ΟΙ "ΠΕΡΙ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ" ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΛΟΓΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ
Θα μπορούσα να αναφέρω και περισσότερα επιχειρήματα για να
αποδείξω ότι η δύναμη της απάτης μπορεί να χρησιμοποιηθή και για καλό σκοπό,
μάλιστα δε ότι δεν πρέπει καν απάτη να καλείται αυτή η πράξη, αλλά οικονομία
θαυμαστή. Όμως, επειδή τα προλεχθέντα είναι ικανά να στηρίξουν τον συλλογισμό
αυτόν, θεωρώ φορτικό και επαχθές να επιμηκύνω περισσότερο τον λόγο μου. Εναπόκειται
σε σένα πλέον να αποδείξης ότι δεν χρησιμοποίησα την απάτη αυτή προς όφελός
σου.
Ο ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ απάντησε σ᾿ αυτά, λέγοντας, Και ποιο υπήρξε το
κέρδος που είχα από αυτή την οικονομία, ή σοφία, ή όπως σου αρέσει να την
αποκαλής, για να πεισθώ ότι δεν απατήθηκα από εσένα;
α. Η ιερωσύνη είναι μεγίστη απόδειξη της αγάπης προς τον
Χριστό.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Και ποιο κέρδος θα μπορούσε να υπάρξη
μεγαλύτερο, είπα, από το να φανούμε ότι κάνουμε αυτά που ο Χριστός είπε ότι
είναι δείγματα της προς αυτόν αγάπης. Έτσι, διαλεγόμενος με τον κορυφαίο των
αποστόλων λέγει, Πέτρε, με αγαπάς ; Μετά δε την ομολογία του τελευταίου,
προσθέτει, Αν με αγαπάς, ποίμανε τα πρόβατά μου . Ρωτά δηλαδή ο διδάσκαλος τον
μαθητή αν ηγαπάτο από αυτόν, όχι για να μάθη αν όντως αυτό συνέβαινε (πώς θα
μπορούσε να πράξη κάτι τέτοιο ο ευρισκόμενος στις καρδιές όλων των ανθρώπων),
αλλά για να μας διδάξη πόσο ενδιαφέρεται για την επιστασία των προβάτων αυτών.
Αφού αυτό είναι φανερό, ομοίως και εκείνο θα είναι φανερό, ότι δηλαδή πολύς και
ανυπολόγιστος θα είναι ο μισθός για εκείνον ο οποίος εργάζεται για το ποίμνιο
που αγαπά ο Χριστός. Εάν λοιπόν εμείς δούμε κάποιους να επιμελούνται των
υπηρετών μας ή των ζώων μας και εύλογα θεωρούμε τη φροντίδα τους γι᾿ αυτά ως
σημείο της προς ημάς αγάπης τους, καίτοι όλα αυτά αγοράζονται με χρήματα, τότε
εκείνος ο οποίος εξαγόρασε το ποίμνιο αυτό όχι με χρήματα ή με συναφή υλικά
ανταλλάγματα, αλλά με τον ίδιο του τον θάνατο, εκείνος ο οποίος έδωσε ως
αντίτιμο της αγέλης το ίδιο του το αίμα, πόσο θα ανταμείψη εκείνους οι οποίοι
ποιμαίνουν αυτήν; Γι᾿ αυτό λοιπόν όταν ο μαθητής είπε, Συ γνωρίζεις, Κύριε, ότι
σε αγαπώ και επικαλέσθηκε ως μάρτυρα της αγάπης του τον ίδιο τον αγαπώμενο, ο
Σωτήρας δεν αρκέσθηκε σ᾿ αυτό αλλά πρόσθεσε και το σημείο της αγάπης. Διότι ο
Κύριος δεν ήθελε να αποδείξη πόσο τον αγαπούσε ο Πέτρος, αφού από πολλά μας
είναι ήδη γνωστό αυτό, αλλά θέλησε να δείξη στον Πέτρο και σε όλους εμάς πόσο
αγαπά την Εκκλησία του, ώστε και εμείς να δείξουμε φροντίδα γι᾿ αυτήν. Γιατί
άραγε ο Θεός δεν σπλαγχνίσθηκε τον μονογενή του Υιό, τον οποίο είχε και μοναδικό,
αλλά τον παρέδωσε; Για να συμφιλιώση και να φέρη κοντά του εκείνους οι οποίοι
τον εχθρεύονταν και να τους καταστήση λαό περιούσιο. Γιατί ο Χριστός έχυσε το
αίμα του; Για να φέρη στην ποίμνη του τα πρόβατα, τα οποία παρέδωσε στον Πέτρο
και στους μετ᾿ εκείνον. Εύλογα λοιπόν έλεγε ο Χριστός· Ποιος λοιπόν είναι ο
πιστός και φρόνιμος δούλος, τον οποίο ο Κύριος θα τοποθετήση διαχειριστή στην
οικία του; Και πάλι τα λόγια αυτά προκαλούν απορία, ο Κύριος όμως δεν τα έλεγε
ευρισκόμενος σε απορία. Όπως για παράδειγμα ερωτώντας τον Πέτρο εάν ηγαπάτο από
αυτόν δεν ήθελε να μάθη την αγάπη του μαθητή, αλλά ήθελε να δείξη το μέγεθος
της δικής του αγάπης, έτσι και τώρα, λέγοντας, Ποιος είναι λοιπόν ο πιστός και
φρόνιμος δούλος ; δεν αγνοούσε τον πιστό και φρόνιμο δούλο, αλλά ήθελε να δείξη
το σπάνιο των προσόντων αυτών και το μέγεθος της εξουσίας που θα δινόταν στον
δούλο. Βλέπε μάλιστα και το μέγεθος του βραβείου· Σε όλη του την περιουσία,
λέγει θα τον καταστήση διαχειριστή.
β. Η υπηρεσία της ποίμνης του Χριστού είναι μεγαλύτερη από
άλλες.
Θα εξακολουθήσης λοιπόν να αμφισβητής ότι σε απάτησα με καλή
προαίρεση, τώρα που πρόκειται να γίνης επιστάτης όλων των υπαρχόντων του Θεού,
θέση η οποία θα έφερνε τον Πέτρο σε εξέχουσα θέση έναντι των λοιπών αποστόλων,
όπως είπε ο Κύριος· Πέτρε, με αγαπάς περισσότερο από αυτούς; Ποίμανε τα πρόβατά
μου. Καίτοι δε θα μπορούσε να πη προς αυτόν, αν με αγαπάς, νήστευσε, κοιμήσου
χάμω στη γη, κάνε συχνές αγρυπνίες, υπεράσπιζε τους αδικουμένους, γίνε πατέρας
των ορφανών παιδιών και σύζυγος της μητέρας αυτών, όμως, αντί αυτών τι λέγει;
Ποίμανε τα πρόβατά μου. Όσα δε προανέφερα πολλοί από τους αρχομένους θα
μπορούσαν να τα επιτελέσουν με ευκολία, όχι μόνο άνδρες, αλλά και γυναίκες,
προκειμένου όμως περί της διακυβερνήσεως της Εκκλησίας και της επιμελείας τόσων
πολλών ψυχών, η μεν γυναικεία φύση θα πρέπει να υποχωρήση ενώπιον του μεγέθους
της εξουσίας, οι δε άνδρες στην πλειονότητά τους θα πρέπει να αποκλεισθούν
επίσης. Διότι θα πρέπει να προτιμηθούν εκείνοι οι οποίοι πλεονεκτούν πάρα πολύ
έναντι των άλλων και είναι πολύ υψηλότεροι αυτών στο μέγεθος της ψυχικής
αρετής, όπως υπερτερούσε στα σωματικά προσόντα ο Σαούλ από όλο το εβραϊκό
έθνος, μάλλον δε ακόμη περισσότερο, αφού εδώ το μέτρο συγκρίσεως δεν αποτελεί
το ύψος του ώμου. Όση είναι η διαφορά των αλόγων με τους λογικούς ανθρώπους,
τόση είναι η απόσταση μεταξύ ποιμένα και ποιμαινομένων, για να μη πω και
μεγαλύτερη. Τούτο δε είναι εύλογο, αφού ο υφέρπων κίνδυνος αναφέρεται σε
πολυτιμότατα πράγματα. Πράγματι, ο ποιμένας ο οποίος έχει χάσει πρόβατα, ή από
διαρπαγή λύκων ή από κλοπή ληστών, ή από κάποια ασθένεια, ή από κάποια άλλη
τυχαία αιτία, μπορεί να τύχη της συγγνώμης του κυρίου της ποίμνης, σε περίπτωση
δε που ήγετο σε δίκη, η σοβαρότερη ζημία που θα μπορούσε να υποστή θα ήταν η
καταβολή χρηματικού προστίμου. Αντίθετα, ο εμπιστευμένος τη φύλαξη ανθρωπίνων
ψυχών, το λογικό ποίμνιο του Χριστού, κατ᾿ αρχήν μεν αποπληρώνει την απώλεια
των προβάτων όχι με χρηματικό αντίτιμο, αλλά με την ίδια την ψυχή του, όπως και
ο αγώνας του είναι μεγαλύτερος και δυσμενέστερος, αφού η μάχη του δεν
διεξάγεται εναντίον λύκων, ούτε κατά ληστών, ούτε φροντίζει για την εξάλειψη
κάποιας ασθενείας από την ποίμνη του. Προς ποίους όμως γίνεται ο πόλεμος και με
ποίους διεξάγεται η πάλη; ’κου τον μακάριο Παύλο, ο οποίος λέγει· Η πάλη μας
δεν είναι κατά του αίματος και της σάρκας, αλλά κατά των αρχών και των
εξουσιών, κατά των κοσμοκρατόρων του σκότους της εποχής μας, κατά των πονηρών
πνευμάτων του ουρανού. Παρατηρείς το πλήθος των φοβερών εχθρών και άγριες
φάλαγγες, οι οποίες δεν προστατεύονται από σιδερένιες πανοπλίες, αλλά από την
ίδια τους τη φύση; Θέλεις να δης και άλλο στράτευμα σκληρό και ωμό, το οποίο
είναι παρατεταγμένο κοντά στην ποίμνη; Και αυτό από την ίδια θέση θα το δης. Ο
ίδιος ο Παύλος, ο οποίος μας μίλησε για τους ανωτέρω εχθρούς θα μας υποδείξη
και αυτό με τα ακόλουθα περίπου λόγια· Φανερά είναι τα έργα της σάρκας, ήτοι,
πορνεία, μοιχεία, ακάθαρτες επιθυμίες, ασέλγεια, ειδωλολατρία, μαγεία, έχθρες,
έριδες, ζηλοτυπίες, θυμοί, φατριασμοί, συκοφαντίες, υπερηφάνεια, ακαταστασίες
και πολλά άλλα, διότι δεν τα απαρίθμησε όλα, αφήνοντας από αυτά να κατανοήσουμε
και τα υπόλοιπα. Όσον δε αφορά στον ποιμένα των αλόγων ζώων, οι θέλοντες να
κλέψουν και να καταστρέψουν το ποίμνιο, όταν δουν τον ποιμένα να φεύγη
εγκαταλείπουν την κατ᾿ αυτού μάχη και περιορίζονται στη διαρπαγή των προβάτων.
Στην περίπτωσή μας όμως και αν ακόμη γίνουν κύριοι ολόκληρης της ποίμνης
συνεχίζουν τον αγώνα κατά του ποιμένα με περισσότερο μάλιστα θράσος, δεν
σταματούν δε μέχρι ή να τον καταβάλουν ή να ηττηθούν οι ίδιοι. Επί πλέον, τα
μεν νοσήματα των προβάτων είναι φανερά, είτε πείνα δηλαδή, είτε ασθένεια, είτε
κάποιο τραύμα ή οποιοδήποτε άλλο είναι το πρόβλημα, αυτό είναι πάντοτε φανερό.
Έτσι, όλα αυτά μπορούν να ιαθούν. Υπάρχει όμως και άλλος σοβαρότερος λόγος, ο
οποίος οδηγεί στην ταχύτερη ίαση της ασθενείας, το γεγονός ότι οι ποιμένες
έχουν τη δύναμη να καταναγκάζουν τα πρόβατα να δέχονται τη θεραπεία, όταν αυτά
αρνούνται να συμμορφωθούν. Πράγματι, είναι εύκολο να τα δέσουν όταν πρόκειται
να τα καυτηριάσουν ή να τα εγχειρήσουν ή να τα κρατήσουν κλεισμένα στο
ποιμνιοστάσιο για πολύ καιρό, όταν αυτό κρίνεται σκόπιμο, καθώς επίσης να τα
αποτρέψουν από την πόση μολυσμένων υδάτων, εν γένει δε μπορούν να εφαρμόσουν με
μεγάλη ευκολία όλες τις απαραίτητες μεθόδους, οι οποίες συμβάλλουν στην
ανάκτηση της υγείας τους.
γ. Η ιερωσύνη απαιτεί μεγάλα και θαυμαστά ψυχικά προσόντα.
Όσον τώρα αφορά στις ασθένειες των ανθρώπων κατ᾿ αρχήν μεν
δεν είναι εύκολο να διαγνωσθούν· Την ψυχή του ανθρώπου δεν τη γνωρίζει κανείς
άλλος άνθρωπος, παρά μόνο η ίδια η συνείδησή του. Πώς λοιπόν κάποιος μπορεί να
χορηγήση το κατάλληλο φάρμακο της ασθενείας, τη θεραπεία της οποίας μάλιστα δεν
γνωρίζει, πολλές φορές δε τυγχάνει να μη μπορεί να κατανοήση ούτε αν κάποιος
νοσή; Όταν δε διαγνωσθή η ασθένεια, τότε ο πνευματικός ποιμένας αρχίζει να έχη
περισσότερες δυσκολίες, διότι δεν είναι το ίδιο δυνατός κάποιος στη θεραπεία
όλων των ανθρώπων, όπως συμβαίνει με τον ποιμένα των προβάτων. Μπορεί κάποιος
και στην περίπτωση των ανθρώπων να δέση, να στερήση την τροφή, να καυτηριάση ή
να εγχειρήση τον ασθενή, όμως η δύναμη της θεραπείας δεν ευρίσκεται στον
προσάγοντα το φάρμακο, αλλά στον ασθενούντα. Αυτό κατενόησε και ο θαυμάσιος
εκείνος άνδρας, ο οποίος έλεγε στους Κορινθίους· Δεν κυριεύουμε την πίστη σας,
αλλά είμασθε συνεργοί της χαράς σας. Τούτο είναι εύλογο αφού στους Χριστιανούς,
περισσότερο απ' ό,τι σε όλους τους άλλους, δεν επιτρέπεται η βίαιη επανόρθωση
των πταισμάτων των αμαρτανόντων. Πράγματι, ενώ οι κοσμικοί δικαστές όταν
δικάζουν τους κακούργους χρησιμοποιούν όλη την εξουσία που διαθέτουν, ώστε να
τους εμποδίσουν, άκοντες βέβαια, να συνεχίσουν το παράνομο έργο τους, οι
πνευματικοί ποιμένες δεν πρέπει να βιάζουν, αλλά μάλλον να πείθουν τον
αμαρτάνοντα. Τούτο διότι δεν μας έχει δοθή τέτοια εξουσία από τους νόμους, αλλά
και αν είχε χορηγηθή δεν θα μπορούσαμε να τη χρησιμοποιήσουμε, αφού ο Θεός
επιβραβεύει τους απέχοντες από τη διάπραξη του κακού από δική τους προαίρεση
και όχι μετά από άσκηση βίας. Για τον λόγο αυτό υπάρχει μεγάλη ανάγκη τεχνασμάτων,
ώστε να πεισθούν εκούσια οι αμαρτάνοντες να δεχθούν τη θεραπεία των ιερέων, όχι
μόνο αυτό δε, αλλά επί πλέον να αποδίδουν ευγνωμοσύνη σ᾿ αυτούς για τη
χορηγηθείσα θεραπεία. Διότι αν ο αποθεραπευόμενος αμαρτωλός υποτροπιάση (αφού
είναι απόλυτα ελεύθερος να το πράξη), τότε θα επιδεινώση την κατάστασή του. Ομοίως,
αν παραγνωρίση τους παραινετικούς λόγους, οι οποίοι κόβουν όπως ο σίδηρος, θα
προσθέση με την καταφρόνηση αυτή και άλλο τραύμα και έτσι η θεραπευτική
διαδικασία θα γίνη πρόξενος δυσμενέστερης ασθένειας, δεδομένου ότι δεν μπορεί
να θεραπεύση κάποιος τον αμαρτωλό χωρίς τη θέλησή του.
δ. Η ιερατική διακονία είναι γεμάτη από δυσκολίες και
κινδύνους.
Τι θα μπορούσε λοιπόν να κάνη κάποιος; Αν αντιμετωπίσης
πραότερα κάποιον ο οποίος χρειάζεται τραχύτητα και δεν επιχειρήσης να επουλώσης
την πληγή σε όλο της το βάθος όταν ο ασθενής το χρειάζεται, τότε θα καθαρίσης
μεν την πληγή, αλλά δεν θα επουλώσης το τραύμα. Αν πάλι προβής στην απαραίτητη
επέμβαση, πολλές φορές συμβαίνει ο ασθενής από τους πόνους να περιέρχεται σε
απόγνωση και αφού πετάξη αμέσως όλα, το φάρμακο και τον επίδεσμο, συντρίβει τον
ζυγό, διασπά τον δεσμό και ρίχνει τον εαυτό του σε βάραθρο. Γνωρίζω πολλούς, οι
οποίοι εξώκειλαν σε απόλυτη ακολασία, επειδή τους είχαν επιβληθή επιτίμια ανάλογα
με το βάρος της αμαρτίας τους. Δεν πρέπει λοιπόν απλώς και μόνο το επιβαλλόμενο
επιτίμιο να είναι ανάλογο του παραπτώματος, αλλά να λαμβάνεται υπ᾿ όψιν και η
προαίρεση των αμαρτανόντων, μη τυχόν και συμβή στην προσπάθεια του πνευματικού
ποιμένα να συρράψη τη ρωγμή, να προκληθή μεγαλύτερο σχίσμα, ή στην προσπάθειά
του να ανασηκώση τον πεσόντα στην αμαρτία τον βυθίση περισσότερο σ᾿ αυτήν. Για
παράδειγμα, οι ασθενείς και ράθυμοι, οι οποίοι είναι μάλλον προσδεδεμένοι στην
κοσμική τρυφή, επί πλέον δε και μεγαλοφρονούντες για την καταγωγή τους και την
εξουσία που διαθέτουν, αν θεραπευθούν για τα αμαρτήματά τους με ήρεμο και
σταδιακό τρόπο, μπορούν να απαλλαγούν, αν και όχι απόλυτα, τουλάχιστο από
μερικά από τα ελαττώματά τους. Αν όμως κάποιος προσπαθήση να τους παιδεύση
απότομα, τότε θα τους αποστερήση και τη δυνατότητα της ελάχιστης βελτιώσεως.
Πράγματι, όταν η ψυχή εξαναγκασθή να αποβάλη τη ντροπή της απότομα, τότε
περιπίπτει σε αναλγησία και πλέον ούτε σε προσηνείς λόγους υπακούει, ούτε με
απειλές κάμπτεται, ούτε και με ευεργεσίες προτρέπεται, αντίθετα δε γίνεται πολύ
χειρότερη της πόλεως εκείνης, για την οποία ο προφήτης κακίζοντας έλεγε· έλαβες
την όψη της πόρνης και χάθηκε τελείως η ντροπή σου. Για τον λόγο αυτό ο
ποιμένας πρέπει να διαθέτη φρόνηση και μυρίους οφθαλμούς, ώστε να εξετάζη από
όλες τις πλευρές τη διάθεση της ψυχής. Όπως δηλαδή πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι
δεν μπόρεσαν να αποδεχθούν θεραπεία με πικρά φάρμακα άγονται στην απόγνωση και
χάνουν κάθε ελπίδα για τη σωτηρία τους, έτσι και εκείνοι οι οποίοι δεν δέχθηκαν
την κατάλληλη παίδευση για τα αμαρτήματά τους εκτρέπονται σε ολιγωρία και
γίνονται πολύ χειρότεροι, οδηγούμενοι στη διάπραξη μεγαλυτέρων αμαρτημάτων.
Πρέπει λοιπόν ο ιερωμένος να μη αφήνη ούτε αυτές τις περιπτώσεις ανεξέταστες,
αλλά οφείλει να τις διερευνά με ακρίβεια και να χορηγή την κατάλληλη θεραπεία,
για να μην καθίσταται μάταιη η προσπάθειά τους. Έχει δε να πράξη πολλά, όχι
μόνο στον τομέα αυτό, αλλά και στην επαναφορά στους κόλπους της Εκκλησίας των
αποσχισθέντων μελών της. Ο ποιμένας των προβάτων καταφέρνει πάντοτε να τα
διατηρή στον έλεγχό του και αν κάποιο από αυτά εκτραπή της πορείας και αφού
εγκαταλείψη τον πλούσιο βοσκότοπο μεταβή για την τροφή του σε άγονα και
απόκρημνα χωράφια, αρκεί ο ποιμένας να φωνάξη δυνατά και θα καταφέρη να
περιμαζέψη στην ποίμνη το πρόβατο που είχε χωρισθή από το κοπάδι. Αν όμως ο
άνθρωπος απομακρυνθή από την ορθή πίστη, ο ποιμένας χρειάζεται να καταβάλη
μεγάλη προσπάθεια, εξ ίσου δε να επιδείξη καρτερικότητα και υπομονή, διότι δεν
μπορεί να προσελκύση με τη βία ούτε με τον φόβο κάποιον στην αλήθεια από την
οποία εξέπεσε, αλλά πρέπει να επιτύχη τον στόχο αυτό με την πειθώ. Πρέπει
λοιπόν ο πνευματικός ποιμένας να διακρίνεται για τη γενναιότητα της ψυχής, ώστε
να μη αποκάμνη και να μη απελπίζεται προκειμένου για τη σωτηρία των πλανωμένων,
αλλά να σκέπτεται και να λέγη συνεχώς εκείνο· ίσως κάποτε ο Θεός τους δώση τη
δύναμη να μετανοήσουν και να έλθουν στην επίγνωση της αλήθειας, ώστε να
ανανήψουν από την παγίδα του διαβόλου. Για όλους αυτούς τους λόγους ο Κύριος,
διαλεγόμενος με τους μαθητές του είπε· Ποιος είναι άραγε ο πιστός και φρόνιμος
δούλος; Διότι εκείνος ο οποίος φροντίζει για την προσωπική του ηθική προκοπή
ωφελεί μόνο τον εαυτό του, το κέρδος όμως από την ποιμαντική δραστηριότητα του
ποιμένα διαβαίνει σ᾿ ολόκληρο τον λαό. Και αυτός ο οποίος δίδει ελεημοσύνες
στους πτωχούς και υπερασπίζεται με διαφόρους τρόπους τους αδυνάτους, ωφελεί
βέβαια και αυτός τους συνανθρώπους του, τόσο όμως λιγότερο από τον ιερέα, όσο
διαφέρει το σώμα από την ψυχή. Εύλογα λοιπόν ο Κύριος είπε ότι η διαποίμανση
των πιστών είναι απόδειξη της προς εκείνον αγάπης.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ. Εσύ λοιπόν δεν αγαπάς τον Χριστό;
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Και τον αγαπώ και δεν θα παύσω ποτέ να τον
αγαπώ, φοβούμαι δε μη παροξύνω τον αγαπώμενο από εμένα.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ. Και ποιο ασαφέστερο αίνιγμα από αυτό θα μπορούσε
να υπάρξη, αφού ο μεν Χριστός προσέταξε τον αγαπώντα αυτόν να ποιμάνη τα
πρόβατά του, εσύ δε λέγεις ότι για τον λόγο αυτό, για την αγάπη σου δηλαδή προς
τον προστάξαντα την εντολή αυτή δεν ποιμαίνεις το ποίμνιό του;
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Τα λόγια μου δεν αποτελούν αίνιγμα, αντιθέτως
μάλιστα είναι πολύ σαφή και απλά. Αν ήμουν ικανός να ασκήσω την εξουσία του
ποιμένα λογικών προβάτων, όπως θέλησε ο Χριστός και απέφευγα να το κάνω, τότε
θα έπρεπε να απορής με τα λόγια μου. Επειδή όμως η ψυχική μου ασθένεια με
καθιστά άχρηστο για τη διακονία αυτή, πώς θα μπορούσες να υποστηρίξης το
αντίθετο για τα λεγόμενά μου; Φοβάμαι μήπως αφού παραλάβω την ποίμνη του
Χριστού εύρωστη και ευτραφή την καταστρέψω από απροσεξία μου και προκαλέσω τη
μήνι του Θεού, ο οποίος τόσο την αγάπησε, ώστε θυσίασε τον εαυτό του για τη
σωτηρία και την τιμή της.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ. Αστειευόμενος τα λέγεις αυτά, διότι αν μιλούσες
σοβαρά δεν γνωρίζω πώς αλλιώς θα αποδείκνυες καλύτερα ότι δικαίως πονώ, παρά με
τα λόγια αυτά, με τα οποία προσπάθησες να απομακρύνης την αθυμία μου.
Γνωρίζοντας και πριν ότι με απάτησες και με πρόδωσες, τώρα, μετά την προσπάθειά
σου να αποδυθής τα εγκλήματά σου το κατάλαβα πολύ καλύτερα αυτό και
συνειδητοποίησα σε ποια κακά με οδήγησες. Αν απέφυγες την ιερατική λειτουργία
λόγω της ψυχικής σου αδυναμίας να ανταποκριθής στο μέγεθος της διακονίας αυτής,
εμένα πρώτο έπρεπε να αποκλείσης από αυτή, ακόμη και αν εγώ επιθυμούσα διακαώς
το αντίθετο, αφού μάλιστα εναπέθεσα στην κρίση σου την απόφασή μου για το θέμα.
Εσύ όμως παρέβλεψες το συμφέρον μου και κοίταξες μόνο το δικό σου· μακάρι δε να
με είχες μόνο παραβλέψει· και αυτό μόνο θα μου ήταν αρκετό. Αντ᾿ αυτού, όμως,
με δόλο με κατέστησες εύκολη λεία στους απαγωγείς μου. Και δεν μπορείς φυσικά
να καταφύγης στο επιχείρημα ότι σε απάτησε η κοινή γνώμη, η οποία σε έπεισε για
τα μεγάλα και θαυμαστά προσόντα μου. Διότι εγώ δεν ανήκω στους σπουδαίους και
θαυμαζόμενους από τον κόσμο άνδρες, αλλά και αν έτσι συνέβαινε να είναι δεν θα
έπρεπε να προτιμήσης τη γνώμη των πολλών από την αλήθεια. Αν πράγματι δεν είχες
προσωπική εμπειρία για μένα από τη συναναστροφή μας, θα μπορούσες εύλογα να
χρησιμοποιήσης το γεγονός αυτό για να προφασισθής ότι πείσθηκες από τη γνώμη
των πολλών. Αφού όμως κανείς δεν γνωρίζει καλύτερα τα προσωπικά μου ζητήματα
από σένα ακόμη δε και από
αυτούς τους γονείς μου, οι οποίοι με γέννησαν και με ανέθρεψαν γνωρίζεις
καλύτερα την ψυχή μου πώς μπορείς να αποδείξης ότι ακούσια με ώθησες στον κίνδυνο αυτόν. Ας τα αφήσουμε όμως
τώρα αυτά, ούτε εξ άλλου σε υποχρεώνω να ασκήσης αυτοκριτική γι᾿ αυτά. Εκείνο που με απασχολεί είναι τι θα απολογηθούμε προς
τους κατηγόρους μας. Λέγε, λοιπόν.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Αλλά και εγώ ο ίδιος δεν θα ασχοληθώ με το
ζήτημα αυτό πριν διαλύσω τις κατηγορίες που μου απηύθυνες, έστω και αν εσύ
θέλης πολύ να με απαλλάξης από αυτές. Είπες λοιπόν ότι η άγνοια θα μου
συγχωρούσε τα κακά που διέπραξα και θα με απήλλασσε από κάθε κατηγορία, αν
δηλαδή δεν σε γνώριζα καθόλου και σε έφερνα στη τωρινή δεινή κατάσταση ακούσια.
Επειδή όμως δεν σε πρόδωσα αγνοώντας τον χαρακτήρα σου, τον οποίο μάλιστα
αντιθέτως γνώριζα πολύ καλά, για τον λόγο αυτό δικαίως δεν μπορώ να επικαλεσθώ
καμμία εύλογη πρόφαση προς απολογία. Εν τούτοις, εγώ ισχυρίζομαι ακριβώς το
αντίθετο, διότι όλα αυτά χρήζουν πολλής εξετάσεως. Πρέπει δηλαδή εκείνος που
πρόκειται να επιλέξη τον κατάλληλο για το ιερατικό λειτούργημα να μη αρκεσθή
μόνο στη γνώμη των πολλών, αλλά παράλληλα και προ πάντων να εξετάση και ο ίδιος
την προσωπικότητα του υποψηφίου. Και ο μακάριος Παύλος, λέγοντας ότι, πρέπει
αυτός να έχη και καλή έξωθεν μαρτυρία , δεν αναιρεί την ακριβή και λεπτολόγο
έρευνα, ούτε δίδει προβάδισμα στο τεκμήριο αυτό κατά τη διαδικασία επιλογής
του. Διότι, αφού ενωρίτερα αναφέρθηκε σε πολλά άλλα, στη συνέχεια προσέθεσε το
στοιχείο αυτό, δείχνοντας ότι κατά την επιλογή των υποψηφίων δεν πρέπει να
αρκεί η γνώμη των πολλών, αλλά να συνυπολογίζεται με τα άλλα στοιχεία του
χαρακτήρα του. Πράγματι, συμβαίνει πολλές φορές η κοινή γνώμη να είναι
εσφαλμένη, όταν δε κυριαρχεί στην όλη διαδικασία η επισταμένη εξέταση του
υποψηφίου απομακρύνεται κάθε κίνδυνος να σχηματισθή ψευδής εικόνα περί του
χαρακτήρα του. Για τον λόγο αυτό μετά τα άλλα προσόντα θέτει και την καλή
έξωθεν μαρτυρία. Διότι δεν είπε απλώς, Πρέπει αυτός να έχη καλή μαρτυρία, αλλά
παρενέβαλε το και από τους έξωθεν, θέλοντας να δηλώση ότι προ της έξωθεν
μαρτυρίας πρέπει να διερευνηθή με ακρίβεια ο χαρακτήρας του. Επειδή λοιπόν
γνώριζα τον χαρακτήρα σου καλύτερα και από τους γονείς σου, όπως και ο ίδιος
ομολόγησες, θα ήταν δίκαιο να απαλλαγώ από κάθε αιτίαση.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ. Ακριβώς για τον λόγο αυτό δεν θα μπορούσες να
αποφύγης την κατηγορία αν κάποιος ήθελε να σε καταγγείλη. Ή ξέχασες την
ευτέλεια της ψυχής μου, την οποία και από μένα προσωπικά πληροφορήθηκες και από
τις πράξεις μου διέγνωσες; Δεν με χαρακτήριζες πάντοτε με σκωπτική διάθεση
μικρόψυχο, για τον λόγο ότι και στα μικρότερα προβλήματα έχανα το κουράγιο μου
πολύ εύκολα;
ε. Απέφυγα τη χειροτονία ένεκα της αγάπης προς τον Χριστό.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Θυμάμαι, βέβαια, τα λόγια δε αυτά πολλές φορές
τα άκουσα και από εσένα, όμως εγώ αν κάποτε σε αντιμετώπιζα σκωπτικά, το έκανα
αστειευόμενος, χωρίς να το εννοώ πραγματικά. Αλλά ούτε γι᾿ αυτό θα ερείσω τώρα,
έχω δε την αξίωση να μου δείξης την ανάλογη ευγνωμοσύνη όταν θελήσω να αναφέρω κάποιο
από τα προτερήματά σου. Αν πάλι επιχειρήσης να με ελέγξης ως ψευδόμενο δεν θα
διστάσω να αποδείξω ότι από μετριοφροσύνη και όχι χάριν της αληθείας το κάνεις,
θα το πράξω δε όχι με κάποιον άλλο τρόπο, παρά μόνο χρησιμοποιώντας ως μάρτυρες
τα ίδια σου τα λόγια και τις ίδιες σου τις πράξεις. Κατ᾿ αρχάς θέλω να σου πω
τούτο· γνωρίζεις πόση είναι η δύναμη της αγάπης; Ο ίδιος ο Χριστός, άφησε κατά
μέρος όλα τα μεγάλα έργα, τα οποία οι απόστολοι έπρεπε να κάνουν και είπε· Από
το σημείο αυτό θα γνωρίσουν οι άνθρωποι ότι είσθε μαθητές μου, εάν αγαπάτε ο
ένας τον άλλον. Ο Παύλος πάλι την αποκαλεί πλήρωμα του νόμου και λέγει ότι
χωρίς αυτήν κανένα ψυχικό χάρισμα δεν αποτελεί ωφέλεια. Αυτό λοιπόν το εξαίρετο
αγαθό, το γνώρισμα των μαθητών του Χριστού, το ανώτερο όλων των χαρισμάτων, το
είδα να είναι γερά ριζωμένο στην ψυχή σου και να παράγη πολλούς καρπούς.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ. Ό τι φροντίζω πολύ γι᾿ αυτήν και ότι προσπαθώ
πάρα πολύ για την τήρηση αυτής της εντολής το ομολογώ· ότι όμως ούτε στο ήμισύ
της δεν την εκπλήρωσα και εσύ ο ίδιος θα μπορούσες να το μαρτυρήσης αν άφηνες
τα κολακευτικά λόγια σου και ήθελες να τιμήσης την αλήθεια.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Λοιπόν, θα καταφύγω στους ελέγχους και θα
πραγματοποιήσω την απειλή μου, θα αποδείξω ότι θέλεις να φανής μετριόφρων παρά
να ομολογήσης την αλήθεια. Θα αναφέρω δε γεγονός, το οποίο πρόσφατα συνέβη, για
να μη υποπτευθή κανείς ότι προσπαθώ με τη διήγηση παρωχημένων συμβάντων,
εκμεταλλευόμενος τη μεγάλη χρονική απόσταση, να επισκιάσω την αλήθεια, διότι
δεν θέλω η λήθη να επισκιάση την αλήθεια των λόγων μου.
στ. Απόδειξη της αρετής του Βασιλείου και της μεγάλης του
αγάπης.
Όταν λοιπόν συνέβη να συκοφαντηθή κάποιος από τους φίλους
μας με την κατηγορία της ύβρεως και κινδύνευε να περιέλθη σε δυσμενέστατη θέση,
τότε εσύ, ενώ κανείς δεν σε εγκάλεσε, ούτε ο κινδυνεύων σε παρεκάλεσε να
παρεμβής, εξέθεσες τον εαυτό σου στον διαφαινόμενο κίνδυνο. Η πράξη ήταν αυτή,
για να ελέγξω δε και τα λόγια σου θα μνημονεύσω και τα όσα είπες. Σχολιάζοντας
το γεγονός ότι την προθυμία σου αυτή άλλοι μεν την αποδοκίμαζαν, άλλοι δε την
επαινούσαν και τη θαύμαζαν, είπες προς τους κατηγόρους σου· Και τι θα πάθω; Δεν
γνωρίζω άλλο τρόπο αγάπης, από το να θυσιάσω και την ψυχή μου αν πρέπει να
διασώσω κάποιον κινδυνεύοντα φίλο μου , για να χρησιμοποιήσω διαφορετικά λόγια,
αλλά με το ίδιο περιεχόμενο προς εκείνα τα οποία έλεγε ο Χριστός προς τους
μαθητές του, θέτοντας τους όρους της τελείας αγάπης· Δεν υπάρχει μεγαλύτερη
αγάπη από τη θυσία της ψυχής υπέρ των φίλων. Αν λοιπόν δεν υπάρχει μεγαλύτερη
από αυτήν την αγάπη, τότε έφθασες στο τέλος της και με όσα έπραξες και με όσα
είπες, πραγματικά ανέβηκες στην κορυφή της. Για τον λόγο αυτό σε πρόδωσα, γι᾿
αυτό σου έπλεξα εκείνη την πλεκτάνη. ’ραγε σε πείθω ότι δεν είχα κακή διάθεση,
ούτε ήθελα να σε θέσω σε κίνδυνο, αλλά γνώριζα ότι είσαι χρήσιμος και γι᾿ αυτό
σε οδήγησα στην ιερωσύνη;
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ. Και νομίζεις ότι αρκεί η δύναμη της αγάπης για τη
διόρθωση των συνανθρώπων μας;
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Μάλιστα, μπορεί να συμβάλη σ᾿ αυτό σε μεγάλο
βαθμό, αν δε θέλης μπορώ να προσκομίσω και της σωφροσύνης σου δείγματα και
συνεχίζοντας με βάση αυτή θα αποδείξω ότι είσαι περισσότερο συνετός παρά
φιλόστοργος.
Με τα λόγια αυτά εκείνος κοκκίνησε και ντράπηκε, ακολούθως
δε είπε (ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ)· Τα προσωπικά μου ζητήματα ας τα αφήσουμε κατά μέρος τώρα.
Εξ άλλου, από την αρχή δεν σου ζήτησα τον λόγο γι᾿ αυτά. Αν όμως έχης κάποια
δικαιολογία για τους κατηγόρους μας ευχαρίστως θα την άκουγα. Γι᾿ αυτό άφησε
αυτή τη σκιαμαχία και πες μου τι θα απολογηθούμε προς τους λοιπούς, τόσο σ᾿ εκείνους
οι οποίοι μας τίμησαν με την ψήφο τους, όσο και σ᾿ εκείνους οι οποίοι θεωρούν
τους εκλέκτορες καθυβρισμένους από την άρνησή μας να αποδεχθούμε την τιμή τους.
ζ. Δεν ήθελα να υβρίσω τους εκλέκτορες με τη φυγή μου.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Και εγώ επείγομαι να το κάνω αυτό. Αφού λοιπόν
τελείωσα τα σχετικά προς εσένα θα ασχοληθώ με την απολογία μου προς όλους
αυτούς. Ποια είναι λοιπόν η κατηγορία που μου προσάπτουν και ποια τα εγκλήματα
που έκανα; Λέγουν ότι υβρίσθηκαν από εμένα και έπαθαν πολλά δεινά, διότι δεν
δέχθηκα την τιμή που μου έκαναν. Σ᾿ αυτό απαντώ κατ᾿ αρχήν ότι δεν πρέπει να
γίνεται λόγος για ύβρη προς ανθρώπους, όταν προκειμένου να τιμηθούν εκείνοι
είμασθε αναγκασμένοι να προσκρούσουμε στη θέληση του Θεού. Θα έλεγα δε σ᾿ αυτούς
οι οποίοι αγανακτούν από τέτοιες ύβρεις και εμμένουν στη θέση τους, ότι αυτή η
στάση δεν είναι ακίνδυνη, αντίθετα μάλιστα είναι πολύ επιζήμια. Διότι, νομίζω,
οι αφιερωμένοι στον Θεό και αποβλέποντες μόνο σ᾿ αυτόν, πρέπει να φέρονται με
ευλάβεια σε τέτοιες περιστάσεις, ώστε να μη θεωρούν ύβρη μία τέτοια
συμπεριφορά, ακόμη και αν τύχαινε να ατιμωθούν πολλές φορές. Ότι δε ούτε κατά
διάνοια σκέφθηκα να πράξω κάτι τέτοιο ή παρόμοιο εναντίον αυτών θα καταφανή στη
συνέχεια. Διότι εάν μεν εγώ από αναισθησία ή από φιλοδοξία, όπως πολλές φορές
είπες ότι με κατηγορούν κάποιοι, οδηγήθηκα στην απόφασή μου, τότε θα είχα
αδικήσει πάρα πολύ και θα είχα καταφρονήσει ανθρώπους θαυμαστούς και μεγάλους,
οι οποίοι μάλιστα είναι και ευεργέτες μου. Και όταν είναι άξιο τιμωρίας το να
αδική κάποιος ανθρώπους, οι οποίοι ποτέ δεν τον αδίκησαν, πόσο πρέπει να τιμά
κάποιος ανθρώπους οι οποίοι τον τίμησαν με δική τους προαίρεση; Δεν μπορεί δε
κάποιος να ισχυρισθή ότι εκείνοι οι οποίοι με τίμησαν με την ψήφο τους είχαν
ευεργετηθή λίγο ως πολύ από μένα και με την πράξη τους εκείνη ξεπλήρωσαν το
χρέος που μου είχαν. Πόσο λοιπόν θα ήμουν άξιος τιμωρίας αν τους αντάμειβα για
την τιμή που μου έκαναν με ύβρη; Αν λοιπόν εγώ ποτέ δεν έβαλα στο νου μου τη
σκέψη να τους προσβάλω και απέφυγα το βαρύ φορτίο της ιερωσύνης για διαφορετικό
λόγο, τότε γιατί αντί να με συγχωρήσουν, αν δεν θέλουν να αποδεχθούν την
απόφασή μου, με κατηγορούν που φρόντισα να προφυλάξω την ψυχή μου; Προσωπικά,
απέφυγα με κάθε τρόπο την προς αυτούς ύβρη, αντίθετα μάλιστα θα έλεγα ότι τους
έχω τιμήσει με την παραίτησή μου. Και μην απορείς με τα λεγόμενά μου· γρήγορα
θα ξεκαθαρίσω κάθε παρεξήγηση.
η. Με τη φυγή μου απήλλαξε τους εκλέκτορες από τις μέμψεις
του κόσμου.
Για να γίνω πιο σαφής, σε περίπτωση που αποδεχόμουν την
εκλογή μου, τότε, αν και όχι όλοι, αλλά οι φιλοκατήγοροι, πολλά θα είχαν
υπονοήσει και διασπείρει τόσο για μένα, όσο και για τους εκλέξαντές με, όπως
ότι αυτοί αποβλέπουν στον πλούτο, ότι θαυμάζουν την ευγενή μου καταγωγή και ότι
κολακευθέντες από εμένα με εξέλεξαν. Αν μάλιστα κάποιος άφηνε να υπονοηθή ότι
οι εκλέκτορές μου προχώρησαν στην απόφασή τους αυτή αφού πείσθηκαν από τα
χρήματά μου, τότε δεν μπορώ να αποδείξω το αντίθετο, αφού θα μπορούσαν να
υποστηρίξουν ότι και ο Χριστός κάλεσε στο αξίωμα αυτό αλιείς, σκοινοποιούς και
τελώνες, ενώ εκείνοι περιφρόνησαν παντελώς τους συντηρουμένους από την
καθημερινή εργασία τους και προτίμησαν τους μορφωμένους με τη θύραθεν σοφία και
τρεφομένους χωρίς να εργάζονται. Γιατί άραγε οι εκλέκτορες παραθεώρησαν τους
κοπιώντες για την Εκκλησία και ξαφνικά προτίμησαν για την ιερατική αξία εκείνον
ο οποίος ποτέ δεν γεύθηκε τους πόνους της εκκλησιαστικής διακονίας και
κατανάλωσε τη μέχρι τώρα ζωή του στη μάταιη σπουδή της θύραθεν παιδείας; Αυτά
και άλλα πολλά θα μπορούσαν να πουν, αν εγώ αποδεχόμουν το ιερατικό αξίωμα,
κάτι που δεν συμβαίνει τώρα, αφού τους έχει αφαιρεθή κάθε πρόφαση για να
κατηγορήσουν εμένα μεν ως κόλακα, εκείνους δε ως χρηματισθέντες, εκτός και αν
κάποιοι θέλουν απλώς να κατηγορούν. Γιατί πώς είναι δυνατό εκείνος ο οποίος
χρησιμοποιεί κολακείες και χρήματα για να λάβη το αξίωμα, όταν επιτύχει στον
σκοπό του τότε να εγκαταλείψη τη θέση του σε άλλους; Αυτό θα έμοιαζε με εκείνον
ο οποίος κοπίασε πολύ στην καλλιέργεια της γης για να αποκομίση πολλούς καρπούς
κατά τον θερισμό και να γεμίση με κρασί τα αγγεία, μετά τους ιδρώτες που έχυσε
και τη μεγάλη χρηματική δαπάνη που κατέβαλε, όταν δε φθάση ο καιρός του
θερισμού και του τρύγου, τότε εγκαταλείπει σε άλλους την εκμετάλλευση των
καρπών. Βλέπεις λοιπόν ότι αν δεχόμουν την εκλογή, τότε εκείνοι οι οποίοι θα
ήθελαν να κατηγορήσουν τους εκλέκτορες, αν και τα λεγόμενά τους θα απείχαν πολύ
από την αλήθεια, όμως θα εύρισκαν και πάλι πρόφαση να τους διαβάλουν, ότι δήθεν
δεν προχώρησαν στην εκλογή κατόπιν ορθής κρίσεως; Με τη στάση μου όμως δεν τους
επέτρεψα ούτε απλώς να ανοίξουν το στόμα τους. Όλα δε αυτά και πολύ περισσότερα
θα λέγονταν μόνο στην αρχή. Όταν στη συνέχεια όμως ανελάμβανα την ιερατική
διακονία, δεν θα προλάβαινα να απολογούμαι καθημερινά στους κατήγορούς μου,
ακόμη και αν ήμουν αλάθητος σε όλες μου τις πράξεις, κάτι αδύνατο, αφού σίγουρα
θα υπέπιπτα σε πολλά σφάλματα λόγω της απειρίας και της ηλικίας μου. Η άρνησή
μου λοιπόν απήλλαξε τους εκλέκτορές μου και από αυτή την κατηγορία, ενώ αν
δεχόμουν την τιμή που μου έκαναν θα τους εξέθετα σε πολλές ντροπές. Αλήθεια, τι
δεν θα έλεγαν οι κατήγοροί μου; Ανέθεσαν σε ανόητα παιδιά πράγματα τόσο
θαυμαστά και μεγάλα, κατασπάραξαν το ποίμνιο του Θεού, η χριστιανική θρησκεία
περιπαίζεται και περιγελάται. Αλλά, τώρα, κ άθε ανομία θα φράξη το στόμα της .
Σε περίπτωση όμως που αρχίσουν να λέγουν και για σένα τα ίδια, τότε εσύ γρήγορα
θα τους διδάξης με τα έργα σου ότι δεν πρέπει να κρίνεται η σύνεση από την
ηλικία, ούτε να αξιολογήται ο γέρων από το προχωρημένο της ηλικίας, ούτε επίσης
να αποκλείεται παντελώς ο νέος από την ιερατική διακονία, αλλά ο νεόφυτος.
Είναι μεγάλη η διαφορά μεταξύ των δύο αυτών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου