Η ΑΝΤΙΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ, ΠΑΡΑΝΟΜΟΣ ΑΝΤΙΚΑΝΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΑΠΙΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟ 1924
xristianorthodoxipisti.blogspot.gr
ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes
«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)
«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)
Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς : Ανακοινωθέν
Εν Πειραιεί τη 8η Μαίου 2013
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Ο Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ απέστειλε προς τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμο και τα μέλη της Σεπτής Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος την ακόλουθη επιστολή.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
Αριθμ. Πρωτ. 525
Εν Πειραιεί τη 8η Μαίου 2013
Τω Μακαριωτάτω
Αρχιεπισκόπω Αθηνών
και πάσης Ελλάδος
Κυρίω κ. ΙΕΡΩΝΥΜΩι
Προέδρω της Ιεράς Συνόδου και
τοις Σεβασμιωτάτοις Μέλεσι της Ιεράς Συνόδου
της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Εις τας έδρας Αυτών
Μακαριώτατε Άγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Πατέρες,
Χριστός Ανέστη! Αληθώς Άνέστη!
Όταν εμφανίζεται νέα αίρεσις, που δημιουργεί σύγχυσιν στα της πίστεως, οι ποιμένες κάθε εποχής, επιβεβαιούντες όσα κατά την χειροτονία τους υποσχέθηκαν, προβαίνουν στην αντιμετώπισιν αυτής της αιρέσεως, διά να περιχαρακώσουν και οριοθετήσουν την Ορθόδοξο πίστι, ώστε να διακρίνεται από την πλάνη των αιρετικών και με τον τρόπο αυτό να προφυλάξουν τους πιστούς από την λύμη της κακοδοξίας. Στις ημέρες μας, Μακαριώτατε Άγιε Πρόεδρε και Σεβασμιώτατοι άγιοι Αδελφοί, εμφανίσθηκε ως ένα από τα σημεία των εσχάτων καιρών και ως «λύκος βαρύς μη φειδόμενος του ποιμνίου»[1] η παναίρεση του συγκρητιστικού διαχριστιανικού και διαθρησκειακού Οικουμενισμού. Διά τον λόγον αυτόν, εκφράζοντες την αγωνία μας, απευθυνόμεθα προς Σας, το Σεπτόν Σώμα των Αγιωτάτων Επισκόπων της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος, ως το ανώτατο και αρμόδιο διοικητικό όργανο της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, ικετευτικώς και ταπεινώς παροτρύνοντας και προτείνοντας όπως εμείς, οι Επίσκοποι-ποιμένες, εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου, Ζωοποιού και Αδιαιρέτου Τριάδος, του εν τρισί υποστάσεσι Ζώντος Θεού, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος αναλάβωμεν τας ευθύνας μας έναντι Αυτού και του πιστού λαού Tου και αρθώμεν στο ύψος των περιστάσεων και συγκαλέσωμε Τοπική Σύνοδο, η οποία καθηκόντως οφείλει να προχωρήσει στην επίσημο συνοδική καταδίκη της ειρημένης κακοδοξίας και δεινής αιρέσεως.
Οι λόγοι, οι οποίοι καθιστούν αδήριτη την ανάγκη συγκλήσεως τοιαύτης Τοπικής Συνόδου, περιγράφονται κατωτέρω :
Ο Οικουμενισμός, ως γνωστόν, έχει καταγνωστεί ως παναίρεση υπό του συγχρόνου αγίου γέροντος της αδελφής Αγιοσαββιτικής Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και καθηγητού της Δογματικής και Οικουμενικού Διδασκάλου Οσίου και Θεοφόρου Πατρός Ιουστίνου Πόποβιτς, ο οποίος στο εξαίρετο σύγγραμμά του «Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός» σημειώνει : «Ο Οικουμενισμός είναι κοινόν όνομα διά τους ψευδοχριστιανισμούς, διά τας ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα του ευρίσκεται η καρδία όλων των ευρωπαικών ουμανισμών με επικεφαλής τον Παπισμό. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλαι αι ψευδοεκκλησίαι δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία αίρεσις παραπλεύρως εις την άλλην αίρεσιν. Το κοινόν ευαγγελικόν όνομά τους είναι η παναίρεσις»[2].
Πηγή και μήτρα του Οικουμενισμού τυγχάνει η Μασωνία, που προωθεί δι’ αυτού την παγκόσμια θρησκεία του Εωσφορισμού, όπως και της Μασωνίας πηγή και μήτρα είναι ο φρικώδης διεθνής Σιωνισμός[3] ο οποίος μετήλλαξε τον θεισμόν της Παλαιάς Διαθήκης και των Προφητών σε αίσχιστο Εωσφορισμό με την διαμονική Καμπαλά και το χυδαίο Ταλμούδ, έργα των διαμονιώντων Ραββίνων του εκπεσόντος Ιουδαισμού και της ιδεοληψίας τους περί της διά του αναμενομένου εισέτι ψευδομεσσίου παγκοσμίου κυριαρχίας και διακυβερνήσης.
Ο Οικουμενισμός κινείται σε δύο επίπεδα˙ σε διαχριστιανικό και σε διαθρησκειακό.
Έτσι, διαμορφώνεται ο διαχριστιανικός οικουμενισμός και ο διαθρησκειακός οικουμενισμός, οι οποίοι αποτελούν δύο από τις βασικές κατευθύνσεις του Οικουμενισμού. Ο μεν διαχριστιανικός οικουμενισμός προωθεί την ένωση των διαφόρων χριστιανικών αιρέσεων (Παπικών, Προτεσταντών, Αγγλικανών, Μονοφυσιτών) με την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία με το κριτήριο του δογματικού μινιμαλισμού.Σύμφωνα με την οικουμενιστική αρχή του «διαχριστιανικού δογματικού συγκρητισμού» οι δογματικές διαφορές μεταξύ αιρετικών και Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι απλώς τυπικές παραδόσεις και πρέπει να παρακάμπτωνται για το καλό της ενότητας της «Εκκλησίας», η οποία μπορεί να εκφράζεται με την ποικιλία διαφόρων μορφών και θέσεων. Ο δε διαθρησκειακός οικουμενισμός, θεωρώντας ότι σε όλες τις θρησκείες υπάρχουν θετικά στοιχεία, προωθεί την ένωση μεταξύ αυτών και κυρίως μεταξύ των λεγομένων τριών μονοθειστικών θρησκειών του κόσμου, του Χριστιανισμού, του Μουσουλμανισμού και του Ιουδαισμού, δηλ. προωθεί την λεγομένη «πανθρησκεία». Σύμφωνα με την οικουμενιστική αρχή του «διαθρησκειακού συγκρητισμού» πρέπει να προβάλλωνται τα δήθεν «κοινά θεολογικά σημεία», που υπάρχουν σε όλες τις «μονοθειστικές θρησκείες», ώστε να οικοδομηθή η θρησκευτική ενότητα της Οικουμένης.
Ο Οικουμενισμός, διά να υλοποιήση τους στόχους του, εφευρίσκει διάφορες θεωρίες, όπως τις κακοδοξίες περί «Διευρημένης Εκκλησίας, αδελφών Εκκλησιών, βαπτισματικής θεολογίας, Παγκοσμίου αοράτου Εκκλησίας, των κλάδων, των δύο πνευμόνων, του δογματικού μινιμαλισμού και μαξιμαλισμού, της μεταπατερικής, νεοπατερικής, συναφειακής αιρέσεως, της ευχαριστηριακής θεολογίας, της μετασυνοδικής θεολογίας, των ελλειματικών και μη πλήρων «Εκκλησιών», της περιεκτικότητος, της ελλειματικής και μη πλήρους μυστηριολογίας, της μετατροπής της οικονομίας σε ακρίβεια και δόγμα», οι οποίες, βεβαίως, τυγχάνουν ξένες και αλλότριες της Ορθοδόξου Δογματικής διδασκαλίας και θεολογίας[4].
Ο Οικουμενισμός προβάλλει τους συγχρόνους μεθοδευμένους και επιτηδευμένους ατέρμονες οικουμενιστικούς θεολογικούς διαλόγους, στους οποίους κυριαρχεί η έλλειψη ορθοδόξου ομολογίας, η έλλειψη ειλικρινείας των ετεροδόξων, ο υπερτονισμός της αγάπης και ο υποτονισμός της αληθείας η απόκρυψη και η παραποίηση των Γραφικών χωρίων ιδία του κατά Ιωάννην «ίνα εν ώσιν καθώς ημείς» (Ιω. ΙΖ΄ 11), η πρακτική του να μη συζητούνται αυτά, που χωρίζουν, αλλά αυτά, που ενώνουν, η άμβλυνση των ορθοδόξων κριτηρίων, η αμοιβαία αναγνώριση εκκλησιαστικότητος, αποστολικής διαδοχής, ιερωσύνης, Χάριτος, μυστηρίων, ο διάλογος επί ίσοις όροις, η αμνήστευση, αθώωση και επιβράβευση του Δούρειου Ίππου του Παπισμού, της επαράτου και δαιμονικής Ουνίας, η συμμετοχή στο παμπροτεσταντικό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών» ή μάλλον των αιρέσεων, η υπογραφή κοινών αντορθοδόξων ανακοινωθέντων, δηλώσεων και κειμένων δίχα Συνοδικής διαγνώμης και αποφάσεως, ως απεδείχθη στην τακτική ΙΣΙ του Οκτωβρίου 2009 (π.χ. Λίμα Περού Νοτίου Αμερικής 1982, Balamand Λιβάνου 1993, Σαμπεζύ Ελβετίας 1994, Porto Alegre Βραζιλίας 2006, Ραβέννας 2007 κ.α.) και οι συμπροσευχές[5].
Ο Οικουμενισμός υιοθετεί και νομιμοποιεί όλες τις αιρέσεις ως «Εκκλησίες» και προσβάλλει το δόγμα της Μιάς, Άγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Άναπτύσσει, διδάσκει και επιβάλλει νέο δόγμα περί Εκκλησίας, νέα εκκλησιολογία, σύμφωνα με την οποία καμμία Εκκλησία δεν δικαιούται να διεκδικήση αποκλειστικά για τον εαυτό της τον χαρακτήρα της Καθολικής και αληθινής Εκκλησίας. Κάθε μία είναι ένα κομμάτι, ένα μέρος, όχι ολόκληρη η Εκκλησία. Όλες μαζί αποτελούν την Εκκλησία. Με τον τρόπο, όμως, αυτό γκρεμίζει τα όρια μεταξύ αληθείας και πλάνης, Ορθοδοξίας και αιρέσεως και επιδίδεται άριστα στο αγώνισμα της κατεδαφίσεως της Ορθοδοξίας.
Ο Οικουμενισμός εξισώνει όλες τις θρησκείες με την μοναδική, θεόθεν αποκαλυφθείσα από τον Αναστάντα Χριστό θεοσέβεια, θεογνωσία και κατά Χριστόν ζωή. Με τον τρόπο αυτό, αναιρεί το δόγμα της μοναδικής εν τω κόσμω σωτηριώδους αποκαλύψεως και οικονομίας του ενανθρωπήσαντος Υιού και Λόγου του Θεού, ως και της εν συνεχεία πραγματώσεως του σωτηριώδους Αυτού έργου από την Μία και Μοναδική, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, διά του ενεργούντος σε Αυτή Αγίου Πνεύματος. Ως εκ τούτου συνεπάγεται αναμφιβόλως ότι ο Οικουμενισμός καθίσταται στις ημέρες μας η μεγαλυτέρα εκκλησιολογική αίρεσις όλων των εποχών, επειδή εξισώνει όλες τις θρησκείες και τις πίστεις[6].
Με πόνο και θλίψη διαπιστώνεται ότι ο Οικουμενισμός έχει αιχμαλωτίσει με αλυσίδες και δεσμά όλες σχεδόν τις τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες και τις Ιεραρχίες τους, οι οποίες λατινοφρονούν και οικουμενίζουν με φωτεινές εξαιρέσεις τα Σεπτά Πατριαρχεία της Γεωργίας και της Βουλγαρίας, όπως εν τοις πράγμασι αποδεικνύουν ανήκουστες, ανιστόρητες, πρωτοφανείς και καινοφανείς οικουμενιστικές πράξεις και ενέργειες, πραχθέντα και λεχθέντα τους[7].
Το τραγελαφικόν όμως για τους Ορθοδόξους οικουμενιστάς είναι ότι ενώ αποδίδουν τίτλους εκκλησιαστικότητας στους πρόδηλα κακοδόξους αιρετικούς δεν τολμούν, συνεπείς προς τις διακηρύξεις τους, την μαζί τους μυστηριακή διακοινωνία γιατί γνωρίζουν ότι απ’ εκείνης της στιγμής θα απωλέσουν άμεσα την εκκλησιαστική τους ιδιότητα. Αυτό δεν αποτελεί την πλέον κραυγαλέα απόδειξη της κακοδοξίας του Οικουμενισμού; Αν πράγματι πιστεύουν τις απαράδεκτες και προκλητικές τους διακηρύξεις ας το τολμήσουν λοιπόν γιατί άλλως αποδεικνύουν με την στάση τους την ανυπαρξία των τίτλων εκκλησιαστικότητος, που αποδίδουν στους ψευδεπισκόπους των κακοδόξων.
Ο Οικουμενισμός, δυστυχώς, επέτυχε εσχάτως την αθρόα μεταβολή της μακραίωνης και δισχιλιετούς αγιοπατερικής και ιεροκανονικής πορείας τόσο της Μητρός ημών Εκκλησίας, του Σεπτού Κέντρου της Ορθοδοξίας, της ευσεβούς πηγής του Γένους, του Οικουμενικού Πατριαρχείου[8] (από το 1964) όσων και άλλων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών σε οικουμενιστική στάση ζωής. Αλλά, και η Κιβωτός της Ορθοδοξίας, το Περιβόλι της Παναγίας, το Άγιον Όρος δεν παρέμεινε αλώβητο και ανεπηρέαστο.
Ο Οικουμενισμός έχει διαβρώσει και τις Θεολογικές Σχολές, στις οποίες δεν διδάσκεται πλέον η Ορθοδοξοπατερική Θεολογία, αλλά εδραιώνεται ανοικτά, πλέον, με τον πιο πανηγυρικό και επίσημο τρόπο η οικουμενιστική θεολογία.
Ο Οικουμενισμός εισχώρησε και στα νέα θρησκευτικά βιβλία του Δημοτικού και του Γυμνασίου και είναι ο κύριος υπεύθυνος διά την εφαρμογή του νέου πιλοτικού προγράμματος σπουδών στην εκπαίδευση, απαιτώντας την αλλαγή του κατηχητικού και ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών σε θρησκειολογικό και πανθρησκειακό.
Η εξάρτηση από τον Οικουμενισμό συνεχίζει να αυξάνεται, διότι υπάρχει α) απουσία κατηχήσεως των πιστών σε θέματα πίστεως, β) τρομερή έλλειψη μέσων γνησίας και αντικειμενικής ενημερώσεως του λαού του Θεού και γ) εκκοσμίκευση κλήρου και λαού[9].
Ο Οικουμενισμός αμφισβητεί έμπρακτα την ορθοδοξοπατερική μας παράδοσι και Πίστι, σπέρνει την αμφιβολία και την σύγχυση στις καρδιές του ποιμνίου και κλονίζει πολλούς φιλοθέους αδελφούς, οδηγώντας σε διαιρέσεις και σχίσματα (π.χ. παλαιοημερολογιτισμός, αποτείχιση) και παρασύρει ένα μέρος του ποιμνίου στην πλάνη και δι’ αυτής στον πνευματικό όλεθρο[10].
Ο Οικουμενισμός εντέλει αποτελεί μέγιστο ποιμαντικό και σωτηριολογικό πρόβλημα, διότι κλονίζει συνθέμελα, ακυρώνει την σωτηρία και την κατά Χάρη θέωση του ανθρώπου. Ο κίνδυνος, βεβαίως δεν αφορά στην Εκκλησία, η οποία δεν πρόκειται να καταστραφή, αφού είναι Σώμα Χριστού, έχει Κεφαλή τον Χριστό, είναι ο Χριστός ο εις τους αιώνας επεκτεινόμενος «και πύλαι Άδου, ου κατισχύσουσιν αυτής»[11], αλλά στα μέλη της Εκκλησίας, στους πιστούς, οι οποίοι κινδυνεύουν να χαθούν, όταν χαθεί η ορθή πίστη, η Ορθοδοξία, και επικρατήσουν η αίρεση και η πλάνη[12].
Μακαριώτατε άγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Σύνεδροι,
Μετά την ανωτέρω παρουσίαση του φαινομένου της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, των κινδύνων και των τραγικών συνεπειών του τόσο στην δογματική όσο και στην σωτηριολογική διδασκαλία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, διαπιστώνομε ότι όντως τώρα κινδυνεύει σοβαρά η Ορθοδοξία. Ταπεινώς φρονούμε ότι επιβάλλεται η όσο το δυνατόν συντομότερα σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, για να εξετάση και ερευνήση τα ανωτέρω καυτά και φλέγοντα θέματα, πάντοτε υπό το φως της Αγιογραφικής, Αγιοπατερικής και Ιεροκανονικής διδασκαλίας και παραδόσεως της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, να λάβη καταδικαστική απόφαση εναντίον τόσο του Οικουμενισμού όσο και των ακολουθούντων, διδασκόντων και μεταλαμπαδευόντων την παναίρεση αυτή για να παύσουν τα σκάνδαλα και η σύγχυση κλήρου και λαού. Τούτο άλλωστε θα αποδείξει ότι παραμένωμε επί των επάλξεων και είμεθα συνεπείς στους φρικτούς όρκους που εδώσαμε κατά την χειροτονία μας, εφαρμόζοντας στην πράξη την σχετική απόφαση, που έχομε λάβει στις συνεδρίες της 15ης - 16ης Οκτωβρίου 2009.
Όθεν, Μακαριώτατε Άγιε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατοι Άγιοι Συνεπίσκοποι, ούτω ποιούντες μέγα καλό θα προξενήσωμε στην Αγία Ορθοδοξία μας, στο Έθνος μας, στον περιούσιο λαό του Θεού και μεγάλη χαρά θα γίνη στον Ουρανό και στην γη. Το δε μνημόσυνο μας θέλει μείνει στον αιώνα, των ονομάτων μας γραφομένων εν Βίβλω Ζωής, συγχωρουμένων των αμαρτιών μας. Ας βαδίσουμε ενωμένοι στον αγώνα της Ομολογίας της Πίστεως και είμεθα πεπεισμένοι ότι ο Οικουμενισμός «ου» κατισχύσει της Εκκλησίας, κατά την αψευδή ρήσιν του Κυρίου μας, «πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής». Ας τολμήσουμε, Μακαριώτατε Δέσποτα, Σεβασμιώτατοι και περιπόθητοι άγιοι Αδελφοί, να σπάσωμε τα οικουμενιστικά δεσμά, να βγούμε από την οικουμενιστική φυλακή και να απελευθερωθούμε από την αιχμαλωσία της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, τη θεία δυνάμει και Χάριτι του Αναστάντος Κυρίου ημών Ιησού Χριστού «επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι».
Διά ταύτα ταπεινώς προτείνομε να αποστείλητε σχετική αίτηση εκτάκτου συγκλήσεως της Ιεραρχίας και να την υποβάλητε στον Μακαριώτατο Πρόεδρο της ΔΙΣ ώστε κατά τας διατάξεις του άρθρου 6, εδαφ. 1 του Ν. 590/1977 «Περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» Αύτη να προβή σε έκτακτη σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας για την Συνοδική κατάγνωση και καταδίκη του συγκρητιστικού οικουμενισμού, της δεινής αυτής παναιρέσεως των συγχρόνων καιρών.
Ελάχιστος εν Χριστώ Αναστάντι αδελφός
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ο Πειραιώς Σεραφείμ
[1] Πραξ. 20, 29.
[2] ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 224.
[3] ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ποιμαντορική εγκύκλιος επί τη Κυριακή της Ορθοδοξίας 2013, ΑΡΧΙΜ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ
ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ο Οικουμενισμός χωρίς μάσκα, εκδ. Ορθόδοξος Τύπος, Αθήνα 1988, σσ. 43-45, 107-108, ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Διακήρυξις διά την Μασονίαν, http://www.impantokratoros.gr/67D9F5DF.el.aspx.
[4] ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ποιμαντορική εγκύκλιος επί τη Κυριακή της Ορθοδοξίας 2013.
[5] Ο Οικουμενισμός, εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2004, σσ. 11-18.
[6] ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού, Ιούλιος 2009, σσ. 23-24.
[7] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Κινδυνεύει τώρα σοβαρά η Ορθοδοξία», Θεοδρομία Θ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2007) 94-98.
[8] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, «Οικουμενικό Πατριαρχείο και Οικουμενισμός», εν Οικουμενισμός˙ Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις, Πρακτικά διορθοδόξου επιστημονικού συνεδρίου, Αίθουσα Τελετών ΑΠΘ, τ. Α΄, εκδ. Θεοδρομία, σσ. 233-250.
[9] Ο.π. σσ. 124-126.
[10] ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού, Ιούλιος 2009, σσ. 25-26.
[11] Ματθ. 16,18
[12] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Κινδυνεύει τώρα σοβαρά η Ορθοδοξία», Θεοδρομία Θ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2007) 89-94.
ΠΡΟΣ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΓΑΠΗΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΚΑΛΟΠΡΟΑΙΡΕΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟ ΠΟΥ ΑΝΗΣΥΧΕΙ ΓΙΑΥΤΑ ΠΟΥ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ !!
Έχετε απόλυτο δίκαιο σε αυτό που λέτε! Δυστυχώς οι σκοτεινές δυνάμεις κατόρθωσαν να<< διασπάσουν >> την ορθόδοξη εκκλησία σε πολλά κομμάτια που το καθένα διεκδικεί για τον εαυτό του την μοναδικότητα της εκκλησίας! Αυτό έγινε για να δημιουργηθεί σύγχυση στους πιστούς να σκανδαλίζονται και να μην ασχολούνται με το θέμα του οικουμενισμού! Γιαυτό ,πολύ χριστιανοί λένε πολλές φορές ,ότι ναι η εκκλησία του νέου ημερολογίου είναι λάθος όμως που να πάω ? και οι παλαιοημερολογίτες είναι τόσα κομμάτια !! που ενώ μιλάνε για αγάπη αυτοί αλληλοκαθερούνται και αλληλο αναθεματίζονται!
Αγαπητοί μου, η εκκλησία του Χριστού είναι μια , αιωνία , αδιαίρετη , και στο σώμα της περιλαμβάνει όλους τους αγίους , προφήτες , αποστόλους, δικαίους και οσίους , και όλα τα τάγματα των αγγέλων! Επίσης περιλαμβάνει και όλους τους ορθοδόξους χριστιανούς, αμαρτωλούς και μη , οι οποίοι όμως πιστεύουν ακολουθούν και αγωνίζονται κατά γράμμα και χωρίς καμία αμφιβολία η παρέκκλιση από τα διατεταγμένα της ορθοδόξου εκκλησίας! Έστω και αν αυτοί δεν είναι πολλοί αλλά μόνο ένας άνθρωπος. ΚΕΦΑΛΗ ΤΗΣ ΔΕ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΧΕΙ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΥΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ ΤΟΥΤΕΣΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ. Και όχι κάποιον επίσκοπο ,φωτισμένο μοναχό θαυματοποιό η άλλον . Υπάρχουν στην εκκλησιαστική ιστορία πολλά τέτοια παραδείγματα π.χ. ο Άγιος Μάξιμος ο ομολογητής , ο Άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος κ.α.
Αν λοιπόν ένας άνθρωπος προβληματίζετε γιαυτά που έγιναν και γίνονται στην ελληνική εκκλησία βλέπε ( εισαγωγή του καταδικασμένου νέου ημερολογίου , αιρετική εγκύκλιος του πατριαρχείου του 1920 , συμμετοχή ως ιδρυτικό μέλος στο παγκόσμιο συμβούλιο εκκλησιών , κατάργηση μερικές χρονιές λόγο ημερολογίου της νηστείας των αγίων αποστόλων , άρση των αναθεμάτων κατά του αντίχριστου πάπα , συμπροσευχές και συλλείτουργα στην αρχή με τους πάσης φύσεως αιρετικούς και τώρα τελευταίως και με ειδωλολάτρες , μουσουλμάνους , βουδιστές , αλλαγή του τρόπου βαπτίσματος των νηπίων , με την αντικατάσταση των τριών καταδύσεων με λούσιμο με αποτέλεσμα τα παιδιά να είναι αβάπτιστα , με την εισαγωγή από τον Δημητριάδος Ιγνάτιο και τον Περγάμου Ζησιούλα της λεγόμενης μεταπατερικής θεολογίας , την προώθηση στα σχολεία και στης εκκλησίες εκδόσεων της αγίας γραφής από αιρετικούς εκδοτικούς οίκους , την σιωπηλός προωθούμενη από της θεολογικές σχολές μιας νέας μορφής εικονομαχίας , χριστολογίας , εκκλησιολογίας ) . αν λοιπόν , κάποιος πιστός προβληματίζετε με όλα αυτά που συμβαίνουν στο χώρο της ελληνικής εκκλησίας και όχι μόνο ,ας τα περάσει από το κόσκινο των αγίων πατέρων και της ιεράς παραδόσεως και θα διαπιστώσει ότι η εκκλησία της Ελλάδος , δεν είναι η εκκλησία του θεού δυστυχώς και ως εκ τούτου δεν έχει μυστήρια ούτε αγιαστική σωστική Χάρι!
Τότε και μόνον αν βεβαιωθεί για το τραγικό κατάντημα της ελληνικής κρατικής εκκλησίας , θα αρχίσει να ψάχνει πάλι με τον ίδιο τρόπο να βρει που είναι και από ποιους αποτελείται, η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟΝ ΜΑΤΑΙΟ ΚΟΣΜΟ! ΔΙΟΤΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΙΩΝΙΟΣ ΑΣΧΕΤΟΣ ΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΔΙΩΚΟΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ!
Ένας καλοπροαίρετος διάλογος χωρίς φανατισμούς με την βοήθεια του θεού θα είναι χρήσιμος για όποιον το επιθυμεί.
Ένας χριστιανός ορθόδοξος
Εν Πειραιεί τη 8η Μαίου 2013
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Ο Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ απέστειλε προς τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμο και τα μέλη της Σεπτής Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος την ακόλουθη επιστολή.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
Αριθμ. Πρωτ. 525
Εν Πειραιεί τη 8η Μαίου 2013
Τω Μακαριωτάτω
Αρχιεπισκόπω Αθηνών
και πάσης Ελλάδος
Κυρίω κ. ΙΕΡΩΝΥΜΩι
Προέδρω της Ιεράς Συνόδου και
τοις Σεβασμιωτάτοις Μέλεσι της Ιεράς Συνόδου
της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Εις τας έδρας Αυτών
Μακαριώτατε Άγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Πατέρες,
Χριστός Ανέστη! Αληθώς Άνέστη!
Όταν εμφανίζεται νέα αίρεσις, που δημιουργεί σύγχυσιν στα της πίστεως, οι ποιμένες κάθε εποχής, επιβεβαιούντες όσα κατά την χειροτονία τους υποσχέθηκαν, προβαίνουν στην αντιμετώπισιν αυτής της αιρέσεως, διά να περιχαρακώσουν και οριοθετήσουν την Ορθόδοξο πίστι, ώστε να διακρίνεται από την πλάνη των αιρετικών και με τον τρόπο αυτό να προφυλάξουν τους πιστούς από την λύμη της κακοδοξίας. Στις ημέρες μας, Μακαριώτατε Άγιε Πρόεδρε και Σεβασμιώτατοι άγιοι Αδελφοί, εμφανίσθηκε ως ένα από τα σημεία των εσχάτων καιρών και ως «λύκος βαρύς μη φειδόμενος του ποιμνίου»[1] η παναίρεση του συγκρητιστικού διαχριστιανικού και διαθρησκειακού Οικουμενισμού. Διά τον λόγον αυτόν, εκφράζοντες την αγωνία μας, απευθυνόμεθα προς Σας, το Σεπτόν Σώμα των Αγιωτάτων Επισκόπων της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος, ως το ανώτατο και αρμόδιο διοικητικό όργανο της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, ικετευτικώς και ταπεινώς παροτρύνοντας και προτείνοντας όπως εμείς, οι Επίσκοποι-ποιμένες, εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου, Ζωοποιού και Αδιαιρέτου Τριάδος, του εν τρισί υποστάσεσι Ζώντος Θεού, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος αναλάβωμεν τας ευθύνας μας έναντι Αυτού και του πιστού λαού Tου και αρθώμεν στο ύψος των περιστάσεων και συγκαλέσωμε Τοπική Σύνοδο, η οποία καθηκόντως οφείλει να προχωρήσει στην επίσημο συνοδική καταδίκη της ειρημένης κακοδοξίας και δεινής αιρέσεως.
Οι λόγοι, οι οποίοι καθιστούν αδήριτη την ανάγκη συγκλήσεως τοιαύτης Τοπικής Συνόδου, περιγράφονται κατωτέρω :
Ο Οικουμενισμός, ως γνωστόν, έχει καταγνωστεί ως παναίρεση υπό του συγχρόνου αγίου γέροντος της αδελφής Αγιοσαββιτικής Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και καθηγητού της Δογματικής και Οικουμενικού Διδασκάλου Οσίου και Θεοφόρου Πατρός Ιουστίνου Πόποβιτς, ο οποίος στο εξαίρετο σύγγραμμά του «Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός» σημειώνει : «Ο Οικουμενισμός είναι κοινόν όνομα διά τους ψευδοχριστιανισμούς, διά τας ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα του ευρίσκεται η καρδία όλων των ευρωπαικών ουμανισμών με επικεφαλής τον Παπισμό. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλαι αι ψευδοεκκλησίαι δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία αίρεσις παραπλεύρως εις την άλλην αίρεσιν. Το κοινόν ευαγγελικόν όνομά τους είναι η παναίρεσις»[2].
Πηγή και μήτρα του Οικουμενισμού τυγχάνει η Μασωνία, που προωθεί δι’ αυτού την παγκόσμια θρησκεία του Εωσφορισμού, όπως και της Μασωνίας πηγή και μήτρα είναι ο φρικώδης διεθνής Σιωνισμός[3] ο οποίος μετήλλαξε τον θεισμόν της Παλαιάς Διαθήκης και των Προφητών σε αίσχιστο Εωσφορισμό με την διαμονική Καμπαλά και το χυδαίο Ταλμούδ, έργα των διαμονιώντων Ραββίνων του εκπεσόντος Ιουδαισμού και της ιδεοληψίας τους περί της διά του αναμενομένου εισέτι ψευδομεσσίου παγκοσμίου κυριαρχίας και διακυβερνήσης.
Ο Οικουμενισμός κινείται σε δύο επίπεδα˙ σε διαχριστιανικό και σε διαθρησκειακό.
Έτσι, διαμορφώνεται ο διαχριστιανικός οικουμενισμός και ο διαθρησκειακός οικουμενισμός, οι οποίοι αποτελούν δύο από τις βασικές κατευθύνσεις του Οικουμενισμού. Ο μεν διαχριστιανικός οικουμενισμός προωθεί την ένωση των διαφόρων χριστιανικών αιρέσεων (Παπικών, Προτεσταντών, Αγγλικανών, Μονοφυσιτών) με την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία με το κριτήριο του δογματικού μινιμαλισμού.Σύμφωνα με την οικουμενιστική αρχή του «διαχριστιανικού δογματικού συγκρητισμού» οι δογματικές διαφορές μεταξύ αιρετικών και Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι απλώς τυπικές παραδόσεις και πρέπει να παρακάμπτωνται για το καλό της ενότητας της «Εκκλησίας», η οποία μπορεί να εκφράζεται με την ποικιλία διαφόρων μορφών και θέσεων. Ο δε διαθρησκειακός οικουμενισμός, θεωρώντας ότι σε όλες τις θρησκείες υπάρχουν θετικά στοιχεία, προωθεί την ένωση μεταξύ αυτών και κυρίως μεταξύ των λεγομένων τριών μονοθειστικών θρησκειών του κόσμου, του Χριστιανισμού, του Μουσουλμανισμού και του Ιουδαισμού, δηλ. προωθεί την λεγομένη «πανθρησκεία». Σύμφωνα με την οικουμενιστική αρχή του «διαθρησκειακού συγκρητισμού» πρέπει να προβάλλωνται τα δήθεν «κοινά θεολογικά σημεία», που υπάρχουν σε όλες τις «μονοθειστικές θρησκείες», ώστε να οικοδομηθή η θρησκευτική ενότητα της Οικουμένης.
Ο Οικουμενισμός, διά να υλοποιήση τους στόχους του, εφευρίσκει διάφορες θεωρίες, όπως τις κακοδοξίες περί «Διευρημένης Εκκλησίας, αδελφών Εκκλησιών, βαπτισματικής θεολογίας, Παγκοσμίου αοράτου Εκκλησίας, των κλάδων, των δύο πνευμόνων, του δογματικού μινιμαλισμού και μαξιμαλισμού, της μεταπατερικής, νεοπατερικής, συναφειακής αιρέσεως, της ευχαριστηριακής θεολογίας, της μετασυνοδικής θεολογίας, των ελλειματικών και μη πλήρων «Εκκλησιών», της περιεκτικότητος, της ελλειματικής και μη πλήρους μυστηριολογίας, της μετατροπής της οικονομίας σε ακρίβεια και δόγμα», οι οποίες, βεβαίως, τυγχάνουν ξένες και αλλότριες της Ορθοδόξου Δογματικής διδασκαλίας και θεολογίας[4].
Ο Οικουμενισμός προβάλλει τους συγχρόνους μεθοδευμένους και επιτηδευμένους ατέρμονες οικουμενιστικούς θεολογικούς διαλόγους, στους οποίους κυριαρχεί η έλλειψη ορθοδόξου ομολογίας, η έλλειψη ειλικρινείας των ετεροδόξων, ο υπερτονισμός της αγάπης και ο υποτονισμός της αληθείας η απόκρυψη και η παραποίηση των Γραφικών χωρίων ιδία του κατά Ιωάννην «ίνα εν ώσιν καθώς ημείς» (Ιω. ΙΖ΄ 11), η πρακτική του να μη συζητούνται αυτά, που χωρίζουν, αλλά αυτά, που ενώνουν, η άμβλυνση των ορθοδόξων κριτηρίων, η αμοιβαία αναγνώριση εκκλησιαστικότητος, αποστολικής διαδοχής, ιερωσύνης, Χάριτος, μυστηρίων, ο διάλογος επί ίσοις όροις, η αμνήστευση, αθώωση και επιβράβευση του Δούρειου Ίππου του Παπισμού, της επαράτου και δαιμονικής Ουνίας, η συμμετοχή στο παμπροτεσταντικό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών» ή μάλλον των αιρέσεων, η υπογραφή κοινών αντορθοδόξων ανακοινωθέντων, δηλώσεων και κειμένων δίχα Συνοδικής διαγνώμης και αποφάσεως, ως απεδείχθη στην τακτική ΙΣΙ του Οκτωβρίου 2009 (π.χ. Λίμα Περού Νοτίου Αμερικής 1982, Balamand Λιβάνου 1993, Σαμπεζύ Ελβετίας 1994, Porto Alegre Βραζιλίας 2006, Ραβέννας 2007 κ.α.) και οι συμπροσευχές[5].
Ο Οικουμενισμός υιοθετεί και νομιμοποιεί όλες τις αιρέσεις ως «Εκκλησίες» και προσβάλλει το δόγμα της Μιάς, Άγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Άναπτύσσει, διδάσκει και επιβάλλει νέο δόγμα περί Εκκλησίας, νέα εκκλησιολογία, σύμφωνα με την οποία καμμία Εκκλησία δεν δικαιούται να διεκδικήση αποκλειστικά για τον εαυτό της τον χαρακτήρα της Καθολικής και αληθινής Εκκλησίας. Κάθε μία είναι ένα κομμάτι, ένα μέρος, όχι ολόκληρη η Εκκλησία. Όλες μαζί αποτελούν την Εκκλησία. Με τον τρόπο, όμως, αυτό γκρεμίζει τα όρια μεταξύ αληθείας και πλάνης, Ορθοδοξίας και αιρέσεως και επιδίδεται άριστα στο αγώνισμα της κατεδαφίσεως της Ορθοδοξίας.
Ο Οικουμενισμός εξισώνει όλες τις θρησκείες με την μοναδική, θεόθεν αποκαλυφθείσα από τον Αναστάντα Χριστό θεοσέβεια, θεογνωσία και κατά Χριστόν ζωή. Με τον τρόπο αυτό, αναιρεί το δόγμα της μοναδικής εν τω κόσμω σωτηριώδους αποκαλύψεως και οικονομίας του ενανθρωπήσαντος Υιού και Λόγου του Θεού, ως και της εν συνεχεία πραγματώσεως του σωτηριώδους Αυτού έργου από την Μία και Μοναδική, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, διά του ενεργούντος σε Αυτή Αγίου Πνεύματος. Ως εκ τούτου συνεπάγεται αναμφιβόλως ότι ο Οικουμενισμός καθίσταται στις ημέρες μας η μεγαλυτέρα εκκλησιολογική αίρεσις όλων των εποχών, επειδή εξισώνει όλες τις θρησκείες και τις πίστεις[6].
Με πόνο και θλίψη διαπιστώνεται ότι ο Οικουμενισμός έχει αιχμαλωτίσει με αλυσίδες και δεσμά όλες σχεδόν τις τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες και τις Ιεραρχίες τους, οι οποίες λατινοφρονούν και οικουμενίζουν με φωτεινές εξαιρέσεις τα Σεπτά Πατριαρχεία της Γεωργίας και της Βουλγαρίας, όπως εν τοις πράγμασι αποδεικνύουν ανήκουστες, ανιστόρητες, πρωτοφανείς και καινοφανείς οικουμενιστικές πράξεις και ενέργειες, πραχθέντα και λεχθέντα τους[7].
Το τραγελαφικόν όμως για τους Ορθοδόξους οικουμενιστάς είναι ότι ενώ αποδίδουν τίτλους εκκλησιαστικότητας στους πρόδηλα κακοδόξους αιρετικούς δεν τολμούν, συνεπείς προς τις διακηρύξεις τους, την μαζί τους μυστηριακή διακοινωνία γιατί γνωρίζουν ότι απ’ εκείνης της στιγμής θα απωλέσουν άμεσα την εκκλησιαστική τους ιδιότητα. Αυτό δεν αποτελεί την πλέον κραυγαλέα απόδειξη της κακοδοξίας του Οικουμενισμού; Αν πράγματι πιστεύουν τις απαράδεκτες και προκλητικές τους διακηρύξεις ας το τολμήσουν λοιπόν γιατί άλλως αποδεικνύουν με την στάση τους την ανυπαρξία των τίτλων εκκλησιαστικότητος, που αποδίδουν στους ψευδεπισκόπους των κακοδόξων.
Ο Οικουμενισμός, δυστυχώς, επέτυχε εσχάτως την αθρόα μεταβολή της μακραίωνης και δισχιλιετούς αγιοπατερικής και ιεροκανονικής πορείας τόσο της Μητρός ημών Εκκλησίας, του Σεπτού Κέντρου της Ορθοδοξίας, της ευσεβούς πηγής του Γένους, του Οικουμενικού Πατριαρχείου[8] (από το 1964) όσων και άλλων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών σε οικουμενιστική στάση ζωής. Αλλά, και η Κιβωτός της Ορθοδοξίας, το Περιβόλι της Παναγίας, το Άγιον Όρος δεν παρέμεινε αλώβητο και ανεπηρέαστο.
Ο Οικουμενισμός έχει διαβρώσει και τις Θεολογικές Σχολές, στις οποίες δεν διδάσκεται πλέον η Ορθοδοξοπατερική Θεολογία, αλλά εδραιώνεται ανοικτά, πλέον, με τον πιο πανηγυρικό και επίσημο τρόπο η οικουμενιστική θεολογία.
Ο Οικουμενισμός εισχώρησε και στα νέα θρησκευτικά βιβλία του Δημοτικού και του Γυμνασίου και είναι ο κύριος υπεύθυνος διά την εφαρμογή του νέου πιλοτικού προγράμματος σπουδών στην εκπαίδευση, απαιτώντας την αλλαγή του κατηχητικού και ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών σε θρησκειολογικό και πανθρησκειακό.
Η εξάρτηση από τον Οικουμενισμό συνεχίζει να αυξάνεται, διότι υπάρχει α) απουσία κατηχήσεως των πιστών σε θέματα πίστεως, β) τρομερή έλλειψη μέσων γνησίας και αντικειμενικής ενημερώσεως του λαού του Θεού και γ) εκκοσμίκευση κλήρου και λαού[9].
Ο Οικουμενισμός αμφισβητεί έμπρακτα την ορθοδοξοπατερική μας παράδοσι και Πίστι, σπέρνει την αμφιβολία και την σύγχυση στις καρδιές του ποιμνίου και κλονίζει πολλούς φιλοθέους αδελφούς, οδηγώντας σε διαιρέσεις και σχίσματα (π.χ. παλαιοημερολογιτισμός, αποτείχιση) και παρασύρει ένα μέρος του ποιμνίου στην πλάνη και δι’ αυτής στον πνευματικό όλεθρο[10].
Ο Οικουμενισμός εντέλει αποτελεί μέγιστο ποιμαντικό και σωτηριολογικό πρόβλημα, διότι κλονίζει συνθέμελα, ακυρώνει την σωτηρία και την κατά Χάρη θέωση του ανθρώπου. Ο κίνδυνος, βεβαίως δεν αφορά στην Εκκλησία, η οποία δεν πρόκειται να καταστραφή, αφού είναι Σώμα Χριστού, έχει Κεφαλή τον Χριστό, είναι ο Χριστός ο εις τους αιώνας επεκτεινόμενος «και πύλαι Άδου, ου κατισχύσουσιν αυτής»[11], αλλά στα μέλη της Εκκλησίας, στους πιστούς, οι οποίοι κινδυνεύουν να χαθούν, όταν χαθεί η ορθή πίστη, η Ορθοδοξία, και επικρατήσουν η αίρεση και η πλάνη[12].
Μακαριώτατε άγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Σύνεδροι,
Μετά την ανωτέρω παρουσίαση του φαινομένου της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, των κινδύνων και των τραγικών συνεπειών του τόσο στην δογματική όσο και στην σωτηριολογική διδασκαλία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, διαπιστώνομε ότι όντως τώρα κινδυνεύει σοβαρά η Ορθοδοξία. Ταπεινώς φρονούμε ότι επιβάλλεται η όσο το δυνατόν συντομότερα σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, για να εξετάση και ερευνήση τα ανωτέρω καυτά και φλέγοντα θέματα, πάντοτε υπό το φως της Αγιογραφικής, Αγιοπατερικής και Ιεροκανονικής διδασκαλίας και παραδόσεως της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, να λάβη καταδικαστική απόφαση εναντίον τόσο του Οικουμενισμού όσο και των ακολουθούντων, διδασκόντων και μεταλαμπαδευόντων την παναίρεση αυτή για να παύσουν τα σκάνδαλα και η σύγχυση κλήρου και λαού. Τούτο άλλωστε θα αποδείξει ότι παραμένωμε επί των επάλξεων και είμεθα συνεπείς στους φρικτούς όρκους που εδώσαμε κατά την χειροτονία μας, εφαρμόζοντας στην πράξη την σχετική απόφαση, που έχομε λάβει στις συνεδρίες της 15ης - 16ης Οκτωβρίου 2009.
Όθεν, Μακαριώτατε Άγιε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατοι Άγιοι Συνεπίσκοποι, ούτω ποιούντες μέγα καλό θα προξενήσωμε στην Αγία Ορθοδοξία μας, στο Έθνος μας, στον περιούσιο λαό του Θεού και μεγάλη χαρά θα γίνη στον Ουρανό και στην γη. Το δε μνημόσυνο μας θέλει μείνει στον αιώνα, των ονομάτων μας γραφομένων εν Βίβλω Ζωής, συγχωρουμένων των αμαρτιών μας. Ας βαδίσουμε ενωμένοι στον αγώνα της Ομολογίας της Πίστεως και είμεθα πεπεισμένοι ότι ο Οικουμενισμός «ου» κατισχύσει της Εκκλησίας, κατά την αψευδή ρήσιν του Κυρίου μας, «πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής». Ας τολμήσουμε, Μακαριώτατε Δέσποτα, Σεβασμιώτατοι και περιπόθητοι άγιοι Αδελφοί, να σπάσωμε τα οικουμενιστικά δεσμά, να βγούμε από την οικουμενιστική φυλακή και να απελευθερωθούμε από την αιχμαλωσία της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, τη θεία δυνάμει και Χάριτι του Αναστάντος Κυρίου ημών Ιησού Χριστού «επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι».
Διά ταύτα ταπεινώς προτείνομε να αποστείλητε σχετική αίτηση εκτάκτου συγκλήσεως της Ιεραρχίας και να την υποβάλητε στον Μακαριώτατο Πρόεδρο της ΔΙΣ ώστε κατά τας διατάξεις του άρθρου 6, εδαφ. 1 του Ν. 590/1977 «Περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» Αύτη να προβή σε έκτακτη σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας για την Συνοδική κατάγνωση και καταδίκη του συγκρητιστικού οικουμενισμού, της δεινής αυτής παναιρέσεως των συγχρόνων καιρών.
Ελάχιστος εν Χριστώ Αναστάντι αδελφός
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ο Πειραιώς Σεραφείμ
[1] Πραξ. 20, 29.
[2] ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 224.
[3] ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ποιμαντορική εγκύκλιος επί τη Κυριακή της Ορθοδοξίας 2013, ΑΡΧΙΜ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ
ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ο Οικουμενισμός χωρίς μάσκα, εκδ. Ορθόδοξος Τύπος, Αθήνα 1988, σσ. 43-45, 107-108, ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Διακήρυξις διά την Μασονίαν, http://www.impantokratoros.gr/67D9F5DF.el.aspx.
[4] ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ποιμαντορική εγκύκλιος επί τη Κυριακή της Ορθοδοξίας 2013.
[5] Ο Οικουμενισμός, εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2004, σσ. 11-18.
[6] ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού, Ιούλιος 2009, σσ. 23-24.
[7] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Κινδυνεύει τώρα σοβαρά η Ορθοδοξία», Θεοδρομία Θ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2007) 94-98.
[8] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, «Οικουμενικό Πατριαρχείο και Οικουμενισμός», εν Οικουμενισμός˙ Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις, Πρακτικά διορθοδόξου επιστημονικού συνεδρίου, Αίθουσα Τελετών ΑΠΘ, τ. Α΄, εκδ. Θεοδρομία, σσ. 233-250.
[9] Ο.π. σσ. 124-126.
[10] ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού, Ιούλιος 2009, σσ. 25-26.
[11] Ματθ. 16,18
[12] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Κινδυνεύει τώρα σοβαρά η Ορθοδοξία», Θεοδρομία Θ1 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2007) 89-94.
ΠΡΟΣ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΓΑΠΗΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΚΑΛΟΠΡΟΑΙΡΕΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟ ΠΟΥ ΑΝΗΣΥΧΕΙ ΓΙΑΥΤΑ ΠΟΥ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ !!
Έχετε απόλυτο δίκαιο σε αυτό που λέτε! Δυστυχώς οι σκοτεινές δυνάμεις κατόρθωσαν να<< διασπάσουν >> την ορθόδοξη εκκλησία σε πολλά κομμάτια που το καθένα διεκδικεί για τον εαυτό του την μοναδικότητα της εκκλησίας! Αυτό έγινε για να δημιουργηθεί σύγχυση στους πιστούς να σκανδαλίζονται και να μην ασχολούνται με το θέμα του οικουμενισμού! Γιαυτό ,πολύ χριστιανοί λένε πολλές φορές ,ότι ναι η εκκλησία του νέου ημερολογίου είναι λάθος όμως που να πάω ? και οι παλαιοημερολογίτες είναι τόσα κομμάτια !! που ενώ μιλάνε για αγάπη αυτοί αλληλοκαθερούνται και αλληλο αναθεματίζονται!
Αγαπητοί μου, η εκκλησία του Χριστού είναι μια , αιωνία , αδιαίρετη , και στο σώμα της περιλαμβάνει όλους τους αγίους , προφήτες , αποστόλους, δικαίους και οσίους , και όλα τα τάγματα των αγγέλων! Επίσης περιλαμβάνει και όλους τους ορθοδόξους χριστιανούς, αμαρτωλούς και μη , οι οποίοι όμως πιστεύουν ακολουθούν και αγωνίζονται κατά γράμμα και χωρίς καμία αμφιβολία η παρέκκλιση από τα διατεταγμένα της ορθοδόξου εκκλησίας! Έστω και αν αυτοί δεν είναι πολλοί αλλά μόνο ένας άνθρωπος. ΚΕΦΑΛΗ ΤΗΣ ΔΕ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΧΕΙ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΥΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ ΤΟΥΤΕΣΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ. Και όχι κάποιον επίσκοπο ,φωτισμένο μοναχό θαυματοποιό η άλλον . Υπάρχουν στην εκκλησιαστική ιστορία πολλά τέτοια παραδείγματα π.χ. ο Άγιος Μάξιμος ο ομολογητής , ο Άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος κ.α.
Αν λοιπόν ένας άνθρωπος προβληματίζετε γιαυτά που έγιναν και γίνονται στην ελληνική εκκλησία βλέπε ( εισαγωγή του καταδικασμένου νέου ημερολογίου , αιρετική εγκύκλιος του πατριαρχείου του 1920 , συμμετοχή ως ιδρυτικό μέλος στο παγκόσμιο συμβούλιο εκκλησιών , κατάργηση μερικές χρονιές λόγο ημερολογίου της νηστείας των αγίων αποστόλων , άρση των αναθεμάτων κατά του αντίχριστου πάπα , συμπροσευχές και συλλείτουργα στην αρχή με τους πάσης φύσεως αιρετικούς και τώρα τελευταίως και με ειδωλολάτρες , μουσουλμάνους , βουδιστές , αλλαγή του τρόπου βαπτίσματος των νηπίων , με την αντικατάσταση των τριών καταδύσεων με λούσιμο με αποτέλεσμα τα παιδιά να είναι αβάπτιστα , με την εισαγωγή από τον Δημητριάδος Ιγνάτιο και τον Περγάμου Ζησιούλα της λεγόμενης μεταπατερικής θεολογίας , την προώθηση στα σχολεία και στης εκκλησίες εκδόσεων της αγίας γραφής από αιρετικούς εκδοτικούς οίκους , την σιωπηλός προωθούμενη από της θεολογικές σχολές μιας νέας μορφής εικονομαχίας , χριστολογίας , εκκλησιολογίας ) . αν λοιπόν , κάποιος πιστός προβληματίζετε με όλα αυτά που συμβαίνουν στο χώρο της ελληνικής εκκλησίας και όχι μόνο ,ας τα περάσει από το κόσκινο των αγίων πατέρων και της ιεράς παραδόσεως και θα διαπιστώσει ότι η εκκλησία της Ελλάδος , δεν είναι η εκκλησία του θεού δυστυχώς και ως εκ τούτου δεν έχει μυστήρια ούτε αγιαστική σωστική Χάρι!
Τότε και μόνον αν βεβαιωθεί για το τραγικό κατάντημα της ελληνικής κρατικής εκκλησίας , θα αρχίσει να ψάχνει πάλι με τον ίδιο τρόπο να βρει που είναι και από ποιους αποτελείται, η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟΝ ΜΑΤΑΙΟ ΚΟΣΜΟ! ΔΙΟΤΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΙΩΝΙΟΣ ΑΣΧΕΤΟΣ ΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΔΙΩΚΟΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ!
Ένας καλοπροαίρετος διάλογος χωρίς φανατισμούς με την βοήθεια του θεού θα είναι χρήσιμος για όποιον το επιθυμεί.
Ένας χριστιανός ορθόδοξος
Αλλά τι είναι η Εκκλησία;
Η Εκκλησία είναι συναΐδιος με τον Θεό. Προσέξτε: αΐδιος θα
πει αυτός που δεν έχει αρχή, αλλά δεν έχει και τέλος. Η διαφορά της λέξεως
αΐδιος από το αιώνιος είναι ότι ο αιώνιος έχει αρχή, αλλά δεν έχει τέλος. Εμείς
οι άνθρωποι, θέλουμε, δεν θέλουμε, είμαστε αιώνιοι. Γιατί; Γιατί δεν έχουμε
τέλος. Αλλά είχαμε αρχή. Ο Θεός όμως δεν είναι απλώς αιώνιος· καταχρηστικώς
λέμε τον Θεό αιώνιο· ο Θεός εΐναι αΐδιος, δηλαδή χωρίς αρχή και χωρίς τέλος. Ε,
λοιπόν η Εκκλησία είναι αΐδιος, μαζί με τον Θεό, χωρίς αρχή και χωρίς τέλος.
Το λέω αυτό, και μάλιστα πρέπει να εξηγήσουμε με την
ευκαιρία της σημερινής ημέρας, για να μάθουμε ποια είναι η Εκκλησία. Ακούμε επί
παραδείγματι να λένε: «Στρέφονται εναντίον της Εκκλησίας! Κινούνται έτσι κι
έτσι! Θα καταλύσουν την Εκκλησία!». Ποια «Εκκλησία θα καταλύσουν»;... Τι θα πει
«στρέφονται εναντίον της»;... Πρέπει να μάθουμε ποια είναι η Εκκλησία και ποιοι
είναι οι διώκτες της. Ή μάλλον δεν είναι ανάγκη να μάθουμε ποιοι είναι οι
διώκτες· άνθρωποι είναι, κτίσματα είναι, σημέρα είναι, αύριο δεν είναι· αλλά
πρέπει να μάθουμε ποια είναι η Εκκλησία. Λοιπόν, το ακούσατε; Είναι συναΐδιος
με τον Άγιο Τριαδικό Θεό! Και δεν είναι τι άλλο παρά η αγαπητική σχέση των
τριών Προσώπων της Τριαδικής Θεότητος. Διότι τα τρία Πρόσωπα αποτελούν
Εκκλησία· είναι μια σχέση αγάπης, αγαπητική σχέση. Αλλά ο Άγιος Τριαδικός Θεός
πάντοτε υπήρχε. Και η σχέση αυτή δεν ξεκίνησε από κάποια χρονική στιγμή· πάντα
υπήρχε. Να γιατί η Εκκλησία είναι συναΐδιος και συνάναρχος με τον Άγιο Τριαδικό
Θεό. Αυτό μας καταπλήσσει.
Είναι ιδιαίτερη τιμή για μας το ότι ανήκουμε στην Εκκλησία.
Κάποτε ανακοινώνουμε πως ανήκουμε σε κάποιο Σωματείο, και μάλιστα καυχόμαστε
πολλές φορές και προβαλλόμαστε, όταν αυτό έχει κάποια παλαιότητα. Αλλά όση
παλαιότητα και να έχει, αγαπητοί μου, -έναν αιώνα; δύο αιώνες; πέντε αιώνες;
δέκα αιώνες;- τι είναι αύτη μπροστά στην παλαιότητα που έχει η Εκκλησία, η
οποία είναι συναΐδιος και συνάναρχος με τον Θεό;...
Αλλά ο Θεός ήθελε να εκφράσει αύτη την αγαπητική Του σχέση
και έξω από τον εαυτό Του· γι' αυτό δημιουργεί τον αγγελικό κόσμο. Ήθελε και
άλλα όντα να χαρούν αύτη την αγαπητική σχέση. Έτσι λοιπόν ο Θεός επεκτείνει την
Εκκλησία Του, την απλώνει, την μεγαλώνει σ' αυτά τα όντα που λέγονται άγγελοι,
κι εκεί πλέον έχουμε τον κόσμο των αγγέλων, την Εκκλησία των αγγέλων. Γι' αυτό
η Εκκλησία ονομάζεται «Εκκλησία πρωτοτόκων εν ουρανοίς». Κοιτάξτε αυτό το
«πρωτοτόκων»! ... Είναι γνωστό ότι ο πρωτότοκος είναι πάντα ένας· ο δεύτερος
είναι δευτερότοκος, ο τρίτος είναι τριτότοκος· πώς λοιπόν είναι όλη η Εκκλησία
«Εκκλησία πρωτοτόκων»; Μ' αυτό θέλει να πει ότι όλοι μέσα στον χώρο της
Βασιλείας του Θεού έχουν τα ίδια προνόμια. Αυτό θα πει «Εκκλησία πρωτοτόκων».
Η Εκκλησία λέγεται και «πόλις Θεού ζώντος», αλλά και
«Ιερουσαλήμ επουράνιος», που θεμελιώθηκε «προ καταβολής κόσμου». Θυμηθείτε τον
Κύριο, που είπε: «Ελάτε να κληρονομήσετε την Βασιλεία μου, που έχει ετοιμαστεί,
πριν γίνει ο κόσμος, πριν τεθεί το θεμέλιο του κόσμου, προ καταβολής κόσμου».
Ώστε η Εκκλησία είναι «προ καταβολής κόσμου», πριν γίνει ο κόσμος.
Αυτή την επουράνια Εκκλησία ο απόστολος Παύλος την ονομάζει,
όπως σας είπα, «άνω Ιερουσαλήμ», «ήτις εστί μήτηρ πάντων ημών», όπως λέει στην
Προς Γαλάτας, είναι η μάνα μας η Εκκλησία, και ότι «ημών το πολίτευμα εν
ουρανοίς υπάρχει», εκεί θα φθάσουμε· το πολίτευμά μας, η πολιτεία μας, ο τρόπος
της ζωής μας, η θέση μας, η πατρίδα μας είναι εκεί! Και ακόμη λέει στην Προς
Εβραίους: «προσεληλύθατε Σιών όρει και πόλει Θεού ζώντος, Ιερουσαλήμ επουρανίω,
και μυριάσιν αγγέλων, πανηγύρει και εκκλησία πρωτοτόκων εν ουρανοίς
απογεγραμμένων». Δεν προσεγγίσατε στο όρος Σινά, αλλά στο όρος Σιών και στην
πόλη του ζωντανού Θεού, την επουράνια Ιερουσαλήμ, και σε μυριάδες αγγέλους, σε
πανηγύρι και εκκλησία πρωτοτόκων, που είναι γραμμένοι στον Ουρανό. Βλέπετε ότι
και οι άγγελοι, εκτός από τον Θεό, είναι μέτοχοι αυτής της Εκκλησίας;... Αλλά
δεν μένει χρόνος να αναλύσει κανείς αυτά λέξη-λέξη.
Έτσι, αγαπητοί μου, η Εκκλησία, όπως είδαμε, είναι μία
αγαπητική σχέση του Θεού προς τα λογικά Του κτίσματα. Αλλά και προς όλα τα
κτίσματά Του· γιατί αυτή την στιγμή δεν ονομαζόμαστε μόνον εμείς Εκκλησία, οι
πιστοί, αλλά κατ' επέκτασιν και ο ναός,
που τον λέμε και εκκλησία. Συνεπώς όλα τα δημιουργήματα, όχι μόνο τα έλλογα,
αλλά και τα άλογα γίνονται Εκκλησία. Και αυτή η σχέση είναι άκτιστη, δηλαδή δεν
είναι χειροποίητη, δεν είναι υλική, παρ' ότι συμμετέχουν κτιστά όντα. Και οι
άγγελοι κτιστοί, και εμείς κτιστοί, και το σύμπαν κτιστό. Η Προς Εβραίους
επιστολή αναφέρεται στη φύση αυτής της Εκκλησίας, «της μείζονος και τελειοτέρας
σκηνής, ου χειροποιήτου, τούτ' έστιν ου ταύτης της κτίσεως», που δεν είναι σαν
εκείνη που έκτισαν οι Εβραίοι, σαν τον ναό που έκτισε ο Σολομών τον ομώνυμό
του, δεν είναι χειροποίητη.
Η δεύτερη επιστολή του Κλήμεντος Ρώμης γράφει τα εξής:
«Άνωθεν πρώτη», από πάνω πρώτη, η Εκκλησία δηλαδή, «προ ηλίου και σελήνης»,
πριν γίνει ο έναστρος ουρανός, πριν γίνει το σύμπαν, «εκτισμένη πνευματική·
πνευματική δε ούσα, εφανερώθη εν τη σαρκί του Χριστού», και υπάρχουσα
πνευματική, φανερώνεται τώρα στην σάρκα του Χριστού. Γιατί ξέρετε τι είναι η Εκκλησία; Είναι το Σώμα του Χριστού. Αυτό φαίνεται
ακόμη και σχηματικώς στην Προσκομιδή, όπου ο ιερέας προετοιμάζει τα τίμια Δώρα,
που μαζί με τον Αμνό βγάζει, και τις μερίδες των μελών της Εκκλησίας, των αγίων
Αγγέλων, των Αγίων και λοιπά.
Όταν, αγαπητοί μου, ο Θεός έφτιαξε τον υλικό κόσμο, ως
προέκταση της αγάπης Του, θέλησε να συμπεριλάβει όσο το δυνατόν περισσότερες
λογικές υπάρξεις σ' αυτή την δική Του τη μακαριότητα. Έτσι, πέρα από την
δημιουργία των αγγέλων, που κι αυτοί βεβαίως είναι κτιστοί, θέλησε να επεκταθεί
και στον υλικό κόσμο, και επεκτάθηκε ως τους πρωτοπλάστους· διότι, μην ξεχνάμε,
η κορυφή του κτιστού ορατού κόσμου ήταν οι πρωτόπλαστοι. Έτσι ο Παράδεισος,
εκείνον που κατά κάποιο τρόπο ο Θεός μάντρωσε, δηλαδή τον τοποθέτησε στη γη με
κάποια όρια, ήταν ο τόπος αυτής της Εκκλησίας, δηλαδή της κοινωνίας του Θεού με
τους πρωτοπλάστους, με τους ανθρώπους.
Εύκολα δεν μπορούμε, αγαπητοί μου, να κατανοήσουμε αυτή την
κοινωνία του Θεού με τους πρωτοπλάστους· όμως την διαισθανόμαστε, καθώς
μελετάμε τα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου της Γενέσεως· είναι μια παραδείσια
κατάσταση, κάτι ανέκφραστο, πώς ο Θεός μπορούσε να επικοινωνεί με τους ανθρώπους!
... Ω, εκείνο το χαριτωμένο που λέει η Γένεση, «κατά το δειλινό περπατούσε ο
Θεός στον Παράδεισο, για να συναντήσει τον Αδάμ και την Εύα»! Ω, εκείνα τα πόδια, όπως λέει το ωραίο
τροπάριο της Κασσιανής, που περπάτησαν και ο θόρυβος τους θορύβησε τους πρωτοπλάστους,
διότι έσπευσαν οι ταλαίπωροι να διακόψουν αυτή την κοινωνία με το γνωστό τους
αμάρτημα, το αμάρτημα της αυτονομίας τους! ... Eίναι φοβερό! Γιατί, είναι
γνωστό, Εκκλησία και αυτονομία είναι δυο πράγματα αντιφατικά. Εκκλησία θα πει
ενότητα· αυτονομία θα πει σπάσιμο, διαίρεση· και συνεπώς δεν έχουν καμία σχέση
το ένα με το άλλο.
Έπρεπε λοιπόν να αρθεί η Βασιλεία του Θεού από τη γη, δηλαδή
η Εκκλησία. Παρ’ όλα αυτά η αγάπη του Θεού, κι αν ακόμη η Εκκλησία ήρθη από τη
γη, έκανε να συνεχισθεί πάνω στη γη έστω και κατά σκιώδη τρόπο· όχι πια με τον
φανερό εκείνο τρόπο του Παραδείσου, αλλά με την παρουσία των Δικαίων με τον
Άβελ, τον Ενώς, τον Ενώχ, τον Νώε, τον Αβραάμ, τους Προφήτες, με τους Δικαίους
της Παλαιάς Διαθήκης, μεμονωμένα, σε πρόσωπα μόνο. Αυτοί είχαν την κοινωνία
αυτή με τον Θεό, δηλαδή αποτελούσαν Εκκλησία. Έτσι έχουμε την Εκκλησία των
εθνών γιατί ο Νώε, ο Ενώς, ο Ενώχ, αλλά και ο Αβραάμ προέρχονται από τα έθνη.
Και είναι μια Εκκλησία άσαρκη. Προσέξτε: άσαρκη. Λέω άσαρκη γιατί κατόπιν, με την
παρουσία του Χριστού, με την σάρκωση του Χριστού, έχουμε την ένσαρκη Εκκλησία.
Έτσι όλοι αυτοί οι Δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης θα σώζονταν με την κοινωνία που
έχουν με τον Θεό, την προσδοκία του Μεσσίου, κατά το «και αυτός προσδοκία
εθνών», αλλά και με την τήρηση του πνευματικού ήθους που υπαγόρευε η συνείδηση.
Όχι κανένας άλλος νόμος, αλλά η συνείδηση. Πάντως το γεγονός είναι ότι η
Εκκλησία αποσύρεται στον Ουρανό, γιατί η γη είχε αστοχήσει να την αποδεχθεί.
Η αγάπη όμως του Θεού επιμένει· επιμένει να συμπεριληφθεί
και η γη στην ολότητα της· και αυτό έγινε με την ενανθρώπηση. Έτσι η Εκκλησία
αναγεννήθηκε και αναπλάσθηκε και τελειώθηκε εν Χριστώ Ιησού και εν Πνεύματι
Αγίω. Και ως προς την ενανθρώπηση του Υιού η Εκκλησία παίρνει την χριστολογική
της διάσταση με το ξεπήδημά της από την λογχισθείσα πλευρά του Χριστού, από την
οποία βγήκε αίμα και νερό· «και ο εωρακώς μεμαρτύρηκε, και αληθινή αυτού εστιν
η μαρτυρία». Είναι το Βάπτισμα και το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας· με αυτά
τα δυο Μυστήρια συνίσταται η Εκκλησία, συγκροτείται. Από που βγήκε η Εκκλησία;
Από την λογχισθείσα πλευρά του Χριστού, ενώ είχε υπνωθεί πάνω στον Σταυρό· όπως
είχε υπνωθεί και ο Αδάμ, από την πλευρά του οποίου εξήλθε η Εύα· που ο Αδάμ
είναι τύπος Χριστού, και η Εύα τύπος της Εκκλησίας.
Έτσι ο Θεός Πατήρ, όπως μας λέει ο Απόστολος στην Προς
Έφεσίους, «αυτόν έδωκε κεφαλήν υπέρ πάντα τη εκκλησία, ήτις εστί το σώμα αυτού,
το πλήρωμα του τα πάντα εν πάσι πληρουμένου». Και όπως χαρακτηριστικά λέει ο
ιερός Χρυσόστομος, «Εκκλησίας σάρκα ανέλαβε», δηλαδή ο Χριστός πήρε σάρκα
Εκκλησίας, «και ελθών εις το καταφύγιον αυτής» -καταφύγιον είναι ο χώρος της
προ του Χριστού σαρκώσεως, η σκιώδης Εκκλησία- «και ευρών» -ποιον; Αυτή την
Εκκλησία την σκιώδη- «ρυπώσαν», βρώμικη, «αυχμώσαν», κακοτράχηλη, «γυμνήν,
πεφυρμένην αίματι, έλουσεν, ήλειψεν, έθρεψεν, ενέδυσεν ιμάτιον», την έντυσε με
ιμάτιο. «Αυτός αυτή γενόμενος περιβολή», ο ίδιος έγινε ιμάτιο γι’ αυτή, «και
λαβών αυτήν, ούτως ανάγει», και αφού την παρέλαβε, έτσι την μεταφέρει στον
Ουρανό.
Και αλλού γράφει ο ιερός Χρυσόστομος: «το πλήρωμα του
Χριστού η Εκκλησία». Το «πλήρωμα», το συμπλήρωμα του Χριστού, γιατί το
«συμπλήρωμα» του Λόγου είναι η σάρκα Του. Αλλά η σάρκα του Χριστού είναι η
Εκκλησία· συνεπώς το «συμπλήρωμα» του Χριστού είναι η Εκκλησία. «Και γαρ
πλήρωμα κεφαλής σώμα, και πλήρωμα σώματος κεφαλή», διότι το συμπλήρωμα της
κεφαλής είναι το σώμα, και το συμπλήρωμα του σώματος είναι η κεφαλή. Για να δει
κανείς τι στενή σχέση υπάρχει!
Όμως, αγαπητοί μου, στην επέκταση της Εκκλησίας στη γη έχει
τον λόγο και το Άγιο Πνεύμα. Είναι η πνευματολογική διάσταση της Εκκλησίας, που
εκφράζεται με την Πεντηκοστή. Συντελεστές είναι οι δύο Παράκλητοι: ο πρώτος
Παράκλητος, ο ενανθρωπήσας Υιός, και ο άλλος Παράκλητος, ο δεύτερος, το Πνεύμα
το Άγιο. Το Πνεύμα το Άγιο ήλθε στη γη, όταν ο Υιός ανέβηκε στον Ουρανό. Και
έκτοτε μένει σ' αυτή το Πνεύμα το Άγιο, και μένει, για να την αγιάζει.
Χωρίς το Πνεύμα το Άγιο δεν υπάρχει η γνώση και η αποδοχή
της ταυτότητος του Ιησού Χριστού. Χωρίς το Πνεύμα το Άγιο είναι ακατανόητη η
πνευματική ζωή, όπως την θέλει ο Πατήρ και την δίδαξε ο Υιός. «Εν σώμα και εν
Πνεύμα, καθώς εκλήθητε εν μια ελπίδι της κλήσεως υμών», ένα σώμα: του Χριστού-
ένα Πνεύμα: το Άγιο Πνεύμα. Αυτό είναι η Εκκλησία, εκεί είναι θεμελιωμένη. Η
Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού, που διατηρείται ζωντανό και αυξανόμενο και
τελειούμενο από το Άγιο Πνεύμα.
Το Πνεύμα το Άγιο, μαζί με τον Υιό, προικίζει την Εκκλησία·
την προικίζει με τα δώρα τα πολλά που φέρνει από τον Ουρανό. Και η Εκκλησία
είναι η Νύμφη του Χριστού.
Αγαπητοί, σήμερα η Εκκλησία φανερώθηκε ένδοξη και τέλεια
μέσα στην Ιστορία και μέσα στον κόσμο. Η Εκκλησία έχει έναν μεγάλο σκοπό:
πρέπει να εκκλησιαστικοποιήσει τον κόσμο· οι πιστοί πρέπει να τελειωθούν «στο
μέτρο της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού».
Η Εκκλησία πρέπει να ζει έντονα την προσδοκία της Δευτέρας
του Χριστού Παρουσίας, που εκεί θα είναι η ολοκλήρωσή της. Και σε τούτο παίρνει
την μαρτυρία και την προτροπή και την ενίσχυση του Αγίου Πνεύματος, που μένει
στην Εκκλησία. «Και το Πνεύμα και η νύμφη λέγουσιν» -σε ποιον; Προς τον Χριστό-
«έρχου», έλα! ... Ποιος; Και το «Πνεύμα»
και η «Νύμφη», και η Εκκλησία και το Άγιο Πνεύμα.
Αν κάποτε μάθουμε, αγαπητοί, τι είναι η Εκκλησία, θα
συγκλονιστούμε! Θα δοξάσουμε τον Άγιο Τριαδικό Θεό, που μας συμπεριέλαβε στην
κοινωνία Του, στην Εκκλησία Του! Θα αισθανόμαστε ότι η Εκκλησία δεν είναι κάτι
που δεν έχει και τόση αξία. Ο,τιδήποτε που δεν είναι Εκκλησία θα μένει πάντα
ξένο, πάντα κάτι δεύτερο, πάντα κάτι κουτό, πάντα κάτι που δεν θα σωθεί. Ό,τι
δεν είναι Εκκλησία! «Εκκλησίας ουδέν ίσον» λέει ο ιερός Χρυσόστομος. Όσοι
πολεμούν την Εκκλησία, ανοηταίνουν και χάνονται· όσοι την αγαπούν παίρνουν τη
δόξα τη δική της. Και όλα αυτά τα εργάστηκε η δύναμη, η σοφία και η αγάπη του
Αγίου Τριαδικού Θεού, στον Οποίο ανήκει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, και
τώρα και πάντοτε και αιωνίως. Αμήν!».
Η θεότης του Χριστού. Πως εσαρκώθη ο λόγος του Θεού. Αποσπάσματα από το “Διάλεξις προς τους αθέους Χιόνας” του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
Η θεότης του Χριστού. Πως εσαρκώθη ο λόγος του Θεού.
Αποσπάσματα από το “Διάλεξις προς τους αθέους Χιόνας”
του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
...Εκείνοι δε είπαν:
- Αλλά αυτό πες μας, πως τον Χριστό τον λέγετε Θεό, ενώ είναι άνθρωπος που γεννήθηκε ως άνθρωπος;
Και εκείνος απάντησε:
- Ο Θεός όχι μόνον είναι παντοκράτορας και παντοδύναμος, αλλά και δίκαιος, όπως λέγει ο προφήτης Δαυίδ: «Δίκαιος είναι ο Θεός μας και αγάπησε τις δικαιοσύνες» (Ιώβ 33,4) «και δεν υπάρχει σε αυτόν αδικία» (Ψαλμ. 106, 20). Δεν υπάρχει λοιπόν κανένα έργο του Θεού που δεν έχει μαζί του και τη δικαιοσύνη, και όπως η ακτίνα του ηλίου έχει μαζί της και τη ζωογόνο δύναμη και το φως έχει την θέρμη, έτσι και η ενέργεια του Θεού έχει μαζί της και την θεία δύναμη και την δικαιοσύνη. Αφού λοιπόν ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο με προορισμό τα αγαθά έργα και τον πρόσταξε να ζει σύμφωνα με την θεία εντολή του, επειδή ο άνθρωπος αυτός υποτάχθηκε στον διάβολο με εκούσια υπακοή και παραβαίνοντας την θεία εντολή αμάρτησε και καταδικάστηκε δίκαια σε θάνατο, δεν ήταν ταιριαστό στον Θεό να λυτρώσει τον άνθρωπο απ’ αυτόν κατά τρόπο δυναστικό. Διότι έτσι θα αδικούσε τον διάβολο, αποσπώντας με την βία από τα χέρια του τον άνθρωπο, τον οποίο εκείνος δεν έλαβε με τη βία. Αλλά αν ο Θεός ελευθέρωνε τον άνθρωπο με βία και καταναγκασμό, θα καταλυόταν και το αυτεξούσιο του ανθρώπου, και δεν ήταν άξιο του Θεού να καταλύσει το έργο του. Ήταν λοιπόν αναγκαίο να γίνει ένας άνθρωπος αναμάρτητος και να ζήσει αναμάρτητα, ώστε έτσι να βοηθήσει τον άνθρωπο που αμάρτησε με την θέληση του. Διότι λέγει, «κανείς δεν είναι αναμάρτητος έστω και αν η ζωή του διαρκέσει μόνο μία ημέρα» (Ιώβ 14,4), και ο προφήτης Δαυίδ επίσης, «μέσα σε ανομίες έγινε η σύλληψή μου και σε αμαρτίες με κυοφόρησε η μητέρα μου» (Ψαλμ. 50,7).
Γι αυτό ο μόνος αναμάρτητος λόγος του Θεού γίνεται υιός του ανθρώπου. Γεννάται από παρθένο και μαρτυρείται από τους ουρανούς με την πατρική φωνή (Ματθ. 3,17), πειράζεται (Ματθ 4,1) και πολεμείται από τον διάβολο και νικά τον πειραστή. Με έργα και λόγια και θαύματα μεγάλα δείχνει και επιβεβαιώνει την πίστη και την διαγωγή της σωτηρίας. Και έτσι αυτός, που έζησε ανεύθυνα και αναμάρτητα, ανέλαβε μέχρι θανάτου τα πάθη ημών των ενόχων, ώστε καταβαίνοντας και στον Άδη να σώσει και εκείνους που πίστευσαν.
...Ενώ όμως ο Θεσσαλονίκης ήθελε πάλι εδώ να μιλήσει για την ανάσταση και την ανάληψη του Κυρίου και να επικαλεσθεί τις μαρτυρίες από τους προφήτες, με τις οποίες αποδεικνύεται ότι ο Χριστός είναι Θεός και μαρτυρείται ότι ο Θεός είναι ο ίδιος εκείνος που ενανθρώπησε από την παρθένο, που έπαθε για χάρη μας, που αναστήθηκε, και όλα τα άλλα, οι Τούρκοι με θόρυβο τον εκράτησαν λέγοντας:
- Πως λέγεις ότι ο Θεός γεννήθηκε και τον χώρεσε μήτρα γυναικός και πολλά παρόμοια άλλα; Απλώς είπε ο Θεός και έγινε και ο Χριστός.
Εκείνος είπε προς αυτούς :
- Ο Θεός δεν είναι μεγάλο σώμα, ώστε να μην μπορεί να χωρέσει σε λίγο μέρος λόγω του μεγέθους, αλλά επειδή είναι ασώματος, και παντού μπορεί να είναι και επάνω από το παν και μέσα στο ένα, και το μικρότερο αντικείμενο να σκεφθεί κανείς, και σ’ εκείνο μπορεί ολόκληρος να χωρέσει.
Εκείνοι πάλι με πολύν θόρυβο έλεγαν:
- Είπε ο Θεός και έγινε και ο Χριστός.
Ο δε Θεσσαλονίκης είπε πάλι:
- Εσείς λέγετε ότι ο Χριστός είναι Λόγος του Θεού. Πως λοιπόν ο Λόγος γίνεται πάλι από άλλον λόγο; Έτσι θα συμβεί να μην είναι ο Λόγος του Θεού συνάναρχος με τον ίδιο τον Θεό. Εδείχθηκε όμως αυτό στην αρχή της συζητήσεως και συμφωνήσατε και εσείς ότι ο Θεός έχει συνάναρχό του και Λόγο και Πνεύμα, γι αυτό και λέγετε ότι ο Χριστός είναι όχι μόνο Λόγος αλλά και πνεύμα του Θεού. Είπε δε ο Θεός και έγινε και αυτή η πέτρα (κι έδειξε δίπλα του μία), και το βότανο (Γεν. 1, 11) και αυτά τα ερπετά (Γεν. 1, 24). Αν λοιπόν εξ αιτίας του ότι ο Χριστός έγινε με λόγο του Θεού είναι Λόγος του Θεού και Πνεύμα, τότε και η πέτρα και το βότανο και κάθε ερπετό είναι Λόγος του Θεού και Πνεύμα του, εφ’ όσον και γι’ αυτά είπε και έγιναν. Βλέπετε πόσο κακό είναι να λέγετε: - Είπεν ο Θεός και έγινε και ο Χριστός; Διότι ο προαιώνιος Λόγος του Θεού, που ενανθρώπησε και έγινε σάρξ (Ιω. 1, 14) χωρίς ανάμιξη είναι Πνεύμα και Λόγος του Θεού όχι κατά την σάρκα. Διότι αργότερα προσέλαβε από μας για χάρη μας την ανθρώπινη φύση, ήταν δε πάντοτε στον Θεό, ως συναΐδιος Λόγος του, με τον οποίον ο Θεός εποίησε και τους αιώνες. (Εβρ 1, 2).
Αποσπάσματα από το “Διάλεξις προς τους αθέους Χιόνας”
του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
...Εκείνοι δε είπαν:
- Αλλά αυτό πες μας, πως τον Χριστό τον λέγετε Θεό, ενώ είναι άνθρωπος που γεννήθηκε ως άνθρωπος;
Και εκείνος απάντησε:
- Ο Θεός όχι μόνον είναι παντοκράτορας και παντοδύναμος, αλλά και δίκαιος, όπως λέγει ο προφήτης Δαυίδ: «Δίκαιος είναι ο Θεός μας και αγάπησε τις δικαιοσύνες» (Ιώβ 33,4) «και δεν υπάρχει σε αυτόν αδικία» (Ψαλμ. 106, 20). Δεν υπάρχει λοιπόν κανένα έργο του Θεού που δεν έχει μαζί του και τη δικαιοσύνη, και όπως η ακτίνα του ηλίου έχει μαζί της και τη ζωογόνο δύναμη και το φως έχει την θέρμη, έτσι και η ενέργεια του Θεού έχει μαζί της και την θεία δύναμη και την δικαιοσύνη. Αφού λοιπόν ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο με προορισμό τα αγαθά έργα και τον πρόσταξε να ζει σύμφωνα με την θεία εντολή του, επειδή ο άνθρωπος αυτός υποτάχθηκε στον διάβολο με εκούσια υπακοή και παραβαίνοντας την θεία εντολή αμάρτησε και καταδικάστηκε δίκαια σε θάνατο, δεν ήταν ταιριαστό στον Θεό να λυτρώσει τον άνθρωπο απ’ αυτόν κατά τρόπο δυναστικό. Διότι έτσι θα αδικούσε τον διάβολο, αποσπώντας με την βία από τα χέρια του τον άνθρωπο, τον οποίο εκείνος δεν έλαβε με τη βία. Αλλά αν ο Θεός ελευθέρωνε τον άνθρωπο με βία και καταναγκασμό, θα καταλυόταν και το αυτεξούσιο του ανθρώπου, και δεν ήταν άξιο του Θεού να καταλύσει το έργο του. Ήταν λοιπόν αναγκαίο να γίνει ένας άνθρωπος αναμάρτητος και να ζήσει αναμάρτητα, ώστε έτσι να βοηθήσει τον άνθρωπο που αμάρτησε με την θέληση του. Διότι λέγει, «κανείς δεν είναι αναμάρτητος έστω και αν η ζωή του διαρκέσει μόνο μία ημέρα» (Ιώβ 14,4), και ο προφήτης Δαυίδ επίσης, «μέσα σε ανομίες έγινε η σύλληψή μου και σε αμαρτίες με κυοφόρησε η μητέρα μου» (Ψαλμ. 50,7).
Γι αυτό ο μόνος αναμάρτητος λόγος του Θεού γίνεται υιός του ανθρώπου. Γεννάται από παρθένο και μαρτυρείται από τους ουρανούς με την πατρική φωνή (Ματθ. 3,17), πειράζεται (Ματθ 4,1) και πολεμείται από τον διάβολο και νικά τον πειραστή. Με έργα και λόγια και θαύματα μεγάλα δείχνει και επιβεβαιώνει την πίστη και την διαγωγή της σωτηρίας. Και έτσι αυτός, που έζησε ανεύθυνα και αναμάρτητα, ανέλαβε μέχρι θανάτου τα πάθη ημών των ενόχων, ώστε καταβαίνοντας και στον Άδη να σώσει και εκείνους που πίστευσαν.
...Ενώ όμως ο Θεσσαλονίκης ήθελε πάλι εδώ να μιλήσει για την ανάσταση και την ανάληψη του Κυρίου και να επικαλεσθεί τις μαρτυρίες από τους προφήτες, με τις οποίες αποδεικνύεται ότι ο Χριστός είναι Θεός και μαρτυρείται ότι ο Θεός είναι ο ίδιος εκείνος που ενανθρώπησε από την παρθένο, που έπαθε για χάρη μας, που αναστήθηκε, και όλα τα άλλα, οι Τούρκοι με θόρυβο τον εκράτησαν λέγοντας:
- Πως λέγεις ότι ο Θεός γεννήθηκε και τον χώρεσε μήτρα γυναικός και πολλά παρόμοια άλλα; Απλώς είπε ο Θεός και έγινε και ο Χριστός.
Εκείνος είπε προς αυτούς :
- Ο Θεός δεν είναι μεγάλο σώμα, ώστε να μην μπορεί να χωρέσει σε λίγο μέρος λόγω του μεγέθους, αλλά επειδή είναι ασώματος, και παντού μπορεί να είναι και επάνω από το παν και μέσα στο ένα, και το μικρότερο αντικείμενο να σκεφθεί κανείς, και σ’ εκείνο μπορεί ολόκληρος να χωρέσει.
Εκείνοι πάλι με πολύν θόρυβο έλεγαν:
- Είπε ο Θεός και έγινε και ο Χριστός.
Ο δε Θεσσαλονίκης είπε πάλι:
- Εσείς λέγετε ότι ο Χριστός είναι Λόγος του Θεού. Πως λοιπόν ο Λόγος γίνεται πάλι από άλλον λόγο; Έτσι θα συμβεί να μην είναι ο Λόγος του Θεού συνάναρχος με τον ίδιο τον Θεό. Εδείχθηκε όμως αυτό στην αρχή της συζητήσεως και συμφωνήσατε και εσείς ότι ο Θεός έχει συνάναρχό του και Λόγο και Πνεύμα, γι αυτό και λέγετε ότι ο Χριστός είναι όχι μόνο Λόγος αλλά και πνεύμα του Θεού. Είπε δε ο Θεός και έγινε και αυτή η πέτρα (κι έδειξε δίπλα του μία), και το βότανο (Γεν. 1, 11) και αυτά τα ερπετά (Γεν. 1, 24). Αν λοιπόν εξ αιτίας του ότι ο Χριστός έγινε με λόγο του Θεού είναι Λόγος του Θεού και Πνεύμα, τότε και η πέτρα και το βότανο και κάθε ερπετό είναι Λόγος του Θεού και Πνεύμα του, εφ’ όσον και γι’ αυτά είπε και έγιναν. Βλέπετε πόσο κακό είναι να λέγετε: - Είπεν ο Θεός και έγινε και ο Χριστός; Διότι ο προαιώνιος Λόγος του Θεού, που ενανθρώπησε και έγινε σάρξ (Ιω. 1, 14) χωρίς ανάμιξη είναι Πνεύμα και Λόγος του Θεού όχι κατά την σάρκα. Διότι αργότερα προσέλαβε από μας για χάρη μας την ανθρώπινη φύση, ήταν δε πάντοτε στον Θεό, ως συναΐδιος Λόγος του, με τον οποίον ο Θεός εποίησε και τους αιώνες. (Εβρ 1, 2).
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΕΚ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ! ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!
Συγχωρήσωμεν πάντα τὴ Ἀναστάσει, καὶ οὕτω βοήσωμεν,
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτω θάνατον πατήσας, καὶ τοὶς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος.
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτω θάνατον πατήσας, καὶ τοὶς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος.
ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!
Εἰ καὶ ἐν τάφῳ κατῆλθες ἀθάνατε, ἀλλὰ τοῦ Ἄδου καθεῖλες τὴν δύναμιν, καὶ ἀνέστης ὡς νικητής, Χριστὲ ὁ Θεός, γυναιξὶ Μυροφόροις φθεγξάμενος, Χαίρετε, καὶ τοὶς σοὶς Ἀποστόλοις εἰρήνην δωρούμενος ὁ τοὶς πεσοῦσι παρέχων ἀνάστασιν.
Ἡ Ὑπακοὴ Ἦχος δ'
Προλαβοῦσαι τὸν ὄρθρον αἱ περὶ Μαριάμ, καὶ εὑροῦσαι τὸν λίθον ἀποκυλισθέντα τοῦ μνήματος, ἤκουον ἐκ τοῦ Ἀγγέλου, Τὸν ἐν φωτὶ ἀϊδίω ὑπάρχοντα, μετὰ νεκρῶν τὶ ζητεῖτε ὡς ἄνθρωπον; βλέπετε τὰ ἐντάφια σπάργανα, δράμετε, καὶ τῶ κόσμω κηρύξατε, ὡς ἡγέρθη ὁ Κύριος, θανατώσας τὸν θάνατον, ὅτι ὑπάρχει Θεοῦ Υἱός, τοῦ σώζοντος τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ Οἶκος
Τὸν πρὸ ἠλίου Ἥλιον, δύναντα ποτὲ ἐν τάφῳ, προέφθασαν πρὸς ὄρθρον, ἐκζητοῦσαι ὡς ἡμέραν, Μυροφόροι κόραι, καὶ πρὸς ἀλλήλας ἐβόων, Ὦ φίλαι, δεῦτε τοὶς ἀρώμασιν ὑπαλείψωμεν, Σῶμα ζωηφόρον καὶ τεθαμμένον, σάρκα ἀνιστώσαν τὸν παραπεσόντα Ἀδὰμ κείμενον ἐν τῷ μνήματι, ἄγωμεν, σπεύσωμεν, ὥσπερ οἱ Μάγοι, καὶ προσκυνήσωμεν, καὶ προσκομίσωμεν τὰ μύρα ὡς δῶρα τῶ μὴ ἐν σπαργάνοις, ἀλλ' ἐν σινδόνι ἐνειλημένω, καὶ κλαύσωμεν, καὶ κράξωμεν, Ὧ Δέσποτα ἐξεγέρθητι, ὁ τοὶς πεσοῦσι παρέχων ἀνάστασιν.
Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τοῦ τάφου καθὼς προεῖπεν, ἔδωκεν ἡμῖν τὴν αἰώνιον ζωὴν καὶ μέγα ἔλεος
Νὺν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καὶ γῆ, καὶ τὰ καταχθόνια, ἑορταζέτω γοῦν πᾶσα κτίσις, τὴν Ἔγερσιν Χριστοῦ, ἐν ἢ ἐστερέωται.
Ὠδὴ θ' Ὁ εἱρμὸς
Μεγάλυνον ψυχή μου, τὸν ἐθελουσίως παθόντα καὶ ταφέντα καὶ ἐξαναστάντα τριήμερον ἐκ τάφου.
Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε, Χόρευε νύν, καὶ ἀγάλλου Σιών, σὺ δὲ ἁγνή, τέρπου Θεοτόκε, ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου σου.
Μεγάλυνον ψυχή μου τὸν ἐξαναστάντα, τριήμερον ἐκ τάφου, Χριστὸν τὸν ζωοδότην.
Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε, Χόρευε νύν, καὶ ἀγάλλου Σιών, σὺ δὲ ἁγνή, τέρπου Θεοτόκε, ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου σου.
Χριστὸς τὸ καινὸν πάσχα, τὸ ζωόθυτον θῦμα, ἀμνὸς Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν κόσμου.
Ὧ θείας, ὧ φίλης, ὧ γλυκυτάτης σου φωνῆς, μεθ' ἡμῶν ἀψευδῶς γάρ, ἐπηγγείλω ἔσεσθαι, μέχρι τερμάτων αἰῶνος Χριστέ, ἣν οἱ πιστοί, ἄγκυραν ἐλπίδος, κατέχοντες ἀγαλλόμεθα.
Σήμερον πᾶσα κτίσις ἀγάλλεται καὶ χαίρει, ὅτι Χριστὸς ἀνέστη, καὶ ἅδης ἐσκυλεύθη.
Ὧ θείας, ὧ φίλης, ὧ γλυκυτάτης σου φωνῆς, μεθ' ἡμῶν ἀψευδῶς γάρ, ἐπηγγείλω ἔσεσθαι, μέχρι τερμάτων αἰῶνος Χριστέ, ἣν οἱ πιστοί, ἄγκυραν ἐλπίδος, κατέχοντες ἀγαλλόμεθα.
Δόξα...
Μεγάλυνον, ψυχή μου, τῆς τρισυποστάτου καὶ ἀδιαιρέτου θεότητος τὸ κράτος.
Ὧ Πάσχα τὸ μέγα, καὶ ἱερώτατον Χριστέ, ὧ σοφία καὶ Λόγε, τοῦ Θεοῦ καὶ δύναμις, δίδου ἡμῖν ἐκτυπώτερον, σοῦ μετασχεῖν, ἐν τῇ Ἀνεσπέρω ἡμέρα τῆς βασιλείας σου.
Καὶ νύν...
Χαῖρε, Παρθένε, χαῖρε, χαῖρε εὐλογημένη, χαῖρε δεδοξασμένη, σὸς γὰρ Υἱὸς ἀνέστη τριήμερος ἐκ τάφου.
Ὧ Πάσχα τὸ μέγα, καὶ ἱερώτατον Χριστέ, ὧ σοφία καὶ Λόγε, τοῦ Θεοῦ καὶ δύναμις, δίδου ἡμῖν ἐκτυπώτερον, σοῦ μετασχεῖν, ἐν τῇ Ἀνεσπέρω ἡμέρα τῆς βασιλείας σου.
Καταβασία
Ὁ Ἄγγελος ἐβόα τὴ κεχαριτωμένη, Ἁγνὴ Παρθένε, χαῖρε, καὶ πάλιν ἐρῶ, χαῖρε, ὁ σὸς Υἱὸς ἀνέστη τριήμερος ἐκ τάφου.
Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε, Χόρευε νύν, καὶ ἀγάλλου Σιών, σὺ δὲ ἁγνή, τέρπου Θεοτόκε, ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου σου.
Μεγάλυνον ψυχή μου, τὸν ἐθελουσίως παθόντα καὶ ταφέντα καὶ ἐξαναστάντα τριήμερον ἐκ τάφου.
Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε, Χόρευε νύν, καὶ ἀγάλλου Σιών, σὺ δὲ ἁγνή, τέρπου Θεοτόκε, ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου σου.
Μεγάλυνον ψυχή μου τὸν ἐξαναστάντα, τριήμερον ἐκ τάφου, Χριστὸν τὸν ζωοδότην.
Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε, Χόρευε νύν, καὶ ἀγάλλου Σιών, σὺ δὲ ἁγνή, τέρπου Θεοτόκε, ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου σου.
Χριστὸς τὸ καινὸν πάσχα, τὸ ζωόθυτον θῦμα, ἀμνὸς Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν κόσμου.
Ὧ θείας, ὧ φίλης, ὧ γλυκυτάτης σου φωνῆς, μεθ' ἡμῶν ἀψευδῶς γάρ, ἐπηγγείλω ἔσεσθαι, μέχρι τερμάτων αἰῶνος Χριστέ, ἣν οἱ πιστοί, ἄγκυραν ἐλπίδος, κατέχοντες ἀγαλλόμεθα.
Σήμερον πᾶσα κτίσις ἀγάλλεται καὶ χαίρει, ὅτι Χριστὸς ἀνέστη, καὶ ἅδης ἐσκυλεύθη.
Ὧ θείας, ὧ φίλης, ὧ γλυκυτάτης σου φωνῆς, μεθ' ἡμῶν ἀψευδῶς γάρ, ἐπηγγείλω ἔσεσθαι, μέχρι τερμάτων αἰῶνος Χριστέ, ἣν οἱ πιστοί, ἄγκυραν ἐλπίδος, κατέχοντες ἀγαλλόμεθα.
Δόξα...
Μεγάλυνον, ψυχή μου, τῆς τρισυποστάτου καὶ ἀδιαιρέτου θεότητος τὸ κράτος.
Ὧ Πάσχα τὸ μέγα, καὶ ἱερώτατον Χριστέ, ὧ σοφία καὶ Λόγε, τοῦ Θεοῦ καὶ δύναμις, δίδου ἡμῖν ἐκτυπώτερον, σοῦ μετασχεῖν, ἐν τῇ Ἀνεσπέρω ἡμέρα τῆς βασιλείας σου.
Καὶ νύν...
Χαῖρε, Παρθένε, χαῖρε, χαῖρε εὐλογημένη, χαῖρε δεδοξασμένη, σὸς γὰρ Υἱὸς ἀνέστη τριήμερος ἐκ τάφου.
Ὧ Πάσχα τὸ μέγα, καὶ ἱερώτατον Χριστέ, ὧ σοφία καὶ Λόγε, τοῦ Θεοῦ καὶ δύναμις, δίδου ἡμῖν ἐκτυπώτερον, σοῦ μετασχεῖν, ἐν τῇ Ἀνεσπέρω ἡμέρα τῆς βασιλείας σου.
Καταβασία
Ὁ Ἄγγελος ἐβόα τὴ κεχαριτωμένη, Ἁγνὴ Παρθένε, χαῖρε, καὶ πάλιν ἐρῶ, χαῖρε, ὁ σὸς Υἱὸς ἀνέστη τριήμερος ἐκ τάφου.
Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε, Χόρευε νύν, καὶ ἀγάλλου Σιών, σὺ δὲ ἁγνή, τέρπου Θεοτόκε, ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου σου.
Ἀναστήτω ὁ Θεός, καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ, καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν.
Πάσχα ἱερὸν ἡμῖν σήμερον ἀναδέδεικται, Πάσχα καινόν, Ἅγιον, Πάσχα μυστικόν, Πάσχα πανσεβάσμιον, Πάσχα Χριστὸς ὁ λυτρωτής, Πάσχα ἄμωμον, Πάσχα μέγα, Πάσχα τῶν πιστῶν, Πάσχα, τὸ πύλας ἡμῖν τοῦ Παραδείσου ἀνοίξαν, Πάσχα, πάντας ἁγιάζον πιστούς.
Στίχος: Ὡς ἐκλείπει καπνός, ἐκλιπέτωσαν, ὦ τήκεται κηρὸς ἀπὸ προσώπου πυρός.
Δεῦτε ἀπὸ θέας Γυναῖκες εὐαγγελίστριαι, καὶ τὴ Σιὼν εἴπατε, Δέχου παρ ἡμῶν χαρὰς εὐαγγέλια, τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ, τέρπου, χόρευε, καὶ ἀγάλλου Ἱερουσαλήμ, τὸν Βασιλέα Χριστόν, θεασαμένη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς νυμφίον προερχόμενον.
Στίχος: Οὕτως ἀπολοῦνται οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ. καὶ οἱ δίκαιοι εὐφρανθήτωσαν.
Αἱ Μυροφόροι γυναῖκες, ὄρθρου βαθέος, ἐπιστᾶσαι πρὸς τὸ μνῆμα τοῦ Ζωοδότου, εὗρον Ἄγγελον, ἐπὶ τὸν λίθον καθήμενον, καὶ αὐτὸς προσφθεγξάμενος, αὐταῖς οὕτως ἔλεγε. Τὶ ζητεῖτε τὸν ζώντα μετὰ τῶν νεκρῶν; τὶ θρηνεῖτε τὸν ἄφθαρτον ὡς ἐν φθορᾷ; ἀπελθοῦσαι κηρύξατε, τοὶς αὐτοῦ Μαθηταῖς.
Στίχος: Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασώμεθα, καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ.
Πάσχα τὸ τερπνόν, Πάσχα Κυρίου, Πάσχα, Πάσχα πανσεβάσμιον ἡμῖν ἀνέτειλε, Πάσχα, ἐν χαρᾷ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα, ὧ Πάσχα λύτρον λύπης, καὶ γὰρ ἐκ τάφου σήμερον ὥσπερ ἐκ παστοῦ, ἐκλάμψας Χριστός, τὰ Γύναια χαρὰς ἔπλησε λέγων, Κηρύξατε Ἀποστόλοις.
Δόξα... Καὶ νύν...
Ἀναστάσεως ἡμέρα, καὶ λαμπρυνθῶμεν τὴ πανηγύρει, καὶ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα, Εἴπωμεν ἀδελφοί, καὶ τοὶς μισοῦσιν ἡμᾶς, Συγχωρήσωμεν πάντα τὴ Ἀναστάσει, καὶ οὕτω βοήσωμεν,
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτω θάνατον πατήσας, καὶ τοὶς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος.
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτω θάνατον πατήσας, καὶ τοὶς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος.
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτω θάνατον πατήσας, καὶ τοὶς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος.
Πάσχα ἱερὸν ἡμῖν σήμερον ἀναδέδεικται, Πάσχα καινόν, Ἅγιον, Πάσχα μυστικόν, Πάσχα πανσεβάσμιον, Πάσχα Χριστὸς ὁ λυτρωτής, Πάσχα ἄμωμον, Πάσχα μέγα, Πάσχα τῶν πιστῶν, Πάσχα, τὸ πύλας ἡμῖν τοῦ Παραδείσου ἀνοίξαν, Πάσχα, πάντας ἁγιάζον πιστούς.
Στίχος: Ὡς ἐκλείπει καπνός, ἐκλιπέτωσαν, ὦ τήκεται κηρὸς ἀπὸ προσώπου πυρός.
Δεῦτε ἀπὸ θέας Γυναῖκες εὐαγγελίστριαι, καὶ τὴ Σιὼν εἴπατε, Δέχου παρ ἡμῶν χαρὰς εὐαγγέλια, τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ, τέρπου, χόρευε, καὶ ἀγάλλου Ἱερουσαλήμ, τὸν Βασιλέα Χριστόν, θεασαμένη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς νυμφίον προερχόμενον.
Στίχος: Οὕτως ἀπολοῦνται οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ. καὶ οἱ δίκαιοι εὐφρανθήτωσαν.
Αἱ Μυροφόροι γυναῖκες, ὄρθρου βαθέος, ἐπιστᾶσαι πρὸς τὸ μνῆμα τοῦ Ζωοδότου, εὗρον Ἄγγελον, ἐπὶ τὸν λίθον καθήμενον, καὶ αὐτὸς προσφθεγξάμενος, αὐταῖς οὕτως ἔλεγε. Τὶ ζητεῖτε τὸν ζώντα μετὰ τῶν νεκρῶν; τὶ θρηνεῖτε τὸν ἄφθαρτον ὡς ἐν φθορᾷ; ἀπελθοῦσαι κηρύξατε, τοὶς αὐτοῦ Μαθηταῖς.
Στίχος: Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασώμεθα, καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ.
Πάσχα τὸ τερπνόν, Πάσχα Κυρίου, Πάσχα, Πάσχα πανσεβάσμιον ἡμῖν ἀνέτειλε, Πάσχα, ἐν χαρᾷ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα, ὧ Πάσχα λύτρον λύπης, καὶ γὰρ ἐκ τάφου σήμερον ὥσπερ ἐκ παστοῦ, ἐκλάμψας Χριστός, τὰ Γύναια χαρὰς ἔπλησε λέγων, Κηρύξατε Ἀποστόλοις.
Δόξα... Καὶ νύν...
Ἀναστάσεως ἡμέρα, καὶ λαμπρυνθῶμεν τὴ πανηγύρει, καὶ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα, Εἴπωμεν ἀδελφοί, καὶ τοὶς μισοῦσιν ἡμᾶς, Συγχωρήσωμεν πάντα τὴ Ἀναστάσει, καὶ οὕτω βοήσωμεν,
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτω θάνατον πατήσας, καὶ τοὶς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος.
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτω θάνατον πατήσας, καὶ τοὶς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος.
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτω θάνατον πατήσας, καὶ τοὶς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος.
ΛΟΓΟΣ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΣ
ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Εἶ τις εὐσεβὴς καὶ φιλόθεος ἀπολαυέτω τῆς καλῆς ταύτης καὶ λαμπρὰς πανηγύρεως, Εἶτις δοῦλος εὐγνώμων, εἰσελθέτω χαίρων εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου αὐτοῦ, Εἶτις ἔκαμε νηστεύων, ἀπολαυέτω νὺν τὸ δηνάριον, Εἶτις ἀπὸ τῆς πρώτης ὥρας εἰργάσατο, δεχέσθω σήμερον τὸ δίκαιον ὄφλημα, Εἶτις μετὰ τὴν τρίτην ἦλθεν, εὐχαρίστως ἑορτασάτω, Εἶτις μετὰ τὴν ἕκτην ἔφθασε, μηδὲν ἀμφιβαλλέτω, καὶ γὰρ οὐδὲν ζημιοῦται, Εἶτις ὑστέρησεν εἰς τὴν ἐννάτην, προσελθέτω, μηδὲν ἐνδοιάζων, Εἶτις εἰς μόνην ἔφθασε τὴν ἑνδεκάτην, μὴ φοβηθῆ τὴν βραδύτητα, φιλότιμος γὰρ ὧν ὁ Δεσπότης, δέχεται τὸν ἔσχατον, καθάπερ καὶ τὸν πρῶτον, Ἀναπαύει τὸν τῆς ἑνδεκάτης, ὡς τὸν ἐργασάμενον ἀπὸ τῆς πρώτης, Καὶ τὸν ὕστερον ἐλεεῖ, καὶ τὸν πρῶτον θεραπεύει, κακείνω δίδωσι, καὶ τούτω χαρίζεται, Καὶ τὰ ἔργα δέχεται, καὶ τὴν γνώμην ἀσπάζεται, Καὶ τὴν πρᾶξιν τιμᾷ, καὶ τὴν πρόθεσιν ἐπαινεῖ, οὐκοῦν εἰσέλθετε πάντες εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου ἡμῶν, καὶ πρῶτοι καὶ δεύτεροι τὸν μισθὸν ἀπολαύετε, Πλούσιοι καὶ πένητες μέτ' ἀλλήλων χορεύσατε, Ἐγκρατεῖς καὶ ῥάθυμοι τὴν ἡμέραν τιμήσατε, Νηστεύσαντες καὶ μὴ νηστεύσαντες, εὐφράνθητε σήμερον, Ἡ τράπεζα γέμει τρυφήσατε πάντες, ὁ μόσχος πολὺς μηδεῖς ἐξέλθη πεινῶν, Πάντες ἀπολαύετε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος, Μηδείς θρηνείτω πενίαν ἐφάνη γὰρ ἡ κοινὴ βασιλεία, Μηδεὶς ὀδυρέσθω πταίσματα, συγγνώμη γὰρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε, Μηδεὶς φοβείσθω θάνατον, ἠλευθέρωσε γὰρ ἡμᾶς τοῦ Σωτῆρος ὁ θάνατος, Ἔσβεσεν αὐτόν, ὑπ' αὐτοῦ κατεχόμενος, Ἐσκύλευσε τὸν Ἅδην, ὁ κατελθὼν εἰς τὸν Ἅδην, Ἐπίκρανεν αὐτόν, γευσάμενον τῆς σαρκὸς αὐτοῦ, καὶ τοῦτο προλαβῶν Ἡσαϊας, ἐβόησεν, ὁ Ἅδης, φησίν, ἐπικράνθη συναντήσας σοὶ κάτω, Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ κατηργήθη Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐνεπαίχθη, Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐνεκρώθη, Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ καθηρέθη, Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐδεσμεύθη, Ἔλαβε σῶμα, καὶ Θεῷ περιέτυχεν, Ἔλαβε γήν, καὶ συνήντησεν οὐρανῶ, Ἔλαβεν, ὅπερ ἔβλεπε, καὶ πέπτωκεν, ὅθεν οὐκ ἔβλεπε, Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον; ποῦ σου Ἅδη τὸ νῖκος; Ἀνέστη Χριστός, καὶ σὺ καταβέβλησαι, Ἀνέστη Χριστὸς καὶ πεπτώκασι δαίμονες, Ἀνέστη Χριστός, καὶ χαίρουσιν Ἄγγελοι, Ἀνέστη Χριστός, καὶ ζωὴ πολιτεύεται Ἀνέστη Χριστός, καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος, Χριστὸς γὰρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο, Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, Ἀμήν.
ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Εἶ τις εὐσεβὴς καὶ φιλόθεος ἀπολαυέτω τῆς καλῆς ταύτης καὶ λαμπρὰς πανηγύρεως, Εἶτις δοῦλος εὐγνώμων, εἰσελθέτω χαίρων εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου αὐτοῦ, Εἶτις ἔκαμε νηστεύων, ἀπολαυέτω νὺν τὸ δηνάριον, Εἶτις ἀπὸ τῆς πρώτης ὥρας εἰργάσατο, δεχέσθω σήμερον τὸ δίκαιον ὄφλημα, Εἶτις μετὰ τὴν τρίτην ἦλθεν, εὐχαρίστως ἑορτασάτω, Εἶτις μετὰ τὴν ἕκτην ἔφθασε, μηδὲν ἀμφιβαλλέτω, καὶ γὰρ οὐδὲν ζημιοῦται, Εἶτις ὑστέρησεν εἰς τὴν ἐννάτην, προσελθέτω, μηδὲν ἐνδοιάζων, Εἶτις εἰς μόνην ἔφθασε τὴν ἑνδεκάτην, μὴ φοβηθῆ τὴν βραδύτητα, φιλότιμος γὰρ ὧν ὁ Δεσπότης, δέχεται τὸν ἔσχατον, καθάπερ καὶ τὸν πρῶτον, Ἀναπαύει τὸν τῆς ἑνδεκάτης, ὡς τὸν ἐργασάμενον ἀπὸ τῆς πρώτης, Καὶ τὸν ὕστερον ἐλεεῖ, καὶ τὸν πρῶτον θεραπεύει, κακείνω δίδωσι, καὶ τούτω χαρίζεται, Καὶ τὰ ἔργα δέχεται, καὶ τὴν γνώμην ἀσπάζεται, Καὶ τὴν πρᾶξιν τιμᾷ, καὶ τὴν πρόθεσιν ἐπαινεῖ, οὐκοῦν εἰσέλθετε πάντες εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου ἡμῶν, καὶ πρῶτοι καὶ δεύτεροι τὸν μισθὸν ἀπολαύετε, Πλούσιοι καὶ πένητες μέτ' ἀλλήλων χορεύσατε, Ἐγκρατεῖς καὶ ῥάθυμοι τὴν ἡμέραν τιμήσατε, Νηστεύσαντες καὶ μὴ νηστεύσαντες, εὐφράνθητε σήμερον, Ἡ τράπεζα γέμει τρυφήσατε πάντες, ὁ μόσχος πολὺς μηδεῖς ἐξέλθη πεινῶν, Πάντες ἀπολαύετε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος, Μηδείς θρηνείτω πενίαν ἐφάνη γὰρ ἡ κοινὴ βασιλεία, Μηδεὶς ὀδυρέσθω πταίσματα, συγγνώμη γὰρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε, Μηδεὶς φοβείσθω θάνατον, ἠλευθέρωσε γὰρ ἡμᾶς τοῦ Σωτῆρος ὁ θάνατος, Ἔσβεσεν αὐτόν, ὑπ' αὐτοῦ κατεχόμενος, Ἐσκύλευσε τὸν Ἅδην, ὁ κατελθὼν εἰς τὸν Ἅδην, Ἐπίκρανεν αὐτόν, γευσάμενον τῆς σαρκὸς αὐτοῦ, καὶ τοῦτο προλαβῶν Ἡσαϊας, ἐβόησεν, ὁ Ἅδης, φησίν, ἐπικράνθη συναντήσας σοὶ κάτω, Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ κατηργήθη Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐνεπαίχθη, Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐνεκρώθη, Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ καθηρέθη, Ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐδεσμεύθη, Ἔλαβε σῶμα, καὶ Θεῷ περιέτυχεν, Ἔλαβε γήν, καὶ συνήντησεν οὐρανῶ, Ἔλαβεν, ὅπερ ἔβλεπε, καὶ πέπτωκεν, ὅθεν οὐκ ἔβλεπε, Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον; ποῦ σου Ἅδη τὸ νῖκος; Ἀνέστη Χριστός, καὶ σὺ καταβέβλησαι, Ἀνέστη Χριστὸς καὶ πεπτώκασι δαίμονες, Ἀνέστη Χριστός, καὶ χαίρουσιν Ἄγγελοι, Ἀνέστη Χριστός, καὶ ζωὴ πολιτεύεται Ἀνέστη Χριστός, καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος, Χριστὸς γὰρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο, Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, Ἀμήν.
ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. Του εν Αγίοις Πατρός ημών Ιωάννου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου.
Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε, αγαπητοί αδελφοί· και πάλιν θα είπω, χαίρετε· ο Κύριος είναι πλησίον μας, καμμία μέριμνα ας μη σας απασχολή. Ο Κύριος ηγέρθη εκ νεκρών και μαζί με Αυτόν και μέγα πλήθος Αγίων. Ας εορτάσωμεν λοιπόν με ευχαρίστησιν, αλλά και με σωφροσύνην. Διότι αυτή αληθώς είναι η ημέρα την οποίαν εδημιούργησεν ο Κύριος. Ας χαρώμεν λοιπόν ψυχικώς και ας ευφρανθώμεν πνευματικώς κατά την ημέραν αυτήν· ας διακηρύξωμεν εις τα πέρατα της οικουμένης την Ανάστασιν του Σωτήρος ημών ή, δια να είπω καλύτερον, την ιδικήν μας σωτηρίαν. Ας διακηρύξωμεν την σημασίαν της ημέρας της σωτηρίας ημών· ας διακηρύξωμεν ανά την οικουμένην την θανάτωσιν του διαβόλου, την αιχμαλωσίαν των ακαθάρτων δαιμόνων, την σωτηρίαν των Χριστιανών, την ανάστασιν των νεκρών. Διότι δια της Αναστάσεως του Χριστού εσβέσθη μεν η γέεννα του πυρός, τελειώνει δε ο ακοίμητος σκώληξ. Ο Άδης συνταράσσεται, ο διάβολος πενθεί, η αμαρτία νεκρούται, τα πονηρά πνεύματα εκδιώκονται, οι άνθρωποι οι οποίοι ζουν επί της γης αναβαίνουσιν ήδη εις τον ουρανόν, οι ευρισκόμενοι εις τον Άδην νεκροί ελευθερώνονται από τα δεσμά του διαβόλου, και ευρισκόμενοι πλησίον του Θεού, λέγουν εις τον διάβολον: Που είναι, θάνατε, η νίκη σου; Που ευρίσκεται, Άδη, το κέντρον σου;
Αίτιος δε της αγίας αυτής εορτής και πανηγύρεως είναι δι΄ ημάς ο Χριστός, ο οποίος είναι ο πρόξενος και όλων των άλλων ιδικών μας καλών. Αυτός μεν μας εδημιούργησε κατ΄ αρχάς και από την ανυπαρξίαν εχάρισεν εις ημάς την ύπαρξιν και την ζωήν· Αυτός και τώρα, ενώ είχομεν χαθή, έσωσεν ημάς, Αυτός, ενώ είμεθα νεκροί, μας εχάρισε την ζωήν· Αυτός ηλευθέρωσεν ημάς από την τυραννίαν του διαβόλου· Αυτός όλους ημάς, οι οποίοι είμεθα υποδουλωμένοι εις την αμαρτίαν, κατέστησεν ελευθέρους, εξαφανίσας το χειρόγραφον της προπατορικής αμαρτίας. Ο Χριστός εξηγόρασεν ημάς από την κατάραν του νόμου, γενόμενος προς χάριν ημών κατάρα. Δια τούτο και έχομεν χρέος να είπωμεν και ημείς: τι θα ανταποδώσωμεν εις τον Κύριον ως αντάλλαγμα δι΄ όλας τας ευεργεσίας τας οποίας έκαμεν εις ημάς; Ενώ είναι Θεός μονογενής, κατεδέχθη να γίνη προς χάριν ημών άνθρωπος και υπήκουσεν εις την εντολήν του Πατρός, ώστε και εις τον θάνατον να παραδοθή, δια να απαλλάξη ημάς από τον αιώνιον θάνατον. Έλαβε την μορφήν και την εμφάνισιν δούλου, ο Κύριος των ανθρώπων και των Αγγέλων· ανθρωπίνην σάρκα έλαβεν ο Θεός Λόγος, και εφαίνετο ως άνθρωπος, ο έχων την ιδίαν μορφήν και την ιδίαν ουσίαν με τον Πατέρα. Και όλα αυτά τα υπέμεινε, δια να ελευθερώση ημάς από την άδικον δουλείαν και να λυτρώση ημάς από την ατιμίαν. Δια τούτο κατεδέχθη να πάθη σαρκικώς Εκείνος, ο οποίος χαρίζει την ζωήν· δι΄ αυτό κατήλθεν ακόμη και εις τον Τάφον η πηγή της αθανασίας, δια να χαρίση εις τους θνητούς την αιώνιον ζωήν. Και ευρίσκετο μεν επί της γης ευεργετών τους ανθρώπους και θεραπεύων τας ασθενείας αυτών, υπό δε των θεομάχων Ιουδαίων ελάμβανεν ως αμοιβήν την αχαριστίαν. Διότι ο μεν Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, από την πολλήν αγαθότητά του, τους λεπρούς εκαθάριζεν, εις τους τυφλούς εχάριζε το φως των οφθαλμών των, τους χωλούς εθεράπευε, τους δαίμονας εξεδίωκε, τον Λάζαρον ήγειρεν εκ του τάφου νεκρόν ήδη από τεσσάρων ημερών, με πέντε άρτους εχόρτασε πέντε χιλιάδας άνδρας, επάνω εις την θάλασσαν επεριπάτησε, το ύδωρ μετέβαλεν εις οίνον, την γυναίκα ήτις είχεν αιμορραγίας εθεράπευσε, την θυγατέρα του αρχισυναγώγου, ενώ είχεν αποθάνει, την επανέφερεν εις την ζωήν και πολλά άλλα μυστήρια ετέλεσε, τα οποία προκαλούν τον θαυμαδμόν ημών, διότι όντως θαύματα είναι. οι δε Ιουδαίοι, παρακινούμενοι από τον φθόνον και την βασκανίαν, άλλοτε μεν ελιθοβόλουν τον Κύριον, άλλοτε απεπειρώντο να τον κατακρημνίσουν, εις το τέλος δε τον ωδήγησαν εις τον σταυρικόν θάνατον. Αλλ΄ ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός δεν εμιμήθη την κακίαν των ασεβών Ιουδαίων· αλλά και τα νώτα του παρέδωσεν, ίνα μαστιγωθούν, ως λέγει ο Προφήτης, και τας σιαγόνας του εις τα ραπίσματα· και το πρόσωπόν του δεν το απέκρυψεν από τους εμπτυσμούς· και εις το τέλος ωδηγήθη εις τον θάνατον, όπως οδηγείται το πρόβατον εις την σφαγήν ή όπως οδηγείται ο αμνός εις εκείνον, ο οποίος θα τον κουρεύση, χωρίς να προβάλη καμμίαν αντίστασιν, χωρίς να είπη ούτε ένα αντίλογον. Ενώ εβλασφημείτο από τους βασανιστάς του, Εκείνος δεν ανταπέδιδε τας βλασφημίας και ενώ εβασανίζετο δεν τους ηπείλει· αλλά παρεδόθη εις τους κριτάς του, δια δικαιοσύνην. Διότι δεν ήλθεν επί της γης δια να τιμωρήση τους απίστους με την πρώτην του αυτήν παρουσίαν, αλλ΄ ηθέλησε με την μακροθυμίαν του και με το παράδειγμα της υπομονής του να οδηγήση τους πεπλανημένους εις την αλήθειαν. Και πρόσεξε δια να βεβαιωθής δια την μεγάλην αγαθότητα και φιλανθρωπίαν του Κυρίου. Οι Ιουδαίοι τον εβλασφήμουν και έλεγον προς Αυτόν· Δαιμόνιον έχεις· και Εκείνος, επειδή ακριβώς ήτο μακρόθυμος, απεδίωκεν από τους ανθρώπους τα δαιμόνια. Οι Ιουδαίοι έπτυον τον Σωτήρα εις το πρόσωπον και Εκείνος εθεράπευε τους τυφλούς των Ιουδαίων. Οι Ιουδαίοι ελιθοβόλουν τον Χριστόν, ο δε Χριστός εχάριζεν εις τους χωλούς αυτών την ικανότητα να τρέχουν ως υγιείς. Και γενικώς ο Κύριος ευεργετούσεν εκείνους, οι οποίοι τον ύβριζον και αντί των κακών εις τους αχαρίστους και μιαρούς εκείνους ανθρώπους εχάριζεν αγαθά. Επειδή δε ηνείχετο με ανεξικακίαν τας ύβρεις των Ιουδαίων, ίσως να ενομίζετο και ως αδύνατος ο δορυφορούμενος υπό των Αγγέλων. Και δια να μη μακρύνωμεν τον λόγον δίδοντες την εντύπωσιν ότι πολυλογούμεν, ας έλθωμεν εις την εξέτασιν των πραγμάτων. Ωδηγήθη τέλος εις τον Σταυρόν και τον θάνατον ο Βασιλεύς της δόξης και εκαρφώθη εις το ξύλον ο δοξολογούμενος υπό των Χερουβίμ και των Σεραφίμ και προσκυνούμενος υπό πασών των επουρανίων Δυνάμεων και των Αγγέλων. Όλα δε αυτά τα υπέφερε με πραότητα και με υπομονήν, παρέχων εις ημάς τύπον και υπογραμμόν και γινόμενος διδάσκαλος της επιεικείας. Δι΄ αυτό λοιπόν και ημείς πρέπει να υπομένωμεν με γενναιότητα όλας τας πικρίας, αι οποίαι προέρχονται από τους κακούς ανθρώπους. Αλλά και όταν εκρεμάσθη εις τον Σταυρόν έδειξεν εις ημάς περισσότερα και μεγαλύτερα θαύματα, μήπως κατ΄ αυτόν τον τρόπον τουλάχιστον καταπαύση την μανίαν των θεομάχων Ιουδαίων, ώστε καμμίαν πρόφασιν να μη ευρίσκουν δια την απιστίαν των μήτε να λέγουν ότι εσταύρωσαν ένα κοινόν άνθρωπον. Εις την αρχήν λοιπόν ο Χριστός ηνέχθη να σταυρωθή και να υψωθή εις τον αέρα, δια να διώξη μακράν τους εις τον αέρα ευρισκομένους δαίμονας· εκρεμάσθη εις το ξύλον, δια να ιατρεύση την αμαρτίαν η οποία πάλαι ποτέ δια του ξύλου έγινεν εις τους ανθρώπους· εκεντήθη δε με την λόγχην εις την πλευράν εξ αιτίας της γυναικός, η οποία επλάσθη από την πλευράν, την οποίαν έλαβεν ο Θεός από τον Αδάμ. Επειδή δηλαδή ο όφις εξηπάτησε την Εύαν, η δε Εύα παρέσυρε τον Αδάμ εις την παράβασιν της θείας εντολής (εξεδόθη δε η απόφασις του Θεού εναντίον και των δύο και εκυριάρχησεν ο θάνατος από του Αδάμ μέχρι του Μωϋσέως και επί εκείνων οι οποίοι δεν ημάρτησαν), δια τούτο πληγώνεται η θεϊκή πλευρά, δια να πληροφορηθώμεν ότι το Πάθος του Χριστού δεν έφερε την σωτηρίαν μόνον εις τους άνδρας, αλλά και εις τας γυναίκας. Διότι πρώτος επλάσθη ο Αδάμ και κατόπιν η Εύα. Και ο Αδάμ μεν δεν εξηπατήθη υπό του όφεως, η Εύα όμως, η οποία εξηπατήθη, αυτή και εγένετο παραβάτις της εντολής του Θεού, θα σωθή όμως δια της τεκνογονίας. Δια ποίας όμως τεκνογονίας, εάν μη δια της τεκνογονίας της Μαρίας; Διότι Αυτή εγέννησε τον Σωτήρα Χριστόν, χωρίς να συνευρεθή με άνδρα, ως μαρτυρεί Ησαϊας ο Προφήτης, λέγων: «Δια τούτο δώσει Κύριος αυτός υμίν σημείον. Ιδού η Παρθένος εν γαστρί λήψεται, και τέξεται υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ» (Ησ. ζ: 14), αλλά με την επισκίασιν του Αγίου Πνεύματος, όπως ανήγγειλεν εις αυτήν Γαβριήλ ο Αρχάγγελος. Δι΄ αυτήν λοιπόν την αιτίαν και η πλευρά του Χριστού επληγώθη, δια να πραγματοποιηθώσι τα προλεχθέντα, και δια να κηρυχθή το μυστήριον του Βαπτίσματος και δια να λάμψη η μέλλουσα Χάρις. Αναβλύζει δηλαδή Ύδωρ και Αίμα από την πλευράν του Χριστού, δια να σβύση το εναντίον ημών χειρόγραφον της αμαρτίας και δια να καθαρισθώμεν δια του Αίματός Του και δια να κερδήσωμεν τον Παράδεισον. Ω πόσον μέγα είναι το μυστήριον τούτο! Μετενόησεν ο ληστής, αλλ΄ εχρειάζετο ύδωρ δια να βαπτισθή. Εις τον Σταυρόν εκρέματο, δεν υπήρχεν άλλος τρόπος Βαπτίσματος, ούτε πηγή, ούτε λίμνη, ούτε βροχή, ούτε και εκείνος ο οποίος θα ετέλει το μυστήριον· διότι όλοι οι μαθηταί, δια τον φόβον των Ιουδαίων, είχον φύγει· αλλά δεν εδυσκολεύθη ο Ιησούς να εύρη ύδωρ, και εις τον Σταυρόν κρεμάμενος εδημιούργησε το απαραίτητον ύδωρ. Επειδή δηλαδή δεν ήτο δυνατόν να εισέλθη ο ληστής εις την Βασιλείαν των ουρανών χωρίς να βαπτισθή, ήτο δε ανάγκη ο μετανοήσας να μη στερηθή και του Βαπτίσματος, ο Σωτήρ ανέβλυσεν Ύδωρ και Αίμα από την πληγωμένην πλευράν του, δια να ελευθερώση τον ληστήν από τα κακά, τα οποία τον εβάρυνον και να αποδείξη ότι το Αίμα Αυτού αποτελεί την σωτηρίαν των ελπιζόντων εις Αυτόν. Διότι εάν το αίμα ταύρων και τράγων και η στάκτη της θυσιαζομένης δαμάλεως ηγίαζε τους ραντιζομένους δι΄ αυτών και έφερεν εις αυτούς την κάθαρσιν της σαρκός, πόσον μάλλον το Αίμα του Σωτήρος ημών Χριστού γίνεται μέσον σωτηρίας όλων ομού των Χριστιανών; Εάν λοιπόν σου είπη κάποιος εκ των απίστων: Διατί εσταυρώθη ο Χριστός; Ειπέ εις αυτόν· δια να σταυρώση τον διάβολον. Και εάν σου είπη: Διατί εσταυρώθη επί ξύλου; Ειπέ εις αυτόν· δια να εξαλείψη την αμαρτίαν η οποία, εις τον Παράδεισον, δια του ξύλου εβάρυνε το γένος των ανθρώπων. Και εάν σου είπη: Διατί εφόρεσε στέφανον εξ ακανθών; Ειπέ εις αυτόν· δια να εκριζώση τας ακάνθας και τους τριβόλους του Αδάμ· διότι εκείνος κατεδικάσθη να στενάζη και να τρέμη και να καλλιεργή ακάνθας και τριβόλους. Ο Ιησούς λοιπόν, επειδή είναι φιλάνθρωπος, και ήθελε να φροντίση δια το ιδικόν του πλάσμα, υπέστη όλα τα παθήματα προς χάριν ημών, δια να ελευθερώση ημάς από την καταδίκην. Όπως δηλαδή εγεννήθη δια γυναικός, δια να εξαλείψη την αμαρτίαν, η οποία δια της γυναικός εβάρυνε τους ανθρώπους, κατά τον ίδιον τρόπον εστεφανώθη με τας ακάνθας, ώστε δια της ιδικής Του υπακοής να κάμη περισσότερον ήμερον την γην, η οποία κακώς εκαλλιεργήθη με τας ακάνθας της παρακοής. Εάν δε σου είπη, διατί έπιεν όξος και χολήν; Ειπέ εις αυτόν· δια να εμέσωμεν ημείς το θανατηφόρον δηλητήριον του δράκοντος, διότι η χολή την οποίαν έπιεν Εκείνος εγλύκανε τον πόνον της ιδικής μου πληγής και το όξος με το οποίον εποτίσθη έγινεν ιδικόν μου φάρμακον. Εάν δε πάλιν σε ερωτήση ο άπιστος, διατί ενεδύθη κοκκίνην χλαμύδα, και διατί εγονάτιζον ενώπιόν Του όσοι τον επλησίαζον, ειπέ εις αυτόν· δια να Τον προσκυνήσουν και χωρίς την θέλησίν των οι Ιουδαίοι και δια να ομολογήσουν την Βασιλείαν Αυτού έστω και χωρίς να το θέλουν επί της γης. Και τότε μεν τον προσεκύνουν χωρίς να γνωρίζουν τι έπραττον· εις δε την μέλλουσαν ανάστασιν όλα τα γένη των επιγείων και των ουρανίων Δυνάμεων και των καταχθονίων θα γονατίσουν ενώπιον Αυτού και πάσα γλώσσα θα ομολογήση ότι υπάρχει Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν (Φιλιπ. β: 10-11, Ρωμ. ιδ: 11, Ησ. με: 23). Έχει δε η χλαμύς εκείνη και άλλην σημασίαν· εσήμαινε δηλαδή όχι μόνον την Βασιλείαν, αλλά και την αιμοβορίαν και την φονικήν μανίαν των Ιουδαίων. Έδωσαν δε και κάλαμον εις την χείρα Του, δια να γραφώσιν δι΄ αυτού αι αμαρτίαι των. Και αυτά μεν έπραττον οι χριστομάχοι, αγνοούντες ποίος ήτο Εκείνος τον οποίον εσταύρωνον, ή μάλλον διότι θεληματικώς είχον τυφλωθή· η κτίσις όμως δεν ηγνόησε τον δημιουργόν και Κύριον αυτής. Διότι όταν ακόμη ο Σωτήρ εκρέματο εις τον Σταυρόν, ο αισθητός ήλιος, ιδών τον Ήλιον της δικαιοσύνης Χριστόν να υβρίζεται υπό των παρανόμων Ιουδαίων, επειδή δεν υπέφερε να βλέπη την αυθάδειαν αυτήν, εκρύφθη και εβύθισεν εις το σκότος την γην, επειδή έκρινεν ότι ήτο απρεπές να συνεργή εις το έγκλημα και να φωτίζη τους οφθαλμούς εκείνων, οι οποίοι διέπραττον την μεγαλυτέραν ασέβειαν. Και όχι μόνον ο ήλιος έκρυψε το φως του, αλλά και η γη εσείετο, αφ΄ ενός μεν μη υποφέρουσα την παρανομίαν, η οποία διεπράττετο, αφ΄ ετέρου δε δεικνύουσα και διδάσκουσα, ότι ο Θεός ήτο ο σταυρούμενος. Δια τούτο και δεν υπέφερε και εστενοχωρείτο φέρουσα επ΄ αυτής τους θεομισήτους Ιουδαίους. Δεν ερρύπανε την γην τόσον πολύ ο Κάϊν όταν εφόνευσε τον αδελφόν του, δεν εβάρυνε την γην τόσον πολύ η ασέβεια των γιγάντων, όταν επεχείρησαν να κατασκευάσουν τον πύργον της Βαβέλ δια να φθάσουν εις τον ουρανόν, δεν την εμόλυναν τόσον πολύ οι Σοδομίται με τας ανοσιουργίας και αισχρουργίας, τας οποίας διέπραττον, ούτε εκείνοι οι οποίοι από αυτήν έπλασαν τα είδωλα· δεν την εστενοχώρησε τόσον πολύ το αίμα του Ζαχαρίου και του Άβελ όταν εχύθη, όσον οι Ιουδαίοι οι οποίοι ετόλμησαν να διαπράξουν το φοβερόν εκείνο ανοσιούργημα. Δια τούτο εσχίζοντο και αι πέτραι, δια να μάθουν ότι Αυτός τον οποίον εκρέμασαν εις τον Σταυρόν είναι η πνευματική και ζώσα Πέτρα. Διότι, ως λέγει η Γραφή, έπινον εκ της πνευματικής πέτρας η δε πέτρα αυτή ήτο ο Χριστός (Α΄ Κορ. ι: 4). Ω της αγνωμοσύνης των Ιουδαίων! Αι πέτραι εσχίσθησαν και αυτοί έμενον αναίσθητοι, τα άψυχα εσείοντο και οι έχοντες ψυχήν δεν επίστευον εις το θαύμα· το καταπέτασμα του ναού εσχίζετο δια να φανή εις το εξής μεγαλυτέρα η ερήμωσις αυτών. Εσχίσθη δηλαδή το καταπέτασμα του ναού και εγυμνώθησαν όλα τα εν τω ναώ δια τον Χριστόν, όστις προείπεν: «Ιδού ο οίκος σας μένει πλέον έρημος» (Ματθ. κγ: 38, Λουκ. ιγ:35). Και πράγματι μετά την θανάτωσιν του Χριστού όλα τα ιερά των Ιουδαίων εγυμνώθησαν και οι Άγγελοι, οι οποίοι έμενον εις την αγίαν πόλιν και εις τον ναόν, έφυγον απ΄ εκεί και ήλθον εις την Εκκλησίαν του Χριστού. Πολλά δε σώματα των κεκοιμημένων Αγίων ανεστήθησαν μαζί με τον Χριστόν, δια να μάθωμεν ημείς ότι ο Χριστός αφού απέθανε δεν ανίσταται μόνος, αλλά ανιστά μαζί του και όλους όσοι πιστεύουν εις Αυτόν. Αυτή είναι, εν συντομία, η σεμνή εορτή του Πάσχα, και αυτά είναι τα μυστήρια των Χριστιανών, περί αναστάσεως νεκρών και αιωνίου ζωής, τα οποία πανηγυρίζομεν. Ας εορτάσωμεν λοιπόν όχι με την ζύμην της κακίας και της πονηρίας, αλλά με τα άζυμα της ειλικρινείας και της αληθείας (Α΄ Κορ. ε: 8), πιστεύοντες εις Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, εις Τριάδα ομοούσιον, άκτιστον· πιστεύοντες εις την Ανάστασιν, πιστεύοντες ότι ο Κύριος θα έλθη και πάλιν επί της γης, όχι όμως με ταπεινότητα, αλλά με δόξαν και λαμπρότητα ουράνιον, μετά φωτεινών Αγγέλων, με σάλπιγγας και με φόβον και με χαράν· χαράν μεν των Αγίων και των δικαίων, φόβον δε των αδίκων και των αμαρτωλών. Ο δε Θεός της ειρήνης θα αξιώση και ημάς όλους της αναστάσεως μετά των Αγίων Του, εάν ευρεθώμεν να έχωμεν πράξει αγαθά έργα, να έχωμεν πίστιν Ορθόδοξον, χάριτι και φιλανθρωπία του μονογενούς Αυτού Υιού, μεθ΄ Ου δόξα, τιμή και προσκύνησις τω Παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ Πνεύματι, νυν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε, αγαπητοί αδελφοί· και πάλιν θα είπω, χαίρετε· ο Κύριος είναι πλησίον μας, καμμία μέριμνα ας μη σας απασχολή. Ο Κύριος ηγέρθη εκ νεκρών και μαζί με Αυτόν και μέγα πλήθος Αγίων. Ας εορτάσωμεν λοιπόν με ευχαρίστησιν, αλλά και με σωφροσύνην. Διότι αυτή αληθώς είναι η ημέρα την οποίαν εδημιούργησεν ο Κύριος. Ας χαρώμεν λοιπόν ψυχικώς και ας ευφρανθώμεν πνευματικώς κατά την ημέραν αυτήν· ας διακηρύξωμεν εις τα πέρατα της οικουμένης την Ανάστασιν του Σωτήρος ημών ή, δια να είπω καλύτερον, την ιδικήν μας σωτηρίαν. Ας διακηρύξωμεν την σημασίαν της ημέρας της σωτηρίας ημών· ας διακηρύξωμεν ανά την οικουμένην την θανάτωσιν του διαβόλου, την αιχμαλωσίαν των ακαθάρτων δαιμόνων, την σωτηρίαν των Χριστιανών, την ανάστασιν των νεκρών. Διότι δια της Αναστάσεως του Χριστού εσβέσθη μεν η γέεννα του πυρός, τελειώνει δε ο ακοίμητος σκώληξ. Ο Άδης συνταράσσεται, ο διάβολος πενθεί, η αμαρτία νεκρούται, τα πονηρά πνεύματα εκδιώκονται, οι άνθρωποι οι οποίοι ζουν επί της γης αναβαίνουσιν ήδη εις τον ουρανόν, οι ευρισκόμενοι εις τον Άδην νεκροί ελευθερώνονται από τα δεσμά του διαβόλου, και ευρισκόμενοι πλησίον του Θεού, λέγουν εις τον διάβολον: Που είναι, θάνατε, η νίκη σου; Που ευρίσκεται, Άδη, το κέντρον σου;
Αίτιος δε της αγίας αυτής εορτής και πανηγύρεως είναι δι΄ ημάς ο Χριστός, ο οποίος είναι ο πρόξενος και όλων των άλλων ιδικών μας καλών. Αυτός μεν μας εδημιούργησε κατ΄ αρχάς και από την ανυπαρξίαν εχάρισεν εις ημάς την ύπαρξιν και την ζωήν· Αυτός και τώρα, ενώ είχομεν χαθή, έσωσεν ημάς, Αυτός, ενώ είμεθα νεκροί, μας εχάρισε την ζωήν· Αυτός ηλευθέρωσεν ημάς από την τυραννίαν του διαβόλου· Αυτός όλους ημάς, οι οποίοι είμεθα υποδουλωμένοι εις την αμαρτίαν, κατέστησεν ελευθέρους, εξαφανίσας το χειρόγραφον της προπατορικής αμαρτίας. Ο Χριστός εξηγόρασεν ημάς από την κατάραν του νόμου, γενόμενος προς χάριν ημών κατάρα. Δια τούτο και έχομεν χρέος να είπωμεν και ημείς: τι θα ανταποδώσωμεν εις τον Κύριον ως αντάλλαγμα δι΄ όλας τας ευεργεσίας τας οποίας έκαμεν εις ημάς; Ενώ είναι Θεός μονογενής, κατεδέχθη να γίνη προς χάριν ημών άνθρωπος και υπήκουσεν εις την εντολήν του Πατρός, ώστε και εις τον θάνατον να παραδοθή, δια να απαλλάξη ημάς από τον αιώνιον θάνατον. Έλαβε την μορφήν και την εμφάνισιν δούλου, ο Κύριος των ανθρώπων και των Αγγέλων· ανθρωπίνην σάρκα έλαβεν ο Θεός Λόγος, και εφαίνετο ως άνθρωπος, ο έχων την ιδίαν μορφήν και την ιδίαν ουσίαν με τον Πατέρα. Και όλα αυτά τα υπέμεινε, δια να ελευθερώση ημάς από την άδικον δουλείαν και να λυτρώση ημάς από την ατιμίαν. Δια τούτο κατεδέχθη να πάθη σαρκικώς Εκείνος, ο οποίος χαρίζει την ζωήν· δι΄ αυτό κατήλθεν ακόμη και εις τον Τάφον η πηγή της αθανασίας, δια να χαρίση εις τους θνητούς την αιώνιον ζωήν. Και ευρίσκετο μεν επί της γης ευεργετών τους ανθρώπους και θεραπεύων τας ασθενείας αυτών, υπό δε των θεομάχων Ιουδαίων ελάμβανεν ως αμοιβήν την αχαριστίαν. Διότι ο μεν Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, από την πολλήν αγαθότητά του, τους λεπρούς εκαθάριζεν, εις τους τυφλούς εχάριζε το φως των οφθαλμών των, τους χωλούς εθεράπευε, τους δαίμονας εξεδίωκε, τον Λάζαρον ήγειρεν εκ του τάφου νεκρόν ήδη από τεσσάρων ημερών, με πέντε άρτους εχόρτασε πέντε χιλιάδας άνδρας, επάνω εις την θάλασσαν επεριπάτησε, το ύδωρ μετέβαλεν εις οίνον, την γυναίκα ήτις είχεν αιμορραγίας εθεράπευσε, την θυγατέρα του αρχισυναγώγου, ενώ είχεν αποθάνει, την επανέφερεν εις την ζωήν και πολλά άλλα μυστήρια ετέλεσε, τα οποία προκαλούν τον θαυμαδμόν ημών, διότι όντως θαύματα είναι. οι δε Ιουδαίοι, παρακινούμενοι από τον φθόνον και την βασκανίαν, άλλοτε μεν ελιθοβόλουν τον Κύριον, άλλοτε απεπειρώντο να τον κατακρημνίσουν, εις το τέλος δε τον ωδήγησαν εις τον σταυρικόν θάνατον. Αλλ΄ ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός δεν εμιμήθη την κακίαν των ασεβών Ιουδαίων· αλλά και τα νώτα του παρέδωσεν, ίνα μαστιγωθούν, ως λέγει ο Προφήτης, και τας σιαγόνας του εις τα ραπίσματα· και το πρόσωπόν του δεν το απέκρυψεν από τους εμπτυσμούς· και εις το τέλος ωδηγήθη εις τον θάνατον, όπως οδηγείται το πρόβατον εις την σφαγήν ή όπως οδηγείται ο αμνός εις εκείνον, ο οποίος θα τον κουρεύση, χωρίς να προβάλη καμμίαν αντίστασιν, χωρίς να είπη ούτε ένα αντίλογον. Ενώ εβλασφημείτο από τους βασανιστάς του, Εκείνος δεν ανταπέδιδε τας βλασφημίας και ενώ εβασανίζετο δεν τους ηπείλει· αλλά παρεδόθη εις τους κριτάς του, δια δικαιοσύνην. Διότι δεν ήλθεν επί της γης δια να τιμωρήση τους απίστους με την πρώτην του αυτήν παρουσίαν, αλλ΄ ηθέλησε με την μακροθυμίαν του και με το παράδειγμα της υπομονής του να οδηγήση τους πεπλανημένους εις την αλήθειαν. Και πρόσεξε δια να βεβαιωθής δια την μεγάλην αγαθότητα και φιλανθρωπίαν του Κυρίου. Οι Ιουδαίοι τον εβλασφήμουν και έλεγον προς Αυτόν· Δαιμόνιον έχεις· και Εκείνος, επειδή ακριβώς ήτο μακρόθυμος, απεδίωκεν από τους ανθρώπους τα δαιμόνια. Οι Ιουδαίοι έπτυον τον Σωτήρα εις το πρόσωπον και Εκείνος εθεράπευε τους τυφλούς των Ιουδαίων. Οι Ιουδαίοι ελιθοβόλουν τον Χριστόν, ο δε Χριστός εχάριζεν εις τους χωλούς αυτών την ικανότητα να τρέχουν ως υγιείς. Και γενικώς ο Κύριος ευεργετούσεν εκείνους, οι οποίοι τον ύβριζον και αντί των κακών εις τους αχαρίστους και μιαρούς εκείνους ανθρώπους εχάριζεν αγαθά. Επειδή δε ηνείχετο με ανεξικακίαν τας ύβρεις των Ιουδαίων, ίσως να ενομίζετο και ως αδύνατος ο δορυφορούμενος υπό των Αγγέλων. Και δια να μη μακρύνωμεν τον λόγον δίδοντες την εντύπωσιν ότι πολυλογούμεν, ας έλθωμεν εις την εξέτασιν των πραγμάτων. Ωδηγήθη τέλος εις τον Σταυρόν και τον θάνατον ο Βασιλεύς της δόξης και εκαρφώθη εις το ξύλον ο δοξολογούμενος υπό των Χερουβίμ και των Σεραφίμ και προσκυνούμενος υπό πασών των επουρανίων Δυνάμεων και των Αγγέλων. Όλα δε αυτά τα υπέφερε με πραότητα και με υπομονήν, παρέχων εις ημάς τύπον και υπογραμμόν και γινόμενος διδάσκαλος της επιεικείας. Δι΄ αυτό λοιπόν και ημείς πρέπει να υπομένωμεν με γενναιότητα όλας τας πικρίας, αι οποίαι προέρχονται από τους κακούς ανθρώπους. Αλλά και όταν εκρεμάσθη εις τον Σταυρόν έδειξεν εις ημάς περισσότερα και μεγαλύτερα θαύματα, μήπως κατ΄ αυτόν τον τρόπον τουλάχιστον καταπαύση την μανίαν των θεομάχων Ιουδαίων, ώστε καμμίαν πρόφασιν να μη ευρίσκουν δια την απιστίαν των μήτε να λέγουν ότι εσταύρωσαν ένα κοινόν άνθρωπον. Εις την αρχήν λοιπόν ο Χριστός ηνέχθη να σταυρωθή και να υψωθή εις τον αέρα, δια να διώξη μακράν τους εις τον αέρα ευρισκομένους δαίμονας· εκρεμάσθη εις το ξύλον, δια να ιατρεύση την αμαρτίαν η οποία πάλαι ποτέ δια του ξύλου έγινεν εις τους ανθρώπους· εκεντήθη δε με την λόγχην εις την πλευράν εξ αιτίας της γυναικός, η οποία επλάσθη από την πλευράν, την οποίαν έλαβεν ο Θεός από τον Αδάμ. Επειδή δηλαδή ο όφις εξηπάτησε την Εύαν, η δε Εύα παρέσυρε τον Αδάμ εις την παράβασιν της θείας εντολής (εξεδόθη δε η απόφασις του Θεού εναντίον και των δύο και εκυριάρχησεν ο θάνατος από του Αδάμ μέχρι του Μωϋσέως και επί εκείνων οι οποίοι δεν ημάρτησαν), δια τούτο πληγώνεται η θεϊκή πλευρά, δια να πληροφορηθώμεν ότι το Πάθος του Χριστού δεν έφερε την σωτηρίαν μόνον εις τους άνδρας, αλλά και εις τας γυναίκας. Διότι πρώτος επλάσθη ο Αδάμ και κατόπιν η Εύα. Και ο Αδάμ μεν δεν εξηπατήθη υπό του όφεως, η Εύα όμως, η οποία εξηπατήθη, αυτή και εγένετο παραβάτις της εντολής του Θεού, θα σωθή όμως δια της τεκνογονίας. Δια ποίας όμως τεκνογονίας, εάν μη δια της τεκνογονίας της Μαρίας; Διότι Αυτή εγέννησε τον Σωτήρα Χριστόν, χωρίς να συνευρεθή με άνδρα, ως μαρτυρεί Ησαϊας ο Προφήτης, λέγων: «Δια τούτο δώσει Κύριος αυτός υμίν σημείον. Ιδού η Παρθένος εν γαστρί λήψεται, και τέξεται υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ» (Ησ. ζ: 14), αλλά με την επισκίασιν του Αγίου Πνεύματος, όπως ανήγγειλεν εις αυτήν Γαβριήλ ο Αρχάγγελος. Δι΄ αυτήν λοιπόν την αιτίαν και η πλευρά του Χριστού επληγώθη, δια να πραγματοποιηθώσι τα προλεχθέντα, και δια να κηρυχθή το μυστήριον του Βαπτίσματος και δια να λάμψη η μέλλουσα Χάρις. Αναβλύζει δηλαδή Ύδωρ και Αίμα από την πλευράν του Χριστού, δια να σβύση το εναντίον ημών χειρόγραφον της αμαρτίας και δια να καθαρισθώμεν δια του Αίματός Του και δια να κερδήσωμεν τον Παράδεισον. Ω πόσον μέγα είναι το μυστήριον τούτο! Μετενόησεν ο ληστής, αλλ΄ εχρειάζετο ύδωρ δια να βαπτισθή. Εις τον Σταυρόν εκρέματο, δεν υπήρχεν άλλος τρόπος Βαπτίσματος, ούτε πηγή, ούτε λίμνη, ούτε βροχή, ούτε και εκείνος ο οποίος θα ετέλει το μυστήριον· διότι όλοι οι μαθηταί, δια τον φόβον των Ιουδαίων, είχον φύγει· αλλά δεν εδυσκολεύθη ο Ιησούς να εύρη ύδωρ, και εις τον Σταυρόν κρεμάμενος εδημιούργησε το απαραίτητον ύδωρ. Επειδή δηλαδή δεν ήτο δυνατόν να εισέλθη ο ληστής εις την Βασιλείαν των ουρανών χωρίς να βαπτισθή, ήτο δε ανάγκη ο μετανοήσας να μη στερηθή και του Βαπτίσματος, ο Σωτήρ ανέβλυσεν Ύδωρ και Αίμα από την πληγωμένην πλευράν του, δια να ελευθερώση τον ληστήν από τα κακά, τα οποία τον εβάρυνον και να αποδείξη ότι το Αίμα Αυτού αποτελεί την σωτηρίαν των ελπιζόντων εις Αυτόν. Διότι εάν το αίμα ταύρων και τράγων και η στάκτη της θυσιαζομένης δαμάλεως ηγίαζε τους ραντιζομένους δι΄ αυτών και έφερεν εις αυτούς την κάθαρσιν της σαρκός, πόσον μάλλον το Αίμα του Σωτήρος ημών Χριστού γίνεται μέσον σωτηρίας όλων ομού των Χριστιανών; Εάν λοιπόν σου είπη κάποιος εκ των απίστων: Διατί εσταυρώθη ο Χριστός; Ειπέ εις αυτόν· δια να σταυρώση τον διάβολον. Και εάν σου είπη: Διατί εσταυρώθη επί ξύλου; Ειπέ εις αυτόν· δια να εξαλείψη την αμαρτίαν η οποία, εις τον Παράδεισον, δια του ξύλου εβάρυνε το γένος των ανθρώπων. Και εάν σου είπη: Διατί εφόρεσε στέφανον εξ ακανθών; Ειπέ εις αυτόν· δια να εκριζώση τας ακάνθας και τους τριβόλους του Αδάμ· διότι εκείνος κατεδικάσθη να στενάζη και να τρέμη και να καλλιεργή ακάνθας και τριβόλους. Ο Ιησούς λοιπόν, επειδή είναι φιλάνθρωπος, και ήθελε να φροντίση δια το ιδικόν του πλάσμα, υπέστη όλα τα παθήματα προς χάριν ημών, δια να ελευθερώση ημάς από την καταδίκην. Όπως δηλαδή εγεννήθη δια γυναικός, δια να εξαλείψη την αμαρτίαν, η οποία δια της γυναικός εβάρυνε τους ανθρώπους, κατά τον ίδιον τρόπον εστεφανώθη με τας ακάνθας, ώστε δια της ιδικής Του υπακοής να κάμη περισσότερον ήμερον την γην, η οποία κακώς εκαλλιεργήθη με τας ακάνθας της παρακοής. Εάν δε σου είπη, διατί έπιεν όξος και χολήν; Ειπέ εις αυτόν· δια να εμέσωμεν ημείς το θανατηφόρον δηλητήριον του δράκοντος, διότι η χολή την οποίαν έπιεν Εκείνος εγλύκανε τον πόνον της ιδικής μου πληγής και το όξος με το οποίον εποτίσθη έγινεν ιδικόν μου φάρμακον. Εάν δε πάλιν σε ερωτήση ο άπιστος, διατί ενεδύθη κοκκίνην χλαμύδα, και διατί εγονάτιζον ενώπιόν Του όσοι τον επλησίαζον, ειπέ εις αυτόν· δια να Τον προσκυνήσουν και χωρίς την θέλησίν των οι Ιουδαίοι και δια να ομολογήσουν την Βασιλείαν Αυτού έστω και χωρίς να το θέλουν επί της γης. Και τότε μεν τον προσεκύνουν χωρίς να γνωρίζουν τι έπραττον· εις δε την μέλλουσαν ανάστασιν όλα τα γένη των επιγείων και των ουρανίων Δυνάμεων και των καταχθονίων θα γονατίσουν ενώπιον Αυτού και πάσα γλώσσα θα ομολογήση ότι υπάρχει Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν (Φιλιπ. β: 10-11, Ρωμ. ιδ: 11, Ησ. με: 23). Έχει δε η χλαμύς εκείνη και άλλην σημασίαν· εσήμαινε δηλαδή όχι μόνον την Βασιλείαν, αλλά και την αιμοβορίαν και την φονικήν μανίαν των Ιουδαίων. Έδωσαν δε και κάλαμον εις την χείρα Του, δια να γραφώσιν δι΄ αυτού αι αμαρτίαι των. Και αυτά μεν έπραττον οι χριστομάχοι, αγνοούντες ποίος ήτο Εκείνος τον οποίον εσταύρωνον, ή μάλλον διότι θεληματικώς είχον τυφλωθή· η κτίσις όμως δεν ηγνόησε τον δημιουργόν και Κύριον αυτής. Διότι όταν ακόμη ο Σωτήρ εκρέματο εις τον Σταυρόν, ο αισθητός ήλιος, ιδών τον Ήλιον της δικαιοσύνης Χριστόν να υβρίζεται υπό των παρανόμων Ιουδαίων, επειδή δεν υπέφερε να βλέπη την αυθάδειαν αυτήν, εκρύφθη και εβύθισεν εις το σκότος την γην, επειδή έκρινεν ότι ήτο απρεπές να συνεργή εις το έγκλημα και να φωτίζη τους οφθαλμούς εκείνων, οι οποίοι διέπραττον την μεγαλυτέραν ασέβειαν. Και όχι μόνον ο ήλιος έκρυψε το φως του, αλλά και η γη εσείετο, αφ΄ ενός μεν μη υποφέρουσα την παρανομίαν, η οποία διεπράττετο, αφ΄ ετέρου δε δεικνύουσα και διδάσκουσα, ότι ο Θεός ήτο ο σταυρούμενος. Δια τούτο και δεν υπέφερε και εστενοχωρείτο φέρουσα επ΄ αυτής τους θεομισήτους Ιουδαίους. Δεν ερρύπανε την γην τόσον πολύ ο Κάϊν όταν εφόνευσε τον αδελφόν του, δεν εβάρυνε την γην τόσον πολύ η ασέβεια των γιγάντων, όταν επεχείρησαν να κατασκευάσουν τον πύργον της Βαβέλ δια να φθάσουν εις τον ουρανόν, δεν την εμόλυναν τόσον πολύ οι Σοδομίται με τας ανοσιουργίας και αισχρουργίας, τας οποίας διέπραττον, ούτε εκείνοι οι οποίοι από αυτήν έπλασαν τα είδωλα· δεν την εστενοχώρησε τόσον πολύ το αίμα του Ζαχαρίου και του Άβελ όταν εχύθη, όσον οι Ιουδαίοι οι οποίοι ετόλμησαν να διαπράξουν το φοβερόν εκείνο ανοσιούργημα. Δια τούτο εσχίζοντο και αι πέτραι, δια να μάθουν ότι Αυτός τον οποίον εκρέμασαν εις τον Σταυρόν είναι η πνευματική και ζώσα Πέτρα. Διότι, ως λέγει η Γραφή, έπινον εκ της πνευματικής πέτρας η δε πέτρα αυτή ήτο ο Χριστός (Α΄ Κορ. ι: 4). Ω της αγνωμοσύνης των Ιουδαίων! Αι πέτραι εσχίσθησαν και αυτοί έμενον αναίσθητοι, τα άψυχα εσείοντο και οι έχοντες ψυχήν δεν επίστευον εις το θαύμα· το καταπέτασμα του ναού εσχίζετο δια να φανή εις το εξής μεγαλυτέρα η ερήμωσις αυτών. Εσχίσθη δηλαδή το καταπέτασμα του ναού και εγυμνώθησαν όλα τα εν τω ναώ δια τον Χριστόν, όστις προείπεν: «Ιδού ο οίκος σας μένει πλέον έρημος» (Ματθ. κγ: 38, Λουκ. ιγ:35). Και πράγματι μετά την θανάτωσιν του Χριστού όλα τα ιερά των Ιουδαίων εγυμνώθησαν και οι Άγγελοι, οι οποίοι έμενον εις την αγίαν πόλιν και εις τον ναόν, έφυγον απ΄ εκεί και ήλθον εις την Εκκλησίαν του Χριστού. Πολλά δε σώματα των κεκοιμημένων Αγίων ανεστήθησαν μαζί με τον Χριστόν, δια να μάθωμεν ημείς ότι ο Χριστός αφού απέθανε δεν ανίσταται μόνος, αλλά ανιστά μαζί του και όλους όσοι πιστεύουν εις Αυτόν. Αυτή είναι, εν συντομία, η σεμνή εορτή του Πάσχα, και αυτά είναι τα μυστήρια των Χριστιανών, περί αναστάσεως νεκρών και αιωνίου ζωής, τα οποία πανηγυρίζομεν. Ας εορτάσωμεν λοιπόν όχι με την ζύμην της κακίας και της πονηρίας, αλλά με τα άζυμα της ειλικρινείας και της αληθείας (Α΄ Κορ. ε: 8), πιστεύοντες εις Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, εις Τριάδα ομοούσιον, άκτιστον· πιστεύοντες εις την Ανάστασιν, πιστεύοντες ότι ο Κύριος θα έλθη και πάλιν επί της γης, όχι όμως με ταπεινότητα, αλλά με δόξαν και λαμπρότητα ουράνιον, μετά φωτεινών Αγγέλων, με σάλπιγγας και με φόβον και με χαράν· χαράν μεν των Αγίων και των δικαίων, φόβον δε των αδίκων και των αμαρτωλών. Ο δε Θεός της ειρήνης θα αξιώση και ημάς όλους της αναστάσεως μετά των Αγίων Του, εάν ευρεθώμεν να έχωμεν πράξει αγαθά έργα, να έχωμεν πίστιν Ορθόδοξον, χάριτι και φιλανθρωπία του μονογενούς Αυτού Υιού, μεθ΄ Ου δόξα, τιμή και προσκύνησις τω Παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ Πνεύματι, νυν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ο Κοσμάς :
5. Γράφει ακόμα ο αγαπητός Misha: Παράθεση:
«Ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ποιμαίνεται ήδη με ράβδο σιδηρά παρά Κυρίου Παντοκράτορος κι ελπίζουμε να μετανοήσει και να σωθεί .
Ο μητρ.Πειραιώς π.Σεραφείμ έκανε πρόσφατη γραπτή δήλωση όπου καταδικάζει τον αιρετικό Παπισμό και τον παναιρετικό Οικουμενισμό
Στην ίδια γραμμή κινείται ο βοηθός επίσκοπος στην Μητρ.Πειραιώς πρώην Ν.Ζηλανδίας π.Ιωσήφ τοσο σε γραπτα κειμενα όσο και στα κηρυγματα του.
ανάλογα φρονήματα έχουν δεκάδες ακόμα επισκόπων».
α. Την μεν περίπτωση του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου δεν θα σχολιάσω, σεβόμενος την ασθένειά του.
β. Για την περίπτωση του Μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ και «δεκάδων ακόμα επισκόπων», που λέει ο αδελφός Misha, ότι έχουν αντιπαπικά φρονήματα, αυτό μπορεί να είναι σωστό. Αυτό όμως δεν σημαίνει τίποτε, αν δεν συνοδεύεται από ορισμένες συνέπειες. Τι να το κάνουμε, αν ένας επίσκοπος έχει αντιπαπικό φρόνημα, όμως δεν εκδηλώνει το φρόνημά του αυτό με έργα; Τι έκαναν οι επίσκοποι αυτοί, για τους οποίους ομιλεί ο Misha , όταν ήρθε ο Πάπας στην Ελλάδα; Σιώπησαν! Όπως σιώπησαν και για την γενομένη «Ένωση των Εκκλησιών» το 1965!
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, στο λόγο του προς Βαβύλα, λέγει, πώς γίνεται να μη κολασθή αυτός που κάνει ότι δεν βλέπει και σιωπά, όταν οι θεϊκοί νόμοι και κανόνες υβρίζονται;
γ. Οι επίσκοποι που δεν παύουν την «κοινωνία» με τους αιρετικούς Λατινόφρονες, είναι και αυτοί αιρετικοί! Από όλους αυτούς, πρέπει να φεύγουν οι πιστοί. Ό άγιος Γερμανός, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, συμβουλεύει τους Κυπρίους Ορθοδόξους, που την εποχή της Φραγκοκρατίας της Κύπρου, οι παπικοί τους πίεζαν να έχουν «κοινωνία» με ιερείς, που υποτάχτηκαν σε Λατίνους επισκόπους:
«Εξορκίζω όλους τους λαϊκούς, που κατοικούν στην Κύπρο, όσοι είστε γνήσια τέκνα της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, να φεύγετε ολοταχώς από τους ιερείς, που υπέπεσαν στην υποταγή στους Λατίνους, και μήτε σε εκκλησία (που αυτοί λειτουργούν) να συγκεντρώνεστε μαζί τους, μήτε να παίρνετε οποιαδήποτε ευλογία από τα χέρια τους. Είναι καλύτερα να προσεύχεστε στο Θεό στα σπίτια σας μόνοι σας, παρά να συγκεντρώνεστε στην εκκλησία μαζί με τους Λατινόφρονες (ιερείς και αρχιερείς). Ει δ΄ άλλως θα υποστήτε την ίδια κόλαση με αυτούς» ( P.G. 140, 620)!!!!
5. Γράφει ακόμα ο αγαπητός Misha: Παράθεση:
«Ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ποιμαίνεται ήδη με ράβδο σιδηρά παρά Κυρίου Παντοκράτορος κι ελπίζουμε να μετανοήσει και να σωθεί .
Ο μητρ.Πειραιώς π.Σεραφείμ έκανε πρόσφατη γραπτή δήλωση όπου καταδικάζει τον αιρετικό Παπισμό και τον παναιρετικό Οικουμενισμό
Στην ίδια γραμμή κινείται ο βοηθός επίσκοπος στην Μητρ.Πειραιώς πρώην Ν.Ζηλανδίας π.Ιωσήφ τοσο σε γραπτα κειμενα όσο και στα κηρυγματα του.
ανάλογα φρονήματα έχουν δεκάδες ακόμα επισκόπων».
α. Την μεν περίπτωση του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου δεν θα σχολιάσω, σεβόμενος την ασθένειά του.
β. Για την περίπτωση του Μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ και «δεκάδων ακόμα επισκόπων», που λέει ο αδελφός Misha, ότι έχουν αντιπαπικά φρονήματα, αυτό μπορεί να είναι σωστό. Αυτό όμως δεν σημαίνει τίποτε, αν δεν συνοδεύεται από ορισμένες συνέπειες. Τι να το κάνουμε, αν ένας επίσκοπος έχει αντιπαπικό φρόνημα, όμως δεν εκδηλώνει το φρόνημά του αυτό με έργα; Τι έκαναν οι επίσκοποι αυτοί, για τους οποίους ομιλεί ο Misha , όταν ήρθε ο Πάπας στην Ελλάδα; Σιώπησαν! Όπως σιώπησαν και για την γενομένη «Ένωση των Εκκλησιών» το 1965!
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, στο λόγο του προς Βαβύλα, λέγει, πώς γίνεται να μη κολασθή αυτός που κάνει ότι δεν βλέπει και σιωπά, όταν οι θεϊκοί νόμοι και κανόνες υβρίζονται;
γ. Οι επίσκοποι που δεν παύουν την «κοινωνία» με τους αιρετικούς Λατινόφρονες, είναι και αυτοί αιρετικοί! Από όλους αυτούς, πρέπει να φεύγουν οι πιστοί. Ό άγιος Γερμανός, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, συμβουλεύει τους Κυπρίους Ορθοδόξους, που την εποχή της Φραγκοκρατίας της Κύπρου, οι παπικοί τους πίεζαν να έχουν «κοινωνία» με ιερείς, που υποτάχτηκαν σε Λατίνους επισκόπους:
«Εξορκίζω όλους τους λαϊκούς, που κατοικούν στην Κύπρο, όσοι είστε γνήσια τέκνα της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, να φεύγετε ολοταχώς από τους ιερείς, που υπέπεσαν στην υποταγή στους Λατίνους, και μήτε σε εκκλησία (που αυτοί λειτουργούν) να συγκεντρώνεστε μαζί τους, μήτε να παίρνετε οποιαδήποτε ευλογία από τα χέρια τους. Είναι καλύτερα να προσεύχεστε στο Θεό στα σπίτια σας μόνοι σας, παρά να συγκεντρώνεστε στην εκκλησία μαζί με τους Λατινόφρονες (ιερείς και αρχιερείς). Ει δ΄ άλλως θα υποστήτε την ίδια κόλαση με αυτούς» ( P.G. 140, 620)!!!!
Κύριε Διευθυντά,
http://orthodox-voice.blogspot.gr/2013/05/blog-post_9260.html#more
Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ Χριστὸς προσευχόμενος στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆς παρακάλεσε τὸν Πατέρα Θεὸ (Ἰωάν. ιζ´ 21): «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν»• καὶ αὐτὸ οἱ Οἰκουμενισταὶ τὸ κάνανε λάβαρο καὶ σημαία γιὰ τὴν ἐπιφανειακή, περιφερειακή καὶ ἄνευ οὐσίας ἕνωση τῶν αἱρετικῶν, παπικῶν, μονοφυσιτῶν καὶ προτεσταντῶν μετὰ τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων χωρὶς νὰ μπαίνουν στὸ βαθύτερο νόημα καὶ στὴν οὐσία τῆς προσευχῆς αὐτῆς, γιὰ νὰ πετύχουν τὸν σκοπό τους. Περικόβουν τὶς φράσεις, γιὰ νὰ μὴ ἀποδίδουν τὸ ὁλοκληρωμένο νόημα καὶ νὰ δίδουν τὴν κατεύθυνση, ποὺ αὐτοὶ θέλουν.
Γιατὶ ὁ Χριστὸς συνεχίζει μετὰ τὸ «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν, καθὼς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ ὅτι σύ με ἀπέστειλας».
Πῶς οἱ μαθηταὶ καὶ ὅλοι οἱ ὀπαδοί του θὰ εἶναι «ἕν»; Σὲ τί ἦταν ὁ Πατέρας ἕνα μὲ τὸν Χριστὸν καὶ Υἱόν του; Ὁπωσδήποτε ἦταν ὁμοούσιος τῷ Πατρί, ὡς πρὸς τὴν οὐσίαν, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς (Ἰωάν. ι´ 30) εἶχε πεῖ: «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμέν». Θεὸς ὁ Πατήρ, Θεὸς καὶ ὁ Υἱός, Θεὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι, μαθηταὶ καὶ ὀπαδοί του δὲν εἶναι θεοί, γιὰ νὰ εἶναι ἕν κατὰ τὴν οὐσία. Ἄρα κάτι ἄλλο θὰ πρέπει νὰ ἀναζητήσουμε. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δίνει τὴν ἀπάντησι γράφοντας:
— Ρωμ. ιε´ 5,6: «Ὁ δὲ Θὲος τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως, δῴη ὑμῖν τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν, ἵνα ὁμοθυμαδὸν ἐν ἑνὶ στόματι δοξάζητε τὸν Θεὸν καὶ Πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».
— Ρωμ. ιβ´ 16: «Τὸ αὐτὸ εἰς ἀλλήλους φρονοῦντες».
— Α´ Κορ. α´ 10–13: «Παρακαλῶ δὲ ἡμᾶς ἀδελφοί, διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ …Μεμέρισται Χριστός;».
— Β´ Κορ. στ´ 14: «Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις…» Καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες θεωροῦσαν τοὺς αἱρετικοὺς χειροτέρους τῶν ἀπίστων.
— Ἐφεσ. δ´ 11–13: «Καὶ αὐτὸς ἔδωκεν τοὺς μὲν Ἀποστόλους… μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν Ἑνότητα τῆς Πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ…».
Γιὰ νὰ εἴμαστε μεταξύ μας ἑνωμένοι καὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὸν Πατέρα Tου καὶ ἀληθινὸ Θεὸ τί χρειάζεται; Ὁ Aπ. Παῦλος μᾶς λέει κατὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ. «Τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις», ποὺ σημαίνει νὰ ἔχομε τὸ ἴδιο φρόνημα, τὴν ἴδια διδασκαλία, τὴν ἴδια πίστη γιὰ τὸν Χριστό. Γιατί; Γιὰ νὰ δοξάζουμε ὅλοι μαζί καὶ μὲ ἕνα στόμα, μὲ τοὺς ἴδιους ὕμνους τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τί σημαίνει «Ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες»; Δὲν σημαίνει νὰ λέμε καὶ νὰ ὁμολογοῦμε τὴν ἴδια πίστι, τὴν ἴδια διδασκαλία, γιὰ νὰ μὴ ὑπάρχουν διχογνωμίες, διχοστασίες, ἔριδες καὶ σχίσματα μὲ κατάληξι τὴν αἵρεσι καὶ διαίρεσι τῆς Ἐκκλησίας; Δὲν θὰ πρέπει νὰ εἴμεθα ἐνημερωμένοι καὶ πλήρως κατηρτισμένοι γιὰ τὴν πίστι μας καὶ νὰ ἔχομε τὴν ἴδια πίστι καὶ διδασκαλία στὸ μυαλὸ μας καὶ τή γνώμη μας; Μήπως ὁ Χριστὸς ἄλλα ἔλεγε τὴ μιὰ φορὰ καὶ τὰ ἄκρα ἀντίθετα τὴν ἄλλη; Μεμέρισται Χριστός, γιὰ νὰ πιστεύουμε, ἄλλα οἱ μὲν καὶ ἄλλα οἱ δέ: Ὁ Χριστὸς ΜΙΑ Διδασκαλία μᾶς ἄφησε, ἀφοῦ (Ἐφεσ. δ´ 5) εἶναι: «Εἷς Κύριος, μία Πίστις, ἕν Βάπτισμα» καὶ μία Ἀλήθεια μᾶς ἄφησε, ποὺ ὑπάρχει (Ἰούδα α´ 3): «…τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ τοῖς Ἁγίοις πίστει». Φανταστεῖτε νὰ μὴ ὑπῆρχε πλήρης ἁρμονία στὰ πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ νὰ ὑπῆρχαν διαφωνίες. Σίγουρα θὰ καταστρεφόταν τὸ Σύμπαν. Ἄρα ἡ ἑνότητα τῆς «Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας» βρίσκεται στὴν «Ἑνότητα τῆς Πίστεως» καὶ στὴν βαθιὰ καὶ ἀκριβῆ (Ὀρθὴ) γνῶσι τῆς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Ὑπάρχει ἑνότητα στὴν πίστι; Ἔχομε ὅλοι τὴν ἴδια πίστι; Φυσικὰ καὶ ἔχομε, ὅταν δὲν ὑπάρχουν διχογνωμίες, διχοστασίες, ἔριδες, σχίσματα καὶ αἱρέσεις. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καταδίκασε τοὺς ἀμετανοήτους αἱρετικοὺς καὶ τοὺς ἀπέκοψε ἀπὸ τὸ Σῶμα της. Δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν γιὰ τὸ ἴδιο θέμα δύο Ἀλήθειες, ὅταν ὁ Χριστὸς ἀποκαλύπτει ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται μόνο ἐκ τοῦ Πατρός. Δὲν μπορεῖ νὰ πιστεύουν στὴν μία φύσι, τὴν θεϊκὴ οἱ μονοφυσίτες καὶ σὲ δύο ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι. Μία εἶναι ἡ ἀλήθεια. Δὲν μπορεῖ ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη νὰ ἔδωσε τὴν ἱερωσύνη στοὺς ἄνδρες, στὸν Ἀαρὼν καὶ Μελχισεδὲκ καὶ ὁ Χριστὸς στοὺς μαθητὲς Του καὶ οἱ Διαμαρτυρόμενοι νὰ τὴν δίνουν καὶ στὶς γυναῖκες καὶ μάλιστα λεσβίες καθὼς καὶ στοὺς ὁμοφυλόφιλους.
Δὲν διαφωνοῦν μόνο μὲ ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους, ἀλλὰ μὲ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ καὶ τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ὄχι μόνο σὲ αὐτά, ἀλλὰ καὶ σὲ πλεῖστα ἄλλα θέματα. Ἀφοῦ δὲν εἶναι ἑνωμένοι μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἁγία Τριάδα πῶς μπορεῖ νὰ ἑνωθοῦν πραγματικὰ μὲ ἐμᾶς; Μήπως ἕνωσι τοῦ τύπου τῆς Λυὼν (1274) καὶ Φερράρας – Φλωρεντίας (1438 – 1439); Χωρὶς μετάνοια καὶ ἀποβολὴ ὅλων τῶν αἱρετικῶν τους πλανῶν Ἕνωσι τέτοιου εἴδους δὲν πρέπει κατ᾽ οὐδένα τρόπον νὰ τὴν δεχτοῦμε, γιατὶ ὁ βρώμικος, ὁ ἀκάθαρτος καὶ ἀσθενὴς δὲν κινδυνεύει ἀπὸ τὸν καθαρὸ καὶ ὑγιῆ. Ἀντιθέτως μάλιστα ὁ καθαρὸς καὶ ὑγιὴς κινδυνεύει ἀπὸ τὸν ἀκάθαρτο καὶ ἀσθενῆ.
Γιατὶ οἱ προκαθήμενοί μας δὲν ἀκοῦν τὴν συμβουλὴ τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη, ποὺ εἶπε γιὰ κάθε αἱρετικὸ (Β´ Ἰωαν. 10–11): «…μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς τὴν οἰκίαν καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγητε• ὁ γὰρ λέγων χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς»: Τέτοιου εἴδους ἕνωσι, ποὺ ὀνειρεύονται, δὲν τὴν θέλει καὶ οὔτε τὴν
δέχεται καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Σίγουρα ματαιοπονοῦν, γιατὶ ὁ Θεὸς (Γαλ. στ´7) «οὖ μυκτηρίζεται». Ἐμεῖς θὰ τὴν δεχτοῦμε;
Μετὰ τιμῆς
Παναγιώτης Ράπτης
Φιλιππιάδα
«Ο.Τ.»
Στὸν Σταυρὸ καὶ τὸν Ληστὴ
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
1.-. Σήμερα ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς βρίσκεται πάνω στὸ σταυρὸ καὶ ἐμεῖς ἑορτάζουμε, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ὁ σταυρὸς εἶναι ἑορτὴ καὶ πανήγυρη πνευματική. Γιατί προηγουμένως ὁ σταυρὸς ἦταν ἡ λέξη ποὺ σήμαινε καταδίκη, τώρα ὅμως ἔγινε ἀντικείμενο τιμῆς. Προηγουμένως ἦταν σύμβολο καταδίκης, τώρα ὅμως εἶναι ἡ προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας. Γιατί αὐτὸς ὁ σταυρὸς μᾶς προξένησε ἄπειρα ἀγαθά, αὐτὸς μᾶς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας, αὐτὸς μᾶς φώτισε ἐνῶ ζούσαμε μέσα στὸ σκοτάδι, αὐτὸς μᾶς συμφιλίωσε μὲ τὸν Θεό, ἐνῶ εἴχαμε γίνει ἐχθροί του, αὐτὸς μᾶς ἔκανε φίλους του, ἐνῶ εἴχαμε ἀποξενωθεῖ ἀπ’ Αὐτόν, αὐτὸς μᾶς ἔφερε κοντὰ στὸν Θεό, ἐνῶ ἤμαστε μακριά Του.
Αὐτὸς ἐξαφάνισε τὴν ἔχθρα, αὐτὸς ἐξασφάλισε τὴν εἰρήνη, αὐτὸς ἔγινε γιὰ μᾶς θησαυροφυλάκιο ἀπείρων ἀγαθῶν. Ἐξαιτίας του δὲν περιπλανιόμαστε πιὰ στὶς ἐρήμους, γιατί γνωρίσαμε τὸν ἀληθινὸ δρόμο. Δὲν ζοῦμε πιὰ ἔξω ἀπὸ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, γιατί βρήκαμε τὴν εἴσοδό της.
Δὲν φοβόμαστε πιὰ τὰ πυρωμένα βέλη τοῦ διαβόλου, γιατί εἴδαμε τὴν πηγή. Χάρη σ’ αὐτὸν δὲν βρισκόμαστε πιὰ σὲ χηρεία, γιατί ἀποκτήσαμε τὸ Νυμφίο. Δὲν φοβόμαστε τὸ λύκο, γιατί ἔχουμε τὸν καλὸ Ποιμένα. Γιατί λέγει ὁ Χριστός: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ ποιμένας ὁ καλὸς»1.
Χάρη σ’ αὐτὸν δὲν τρέμουμε τὸν τύραννο, γιατί εἴμαστε κοντὰ στὸν Βασιλιά. Γι’ αὐτὸ ἑορτάζουμε καὶ τιμοῦμε τὸ σταυρό. Ἔτσι παράγγειλε καὶ ὁ Παῦλος νὰ ἑορτάζουμε τὸ σταυρό. Διότι λέγει: «Ἂς ἑορτάζουμε ὄχι μὲ τὴν παλιὰ ζύμη, ἀλλὰ μὲ ἄζυμα εἰλικρίνειας καὶ ἀλήθειας»2. Ἔπειτα, ἀφοῦ πρόσθεσε τὴν αἰτία, συνέχισε; «Γιατί τὸ Πάσχα τὸ δικό μας εἶναι ὁ Χριστός, ποὺ θυσιάσθηκε γιὰ τὴ σωτηρία μας»3.
Βλέπεις γιατί παραγγέλλει νὰ ἑορτάζουμε τὸν σταυρό; Γιατί...
ἐπάνω στὸν σταυρὸ θυσιάσθηκε ὁ Χριστός. Καὶ ὅπου γίνεται θυσία, ἐκεῖ ἐξαφανίζονται τὰ ἁμαρτήματα, ἐκεῖ γίνεται συμφιλίωση μὲ τὸν Κύριο, ἐκεῖ γίνεται ἑορτὴ καὶ χαρά. «Τὸ Πάσχα, τὸ δικό μας εἶναι ὁ Χριστός, ποὺ θυσιάσθηκε γιά μας». Καὶ πές μου, ποῦ θυσιάσθηκε; Πάνω σὲ σταυρὸ ποὺ στήθηκε ψηλά. Εἶναι καινούριο τὸ θυσιαστήριο αὐτῆς τῆς θυσίας, ἐπειδὴ καὶ ἡ θυσία εἶναι καινούρια καὶ ἀξιοθαύμαστη. Γιατί ὁ Ἴδιος ἦταν καὶ θύμα καὶ ἱερέας. Θύμα, κατὰ τὸ σῶμα Του, καὶ Ἱερέας, κατὰ τὴν πνευματική του φύση. Ὁ Ἴδιος καὶ πρόσφερε τὴ θυσία καὶ προσφερόταν σωματικά.
Ἄκουσε λοιπὸν πῶς μᾶς φανέρωσε ὁ Παῦλος αὐτὰ τὰ δύο. «Κάθε ἀρχιερέας», λέγει, «ξεχωρίζεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ γίνεται ἀρχιερέας γιὰ τὴν ὠφέλεια τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἦταν ἀνάγκη νὰ ἔχει καὶ ὁ Χριστὸς κάτι ποὺ νὰ τὸ προσφέρει σὰν θυσία. Καὶ πρόσφερε αὐτὸς τὸν ἑαυτὸ του»4. Καὶ ἀλλοῦ λέγει, ὅτι «Ὁ Χριστὸς ποὺ θυσιάσθηκε μία φορὰ γιὰ νὰ βαστάξει πάνω του τὶς ἁμαρτίες τῶν πολλῶν, θὰ φανεῖ σ’ ἐκείνους ποὺ τὸν περιμένουν γιὰ νὰ τοὺς σώσει»5. Νά, στὴ μία περίπτωση θυσιάσθηκε, ἐνῶ στὴν ἄλλη θυσίασε τὸν Ἑαυτό του. Εἶδες πὼς ἔγινε καὶ θύμα καὶ Ἱερέας, καὶ πῶς ὁ σταυρὸς ἦταν θυσιαστήριο;
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο, θὰ πεῖ κάποιος, δὲν ἔγινε ἡ θυσία του μέσα στὸ ναό, ἀλλὰ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὰ τείχη; Γιὰ νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ προφητεία ποὺ ἔλεγε: «Τὸν λογάριασαν ἀνάμεσα στοὺς κακούργους»6. Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο, σφάζεται πάνω σὲ σταυρὸ ποὺ στήθηκε ψηλὰ καὶ ὄχι κάτω ἀπὸ στέγη; Γιὰ νὰ καθαρίσει τὴν ἀτμόσφαιρα, γι’ αὐτὸ θυσιάσθηκε ψηλά, χωρὶς νὰ ὑπάρχει ἀπὸ πάνω Του στέγη, ἀλλὰ ὁ οὐρανός. Καθαριζόταν λοιπὸν ἡ ἀτμόσφαιρα, ἐπειδὴ θυσιαζόταν ψηλὰ τὸ πρόβατο. Καθαριζόταν ὅμως καὶ ἡ γῆ, ἐπειδὴ ἔσταζε πάνω της τὸ αἷμα ἀπὸ τὴν πλευρά Του. Γι’ αὐτὸ δὲν θυσιάσθηκε κάτω ἀπὸ στέγη, γι’ αὐτὸ δὲν θυσιάσθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἰουδαίων, γιὰ νὰ μὴ νομίσεις ὅτι Αὐτός προσφέρεται γιὰ χάρη μόνο τοῦ ἰουδαϊκοῦ ἔθνους. Γι’ αὐτὸ θυσιάσθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὰ τείχη, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ἡ θυσία ἔγινε γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅτι ἡ προσφορὰ ἔγινε γιὰ ὅλη τὴ γῆ, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ὁ καθαρμὸς εἶναι γενικὸς καὶ ὄχι μερικός, ὅπως γινόταν στοὺς Ἰουδαίους.
Γι’ αὐτὸ παράγγειλε ὁ Θεὸς στοὺς Ἰουδαίους ν’ ἀφήσουν ὅλη τὴ γῆ καὶ σ’ ἕνα τόπο νὰ προσφέρουν τὶς θυσίες τους καὶ νὰ προσεύχονται, ἐπειδὴ ὅλη ἡ γῆ ἦταν ἀκάθαρτη, ἐπειδὴ ὑπῆρχαν πάνω της καπνὸς καὶ μυρωδιὰ ψημένων κρεάτων καὶ ὅλες οἱ ἄλλες ἀκαθαρσίες ἀπὸ τὶς εἰδωλολατρικὲς θυσίες. Γιὰ μᾶς ὅμως, ἀπὸ τότε ποὺ ἦρθε ὁ Χριστὸς καὶ καθάρισε ὅλη τὴν οἰκουμένη, ὅλος ὁ τόπος ἔγινε τόπος προσευχῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος μὲ πεποίθηση συμβούλευε νὰ προσευχόμαστε χωρὶς φόβο παντοῦ, λέγοντας τὰ ἑξῆς: «Θέλω νὰ προσεύχονται οἱ ἄνδρες σὲ κάθε τόπο καὶ νὰ σηκώνουν πρὸς τὸν οὐρανὸ καθαρὰ χέρια»7. Εἶδες πῶς καθαρίσθηκε ἡ οἰκουμένη; Ἀπὸ τὸν τόπο τῆς θυσίας Του λοιπὸν, μποροῦμε παντοῦ νὰ ὑψώνουμε πρὸς τὸν οὐρανὸ χέρια καθαρά, γιατί ὅλη ἡ γῆ ἁγιάσθηκε καὶ ἔγινε ἁγιότερη ἀπὸ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Γιατί ἐκεῖ θυσιάσθηκε πρόβατο ποὺ δὲν εἶχε λογικό, ἐδῶ ὅμως Πρόβατο πνευματικό. Καὶ ὅσο πιὸ μεγάλη εἶναι ἡ θυσία, τόσο πιὸ πολὺς εἶναι καὶ ὁ ἁγιασμός. Γι’ αὐτὸ ἑορτάζουμε τὸν σταυρό.
2.-. Θέλεις νὰ μάθεις καὶ ἄλλο κατόρθωμα τοῦ σταυροῦ; Τὸν παράδεισο μᾶς ἄνοιξε σήμερα, ποὺ ἦταν κλεισμένος περισσότερο ἀπὸ πέντε χιλιάδες χρόνια8. Γιατί αὐτὴ τὴν ἡμέρα, αὐτὴ τὴν ὥρα ἔβαλε μέσα στὸν παράδεισο τὸν ληστὴ ὁ Θεὸς καὶ ἔκαμε δύο κατορθώματα• τὸ πρῶτο, ὅτι ἄνοιξε τὸν παράδεισο, καὶ τὸ δεύτερο, ὅτι ἔβαλε μέσα τὸν ληστή. Σήμερα μᾶς ἔδωσε πάλι τὴν παλιὰ πατρίδα μας, σήμερα μᾶς ἔφερε πάλι στὴν πόλη τῶν προγόνων μας καὶ χάρισε κατοικία σ’ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Γιατί εἶπε ὁ Χριστός: «Σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο»9. Τί λέγεις; Σταυρώθηκες καὶ καρφώθηκες καὶ ὑπόσχεσαι παράδεισο; Ναί, λέγει, γιὰ νὰ μάθεις καλὰ τὴ δύναμη ποὺ ἔχω ἐπάνω στὸν σταυρό. Ἐπειδὴ, δηλαδὴ, τὸ γεγονὸς ἦταν λυπηρό, γιὰ νὰ μὴ προσέξεις στὴν σταύρωση, ἀλλὰ γιὰ νὰ μάθεις τὴ δύναμη τοῦ Σταυρωμένου, ἐπάνω στὸν σταυρὸ κάνει αὐτὸ τὸ θαῦμα, ποὺ δείχνει ἰδιαίτερα τὴ δύναμή Του. Γιατί ὄχι ὅταν ἀνέστησε νεκρό, οὔτε ὅταν ἐπιτίμησε τὴ θάλασσα καὶ τοὺς ἀνέμους, οὔτε ὅταν ἀπομάκρυνε τοὺς δαίμονες, ἀλλὰ ὅταν τὸν σταύρωναν, ὅταν τὸν κάρφωναν, ὅταν τὸν εἰρωνεύονταν, ὅταν τὸν κακολογοῦσαν κατόρθωσε ν’ ἀλλάξει τὴν πονηρὴ σκέψη τοῦ ληστῆ, γιὰ νὰ δεῖς τὴ δύναμή Του καὶ ἀπὸ τὶς δυό πλευρές. Καὶ ὁλόκληρη τὴν κτίση δηλαδὴ συγκλόνισε, καὶ τὶς πέτρες ράγισε, καὶ τὴν ψυχὴ τοῦ ληστῆ, ποὺ ἦταν πιὸ ἀναίσθητη ἀπὸ τὴν πέτρα, τὴ συγκίνησε καὶ τὴν τίμησε.
«Γιατί, σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο», λέγει. Ἂν καὶ τὰ Χερουβεὶμ φρουροῦσαν τὸν παράδεισο, αὐτὸς ὅμως ἦταν κύριος καὶ τῶν Χερουβείμ. Ἐκεῖ περιφέρεται πύρινη ρομφαία, ἀλλ’ Αὐτὸς ἔχει ἐξουσία πάνω στὴ φλόγα καὶ τὴν κόλαση καὶ τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο. Ἂν καὶ κανεὶς βασιλιὰς δὲ θὰ μποροῦσε ποτὲ ν’ ἀνεχθεῖ κάποιο ληστὴ ἢ κάποιον ἄλλον ἄνθρωπο νὰ καθίσει κοντά του καὶ νὰ τὸν φέρει ἔτσι μέσα σὲ κάποια πόλη. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τὸ ἔκαμε αὐτὸ καί, καθὼς μπαίνει μέσα στὴν ἱερὴ πατρίδα, φέρει μαζί Του τὸν ληστή, ὄχι γιατί περιφρονοῦσε τὸν παράδεισο, ὄχι γιὰ νὰ τὸν προσβάλει μὲ τὴν παρουσία τοῦ ληστῆ, ἀλλὰ μᾶλλον γιὰ νὰ τὸν τιμήσει. Γιατί αὐτὸ ἦταν τιμὴ γιὰ τὸν παράδεισο, νὰ ἔχει δηλαδὴ τέτοιον κύριο, ποὺ ἔκαμε καὶ τὸν ληστὴ ἄξιο ν’ ἀπολαύσει τὸν παράδεισο. Καὶ ὅταν ἔβαλε τελῶνες καὶ πόρνες στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, δὲν τὸ ἔκαμε γιατί ἤθελε νὰ τὴν περιφρονήσει, ἀλλὰ περισσότερο τὴν τιμοῦσε, ἀποδεικνύοντας ὅτι τέτοιος εἶναι ὁ Κύριος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ποὺ κάνει καὶ πόρνες καὶ τελῶνες τόσο ἐκλεκτούς, ὥστε ν’ ἀποδειχθοῦν ἄξιοι γιὰ τὴν τιμὴ καὶ τὴν εὐεργεσία αὐτή. Ὅπως δηλαδὴ θαυμάζουμε πάρα πολὺ ἕναν ἰατρὸ τότε, ὅταν τὸν δοῦμε νὰ θεραπεύει καὶ νὰ ἐπαναφέρει τὴν ὑγεία σ’ ἀνθρώπους ποὺ ἔπασχαν ἀπὸ ἀνίατες ἀσθένειες, ἔτσι εἶναι δίκαιο νὰ θαυμάζουμε καὶ τὸ Χριστό, ὅταν θεραπεύει ἀνίατα τραύματα, ὅταν ξαναδίνει σὲ τελώνη καὶ πόρνη τόση ὑγεία, ὥστε ν’ ἀποδειχθοῦν ἄξιοι γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Καὶ τί τὸ σπουδαῖο ἔκαμε ὁ ληστής, θὰ πεῖ κάποιος, γιὰ νὰ κερδίσει τὸν παράδεισο μετὰ τὴ σταύρωσή του; Θέλεις νὰ σοῦ πῶ σύντομα τὸ κατόρθωμά του; Ὅταν ὁ Πέτρος τὸν ἀρνήθηκε χωρὶς νὰ εἶναι στὸν σταυρό, τότε ἐκεῖνος τὸν πίστεψε καθὼς ἦταν ἐπάνω στὸν σταυρό. Καὶ δὲν τὰ λέγω αὐτὰ γιὰ νὰ κατηγορήσω τὸν Πέτρο, μακριὰ μιά τέτοια σκέψη, ἀλλὰ γιατί θέλω νὰ δείξω τὴ μεγαλοψυχία τοῦ ληστῆ. Ὁ μαθητὴς δὲν ἄντεξε τὴν ἀπειλὴ ἑνὸς ἀσήμαντου κοριτσιοῦ, ὁ ληστὴς ὅμως, ἂν καὶ ἔβλεπε νὰ στέκεται γύρω ὁλόκληρος λαός, ποὺ φώναζε, καὶ ἔκανε σὰν τρελλός, καὶ βλασφημοῦσε καὶ περιγελοῦσε, δὲν τὰ ἔδωσε σημασία αὐτά, οὔτε πρόσεξε τὴ φαινομενικὴ ἀδυναμία ἐκείνου ποὺ σταυρωνόταν, ἀλλά, παραβλέποντας μὲ τὰ μάτια τῆς πίστης ὅλα αὐτὰ καὶ ξεπερνώντας τὰ ἀσήμαντα ἐμπόδια, ἀναγνώρισε τὸν Κύριο τῶν οὐρανῶν καὶ ἀφοῦ τὸν παρακάλεσε τοῦ εἶπε: «Θυμήσου με, Κύριε, ὅταν φθάσεις στὴ βασιλεία σου»10.
Ἂς μὴν προσπεράσουμε λοιπὸν ἐπιπόλαια αὐτὸν τὸν ληστή, οὔτε νὰ ντραποῦμε νὰ τὸν θεωρήσουμε διδάσκαλό μας, αὐτὸν ποὺ ὁ Κύριός μας δὲν ντράπηκε νὰ τὸν ὁδηγήσει πρῶτο στὸν παράδεισο. Ἂς μὴ ντραποῦμε νὰ θεωρήσουμε διδάσκαλό μας τὸν ἄνθρωπο, ποὺ πρῶτος ἀπ’ ὅλο τὸν κόσμο φάνηκε ἄξιος νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ἂς ἐξετάσουμε τὸ καθετὶ μὲ προσοχή, γιὰ νὰ μάθουμε τὴ δύναμη τοῦ σταυροῦ.
Δὲν εἶπε στὸν ληστή, ὅπως στὸν Πέτρο, «Ἀκολούθησέ με καὶ θὰ σὲ κάνω ἱκανὸ νὰ ψαρεύεις ἀνθρώπους»11, οὔτε τοῦ εἶπε, ὅπως εἶπε στοὺς δώδεκα μαθητές του, ὅτι «θὰ καθίσετε σὲ δώδεκα θρόνους νὰ δικάζετε τὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραὴλ»12. Καὶ μάλιστα δὲν τοῦ εἶπε οὔτε μία λέξη. Δὲν τοῦ ἔδειξε θαῦμα, οὔτε εἶδε αὐτὸς ν’ ἀνασταίνει κάποιο νεκρό, οὔτε νὰ διώχνει δαίμονες. Δὲν εἶδε τὴ θάλασσα νὰ ὑπακούει στὴν προσταγή του, οὔτε τοῦ εἶπε κάτι γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, οὔτε γιὰ τὴν κόλαση, καὶ ἐνώπιον ὅλων πίστεψε σ’ Αὐτόν, καὶ μάλιστα τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄλλος ληστὴς ἦταν σταυρωμένος μαζί του, γιὰ νὰ πραγματοποιηθοῦν τὰ λόγια τοῦ Προφήτη, ὅτι «Λογαριάσθηκε ἀνάμεσα στοὺς κακούργους»13.
Ἤθελαν λοιπὸν οἱ Ἰουδαῖοι νὰ συκοφαντήσουν τὴ δόξα Του καὶ μὲ κάθε τρόπο τὸν ἔβριζαν μ’ αὐτὰ ποὺ ἔκαμναν. Ἡ ἀλήθεια ὅμως ἀπὸ παντοῦ ἔλαμπε καὶ αὐξανόταν μὲ τὶς ἀντιδράσεις τους. Τὸν εἰρωνεύονταν λοιπὸν ὁ ἄλλος ληστής. Εἶδες τὸν ἕνα καὶ τὸν ἄλλο ληστή; Καὶ οἱ δύο εἶναι πάνω στὸν σταυρό, καὶ οἱ δύο γιατί ἦταν ληστές, καὶ οἱ δύο γιατί ἔδειξαν κακὴ διαγωγή. Δὲν εἶχαν ὅμως καὶ οἱ δύο τὸ ἴδιο τέλος, ἀλλ’ ὁ ἕνας κληρονόμησε τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ ὁ ἄλλος πῆγε στὴν κόλαση. Ἔτσι ἔγινε καὶ χθές. Μαθητὲς ἦταν οἱ ἕνδεκα, μαθητὴς καὶ ὁ Ἰούδας. Ἐκεῖνοι μὲν ἔλεγαν, «Ποῦ θέλεις νὰ σοῦ ἑτοιμάσουμε νὰ φάγεις τὸ Πάσχα;»14, ἐνῶ αὐτὸς ἑτοιμαζόταν γιὰ τὴν προδοσία καὶ ἔλεγε: «Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, γιὰ νὰ σᾶς τὸν παραδώσω;»14α. Καὶ ἐκεῖνοι ἑτοιμάζονταν νὰ τὸν περιποιηθοῦν καὶ νὰ πάρουν μέρος στὴ θεία μυσταγωγία, αὐτὸς ὅμως τὸν προσκυνάει. Ὁ ἕνας τὸν βρίζει, ὁ ἄλλος τὸν ἐπαινεῖ καὶ κλείνει τὸ στόμα τοῦ βλάσφημου λέγοντας: «Οὔτε τὸν Θεὸ δὲν φοβᾶσαι ἐσύ; Γιατί ἐμεῖς ἀπολαμβάνουμε ὅπως μᾶς ἄξιζε γιὰ ἐκεῖνα ποὺ κάναμε»15.
3.-. Εἶδες τὸ θάρρος τοῦ ληστῆ; Εἶδες τὸ θάρρος τοῦ ἐπάνω στὸ σταυρό; Εἶδες τὴν πίστη του τὴν ὥρα τῆς τιμωρίας του καὶ τὴν εὐσέβειά του τὴν ὥρα τοῦ βασανισμοῦ του; Ποιὸς λοιπὸν δὲν θὰ ἔνιωθε κατάπληξη γιὰ τὸ ὅτι ἦταν κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, γιὰ τὸ ὅτι εἶχε τὰ λογικά του, ἂν καὶ τὸν εἶχαν τρυπήσει μὲ καρφιά; Αὐτὸς ὅμως δὲν ἦταν μόνο κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλὰ καὶ ἀδιαφοροῦσε γιὰ τὰ βάσανά του καὶ φρόντιζε γιὰ τὰ βάσανα τῶν ἄλλων, καὶ ἔγινε διδάσκαλος ἐπάνω στὸν σταυρὸ καὶ κατακρίνει τὸν ἄλλο ληστὴ καὶ τοῦ λέγει: «Οὔτε τὸν Θεὸ δὲν φοβᾶσαι ἐσύ;». Νὰ μὴ προσέχεις, λέγει, στὸ ἐπίγειο δικαστήριο• ὑπάρχει ἄλλος κριτὴς ἀόρατος, ὑπάρχει δικαστήριο ἀμερόληπτο. Νὰ μὴν βλέπεις λοιπὸν ἐπειδὴ καταδικάσθηκε στὴ γῆ, γιατί δὲν γίνονται αὐτὰ στὸν οὐρανό. Ἐδῶ, δηλαδὴ, στὸ ἐπίγειο δικαστήριο καὶ δίκαιοι καταδικάζονται, καὶ ἄδικοι ἀθωώνονται, καὶ ἔνοχοι δὲν παθαίνουν τίποτε, καὶ ἀθῶοι τιμωροῦνται. Γιατί οἱ δικαστὲς κάνουν πολλὰ λάθη θεληματικὰ ἢ ἄθελά τους, ἢ γιατί δὲ γνωρίζουν τὸ δίκαιο καὶ ἐξαπατοῦνται, ἢ γιατί τὸ γνωρίζουν, ἀλλά, ἐπειδὴ ἐξαγοράζονται μὲ χρήματα, παίρνουν πολλὲς φορὲς ἄδικη ἀπόφαση. Στὸν οὐρανὸ ὅμως δὲν συμβαίνει τίποτε τέτοιο. Γιατί ὁ Θεὸς εἶναι δίκαιος κριτὴς καὶ ἡ ἀποφασή του θὰ βγεῖ σὰν τὸ φῶς χωρὶς νὰ ἔχει δόλο οὔτε ἄγνοια. Γιὰ νὰ μὴν λέγει λοιπόν, ὅτι καταδικάσθηκε στὴ γῆ καὶ τιμωρήθηκε, τὸν ἀνέβασε στὸ οὐράνιο δικαστήριο. Τοῦ θύμισε ἐκεῖνο τὸ φοβερὸ βῆμα, λέγοντας περίπου αὐτά: Πρόσεχε ἐκεῖ καὶ δὲν θὰ ρίξεις καταδικαστικὴ ψῆφο, οὔτε θὰ συμφωνήσεις μὲ τοὺς ἀνήθικους δικαστὲς τῆς γῆς, ἀλλὰ θὰ παραδεχθεῖς τὴ δίκη ποὺ γίνεται στοὺς οὐρανούς. Εἶδες τὴν πίστη τοῦ ληστῆ; Εἶδες σύνεση καὶ διδασκαλία του; Ἀμέσως ἀπὸ τὸν σταυρὸ πήδησε στὸν οὐρανό.
Ἔπειτα, ἀποστομώνοντας μὲ τὸ παραπάνω αὐτόν, τοῦ λέγει: «Δὲν φοβᾶσαι, γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή;». Τί σημαίνει, «ὅτι ἐν τῷ αὐτῶ κρίματι ἐσμέν;». Ὅτι τιμωρηθήκαμε μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Μήπως λοιπὸν καὶ ἐσὺ δὲν εἶσαι πάνω στὸν σταυρό; Βρίζοντας λοιπὸν τὸν Χριστό, προσβάλλεις τὸν ἑαυτό σου ἀντὶ γι’ αὐτόν. Γιατί, ὅπως ὁ ἁμαρτωλός, ὅταν κατηγορεῖ ἄλλον ἁμαρτωλό, κατηγορεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι τὸν ἄλλο, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ βρίσκεται σὲ συμφορὰ καὶ βρίζει τὸν ἄλλο γιὰ τὴ συμφορὰ του βρίζει τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι τὸν ἄλλο. «Γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή». Τοῦ διαβάζει ἀποστολικὸ νόμο καὶ τοῦ λέγει τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, «Μὴ κατακρίνετε, γιὰ νὰ μὴ κατακριθεῖτε»16. «Γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή».
Τί κάνεις, ληστή; Προσπαθώντας ν’ ἀπολογηθεῖς γιὰ τὸν Χριστό, τὸν ἔκαμες σύντροφο τοῦ ληστῆ; Ὄχι, λέγει. Ἐξαφανίζω τὴν ὑποψία αὐτὴ μὲ τὰ παρακάτω. Γιὰ νὰ μὴ νομίσεις δηλαδὴ ὅτι ἐξατίας τῆς ἴδιας τιμωρίας τὸν ἔκαμε καὶ σύντροφό τους στὴν ἁμαρτία, πρόσθεσε τὴ διόρθωση καὶ εἶπε: «Καὶ ἐμεῖς βέβαια δίκαια τιμωρηθήκαμε, γιατί ἄξια παθαίνουμε γι’ αὐτὰ ποὺ κάναμε».
Εἶδες τέλεια ἐξομολόγηση; Εἶδες πῶς ἀπαλλάχθηκε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του ἐπάνω στὸν σταυρό; Γιατί λέγει ὁ προφήτης: «Νὰ λέγεις πρῶτος ἐσὺ τὶς ἁμαρτίες σου, γιὰ νὰ συγχωρηθεῖς»17. Κανεὶς δὲν τὸν ἀνάγκασε, κανεὶς δὲν τὸν πίεσε, ἀλλὰ ὁ ἴδιος κατηγόρησε τὸν ἑαυτὸ του λέγοντας: «Καὶ ἐμεῖς βέβαια δίκαια τιμωρηθήκαμε, γιατί παθαίνουμε ἄξια γι’ αὐτὰ ποὺ κάναμε. Αὐτὸς ὅμως δὲν ἔκαμε κανένα κακό». Καὶ ὕστερα λέγει: «Θυμήσου με, Κύριε, στὴ βασιλεία σου». Δὲν τόλμησε νὰ πεῖ πρῶτα, «Θυμήσου με στὴ βασιλεία σου», ὥσπου μὲ τὴν ἐξομολόγηση πέταξε ἀπὸ πάνω του τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν του. Βλέπεις πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι ἡ ἐξομολόγηση; Ἐξομολογήθηκε, καὶ ἄνοιξε τὸν παράδεισο• ἐξομολογήθηκε, καὶ ἀπέκτησε τόσο θάρρος, ὥστε ἀπὸ ληστὴς ποὺ ἦταν νὰ ζητήσει τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Βλέπεις πόσα ἀγαθὰ μᾶς προξένησε ὁ σταυρός; Ἀναλογίζεσαι τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν; Πές μου λοιπόν, βλέπεις κάτι τέτοιο; Αὐτὰ ποὺ βλέπεις εἶναι καρφιὰ καὶ σταυρός, ἀλλ’ ὁ σταυρὸς αὐτός, λέγει, εἶναι τὸ σύμβολο τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Γι’ αὐτὸ τὸν ὀνομάζω βασιλιά, ἐπειδὴ τὸν βλέπω νὰ σταυρώνεται. Γιατί εἶναι χαρακτηριστικό του βασιλιᾶ νὰ πεθαίνει γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ὑπηκόων του. Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ὁ ποιμένας ὁ καλὸς θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν προβάτων τοῦ»18. Ἑπομένως καὶ ὁ βασιλιάς ὁ καλὸς θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ὑπηκόων του. Ἐπειδὴ λοιπὸν θυσίασε τὴ ζωή Του, γι’ αὐτὸ τὸν ὀνομάζω βασιλιά. «Θυμήσου με, Κύριε, στὴ βασιλεία σου».
4.-. Εἶδες πῶς ὁ σταυρὸς εἶναι σύμβολο καὶ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν; Θέλεις νὰ μάθεις αὐτὸ καὶ ἀπὸ ἀλλοῦ; Δὲν τὸν ἄφησε στὴ γῆ ὁ Χριστός, ἀλλὰ τὸν πῆρε μαζί του καὶ τὸν ἀνέβασε στὸν οὐρανό. Ἀπὸ ποῦ φαίνεται αὐτό; Ἐπειδὴ πρόκειται νὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρὸ στὴ δεύτερη καὶ ἔνδοξη παρουσία Του, γιὰ νὰ μάθεις πόσο σεβαστὸ πράγμα εἶναι ὁ σταυρός, γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ὀνόμασε δόξα. Ἀλλ’ ἂς δοῦμε πῶς θὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρό, γιατί εἶναι ἀνάγκη νὰ σᾶς φέρω τὴν ἀπόδειξη. «Ἐὰν σᾶς ποῦν», λέγει ὁ Χριστός, «νά, ὁ Χριστὸς εἶναι στὰ ἰδιαίτερα δωμάτια, νὰ εἶναι στὴν ἔρημο, μὴ βγεῖτε νὰ τὸν συναντήσετε»19, καὶ ἐννοεῖ τὴ δεύτερη παρουσία Του, τὴν ἔνδοξη• καὶ ἀναφέρεται στοὺς ψευδόχριστους, στοὺς ψευδοπροφῆτες καὶ στὸν ἀντίχριστο, γιὰ νὰ μὴ πλανηθεῖ κανεὶς καὶ πέσει στὴν παγίδα του. Ἐπειδή δηλαδὴ, ὁ ἀντίχριστος θὰ ἔρθει πρὶν ἀπὸ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ μὴν πέσει κανεὶς στὸ στόμα τοῦ λύκου, ἀναζητώντας τὸν Ποιμένα, γι’ αὐτό σοῦ ἀναφέρω ἕνα σημάδι τῆς παρουσίας τοῦ Ποιμένα.
Ἐπειδὴ, λοιπὸν, ἡ πρώτη παρουσία Του στὸν κόσμο ἔμεινε ἀπαρατήρητη, γιὰ νὰ μὴν νομίσεις ὅτι καὶ ἡ δεύτερη θὰ γίνει μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ἔδωσε αὐτὸ τὸ σημάδι. Ἡ πρώτη παρουσία Του δικαιολογημένα ἔμεινε ἀπαρατήρητη, ἐπειδὴ ἦρθε νὰ βρεῖ τὸ χαμένο πρόβατο. Ἡ δεύτερη ὅμως δὲν θὰ γίνει ἔτσι. Ἀλλὰ πῶς; πές μου. «Ὅπως ἡ ἀστραπὴ βγαίνει ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ καὶ φαίνεται μέχρι τὴ δύση, ἔτσι θὰ γίνει καὶ ἡ παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου»20. Θὰ φανεῖ σ’ ὅλους μαζὶ καὶ δὲ θὰ χρειασθεῖ νὰ ἐρωτήσει κανείς, ἂν ὁ Χριστὸς εἶναι ἐδῶ ἢ ἐκεῖ. Ὅπως λοιπὸν ὅταν φαίνεται μία ἀστραπὴ δὲν χρειάζεται νὰ ἐξετάσουμε ἂν φάνηκε, ἔτσι ὅταν συμβεῖ ἡ δεύτερη παρουσία τοῦ Χριστοῦ, δὲν χρειάζεται νὰ ἐξετάζουμε ἂν ἦρθε ὁ Χριστός. Ἀλλ’ ἐκεῖνο ποὺ θέλουμε ν’ ἀποδείξουμε εἶναι, ἂν θὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρό. Δὲν πρέπει βέβαια νὰ ξεχάσουμε τὴν ὑπόσχεσή μας. Ἄκουσε λοιπὸν τὰ ἑξῆς. «Τότε», λέγει• τότε, πότε; «Ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθεῖ καὶ ἡ σελήνη δὲν θὰ δώσει τὸ φῶς της»21. Γιατί τόσο ὑπερβολικὸ θὰ εἶναι τότε τὸ φῶς, ὥστε καὶ τὰ πιὸ λαμπρὰ ἄστρα θὰ κρυφθοῦν. «Τότε καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν ἀπὸ τὸν οὐρανό, τότε θὰ φανεῖ στὸν οὐρανὸ καὶ τὸ σημάδι τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου»22.
Εἶδες πόση εἶναι ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ; Ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθεῖ καὶ ἡ σελήνη δὲ θὰ φανεῖ, ὁ σταυρὸς ὅμως λάμπει καὶ φαίνεται, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι εἶναι πιὸ λαμπρὸς καὶ ἀπὸ τὸν ἥλιο καὶ ἀπὸ τὴ σελήνη. Καὶ ὅπως ὅταν ἕνας βασιλιὰς μπαίνει σὲ κάποια πόλη, οἱ στρατιῶτες παίρνουν τὰ λάβαρα, τὰ σηκώνουν στοὺς ὤμους τους καὶ προαγγέλλουν τὴν εἴσοδό του, ἔτσι καὶ ὅταν ὁ Κύριος θὰ κατεβαίνει ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς θὰ προηγοῦνται οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἀρχαγγέλων καὶ θὰ φέρουν στοὺς ὤμους τους τὸν σταυρὸ καὶ θὰ μᾶς προαγγέλλουν τὴ βασιλικὴ εἴσοδό Του. «Τότε θὰ σαλευθοῦν οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν», λέγει, καὶ ἐννοεῖ τοὺς ἀγγέλους• θὰ τοὺς πιάσει τότε πολὺς τρόπος καὶ φόβος.
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο; πές μου. Θὰ εἶναι φοβερὸ τὸ δικαστήριο ἐκεῖνο, γιατί πρόκειται ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος νὰ δικασθεῖ καὶ νὰ παρουσιασθεῖ μπροστὰ στὸ φοβερὸ κριτή. Γιὰ ποιὸ λοιπὸν λόγο οἱ ἄγγελοι φοβοῦνται καὶ τρέμουν; ἀφοῦ δὲν πρόκειται αὐτοὶ νὰ δικασθοῦν. Γιατί, ὅπως ὅταν δικάζει ἕνας ἄρχοντας δὲν φοβοῦνται καὶ τρέμουν οἱ ἔνοχοι μόνο, ἀλλὰ καὶ οἱ φρουροί, ποὺ δὲν αἰσθάνονται καμιὰ ἐνοχή, ἐπειδὴ φοβοῦνται τὸν δικαστή, ἔτσι καὶ τότε, ὅταν θὰ δικάζεται τὸ ἀνθρώπινο γένος, θὰ φοβοῦνται καὶ οἱ ἄγγελοι, ποὺ δὲν αἰσθάνονται καμιὰ ἐνοχή, ἐπειδὴ θὰ φοβοῦνται πάρα πολὺ τὸν δικαστή.
Γιατί ὅμως φαίνεται τότε ὁ σταυρὸς καὶ γιατί ἔρχεται ἔχοντας τὸν σταυρὸ ὁ Κύριος; Γιὰ νὰ μάθουν τὴν ἀχαριστία τους ἐκεῖνοι ποὺ τὸν σταύρωσαν, γι’ αὐτὸ τοὺς δείχνει αὐτὸ τὸ σύμβολο τῆς ντροπῆς τους. Καὶ ὅτι πραγματικὰ γι’ αὐτὸ φέρει μαζί Του τὸ σταυρό, ἄκουσε τὸν προφήτη ποὺ λέγει: «Τότε θὰ θρηνήσουν ὅλες οἱ φυλὲς τῆς γῆς»23, γιατί θὰ δοῦν τὸν κατήγορό τους καὶ θ’ ἀναγνωρίσουν τὸ σφάλμα τους. Καὶ γιατί ἀπορεῖς, ἐὰν θὰ ἔρθει μαζὶ μὲ τὸν σταυρό, ἀφοῦ τότε θὰ δείχνει καὶ τὶς ἴδιες τὶς πληγές Του; «Γιατί θὰ δοῦν», λέγει ὁ προφήτης, «ἐκεῖνον ποὺ τὸν τρύπησαν μὲ τὴ λόγχη»24. Ὅπως δηλαδὴ ἔκαμε στὴν περίπτωση τοῦ Θωμᾶ, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ διορθώσει τὴν ἀπιστία τοῦ μαθητῆ Του, καὶ ἀφοῦ ἀναστήθηκε τοῦ ἔδειξε τὰ σημάδια τῶν καρφιῶν καὶ τὶς πληγές, καὶ τοῦ εἶπε, «Βάλε τὸ χέρι σου καὶ δές, γιατί τὸ φάντασμα δὲν ἔχει σάρκα καὶ ὀστᾶ»25, ἔτσι καὶ τότε θὰ δείξει τὶς πληγὲς καὶ τὸν σταυρό, γιὰ ν’ ἀποδείξει ὅτι αὐτὸς ἦταν ἐκεῖνος ποὺ σταυρώθηκε.
5.-. Καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ τὸ σταυρό, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ λόγια ποὺ εἶπε πάνω στὸν σταυρὸ εἶναι δυνατὸ νὰ δοῦμε τὴν ἀνέκφραστη φιλανθρωπία Του. Γιατί ἀκόμη καὶ τότε ποὺ τὸν σταύρωναν καὶ τὸν εἰρωνεύονταν καὶ τὸν περιγελοῦσαν καὶ τὸν ἔφτυναν, ἔλεγε: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν»26. Καὶ ὅταν σταυρώνεται, προσεύχεται γι’ αὐτοὺς ποὺ τὸν σταύρωναν, ἂν καὶ ἔλεγαν τὰ ἀντίθετα: «Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, κατέβα ἀπὸ τὸν σταυρὸ καὶ θὰ πιστέψουμε σὲ σένα»27. Ἀλλ’ ὅμως, γι’ αὐτὸ δὲν κατεβαίνει ἀπὸ τὸν σταυρό, ἐπειδὴ εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ γι’ αὐτὸ ἦρθε, γιὰ νὰ σταυρωθεῖ γιὰ τὴ σωτηρία μας. «Κατέβα ἀπὸ τὸ σταυρό», λέγει, «καὶ θὰ πιστέψουμε σὲ σένα». Αὐτὰ εἶναι λόγια καὶ πρόφαση γιὰ τὴν ἀπιστία τους. Γιατί τὸ ὅτι ἀναστήθηκε, ἂν καὶ ὑπῆρχε ὁ λίθος στὸν τάφο Του, ἦταν πολὺ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὸν σταυρό. Τὸ νὰ βγάλει ἀπὸ τὸ μνῆμα τὸν Λάζαρο, ποὺ ἦταν νεκρὸς τέσσερις ἡμέρες καὶ δεμένος μὲ τὰ νεκρικὰ σάβανα, ἦταν πολὺ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὸ σταυρό.
Ἐκεῖνοι λοιπὸν ἔλεγαν: «Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σῶσε τὸν ἑαυτό σου». Αὐτὸς ὅμως ἔκανε τὰ πάντα, γιὰ νὰ σώσει ἐκείνους ποὺ τὸν ἔβριζαν, καὶ ἔλεγε: «Συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν». Τί λοιπὸν ἔγινε; Τοὺς συγχώρησε τὴν ἁμαρτία τους; Τοὺς συγχώρησε, ἂν ἤθελαν νὰ μετανοήσουν. Γιατί ἂν δὲν τοὺς συγχωροῦσε τὴν ἁμαρτία, δὲν θὰ γινόταν ὁ Παῦλος ἀπόστολος. Ἂν δὲν τοὺς συγχωροῦσε τὴν ἁμαρτία, δὲν θὰ πίστευαν ἀμέσως τρεῖς χιλιάδες καὶ πέντε χιλιάδες καὶ πολλὲς μυριάδες. Ὅτι πραγματικὰ πίστεψαν πολλὲς μυριάδες Ἰουδαίων, ἄκουσε τί λέγουν οἱ ἀπόστολοι στὸν Παῦλο: «Βλέπεις, ἀδελφέ, πόσες εἶναι οἱ μυριάδες τῶν Ἰουδαίων ποῦ πίστεψαν στὸν Χριστό;»28.
Ἂς μιμηθοῦμε λοιπὸν τὸν Κύριο καὶ ἂς προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας. Πάλι λοιπὸν καταλήγω σ’ αὐτὴν τὴ συμβουλή. Εἶναι ἡ πέμπτη ἡμέρα σήμερα ποὺ σᾶς ὁμιλῶ γιὰ τὸ ζήτημα αὐτό, ὄχι γιατί θέλω νὰ σᾶς κατηγορήσω γιὰ ἀπείθεια, μακριὰ μιά τέτοια σκέψη, ἀλλὰ γιατί πάρα πολὺ ἐλπίζω ὅτι θὰ πεισθεῖτε. Ἐὰν ὅμως ὑπάρχουν μερικοὶ σκληρόκαρδοι καὶ ὀργίλοι καὶ δύστροποι, ποὺ δὲν ὑπάκουσαν σ’ αὐτὰ ποὺ γιὰ τὴν προσευχὴ εἴπαμε, ἴσως ντραποῦν, ποὺ σᾶς ὁμιλῶ πολλὲς ἡμέρες, καὶ ἀπομακρύνουν κάποτε τὸ μῖσος καὶ τὴ μικροψυχία. Μιμήσου τὸν Κύριό σου• σταυρωνόταν, καὶ μιλοῦσε στὸν Πατέρα γιὰ τὸ καλὸ αὐτῶν ποὺ τὸν σταύρωναν. Πῶς μπορῶ, θὰ πεῖ κάποιος, νὰ μιμηθῶ τὸν Κύριο; Ἐὰν θέλεις, μπορεῖς. Γιατί, ἐὰν δὲν μποροῦσες νὰ τὸν μιμηθεῖς, πὼς ἔλεγε, «Μάθετε ἀπὸ μένα, ὅτι εἶμαι πράος καὶ ταπεινὸς στὴν καρδιὰ»29; Ἐὰν δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ τὸν μιμηθεῖς, δὲν θὰ ἔλεγε ὁ Παῦλος: «Νὰ γίνεστε μιμητές μου, ὅπως καὶ ἐγὼ γίνομαι μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ»30. Ἀλλ’ ὅμως δὲν θέλεις νὰ μιμηθεῖς τὸν Κύριο; Μιμήσου τὸν συνάνθρωπό σου, ἐννοῶ τὸν ἀπόστολο Στέφανο, γιατί καὶ αὐτὸς μιμήθηκε τὸν Κύριο. Καὶ ὅπως ὁ Χριστὸς, ἀνάμεσα στοὺς σταυρωτές Του, ἀδιαφόρησε γιὰ τὴ σταύρωσή του, ἀδιαφόρησε γιὰ τοὺς πόνους Του καὶ παρακαλοῦσε τὸν Πατέρα νὰ συγχωρήσει τοὺς σταυρωτές Του, ἔτσι καὶ ὁ διάκονος Στέφανος ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν λιθοβολοῦσαν, καθὼς τὸν κτυποῦσαν ὅλοι καὶ δεχόταν τὶς πέτρες τους, ἀδιαφόρησε γιὰ τοὺς πόνους ποὺ τοῦ προκαλοῦσαν τὰ κτυπήματα καὶ ἔλεγε: «Κύριε, μὴ λογαριάσεις σ’ αὐτοὺς τὴν ἁμαρτία αὐτὴ»31.
Εἶδες πῶς ὁμιλεῖ ὁ Υἱός; Εἶδες πῶς παρακαλεῖ ὁ ἄνθρωπος; Ἐκεῖνος λέγει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία αὐτή, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν», καὶ αὐτὸς λέγει: «Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσεις αὐτὴ τὴν ἁμαρτία». Καὶ γιὰ νὰ μάθεις ὅτι προσεύχεται μὲ εἰλικρίνεια, δὲν προσεύχεται ἁπλὰ ὄρθιος ὅταν τὸν λιθοβολοῦσαν, ἀλλὰ γονάτισε καὶ προσευχήθηκε μὲ κατάνυξη καὶ πολλὴ συμπόνοια. Θέλεις νὰ σοῦ δείξω καὶ ἄλλο συνάνθρωπό σου πού ἔπαθε πολὺ περισσότερα ἀπ’ αὐτόν; Ὁ Παῦλος λέγει: «Οἱ Ἰουδαῖοι μὲ κτύπησαν μὲ ραβδιά, μία φορὰ μὲ λιθοβόλησαν, ἕνα ἡμερόνυκτο ἔμεινα στὸ πέλαγος»32. Τί λέγει λοιπὸν ὕστερα ἀπ’ αὐτά; «Θὰ εὐχόμουν», λέγει, «νὰ χωρισθῶ ἐγὼ ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸν Χριστό, γιὰ χάρη τῶν ἀδελφῶν μου Ἰουδαίων, ποὺ εἶναι συγγενεῖς μου κατὰ σάρκα»33.
Θέλεις νὰ δεῖς καὶ ἄλλον, ὄχι ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν Παλαιά; Γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ πάρα πολὺ ἀξιοθαύμαστο, ὅτι δηλαδὴ τότε ποὺ δὲν ὑπῆρχε ἡ προτροπὴ ν’ ἀγαποῦν οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἐχθρούς τους, ἀλλὰ νὰ βγάζουν μάτι ἀντὶ γιὰ μάτι, καὶ δόντι ἀντὶ γιὰ δόντι, καὶ ν’ ἀνταποδίδουν τὰ ἴδια κακά, ἔφθασαν στὴ συμπεριφορὰ τῶν ἀποστόλων. Ἄκουσε τί λέγει ὁ Μωυσῆς, ποὺ λιθοβολήθηκε πολλὲς φορὲς ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ περιφρονήθηκε ἀπ’ αὐτούς: «Ἐὰν τοὺς συγχωρήσεις τὴν ἁμαρτία, συγχώρησέ την, διαφορετικά, σβῆσε καὶ μένα ἀπὸ τὸ βιβλίο ποὺ μὲ ἔχεις γράψει»34.
Βλέπεις ὅτι ὁ καθένας θέτει τὴν ἀσφάλεια τῶν ἄλλων πρὶν ἀπὸ τὴ δική του σωτηρία; Δὲν ἁμάρτησες καθόλου• γιατί θέλεις νὰ τιμωρηθεῖς μαζὶ μ’ αὐτούς; Ἐπειδή, λέγει, δὲν αἰσθάνομαι καθόλου τὴν εὐτυχία, ὅταν οἱ ἄλλοι ὑποφέρουν. Θὰ μᾶς ἦταν βέβαια, ἀρκετὰ αὐτὰ τὰ παραδείγματα. Ἀλλὰ γιὰ νὰ διορθωθοῦμε ἀπὸ τὰ πολλὰ παραδείγματα, θ’ ἀναφέρω καὶ κάποιον ἄλλο ποὺ ἔκαμε τὶς ἴδιες σκέψεις. Γιατί καὶ ὁ Δαυίδ, ὁ μακάριος καὶ πράος ἐκεῖνος ἄνδρας, ὅταν ἐπαναστάτησε ἐναντίον του ὅλος ὁ στρατός του καὶ ἔδωσε ὅλη του τὴ δύναμη στὸν υἱὸ του τὸν Ἀβεσαλώμ, καὶ ἐπιτέθηκε νὰ καταλάβει τὴν ἐξουσία καὶ ἤθελε νὰ τὸν σφάξει, καὶ ἔπειτα ὀργίσθηκε γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς (γιατί τί σημασία ἔχει ἂν βρῆκε ἄλλη πρόφαση γιὰ τὴ σφαγή;), καὶ ἔστειλε τὸν ἄγγελό του μὲ γυμνὸ τὸ ξίφος, γιὰ νὰ κτυπήσει ἀπὸ ψηλά, ὅταν ἔβλεπε ὅτι ἀφανίζονται ὅλοι, τί λέγει; «Ἐγὼ ὁ ποιμένας ἁμάρτησα, καὶ ἐγὼ ὁ ποιμένας ἔκαμα κακό. Ἂς πέσει ἡ τιμωρία σου σὲ μένα καὶ στὴν πατρική μου οἰκογένεια»35.
Βλέπεις πάλι ὅμοια κατορθώματα; Θέλεις νὰ σοῦ δείξω καὶ ἄλλον; Γιατί δὲν μᾶς λείπει καὶ ἄλλος ποὺ ἔκαμε τὶς ἴδιες σκέψεις. Ὁ προφήτης Σαμουὴλ βρίσθηκε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, καθαιρέθηκε, περιφρονήθηκε τόσο, ὥστε ὁ Θεὸς θέλησε νὰ τὸν παρηγορήσει καὶ τοῦ εἶπε: «Δὲν περιφρόνησαν ἐσένα, ἀλλ’ ἐμένα»36. Τί λοιπὸν ἀπάντησε ἐκεῖνος ποὺ περιφρονήθηκε, ποὺ προσβλήθηκε καὶ πού βρίσθηκε; «Εἴθε νὰ μὴν κάνω τέτοια ἁμαρτία», λέγει, «ὥστε νὰ σταματήσω νὰ προσεύχομαι στὸν Κύριο γιὰ σᾶς»37. Θεώρησε ὅτι εἶναι ἁμαρτία, τὸ νὰ μὴν προσεύχεται γιὰ τοὺς ἐχθρούς του.
Εἴθε λοιπὸν νὰ μὴ συμβεῖ ν’ ἁμαρτήσω ἔτσι, ὥστε νὰ μὴν προσεύχομαι γιὰ σᾶς. Ὁ Χριστὸς λέγει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν». Ὁ Στέφανος λέγει: «Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσεις τὴν ἁμαρτία αὐτή». Ὁ Παῦλος λέγει: «Θὰ εὐχόμουν νὰ γίνω ἀνάθεμα γιὰ χάρη τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα». Ὁ Μωυσῆς λέγει: «Ἐὰν τοὺς συγχωρήσεις τὴν ἁμαρτία τους, συγχώρησέ την διαφορετικά, σβῆσε καὶ μένα ἀπὸ τὸ βιβλίο ποὺ μὲ ἔγραψες». Ὁ Δαυὶδ λέγει: «Ἂς πέσει ἡ τιμωρία σου σὲ μένα καὶ στὴν πατρική μου οἰκογένεια». Ὁ Σαμουὴλ λέγει: «Εἴθε νὰ μὴ κάνω τέτοια ἁμαρτία, ὥστε νὰ σταματήσω νὰ προσεύχομαι στὸν Κύριο γιὰ σᾶς».
Πές μου λοιπόν, ποιὰ συγγνώμη θὰ ἐπιτύχουμε, ὅταν, ἐνῶ ὁ Κύριος καὶ οἱ συνάνθρωποί μας, ἀπὸ τὴν Καινὴ καὶ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅλοι μᾶς παρακινοῦν νὰ προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας, ἐμεῖς ὅμως κάνουμε τὸ ἀντίθετο καὶ προσευχόμαστε γιὰ τὸ κακὸ τῶν ἐχθρῶν μας;
Μή, σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, μὴ τὸ κάνετε αὐτό. Γιατί, ὅσο περισσότερα εἶναι τὰ παραδείγματα, τόσο μεγαλύτερη θὰ εἶναι ἡ τιμωρία, ἐὰν δὲν τὰ μιμηθοῦμε. Εἶναι σπουδαιότερο νὰ προσεύχεται κανεὶς γιὰ τοὺς ἐχθρούς του, παρὰ γιὰ τοὺς φίλους του. Γιατί δὲν σᾶς ὠφελεῖ τόσο τὸ δεύτερο, ὅσο τὸ πρῶτο. «Γιατί, ἂν ἀγαπᾶτε ἐκείνους ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, δὲν κάνετε τίποτε τὸ σπουδαῖο», λέγει ὁ Χριστός: «Γιατί καὶ οἱ τελῶνες τὸ ἴδιο κάνουν»38. Ἑπομένως, ἐὰν προσευχηθοῦμε γιὰ τοὺς φίλους μας, δὲν γίναμε καθόλου καλύτεροι ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ἀπὸ τοὺς τελῶνες. Ὅταν ὅμως ἀγαπήσουμε τοὺς ἐχθρούς μας, γίναμε, ὅσο εἶναι ἀνθρώπινα δυνατὸ, ὅμοιοι μὲ τὸν Θεό, γιατί «ἀνατέλλει τὸν ἥλιό Του σὲ πονηροὺς καὶ σ’ ἀγαθούς, καὶ βρέχει στοὺς δίκαιους καὶ στοὺς ἄδικους»39.
Ἂς γίνουμε, λοιπὸν, ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα, γιατί λέγει: «Νὰ γίνεστε ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα σας ποὺ βρίσκεται στοὺς οὐρανούς», γιὰ ν’ ἀξιωθοῦμε καὶ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, μὲ τὴ Χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: 1. Ἰω. 10, 11. 2. Ἃ’ Κόρ. 5, 8. 3. Ἃ’ Κόρ. 5, 7. 4. Ἑβρ. 5, 1 καὶ 8, 3. 5. Ἑβρ. 9, 28. 6. Ἤσ. 53, 12. 7. Ἃ’ Τίμ. 2, 8. 8. Παλαιότερα πίστευαν ὅ,τι ὁ κόσμος δημιουργήθηκε τὸ 5000 π.Χ. Ἡ ἴδια ἀντίληψη ὑπάρχει στὴν ἐποχὴ τοῦ Χρυσοστόμου καὶ ἀργότερα. 9. Λουκᾶ 23, 43. 10. Λουκᾶ 23, 42. 11. Μάτθ. 4, 19. 12. Μάτθ. 19, 28. 13. Ἤσ. 53, 12. 14. Μάτθ. 26, 17 14α Μάτθ. 26, 15. 15 . 23 , 40-41. 16. Μάτθ. 7, 1. 17. Ἤσ. 43, 26. 18. Ἰω. 10, 11. 19. Μάτθ. 24, 26. 20. Μάτθ. 24, 27. 21. Μάτθ. 24, 29. 22. Μάτθ. 24, 30. 23. Ἀποκ. ι, 7. 24. Ζάχ. 12, 10. 25. Ἰω. 20, 27• Λουκᾶ 24, 39. 26. Λουκᾶ 23, 34. 27. Μάτθ. 27, 40.42. 28. Πράξ. 21, 20. 29. Μάτθ. 11, 29. 30. Ἃ’ Κόρ. 11, 1. 31. Πράξ. 7, 60. 32. Β’ Κόρ. 11, 25. 33. Ρώμ. 9, 3. 34. Ἐξ. 32, 31-32. 35. Β’ Βάσ. 24, 17. 36. Ἃ’ Βάσ. 8, 7. 37. Ἃ’ Βάσ. 12, 23. 38. Μάτθ. 5, 46. 39. Μάτθ. 5, 45.
ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΕΡΓΑ -36
ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
1.-. Σήμερα ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς βρίσκεται πάνω στὸ σταυρὸ καὶ ἐμεῖς ἑορτάζουμε, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ὁ σταυρὸς εἶναι ἑορτὴ καὶ πανήγυρη πνευματική. Γιατί προηγουμένως ὁ σταυρὸς ἦταν ἡ λέξη ποὺ σήμαινε καταδίκη, τώρα ὅμως ἔγινε ἀντικείμενο τιμῆς. Προηγουμένως ἦταν σύμβολο καταδίκης, τώρα ὅμως εἶναι ἡ προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας. Γιατί αὐτὸς ὁ σταυρὸς μᾶς προξένησε ἄπειρα ἀγαθά, αὐτὸς μᾶς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας, αὐτὸς μᾶς φώτισε ἐνῶ ζούσαμε μέσα στὸ σκοτάδι, αὐτὸς μᾶς συμφιλίωσε μὲ τὸν Θεό, ἐνῶ εἴχαμε γίνει ἐχθροί του, αὐτὸς μᾶς ἔκανε φίλους του, ἐνῶ εἴχαμε ἀποξενωθεῖ ἀπ’ Αὐτόν, αὐτὸς μᾶς ἔφερε κοντὰ στὸν Θεό, ἐνῶ ἤμαστε μακριά Του.
Αὐτὸς ἐξαφάνισε τὴν ἔχθρα, αὐτὸς ἐξασφάλισε τὴν εἰρήνη, αὐτὸς ἔγινε γιὰ μᾶς θησαυροφυλάκιο ἀπείρων ἀγαθῶν. Ἐξαιτίας του δὲν περιπλανιόμαστε πιὰ στὶς ἐρήμους, γιατί γνωρίσαμε τὸν ἀληθινὸ δρόμο. Δὲν ζοῦμε πιὰ ἔξω ἀπὸ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, γιατί βρήκαμε τὴν εἴσοδό της.
Δὲν φοβόμαστε πιὰ τὰ πυρωμένα βέλη τοῦ διαβόλου, γιατί εἴδαμε τὴν πηγή. Χάρη σ’ αὐτὸν δὲν βρισκόμαστε πιὰ σὲ χηρεία, γιατί ἀποκτήσαμε τὸ Νυμφίο. Δὲν φοβόμαστε τὸ λύκο, γιατί ἔχουμε τὸν καλὸ Ποιμένα. Γιατί λέγει ὁ Χριστός: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ ποιμένας ὁ καλὸς»1.
Χάρη σ’ αὐτὸν δὲν τρέμουμε τὸν τύραννο, γιατί εἴμαστε κοντὰ στὸν Βασιλιά. Γι’ αὐτὸ ἑορτάζουμε καὶ τιμοῦμε τὸ σταυρό. Ἔτσι παράγγειλε καὶ ὁ Παῦλος νὰ ἑορτάζουμε τὸ σταυρό. Διότι λέγει: «Ἂς ἑορτάζουμε ὄχι μὲ τὴν παλιὰ ζύμη, ἀλλὰ μὲ ἄζυμα εἰλικρίνειας καὶ ἀλήθειας»2. Ἔπειτα, ἀφοῦ πρόσθεσε τὴν αἰτία, συνέχισε; «Γιατί τὸ Πάσχα τὸ δικό μας εἶναι ὁ Χριστός, ποὺ θυσιάσθηκε γιὰ τὴ σωτηρία μας»3.
Βλέπεις γιατί παραγγέλλει νὰ ἑορτάζουμε τὸν σταυρό; Γιατί...
ἐπάνω στὸν σταυρὸ θυσιάσθηκε ὁ Χριστός. Καὶ ὅπου γίνεται θυσία, ἐκεῖ ἐξαφανίζονται τὰ ἁμαρτήματα, ἐκεῖ γίνεται συμφιλίωση μὲ τὸν Κύριο, ἐκεῖ γίνεται ἑορτὴ καὶ χαρά. «Τὸ Πάσχα, τὸ δικό μας εἶναι ὁ Χριστός, ποὺ θυσιάσθηκε γιά μας». Καὶ πές μου, ποῦ θυσιάσθηκε; Πάνω σὲ σταυρὸ ποὺ στήθηκε ψηλά. Εἶναι καινούριο τὸ θυσιαστήριο αὐτῆς τῆς θυσίας, ἐπειδὴ καὶ ἡ θυσία εἶναι καινούρια καὶ ἀξιοθαύμαστη. Γιατί ὁ Ἴδιος ἦταν καὶ θύμα καὶ ἱερέας. Θύμα, κατὰ τὸ σῶμα Του, καὶ Ἱερέας, κατὰ τὴν πνευματική του φύση. Ὁ Ἴδιος καὶ πρόσφερε τὴ θυσία καὶ προσφερόταν σωματικά.
Ἄκουσε λοιπὸν πῶς μᾶς φανέρωσε ὁ Παῦλος αὐτὰ τὰ δύο. «Κάθε ἀρχιερέας», λέγει, «ξεχωρίζεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ γίνεται ἀρχιερέας γιὰ τὴν ὠφέλεια τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἦταν ἀνάγκη νὰ ἔχει καὶ ὁ Χριστὸς κάτι ποὺ νὰ τὸ προσφέρει σὰν θυσία. Καὶ πρόσφερε αὐτὸς τὸν ἑαυτὸ του»4. Καὶ ἀλλοῦ λέγει, ὅτι «Ὁ Χριστὸς ποὺ θυσιάσθηκε μία φορὰ γιὰ νὰ βαστάξει πάνω του τὶς ἁμαρτίες τῶν πολλῶν, θὰ φανεῖ σ’ ἐκείνους ποὺ τὸν περιμένουν γιὰ νὰ τοὺς σώσει»5. Νά, στὴ μία περίπτωση θυσιάσθηκε, ἐνῶ στὴν ἄλλη θυσίασε τὸν Ἑαυτό του. Εἶδες πὼς ἔγινε καὶ θύμα καὶ Ἱερέας, καὶ πῶς ὁ σταυρὸς ἦταν θυσιαστήριο;
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο, θὰ πεῖ κάποιος, δὲν ἔγινε ἡ θυσία του μέσα στὸ ναό, ἀλλὰ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὰ τείχη; Γιὰ νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ προφητεία ποὺ ἔλεγε: «Τὸν λογάριασαν ἀνάμεσα στοὺς κακούργους»6. Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο, σφάζεται πάνω σὲ σταυρὸ ποὺ στήθηκε ψηλὰ καὶ ὄχι κάτω ἀπὸ στέγη; Γιὰ νὰ καθαρίσει τὴν ἀτμόσφαιρα, γι’ αὐτὸ θυσιάσθηκε ψηλά, χωρὶς νὰ ὑπάρχει ἀπὸ πάνω Του στέγη, ἀλλὰ ὁ οὐρανός. Καθαριζόταν λοιπὸν ἡ ἀτμόσφαιρα, ἐπειδὴ θυσιαζόταν ψηλὰ τὸ πρόβατο. Καθαριζόταν ὅμως καὶ ἡ γῆ, ἐπειδὴ ἔσταζε πάνω της τὸ αἷμα ἀπὸ τὴν πλευρά Του. Γι’ αὐτὸ δὲν θυσιάσθηκε κάτω ἀπὸ στέγη, γι’ αὐτὸ δὲν θυσιάσθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἰουδαίων, γιὰ νὰ μὴ νομίσεις ὅτι Αὐτός προσφέρεται γιὰ χάρη μόνο τοῦ ἰουδαϊκοῦ ἔθνους. Γι’ αὐτὸ θυσιάσθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὰ τείχη, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ἡ θυσία ἔγινε γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅτι ἡ προσφορὰ ἔγινε γιὰ ὅλη τὴ γῆ, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ὁ καθαρμὸς εἶναι γενικὸς καὶ ὄχι μερικός, ὅπως γινόταν στοὺς Ἰουδαίους.
Γι’ αὐτὸ παράγγειλε ὁ Θεὸς στοὺς Ἰουδαίους ν’ ἀφήσουν ὅλη τὴ γῆ καὶ σ’ ἕνα τόπο νὰ προσφέρουν τὶς θυσίες τους καὶ νὰ προσεύχονται, ἐπειδὴ ὅλη ἡ γῆ ἦταν ἀκάθαρτη, ἐπειδὴ ὑπῆρχαν πάνω της καπνὸς καὶ μυρωδιὰ ψημένων κρεάτων καὶ ὅλες οἱ ἄλλες ἀκαθαρσίες ἀπὸ τὶς εἰδωλολατρικὲς θυσίες. Γιὰ μᾶς ὅμως, ἀπὸ τότε ποὺ ἦρθε ὁ Χριστὸς καὶ καθάρισε ὅλη τὴν οἰκουμένη, ὅλος ὁ τόπος ἔγινε τόπος προσευχῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος μὲ πεποίθηση συμβούλευε νὰ προσευχόμαστε χωρὶς φόβο παντοῦ, λέγοντας τὰ ἑξῆς: «Θέλω νὰ προσεύχονται οἱ ἄνδρες σὲ κάθε τόπο καὶ νὰ σηκώνουν πρὸς τὸν οὐρανὸ καθαρὰ χέρια»7. Εἶδες πῶς καθαρίσθηκε ἡ οἰκουμένη; Ἀπὸ τὸν τόπο τῆς θυσίας Του λοιπὸν, μποροῦμε παντοῦ νὰ ὑψώνουμε πρὸς τὸν οὐρανὸ χέρια καθαρά, γιατί ὅλη ἡ γῆ ἁγιάσθηκε καὶ ἔγινε ἁγιότερη ἀπὸ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Γιατί ἐκεῖ θυσιάσθηκε πρόβατο ποὺ δὲν εἶχε λογικό, ἐδῶ ὅμως Πρόβατο πνευματικό. Καὶ ὅσο πιὸ μεγάλη εἶναι ἡ θυσία, τόσο πιὸ πολὺς εἶναι καὶ ὁ ἁγιασμός. Γι’ αὐτὸ ἑορτάζουμε τὸν σταυρό.
2.-. Θέλεις νὰ μάθεις καὶ ἄλλο κατόρθωμα τοῦ σταυροῦ; Τὸν παράδεισο μᾶς ἄνοιξε σήμερα, ποὺ ἦταν κλεισμένος περισσότερο ἀπὸ πέντε χιλιάδες χρόνια8. Γιατί αὐτὴ τὴν ἡμέρα, αὐτὴ τὴν ὥρα ἔβαλε μέσα στὸν παράδεισο τὸν ληστὴ ὁ Θεὸς καὶ ἔκαμε δύο κατορθώματα• τὸ πρῶτο, ὅτι ἄνοιξε τὸν παράδεισο, καὶ τὸ δεύτερο, ὅτι ἔβαλε μέσα τὸν ληστή. Σήμερα μᾶς ἔδωσε πάλι τὴν παλιὰ πατρίδα μας, σήμερα μᾶς ἔφερε πάλι στὴν πόλη τῶν προγόνων μας καὶ χάρισε κατοικία σ’ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Γιατί εἶπε ὁ Χριστός: «Σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο»9. Τί λέγεις; Σταυρώθηκες καὶ καρφώθηκες καὶ ὑπόσχεσαι παράδεισο; Ναί, λέγει, γιὰ νὰ μάθεις καλὰ τὴ δύναμη ποὺ ἔχω ἐπάνω στὸν σταυρό. Ἐπειδὴ, δηλαδὴ, τὸ γεγονὸς ἦταν λυπηρό, γιὰ νὰ μὴ προσέξεις στὴν σταύρωση, ἀλλὰ γιὰ νὰ μάθεις τὴ δύναμη τοῦ Σταυρωμένου, ἐπάνω στὸν σταυρὸ κάνει αὐτὸ τὸ θαῦμα, ποὺ δείχνει ἰδιαίτερα τὴ δύναμή Του. Γιατί ὄχι ὅταν ἀνέστησε νεκρό, οὔτε ὅταν ἐπιτίμησε τὴ θάλασσα καὶ τοὺς ἀνέμους, οὔτε ὅταν ἀπομάκρυνε τοὺς δαίμονες, ἀλλὰ ὅταν τὸν σταύρωναν, ὅταν τὸν κάρφωναν, ὅταν τὸν εἰρωνεύονταν, ὅταν τὸν κακολογοῦσαν κατόρθωσε ν’ ἀλλάξει τὴν πονηρὴ σκέψη τοῦ ληστῆ, γιὰ νὰ δεῖς τὴ δύναμή Του καὶ ἀπὸ τὶς δυό πλευρές. Καὶ ὁλόκληρη τὴν κτίση δηλαδὴ συγκλόνισε, καὶ τὶς πέτρες ράγισε, καὶ τὴν ψυχὴ τοῦ ληστῆ, ποὺ ἦταν πιὸ ἀναίσθητη ἀπὸ τὴν πέτρα, τὴ συγκίνησε καὶ τὴν τίμησε.
«Γιατί, σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο», λέγει. Ἂν καὶ τὰ Χερουβεὶμ φρουροῦσαν τὸν παράδεισο, αὐτὸς ὅμως ἦταν κύριος καὶ τῶν Χερουβείμ. Ἐκεῖ περιφέρεται πύρινη ρομφαία, ἀλλ’ Αὐτὸς ἔχει ἐξουσία πάνω στὴ φλόγα καὶ τὴν κόλαση καὶ τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο. Ἂν καὶ κανεὶς βασιλιὰς δὲ θὰ μποροῦσε ποτὲ ν’ ἀνεχθεῖ κάποιο ληστὴ ἢ κάποιον ἄλλον ἄνθρωπο νὰ καθίσει κοντά του καὶ νὰ τὸν φέρει ἔτσι μέσα σὲ κάποια πόλη. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τὸ ἔκαμε αὐτὸ καί, καθὼς μπαίνει μέσα στὴν ἱερὴ πατρίδα, φέρει μαζί Του τὸν ληστή, ὄχι γιατί περιφρονοῦσε τὸν παράδεισο, ὄχι γιὰ νὰ τὸν προσβάλει μὲ τὴν παρουσία τοῦ ληστῆ, ἀλλὰ μᾶλλον γιὰ νὰ τὸν τιμήσει. Γιατί αὐτὸ ἦταν τιμὴ γιὰ τὸν παράδεισο, νὰ ἔχει δηλαδὴ τέτοιον κύριο, ποὺ ἔκαμε καὶ τὸν ληστὴ ἄξιο ν’ ἀπολαύσει τὸν παράδεισο. Καὶ ὅταν ἔβαλε τελῶνες καὶ πόρνες στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, δὲν τὸ ἔκαμε γιατί ἤθελε νὰ τὴν περιφρονήσει, ἀλλὰ περισσότερο τὴν τιμοῦσε, ἀποδεικνύοντας ὅτι τέτοιος εἶναι ὁ Κύριος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ποὺ κάνει καὶ πόρνες καὶ τελῶνες τόσο ἐκλεκτούς, ὥστε ν’ ἀποδειχθοῦν ἄξιοι γιὰ τὴν τιμὴ καὶ τὴν εὐεργεσία αὐτή. Ὅπως δηλαδὴ θαυμάζουμε πάρα πολὺ ἕναν ἰατρὸ τότε, ὅταν τὸν δοῦμε νὰ θεραπεύει καὶ νὰ ἐπαναφέρει τὴν ὑγεία σ’ ἀνθρώπους ποὺ ἔπασχαν ἀπὸ ἀνίατες ἀσθένειες, ἔτσι εἶναι δίκαιο νὰ θαυμάζουμε καὶ τὸ Χριστό, ὅταν θεραπεύει ἀνίατα τραύματα, ὅταν ξαναδίνει σὲ τελώνη καὶ πόρνη τόση ὑγεία, ὥστε ν’ ἀποδειχθοῦν ἄξιοι γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Καὶ τί τὸ σπουδαῖο ἔκαμε ὁ ληστής, θὰ πεῖ κάποιος, γιὰ νὰ κερδίσει τὸν παράδεισο μετὰ τὴ σταύρωσή του; Θέλεις νὰ σοῦ πῶ σύντομα τὸ κατόρθωμά του; Ὅταν ὁ Πέτρος τὸν ἀρνήθηκε χωρὶς νὰ εἶναι στὸν σταυρό, τότε ἐκεῖνος τὸν πίστεψε καθὼς ἦταν ἐπάνω στὸν σταυρό. Καὶ δὲν τὰ λέγω αὐτὰ γιὰ νὰ κατηγορήσω τὸν Πέτρο, μακριὰ μιά τέτοια σκέψη, ἀλλὰ γιατί θέλω νὰ δείξω τὴ μεγαλοψυχία τοῦ ληστῆ. Ὁ μαθητὴς δὲν ἄντεξε τὴν ἀπειλὴ ἑνὸς ἀσήμαντου κοριτσιοῦ, ὁ ληστὴς ὅμως, ἂν καὶ ἔβλεπε νὰ στέκεται γύρω ὁλόκληρος λαός, ποὺ φώναζε, καὶ ἔκανε σὰν τρελλός, καὶ βλασφημοῦσε καὶ περιγελοῦσε, δὲν τὰ ἔδωσε σημασία αὐτά, οὔτε πρόσεξε τὴ φαινομενικὴ ἀδυναμία ἐκείνου ποὺ σταυρωνόταν, ἀλλά, παραβλέποντας μὲ τὰ μάτια τῆς πίστης ὅλα αὐτὰ καὶ ξεπερνώντας τὰ ἀσήμαντα ἐμπόδια, ἀναγνώρισε τὸν Κύριο τῶν οὐρανῶν καὶ ἀφοῦ τὸν παρακάλεσε τοῦ εἶπε: «Θυμήσου με, Κύριε, ὅταν φθάσεις στὴ βασιλεία σου»10.
Ἂς μὴν προσπεράσουμε λοιπὸν ἐπιπόλαια αὐτὸν τὸν ληστή, οὔτε νὰ ντραποῦμε νὰ τὸν θεωρήσουμε διδάσκαλό μας, αὐτὸν ποὺ ὁ Κύριός μας δὲν ντράπηκε νὰ τὸν ὁδηγήσει πρῶτο στὸν παράδεισο. Ἂς μὴ ντραποῦμε νὰ θεωρήσουμε διδάσκαλό μας τὸν ἄνθρωπο, ποὺ πρῶτος ἀπ’ ὅλο τὸν κόσμο φάνηκε ἄξιος νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ἂς ἐξετάσουμε τὸ καθετὶ μὲ προσοχή, γιὰ νὰ μάθουμε τὴ δύναμη τοῦ σταυροῦ.
Δὲν εἶπε στὸν ληστή, ὅπως στὸν Πέτρο, «Ἀκολούθησέ με καὶ θὰ σὲ κάνω ἱκανὸ νὰ ψαρεύεις ἀνθρώπους»11, οὔτε τοῦ εἶπε, ὅπως εἶπε στοὺς δώδεκα μαθητές του, ὅτι «θὰ καθίσετε σὲ δώδεκα θρόνους νὰ δικάζετε τὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραὴλ»12. Καὶ μάλιστα δὲν τοῦ εἶπε οὔτε μία λέξη. Δὲν τοῦ ἔδειξε θαῦμα, οὔτε εἶδε αὐτὸς ν’ ἀνασταίνει κάποιο νεκρό, οὔτε νὰ διώχνει δαίμονες. Δὲν εἶδε τὴ θάλασσα νὰ ὑπακούει στὴν προσταγή του, οὔτε τοῦ εἶπε κάτι γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, οὔτε γιὰ τὴν κόλαση, καὶ ἐνώπιον ὅλων πίστεψε σ’ Αὐτόν, καὶ μάλιστα τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄλλος ληστὴς ἦταν σταυρωμένος μαζί του, γιὰ νὰ πραγματοποιηθοῦν τὰ λόγια τοῦ Προφήτη, ὅτι «Λογαριάσθηκε ἀνάμεσα στοὺς κακούργους»13.
Ἤθελαν λοιπὸν οἱ Ἰουδαῖοι νὰ συκοφαντήσουν τὴ δόξα Του καὶ μὲ κάθε τρόπο τὸν ἔβριζαν μ’ αὐτὰ ποὺ ἔκαμναν. Ἡ ἀλήθεια ὅμως ἀπὸ παντοῦ ἔλαμπε καὶ αὐξανόταν μὲ τὶς ἀντιδράσεις τους. Τὸν εἰρωνεύονταν λοιπὸν ὁ ἄλλος ληστής. Εἶδες τὸν ἕνα καὶ τὸν ἄλλο ληστή; Καὶ οἱ δύο εἶναι πάνω στὸν σταυρό, καὶ οἱ δύο γιατί ἦταν ληστές, καὶ οἱ δύο γιατί ἔδειξαν κακὴ διαγωγή. Δὲν εἶχαν ὅμως καὶ οἱ δύο τὸ ἴδιο τέλος, ἀλλ’ ὁ ἕνας κληρονόμησε τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ ὁ ἄλλος πῆγε στὴν κόλαση. Ἔτσι ἔγινε καὶ χθές. Μαθητὲς ἦταν οἱ ἕνδεκα, μαθητὴς καὶ ὁ Ἰούδας. Ἐκεῖνοι μὲν ἔλεγαν, «Ποῦ θέλεις νὰ σοῦ ἑτοιμάσουμε νὰ φάγεις τὸ Πάσχα;»14, ἐνῶ αὐτὸς ἑτοιμαζόταν γιὰ τὴν προδοσία καὶ ἔλεγε: «Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, γιὰ νὰ σᾶς τὸν παραδώσω;»14α. Καὶ ἐκεῖνοι ἑτοιμάζονταν νὰ τὸν περιποιηθοῦν καὶ νὰ πάρουν μέρος στὴ θεία μυσταγωγία, αὐτὸς ὅμως τὸν προσκυνάει. Ὁ ἕνας τὸν βρίζει, ὁ ἄλλος τὸν ἐπαινεῖ καὶ κλείνει τὸ στόμα τοῦ βλάσφημου λέγοντας: «Οὔτε τὸν Θεὸ δὲν φοβᾶσαι ἐσύ; Γιατί ἐμεῖς ἀπολαμβάνουμε ὅπως μᾶς ἄξιζε γιὰ ἐκεῖνα ποὺ κάναμε»15.
3.-. Εἶδες τὸ θάρρος τοῦ ληστῆ; Εἶδες τὸ θάρρος τοῦ ἐπάνω στὸ σταυρό; Εἶδες τὴν πίστη του τὴν ὥρα τῆς τιμωρίας του καὶ τὴν εὐσέβειά του τὴν ὥρα τοῦ βασανισμοῦ του; Ποιὸς λοιπὸν δὲν θὰ ἔνιωθε κατάπληξη γιὰ τὸ ὅτι ἦταν κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, γιὰ τὸ ὅτι εἶχε τὰ λογικά του, ἂν καὶ τὸν εἶχαν τρυπήσει μὲ καρφιά; Αὐτὸς ὅμως δὲν ἦταν μόνο κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλὰ καὶ ἀδιαφοροῦσε γιὰ τὰ βάσανά του καὶ φρόντιζε γιὰ τὰ βάσανα τῶν ἄλλων, καὶ ἔγινε διδάσκαλος ἐπάνω στὸν σταυρὸ καὶ κατακρίνει τὸν ἄλλο ληστὴ καὶ τοῦ λέγει: «Οὔτε τὸν Θεὸ δὲν φοβᾶσαι ἐσύ;». Νὰ μὴ προσέχεις, λέγει, στὸ ἐπίγειο δικαστήριο• ὑπάρχει ἄλλος κριτὴς ἀόρατος, ὑπάρχει δικαστήριο ἀμερόληπτο. Νὰ μὴν βλέπεις λοιπὸν ἐπειδὴ καταδικάσθηκε στὴ γῆ, γιατί δὲν γίνονται αὐτὰ στὸν οὐρανό. Ἐδῶ, δηλαδὴ, στὸ ἐπίγειο δικαστήριο καὶ δίκαιοι καταδικάζονται, καὶ ἄδικοι ἀθωώνονται, καὶ ἔνοχοι δὲν παθαίνουν τίποτε, καὶ ἀθῶοι τιμωροῦνται. Γιατί οἱ δικαστὲς κάνουν πολλὰ λάθη θεληματικὰ ἢ ἄθελά τους, ἢ γιατί δὲ γνωρίζουν τὸ δίκαιο καὶ ἐξαπατοῦνται, ἢ γιατί τὸ γνωρίζουν, ἀλλά, ἐπειδὴ ἐξαγοράζονται μὲ χρήματα, παίρνουν πολλὲς φορὲς ἄδικη ἀπόφαση. Στὸν οὐρανὸ ὅμως δὲν συμβαίνει τίποτε τέτοιο. Γιατί ὁ Θεὸς εἶναι δίκαιος κριτὴς καὶ ἡ ἀποφασή του θὰ βγεῖ σὰν τὸ φῶς χωρὶς νὰ ἔχει δόλο οὔτε ἄγνοια. Γιὰ νὰ μὴν λέγει λοιπόν, ὅτι καταδικάσθηκε στὴ γῆ καὶ τιμωρήθηκε, τὸν ἀνέβασε στὸ οὐράνιο δικαστήριο. Τοῦ θύμισε ἐκεῖνο τὸ φοβερὸ βῆμα, λέγοντας περίπου αὐτά: Πρόσεχε ἐκεῖ καὶ δὲν θὰ ρίξεις καταδικαστικὴ ψῆφο, οὔτε θὰ συμφωνήσεις μὲ τοὺς ἀνήθικους δικαστὲς τῆς γῆς, ἀλλὰ θὰ παραδεχθεῖς τὴ δίκη ποὺ γίνεται στοὺς οὐρανούς. Εἶδες τὴν πίστη τοῦ ληστῆ; Εἶδες σύνεση καὶ διδασκαλία του; Ἀμέσως ἀπὸ τὸν σταυρὸ πήδησε στὸν οὐρανό.
Ἔπειτα, ἀποστομώνοντας μὲ τὸ παραπάνω αὐτόν, τοῦ λέγει: «Δὲν φοβᾶσαι, γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή;». Τί σημαίνει, «ὅτι ἐν τῷ αὐτῶ κρίματι ἐσμέν;». Ὅτι τιμωρηθήκαμε μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Μήπως λοιπὸν καὶ ἐσὺ δὲν εἶσαι πάνω στὸν σταυρό; Βρίζοντας λοιπὸν τὸν Χριστό, προσβάλλεις τὸν ἑαυτό σου ἀντὶ γι’ αὐτόν. Γιατί, ὅπως ὁ ἁμαρτωλός, ὅταν κατηγορεῖ ἄλλον ἁμαρτωλό, κατηγορεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι τὸν ἄλλο, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ βρίσκεται σὲ συμφορὰ καὶ βρίζει τὸν ἄλλο γιὰ τὴ συμφορὰ του βρίζει τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι τὸν ἄλλο. «Γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή». Τοῦ διαβάζει ἀποστολικὸ νόμο καὶ τοῦ λέγει τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, «Μὴ κατακρίνετε, γιὰ νὰ μὴ κατακριθεῖτε»16. «Γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή».
Τί κάνεις, ληστή; Προσπαθώντας ν’ ἀπολογηθεῖς γιὰ τὸν Χριστό, τὸν ἔκαμες σύντροφο τοῦ ληστῆ; Ὄχι, λέγει. Ἐξαφανίζω τὴν ὑποψία αὐτὴ μὲ τὰ παρακάτω. Γιὰ νὰ μὴ νομίσεις δηλαδὴ ὅτι ἐξατίας τῆς ἴδιας τιμωρίας τὸν ἔκαμε καὶ σύντροφό τους στὴν ἁμαρτία, πρόσθεσε τὴ διόρθωση καὶ εἶπε: «Καὶ ἐμεῖς βέβαια δίκαια τιμωρηθήκαμε, γιατί ἄξια παθαίνουμε γι’ αὐτὰ ποὺ κάναμε».
Εἶδες τέλεια ἐξομολόγηση; Εἶδες πῶς ἀπαλλάχθηκε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του ἐπάνω στὸν σταυρό; Γιατί λέγει ὁ προφήτης: «Νὰ λέγεις πρῶτος ἐσὺ τὶς ἁμαρτίες σου, γιὰ νὰ συγχωρηθεῖς»17. Κανεὶς δὲν τὸν ἀνάγκασε, κανεὶς δὲν τὸν πίεσε, ἀλλὰ ὁ ἴδιος κατηγόρησε τὸν ἑαυτὸ του λέγοντας: «Καὶ ἐμεῖς βέβαια δίκαια τιμωρηθήκαμε, γιατί παθαίνουμε ἄξια γι’ αὐτὰ ποὺ κάναμε. Αὐτὸς ὅμως δὲν ἔκαμε κανένα κακό». Καὶ ὕστερα λέγει: «Θυμήσου με, Κύριε, στὴ βασιλεία σου». Δὲν τόλμησε νὰ πεῖ πρῶτα, «Θυμήσου με στὴ βασιλεία σου», ὥσπου μὲ τὴν ἐξομολόγηση πέταξε ἀπὸ πάνω του τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν του. Βλέπεις πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι ἡ ἐξομολόγηση; Ἐξομολογήθηκε, καὶ ἄνοιξε τὸν παράδεισο• ἐξομολογήθηκε, καὶ ἀπέκτησε τόσο θάρρος, ὥστε ἀπὸ ληστὴς ποὺ ἦταν νὰ ζητήσει τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Βλέπεις πόσα ἀγαθὰ μᾶς προξένησε ὁ σταυρός; Ἀναλογίζεσαι τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν; Πές μου λοιπόν, βλέπεις κάτι τέτοιο; Αὐτὰ ποὺ βλέπεις εἶναι καρφιὰ καὶ σταυρός, ἀλλ’ ὁ σταυρὸς αὐτός, λέγει, εἶναι τὸ σύμβολο τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Γι’ αὐτὸ τὸν ὀνομάζω βασιλιά, ἐπειδὴ τὸν βλέπω νὰ σταυρώνεται. Γιατί εἶναι χαρακτηριστικό του βασιλιᾶ νὰ πεθαίνει γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ὑπηκόων του. Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ὁ ποιμένας ὁ καλὸς θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν προβάτων τοῦ»18. Ἑπομένως καὶ ὁ βασιλιάς ὁ καλὸς θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ὑπηκόων του. Ἐπειδὴ λοιπὸν θυσίασε τὴ ζωή Του, γι’ αὐτὸ τὸν ὀνομάζω βασιλιά. «Θυμήσου με, Κύριε, στὴ βασιλεία σου».
4.-. Εἶδες πῶς ὁ σταυρὸς εἶναι σύμβολο καὶ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν; Θέλεις νὰ μάθεις αὐτὸ καὶ ἀπὸ ἀλλοῦ; Δὲν τὸν ἄφησε στὴ γῆ ὁ Χριστός, ἀλλὰ τὸν πῆρε μαζί του καὶ τὸν ἀνέβασε στὸν οὐρανό. Ἀπὸ ποῦ φαίνεται αὐτό; Ἐπειδὴ πρόκειται νὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρὸ στὴ δεύτερη καὶ ἔνδοξη παρουσία Του, γιὰ νὰ μάθεις πόσο σεβαστὸ πράγμα εἶναι ὁ σταυρός, γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ὀνόμασε δόξα. Ἀλλ’ ἂς δοῦμε πῶς θὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρό, γιατί εἶναι ἀνάγκη νὰ σᾶς φέρω τὴν ἀπόδειξη. «Ἐὰν σᾶς ποῦν», λέγει ὁ Χριστός, «νά, ὁ Χριστὸς εἶναι στὰ ἰδιαίτερα δωμάτια, νὰ εἶναι στὴν ἔρημο, μὴ βγεῖτε νὰ τὸν συναντήσετε»19, καὶ ἐννοεῖ τὴ δεύτερη παρουσία Του, τὴν ἔνδοξη• καὶ ἀναφέρεται στοὺς ψευδόχριστους, στοὺς ψευδοπροφῆτες καὶ στὸν ἀντίχριστο, γιὰ νὰ μὴ πλανηθεῖ κανεὶς καὶ πέσει στὴν παγίδα του. Ἐπειδή δηλαδὴ, ὁ ἀντίχριστος θὰ ἔρθει πρὶν ἀπὸ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ μὴν πέσει κανεὶς στὸ στόμα τοῦ λύκου, ἀναζητώντας τὸν Ποιμένα, γι’ αὐτό σοῦ ἀναφέρω ἕνα σημάδι τῆς παρουσίας τοῦ Ποιμένα.
Ἐπειδὴ, λοιπὸν, ἡ πρώτη παρουσία Του στὸν κόσμο ἔμεινε ἀπαρατήρητη, γιὰ νὰ μὴν νομίσεις ὅτι καὶ ἡ δεύτερη θὰ γίνει μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ἔδωσε αὐτὸ τὸ σημάδι. Ἡ πρώτη παρουσία Του δικαιολογημένα ἔμεινε ἀπαρατήρητη, ἐπειδὴ ἦρθε νὰ βρεῖ τὸ χαμένο πρόβατο. Ἡ δεύτερη ὅμως δὲν θὰ γίνει ἔτσι. Ἀλλὰ πῶς; πές μου. «Ὅπως ἡ ἀστραπὴ βγαίνει ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ καὶ φαίνεται μέχρι τὴ δύση, ἔτσι θὰ γίνει καὶ ἡ παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου»20. Θὰ φανεῖ σ’ ὅλους μαζὶ καὶ δὲ θὰ χρειασθεῖ νὰ ἐρωτήσει κανείς, ἂν ὁ Χριστὸς εἶναι ἐδῶ ἢ ἐκεῖ. Ὅπως λοιπὸν ὅταν φαίνεται μία ἀστραπὴ δὲν χρειάζεται νὰ ἐξετάσουμε ἂν φάνηκε, ἔτσι ὅταν συμβεῖ ἡ δεύτερη παρουσία τοῦ Χριστοῦ, δὲν χρειάζεται νὰ ἐξετάζουμε ἂν ἦρθε ὁ Χριστός. Ἀλλ’ ἐκεῖνο ποὺ θέλουμε ν’ ἀποδείξουμε εἶναι, ἂν θὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρό. Δὲν πρέπει βέβαια νὰ ξεχάσουμε τὴν ὑπόσχεσή μας. Ἄκουσε λοιπὸν τὰ ἑξῆς. «Τότε», λέγει• τότε, πότε; «Ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθεῖ καὶ ἡ σελήνη δὲν θὰ δώσει τὸ φῶς της»21. Γιατί τόσο ὑπερβολικὸ θὰ εἶναι τότε τὸ φῶς, ὥστε καὶ τὰ πιὸ λαμπρὰ ἄστρα θὰ κρυφθοῦν. «Τότε καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν ἀπὸ τὸν οὐρανό, τότε θὰ φανεῖ στὸν οὐρανὸ καὶ τὸ σημάδι τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου»22.
Εἶδες πόση εἶναι ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ; Ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθεῖ καὶ ἡ σελήνη δὲ θὰ φανεῖ, ὁ σταυρὸς ὅμως λάμπει καὶ φαίνεται, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι εἶναι πιὸ λαμπρὸς καὶ ἀπὸ τὸν ἥλιο καὶ ἀπὸ τὴ σελήνη. Καὶ ὅπως ὅταν ἕνας βασιλιὰς μπαίνει σὲ κάποια πόλη, οἱ στρατιῶτες παίρνουν τὰ λάβαρα, τὰ σηκώνουν στοὺς ὤμους τους καὶ προαγγέλλουν τὴν εἴσοδό του, ἔτσι καὶ ὅταν ὁ Κύριος θὰ κατεβαίνει ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς θὰ προηγοῦνται οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἀρχαγγέλων καὶ θὰ φέρουν στοὺς ὤμους τους τὸν σταυρὸ καὶ θὰ μᾶς προαγγέλλουν τὴ βασιλικὴ εἴσοδό Του. «Τότε θὰ σαλευθοῦν οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν», λέγει, καὶ ἐννοεῖ τοὺς ἀγγέλους• θὰ τοὺς πιάσει τότε πολὺς τρόπος καὶ φόβος.
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο; πές μου. Θὰ εἶναι φοβερὸ τὸ δικαστήριο ἐκεῖνο, γιατί πρόκειται ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος νὰ δικασθεῖ καὶ νὰ παρουσιασθεῖ μπροστὰ στὸ φοβερὸ κριτή. Γιὰ ποιὸ λοιπὸν λόγο οἱ ἄγγελοι φοβοῦνται καὶ τρέμουν; ἀφοῦ δὲν πρόκειται αὐτοὶ νὰ δικασθοῦν. Γιατί, ὅπως ὅταν δικάζει ἕνας ἄρχοντας δὲν φοβοῦνται καὶ τρέμουν οἱ ἔνοχοι μόνο, ἀλλὰ καὶ οἱ φρουροί, ποὺ δὲν αἰσθάνονται καμιὰ ἐνοχή, ἐπειδὴ φοβοῦνται τὸν δικαστή, ἔτσι καὶ τότε, ὅταν θὰ δικάζεται τὸ ἀνθρώπινο γένος, θὰ φοβοῦνται καὶ οἱ ἄγγελοι, ποὺ δὲν αἰσθάνονται καμιὰ ἐνοχή, ἐπειδὴ θὰ φοβοῦνται πάρα πολὺ τὸν δικαστή.
Γιατί ὅμως φαίνεται τότε ὁ σταυρὸς καὶ γιατί ἔρχεται ἔχοντας τὸν σταυρὸ ὁ Κύριος; Γιὰ νὰ μάθουν τὴν ἀχαριστία τους ἐκεῖνοι ποὺ τὸν σταύρωσαν, γι’ αὐτὸ τοὺς δείχνει αὐτὸ τὸ σύμβολο τῆς ντροπῆς τους. Καὶ ὅτι πραγματικὰ γι’ αὐτὸ φέρει μαζί Του τὸ σταυρό, ἄκουσε τὸν προφήτη ποὺ λέγει: «Τότε θὰ θρηνήσουν ὅλες οἱ φυλὲς τῆς γῆς»23, γιατί θὰ δοῦν τὸν κατήγορό τους καὶ θ’ ἀναγνωρίσουν τὸ σφάλμα τους. Καὶ γιατί ἀπορεῖς, ἐὰν θὰ ἔρθει μαζὶ μὲ τὸν σταυρό, ἀφοῦ τότε θὰ δείχνει καὶ τὶς ἴδιες τὶς πληγές Του; «Γιατί θὰ δοῦν», λέγει ὁ προφήτης, «ἐκεῖνον ποὺ τὸν τρύπησαν μὲ τὴ λόγχη»24. Ὅπως δηλαδὴ ἔκαμε στὴν περίπτωση τοῦ Θωμᾶ, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ διορθώσει τὴν ἀπιστία τοῦ μαθητῆ Του, καὶ ἀφοῦ ἀναστήθηκε τοῦ ἔδειξε τὰ σημάδια τῶν καρφιῶν καὶ τὶς πληγές, καὶ τοῦ εἶπε, «Βάλε τὸ χέρι σου καὶ δές, γιατί τὸ φάντασμα δὲν ἔχει σάρκα καὶ ὀστᾶ»25, ἔτσι καὶ τότε θὰ δείξει τὶς πληγὲς καὶ τὸν σταυρό, γιὰ ν’ ἀποδείξει ὅτι αὐτὸς ἦταν ἐκεῖνος ποὺ σταυρώθηκε.
5.-. Καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ τὸ σταυρό, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ λόγια ποὺ εἶπε πάνω στὸν σταυρὸ εἶναι δυνατὸ νὰ δοῦμε τὴν ἀνέκφραστη φιλανθρωπία Του. Γιατί ἀκόμη καὶ τότε ποὺ τὸν σταύρωναν καὶ τὸν εἰρωνεύονταν καὶ τὸν περιγελοῦσαν καὶ τὸν ἔφτυναν, ἔλεγε: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν»26. Καὶ ὅταν σταυρώνεται, προσεύχεται γι’ αὐτοὺς ποὺ τὸν σταύρωναν, ἂν καὶ ἔλεγαν τὰ ἀντίθετα: «Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, κατέβα ἀπὸ τὸν σταυρὸ καὶ θὰ πιστέψουμε σὲ σένα»27. Ἀλλ’ ὅμως, γι’ αὐτὸ δὲν κατεβαίνει ἀπὸ τὸν σταυρό, ἐπειδὴ εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ γι’ αὐτὸ ἦρθε, γιὰ νὰ σταυρωθεῖ γιὰ τὴ σωτηρία μας. «Κατέβα ἀπὸ τὸ σταυρό», λέγει, «καὶ θὰ πιστέψουμε σὲ σένα». Αὐτὰ εἶναι λόγια καὶ πρόφαση γιὰ τὴν ἀπιστία τους. Γιατί τὸ ὅτι ἀναστήθηκε, ἂν καὶ ὑπῆρχε ὁ λίθος στὸν τάφο Του, ἦταν πολὺ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὸν σταυρό. Τὸ νὰ βγάλει ἀπὸ τὸ μνῆμα τὸν Λάζαρο, ποὺ ἦταν νεκρὸς τέσσερις ἡμέρες καὶ δεμένος μὲ τὰ νεκρικὰ σάβανα, ἦταν πολὺ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὸ σταυρό.
Ἐκεῖνοι λοιπὸν ἔλεγαν: «Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σῶσε τὸν ἑαυτό σου». Αὐτὸς ὅμως ἔκανε τὰ πάντα, γιὰ νὰ σώσει ἐκείνους ποὺ τὸν ἔβριζαν, καὶ ἔλεγε: «Συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν». Τί λοιπὸν ἔγινε; Τοὺς συγχώρησε τὴν ἁμαρτία τους; Τοὺς συγχώρησε, ἂν ἤθελαν νὰ μετανοήσουν. Γιατί ἂν δὲν τοὺς συγχωροῦσε τὴν ἁμαρτία, δὲν θὰ γινόταν ὁ Παῦλος ἀπόστολος. Ἂν δὲν τοὺς συγχωροῦσε τὴν ἁμαρτία, δὲν θὰ πίστευαν ἀμέσως τρεῖς χιλιάδες καὶ πέντε χιλιάδες καὶ πολλὲς μυριάδες. Ὅτι πραγματικὰ πίστεψαν πολλὲς μυριάδες Ἰουδαίων, ἄκουσε τί λέγουν οἱ ἀπόστολοι στὸν Παῦλο: «Βλέπεις, ἀδελφέ, πόσες εἶναι οἱ μυριάδες τῶν Ἰουδαίων ποῦ πίστεψαν στὸν Χριστό;»28.
Ἂς μιμηθοῦμε λοιπὸν τὸν Κύριο καὶ ἂς προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας. Πάλι λοιπὸν καταλήγω σ’ αὐτὴν τὴ συμβουλή. Εἶναι ἡ πέμπτη ἡμέρα σήμερα ποὺ σᾶς ὁμιλῶ γιὰ τὸ ζήτημα αὐτό, ὄχι γιατί θέλω νὰ σᾶς κατηγορήσω γιὰ ἀπείθεια, μακριὰ μιά τέτοια σκέψη, ἀλλὰ γιατί πάρα πολὺ ἐλπίζω ὅτι θὰ πεισθεῖτε. Ἐὰν ὅμως ὑπάρχουν μερικοὶ σκληρόκαρδοι καὶ ὀργίλοι καὶ δύστροποι, ποὺ δὲν ὑπάκουσαν σ’ αὐτὰ ποὺ γιὰ τὴν προσευχὴ εἴπαμε, ἴσως ντραποῦν, ποὺ σᾶς ὁμιλῶ πολλὲς ἡμέρες, καὶ ἀπομακρύνουν κάποτε τὸ μῖσος καὶ τὴ μικροψυχία. Μιμήσου τὸν Κύριό σου• σταυρωνόταν, καὶ μιλοῦσε στὸν Πατέρα γιὰ τὸ καλὸ αὐτῶν ποὺ τὸν σταύρωναν. Πῶς μπορῶ, θὰ πεῖ κάποιος, νὰ μιμηθῶ τὸν Κύριο; Ἐὰν θέλεις, μπορεῖς. Γιατί, ἐὰν δὲν μποροῦσες νὰ τὸν μιμηθεῖς, πὼς ἔλεγε, «Μάθετε ἀπὸ μένα, ὅτι εἶμαι πράος καὶ ταπεινὸς στὴν καρδιὰ»29; Ἐὰν δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ τὸν μιμηθεῖς, δὲν θὰ ἔλεγε ὁ Παῦλος: «Νὰ γίνεστε μιμητές μου, ὅπως καὶ ἐγὼ γίνομαι μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ»30. Ἀλλ’ ὅμως δὲν θέλεις νὰ μιμηθεῖς τὸν Κύριο; Μιμήσου τὸν συνάνθρωπό σου, ἐννοῶ τὸν ἀπόστολο Στέφανο, γιατί καὶ αὐτὸς μιμήθηκε τὸν Κύριο. Καὶ ὅπως ὁ Χριστὸς, ἀνάμεσα στοὺς σταυρωτές Του, ἀδιαφόρησε γιὰ τὴ σταύρωσή του, ἀδιαφόρησε γιὰ τοὺς πόνους Του καὶ παρακαλοῦσε τὸν Πατέρα νὰ συγχωρήσει τοὺς σταυρωτές Του, ἔτσι καὶ ὁ διάκονος Στέφανος ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν λιθοβολοῦσαν, καθὼς τὸν κτυποῦσαν ὅλοι καὶ δεχόταν τὶς πέτρες τους, ἀδιαφόρησε γιὰ τοὺς πόνους ποὺ τοῦ προκαλοῦσαν τὰ κτυπήματα καὶ ἔλεγε: «Κύριε, μὴ λογαριάσεις σ’ αὐτοὺς τὴν ἁμαρτία αὐτὴ»31.
Εἶδες πῶς ὁμιλεῖ ὁ Υἱός; Εἶδες πῶς παρακαλεῖ ὁ ἄνθρωπος; Ἐκεῖνος λέγει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία αὐτή, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν», καὶ αὐτὸς λέγει: «Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσεις αὐτὴ τὴν ἁμαρτία». Καὶ γιὰ νὰ μάθεις ὅτι προσεύχεται μὲ εἰλικρίνεια, δὲν προσεύχεται ἁπλὰ ὄρθιος ὅταν τὸν λιθοβολοῦσαν, ἀλλὰ γονάτισε καὶ προσευχήθηκε μὲ κατάνυξη καὶ πολλὴ συμπόνοια. Θέλεις νὰ σοῦ δείξω καὶ ἄλλο συνάνθρωπό σου πού ἔπαθε πολὺ περισσότερα ἀπ’ αὐτόν; Ὁ Παῦλος λέγει: «Οἱ Ἰουδαῖοι μὲ κτύπησαν μὲ ραβδιά, μία φορὰ μὲ λιθοβόλησαν, ἕνα ἡμερόνυκτο ἔμεινα στὸ πέλαγος»32. Τί λέγει λοιπὸν ὕστερα ἀπ’ αὐτά; «Θὰ εὐχόμουν», λέγει, «νὰ χωρισθῶ ἐγὼ ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸν Χριστό, γιὰ χάρη τῶν ἀδελφῶν μου Ἰουδαίων, ποὺ εἶναι συγγενεῖς μου κατὰ σάρκα»33.
Θέλεις νὰ δεῖς καὶ ἄλλον, ὄχι ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν Παλαιά; Γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ πάρα πολὺ ἀξιοθαύμαστο, ὅτι δηλαδὴ τότε ποὺ δὲν ὑπῆρχε ἡ προτροπὴ ν’ ἀγαποῦν οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἐχθρούς τους, ἀλλὰ νὰ βγάζουν μάτι ἀντὶ γιὰ μάτι, καὶ δόντι ἀντὶ γιὰ δόντι, καὶ ν’ ἀνταποδίδουν τὰ ἴδια κακά, ἔφθασαν στὴ συμπεριφορὰ τῶν ἀποστόλων. Ἄκουσε τί λέγει ὁ Μωυσῆς, ποὺ λιθοβολήθηκε πολλὲς φορὲς ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ περιφρονήθηκε ἀπ’ αὐτούς: «Ἐὰν τοὺς συγχωρήσεις τὴν ἁμαρτία, συγχώρησέ την, διαφορετικά, σβῆσε καὶ μένα ἀπὸ τὸ βιβλίο ποὺ μὲ ἔχεις γράψει»34.
Βλέπεις ὅτι ὁ καθένας θέτει τὴν ἀσφάλεια τῶν ἄλλων πρὶν ἀπὸ τὴ δική του σωτηρία; Δὲν ἁμάρτησες καθόλου• γιατί θέλεις νὰ τιμωρηθεῖς μαζὶ μ’ αὐτούς; Ἐπειδή, λέγει, δὲν αἰσθάνομαι καθόλου τὴν εὐτυχία, ὅταν οἱ ἄλλοι ὑποφέρουν. Θὰ μᾶς ἦταν βέβαια, ἀρκετὰ αὐτὰ τὰ παραδείγματα. Ἀλλὰ γιὰ νὰ διορθωθοῦμε ἀπὸ τὰ πολλὰ παραδείγματα, θ’ ἀναφέρω καὶ κάποιον ἄλλο ποὺ ἔκαμε τὶς ἴδιες σκέψεις. Γιατί καὶ ὁ Δαυίδ, ὁ μακάριος καὶ πράος ἐκεῖνος ἄνδρας, ὅταν ἐπαναστάτησε ἐναντίον του ὅλος ὁ στρατός του καὶ ἔδωσε ὅλη του τὴ δύναμη στὸν υἱὸ του τὸν Ἀβεσαλώμ, καὶ ἐπιτέθηκε νὰ καταλάβει τὴν ἐξουσία καὶ ἤθελε νὰ τὸν σφάξει, καὶ ἔπειτα ὀργίσθηκε γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς (γιατί τί σημασία ἔχει ἂν βρῆκε ἄλλη πρόφαση γιὰ τὴ σφαγή;), καὶ ἔστειλε τὸν ἄγγελό του μὲ γυμνὸ τὸ ξίφος, γιὰ νὰ κτυπήσει ἀπὸ ψηλά, ὅταν ἔβλεπε ὅτι ἀφανίζονται ὅλοι, τί λέγει; «Ἐγὼ ὁ ποιμένας ἁμάρτησα, καὶ ἐγὼ ὁ ποιμένας ἔκαμα κακό. Ἂς πέσει ἡ τιμωρία σου σὲ μένα καὶ στὴν πατρική μου οἰκογένεια»35.
Βλέπεις πάλι ὅμοια κατορθώματα; Θέλεις νὰ σοῦ δείξω καὶ ἄλλον; Γιατί δὲν μᾶς λείπει καὶ ἄλλος ποὺ ἔκαμε τὶς ἴδιες σκέψεις. Ὁ προφήτης Σαμουὴλ βρίσθηκε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, καθαιρέθηκε, περιφρονήθηκε τόσο, ὥστε ὁ Θεὸς θέλησε νὰ τὸν παρηγορήσει καὶ τοῦ εἶπε: «Δὲν περιφρόνησαν ἐσένα, ἀλλ’ ἐμένα»36. Τί λοιπὸν ἀπάντησε ἐκεῖνος ποὺ περιφρονήθηκε, ποὺ προσβλήθηκε καὶ πού βρίσθηκε; «Εἴθε νὰ μὴν κάνω τέτοια ἁμαρτία», λέγει, «ὥστε νὰ σταματήσω νὰ προσεύχομαι στὸν Κύριο γιὰ σᾶς»37. Θεώρησε ὅτι εἶναι ἁμαρτία, τὸ νὰ μὴν προσεύχεται γιὰ τοὺς ἐχθρούς του.
Εἴθε λοιπὸν νὰ μὴ συμβεῖ ν’ ἁμαρτήσω ἔτσι, ὥστε νὰ μὴν προσεύχομαι γιὰ σᾶς. Ὁ Χριστὸς λέγει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν». Ὁ Στέφανος λέγει: «Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσεις τὴν ἁμαρτία αὐτή». Ὁ Παῦλος λέγει: «Θὰ εὐχόμουν νὰ γίνω ἀνάθεμα γιὰ χάρη τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα». Ὁ Μωυσῆς λέγει: «Ἐὰν τοὺς συγχωρήσεις τὴν ἁμαρτία τους, συγχώρησέ την διαφορετικά, σβῆσε καὶ μένα ἀπὸ τὸ βιβλίο ποὺ μὲ ἔγραψες». Ὁ Δαυὶδ λέγει: «Ἂς πέσει ἡ τιμωρία σου σὲ μένα καὶ στὴν πατρική μου οἰκογένεια». Ὁ Σαμουὴλ λέγει: «Εἴθε νὰ μὴ κάνω τέτοια ἁμαρτία, ὥστε νὰ σταματήσω νὰ προσεύχομαι στὸν Κύριο γιὰ σᾶς».
Πές μου λοιπόν, ποιὰ συγγνώμη θὰ ἐπιτύχουμε, ὅταν, ἐνῶ ὁ Κύριος καὶ οἱ συνάνθρωποί μας, ἀπὸ τὴν Καινὴ καὶ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅλοι μᾶς παρακινοῦν νὰ προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας, ἐμεῖς ὅμως κάνουμε τὸ ἀντίθετο καὶ προσευχόμαστε γιὰ τὸ κακὸ τῶν ἐχθρῶν μας;
Μή, σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, μὴ τὸ κάνετε αὐτό. Γιατί, ὅσο περισσότερα εἶναι τὰ παραδείγματα, τόσο μεγαλύτερη θὰ εἶναι ἡ τιμωρία, ἐὰν δὲν τὰ μιμηθοῦμε. Εἶναι σπουδαιότερο νὰ προσεύχεται κανεὶς γιὰ τοὺς ἐχθρούς του, παρὰ γιὰ τοὺς φίλους του. Γιατί δὲν σᾶς ὠφελεῖ τόσο τὸ δεύτερο, ὅσο τὸ πρῶτο. «Γιατί, ἂν ἀγαπᾶτε ἐκείνους ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, δὲν κάνετε τίποτε τὸ σπουδαῖο», λέγει ὁ Χριστός: «Γιατί καὶ οἱ τελῶνες τὸ ἴδιο κάνουν»38. Ἑπομένως, ἐὰν προσευχηθοῦμε γιὰ τοὺς φίλους μας, δὲν γίναμε καθόλου καλύτεροι ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ἀπὸ τοὺς τελῶνες. Ὅταν ὅμως ἀγαπήσουμε τοὺς ἐχθρούς μας, γίναμε, ὅσο εἶναι ἀνθρώπινα δυνατὸ, ὅμοιοι μὲ τὸν Θεό, γιατί «ἀνατέλλει τὸν ἥλιό Του σὲ πονηροὺς καὶ σ’ ἀγαθούς, καὶ βρέχει στοὺς δίκαιους καὶ στοὺς ἄδικους»39.
Ἂς γίνουμε, λοιπὸν, ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα, γιατί λέγει: «Νὰ γίνεστε ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα σας ποὺ βρίσκεται στοὺς οὐρανούς», γιὰ ν’ ἀξιωθοῦμε καὶ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, μὲ τὴ Χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: 1. Ἰω. 10, 11. 2. Ἃ’ Κόρ. 5, 8. 3. Ἃ’ Κόρ. 5, 7. 4. Ἑβρ. 5, 1 καὶ 8, 3. 5. Ἑβρ. 9, 28. 6. Ἤσ. 53, 12. 7. Ἃ’ Τίμ. 2, 8. 8. Παλαιότερα πίστευαν ὅ,τι ὁ κόσμος δημιουργήθηκε τὸ 5000 π.Χ. Ἡ ἴδια ἀντίληψη ὑπάρχει στὴν ἐποχὴ τοῦ Χρυσοστόμου καὶ ἀργότερα. 9. Λουκᾶ 23, 43. 10. Λουκᾶ 23, 42. 11. Μάτθ. 4, 19. 12. Μάτθ. 19, 28. 13. Ἤσ. 53, 12. 14. Μάτθ. 26, 17 14α Μάτθ. 26, 15. 15 . 23 , 40-41. 16. Μάτθ. 7, 1. 17. Ἤσ. 43, 26. 18. Ἰω. 10, 11. 19. Μάτθ. 24, 26. 20. Μάτθ. 24, 27. 21. Μάτθ. 24, 29. 22. Μάτθ. 24, 30. 23. Ἀποκ. ι, 7. 24. Ζάχ. 12, 10. 25. Ἰω. 20, 27• Λουκᾶ 24, 39. 26. Λουκᾶ 23, 34. 27. Μάτθ. 27, 40.42. 28. Πράξ. 21, 20. 29. Μάτθ. 11, 29. 30. Ἃ’ Κόρ. 11, 1. 31. Πράξ. 7, 60. 32. Β’ Κόρ. 11, 25. 33. Ρώμ. 9, 3. 34. Ἐξ. 32, 31-32. 35. Β’ Βάσ. 24, 17. 36. Ἃ’ Βάσ. 8, 7. 37. Ἃ’ Βάσ. 12, 23. 38. Μάτθ. 5, 46. 39. Μάτθ. 5, 45.
ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΕΡΓΑ -36
ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)