβαια ἡ θεία μετάληψη εἶναι ἕνωση μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μεταξύ μας, τότε ὁπωσδήποτε ἑνωνόμαστε μὲ τὴν θέλησή μας καὶ μὲ ὅλους ποὺ μεταλαμβάνουν μαζί μας. Γιατί αὐτὴ ἡ ἕνωση γίνεται μὲ τὴν θέλησή μας καὶ ὄχι χωρὶς τὴν γνώμη μας. Γιατί ὅλοι ἕνα σῶμα εἴμαστε, ἐπειδὴ μεταλαμβάνουμε ἀπὸ τὸν ἕνα ἄρτο, ὅπως λέγει ὁ θεῖος Ἀπόστολος» (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδ. Ὄρθ. πίστεως 4,13, PG 94, c. 1149. 1152.1153. Πρέβ. Ἃ΄ Κόρ. 10, 17).
Ὁ ἀτρόμητος ὁμολογητὴς τῶν θεανθρωπίνων ὀρθοδόξων ἀληθειῶν (ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης) ἀναγγέλλει σ' ὅλους τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν κόσμων: «Τὸ νὰ κοινωνεῖ κανεὶς ἀπὸ αἱρετικὸ ἢ ὁλοφάνερα διαβεβλημένο ὡς πρὸς τὸν βίο του, τὸν ἀποξενώνει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἐξοικειώνει μὲ τὸν διάβολο» (Ρ.G. 99, c. 1668C). Σύμφωνα μὲ τὸν ἴδιο ὁ ἄρτος τῶν αἱρετικῶν δὲν εἶναι «σῶμα Χριστοῦ» (Ρ.G. 99, c. 1597Α). Γι' αὐτό, «Ὅπως λοιπὸν o θεῖος ἄρτος, ὅταν μετέχουν σ’ αὐτὸν οἱ Ὀρθόδοξοι, ὅλους ὅσους μετέχουν τοὺς κάνει νὰ ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα’ ἔτσι ἀκριβῶς καὶ o αἱρετικὸς (ἄρτος), καθιστώντας μεταξύ τους κοινωνοὺς αὐτοὺς ποὺ μετέχουν ἀπ' αὐτόν, τούς εμφανίζει ἕνα σῶμα ἀντίθετο στὸν Χριστὸ» (Ρ.G. 99, c. 1480CD).
Ἐπὶ πλέον «Ἡ κοινωνία ποὺ δίνεται ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, δὲν εἶναι κοινὸς ἄρτος, ἀλλὰ φαρμάκι (=δηλητήριο), ποὺ δὲν βλάπτει τὸ σῶμα ἀλλὰ ποὺ μαυρίζει καὶ σκοτίζει τὴν ψυχὴ» (Ρ.G. 99, c.1189C)
***
Εὐαγγελικὰ μηνύματα τοῦ μακαριστοῦ Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου Ἀχρίδος καὶ Ζίτσης Νικολάου
Στὸ ταξίδι μας τοῦτο στὸν παράδεισο καὶ στὸν Ἅδη, ἂς τὸ τελειώσουμε μὲ τὰ εὐαγγελικὰ μηνύματα ἑνὸς συγχρόνου ἰσαποστόλου Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου, ὄντως Χρυσοστόμου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, τοῦ ἀειμνήστου Νικολάου Ἀχρίδος καὶ Ζίτσης (+1956). Ταπεινὰ καὶ μὲ προσευχὴ εὐχόμαστε, τὸ εὐαγγελικὸ φῶς τῶν θεοσοφῶν σκέψεών του νὰ φωτίσει μὲ ἁγιοπατερικὸ τρόπο καὶ νὰ διασαφηνίσει τὰ προβλήματα γιὰ τὰ ὁποία γίνεται λόγος.
Ὁ Ἐπίσκοπος Νικόλαος καθὼς εἶναι ἁγιοπατερικὰ βυθισμένος στὰ μυστήρια τοῦ ἀνθρώπινου γένους στέλνει τὸ ἑξῆς εὐαγγελικὸ μήνυμα: Ὁ ἔνδοξος προφήτης Ἠσαΐας προφήτευσε τὰ ἑξῆς: «Ὅταν ἀναστὴ ὁ Κύριος θραῦσαι τὴν γῆν... ταπεινωθήσεται τὸ ὕψος τῶν ἀνθρώπων, καὶ ὑψωθήσεται Κύριος μόνος ἐν τὴ ἡμέρα ἐκείνη» (Ἤσ. 2, 11). Καὶ παλαιότερα σηκώθηκε πολλὲς φορὲς ὁ Κύριος γιὰ νὰ συντρίψει τὴ γῆ, λόγω του ὅτι λάτρευαν ἀνθρώπους ἀντὶ γι' Αὐτόν, τὸν μόνο Θεὸ ἐπειδὴ εἶχαν ἐπιβληθεῖ στὴν ἀνθρωπότητα κάποιοι ἀνθρωποθεοὶ ποὺ ζοῦσαν μὲ ἔπαρση. Σηκώθηκε καὶ στὶς ἡμέρες μας (Σήμ. Μεταφρ.: Τὸ ἐν λόγω μήνυμα τοῦ Ἐπισκόπου Νικολάου γράφτηκε κατὰ τὸ διάστημα τοῦ Β' Παγκοσμίου Πολέμου καὶ μάλιστα σ' ἕνα κελὶ τοῦ Νταχάου τῆς Γερμανίας. Τὸ μήνυμα δημοσιεύεται γιὰ πρώτη φορὰ καὶ μολονότι φέρει ἐπάνω του τὰ ἴχνη τῶν περιστάσεων κάτω ἀπὸ τὶς ὁποῖες γράφτηκε, ἐν τούτοις δὲν χάνει τὴν ἀξία μίας ἐξαιρετικῆς πνευματικῆς μαρτυρίας. Ὁ ἐπ. Νικόλαος ἀπεβίωσε ἐξόριστος ἀπὸ τὴν πατρίδα του, βλέποντας μὲ πόνο καὶ θλίψη πὼς στὸ τραπέζι της ὁ Χριστὸς ἔχασε ἀκόμη καὶ τὴν τελευταία θέση. Οἱ ἄρχοντές της προτίμησαν τὴν «Εὐρώπη» ἀντὶ γιὰ τὸν Χριστό), καὶ ὄντως συνέτριψε ὅλη τὴ γῆ μὲ τὴ δίκαιη ὀργή Του νὰ σπάσει τὴν ἀνθρώπινη ἔπαρση καὶ νὰ ταπεινώσει τὴν ψευδῆ ὑψηλοφροσύνη τοῦ ἀνθρώπου.
Μία τέτοιου εἴδους ἐπανάσταση τοῦ Θεοῦ ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου συχνὰ ἀκολουθοῦσε τὴν ἐπανάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Οἱ αἱρετικοὶ λαοὶ τῆς ἐποχῆς μᾶς ἔδωσαν στὸν Χριστὸ καὶ Κύριο τὴν τελευταία θέση στὸ τραπέζι αὐτοῦ του κόσμου, σὰν νὰ ἦταν ὁ τελευταῖος ζητιάνος, ἐνῶ στὶς πρῶτες θέσεις τοποθέτησαν τοὺς μεγάλους τους ἄνδρες, τοὺς πολιτικούς, τοὺς λογοτέχνες, τοὺς μυθοποιούς, τοὺς ἐπιστήμονες, τοὺς κεφαλαιούχους, ἀκόμη καὶ τοὺς τουρίστες καὶ τοὺς ποδοσφαιριστές. Ὅλα τὰ βλέμματα τῶν λαῶν αὐτῶν ἤσαν προσηλωμένα σ' αὐτοὺς τοὺς μεγάλους, σ' αὐτοὺς τοὺς μοντέρνους θεούς, ἐνῶ ἐλάχιστοι ἔστρεφαν τὸ βλέμμα τους πρὸς τὸν Χριστό, τὸν νικητὴ τοῦ θανάτου. Αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν ἀναίσχυντη ἐπανάσταση τῶν βαπτισμένων, ἀλλὰ αἱρετικῶν λαῶν ἐναντίον τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ, ἔπρεπε κατ' ἀνάγκη νὰ τὴν ἀκολουθήσει ἡ ἐπανάσταση τοῦ περιφρονημένου Θεοῦ ἐναντίον τῶν ἀνόμων ἀνθρώπων καὶ λαῶν. Καὶ ὄντως σηκώθηκε ὁ Θεός, γιὰ νὰ συντρίψει τὴν γῆ. Καὶ ἔγιναν ἀνήκουστες θλίψεις τῶν λαῶν τῆς γὴς μπροστὰ στὰ μάτια μας καὶ ἐπάνω στὴν ράχη μας. Καὶ ὄχι μόνο ἀποδείχθηκαν ὅλοι οἱ θεοποιηθέντες μεγάλοι τῶν ἀνθρώπων σβησμένες φλόγες, ἀπὸ τὶς ὁποῖες κανεὶς πλέον δὲν ἀναζητοῦσε θέρμανση, ἀλλὰ πραγματοποιήθηκαν καὶ τὰ ὅσα λέγει στὴν συνέχεια ὁ προφήτης Ἠσαΐας, σύμφωνα μὲ τὰ ὁποία οἱ ἄνθρωποι θὰ κρύβονται «εἰς τὰ σπήλαια καὶ εἰς σχισμᾶς τῶν πετρῶν καὶ εἰς τὰς τρώγλας τῆς γὴς ἀπὸ προσώπου τοῦ φόβου Κυρίου καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ» (Ἤσ. 2, 19). Δὲν ἐπαληθεύθηκε τοῦτο ἐπακριβῶς στὸν τελευταῖο πόλεμο; [ἐννοεῖ τὸν Β' παγκόσμιο πόλεμο]. Δὲν ἔφευγαν οἱ ἄνθρωποι μερικῶν ἠπείρων, ὅπως ἐξάλλου καὶ στὴν χώρα μας, στὰ πέτρινα σπήλαια καὶ στὶς τρύπες τῆς γής, γιὰ νὰ βροῦν καταφύγιο γιὰ τὴν ζωή τους ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους σπορεῖς τοῦ θανάτου; Καὶ οἱ σπορεῖς αὐτοὶ τοῦ θανάτου δὲν εἶναι ἄλλοι παρὰ ἐκεῖνοι οἱ ἔνδοξοι μεγιστάνες, τὰ εἴδωλα ἐκεῖνα τῶν ἀνθρώπων, τὰ ὁποία καθόντουσαν στὸ τραπέζι αὐτοῦ τοῦ κόσμου στὶς πρωτοκαθεδρίες καὶ περιγελοῦσαν τὸν Χριστὸ ὡς ἐπαίτη στὸ τελευταῖο σημεῖο τοῦ τραπεζιοῦ...
Ὁ χριστοφόρος Ἐπίσκοπος [Νικόλαος] εὐαγγελίζεται μὲ θλίψη καὶ ἐλπίδα: Οἱ βαπτισμένοι ἀδελφοί μας, ποὺ παρασύρθηκαν ἀπὸ τὶς παπικὲς καὶ τὶς λουθηρανικὲς αἱρέσεις, θεώρησαν τοὺς ἑαυτοὺς τοὺς σοφότερους ἀπὸ τὸν Χριστό. Καὶ περιφρόνησαν ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ὡς ἀσόφους καὶ ἀπολίτιστους. Ἀλλά, στ' ἀλήθεια, καὶ σ' αὐτοὺς ἐπαληθεύθηκε ὁ λόγος τοῦ ἄπ. Παύλου: «Φάσκοντες εἶναι σοφοὶ ἐμωράνθησαν» (Ρώμ. 1, 22). Καὶ τοῦτο ἐπειδὴ ἀπέρριψαν τὴν κατὰ Χριστὸν πνευματικὴ σοφία - ὁ Χριστὸς περπατάει μὲ ἔνδυμα ταπεινώσεως καὶ ἀγάπης - καὶ ντύθηκαν, κατὰ τὸ παράδειγμα τῶν εἰδωλολατρῶν φιλοσόφων, τὴν σαρκικὴ καὶ κοσμικὴ σοφία, ἡ ὁποία εἶναι γεμάτη ἀπὸ ὑψηλοφροσύνη καὶ κακία.
«Καὶ ἄλλαξαν τὴν δόξα τοῦ ἄφθαρτου Θεοῦ μὲ ὁμοίωμα εἰκόνας φθαρτοῦ ἄνθρωπου... καὶ σεβάσθηκαν καὶ λάτρευσαν τὴν κτίση παρὰ τὸν Κτίστη...» (Ρώμ. 1, 23. 25). Δηλαδὴ ἀπέβαλαν ὅλη τὴν δόξα ἀπὸ τὸν Χριστὸ Κύριο καὶ τὴν τοποθέτησαν στοὺς ὤμους θνητῶν ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους ἀνύψωσαν σὲ νέους Μεσσίες. Τέτοιου εἴδους ἀντίληψη γιὰ τὴν δόξα ἀποκόμισαν ἀπὸ τὴν ἄθεη σοφία τους. Καὶ ἡ ἔννοια τῆς κουλτούρας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ σημαίνει γι' αὐτοὺς τὸν σεβασμὸ τοῦ κτίσματος, δηλαδὴ τῆς ὁρατῆς φύσεως καὶ τὴν λατρεία τῆς μᾶλλον, παρὰ τὴν λατρεία τοῦ Δημιουργοῦ της οἱ θνητοὶ θεοὶ καὶ ἡ θεοποιημένη φύση! Τοῦτο εἶναι πρὸς τὸ παρὸν ὁ τελευταῖος σταθμὸς τῆς δυτικῆς ἀνθρωπότητας στὸν ἀσυγκράτητο καὶ αἰώνιο κατήφορό της ἀπὸ τὰ ὕψη τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὰ τάρταρα τοῦ Σατανᾶ. Τοῦτο εἶναι τὸ ἀποκορύφωμα τῆς ἐξισώσεως τῶν ἀνθρώπων στὴν Δύση μὲ τὴν παλαιὰ εἰδωλολατρία τῆς Ρώμης καὶ τὴν τωρινή της Ἀσίας. Αὐτοὶ δημοσιεύουν ἐτησίως χιλιάδες βιβλία γιὰ τὴν δόξα τῶν μεγάλων ἀνδρῶν καὶ πρὸς ἔπαινο τοῦ πολιτισμοῦ τους, καὶ χιλιάδες ἐφημερίδες ἐξυπηρετοῦν καθημερινῶς αὐτὴν τὴν ἐφήμερη καὶ ψευδῆ δόξα καὶ βρίσκονται στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἐπαίνου τῶν ἀνθρώπινων ἔργων, μὲ τὸ ὑπερδιογκωμένο ὄνομα τοῦ πολιτισμοῦ. Γι' αὐτὸ τοὺς παρέδωσε ὁ Θεὸς σὲ αἰσχρὲς ἡδονὲς καὶ πάθη ὥστε νὰ βρίσκουν τὴν ἱκανοποίηση μόνο σ' ὅτι εἶναι ἐπίγειο καὶ ὄχι οὐράνιο, καὶ μόνο σ' ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο προκαλεῖ στὸν Διάβολο χαρὰ καὶ γέλιο, ἐνῶ στοὺς Ἀγγέλους τοῦ Χριστοῦ θρῆνο. Οἱ ἀπολαύσεις τους βρίσκονται στὴν τέρψη τῆς σάρκας, στὴν ἁρπαγὴ τοῦ ξένου (πράγματος), στὴν καταπάτηση τῶν μικρῶν καὶ ἀδυνάτων (ἀνθρώπων), στὴν αὔξηση τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν καὶ τὴν ἐπέκταση τοῦ κράτους τους καὶ τῆς ἐξουσίας τους, στὴν πονηρὴ κατάκτηση τῆς ξένης πατρίδας, στὶς διασκεδάσεις καὶ τοὺς χορούς, στὴν ἀπόρριψη κάθε θρησκείας ὡς δεισιδαιμονίας, στὴν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, στὴν πλήρη βιολογικὴ ζωή, στὴν ἀναίσχυντη ἀναγνώριση τοῦ πιθήκου ὡς προπάτορα τοῦ ἀνθρώπου, στὸν καταποντισμὸ τῆς ἀνθρωπολογίας σὲ ζωολογία.
Ἀλλὰ ρωτᾶτε: Θὰ μπορέσει ποτὲ ἡ γενιὰ αὐτή, ἡ πλέον πλανεμένη μέσα στὴν ἱστορία, νὰ ἐπιστρέψει πρὸς τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν τιμιότητα; Θὰ μπορέσει. Εἴθε νὰ δώσει ὁ περιφρονημένος Χριστὸς νὰ γίνει τοῦτο ὅσο τὸ δυνατὸν γρηγορότερα. Πότε ὅμως θὰ γίνει τοῦτο;
Τοῦτο θὰ γίνει μόνο τότε, ὅταν οἱ δυτικοὶ ἀδελφοί μας ἀρχίσουν νὰ γράφουν χιλιάδες βιβλία ἐτησίως γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας. Κι ὅταν οἱ χιλιάδες ἐφημερίδες τους κατ' ἔτος θὰ γράφουν ἐπαίνους στὶς χριστιανικὲς ἀρετὲς καὶ τὰ χριστιανικὰ ἀγαθὰ ἔργα, ἀντὶ νὰ γράφουν γιὰ ἐγκλήματα καὶ βλασφημίες τῆς θείας Μεγαλειότητας καὶ γιὰ τὸ ἐμπόριο τῶν σαρκικῶν ἐνστίκτων. Ὅταν συντελεσθεῖ ἡ μεταμόρφωση αὐτή, τότε ἡ αἱρετικὴ δυτικὴ ἀνθρωπότητα θὰ φανεῖ ἐνώπιον τῶν ὁρατῶν οὐρανῶν ὡς λουσμένη, καθαρισμένη καὶ εὐωδιάζουσα οὐράνιο θυμίαμα.
Τότε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι θὰ χαιρόμαστε, διότι θὰ ἀνακτήσουμε τοὺς ἀδελφούς μας ποὺ ἔχουν ἐπιστρέψει.
Τότε οἱ εἰδωλολατρικοὶ λαοὶ θὰ ἀγαπήσουν τὸν Χριστὸ καὶ θὰ ζητήσουν νὰ καταγραφοῦν ἀνάμεσα στὰ παιδιά Του. Διότι δὲν θὰ τοὺς ἐμποδίζουν πλέον οἱ χριστιανικοὶ λαοί, νὰ γίνουν παιδιὰ τοῦ Χριστοῦ.
Τότε δὲν θὰ ὑπάρχει κακία μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, οὔτε πόλεμοι μεταξὺ τῶν λαῶν. Ἀλλὰ θὰ ὑπάρξει ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὑπερβαίνει τὸν νοῦ, καὶ ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ, ὅμοια μὲ τὴν ὁποία δὲν ὑπάρχει οὔτε στὴν παροῦσα ζωὴ οὔτε στὴν αἰωνιότητα.
Ὁ ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ Ἐπίσκοπος [Νικόλαος] ὁμολογεῖ τὴν θεανθρώπινη ἀλήθεια ὅταν λέγει: Ἡ ὕψιστη εὐτυχία γιὰ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ μὲ σάρκα (ἡ ἐνανθρώπηση) ἀλλὰ καὶ ἡ ὕψιστη δυστυχία εἶναι ἡ ἀποστασία τους ἀπ' Αὐτὸν τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἐπιστροφή τους στὴν ὑπηρεσία τοῦ Σατανᾶ. Ἡ δυστυχία αὐτὴ ἔχει τὴν ἀρχή της στοὺς μὴ Ὀρθόδοξους δυτικοὺς λαοὺς καὶ μάλιστα γιὰ δύο λόγους. Ἡ πρώτη αἰτία εἶναι τὸ μίσος ἐναντίον τοῦ (παπικοῦ καὶ προτεσταντικοῦ) αἱρετικοῦ ἱερατείου, καὶ ἡ δεύτερη, τὸ μίσος ἐναντίον τῶν Ἑβραίων. Καὶ τὰ δύο μίση φύτρωσαν στὴν καρδιὰ τῆς δυτικῆς ἀνθρωπότητας ἀπὸ τὸ ἴδιο σπέρμα. Καὶ τὸ σπέρμα αὐτὸ εἶναι ἡ προσπάθεια τόσο τοῦ [αἱρετικοῦ] χριστιανικοῦ κλήρου, ὅσο καὶ τῶν Ἑβραίων νὰ κυριαρχήσουν ἀπόλυτα στὴν ζωὴ τοῦ λαοῦ καὶ τοῦ κράτους σὲ ὅλες τὶς κατευθύνσεις. Τὸ μίσος ἐναντίον ἑνὸς τέτοιου κλήρου μεταβλήθηκε σὲ μίσος κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ τὸ μίσος ἐναντίον τῶν Ἑβραίων συμπεριέλαβε καὶ τὸν Κύριο Ἰησοῦ ὡς δῆθεν Ἑβραῖο. Στὴν πραγματικότητα ὁ Χριστὸς ἦταν Ἑβραῖος ἀπὸ τὴν μητέρα καὶ ἀπὸ τὸν λαὸ στὸν ὁποῖο φανερώθηκε πρῶτα. Ἐν τούτοις ὁ ἴδιος αὐτὸς λαὸς πρῶτος τὸν ἀπέρριψε καὶ μὲ φρικτὸ θάνατο Τὸν θανάτωσε. Τί, λοιπόν; Ἐὰν κάποιος εἶναι ἐναντίον τῶν Ἑβραίων, πῶς μπορεῖ νὰ εἶναι κατὰ τοῦ Χριστοῦ, ἐναντίον τοῦ ὁποίου οἱ Ἑβραῖοι πολεμοῦν ἤδη δύο χιλιάδες χρόνια; Ἀλλ’ ὅπου καρφωθοῦν τὰ νύχια τοῦ Σατανᾶ, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει λογική.
Καθοδηγούμενοι ἀπὸ τὸ μίσος κατὰ τοῦ κλήρου καὶ τῶν Ἑβραίων, οἱ δυτικοὶ λαοὶ ἀπέρριπταν βαθμιαία τὸν Χριστό, ἕως ὅτου τελευταία Τὸν ἀπέκλεισαν ἀπὸ ὅλους τούς τομεῖς καὶ τὰ ἱδρύματα τοῦ λαοῦ καὶ τοῦ κράτους καὶ περιόρισαν τὴν παραμονὴ Του μόνο στοὺς ναούς. Ἀπὸ Ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του ἀπὸ τὸν τάφο εἶπε: «ἐδόθη μοι πάσα ἐξουσία ἐν οὐρανῶ καὶ ἐπὶ γὴς» (Μάτθ. 28,18), ἀπὸ Αὐτὸν οἱ τυφλωμένοι ἄνθρωποι ἀφήρεσαν κάθε ἐξουσία. Καὶ ὄχι μόνο τοῦτο, ἀλλὰ καὶ κάθε ἐπιρροὴ Του ἐπάνω στὴν γῆ, στὸ σχολεῖο, στὴν κοινωνία, στὴν πολιτική, στὴν τέχνη, στὶς σχέσεις μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τὶς διεθνεῖς σχέσεις, στὴν ἐπιστήμη, στὴ λογοτεχνία καὶ σ' ὅλα τὰ ἄλλα.
Ὁ Θεὸς ὅμως δὲν μυκτηρίζεται. Ὅσες φορὲς συμβεῖ οἱ ἄνθρωποι ὡς φιλοξενούμενοι νὰ γίνουν ὑπερβολικὰ ἀναιδεῖς στὸ τραπέζι τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ ἔλθει ἡ προειδοποίηση ἐκ μέρους τοῦ οἰκοδεσπότη. Δύο φοβερὲς προειδοποιήσεις τοῦ Θεοῦ στὴν σημερινὴ γενιὰ εἶναι οἱ δύο τελευταῖοι παγκόσμιοι πόλεμοι, σὲ διάστημα εἴκοσι ἐτῶν. Ἂς γονατίσουν οἱ χριστιανικοὶ λαοὶ ἐνώπιόν τοῦ προσβεβλημένου Χριστοῦ καὶ ἂς ἐπιστρέψουν σ' Αὐτὸν ἐκείνη τὴν ἐξουσία, τὴν τιμὴ καὶ τὴν δόξα καὶ τὸ σεβασμό, ποὺ μόνον σ' Αὐτὸν ἀνήκουν. Ἔτσι νὰ πράττετε καὶ σεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι ἀδελφοί μου, ἐὰν θέλετε νὰ φυλαχθῆτε ἀπὸ τὸν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο, τὸν φοβερότερο καὶ ἀπὸ τοὺς δύο προηγούμενους.
Ἡ ἀποστολικὴ λύπη τοῦ ἁγίου Ἐπισκόπου ἕνεκα τῆς Εὐρώπης:
Τί εἶναι ἡ Εὐρώπη;
Εἶναι ἡ ἐπιθυμία καὶ ὁ πόθος τῆς ἐξουσίας καὶ τῆς ἡδονῆς καὶ ἡ γνώση. Καὶ τὰ δύο ἀνθρώπινα: ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθυμία καὶ ὁ πόθος καὶ ἡ ἀνθρώπινη γνώση. Καὶ τὰ δύο προσωποποιοῦνται στὸν πάπα καὶ στὸν Λούθηρο. Τί εἶναι λοιπὸν ἡ Εὐρώπη; Ὁ πάπας καὶ ὁ Λούθηρος. Χορτασμένες οἱ ἀνθρώπινες ἐπιθυμίες στὸ ἔπακρο, καὶ χορτασμένη ἡ ἀνθρώπινη γνώση στὸ ἔπακρο. Ὁ εὐρωπαϊκὸς πάπας εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθυμία τῆς ἐξουσίας. Ὁ εὐρωπαϊκὸς Λούθηρος, εἶναι ἡ πεισματικὴ ἀπόφαση τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἐξηγηθοῦν τὰ πάντα μὲ τὸν νοῦ του. Ὁ πάπας ὡς κυβερνήτης τοῦ κόσμου καὶ ὁ ἐπιστήμονας ὡς κυρίαρχός τοῦ κόσμου. Τοῦτο εἶναι ἡ Εὐρώπη στὸν πυρήνα της, ὀντολογικὰ καὶ ἱστορικά. Τὸ ἕνα σημαίνει παράδοση τῆς ἀνθρωπότητας στὴν φωτιὰ καὶ τὸ ἄλλο σημαίνει παράδοση τῆς ἀνθρωπότητας στὸ νερό. Καὶ τὰ δύο: χωρισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό. Γιατί τὸ ἕνα σημαίνει τὴν ἄρνηση τῆς πίστεως καὶ τὸ ἄλλο τὴν ἄρνηση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Κατ' αὐτὸ τὸν τρόπο ἐνεργεῖ τὸ πονηρὸ πνεῦμα στὸ σῶμα τῆς Εὐρώπης ἤδη ἐδῶ καὶ μερικοὺς αἰῶνες. Ποιὸς μπορεῖ νὰ διώξει τὸ πονηρὸ τοῦτο πνεῦμα ἀπὸ τὴν Εὐρώπη; Κανείς, ἐκτὸς ἀπὸ Ἐκεῖνον, ποὺ τὸ ὄνομά Του ἔχει σημειωθεῖ μὲ κόκκινο χρῶμα στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ὡς τοῦ μόνου διώκτη τῶν δαιμόνων ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Γνωρίζετε ἤδη ποιὸν ἐννοῶ. Ἐννοῶ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Μεσσία καὶ Σωτήρα τοῦ κόσμου, τὸν ἀπὸ τὴν Παρθένο γεννηθέντα, ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους φονευθέντα, ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀναστηθέντα, ἀπὸ τὸν οὐρανὸ δικαιωθέντα, ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους δοξασθέντα, διὰ τῶν Ἁγίων μαρτυρηθέντα καὶ ἀπὸ τοὺς προγόνους μας οἰκειωθέντα.
Ἕως ὅτου ἀκολουθοῦσε ἡ Εὐρώπη τὸν Χριστὸ ὡς τὸν «Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης», καὶ τοὺς Ἀποστόλους Του, τοὺς Μάρτυρες, τοὺς Ἁγίους καὶ τοὺς ἀναρίθμητους Δικαίους καὶ ἄλλους ποὺ εὐαρέστησαν Αὐτόν, ἕως τότε αὐτὴ ἐμοίασε μὲ πλατεία φωτισμένη ἀπὸ ἑκατοντάδες καὶ χιλιάδες λαμπάδες, μικρὲς καὶ μεγάλες. Ὅταν ὅμως, ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθυμία καὶ ἀνθρώπινη σοφία κτύπησαν τὸν Χριστὸ σὰν δύο φοβεροὶ ἄνεμοι, οἱ λαμπάδες ἔσβησαν μπροστὰ στὰ ἀνθρώπινα μάτια καὶ ἐπικράτησε τὸ σκοτάδι ὅπως στοὺς ὑπόγειους διαδρόμους ποὺ ἔχουν οἱ τυφλοπόντικες.
Σύμφωνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη ἐπιθυμία κάθε λαὸς καὶ κάθε ἄνθρωποι ἀναζητεῖ τὴν ἐξουσία, τὴν τέρψη καὶ τὴν δόξα μιμούμενος τὸν πάπα τῆς Ρώμης. Σύμφωνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη σοφία κάθε λαὸς καὶ κάθε ἄνθρωπος βρίσκει ὅτι εἶναι ὁ σοφότερος ὅλων καὶ ὁ ἀξιοτερος ὅλων τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν. Πῶς τότε νὰ μὴν ὑπάρχουν πόλεμοι μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν λαῶν; Πῶς νὰ μὴν ὑπάρχει ἀφροσύνη καὶ λύσσα στοὺς ἀνθρώπους; Πῶς νὰ μὴν ὑπάρχουν οἱ ἀρρώστιες, οἱ ἀνομβρίες καὶ οἱ πλημμύρες, οἱ ὄγκοι καὶ οἱ φυματιώσεις, οἱ ἐπαναστάσεις καὶ οἱ πόλεμοι; Ὅλα αὐτὰ δὲν μπορεῖ νὰ μὴ γίνονται, ὅπως δὲν γίνεται νὰ μὴν πυορροεῖ ἡ γεμάτη ἀπὸ πύον πληγῆ, καὶ ὅπως δὲν γίνεται νὰ μὴ βγαίνει δυσωδία ἀπὸ τόπο γεμάτο μὲ ἀκαθαρσίες.
Ὁ Παπισμὸς χρησιμοποιεῖ τὴν πολιτική, ἐπειδὴ μόνο ἀπὸ αὐτὴ ἀποκτᾶ κανεὶς τὴν ἐξουσία. Ὁ Λουθηρανισμὸς χρησιμοποιεῖ τὴ φιλοσοφία καὶ τὴν ἐπιστήμη, ἐπειδὴ νομίζει ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος γιὰ νὰ ἀποκτήσει κανεὶς τὴν σοφία. Ἔτσι, ἡ ἐπιθυμία κήρυξε τὸν πόλεμο κατὰ τῆς γνώσης καὶ ἡ γνώση κατὰ τῆς ἐπιθυμίας. Αὐτὸ εἶναι ὁ νέος Πύργος τῆς Βαβέλ, αὐτὸ εἶναι ἡ Εὐρώπη. Στὴν ἐποχή μας ὅμως ἦλθε μία νέα γενιὰ Εὐρωπαίων, ἡ ὁποία «πάντρεψε» τὴν ἐπιθυμία μὲ τὴν γνώση διὰ τοῦ ἀθεϊσμοῦ καὶ ἀπέρριψε καὶ τὸν πάπα καὶ τὸν Λούθηρο. Τώρα πλέον οὔτε κρύβεται ἡ ἐπιθυμία οὔτε ἐπαινεῖται ἡ σοφία. Ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθυμία καὶ ἡ ἀνθρώπινη σοφία στεφανώθηκαν στὶς ἡμέρες μας καὶ ἔτσι φθάσανε στὸν γάμο, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι οὔτε ρωμαιοκαθολικὸς οὔτε λουθηρανικός, ἀλλὰ ὀφθαλμοφανῶς καὶ δημοσίως σατανικός. Ἡ σημερινὴ Εὐρώπη δὲν εἶναι πλέον οὔτε παπικὴ οὔτε λουθηρανική. Εἶναι ὑπεράνω καὶ ἐκτὸς αὐτῶν. Εἶναι ὁλοτελῶς ἐπίγεια, χωρὶς ἔστω καὶ τὸν πόθο νὰ ἀνεβαίνει στὸν οὐρανό, εἴτε μὲ τὸ διαβατήριο τοῦ ἀλαθήτου πάπα εἴτε πάλι μὲ τὴν κλίμακα τῆς προτεσταντικῆς σοφίας. Ἀρνεῖται ἐντελῶς τὸ ταξίδι ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο. Ἐπιθυμεῖ νὰ παραμείνει ἐδῶ. Ἐπιθυμεῖ νὰ εἶναι ὁ τάφος τῆς ὅπου καὶ τὸ λίκνο της. Δὲν γνωρίζει περὶ ἄλλου κόσμου. Δὲν αἰσθάνεται τὴν οὐράνια εὐωδία. Δὲν βλέπει στὸν ὕπνο της τοὺς Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἁγίους. Γιὰ τὴν Θεοτόκο δὲν θέλει ν’ ἀκούσει. Ἡ ἀκολασία τὴν στερεώνει στὸ μίσος κατὰ τῆς παρθενίας. Ὁλόκληρη ἡ πλατεία βρίσκεται βυθισμένη στὸ σκότος. Ὅλες οἱ λαμπάδες εἶναι σβησμένες. Ω! τί φοβερὸ σκότος! Ὁ ἀδελφὸς βυθίζει τὸ μαχαίρι στὸ στῆθος τοῦ ἀδελφοῦ, νομίζοντας ὅτι εἶναι ἐχθρός. Ἀρνεῖται ὁ πατέρας τὸν υἱό του καὶ ὁ υἱὸς τὸν πατέρα. Ὁ λύκος εἶναι πιστότερος φίλος στὸν λύκο παρὰ ὁ ἄνθρωπος στὸν ἄνθρωπο!
Ω! ἀδελφοί μου! Δὲν τὸ βλέπετε ὅλοι αὐτό; Δὲν ἔχετε αἰσθανθεῖ τὸ σκοτάδι καὶ τὸ ἔγκλημα τῆς ἀντιχριστιανικῆς Εὐρώπης πάνω στὸ σῶμα σας; Προτιμᾶτε τὴν Εὐρώπη ἢ τὸν Χριστό; Τὸν θάνατο ἢ τὴν ζωή; Αὐτὰ τὰ δύο ἔθεσε τὴν παλαιὰ ἐποχὴ ὁ Μωυσῆς μπροστὰ στὸ λαό του. Κι ἐμεῖς αὐτὰ τὰ δύο θέτουμε μπροστά σας. Νὰ γνωρίζετε: ἡ Εὐρώπη εἶναι ὁ θάνατος, ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ζωή. Διαλέξτε τὴν ζωή, γιὰ νὰ ζήσετε στοὺς αἰῶνες.
Καὶ ἰδοὺ τώρα ὁ συγκλονιστικὸς θρῆνος τοῦ ἰσαποστόλου Ἐπισκόπου γιὰ την Ευρώπη:
Ω, ἀδελφοί μου! Ὁ 18ος αἰώνας εἶναι ὁ πατέρας τοῦ 19ου αἰώνα, καὶ ὁ 19ος αἰώνας εἶναι ὁ πατέρας τοῦ 20ού αἰώνα. Ὁ πατέρας ἦταν πολὺ χρεωμένος. Ὁ γιὸς δὲν ξόφλησε τὰ χρέη τοῦ πατέρα του, ἀλλὰ χρεώθηκε ἀκόμη περισσότερο, καὶ τὸ χρέος ἔπεσε στὸν ἐγγονό. Ὁ πατέρας ἦταν ἄρρωστος ἀπὸ βαριὰ ἀσθένεια, καὶ ὁ γιὸς δὲν θεράπευσε τὴν αἰσχρὴ ἀσθένεια τοῦ πατέρα τοῦ ἐπάνω του, ἀλλὰ τὴν ἄφησε νὰ ξαπλωθεῖ ἀκόμη περισσότερο, καὶ αὐτὴ μεταδόθηκε καὶ χτύπησε τὸν ἐγγονὸ τρεῖς φορὲς δυνατότερα. Ὁ ἐγγονὸς εἶναι ὁ 20ός αἰώνας στὸν ὁποῖο ζοῦμε.
Ὁ 18ος αἰώνας σήμανε τὴν ἐπανάσταση ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ ἱερατείου τοῦ Ρωμαίου ποντίφικα. Ὁ 19ος αἰώνας σήμανε τὴν ἐπανάσταση ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Ὁ 20ός αἰώνας ἀναγγέλλει τὴν συμμαχία μὲ τὸν Διάβολο. Τὰ χρέη μεγάλωσαν καὶ ἡ ἀσθένεια χειροτέρευσε. Καὶ ὁ Κύριος εἶπε ὅτι ἐπισκέπτεται τὶς ἁμαρτίες τῶν πατέρων μέχρι τρίτη καὶ τέταρτη γενιά. Δὲν βλέπετε ὅτι ὁ Κύριος ἐπισκέφθηκε τοὺς ἐγγονοὺς γιὰ τὶς ἁμαρτίες τῶν παππούδων Εὐρωπαίων; Δὲν βλέπετε τὸ μαστίγιο ἐπάνω στοὺς ἐγγονοὺς γιὰ τὰ ἀνεξόφλητα χρέη τῶν παππούδων;
Ὁ βασιλιὰς ἀντίχριστος ἀποτελεῖ τὴν ἀρχὴ τοῦ 19ου αἰώνα. Ὁ πάπας, ἀντίχριστος, ἀποτελεῖ τὴν μέση του ἴδιου αἰώνα. Οἱ φιλόσοφοί της Εὐρώπης, ἀντίχριστοι (ἀπὸ τὸ φρενοκομεῖο), ἀποτελοῦν τὸ τέλος τοῦ ἴδιου αἰώνα: Ναπολέων ὁ Βοναπάρτης, ὁ (πάπας) Πίος, ὁ (φιλόσοφος) Νίτσε. Τρία μοιραῖα ὀνόματα τῶν τριῶν μεγαλυτέρων ἀρρώστων της κληρονομημένης ἀσθένειας.
Εἶναι, ἄραγε, αὐτοὶ οἱ νικητὲς τοῦ 19ου αἰώνα; Ὄχι! Αὐτοὶ εἶναι οἱ φορεῖς τῆς βαριᾶς ἀσθένειας οἱ ὁποῖοι τὴν κληρονόμησαν ἀπὸ τὸν 18ο αἰώνα. Οἱ μεγαλύτεροι ἄρρωστοι! Ὁ καίσαρας, ὁ ποντίφικας καὶ ὁ φιλόσοφος... καὶ μάλιστα ὄχι στὴν ἀρχαία εἰδωλολατρικὴ Ρώμη, ἀλλὰ στὴν καρδιὰ τῆς βαπτισμένης Εὐρώπης! Δὲν εἶναι αὐτοὶ οἱ νικητές, ἀλλ’ οἱ πλέον νικημένοι. Ὅταν ὁ Βοναπάρτης γέλασε μπροστὰ στοὺς ἁγίους ναοὺς τοῦ Κρεμλίνου, καὶ ὅταν ὁ Πίος ἀνακηρύχθηκε ἀλάθητος, καὶ ὅταν ὁ Νίτσε ἀνακοίνωσε δημοσίως τὴν λατρεία του στὸν Ἀντίχριστο, τότε σκοτίστηκε ὁ ἥλιος στὸν οὐρανό. Καὶ ὄχι ἕνας ἥλιος, ἀλλὰ ἐὰν θὰ ὑπῆρχαν χίλιοι, θὰ σκοτίζονταν ὅλοι ἀπὸ τὴν θλίψη καὶ τὴν αἰσχύνη. Γιατί, ἰδοὺ θαῦμα ποὺ δὲν εἶδε ποτὲ ἄλλοτε ὁ κόσμος: ὁ ἄθεος βασιλιάς, ὁ ἄθεος ποντίφικας, ὁ ἄθεος φιλόσοφος. Στὴν ἐποχὴ τοῦ Νέρωνα, τουλάχιστον ἕνας δὲν ἦταν ἄθεος, ὁ φιλόσοφος. Ὁ 18ος αἰώνας εἶναι ὁ αἰώνας τοῦ Πιλάτου: καταδίκασε τὸν Χριστὸ σὲ θάνατο. Ὁ 19ος αἰώνας εἶναι ὁ αἰώνας τοῦ Καϊάφα: ἀνασταύρωσε τὸν Χριστό. Ὁ 20ός αἰώνας εἶναι ὁ αἰώνας τοῦ Συνεδρίου, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς βαπτισμένους καὶ ἀπὸ τοὺς ἀβάπτιστους Ἰοῦδες. Τὸ Συνέδριο τοῦτο διακήρυξε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι γιὰ πάντα νεκρὸς καὶ ὅτι δὲν ἀναστήθηκε. Γιατί, τότε, ἀπορεῖτε, ἀδελφοί, ποὺ ἦλθαν ἀνήκουστα μαστίγια στὴν εὐρωπαϊκὴ ἀνθρωπότητα, μαστίγια μέχρι τὸν μυελὸ τῶν ὀστῶν, ἀπὸ τὶς ἐπαναστάσεις καὶ τοὺς πολέμους;
Ποιὸς εἶναι τότε ὁ νικητής, ἂν ὄχι ὁ καίσαρας, ὁ ποντίφικας καὶ ὁ φιλόσοφός της ἀποχριστιανικοποιημένης Εὐρώπης;
[...]
Ὁ φιλόχριστος ἅγιος Ἐπίσκοπος λέγει τὰ ἑξῆς γιὰ τὸν θεοκτόνο εἰδωλολατρικό πολιτισμό της Εὐρώπης:
Ἐὰν θὰ εἶχε μείνει ἡ Εὐρώπη χριστιανική, θὰ καυχιόταν γιὰ τὸν Χρίστο καὶ ὄχι γιὰ τὸν πολιτισμό της. Καὶ οἱ μεγάλοι λαοὶ τῆς Ἀσίας καὶ τῆς Ἀφρικῆς, ἀβάπτιστοι, βέβαια, ἀλλὰ μὲ ἔφεση καὶ τάση πνευματική, θὰ μποροῦσαν νὰ τὸ κατανοήσουν αὐτὸ καὶ νὰ τὸ ἐκτιμήσουν. Γιατί καὶ οἱ λαοὶ αὐτοὶ καυχῶνται ὁ καθένας γιὰ τὴν πίστη του, γιὰ τὴν θεότητά του, γιὰ τὰ θρησκευτικὰ βιβλία του: ὁ ἕνας γιὰ τὸ Κοράνιο, ὁ ἄλλος γιὰ τὶς Βέδες καὶ οὕτω καθεξῆς. Δὲν καυχῶνται λοιπὸν γιὰ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν τους, γιὰ τὸν πολιτισμό τους, ἀλλὰ γιὰ κάτι τὸ ὁποῖο θεωροῦν ἀνώτερο ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους, μᾶλλον γιὰ κάτι τὸ ὕψιστο στὸν κόσμο. Μόνον οἱ λαοὶ τῆς Εὐρώπης δὲν καυχῶνται γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὸ Εὐαγγέλιό Του, ἀλλὰ γιὰ τὶς ἐπικίνδυνες μηχανές τους καὶ τὰ εὐτελῆ προϊόντα τῶν χειρῶν τους, δηλαδὴ γιὰ τὸν πολιτισμὸ καὶ τὴν κουλτούρα τους. Τὸ ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς εὐρωπαϊκῆς αὐτοκαυχήσεως μὲ τὴν περιβόητη «κουλτούρα», εἶναι τὸ μίσος ὅλων τῶν μὴ χριστιανικῶν λαῶν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Χριστιανισμοῦ. Μισώντας τὸ μικρὸ μίσησαν καὶ τὸ πιὸ μεγάλο. Μισώντας τὰ εὐρωπαϊκὰ προϊόντα καὶ τοὺς ἀνθρώπους, μίσησαν καὶ τὸν εὐρωπαϊκὸ Θεό. Ἀλλά, ἀλίμονο, αὐτὸ δὲν πονᾶ τὴν Εὐρώπη, οὔτε τὴν στενοχωρεῖ. Ἐξάλλου, ἡ ἴδια ἡ Εὐρώπη μίσησε πρώτη ἀπὸ ὅλους καὶ ἀπέρριψε τὸν Θεό της. Σ' αὐτὴ τὴν καθόλα ἐπίζηλη θέση ἔφερε τὴν Εὐρώπη ἡ λανθασμένη ἐξέλιξή της, κάτω ἀπὸ τὴν ἐπίδραση μίας λανθασμένης Ἐκκλησίας, στὴν διάρκεια τῶν τελευταίων ἐννιακοσίων χρόνων. Δὲν εὐθύνονται γι’ αὐτὸ οἱ λαοὶ τῆς Εὐρώπης΄ εὐθύνη ἔχουν οἱ πνευματικοὶ ὁδηγοὶ τῶν λαῶν. Δὲν εὐθύνεται τὸ ποίμνιο, ἀλλ' οἱ ποιμένες του.
Τὸ κανονικὸ θὰ ἦταν νὰ καυχιέται ἡ Εὐρώπη γιὰ τὸν Χριστιανισμὸ ὡς τὴν πλέον πολύτιμη κληρονομιὰ καὶ τὴν πλέον μεγάλη ἀξία της. Αὐτὸ θὰ γινόταν -ὅπως εἶχε γίνει στοὺς πρώτους μετὰ Χριστὸν αἰῶνες- ἐὰν ἡ Εὐρώπη ἦταν ὁμώνυμη μὲ τὸν Χριστιανισμό, ἐὰν ταυτιζόταν μὲ τὸν Χριστιανισμό. Δοξολογία τοῦ Χριστοῦ καὶ κήρυγμα γιὰ τὸν Χριστό, αὐτὴ ἦταν ἡ ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁρισμένη ἀποστολὴ τῆς εὐρωπαϊκῆς ἠπείρου. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Χριστιανισμὸ δὲν ἔχει τίποτε ἄλλο, γιὰ νὰ καυχηθεῖ ἡ Εὐρώπη. Χωρὶς τὸν Χριστιανισμὸ ἡ Εὐρώπη εἶναι ὁ φτωχότερος ἐπαίτης καὶ ὁ πλέον ἀναίσχυντος ἐκμεταλλευτὴς τοῦ κόσμου τούτου.
Ὁ χριστοφώτιστος Ἐπίσκοπος λέγει μία πικρὴ ἀλήθεια γιὰ την ευρωπαϊκὴ παιδεία:
Τὸ σχολεῖο τῆς Εὐρώπης ἔχει ἀποχωριστεῖ ἀπὸ τὴν πίστη στὸν Θεό. Σ' αὐτὸ ἔγκειται ἡ μεταστροφή της σὲ δηλητηριάστρια, σ' αὐτὸ ἔγκειται καὶ ὁ θάνατος τῆς εὐρωπαϊκῆς ἀνθρωπότητας. Στοὺς εἰδωλολατρικοὺς πολιτισμοὺς δὲν χωριζόταν ποτὲ ἡ ἐπιστήμη ἀπὸ τὴν θρησκεία, μολονότι ἡ θρησκεία ἦταν ἐσφαλμένη καὶ μωρή. Τοῦτο συνέβη μόνο στὴν Εὐρώπη. Σ' ἐκείνη τὴν Εὐρώπη ποὺ δέχθηκε τὴν πλέον τέλεια πίστη. Ὅμως, λόγω τῆς συγκρούσεώς της μὲ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ταγούς, κακίωσε ἡ Εὐρώπη καὶ ἀπέρριψε τὴν τέλεια πίστη καὶ κράτησε τὴν τέλεια ἐπιστήμη. Ω, ἀδελφοί μου, ἀπέρριψε τὴν θεία γνώση καὶ δέχθηκε τὴν ἀνθρώπινη ἄγνοια! Πόσο μεγάλη μωρία καὶ πόσο σκότος!
Ὁ θεοφρων ἅγιος Ἐπίσκοπος λέγει τὰ ἑξῆς γιὰ την ἐκούσια τύφλωση τῆς δυτικῆς ἀνθρωπότητας:
Ἡ Δύση μωράνθηκε. Σ' αὐτὸ ἔγκειται ἡ αἰσχύνη καὶ ἡ παραφροσύνη της. Στὴν χριστιανικὴ ἐποχή, ὅταν ἡ Δύση ἦταν Ὀρθόδοξη ἔβλεπε μὲ τὸ πνεῦμα καὶ θεωροῦσε μὲ τὸν νοῦ. Ἀλλὰ καθ' ὅσον ἀπομακρυνόταν ὅλο καὶ περισσότερο ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ ἀλήθεια καὶ ἀρετή, ἡ πνευματικὴ ὅρασή της μίκραινε ὅλο καὶ περισσότερο, ἕως ὅτου σκοτίστηκε ὁλότελα στὸν 20ο αἰώνα. Τώρα τῆς ἔμειναν μόνο ὀφθαλμοὶ γιὰ τὴν παρατήρηση αἰσθητῶν ἀντικειμένων.
Αὐτὴ (ἢ Δύση) ἔχει ἐξοπλίσει τοὺς σωματικοὺς ὀφθαλμοὺς μὲ πολλὲς ἐξαιρετικὲς μηχανές, γιὰ νὰ μπορεῖ καλύτερα καὶ ἀκριβέστερα νὰ βλέπει τὸν αἰσθητὸ κόσμο, τὴν μορφὴ καὶ τὸ χρῶμα τῶν αἰσθητῶν πραγμάτων καὶ τῶν ὄντων, τὸν ἀριθμό, τὸ μέτρο καὶ τὴν ἀπόστασή τους. Παρατηρεῖ μὲ τὸ μικροσκόπιο καὶ βλέπει μικρὰ σκουλήκια, μικρόβια, ὅπως κανεὶς ποτὲ ἄλλοτε. Παρατηρεῖ μὲ τὸ τηλεσκόπιο καὶ βλέπει τὰ ἄστρα σὰν νὰ βρίσκονται πάνω ἀπὸ τὴν καπνοδόχο, ὅπως κανεὶς ποτὲ ἄλλοτε τὰ ἔβλεπε. Ἐδῶ σταματᾶ καὶ μέχρις ἐδῶ φθάνει ἡ ὅρασή της. Ὅσον ἀφορᾶ τὴν νοερὴ θεωρία καὶ τὴν πνευματικὴ διόραση στὸν κρυμμένο πυρήνα τῶν πραγμάτων καὶ στὸ νόημα καὶ τὴν σημασία ὅλης της δημιουργίας στὸ μέγα τοῦτο σύμπαν γύρω μας, ὡς πρὸς τοῦτο, Ω! ἀδελφοί μου, ἡ δυτικὴ ἀνθρωπότητα εἶναι σήμερα πιὸ τυφλὴ ἀπὸ τὴν μουσουλμανικὴ Ἀραβία καὶ ἀπὸ τὴν βραχμανικὴ Ἰνδία καὶ ἀπὸ τὸ βουδιστικὸ Θιβὲτ καὶ ἀπὸ τὴν πνευματιστικὴ Κίνα. Πράγματι, ὁ Χριστὸς δὲν εἶδε μεγαλύτερη ντροπὴ ἀπ' αὐτὴν στὶς δύο περασμένες χιλιετίες: οἱ βαπτισμένοι ἄνθρωποι νὰ εἶναι πιὸ τυφλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀβάπτιστους!
Γιὰ αὐτὸ ὅτι ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος πρὸς τοὺς βαπτισμένους Γαλάτες, τὸ ἴδιο θὰ ἔλεγε σήμερα γιὰ τὴν ξεκουτιασμένη καὶ γερασμένη Δύση. Νὰ τί ἔγραφε πρὸς τοὺς Γαλάτες: «Ω ἀνόητοι Γαλᾶται, τὶς ὑμᾶς ἐβάσκανε τὴ ἀληθεία μὴ πείθεσθαι, οἶς κατ’ ὀφθαλμοὺς Ἰησοῦς Χριστὸς προεγράφη ἐν ὑμὶν ἐσταυρωμένος;... Οὕτως ἀνόητοι ἐστε; ἐναρξάμενοι πνεύματι, νῦν σαρκὶ ἐπιτελεῖσθε;» (Γάλ. 3, 1.3) [=Ἀνόητοι Γαλάτες, ποιὸς σᾶς βάσκανε καὶ δὲν πείθεσθε στὴν ἀλήθεια, ἐσεῖς ποῦ μὲ τὸ κήρυγμα τῆς πίστεως μπροστὰ στὰ μάτια σᾶς ζωγραφίστηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς σταυρωμένος;...Τόσο ἀνόητοι εἶστε; Κάνοντας ἀρχὴ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τώρα καταλήγετε στὴ σάρκα;]. Καὶ ἡ Εὐρώπη κάποτε εἶχε ἀρχίσει ἐν πνεύματι, τώρα ὅμως τελειώνει μὲ τὴν σάρκα, δηλαδὴ μὲ τὴν σαρκικὴ ὅραση, μὲ τὴν σαρκικὴ κρίση, μὲ τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες, μὲ τὶς σαρκικὲς κατακτήσεις, σὰν νὰ τὴν βάσκανε κάποιος!
Ὅλη ἡ ζωὴ της κινεῖται στὶς ἡμέρες μας σὲ δύο διαστάσεις: στὸ πλάτος καὶ στὸ μῆκος. Δὲν γνωρίζει τίποτα οὔτε γιὰ τὸ βάθος οὔτε γιὰ τὸ ὕψος. Γι΄ αὐτὸ καὶ ἀγωνίζεται γιὰ τὴν γῆ, γιὰ τὸν χῶρο, γιὰ τὴν ἐπέκταση. Γιὰ τὸν χῶρο, καὶ μόνο γιὰ τὸν χῶρο!
Νὰ ἀπὸ ποὺ ἔρχεται ὁ ἕνας πόλεμος πίσω ἀπὸ τὸν ἄλλο, ἡ μία φρίκη πίσω ἀπὸ τὴν ἄλλη. Γιατί ὁ Θεὸς δὲν δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο νὰ εἶναι μόνο ζῶο στὸν χῶρο, ἀλλὰ γιὰ νὰ εἰσχωρεῖ μὲ τὸν νοῦ του στὸ βάθος τῶν μυστηρίων, καὶ μὲ τὴν καρδιὰ νὰ ἀνέρχεται πρὸς τὸ θεῖον ὕψος. Ὁ πόλεμος γιὰ τὴν γῆ εἶναι πόλεμος ἐναντίον τῆς ἀλήθειας.
Καὶ ὁ πόλεμος ἐναντίον τῆς ἀλήθειας εἶναι πόλεμος ἐναντίον τῆς θείας καὶ τῆς ἀνθρώπινης φύσεως.
Ω πίκρες πικρότερες καὶ ἀπὸ τὴν χολή! Πόσο οἱ ἄνθρωποι πάσχουν, πόσο βασανίζονται καὶ πόσα θυσιάζουν γιὰ τὸ πρόσκαιρο καὶ ἀπατηλὸ ἐπίγειο βασίλειο! Ἐὰν ἔστω καὶ τὸ ἕνα ἑκατοστὸ ἀπὸ αὐτὰ τὰ βάσανα καὶ τὶς θυσίες τὸ ὑπέφεραν γιὰ τὴν οὐράνια βασιλεία, ὁ πόλεμος στὴν γῆ θὰ εἶχε γίνει γὶ αὐτοὺς μέχρι δακρύων γελοῖος. Στὸν Χριστὸ δίνουν μὲ δυσκολία τὸ «δίλεπτο», ἐνῶ στὴν «ἐκκλησία» τοῦ Μολὼχ-σατανᾶ δίνουν ὅλη τὴν περιουσία καὶ ὅλα τὰ τέκνα τους!
Ἂς κάνει τὸν σταυρό της ἡ Εὐρώπη καὶ ἂς ἀκολουθήσει τὸν Χριστό. Ἂς μνημονεύσει τὴν Παναγία Θεοτόκο καὶ τοὺς δώδεκα μεγάλους Ἀποστόλους καὶ θὰ πέσουν τὰ λέπια ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς της. Καὶ θὰ γίνει πάλι ὄμορφη ὅπως ἦταν στὰ πρῶτα χίλια χρόνια ἡ Ὀρθόδοξη Εὐρώπη τοῦ Χριστοῦ. Τότε καὶ αὐτὴ θὰ εἶναι εὐτυχισμένη, καὶ ἐμεῖς μαζί της. Καὶ θὰ χαροῦν τότε οἱ κλαίοντες λαοὶ τῆς Εὐρώπη καὶ θὰ ψάλλουν μαζί μας τὴν αἰώνια δοξολογία στὸν Θεό: «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης Σου». Ἀμὴν
Ὁ χριστοταπεινὸς Ἐπίσκοπος (Νικόλαος) λέγει γιά τοὺς ὑπερήφανους λαοὺς τῆς Εὐρώπης:
Οἱ φίλαρχοι καὶ ὑπερήφανοι λαοὶ τῆς Εὐρώπης δὲν ἀναγνωρίζουν ποτὲ τὸ σφάλμα τους. Ἔχουν χάσει τὴν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς μετανοίας. Γιὰ κάθε κακὸ στὸν κόσμο, τὴν εὐθύνη ἔχει ἄλλος, αὐτοὶ ποτέ. Πῶς θὰ γινόταν νὰ διαπράξουν αὐτοὶ ἁμαρτία, ἀφοῦ κάθισαν στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀνακήρυξαν τοὺς ἑαυτοὺς τοὺς ἀλάθητους θεούς! Πρῶτα ἀνακήρυξε τὸν ἑαυτὸ του ἀλάθητο ὁ θρησκευτικός τους ἡγέτης, ὁ πάπας. Τὸ παράδειγμά του, καὶ σὲ πεῖσμα του, τὸ ἀκολούθησαν οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς Δύσεως. Ὅλοι (στὴν Δύση) ἀνακηρύχθηκαν ἀλάθητοι, καὶ αὐτοὶ ποὺ φοροῦν τὸν Σταυρὸ καὶ αὐτοὶ ποὺ φέρουν τὴν μάχαιρα.
Ὁ φιλόχριστος Ἐπίσκοπος λέγει γιὰ τήν δίκη μεταξύ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Εὐρώπης:
Ἐὰν θὰ μποροῦσε ἡ ἱστορία τῶν τριῶν τελευταίων αἰώνων - δεκάτου ὀγδόου, δέκατον ἐνάτου καὶ εἰκοστοῦ- νὰ ὀνομασθεῖ μὲ ἕνα ὀρθὸ κατάλληλο ὄνομα, τότε δὲν ὑπάρχει ὀρθότερο ἀπὸ τὴν ὀνομασία: «Πρακτικὰ τῆς δίκης μεταξύ της Εὐρώπης καὶ τοῦ Χριστοῦ». Γιατί στὰ τελευταῖα τριακόσια χρόνια δὲν ἔχει συμβεῖ τίποτε στὴν Εὐρώπη ποὺ νὰ μὴν εἶχε σχέση μὲ τὸν Χριστὸ τὸν Θεό μας. Στὴν δίκη αὐτὴ μεταξύ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Εὐρώπης, στὴν πραγματικότητα συμβαίνουν τὰ ἑξῆς:
Ὁ Χριστὸς λέγει στὴν Εὐρώπη ὅτι βαπτίσθηκε στὸ δικό Του ὄνομα καὶ πρέπει νὰ παραμείνει πιστὴ σ' Αὐτὸν καὶ στὸ Εὐαγγέλιό Του.
Σ' αὐτὸ ἀπαντᾶ ἡ ὑπόδικη Εὐρώπη:
Ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ἴσες. Μᾶς τὸ εἶπαν οἱ Γάλλοι ἐγκυκλοπαιδιστές. Καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ σὲ ἐξαναγκάσει νὰ πιστεύεις τοῦτο ἢ ἐκεῖνο.
Ἡ Εὐρώπη ἀνέχεται ὅλες τὶς θρησκεῖες ὡς δεισιδαιμονίες, ἐξαιτίας τῶν ἰμπεριαλιστικῶν της συμφερόντων, ἡ ἴδια ὅμως δὲν κρατάει καμία θρησκεία. Ὅταν πραγματοποιήσει τοὺς πολιτικοὺς σκοπούς της, τότε αὐτὴ θὰ «ξεκαθαρίσει» σύντομα τούς λογαριασμούς της μὲ ὅλες τὶς προλήψεις τοῦ λαοῦ.
Ὁ Χριστὸς ρωτᾶ μὲ λύπη:
Πῶς μπορεῖτε ἐσεῖς οἱ ἄνθρωποι νὰ ζεῖτε μόνο μὲ τὰ ἰμπεριαλιστικά, ὑλικὰ συμφέροντα, δηλαδὴ μὲ τὴν ζωώδη μόνο ἐπιθυμία γιὰ τὴν σωματικὴ τροφή; Ἐγὼ ἤθελα νὰ σᾶς κάμω Θεοὺς καὶ υἱοὺς Θεοῦ καὶ σεῖς φεύγετε καὶ ἐπιδιώκετε νὰ ἐξισωθεῖτε μὲ τὰ ὑποζύγια.
Σ' αὐτὸ ἀπαντᾶ ἢ Εὐρώπη:
Ἐσὺ εἶσαι καθυστερημένος. Στὴν θέση τοῦ Εὐαγγελίου σου βρήκαμε τὴν βιολογία καὶ τὴν ζωολογία. Τώρα γνωρίζουμε ὅτι δὲν εἴμαστε δικοί σου ἀπόγονοι καὶ τοῦ οὐρανίου πατέρα σου, ἀλλὰ ἀπόγονοι τῶν οὐραγκοτάγκων καὶ τῶν γοριλῶν, δηλαδὴ τοῦ πιθήκου. Ἐμεῖς τώρα τελειοποιούμαστε γιὰ νὰ γίνουμε θεοί. Γιατί δὲν παραδεχόμαστε ἄλλους θεοὺς ἐκτὸς ἀπὸ ἐμᾶς.
Σ' αὐτὸ ὁ Χριστὸς λέγει:
Ἐσεῖς εἶσθε περισσότερο σκληροτράχηλοι ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Ἑβραίους. Ἐγὼ σᾶς σήκωσα ἀπὸ τὸ σκοτάδι τῆς βαρβαρότητας στὸ οὐράνιο φῶς, καὶ σεῖς πηγαίνετε πάλι πίσω στὸ σκοτάδι, ὅπως τὸ βουβάλι στὴ λάσπη. Ἐγὼ ἔχυσα τὸ αἷμα μου γιὰ χάρη σας. Ἐγὼ σᾶς ἔδειξα τὴν ἀγάπη μου, ὅταν ὅλοι οἱ Ἄγγελοί μου ἀπέστρεφαν τὰ πρόσωπά τους μὴ μπορώντας νὰ ὑποφέρουν τὴν δυσωδία σας, δυσωδία τοῦ Ἅδη. Ὅταν λοιπὸν ἐσεῖς ἤσασταν σκοτάδι καὶ δυσωδία, ἤμουν ὁ μόνος ποὺ στάθηκα νὰ σᾶς καθαρίσω καὶ νὰ σᾶς φωτίσω. Νὰ μὴν εἶσθε λοιπὸν τώρα ἄπιστοι, γιατί θὰ ἐπιστρέψετε πάλι σ' ἐκεῖνον τὸν ἀνυπόφορο ζόφο καὶ τὴν δυσωδία.
Σ' αὐτὸ ἡ Εὐρώπη φωνάζει περιπαικτικά:
Φύγε ἀπό μας. Δὲν σὲ ἀναγνωρίζουμε. Ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε τὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία καὶ τὸν εὐρωπαϊκὸ πολιτισμὸ καὶ τὴν κουλτούρα, θέλουμε ἐλευθερία. Ἐμεῖς ἔχουμε τὰ πανεπιστήμια. Ἡ ἐπιστήμη εἶναι τὸ ὁδηγητικό μας ἀστέρι. Τὸ σύνθημά μας εἶναι: ἐλευθερία, ἀδελφοσύνη, ἰσότητα. Ὁ νοῦς μᾶς εἶναι ὁ θεὸς τῶν θεῶν. Ἐσὺ εἶσαι Ἀσιάτης. Ἐμεῖς σὲ ἀρνούμαστε. Ἐσὺ εἶσαι μόνο ἕνας παλαιὸς μύθος τῶν γιαγιάδων καὶ τῶν παππούδων μας.
Τότε ὁ Χριστὸς μὲ δάκρυα στὰ ματιὰ Τοῦ λέγει:
Ἰδοὺ ἐγὼ φεύγω, ἀλλὰ ἐσεῖς θὰ δεῖτε. Ἀφήσατε τὴν ὁδὸ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀκολουθήσατε τὴν σατανικὴ ὁδό. Ἡ εὐλογία καὶ ἡ εὐτυχία ἀφαιρέθηκαν ἀπό σας. Στὸ χέρι μου βρίσκεται ἡ ζωή σας, γιατί ἐγὼ σταυρώθηκα γιὰ σᾶς. Παρὰ ταῦτα δὲν θὰ σᾶς τιμωρήσω ἐγώ, ἀλλὰ οἱ ἁμαρτίες σας καὶ ἡ ἀποστασία σας ἀπὸ ἔμενα τὸν Σωτήρα σας. Ἐγὼ φανέρωσα τὴν ἀγάπη τοῦ Πατέρα μου πρὸς ὅλους τούς ἀνθρώπους καὶ ἤθελα μὲ ἀγάπη νὰ σᾶς σώσω ὅλους.
Τότε λέγει ἡ Εὐρώπη:
«Ποιὰ ἀγάπη; Ρωμαλέο καὶ ἀνδρικὸ μίσος ἐναντίον ὅλων ἐκείνων ποὺ δὲν συμφωνοῦν μέ μας, τοῦτο εἶναι τὸ πρόγραμμά μας. Ἡ ἀγάπη σου εἶναι μόνο ἕνα παραμύθι. Στὴ θέση τοῦ παραμυθιοῦ αὐτοῦ ἐμεῖς σηκώσαμε σημαία: ἐθνικισμοῦ καὶ διεθνισμοῦ, ἐτατισμοῦ [κρατισμοῦ] καὶ προοδευτισμοῦ, ἐξελιξαρχίας, ὠκεανισμοῦ καὶ κουλτουρισμού. Σὲ τοῦτο βρίσκεται ἡ σωτηρία μας. Ἐσὺ φύγε ἀπό μας».
Ἀδελφοί μου, ἡ συζήτηση τελείωσε στὶς μέρες μας. Ὁ Χριστὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν Εὐρώπη, ὅπως κάποτε ἀπὸ τὴν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, ὅταν τὸ ζήτησαν οἱ Γαδαρηνοί. Μόλις ὅμως ἔφυγε Αὐτός, ἦλθε πόλεμος, ὀργή, τρόμος καὶ φρίκη, κατάρρευση, καταστροφή. Ἐπέστρεφε στὴν Εὐρώπη ὁ προχριστιανικὸς βαρβαρισμός, ἐκεῖνος τῶν Ἀβάρων, τῶν Οὕννων, τῶν Λογγοβαρδῶν, τῶν Ἀφρικανῶν, μόνον ὅτι τώρα ἦταν ἑκατὸ φορὲς φρικωδέστερος. Ὁ Χριστὸς πῆρε τὸ Σταυρό Του καὶ τὴν εὐλογία Του καὶ ἀπομακρύνθηκε. Ἔμεινε ζόφος καὶ δυσωδία. Καὶ σεῖς τώρα ἀποφασίστε μὲ ποιὸν θὰ πάτε, ποιὸν θὰ ἀκολουθήσετε: τὴν σκοτεινὴ καὶ δυσώδη Εὐρώπη ἢ τὸν Χριστό;
Ὁ ἰσαπόστολος εὐαγγελιστὴς λέγει γιὰ τὴν «Λευκὴ Δαιμονία», δηλαδὴ γιὰ τὴν Εὐρώπη:
Τί νομίζετε ἐσεῖς γιὰ τὴν Εὐρώπη; Ἡ Ἀφρικὴ καὶ ἡ Ἀσία ὀνομάζουν τοὺς Εὐρωπαίους, «λευκοὺς δαίμονες». Ἑπομένως, θὰ μποροῦσαν νὰ ὀνομάσουν τὴν Εὐρώπη «Λευκὴ Δαιμονία», θὰ τὴν ὀνόμαζαν «Λευκή», ἀπὸ τὸ χρῶμα τοῦ δέρματος, καὶ «Δαιμονία» ἀπὸ τὴν μαυρίλα τῆς ψυχῆς της. Διότι ἡ Εὐρώπη ἀρνήθηκε τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεὸ καὶ δέχθηκε τὸν θρόνο καὶ τὴν στάση τῶν Ρωμαίων καισάρων. Καὶ ὅπως ἔκαναν οἱ Ρωμαῖοι καίσαρες πρὶν ἀπὸ τὴν καταστροφὴ τῆς Ρώμης, ἔτσι καὶ αὐτὴ διακήρυξε πρὸς ὅλους τους λαοὺς τῆς γὴς ὅτι ὁ καθένας μπορεῖ νὰ προσκυνεῖ τοὺς Θεοὺς του ὅπως ξέρει καὶ γνωρίζει, ἡ Εὐρώπη θὰ τὸ ἀνέχεται τοῦτο, αὐτοὶ ὅμως ἔχουν τὸ χρέος νὰ τὴν προσκυνοῦν ὡς ὕψιστη θεότητα, εἴτε ὑπὸ τὸ ὄνομα Εὐρώπη εἴτε ὑπὸ τὸ ὄνομα Πολιτισμός.
Ἔτσι, ἀδελφοί μου, ἐμφανίστηκε σὰν βρυκόλακας στὶς μέρες μας, ἡ σατανικὴ Ρώμη, ἐκείνη ἡ Ρώμη πρὶν ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο, ποὺ καταδίωκε μὲ φωτιὰ καὶ μαχαίρι τοὺς Χριστιανοὺς καὶ ἐμπόδιζε τὸν Χριστὸ [τὸν Χριστιανισμὸ] νὰ εἰσέλθει στὴν Εὐρώπη. Μόνο ποὺ ἡ Λευκὴ Δαιμονία ἔχει πέσει σὲ βαρύτερη ἀσθένεια ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ρώμη. Διότι, ἐὰν ἡ εἰδωλολατρικὴ Ρώμη, βασανιζόταν ἀπὸ ἕνα δαίμονα, ἡ Λευκὴ Δαιμονία βασανίζεται ἀπὸ ἑπτὰ πονηρὰ πνεύματα, χειρότερα ἀπὸ ἐκεῖνο τὸν δαίμονα τῆς Ρώμης. Ἰδού, λοιπόν, ἡ νέα εἰδωλολατρικὴ Ρώμη, ἰδοὺ νέο μαρτύριο γιὰ τὸν Χριστιανισμό. Νὰ εἶστε ἕτοιμοι γιὰ μαρτύριο γιὰ τὸν Χριστὸ ἐκ μέρους τῆς Λευκῆς Δαιμονίας.
Ἡ νέα εἰδωλολατρικὴ Εὐρώπη δὲν καυχᾶται γιὰ καμία θεότητα ποὺ βρίσκεται πάνω ἀπὸ τὸν ἑαυτό της. Αὐτὴ καυχᾶται μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό της, γιὰ τὴν σοφία της, γιὰ τὸν πλοῦτο της, γιὰ τὴν δύναμή της. Φουσκωμένο μπαλόνι εἶναι σχεδὸν ἕτοιμο νὰ ἐκραγεῖ, δίνοντας ἀφορμὴ γιὰ γέλιο στὴν Ἀφρικὴ καὶ τὴν Ἀσία ὥριμος ὄγκος ἕτοιμος νὰ ἀνοίξει, νὰ γεμίσει τὸ σύμπαν μὲ τὴν δυσωδία του. Αὔτη εἶναι ἡ σημερινὴ ἀντιχριστιανικὴ Εὐρώπη, ἡ Λευκὴ Δαιμονία.
Ἡ Εὐρώπη ζεῖ στὸ φαῦλο κύκλο τῶν ἐφευρέσεων. Ὅποιος παρουσιαστεῖ μὲ νέα ἐφεύρεση ἀνακηρύσσεται μεγαλοφυΐα. Ὅποιος πάλι περιγράφει τὶς ἐφευρέσεις τῶν ἄλλων, ἀνακηρύσσεται διδάκτωρ ἐπιστημῶν. Οἱ ἐφευρέσεις τῆς Εὐρώπης εἶναι πολυάριθμες, σχεδὸν ἀναρίθμητες. Καμία ὅμως ἀπὸ τὶς ἐφευρέσεις αὐτὲς δὲν κάνει τὸν ἄνθρωπο καλύτερο, τιμιότερο καὶ περισσότερο φωτισμένο. Ἡ Εὐρώπη στὰ τελευταῖα χίλια χρόνια δὲν ἔχει ἐμφανισθεῖ οὔτε καν μία φορὰ μὲ μία καὶ μοναδικὴ ἐφεύρεση στὸν πνευματικὸ καὶ ἠθικὸ τομέα, ἀλλὰ ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο στὸν ὑλικὸ τομέα. Οἱ ἐφευρέσεις τῆς Εὐρώπης ὁδήγησαν τὴν ἀνθρωπότητα στὸ χεῖλος τῆς καταστροφῆς. Τὴν ὁδήγησαν στὸ ἄνευ προηγουμένου -στὴν ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ - πνευματικὸ σκοτάδι καὶ τὴν τρομακτικὴ βαθμιαία καταστροφή. Διότι ἡ Εὐρώπη ὅλες τὶς ἐφευρέσεις της, δὲν γνωρίζουμε ἂν ἀπὸ δική της ἐχθρικὴ (κακὴ) διάθεση ἢ ἀπὸ ἐπιρροὴ τῶν Ἑβραίων, τὶς ἔχει στρέψει ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν ἐφευρέθηκε τὸ τηλεσκόπιο γιὰ τὴν παρατήρηση τῶν μακρινῶν ἀστέρων, οἱ Εὐρωπαῖοι ἐπιστήμονες τὸ ἑρμήνευσαν εἰς βάρος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν ἐφευρέθηκε τὸ μικροσκόπιο, πάλι σαρκασμὸς καὶ χλευασμὸς γιὰ τὸν Χριστό.
Ὅταν ἐφευρέθηκε τὸ τραῖνο, ἡ ἀτμομηχανή, ἡ τηλεγραφία καὶ τὸ τηλέφωνο, ὅλος ὁ ἀέρας ἀντηχοῦσε ἀπὸ τὴν εὐρωπαϊκὴ αὐτοκαύχηση εἰς βάρος τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ Του.
Ὅταν εἶχαν ἐπινοήσει οἱ ἄνθρωποι μηχανὲς γιὰ τὸ ταξίδι στὶς θάλασσες, γιὰ τὸ πέταγμα στὸν ἀέρα, γιὰ τὴ συνομιλία ἀπὸ μεγάλες ἀποστάσεις, τότε φάνηκε ὁ Χριστὸς στὴν Εὐρώπη ὅτι εἶναι τόσο ἄχρηστος καὶ καθυστερημένος, ὅσο καὶ οἱ αἰγυπτιακὲς μούμιες. Ὅλες ὅμως τὶς ἐφευρέσεις της στὸ διάστημα τῶν τελευταίων διακοσίων ἐτῶν, ἡ Εὐρώπη τὶς ἔχει χρησιμοποιήσει γιὰ τὴν αὐτοκτονία της στοὺς παγκοσμίους πολέμους, γιὰ τὸ ἔγκλημα, γιὰ τὸ μίσος, γιὰ τὸ γκρέμισμα, γιὰ τὴν ἀπάτη, γιὰ τὸν ἐκβιασμό, γιὰ τὴν βεβήλωση τῶν ἱερῶν καὶ ὁσίων τῶν λαῶν, γιὰ τὸ ψέμα, τὶς ἀτιμίες, τὶς ἀκολασίες καὶ τὴν ἀθεΐα σ' ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα, ἡ Εὐρώπη κανέναν ἄλλο δὲν ἐξαπάτησε, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἑαυτό της. Οἱ μὴ χριστιανικοὶ λαοὶ ἔχουν καταλάβει τί ἐστὶν Εὐρώπη, τί προσφέρει καὶ τί θέλει, γιὰ τοῦτο καὶ τὴν ὀνόμασαν «Λευκὴ Δαιμονία».
Ἄκουσε τί λέγει ὁ προφητάναξ Δαβίδ: «Οὗτοι ἐν ἄρμασι καὶ οὗτοι ἐν ἴπποις, ἠμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ ἠμῶν μεγαλυνθησόμεθα» (Ψάλμ. 19, 8). Οἱ καυχησιολόγοι ἐκεῖνοι θὰ νυστάξουν στὰ προσκέφαλα τῆς ψεύτικης δόξας τους καὶ ἐμεῖς θὰ ἀφυπνισθοῦμε καὶ θὰ ἐπανέλθουμε στὴν προηγούμενη καλή μας κατάσταση. Ὁ δὲ ἀπόστολος Παῦλος φωνάζει ἀκόμη πιὸ δυνατά: Ἄνθρωπε, «τί ἔχεις ὁ οὐκ ἔλαβες; εἰ δὲ καὶ ἔλαβες τί καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβῶν;» (Ἃ' Κόρ. 4, 7). Γνώριζε ὅτι ὅλες οἱ ἐφευρέσεις βρέθηκαν στὸ κτῆμα τοῦ Θεοῦ, ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν τοῦ Θεοῦ, καὶ μάθε τὴν τροπὴ καὶ τὴν τιμιότητα!
(Πηγὴ κειμένων: «ΠΗΓΗ ΖΩΗΣ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου