Η νέοημερολογίτικη εκκλησία (ν.ε.) της Ελλάδος, εκτός των αιρέσεων που έχει υιοθετήσει ως μέλος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, όπως το ότι ο Πάπας είναι αλάθητος, είναι Πρώτος και επικεφαλής των χριστιανών επισκόπων επί της Γης και άλλα τέτοια μυθεύματα, διατηρεί στους κόλπους της πολλές πλάνες και αιρέσεις, ιδιαιτέρως στα πλατιά λαικά στρώματα... Αυτό συμβαίνει εξαιτίας της αδιαφορίας ΑΡΚΕΤων μισθωτών ιερέων και επισκόπων της, οι οποίοι έχουν χάσει κάθε ΦΟΒΟ ΘΕΟΥ, αφού αποσχίστηκαν από την Εκκλησία Του Χριστού το 1924, εξαιτίας της αντικανονικής εισαγωγής του παπικού ημερολογίου στην Ορθόδοξη Λατρεία. Το οποίο είναι απορριπτέο και καταδικασθέν από 3 Πανορθόδοξες Συνόδους, (1583,1587,1593). Υπαγώμενοι δε στο υπουργείο παιδείας και θρησκευμάτων ως γνήσιοι υπάλληλοι του κράτους, απορροφήθηκαν από την επικρατούσα δημοσιο-υπαλληλική νοοτροπία και σε συνδυασμό με την σιγουριά του επαγγέλματος...(πια)... μισθός, ένσημα, επιδόματα, συντάξεις και όλα τα συναφή, σε εποχές που ο ελληνικός λαός δεν είχε να φάει, έχασαν κάθε επαφή με την πραγματικότητα. Η έκπτωση από την Ορθοδοξία και η προδοσία των 30 αργυρίων, τους καθιστά ανήμπορους να βοηθήσουν αποτελεσματικά και Σωτήρια μία ψυχή... Εξ ού και το μέγα πνευματικό κενό, στην σύγχρονη κοινωνία, των ανύπαρκτων ψευδοποιμένων του Δημοσίου...
xristianorthodoxipisti.blogspot.gr
ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes
«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)
«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)
Το Νέον Εορτολόγιον Είναι Αίρεσις
Το Νέον Εορτολόγιον Είναι Αίρεσις
Του Δημητρίου Χατζηνικολάου, Αναπληρωτού Καθηγητού Οικονομικών Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Επειδή πολλοί δεν έχουν ακόμη καταλάβει ότι το Νέο Εορτολόγιο (ν.ε.) είναι αίρεσις, ίσως αξίζει τον κόπο να επαναλάβουμε κάποια γνωστά γεγονότα, τα οποία πείθουν κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο που έχει Ορθόδοξο Χριστιανικό φρόνημα. Αυτό καθεαυτό το ζήτημα του ν.ε. δεν είναι δογματικό, με την έννοια ότι αν υπήρχε πανορθόδοξος συμφωνία και συνέπεια με προηγούμενες Συνόδους, τότε δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Όπως θα δούμε παρακάτω, όμως, δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει πανορθόδοξος συμφωνία, διότι, πρώτον, το ν.ε. προσκρούει στις αποφάσεις των Πανορθοδόξων Συνόδων του 16ου αιώνος και, δεύτερον, ο σκοπός για την εισαγωγή του στην Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν να υποταχθεί Αυτή στον Παπισμό. Πιο συγκεκριμένα, το ν.ε. προσλαμβάνει δογματικό χαρακτήρα από τα εξής γεγονότα:
Υπάρχει σήμερα στην ελλαδική εκκλησία έστω ένας Ορθόδοξος Ποιμένας;
Όποιον μνημονεύουμε με εκείνον κοινωνούμε και με όποιον κοινωνούμε τον μνημονεύουμε. Ολα τα άλλα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις.
Έλεγε ο άγιος Αθανάσιος «Εάν ο επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος, οι όντες οφθαλμοί της Εκκλησίας, κακώς αναστρέφωνται καί σκανδαλίζωσι τόν λαόν, χρή (πρέπει) αυτούς εκβάλλεσθαι. Συμφέρον γάρ άνευ αυτών συναθροίζεσθαι εις ευκτήριον οίκον, ή μετ' αυτών εμβληθήναι, ως μετά Άννα και Καϊάφα, εις τήν γέενναν του πυρός» (Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 33, 199) και "ων το φρόνημα αποστρεφόμεθα, τούτους από της κοινωνίας προσήκει φεύγειν" (PG 26, 1188 Β).
Μη μόνον ακοινωνήτους έχειν, αλλά μηδέ αδελφούς ονομάζειν
«Οίτινες την υγιή ορθόδοξον πίστιν προσποιούντες ομολογείν, κοινωνούσι δε τοις ετερόφροσιν, τους τοιούτους, ει μετά παραγγελίαν μη αποστώσιν, μη μόνον ακοινωνήτους έχειν, αλλά μηδέ αδελφούς ονομάζειν» (Μεγ. Βασιλείου, P.G. 160, 101Α)
Aγ. Μάρκου: «‘Άπαντες οι της ’Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι καί πάσαι αι θείαι Γραφαί φεύγειν τούς ετερόφρονας παραινουσι καί της αυτών κοινωνίας διΐστασθαι» (P.G. 160, σ. 101).
Aγ. Μάρκου: «‘Άπαντες οι της ’Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι καί πάσαι αι θείαι Γραφαί φεύγειν τούς ετερόφρονας παραινουσι καί της αυτών κοινωνίας διΐστασθαι» (P.G. 160, σ. 101).
Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
Από το ομώνυμο, εκδοθέν το 1928, βιβλίο
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο, ότι η Μία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία έχει καθιερώσει από αμνημονεύτων χρόνων- από είκοσι αιώνες- το Εορτολόγιο αυτής επί τη βάσει του Ιουλιανού Ημερολογίου. Ότι επί τη βάσει αυτού άπαντες οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί από αιώνων συνεορτάζουν τις ίδιες πάντοτε ημέρες τουέτους, νηστεύουν ταυτόχρονα τις ίδιες κανονισμένες νηστείες, ακούν τις ίδιες λειτουργίες, τα ίδια ευαγγέλια, τους ίδιους ψαλμούς, τις ίδιες αποστολικές επιστολές και πράξεις.
Την επί 20 αιώνες πράξη αυτή της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, αποτελούσα ιερά παράδοση αυτής, αποτελούσα δισχιλιετές αυτής καθεστώς επικύρωσαν και καθαγίασαν Σύνοδοι Οικουμενικοί και Τοπικοί, διατάξεις Πατριαρχικές, κανόνες και αποφάσεις απαρεγκλίτως τηρηθείσες από όσους αιώνες. Πάσα άρα οιαδήποτε παρέκκλιση από του εκκλησιαστικού αυτού καθεστώτος του στηριζόμενου επί του Ιουλιανού ημερολογίου, είναι απάρνηση της εκ παραδόσεως τάξης της Εκκλησίας. Είναι ανατροπή αυτής ολοκλήρου. Διότι είδαμε ήδη ότι δια της μεταβολής του ημερολογίου ανατρέπονται Κυριακοδρόμια, καταλύονται νηστείες, διαγράφονται εκκλησιαστικά τροπάρια, δημιουργούνται κενά στη σειρά του Πασχαλίου κύκλου, μετατοπίζονται εορτές και εν γένει οι παραδόσεις της Εκκλησίας αθετούνται και παραβιάζονται.
Αλλά για την τήρηση την ακριβή των Εκκλησιαστικών παραδόσεων έχουμε ρητές και κατηγορηματικές διατάξεις από τους Αποστολικούς ακόμη χρόνους, τις οποίες ουδείς δύναται να παραδεί, και η Εκκλησία της Ελλάδος παραβλέποντας εντελώς αυτές απαρνήθηκε, παραβιάζοντας τις Εκκλησιαστικές παραδόσεις.
Ιδού δε και οι κυριότερες ρήτρες και διατάξεις περί των εκκλησιαστικών παραδόσεων, διατάξεις οι οποίες αποτελούν και πρέπει να αποτελούν Νόμο για την Εκκλησία.
Α’) Πρώτος ο Απόστολος Παύλος στην προς Θεσσαλονικείς δευτέρα από Αθηνών γραμμένη επιστολή (Κεφ. Β’ 15) επιτάσσει την τήρηση των εκκλησιαστικών παραδόσεων λέγοντας: «Άρα ουν, αδελφοί, στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε, είτε δια λόγου είτε δι’ επιστολής ημών».
Β’) Ο Μέγας Βασίλειος στον 91ον Κανόνα αυτού λέγει τα εξής: «Ει γαρ επιχειρήσαιμεν τα άγραφα των εθών, ως μη μεγάλην έχοντα την δύναμη, παραιτείσθε, λάθοιμεν αν εις αυτά τα καίρια ζημιούντες το Ευαγγέλιον, μάλλον δε εις όνομα ψιλόν προϊστώντες το κήρυγμα: Οίον (ίνα του πρώτου και κοινοτάτου πρώτον μνησθώ) τω τύπω του Σταυρού τους εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ηλπικότας κατασημαίνεσθαι, τις ο διά γράμματος διδάξας; Το προς ανατολάς εστράφθαι κατά την προσευχήν, ποίον ημάς εδιδαξεν γράμμα; Αλλά και όσα περί τω βάπτισμα αποττάσεσθαι τω Σατανά και τοις Αγγέλοις αυτού, εκ ποίας εστί γραφής; Ουκ εκ της αδημοσιεύτου ταύτης και απορρήτου διδασκαλίας, ην εν απολυπραγμονήτω σιγή οι Πατέρες ημών εφύλαξαν, καλώς εκείνο δεδιδαγμένοι, των μυστηρίων το σεμνόν σιωπή διασώζεσθαι»;
Γ) Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον Β’ λόγο του αναφωνεί: «Ακούσατε λαοί, φυλαί, γλώσσαι, άνδρες, γυναίκες, και παίδες, πρεσβύτες, νεανίσκοι τε και νήπια, το έθνος των Χριστιανών το άγιον. Είτις ευαγγελίζηται υμάς παρ’ο παρέλαβεν η Καθολική Εκκλησία (η Ορθόδοξος Αγία Αποστολική Εκκλησία) παρά των Αγίων Αποστόλων, Πατέρων και Συνόδων και μέχρι του νυν διεφύλαξε, μη ακούσητε αυτού, μηδέ δέξησθε την συμβουλήν του όφεως, ως εδέξατο Εύα και ετρύγησεν θάνατον. Καν, Άγγελος, καν Βασιλεύς ευαγγηλίζηται υμάς παρ’ο παρελάβετε, κλείσατε τας ακοάς, οκνώ γαρ τέως ειπείν, ως έφη ο θείος Αποστολος, Ανάθεμα έστω εκδεχόμενος την διόρθωσιν».
Δ’ Ο Μέγας Αθανάσιος λέει τα εξής: «…Ίδωμεν δε όμως και προς τούτοις και αυτήν την εξ αρχής παράδοσιν και διδασκαλίαν και πίστιν της Καθολικής (ορθοδόξου) Εκκλησίας, ην ο μεν Κύριος έδωκεν οι δε Απόστολοι εκήρυξαν και πατέρες εφύλαξαν. Εν ταύτη γαρ η Εκκλησία τεθεμελίωται… και τηρείται την των Πατέρων παράδοσιν».
Ε’ Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει στο λόγο του δ’ της Β΄ προς Θεσσαλονικείς τα εξής: «Ενταύθα δήλον, ότι ου πάντα δι’ επιστολής παρεδίδοσαν οι Απόστολοι αλλά και πολλά και αγράφως. Ομοίως δε κακείνα και ταύτα εστίν αξιόπιστα. Ώστε και την παράδοσιν της Εκκλησίας αξιόπιστον ηγούμεθα. Παράδοσις εστίν, μηδέν πλέον ζητεί».
Και ερωτάται ήδη: Αυτή καθ’ εαυτή η διατήρηση του Ιουλιανού ημερολογίου στην Εκκλησία, η ανέκαθεν αδιάλειπτη και ομοιόμορφη σ’ αυτή ισχύς αυτού ως βάσης στην οποία προσαρμόστηκε κάθε εκκλησιαστική ακολουθία και τάξη και η του εορτολογίου διάταξη, η αποτελέσασα επί τόσους αιώνες την διάκριση της Ανατολικής από της Δυτικής Εκκλησίας, αυτή καθ’ εαυτή ανεξαρτήτως της ολεθριοτάτης συνέπειαες της διασπάσεως της εκκλησιαστικής Ενότητας, ως παράδοση της Εκκλησίας δεν ήταν σεβαστή και απαράτρεπτος;
Και ο σεβασμός της παραδόσεως αυτής επί τόσους αιώνες, και η επίμονη άρνηση δια μέσου των αιώνων τούτων τόσων μεγάλων αναστημάτων και υπέροχων Πατριαρχικών φυσιογνωμιών να αποδεχθούν δια την Εκκλησία το Γρηγοριανό Ημερολόγιο, έστω και εάν κρατούνταν άθικτη η εορτή του Πάσχα, η διηνεκής και επίμονος, λέγομε, άρνηση αυτών, αυτή και μόνη δεν έπρεπε να συγκρατήσει τους σημερινούς (1924) νάνους της Εκκλησίας από το να καταπατήσουν τόσο ασεβώς και άσεμνα τις διά των αιώνων καθηγιασμένες γνώμες τόσων υψηλών της Εκκλησίας κορυφών;
Εκτός όμως των γνωμών και κρίσεων των ανωτέρω μεγάλων της Εκκλησίας Πατέρων και διδασκάλων, έχουμε αυτές τις Οικουμενικές Συνόδους. Έκαστη δε οικουμενική Σύνοδος αναφέρεται εις τα αποφασισθέντα των προηγουμένων και κρατύνει το έθος, την πράξη, και την παράδοση των προηγουμένων. Ιδού δε πως αποφαίνονται αυτές περί των παραδόσεων της Εκκλησίας. Ιδού δε πως αποφαίνονται αυτές περί των παραδόσεων της Εκκλησίας:
1) Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος δια του ΣΤ’ Κανόνα επιτάσσει: «Τα αρχαία έθη κρατείτω».
2) Η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος (η εν Χαλκηδόνι) δια του Α’ αυτής Κανόνα λέγει: «Τους παρά των Αγίων Πατέρων καθ’ εκάστην Σύνοδον άχρι του νυν εκτεθέντας Κανόνας κρατείν εδικαιώσαμεν (κρίναμε δίκαιο)».
3) Η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος στο Α’ Κανόνα αυτής ορίζει τα εξής: «Τάξις άριστη παντός αρχομένου και λόγου και πράγματος, εκ Θεού τε άρχεσθαι, και εις Θεόν αναπαύεσθαι… Και νυν άρχην των ιερών ποιούμενοι λόγων χάριτι θεία ορίζομεν, ακαινοτόμητον τε και απαράτρωτον φυλάττειν την παραδοθείσαν ημίν πίστιν… Και συνελόντα φάναι, πάντων των εν τη Εκκλησία του Θεού διαπρεψάντων ανδρών, οι γεγόνασι φωστήρες εν κόσμω, λόγον ζωής επέχοντες, την πίστιν κρατείν βεβαίαν και μέχρι συντελείας του αιώνος ασάλευτον διαμένειν θεσπίζομεν, και τα αυτών θεοπαράδοτα συγγράμματα τε και δόγματα. Πάντας αποβαλλόμενοι τε και αναθεματίζοντες, ους απέβαλον (οι Πατέρες) και αναθεμάτισαν, ως της Αληθείας εχθρούς και κατά Θεού φρυαξαμένους κενά, και αδικίαν εις το ύψος εκμελετήσαντας».
4) Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδς, η κατά των Εικονομάχων συνελθούσα στον Α’ αυτής Κανόνα λέει τα εξής: «…Εις τον αιώνα η προφητική φωνή εντέλλεται ημίν φυλάττειν τα μαρτύρια του Θεού, και ζην εν αυτοίς, δηλονότι ακράδαντα και ασάλευτα διαμένοντα… Και ο Παύλος φησίν : «Καν ημείς ή Άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν, παρ’ ο ευαγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω». Τούτων ουν ούτως όντων και διαμαρτυρουμένων ημίν, αγαλλιώμενοι επ’ αυτοίς, ως ει τις εύροι σκύλα πολλά, ασπασίως τους θείους κανόνας ενστερνιζόμεθα, και ολόκληρον την αυτών διαταγήν και ασάλευτον κρατύνομεν των εκτεθέντων υπό των αγίων σαλπίγγων του Πνεύματος των πανευφήμων Αποστόλων, των τε εξ Αγίων Οικουμενικών Συνόδων και των Αγίων Πατέρων ημών. Εξ’ ενός γαρ άπαντες και του αυτού Πνεύματος αυγασθέντες, ώρισαν τα συμφέροντα. Και ους μεν τω αναθέματι παραπέμπουσι, και ημείς αναθεματίζομεν, ους δε τη κσθαιρέσει, και ημείς καθαιρούμεν. Ους δε τω αφορισμώ, και ημείς αφορίζομεν. Ους δε επιτιμίω παραδιδόασι, και ημείς ωσαύτως υποβάλλομεν…».
5) Ο ιερός Ταράσιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, και άγιος έπειτα, προεδρεύσας της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου (8ος αιών) εν Νικαία προσφώνησε τους συνελθόντας εν αυτή Πατέρες ειπών μεταξύ άλλων: «…Και νήφοντες εν πάσιν αποστολικώς, το ισόρροπον κρίνομεν, ίνα πάσαν κενοφωνίαν, ύφεσιν τε και πλεονασμόν, ως ζιζάνια τω καθαρώ σίτω επισπαρέντα, αναβολής πάσης εκτός, εκτίλλωμεν, ως της αληθείας αντίθετα και της Εκκλησίας αντίμαχα. Τα γαρ εν αυτή παραδοθέντα ουκ εισί ναι και ου, αλλά ναι εισίν εν αληθεία και μένουσι αρραγή και ακράδαντα εις τον αιώνος χρόνον».
6) Ο αυτός Ταράσιος εν τη Δ’ πράξει της αυτής Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου λέγει τα εξής: «ου μετατίθεμεν όρια α έθεντο οι Πατέρες ημών, αλλ’ αποστολικώς διδαχθέντες κρατούμεν τας παραδόσεις, ας παρελάβομεν».
7) Μετά την τοιαύτη δήλωση του Ταρασίου ολόκληρη η Σύνοδος εκβοά τα εξής βαρυσήμαντα: «Πατέρες κηρυττουσι, τέκνα υπακοής εσμέν και εγκαυχώμεθα εν προσώπο μητρός τη παραδόσει της Καθολικής Εκκλησίας… Ημείς τους θεσμούς των Πατέρων φυλάττομεν, Ημείς τους προστιθέντας ή αφαιρούντας εκ της Καθολικής Εκκλησίας αναθεματίζομεν… Ημείς κατά πάντα των αυτών θεοφόρων Πατέρων τα δόγματα και πράγματα κρατούντες, κηρύσσομεν εν ενί στόματι και μια καρδία μηδέν προστιθέντας μηδέν αφαιρούντες των εξ αυτών παραδοθέντων ημίν, αλλά τούτοις βεβαιούμεθα, τούτοις στηριζόμεθα».
Το ισχυρότερο τείχος το οποίο ύψωσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας προς περιφρούρηση ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ της Εκκλησίας είναι η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος. Ο όρος της Ζ’ ταύτης Οικουμενική Συνόδου, αναφέρεται ακριβώς στην παράδοση της Εκκλησίας και περιχαρακώνει εν γένει τους θεσμούς της Εκκλησίας.
Μετά τον Όρο τούτο της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου ακολουθούν τα εξής, τα οποία «εξεβόησε η Αγία Σύνοδος». «Πάντες ούτω πιστεύομεν, πάντες το αυτό φρονούμεν, πάντες συναίνεσαντες υπεγράψαμεν. Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των ορθοδόξων, αύτη η πίστης την Οικουμένην εστήριξε. Πιστεύοντες εις ένα Θεό εν Τριάδι υμνούμενον, τας τιμίας εικόνας ασπαζόμεθα. Οι μη ούτως έχοντες ανάθεμα έστωσαν. Οι μη ούτω φρονούντες, πόρρω της Εκκλησίας εκδιωχθήτωσαν. Ημείς τη αρχαία θεσμοθεσία της Καθολικής Εκκλησίας επακολουθούμεν, ημείς τους θεσμούς των πατέρων φυλάττομεν. Ημείς τους προστιθέντας τι ή αφαιρούντας εκ της καθολικής Εκκλησίας αναθεματίζομεν…Ει τις πάσαν εκκλησιαστικήν παράδοσιν έγγραφον τε ή άγραφον αθετεί ανάθεμα, ανάθεμα, ανάθεμα».
Όθεν δεν δύναται ουδείς να πει μετά τα ανωτέρω θεσπίσματα των Οικουμενικών Συνόδων ότι οι παραδόσεις της Εκκλησίας δεν είναι δόγματα και επομένως δύναται να μεταβληθούν. Διότι τα θεσπίσματα αυτά περί αμετάτρεπτου και ακαινοτομήτου των Εκκλησιαστικών παραδόσεων είναι τελείως καθηγιασμένα και έχουν την ισχύ δογμάτων. Δεν δύναται δε επίσης ουδείς να ισχυρισθεί ότι το όλο καθεστώς της Εκκλησίας, των νηστείων, των ακολουθιών, των Κυριακοδρομίων και άλλων τυπικών της Εκκλησίας διατάξεων καθεστώς, ιδρυθέν επί της βάσης του Ιουλιανού Ημερολογίου, με το οποίο συνδέεται αναποσπάστως το Εορτολόγιο της Εκκλησίας, δεν δύναται, λέγομε, ουδείς να ισχυριστεί ότι δεν είναι Παράδοση Εκκλησιαστική.
Αλλά ότι αρνήθηκαν να διαπράξουν όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι, και άπαντες οι γεραροί της Ορθοδοξίας στυλοβάτες, το διέπραξαν εν μια στιγμή μονομερώς, αυθαιρέτως, ανιερώς, αντορθοδόξως, διά μίας εγκυκλίου του, ο επαναστατικώ δικαίω Αρχηγός της Ελληνικής Εκκλησίας, κατακρημνίζοντας δύο χιλιάδων ετών ιερό οικοδόμημα, το της Ορθοδοξίας, για να ισοπεδώσει τούτο με το Ιησουϊτικό και καότεχνο οικοδόμημα της Παπικής Εκκλησίας!
Από το ομώνυμο, εκδοθέν το 1928, βιβλίο
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο, ότι η Μία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία έχει καθιερώσει από αμνημονεύτων χρόνων- από είκοσι αιώνες- το Εορτολόγιο αυτής επί τη βάσει του Ιουλιανού Ημερολογίου. Ότι επί τη βάσει αυτού άπαντες οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί από αιώνων συνεορτάζουν τις ίδιες πάντοτε ημέρες τουέτους, νηστεύουν ταυτόχρονα τις ίδιες κανονισμένες νηστείες, ακούν τις ίδιες λειτουργίες, τα ίδια ευαγγέλια, τους ίδιους ψαλμούς, τις ίδιες αποστολικές επιστολές και πράξεις.
Την επί 20 αιώνες πράξη αυτή της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, αποτελούσα ιερά παράδοση αυτής, αποτελούσα δισχιλιετές αυτής καθεστώς επικύρωσαν και καθαγίασαν Σύνοδοι Οικουμενικοί και Τοπικοί, διατάξεις Πατριαρχικές, κανόνες και αποφάσεις απαρεγκλίτως τηρηθείσες από όσους αιώνες. Πάσα άρα οιαδήποτε παρέκκλιση από του εκκλησιαστικού αυτού καθεστώτος του στηριζόμενου επί του Ιουλιανού ημερολογίου, είναι απάρνηση της εκ παραδόσεως τάξης της Εκκλησίας. Είναι ανατροπή αυτής ολοκλήρου. Διότι είδαμε ήδη ότι δια της μεταβολής του ημερολογίου ανατρέπονται Κυριακοδρόμια, καταλύονται νηστείες, διαγράφονται εκκλησιαστικά τροπάρια, δημιουργούνται κενά στη σειρά του Πασχαλίου κύκλου, μετατοπίζονται εορτές και εν γένει οι παραδόσεις της Εκκλησίας αθετούνται και παραβιάζονται.
Αλλά για την τήρηση την ακριβή των Εκκλησιαστικών παραδόσεων έχουμε ρητές και κατηγορηματικές διατάξεις από τους Αποστολικούς ακόμη χρόνους, τις οποίες ουδείς δύναται να παραδεί, και η Εκκλησία της Ελλάδος παραβλέποντας εντελώς αυτές απαρνήθηκε, παραβιάζοντας τις Εκκλησιαστικές παραδόσεις.
Ιδού δε και οι κυριότερες ρήτρες και διατάξεις περί των εκκλησιαστικών παραδόσεων, διατάξεις οι οποίες αποτελούν και πρέπει να αποτελούν Νόμο για την Εκκλησία.
Α’) Πρώτος ο Απόστολος Παύλος στην προς Θεσσαλονικείς δευτέρα από Αθηνών γραμμένη επιστολή (Κεφ. Β’ 15) επιτάσσει την τήρηση των εκκλησιαστικών παραδόσεων λέγοντας: «Άρα ουν, αδελφοί, στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε, είτε δια λόγου είτε δι’ επιστολής ημών».
Β’) Ο Μέγας Βασίλειος στον 91ον Κανόνα αυτού λέγει τα εξής: «Ει γαρ επιχειρήσαιμεν τα άγραφα των εθών, ως μη μεγάλην έχοντα την δύναμη, παραιτείσθε, λάθοιμεν αν εις αυτά τα καίρια ζημιούντες το Ευαγγέλιον, μάλλον δε εις όνομα ψιλόν προϊστώντες το κήρυγμα: Οίον (ίνα του πρώτου και κοινοτάτου πρώτον μνησθώ) τω τύπω του Σταυρού τους εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ηλπικότας κατασημαίνεσθαι, τις ο διά γράμματος διδάξας; Το προς ανατολάς εστράφθαι κατά την προσευχήν, ποίον ημάς εδιδαξεν γράμμα; Αλλά και όσα περί τω βάπτισμα αποττάσεσθαι τω Σατανά και τοις Αγγέλοις αυτού, εκ ποίας εστί γραφής; Ουκ εκ της αδημοσιεύτου ταύτης και απορρήτου διδασκαλίας, ην εν απολυπραγμονήτω σιγή οι Πατέρες ημών εφύλαξαν, καλώς εκείνο δεδιδαγμένοι, των μυστηρίων το σεμνόν σιωπή διασώζεσθαι»;
Γ) Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον Β’ λόγο του αναφωνεί: «Ακούσατε λαοί, φυλαί, γλώσσαι, άνδρες, γυναίκες, και παίδες, πρεσβύτες, νεανίσκοι τε και νήπια, το έθνος των Χριστιανών το άγιον. Είτις ευαγγελίζηται υμάς παρ’ο παρέλαβεν η Καθολική Εκκλησία (η Ορθόδοξος Αγία Αποστολική Εκκλησία) παρά των Αγίων Αποστόλων, Πατέρων και Συνόδων και μέχρι του νυν διεφύλαξε, μη ακούσητε αυτού, μηδέ δέξησθε την συμβουλήν του όφεως, ως εδέξατο Εύα και ετρύγησεν θάνατον. Καν, Άγγελος, καν Βασιλεύς ευαγγηλίζηται υμάς παρ’ο παρελάβετε, κλείσατε τας ακοάς, οκνώ γαρ τέως ειπείν, ως έφη ο θείος Αποστολος, Ανάθεμα έστω εκδεχόμενος την διόρθωσιν».
Δ’ Ο Μέγας Αθανάσιος λέει τα εξής: «…Ίδωμεν δε όμως και προς τούτοις και αυτήν την εξ αρχής παράδοσιν και διδασκαλίαν και πίστιν της Καθολικής (ορθοδόξου) Εκκλησίας, ην ο μεν Κύριος έδωκεν οι δε Απόστολοι εκήρυξαν και πατέρες εφύλαξαν. Εν ταύτη γαρ η Εκκλησία τεθεμελίωται… και τηρείται την των Πατέρων παράδοσιν».
Ε’ Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει στο λόγο του δ’ της Β΄ προς Θεσσαλονικείς τα εξής: «Ενταύθα δήλον, ότι ου πάντα δι’ επιστολής παρεδίδοσαν οι Απόστολοι αλλά και πολλά και αγράφως. Ομοίως δε κακείνα και ταύτα εστίν αξιόπιστα. Ώστε και την παράδοσιν της Εκκλησίας αξιόπιστον ηγούμεθα. Παράδοσις εστίν, μηδέν πλέον ζητεί».
Και ερωτάται ήδη: Αυτή καθ’ εαυτή η διατήρηση του Ιουλιανού ημερολογίου στην Εκκλησία, η ανέκαθεν αδιάλειπτη και ομοιόμορφη σ’ αυτή ισχύς αυτού ως βάσης στην οποία προσαρμόστηκε κάθε εκκλησιαστική ακολουθία και τάξη και η του εορτολογίου διάταξη, η αποτελέσασα επί τόσους αιώνες την διάκριση της Ανατολικής από της Δυτικής Εκκλησίας, αυτή καθ’ εαυτή ανεξαρτήτως της ολεθριοτάτης συνέπειαες της διασπάσεως της εκκλησιαστικής Ενότητας, ως παράδοση της Εκκλησίας δεν ήταν σεβαστή και απαράτρεπτος;
Και ο σεβασμός της παραδόσεως αυτής επί τόσους αιώνες, και η επίμονη άρνηση δια μέσου των αιώνων τούτων τόσων μεγάλων αναστημάτων και υπέροχων Πατριαρχικών φυσιογνωμιών να αποδεχθούν δια την Εκκλησία το Γρηγοριανό Ημερολόγιο, έστω και εάν κρατούνταν άθικτη η εορτή του Πάσχα, η διηνεκής και επίμονος, λέγομε, άρνηση αυτών, αυτή και μόνη δεν έπρεπε να συγκρατήσει τους σημερινούς (1924) νάνους της Εκκλησίας από το να καταπατήσουν τόσο ασεβώς και άσεμνα τις διά των αιώνων καθηγιασμένες γνώμες τόσων υψηλών της Εκκλησίας κορυφών;
Εκτός όμως των γνωμών και κρίσεων των ανωτέρω μεγάλων της Εκκλησίας Πατέρων και διδασκάλων, έχουμε αυτές τις Οικουμενικές Συνόδους. Έκαστη δε οικουμενική Σύνοδος αναφέρεται εις τα αποφασισθέντα των προηγουμένων και κρατύνει το έθος, την πράξη, και την παράδοση των προηγουμένων. Ιδού δε πως αποφαίνονται αυτές περί των παραδόσεων της Εκκλησίας. Ιδού δε πως αποφαίνονται αυτές περί των παραδόσεων της Εκκλησίας:
1) Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος δια του ΣΤ’ Κανόνα επιτάσσει: «Τα αρχαία έθη κρατείτω».
2) Η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος (η εν Χαλκηδόνι) δια του Α’ αυτής Κανόνα λέγει: «Τους παρά των Αγίων Πατέρων καθ’ εκάστην Σύνοδον άχρι του νυν εκτεθέντας Κανόνας κρατείν εδικαιώσαμεν (κρίναμε δίκαιο)».
3) Η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος στο Α’ Κανόνα αυτής ορίζει τα εξής: «Τάξις άριστη παντός αρχομένου και λόγου και πράγματος, εκ Θεού τε άρχεσθαι, και εις Θεόν αναπαύεσθαι… Και νυν άρχην των ιερών ποιούμενοι λόγων χάριτι θεία ορίζομεν, ακαινοτόμητον τε και απαράτρωτον φυλάττειν την παραδοθείσαν ημίν πίστιν… Και συνελόντα φάναι, πάντων των εν τη Εκκλησία του Θεού διαπρεψάντων ανδρών, οι γεγόνασι φωστήρες εν κόσμω, λόγον ζωής επέχοντες, την πίστιν κρατείν βεβαίαν και μέχρι συντελείας του αιώνος ασάλευτον διαμένειν θεσπίζομεν, και τα αυτών θεοπαράδοτα συγγράμματα τε και δόγματα. Πάντας αποβαλλόμενοι τε και αναθεματίζοντες, ους απέβαλον (οι Πατέρες) και αναθεμάτισαν, ως της Αληθείας εχθρούς και κατά Θεού φρυαξαμένους κενά, και αδικίαν εις το ύψος εκμελετήσαντας».
4) Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδς, η κατά των Εικονομάχων συνελθούσα στον Α’ αυτής Κανόνα λέει τα εξής: «…Εις τον αιώνα η προφητική φωνή εντέλλεται ημίν φυλάττειν τα μαρτύρια του Θεού, και ζην εν αυτοίς, δηλονότι ακράδαντα και ασάλευτα διαμένοντα… Και ο Παύλος φησίν : «Καν ημείς ή Άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν, παρ’ ο ευαγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω». Τούτων ουν ούτως όντων και διαμαρτυρουμένων ημίν, αγαλλιώμενοι επ’ αυτοίς, ως ει τις εύροι σκύλα πολλά, ασπασίως τους θείους κανόνας ενστερνιζόμεθα, και ολόκληρον την αυτών διαταγήν και ασάλευτον κρατύνομεν των εκτεθέντων υπό των αγίων σαλπίγγων του Πνεύματος των πανευφήμων Αποστόλων, των τε εξ Αγίων Οικουμενικών Συνόδων και των Αγίων Πατέρων ημών. Εξ’ ενός γαρ άπαντες και του αυτού Πνεύματος αυγασθέντες, ώρισαν τα συμφέροντα. Και ους μεν τω αναθέματι παραπέμπουσι, και ημείς αναθεματίζομεν, ους δε τη κσθαιρέσει, και ημείς καθαιρούμεν. Ους δε τω αφορισμώ, και ημείς αφορίζομεν. Ους δε επιτιμίω παραδιδόασι, και ημείς ωσαύτως υποβάλλομεν…».
5) Ο ιερός Ταράσιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, και άγιος έπειτα, προεδρεύσας της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου (8ος αιών) εν Νικαία προσφώνησε τους συνελθόντας εν αυτή Πατέρες ειπών μεταξύ άλλων: «…Και νήφοντες εν πάσιν αποστολικώς, το ισόρροπον κρίνομεν, ίνα πάσαν κενοφωνίαν, ύφεσιν τε και πλεονασμόν, ως ζιζάνια τω καθαρώ σίτω επισπαρέντα, αναβολής πάσης εκτός, εκτίλλωμεν, ως της αληθείας αντίθετα και της Εκκλησίας αντίμαχα. Τα γαρ εν αυτή παραδοθέντα ουκ εισί ναι και ου, αλλά ναι εισίν εν αληθεία και μένουσι αρραγή και ακράδαντα εις τον αιώνος χρόνον».
6) Ο αυτός Ταράσιος εν τη Δ’ πράξει της αυτής Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου λέγει τα εξής: «ου μετατίθεμεν όρια α έθεντο οι Πατέρες ημών, αλλ’ αποστολικώς διδαχθέντες κρατούμεν τας παραδόσεις, ας παρελάβομεν».
7) Μετά την τοιαύτη δήλωση του Ταρασίου ολόκληρη η Σύνοδος εκβοά τα εξής βαρυσήμαντα: «Πατέρες κηρυττουσι, τέκνα υπακοής εσμέν και εγκαυχώμεθα εν προσώπο μητρός τη παραδόσει της Καθολικής Εκκλησίας… Ημείς τους θεσμούς των Πατέρων φυλάττομεν, Ημείς τους προστιθέντας ή αφαιρούντας εκ της Καθολικής Εκκλησίας αναθεματίζομεν… Ημείς κατά πάντα των αυτών θεοφόρων Πατέρων τα δόγματα και πράγματα κρατούντες, κηρύσσομεν εν ενί στόματι και μια καρδία μηδέν προστιθέντας μηδέν αφαιρούντες των εξ αυτών παραδοθέντων ημίν, αλλά τούτοις βεβαιούμεθα, τούτοις στηριζόμεθα».
Το ισχυρότερο τείχος το οποίο ύψωσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας προς περιφρούρηση ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ της Εκκλησίας είναι η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος. Ο όρος της Ζ’ ταύτης Οικουμενική Συνόδου, αναφέρεται ακριβώς στην παράδοση της Εκκλησίας και περιχαρακώνει εν γένει τους θεσμούς της Εκκλησίας.
Μετά τον Όρο τούτο της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου ακολουθούν τα εξής, τα οποία «εξεβόησε η Αγία Σύνοδος». «Πάντες ούτω πιστεύομεν, πάντες το αυτό φρονούμεν, πάντες συναίνεσαντες υπεγράψαμεν. Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των ορθοδόξων, αύτη η πίστης την Οικουμένην εστήριξε. Πιστεύοντες εις ένα Θεό εν Τριάδι υμνούμενον, τας τιμίας εικόνας ασπαζόμεθα. Οι μη ούτως έχοντες ανάθεμα έστωσαν. Οι μη ούτω φρονούντες, πόρρω της Εκκλησίας εκδιωχθήτωσαν. Ημείς τη αρχαία θεσμοθεσία της Καθολικής Εκκλησίας επακολουθούμεν, ημείς τους θεσμούς των πατέρων φυλάττομεν. Ημείς τους προστιθέντας τι ή αφαιρούντας εκ της καθολικής Εκκλησίας αναθεματίζομεν…Ει τις πάσαν εκκλησιαστικήν παράδοσιν έγγραφον τε ή άγραφον αθετεί ανάθεμα, ανάθεμα, ανάθεμα».
Όθεν δεν δύναται ουδείς να πει μετά τα ανωτέρω θεσπίσματα των Οικουμενικών Συνόδων ότι οι παραδόσεις της Εκκλησίας δεν είναι δόγματα και επομένως δύναται να μεταβληθούν. Διότι τα θεσπίσματα αυτά περί αμετάτρεπτου και ακαινοτομήτου των Εκκλησιαστικών παραδόσεων είναι τελείως καθηγιασμένα και έχουν την ισχύ δογμάτων. Δεν δύναται δε επίσης ουδείς να ισχυρισθεί ότι το όλο καθεστώς της Εκκλησίας, των νηστείων, των ακολουθιών, των Κυριακοδρομίων και άλλων τυπικών της Εκκλησίας διατάξεων καθεστώς, ιδρυθέν επί της βάσης του Ιουλιανού Ημερολογίου, με το οποίο συνδέεται αναποσπάστως το Εορτολόγιο της Εκκλησίας, δεν δύναται, λέγομε, ουδείς να ισχυριστεί ότι δεν είναι Παράδοση Εκκλησιαστική.
Αλλά ότι αρνήθηκαν να διαπράξουν όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι, και άπαντες οι γεραροί της Ορθοδοξίας στυλοβάτες, το διέπραξαν εν μια στιγμή μονομερώς, αυθαιρέτως, ανιερώς, αντορθοδόξως, διά μίας εγκυκλίου του, ο επαναστατικώ δικαίω Αρχηγός της Ελληνικής Εκκλησίας, κατακρημνίζοντας δύο χιλιάδων ετών ιερό οικοδόμημα, το της Ορθοδοξίας, για να ισοπεδώσει τούτο με το Ιησουϊτικό και καότεχνο οικοδόμημα της Παπικής Εκκλησίας!
ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΟΝΤΑΣ
ΤΗΝ ΚΑΤ’ ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΠΡΑΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
“ΟΥ ΔΕΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙΣ Η
ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΙΣ ΣΥΝΕΥΧΕΣΘΑΙ”
π.
Αναστάσιος Γκοτσόπουλος
Εφημέριος Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Πατρών
· τι
σημαίνει «συνεύχεσθαι» ;
· γιατί «ου δει συνεύχεσθαι» ;
Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας, από τους
Αποστολικούς ακόμα χρόνους, η αίρεση έχει καταστρεπτικές συνέπειες για τον
άνθρωπο. Τον απομακρύνει από τον Θεό και τον οδηγεί στην απώλεια. Γι’ αυτό και
ο ίδιος ο Κύριος και οι Απόστολοι είναι ιδιαίτερα αυστηροί με τις «αιρέσεις
απωλείας»[i][1].
Οι Πατέρες της Εκκλησίας επισημαίνουν το μεγάλο
κίνδυνο και ακολουθώντας τις Αποστολικές συστάσεις[ii][2] καλούν τους χριστιανούς και μάλιστα τους
ακατάρτιστους στην πίστη να μην έχουν καμία σχέση με αιρετικούς, διότι ο
κίνδυνος για τη σωτηρία τους είναι βέβαιος.[iii][3]
Δυστυχώς όμως πολλοί, μη έχοντας ουσιαστική σχέση με
το πνεύμα των Πατέρων και με τη ζωή της Εκκλησίας μας, βλέπουν πίσω από τις
απαγορεύσεις αυτές μίσος και εχθρότητα της Εκκλησίας προς τους αιρετικούς. Ο
Αγ. Νεκτάριος όμως πολύ περιεκτικά συγκεφαλαιώνοντας την Ορθόδοξη διδασκαλία
μας προτρέπει : «Αποτρέπου την απιστίαν και την αίρεσιν και το σχίσμα, όχι τον
άπιστον και τον αιρετικόν και τον σχίστην, όχι τον άνθρωπον. Αποστρέφου την
γνώμην, όχι την φύσιν. Δι’ εκείνην είναι
αλλότριος και διάφορος, είναι αποστροφής και μίσους υπόδικος. Διά τοιαύτην
είναι οικείος και πλησίον, είναι ελέους και συμπαθείας, πολλάκις δε και
κηδεμονίας και περιθάλψεως άξιος»[iv][4]. «Οι απαγορεύσεις περί πολυποίκιλης επικοινωνίας με
αιρετικούς πήγαζαν ουσιαστικά από την αγάπη της Εκκλησίας. Η Εκκλησία
δηλαδή προσπαθούσε αφ’ ενός να διαφυλάξει τα υγιά μέλη της από την ψυχοκτόνο
ασθένεια των κακοδόξων, αφ’ ετέρου δε να προβληματίσει τους τελευταίους με τη
στάση της και να τους κάνει να καταλάβουν ότι βρίσκονται σε εσφαλμένο δρόμο. Η
αποχή δηλαδή από την κοινωνία μαζί τους είχε ταυτόχρονα και παιδαγωγικό
χαρακτήρα»[v][5].
Μελετώντας την Πατερική διδασκαλία για τις σχέσεις μας
με τους αιρετικούς βλέπουμε ότι οι Άγιοί μας είναι ιδιαίτερα αυστηροί και
κατηγορηματικοί στην απαγόρευση επικοινωνίας με τους αιρετικούς ή
σχισματικούς[vi][6] σε θέματα
Λατρείας και κοινής προσευχής. Οι σχετικές αναφορές των Πατέρων είναι πολυπληθείς[vii][7]. Στο παρόν άρθρο δε θα αναφερθούμε στις Πατερικές
μαρτυρίες, αλλά αποκλειστικά και μόνο στην Κανονική Παράδοση της Εκκλησίας μας
για το θέμα της συμπροσευχής με αιρετικούς και μάλιστα για την κατ’
ακρίβεια εφαρμογή των Ι.
Κανόνων.
Α. Τι είναι
και τι δεν είναι συμπροσευχή.
Όμως τι σημαίνει «συμπροσευχή»; Στην αρχαία ελληνική γραμματεία, κατά
τον Ιω. Σταματάκο, «συνεύχομαι» σημαίνει «εύχομαι (προσεύχομαι)
από κοινού μετά τινός, ενώνω τας ευχάς μου με τας δικάς του»[viii][8]. Στην Πατερική
γραμματεία, σύμφωνα με τον G.W.H.Lampe[ix][9]
«συμπροσεύχομαι» σημαίνει “pray together, pray with”, ενώ το «συνεύχομαι»
σημαίνει α) «pray with, pray together» (=προσεύχομαι μαζί) και β) “wish one well” (=εύχομαι να είσαι καλά).
Περαιτέρω θα
μπορούσαμε να πούμε ότι έχουμε συμπροσευχή όταν :
2. Υπάρχει κοινή βούληση για τον ίδιο σκοπό, για την
τέλεση προσευχής[xi][11] (ικανή και
αναγκαία συνθήκη).
3. Συμμετέχουμε στην εξέλιξη της προσευχής, με τη
χρήση κοινού προγράμματος λατρείας (π.χ. κοινό το περιεχόμενο των ευχών ή ύμνων,
ανταπόκριση στις κελεύσεις του λειτουργού[xii][12],
ένδυση λειτουργικών αμφίων για τους
κληρικούς) (ικανή αλλά όχι αναγκαία συνθήκη
4.
Συμπερασματικά : Όταν με την όλη μας αναστροφή (λόγια, έργα, συμπεριφορά)
επιδιώκουμε να δώσουμε την εντύπωση στους άλλους ότι επιθυμούμε να συμμετέχουμε και εμείς στη
λατρεία τους.
Σύμφωνα λοιπόν με τα ανωτέρω δε συντελείται
συμπροσευχή όταν έχουμε επίσκεψη ή παρακολούθηση κάποιας θρησκευτικής
τελετής για επιστημονικούς, τουριστικούς, εθιμοτυπικούς ή κοινωνικούς και μόνο
λόγους [xiii][13].
Β. Οι
Ιεροί Κανόνες για τη
συμπροσευχή με αιρετικούς.
Οι Ι.
Κανόνες της Εκκλησίας, με οικουμενικό κύρος, που αναφέρονται στην
απαγόρευση συμπροσευχής με αιρετικούς είναι
:
1.
Κανὼν Ι' τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων : "Εἴ τις ἀκοινωνήτῳ, κᾂν ἐν οἴκῳ συνεύξηται,
οὗτος ἀφοριζέσθω"
2.
Κανών ΙΑ΄ των Αγ. Αποστόλων : "Εἴ τις καθῃρημένῳ, κληρικὸς ὧν, κληρικῷ συνεύξηται,
καθαιρείσθω καὶ αὐτός".
3.
Κανὼν ΜΕ' τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων : "Ἐπίσκοπος, ἢ Πρεσβύτερος, ἢ Διάκονος αἱρετικοῖς
συνευξάμενος, μόνον, ἀφοριζέσθω, εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς
Κληρικοῖς ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω"
4.
Κανὼν ΞΔ' τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων : "Εἴ τις Κληρικὸς, ἢ Λαϊκὸς εἰσέλθοι εἰς συναγωγὴν
Ἰουδαίων, ἢ αἱρετικῶν προσεύξασθαι, καὶ καθαιρείσθω, καὶ
ἀφοριζέσθω"
5.
Κανὼν ΟΑ' τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων : "Εἴ τις Χριστιανὸς ἔλαιον ἀπενέγκοι εἰς ἱερὸν
ἐθνῶν, ἢ εἰς συναγωγὴν Ἰουδαίων ἐν ταῖς ἑορταῖς αὐτῶν, ἢ λύχνους ἅπτοι,
ἀφοριζέσθω"
6.
Κανὼν ΣΤ' τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου : "Περὶ τοῦ, μὴ συγχωρεῖν τοῖς αἱρετικοῖς
εἰσιέναι εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, ἐπιμένοντας τῇ αἱρέσει"
7.
Κανὼν Θ' τῆς ἐν
Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου : "Περὶ τοῦ,
μὴ συγχωρεῖν εἰς τὰ κοιμητήρια, ἢ εἰς τὰ λεγόμενα μαρτύρια πάντων τῶν αἱρετικῶν
ἀπιέναι τοὺς τῆς Ἐκκλησίας, εὐχῆς ἢ θεραπείας ἕνεκα, ἀλλὰ τοὺς
τοιούτους, ἐὰν ὦσι πιστοί, ἀκοινωνήτους γίνεσθαι μέχρι τινός, μετανοοῦντας δὲ,
καὶ ἐξομολογουμένους ἐσφάλθαι, παραδέχεσθαι"
8.
Κανὼν ΛΒ' τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου : "Ὅτι οὐ δεῖ αἱρετικῶν εὐλογίας λαμβάνειν,
αἵτινές εἰσιν ἀλογίαι μᾶλλον, ἢ εὐλογίαι"
9.
Κανὼν ΛΓ' τῆς
ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου:"Ὅτι οὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἢ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι"
10. Κανὼν ΛΔ' τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου. Ὅτι οὐ δεῖ πάντα χριστιανὸν ἐγκαταλείπειν
μάρτυρας Χριστοῦ καὶ ἀπιέναι πρὸς τοὺς ψευδομάρτυρας, τουτέστιν αἱρετικῶν,
ἢ αὐτοὺς πρὸς τοὺς προειρημένους αἱρετικοὺς γενομένους· Οὗτοι γάρ ἀλλότριοι τοῦ
Θεοῦ τυγχάνουσιν. Ἔστωσαν οὖν ἀνάθεμα οἱ ἀπερχόμενοι πρὸς αὐτούς.
11. Κανὼν ΛΖ' τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου : "Ὅτι οὐ δεῖ παρὰ τῶν Ἰουδαίων ἢ αἱρετικῶν τὰ
πεμπόμενα ἑορταστικὰ λαμβάνειν, μηδὲ συνεορτάζειν αὐτοῖς"
12. Κανὼν Θ' τοῦ Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας : "Ἐρώτησις. Εἰ ὀφείλει Κληρικὸς εὔχεσθαι,
παρόντων Ἀρειανῶν, ἢ ἄλλων αἱρετικῶν; ἢ οὐδὲν αὐτὸν βλάπτει, ὁπόταν αὐτὸς ποιῇ
τὴν εὐχήν, ἤγουν τὴν προσφοράν; Ἀπόκρισις. Ἐν τῇ θείᾳ ἀναφορᾷ ὁ
Διάκονος προσφωνεῖ πρὸ τοῦ ἀσπασμοῦ. "Οἱ ἀκοινώνητοι περιπατήσατε." Οὐκ
ὀφείλουσιν οὖν παρεῖναι, εἰ μὴ ἂν ἐπαγγέλλωνται μετανοεῖν καὶ ἐκφεύγειν τὴν
αἵρεσιν"
Στους πιο πάνω
κανόνες θα πρέπει να προστεθούν και οι :
13. Κανὼν β’ τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου : "Πάντας τοὺς εἰσιόντας εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τῶν
ἱερῶν Γραφῶν ἀκούοντας, μὴ κοινωνοῦντας δὲ εὐχῆς ἅμα τῷ λαῷ ἢ ἀποστρεφομένους
τὴν ἁγίαν μετάληψιν τῆς εὐχαριστίας κατά τινα ἀταξίαν, τούτους ἀποβλήτους
γίνεσθαι τῆς Ἐκκλησίας, ἕως ἂν ἐξομολογησάμενοι καὶ δείξαντες καρποὺς μετανοίας
καὶ παρακαλέσαντες τυχεῖν δυνηθῶσι συγγνώμης, μὴ ἐξεῖναι δὲ κοινωνεῖν τοῖς
ἀκοινωνήτοις, μηδὲ κατ' οἴκους συνελθόντας συνεύχεσθαι τοῖς μὴ τῇ ἐκκλησίᾳ
συνευχομένοις, μηδὲ μὴ συναγομένοις. Εἰ δὲ φανείῃ τις τῶν ἐπισκόπων, ἢ
πρεσβυτέρων, ἢ διακόνων, ἢ τις τοῦ κανόνος τοῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, καὶ
τοῦτον ἀκοινώνητον εἶναι, ὡς ἂν συγχέοντα τὸν κανόνα τῆς Ἐκκλησίας".
14. Κανών Α' τῆς Δ' Οἰκουμενικής Συνόδου, (επικυρώνει
τους Κανόνες των ἐν Λαοδικείᾳ και Αντιοχεία Τοπικών Συνόδων καὶ τοῦ Αγ.
Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας)
15. Κανών Β' τῆς ΣΤ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου, (επικυρώνει
τους Αποστολικούς Κανόνες, τους κανόνες των ἐν Λαοδικείᾳ και Αντιοχεία
Τοπικών Συνόδων και του Αγ. Τιμοθέου Αλεξανδρείας).
16. Κανών Α' τῆς Ζ' Οἰκουμενικής Συνόδου (επικυρώνει
τους Αποστολικούς Κανόνες, τους κανόνες των ἐν Λαοδικείᾳ και Αντιοχεία
Τοπικών Συνόδων και του Αγ. Τιμοθέου Αλεξανδρείας).
Από την απλή παράθεση των Κανόνων γίνονται σαφή
τα εξής :
1. Για τους Πατέρες είναι ιδιαίτερα κρίσιμο από
πνευματικής απόψεως το θέμα της επικοινωνίας με αιρετικούς στα πλαίσια της
προσευχής και της Θ. Λατρείας. Αυτό είναι εμφανές από το μεγάλο αριθμό των
κανόνων που διαπραγματεύονται το θέμα αυτό.
2. Το θέμα της συμπροσευχής με αιρετικούς απασχολεί
διαχρονικά την Εκκλησία. Γι’ αυτό και οι σχετικοί απαγορευτικοί κανόνες
καλύπτουν χρονικά ολόκληρη την περίοδο που συντασσόταν το Κανονικό Δίκαιό της.
3. Προφανώς οι παραβάσεις των κανονικών αυτών διατάξεων
ήταν συχνές. Η Εκκλησία όμως εμμένει, επανέρχεται και επαναδιατυπώνει τις ίδιες
απαγορεύσεις.
4. Οι κανονικές διατάξεις είναι σαφείς, απόλυτες και
κατηγορηματικές στην απαγόρευση συμμετοχής σε κοινή προσευχή και λατρεία με
αιρετικούς ή σχισματικούς.
ΣΙΓΓΙΛΙΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΩΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΥ Εἰς τὸ μὴ παραδέχεσθαι τὸ νεότερον Πασχάλιον ἤ Καλενδάριον τοῦ ΝΕΟΥ καινοτομηθέντος Μηνολογίου.
ΣΙΓΓΙΛΙΟΝ
ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΩΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΥ
Εἰς
τὸ μὴ παραδέχεσθαι τὸ νεότερον Πασχάλιον ἤ Καλενδάριον τοῦ ΝΕΟΥ καινοτομηθέντος Μηνολογίου.
ΠΙΣΤΕΥΕΤΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΑΝΑΡΤΗΘΗ ΚΑΙ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΘΗ Η ΠΙΟ ΚΑΤΩ ΑΝΑΡΤΗΣΗ?? ΜΗΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΞΙΟ ΛΟΓΟΥ ΝΑ ΤΗΝ ΣΥΖΗΤΗΣΟΥΜΕ?? ΜΗΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΨΕΥΔΗ , ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΛΕΕΙ?? Ο ΧΙΛΙΑΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ ΟΙ ΧΙΛΙΑΣΤΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ?? Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ ΟΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ?? Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΕΡΕΣΗ ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΠΟΥ ΣΥΜΕΤΕΧΟΥΝ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ?? (ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΑ ΤΟΜ. 9 ΣΕΛ. 865) ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗΣ ΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ -ΠΣΕ- ΚΑΙ ΠΙΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΙΑ ΠΡΩΣΟΠΑ ΣΥΜΕΤΕΙΧΑΝ ΣΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΔΙΑΨΕΥΣΤΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΚΑΙ Ο ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΚΑΤΗΓΟΡΟΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΟΜΑΔΩΝ ΔΕΚΑΤΡΙΜΕΡΙΤΩΝ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ!!!!!!!
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΝΑΙ
Ο ΑΔΙΑΨΕΥΣΤΟΣ ΜΑΡΤΥΣ
ΚΑΙ Ο ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΚΑΤΗΓΟΡΟΣ
ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΟΜΑΔΩΝ ΔΕΚΑΤΡΙΜΕΡΙΤΩΝ ΤΟΥ
ΠΑΛΑΙΟΥ!!!!!!!
Δοσίθεου Ἰεροσολύμων.
† Τέσσαρα μεγάλα θηρία ἐγεννησεν ὁ ΙΣΤ αἰών : Τὴν αἴρεσιν τοῦ
Λούθηρου, τὴν αἴρεσιν τοῦ Καλβίνου, τὴν αἴρεσιν τῶν Γιεζουβιτών καὶ τὴν αἴρεσιν
τοῦ νέου Καλενδαρίου.
Τοῦ Ἁγίου Φωτίου.
† «Καὶ γὰρ ἐστιν ὄντως τὰ Κοινὰ πᾶσιν φυλάττειν ἐπάναγκες καὶ
πρὸ γε τῶν ἄλλων τὰ περὶ Πίστεως· ἔνθα καὶ τὸ παρεκλῖναι μικρὸν ἁμαρτεῖν ἐστὶν ἁμαρτία
τὴν πρὸς θάνατον». (Ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ρώμης Νικόλαον).
Ἁγίου Νικηφόρου.
(Τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ ἀποτελοῦν οἱ εὐσεβεῖς ὁσονδήποτε ὀλίγοι
καὶ ἄν μείνουν. Οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν καινοτομίαν, ἔξω τῆς Ἐκκλησίας εἶναι).
Εἴ τις πᾶσαν ἐκκλησιαστικὴν παράδοσιν ἔγγραφον ἤ ἀγραφον ἀθετεῖ,
ἀνάθεμα (τρὶς). Ἡμεῖς τηροῦμεν καὶ κρατοῦμεν τὰ δόγματα καὶ τὰς παραδόσεις τῆς
Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἁποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.Τοῦς δὲ νεοτερίζοντας
καινοτόμους, καὶ πᾶσαν αἴρεσιν ἀναθεματίζομεν. Ἀνάθεμα (τρὶς).
Τῆς ἁγίας ἑβδόμης οἰκουμενικῆς Συνόδου.
† «... Ἡμεῖς τῇ ἀρχαίᾳ θεσμοθεσίᾳ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐπακολουθοῦμεν,
ἡμεῖς τοὺς θεσμοὺς τῶν Πατέρων φυλάττομεν, ἡμεῖς τοὺς πρσθέτοντας τι ἤ ἀφαιροῦντας
ἐκ τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας ἀναθεματίζομεν».
Τῆς ἁγίας ἕκτης οἰκουμενικῆς Συνόδου.
† «Ὁρίζομεν ἑτέραν Πίστιν μηδενὶ ἐξεῖναι προφέρειν, ἥγουν
συγγράφειν ἤ συντιθέναι ἤ φρονεῖν ἤ διδάσκειν ἑτέρως τοὺς δὲ τολμῶντας τοῦτο
ποιεῖν ἀναθεματίζομεν».
Επιστολή προς Μητρ. Φλωρίνης Αυγουστίνο Καντιώτη.
«Επειδή το παλαιόν εορτολόγιον είναι παράδοσις έγγραφος,
επειδή το νέον είναι καινοτομία παπικής και μασονικής προελεύσεως, όσοι
καταφρονούν το παλαιόν εορτολόγιον και ακολουθούν το νέον είναι υποκείμενοι τω
αναθέματι. Κάθε πρόφασις και δικαιολογία είναι
αδικαιολόγητος και «πρόφασις εν αμαρτίαις». Ηναγκάσθην την παρελθούσαν
Κυριακήν να ανέλθω εις την κορυφήν των Αγίων Πάντων και του προφήτου Ηλιού… και
γονυπετήσας έμπροσθεν της πανσέπτου εικόνος αυτών μετά δακρύων εζήτησα παρ΄
αυτών να μοι αποκαλύψουν ποίον εορτολόγιον οφείλω καγώ ο ελάχιστος και οι
αδελφοί μου, τα πνευματικά μου τέκνα και πάντες οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί να
ακολουθώμεν. Πριν έτι τελειώσω την οικτράν ταπεινήν μου δέησιν, ήκουσα φωνής ένδοθέν
μοι λεγούσης: «Το παλαιόν εορτολόγιον να ακολουθήσετε, το οποίον σας παρέδωκαν
οι τας επτά αγίας Οικουμενικάς Συνόδους συγκροτήσαντες θεοφόροι πατέρες, και
ουχί το νέον των παπών της Δύσεως, των την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και
Αποστολικήν Εκκλησίαν σχισάντων και τας Αποστολικάς και πατρικάς παραδόσεις
καταφρονησάντων» !!! Τοιαύτην συγκίνησιν, τοιαύτην χαράν, τοιαύτην ελπίδα,
τοιαύτην ανδρείαν και μεγαλοψυχίαν ησθάνθην την στιγμήν εκείνην, οίαν σπανίας
στιγμάς ησθάνθην εις όλην την ζωήν εν ώρα προσευχής… Μη νομίζομεν ως μηδαμινόν, το ότι
ακολουθούμεν το παπικόν εορτολόγιον. Είναι παράδοσις και ως παράδοσιν οφείλομεν
να την φυλάξωμεν, διότι υποκείμεθα εις ανάθεμα. «Ει τις πάσαν παράδοσιν
έγγραφον ή άγραφον αθετεί, ανάθεμα», ορίζει η Ζ΄Οικ. Σύνοδος… Λοιπόν δεν είναι καιρός να σιωπάτε
πλέον… μη αναβάλλετε, σπεύσατε».
(Πάρος 19-6-1968).
«… Εάν εξακολουθήσωμεν ακολουθούντες το παπικόν ημερολόγιον,
δεν είναι δυνατόν να απαλλαγώμεν του αναθέματος. Η Ιερά Σύνοδος και οι άγιοι
Αρχιερείς, ας φροντίσουν να επαναφέρουν το πατροπαράδοτον ημερολόγιον, δια να
απαλλάξουν εαυτούς και τα ποίμνια αυτών των αναθεμάτων».
(Αρχιμ. Φιλοθέου Ζερβάκου: «Το νέον παπικόν ημερολόγιον και
οι καρποί αυτού, σελ. 33).
(σ.σ. Εάν η «Εκκλησία» της Ελλάδος επαναφέρει το παλαιόν
ημερολόγιο, λύθηκε το πρόβλημα; Ασφαλώς όχι. Έχουν εισέλθει –οι Οικουμενιστές-
τόσο πολύ στην πλάνη, που σχεδόν δεν άφησαν τίποτε όρθιο…).
Τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ΚΑΝΩΝ 45ος.
Ὅποιος Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος ἤθελε
συμπροσευχηθῆ μονάχα, ἀλλ' ὄχι καὶ νὰ συλλειτουργήση μὲ αἴρετικούς ἄς ἀφορίζεται.
Επειδή ὅποιος μὲ τοῦς ἀφορισμένους συμπροσεύχεται (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί)
πρέπει νὰ συναφορίζεται καὶ αὐτός, κατά τὸν 10ον Κανόνα τῶν Ἀγ.Αποστόλων. Εἰ δὲ
καὶ ἐσυνχώρησεν εἰς τοῦς αἰρετικούς αὐτούς νὰ ἐνεργήσουν κανένα λειτούργημα ὡσάν
Κληρικοί, ἄς καθαίρηται ἐπειδή ὅποιος Κληρικός συλλειτουργήσει μὲ καθηρημένους,
(καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί κατὰ τὸν β΄. καὶ δ΄. τῆς γ΄.) συγκαθαιρεῖται
καὶ αὐτός κατὰ τὸν 11ον κανόνα τῶν Ἀποστόλων.
Πρωτοπρ. π. Θεόδωρος Ζήσης:
Μέ ἁπλᾶ λόγια: Στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀνήκουν ὅσοι ἀκολουθοῦν
τήν ἀλήθεια• ὅσοι δέν ἀκολουθοῦν τήν ἀλήθεια, αὐτοί δέν ἀνήκουν στην Ἐκκλησία.
Αὐτό ἰσχύει πολύ περισσότερο γιά ὅσους ἐξαπατοῦν τους ἑαυτούς των αὐτοαποκαλούμενοι
καί ἀλληλοαποκαλούμενοι ποιμένες καί ἱεροί ἀρχιποιμένες. Γιατί ἔχουμε διδαχθῆ ὅτι
ὁ Χριστιανισμός δέν δίνει σημασία στά πρόσωπα, ἀλλά στήν ἀλήθεια καί στήν ἀκρίβεια
τῆς πίστεως.
Απεκρούσθη το Γρηγοριανόν
Ημερολόγιον α΄
Είς το βιβλίον , του
τακτικού καθηγητού της θεολογικής σχολής
Αθηνών , κ. Κων/νου Μουρατίδου
ΚΑΝΟΝΙΚΟΝ
ΔΙΚΑΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΙΜΙΑΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ , τόμος πρώτος
- Αθήναι 1982
Αναφέρονται τά κάτωθι
περί του νέου
ημερολογίου:
Κεφάλαιον
Δεύτερον: ΠΗΓΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΥ σελ. 111
Β) Δευτέρα περίοδος
1580—1584. Συνεζητήθη το ΓΡΗΓΟΡΙΑΝΟΝ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ και ΑΠΕΚΡΟΥΣΘΗ
Σημ. είς το αυτό βιβλίο
ο κ. καθηγητής κ. Μουρατίδης
φθάνοντας είς το
έτος 1923 δεν
αναφέρει ουδέν ότι
απεφασίσθη η αλλαγή του
ημερολογίου διότι δεν
ήτο απόφασις της
Εκκλησίας.
Απεκρούσθη το Γρηγοριανόν
Ημερολόγιον β΄
Είς το βιβλίον
του Παντελεήνομος Ροδουπούλου
, Μητροπολίτου Τυρολόης
και Σερεντίου ,
Καθηγητού της θεολογηκής
σχολής θεσσαλονίκης.
ΜΑΘΗΜΑΤΑ
ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 1986
ΘΕΣ/ΝΙΚΗ
Αναφέρει είς το
κεφάλαιον , ΑΙ ΠΗΓΑΙ
ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ,
και εις την
σελίδα 69 :
Β) κατά την περίοδον
1580—1584 συνεζητήθη το Γρηγοριανόν
Ημερολόγιον και ΑΠΕΡΡΙΦΘΗ.
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΟΥΚ
ΟΙΔΕΝ ΑΚΡΙΒΕΙΑΝ ΧΡΟΝΟΥ
, ΕΝ ΜΟΝΟΝ ΟΙΔΕΝ , ΤΗΝ
ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ .
ΔΟΓΜΑ ΓΑΡ ΔΟΓΜΑΤΩΝ
ΕΣΤΙΝ Η ΕΝΟΤΗΣ
ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ
Πρακτικά Α΄
οικουμενικής συνόδου έν
υποσημειώσει
ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΙ
ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ ΣΙΩΠΟΥΝ?? ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙ
ΑΝΑΡΤΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΚΑΝΕΙΣ
ΔΕΝ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ
ΤΟ ΜΕΓΑ ΑΥΤΟ
ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ!!!!!
Κανών 33ος τῆς ἐν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου.
Διορίζει οὔτος ὁ Κανών νὰ μὴ συμπροσευχώμεθα οὔτε μὲ τοὺς αἰρετικοὺς,
ἤτοι τοὺς σφάλλοντας περὶ τὴν πίστιν, οὔτε μὲ τοὺς σχισματικοὺς, ἤτοι τοὺς κατὰ
τὴν πίστιν μὲν ὀρθοδόξους ὄντας, χωριζομένους δὲ ἀπὸ τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν διὰ
τινας παραδόσεις καὶ ἔθιμα ἰάσιμα, κατὰ τὸν α΄. τοῦ Μεγ.Βασιλείου.
Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
Περὶ τῶν Σχισματικῶν ἱερέων ὅτι στεροῦνται οὗτοι τῆς θείας
χάριτος.
† Ἀφοῦ δὲ μίαν φορὰν ἐσχίσθησαν
ἀπὸ τὸ ὅλον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔχασαν αὐτὸ καὶ δὲν εἰμποροῦν πλέον νὰ βαπτίσουν
ἄλλους, ἤ νὰ χειροτονήσουν ἤ ἁπλῶς νὰ δώσουν χάριν, τὴν ὁποίαν διὰ τοῦ
σχίσματος ἐστερήθησαν, ὅθεν καὶ οἱ ὑπ’ αὐτῶν βαπτιζόμενοι λογίζονται ὅτι ὑπὸ
λαϊκῶν ἐβαπτίσθησαν (Ἑρμηνεία α΄. Κανόνος). «Ὥσπερ μέλος τὶ ἀποκοπὲν τοῦ
σώματος παύει μετέχον τῆς ζωτικῆς δυνάμεως, οὕτω καὶ πᾶς τις ἀποσχιζόμενος τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ δὲν μετέχει τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἥν ἔλαβεν
ἐν τῷ βαπτίσματι» (Ἐκ τοῦ ἱεροῦ Πηδαλίου).
Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου.
† «Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα κἄν ἀξιόπιστος ἤ κἄν
νηστεύῃ καὶ παρθενεύῃ κἄν σημεῖα ποιῇ κἄν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν
προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος».
ΣΙΓΓΙΛΙΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΩΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΥ
τοῖς ἁπανταχοῦ Ὁρθοδόξοις Χριστιανοῖς εἰς τὸ μὴ παραδέχεσθαι
τὸ νεότερον Πασχάλιον ἤ Καλενδάριον τοῦ καινοτομηθέντος Μηνολογίου, ἀλλ’ ἐμμένειν
τοῖς ἅπαξ ἁπλανῶς καὶ καλῶς διατυπωθεῖσει παρὰ τῶν Ἁγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων τῆς
Ἁγίας Οἱκουμενικῆς πρῶτης Συνόδου μετ’ Ἐπιτιμίου Ἀναθέματος.
†Ἱερεμίας ἐλέω Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνστ/πόλως καὶ Οἱκουμενικὸς
Πατριάρχης.
Ἐπειδὴ καὶ πάλιν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἅτε καινοτομίας
χαίρουσα τοῖς περὶ αὐτὴν Ἀστρονόμοις ἀπερισκέπτως συνήνεσε καὶ μετέθετο τὰ καλῶς
περὶ τοῦ Ἁγίου Πάσχα τοῖς Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς τελούμενα τὰς ἀπὸ τῆς Ἁγίας καὶ
Οἱκουμενικῆς Πρῶτης Συνόδου τῶν 318 Θεοφόρων Πατέρων ὁρισθέντα παρὰ πανταχοῦ Γῆς
Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καὶ παρὰ τῶν λοιπῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων κυροθέντα τὰ
ἑορταζόμενα, ὡς ὥρισαν, τοῦτου δὲ ἕνεκα σκανδάλων γίνεται· ἦλθον γὰρ ἄνδρες τινὲς
ἀπὸ τῆν Παλαιὰν Ρώμην ὅ ἔμαθον ἐκεῖ νὰ λατινοφρονῶσιν καὶ τὸ κακὸν εἶναι ὄχι
μόνον πὼς ἤλλαξαν τὴν Ἁγίαν Ὀρθόδοξον Πίστιν, ἀλλὰ καὶ πολεμοῦσι τὰ Ὀρθόδοξα καὶ
ἀληθινὰ δόγματα τῆς ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὅπου μᾶς παρέδωκεν αὐτὸς ὁ
Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ οἱ Θεῖοι Ἀπόστολοι καὶ αἰ Ἅγίαι ἑπτὰ Οἱκουμενικαὶ
Σύνοδοι τῶν Ἁγίων Θεοφόρων Πατέρων. Ὅθεν τοιοῦτους ὡς σεσηπότα μέλη ἀποκόπτοντες
ὁρίζομεν ταῦτα ἀποφασιστικῶς.
Ὅποιος δὲν ἀκολουθεί τὰ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, καθῶς οἱ ἐπτά Ἁγίαι
Οἰκουμενικαί Σύνοδοι ἐθέσπισαν, καὶ τὸ Ἅγιον Πάσχα καὶ τὸ μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν
νὰ ἀκολουθῶμεν, καὶ θέλει νὰ ἀκολουθά τὸ νεοεφεύρετον Πασχάλιον καὶ νέον
μηνολόγιον τῶν ἄθεων ἀστρονόμων τοῦ Πάπα, καὶ ἐναντιώνεται εἰς αὐτά ὅλα, καὶ
θέλει νὰ ἀνατρέψει καὶ νὰ χαλάσει τὰ πατροπαράδοτα δόγματα καὶ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας,
ἄς ἔχει τὸ ἀνάθεμα, καὶ ἔξω τῆς τοῦ Χριστού Εκκλησίας καὶ τῆς τῶν πιστών ὁμηγύρεως
ἄς εἶναι.
Ἐσείς δὲ οἱ εὐσεβείς καὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, μένετε ἐν οἰς
ἐμάθατε καὶ ἐγεννήθητε καὶ ἀνατράφητε καὶ ὅταν τὸ καλέση ὁ καιρὸς καὶ ἡ χρεία,
καὶ αὐτὸ τὸ αἴμα σας νὰ χύνετε διὰ νὰ φυλάξετε τὴν Πατροπαράδοτον Πίστιν καὶ ὀμολογία
σας, καὶ νὰ φυλάγεσθε ἀπὸ τῶν τοιούτων, καὶ προσέχετε ἵνα καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς
Χριστὸς σᾶς βοηθᾶ ἄμα καὶ ἡ εὐχῆ τῆς ἡμῶν μετριότητος εἶη μετὰ πάντων ἡμῶν. Ἁμήν.
Ἔτους ἀπὸ Θεανθρώπου αφπγ΄ (1583)
Ἰνδικτίωνος Ιβ΄ Νοεμβρίου Κ΄
+ Ὁ Κων/πόλεως Ἰερεμίας
+ Ὁ Ἀλεξανδρίας Σιλβέστρος
+ Ὁ Ἰεροσολύμων Σωφρόνιος
Καὶ οἱ λοιποί Ἀρχιερείς τῆς
Συνόδου παρόντες.
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Πρὸς τοὺς ἀπανταχοῦ Ὀρθοδόξους.
Κρατώμεν τῆς ὁμολογίας, ἥν παρελάβομεν ἄδολον, παρά
τηλικούτων ἀνδρῶν,
ἀποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμόν, ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ
Διαβόλου.
Ὁ δεχόμενος νεωτερισμόν, κατελέγχει ἐλλειπή τὴν κεκηρυγμένην
Ὁρθόδοξον πίστην.
Ἀλλ’ αὔτη πεπληρωμένη ἤδη ἐσφράγισται, μὴ ἐπιδεχόμενη μήτε
μείωσιν, μήτε αὔξησιν, μήτε ἀλλοίωσιν, καὶ ὁ τολμών ἤ πράξαι ἤ συμβουλεύσαι ἤ
διανοηθήναι τοῦτο, ἤδη ἠρνήθη τὴν πίστιν τοῦ Χριστού, ἤδη ἐκουσίως καθυπεβλήθη
εἰς τὸ αἰώνιον ἀνάθεμα, διὰ τὸ βλασφημεῖν εἰς τὸ Πνεύμα τὸ Ἅγιον, ὡς τάχα μὴ ἀρτίως
λαλήσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς καὶ Οἰκουμενικαῖς Συνόδοις…
Ἄπαντες οὐν οἱ νεωτερίζοντες ἤ αἰρέσει ἤ σχίσματιἐκουσίως ἐνεδύθησαν
κατάρα ὡς ἰμάτιον (Ψαλμ-ΡΗ’18), κἄν τε Πάπαι, κἄν τε Πατριάρχαι, κἄν τε
κληρικοί, κἄν τε λαϊκοί, κἄν Ἄγγελος ἐξ Οὐρανοῦ.
Ἄνθιμος ἐλέω Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως Νέας Ρώμης ἤ Οἰκουμ.
Πατρ.
Ἰερόθεος ἐλέω Θεοῦ Πάπας καὶ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καὶ πᾶσης
Αἰγύπτου.
Μεθόδιος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἀντιοχείας.
Κύριλλος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἰεροσολύμων.
Καὶ αἱ περὶ αὐτοὺς Ἱεραὶ Συνόδοι.
Ἐν Κωνσταντινούπολει τὸ σωτήριον ἔτος 1848.
ΠΡΟΣΕΧΩΣ ΟΛΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)