xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

Είπε ποτέ ο Θεόδοτος Αγκύρας «πίστευε και μη ερεύνα»;

Είπε ποτέ ο Θεόδοτος Αγκύρας «πίστευε και μη ερεύνα»; Οι διάφοροι κατήγοροι του χριστιανισμού λένε ότι δήθεν ο Θεόδοτος Αγκύρας είπε το «πίστευε και μη ερεύνα». Η αλήθεια είναι ότι είπε κάτι παρόμοιο...... το οποίο όμως δεν έχει καμία σχέση με την ερμηνεία που δίνουν οι νεοπαγανιστές. Ουδέποτε ο χριστιανισμός υποστήριξε κάτι τέτοιο. Μην ξεχνάμε ότι πολλά έργα μη χριστιανών διασώθηκαν από τους χριστιανούς. Ούτε όμως ο Θεόδοτος είπε ποτέ αυτό που εννοούν οι αρνησίχριστοι διαστρεβλωτές των πάντων.....κυριολεκτικά των πάντων. Και αυτό θα το δείτε και εσείς απο το κείμενο που επικαλούνται........

Γ’ Οικουμενική Σύνοδος, Έφεσος 431
«Ομολογώ τοιγαρούν τόν αυτόν θεόν καί άνθρωπον, θεόν μέν πρό αιώνων, άνθρωπον δέ γενόμενον εκ τού τόκου αρξάμενον, ου δύο, αλλ’ ένα, ου φραζόμενον ως ένα, διττόν δέ επινοούμενον: ουδέ γάρ μάχεσθαι δεί τώι λόγωι τήν έννοιαν. ου νοούμεν δύο,ομολογούμεν δέ ένα: τό γάρ οικονομίαι καί θαύματι συνημμένον ουδέ λόγος διίστησιν ουδέ έννοια. ει δέ τις επινοίαι διαστήσειε τό συνημμένον, διαλελυμένον ενόησε καί ψευδής η έννοια γίνεται, διαστήσασα <δηλονότι> τό συνημμένον αεί. δεί ούν συνομολογούσαν έχειν τώι λόγωι τήν έννοιαν. ένα λέγεις Χριστόν, τόν αυτόν θεόν καί άνθρωπον; ουκούν ένα καί νόει. ει δέ λέγεις μέν ένα, επινοείς δέ δύο, τώι λόγωι σου πολεμούσαν έχεις τήν έννοιαν. μή ούν λέγε δύο διαφοράι τινι διιστάμενα. ει γάρ ενοίς τώι λόγωι, μή τέμηις τήι εννοίαι: ει δέ τέμνεις ταίς εννοίαις, τήν ένωσιν ήρνησαι. μή ούν πρός φύσεις διισταμένας καταγάγηις τόν λογισμόν, θεού τήν άκραν θαυματουργήσαντος ένωσιν.

πίστευε τώι θαύματι καί μή ερεύνα λογισμοίς τό γενόμενον. μή καταλύσηις τό θαύμα, ευρείν τόν λόγον φιλονεικών: ου γάρ μένει τό θαύμα ού ο λόγος γνωρίζεται. ει τού γενομένου γνώριμος ο λόγος, ουκέτι σημείον ουδέ θαύμα τό γεγονός: ει δέ σημείον καί θαύμα, καταλιπών λογισμούς τήν πίστιν ανάλαβε, ομολογών ένα κύριον ‘Ιησούν Χριστόν καί θεόν καί άνθρωπον τόν αυτόν ουδέ επινοίαις ουδέ λογισμοίς διιστάμενον, ίνα μή τά ενωθέντα λογισμοίς διαστήσαντες οικονομίαν σωτήριον αρνησώμεθα. ει γάρ ένωσις θεού καί ανθρώπου διά τής οικονομίας γνωρίζεται, ο τήν ένωσιν διαστήσας τήν οικονομίαν ηρνήσατο. πιστεύσωμεν ούν τής οικονομίας τοίς θαύμασιν, ίνα πιστευθείς ο Χριστός τοίς ομολογούσι ταύτην τήν χάριν βασιλείαν ουρανών δωρήσηται, ής γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν χάριτι τού Χριστού, ώι η δόξα εις τούς αιώνας. αμήν».

Ο Θεόδοτος μιλάει για τις δυο φύσεις του Ιησού. Την θεία και την ανθρώπινη. Κάτι που μαρτυρείτε\αι τόσο στην Καινή όσο και στην Παλαιά Διαθήκη. Και λέει ότι αυτό είναι ένα θαύμα, ένα ανεξήγητο γεγονός. Η ενανθρώπηση του Θεού. Κάτι ανάλογο είχε γράψει και ο απ. Παύλος. Στην Α' Τιμοθέου το αναφέρει.

«και ομολογουμένως μέγα εστιν το της ευσεβειας μυστήριον θεός εφανερωθη εν σαρκι εδικαιωθη εν πνευματι ωφθη αγγέλοις εκηρυχθη εν εθνεσιν επιστευθη εν κοσμω ανελημφθη εν δοξη». (Α' Τιμοθεου 3, 16)

Σε αυτό το μέγα μυστήριο αναφέρεται ο Θεόδοτος και λέει ότι δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε λογικά. Είναι μυστήριο. Και μάλιστα της ευσεβείας. Εκεί αποδίδεται και το «πίστευε τώι θαύματι καί μή ερεύνα λογισμοίς τό γενόμενον», και όχι γενικά και αόριστα.
περί της δημιουργίας του κόσμου
αγίου Νεκταρίου
Τι καλείται κόσμος;

—Κόσμος καλείται το σύνολον της δημιουργίας, ένεκα της τάξεως και αρμονίας της επικρατούσης εν αύτη. Διαιρείται δε η δημιουργία εις τον ορατόν και τον αόρατον κόσμον, και ορατός μεν κόσμος εστίν η ένυλος φύσις• αόρατος δε κόσμος εστίν η άυλος φύσις, ήτοι οι άγγελοι και η ψυχή του ανθρώπου (1).

Τι διδάσκει η Εκκλησία περί της δημιουργίας του κόσμου;

—Ότι ο Θεός(2) έκτισε τον κόσμον εις εξ ημέρας (3) εκ του μηδενός (4) εξ υπερβολής της αυτού αγαθότητας και βουλήσεως (5) και μόνω τω λόγω (6), επειδή είπε και εγένετο• ώστε ο κόσμος εστίν έργον μόνης της θείας δυνάμεως και σοφίας (7).

Εις πόσον χρόνον λέγει η Άγ. Γραφή ότι έκτισεν ο Θεός τον κόσμον;

—Η Π. Δ. λέγει, ότι ο Θεός έκτισε τον κόσμον εις εξ ημέρας (Γεν. κεφ. α'), ότι την μεν πρώτην εποίησεν ο Θεός τον ουρανών και την γην. Η δε γη ην αόρατος και ακατασκεύαστος και πνεύμα Θεού επεφέρετο επάνω του ύδατος, και είπεν ο Θεός «Γενηθήτω φως και εγένετο φως». Την δε δεύτερον το στερέωμα ήτοι το έκταμα του ουρανοί «και εκάλεσεν ο Θεός το στερέωμα ουρανόν» (Γεν. α' 14). Την τρίτην διεχώρισεν ο Θεός τα ύδατα εις συναγωγήν μίαν και ώφθη η ξηρά, ήτις εβλάστησε τα φυτά και τα δένδρα. Την δε τετάρτην έκτισε τον ήλιον, την σελήνην και τους αστέρας (8). Την πέμπτην έκτισε τους ιχθύας της θαλάσσης και τα πετεινά του ουρανού και πάσαν ψυχήν ζώων ερπετών κατά γένος αυτών. Την δε έκτην τα τετράποδα και τα ερπετά και τα θηρία της γης κατά γένος. Μετά δε την δημιουργίαν υλών ο Θεός έπλασε τον άνθρωπον. (9)

Τι λέγει η αγία Γραφή περί της δημιουργίας;
—Ότι τα πάντα εποίησεν ο Θεός καλά λίαν.

Που έθετο ό Θεός τον Αδάμ και την Εύαν;
—Εν τω παραδείσω. (ίδε σημ. παραρτ. Ια.)




ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

(1) Ο Δαμασκηνός λέγει τα εξής- «ο Θεός εκ του μη όντος εις το είναι παράγει και δημιουργεί τα σύμπαντα, αόρατα τε και ορατά και τον ες αοράτου και ορατού συγκείμενον ανθρωπον». (Έκδ. Όρθ. Πίστ. βιβλ. β', κεφ. ιζ'.).
(2) Γεν. α'. 1, ψαλμ. ρμε'. 5, 6, Ησαί. β'. 5 με'. 18. Ιερεμ- θ'. 12, Μάρκ. ιγ', Πραξ. δ'. 24, ιζ', 24, Αποκάλ. ι'. 6, ιδ'. 7, Εβρ. γ'. 4. Ρωμ. α'. 19, α'. Κορ. ια'. 12, Εφεσ. γ'. 9, Δαμασκ. έκθ. πίστ. α'. 3. August Confess. XI. 4 de civ. Dei XI, 4.
(3) Γεν. α'. 1, Ψαλμ. ιζ'. 5, πη'. 2, ρα'. 26, Μάρκ. α'. 6, Ιωάν. α'. 1, Έφεσ. α'. 34, Κολ. α'. 17, Εβρ. α'. 2, Αθηναγόρ. πρεσβ. ιζ'. Κυριλλ. Αλεξανδρείας εις Ιωάν.ζ', August Confess. XI. 4 XII. 15, Confess. XI. 10.
(4) β'. Μακκαβ. ζ'. 28, Ίωάν. α. 3, Ρωμ. δ'. 17, Έβρ. ία•. 3, Τατιαν. προς Ελλην ε', Αθηναγ. πρεσβ. δ'. ιε', ιθ', Είρην, adv.Haer Ιiν 10, IV. 20. ΤertullΙ. De praescript haeret. 13, Εφραίμ ο Σύρ. εις Γένεσ. α. 1, Χρυσόστ. είς Γένεσ. όμ. β', Lactant. Divin insit. II. 9. Οι περί τον Ερμογένη εδόξαζον, ότι ο κόσμος εκτίσθη εκ της ύλης προυπαρχούσης αιωνίως (Τertull. Adv. Hermogenem II, Ευσέβ. εκκλ. ίστορ. ε'. 21). Σιμών δε ο Μάγος, Μένανδρος, Βασιλείδης, Καρποκράτης και άλλοι εδίδασκον, οτι εκ της προαιωνίου ταύτης ύλης διέπλασαν τον κόσμον οι άγγελοι (Τertull.de praescr. haeret 46, Είρην. κατά αίρ. α'. 24, Ευσεβ. έκκλ. ίστ. δ'. 7), ο Κήρινθος, ότι ο κόσμος επλάσθη υπό κατωτέρας δυνάμεως εν αγνοία του Θεού (Είρην. adv.Haer. III. 11, August .Haer. 8), οι Οφίται, Μανιχαίοι και Πρισκιλλιανοί, ότι επλάσθη υπό του δαίμονος. Ο Ωριγένης εθεώρει τον κόσμον ως συνέπειαν αναγκαίαν και αναπόφευκτον αυτής της παντοδυναμίας του Θεού, όθεν και έλεγεν αυτόν προαιώνιον. Άπασαι αυταί αι κακοδοξίαι κατεδικάσθησαν έκπαλαι υπό της εκκλησίας. Άλλα και κατά τους μέσους αιώνας ανεφάνησαν οι Παυλικιανοί και οι Βογόμιλοι, αποδίδοντες την δημιουργίαν του κόσμου εις τον δαίμονα ή Σαταναήλ (Φώτιος κατά Μανιχ. β'. 5, Ευθύμ. Ζιγαβην. πανοπλ. κζ'.).
(5) Ψαλμ.ργ'.11,ρλδ•.6,Αποκ.δ.11,Ειρ. Haer.II. 1. Θεοδώρ. απορ. Γενές.γ. Δαμασκην.εκθ. β'. 2.
(6) Γεν. α'. 3, 6.7,9. Ψαλμ. ρμζ'. 5, Άποκ. α'. 11. Ίερεμ. λβ', 17, Κλήμ.
(7) Ψαλμ. ρλδ'. 5, παροιμ. γ'. 19, η'. 23 -30. Ιερεμ. ι'. 12, Ειρην. Adv haer II. 2, Ωριγ. περί αρχών α'. 2, Ευσέβ. Εύαγγ. προπαρ. ια'. 10, Κύριλλ. Αλεξ. εις Ιω. ιζ'. Δαμασκ. εκθ. όρθ. πίστ. α', 9.
(8) Ο Δαμασκηνός λέγει• «Τοις φωστήρσι τούτοις το πρωτόκτιστον φως ο δημιουργός εναπέθετο, ούχ ως απορών άλλου φωτός, αλλ' ίνα μη αργόν εκείνο μείνη το φως. Φωστήρ γαρ εστίν ουκ αυτό το φως, αλλά φωτός δοχείον». (Έκθες. Ορθ. Πίστ. β'. κβ'.).
(9) Πολλοί, και πάλαι (οίον οι γνωστικοί, οι Μανιχαίοι, οι περί τον Μαρκίωνα κλπ.) και νυν, εθεώρουν τον κόσμον ως άκρως ατελή και πλήρη ελλείψεων και κακών, και απέδιδαν την αιτίαν τούτου ή εις τον Θεόν ή εις άλλην τινά αντίθετον και αντίπαλον αρχήν του κακού• δόξα, ην κατεδίκασεν αείποτε η Εκκλησία. Άλλοι πάλιν εθεώρησαν και θεωρούσι τον κόσμον τόσον καλόν και τέλειον, ώστε λησμονούντες και αρνούμενοι τον Κτίστην θεοποιούσι την κτίσιν, και μάλιστα την υλικήν. Αμφότερα τα αντίθετα ταύτα άκρα εισίν εσφαλμένα, διό ο ορθόδοξος χριστιανός οφείλει ν' αποπτύη εξ ίσου τας βλασφημίας αμφοτέρων των υλοφρόνων (materialistes) και των ψευδοπνευματοφρόνων (Pseudospiritualistes). Πρβλ. Ι. Χρυσόστ. είς την β'. προς Κορ. όμ. ια'.

περί της δημιουργίας του κόσμου αγίου Νεκταρίου

περί της δημιουργίας του κόσμου
αγίου Νεκταρίου

Τι καλείται κόσμος;


—Κόσμος καλείται το σύνολον της δημιουργίας, ένεκα της τάξεως και αρμονίας της επικρατούσης εν αύτη. Διαιρείται δε η δημιουργία εις τον ορατόν και τον αόρατον κόσμον, και ορατός μεν κόσμος εστίν η ένυλος φύσις• αόρατος δε κόσμος εστίν η άυλος φύσις, ήτοι οι άγγελοι και η ψυχή του ανθρώπου (1).

Τι διδάσκει η Εκκλησία περί της δημιουργίας του κόσμου;

—Ότι ο Θεός(2) έκτισε τον κόσμον εις εξ ημέρας (3) εκ του μηδενός (4) εξ υπερβολής της αυτού αγαθότητας και βουλήσεως (5) και μόνω τω λόγω (6), επειδή είπε και εγένετο• ώστε ο κόσμος εστίν έργον μόνης της θείας δυνάμεως και σοφίας (7).

Εις πόσον χρόνον λέγει η Άγ. Γραφή ότι έκτισεν ο Θεός τον κόσμον;

—Η Π. Δ. λέγει, ότι ο Θεός έκτισε τον κόσμον εις εξ ημέρας (Γεν. κεφ. α'), ότι την μεν πρώτην εποίησεν ο Θεός τον ουρανών και την γην. Η δε γη ην αόρατος και ακατασκεύαστος και πνεύμα Θεού επεφέρετο επάνω του ύδατος, και είπεν ο Θεός «Γενηθήτω φως και εγένετο φως». Την δε δεύτερον το στερέωμα ήτοι το έκταμα του ουρανοί «και εκάλεσεν ο Θεός το στερέωμα ουρανόν» (Γεν. α' 14). Την τρίτην διεχώρισεν ο Θεός τα ύδατα εις συναγωγήν μίαν και ώφθη η ξηρά, ήτις εβλάστησε τα φυτά και τα δένδρα. Την δε τετάρτην έκτισε τον ήλιον, την σελήνην και τους αστέρας (8). Την πέμπτην έκτισε τους ιχθύας της θαλάσσης και τα πετεινά του ουρανού και πάσαν ψυχήν ζώων ερπετών κατά γένος αυτών. Την δε έκτην τα τετράποδα και τα ερπετά και τα θηρία της γης κατά γένος. Μετά δε την δημιουργίαν υλών ο Θεός έπλασε τον άνθρωπον. (9)

Τι λέγει η αγία Γραφή περί της δημιουργίας;
—Ότι τα πάντα εποίησεν ο Θεός καλά λίαν.

Που έθετο ό Θεός τον Αδάμ και την Εύαν;
—Εν τω παραδείσω. (ίδε σημ. παραρτ. Ια.)




ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

(1) Ο Δαμασκηνός λέγει τα εξής- «ο Θεός εκ του μη όντος εις το είναι παράγει και δημιουργεί τα σύμπαντα, αόρατα τε και ορατά και τον ες αοράτου και ορατού συγκείμενον ανθρωπον». (Έκδ. Όρθ. Πίστ. βιβλ. β', κεφ. ιζ'.).
(2) Γεν. α'. 1, ψαλμ. ρμε'. 5, 6, Ησαί. β'. 5 με'. 18. Ιερεμ- θ'. 12, Μάρκ. ιγ', Πραξ. δ'. 24, ιζ', 24, Αποκάλ. ι'. 6, ιδ'. 7, Εβρ. γ'. 4. Ρωμ. α'. 19, α'. Κορ. ια'. 12, Εφεσ. γ'. 9, Δαμασκ. έκθ. πίστ. α'. 3. August Confess. XI. 4 de civ. Dei XI, 4.
(3) Γεν. α'. 1, Ψαλμ. ιζ'. 5, πη'. 2, ρα'. 26, Μάρκ. α'. 6, Ιωάν. α'. 1, Έφεσ. α'. 34, Κολ. α'. 17, Εβρ. α'. 2, Αθηναγόρ. πρεσβ. ιζ'. Κυριλλ. Αλεξανδρείας εις Ιωάν.ζ', August Confess. XI. 4 XII. 15, Confess. XI. 10.
(4) β'. Μακκαβ. ζ'. 28, Ίωάν. α. 3, Ρωμ. δ'. 17, Έβρ. ία•. 3, Τατιαν. προς Ελλην ε', Αθηναγ. πρεσβ. δ'. ιε', ιθ', Είρην, adv.Haer Ιiν 10, IV. 20. ΤertullΙ. De praescript haeret. 13, Εφραίμ ο Σύρ. εις Γένεσ. α. 1, Χρυσόστ. είς Γένεσ. όμ. β', Lactant. Divin insit. II. 9. Οι περί τον Ερμογένη εδόξαζον, ότι ο κόσμος εκτίσθη εκ της ύλης προυπαρχούσης αιωνίως (Τertull. Adv. Hermogenem II, Ευσέβ. εκκλ. ίστορ. ε'. 21). Σιμών δε ο Μάγος, Μένανδρος, Βασιλείδης, Καρποκράτης και άλλοι εδίδασκον, οτι εκ της προαιωνίου ταύτης ύλης διέπλασαν τον κόσμον οι άγγελοι (Τertull.de praescr. haeret 46, Είρην. κατά αίρ. α'. 24, Ευσεβ. έκκλ. ίστ. δ'. 7), ο Κήρινθος, ότι ο κόσμος επλάσθη υπό κατωτέρας δυνάμεως εν αγνοία του Θεού (Είρην. adv.Haer. III. 11, August .Haer. 8), οι Οφίται, Μανιχαίοι και Πρισκιλλιανοί, ότι επλάσθη υπό του δαίμονος. Ο Ωριγένης εθεώρει τον κόσμον ως συνέπειαν αναγκαίαν και αναπόφευκτον αυτής της παντοδυναμίας του Θεού, όθεν και έλεγεν αυτόν προαιώνιον. Άπασαι αυταί αι κακοδοξίαι κατεδικάσθησαν έκπαλαι υπό της εκκλησίας. Άλλα και κατά τους μέσους αιώνας ανεφάνησαν οι Παυλικιανοί και οι Βογόμιλοι, αποδίδοντες την δημιουργίαν του κόσμου εις τον δαίμονα ή Σαταναήλ (Φώτιος κατά Μανιχ. β'. 5, Ευθύμ. Ζιγαβην. πανοπλ. κζ'.).
(5) Ψαλμ.ργ'.11,ρλδ•.6,Αποκ.δ.11,Ειρ. Haer.II. 1. Θεοδώρ. απορ. Γενές.γ. Δαμασκην.εκθ. β'. 2.
(6) Γεν. α'. 3, 6.7,9. Ψαλμ. ρμζ'. 5, Άποκ. α'. 11. Ίερεμ. λβ', 17, Κλήμ.
(7) Ψαλμ. ρλδ'. 5, παροιμ. γ'. 19, η'. 23 -30. Ιερεμ. ι'. 12, Ειρην. Adv haer II. 2, Ωριγ. περί αρχών α'. 2, Ευσέβ. Εύαγγ. προπαρ. ια'. 10, Κύριλλ. Αλεξ. εις Ιω. ιζ'. Δαμασκ. εκθ. όρθ. πίστ. α', 9.
(8) Ο Δαμασκηνός λέγει• «Τοις φωστήρσι τούτοις το πρωτόκτιστον φως ο δημιουργός εναπέθετο, ούχ ως απορών άλλου φωτός, αλλ' ίνα μη αργόν εκείνο μείνη το φως. Φωστήρ γαρ εστίν ουκ αυτό το φως, αλλά φωτός δοχείον». (Έκθες. Ορθ. Πίστ. β'. κβ'.).
(9) Πολλοί, και πάλαι (οίον οι γνωστικοί, οι Μανιχαίοι, οι περί τον Μαρκίωνα κλπ.) και νυν, εθεώρουν τον κόσμον ως άκρως ατελή και πλήρη ελλείψεων και κακών, και απέδιδαν την αιτίαν τούτου ή εις τον Θεόν ή εις άλλην τινά αντίθετον και αντίπαλον αρχήν του κακού• δόξα, ην κατεδίκασεν αείποτε η Εκκλησία. Άλλοι πάλιν εθεώρησαν και θεωρούσι τον κόσμον τόσον καλόν και τέλειον, ώστε λησμονούντες και αρνούμενοι τον Κτίστην θεοποιούσι την κτίσιν, και μάλιστα την υλικήν. Αμφότερα τα αντίθετα ταύτα άκρα εισίν εσφαλμένα, διό ο ορθόδοξος χριστιανός οφείλει ν' αποπτύη εξ ίσου τας βλασφημίας αμφοτέρων των υλοφρόνων (materialistes) και των ψευδοπνευματοφρόνων (Pseudospiritualistes). Πρβλ. Ι. Χρυσόστ. είς την β'. προς Κορ. όμ. ια'.

O Δημιουργός τού Χώρου και τού Χρόνου
Η ύπαρξη τού Θεού και η σχέση του με το σύμπαν, είναι ένα θέμα που απασχολεί πλήθος ανθρώπων σήμερα. Ο Θεός δεν είναι αντικείμενο να τον εξετάσουμε σε κάποιο εργαστήριο επιστημονικά. Ως ελεύθερο ον, αποκαλύπτεται σε όποιον Εκείνος θέλει. Έτσι, δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για αποδείξεις περί ύπαρξης ή ανυπαρξίας τού Θεού, παρά μόνο για λογικές σκέψεις περί Αυτού. Αν και αυτά είναι ζητήματα έξω από την ανθρώπινη εμπειρία, είναι αναγκαίο να γίνει μια τέτοια λογική έρευνα, για τους ανθρώπους που ζητούν να βρουν μια λογική αιτία πίστης σε ένα δημιουργό.
H πρωταρχική αιτία τού σύμπαντος
Μπορεί να έχει το άκτιστο αιτία;
Έχει εξάρτηση το άκτιστο;

 Ποια είναι η πρωταρχική αιτία τής ύπαρξης τού σύμπαντος;
Αυτό είναι ένα καλό ερώτημα για να αρχίσουμε. Μα για την αναζήτηση αυτής τής αιτίας, δεν είναι συνεπές να ψάξουμε μέσα στο σύμπαν, γιατί η αιτία ύπαρξής του, δεν μπορεί παρά να βρίσκεται έξω από αυτό, μια και το ίδιο το σύμπαν είναι παράγωγο αυτής τής αιτίας.
Έχει όμως αρχή το σύμπαν, ή υπήρχε πάντοτε;
Σ' αυτό το ερώτημα οι κοσμολόγοι δεν έχουν δώσει ακόμα τελική απάντηση. Ας δούμε λοιπόν, όλες τις πιθανότητες για το "είδος" τού σύμπαντος στο οποίο κατοικούμε.
Κατ' αρχήν, είναι αναγκαίο να πούμε, ότι σύμφωνα με όλες τις κοσμολογικές θέσεις, ο χώρος και ο χρόνος, δεν υπήρξαν πριν από το ίδιο το σύμπαν, αλλά από τότε που υπάρχει χρόνος και χώρος, υπάρχει και το υπόλοιπο σύμπαν. Συνεπώς, αν το σύμπαν έχει αρχή, έχει αρχή και ο χωροχρόνος.
Υπάρχουν δύο ειδών μοντέλα για το σύμπαν. Αυτά που λένε ότι το σύμπαν έχει αρχή, και αυτά που λένε ότι υπήρχε πάντοτε. Ας δούμε το πρώτο είδος:

1. Αν το σύμπαν έχει αρχή, (και κατ' επέκτασιν έχει αρχή κι ο χωροχρόνος), τα πράγματα είναι απλούστερα. Τότε, χρειάζεται για την ύπαρξή του μια πρώτη αιτία, κάτι που να του δώσει ύπαρξη από την ανυπαρξία.
Χαρακτηριστικό τού μηδενός και τής ανυπαρξίας, είναι η έλλειψη οποιουδήποτε πράγματος, ακόμα και η έλλειψη αιτίας. Αν λοιπόν το σύμπαν "κάποτε" δεν υπήρχε, δεν μένει παρά να δεχθούμε ότι υπάρχει κάποια πρώτη αιτία εκτός χωροχρόνου, που να το έφερε σε ύπαρξη.

Αυτή η πρώτη αιτία, είναι αναγκαίο να μην περιορίζεται σε χώρο και χρόνο, δηλαδή να είναι άπειρη, πανταχού και πάντοτε παρούσα, συνεπώς άναρχη, άκτιστη και αϊδια.
Την πρώτη αυτή άναρχη, άκτιστη, άπειρη και αϊδια αιτία, ονομάζουμε Θεό.

2. Σε ένα άπειρο σύμπαν, δύο είναι οι περιπτώσεις:
α. Το ανακυκλούμενο, και
β. Το πληθωρισμικό υπερσύμπαν, με πιθανή την ύπαρξη απείρων θυγατρικών συμπάντων, που συνεχώς γεννώνται απ' αυτό.
α. Αν το σύμπαν μας είναι ανακυκλούμενο, αν δηλαδή συνεχώς διαστέλλεται και συστέλλεται, πάλι χρειάζεται μία αιτία για την κάθε διαστολή. Αν δηλαδή συστέλλεται εξ' αιτίας τής βαρύτητας, τότε χρειάζεται μία τεράστια εξωτερική δύναμη που να το κάνει να υπερνικήσει τη βαρύτητα τής τεράστιας μάζας του, και να διασταλεί εκ νέου. Πάλι δηλαδή πρέπει να καταφύγουμε στην πρώτη αυτή αιτία, που ονομάσαμε Θεό. Αυτή όμως η υπόθεση, έχει αποδειχθεί πρόσφατα εσφαλμένη, καθώς οι έρευνες πρόσφατα, (2 Απριλίου 2001), απέδωσαν το συμπέρασμα ότι το σύμπαν μας είναι ανοικτό, δηλαδή θα διαστέλλεται για πάντα. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι δεν είναι παλλόμενο ή ανακυκλούμενο. Συγκεκριμένα, ο Μάικλ Τέρνερ, αστρονόμος του Πανεπιστημίου του Σικάγο δήλωσε σε σε επιστημονική σύσκεψη στα κεντρικά γραφεία της NASA.: «Για εβδομήντα ολόκληρα χρόνια οι αστρονόμοι και οι κοσμολόγοι πίστευαν ότι ναι μεν το σύμπαν διαστέλλεται, αλλά η ταχύτητα διαστολής του κάποια στιγμή στο απώτερο μέλλον θα ελαττωθεί. Το ερώτημα ήταν πότε. Τώρα όμως, μετά την ανακάλυψη της μεγάλης απόστασης του υπερκαινοφανούς αστέρα 1997ff, αποδείξαμε ότι όχι μόνο το σύμπαν συνεχίζει να διαστέλλεται, αλλά και ότι η ταχύτητά του όλο και αυξάνεται αντί να μειώνεται».
β. Αν πάλι το σύμπαν μας είναι μία μικρή "φυσαλίδα" ενός πληθωρισμικού υπερσύμπαντος, θα μπορούσε να είναι ένα από τα άπειρα συνεχώς γεννώμενα και εξαφανιζόμενα σύμπαντα κάθε τύπου, που το κάθε ένα από αυτά, έχει την αιτία του σε ένα άλλο "προγονικό" του σύμπαν, και που ίσως γίνει αιτία τής ύπαρξης ενός νέου σύμπαντος. Σε ένα τέτοιο σύμπαν, μερικοί δεν βλέπουν το λόγο γιατί θα έπρεπε να αναζητήσουν κάποια άλλη αιτία έξω απ' αυτό το υπερσύμπαν, αν και πάλι θα μπορούσε να υπάρχει η άλλη αιτία που ονομάσαμε Θεό.
Και πάλι όμως, εδώ το μόνο που κατορθώνεται, είναι να περιπλακεί, και να μετατεθεί το πρόβλημα. Και πάλι, παραμένει το ερώτημα: "Ποια η αιτία ύπαρξης αυτού τού υπερσύμπαντος;"
Ακόμα και σ' ένα υπερσύμπαν χωρίς χρονική αρχή, είναι απαραίτητη η αρχή του ως προς το λόγο ύπαρξης, ακόμα κι αν τα επιμέρους τμήματά του, έχουν την αιτία τους, το ένα στο άλλο! Καθώς τα επί μέρους σύμπαντα κάπου στο χωροχρόνο τους συνδέονται, το όλο σύστημα μπορεί και πάλι να θεωρηθεί ως ΕΝΑ υπερσύμπαν, που ο χωροχρόνος του και η αιτιακή αλυσίδα του δημιουργούν βρόγχο. Και φυσικά, ο λόγος ύπαρξής του θα πρέπει να αναζητηθεί πάλι έξω απ' αυτό το σύμπλεγμα πιθανόν απείρων συμπάντων.
Καταλήγουμε λοιπόν, στο ότι κάθε τι στο σύμπαν, υπόκειται στους νόμους τού χώρου και τού χρόνου, και συνεπώς είναι τρεπτό. Μόνο η πρώτη αιτία, δεν υπόκειται σε κανενός είδους νόμους, συνεπώς είναι άτρεπτη, και δεν μεταβάλεται όσος χρόνος κι αν περάσει.
Η πρώτη δημιουργός αιτία λοιπόν, είναι "άκτιστη" καθ' ότι άτρεπτη, και όλα τα παράγωγά της, είναι "κτίσματα". Η πρώτη αιτία έξω από το χωροχρόνο είναι ο Θεός, και όλα τα άλλα που υπόκεινται σε νόμους, είναι τα κτίσματα.

Και ποια είναι η αιτία ύπαρξης αυτής τής "πρώτης αιτίας";
Αυτό είναι το πρώτο ερώτημα που έρχεται στη σκέψη. Όμως, εδώ τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ας μην ξεχνάμε ότι έχουμε μιλήσει για τριών ειδών καταστάσεις: 1. Τής ανυπαρξίας, 2. τού κτιστού, και 3. τού ακτίστου.
Είπαμε ότι το χαρακτηριστικό της ανυπαρξίας ή τού μηδενός, είναι η έλειψη οποιουδήποτε πράγματος ή αιτίας, και το χαρακτηριστικό τής κτίσης, είναι η τρεπτότητα, και η αναγκαιότητα αιτίας ύπαρξης, μια και υπόκειται σε νόμους.
Το χαρακτηριστικό τού "ακτίστου" όμως, είναι η έλειψη μεταβολής, (μια και δεν υπόκειται σε νόμους τού χωροχρόνου), και συνεπώς η έλειψη οποιασδήποτε εξωτερικής αιτίας ύπαρξης.

Ενώ λοιπόν είναι χαρακτηριστικό τής κτίσης να έχει πρώτη αιτία έξω απ' αυτήν, αντιθέτως, είναι χαρακτηριστικό τού ακτίστου να μην έχει αιτία ύπαρξης έξω απ' αυτό, μια και ως άτρεπτο, δεν επιδέχεται εξωτερική επιρροή.
Η κατάσταση τής ανυπαρξίας, ουδέποτε υπήρξε, μια και ακόμα και χωρίς την ύπαρξη τού σύμπαντος, υπήρξε αυτή η πρώτη αιτία που ονομάζουμε Θεό. Έτσι, στην πραγματικότητα που ζούμε, υπάρχουν δύο ειδών "οντότητες": Οι κτιστές, και το άκτιστο.
Μα αν το άκτιστο έχει ως "χαρακτηριστικό" του την ατρεψία, ή οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό, δεν σημαίνει αυτό ότι δεσμεύεται απ' το χαρακτηριστικό του; Το να χαρακτηρίζει δηλαδή κάτι τη φύση τού ακτίστου, δεν σημαίνει ότι και το άκτιστο διέπεται από νόμους;
Εδώ, ερχόμαστε για πρώτη φορά, στο ζήτημα τής θέλησης.
Ως εδώ, μιλήσαμε κυρίως για την πρώτη αιτία, ή για το άκτιστο, ως για κάποιο άψυχο αντικείμενο, ώστε να προσεγγίσουμε την έκφραση: "ανωτέρα δύναμη", που χρησιμοποιούν πολλοί για να αποφύγουν την παραδοχή ενός "προσωπικού Θεού". Τώρα όμως, γίνεται αναγκαίο να μιλήσουμε για το άκτιστο, ως για έναν προσωπικό Θεό.
Αν ο Θεός ήταν κάτι άψυχο, θα ήταν φυσικά δεσμευμένος από το οποιοδήποτε χαρακτηριστικό τής φύσης του. Και πράγματι, οτιδήποτε δεν διαθέτει νόηση, υπόκειται σε νόμους, και υπάρχει βάσει κάποιων νόμων και χαρακτηριστικών τής φύσης του. Δεν σημαίνει όμως το ίδιο και με τα νοήμονα όντα. Ένα νοήμον ον, έχει την ελευθερία βούλησης, που τα άψυχα δεν έχουν. Για παράδειγμα, ένας κόκκος σκόνη, θα πάει όπου τον σπρώξει ο αέρας, και ένας πλανήτης, θα κινείται συνεχώς στην προκαθορισμένη τροχιά του, από τους φυσικούς νόμους. Ακόμα και ένας φυσικός νόμος, θα ενεργεί άβουλα, βάσει τών χαρακτηριστικών που τον περιορίζουν. Όσο όμως πιο νοήμον είναι κάτι, τόσο μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας έχει. Για παράδειγμα, μία μέδουσα, έχει μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας επιλογής από ένα φυτό. Και ένας σκύλος, ακόμα μεγαλύτερη ελευθερία, ώσπου φτάνουμε στον άνθρωπο, που διαθέτει τη μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, από όλη την επίγεια κτίση.
Ακόμα και ένας άνθρωπος όμως, υπόκειται σε περιορισμούς τής κτιστής φύσης του. Πρέπει για παράδειγμα να φάει, να κοιμηθεί, να ακολουθήσει συγκεκριμένες κινήσεις για να αλλάξει τη θέση του στο χώρο, και άλλα. Έτσι, ό,τι γίνεται από ανάγκη, είναι περιοριστικό χαρακτηριστικό τής φύσης τού ανθρώπου, και ό,τι γίνεται από τη θέλησή του, είναι προϊόν τής ελεύθερης βούλησής του.
Ο Θεός λοιπόν ως άκτιστος, και ως το μόνο απόλυτα ελεύθερο νοήμον ον, δεν περιορίζεται ούτε από τα χαρακτηριστικά του, επειδή τα χαρακτηριστικά του αυτά, είναι σύμφωνα με τή δική Του ελευθερία.

Είδαμε στα παραπάνω, ότι για να υπάρξει η κτίση, προϋποθέτει μια άκτιστη πρώτη αιτία. Είδαμε επίσης, ότι η πρώτη αυτή αιτία για να μην χρειάζεται μια άλλη πρώτη αιτία, πρέπει να μην δεσμεύεται από τίποτα έξω απ' αυτήν, ούτε ακόμα από τα χαρακτηριστικά τού ακτίστου. Επειδή όμως και το άκτιστο έχει κάποια "χαρακτηριστικά", είμαστε υποχρεωμένοι να δεχθούμε, ότι τα "χαρακτηριστικά" αυτά, δεν είναι δεσμευτικά τού ακτίστου, αλλά είναι χαρακτηριστικά συμβατά με την ελεύθερη βούληση τού Θεού.
Ο μόνος τρόπος για να μην αναζητήσουμε μια άλλη πρώτη αιτία για την ύπαρξη τού Θεού, είναι να έχει νόηση, να είναι ελεύθερο πρόσωπο.
Εάν λοιπόν υπάρχει κτίση, υπάρχει κατ' ανάγκην και η πρώτη άκτιστη αιτία. Εφ' όσον όμως υπάρχει άκτιστο, πρέπει κατ' ανάγκην να είναι νοήμον, ώστε να μην εξαρτάται από άλλη πρώτη αιτία!

Η νόηση στο σύμπαν, είναι η πραγματική πρώτη αιτία τής ύπαρξης. Ο Θεός υπάρχει, και είναι αυτό που είναι επειδή το θέλει, και όχι επειδή τού το υπαγορεύει η φύση Του! Έχουμε δηλαδή την εξής αντίθεση από εμάς: Η δική μας ύπαρξη και νοημοσύνη, εξαρτάται από τή φύση μας. Στον άκτιστο Θεό όμως, η φύση Του είναι έτσι σε συμφωνία με τη βούλησή Του.
Είδαμε επίσης, ότι όσο πιο νοήμον είναι ένα ον, τόσο πιο ελεύθερο είναι. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός, ως απόλυτα ελεύθερος, έχει την απόλυτη νόηση και σοφία, πράγμα άλλωστε που φαίνεται και στο μεγαλείο τής δημιουργίας Του. Ο Θεός, είναι ένα ον εντελώς ελεύθερο, το μόνο που έχει την αιτία τής ύπαρξής του στον εαυτό Του. Δεν περιορίζεται και δεν εξαρτάται από τίποτα, ενώ ο ίδιος μπορεί να κάνει (και κάνει) ό,τι βούλεται, με απόλυτη ελευθερία. Συνεπώς, όλοι εμείς, και όλη η υπόλοιπη κτίση, είναι αυτή που είναι, και έτσι που είναι, επειδή Εκείνος έτσι το θέλησε χωρίς ο ίδιος να έχει oποιαδήποτε ωφέλεια από την κτίση.
Εάν λοιπόν ο Θεός μας έφτιαξε ως προϊόντα ανιδιοτελούς θέλησης, αυτό σημαίνει ότι είμαστε προϊόντα τής αγάπης Του, μια και δεν είχε άλλο λόγο να μας φτιάξει, εκτός από το να μας προσφέρει το κάθε τι που απολαμβάνουμε, ακόμα και την ίδια μας την ύπαρξη.
Επίσης η ύπαρξή μας σ' αυτό το σύμπαν, φανερώνει και ένα σκοπό. Απομένει λοιπόν να τον ανακαλύψουμε, ώστε να έχουμε μια προσωπική σχέση με Αυτόν, που έφτιαξε το σύμπαν, και που τόσα τού χρωστάμε.
Ο.Ο.Δ.Ε.


ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ


ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ  ΤΟΝ  ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ

ΜΕΣΑ  ΑΠΟ  ΤΗ  ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ



Οι διαστημικές πτήσεις είναι ένα εκπληκτικό κατόρθωμα, αλλά μέχρι τώρα έχουν ανοίξει για το ανθρώπινο γένος μόνο μία μικροσκοπική πόρτα για να βλέπει τα αχανή μεγαλεία του διαστήματος. Μία ματιά μέσα απ’ αυτή την τρύπα στα πελώρια μυστήρια του σύμπαντος θάπρεπε μόνο να επιβεβαιώνει την πίστη μας στη βέβαιη ύπαρξη του Δημιουργού του.”
(Βέρνερ Φον Μπράουν, πατέρας της Αεροδιαστημικής)


Κυττώντας απλά τον κόσμο γύρω μας δεν μπορούμε να μην αναρωτηθούμε : Πώς δημιουργήθηκαν όλα αυτά; Τί ή Ποιός είναι υπεύθυνος για την ύπαρξη του κόσμου και του ανθρώπου; Μπορούμε άραγε να καταλάβουμε κάτι, να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα μέσα από την πραγματικότητα του κόσμου που μας περιβάλλει και του ίδιου μας του εαυτού;