ONOMATA ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ KAI XΡΙΣTIANIKH TAYTOTHTA
τοῦ πρωτ. π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ ὁμοτ. Καθηγ. Πανεπ. Ἀθηνῶν
.
Άνταποκρινόμενος στό φιλικό αἴτημά σας,
εὐχαρίστως θά προσδιορίσω ἱστορικά καί ἐκκλησιολογικά τό περιεχόμενο τῶν
ἀποδιδομένων στή Δυτική Χριστιανοσύνη χαρακτηρισμῶν: Καθολική – Ρωμαιοκαθολική
– Δυτική –Λατινική καί Παπική. Τά χρησιμοποιούμενα ἀπό ἕνα χῶρο ὀνόματα γιά τόν
αὐτοπροσδιορισμό του ἢ τά ἀποδιδόμενα σ’ αὐτόν ἒχουν τεράστια σημασία στήν
Ἱστορία, διότι σχετίζονται μέ τήν προσπάθεια καθορισμοῦ τῆς ταυτότητάς του.
. 1. Καθολική Ἐκκλησία, Καθολικοί Χριστιανοί,
Καθολική Πίστη: Οἱ Χριστιανοί
ὀνομάζονταν ἀρχικά «μαθηταί» (τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ). «Μαθητεύω σημαίνει: καθιστῶ
κάποιον μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας (πρβλ. Ματθ. ιη´ 19).
Τό ὄνομα «χριστιανοί» δόθηκε στούς πιστούς στόν Χριστό ἀργότερα (βλ. Πράξ.
ια´ 26) καί μάλιστα σέ ἐθνικό περιβάλλον (Ἀντιόχεια). Ἀπό τά τέλη τοῦ 1ου αἰώνα-ἀρχές
τοῦ 2ου ἐμφανίζεται τό ὂνομα «Καθολική Ἐκκλησία» (ὁ ὅρος στίς
ἐπιστολές τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου (+107). Ὁ ὅρος «καθολική» (ἀριστοτελικῆς
προέλευσης) σημαίνει ὅλη τήν
ἐν Χριστῷ Ἀλήθεια, δεδομένου
ὄτι οἱ αἱρέσεις τεμαχίζουν τήν Πίστη, δεχόμενες ἓνα μέρος της, καί τελικά τήν
διαστρέφουν (καταστρέφουν). Ὅταν ὅμως ἐμφανίσθηκαν οἱ μεγάλες αἱρέσεις, ὃπως ὁ
Ἀρειανισμός, πού καί αὐτές χρησιμοποιοῦσαν τό ἐπίθετο «Καθολική» γιά τόν ἑαυτό
τους, ἡ αὐθεντική (ἁγιοπατερική)
Ἐκκλησία προσέθεσε καί τό ἐπίθετο «ὁρθόδοξος», γιά νά διακρίνεται ἀπό τίς
αἱρέσεις. (Πρέπει νά λεχθεῖ, ὅτι
ὁ π.Ἰουστίνος Πόποβιτς ὀνομάζει τόν «Παπισμό» «Νεοαρειανισμό»). Σημαντική
μαρτυρία: Τόν 5ο αἰώνα ὁ γνωστός χριστιανός συγγραφέας καί
ἱστορικός Θεοδώρητος Κύρου ἔχει τήν σπουδαία φράση: «τῆς κατά τήν
Κωνσταντινούπολιν τῶν Ὀρθοδόξων Καθολικῆς Ἐκκλησίας», «Αἱρετικῆς
Κακοδοξίας Ἔλεγχος» 4,12). Γι’ αὐτό μέχρι σήμερα ἐμεῖς
οἱ Ὀρθόδοξοι χρησιμοποιοῦμε γιά τήν Ἐκκλησία μας
τόν χαρακτηρισμό: Καθολική Ὀρθόδοξη (πού εἶναι ἱστορικά ὀρθότερος) ἢ Ὀρθόδοξος
Καθολική Ἐκκλησία. Μόνο ἡ Ἐκκλησία
τῆς ἀποστολικοπατερικῆς παραδόσεως μπορεῖ νά ὀνομάζεταιΚαθολική καί Ὀρθόδοξος.
2. Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία: Γιά τό β´συνθετικό εἲπαμε ἤδη. Μόνο ἡ
Ὀρθόδοξη (ἀποστολικοπατερική) εἶναι καί Καθολική Ἐκκλησία. Τό ρωμαῖος/ρωμαϊκή
δέν συνδέεται μόνο μέ τήν Παλαιά Ρώμη, πού καί αὐτή δημιούργημα τῶν Ἑλλήνων
ὑπῆρξε (θυγατέρα τοῦ Ὀδυσσέως, Ρώμη=ἁλκή, δύναμη, ἰσχύς), ἀλλά ἀπό τό 330
(ἐγκαίνια τῆς νέας Πρωτεύουσας, 11 Μαΐου) τό ἀρχαῖο Βυζάντιο εἶναι ἡ Νέα Ρώμη.
Αὐτό εἶναι τό ἀληθινό της ὄνομα.Τό «Κωνσταντινούπολς», πρός τιμήν τοῦ Μ.
Κωνσταντίνου, ἐδόθη ἀργότερα καί δέν εἶναι συνεπῶς τό πρῶτο ὄνομά της. Γι’ αὐτό
οἱ Πολίτες τῆς Πρωτεύουσας τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους ὀνομάζονται Ρωμαῖοι καί στήν
ἁπλούστερη μορφή: Ρωμηοί, πού σημαίνει πολίτες τῆς Νέας Ρώμης. (Ὁ Καποδίστριας
κατά τόν Νικ. Σπηλιάδη ἤθελε νά δημιουργήσει: Νεορωμαϊκήν Αὐτοκρατορίαν, νά
ἀναστήσει δηλαδή τήν Αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης). Τό ὄνομα Βυζάντιο γιά τό
Κράτος χρησιμοποιεῖται ἀπό τό 1562 ἀπό τόν φραγκοτεύτονα Ἱερώνυμο Βόλφ. (Νέο)
ρωμαῖος εἶναι ὁ Ὀρθὀδοξος πολίτης τῆς Νέας Ρώμης.
. Γι’ αὐτό Ρωμηός σημαίνει: Ὀρθόδοξος (οὔτε μασῶνος, οὔτε μαρξιστής κ.τ.ὅ.). Ρωμηοί ὀνομάζονται μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι. Γι’ αὐτό χρησιμοποιοῦνται τά ρωμαῖος ἤ ρωμάνος γιά τήν Π. Ρώμη καί τούς πολίτες της καί τά: (νεο)ρωμαῖος ἤ ρωμηός γιά τήν Νέα Ρώμη καί τούς πολίτες της. Ἐπίσης: διακρίνονται τά ρωμαϊκός καί ρωμαίικος, ἀντίστοιχα γιά τή Δύση καί τήν Ἀνατολή.
. Γι’ αὐτό Ρωμηός σημαίνει: Ὀρθόδοξος (οὔτε μασῶνος, οὔτε μαρξιστής κ.τ.ὅ.). Ρωμηοί ὀνομάζονται μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι. Γι’ αὐτό χρησιμοποιοῦνται τά ρωμαῖος ἤ ρωμάνος γιά τήν Π. Ρώμη καί τούς πολίτες της καί τά: (νεο)ρωμαῖος ἤ ρωμηός γιά τήν Νέα Ρώμη καί τούς πολίτες της. Ἐπίσης: διακρίνονται τά ρωμαϊκός καί ρωμαίικος, ἀντίστοιχα γιά τή Δύση καί τήν Ἀνατολή.
.
Ἄρα: Τό Ρωμαϊκή «Ἐκκλησία» εἶναι ὀρθότερο ἀπό τό
Ρωμαιοκαθολική, ἀφοῦ τὸ Καθολικὸς ΜΟΝΟ
Ὀρθόδοξος μπορεῖ νά σημαίνει.
. 3. Δυτική Ἐκκλησία: Οἱ ὅροι
Ἀνατολικός–Δυτικός εἶναι πρῶτα γεωγραφικοί. Ἀπέκτησαν ὅμως ἱστορικά, ἀπό πολλῶν
αἰώνων, μετά τό Σχίσμα τοῦ 1054, καί πνευματική σημασία. Ἀνατολική εἶναι καί
λέγεται ἡ Ὀρθόδοξη, κατά τά παραπάνω, Ἐκκλησία. Δυτική εἶναι καί λέγεται ἡ
Ρωμαϊκή Ἐκκλησία, ποὺ γιά τούς Ρωμηούς-Ὀρθοδόξους Ἁγίους (π.χ. Φώτιος,
Γρηγόριος Παλαμᾶς, Μᾶρκος Ἐφέσου, Κολλυβάδες κ.λπ.) εἶναι αἱρετική,
νεοαρειανική (λόγῳ, κυρίως, τοῦ Filioque). Μέ τήν πνευματική-θεολογικο-εκκλησιολογική
σημασία λοιπόν, μποροῦμε νά μιλοῦμε γιά Δυτική καί Ἀνατολική Ἐκκλησία,
ἀνεξάρτητα ἀπό τίς γεωγραφικές συντεταγμένες.
4. Λατινική Ἐκκλησία: Περί τήν Β´ Οἰκουμενική Σύνοδο (381)
ἐπικρατεῖ τελικά ἡ ἑλληνική γλῶσσα στήν Ἀνατολική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία καί ἡ
Λατινική στή Δυτική. Στήν ἐποχή, δηλαδή, καί τοῦ πρώτου (867) καί τοῦ μεγάλου
σχίσματος (1054) ἡ μέν Δυτική Χριστιανοσύνη ἔχει ταυτισθεῖ μέ τήν Λατινική
Γλῶσσα, ἡ δέ Ἀνατολική μέ τήν Ἑλληνική. Ὑπάρχει συνεπῶς Λατινική Χριστιανοσύνη
πρό τοῦ 1054, πού εἶναι Ὀρθόδοξη, καί Λατινική μετά τό σχίσμα, πού δέν εἶναι
Ὀρθόδοξη. Οἱ λατινόφωνοι Πατέρες πρό τοῦ Σχίσματος, σ’ ὅλη τήν φιλολογική
παράδοση τῆς Ἀνατολῆς, εἶναι Ὀρθόδοξοι, ἐνῶ αἱρετικοί εἶναι ἐκεῖνοι μετά τό
σχίσμα (Σχολαστικοί π.χ.).
α. 5. Παπική Ἐκκλησία: Στή Δύση, πού σπούδασα καί ἐγώ, συνεχῶς γίνεται λόγος γιά Παπισμό
καί Παπική Ἐκκλησία. Καί αὐτό, πέρα ἀπό κάθε πολεμική τάση, διότι δέν ὑπάρχει
«Δυτική Ἐκκλησία» χωρίς Πάπα (μέ τό συγκεκριμένο περιεχόμενο τοῦ ὅρου: Πρωτεῖο,
Ἀλάθητο, βασιλική ἰδιότητα). Ὅσο καί ἂν κάποιοι, στήν Ἀνατολή καί στή Δύση,
χρησιμοποιοῦν τό ἐπίθετο «παπική» μειωτικά, γιά τήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, τό
ἐπίθετο αὐτό τῆς περιποιεῖ τιμή, ἀφοῦ χωρίς «Πάπα» δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει!
. Οἱ περί Πάπα δυτικές ἀντιλήψεις δέν ἔχουν στό ἐλάχιστο ἀλλάξει, ὅπως δείχνει ἡ ἐπίσημη (μετά τήν Β´Βατικανή) «Ρωμαιοκαθολική Κατήχηση», μέ διευθυντή συντάξεως-συγγραφῆς τόν πρ. Πάπα Βενέδικτο ΙϚ´. Γιατί, λοιπόν, θεωροῦν οἱ «ρωμαιοκαθολικοί» προσβολή τόν χαρακτηρισμό «Παπική Ἐκκλησία», ἀφοῦ τά μεσαιωνικά δόγματα περί «Πάπα» διδάσκονται ἀπό αὐτούς μέχρι σήμερα καί ὁ Πάπας/Παπισμός εἶναι τό θεμέλιο τῆς πίστεώς τους; Μή ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ τίτλος “Vicarius Christi” εἶναι ἀπαξιωτικό γιά τόν ἴδιο τόν Χριστό, πού δέν ἔχει «ἀντιπροσώπους» (ὁ ὅρος εἶναι αἱρετικός καί ἀντιχριστιανικός), ἀλλά, ὅπως δεχόμεθα ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, εἶναι ὁ Κύριος καί Βασιλεύς τῆς Ἐκκλησίας ὡς σώματός Του «μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων». Γιά μᾶς οἱ Πατριάρχες καί ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι μαζί μέ τόν Κλῆρο ὁλόκληρο εἶναι διάκονοι καί δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει λόγος στήν Ὀρθοδοξία γιά «πρωτεῖο» (καί μάλιστα, ἐξουσίας). Μήπως, λοιπόν, ἀντί νά ἐρίζουμε γιά τούς χρησιμοποιούμενους ὅρους, καλόν θά ἦτο ἡ «δυναμική ἐπιστροφή» στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας; Ὅπως ἔλεγε ὁ Μ. Ἀθανάσιος, «τό πρόβλημα δέν ἔγκειται στίς λέξεις, ἀλλά στά πράγματα»!
. Οἱ περί Πάπα δυτικές ἀντιλήψεις δέν ἔχουν στό ἐλάχιστο ἀλλάξει, ὅπως δείχνει ἡ ἐπίσημη (μετά τήν Β´Βατικανή) «Ρωμαιοκαθολική Κατήχηση», μέ διευθυντή συντάξεως-συγγραφῆς τόν πρ. Πάπα Βενέδικτο ΙϚ´. Γιατί, λοιπόν, θεωροῦν οἱ «ρωμαιοκαθολικοί» προσβολή τόν χαρακτηρισμό «Παπική Ἐκκλησία», ἀφοῦ τά μεσαιωνικά δόγματα περί «Πάπα» διδάσκονται ἀπό αὐτούς μέχρι σήμερα καί ὁ Πάπας/Παπισμός εἶναι τό θεμέλιο τῆς πίστεώς τους; Μή ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ τίτλος “Vicarius Christi” εἶναι ἀπαξιωτικό γιά τόν ἴδιο τόν Χριστό, πού δέν ἔχει «ἀντιπροσώπους» (ὁ ὅρος εἶναι αἱρετικός καί ἀντιχριστιανικός), ἀλλά, ὅπως δεχόμεθα ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, εἶναι ὁ Κύριος καί Βασιλεύς τῆς Ἐκκλησίας ὡς σώματός Του «μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων». Γιά μᾶς οἱ Πατριάρχες καί ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι μαζί μέ τόν Κλῆρο ὁλόκληρο εἶναι διάκονοι καί δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει λόγος στήν Ὀρθοδοξία γιά «πρωτεῖο» (καί μάλιστα, ἐξουσίας). Μήπως, λοιπόν, ἀντί νά ἐρίζουμε γιά τούς χρησιμοποιούμενους ὅρους, καλόν θά ἦτο ἡ «δυναμική ἐπιστροφή» στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας; Ὅπως ἔλεγε ὁ Μ. Ἀθανάσιος, «τό πρόβλημα δέν ἔγκειται στίς λέξεις, ἀλλά στά πράγματα»!
6. Ὡς πρός τό ὄνομα Φράγκος, φραγκική κ.λπ., τώρα. Ἡ «Δυτική Ἐκκλησία»
διαμορφώθηκε μέ τήν ἐπίδραση τοῦ φραγκικοῦ στοιχείου (Καρλομάγνος κ. ἑ.). Αὐτό
εἶναι ἱστορικά βεβαιότατο καί δέν χρειάζεται περαιτέρω ἀνάλυση. Τό φραγκικό καί
τευτονικό (Deutsch) στοιχεῖο ἰσχύει στήν χριστιανική Δύση διά τῶν αίώνων. Τά
ὀνόματα «γαλλικός» ἢ «γερμανικός», Γαλλία ἢ Γερμανία, εἶναι τά ἀρχαῖα. Ἡ Γαλλία
σήμερα ὀνομάζεται Φραγκία (France) καί ὁ Γάλλος (Francais). Οἱ δυτικίζοντες
δικοί μας (18ος αἰ.) ἐπέβαλαν τά «Γάλλος»-«Γαλλία», γιά νά
χαθεῖ ἡ ἔννοια τοῦ “Φράγκος”, ἐνῶ οἱ πληγές μας τοῦ 1204 δέν ἔχουν κλείσει
ἀκόμη. Τό ἲδιο ἰσχύει ὡς πρός τό Τεύτων ἢ Deutsch καί τό «γερμανός». Στήν
ὀρθόδοξη-ρωμαίικη Ἀνατολή ὀρθά χρησιμοποιήθηκαν καί χρησιμοποιοῦνται τά ὀνόματα
Φράγκος ἢ Τεύτονας (ἀραιότερα) γιά τόν χαρακτηρισμό συλλήβδην ὅλων τῶν Δυτικῶν
καί τῆς Δύσεως. Σήμερα, μάλιστα, πού ἡ Δυτική Εὐρώπη καί ἡ «Γερμανία»
ἀπεκάλυψαν καί πάλι τό ἀληθινό πρόσωπό τους, δέν μποροῦμε νά τρέφουμε
ψευδαισθήσεις. Δέν μᾶς πταίουν, συνεπῶς, τά ὀνόματα, ἀλλά ἡ νοοτροπία, πού
δυστυχῶς καί ἐκκλησιαστικά καί πολιτικά δέν ἀλλάζει…
. Δύο οἰκουμενικές μας σύνοδοι, ἡ Ὀγδόη (789) καί ἡ Ἐνάτη (1351) ἤλεγξαν καί κατεδίκασαν τίς «δυτικές» πλάνες ὡς αἱρέσεις καί τόν «Δυτικό Χριστιανισμό» ὡς Αἵρεση. Ἂν ἡ νέα ἑτοιμαζομένη «Πανορθόδοξος» καί γιά τούς Ὀρθοδόξους «Οἰκουμενική» Σύνοδος δέν ἀναγνωρίσει τίς Συνόδους αὐτές ὡς Οἰκουμενικές, δέν θά εἶναι ὀρθόδοξη Σύνοδος, ἀλλά ληστρική, ὅπως ἐκείνη τοῦ 449, ἢ ψευδοσύνοδος, ὅπως ἡ τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας (1438/39). Ἂν ἡ «Δυτική Ἐκκλησία» ἐπανασυνδεθεῖ μέ τήν Ὀρθόδοξη-Καθολική πρό τοῦ σχίσματος καί ἐπανεύρει τήν ὁδό τῶν ἀρχαίων Ὀρθοδόξων Πατέρων καί Ἁγίων της, τότε θά ἑνωθεῖ μέ τήν συνέχεια τῆς Ἀποστολικοπατερικῆς Ἐκκλησίας καί ταυτόχρονα μέ τήν Ἀνατολική-Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πού μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ τήν συνεχίζει, παρά τίς ἀδυναμίες καί ἁμαρτίες ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων. Ὀρθόδοξοι καί Καθολικοί (χωρίς εἰσαγωγικά) εἶναι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἀνατολῆς καί Δύσεως (οἱ πρό τοῦ σχίσματος γιά τή Δύση), τούς ὁποίους προσπαθοῦμε νά ἀκολουθοῦμε.
. Δύο οἰκουμενικές μας σύνοδοι, ἡ Ὀγδόη (789) καί ἡ Ἐνάτη (1351) ἤλεγξαν καί κατεδίκασαν τίς «δυτικές» πλάνες ὡς αἱρέσεις καί τόν «Δυτικό Χριστιανισμό» ὡς Αἵρεση. Ἂν ἡ νέα ἑτοιμαζομένη «Πανορθόδοξος» καί γιά τούς Ὀρθοδόξους «Οἰκουμενική» Σύνοδος δέν ἀναγνωρίσει τίς Συνόδους αὐτές ὡς Οἰκουμενικές, δέν θά εἶναι ὀρθόδοξη Σύνοδος, ἀλλά ληστρική, ὅπως ἐκείνη τοῦ 449, ἢ ψευδοσύνοδος, ὅπως ἡ τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας (1438/39). Ἂν ἡ «Δυτική Ἐκκλησία» ἐπανασυνδεθεῖ μέ τήν Ὀρθόδοξη-Καθολική πρό τοῦ σχίσματος καί ἐπανεύρει τήν ὁδό τῶν ἀρχαίων Ὀρθοδόξων Πατέρων καί Ἁγίων της, τότε θά ἑνωθεῖ μέ τήν συνέχεια τῆς Ἀποστολικοπατερικῆς Ἐκκλησίας καί ταυτόχρονα μέ τήν Ἀνατολική-Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πού μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ τήν συνεχίζει, παρά τίς ἀδυναμίες καί ἁμαρτίες ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων. Ὀρθόδοξοι καί Καθολικοί (χωρίς εἰσαγωγικά) εἶναι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἀνατολῆς καί Δύσεως (οἱ πρό τοῦ σχίσματος γιά τή Δύση), τούς ὁποίους προσπαθοῦμε νά ἀκολουθοῦμε.
εἰδικῶς γραφὲν γιὰ τὴν «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ»
ἀρ. φ. 68, ΙΟΥΛΙΟΣ-ΣΕΠΤ. 2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου