xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

Η ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ : Μύθος ή πραγματικότητα ??

Η ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ : Μύθος ή πραγματικότητα ??


Ο Θεός δεν είναι αντικείμενο να τον εξετάσουμε σε κάποιο εργαστήριο επιστημονικά. Έτσι, δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για αποδείξεις περί ύπαρξης ή ανυπαρξίας του Θεού, παρά μόνο για λογικές σκέψεις περί Αυτού. Αν και αυτά είναι ζητήματα έξω από την ανθρώπινη εμπειρία, παρόλα αυτά οι άνθρωποι ζητούν να βρουν μια λογική αιτία πίστης στη θεότητα.
Ο άνθρωπος ως σκεπτόμενο πρόσωπο, δεν μπορεί να νοήσει τον εαυτό του και να συλλάβει το νόημα του κόσμου έξω και ανεξάρτητα από την ιδέα του Θεού. Αισθάνεται ότι δεν είναι ον αυθύπαρκτο και το περί Θεού ερώτημα είναι καίριο, πού θέτει μόνον ο λογικά σκεπτόμενος άνθρωπος. Η άλογη κτίση δεν έχει τέτοιου είδους ευαισθησίες και δε διατυπώνει παρόμοια ερωτήματα, ούτε έχει ανάλογους προβληματισμούς. Μόνον ο άνθρωπος ρωτά, γιατί είναι η λογική «εικόνα» του Θεού.
Στο ερώτημα περί υπάρξεως του Θεού ανάγεται ο άνθρωπος και από το γεγονός ότι ο Θεός είναι κεκρυμμένος και αθέατος. Δεν μπορείς να τον συναντήσεις και να τον δεις, να λάβεις εμπειρική αίσθηση της παρουσίας του. Ο Θεός κυβερνά τον κόσμο, όμως δεν μπορείς να κατανοήσεις την ενέργεια του αυτή, η οποία είναι άκρως αινιγματική στο φτωχικό μυαλό μας, σε σημείο πού, βλέποντας τόση ακαταστασία, τόση κακότητα και τόση φυσική και ηθική αθλιότητα στον κόσμο, ν' αναρωτιέται κανείς αν πράγματι υπάρχει ο Θεός και προνοεί αληθινά για τα πλάσματα του.
Το ζήτημα της υπάρξεως του Θεού είναι ζήτημα καθαρό πίστεως. Το ιερό Σύμβολο της Πίστεως ρητά ομολογεί: «Πιστεύω εις ένα Θεόν». Ο άνθρωπος, ο λογικά σκεπτόμενος, έχει τη δυνατότητα να δεχθεί ή να μη δεχθεί την ύπαρξη του Θεού. Με τη σκέψη αυτή, το περί Θεού ερώτημα έχει δευτερεύουσα σημασία, γιατί, αν πιστεύεις αληθινά στο Θεό, το ερώτημα δεν έχει κανένα νόημα.
ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΠΟΥ Ν' ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΝ
ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Την ύπαρξη του Θεού κανένας δεν μπορεί να την αποδείξει λογικά, όπως αποδεικνύει τις φυσικές αλήθειες. Η ουσία του Θεού είναι απολύτως υπερβατική, αθέατη στα μάτια μας και απρόσιτη στη φυσική μας διάνοια. Έμμεσα μόνο μπορούμε να διακρίνουμε τη θεία ενέργεια, η οποία διακατέχει και συγκρατεί τα όντα και είναι διάχυτη στην εξωτερική δημιουργία. Και αυτή πάλι μόνο με τους οφθαλμούς της ψυχής μας μπορούμε να τη συλλάβουμε.
Η ύπαρξη του Θεού προϋποθέτει την πίστη και αυτό αρκεί. Ο Θεός υπάρχει στην περιοχή της καρδιάς που τη φλογίζει η πίστη και όχι στο μυαλό πού κυριαρχείται από το λόγο και διέπεται από την αυστηρή επιστημονική γνώση. Αν ο Θεός δεν υπάρχει στην καρδιά ως μυστική παρουσία, δεν υπάρχει πουθενά. Γι' αυτό, όταν ερωτόμαστε από ανθρώπους λογικοκρατούμενους αν υπάρχει Θεός, η απάντηση μας πρέπει να είναι αρνητική, με την έννοια ότι ο Θεός δεν υπάρχει όπως τον θέλουν αυτοί, κομμένος και ραμμένος στα μέτρα τους.
Ο Θεός φυσικά υπάρχει και  δεν είναι δημιούργημα του νου και της φαντασίας του ανθρώπου, όπως υποστηρίζουν πολλοί. Τον Θεό ο άνθρωπος αποδέχεται με την πίστη και την αγάπη του. Ως λογικά όμως σκεπτόμενο ον, προσπαθεί να τεκμηριώσει και με επιχειρήματα την πίστη του αυτή. Προς το σκοπό αυτό διαμόρφωσε από πολύ παλιά διάφορους λογικούς συλλογισμούς. Στη θεολογία οι συλλογισμοί αυτοί είναι γνωστοί ως «αποδείξεις περί της υπάρξεως του Θεού». Φυσικά δεν πρόκειται περί επιστημονικών αποδείξεων, γιατί ο Θεός βρίσκεται πέρα από τα όντα και δεν είναι μέγεθος φυσικό πού να μπορεί να εκτιμηθεί με κριτήρια αισθητά και εμπειρικά. Οι συλλογισμοί αυτοί δεν είναι αποδείξεις, αλλά ενδείξεις, επιχειρήματα λογικοφανή, δείκτες πού προσανατολίζουν τη σκέψη προς το δυνατό της υπάρξεως του Θεού. Οι κυριότερες από τις ενδείξεις αυτές είναι τέσσερις, η τελολογική, η κοσμολογική, η ηθική και η ιστορική.

Α) Τελολογική απόδειξη (τέλος=σκοπός): Η τάξη, η σοφία, η σκοπιμότητα και η αγάπη με την οποία δημιουργήθηκε και λειτουργεί ο κόσμος μας οδηγεί στην παραδοχή της ύπαρξης ενός σοφού και καλού Θεού, που όχι μόνο δημιούργησε τον κόσμο, αλλά και συνεχίζει να φροντίζει γι’ αυτόν.
Β) Κοσμολογική απόδειξη: Ο πολύπλοκος αυτός κόσμος δεν είναι δυνατό να δημιουργήθηκε μόνος του και να λειτουργεί μόνος του. Η λογική μας λέει ότι δεν μπορεί να υπάρχει δημιούργημα χωρίς δημιουργό, αφού κάθε αποτέλεσμα έχει και την αιτία του, σύμφωνα με την αρχή της αιτιότητας. Ένας τρόπος, λοιπόν, της φανέρωσης του Θεού στους ανθρώπους είναι η ίδια η φύση, δια μέσου της οποίας έχουμε τη λεγόμενη «φυσική αποκάλυψη».
Γ) Ηθική απόδειξη: Η απαίτηση της ανθρώπινης ύπαρξης για δικαιοσύνη και η τάση της για τελειότητα δεν ικανοποιούνται σ' αυτόν το γήινο κόσμο, όπου συνήθως οι ενάρετοι υποφέρουν και οι άδικοι ευημερούν. Είναι απαραίτητο, λοιπόν, να υπάρχει Θεός, που στην άλλη ζωή θα αποδώσει δικαιοσύνη στους ανθρώπους σύμφωνα με τα έργα τους.
Δ) Ιστορική απόδειξη: Αφού η τάση του ανθρώπου να πιστεύει σε κάποιο Θεό είναι πανανθρώπινο και αιώνιο φαινόμενο, δεν είναι δυνατό να δημιουργήθηκε τυχαία, αλλά κάποιος άλλος έξω από εμάς δηλ. ένας Θεός, τη φύτεψε μέσα στην ύπαρξη μας.

Συγκεφαλαιώνοντας οι θείες αλήθειες δεν αποδεικνύονται επιστημονικά. Μπορούν να διευκολύνουν την πίστη στην ύπαρξη του Θεού. Δεν τη γεννούν. Φυσικά όποιος πιστεύει αληθινά στην ύπαρξη του Θεού δεν έχει ανάγκη από λογικά επιχειρήματα για να ενισχυθεί στην πίστη του. Μόνον όσοι έχουν ασθενή και κυμαινόμενη πίστη (κυρίως οι προβληματιζόμενοι άνθρωποι) μπορούν να ωφεληθούν από τις ενδείξεις περί της υπάρξεως του Θεού και να στερεώσουν την πίστη τους. Και αυτό πάντοτε με τη χάρη και το φωτισμό του Θεού.
Η ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
 Ο Παλαιός των Ημερών
Ενώ ο άνθρωπος μπορεί να είναι με τη χάρη του Θεού και τις δικές του προσπάθειες σχετικά μόνο άγιος, ο Θεός είναι απόλυτα άγιος, δηλαδή είναι άγιος εκ φύσεως, από την ουσία και την ύπαρξη του. Ως άγιος ο Θεός δεν έχει καμιά ηθική ατέλεια, αγαπά μόνο το αγαθό και αποστρέφεται την αμαρτία.
Εμπρός στην αγιότητα του Θεού ο άνθρωπος αισθάνεται δέος και απεριόριστο σεβασμό. Και το σεβασμό αυτό εκδηλώνει με τους λόγους, τα έργα και τη λατρεία του. Με συστολή και ευλάβεια προφέρει το όνομα του Θεού. Όταν πρόκειται να εκτελέσει μια πράξη, διερωτάται αν η πράξη αυτή είναι σύμφωνη με το θέλημα του Θεού. Και τέλος με σοβαρότητα, αφοσίωση και κατάνυξη υμνεί, δοξάζει, ευχαριστεί και ικετεύει το Θεό.
Η ΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ
 Ο άνθρωπος έχει την ακατάσχετη επιθυμία να πλησιάσει και να γνωρίσει το Θεό, επειδή είναι δημιούργημα Αυτού. Στο χώρο της φύσεως γνωρίζει ο άνθρωπος το Θεό έμμεσα, με τη λογική σκέψη του, ενώ στο χώρο της Εκκλησίας Τον γνωρίζει άμεσα, με ολόκληρη την ψυχική του ζωή.
Ο φυσικός κόσμος μας υπενθυμίζει διαρκώς την ύπαρξη του Θεού. Ο Θεός φανερώνει στους ανθρώπους ότι μπορεί να τους γίνει γνωστό γι' Αυτόν. Γιατί οι αόρατες ιδιότητες του, δηλαδή η αιώνια δύναμη του και η θεότητα του, βλέπονται καθαρά αφότου δημιουργήθηκε ο κόσμος, καθόσον γίνονται νοητές δια μέσου των δημιουργημάτων του. Παράλληλα όμως στη ζωή αυτή βλέπουμε τον Θεό σαν σε καθρέφτη αμυδρά, ενώ στο μέλλοντα αιώνα, θα βλέπουμε πρόσωπο προς πρόσωπο (Α' Κορ. 13,12). Αυτό σημαίνει ότι η ουσία του Θεού είναι ασύλληπτη και ακατάληπτη από τον άνθρωπο. Μόνο η ύπαρξη και οι ιδιότητες του Θεού μας είναι προσιτές, κι αυτές όχι τέλεια.

Παρατηρώντας λοιπόν και μελετώντας τον κόσμο προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο Θεός, ο δημιουργός αυτού του κόσμου, είναι παντοδύναμος, πανταχού παρών, αιώνιος, πάνσοφος, παντογνώστης, άγιος, δίκαιος, πανάγαθος, γεμάτος από αγάπη, ευσπλαχνία, μακροθυμία κλπ.
Ο πιστός μέσα στο λειτουργικό χώρο της Ορθόδοξης Εκκλησίας γνωρίζει το Θεό βιωματικά. Ο αόρατος και ακατάληπτος Θεός γίνεται ορατός και αντιληπτός (μόνο βιωματικά, δηλαδή με την ψυχική εκείνη κατάσταση που δημιουργείται από την προσωπική επικοινωνία με το Θεό μέσα στη Θεία Λατρεία. Ο πιστός γνωρίζει το Θεό ως αγάπη και ζει την ειρήνη και τη μακαριότητα της παρουσίας Του.
Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
 Οι λέξεις "Αγία Τριάδα" δεν υπάρχουν στην Αγία Γραφή, εν τούτοις υπάρχουν πολλοί στίχοι που επιβεβαιώνουν την τρισυπόστατη φύση του Θεού:
Δευτερονόμιον 6,4  "῎Ακουε, ᾿Ισραήλ· Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν Κύριος εἷς ἐστι·"
Εδώ ο Θεός είναι ένας κάτι που και ο Ιησούς Χριστός επιβεβαίωσε:
Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον 12,29 "ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀπεκρίθη αὐτῷ ὅτι πρώτη πάντων ἐντολή· ἄκουε, ᾿Ισραήλ, Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν Κύριος εἷς ἐστι·"
Η Αγία Γραφή επίσης επιβεβαιώνει ότι:
O Πατέρας είναι Θεός: Προς Κορινθίους Α' 8,6 "ἀλλ᾿ ἡμῖν εἷς Θεὸς ὁ πατήρ, ἐξ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς εἰς αὐτόν, καὶ εἷς Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστός, δι᾿ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς δι᾿ αὐτοῦ."
O Υιός του Ιησούς είναι Θεός: Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον 1,1 "ΕΝ ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος.", Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον 5,18 "διὰ τοῦτο οὖν μᾶλλον ἐζήτουν αὐτὸν οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἀποκτεῖναι, ὅτι οὐ μόνον ἔλυε τὸ σάββατον, ἀλλὰ καὶ πατέρα ἴδιον ἔλεγε τὸν Θεόν, ἴσον ἑαυτὸν ποιῶν τῷ Θεῷ."
Tο Άγιο Πνεύμα είναι Θεός: Πράξεις 5,3-4 "εἶπε δὲ Πέτρος· ᾿Ανανία, διατί ἐπλήρωσεν ὁ σατανᾶς τὴν καρδίαν σου, ψεύσασθαί σε τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον καὶ νοσφίσασθαι ἀπὸ τῆς τιμῆς τοῦ χωρίου; οὐχὶ μένον σοι ἔμενε καὶ πραθὲν ἐν τῇ σῇ ἐξουσίᾳ ὑπῆρχε; τί ὅτι ἔθου ἐν τῇ καρδίᾳ σου τὸ πρᾶγμα τοῦτο; οὐκ ἐψεύσω ἀνθρώποις, ἀλλὰ τῷ Θεῷ."
Οι ανωτέρω στίχοι αναφέρουν ότι υπάρχει μόνο ένας Θεός, άρα κατά τα δόγματα που πιστεύουν στην τρισυπόστατη μορφή του Θεού, ο Θεός είναι ένας σε τρεις θεϊκές υποστάσεις:
Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον 3,16 "καὶ βαπτισθεὶς ὁ ᾿Ιησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν·"
Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον 3,17 "καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα"
Προς Κορινθίους Β' 13,14 "῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κοινωνία τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν."
Επιστολή Πέτρου Α' 1,2 "κατά πρόγνωσιν Θεοῦ πατρός, ἐν ἁγιασμῷ Πνεύματος, εἰς ὑπακοὴν καὶ ραντισμὸν αἵματος ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ· χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη πληθυνθείη."
Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον 28,19 "πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος"
Eπιστολή Ιωάννου Α' 5,7 "ὅτι τρεῖς εἰσιν οἱ μαρτυροῦντες ἐν τῷ οὐρανῷ, ὁ Πατήρ, ὁ Λόγος καὶ τὸ ῞Αγιον Πνεῦμα, καὶ οὗτοι οἱ τρεῖς ἕν εἰσι· καὶ τρεῖς εἰσιν οἱ μαρτυροῦντες ἐν τῇ γῇ,"
Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον 10,30 "ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν."

Ακόμη η Αγία Γραφή επιβεβαιώνει ότι:
1) Υπάρχει ένας Θεός: Δευτερονόμιο 6,4. Α' Κορινθίους 8,4., Γαλάτας 3,20. Α' Τιμόθεον 2,5.
2) Η Αγία Τριάδα προϋποθέτει τρία Πρόσωπα, Γένεσις 1,1. 1,26. 3,22. 11,7. Ησαΐας 6,8. 48,16. 61,1. Ματθαίον 3,16-17. 28,19. Β' Κορινθίους 13,14.
3) Τα μέλη της Τριάδας αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλον ως ένα σε διαφορετικούς παραγράφους. Στην Παλαιά Διαθήκη, ο «ΚΥΡΙΟΣ» αναγνωρίζεται από τον «Κύριο» (Γένεσις 19,24. Ωσηέ 1,4). Ο «ΚΥΡΙΟΣ» έχει τον «Υιό» (Ψαλμός 2,7. 12. Παροιμίες 30,2-4). Το Πνεύμα αναγνωρίζεται από τον «ΚΥΡΙΟ» (Αριθμοί 27,18) και από τον «Θεό» (Ψαλμός 51,10-12). Ο Θεός Υιός αναγνωρίζεται από τον Θεό Πατέρα (Ψαλμός 45,6-7. Προς Εβραίους 1,8-9). Στην Καινή Διαθήκη, στο κατά Ιωάννην 14,16-17 ο Ιησούς μιλά στον Πατέρα περί της αποστολής του Παρακλήτου, δηλαδή του Αγίου Πνεύματος. Αυτό δείχνει ότι ο Ιησούς δεν θεωρούσε τον εαυτό Του Πατέρα ή Άγιο Πνεύμα. Λάβετε υπ’ όψιν όλα τα άλλα χωρία των Ευαγγελίων όπου ο Ιησούς μιλά με τον Πατέρα.
4) Κάθε πρόσωπο της Τριάδας είναι Θεός, Ο Πατέρας είναι Θεός, Ιωάννην 6,27. Προς Ρωμαίους 1,7. Α' Πέτρου 1,2. Ο Υιός είναι Θεός, Ιωάννην 1,1. 14, Προς Ρωμαίους 9,5. Προς Κολοσσαείς 2,9. Προς Εβραίους 1,8. Α' Ιωάννου 5,20. Το Άγιο Πνεύμα είναι Θεός, Πράξεις 5,3-4. Α' Κορινθίους 3,16. Εκείνος που ενοικεί είναι το Άγιο Πνεύμα Προς Ρωμαίους 8,9. Ιωάννην 14,16-17. Πράξεις 2,1-4.
5) Η υπακοή μέσα στην Αγία Τριάδα, Η Αγία Γραφή δείχνει ότι το Άγιο Πνεύμα είναι υπάκουο στον Πατέρα και τον Υιό, ενώ ο Υιός είναι υπάκουος στον Πατέρα. Αυτή είναι μια εσωτερική σχέση, η οποία δεν αρνείται τη θεότητα οποιουδήποτε προσώπου της Τριάδας. Αυτό είναι απλά πεδίο στο οποίο ο νους μας δεν μπορεί να καταλάβει κάθε τι που αφορά τον απεριόριστο Θεό. Σχετικά με τον Υιό, Λουκάν 22,42. Ιωάννην 5,36. Ιωάννην 20,21. Α' Ιωάννου 4,14. Σχετικά με το Άγιο Πνεύμα, Ιωάννην 14,16. 14,26. 15,26. 16,7 και ιδιαιτέρα το Ιωάννην 16,13-14.
6) Οι ρόλοι το κάθε μέλος της Τριάδας, Ο Πατέρας είναι εν τέλει πηγή η αιτία, α) του σύμπαντος (Α' Κορινθίου 8,6. Αποκάλυψη 4,11) β) της θεϊκής αποκαλύψεως (Αποκάλυψη 1,1) γ) της σωτηρίας (Ιωάννην 3,16-17) και δ) των έργων του Ιησού ως ανθρώπου (Ιωάννην 5,17. 14,10). Ο Πατέρας είναι αυτός από τον οποίο αρχίζουν τα πάντα.
Ο Πατέρας πραγματοποιεί διά του Υιού α) την δημιουργία και την διατήρηση του σύμπαντος (Α' Κορινθίους 8,6. Ιωάννην 1,3. Προς Κολοσσαείς 1,16-17). β) την θεϊκή αποκάλυψη (Ιωάννην 1,1. Ματθαίον 11,27. Ιωάννην 16,12-15. Αποκάλυψη 1,1), και γ) την σωτηρία (Β’ Κορινθίους 5,19. Ματθαίον 1,21. Ιωάννην 4,42).
Το Άγιο Πνεύμα είναι εκείνο δια του οποίου ο Πατέρας πραγματοποιεί τα ακόλουθα έργα, α) την δημιουργία και διατήρηση του σύμπαντος (Γένεσις 1,2. Ιώβ 26,13. Ψαλμός 104,30). β) την θεϊκή αποκάλυψη (Ιωάννην 16,12-15. Εφεσίους 3,5. Β' Πέτρου 1,21), γ) την σωτηρία (Ιωάννην 3,6. προς Τίτον 3,5. Α' Πέτρου 1,2) και δ) τα έργα του Ιησού (Ησαΐας 61,1. Πράξεις 10,38). Συνεπώς ο Πατέρας πραγματοποιεί όλα αυτά με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
Η ΦΑΝΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Η Παλαιά Διαθήκη περιέχει μόνο υπαινιγμούς και απεικονίσεις της τριαδικότητας του Θεού. Στη Γένεση παρουσιάζεται ο Θεός να συλλογίζεται σε πληθυντικό αριθμό κατά την πλάση του ανθρώπου "Ας πλάσουμε άνθρωπο κατά την εικόνα και την ομοίωση μας". (Γεν. 1,26), μετά την πτώση των πρωτοπλάστων "Ιδού, ο Αδάμ έγινε ως ένας από μας..." (Γεν. 3,22) και κατά τη διασπορά των ανθρώπων "Εμπρός, ας κατέλθουμε και ας δημιουργήσουμε σύγχυση στη γλώσσα τους..." (Γεν. 11,7).
Χαρακτηριστική είναι η φανέρωση απεικόνιση της Αγίας Τριάδας στη φιλοξενία του Αβραάμ που περιγράφεται στο 18ο κεφάλαιο της Γενέσεως. Ο Θεός φανερώθηκε στον Αβραάμ ενώ καθόταν στην είσοδο της σκηνής του κοντά στη δρυ Μαμβρή με τη μορφή τριών αγγέλων.
Με σαφήνεια και ακρίβεια αποκαλύπτεται ο Τριαδικός Θεός στην Καινή Διαθήκη. Όταν ο Κύριος βαπτιζόταν στον Ιορδάνη ποταμό από το βαπτιστή Ιωάννη φανερώθηκαν και τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας ως εξής: Ο Πατέρας βεβαίωνε τη θεότητα του Χριστού ονομάζοντας τον Υιό του αγαπητό, ο Υιός βαπτιζόταν και το Άγιο Πνεύμα κατέβαινε ως περιστέρι, επιβεβαιώνοντας έτσι τη μαρτυρία του Θεού Πατέρα (Ματθ. 3,13-17). Και κατά τη Μεταμόρφωση του Χριστού στο όρος Θαβώρ αποκαλύφθηκαν και τα τρία πρόσωπα της Θεότητας (Ματθ. 17,1-3).
Εκτός όμως από τα θαυμαστά αυτά γεγονότα υπάρχουν και πολλές μαρτυρίες του Ιησού που αναφέρονται στην τριαδικότητα του Θεού. Έτσι μετά την ανάσταση του ο Χριστός έδωσε εντολή στους μαθητές του να πορευθούν προς όλα τα έθνη της γης, να διδάξουν το Ευαγγέλιο και να βαπτίσουν εκείνους που θα πιστέψουν «είς το όνομα του Πατρός καί του Υιού καί του Αγίου Πνεύματος» (Ματθ. 28,19). Πάρα πολλά χωρία της Καινής Διαθήκης ομιλούν καθαρά για τα τρία πρόσωπα της Θεότητας. Ο Απόστολος Παύλος τελειώνει τη Β' προς Κορινθίους επιστολή του με την ευχή: «Η χάρη του Κυρίου Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος είθε να είναι με όλους σας» (Β' Κορ. 13,13).
Η ΟΥΣΙΑ ΚΑΙ Η ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
 Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΡΟΣΙΤΟΣ ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ

Κατά τη χριστιανική πίστη ο Θεός είναι "μυστήριο", είναι ακατάληπτος και αχώρητος στο νου μας. Έτσι, είναι αδύνατο να σχηματίσουμε πλήρη εικόνα της ουσίας του, όπως επίσης είναι αδύνατο να βρεθούν χαρακτηρισμοί και ονόματα, που να μπορούν να εκφράσουν πλήρως την ουσία και το περιεχόμενο της έννοιας «Θεός».
Ο Θεός είναι αόρατος, ασύλληπτος, υπερβατικός, πέρα απ' όλα τα λόγια, πέρα από κάθε κατανόηση. Ο Θεός είναι άπειρος και τέλειος και γι' αυτό δεν μπορεί να γίνει κατανοητός από μας τους ατελείς και πεπερασμένους. Όπως είναι αδύνατο να χωρέσει μέσα σ' ένα ποτήρι ολόκληρος ο ωκεανός, έτσι είναι αδύνατο να χωρέσει μέσα στο ανθρώπινο μυαλό ο άπειρος κα ανεξιχνίαστος Θεός.
 Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΘΕΚΤΟΣ ΣΤΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ
 Ο Θεός μπορεί να είναι άπειρος και ασύλληπτος με το νου και τις αισθήσεις μας, ωστόσο η άπειρη αγάπη του δεν άφησε να πλανιόμαστε μέσα στο σκοτάδι της άγνοιας. Ο Θεός δεν άφησε τον εαυτό του άγνωστο και κρυμμένο. Όλος ο ορατός κόσμος που μας περιβάλλει αποτελεί ένα πρώτης τάξεως καθρέπτη μέσα από τον οποίο μπορούμε να πάρουμε μια πρώτη γεύση του θεϊκού μεγαλείου.
Εκτός από τη φυσική αυτή οδό γνώσεως του Θεού, εμείς οι Χριστιανοί έχουμε και την αποκάλυψη που μας έκανε ο ίδιος ο Υιός του με την Ενανθρώπηση του. Όμως και οι δύο αυτοί τρόποι (φυσικός και εξ αποκαλύψεως) γνώσεως του Θεού είναι ατελείς, αφού η ουσία του Θεού είναι απρόσιτη.
Γι' αυτό οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε ότι η  ουσία του Θεού είναι άγνωστη και άρρητη (δε λέγεται) και μόνο «τα περί τον Θεόν» μπορούμε να γνωρίσουμε. Για περισσότερη κατανόηση του θέματος ο Πατέρες της Εκκλησίας κάνουν διάκριση ανάμεσα στην ουσία και τις ενέργειες του Θεού. Και η μεν ουσία είναι ακατάληπτη, ενώ οι ενέργειές του για τον κόσμο και ιδιαίτερα για τον άνθρωπο είναι «μεθεκτές» (κατανοητές) από την αντιληπτική ικανότητα του ανθρώπου, αρκεί βέβαια αυτός να φτάσει σε
κάποιο βαθμό τελειότητας.
Τη «μέθεξη» αυτή των ενεργειών του Θεού μπορούν να την πετύχουν όλοι οι πιστοί. Όταν η μέθεξη των ενεργειών του Θεού φτάσει στο ύψιστο σημείο της (τελείωση, τότε έχουμε τη «θέωση» του ανθρώπου, η οποία βέβαια δε σημαίνει ότι προσεγγίζουμε και την ουσία του Θεού. Απλώς γινόμαστε «θεοειδείς», όχι όμως και θεοί.
 ΚΑΤΑΦΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
 Δύο είναι οι τρόποι ή οι μέθοδοι με τις οποίες ο άνθρωπος μπορεί να προσεγγίσει τη γνώση του Θεού, η αποφατική και η καταφατική.
Η αποφατική μέθοδος προσεγγίζει την έννοια του Θεού, δουλεύοντας με αφαιρέσεις και αποφάσκοντας (εξ ου και αποφατική) από την έννοια του Θεού ότι ατελές, σχετικό και πεπερασμένο παρατηρείται στη φυσική τάξη των πραγμάτων. Έτσι αποφάσκει το θάνατο καλώντας το Θεό αθάνατο, τη φθορά καλώντας τον άφθαρτο, το όνομα καλώντας τον ανώνυμο κ.ο.κ. Των επιθέτων πού χρησιμοποιεί για να εκφράσει την έννοια του Θεού, προηγείται το στερητικό άλφα (α-χώρητος, ά-φθαρτος, α-νώνυμος, α-κατάληπτος,  α-χώρητος κ.λπ.). Ο νους, αφαιρώντας από το Θεό ότι είναι σχετικό και περιορισμένο, φθάνει σιγά -σιγά στον εσώτερο πυρήνα του θείου όντος, ο οποίος φυσικά είναι αδιάγνωστος, εισδύει στης θεία αγνωσία, όπου λαμπρύνεται και θεοποιείται.
Η καταφατική πάλι μέθοδος, ξεκινώντας και αυτή από το φυσικό κόσμο, καταφάσκει (εξ ου και καταφατική) στον υπέρτατο βαθμό όλες τις τελειότητες και κάθε ιδέα αγαθού, που παρατηρούνται στα λογικά κτίσματα. Λόγου χάρη, αν ο άνθρωπος είναι αγαθός, ο Θεός νοείται πανάγαθος. Αν ο άνθρωπος είναι δυνατός, ο Θεός είναι παντοδύναμος. Αν ο άνθρωπος είναι άγιος, ο Θεός είναι πανάγιος.
Τόσο οι αποφατικές όσο και οι καταφατικές προσηγορίες του Θεού είναι μεν ανθρώπινες, βασισμένες όμως στο λόγο της θείας αποκαλύψεως, όπως αυτός φανερώνεται στις άγιες Γραφές, οι οποίες εκφράζουν τη ζωντανή σχέση του Θεού με την εξωτερική δημιουργία, όπως αυτή αντανακλάται στις ενέργειες του Θεού στον κόσμο.
 Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΨΗΛΑΦΗΤΟΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
 Ο Θεός, ως αμέθεκτος και απρόσιτος, βρίσκεται έξω και πάνω από τον κόσμο που δημιούργησε από το μηδέν. Όμως οι ενέργειες του (παντοδυναμία, πανσοφία, αγαθότητα, προνοητικότητα για τον κόσμο), καρπός της άπειρης αγάπης του για τα δημιουργήματα του, τον φέρνουν μέσα στον κόσμο. Δε χρειάζεται παρά μια απλή ματιά στην ανθρώπινη ιστορία, για να ψηλαφήσουμε στην κυριολεξία την πανταχού παρουσία του Θεού.
Οι ενέργειες του Θεού αρχίζουν από την εκ του μηδενός δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου, την αποστολή του Υιού Του στον κόσμο και τη διαρκή παραμονή Του κοντά μας (Εκκλησία - Άγιο Πνεύμα), μέχρι να γίνουμε μέτοχοι της Βασιλείας Του.
Φυσικά υπάρχουν και άλλες ιδιότητες του Θεού, όπως η παγγνωσία, η πανσοφία, η παντοδυναμία, η πανταχού παρουσία, η αγιότητα, η δικαιοσύνη και η αγάπη, οι οποίες, μαζί με τις ενέργειες Του, μας δίνουν μια εικόνα του ποιος είναι ο Θεός των χριστιανών.
Συμπερασματικά, ο Θεός, κατά τη χριστιανική πίστη, είναι αυτός από τον οποίο αρχίζει η ιστορία του κόσμου και του ανθρώπου (Δημιουργία), ο οποίος εξακολουθεί να βρίσκεται ανάμεσα μας και μας προστατεύει, μας φροντίζει και μας κατευθύνει στον προορισμό για τον οποίο ήρθαμε στον κόσμο και ο οποίος θα μας κρίνει όταν έρθει η συντέλεια των αιώνων, για να καταλήξουμε και πάλι σ' αυτόν από τον οποίο πήραμε την ύπαρξη μας.
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΥΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
 Ο Θεός είναι Ένας, άναρχος, άπειρος και αΐδιος στην ουσία και τη φύση του. Όμως αυτός ο Ένας στην ουσία Θεός είναι τριαδικός, διακρίνεται σε τρεις υποστάσεις, σε τρία πρόσωπα: τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα.
 Πρόκειται για μια από τις βασικότερες αλήθειες της πίστης μας, που μας αποκάλυψε ο ίδιος ο Θεός με απλότητα και σαφήνεια. Το δόγμα της τριαδικότητας του Θεού είναι αδύνατο να το διερευνήσουμε λογικά. Το βρίσκουμε διατυπωμένο με ποικίλους τρόπους στην αγία Γραφή. Στη μεν Παλαιά Διαθήκη με σαφείς υπαινιγμούς και προεικονίσεις, στη δε Καινή Διαθήκη ολοφάνερα όπως στη Βάπτιση του Χριστού, όπου ακούγεται η φωνή του Πατέρα και εμφανίζεται το Άγιο Πνεύμα σαν Περιστέρι, στην αρχιερατική προσευχή του Χριστού, όπου ο Χριστός λέει «εγώ ερωτήσω τον Πατέρα και άλλον Παράκλητον δώσει υμίν το Πνεύμα της αληθείας, ο παρά του Πατρός εκπορεύεται» (Ιω. 15,26) και στην τελευταία συνάντηση του με τους μαθητές του, όπου τους λέει: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» (Ματθ. 28,18) κ.α.
 Το καθένα από τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας είναι ο όλος Θεός και όχι ένα μέρος του Θεού, όλες τις ιδιότητες που έχει ο Πατέρας τις έχει και ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Ωστόσο τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας δε συγχέονται μεταξύ τους, αλλά ξεχωρίζουν από το ότι ο Πατέρας γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα, ο Υιός γεννιέται από τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα.
 ΤΑ ΙΔΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
 Τα στοιχεία του Θεού είναι η μια ουσία, η τριαδικότητα και η πολυδυναμία. Η ουσία του Θεού είναι μία, γιατί ένας είναι ο Θεός. Είναι απόλυτα υπερβατική, ανεξερεύνητη και αδιάγνωστη. Είναι το μυστήριο του Θεού, απρόσιτο σε κάθε κτιστή οντότητα, ανθρώπους και αγγέλους. Μόνον ο άπειρος Θεός γιγνώσκει εαυτόν και κανένας άλλος.
Οι υποστάσεις είναι τρόπος της αϊδίου υπάρξεως του ενός Θεού. Κάθε υπόστα­ση είναι φορέας ολόκληρης της ουσίας του Θεού, ώστε ουσιαστικά να μην υπάρχουν τρεις Θεοί, αλλά ένας. Τα πρόσωπα της Τριάδος είναι διακρίσεις οι οποίες ωστόσο δεν καταστρέφουν την ενότητα και απλότητα της θείας φύσεως.
Κάθε πρόσωπο στην Τριάδα έχει και το υποστατικό του ιδίωμα, το οποίο είναι αυστηρά προσωπικό, αμετάδοτο και ακοινώνητο, δηλαδή δεν μπορεί να μεταδοθεί στα δύο άλλα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας.
 Το υποστατικό ιδίωμα του Πατρός είναι το αγέννητο και άναρχο. Δεν έχει ούτε χρονική αρχή ούτε αρχή προελεύσεως. Είναι η πηγαία θεότης, από την οποία λαμβάνουν αϊδίως το είναι ο Υιός και το Πνεύμα το άγιο. Στο πρόσωπο του Πατρός στηρίζεται η μοναρχία (η μία αρχή) στην τριαδική θεότητα. Ό Πατήρ δεν είναι ανώτερος του Υιού και του αγίου Πνεύματος. Τα θεία πρόσωπα είναι ομοούσια, ισότιμα και ισοδύναμα μεταξύ τους.
 Ο Υιός γεννάται αϊδίως από τον Πατέρα. Το υποστατικό του ιδίωμα είναι η γέννηση της οποίας τη φύση αγνοούμε. Από τη γέννηση αυτή πρέπει ν' απομακρυνθεί κάθε παράσταση φυσικής γεννήσεως, πράγμα ανήκουστο και βλάσφημο για την άϋλη φύση του Θεού. Και ενώ είναι άχρονος με τη χρονική αρχή της υποστάσεως του, η γέννηση του εί­ναι αΐδια. Ό Υιός δεν υποτάσσεται στη βουλή του Πατρός, αλλά έχει την αυτήν ουσία, την αυτή τιμή και την αυτή δόξα με τον Γεννήτορα.
Την γέννηση του Υιού πρέπει να διαστείλουμε από την πρόοδο (= δημιουργία) των όντων από το Θεό. Ή πρώτη είναι πρόοδος αναγκαία στο Θεό. Αντίθετα τα κτίσματα είναι προϊόντα της δημιουργικής βουλής του Θεού. Αν θέλει ο Θεός υπάρχουν, αν όχι μένουν ανύπαρκτα. Αυτό δε συμβαίνει και με τον Υίόν, ο οποίος δεν είναι προϊόν της βουλής του Πατρός, αλλ' υπάρχει αναγκαίως στην αΐδια φύση του Γεννήτορα.

Το υποστατικό ιδίωμα του Πνεύματος είναι η εκπόρευση. Το Άγιο Πνεύμα υπάρχει, καθ' όσον εκπορεύεται εκ του Πατρός. Και η εκπόρευση είναι πρόοδος μυστηριακή, της οποίας τη φύση αγνοούμε. Και το Πνεύμα είναι ομοούσιο και ομόθρονο μαζί με τα δύο αλλά πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Επομένως δεν υποτάσσεται στον Πατέρα και τον Υιό, ούτε είναι κτίσμα του Πατρός. Το Πνεύμα καλείται άγιο, γιατί είναι η πηγή, το πλήρωμα και ο φορέας κάθε άλλης υπαρκτής αγιότητος. Καθαγιάζει το «εκ Πατρός δι' Υιού» έργο, συνάπτον με τη χάρη του τα λογικά όντα με το δημιουργό Θεό.
 Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Την ενότητα του Θεού στοιχειοθετούν οι λεγόμενες «ενώσεις» οι οποίες είναι: α) Η μία ουσία, ή οποία πληρούται απαράλλαχτα σε κάθε πρόσωπο της τριαδικής θεότητος, ώστε ν' αποκρούεται η ιδέα του τριθεϊσμού. β) η μία βουλή και ενέργεια, η οποία είναι κοινή σε όλα τα πρόσωπα της θεότητας και γ) η αγαπητική περιχώρηση των προσώπων, το ότι δηλαδή τα θεία πρόσωπα, αν και επί μέρους και ίδια, δεν αποχωρίζονται αλλήλων, αλλά το ένα ενοικεί στα άλλα με αγάπη, η οποία είναι ο σύνδεσμος της θεότητας. Όλα τα στοιχεία αυτά απεργάζονται τη θεότητα σε μία υπερφυσική ενότητα, η οποία αποκρούει κάθε ιδέα μονωτική και διασπαστική στο Θεό.
Την πολυδυναμία αφ' ετέρου του ενός Θεού συνθέτουν οι διακρίσεις πού υπάρχουν σ' αυτόν, οι οποίες είναι: α) η τριαδικότητα αυτού, το γεγονός δηλαδή ότι σ' αυτόν υπάρχουν τρία αδιαχώριστα και αδιαίρετα πρόσωπα, τρεις διακεκριμένες και αχώριστες υποστάσεις πού εξαίρουν τον προσωπικό χαρακτήρα του χριστιανικού Θεού και β) η πολλότητα των ενεργειών, των δυνάμεων εκείνων, πού δημιουργούν, ζωοποιούν και αγιάζουν τα κτιστά όντα.
 Η πολυδυναμία, τέλος, αναφέρεται στην ύπαρξη πολ­λών ενεργειών στη μία αμέριστη και αδιαίρετη ουσία του Θεού. Οι ενέργειες είναι διακρίσεις θεοπρεπείς στη θεότητα. Δεν επιφέρουν μερισμό και κατατομή στη θεότητα, ούτε καταστρέφουν την απλότητα της άπειρης ουσίας του Θεού. Αν και δεν ταυτίζονται με τη θεία ουσία, διακρίνονται αυτής θεοπρεπώς, χωρίς να γνωρίζουμε σε τι συνί­σταται η διάκριση αυτή, όπως δε γνωρίζουμε σε τι συνίσταται η διάκριση των θείων υποστάσεων.
Οι ενέργειες του Θεού είναι ο έμφυτος πλούτος της θεότητας, αΐδιες και άκτιστες. Μέσω αυτών κοινωνεί ο υπερβατικός Θεός με την εξωτερική κτίση. Είναι όμως διαφορετικές μεταξύ τους, πολλές τον αριθμό, ανάλογα με τις πολυποίκιλες σχέσεις της θεότητας με τον εξωτερικό φυσικό κόσμο. Δια των θείων ενεργειών κοινωνεί ο άνθρωπος με το Θεό, αγιάζεται και θεοποιείται. Οι θείες ενέργειες ταυτίζονται με τη χάρη του Θεού, με το άκτιστο Θαβώριο φως και με τη δόξα της αγίας Τριάδος.
Η ΘΕΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
 ΟΡΙΣΜΟΣ 
 Θεία αποκάλυψη είναι η φανέρωση του Θεού στην κτίση και την ιστορία. Ο απρόσιτος κατά την ουσία Θεός γίνεται με την ελεύθερη ενέργεια του προσιτός και με αυτήν αποκαλύπτεται στους ανθρώπους. Η αποκάλυψη αυτή νοείται ως φανέρωση του θελήματος, και της άκτιστης φυσικής δόξας του. Αυτή η συνεχής φανέρωση του Θεού πραγματώνεται με τις Θεοφάνειες. Η αποκάλυψη γίνεται κατά δύο τρόπους:
Α) Στην κτίση. Εδώ έχουμε μερική φανέρωση της δημιουργικής, συνεκτικής και προνοητικής ενέργειας του Θεού μέσα από την κτίση και τη συνείδηση του ανθρώπου.
Β) Στην ιστορία. Εδώ πρόκειται για την ιστορική φανέρωση των ενεργειών του Θεού τόσο στα πλαίσια της Παλαιάς Διαθήκης, όσο και στα πλαίσια της Καινής Διαθήκης και της ζωής της Εκκλησίας.
Και με τους δύο τρόπους η αποκάλυψη του Θεού είναι το υπερφυσικό γεγονός, αφού οι αποκαλυπτόμενες φυσικές και ουσιώδεις ενέργειες του Θεού είναι άκτιστες και υπερφυσικές.
ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΩΣ 
Κατά την ορθόδοξη θεώρηση πηγή της θείας αποκαλύψεως είναι ο ίδιος ο Τριαδικός Θεός. Η θεία αποκάλυψη διατυπώνεται αυθεντικά στην Αγία Γραφή και την Ιερή Παράδοση.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί ως Ιερή Παράδοση την αποστολική διδασκαλία, φορέας της οποίας ήταν κατά τους πρώτους αιώνες η αρχαία αδιαίρετη Εκκλησία, της οποίας αποτελεί συνέχεια. Η αποστολική αυτή διδασκαλία, παραδόθηκε αρχικά προφορικά στην Εκκλησία από το Χριστό και τους Αποστόλους, και στη συνέχεια διατυπώθηκε  γραπτώς τόσο στην Καινή Διαθήκη, όσο και στα γραπτά μνημεία των οικουμενικών και ορθοδόξων τοπικών συνόδων, στα συγγράμματα των πατέρων, στη θεία λατρεία και στην όλη πράξη της Εκκλησίας . Έτσι η Ιερή παράδοση μεταβλήθηκε από αποστολική σε εκκλησιαστική . Η Ιερή Παράδοση νοείται ως η αδιάλειπτη ενέργεια του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία και συνδέεται στενότατα με τις συνεχείς θεοφάνειες.
Η Αγία Γραφή αποτελεί αδιάσπαστο κομμάτι της Ιερής Παραδόσεως της Εκκλησίας. Μόνο ένα μέρος  της θείας αποκαλύψεως καταγράφηκε στην Αγία Γραφή, από τους θεόπνευστους συγγραφείς της. Κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία η Αγία Γραφή γίνεται πλήρης και αυτάρκης φορέας των θείων αληθειών μόνο κάτω από το φως της Ιερής Παραδόσεως, η οποία την ερμηνεύει και την συμπληρώνει. Ο χαρακτήρας λοιπόν της Παραδόσεως είναι κατά πρώτο λόγο ερμηνευτικός. Η Παράδοση ερμηνεύει και αποσαφηνίζει ασαφή και δυσνόητα χωρία της Αγίας Γραφής. Κατά δεύτερο λόγο ο χαρακτήρας της Παραδόσεως είναι συμπληρωματικός . Αυτό σημαίνει ότι η Παράδοση συμπληρώνει και διαφωτίζει όσα λέγονται μόνο αμυδρά στην Αγία Γραφή ή λείπουν και τελείως, αλλά δεν αντιφάσκουν με αυτήν, όπως είναι π.χ. ο νηπιοβαπτισμός, ο κανόνας της Αγίας Γραφής, το αειπάρθενο της Θεοτόκου, η επίκληση των αγίων, η τιμή των λειψάνων και των εικόνων των αγίων κ.λ.π.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΗΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΩΣ
Κατά την ορθόδοξη άποψη ο αυθεντικός ερμηνευτής της θείας αποκαλύψεως είναι η Εκκλησία καθοδηγούμενη από το Άγιο Πνεύμα. Η Εκκλησία έχει την αρμοδιότητα να ερμηνεύει την Αγία Γραφή, επειδή είναι ο φύλακας της αποστολικής παραδόσεως. Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία εγγυάται τη σωστή κατανόηση της Αγίας Γραφής και διατηρεί ζωντανή την παράδοση της.
Η Εκκλησία τέλος αναπτύσσει τη δογματική διδασκαλία της Αγίας Γραφής και τη διατυπώνει αυθεντικά και επίσημα στις οικουμενικές συνόδους της. Με βάση λοιπόν τις αποφάσεις των εκκλησιαστικών συνόδων και τις διδασκαλίες των πατέρων εξηγεί τα δυσνόητα χωρία της Αγίας Γραφής που διαστρέφονται από τους αιρετικούς. Οι αιρετικοί στερούνται το Άγιο Πνεύμα, το οποίο και εγγυάται όχι απλώς τα λόγια της Αγίας Γραφής αλλά και τα. νοήματα της.
 

 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου