xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)


Η ανατροφή των παιδιών κατά τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο


image1ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ
Πρωτοπρεσβυτέρου Καθηγητού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Η ΑΝΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από δύο μικρές ραδιοφωνικές ομιλίες που εκφωνήθηκαν το 1976 στον τότε κρατικό Ραδιοφωνικό Σταθμό Βορείου Ελλάδος ανάμεσα σε άλλες ομιλίες που εκάλυψαν τα έτη 1975-1976 με γενικό θέμα “Οι Πατέρες της Εκκλησίας και η εποχή μας”. Η επικαιρότητα των παιδαγωγικών απόψεων του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου εξακολουθεί να ισχύει πολύ περισσότερο σήμερα, μετά από είκοσι έτη, η παρέλευση των οποίων αντί να βελτιώσει τα πράγματα στην αγωγή των νέων δυστυχώς τα εχειροτέρευσε.
Ο θεσμός του γάμου και η οικογένεια διέρχονται τρομερή κρίση με σημαντική αύξηση των διαζυγίων και νομιμοποίηση σχεδόν των εξωγαμιαίων και προγαμιαί­ων σαρκικών σχέσεων. Χωρίς σωστές οικογένειες τα παιδιά γίνονται έρμαιο στις αυξηθείσες κακές επιδράσεις του περιβάλλοντος, ενώ συγχρόνως τα σχολεία αδυνατούν να βοηθήσουν, γιατί δεν στοχεύουν πλέον στη διαμόρφωση καλών και αγαθών ανθρώπων, αλλά στη μετάδοση γνώσεων.
Δεν έγιναν αλλαγές στο κείμενο. παραμένει όπως εκφωνήθηκε το 1976. Προστέθηκε μόνο στο τέλος ο προβληματισμός για το προγραμματισμένο από το Υπουργείο Παιδείας μάθημα της “Σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης”. Το κείμενο κυκλοφορούσε δακτυλογραφημένο και χρησιμοποιήθηκε βιβλιογραφικά από μεταπτυχιακούς φοιτητάς και άλλους στη διαπραγμάτευση σχετικών θεμάτων.
27 Ιανουαρίου 1997
Μνήμη Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου
Πρωτοπρεσβύτερος
Θεόδωρος Ζήσης
1. Ένα κλασικό παιδαγωγικό έργο.
Στους πιο μεγάλους παιδαγωγούς όλων των αιώνων ανήκει ο ιερός Χρυσόστομος, το γέννημα, ο καρπός της Αντιοχείας, που δόξασε τον πατριαρχικό θρόνο της πρωτεύουσας του Βυζαντίου. Το πιστοποιεί αυτό όχι μόνον η αναγνώρισή του ως παιδαγωγού από τους ειδικούς μελετητές της ζωής και του έργου του, αλλά και η σύνδεσή του με την παιδεία, στο χώρο της Ορθοδοξίας. Είναι ένας από τους τρεις ιεράρχας, τους οποίους στις 30 Ιανουαρίου γιορτάζουμε στα σχολεία μας ως προστάτες των γραμμάτων, ως πρότυπα των παιδαγωγών και των διδασκάλων, ως φορείς και προβολείς του ονομασθέντος ελληνοχριστιανικού μορφωτικού ιδεώδους.
Ο Χρυσόστομος είναι ο πολυγραφότερος μεταξύ των πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων. Στη γνωστή σειρά του Γάλλου μοναχού Migne, Patrologia Graeca, που αποτελείται από 161 ογκώδεις τόμους, τα συγγράμματά του καταλαμβάνουν τους 18 εξ αυτών. Μέσα στο πλούσιο αυτό υλικό βρίσκονται κατεσπαρμένες παιδαγωγικές γνώμες, που, αν συγκεντρώνονταν, θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα άριστο εγχειρίδιο χριστιανικής παιδαγωγικής. Και θα άξιζε τον κόπο να αναλάβει κάποιος το έργο αυτό, σαν προσφορά υγιών παιδευτικών αρχών για τη μόρφωση των νέων μας1.
Πέρα όμως από τις κατάσπαρτες αυτές γνώμες στο σύνολο του έργου του, διεσώθη ευτυχώς μία ειδική παιδαγωγική πραγματεία, η οποία, μολονότι έχει διπλό τίτλο, είναι έργο ενιαίο, το οποίο από την αρχή μέχρι το τέλος έχει σα σκοπό να δώσει τις αρχές για μια σωστή αγωγή των νέων. Στη χειρόγραφη παράδοση ο τίτλος της είναι, “Περί κενοδοξίας και όπως δει τους γονέας ανατρέφειν τα τέκνα”. Γενικώς ο τίτλος είναι γνωστός, σε συντετμημένη μορφή, “Περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων”. Πώς η κενοδοξία συνδέεται με την ανατροφή των τέκνων, θα δούμε στη συνέχεια, όταν θα κάνουμε ανάλυση του σπουδαίου αυτού έργου. Ειδικοί μελετητές είπαν για το έργο ότι αποτελεί την αρχαιοτάτην, πλήρη και τελείαν περί αγωγής χριστιανικήν διδασκαλίαν, ένα από τους λαμπροτέρους πνευματικούς καρπούς της Ελληνικής Χριστιανικής ψυχής, ότι είναι πλήρης και συστηματική έκθεσις περί της χριστιανικής διαπαιδαγωγήσεως των τέκνων, επί τη βάσει όχι μόνον της Αγίας Γραφής, αλλά και των ψυχολογικών και παιδαγωγικών διδαγμάτων των αρχαίων Ελλήνων και της πείρας2.
Ήταν μεγάλο ατύχημα για τη μελέτη της διδασκαλίας του Χρυσοστόμου και της συμβολής της Εκκλησίας στη διαμόρφωση των μορφωτικών ιδανικών και αρχών, το γεγονός ότι το έργο αυτό δεν περιελήφθη στη μεγάλη έκδοση του Migne και έμεινε έτσι αχρησιμοποίητο και ανεκμετάλλευτο. Μολονότι είχε ήδη εκδοθή το 1656 στο Παρίσι από τον F. Combefis, ο οποίος μάλιστα στον τίτλο της εκδόσεως το εχαρακτήριζε ως χρυσό βιβλίο (De educandis liberis, liber aureus), ορισμένες αμφιβολίες για τη γνησιότητά του άλλων ερευνητών έγιναν αιτία να μη το περιλάβει ο Montfaucon στην έκδοσή του και στη συνέχεια ούτε ο Migne που στηρίχθηκε στον Montfaucon. Στις αρχές του αιώνος μας η γνησιότητα του έργου αυτού αποκαταστάθηκε με ισχυρά επιχειρήματα, έγιναν δε και εκδόσεις αυτού. Στους υποστηρικτές της γνησιότητας του έργου ανήκει και ο Έλλην ακαδημαϊκός διδάσκαλος, καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αείμνηστος Βασίλειος Έξαρχος, ένας από τους πιο δυναμικούς και πιο συγκροτημένους εκπροσώπους των θεολογικών γραμμάτων της εποχής μας. Ο Έξαρχος υπεστήριξε με ειδική μελέτη τη γνησιότητα του έργου3 και ετοίμασε κριτική έκδοση του κειμένου που την παρουσίασε γερμανικός εκδοτικός οίκος το 19554. Ενωρίτερα, το 1947, από τον ελληνικό εκδοτικό οίκο “Αστήρ” εξεδόθη μετάφραση του έργου στην απλοελληνική, φιλοπονημένη από τον Βασίλειο Έξαρχο. Στον πρόλογο αυτής της εκδόσεως ο εκπονητής της μεταφράσεως λέγει τα εξής:
“Επειδή, όπως θα ίδη ευθύς αμέσως ο προσεκτικός και ενδιαφερόμενος αναγνώστης, το βιβλίον αυτό έχει αδαμαντίνης αξίας περιεχόμενον δια την ανατροφήν των Ελλήνων Χριστιανοπαίδων, εκρίθη καλόν και ωφέλιμον να αποσπασθή από το όλον επιστημονικόν έργον η νεοελληνική του μετάφρασις και να εκδοθή αυτοτελώς, ώστε πας Έλλην γονεύς, ο οποίος θέλει να αναθρέψη Ελληνοπρεπώς και Χριστιανοπρεπώς τα τέκνα του, να ημπορή να εντρυφήση και να διδαχθή από το βιβλίον αυτό του Μεγάλου Διδασκάλου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Έχει ίσως το όλον βιβλίον ως μυστικήν εμπειρίαν ό,τι ο ίδιος ως ορφανός εδοκίμασεν κατά την ανατροφήν του εκ μέρους της μητρός του Ανθούσης και άρα το βι­βλίον αντικατοπτρίζει μίαν ζώσαν πραγματικότητα, μίαν επιτυχή δοκιμήν και απόδειξιν της δυνάμεως της εκτιθεμένης Χριστιανικής ανατροφής των τέκνων. Εάν δε ληφθή ύπ’ όψιν, ότι η εποχή μας είναι εποχή ανασυγκροτήσεως της Ελληνικής μας Πατρίδος, τότε η σπουδαιότης της εκδόσεως του παρόντος βιβλίου παρουσιάζεται μεγαλυτέρα. Διότι οιαδήποτε προσπάθεια κοινωνικής και οικονομικής ανασυγκροτήσεως είναι καταδικασμένη εις αποτυχίαν, εάν δεν αρχίση από την ηθικήν πνευματικήν ανασύνταξιν και ψυχικήν ρύθμισιν της νέας ιδία γενεάς. Όσοι λοιπόν είναι γονείς και διδάσκαλοι πρέπει να αναλάβουν με πίστιν το έργον τούτο και να ζητήσουν σπουδαίας συμβουλάς και οδηγίας διά την εκτέλεσίν του. Ακριβώς δε αυτό είναι και του παρόντος βιβλίου το περιεχόμενον και διά τούτο ασφαλώς θα γίνη ευπρόσδεκτον από κάθε γνήσιον Έλληνα  Χριστιανόν γονέα και μορφωτήν της νέας γενεάς μας, εις γλωσσικήν μορφήν απλήν κοινήν, ώστε να είναι περισσότερον ευανάγνωστον και διά τους πολλούς”.
Σε επιμελημένη κριτική έκδοση υψηλού επιπέδου εκυκλοφόρησε το έργο με παράλληλη γαλλική μετάφραση, εκτενή εισαγωγή και πλούσιο σχολιασμό στη γνωστή πλέον στους ειδικούς σειρά “Χριστιανικές Πηγές” (Sources Chretiennes)5. Σε κείμενο με παράλληλη νεοελληνική μετάφραση εξεδόθη επίσης στην γνωστή σειρά της Θεσσαλονίκης “Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας”6.
Απ’ αυτό το ειδικό παιδαγωγικό έργο του μεγάλου της Ορθοδοξίας πατρός θα σταχυολογήσουμε ορισμένα στοιχεία, που ισχύουν και στη δική μας εποχή σαν αρχές θεμελιώδεις για την αγωγή των νέων μας. Γι’ αυτό άλλωστε χαρακτηρίσαμε το έργο ως κλασικό. γιατί απευθύνεται και στον σημερινό άνθρωπο, γιατί και τον σημερινό άνθρωπο μπορεί να οδηγήσει7. Στη συνείδηση άλλωστε της Εκκλησίας οι Πατέρες γενικώς είναι οι κλασικοί διδάσκαλοι, οι κλασικοί παιδαγωγοί, γιατί με τον πλούσιο μορφωτικό εξοπλισμό τους, με τα εξαίρετα πνευματικά χαρίσματά τους, αλλά προ παντός με την ειδική όραση και διεισδυτικότητα που χαρίζει ο θείος φωτισμός, η επικοινωνία με το Θεό, μπόρεσαν να εισχωρήσουν στα βάθη της ανθρώπινης ύπαρξης, να ανατάμουν τον μυστηριώδη και άγνωστο ψυχικό κόσμο του ανθρώπου, να βρουν τις σκοτεινές και τις φωτεινές πλευρές του. Βοηθούν έτσι στην καταπολέμηση, στην εξαφάνιση των σκοτεινών, των κακών στοιχείων, και στην τόνωση, στην ενίσχυση των φωτεινών.
2. Η ανατροφή των παιδιών τότε και τώρα. Οι τρεις έρωτες.
Για να πεισθούμε όμως για την επικαιρότητα των παιδαγωγικών ιδεών του χρυσοστομικού αυτού έργου είναι ανάγκη να δούμε για λίγο την πνευματική ατμόσφαιρα της τότε εποχής, την πνευματική ατμόσφαιρα της Αντιοχείας την οποίαν έχει υπ’ όψει του ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος. Να δούμε δηλαδή με ποια μορφωτικά ιδανικά εφοδίαζε τότε τους νέους της η Αντιόχεια. Αν ο εφοδιασμός αυτός είναι παρόμοιος προς αυτόν που εμείς σήμερα δίνουμε στους νέους μας, τότε η κριτική που κάνει ο ιερός πατήρ είναι κριτική και για τη δική μας εποχή, και για το δικό μας παιδαγωγικό έργο και ως διδασκάλων και ως γονέων. Τα στοιχεία για τη γνώση αυτής της ατμόσφαιρας θα τα αντλήσουμε και από το έργο που παρουσιάζουμε και από άλλα έργα του συγγραφέως.
Η αδιαφορία για την πνευματική συγκρότηση των νέων, για την ηθική τους ολοκλήρωση, ήταν το πρώτο γνώρισμα της στάσεως των γονέων. Τα σχέδιά τους για το μέλλον των παιδιών αποκλειστικά και μόνον περιορίζονταν στο να επιτύχουν επαγγελματικά στη ζωή, στο να ευημερήσουν. Πρακτικοί, υλόφρονες και ατομικιστικοί είναι οι στόχοι. Στα πλαίσια αυτών των στόχων οι γονείς εφρόντιζαν να εξασφαλίσουν όλες τις υλικές ανέσεις για τα παιδιά τους, δεν ελογάριαζαν δε έξοδα και κόπους και θυσίες για να βρουν τα κατάλληλα σχολεία, τους καλυτέρους διδασκάλους, ώστε να αποκτήσουν τα παιδιά τα εφόδια εκείνα που θα τα βοηθούσαν στην κοσμική ζωή και καρριέρα τους. Η μανία για την απόκτηση και απόλαυση υλικών αγαθών ήταν το ισχυρότερο κίνητρο της φροντίδος για τα παιδιά. Αντιμετωπίζονταν οι νέοι μονομερώς σαν να ήσαν σωματικά μόνον όντα, σαν να μην είχαν ψυχή που ήθελε και αυτή τη φροντίδα της. Μέσα σ’ αυτήν την ατμόσφαιρα λοιπόν της μανίας για πλούτη και για κοσμική δόξα ανέπνεαν και εμεγάλωναν τα παιδιά.
Όταν, λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ακούσει κανείς τους γονείς να συμβουλεύουν τα παιδιά να μάθουν γράμματα, η επιχειρηματολογία τους είναι η εξής: Ο τάδε, ενώ καταγόταν από πτωχή και άσημη οικογένεια, με τα γράμματα που έμαθε κατάφερε να γίνει μέγας και τρανός, να πάρει σπουδαίες θέσεις, να γίνει πλούσιος, να νυμφευθεί με πλούσια γυναίκα, να κτίσει ωραίο σπίτι. Άλλος πάλι με τις γλώσσες που έμαθε πήρε σπουδαία θέση στα ανάκτορα και ρυθμίζει αυτός όλες τις υποθέσεις. Οι περισσότεροι προβάλλουν σαν παραδείγματα τους επιτυχημένους στη ζωή, “τους. επί γης ευδοκίμους”. Στις εύπλαστες έτσι και δεκτικές ψυχές των νέων οι ίδιοι οι γονείς εισάγουν δύο μεγάλα κακά, δύο τυραννικούς έρωτες, τον έρωτα των χρημάτων, του πλούτου, και τον έρωτα της κοσμικής δόξας, της κοινωνικής ανόδου, θα λέγαμε σήμερα. Διαστρέφονται έτσι οι νέοι και γίνονται υλόφρονες και ματαιόδοξοι. Η διαστροφή των νέων σ’ αυτό οφείλεται αποκλειστικά, παρατηρεί ο μέγας παιδαγωγός, στη μανία για τα βιωτικά αγαθά “Ουδαμόθεν την διαστροφήν γίνεσθαι των παίδων, αλλ’ εκ της περί τα βιωτικά μανίας”.
Όλοι οι γονείς εφρόντιζαν, λέγει, να εξασφαλίσουν πλούτη, και ενδυμασία, και υπηρέτες, και οικόπεδα. Το μόνο για το οποίο δεν εφρόντιζαν ήταν η ψυχική καλλιέργεια, το να γίνει ο νέος ενάρετος και ευσεβής. Αντιθέτως μάλιστα τις αρετές τις θεωρούσαν ελαττώματα και αδυναμίες. Επικρατούσε μία πλήρης αντιστροφή των αξιών. Οι κακίες επήραν τα ονόματα των αρετών και οι αρετές τα ονόματα των κακιών. Ο έρωτας της δόξης ονομαζόταν μεγαλοψυχία, του πλουτισμού ελευθερία, η αυθάδεια ονομαζόταν παρρησία, η αδικία ανδρεία. Αντίθετα η σωφροσύνη εθεωρείτο χωριατιά, η επιείκεια δειλία, η δικαιοσύνη ανανδρία, η ανεξικακία ασθένεια και η ταπείνωση δουλοπρέπεια.
Μέσα σ’ αυτήν την πνευματική σύγχυση τίποτε το σαφές και σταθερό δεν υπήρχε. Ούτε δικαστήρια, ούτε νόμοι, ούτε σχολεία ημπορούσαν να βοηθήσουν. Τους δικαστές τους διέφθειραν οι πλούσιοι με τα χρήματα, οι δε διδάσκαλοι ενδιαφέρονταν μόνο για την αμοιβή τους. “Ουδέν όφελος δικαστηρίων, ουδέ νόμων, ουδέ παιδαγωγών, ου πατέρων, ουκ ακολούθων, ου διδασκάλων τους μεν γαρ ίσχυσαν διαφθείραι χρήμασιν, οι δ’ όπως αυτοίς μισθός γένοιτο ορώσι”. Όσοι ανησυχούσαν γι’ αυτήν την κατάσταση ή παρεπλανώντο με καθησυχαστικά κηρύγματα ή δεν μιλούσαν, επειδή εφοβούντο την δύναμη των ακολάστων.
Η ηθική ασυδοσία και οι κοινωνικές αναταραχές οφείλονται κατά τον Άγιο Χρυσόστομο στην εσφαλμένη φροντίδα για τα παιδιά, στην παραμέληση της ψυχικής τους καλλιεργείας· “Τούτο εστι, ο την οικουμένην ανατρέ­πει πάσαν, ότι των οικείων αμελούμεν παίδων, και των μεν κτημάτων αυτών επιμελούμεθα της δε ψυχής αυτών καταφρονούμεν”. Δεν διστάζει γι’ αυτό να ονομάσει εγκληματική αυτή την αδιαφορία των γονέων για την καλλιέργεια της αρετής και της ψυχής των παιδιών είναι παιδοκτόνοι, φονείς των παιδιών τους, όσοι τα εφοδιάζουν με τυραννικά πάθη, με κακίες που σκοτώνουν και τυραννούν καθημερινώς την ψυχή τους8.
Η κοινωνία δεν πάσχει από έλλειψη επιτηδείων επιχειρηματιών, από έλλειψη εγγραμμάτων και σπουδασμένων, πάσχει από έλλειψη εναρέτων ανθρώπων. Πάσχει, γιατί έχει κατακλυσθή από τους επιτηδείους, οι οποίοι προκειμένου να αυξήσουν τα πλούτη και να σιγουρέψουν την καλοπέρασή τους, είναι αδίστακτοι. Πάσχει, γιατί οι αρχομανείς στην προσπάθειά τους να ανέλθουν αναστατώνουν το παν. Πάσχει, γιατί η απόκτηση πολυτελών οικιών και ανέσεων έχει γίνει ο μοναδικός στόχος. Εις αυτό οφείλεται η κοινωνική κακοδαιμονία, αυτοί καταστρέφουν την αρμονική κοινωνική συμβίωση και όχι όσοι ζουν με αρετή και αγιότητα. “Τούτο γαρ εστι, τούτο όπερ πάντα απολώλεκεν, ότι πράγμα ούτως αναγκαίον, και την ημετέραν συνέχον ζωήν, περιττόν είναι και πάρεργον δοκεί”. Και το αναγκαίο και συνεκτικό αυτό της κοινωνίας πράγμα είναι η αρετή, η ψυχική καλλιέργεια.
Κοντά σ’ αυτά τα δύο πάθη και ένα άλλο εξ ίσου τυραννικό και επικίνδυνο, ή μάλλον περισσότερο επικίνδυνο για την εύφλεκτη νεότητα, κυριαρχούσε στο κλίμα της αγωγής των νέων. Ο πανσεξουαλισμός, όπως θα λέγαμε σήμερα, η διέγερση δηλαδή και η ικανοποίηση της σαρκικής επιθυμίας, ο έρωτας της σάρκας. Διστάζει ο ιερός πατήρ να αναφερθεί στο θέμα αυτό, σ’ αυτόν τον τόσο ιερό χώρο των ανθρωπίνων σχέσεων, που είχε καταντήσει ο πιο βρωμερός χώρος, τόσο βρωμερός, ώστε να είναι της μόδας και να μη προκαλούν αντίδραση ακόμη και οι σαρκικές σχέσεις μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλλου. Ξεπερνάει όμως τους δισταγμούς και την εντροπή του, για να ελέγξει και να καυτηριάσει την αδιαφορία όλων των υπευθύνων φορέων της αγωγής, μπροστά σ’ αυτή την ανατροπή όχι μόνον των ηθικών αλλά και των φυσικών νόμων. Απορεί δε και ο ίδιος, μαζύ με την έκφραση της απορίας πολλών άλλων, πώς ο Θεός μακροθυμεί τόσο πολύ και ανέχεται αυτήν την αποκτήνωση του ανθρώπου, και δεν στέλνει φωτιά για να κάψει την πόλη της Αντιοχείας, όπως άλλοτε τα Σόδομα και τα Γόμορα.
Μεγάλη ευθύνη για τον ηθικό εκτραχηλισμό αποδίδει στο θέατρο, το θεματολόγιο του οποίου κυρίως εκαλύπτετο από υποθέσεις πορνειών και μοιχειών, από υποθέσεις πορνό. “Και γαρ και μοιχείαι και γάμων εκεί κλοπαί και γυναίκες εκεί πορνευόμεναι, άνδρες ηταιρηκότες, νέοι μαλανιζόμενοι, πάντα παρανομίας μεστά, πάντα τερατωδίας, πάντα αισχύνης”, παρατηρεί επί λέξει9.
Οι τρεις λοιπόν έρωτες, των χρημάτων, της δόξας, και της σάρκας κυριαρχούσαν στον πνευματικό χώρο της εποχής του Χρυσοστόμου και καθόριζαν και τις αρχές προς τις οποίες ήταν προσανατολισμένη   αγωγή των νέων. Τα στοιχεία αυτά κρίνει στην πραγματεία του “Περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων”, όπου δίνει κατευθύνσεις για την ορθή πορεία της αγωγής.
3. Το κοινωνικό περιβάλλον. Η ματαιοδοξία.
Στο πρώτο τμήμα της πραγματείας, το περί κενοδοξίας, δείχνει ότι η αγωγή των νέων επηρεάζεται αποφασιστικά από την επικρατούσα πράξη ζωής, από τον τρόπο ζωής και σκέψεως των μελών της ομάδος, μέσα στην οποίαν αναπτύσσεται ο νέος. Στο κλίμα της ζωής αυτής της ομάδος αναπνέει και αναπτύσσεται ο νέος, και αναποτρέπως η ηθική του ποιότητα, η πνευματική του οντότητα, προσδιορίζονται απ’ αυτό το κλίμα. Την νοσηρότητα του κλίματος αυτού εντοπίζει ο Χρυσόστομος στην κενοδοξία, στη ματαιοδοξία δηλαδή, στην εσφαλμένη αντίληψη περί αξιοπρεπείας και στη συνδεδεμένη με αυτή τάση για επίδειξη πλούτου, ενδυμάτων, σπιτιών, επιπλώσεων.
Αναφέρεται κατ’ αρχήν στη συνήθεια που είχε επικρατήσει μεταξύ των πλουσίων να κάμνουν επίδειξη των οικονομικών τους δυνατοτήτων, χρηματοδοτώντας θεατρικές παραστάσεις ή οργανώνοντας αγώνες ιπποδρόμου. Κίνητρο γι’ αυτά ήταν τα χειροκροτήματα, οι επευφημίες του λαού, η δόξα. Ο ανταγωνισμός αυτός στην επίδειξη οικονομικής δυνάμεως είχε φθάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε μερικοί μόνο και μόνο για να μη δυσφημι­σθούν, έφθαναν στην πτώχευση και στην αθλιότητα, σκορπώντας τα χρήματά τους αλόγιστα σ’ αυτές τις εκδηλώσεις, τη στιγμή που υπήρχε πλήθος ανθρώπων που πέθαιναν από την πείνα.
Η τάση όμως αυτή για επίδειξη δεν ήταν γνώρισμα ολίγων πλουσίων μόνον είχε καταλάβει όλα τα στρώματα της κοινωνίας. Ακόμη και οι φτωχοί εφρόντιζαν να αγοράζουν τα καλύτερα ενδύματα, τα καλύτερα έπιπλα και σκεύη, για να επιδεικνύονται. Ακόμη και υπηρεσία εις το σπίτι προσελάμβαναν, γιατί ενόμιζαν ότι η αυτοεξυπηρέτηση εμείωνε την κοινωνική τους υπόσταση.
Πολλοί, ενώ πεινούσαν, δεν εφρόντιζαν για τη διατροφή τους παρά για την κοινωνική τους αξιοπρέπεια, για να δείξουν ότι είναι κάτι, ότι είναι καλοστεκούμενοι. Ο ιδανικός κοινωνικός τύπος, ο επιτυχημένος, ο αξιοθαύμαστος δεν ήταν ο ενάρετος άνθρωπος, ο συνετός, ο πνευματικά καλλιεργημένος, αλλά ο πλούσιος, ο βολεμένος οικονομικά.
Αγανακτεί για την κατάσταση αυτή ο Χρυσόστομος. όλα αυτά, λέγει, είναι εξωτερικά και δεν έχουν καμμία σχέση με τον εσωτερικό άνθρωπο, δεν χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο. Ο ιδανικός άνθρωπος κρίνεται από την αρετή του. Η αρετή δίνει αξιοπρέπεια, τιμή και δόξα. “τούτο ευσχημοσύνη, τούτο δόξα, τούτο τιμή”. Και στο σημείο αυτό, συνδέοντας έτσι την κενοδοξία με την ανατροφή των παιδιών, παρατηρεί ότι αιτία όλων των κακών είναι ότι τα παιδιά μεγαλώνουν μέσα στο νοσηρό αυτό κλίμα και επηρεάζονται απ’ αυτό.
Μόλις γεννηθεί το παιδί οι γονείς κάνουν το παν, όχι για να βρουν τον κατάλληλο τρόπο της διαπαιδαγώγησής του αλλά για να το καλλωπίσουν, να το ντύσουν, και να του αγοράσουν χρυσαφικά. Δεν φροντίζουν να βγάλουν από την ψυχή του παιδιού αυτή τη μανία, αλλά οι ίδιοι από την αρχή εισάγουν τον έρωτα των χρημάτων και τη φροντίδα για ανώφελα πράγματα. Και είναι η παιδική ηλικία, η πρώτη ηλικία, το πιο πρόσφορο έδαφος για να φυτεύσει κανείς είτε την αρετή είτε την κακία. Γι’ αυτό είναι ανυπολόγιστη η ευθύνη των γονέων, όταν αμελούν για την ορθή και έγκαιρη διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους.
4. Το έγκαιρο της αγωγής.
Οι ψυχές των παιδιών, λέγει, είναι μαλακές και τρυφερές· όταν εντυπωθούν επάνω τους τα καλά διδάγματα από την αρχή, κανείς δεν ημπορεί να τα εξαλείψει, όταν στη συνέχεια γίνουν σκληρές σαν σφραγίδα, όπως συμβαίνει με το κερί. Το μαλακό πράγμα παίρνει οποιοδήποτε σχήμα, γιατί δεν έχει αποκτήσει ακόμη σταθερή δική του μορφή. Μοιάζουν ακόμη οι ψυχές των παιδιών με πίνακες ζωγραφικής ή με αγάλματα. Χρειάζεται πολλή προσοχή εκ μέρους των ζωγράφων και πολλή επιμέλεια για να φιλοτεχνήσουν ένα πίνακα ωραίο. Οι γλυπτές πάλι με πολλή υπομονή αφαιρούν τα περιττά και προσθέτουν ό,τι πρέπει, για να παρουσιάσουν το έργο που επιθυμούν. Δεν υπάρχει θαυμασιότερο υλικό για φιλοτέχνηση από τις παιδικές ψυχές, αρκεί αυτό να γίνει εγκαίρως. Κατασκευάζουν οι γονείς έμψυχες εικόνες του Θεού, ζωντανά αγάλματα.
Στη συνέχεια παρομοιάζει την ψυχή του παιδιού σαν μια πόλη καινούργια, και τον γονέα σαν τον βασιλέα αυτής της πόλεως, που αποστολή του είναι να θέσει νόμους και να οργανώσει αυτήν την πολιτεία, ώστε να μη καταστραφεί από τη δράση των κακοποιών και αναρχικών στοιχείων. Ποικίλες τάσεις και κλίσεις και δυνάμεις, αγαθές και κακές, αγωνίζονται να αποκτήσουν ερείσματα και να εμπεδώσουν την κυριαρχία τους μέσα στην ψυχή του παιδιού. Στην καινούργια αυτή πόλη οι γονείς είναι εκείνοι που θα βάλουν τους νόμους· και είναι εύκολο το έργο αυτό στην παιδική ηλικία, διότι άπειρα και ευπειθή όπως είναι τα παιδιά συμμορφώνονται εύκολα. Όταν μεγαλώσουν, είναι δύσκολο πολύ το έργο αυτό της οικοδομής, του κτισίματος του ψυχικού τους κόσμου.
5.  Η επιλογή του μορφωτικού υλικού. Αυστηρότητα.
Για να επιτύχει η οργάνωση της ψυχής του παιδιού, πρέπει ιδιαιτέρως να ελέγχεται τί μπαίνει μέσα εις αυτήν, τί μορφωτικό υλικό προσφέρεται. Η επιλογή λοιπόν του μορφωτικού υλικού έχει αποφασιστική σημασία. Εποπτικώς τον έλεγχο αυτό τον παρουσιάζει ο Χρυσόστομος ως εξής. Της ψυχικής πολιτείας του παιδιού τείχος είναι το σώμα, πύλες δε οι πέντε αισθήσεις. Από τις αισθήσεις εισέρχονται όλες οι εντυπώσεις και οι ερεθισμοί από τον εξωτερικό κόσμο. Αν ανεξέλεγκτα αφήσουμε από τις πύλες αυτές να περνούν όλες οι εντυπώσεις, η πόλη οπωσδήποτε θα αλωθεί και θα καταστραφεί, διότι η δύναμη αντιδράσεως του παιδιού δεν είναι μεγάλη.
Στη συνέχεια με το να καθορίζει πώς θα ελέγχουμε κάθε αίσθηση ξεχωριστά, τί πρέπει να βλέπει το παιδί, να ακούει, να λέει, να γεύεται και να εγγίζει, καλύπτει το υπόλοιπο τμήμα της πραγματείας. Και επειδή η παρουσίαση όλων αυτών των συστάσεων είναι εκτενής, θα αναφέρουμε μερικές μόνον.
Η αυστηρότητα είναι ουσιώδης παράγων επιτυχίας του παιδαγωγικού έργου. Αυστηρότητα όμως μετρημένη και συνεπής, η οποία ούτε σε μόνιμη βαναυσότητα καταλήγει ούτε όμως αφήνει την εντύπωση ότι είναι πλαστή. Ο συνεχής ξυλοδαρμός π.χ. δεν είναι ορθός τρόπος επιβολής ποινών. συνηθίζει το παιδί το ξύλο και δεν συνετίζεται. Η απειλή για επιβολή τιμωρίας, η οποία κάπου-κάπου θα επιβάλλεται, ώστε να φοβάται το παιδί την τιμωρία και να μη νομίσει ότι είναι μόνο λόγια, είναι ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος επιβολής τιμωριών. Συνεχής αυστηρότητα δεν επιτρέπεται, διότι εκ φύσεως ο άνθρωπος χρειάζεται χαλαρότητα και άνεση· “Όταν μέντοι ίδης από του φόβου κερδάναντα, άνες. δει γαρ τίνος φύσει τη ημετέρα και ανέσεως”.
Ιδιαιτέρως επιμένει στο θέμα της φροντίδος για το τί πρέπει να ακούει και τί πρέπει να βλέπει το παιδί. Όσα δε εν προκειμένω λέγει ισχύουν απείρως περισσότερο για την αγωγή των σημερινών νέων, διότι τα μέσα πληροφορήσεως και ενημερώσεως, βιβλία, ραδιόφωνο, τηλεόραση πολιορκούν όντως την ακοή και την όραση των νέων, που γίνονται πύλες για να εισέλθει στον εσωτερικό κόσμο των νέων, τελείως ενεξέλεγκτα, χαμηλής ποιότητος ή και επικίνδυνο ηθικώς υλικό.
Όπως τα φυτά, λέγει, έχουν ανάγκη από περισσότερη φροντίδα, όταν είναι τρυφερά και απαλά, έτσι και τα παιδιά. Πρέπει να προσέχουμε τις συναναστροφές τους, για να ελέγχουμε τί λέγεται εκεί και τί μαθαίνει το παιδί. Δεν πρέπει να αφήσουμε στον οποιοδήποτε να γίνει οικοδόμος του ψυχικού κόσμου του παιδιού μας. Ιστορίες φλύαρες και ανώφελες, όπως π.χ. “Ο τάδε αγάπησε την τάδε. το βασιλόπουλο και η βασιλοπούλα έκαναν αυτό και εκείνο”. Υπάρχουν μέσα στην Αγία Γραφή ελκυστικές διηγήσεις, οι οποίες, αν προσφερθούν με το σωστό τρόπο, και το ενδιαφέρον του παιδιού κρατούν ζωηρό και την αρετή του διδάσκουν. Ο ίδιος ο Χρυσόστομος δίνει παραδείγματα σωστής προσφοράς αυτών των διηγήσεων.
6. Σεξουαλική διαπαιδαγώγηση.
Ενδιαφέροντα είναι και όσα λέγει για την σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των νέων, τα οποία βεβαίως βρίσκονται σε αντίθεση προς όσα η σημερινή ελευθεριάζουσα και αχαλίνωτη βιοθεωρία και παιδαγωγική προβάλει. Η σαρκική επιθυμία από το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας επιτίθεται με σφοδρότητα και η χαλιναγώγησή της είναι πολύ δύσκολη. Συνιστά να αποφεύγονται τα αισχρά θεάματα και ακούσματα, που διεγείρουν την επιθυμία. Ως αντιστάθμισμα για την απώλεια αυτής της ψυχαγωγίας συνιστά τη στροφή του ενδιαφέροντος των νέων προς άλλες κατευθύνσεις· σε εκδρομές, επισκέψεις πόλεων και μουσείων, συναναστροφές με πνευματικούς και αγίους ανθρώπους.
Στην εποχή μας η κατάσταση σχετικά με το θέμα αυτό ευρίσκεται πλέον εκτός ελέγχου. Δεν αρκεί ο καταιγισμός των εντυπώσεων και των ερεθισμών που δέχονται τα παιδιά από την αναίσχυντη εμφάνιση και την προκλητική γύμνια ανδρών και γυναικών, που τείνει να γίνει θεσμός, ως και από την πορνογραφική υστερία ιδιαίτερα των καναλιών της τηλεοράσεως, οι σοφοί παιδαγωγοί των καιρών μας, ουσιαστικά όμως καταστροφείς της νεολαίας, προγραμματίζουν την εισαγωγή στα σχολεία και τη διδασκαλία του μαθήματος της “σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης”. Η σοφή παιδαγωγική παράδοση των Πατέρων μας στο θέμα αυτό προσπαθεί να ελέγξει τους ερεθισμούς και τις εντυπώσεις, ώστε οι νέοι κατά το δυνατόν ήρεμοι και απερίσπαστοι να ασχοληθούν δημιουργικά με την παιδεία και την μάθηση αφ’ ενός, και αφ’ ετέρου να γευθούν τις χαρές αυτής της περιοχής μέσα στον ευλογημένο θεσμό του γάμου, ο οποίος έτσι και σε φυσικό επίπεδο παραμένει πηγή χαράς και ευφροσύνης. Οι σημερινή απαίδευτοι παιδαγωγοί δεν αφήνουν ήσυχους τους νέους ούτε μέσα στο σχολείο, όπου θα έπρεπε να είχαν αποκλεισθή οι πειρασμοί και οι ερεθισμοί, για να λειτουργεί η παιδεία ως ευγενική διέξοδος και κατάλληλος εργαστηριακός χώρος για τη σπουδή και τη μάθηση. Πόσοι από τους εκπαιδευτικούς είναι πρόσωπα ηθικά και πνευματικά καλλιεργημένα, ώστε να αναλάβουν με σοβαρότητα και ευθύνη το έργο αυτό; Και πόσοι από τους γονείς θα δέχονταν ευχαρίστως αυτή η κατ’ εξοχήν ιερή και προσωπική περιοχή των παιδιών τους να κακοποιηθεί και να διαστραφεί στα χείλη και στη διδασκαλία του οποιουδήποτε δασκάλου, ο οποίος μπορεί να κουβαλάει στο θέμα αυτό τις δικές του κακές εμπειρίες και γνώμες, ακόμη και διαστροφές; Και τί θα απομείνει να μάθουν και να γευθούν οι νέοι μέσα στο γάμο, όταν τα μαθαίνουν και τα γεύονται έξω από αυτόν; Γι’ αυτό ο γάμος και η οικογένεια έχουν χάσει στις ημέρες μας κάθε γοητεία και έλξη, αφού τελικώς αυτός ο ιερός και μοναδικός και προσωπικός δεσμός δύο ανθρώπων ετεροφύλων κατήντησε ένας από τους πολλούς δεσμούς που είχαν πριν απ’ αυτόν άνδρας και γυναίκα, συγκριτικά μάλιστα σε χειρότερη θέση, αφού συνδέεται με τα προβλήματα της αναγκαστικής συμβίωσης και των ποικίλων δεσμεύσεων.
Δεν χρειάζεται διδασκαλία εις τα του γάμου. Είναι αυτάρκης διδάσκαλος η φύση. Ακριβώς όπως δεν χρειάζεται να μάθουμε πώς θα φάμε, και πώς θα πιούμε και πώς θα κοιμηθούμε10. Όλα τα άλλα είναι εκ του πονηρού. Γενεές γενεών ανθρώπων έκαναν γάμους και οικογένειες, και μάλιστα ευτυχισμένες και σταθερές, χωρίς σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, η οποία αποτελεί μία ακόμη τορπίλη στα θεμέλια της παιδείας και της οικογενείας. Τελικώς πιστεύει, ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, ότι ο γάμος σε νεαρή ηλικία είναι από τα προσφορότερα μέσα όχι μόνον για την αντιμετώπιση του προβλήματος της σεξουαλικής επιθυμίας αλλά και για την ευτυχία μέσα στο γάμο.
Επίλογος
Η σταχυολόγηση των λίγων αυτών στοιχείων από την παιδαγωγική πραγματεία του Χρυσοστόμου, η οποία περιέχει και άλλα εξ ίσου σπουδαία και ωφέλιμα, δείχνει την μεγάλη ευαισθησία του ιερού πατρός στα θέματα της αγωγής των νέων και τη βαθειά γνώση αυτών των προβλημάτων. Η επίδραση του περιβάλλοντος, το έγκαιρο της αγωγής, ο τρόπος επιβολής της τιμωρίας, η επιλογή αυτών που βλέπει και ακούει ο νέος, η προσοχή στη σεξουαλική αγωγή του, είναι θέματα που προβληματίζουν και τους σημερινούς γονείς και τους σημερινούς παιδαγωγούς. Οι συστάσεις του φωτισμένου παιδαγωγού είναι χρήσιμες για όλους μας.
Σημειώσεις
  •     1. Ως μία πρώτη καλή προσπάθεια μπορεί να θεωρηθεί αυτή του Π. Στάμου, ο οποίος συγκέντρωσε το υλικό αυτό στο έργο του, Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλίαι περί της ανατροφής των τέκνων, Αθήναι 1962. Γενική επίσης παρουσίαση των παιδαγωγικών απόψεων του ιερού πατρός υπάρχει στη μελέτη του Α. Κ. Danassis, Johannes Chrysostomus. Padagogisch-psychologische Ideen in seinem Werk, Bonn 1971.
  •     2. Βλ. σχετικώς Chr. Baur, Johannes Chrysostomus und seine Zeit, τόμ. l. Munchen 1929, σελ. 143.Δ. Μωραΐτου, Ιωάννου Χρυσοστόμου Παιδαγωγικά, Βιβλιοθήκη Παπύρου 96, Αθήναι 1940, σελ. 19.
  •     3. Β. Εξάρχου, “Η γνησιότης της πραγματείας Ιωάννου του Χρυσοστόμου περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων”, Θεολογία 19 (1941-1948) 153-170,340-355,559-571. Στις απόψεις του Β. Εξάρχου αντιτάχθηκε ο Δ. Μωραΐτης, “Η γνησιότης της πραγματείας περί κενοδοξίας”, Θεολο­γία 19 (1941-1948) 718-733.
  •     4. Β. Exarchos, Joh. Chrysostomus, Uber Hoffart und Kindererziehung, Munchen 1914.
  •     5. Α.-Μ. Malingrey, Jean Chrysostom, Sur la vaine gloire et l’ education des enfants, Sources Chretiennes 188, Paris 1972.
  •     6. Βλ. ΕΠΕ, τόμ. 30.
  •     7. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, O άγιος Ιωάννης Χρυσό­στομος ως ρήτωρ και διδάσκαλος, Τεργέστη 1898, σελ. 38: “Ο ιερός Χρυσόστομος απευθύνεται προς πάσαν εποχήν και προς πάσαν γενεάν. Πάντες δύνανται να διδαχθώσι παρ’ αυτού, πάντες εν τη οικογένεια, εν τη κοινωνία, εν τη πολιτεία, εν τη εκκλησία και δη και εν τω κατ’ ιδίαν βίω”.
  •     8. Προς τους πολεμούντας 3, 4, PG 47,356: “Ουκ απεικότως των παιδοκτόνων χείρους αν είποιμεν είναι. Ουδέ γαρ έστιν ούτω δεινόν ακονήσαι ξίφος, και δεξιάν οπλίσαι και εις αυτόν του παιδός βαπτίσαι τον λαιμόν, ως το ψυχήν απολέσαι και διαφθείραι. ταύτης γαρ ημίν ίσον ουδέν”.
  •     9. Βλ. σχετικώς ιδικήν μας μελέτην. Ψυχαγωγία· κοσμική και χριστιανική, Θεσσαλονίκη 1994.
  •     10.  Γρηγορίου Νύσσης, Περί Παρθενίας 7, ΕΠΕ 9, 60: “Τούτου μεν αυτάρκης συνήγορος και η κοινή των ανθρώπων φύσις εστίν αυτόματον την προς τα τοιαύτα ροπήν εντιθείσα πάσι τοις διά γάμου προϊούσιν εις γένεσιν”.
“Η ανατροφή των παιδιών
κατά τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο”
Σειρά “Καιρός”
Θέματα Εκκλ. Επικαιρότητος
Εκδόσεις “Βρυέννιος”

Η  ΙΣΤΟΡΙΑ  ΕΙΝΑΙ  Ο  ΑΔΙΑΨΕΥΣΤΟΣ  ΜΑΡΤΥΣ  ΚΑΙ  Ο ΔΗΜΟΣΙΟΣ  ΚΑΤΗΓΟΡΟΣ  ΚΑΤΑ  ΤΩΝ  ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ  ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ – ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΗΤΩΝ  ΚΑΙ  ΟΜΑΔΩΝ   ΔΕΚΑΤΡΙΜΕΡΙΤΩΝ  ΤΟΥ  ΠΑΛΑΙΟΥ!!!!!!!

Δοσίθεου Ἰεροσολύμων.
† Τέσσαρα μεγάλα θηρία ἐγεννησεν ὁ ΙΣΤ αἰών : Τὴν αἴρεσιν τοῦ Λούθηρου, τὴν αἴρεσιν τοῦ Καλβίνου, τὴν αἴρεσιν τῶν Γιεζουβιτών καὶ τὴν αἴρεσιν τοῦ νέου Καλενδαρίου.

Τῆς ἁγίας ἑβδόμης οἰκουμενικῆς Συνόδου.
† «... Ἡμεῖς τῇ ἀρχαίᾳ θεσμοθεσίᾳ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐπακολουθοῦμεν, ἡμεῖς τοὺς θεσμοὺς τῶν Πατέρων φυλάττομεν, ἡμεῖς τοὺς πρσθέτοντας τι ἤ ἀφαιροῦντας ἐκ τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας ἀναθεματίζομεν».

Τῆς ἁγίας ἕκτης οἰκουμενικῆς Συνόδου.
† «Ὁρίζομεν ἑτέραν Πίστιν μηδενὶ ἐξεῖναι προφέρειν, ἥγουν συγγράφειν ἤ συντιθέναι ἤ φρονεῖν ἤ διδάσκειν ἑτέρως τοὺς δὲ τολμῶντας τοῦτο ποιεῖν ἀναθεματίζομεν».

Τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ΚΑΝΩΝ 45ος.
Ὅποιος Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος ἤθελε συμπροσευχηθῆ μονάχα, ἀλλ' ὄχι καὶ νὰ συλλειτουργήση μὲ αἴρετικούς ἄς ἀφορίζεται. Επειδή ὅποιος μὲ τοῦς ἀφορισμένους συμπροσεύχεται (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί) πρέπει νὰ συναφορίζεται καὶ αὐτός, κατά τὸν 10ον Κανόνα τῶν Ἀγ.Αποστόλων. Εἰ δὲ καὶ ἐσυνχώρησεν εἰς τοῦς αἰρετικούς αὐτούς νὰ ἐνεργήσουν κανένα λειτούργημα ὡσάν Κληρικοί, ἄς καθαίρηται ἐπειδή ὅποιος Κληρικός συλλειτουργήσει μὲ καθηρημένους, (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί κατὰ τὸν β΄. καὶ δ΄. τῆς γ΄.) συγκαθαιρεῖται καὶ αὐτός κατὰ τὸν 11ον κανόνα τῶν Ἀποστόλων.


Κανών 33ος τῆς ἐν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου.
Διορίζει οὔτος ὁ Κανών νὰ μὴ συμπροσευχώμεθα οὔτε μὲ τοὺς αἰρετικοὺς, ἤτοι τοὺς σφάλλοντας περὶ τὴν πίστιν, οὔτε μὲ τοὺς σχισματικοὺς, ἤτοι τοὺς κατὰ τὴν πίστιν μὲν ὀρθοδόξους ὄντας, χωριζομένους δὲ ἀπὸ τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν διὰ τινας παραδόσεις καὶ ἔθιμα ἰάσιμα, κατὰ τὸν α΄. τοῦ Μεγ.Βασιλείου.

Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
Περὶ τῶν Σχισματικῶν ἱερέων ὅτι στεροῦνται οὗτοι τῆς θείας χάριτος.

†  Ἀφοῦ δὲ μίαν φορὰν ἐσχίσθησαν ἀπὸ τὸ ὅλον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔχασαν αὐτὸ καὶ δὲν εἰμποροῦν πλέον νὰ βαπτίσουν ἄλλους, ἤ νὰ χειροτονήσουν ἤ ἁπλῶς νὰ δώσουν χάριν, τὴν ὁποίαν διὰ τοῦ σχίσματος ἐστερήθησαν, ὅθεν καὶ οἱ ὑπ’ αὐτῶν βαπτιζόμενοι λογίζονται ὅτι ὑπὸ λαϊκῶν ἐβαπτίσθησαν (Ἑρμηνεία α΄. Κανόνος). «Ὥσπερ μέλος τὶ ἀποκοπὲν τοῦ σώματος παύει μετέχον τῆς ζωτικῆς δυνάμεως, οὕτω καὶ πᾶς τις ἀποσχιζόμενος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ δὲν μετέχει τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἥν ἔλαβεν ἐν τῷ βαπτίσματι» (Ἐκ τοῦ ἱεροῦ Πηδαλίου).

Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου.
† «Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα κἄν ἀξιόπιστος ἤ κἄν νηστεύῃ καὶ παρθενεύῃ κἄν σημεῖα ποιῇ κἄν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος».

Τοῦ Ἁγίου Φωτίου.
† «Καὶ γὰρ ἐστιν ὄντως τὰ Κοινὰ πᾶσιν φυλάττειν ἐπάναγκες καὶ πρὸ γε τῶν ἄλλων τὰ περὶ Πίστεως· ἔνθα καὶ τὸ παρεκλῖναι μικρὸν ἁμαρτεῖν ἐστὶν ἁμαρτία τὴν πρὸς θάνατον». (Ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ρώμης Νικόλαον).

Ἁγίου Νικηφόρου.
(Τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ ἀποτελοῦν οἱ εὐσεβεῖς ὁσονδήποτε ὀλίγοι καὶ ἄν μείνουν. Οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν καινοτομίαν, ἔξω τῆς Ἐκκλησίας εἶναι).
Εἴ τις πᾶσαν ἐκκλησιαστικὴν παράδοσιν ἔγγραφον ἤ ἀγραφον ἀθετεῖ, ἀνάθεμα (τρὶς). Ἡμεῖς τηροῦμεν καὶ κρατοῦμεν τὰ δόγματα καὶ τὰς παραδόσεις τῆς Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἁποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.Τοῦς δὲ νεοτερίζοντας καινοτόμους, καὶ πᾶσαν αἴρεσιν ἀναθεματίζομεν. Ἀνάθεμα (τρὶς).

ΣΙΓΓΙΛΙΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΩΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΥ
τοῖς ἁπανταχοῦ Ὁρθοδόξοις Χριστιανοῖς εἰς τὸ μὴ παραδέχεσθαι τὸ νεότερον Πασχάλιον ἤ Καλενδάριον τοῦ καινοτομηθέντος Μηνολογίου, ἀλλ’ ἐμμένειν τοῖς ἅπαξ ἁπλανῶς καὶ καλῶς διατυπωθεῖσει παρὰ τῶν Ἁγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἁγίας Οἱκουμενικῆς πρῶτης Συνόδου μετ’ Ἐπιτιμίου Ἀναθέματος.

†Ἱερεμίας ἐλέω Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνστ/πόλως καὶ Οἱκουμενικὸς Πατριάρχης.

Ἐπειδὴ καὶ πάλιν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἅτε καινοτομίας χαίρουσα τοῖς περὶ αὐτὴν Ἀστρονόμοις ἀπερισκέπτως συνήνεσε καὶ μετέθετο τὰ καλῶς περὶ τοῦ Ἁγίου Πάσχα τοῖς Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς τελούμενα τὰς ἀπὸ τῆς Ἁγίας καὶ Οἱκουμενικῆς Πρῶτης Συνόδου τῶν 318 Θεοφόρων Πατέρων ὁρισθέντα παρὰ πανταχοῦ Γῆς Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καὶ παρὰ τῶν λοιπῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων κυροθέντα τὰ ἑορταζόμενα, ὡς ὥρισαν, τοῦτου δὲ ἕνεκα σκανδάλων γίνεται· ἦλθον γὰρ ἄνδρες τινὲς ἀπὸ τῆν Παλαιὰν Ρώμην ὅ ἔμαθον ἐκεῖ νὰ λατινοφρονῶσιν καὶ τὸ κακὸν εἶναι ὄχι μόνον πὼς ἤλλαξαν τὴν Ἁγίαν Ὀρθόδοξον Πίστιν, ἀλλὰ καὶ πολεμοῦσι τὰ Ὀρθόδοξα καὶ ἀληθινὰ δόγματα τῆς ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὅπου μᾶς παρέδωκεν αὐτὸς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ οἱ Θεῖοι Ἀπόστολοι καὶ αἰ Ἅγίαι ἑπτὰ Οἱκουμενικαὶ Σύνοδοι τῶν Ἁγίων Θεοφόρων Πατέρων. Ὅθεν τοιοῦτους ὡς σεσηπότα μέλη ἀποκόπτοντες ὁρίζομεν ταῦτα ἀποφασιστικῶς.
Ὅποιος δὲν ἀκολουθεί τὰ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, καθῶς οἱ ἐπτά Ἁγίαι Οἰκουμενικαί Σύνοδοι ἐθέσπισαν, καὶ τὸ Ἅγιον Πάσχα καὶ τὸ μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν νὰ ἀκολουθῶμεν, καὶ θέλει νὰ ἀκολουθά τὸ νεοεφεύρετον Πασχάλιον καὶ νέον μηνολόγιον τῶν ἄθεων ἀστρονόμων τοῦ Πάπα, καὶ ἐναντιώνεται εἰς αὐτά ὅλα, καὶ θέλει νὰ ἀνατρέψει καὶ νὰ χαλάσει τὰ πατροπαράδοτα δόγματα καὶ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, ἄς ἔχει τὸ ἀνάθεμα, καὶ ἔξω τῆς τοῦ Χριστού Εκκλησίας καὶ τῆς τῶν πιστών ὁμηγύρεως ἄς εἶναι.
Ἐσείς δὲ οἱ εὐσεβείς καὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, μένετε ἐν οἰς ἐμάθατε καὶ ἐγεννήθητε καὶ ἀνατράφητε καὶ ὅταν τὸ καλέση ὁ καιρὸς καὶ ἡ χρεία, καὶ αὐτὸ τὸ αἴμα σας νὰ χύνετε διὰ νὰ φυλάξετε τὴν Πατροπαράδοτον Πίστιν καὶ ὀμολογία σας, καὶ νὰ φυλάγεσθε ἀπὸ τῶν τοιούτων, καὶ προσέχετε ἵνα καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς σᾶς βοηθᾶ ἄμα καὶ ἡ εὐχῆ τῆς ἡμῶν μετριότητος εἶη μετὰ πάντων ἡμῶν. Ἁμήν.
Ἔτους ἀπὸ Θεανθρώπου αφπγ΄ (1583)
Ἰνδικτίωνος Ιβ΄ Νοεμβρίου Κ΄
+ Ὁ Κων/πόλεως Ἰερεμίας
+ Ὁ Ἀλεξανδρίας Σιλβέστρος
+ Ὁ Ἰεροσολύμων Σωφρόνιος
                                                       Καὶ οἱ λοιποί Ἀρχιερείς τῆς Συνόδου παρόντες.

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ  ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Πρὸς τοὺς ἀπανταχοῦ Ὀρθοδόξους.

Κρατώμεν τῆς ὁμολογίας, ἥν παρελάβομεν ἄδολον, παρά τηλικούτων ἀνδρῶν,
ἀποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμόν, ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ Διαβόλου.
Ὁ δεχόμενος νεωτερισμόν, κατελέγχει ἐλλειπή τὴν κεκηρυγμένην Ὁρθόδοξον πίστην.
Ἀλλ’ αὔτη πεπληρωμένη ἤδη ἐσφράγισται, μὴ ἐπιδεχόμενη μήτε μείωσιν, μήτε αὔξησιν, μήτε ἀλλοίωσιν, καὶ ὁ τολμών ἤ πράξαι ἤ συμβουλεύσαι ἤ διανοηθήναι τοῦτο, ἤδη ἠρνήθη τὴν πίστιν τοῦ Χριστού, ἤδη ἐκουσίως καθυπεβλήθη εἰς τὸ αἰώνιον ἀνάθεμα, διὰ τὸ βλασφημεῖν εἰς τὸ Πνεύμα τὸ Ἅγιον, ὡς τάχα μὴ ἀρτίως λαλήσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς καὶ Οἰκουμενικαῖς Συνόδοις…
Ἄπαντες οὐν οἱ νεωτερίζοντες ἤ αἰρέσει ἤ σχίσματιἐκουσίως ἐνεδύθησαν κατάρα ὡς ἰμάτιον (Ψαλμ-ΡΗ’18), κἄν τε Πάπαι, κἄν τε Πατριάρχαι, κἄν τε κληρικοί, κἄν τε λαϊκοί, κἄν Ἄγγελος ἐξ Οὐρανοῦ.

Ἄνθιμος ἐλέω Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως Νέας Ρώμης ἤ Οἰκουμ. Πατρ.
Ἰερόθεος ἐλέω Θεοῦ Πάπας καὶ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καὶ πᾶσης Αἰγύπτου.
Μεθόδιος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἀντιοχείας.
Κύριλλος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἰεροσολύμων.
Καὶ αἱ περὶ αὐτοὺς Ἱεραὶ Συνόδοι. 
Ἐν Κωνσταντινούπολει τὸ σωτήριον ἔτος  1848.


Αρχιμανδρίτης Φιλόθεος Ζερβάκος :
Περί παλαιού και νέου ημερολογίου.

Επιστολή προς Μητρ. Φλωρίνης Αυγουστίνο Καντιώτη.

«Επειδή το παλαιόν εορτολόγιον είναι παράδοσις έγγραφος, επειδή το νέον είναι καινοτομία παπικής και μασονικής προελεύσεως, όσοι καταφρονούν το παλαιόν εορτολόγιον και ακολουθούν το νέον είναι υποκείμενοι τω αναθέματι. Κάθε πρόφασις και δικαιολογία είναι  αδικαιολόγητος και «πρόφασις εν αμαρτίαις». Ηναγκάσθην την παρελθούσαν Κυριακήν να ανέλθω εις την κορυφήν των Αγίων Πάντων και του προφήτου Ηλιού… και γονυπετήσας έμπροσθεν της πανσέπτου εικόνος αυτών μετά δακρύων εζήτησα παρ΄ αυτών να μοι αποκαλύψουν ποίον εορτολόγιον οφείλω καγώ ο ελάχιστος και οι αδελφοί μου, τα πνευματικά μου τέκνα και πάντες οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί να ακολουθώμεν. Πριν έτι τελειώσω την οικτράν ταπεινήν μου δέησιν, ήκουσα φωνής ένδοθέν μοι λεγούσης: «Το παλαιόν εορτολόγιον να ακολουθήσετε, το οποίον σας παρέδωκαν οι τας επτά αγίας Οικουμενικάς Συνόδους συγκροτήσαντες θεοφόροι πατέρες, και ουχί το νέον των παπών της Δύσεως, των την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν σχισάντων και τας Αποστολικάς και πατρικάς παραδόσεις καταφρονησάντων» !!! Τοιαύτην συγκίνησιν, τοιαύτην χαράν, τοιαύτην ελπίδα, τοιαύτην ανδρείαν και μεγαλοψυχίαν ησθάνθην την στιγμήν εκείνην, οίαν σπανίας στιγμάς ησθάνθην εις όλην την ζωήν εν ώρα προσευχής…  Μη νομίζομεν ως μηδαμινόν, το ότι ακολουθούμεν το παπικόν εορτολόγιον. Είναι παράδοσις και ως παράδοσιν οφείλομεν να την φυλάξωμεν, διότι υποκείμεθα εις ανάθεμα. «Ει τις πάσαν παράδοσιν έγγραφον ή άγραφον αθετεί, ανάθεμα», ορίζει η Ζ΄Οικ. Σύνοδος…  Λοιπόν δεν είναι καιρός να σιωπάτε πλέον…  μη αναβάλλετε, σπεύσατε».

(Πάρος 19-6-1968).

«… Εάν εξακολουθήσωμεν ακολουθούντες το παπικόν ημερολόγιον, δεν είναι δυνατόν να απαλλαγώμεν του αναθέματος. Η Ιερά Σύνοδος και οι άγιοι Αρχιερείς, ας φροντίσουν να επαναφέρουν το πατροπαράδοτον ημερολόγιον, δια να απαλλάξουν εαυτούς και τα ποίμνια αυτών των αναθεμάτων».

(Αρχιμ. Φιλοθέου Ζερβάκου: «Το νέον παπικόν ημερολόγιον και οι καρποί αυτού, σελ. 33).



(σ.σ. Εάν η «Εκκλησία» της Ελλάδος επαναφέρει το παλαιόν ημερολόγιο, λύθηκε το πρόβλημα; Ασφαλώς όχι. Έχουν εισέλθει –οι Οικουμενιστές- τόσο πολύ στην πλάνη, που σχεδόν δεν άφησαν τίποτε όρθιο…).

Πρωτοπρ. π. Θεόδωρος Ζήσης:

Μέ ἁπλᾶ λόγια: Στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀνήκουν ὅσοι ἀκολουθοῦν τήν ἀλήθεια• ὅσοι δέν ἀκολουθοῦν τήν ἀλήθεια, αὐτοί δέν ἀνήκουν στην Ἐκκλησία. Αὐτό ἰσχύει πολύ περισσότερο γιά ὅσους ἐξαπατοῦν τους ἑαυτούς των αὐτοαποκαλούμενοι καί ἀλληλοαποκαλούμενοι ποιμένες καί ἱεροί ἀρχιποιμένες. Γιατί ἔχουμε διδαχθῆ ὅτι ὁ Χριστιανισμός δέν δίνει σημασία στά πρόσωπα, ἀλλά στήν ἀλήθεια καί στήν ἀκρίβεια τῆς πίστεως.

Απεκρούσθη  το  Γρηγοριανόν  Ημερολόγιον α΄
Είς το  βιβλίον , του τακτικού καθηγητού  της θεολογικής  σχολής  Αθηνών , κ. Κων/νου  Μουρατίδου
ΚΑΝΟΝΙΚΟΝ  ΔΙΚΑΙΟΝ  ΠΑΝΕΠΙΣΤΙΜΙΑΚΑΙ  ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ , τόμος  πρώτος  - Αθήναι  1982
Αναφέρονται  τά  κάτωθι  περί  του  νέου  ημερολογίου:
Κεφάλαιον  Δεύτερον:  ΠΗΓΑΙ  ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ  ΔΙΚΑΙΟΥ  σελ.  111
Β)  Δευτέρα  περίοδος  1580—1584. Συνεζητήθη  το  ΓΡΗΓΟΡΙΑΝΟΝ  ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ  και  ΑΠΕΚΡΟΥΣΘΗ
Σημ. είς  το αυτό  βιβλίο  ο κ. καθηγητής  κ.  Μουρατίδης  φθάνοντας  είς  το  έτος  1923  δεν  αναφέρει  ουδέν  ότι  απεφασίσθη  η αλλαγή  του  ημερολογίου  διότι  δεν  ήτο  απόφασις  της  Εκκλησίας.

Απεκρούσθη  το  Γρηγοριανόν  Ημερολόγιον  β΄
Είς  το  βιβλίον  του  Παντελεήνομος  Ροδουπούλου  ,  Μητροπολίτου  Τυρολόης  και  Σερεντίου  ,  Καθηγητού  της  θεολογηκής  σχολής  θεσσαλονίκης.
ΜΑΘΗΜΑΤΑ  ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ  ΔΙΚΑΙΟΥ  1986  ΘΕΣ/ΝΙΚΗ
Αναφέρει  είς  το  κεφάλαιον  , ΑΙ  ΠΗΓΑΙ  ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ  ΔΙΚΑΙΟΥ  ,  και  εις  την  σελίδα  69 :
Β) κατά  την  περίοδον  1580—1584 συνεζητήθη  το  Γρηγοριανόν  Ημερολόγιον  και  ΑΠΕΡΡΙΦΘΗ.

Η  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΟΥΚ  ΟΙΔΕΝ  ΑΚΡΙΒΕΙΑΝ  ΧΡΟΝΟΥ  , ΕΝ  ΜΟΝΟΝ  ΟΙΔΕΝ , ΤΗΝ  ΕΝΟΤΗΤΑ  ΤΗΣ  ΠΙΣΤΕΩΣ .
ΔΟΓΜΑ  ΓΑΡ  ΔΟΓΜΑΤΩΝ  ΕΣΤΙΝ  Η  ΕΝΟΤΗΣ  ΤΗΣ  ΠΙΣΤΕΩΣ
Πρακτικά  Α΄ οικουμενικής  συνόδου  έν  υποσημειώσει
ΓΙΑΤΙ  ΟΙ  ΘΕΟΛΟΓΟΙ  ΚΑΙ  ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ  ΣΙΩΠΟΥΝ?? ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ  ΕΠΙ  ΑΝΑΡΤΗΣΕΩΝ  ΚΑΙ  ΚΑΝΕΙΣ  ΔΕΝ  ΜΙΛΑΕΙ  ΓΙΑ  ΤΟ  ΜΕΓΑ  ΑΥΤΟ  ΘΕΜΑ  ΤΗΣ  ΠΙΣΤΕΩΣ!!!!!
ΕΙΝΑΙ  ΕΥΚΟΛΟ  ΝΑ  ΜΙΛΑΕΙ  ΚΑΠΟΙΟΣ  ΓΙΑ  ΤΑ  ΚΑΛΑ  ΕΡΓΑ!  ΟΜΩΣ  ΧΩΡΙΣ  ΟΡΘΟΔΟΞΗ  ΠΙΣΤΙ  ΤΑ  ΕΡΓΑ  ΔΕΝ  ΕΧΟΥΝ  ΚΑΜΙΑ  ΑΞΙΑ!!
ΓΝΩΣΕΣΤΑΙ  ΤΗΝ  ΑΛΗΘΕΙΑ  ΚΑΙ  Η  ΑΛΗΘΕΙΑ  ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ  ΥΜΑΣ!!
ΕΡΕΥΝΑΤΕ  ΤΑΣ  ΓΡΑΦΑΣ  ΙΝΑ  ΕΧΕΤΑΙ  ΖΩΗΝ  ΑΙΩΝΙΩΝ!!!!!!


Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ

Από το ομώνυμο, εκδοθέν το 1928, βιβλίο

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο, ότι η Μία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία έχει καθιερώσει από αμνημονεύτων χρόνων- από είκοσι αιώνες- το Εορτολόγιο αυτής επί τη βάσει του Ιουλιανού Ημερολογίου. Ότι επί τη βάσει αυτού άπαντες οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί από αιώνων συνεορτάζουν τις ίδιες πάντοτε ημέρες του έτους, νηστεύουν ταυτόχρονα τις ίδιες κανονισμένες νηστείες, ακούν τις ίδιες λειτουργίες, τα ίδια ευαγγέλια, τους ίδιους ψαλμούς, τις ίδιες αποστολικές επιστολές και πράξεις.

Την επί 20 αιώνες πράξη αυτή της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, αποτελούσα ιερά παράδοση αυτής, αποτελούσα δισχιλιετές αυτής καθεστώς επικύρωσαν και καθαγίασαν Σύνοδοι Οικουμενικοί και Τοπικοί, διατάξεις Πατριαρχικές, κανόνες και αποφάσεις απαρεγκλίτως τηρηθείσες από όσους αιώνες. Πάσα άρα οιαδήποτε παρέκκλιση από του εκκλησιαστικού αυτού καθεστώτος του στηριζόμενου επί του Ιουλιανού ημερολογίου, είναι απάρνηση της εκ παραδόσεως τάξης της Εκκλησίας. Είναι ανατροπή αυτής ολοκλήρου. Διότι είδαμε ήδη ότι δια της μεταβολής του ημερολογίου ανατρέπονται Κυριακοδρόμια, καταλύονται νηστείες, διαγράφονται εκκλησιαστικά τροπάρια, δημιουργούνται κενά στη σειρά του Πασχαλίου κύκλου, μετατοπίζονται εορτές και εν γένει οι παραδόσεις της Εκκλησίας αθετούνται και παραβιάζονται.

Αλλά για την τήρηση την ακριβή των Εκκλησιαστικών παραδόσεων έχουμε ρητές και κατηγορηματικές διατάξεις από τους Αποστολικούς ακόμη χρόνους, τις οποίες ουδείς δύναται να παραδεί, και η Εκκλησία της Ελλάδος παραβλέποντας εντελώς αυτές απαρνήθηκε, παραβιάζοντας τις Εκκλησιαστικές παραδόσεις.

Ιδού δε και οι κυριότερες ρήτρες και διατάξεις περί των εκκλησιαστικών παραδόσεων, διατάξεις οι οποίες αποτελούν και πρέπει να αποτελούν Νόμο για την Εκκλησία.

Α’) Πρώτος ο Απόστολος Παύλος στην προς Θεσσαλονικείς δευτέρα από Αθηνών γραμμένη επιστολή (Κεφ. Β’ 15) επιτάσσει την τήρηση των εκκλησιαστικών παραδόσεων λέγοντας: «Άρα ουν, αδελφοί, στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε, είτε δια λόγου είτε δι’ επιστολής ημών».

Β’) Ο Μέγας Βασίλειος στον 91ον Κανόνα αυτού λέγει τα εξής: «Ει γαρ επιχειρήσαιμεν τα άγραφα των εθών, ως μη μεγάλην έχοντα την δύναμη, παραιτείσθε, λάθοιμεν αν εις αυτά τα καίρια ζημιούντες το Ευαγγέλιον, μάλλον δε εις όνομα ψιλόν προϊστώντες το κήρυγμα: Οίον (ίνα του πρώτου και κοινοτάτου πρώτον μνησθώ) τω τύπω του Σταυρού τους εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ηλπικότας κατασημαίνεσθαι, τις ο διά γράμματος διδάξας; Το προς ανατολάς εστράφθαι κατά την προσευχήν, ποίον ημάς εδιδαξεν γράμμα; Αλλά και όσα περί τω βάπτισμα αποττάσεσθαι τω Σατανά και τοις Αγγέλοις αυτού, εκ ποίας εστί γραφής; Ουκ εκ της αδημοσιεύτου ταύτης και απορρήτου διδασκαλίας, ην εν απολυπραγμονήτω σιγή οι Πατέρες ημών εφύλαξαν, καλώς εκείνο δεδιδαγμένοι, των μυστηρίων το σεμνόν σιωπή διασώζεσθαι»;

Γ) Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον Β’ λόγο του αναφωνεί: «Ακούσατε λαοί, φυλαί, γλώσσαι, άνδρες, γυναίκες, και παίδες, πρεσβύτες, νεανίσκοι τε και νήπια, το έθνος των Χριστιανών το άγιον. Είτις ευαγγελίζηται υμάς παρ’ο παρέλαβεν η Καθολική Εκκλησία (η Ορθόδοξος Αγία Αποστολική Εκκλησία) παρά των Αγίων Αποστόλων, Πατέρων και Συνόδων και μέχρι του νυν διεφύλαξε, μη ακούσητε αυτού, μηδέ δέξησθε την συμβουλήν του όφεως, ως εδέξατο Εύα και ετρύγησεν θάνατον. Καν, Άγγελος, καν Βασιλεύς ευαγγηλίζηται υμάς παρ’ο παρελάβετε, κλείσατε τας ακοάς, οκνώ γαρ τέως ειπείν, ως έφη ο θείος Αποστολος, Ανάθεμα έστω εκδεχόμενος την διόρθωσιν».

Δ’ Ο Μέγας Αθανάσιος λέει τα εξής: «…Ίδωμεν δε όμως και προς τούτοις και αυτήν την εξ αρχής παράδοσιν και διδασκαλίαν και πίστιν της Καθολικής (ορθοδόξου) Εκκλησίας, ην ο μεν Κύριος έδωκεν οι δε Απόστολοι εκήρυξαν και πατέρες εφύλαξαν. Εν ταύτη γαρ η Εκκλησία τεθεμελίωται… και τηρείται την των Πατέρων παράδοσιν».

Ε’ Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει στο λόγο του δ’ της Β΄ προς Θεσσαλονικείς τα εξής: «Ενταύθα δήλον, ότι ου πάντα δι’ επιστολής παρεδίδοσαν οι Απόστολοι αλλά και πολλά και αγράφως. Ομοίως δε κακείνα και ταύτα εστίν αξιόπιστα. Ώστε και την παράδοσιν της Εκκλησίας αξιόπιστον ηγούμεθα. Παράδοσις εστίν, μηδέν πλέον ζητεί».

Και ερωτάται ήδη: Αυτή καθ’ εαυτή η διατήρηση του Ιουλιανού ημερολογίου στην Εκκλησία, η ανέκαθεν αδιάλειπτη και ομοιόμορφη σ’ αυτή ισχύς αυτού ως βάσης στην οποία προσαρμόστηκε κάθε εκκλησιαστική ακολουθία και τάξη και η του εορτολογίου διάταξη, η αποτελέσασα επί τόσους αιώνες την διάκριση της Ανατολικής από της Δυτικής Εκκλησίας, αυτή καθ’ εαυτή ανεξαρτήτως της ολεθριοτάτης συνέπειαες της διασπάσεως της εκκλησιαστικής Ενότητας, ως παράδοση της Εκκλησίας δεν ήταν σεβαστή και απαράτρεπτος;

Και ο σεβασμός της παραδόσεως αυτής επί τόσους αιώνες, και η επίμονη άρνηση δια μέσου των αιώνων τούτων τόσων μεγάλων αναστημάτων και υπέροχων Πατριαρχικών φυσιογνωμιών να αποδεχθούν δια την Εκκλησία το Γρηγοριανό Ημερολόγιο, έστω και εάν κρατούνταν άθικτη η εορτή του Πάσχα, η διηνεκής και επίμονος, λέγομε, άρνηση αυτών, αυτή και μόνη δεν έπρεπε να συγκρατήσει τους σημερινούς (1924) νάνους της Εκκλησίας από το να καταπατήσουν τόσο ασεβώς και άσεμνα τις διά των αιώνων καθηγιασμένες γνώμες τόσων υψηλών της Εκκλησίας κορυφών;

Εκτός όμως των γνωμών και κρίσεων των ανωτέρω μεγάλων της Εκκλησίας Πατέρων και διδασκάλων, έχουμε αυτές τις Οικουμενικές Συνόδους. Έκαστη δε οικουμενική Σύνοδος αναφέρεται εις τα αποφασισθέντα των προηγουμένων και κρατύνει το έθος, την πράξη, και την παράδοση των προηγουμένων. Ιδού δε πως αποφαίνονται αυτές περί των παραδόσεων της Εκκλησίας. Ιδού δε πως αποφαίνονται αυτές περί των παραδόσεων της Εκκλησίας:

1) Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος δια του ΣΤ’ Κανόνα επιτάσσει: «Τα αρχαία έθη κρατείτω».

2) Η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος (η εν Χαλκηδόνι) δια του Α’ αυτής Κανόνα λέγει: «Τους παρά των Αγίων Πατέρων καθ’ εκάστην Σύνοδον άχρι του νυν εκτεθέντας Κανόνας κρατείν εδικαιώσαμεν (κρίναμε δίκαιο)».

3) Η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος στο Α’ Κανόνα αυτής ορίζει τα εξής: «Τάξις άριστη παντός αρχομένου και λόγου και πράγματος, εκ Θεού τε άρχεσθαι, και εις Θεόν αναπαύεσθαι… Και νυν άρχην των ιερών ποιούμενοι λόγων χάριτι θεία ορίζομεν, ακαινοτόμητον τε και απαράτρωτον φυλάττειν την παραδοθείσαν ημίν πίστιν… Και συνελόντα φάναι, πάντων των εν τη Εκκλησία του Θεού διαπρεψάντων ανδρών, οι γεγόνασι φωστήρες εν κόσμω, λόγον ζωής επέχοντες, την πίστιν κρατείν βεβαίαν και μέχρι συντελείας του αιώνος ασάλευτον διαμένειν θεσπίζομεν, και τα αυτών θεοπαράδοτα συγγράμματα τε και δόγματα. Πάντας αποβαλλόμενοι τε και αναθεματίζοντες, ους απέβαλον (οι Πατέρες) και αναθεμάτισαν, ως της Αληθείας εχθρούς και κατά Θεού φρυαξαμένους κενά, και αδικίαν εις το ύψος εκμελετήσαντας».

4) Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδς, η κατά των Εικονομάχων συνελθούσα στον Α’ αυτής Κανόνα λέει τα εξής: «…Εις τον αιώνα η προφητική φωνή εντέλλεται ημίν φυλάττειν τα μαρτύρια του Θεού, και ζην εν αυτοίς, δηλονότι ακράδαντα και ασάλευτα διαμένοντα… Και ο Παύλος φησίν : «Καν ημείς ή Άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν, παρ’ ο ευαγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω». Τούτων ουν ούτως όντων και διαμαρτυρουμένων ημίν, αγαλλιώμενοι επ’ αυτοίς, ως ει τις εύροι σκύλα πολλά, ασπασίως τους θείους κανόνας ενστερνιζόμεθα, και ολόκληρον την αυτών διαταγήν και ασάλευτον κρατύνομεν των εκτεθέντων υπό των αγίων σαλπίγγων του Πνεύματος των πανευφήμων Αποστόλων, των τε εξ Αγίων Οικουμενικών Συνόδων και των Αγίων Πατέρων ημών. Εξ’ ενός γαρ άπαντες και του αυτού Πνεύματος αυγασθέντες, ώρισαν τα συμφέροντα. Και ους μεν τω αναθέματι παραπέμπουσι, και ημείς αναθεματίζομεν, ους δε τη κσθαιρέσει, και ημείς καθαιρούμεν. Ους δε τω αφορισμώ, και ημείς αφορίζομεν. Ους δε επιτιμίω παραδιδόασι, και ημείς ωσαύτως υποβάλλομεν…».

5) Ο ιερός Ταράσιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, και άγιος έπειτα, προεδρεύσας της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου (8ος αιών) εν Νικαία προσφώνησε τους συνελθόντας εν αυτή Πατέρες ειπών μεταξύ άλλων: «…Και νήφοντες εν πάσιν αποστολικώς, το ισόρροπον κρίνομεν, ίνα πάσαν κενοφωνίαν, ύφεσιν τε και πλεονασμόν, ως ζιζάνια τω καθαρώ σίτω επισπαρέντα, αναβολής πάσης εκτός, εκτίλλωμεν, ως της αληθείας αντίθετα και της Εκκλησίας αντίμαχα. Τα γαρ εν αυτή παραδοθέντα ουκ εισί ναι και ου, αλλά ναι εισίν εν αληθεία και μένουσι αρραγή και ακράδαντα εις τον αιώνος χρόνον».

6) Ο αυτός Ταράσιος εν τη Δ’ πράξει της αυτής Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου λέγει τα εξής: «ου μετατίθεμεν όρια α έθεντο οι Πατέρες ημών, αλλ’ αποστολικώς διδαχθέντες κρατούμεν τας παραδόσεις, ας παρελάβομεν».

7) Μετά την τοιαύτη δήλωση του Ταρασίου ολόκληρη η Σύνοδος εκβοά τα εξής βαρυσήμαντα: «Πατέρες κηρυττουσι, τέκνα υπακοής εσμέν και εγκαυχώμεθα εν προσώπο μητρός τη παραδόσει της Καθολικής Εκκλησίας… Ημείς τους θεσμούς των Πατέρων φυλάττομεν, Ημείς τους προστιθέντας ή αφαιρούντας εκ της Καθολικής Εκκλησίας αναθεματίζομεν… Ημείς κατά πάντα των αυτών θεοφόρων Πατέρων τα δόγματα και πράγματα κρατούντες, κηρύσσομεν εν ενί στόματι και μια καρδία μηδέν προστιθέντας μηδέν αφαιρούντες των εξ αυτών παραδοθέντων ημίν, αλλά τούτοις βεβαιούμεθα, τούτοις στηριζόμεθα».

Το ισχυρότερο τείχος το οποίο ύψωσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας προς περιφρούρηση ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ της Εκκλησίας είναι η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος. Ο όρος της Ζ’ ταύτης Οικουμενική Συνόδου, αναφέρεται ακριβώς στην παράδοση της Εκκλησίας και περιχαρακώνει εν γένει τους θεσμούς της Εκκλησίας.

Μετά τον Όρο τούτο της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου ακολουθούν τα εξής, τα οποία «εξεβόησε η Αγία Σύνοδος». «Πάντες ούτω πιστεύομεν, πάντες το αυτό φρονούμεν, πάντες συναίνεσαντες υπεγράψαμεν. Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των ορθοδόξων, αύτη η πίστης την Οικουμένην εστήριξε. Πιστεύοντες εις ένα Θεό εν Τριάδι υμνούμενον, τας τιμίας εικόνας ασπαζόμεθα. Οι μη ούτως έχοντες ανάθεμα έστωσαν. Οι μη ούτω φρονούντες, πόρρω της Εκκλησίας εκδιωχθήτωσαν. Ημείς τη αρχαία θεσμοθεσία της Καθολικής Εκκλησίας επακολουθούμεν, ημείς τους θεσμούς των πατέρων φυλάττομεν. Ημείς τους προστιθέντας τι ή αφαιρούντας εκ της καθολικής Εκκλησίας αναθεματίζομεν…Ει τις πάσαν εκκλησιαστικήν παράδοσιν έγγραφον τε ή άγραφον αθετεί ανάθεμα, ανάθεμα, ανάθεμα».

Όθεν δεν δύναται ουδείς να πει μετά τα ανωτέρω θεσπίσματα των Οικουμενικών Συνόδων ότι οι παραδόσεις της Εκκλησίας δεν είναι δόγματα και επομένως δύναται να μεταβληθούν. Διότι τα θεσπίσματα αυτά περί αμετάτρεπτου και ακαινοτομήτου των Εκκλησιαστικών παραδόσεων είναι τελείως καθηγιασμένα και έχουν την ισχύ δογμάτων. Δεν δύναται δε επίσης ουδείς να ισχυρισθεί ότι το όλο καθεστώς της Εκκλησίας, των νηστείων, των ακολουθιών, των Κυριακοδρομίων και άλλων τυπικών της Εκκλησίας διατάξεων καθεστώς, ιδρυθέν επί της βάσης του Ιουλιανού Ημερολογίου, με το οποίο συνδέεται αναποσπάστως το Εορτολόγιο της Εκκλησίας, δεν δύναται, λέγομε, ουδείς να ισχυριστεί ότι δεν είναι Παράδοση Εκκλησιαστική.

Αλλά ότι αρνήθηκαν να διαπράξουν όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι, και άπαντες οι γεραροί της Ορθοδοξίας στυλοβάτες, το διέπραξαν εν μια στιγμή μονομερώς, αυθαιρέτως, ανιερώς, αντορθοδόξως, διά μίας εγκυκλίου του, ο επαναστατικώ δικαίω Αρχηγός της Ελληνικής Εκκλησίας, κατακρημνίζοντας δύο χιλιάδων ετών ιερό οικοδόμημα, το της Ορθοδοξίας, για να ισοπεδώσει τούτο με το Ιησουϊτικό και καότεχνο οικοδόμημα της Παπικής Εκκλησίας! 

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ 1924 ΚΑΙ 1948


ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ 1924 ΚΑΙ 1948 Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΑΙΩΝ 






Τήν πραξικοπηματικήν καί ἀντορθόδοξον Ἡμερολογιακήν ἀλλαγήν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος δέν τήν ἐδέχθησαν ὅλοι, ἀλλά ὑπῆρξαν ἀρκεταί ὁμαδικαί καί ἀτομικαί ἀντιδράσεις. Κατά τό διάστημα 1924-1926,ἱδρύθησαν ὑπό τῶν μή δεχθέντων τήν Ἀντιεκκλησιαστικήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν συντονιστικά ὄργανα ἀντιδράσεως πρός τήν Σχισματοαιρετικήν Καινοτομίαν τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Παπικοῦ Ἡμερολογίου. Οἱ Σύλλογοι αὐτοί, ὅπως ὁ «Σύλλογος Ὀρθοδόξων» εἰς την Ἀθήνα, ὁ μετέπειτα ἐξελιχθείς εἰς τήν «Πανελλήνιον Θρησκευτικήν Κοινότητα τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν», καθώς και ὁ «Ἱερός Σύνδεσμος τῶν Ζηλωτῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους», ὑπεστήριξαν πολυτρόπως τούς ἐμμένοντας εἰς τά πάτρια καί θέσμια τῆς Ἐκκλησίας ἐντάλματα. Οὗτοι προέβησαν εἰς διαμαρτυρίας πρός τάς πολιτικάς Ἀρχάς, εἰς τήν ἐνημέρωσιν τοῦ λαοῦ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῶν Νεοημερολογιτῶν εἶναι Συναγωγή Σχισματοαιρετικῶν, καί εἰς τήν Διακήρυξιν ὅτιοἱ Νεοημερολογῖται εἶναι ΕΚΤΟΣ τῆς Ἐκκλησίας, ΣΤΕΡΟΥΝΤΑΙτῆς Θείας Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ Ἔγκυρα Μυστήρια.

Οὕτω διά τῆς ἱδρύσεως Ὀρθοδόξων ἐνοριῶν, διεφυλάχθη ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις καί ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ συνέχισε τήν Ἱστορικήν της πορείαν μέ πολύ ὀλίγα μέλη, τούς κρατοῦντας τάς Ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικοῦ κύρους Πανορθοδόξων Συνόδων τῶν προηγουμένων αἰώνων.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, οἱ μή ἀποδεχθέντες τήν Αἱρετικήν Παπικήν Καινοτομίαν τῆς Ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου ΔΙΕΚΟΨΑΝ ΑΜΕΣΩΣ καί ἐπισήμως κάθε Πνευματικήν καί Ἐκκλησιαστικήν Ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Νεοημερολογιτικῆς Οἰκουμενιστικῆς Ἐκκλησίας,ΑΠΟΚΗΡΥΞΑΝΤΕΣ αὐτήν πολλάκις ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΟΑΙΡΕΤΙΚΗΝ. Μία ἐκ τῶν πολλῶν αὐτῶν ἀποκηρύξεων ἡ ὁποία ἐπεδόθη εἰς τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον ἦτο καί ἡ τῆς 1ης Αὐγούστου 1934, διά τῆς ὁποίας ἡ Νεοημερολογητική Ἐκκλησία ΑΠΕΚΗΡΥΧΘΗ ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ, ὡς μη ἔχουσα τό δικαίωμα καί ὡς μή δυναμένη νά ἐξασκῇ πνευματικήν ἐξουσίαν ἐπί τῶν ἐμμενόντων εἰς τά Ὀρθόδοξα Δόγματα καί τήν Ἱεράν Παράδοσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Παραλλήλως δέ ἐγένοντο ἐνέργειαι διά τήν ἐξεύρεσιν Ἀρχιερέων χειροτονηθέντων πρό τοῦ Σχίσματος, προς διαποίμανσιν τοῦ Γνησίως Ὀρθοδόξου Πληρώματος.

Ἡ πρωτοβουλία αὕτη και αἱ παράλληλοι ἐνέργειαι ἐτελεσφόρησαν. Τρεῖς ἀρχιερεῖς ἐδέχθησαν νά ἀποκηρύξουν τήν Νεοημερολογητικήν Ἐκκλησίαν ὡς Σχισματικήν.

Τήν 13ην Μαΐου 1935, ὁ Δημητριάδος Γερμανός (Μαυρομάτης), ὁ πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος (Καβουρίδης),καί ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος (Δημητρίου), διέκοψαν πᾶσαν Ἐκκλησιαστικήν σχέσιν και ἐπικοινωνίαν μέ τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν και τήν ἀπεκήρυξαν ὡς Σχισματικήν ἐπισήμως, ἐνώπιον 25.000 λαοῦ εἰς τόν Ἱ.Ν. Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Ἐπιδαύρου 14, Κολωνός Ἀθῆναι), ἀλλά καί ὑπηρεσιακῶς διά δικαστικοῦ κλητῆρος προς τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον, καί διά δημοσιεύσεων εἰς τόν ἡμερήσιον τύπον τῶν Ἀθηνῶν.
Ἐκ τῶν τριῶν αὐτῶν Ἀρχιερέων, οἱ δύο πρῶτοι ἦσαν χειροτονημένοι πρό
τοῦ Σχίσματος τοῦ 1924.

Οὗτοι, διά τῆς δημοσίας ταύτης καταδίκης τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Λιβέλου, ἀπεκατεστάθησαν Κανονικῶς εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, συμφώνως πρός τούς σχετικούς Ἱερούς Κανόνας
τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων (7ος Κανών τῆς Β´, 95ος Κανών τῆς ΣΤ´ και 8ος Κανών τῆς Α´), οἱ ὁποῖοι προβλέπουν διά τούς ἐπιστρέφοντας εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν ἐκ Σχίσματος καί Αἱρέσεως Ἱερωμένους, οἵτινες εἶχον λάβει Ὀρθοδόξως τό Βάπτισμα καί τήν Ἱερωσύνην, νά ἀποκαθίστανται μόνον διά Λιβέλλου. Ὡς γνωστόν, τά δύο Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τῆς Ἱερωσύνης δέν ἐπαναλαμβάνονται. Κατόπιν τούτου, ὁ τρίτος, ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος, ὡς χειροτονηθείς μετά τό Σχίσμα τοῦ 1924, ἀπεκατεστάθη κανονικῶς εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν διά χειροθεσίας ὑπό τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ καί τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου.

Εἰς τό Ἔγγραφον μέ τό ὁποῖον οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς ΑΠΕΚΗΡΥΞΑΝ τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον καί ἀπέστειλον εἰς αὐτήν διά Δικαστικοῦ Κλητῆρος, περιλαμβάνονται μεταξύ ἄλλων καί τά ἀκόλουθα:

«Ἐπειδή ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος διά τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου ἠθέτησε τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας, τους διέποντας τά τῆς Θείας Λατρείας, καί ἰδίᾳ τήν Νηστείαν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἥτις ἐνίοτε καί ἐντελῶς ἐξαφανίζεται. . . .

»Ἐπειδή ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος, διασπάσασα διά τῆς μονομεροῦς και ἀντικανονικῆς εἰσαγωγῆς και ἐν τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου τήν ἑνότητα τῆς Καθόλου Ὀρθοδοξίας, καί διαιρέσασα τους Χριστιανούς εἰς δύο ἀντιθέτους ἡμερολογιακάς μερίδας, ἔθιξεν ἐμμέσως καί τό Δόγματοῦ Συμβόλουτῆς Πίστεως εἰς Μίαν, Ἁγίαν,Καθολικήν και Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. . . .
»Ἐπειδή τέλος δι᾽ ὅλους τούς ἀνωτέρω λόγους ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπέσχισε καί ἀπετείχισε ἑαυτήν κατά τό πνεῦμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων τοῦ καθόλου κορμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἐκήρυξεν κατ᾽οὐσίαν ἑαυτήν Σχισματικήν, καθά ἀπεφάνθη καί ἡ πρός μελέτην τοῦ Ἡμερολογιακοῦ Ζητήματος ὁρισθεῖσα ἐξ εἰδικῶν νομομαθῶν καί θεολόγων καθηγητῶν τοῦ Ἐθνικοῦ Πανεπιστημίου Ἐπιτροπή, ἧς μέλος ἀπετέλειτότε καί ὁ Μακαριώτατος, ὡς καθηγητής τοῦ Πα ν ε π ι σ τ η μίου. . . .

»Διά ταῦτα, ὑποβάλλοντες εἰς τήν Διοικοῦσαν Σύνοδον την ἐπισυνημμένην Διαμαρτυρίαν ἡμῶν, δηλοῦμεν,ὅτι κόπτωμεν τοῦ λοιποῦ πᾶσαν σχέσιν καί Ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετ᾽ Αὐτῆς, ἐμμενούσης εἰς τήν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν, καί ἀναλαμβάνομεν τήνΠνευματικήν Ἡγεσίαν καί Ἐκκλησιαστικήν Ποιμαντορίαν τοῦ Ἀποκηρύξαντος τήν Διοικοῦσαν Ἐκκλησίαν καί ἐκ πολυαρίθμων Κοινοτήτων συγκειμένου Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, τοῦ ἐμμένοντος πιστοῦ εἰς το Πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον. . . .

† Ὁ Δημητριάδος Γερμανός
† Ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος
† Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος »__

Καταγγέλλουν δηλαδή οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, καταδικάζουν καί Ἀποκηρύσσουν τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν ὡς Καινοτόμον, Σχισματικήν καί Ἀντορθόδοξον. Ἀναγγέλλουν δέ τήν Ἀνάληψιν τῆς ἡγεσίας τῶν πιστῶν, τῶν ἐμμενόντων εἰς το Πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον.
Η ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Μετά τήν Ἀποκήρυξιν αὐτήν, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς μέ 18σέλιδον Προκήρυξιν ἤρχισαν τήν διαποίμανσιν τῶν Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Μοναχῶν, ἐνημερώνοντες δι᾽ αὐτῶν ἅπαν τό ποίμνιον, περί τῆς ἄνευ κύρους ἀντικανονικῆς Ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου. Εἰς τήν Προκήρυξιν, ὄχι μόνον ἀπορρίπτουν τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου, ἀλλά καί ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΝ αὐτήν ὡς αἰτίαν Σχίσματος. Παρατίθενται εἰς τήν συνέχειαν ἀντιπροσωπευτικά ἀποσπάσματα τῆς Προκηρύξεως:

«Τό ὅτι δέ καί  Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπεδέχθη εἶτα σιωπηρῶς τήν γενομένην μεταβολήντοῦ Ἡμερολογίου . . . οὐδαμῶς δύναται νά προσδώσῃ κῦρος Ἐκκλησιαστικόν εἰς τήν Ἡμερολογιακήν ταύτην καινοτομίαν.
Ὥστε ἡ μεταβολή τοῦ Ἡμερολογίου . . . στερεῖται, οὐ μόνον Πανορθοδόξου κύρους, . . .
ἀλλά καί τοπικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ κύρους,ὡς μή ἀπορρεύσασα ἐκ τῆς Συνόδου τῆς ὅλης Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἀλλά καί ἄν ἀκόμηἡ μεταβολή αὕτη τοῦ Ἡμερολογίου ἐγένετο ὑφ᾽ ὅλης τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλά δος συνερχομένης εἰς Σύνοδον, πάλιν ΔΕΝθά εἶχε κῦρος Ἐκκλησιαστικόν . . . .
Ἐπί πλέον δέ ἡ ἀποδοχή τοῦ Νέου Ἡμερολογίου εἶναι καί Ἀντορθόδοξος.»

Οἱ δέ ἀκολουθοῦντες τό Νέον Ἡμερολόγιον, κλῆρος καί λαός, ὅταν πληροφορηθῶσι ὅτι ἡ «ἀντικανονική μεταβολή τοῦ Ἡμερολογίου ἐδημιούργησε συνεπείας θιγούσας τάς Παραδόσεις τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τό Δόγμα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, θά ἀποκηρύξωσι τήν ἐπάρατον ταύτην καί Παπισμοῦ ὄζουσαν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν».
Ἀπευθυνόμενοι πρός τούς κληρικούς οἱ ὁποῖοι δέν θέλουν νά συμμορφωθῶσιν μέ τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς γρά- φουν: «δέν εἶναι ἀνταρσία πρός τήνἔννοιαν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ᾽ ἄρνησις νά συμμορφωθῆτε πρός μίαν Ἀντικανονικήν καί Ἀντορθόδοξον Ἀπόφασιν τῆς Διοικούσης Συνόδου».

«Οἱ Ἀρχιερεῖς, ἐφ᾽ ὅσον . . . διέσπασαν τό ἑνιαῖον τῆς Ὀρθοδοξίας Δόγμα, . . . ἀπώλεσαν κατά τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας πᾶν δικαίωμα σεβασμοῦ καί πειθαρχίας ἐκ μέρους ὑμῶν.

Οὗτοι πρῶτοι ἔσχισαν τόν ἄνωθεν ὑφαντόν χιτῶνα τῆς Ὀρθοδοξίας, εἰσαγαγῶντες Ἀντικανονικῶς . . . τό Νέον Ἡμερολόγιον».

Χρησιμοποιοῦν ἐπίσης καί τόν ΙΕ/ Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου διά νά ἀποκηρύξουν τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν ὡς ΚΑΤΕΓΝΩΣΜΕΝΗΝ ΑΙΡΕΣΙΝ, γράφοντες τά ἑξῆς: «Καί ἵνα βεβαιωθῆτε, ὅτι ἡ ἐπιβεβλημένη αὕτη Ἀποκήρυξις περιποιεῖ τιμήν, καί ὄχι μομφήν, παραθέτομεν καί τόν 15ον Κανόνα τῆς ΑΒ/ Οἰκ. Συνόδου».

Τέλος ποιοῦν ἔκκλησιν πρός κλῆρον καί λαόν γράφοντες: «Σώσατε δι᾽
ὄνομα τοῦ Θεοῦ τήν Ἐκκλησίαν καί τό Ἔθνος ἀπό τάς φοβεράς συνεπείας τοῦ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ. . . . Ἐν ὀνόματι τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀποκηρύξατε τόν ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΝ Ἀρχιεπίσκοπον καί τούς ὁμόφρονας αὐτοῦ  Ἀρχιερεῖς, καί ταχθῆτε παρά τό πλευρόν τῶν Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων, τῶν ἀγωνιζομένων ὑπέρ τῆς Πατρῴας Ὀρθοδοξίας καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Παραδόσεων».

Παρόμοιαι διατυπώσεις ἀπαντῶνται εἰς ὅλας τάς σελίδας. Τά ἀνωτέρω ἀποτελοῦν ἁπλῶς δειγματοληπτικήν παράθεσιν.
Ἀκόμη καί ὁ τίτλος τῆς Προκηρύξεως δηλώνει τό φρόνημά των ὅτι Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ΔΕΝ εἶναι ἡ Νεοημερολογιτική, ἀλλά ἡ Σύνοδος τῶν τριῶν αὐτῶν Ἀρχιερέων οἱ ὁποῖοι διέκοψαν πᾶσαν Πνευματικήν καί Ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας.

Ἰδού ὁ τίτλος τοῦ Ἐντύπου: «Προκήρυξις τῶν Σεβασμιωτάτων Ἀρχιερέων τῆς Αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Δημητριά δος Γερμανοῦ, πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου καί Ζακύνθου Χρυσοστόμου, πρός τόν Ἐφημεριακόν Κλῆρον καί τούς Μοναχούς τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ Ζητήματος τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου»,Μάϊος 1935.
Πέραν τῆς «Προκηρύξεως» αὐτῆς ἐξαπέλυσαν καί «ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΝ» κατά τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, πρός ὅλα τά Πατριαρχεῖα καί τάς Αὐτοκεφάλους Ἐκκλησίας.
Μετά παρέλευσιν δεκαημέρου ἀπό τήν Ἐπίσημον Ἀποκήρυξιν τήν ὁποίαν ἀπέστειλαν πρός τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, οἱ Κανονικῶς, ὡς ὁρίζουν οἱ Ἱεροί Νόμοι, ἐπιστρέψαντες εἰς τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν, καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, ἀφοῦ συνεκρότησαν Ἱεράν Σύνοδον, προέβησαν εἰς τήν χειροτονίαν τεσσάρων νέων Ἐπισκόπων.
Αἱ χειροτονίαι αὗται ἔλαβον χώραν εἰς τό παρεκκλήσιον τῆς Ἁγίας Μαρίνης τῆς Ἱερᾶς ΜονῆςΠαναγίας Πευκοβουνοϊατρίσσης Κερατέας Ἀττικῆς, μέ τήν ἀκόλουθον σειράν:
Τήν 23ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Κυκλάδων Γερμανός (Βαρυκόπουλος).
Τήν 24ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Μεγαρίδος Χριστόφορος (Χατζῆς).
Μετά τό 1950 τοῦ ἐδόθη ὁ τίτλος Χριστιανουπόλεως, διά νά μήν ἔρχεται εἰς σύγκρουσιν μετά τοῦ Νεοημερολογίτου Ἐπισκόπου Μεγαρίδος.
Τήν 25ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος (Λιώσης).
Τήν 26ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος (Καρπαθάκης).
Διά τῆς Ἀποκηρύξεως τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας, διά τῆς Συγκροτήσεώς των εἰς Σύνοδον, καί ἰδιαιτέρως διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων, οἱ 3 Ἀρχιερεῖς ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία εἶναι Ὁριστικῶς, Ἀμετακλήτως καί Τελεσιδίκως ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ. Ὄχι Δυνάμει μέν Σχισματική Ἐνεργείᾳ δέ οὐ Σχισματική, ἀλλά καί τῇ ΕΝΕΡΓΕΙᾼ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ, Μή χρήζουσα ἄλλης μελλοντικῆς Συνόδου πρός ἐκδίκασιν διά νά καταστῇ καί ἐνεργείᾳ Σχισματική.
Διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία, ἀποδεχθεῖσα τό ἀπό τοῦ 16ου αἰῶνος καταδικασθέν ὑπό Τριῶν Πανορθοδόξων Συνόδων Παπικόν Ἡμερολόγιον, δέν τελεῖ ἁπλῶς ὑπόδικος μέχρις ὅτου δικασθῆ ὑπό μελλούσης Συνόδου, ἀλλ᾽ εὑρίσκεται ἤδη ΚΑΤΑΔΙΚΟΣ ὡς ΠΡΟΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΗ.
Διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία εἶναι Καταδικασμένη, Στερεῖται Ἁγιαστικῆς Θείας Χάριτος καί Ἐγκύρων Μυστηρίων, καί πρέπει νά ἀγνοηθῇ ὡς μή Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἀλλά ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ.
Αἱ χειροτονίαι Ἐπισκόπων τόν Μάϊον τοῦ 1935 ἀπετέλεσαν Δογματικῶς καί Κανονικῶς Ὑψίστην καί ἔμπρακτον Ἐκκλησιαστικήν καί Ἐκκλησιολογικήν Ὁμολογιακήν Πρᾶξιν, μεγαλυτέραν τῆς Ἐγγράφου Ἀποκηρύξεως ἐξαπολυθείσης κατά τῆς Νεοημερολογητικῆς Ἐκκλησίας ὡς Σχισματικῆς καί ὡς στερουμένης τῆς Θείας Χάριτος.
Τόν Ἰούνιον τοῦ 1935,ἡ Νεοημερολογητική Ἐκκλησία προέβη εἰς τήν καθαίρεσιν τῶν ἑπτά (7) ἐπισκόπων καί ἐν συνεργασίᾳ μετά τῆς Πολιτείας διέταξε τήν ἐξορίαν των. Τότε ἤρχισαν νά ἀποκαλύπτωνται θησαυροί καρδιῶν καί νά ἀναδεικνύεται τό μέταλλον τοῦ κάθε ἀνδρός.

ΤΟ ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Κατ᾽ ἀρχάς, ἀξιοσημείωτον εἶναι τό ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ πρός τόν λαόν τό ὁποῖον ἐξέδωκαν μέ ἡμερομηνίαν 7 Ἰουνίου 1935, πρό τῆς Ἐξορίας των, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, Δημητριάδος Γερμανός, πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος καί Ζακύνθου Χρυσόστομος. Αὐτό ἐδημοσιεύθη καί ὡς μονοσέλιδος Ἀποχαιρετιστήριος Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος εἰς τόν «Κήρυκα Ὀρθοδόξων».
Μεταξύ ἄλλων εἰς τό Διάγγελμα πρός τούς Γνησίους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς τονίζονται τά ἀκόλουθα: «Καταδικασθέντες ἀδίκως ὑπό Σχισματικῆς Συνόδου εἰς καθαίρεσιν . . . διότι εἴχομεν τό θάρρος καί τήν ψυχικήν εὐσθενίαν νά ἀναπετάσωμεν τό ἔνδοξον καί τετιμημένον λάβαρον τῆς Ὀρθοδοξίας, θεωροῦμεν ποιμαντορικόν καθῆκον ἡμῶν, πρίν ἤ ἀποχωρισθῶμεν, νά ἀπευθύνωμεν ὑμῖν τοῖς ἀκολουθοῦσι τό Πάτριον καί Ὀρθόδοξον ἑορτολόγιον τάς ἑξῆς Ποιμαντορικάς παραινέσεις:
»Ἀκολουθοῦντες πιστῶς τό Ἀποστολικόν «Στήκετε καί κρατῆτε τάς παραδόσεις, ἅς ἐδιδάχθητε εἴτε διά λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν» μή παύσητε ἀγωνιζόμενοι δι᾽ ὅλων τῶν νομίμων καί Χριστιανικῶν μέσων ὑπέρ τῆς κατισχύσεως καί ἐπιβραβεύσεως τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν Ἀγῶνος, . . .
»Ἐπέπρωτο κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος, ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὑπό τήν ἔμπνευσιν καί πρωτοβουλίαν τοῦ προκαθημένου αὐτῆς νά προσάψῃ εἰς τό τέως ἁγνόν καί ἀκραιφνῶς Ὀρθόδοξον μέτωπον Αὐτῆς τόν μῶμον τοῦ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ διά τῆς ἀθετήσεως τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑορτολογίου, τοῦ καθιερωθέντος ὑπό τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί κυρωθέντος ὑπό τῆς αἰωνοβίου πράξεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ἀντικαταστάσεως τούτου διά τοῦ ΠΑΠΙΚΟΥ τοιούτου.
»Τό ΣΧΙΣΜΑ βεβαίως τοῦτο τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἐδημιούργησεν ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας ἥτις ἐπιλαθομένη τῆς ἱερᾶς καί Ἐθνικῆς Αὐτῆς ἀποστολῆς καί τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ γνωμικοῦ «μάχου ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς Ἑλληνικῆς ἐλευθερίας », εἰσήγαγεν ἄνευ τῆς συναινέσεως ἁπασῶν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἐν τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ τό ΠΑΠΙΚΟΝ Ἑορτολόγιον, ΔΙΑΙΡΕΣΑΣΑ οὕτως οὐ μόνον τάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς εἰς δύο ἀντιθέτους μερίδας.
»Ἡμεῖς ἀναλαβόντες τήν ποιμαντορίαν τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τοῦ ἀκολουθοῦντος τό πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον, καί ἔχοντες συναίσθησιν τοῦ Ὅρκου Πίστεως ὅν ἐδώσαμεν ὅτι θά φυλάξωμεν πάντα ὅσα παρελάβομεν παρά τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων,ἀποφεύγοντες πάντα νεωτερισμόν, δέν ἠδυνάμεθα παρά νά κηρύξωμεν ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΝ τήν Ἐπίσημον Ἐκκλησίαν, ἥτις ἐδέχθη τό ΠΑΠΙΚΟΝ Ἑορτολόγιον, ὅπερ ἐχαρακτηρίσθη ὑπό Πανορθοδόξων Συνόδων «ὡς Νεωτερισμός τῶν Αἱρετικῶν, ὡς παγκόσμιον σκάνδαλον καί ὡς αὐθαίρετος καταπάτησις τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν παραδόσεων ».
»Τούτου ἕνεκα συνιστῶμεν εἰς ἅπαντας τούς ἀκολουθοῦντας τό Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον, ὅπως ΜΗΔΕΜΙΑΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ἔχωσι μετά τῆς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ Ἐκκλησίας καί τῶν ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΝ λειτουργῶν αὐτῆς, ἀπό τῶν ὁποίων ΕΦΥΓΕΝ Η ΧΑΡΙΣ τοῦ Παναγίου Πνεύματος ·διότι οὗτοι ἠθέτησαν Ἀποφάσεις τῶν Πατέρων τῆς 7ης ΟἰκουμενικῆςΣυνόδου καί πασῶν τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τῶν καταδικασασῶν τό Γρηγοριανόν Ἑορτολόγιον. Ὅτι δέ ἡ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ Ἐκκλησία ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΧΑΡΙΝ καί Ἅγιον Πνεῦμα, τοῦτο διαβεβαιοῖ καί ὁ Μ. Βασίλειος λέγων τά ἑξῆς:
«Εἰ καί περί μή Δόγματα οἱ Σχισματικοί σφάλλοιντο, ἀλλ᾽ ἐπειδή τοιγε Κεφαλή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας ὁ Χριστός ἐστι, κατά τόν θεῖον Ἀπόστολον, ἐξ οὗ τά μέλη πάντα ζωοῦται καί τήν πνευματικήν αὔξησιν δέχεται, οὗτοι δέ τῆς ἁρμονίας τῶν Μελῶν τοῦ Σώματος ἀπερρά γησαν καί οὐκέτι παραμένουσαν αὐτοῖς ἔχουσι τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅ τοίνυν οὐκ ἔχουσιν, πῶς ἄν τοῖς ἄλλοις μεταδοῖεν;»
»Ὅταν ἡ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ Ἐκκλησία ἐπιβάλῃ μέτρα πιεστικά καί καταθλιπτικά, ὅπως βιάσῃ τήν ὀρθόδοξον ἡμῶν συνείδησιν, συνιστῶμεν ὑμῖν, ὅπως τά πάντα ὑπομείνητε καί κρατήσητε τήν Ὀρθόδοξον Παρακαταθήκην ἀλώβητον καί ἀμόλυντον, ὅπως παρελάβομεν ταύτην παρά τῶν εὐσεβῶν Πατέρων ἡμῶν . . . .
». . .συνιστῶμεν καί ὑμῖν ἐμμονήν καί ἐγκαρτέρησιν ἐν τοῖς δεινοῖς καί ταῖς θλίψεσι καί ταῖς κακώσεσι καί αἰκισμοῖς, εἰς ἅ θά ὑποβληθῆτε ὑπό ἐκκλησίας ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ, ἐλπίζοντες πάντοτε εἰς τόν Θεόν ὅς οὐκ ἑάσει ἡμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δυνάμεθα καί ὅστις θά
εὐδοκήσῃ ἐν τῇ ἀπείρῳ Αὐτοῦ καί ἀνεξιχνιάστῳ μακροθυμίᾳ νά φω-
τίσῃ καί τούς καλῇ τῇ πίστει ΠΕΠΛΑΝΗΜΕΝΟΥΣ καί ἀκολουθοῦντας
τό ΠΑΠΙΚΟΝ ἑορτολόγιον . . . »
† Ὁ Δημητριάδος Γερμανός
† Ὁ Πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος
† Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος»