Οι πληγές και η κατάρα τού Δυτικού διαφωτισμού στη νεόκοπη Ελλάδα τού 19ου αιώνα , και η αιχμαλωσία της πατρίδος μας και της Ορθοδόξου Εκκλησίας στις δυτικές δυνάμεις του σκότους
Με τη σύσταση του Νεοελληνικού κράτους, οι Προτεσταντίζοντες Διαφωτιστές του Κοραή που πήραν την ηγεσία στη χώρα, έσπευσαν να ΛΗΣΤΕΨΟΥΝ και να κλείσουν τα μοναστήρια, που ήταν "η καρδιά" της Ορθοδοξίας, και που δίδασκαν τον λαό την αγνή Ορθόδοξη πίστη. Και οδήγησαν τον Ελληνικό λαό στη σημερινή αμάθεια της δικής του παράδοσης, για να την αντικαταστήσουν με Δυτικόφερτες ιδεοληψίες και αιρετικά δόγματα.
Το έτος της δολοφονίας
του Ι. Καποδίστρια (1831), ο Κοραής εκδίδει τον «Ιερατικόν Συνέκδημον», κείμενο
με το οποίο προτείνει μεταρρύθμιση της Εκκλησίας κατά τα πρότυπα του
προτεσταντικού καλβινισμού. Επιχειρεί την μετατροπή της Εκκλησίας σε «Εθνικό
θεσμό» υπό κρατικό έλεγχο. Μια ακόμα δημόσια υπηρεσία δηλαδή. Οι «Κοραϊκοί»
θεωρούν απαραίτητη την απόσχιση της Εκκλησίας της Ελλάδος από το Οικουμενικό
Πατριαρχείο, αφού η Ελληνική Επανάσταση έγινε κατά των Τούρκων και των Ρωμαίων
("Βυζαντινών") από τους απογόνους των αρχαίων Ελλήνων. Τις ιδέες του
Κοραή θα εφαρμόσουν αργότερα οι συνεργάτες του, όπως λ.χ. ο Θεόκλητος
Φαρμακίδης με την συνεργασία του Μάουρερ, οι οποίοι οργανώνουν Εκκλησιαστικό
πραξικόπημα, με συνεργασία των Βαυαρών. Πλέον αρχηγός της Ι.
Συνόδου θεωρείται ο αλλόδοξος (Παπικός) Όθωνας, ο οποίος προεδρεύει και
τον οποίο πρέπει να μνημονεύουν οι Ιερείς. Με βάση την νέα κατάσταση ο ξένος
και αλλόδοξος Βασιλιάς διορίζει την πενταμελή Ιερά Σύνοδο κατά τις
απόψεις του. Ευτυχώς το σχίσμα αυτό δεν διαρκεί πολλά χρόνια και το 1850,
μετά από ορισμένες υποχωρήσεις της Ελλαδικής Εκκλησίας το σχίσμα θεραπεύεται.
Ας δούμε όμως τι συνέβη στην Εκκλησία της Ελλάδος μετά το 1833 και την
επικράτηση των κοραϊκών:
«Είμαστε στο 1833. Το μικρό κράτος,
το μέχρι της Μελούνας, μετρά τα μοναστήρια του. Βρέθηκαν 593. Πολλά είναι.
Δεν χρειάζονται τώρα πια (λίγο πριν χρειάζονταν όμως). Με διάταγμα λοιπόν της
Βαυαρικής Αντιβασιλείας (γράφε: Θεόκλητος Φαρμακίδης) της 25/9 του αυτού έτους
καταργούνται 412, όλα όσα είχαν κάτω από εξ μοναχούς. Οι εγκαταβιούντες
σ’ αυτά μοναχοί έπρεπε να εξωσθούν βιαίως, η δε περιουσία αυτών να
κρατικοποιηθή.
Με άλλο διάταγμα της αντιβασιλείας της
25/2 του επομένου έτους διατάσσεται ο περιορισμός των γυναικείων Μονών εις
τρεις μόνον καθ’ άπασαν την επικράτειαν. Εις το κάθε ένα από αυτά να μη
υπερβαίνουν οι μοναχές τις 40. Εάν τυχόν αι μοναχαί υπερέβαινον τον αριθμόν
αυτόν, “θέλουν προσκληθή παρά του κατά τόπον επισκόπου να παραιτήσωσι την
μοναστικήν ζωήν και να επανέλθουν εις τον κόσμον. Τον επίσκοπον θέλει επιφορτίσει
η Σύνοδος να κοινοποιήση προς αυτάς εν ονόματί της, ότι δύνανται να πράξωσι
τούτο ακατακρίτως”.
Και ήθελεν ειπή τις: Καλά, αυτό είναι
διαταγή του Κράτους. Η Σύνοδος τι έκαμε, αντέδρασε; Πώς να αντιδράση εφ’ όσον
συντάκτης του διατάγματος και της εγκυκλίου ήταν ένα και το αυτό πρόσωπον, ο
κοραϊστής Θεόκλητος Φαρμακίδης, Αρχιγραμματεύς της τετραμελούς Συνόδου;
(Κορίνθου Κύριλλος, Βοιωτία Παϊσιος, Θήρας Ζαχαρίας, Αττικής Σοφρόνιος); Κάθε
άλλο μάλιστα. Ευηρεστήθη τα μάλα. Άκου λοιπόν συνοδικάς αυτοκεφάλους
επευφημίας:
Εν Ναυπλία την 5 Μαϊου 1834
“…Όθεν κατηργήθησαν τα έχοντα ολιγωτέρους των
έξ μοναχούς και διατηρούνται μόλις 80-90, όσα δηλαδή έχουσι περισσοτέρους των
έξ μοναχών…Κανείς βεβαιότατα δεν θέλει ευρεθή εναντίος του χρησιμώτατου τούτου
μέτρου, σκεπτόμενος ορθώς και απαθώς εις τα μεγάλα αυτού αποτελέσματα”.
Ποια αποτελέσματα;
Όσα εσεβάσθησαν οι κατακτηταί επί
αιώνας, κατεστράφησαν σε δύο-τρεις μήνες. Η ζημιά για την Εκκλησία και το
Γένος είναι ανυπολόγιστες. Ιερά κειμήλια χειρόγραφα ιερά σκεύη, άγια λείψανα,
πετάχτηκαν στα ρέματα, πουλήθηκαν, κάηκαν. Μ’ ένα και μόνο σκοπό. Να μην
μπορούν οι εκδιωχθέντες καλόγηροι να επιστρέψουν και πάλιν. Λες και οι χθεσινοί
αγωνισταί έγιναν σήμερα άσπονδοι εχθροί.
Την τραγικήν αυτή εικόνα παρουσιάζει
εύγλωττα με τον δικό του μοναδικό τρόπο ο Μακρυγιάννης (Απομνημονεύματα,
εκδόσεις Καραβία, σ. 362):
“Αφάνισαν όλως διόλου τα μοναστήρια και
οι καημένοι οι καλόγηροι, όπου αφανίσθησαν εις τον αγώνα, πεθαίνουν της πείνας,
μέσα στους δρόμους, οπού αυτά τα μοναστήρια ήταν τα πρώτα προπύργια της
επανάστασής μας… Και θυσιάστηκαν οι καημένοι οι καλόγεροι, και σκοτώθηκαν οι
περισσότεροι εις τον αγώνα. Και οι Μπαυαρέζοι παντύχαιναν ότι είναι Καπουτσίνοι
της Ευρώπης, δεν ήξεραν ότι είναι σεμνοί και αγαθοί, άνθρωποι και με τα έργα
των χεριών τους απόχτησαν αυτά αγωνίζοντας και δουλεύοντας τόσους αιώνες και
ζούσαν μαζί τους τόσοι φτωχοί κι έτρωγαν ψωμί. Και οι αναθεματισμένοι της
πατρίδας πολιτικοί μας και οι διεφθαρμένοι αρχιερείς…συμφώνησαν με τους
Μπαυαρέζους και χάλασαν και ρήμαξαν όλους τους ναούς των Μοναστηριών”» [Αρχιμ. Δοσίθεου «Θέλω να πιώ όλο τον Βόσπορο», Β’
έκδοση, εκδ. Ι. Μονής Τατάρνης Ευρυτανίας, σελ. 256-257 ]
23
Ιουλίου 1833 : Ανακήρυξη της
αυτοκεφαλίας της Ελληνικής Εκκλησίας από το πατριαρχείο
Κωνσταντινουπόλεως ( απόσχιση ) υπό την
πίεση των Βαυαρών τότε αλλά και μέχρι
σήμερα κατακτητών . Ο Μάουρερ με τον
Φαρμακίδη συνέταξαν καταστατικό για τη διοίκηση της Εκκλησίας. Σύμφωνα μ΄ αυτό,
κεφαλή της Εκκλησίας για την διοίκηση
των εσωτερικών αναγνωριζόταν ο Ρωμαιοκαθολικός Βασιλιάς Όθωνας. Θα
σχηματιζόταν Διαρκής Σύνοδος, στην οποία, όταν συνεδρίαζε, θα παρευρισκόταν και
Βασιλικός Επίτροπος με αποφασιστικές αρμοδιότητες. Οι Επίσκοποι θα διορίζονταν
από τον Βασιλιά και η μισθοδοσία τους θα γινόταν από το Κράτος. Τα
μοναστήρια θα περιορίζονταν .<Αναστασίου Ιω. Ε., Εκκλησιαστική ό.π.,
σσ. 676-677.>
Οι πληγές τού Δυτικού διαφωτισμού στη
νεόκοπη Ελλάδα τού 19ου αιώνα
Όταν
οι Προτεστάντες και οι "Διαφωτιστές" κατηγορούν την Εκκλησία για
πολλά προβλήματα, "ξεχνούν" να μάς πουν ότι τις πληγές αυτές οι ίδιοι
φρόντισαν να τις δημιουργήσουν ήδη από την αρχή τού Ελληνικού κράτους, μέσω τού
Όθωνα. Στα παρακάτω ο στρατηγός Μακρυγιάννης, καταγράφει τα δεινά που
προκάλεσαν οι Δυτικοί στην εποχή του, από τη διαφθορά και την κομματοποίηση και
διάλυση τού Ελληνισμού, μέχρι τους διωγμούς τών Μοναχών. Ένα παρελθόν όχι και
τόσο διαφορετικό από το παρόν μας στον 21ο αιώνα...
Δυτικός διαφωτισμός κι Ελλάδα Μέρος 1ον
Ας
αφήσουμε τον Μακρυγιάννη να μας αφηγηθεί...
Όσα
θα ειπώ εγώ είναι εις βάρος μου, και τα καλά και τα κακά- πες του
κομαντάντη Ποίον βάρβαρον έθνος έκαμε όσα κάνει το Γαλλικόν έθνος σ’ εμάς
τους Έλληνες; δεν σεβάστη τα αίματά μας εδώ-μέσα οπού πατούνε, οπού αχνίζουν
ακόμα; Όλους μας έκαμαν άτιμους κι άναντρους και μας ξαρματώνουν με την δύναμή
τους και μας κάνουν γυναίκες. Και τις γυναίκες άντρες και φρουρά της Κυβέρνησής
μας. Τα σπαθιά των μπακάληδων φυλάνε την Κυβέρνησίν μας, το σπαθί του Νότη
Μπότζαρη, του Φωτομάρα, του Κριτζώτη κι αλλουνών πολλών αγωνιστών τα ‘χετε
πεταμένα μέσα -εις τα υπόγεια των Βενετζάνων- σπαθιά μας και ντουφέκια μας και
πιστιόλες μας.
Σήμερα
πάμεν να πεθάνωμεν μ’ εκείνους οπού μας κυβερνούνε, (μ’ αυτούς τους ευγενείς),
και να χαθούμεν όλοι εμείς (οι λησταί του Ζωγράφου) κι όταν πάμεν να πεθάνωμεν
μ’ εκείνους, κοπιάστε και η αφεντειά σας να μας τελειώσετε μίαν ώρα αρχύτερα».
Σηκώνεται και πάγει ο κομαντάντης εις τον Ρουάν τον Αντιπρέσβυ της Γαλλίας, του
λέγει αυτά, στέλνουν τον Κλωνάρη και μου μίλησαν να ησυχάσω. Σ’ ένα-κάρτο βλέπω
τους δυο γκενεραλαίους κι όλους τους αξιωματικούς -και το σπαθί μου το είχαν
στη μέση, κ’ έρχονται εις το σπίτι μου και μου λένε το «παρντόν» και μου δίνουν
το σπαθί. «Δεν το θέλω, τους λέγω αυτό το σπαθί είναι πολύ κατώτερον από
του Νότη, από του Φωτομάρα, από του Κριτζώτη κι αλλουνών. Αν δώσετε και των
άλλων Ελλήνων τα σπαθιά, πιστιόλες τους και ντουφέκια -και να τα φορούμεν
ελεύτερα, να μη μας πειράζη η βάρδια, αλλά να μας φέρνη κι όπλο όταν
διαβαίνωμεν, ότ’ είμαστε αξιωματικοί- κι αφού γένουν αυτά, να ξαρματώσετε και
τους μπακάληδες, οπού σέρνουν ουρές κοντά τους οι πολιτικοί μας». Τότε όλα αυτά
τα ‘καμαν ευτύς, τους ξαρμάτωσαν όλους και μου είπαν όσοι έρχονταν νέγοι, τους
έδινα ένα μπουλέτο και πήγαιναν εις τον κομαντάντη και φορούσαν τα’ άρματά
τους. Τότε πήρα το σπαθί μου, τους τρατάρησα και με πήραν και πήγαμεν εις το
τραπέζι τους και φάγαμεν.
Χάριτες
μεγάλες χρωστάγει η πατρίδα σ’ όλους τους ευεργέτες και καταξοχή σ’ αυτούς τους
γενναίους κιαγαθούς άντρες. Ότι αυτείνοι, αφού οι συνεισφορές τους ήταν κι
όντως μεγάλες και μας ανάστησαν εις τα δεινά μας, δεν θυσιάσαν ποτές δόλο κι
απάτη, να κατατρέχουν πεθαμένους ανθρώπους οι ζωντανοί και οι αντρείγοι δεν
θέλουν την γης και την θάλασσα να την ρουφήσουν αυτείνοι, να μην ζήσουν άλλοι
δυστυχείς και κατασκλαβωμένοι και καταφρονεμένοι τόσους αιώνες. Αφού ο Θεός
τους λυπήθη και θέλει να τους αναστήση, οι άνθρωποι τους καταπολεμούν να τους
φάνε, να τους χάσουνε, να τους σβύσουνε να μην ξαναειπωθούν Έλληνες. Και
τι σας έκαμεν αυτό τ’ όνομα των Ελλήνων εσάς των γενναίων αντρών της Ευρώπης,
εσάς των προκομμένων, εσάς των πλούσιων; Όλοι οι προκομμένοι άντρες των
παλαιών Ελλήνων, οι γοναίγοι όλης της ανθρωπότης, ο Λυκούργος, ο Πλάτων, ο
Σωκράτης, ο Αριστείδης, ο Θεμιστοκλής, ο Λεωνίδας, ο Θρασύβουλος, ο Δημοστένης
και οι επίλοιποι πατέρες γενικώς της ανθρωπότης κοπιάζαν και βασανίζονταν νύχτα
και ημέρα μ’ αρετή, με λικρίνειαν, με καθαρόν ενθουσιασμόν να φωτίσουνε την
ανθρωπότη και να την αναστήσουν να ‘χη αρετή και φώτα, γενναιότητα και
πατριωτισμόν. Όλοι αυτείνοι οι μεγάλοι άντρες του κόσμου κατοικούνε τόσους
αιώνες εις τον Άδη σ’ έναν τόπον σκοτεινόν και κλαίνε και βασανίζονται δια τα
πολλά δεινά οπού τραβάγει η δυστυχισμένη μερική πατρίδα τους. Χάνοντας
αυτείνοι, εχάθη και η πατρίδα τους η Ελλάς, έσβυσε τ’ όνομά της. Αυτείνοι δεν
τήραγαν να θησαυρίσουνε μάταια και προσωρινά, τήραγαν να φωτίσουν τον κόσμο με
φώτα παντοτινά. Έντυναν τους ανθρώπους αρετή, τους γύμνωναν από την κακή διαγωή
και τοιούτως θεωρούσαν γενικώς την ανθρωπότη και γένονταν δάσκαλοι της
αλήθειας. Κάνουν και οι μαθηταί τους οι Ευρωπαίοι την ανταμοιβή εις τους
απογόνους εμάς -γύμναση της κακίας και παραλυσίας. Τέτοι αρετή έχουν, τέτοια
φώτα μας δίνουν.
Μια
χούφτα απογόνοι εκεινών των παλαιών Ελλήνων χωρίς ντουφέκια και πολεμοφόδια και
τ’ άλλα τ’ αναγκαία του πολέμου ξεσκεπάσαμεν την μάσκαρα του Γκραν-Σινιόρε, του
Σουλτάνου, οπού ‘χε εις το πρόσωπόν του κ’ έσκιαζε εσέναν τον μεγάλον
Ευρωπαίον. Και του πλέρωνες χαράτζι εσύ ο δυνατός, εσύ ο πλούσιος, εσύ ο
φωτισμένος, και τον έλεγες Γκραν-Σινιόρε, φοβώσουνε να τον ειπής Σουλτάνο. Όταν
ο φτωχός ο Έλληνας τον καταπολέμησε ξυπόλυτος και γυμνός και του σκότωσε
περίτου από τετρακόσες-χιλιάδες ανθρώπους, τότε πολέμαγε και μ’ εσένα τον
χριστιανόν- με τις αντενέργειές σου και τον δόλο σου και την απάτη σου κ’
εφόδιασμα τις πρώτες χρονιές των κάστρων. Αν δεν τα φόδιαζες εσύ ο
Ευρωπαίγος, ήξερες που θα πηγαίναμεν μ’ εκείνη την ορμή.
Ύστερα
μας γιομώσετε και φατρίες -ο Ντώκινς μας θέλει Άγγλους, ο Ρουγάν Γάλλους,
ο Κατακάζης Ρούσσους και δεν αφήσετε κανέναν Έλληνα -πήρε ο καθείς σας το
μερίδιόν του και μας καταντήσετε μπαλαρίνες σας και μας λέτε ανάξιους της
λευτεριάς μας, ότι δεν την αιστανόμαστε. Το παιδί όταν γεννιέται, δεν γεννιέται
με γνώση οι προκομμένοι άνθρωποι το αναστήνουν και το προκόβουν. Τέτοια ηθική
είχετε εσείς και προκοπή, τέτοιους καταντήσετε κ’ εμάς τους δυστυχείς.
Όμως
του-κάκου κοπιάζετε. Αν δεν υπάρχει σ’ εσάς αρετή, υπάρχει η δικαιοσύνη
του μεγάλου Θεού, του αληθινού βασιλέα. Ότι εκεινού η δικαιοσύνη μας έσωσε και
θέλει μας σώση ότι όσα είπε αυτός είναι όλα αληθινά και δίκαια -και τα δικά σας
ψέματα δολερά. Κι όλοι οι τίμιοι Έλληνες δεν θέλει κανένας ούτε να σας ακούση,
ούτε να σας ιδή, ότι μας φαρμάκωσε η κακία σας, όχι των φιλανθρώπων υπηκόγωνέ
σας, εσάς των ανθρωποφάγων οπ’ ούλο ζωντανούς τρώτε τους ανθρώπους και
περασπίζεστε τους άτιμους και παραλυμένους και καταντήσετε την κοινωνία
παραλυσία.
Ο
περίφημος Ναπολέων, ο βασιλέας της Γαλλίας, οπού τίμησε την αντρεία και την
σοφία του πολέμου κι από μικρός άνθρωπος έγινε αυτοκράτορας, βασιλέας
απολέμηστος -ο Χάρος τον σκότωσε με-χωρίς ντουφέκι και σπαθί, και κατέβηκε εις
τον Άδη με φόρεμα εννιά πήχες πανί. Όλος ο κόσμος δεν τον χώραγε, όλα τα πλούτη
του κόσμου δεν του φτάναν, εννιά πήχες πανί του έφτασε και του περίσσεψε. Εις
τον Άδη κατέβηκε με το ίδιον φόρεμα κι ο βασιλέας της Ρουσσίας ο Αλέξανδρος και
χαιρετιώνται οι δυο βασιλείς «Τι έλεγες, βασιλέα Αλέξαντρε, δεν θα πέθαινες και
να ‘ρθης εδώ σε τούτην την ζωήν ντυμένος μ’ αυτό το φόρεμα; Πού ‘ναι τα
παράσημά σου; Πού ‘ναι η μεγάλη σου στολή; Πού οι καναπέδες οι χρυσοί; Πού οι
κόλακες να μας λένε μυθολογίες και να τους πιστεύωμεν και να χάνωμεν την
δικαιοσύνην εις την ανθρωπότη και να τρώμεν τους τίμιους ανθρώπους ζωντανούς
και τους άτιμους να τους πιστεύωμεν και να τους δοξάζωμεν; Και να μας τυφλώνουν
αυτείνοι οι απατεώνες, να χάνωμεν την δικαιοσύνη και να μας αναθεματούν όλοι οι
αθώοι ότι τους φάγαμεν ζωντανούς και ότι τους αφίναμεν νηστικούς, ξυπόλυτους
και γυμνούς; κ’ εδώ οι δίκαιοι βασιλείς, οι αληθινοί φιλόσοφοι είναι ντυμένοι
λαμπρά και οι άδικοι γυμνοί από τον Θεόν, τον δίκαιον βασιλέα του παντός,
οργισμένοι κι από τους ανθρώπους κι αναθεματισμένοι. Ότι όποιον αδικάς τιμή,
ζωή και λευτεριά και δεν τον αφίνεις στην προσωρινή ζωή να ζήση ως άνθρωπος,
αυτός σ’ αναθεματάγει, δεν σε συχωράγει. -Όσο τα θυμήθης εσύ, Ναπολέων, αυτά
οπού μου τα λες και με συνβουλεύεις τώρα, άλλη τόση προσοχή είχα κ’ εγώ κι όλοι
οι όμοιοί μας.
Όσο
πιστεύουν τους κόλακες κι απατεώνες, τους γλυκόγλωσσους, οι βασιλείς κ’ οι
άλλοι σημαντικοί, του διαβόλου το φόρεμα θα φορέσουν κ’ εκείνοι. Πάμε,
Ναπολέων, να ιδούμεν τους παλιούς τους Έλληνες εις το μέρος οπού κατοικούνε, να
βρούμε τον γέρο Σωκράτη, τον Πλάτωνα, τον Θεμιστοκλή, τον λεβέντη Λεωνίδα και
να τους ειπούμεν τις χαροποιές είδησες, ότι αναστήθηκαν οι απόγονοί τους, οπού
ήταν χαμένοι και σβυσμένοι από τον κατάλογον της ανθρωπότης. Αυτείνοι οι
αγαθοί και οι δίκαιγοι, το φως της αλήθειας, οι γενναίγοι περασπισταί της
λευτεριάς, με πατριωτισμόν, με καθαρή αντρεία, μ’ αρετή κι όχι δόλον κι απάτη
επλούτηναν την ανθρωπότη από αυτά κι αν ήταν αυτείνοι φτωχοί εις τα προσωρινά
και μάταια, είναι πλούσιοι πολύ εις τα στορικά του κόσμου. Δι’ αυτούς ήταν
τα έργα τους αγώνες της αρετής.
Δια
τούτο θέλησε ο Θεός ο δίκιος κι ανάστησε και τους απογόνους τους, οπού ήταν
χαμένη τόσους αιώνες η πατρίδα τους, Και δια να θυμώνται πίστη, ο Θεός ο
αληθινός τους ανάστησε ξυπόλυτους γυμνούς, νηστικούς, δεμένα τα ντουφέκια τους
με σκοινιά, τα καλά τους τα σύναζε ο Τούρκος κάθε καιρόν οι περισσότεροι
πολεμούσαν με τα ξύλα και χωρίς τ’ αναγκαία οι Τούρκοι ήταν πλήθος και
γυμνασμένοι οι δυστυχείς Έλληνες ολίγοι κι αγύμναστοι νίκησαν τον δικόνε μας
τον σύντροφον, τον Γκραν-Σινιόρε.
Τους
κατάτρεξαν οι Ευρωπαίγοι τους δυστυχείς Έλληνες. Εις τις πρώτες χρονιές
εφόδιαζαν τα κάστρα των Τούρκων τους κατάτρεχαν και τους κατατρέχουν ολοένα δια
να μην υπάρξουν. Η Αγγλία τους θέλει να τους κάμη Άγγλους με την δικαιοσύνην
την αγγλική, καθώς οι Μαλτέζοι ξυπόλυτους και νηστικούς, οι Γάλλοι Γάλλους, οι
Ρούσσοι Ρούσσους κι ο Μετερνίκ της Αούστριας Αουστριακούς -κι όποιος τους φάγη
από τους τέσσερους. Και τους λευτερώνουν χερότερα κι από τους
Τούρκους. Και οι τέσσεροι καλά φρονούν, όμως να ιδούμεν τι λέγει κι αυτός
ο μάστορης ο Γερόθεος Δια να βγούνε εις την κοινωνία του κόσμου δεν εβήκαν
μόνοι τους, τους προστατεύει αυτός ο δίκιος και παντοτινός
βασιλέας. Αυτός, ο δίκιος Θεός -όποιος τους κιντυνέψη, θα τον φάγη το
δικέφαλον αυτός είναι ο περασπιστής των αθώων και των αδύνατων».
Βέβαια
όλα αυτά τα είχε προβλέψει ο Αθανάσιος Πάριος στην "Αδελφική
Διδασκαλία". Ευτυχώς που ο Μακρυγιάννης δεν ήξερε να διαβάζει πριν την
επανάσταση. Κι έτσι μετά μας κάθησαν στο σβέρκο οι ΓρεκοΓάλλοι του Διαμαντή.
Και πρώτη τους ενέργεια ήταν καταστροφή κι όχι δημιουργία...
Έχουν
σχέση αυτά με το σήμερα; Έχουν. Πρώτο γιατί δεν υπάρχει ο Μακρυγιάννης.
Δεύτερον γιατί έχει χαθεί το μέτρο κι η αγάπη. Και τρίτον γιατί έχει χαθεί το
ήθος. Είναι αυτό ελευθερία;
Δυτικός διαφωτισμός κι Ελλάδα Μέρος 2ον
Αλλά
τι έκαναν οι ορθολογιστές του Δυτικού Διαφωτισμού μόλις πιάσαν τις θέσεις στο
νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος; Ας αφήσουμε και πάλι τον Μακρυγιάννη να μας
αφηγηθεί:
Διάλυσαν
τα μοναστήρια· συνφώνησαν με τους Μπαυαρέζους και πούλαγαν τα δισκοπότηρα
κι όλα τα γερά εις το παζάρι· και τα ζωντανά δια
δίχως τίποτα. Παίρναν οι τοιούτοι· πήρε κι ο Κλεομένης
μ’ άλλους τα ζωντανά των μαναστηργιών και τάφερε εδώ.
κ’ έκαμαν και τα μούλκια λιβάδια και τα βόσκαγαν. Τότε πιαστήκαμεν
και γενήκαμεν κομμάτια. Με διόρισαν πίτροπόν τους όλοι
οι νοικοκυραίγοι και τρομάξαμεν να
λευτερωθούμεν από τα μαναστηριακά τα
ζωντανά, οπού κάμαν λάφυρα όλοι αυτείνοι τα μούλκια.
Αφάνισαν όλως
διόλου τα μοναστήρια και οι καϊμένοι
οι καλόγεροι, οπού αφανίστηκαν εις τον αγώνα, πεθαίνουν της
πείνας μέσα στους δρόμους, οπού αυτά τα μοναστήρια ήταν τα
πρώτα προπύργια της απανάστασής μας. Ότι εκεί ήταν και
οι τζεμπιχανέδες μας κι όλα τ’ αναγκαία του
πολέμου· ότ’ ήταν παράμερον και μυστήριον από τους Τούρκους.
Και θυσιάσαν οι καϊμένοι οι καλόγεροι· και σκοτώθηκαν
οι περισσότεροι εις τον αγώνα. Και οι Μπαυαρέζοι
παντήχαιναν ότ’ είναι οι Καπουτζίνοι της Ευρώπης,
δεν ήξεραν ότ’ είναι σεμνοί κι αγαθοί άνθρωποι και με
τα έργα των χεριών τους απόχτησαν αυτά, αγωνίζοντας και
δουλεύοντας τόσους αιώνες· και ζούσαν μαζί τους τόσοι φτωχοί κ’ έτρωγαν
ψωμί.
Και
οι αναθεματισμένοι της πατρίδας πολιτικοί μας και
οι διαφταρμένοι αρχιγερείς
κι ο τουρκοπιασμένος Κωσταντινοπολίτης Κωστάκης Σκινάς
συνφώνησαν με τους Μπαυαρέζους και χάλασαν και ρήμαξαν όλους τους ναούς
των μοναστηριών (2) .
...
Ελαμπρύνθη ο Κωλέτης και η συντροφιά του
κι όλες οι ξεκλησμένες παντιέρες και οι σαβούρες του
τόπου. Κι ο πρέσβυς της Γαλλίας ήταν το παν και
κοντά εις τον Βασιλέα και εις την Κυβέρνησιν. Και ήταν το «λύσε» και
το «δέσε» και γενικός συνβουλάτορας σε όλα ο κύριος Πισκατόρης· κι αδελφός
στενός του πρώτου υπουργού Κωλέτη. Κι ό,τι οδηγίες έστελνε ο Φίλιππας ο
βασιλέας της Γαλλίας και η κυβέρνησή του εκείνο γένονταν.
Κι
όλος ο αγώνας τους, τόρα οπού έλαβαν επιρροή και τα μέσα εδώ, είναι
δια την θρησκείαν· σκολειά γαλλικά, μοναστήρια, εκκλησίες και πλήθος άλλα μέσα
και κατήχησες εις τον κόσμο για να προβοδέψουν αυτό το έργον. Μάσαν κι όλους
τους μπερμπάντες δικούς μας και ξένους κι αγωνίζονται εις αυτό το αντικείμενο
με μεγάλη προθυμία.
Και
ποιοί εργάζονται εις αυτό; Μεγάλοι άντρες, βασιλέας πλούσιος από σοφία, από
κατάστασιν, από υπηκόγους. Και τι αγωνίζεται αυτός; Ν’ αλλάξη την
θρησκείαν ενού ξεψυχησμένου και μικρούτζικου έθνους – να πάρη μισό δράμι
νερόν να το ρίξη εις την θάλασσα να την γλυκάνη, να πγή νερό αυτός.
Μεγάλε
βασιλέα, δεν είναι δική σου δουλειά αυτείνη. Οι θρησκείες είναι έργα ενού
ανώτερου βασιλέα, του Θεού. Θέλει αυτός ν’ ακούγη δοξολογίαν ξεχωριστή από την
δική σου. Θέλει κάθε έθνος κατά την θρησκείαν του να τον σέβεται, να τον
λατρεύη και να τον δοξάζη. Οι ψεύτες και οι κόλακες, οπού σάς κάνουν όλους
εσάς τους βασιλείς με την γλυκή τους γλώσσα και χάνετε την δικαιοσύνη σας και
γίνεστε επίορκοι εις τον Θεόν και δοξολογάτε τον διάβολον, αυτείνοι δεν
πιστεύουν Θεόν.
Δεν
δουλεύουν δια την πατρίδα και θρησκεία αυτείνοι, δουλεύουν οι γενναίγοι άντρες
και σκοτώνονται δι’ αυτά. Εκείνοι θέλουν νάχουν την θρησκείαν τους και να
δοξάζουν τον Θεόν με το μέσον της θρησκείας, και τότε λέγεστε κ’ εσείς δίκαιοι
βασιλείς, επίτροποι του Θεού, όταν τους αφίνετε ελεύτερους εις τα αιστήματά
τους. Και ζήτε δοξασμένοι από τους υπηκόγους σας κι όχι από τους
τεμπέληδες.
Και
είναι μεγάλο το ερώτημα. Γιατί αυτοί που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύαν τη
λογική τον ορθολογισμό, τον άνθρωπο, μόλις πάτησαν το πόδι τους στο νέο
Ελληνικό κράτος, έκαναν τέτοιες ασχήμιες; Γιατί προσπάθησαν με τόσο βάναυσο
τρόπο να ξαναϋποδουλώσουν τους Έλληνες; Κι έτσι δημιουργήθηκε το νέο Ελληνικό
κράτος. Καταστρέφοντας κι όχι δημιουργώντας. Υποδουλώνοντας κι όχι
απελευθερώνοντας. Κι έτσι πορευθήκαμε τα τελευταία 180 χρόνια...
Και
προσέξτε ποιοί πρωτοστατούν: οι Γάλλοι. Είναι τυχαίο; Όχι. Οι φραντσέζοι
λιμπερτίνοι φέραν και στην Ελλάδα τη λευτεριά της τζιλοτίνας, όπως περίπου 40
χρόνια πριν είχε προειδεί ο Αθανάσιος Πάριος στην "Αδελφική
Διδασκαλία".
Δυτικός διαφωτισμός κι Ελλάδα Μέρος 3ον
Από το αρχείο του Μακρυγιάννη:
(Χειρόγραφον σχέδιον)
Πρότασις
του Ι. Μακρυγιάννη.
Προς
τον Κύριον Πρόεδρον της εν Αθήναις Εθνικής των Ελλήνων Συνελεύσεως της γης
Σεπτεμβρίου.
Επειδή
ημείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί έχομεν το άγιον Σύμβολον της Πίστεώς μας,
και αυτό ομολογούμεν, και πιστεύομεν εις μίαν Αγίαν Καθολικήν και
Ανατολικήν Εκκλησίαν.
Επειδή
η Εκκλησία της Ελλάδος, ούσα μέλος της μιας του Χριστού Εκκλησίας,
απεσπάσθη από την μητέρα μας την μεγάλην του Χριστού Εκκλησίαν με τρόπον
παραβεβιασμένον, και δεν έγεινεν η ανεξαρτησία της κατά την Εκκλησιαστικήν
τάξιν και το πρέπον.
Επειδή
μετά την τοιαύτην απόσπασιν κατεπατήθησαν τα δικαιώματά της, παρεβιάσθησαν
οι ιεροί κανόνες και τα έθιμά της, και τα θεία μυστήριά της προσεβλήθησαν,
και με την επέμβασιν... εξουσίας εισήχθησαν νέαι διατάξεις, εναντίαι δι'
όλου εις τους ιερούς θεσμούς και τας παραδόσεις τής αγίας εκκλησίας μας.
Επειδή
και τα ιερά Μοναστήριά μας κατεστράφησαν, διηρπάγησαν, ερημώθησαν και όσα
έμειναν κινδυνεύουν να διαλυθώσιν, οι δε ιεροί ναοί μας εβεβηλώθησαν.
Επειδή
το μοναχικόν τάγμα, και όλος ο ιερός μας κλήρος κατεφρονήθη και …
κατήντησεν εις την πλέον ελεεινήν και αξιοδάκρυτον κατάστασιν.
Επειδή
ως εκ της τοιαύτης καταστάσεως της Εκκλησίας λυπείται όλον το Χριστιανικόν
Ορθόδοξον Έθνος, και από ημέραν εις ημέραν προχωρεί η μεγίστη διαφθορά των
χριστιανικών ηθών, .. .. ανομήματα τόσα και τοιαύτα, οποία δεν έγειναν
ούτε προ της επαναστάσεως ούτε εις αυτήν την επανάστασιν.
Επειδή
και οι έξω του κράτους αδελφοί μας, μάς στοχάζονται ότι δι' αυτά
κινδυνεύομεν και εις αυτήν ακόμη την Ορθόδοξον Πίστιν των πατέρων και
Επειδή
και κατά πάντας τους νόμους Εκκλησιαστικούς τε και πολιτικούς πάσα βιαία πράξις
ακυρούται, δια ταύτα προτείνω:
Αον. Όλα τα
καταστατικά περί της Εκκλησίας διατάγματα ή νόμων άρθρα όσα προσβάλλουσι και
αθετούσι τους αγίους Κανόνες και τας διατάξεις και τας παραδόσεις της Εκκλησίας
μας να ακυρωθώσιν.
Βον. Η
ανεξαρτησία της Αγίας μας Εκκλησίας να αναγνωρισθή από την μητέρα μας την
Μεγάλην του Χριστού Εκκλησίαν με κοινήν συνέλευσιν σύμπραξιν των Σ.
Αρχιερέων μας και των επισημοτέρων Ηγουμένων και Κληρικών των Επαρχιών.
Γον. Να προσκληθή
ο Κ. Υπουργός των Εκκλησιαστικών να υποβάλη εις την Συνέλευσιν λεπτομερή
έκθεσιν της παρούσης καταστάσεως εν γένει της Εκκλησίας, προς πλειοτέραν
πληροφορίαν της Εθνικής Συνελεύσεως.
Εν
Αθήναις, τη α΄ Δεκεμβρίου 1843.
Σκοτεινός "διαφωτισμός" τού Κοραή
Με
το ξεκίνημα τού Ελληνικού κράτους, έσπευσαν κάποιοι Δυτικότροποι να μεταφέρουν
στην Ελλάδα τις Δυτικές νοοτροπίες τους, θεωρώντας τη Δύση ως "πιο
προοδευμένη". Έτσι, οι αποκομμένοι αυτοί άνθρωποι από τη Ρωμαίικη παράδοσή
μας, μετέφεραν εδώ τα κουσούρια τής Γαλλικής Επανάστασης και τις Προτεσταντικές
τους εμμονές, γινόμενοι πηγή κακών για τη χώρα μας. Δημιούργησαν προβλήματα που
πληρώνουμε ως σήμερα. Ένας από αυτούς ήταν ο Αδαμάντιος Κοραής.
Τα
αποστολικά κείμενα (ευαγγέλια, πράξεις, επιστολές), που διαβάζονται εμμελώς
στις εκκλησιές μας, γράφτηκαν αιώνες (τουλάχιστον δεκαεφτά) προτού ο Kοραής
αποφασίσει (από το γραφείο του στο Παρίσι) να αλλάξει τη ζωντανή γλώσσα των
Eλλήνων με μια φτιαχτή «καθαρεύουσα» γλώσσα. Τα αποστολικά κείμενα
είναι γραμμένα στην «κοινή» ελληνική: τη μετακλασική γλώσσα της ελληνόφωνης
τότε (ίσως και για χίλια χρόνια) «οικουμένης» – γλώσσα άλλη από το πλαστό
κοραϊκό κατασκεύασμα, στο οποίο αντιτάχθηκε ο δημοτικισμός.
Σίγουρα
απέκτησε ο κοραϊσμός ερείσματα και στον εκκλησιαστικό βίο των Nεοελλήνων – δεν
μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση η εκκλησία όταν ο κοραϊσμός επιβλήθηκε ως
επίσημη κρατική ιδεολογία και η κοραϊκή «καθαρεύουσα» ως επίσημη (υποχρεωτική)
γλώσσα του κράτους (της εκπαίδευσης, των δικαστηρίων, της διοίκησης, των
εφημερίδων, της πολιτικής). Aπέκτησε ερείσματα η κοραϊκή ιδεολογία στους
αυτουργούς και θιασώτες του θρησκευτικού εθνικισμού (αυτοκεφαλία), όπως και σε
οργανώσεις ή «κινήματα» που συνέχισαν το έργο των προτεσταντών μισσιονάριων
στην Eλλάδα. Aπέκτησε ερείσματα και η ξύλινη «καθαρεύουσα» στο κήρυγμα, στα
εκκλησιαστικά έντυπα, στην πανεπιστημιακή θεολογία – όχι όμως στη λατρεία.
(Oι
«προοδευτικοί διανοούμενοι» αποσιωπούν μεθοδικά –ή μήπως αγνοούν;– ότι
δημοτικιστές ήταν οι κατασυκοφαντημένοι αντίπαλοι του «προοδευτικού» Kοραή, οι
«Kολλυβάδες». Aυτοί –με κορυφαίο τον Nικόδημο Aγιορείτη– έγραφαν και κήρυτταν
στη ζωντανή λαϊκή γλώσσα της εποχής τους, επιτελώντας ταυτόχρονα τεράστιο
μεταφραστικό έργο – μετέφεραν σε χυμώδη δημοτική κορυφαία πατερικά έργα και
θρησκευτικά βιβλία της εποχής, μεγάλης λαϊκής κυκλοφορίας). Όμως η
ιδεολογία τού Κοραή επεκράτησε λόγω τής ξενολαγνείας, και τού μιμητισμού. Και
ως σήμερα δημιουργεί προβλήματα.
Ο
Αδαμάντιος Κοραής, ήταν η μορφή εκείνη της ιντελλιγκέντσιας του
νεοελληνικού Διαφωτισμού που σφράγισε την Επανάσταση δίνοντας της εθνικό
χαρακτήρα. Η έννοια όμως του «Έθνους» (ως φυλετικού μορφώματος) κυοφορήθηκε στα
πλαίσια της Γαλλικής Επανάστασης και συνιστά «όρο» κατεξοχήν της Αστικής
Σκέψης, της οποίας εκπρόσωπος υπήρξε και ο Κοραής. Όσοι, λοιπόν, συγκινημένοι
τον χρησιμοποιούν, ας γνωρίζουν ότι δεν ανήκει στην ελληνική πνευματική
παράδοση, αλλά είναι αντιδάνειο από τη γαλλική κουλτούρα.
Ο Αδ. Κοραής
«δεν έδωσε τη ζωούλα του» για την επανάσταση (πέθανε 85 ετών στο
Παρίσι), όχι μόνο γιατί απαξίωσε να επισκεφτεί την Ελλάδα για λόγους
μικροπολιτικής αντίθεσης κυρίως προς τον Ι. Καποδίστρια (στη δολοφονία του
οποίου ως ηθικός αυτουργός τα μέγιστα συνετέλεσε). Ήταν από αυτούς
που αντετίθεντο στην Επανάσταση επειδή ακριβώς τη θεωρούσε άκαιρη, καθώς οι
Έλληνες δεν είχαν μορφωθεί ακόμη αρκετά!
Σύμφωνα
με τον Π. Καρολίδη, επιμελητή της "Ιστορίας του Ελληνικού
Έθνους" του (Εθνικού μας Ιστορικού) Παπαρρηγόπουλου:
"αι
τοιαύται γελοιωδώς παράδοξοι δοξασίαι, προϊόντα αμαθείας και ακρισίας,
είχον και την πολιτικήν αυτών ροπήν επί μερίδα λογίων κηρυττόντων
ότι των νυν ελλήνων αι πολιτικαί ροπαί και τάσεις και εθνικαί ιδέαι πρέπει
να μη υπερβαίνωσιν τα όρια της αρχαίας Ελλάδος".
Δεν
είναι καθόλου δύσκολο να καταλάβουμε πως, σε μια χώρα της οποίας η πλειοψηφία
των ομοεθνών της ακόμα ζούσαν υποδουλωμένοι, μια τέτοια παραχάραξη
της Ιστορίας δημιουργούσε σοβαρούς εθνικούς κινδύνους. Και πώς να μην
δημιουργούσε, αφού ο Κοραής είχε εργαστεί για την
αποδοχή μιας τέτοιας θεώρησης προσπαθώντας να «φωτίσει» τους Έλληνες Ρωμηούς με
λόγια όπως:
"το
έθνος είναι πτώμα σπαραττόμενο από κόρακας. Απέθανεν η
πατρίς.... αφ’ ότου μας επάτησεν ο Φίλιππος έως
το 1453". [«Στοχασμοί Κρίτωνος» σ. 5]
Κατά
τον Κοραή λοιπόν, και τη Γαλλική του "μόρφωση", ο Φίλιππος και ο
μέγας Αλέξανδρος δεν ήταν Έλληνες, αλλά ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ που "πάτησαν" την
Ελλάδα.
Ευτυχώς που δεν τους
έχουν ανακαλύψει, ακόμα, οι Σκοπιανοί. Είχαν πέσει, τόσο αυτός όσο
και ο Κοραής, θύματα της δυτικοθρεμμένης προπαγάνδας, που ξεκίνησε από τον
Ιερώνυμο Βολφ, και πιο πριν από τους Φράγκους. Ας μην κατηγορούμε , λοιπόν,
τους δυτικούς και τους Σκοπιανούς. Μόνοι μας, τους παραδίνουμε την
κληρονομιά μας. Μόνοι μας, τους παραδίδουμε τον πολιτισμό της Ρωμανίας και
της Μακεδονίας. Ποιος ξέρει; όπως ακριβώς σήμερα κάποιοι υβρίζουν
την Ελληνικότητα της Ρώμης και του πολιτισμού της, ίσως σε 200 χρόνια οι
απόγονοι τους να θεωρούν τους Σλάβους πνευματικά παιδιά του Μ. Αλεξάνδρου.
Είναι, πράγματι, μία καταθλιπτική σκέψη, αλλά όχι και απίθανη. Όπως είδαμε, το
ίδιο έχει συμβεί με την Ρώμη και την αυτοκρατορία της. Αλλά, για να
ακριβολογούμε, ούτε η λέξη "Έλληνας" άρεσε στον Κοραή. Στο
έργο του "Διάλογος δύο Γραικών" έγραφε:
"Ένα
από τα δύο λοιπόν ταύτα (Έλληνας ή Γραικός) είναι το αληθινό του έθνους όνομα.
Επρόκρινα το Γραικός, επειδή ούτω μας ονομάζουσι και
όλα τα φωτισμένα έθνη της Ευρώπης". [«Διάλογος δύο Γραικών»,
σελ. 37]
Το
"Γραικός" είναι ονομασία την οποία μας απέδωσαν τα
"φωτισμένα" έθνη της Ευρώπης κατά τον 8ο αιώνα, όταν ακόμα βρίσκονταν
στα βαθύτερα σκοτάδια της Ιστορίας τους, για λόγους
καθαρά συμφεροντολογικούς. Έπρεπε να καπηλευθούν το όνομα της
Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, για να νομιμοποιηθεί το Φραγκικό κράτος του
Καρλομάγνου, ως η πραγματική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, με την οποία όμως οι
Φράγκοι, ουδεμία σχέση είχαν. Οι λόγοι χρησιμοποίησης διαφορετικών ονομάτων
ήταν καθαρά πολιτικοί. Έπρεπε με κάθε τρόπο να σβήσει από την εθνική συνείδηση των
ελλήνων η ανάμνηση του παρελθόντος τους. Κυρίως έπρεπε να πάψει να
ταυτίζεται η χώρα τους με την Ελληνιστική
Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Οι
υπέρμαχοι του «αντιρωμαίικου» αγώνα είχαν (και έχουν..) φτάσει να
προσπαθούν να μας πείσουν ότι ως λαός έχουμε σχέση μόνο με την αρχαία
Ελλάδα και ότι η μεσαιωνική περίοδος είναι ολότελα ξένη προς τη νεώτερη Ελλάδα.
Και μάλιστα ως «αρχαία Ελλάδα» εννοούσαν την κλασική Ελλάδα, αυτήν που
οι ξένοι αποκαλούν μέχρι και σήμερα «Greece proper» («καθαυτό Ελλάδα»- δηλ τη
χώρα νότια των Θερμοπυλών). Τέτοιοι είναι και οι σύγχρονοι Νεοπαγανιστές αρχαιόπληκτοι, που ενώ
περνιούνται για "Ελληναράδες", στην πραγματικότητα παπαγαλίζουν τις
Δυτικές αυτές ανθελληνικές ιδέες κατά τής Ρωμιοσύνης, προσφέροντας αφειδώς τις
υπηρεσίες τους στην ανθελληνική προπαγάνδα τών Γάλλων.
Ο Ιάκωβος
Ρίζος-Νερουλός, ιδεολογικός οπαδός του Κοραή, ισχυριζόταν το
1841 ότι Ελλάδα είναι μόνο το ελληνικό κράτος (τού
1830). Όσοι άλλοι το πατούν ή το πάτησαν είναι ξένοι. Άρα ο Φίλιππος, ο
νικητής των ελλήνων στη Χαιρώνεια, ήταν ξένος και ο διανοούμενος θεωρεί πως ο
Φίλιππος «έπραξεν άλλον της νίκης εκείνης ολεθριώτερον,
εγέννησεν τον Αλέξανδρον». (!!!).
Βεβαίως
την ίδια και χειρότερη γνώμη έχει για την Ρωμανία / Βυζάντιο. [Ιστορία του Ελλ.
Έθνους της εκδοτικής Αθηνών, τ. ΙΓ’ σελ. 459] Δηλαδή, τύφλα να’ χουν τα Σκόπια.
Ο συγκεκριμένος κύριος δεν ήταν κάποιος τυχαίος. Ήταν ο τότε πρόεδρος της
Ελληνικής Αρχαιολογικής Εταιρείας!!! Μετά έρχονται οι Ιδεολογικοί απόγονοι του
Κοραή και των φίλων του, να μιλήσουν για την σωτηρία του Ελληνισμού. Μακάρι να
μπορούσα να πω, πως όλοι αυτοί ήταν και είναι προδότες, μειοδότες, πληρωμένοι
κτλ. Δεν είναι τίποτε απ’ όλα αυτά. Την βλακεία τους την
χαρακτήρισε ο κ. Ζουράρις, καλύτερα απ’ όλους, όταν τους ονόμασε «Ευρωληγούρηδες».
Είναι, δηλαδή, άνθρωποι που πάσχουν από εθνικό σύμπλεγμα κατωτερότητας, και
πιστεύουν πως η Ελλάδα από μόνη της δεν ξέρει που να τραβήξει, αλλά πρέπει να
ακολουθεί ΔΟΥΛΙΚΑ (και όχι ως ισότιμος συνεργάτης) τους «Μεγάλους αδελφούς»,
δηλαδή τα δυτικοευρωπαϊκά "πεφωτισμένα" κράτη. Όπως είπε ο Εφταλιώτης
στην «Ιστορία της Ρωμιοσύνης»:
«Αδύνατο
πράμα, φίλε μου, να γυρεύης να μιμηθής Άγγλους, Γάλλους, Γερμανούς, κι αρχαίους
Έλληνες, και να μην έχεις δόση από βαρβαρωσύνη, τη βαρβαρωσύνη που βλέπει τα
φανταχτερά τα ξένα και σκιάζεται, βλέπει τα δικά της και ντρέπεται». [Αργ.
Εφταλιώτη, «Ιστορία της Ρωμιοσύνης», Αθήνα, 1901, σ. 9.]
Είναι
λοιπόν απορίας άξιο, πώς ο Κοραής προβάλλεται ως ευεργέτης τής Ελλάδος! Εκτός
και αν οι τιμώντες είναι το ίδιο Δυτικότροποι όπως αυτός, αποκομμένοι από την
ανωτερότητα και το φως τής Ελληνικής μας παράδοσης.
Ο πολιτικός Καποδίστριας,
μάρτυρας της Ρωμηοσύνης
Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ.
Μεταλληνός
1. Η αποστολή του
Κυβερνήτου ως άρσις Σταυρού
Και εκείνος, έχοντας συνείδηση –ως διπλωμάτης καριέρας– της περιπέτειας,
στην οποία εκούσια στρατευόταν, έγραφε στον πιστό φίλο του Εϋνάρδο: «Είμαι
αποφασισμένος να άρω τον ουρανόθεν επικαταβαίνοντά μου σταυρόν»1. Με
προφητική ενόραση διέβλεπε, ότι η ανάληψη της αποστολής του Κυβερνήτου της
Ελλάδος, δεν ήταν παρά μαρτυρική πορεία και θυσία. Δεν μπορούσε όμως να αρνηθεί
την πρόσκληση της Πατρίδος. Την συγκατανευσή του έβλεπε ως «οφειλήν εις ιεράν
υπόθεσίν» της2. Το
μέγεθος όμως της θυσίας του ήταν εις θέση να εκτιμήσουν οι άλλοι. Έτσι, ο
αυστριακός διπλωμάτης και ιστορικός Πρόκες Όστεν σημειώνει στην ιστορία του,
ότι, όπως ήταν τότε η Ελλάδα, πιθανώτερο ήταν να στηρίξει ο Καποδίστριας την
Ελλάδα, παρά η Ελλάδα τον Καποδίστρια3. Και
πράγματι, ο Καποδίστριας αποτελεί μοναδική περίπτωση –ίσως όχι μόνο στην
Ελληνική ιστορία– πολιτικού, που αρνήθηκε κάθε «χρηματικήν χορηγίαν», δια να μη
επιβαρύνει το δημόσιο Ταμείο4. Δεν
ζήτησε, ούτε πήρε τίποτε από την Πατρίδα, αλλά έδωσε τα πάντα στην Πατρίδα!
Το έθνος προσέβλεψε με εμπιστοσύνη στον μεγάλο αυτόν Έλληνα πολιτικό,
γνωστό ήδη στην Ευρώπη και τον κόσμο, και στήριξε σ’ αυτόν τις ελπίδες του.
Υπακούοντας στο κέλευσμα του άλλου μάρτυρα της ελευθερίας μας Ρήγα Βελεστινλή:
«και της Πατρίδος, ένας να γένη αρχηγός», δεν στράφηκε σε κανένα ξένο, ούτε καν
ζήτησε Ευρωπαίο βασιλέα, αλλά εφάρμοσε το γραφικό: «Εκ των αδελφών σου
καταστήσεις επί σεαυτόν άρχοντα, ου δυνήση καταστήσαι από σεαυτόν άνθρωπον
αλλότριον ότι ουκ αδελφός σου έστιν» (Δευτ. 17, 15). Ως εκλεκτός του Έθνους
ήλθε να κυβερνήσει ο Καποδίστριας, δια να μεταβάλει το χάος, που επικρατούσε
στην Ελλάδα, σε τάξη, δημιουργώντας από αυτό κράτος σύγχρονο και βιώσιμο.
Κατανοώντας δε την εκλογή του, ως του «ενός ανδρός αρχήν», θέλησε μεν να
συγκεντρώσει στα χέρια του όλες της εξουσίες, αλλά, κατά τη δική μας
τουλάχιστον εκτίμηση, όχι λόγω των απολυταρχικών φρονημάτων του –διότι ήταν
φύση δημοκρατική και λαϊκή–αλλά για να μπορέσει να πραγματώσει τους στόχους
του, που ήταν η σύγκραση των συγχρόνων Ευρωπαϊκών πολιτειολογικών δεδομένων με
την παράδοση του Γένους, την ελληνορθοδοξία. Ο Καποδίστριας ήθελε σύγχρονο
κρατικό μηχανισμό, αλλά μέσα στο σκεύος της ρωμαίικης παραδόσεως. Έτσι δεν
άργησε να έλθει σε σύγκρουση με τις δυνάμεις εκείνες, εγχώριες και ξένες, που
επεδίωκαν τον εξευρωπαϊσμό της μικρής Ελλάδος, την αποσύνδεσή της, δηλαδή, από
τον κορμό της υπόλοιπης ρωμηοσύνης, που εκφραζόταν με το Οικουμενικό
Πατριαρχείο ως Εθναρχία, και την πολιτική και πολιτιστική σύνδεσή της με την
υπόλοιπη Ευρώπη, για να δεθεί τελικά στο άρμα της Δυτικής διπλωματίας.
2. Η Ρωμαίικη γραμμή
πλεύσεώς του ενοχλεί
Ο Καποδίστριας, ως πολιτικός σπουδασμένος στη Δύση (Πάντοβα), ασκημένος στα
Δυτικά ανακτοβούλια, και συνεπώς Ευρωπαίος, έγινε δεκτός αρχικά από τις Μεγάλες
Δυνάμεις, μολονότι συγκρατημένα από μερικές, όπως η Αγγλία. Παρακολουθούσαν
όμως την εκδίπλωση του προγράμματος του, για να διαπιστώσουν τους άδηλους
στόχους του. Όταν, έτσι, διαπιστώθηκε ρωμαίικη –ελληνορθόδοξη δηλαδή– γραμμή
πλεύσεώς του, επιστρατεύθηκαν όλα τα διατιθέμενα από τη διπλωματία μέσα για την
εξόντωσή του. Η Αγγλία, κυρίως, οργάνωσε μυστική εκστρατεία εναντίον του,
χρησιμοποιώντας τα εντός της Ελλάδος όργανά της. Τα αρχεία του Foreign Office
και του Colonial Office (στο Kew Gardens του Λονδίνου) προσφέρουν πληθώρα
στοιχείων, που αποκαλύπτουν την κίνηση των νημάτων της αντικαποδιστριακής
δημαγωγίας από τα Αγγλοκρατούμενα Επτάνησα5.
Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο πιο ενοχλητικός γινόταν ο Καποδίστριας για την
φράγκικη και μόνιμα αντιστρατευόμενη την Ορθοδοξία Ευρώπη. Θρεμμένος με τις
ελληνορθόδοξες παραδόσεις της Κυπρίας μητέρας του (Αδαμαντίας), ήταν δεμένος με
την Ορθοδοξία και το εκκλησιαστικό σώμα, βλέποντάς το ως κιβωτό σύνολης της
ζωής και, συνεπώς, ως «περιέχον» και την πνευματική και την πολιτική ζωή του
Έθνους/Γένους. Το γεγονός μάλιστα, ότι δυο από τις αδελφές του έγιναν ορθόδοξες
μοναχές, τί άλλο φανερώνει από την εκκλησιαστικότητα της οικογενείας του; Έτσι,
και αν ακόμη κατά την παραμονή του στην Ευρώπη, ως ευφυής και ικανός
διπλωμάτης, κατόρθωνε να συγκαλύπτει το αληθινό φρόνημά του, όταν ανέλαβε τα ηνία
της ανοργάνωτης ελληνικής πολιτείας, δεν είχε λόγο να αποκρύψει τους αληθινούς
στόχους του. Ήδη η πρώτη προκήρυξή του προς τον ελληνικό λαό άρχιζε με τη
φράση: «Εάν ο Θεός μεθ’ ημών, ουδείς καθ’ ημών».
Ήταν γνωστή, άλλωστε, η αντίθεση του Καποδίστρια προς την Γαλλική
Επανάσταση (1789) και κυρίως τις αντιθρησκευτικές αρχές της. Και αυτό δεν
φαίνεται να το λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν όλοι εκείνοι που επιμένουν, ότι υπήρξε
«τέκτων κανονικός»6, χωρίς
βέβαια επάρκεια στοιχείων, λησμονώντας, ότι ως διπλωμάτης ο Καποδίστριας
συναναστρεφόταν τους πάντας, αλλά δεν έπαυσε ποτέ να ανήκει ολόκληρος στην
Ορθοδοξία, η οποία διεκδικεί «μοναδικότητα» και «αποκλειστικότητα» στη
συνείδηση και ζωή του ανθρώπου. Όπως επίσης δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν και η
αρνητική στάση του απέναντι στη Μασονία και κάθε μυστική οργάνωση κατά τη
διάρκεια της ασκήσεως της εξουσίας του7. Ο
Καποδίστριας έβλεπε ζυμωμένη την ύπαρξη του Έθνους με την Ορθοδοξία, την ζωτική
πνοή και αναστάσιμη δύναμή του: «Η χριστιανική θρησκεία (ως Ορθοδοξία), έλεγε,
«εσυντήρησεν εις τους Έλληνας και γλώσσαν και πατρίδα και αρχαίας ενδόξους
αναμνήσεις και εξαναχάρισεν εις αυτούς την πολιτικήν ύπαρξιν, της οποίας είναι
στύλος και εδραίωμα»8.
3. Το εκκλησιαστικό
φρόνημα στην πολιτική του Καποδίστρια
Το εκκλησιαστικό φρόνημα του υπαγόρευσε και σύνολη την πολιτική του. Και
αυτό φαίνεται κατά εξοχήν στην εκπαιδευτική και εκκλησιαστική πολιτική του.
Ακολουθώντας την παράδοση του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, θεωρούσε και αυτός την
παιδεία αχώριστη από την εκκλησιαστική ζωή και απέκρουε την μονομερή ανάπτυξη
του πνεύματος χωρίς την χριστιανική διάπλαση της καρδίας. «Τα άθεα γράμματα»
ήταν και για τον Καποδίστρια –όπως και για τους λαϊκούς διδάχους του ΙΘ΄
αιώνος– Φλαμιάτο και Παπουλάκο, αναίρεση της ελληνορθόδοξου παραδόσεως και,
συνεπώς, δεν είχαν θέση στην ζωή του ελληνικού έθνους. Μία από τις βασικότερες
εναντίον του κατηγορίες, που διετύπωναν οι προτεστάντες Μισσιονάριοι, οι οποίοι
επέπεσαν στην Ελλάδα αμέσως μετά την Επανάσταση για την εκφράγκευσή της– ήταν
ότι τα σχολεία του Καποδίστρια είχαν μοναστηριακή οργάνωση και συνεδύαζαν
καθημερινά παιδεία και λατρεία, προσφέροντας ως αναγνώσματα στην τράπεζα Βίους
Αγίων!
Την μόνιμη δυσπιστία απέναντί του όλων των Δυτικών –που από το πρόσχημα του
φιλελληνισμού εργάζονταν για την αποορθοδοξοποίηση και εκφράγκευση των Ελλήνων–
δείχνει ένα γράμμα του Korck (επί Βαυαρών θα αναλάβει την διεύθυνση του
ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος) στους δυτικούς προϊσταμένους του: «Ο
Καποδίστριας έδωσε μεν στον Anderson την άδεια να ιδρύσει σχολεία, κάτι που
ήταν για –όλους μία ευνοϊκή απόδειξη των φιλελευθέρων φρονημάτων του. Αλλά κατά
την συζήτηση μας φάνηκε να κατέχεται από ανησυχία, ώστε να περιορίσει την άδεια
που παραχωρούσε, με το να επιμένει έντονα στο να μη επιτραπεί να διδάσκεται
τίποτε σ’ αυτά τα σχολεία χωρίς να έχει λάβει προηγουμένως γνώση η Κυβέρνηση»9.
Ο ίδιος ο Korck μας πληροφορεί, ότι ο Καποδίστριας προέβαλλε συχνά
αντιρρήσεις στην κυκλοφορία προτεσταντικών φυλλαδίων, που προσέβαλλαν τη
θρησκευτική παράδοση του λαού10. Εξ
άλλου, ο Καποδίστριας έγραφε στον αμερικανό μισσιονάριο Rufus Anderson, ότι «οι
Έλληνες θα δέχονταν ευχαρίστως σχολεία και άλλα, βιβλία, εικόνες, και τέλος
κάθε τι, που δεν θα τους αποσπούσε ή δεν θα υπονόμευε την πίστη τους στην
Εκκλησία του Έθνους τους»11.
Επεδίωξε, μάλιστα, να λάβει δάνειο από την μεγάλη αμερικανική ιεραποστολική
Εταιρεία A.B.C.F.M., που είχε καταρτίσει εκπαιδευτικό πρόγραμμα για την Ελλάδα,
«για να οργανώσει δικό του σύστημα εθνικής παιδείας». Η Εταιρεία, βέβαια, παρά
την διατυμπανιζόμενο φιλελληνισμό της, απέρριψε την πρότασή του12, διότι
σκοπός της ήταν να εισαγάγει τον Προτεσταντισμό στην Ελλάδα μέσω της παιδείας,
όπως και έγινε άλλωστε. Ο Καποδίστριας, λόγω της εσωτερικής καταστάσεως και της
διεθνούς θέσεως της Ελλάδος, ούτε να αποκρούσει τους δυτικούς μπορούσε, ούτε να
αρνηθεί την προσφορά τους, λόγω της ελλείψεως, άλλωστε, μέσων. Προσπαθούσε όμως
να τους κρατεί υπό τον έλεγχό του13. Στο
αρχείο του συνεργάτου του, Ανδρέα Μουστοξύδη (στην Κέρκυρα), επισημάναμε πολλές
αποδείξεις για αυτή την πολιτική και των δύο αυτών Κερκυραίων.
4. Παιδεία και Εκκλησία,
συνέχεια του Έθνους
Η εκπαιδευτική πολιτική του Καποδίστρια έβαινε παράλληλα προς την ευρύτερη
εκκλησιαστική πολιτική του14.
Παιδεία και Εκκλησία ήταν τα βασικά ενδιαφέροντά του, για την πνευματική
συνέχεια του Έθνους, όπως και η δικαιοσύνη, για την εκσυγχρονισμένη οργάνωσή
του. Φρόντισε για την ανακαίνιση των ερειπωμένων εκκλησιών, για την μόρφωση του
Κλήρου, ιδρύοντας εκκλησιαστική σχολή στον Πόρο15,
σχεδίαζε δε ακόμη και την ίδρυση «Εκκλησιαστικής Ακαδημίας», και συνέστησε
ειδικό Υπουργείο, την «Γραμματείαν των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου
Παιδείας», που, όπως ο ίδιος εξηγούσε, «συνηνώθησαν δύο υπηρεσίαι αχώριστοι,
και προς ένα συντρέχουσαι σκοπόν, την ηθικήν των πολιτών μόρφωσιν, ήτις είναι η
βάσις της κοινωνικής και πολιτικής του έθνους ανορθώσεως»16. Ο
Καποδίστριας θεμελιώνει, έτσι, την συνύπαρξη «Παιδείας και Εκκλησίας» (όχι:
Θρησκευμάτων), σε ένα Υπουργείο, για την παράλληλη πολιτική διακονία, δύο
περιοχών, που παραδοσιακά συνδέονται μεταξύ τους αδιάρρηκτα στη ζωή του Γένους.
Είναι χαρακτηριστικό για την διακρίβωση της νοοτροπίας των, ότι ο Κοραής είχε
προτείνει την σύνδεση Εκκλησίας και Αστυνομίας!
Ο χαρακτηρισμός του Καποδίστρια ως «του πρώτου και τελευταίου Κυβερνήτου,
που αγάπησε και ενδιεφέρθη ειλικρινώς δια την Εκκλησίαν της Ελλάδος»17 δεν
είναι υπερβολή. Πιστεύοντας στην αναγεννητική αποστολή και δύναμη του Κλήρου,
εργάσθηκε για την πνευματική άνοδο και την σχολική κατάρτισή του. Είναι ο μόνος
πολιτικός μας, ο οποίος ενδιαφέρθηκε ειλικρινά για την αξιοποίηση, και όχι
απλώς την «δήμευση» και απαλλοτρίωση, της εκκλησιαστικής περιουσίας. Αξιοποίηση
υπέρ της ιδίας της Εκκλησίας (μισθοδοσία του κλήρου και συντήρηση του
Εκκλησιαστικού σχολείου). Αποπειράθηκε, επίσης, να καταπολεμήσει την υπάρχουσα
αταξία του Εκκλησιαστικού βίου, τις καταχρήσεις ολίγων Κληρικών και να επιβάλει
τον περιορισμό του Κλήρου στα εκκλησιαστικά έργα του, αλλά και την τήρηση
Εκκλησιαστικών λογιστικών βιβλίων, χωρίς όμως, στο τελευταίο αυτό, επιτυχία.
5. Το Βαυαρικό Αυτοκέφαλο.
Η Ορθοδοξία το Μέλλον του
Ελληνισμού και όχι η Ευρώπη.
Το σημαντικότερο όμως μέρος της Εκκλησιαστικής πολιτικής του, που συνιστούσε
την μεγαλύτερη πρόκληση για τους δικούς μας Ευρωπαϊστές και τις Μεγάλες
Δυνάμεις, ήταν η προσπάθειά του να αποκαταστήσει τις σχέσεις της Ελλαδικής
Εκκλησίας με την πνευματική της Μητέρα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που ήταν
ακόμη και Εθναρχικό του Ελληνισμού Κέντρο18. Με
την έκρηξη της εθνεγερσίας, όπως ήταν φυσικό, διεκόπη η επικοινωνία της
Εκκλησίας της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, χωρίς όμως η διακοπή αυτή,
καθ’ όλη την διάρκεια του Αγώνος, να λάβει τον χαρακτήρα πραξικοπηματικής
ανεξαρτητοποιήσεως. Τα δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου ούτε
απορρίφθηκαν ποτέ, ούτε και λησμονήθηκαν. Αντίθετα η Γ΄ Εθνική Συνέλευση –αυτή
που εξέλεξε και τον Καποδίστρια ως Κυβερνήτη– διεκήρυξε:
«Επειδή πάντες ημείς [...] ουκ εγνωρίσαμεν άλλην μητέρα, ειμή την Μεγάλην
Εκκλησίαν, ούτε άλλον Κυριάρχην, ειμή τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως, καθ’ α
και ο μεγαλόφρων αυτής Πατριάρχης Γρηγόριος προ ολίγων χρόνων εθυσιάσθη υπέρ
της Ιεράς ημών Πίστεως και υπέρ πατρίδος, δια τούτο ουκ εφείται ημίν
αποσπασθήναι απ’ αυτής και αποσκιρτήσαι». Ο κύκλος όμως των Διαφωτιστών, με
πρώτο τον Κοραή, ποτισμένος από το δυτικό πνεύμα και προσκολλημένος στην δυτική
αρχή των εθνοτήτων και στις δυτικογενείς προκαταλήψεις για το Βυζάντιο και τη
Ρωμηοσύνη, έγινε ο προπαγανδιστής της αυτονομήσεως της Ελλαδικής Εκκλησίας από
το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Στο σημείο όμως αυτό πρέπει να λεχθεί, ότι οι Έλληνες Ευρωπαΐζοντες
ευθυγραμμίζονταν με την πολιτική την Μεγάλων Δυνάμεων για το νεότευκτο Ελληνικό
Κράτος, αλλά και όλη την «καθ’ ημάς Ανατολή». Η πολιτική αυτή μπορεί να
συνοψισθεί στα ακόλουθα: λύση του Ανατολικού ζητήματος με τη δημιουργία μικρών
εθνικών βαλκανικών κρατών, σε μόνιμη σύγκρουση ή αντίθεση μεταξύ τους, για την
εμπόδιση κοινού αγώνος εκ μέρους των προς ανασύσταση της αυτοκρατορίας της
Ρωμανίας/Βυζαντίου.
Ο διαμελισμός της Ευρωπαϊκής Τουρκίας συνδέθηκε με την δικαιοδοσιακή
συρρίκνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με τη δημιουργία εθνικών Εκκλησιών,
και σ’ αυτό βοηθούσε η εξάπλωση του εθνικού και, κατά ουσίαν εθνικιστικού,
πνεύματος στους λαούς της Βαλκανικής. Οι Έλληνες θα έχουμε το θλιβερό προνόμιο
να ηγηθούμε το 1833 σε αυτήν την προσπάθεια αποσυνθέσεως της Ρωμαϊκής Εθναρχίας.
Ο Καποδίστριας γνώριζε καλά τα σχέδια αυτά. Ως ενσυνείδητα όμως
Ρωμηός–Ορθόδοξος, γνώριζε, ότι υπήρχε κίνδυνος, η διακοπή του δογματικού και
κανονικού δεσμού της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο να προκαλέσει
κυριολεκτικά διάλυση του Ελληνισμού, ελευθέρου και αλυτρώτου. Εξ άλλου, ήταν
και βαθύς γνώστης της σημασίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τον Ελληνισμό
και την Ορθόδοξη οικουμένη, –όπως αποδεικνύει η σχετική αλληλογραφία του.
Άλλωστε, ήδη το 1819, ευρισκόμενος στην Κέρκυρα, είχε εκδώσει επώνυμα Υπόμνημα,
υποστηρίζοντας την αναβολή της επαναστάσεως και τη θεμελίωση της Φιλικής
Εταιρείας «ουχί επί της αρχής της εθνότητος, αλλά από της ευρείας και ζώσης
Ορθοδόξου Εκκλησίας»19. Τι
άλλο δείχνει αυτό από την θέληση του Καποδίστρια να αναστηθεί «το ρωμαίικο», το
οποίο συνεχιζόταν με την Εθναρχική υπόσταση του Οικουμενικού Πατριαρχείου; Με
την Ορθοδοξία και όχι την Ευρώπη συνέδεε ο Καποδίστριας το μέλλον του
Ελληνισμού.
Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, ότι ο Κυβερνήτης συνήψε αλληλογραφία με τον
Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνστάντιο τον Α΄ (1830-1834), με σκοπό να ρυθμισθεί η
σχέση της Εκκλησίας της Ελλάδος με την Μητέρα Εκκλησία μέσα στο πνεύμα της
Ορθοδόξου παραδόσεως και της ιστορικοκανονικής τάξεως. Στη συνάφεια δε αυτή
είναι ενδεικτική των προθέσεων και του φρονήματος του Καποδίστρια μία πολύτιμη
μαρτυρία του Κ. Οικονόμου, που δημοσιεύσαμε ήδη20. Ο
Οικονόμος, στενός φίλος του Ρέοντος και Πραστού και μετέπειτα Κυνουρίας
Διονυσίου, από τον οποίο θα έλαβε ασφαλώς τις σχετικές πληροφορίες, αναφέρει,
ότι ο Καποδίστριας ανέθεσε στον Διονύσιο ειδική αποστολή στην Πόλη, για να
διευθετηθεί το ταχύτερο το εκκλησιαστικό πρόβλημα της Ελλάδος, «ίνα μη, όπως
έλεγε (ο Καποδίστριας), πέσει η υπόθεσις εις Φράγκων χείρας, και τότε
εχάθημεν»! Μέσα στη φράση αυτή κλείνεται η προφητική πρόβλεψη του Καποδίστρια
για το βαυαρικό αυτοκέφαλο και τις επιπτώσεις του στη ζωή του Έθνους μας, αλλά
και στην όλη πορεία του Ελληνισμού.
Αυτό ακριβώς όμως δεν ήθελε η Ευρωπαϊκή πολιτική. Την ομαλοποίηση των
σχέσεων της ελευθέρας Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την συνέχιση
της ενότητος του Ρωμαίικου, που μπορούσε να οδηγήσει στην ανάσταση του
Βυζαντίου/Ρωμανίας, δηλαδή της Ορθόδοξης Αυτοκρατορίας. Ενώ ο Ρέοντος και
Πραστού Διονύσιος ετοιμαζόταν για την μετάβασή του στη Πατριαρχείο, οι
δολοφονικές σφαίρες έκοβαν τη ζωή του Κυβερνήτη και ματαίωναν τους σκοπούς του.
Οι δυνάμεις εκείνες, που τροφοδοτούσαν και κατηύθυναν την εναντίον του
αντιπολίτευση, όπλισαν και τα χέρια των αφελών δολοφόνων του. Όπως, συνήθως,
συμβαίνει στην ιστορική πορεία ημών των Ελλήνων, οι προσωπικές δυσαρέσκειες και
αντιθέσεις, ενισχυόμενες από τις επιβουλές των ξένων, μεγιστοποιούν τις
οποιεσδήποτε υπερβάσεις και αστοχίες, χάνοντας τη συνείδηση της καθολικότητας
και του ουσιώδους και εν προκειμένω του μεγάλου έργου του Κυβερνήτη.
6. «Οι Έλληνες θα
κατανοήσουν την θυσίαν μου»!
Το τραγικό στην περίπτωση του Καποδίστρια είναι, ότι, βέβαιος για τον
εθνωφελή χαρακτήρα του επιτελουμένου έργου του, δεν πίστευε, ότι θα βρεθούν
αδελφοί του Έλληνες, που θα θελήσουν να τα καταστρέψουν: «Οι Έλληνες γράφει,
δεν θα φθάσουν ποτέ μέχρι του σημείου να με δολοφονήσουν. Θα σεβασθούν την
λευκή κεφαλή μου [...]. άλλωστε είμαι αποφασισμένος να θυσιάσω την ζωήν μου δια
την Ελλάδα και θα την θυσιάσω. Εάν οι Μαυρομιχαλαίοι θέλουν να με δολοφονήσουν,
ας με δολοφονήσουν. Τόσον το χειρότερον δια αυτούς. Θα έλθη κάποτε η ημέρα,
κατά την οποίαν οι Έλληνες θα εννοήσουν την σημασίαν της θυσίας μου»21.
Λόγια προφητικά, αλλά συνάμα και ενδεικτικά της ολοκληρωτικής αφοσιώσεως
του ερημίτη πολιτικού στη διακονία της Πατρίδος και του Γένους. Στις 27
Σεπτεμβρίου 1831 έφυγε από το ταπεινό Κυβερνείο του Ναυπλίου, για να
λειτουργηθεί, όπως έκανε σε όλη τη ζωή του, ως πιστός ορθόδοξος. Το γεγονός,
ότι τα φονικά βόλια τον βρήκαν λίγο μετά της 6.30 το πρωΐ, δεν πρέπει να μείνει
απαρατήρητο. Δεν ήταν ο πολιτικός των δοξολογιών και των πανηγύρεων. Ήταν ένας
Ρωμηός, όπως όλος ο απλός και ευσεβής Λαός, για το καλό του οποίου ανάλωνε τη
ζωή του. Και για αυτό μαζί με το λαό από τον Όρθρο συμμετείχε στη σύναξη του
εκκλησιαστικού σώματος. Η δολοφονία του ανέκοψε την πορεία του Έθνους για την
ολοκλήρωσή του μέσα στα όρια της Ελληνορθόδοξης παραδόσεώς του. Επηρέασε όμως
δυσμενώς και την πορεία όλης της Ορθόδοξης Ανατολής, ανατρέποντας τα σχέδια για
την Ρωμαίικη αποκατάστασή της.
Ο πιστός φίλος του Καποδίστρια Εϋνάρδος μπόρεσε να συνειδητοποιήσει πολύ
ενωρίς τη σημασία της δολοφονίας του αληθινού Πατέρα της Ελληνικής Πατρίδος: «Ο
θάνατος του Κυβερνήτου –έγραφε– είναι συμφορά δια την Ελλάδα, είναι δυστύχημα
δι’ όλην την Ευρώπην [...]. Το λέγω με διπλήν θλίψιν: ο κακούργος, όστις
εδολοφόνησε τον κόμητα Καποδίστρια, εδολοφόνησε την πατρίδα του». Το είπαμε
όμως παραπάνω: Το δολοφονικό χέρι κατευθυνόταν από τις δυνάμεις εκείνες, που
ενήργησαν στη δολοφονία, ως ηθικοί αυτουργοί, πραγματοποιώντας έτσι τον σκοπό
τους: την ανακοπή και ανατροπή ενός μεγάλου πατριωτικού έργου, που ερχόταν σε
αντίθεση με τα συμφέροντά τους.
Σημ. Συντάξεως: Η αρίθμηση των ενοτήτων έγινε από τον συγγραφέα και οι
τίτλοι τέθηκαν από εμάς, βάσει του περιεχομένου των ενοτήτων.
Υποσημειώσεις
1. Ι. Α. Καποδίστρια,
Επιστολαί, Αθήναι, 1841, τομ. Α΄, σ. 102.
2. Στο ίδιο, σ. 135,
137 κ.ά.
3. Βλ. Ε. Γ.
Πρωτοψάλτη, Ο Καποδίστριας ως θρησκευτική προσωπικότης, περιοδ. ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ, αρ.
248, Δεκέμβριος 1976, σ. 3.
4. Ελ. Κούκκου,
Ιωάννης Καποδίστριας, ο άνθρωπος – ο αγωνιστής, περιοδ. ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ, ό.π., σ. 10.
5. Κατά την έρευνα,
που κάμαμε εκεί, το καλοκαίρι του 1982, συγκεν¬τρώσαμε ένα αριθμό σχετικών
εγγράφων, που έχουμε παρουσιάσει και παρουσιάζουμε σε διάφορες ευκαιρίες.
7. Ν. Ι.
Φιλιπποπούλου, Ελληνικός Αντιμασσονισμός, Αθήναι 1972, σ. 14.
8. Ε. Πρωτοψάλτη,
ό.π., σ. 4.
9. Γρ. Korck από
20.11.1829 στην Church Missionary Society του Λονδίνου, στου Γ. Δ. Μεταλληνού,
Το ζήτημα της Μεταφράσεως της Αγ. Γραφής εις την Νεοελληνικήν,κατά την ΙΘ΄
αιώνα, Αθήναι 2004, σ. 397.
10. Στο ίδιο.
11. James F. Clarke, Bible Societies; American
missionaries and the national revival of Bulgaria, N. York 1971, σ. 232.
12. Στο ίδιο.
13. Γ. Δ. Μεταλληνού,
Το ζήτημα της Μεταφράσεως της Αγ. Γραφής εις την Νεοελληνικήν, κατά την ΙΘ΄
αιώνα, Αθήναι 2004, σ.399 ε. Πρβλ. του ιδίου, Παράδοση και αλλοτρίωση, Αθήνα
2001, σ. 279 ε.
14. Βλ. Α. Γερομίχαλου,
Ίδρυσις και Διοίκησις της Εκκλησίας της Ελλάδος, στην ΕΕΘ-ΣΠΘ, αρ. 11 (1967),
σ. 346 ε.ε. Ε. Κωνσταντινίδου, Ιω. Καποδίστριας και η εκκλησιαστική του
πολιτική, Αθήναι 1977. Charles A Frazee, Ορθόδοξος Εκκλησία και Ελληνική
Ανεξαρτησία, 1821-1852. Αθήνα 1987, σ. 97 ε.ε.
15. Βλ. Ι.
Κωνσταντινίδου, Ο Ιω. Καποδίστριας θεμελιωτής της εκκλησιαστικής εκπαιδεύσεως,
ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ, ό.π., σ. 20-24.
16. Γεν. Εφημ. της
Ελλάδος, 1829, αρ. 73, 74.
17. ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ, ό.π.,
σ. 1.
18. Για τα παρακάτω
βλ. Γ. Δ. Μεταλληνού, Το Ελλαδικό Αυτοκέφαλο. Προϋποθέσεις και συνέπειες, στο:
Παράδοση και Αλλοτρίωση, ό.π., σ. 227 ε.ε.
19. Χρ. Παπαδοπούλου,
Η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως και η Μεγάλη Επανάστασις του 1821, ΘΕΟΛΟΓΙΑ, ΚΑ
(1950), σ.316.
20. Κων. Οικονόμος
προς Τιτώφ (στον τιμητικό Τόμο του καθηγ. Κων. Μπόνη).
21. Επιστολαί, ό.π.,
τ. Δ΄ , σ. 300 ε.
Πηγή
https://www.oodegr.com/oode/protestant/makrygiannis_o8wn_1.htm
https://xristianorthodoxipisti.blogspot.com/2023/01/blog-post_31.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου