«Οὐκ ἐσμὲν τῶν Πατέρων σοφώτεροι»
Ἀναίρεση τῆς ἐπιχειρηματολογίας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
μὲ ἀφορμὴ τὴν ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου
κ. Βαρθολομαίου στὴ Μεγίστη Λαύρα
Τὸ παρὸν κείμενο περιλαμβάνει (α) εἰσαγωγή, (β) διάγραμμα τῆς ἐπιχειρηματολογίας τῆς ὁμιλίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου στὴν Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας, τὴν 7η Ὀκτωβρίου τρ.ἔ., (γ) ἀναίρεση τῶν ἐπιχειρημάτων τοῦ κ. Βαρθολομαίου (σὲ 8 παραγράφους), (δ) ἐνδεικτικὴ ἐπισήμανση αἱρέσεων στὰ κείμενα τῶν οἰκουμενικῶν διαλόγων καὶ τῶν οἰκουμενιστῶν, δηλ. (1) τοῦ κειμένου τοῦ Πόρτο Ἀλέγκρε (2006) καὶ (2) θέσεως τοῦ Μητροπολίτου Προύσης κ. Ἐλπιδοφόρου, (ε) ἐπίλογο καὶ (στ΄) σύνοψη τοῦ παρόντος κειμένου.
A. Εἰσαγωγὴ
Καθὼς ἤδη εἴχαμε προαναγγείλει στὴ σύντομη ἀνακοίνωση ποὺ ἐκδόθηκε ἀμέσως μετὰ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στὴν Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας Ἁγίου Ὄρους, τὸ Σάββατο 7 Ὀκτωβρίου, προβαίνουμε σὲ ἐκτενῆ ἀνάλυση καὶ κριτικὴ τῆς ὁμιλίας του, τῆς ἀντιφωνήσεως, δηλαδή, πρὸς τὸν Πανοσιολογιώτατο Ἡγούμενο τῆς Μονῆς π. Πρόδρομο.
Ὅπως ἔχει ἤδη ἐπισημανθῆ σὲ παλαιότερα κείμενα, ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καλύπτεται ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, ὡς «ἀγαπισμός»· οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἀναφερόμενοι στὴν ἀρχαία μορφὴ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δηλαδὴ στὴν αἵ ρεση τῆς «Γνωσιμαχίας», ἐπεσήμαναν ἀκριβῶς αὐτὴ τὴν αἱρετικὴ περιφρόνηση τῶν δογμάτων, χάριν δῆθεν τῶν καλῶν πράξεων. Χαρακτηριστικῶς ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, στὸν ὁποῖον ἀργότερα παραπέμπει καὶ ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης[1], γράφει στὸ σύγγραμμά του Περὶ αἱρέσεων: «Γνωσιμάχοι· ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἀνθίστανται σὲ κάθε γνώση τοῦ χριστιανισμοῦ, καθὼς λέγουν ὅτι “ἐκεῖνοι ποὺ ἀναζητοῦν κάποιες γνώσεις στὶς θεῖες Γραφές κάνουν κάτι περιττό· διότι δὲν ζητεῖ τίποτε ἄλλο ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸ Χριστιανὸ παρὰ καλὲς πράξεις. Εἶναι λοιπὸν καλύτερο νὰ πορεύεται κανεὶς μὲ περισσότερη ἁπλότητα καὶ νὰ μὴ πολυπραγμονεῖ γιὰ κανένα δόγμα διαπραγματεύσεως γνώσεων”»[2]. Δυστυχῶς, ἡ ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ἐκφράζει αὐτὸν τὸν ἀγαπισμὸ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τονίζουσα ἐμφαντικῶς τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ὑπακοή καὶ παρασιωπῶσα τεχνηέντως τὴν ἀξία τῶν δογμάτων τῆς Πίστεως καὶ τὴν ἐμμονὴ σὲ αὐτά, ἀρετὴ ἐπαινούμενη ἀπὸ τοὺς Πατέρες[3]· πολὺ χειρότερα, ὅμως, ἀποκρύπτει ὅσα φοβερὰ ἔχουν διαπραχθῆ εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως στὸ πλαίσιο τῆς οἰκουμενικῆς κινήσεως τῶν τελευταίων δεκαετιῶν. Ἀληθῶς, θὰ δείξει ἐν συντομίᾳ τὸ παρακάτω κείμενο, παρουσιάζοντας «ἐξ ὄνυχος τὸν λέοντα», ὅτι ἡ πατριαρχικὴ ὁμιλία, παρὰ τὶς διαβεβαιώσεις γιὰ τὸ ἀπαρασάλευτον τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, μαρτυρεῖ εἴτε ἄγνοια τῆς ἐκκλησιολογίας καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, εἴτε ἀνεξήγητη λησμοσύνη τῶν φοβερῶν πτώσεων τῶν ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν σὲ ἔγγραφη ἀρνησιπιστία ἢ ἑτεροδοξία. Ἡ μόνη τρίτη ἐκδοχή, τὴν ὁποίαν δὲν θὰ ἤθελε κανεὶς νὰ παραδεχθῆ, εἶναι ὅτι ὁ συντάκτης τῆς ὁμιλίας ἐμπαίζει τοὺς ἀκροατές, ἰσχυριζόμενος ὅτι ὁ διάλογος μὲ τοὺς ἑτεροδόξους – κατὰ τὸν τρόπο ποὺ τώρα διενεργεῖται – προβάλλει καὶ ὁμολογεῖ τὴν Ὀρθοδοξία, καθὼς πρέπει, πρὸς σωτηρίαν.
Ὅτι ἡ ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στὴ Μεγίστη Λαύρα διακρίνεται μεταξὺ τῶν λοιπῶν δώδεκα ὁμιλιῶν του στὸ Ἅγιον Ὄρος, εἶναι ἐμφανέστατο ἀπὸ τὸν σωφρονιστικό της τόνο· τὸν ὁποῖον μάλιστα ὁ κ. Βαρθολομαῖος δὲν βρῆκε ἀρκετὰ ἐπιτιμητικὸ καὶ ἔτσι τὸν ἐνίσχυσε μὲ δικές του, ἐκτὸς κειμένου, σὲ ἔντονο ὕφος ἐπισημάνσεις καὶ διευκρινίσεις, ὥστε οἱ ἀκούοντες παραδοσιακοὶ («ζηλωτὲς») νὰ ἀντιληφθοῦν ὅτι περὶ ἐκείνων πρόκειται! Ἐπειδὴ στὴν ὁμιλία τοῦ Παναγιωτάτου ἐθίγησαν ποικίλα θέματα, ἐκκλησιολογικὰ καὶ πνευματικά, ἀλλὰ μὲ συγκεκριμένη κατεύθυνση, ἀναγκαζόμεθα νὰ ἐπισημάνουμε καὶ νὰ ἐξηγήσουμε τὴν μονομέρεια τῆς θεματολογίας, ἀλλὰ καὶ τῆς ὀπτικῆς, τῆς συγκεκριμένης ἐπιχειρηματολογίας τοῦ κ. Βαρθολομαίου.
Ἡ ἐνέργειά μας αὐτὴ εἶναι σὲ πλήρη, ταπεινή βεβαίως καὶ ἀνάξια, ἐναρμόνιση μὲ τὴν προτροπὴ τοῦ Ὁσίου Ἀθανασίου, κτίτορος τῆς Μεγίστης Λαύρας: «Μὴ προτιμήσεις ἀπὸ τὸ συμφέρον τῆς ἀδελφότητος κανένα πρόσωπο ὁποιουδήποτε ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος κατὰ τὸν παρόντα αἰῶνα ὑπερέχει καὶ ἐξουσιάζει· μήτε νὰ ὑποχωρήσεις ἀπὸ τὸ νὰ προσφέρεις τὴ ζωή σου, ἀκόμη καὶ μέχρις αἵματος, πρὸς φύλαξη τῶν θείων νόμων καὶ ἐντολῶν»[4].