Η Συνάντηση του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου μετά της Θεοτόκου , εκείνη έλαμπε σαν τον ήλιο και ευωδίαζε!
Η καλλονή των σεπτών αγίων Αγγέλων˙ η χαρμονή των ανθρώπων απάντων, συ ει άχραντε Κόρη, ως γεννήσασα Θεόν προαιώνιον.
Η κιβωτός δεξαμένη νόμου τας πλάκας, προέγραφε Θεοτόκον σε, Λόγον Θεού ως δεξαμένην, εν γαστρί σου δι’ ημάς σωματούμενον.
Εμμανουήλ
Θεοτόκε διπλούν κατ’ ουσίαν, συ τέτοκας τον προτέλειον Λόγον, Θεόν
σεσαρκωμένον, απολύτρωσιν ημίν χαριζόμενον.
Νάμασι
πνευματικοίς αρδεύεις πάντας, η βρύουσα ως πηγήν, ευσπλαγχνίαν, αειπάρθενε
Κόρη˙ διο οίκτειρον καμέ και ελέησον.
Εν
δύο φύσεσι της Τριάδος τον ένα, θεοπρεπώς άνευ σποράς Θεομήτορ, εγέννησας τον
Σωτήρα του κόσμου˙ διο σε οι πιστοί πόθω υπερυψούμεν εις πάντας τους αιώνας.
Ὁ ἅγιος Διονύσιος, τρία χρόνια μετά τή μεταστροφή του,στον χριστιανισμό , ἐπισκέφτηκε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο στά Ἱεροσόλυμα, στό σπίτι τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὅπου ἐκείνη ἔμενε μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου. Νά τί γράφει σχετικά μέ τήν ἐπίσκεψη αὐτή σέ μίαν ἐπιστολή του πρός τόν Ἀπόστολο Παῦλο:
Παραθέτουμε στή συνέχεια τη μαρτυρία γιά τη Θεομήτορα ενός συγχρόνου της, τού άγιου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη, μορφωμένου και ονομαστού Αθηναίου, πού μεταστράφηκε στή χριστιανική πίστη από τον Απόστολο Παύλο. Ο άγιος Διονύσιος, τρία χρόνια μετά τη μεταστροφή του, επισκέφτηκε τήν Υπεραγία Θεοτόκο στά Ιεροσόλυμα, στό σπίτι του Ευαγγελιστού Ιωάννου, όπου εκείνη έμενε μετά τήν Ανάληψη του Κυρίου. Να τί γράφει σχετικά με τήν επίσκεψη αυτή σε μιαν επιστολή του πρός τον Απόστολο Παύλο:
«Δεν πίστευα —το ομολογώ ενώπιον του Κυρίου, ω θαυμάσιε οδηγέ και ποιμένα
μας— ότι εκτός από τον ύψιστο Θεό ήταν δυνατό να υπάρχει οποιοδήποτε πρόσωπο
πού να είναι γεμάτο από θεία δύναμη και θεία χάρη. Όμως, κανένας άνθρωπος δεν
μπορεί να φανταστεί αυτό πού είδα και κατάλαβα όχι μόνο με τα ψυχικά μου μάτια
αλλά και με τα σωματικά Είδα, λοιπόν, με τα μάτια μου τη θεόμορφη και αγιότερη
απ’ όλα τα ουράνια πνεύματα Μητέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ήταν ένα δώρο
της χάριτος του Θεού, της συγκαταβατικότητας του κορυφαίου αποστόλου (Ιωάννου),
καθώς και της απέραντης καλοσύνης, ευσπλαχνίας και ευμένειας της ίδιας της
Παρθένου. Ομολογώ ξανά και ξανά μπροστά στον παντοδύναμο Θεό, μπροστά στον
πανάγαθο Σωτήρα και μπροστά στην ένδοξη και πάντιμη Μητέρα Του, πώς, όταν με
οδήγησε σ’ εκείνην, τη θεόμορφη και παναγία Παρθένο, ο Ιωάννης, η κεφαλή των
ευαγγελιστών και των προφητών, πού, ενώ ζει με σάρκα, λάμπει όπως ο ήλιος στον
ουρανό, με τύλιξε μια θεία λάμψη, λάμψη ζωηρή και αμείωτη, φωτίζοντάς με όχι
μόνο εξωτερικά αλλά και εσωτερικά, καθώς και μια υπερκόσμια, μια υπέροχη ευωδία
με συνεχείς εναλλαγές.
Γιατί κανένας νους δεν μπορεί να φανταστεί γιά άνθρωπο δοξασμένο από τον
Θεό δόξα ανώτερη από τη δόξα εκείνη πού αξιώθηκα εγώ, ο ανάξιος, να δώ, ούτε
μακαριότητα μεγαλύτερη από τη μακαριότητα πού αξιώθηκα να γευθώ. Ευχαριστώ τον
ύψιστο και πανάγαθο Θεό μου, την Παναγία Παρθένο, τον κορυφαίο Απόστολο Ιωάννη,
καθώς κι εσένα, τήν ανώτατη και επισημότατη κεφαλή της Εκκλησίας, πού σπλαχνικά
μου φανέρωσε μια τέτοια ευεργεσία» .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου