Μ. ΤΡΙΤΗ
Της των Δέκα Παρθένων
Παραβολής μνείαν ποιούμεθα .....
«Γρηγορείτε ουν...»
(Ματθ. κε' 1-13)
Η σκόνη της ψυχής. Έτσι ωνόμασαν την ραθυμία, την αναμελιά εκείνη της ψυχής για την πνευματική ζωή και σωτηρία. Και σιγά-σιγά, βουλιάζει στην αφάνεια όπως όλα τα αρχαία του κόσμου τούτου κτίσματα.
Το έργο της αναμελιάς έρχεται ν' αποτελειώση η άγνοια του Νόμου του Θεού από την απουσία της μελέτης, και κατοπινά, η λησμοσύνη για ό,τι καλό παλιά η ψυχή έχει πάρει. Και η ψυχή μου, Κύριε, κολώνα σπασμένη από το θείο Οικοδόμημα Της Εκκλησίας Σου, θάπτεται στης ραθυμίας το χώμα.
Δώσε μου, Μεγάλε Ανιχνευτά των ψυχών, την σκαπάνη της θείας εγρηγόρσεως για να σου την προσφέρω εύρημα πολύτιμο στην αγάπη Σου. Ψυχή αθλία! Επιμένεις ακόμη να βρίσκεσαι στη χώρα της ραθυμίας, όταν ο Κύριός σου αγωνιά στη Γεσθημανή Του;
Υπνώττεις στην τρυφηλότητα του κόσμου, όταν Εκείνος αγρυπνεί εκεί για σένα; Γελάς ξένοιαστα, ενώ Εκείνος μουσκεύει στον ιδρώτα του πόνου; Νύχτα της ψυχής μου! Νύχτα μ' αξημέρωτα σκοτάδια:
Σε λίγο θ' ακουστή το εγερτήριο σάλπισμα: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται, εξέρχεσθε εις απάντησιν αυτού». Θα ψάχνης για το λυχνάρι των αρετών. Μα το λάδι του θα είναι τελειωμένο.
Σπασμωδικά θα ζητάς την μετάνοια. Θα θελήσης να τρέξης για πράξεις ελεημοσύνης και αγάπης. Όμως, η πόρτα του Νυμφώνος θα έχη κλείσει ξωπίσω σου...
Γι' αυτό:
«Την ημέραν εκείνην την φοβεράν, εννοούσα ψυχή μου, ΓΡΗΓΟΡΗΣΟΝ, ανάπτουσα λαμπάδα σου, εν ελαίω φαιδρύνουσα, ου γαρ οίδας πότε, προς σε επελεύσεται, η φωνή η λέγουσα, Ιδού ο Νυμφίος σου. Βλέπε ουν ψυχή μου, μη νυστάξης και μείνεις έξωθεν κρούουσα, ως αι πέντε Παρθένοι, αλλ' αγρύπνως καρτέρησον, ίνα απαντήσης Χριστώ τω Θεώ, εν ελαίω πίονι, και δώη σοι τον Νυμφώνα, τον θείον της δόξης αυτού»
«Γρηγορείτε και προσεύχεσθε, ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν» (Μαρκ. 14, 38) Σκέψεις και Πόθοι
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη" Θεσσαλονίκη
Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου
Απόψε, αγαπητοί μου, ψάλλεται τό τροπάριο τής Κασσιανής, πού
ελκύει σάν μαγνήτης πολλές ψυχές. Η ακολουθία αρχίζει καί συνεχίζεται μέ ύμνους
πού κατ' επανάληψιν αναφέρουν τή λέξι «πόρνη».
Μερικοί σκανδαλίζονται όταν ακούσουν τέτοιες λέξεις. Τί είν'
αυτά! λένε• επιτρέπεται στήν εκκλησία ν' ακούγωνται τέτοιες βρωμερές λέξεις;…
Ενώ ο κόσμος κολυμπά στό βόρβορο, αυτοί ταράζονται άμα ακούσουν νά μιλάη ο
ιεροκήρυκας περί πορνείας. Ανήκουν στό κόμμα τών λεγομένων ευφημιστών • είνε
αυτοί πού λένε τό ξίδι γλυκάδι, τό σκότος φώς…
Αλλά τέτοια γλώσσα κολακείας δέν γνωρίζει η Εκκλησία μας. Τά
πράγματα θά τάπή όπως είνε• τήν πορνεία πορνεία. Ενώ γιά τόν κόσμο η πορνεία
πήρε τώρα άλλο όνομα•ονομάζεται «φιλία», καί η πόρνη «φιλενάδα»!
Γιά τήν πόρνη λοιπόν κάνει λόγο καί τό τροπάριο τής Κασσιανής
«Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…». Είνε ένα εμπνευσμένο
ποιητικό αριστούργημα, τό οποίο έγραψε μία γυναίκα, η Κασσιανή.
Τί ήταν η Κασσιανή ; Κατά τούς Βυζαντινούς χρονικογράφους
ήταν μία εκλεκτή κόρη τού Βυζαντίου, πού διακρινόταν γιά τήν ευφυΐα, τή
μόρφωσι, καί τήν καλλονή της. Στό άνθος τής ηλικίας της ήταν όταν επρόκειτο νά
γίνη μία επιλογή. Ο αυτοκράτωρ Θεόφιλος τό 830 μ.Χ. επρόκειτο νά εκλέξη τή
γυναίκα πού θά γινόταν σύζυγός του.
Η μητέρα του Ευφροσύνη συγκέντρωσε στά ανάκτορα τίς
ωραιότερες καί περιφημότερες παρθένες νεάνιδες τής αυτοκρατορίας. Ο Θεόφιλος
κρατούσε ένα χρυσό μήλο, πού θά τό έδινε στήν εκλεκτή τής καρδιάς του. Μέσα σέ
όλες διέκρινε ως ωραιότερη τήν Κασσιανή. Αλλά πρίν τής δώση τό μήλο, θέλοντας
νά δοκιμάση καί τήν ευφυΐα της, τή ρώτησε• «Ως άρα διά γυναικός ερρύη τά
φαύλα;» , άν δηλαδή από τή γυναίκα προέρχονται όλα τά κακά (καί εννοούσε τήν
Εύα , πού υπήρξε η αιτία τής πτώσεως τού ανθρωπίνου γένους).
Η Κασσιανή όμως απήντησε μ? εκεί νο τό άφθαστο• «Καί διά
γυναικός πηγάζει τά κρείττονα», ότι δηλαδή από τή γυναίκα επίσης προέρχεται
ό,τι ανώτερο καί ωραιότερο υπάρχει στόν κόσμο (καί εννοούσε τήν υπεραγία
Θεοτόκο). Μέ τήν απάντησι αυτή ο Θεόφιλος δυσαρεστήθηκε –οι άντρες δέν θέλουν
οι γυναίκες νά ?νε έξυπνες. Έτσι έδωσε τό μήλο σέ άλλη, στήν Θεοδώρα.
Μετά τήν αποτυχία αυτή η Κασσιανή πικραμένη αποσύρθηκε στήν
έρημο. Ίδρυσε μοναστήρι, συγκέντρωσε κι άλλες γυναίκες καί έζησε ασκητικά. Είχε
δέ καί ποιητικό τάλαντο .Συνέθεσε έξοχους ύμνους, αλλ' ο εξοχώτερος είνε αυτό
πού ακούμε σήμερα• «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…».
Ποιά άραγε νά είνε αυτή η γυναίκα γιά τή νοποία ομιλεί τό
τροπάριο; Δέν είνε η Κασσιανή. Η Κασσιανή, όπως είπαμε, ήταν μιά αγνή παρθένος
κόρη• αλλά πήρε ως θέμα τού ποιήματός της τήν αμαρτωλή γυναίκα .Τί ήταν αυτή η
γυναίκα; Σύμφωνα μέ τό κατά Λουκάν ευαγγέλιο (7,36-50) συνέβη τό εξής.Ένας
φαρισαίος κάλεσε τό Χριστό σέ τραπέζι , καί ο Κύριος πήγε• όχι από γαστριμαργία
αλλά γιά έναν ανώτερο σκοπό, γιά νά προσφέρη κ? εκεί τό λόγο, τή διδασκαλία
του. Εκεί ήρθε η γυναίκα αυτή, πού ήταν
γνωστή γιά τήν κακή ζωή της. Άκουσε όμως τό κήρυγμα τούΧριστού καί είχε
μετανοήσει. Εκδηλώνονταςτή μετάνοια καί τήν ευγνωμοσύνη της, έπλυνε τότε τά
πόδια τού Κυρίου μέ δάκρυα, τά μύρωσε μέ ένα πανάκριβο μύρο, καί τά σκούπισε μέ
τά μαλλιά της.
Ο φαρισαίος σκανδαλίστηκε, αλλά ο Χριστός τού απήντησε μέ
τήν εξής παραβολή. Δύο χρεωφειλέτες χρωστούσαν σέ κάποιο πλούσιο δανειστή ο μέν
ένας 500 δηνάρια, ο δέ άλλος 50 μόνο δηνάρια.Αλλ? επειδή ούτε ο ένας ούτε ο
άλλος είχαν νά πληρώσουν, ο κύριος τά χάρισε καί στούς δυό. –Ποιός από τούς
δύο, ερωτά ο Χριστός τό φαρισαίο, θά είνε πιό ευχαριστημένος καί πιό ευγνώμων;
–Εκείνος πού τού χαρίστηκε τό περισσότερο, απαντά ο φαρισαίος. –Κατάλαβες, λέει
ο Χριστός, τί ήθελα νά σού πώ; Εσύ είσαι πού νομίζεις ότι έχεις μικρό χρέος (50
δηναρίων) –ενώ τό χρέος σου είνε τεράστιο. Αυτή όμως αισθάνεται τό βάρος
μεγάλης αμαρτίας (500 δηναρίων) καί δείχνει τέτοια ευγνωμοσύνη. Γι? αυτό σού
λέω• «Αφέωνται αι αμαρτίαι αυτής αι πολλαί, ότι ηγάπησε πολύ» (Λουκ. 7,47) .
Τί μεγάλος λόγος αυτός, «ότι ηγάπησε πολύ» ! Ένας διάσημος
ιεροκήρυκας, όταν διάβαζε τά λόγια αυτά τού ερχόταν νά κλάψη παρά νά μιλήση.
Αυτή λοιπόν τήν αμαρτωλή γυναίκα είχε η Κασσιανή στή σκέψι της όταν έκανε τό
ποίημα αυτό. Γιά νά τό ερμηνεύσουμε θά χρειαζόταν πολλή ώρα. Ένα μόνο θά
τονίσω, ότι υμνεί τήν αμαρτωλή γυναίκα, πού μέ τά δάκρυά της καί μέ τά μύρα της
έπλυνε καί αρωμάτισε τά πόδια τού Χριστού εις ένδειξιν μετανοίας . Ευλογημένη η
γυναίκα αυτή, ευλογημένα τά δάκρυά της.
Ώ τά δάκρυα ! Ποιός δέν έκλαψε; Δέν βλέπετε• καί τό βρέφος
όταν γεννιέται κλαίει. Όλα τά παιδιά πού γεννιώνται κλαίνε. Βγαίνουν μέσα από
τήν κοιλιά τής μάνας τους καί μπαίνουν σ? ένα νέο κόσμο, καί όμως κλαίνε.
Βλέπουν τή μεταβολή. Καί τά δάκρυα, πού χύνειτό μικρό παιδί, είνε τό προοίμιο
όλης τής ανθρώπινης ζωής. Γι? αυτό η ζωή αυτή λέγεται «κοιλάς κλαυθμώνος»
(Ψαλμ. 83,7). Ποιός δέν έκλαψε; Είτε σέ καλύβα γεννηθή είτε σέ παλάτια καί
ανάκτορα γεννηθή, καί σέ οποιοδήποτε σημείο τού πλανήτη καί οποιαδήποτε δόξακαί
μεγαλείο καί άν έχη, κλαίει ο άνθρωπος. Ο ένας κλαίει γιατί έχασε τόν πατέρα
του, οάλλος κλαίει γιατί έχασε τή μητέρα του, η χήρα γυναίκα κλαίει γιατί έχασε
τόν προσφιλή σύζυγό της, τά ορφανά παιδιά κλαί νε γιά τόν πατέρα τους, ο φίλος
τόν φίλο του…. Όλοι κλαίνε. Κι άν ένας άγγελος μάζευε τά δάκρυατού κόσμου, θά
έφτειαχνε μιά λίμνη μεγαλύτερη από τή λίμνη τών Πρεσπών. Πόσα δάκρυα χύνει ο
άνθρωπος! Μάταια όμως τίς περισσότερες φορές. Είνε δάκρυα πού δέν φέρνουν
αποτέλεσμα. Τά δάκρυα αυτά είνε μόνο εκφράσεις ευγενών αισθημάτων.
Υπάρχουν όμως καί δάκρυα πού σώζουν. Ποιός από μάς έχει
τέτοια δάκρυα; Μέ τά δάκρυα αυτά εξοφλούνται τά χρέη πού έχουμε. Διότι
χρωστάμε• χρωστάμε στό Χριστό . Τώρα, πού είνε Μεγάλη Εβδομάδα, σπεύσατε,
αδελφοί μου, στήν πνευματική τράπεζα πού λέγεται ιερά εξομολόγησις, καί
εξοφλήστε τά χρέη σας , είτε 50 είτε 500 δηνάρια είνε. Τά χρέη εξοφλούνται,
όπως είπαμε, μ' ένα δάκρυ, δάκρυ μετανοίας . Θά έπρεπε βέβαια όχι ένα δάκρυ,
βροχή δακρύων νά χύσουμε. Αλλά έστω καί ένα δάκρυ άν έχουμε, αυτό θά γίνη
Ιορδάνης ποταμός νά πλύνη τ' αμαρτήματά μας. Τέτοια ήταν τά δάκρυα τής
γυναίκαςαυτής πού προβάλλει σήμερα η Εκκλησία μας.
Δώστε μου ένα δάκρυ σάν τά δικά της. Δώσ-τε μου ένα δάκρυ
σάν τού αποστόλου Πέτρου, πού αρνήθηκε μέν τό Χριστό, αλλ? όταν εκεί νος τού
έρριξε μιά ματιά ο Πέτρος βγήκε έξω καί «έκλαυσε πικρώς» (Ματθ. 26,75. Λουκ.
22,62) . Δώστε μουένα δάκρυ σάν τής οσίας Μαρίας τής Αιγυπτίας, πού πήγε στήν
έρημο καί έκλαιγε τήν προηγούμενη ζωή της. Δώστε μου ένα δάκρυ από 'κείνα τών
ασκητών τής ερήμου (λένε γιά κάποιον ασκητή, ότι τό μαντήλι του ήταν πάντα
υγρό, μουσκεμένο από τά μάτια του). Ώ Θεέ μου, σέ ποιόν αιώνα ζούμε! Σέ αιώ-να
αμετανοήτων ανθρώπων. Πού οφείλεται τό μεγάλο δράμα τής ανθρωπότητος; Απαντά ο
Σολτζενίτσιν, ένας Ρώσος φιλόσοφος τών ημερών μας πού υπήρξε καί προφήτης.
Απ'όλα τά λόγια πού άκουσα στή ζωή μου, λέει,τά ωραιότερα τ' άκουσα από έναν
αγράμμα-το αλλά σοφό Ρώσο χωρικό. Αυτά τά κακά, έλεγε, πού υποφέρει η Ρωσία κι
όλη η ανθρωπότης, είνε γιατί όλοι φύγαμε από τό Θεό …Παπάδες, δεσποτάδες, μικροί,
μεγάλοι, πολιτικοί καί άλλοι άνδρες, φύγαμε από τό Θεό. Ποιά είνε η οδός γιά νά
ξαναγυρίσουμε κοντάτου; Είνε η οδός τής μετανοίας.
Εξοφλήστε λοιπόν τό χρέος σας. Κι όταν εξοφληθή τό χρέος,
τότε θ' ακούσουμε κ' εμείς στά βάθη τής καρδιάς μας αυτό πού άκουσε η
μετανοημένη γυναίκα. Δέν είνε η θρησκεία μας κάποιο ψέμα• είνε ζωντανή
αλή-θεια, είνε ένα μεγάλο καί υψηλό καί υπέροχο πράγμα, ξεπερνά τά άστρα τ'
ουρανού• είνε αιώνια η θρησκεία μας. Απόδειξις• όταν εξομολογηθής καί βγής από
τό εξομολογητήριο,τό χρέος πλέον θά έχη εξοφληθή καί θ' ακούσης κ' εσύ ό,τι
είπε ο Χριστός γιά τή μετανοημένη αμαρτωλή γυναίκα• «Αφέωνται αι αμαρτίαι αυτής
αι πολλαί, ότι ηγάπησε πολύ» (Λουκ. 7,47)•
Αμήν.
Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου