ΠΡΟΣ «ΚΟΙΝΟΝ ΠΟΤΗΡΙΟΝ» ΚΑΙ ΠΑΠΙΚΩΝ ΕΙΣ ΤΑΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΔΙΑ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΩΝ ΜΕΔΙΟΛΑΝΩΝ;
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση
Ἡ ἐμπλοκή τοῦ Πάπα εἰς τούς ἑορτασμούς ἀποσκοπεῖ εἰς τήν προβολήν τοῦ πρωτείου του καί τῆς παναιρέσεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ
TO 2013 συμπληρώνονται χίλια ἑπτακόσια ἔτη (1700) ἀπό την ἔκδοση τοῦ γνωστοῦ «Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων» (313), το ὁποῖο συνυπέγραψαν οἱ δύο τότε συναυτοκράτορες Μ.Κωνσταντῖνος και Λικίνιος. Με ἀφορμή τήν ἐπέτειο αὐτή ὀργανώνονται ἀπότήν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας ἑορταστικές ἐκδηλώσεις, λόγῳ τοῦ ὅτι μία σερβική πόλις θεωρεῖται γενέτειρα τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.
1. Τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» εὐνοοῦσε τό Χριστιανισμό καί ἄνοιγε τόν δρόμο γιά τό πρῶτο στηνἱστορία χριστιανικό κράτος.
Κατά τήν ἐπικρατέστερη πράγματι στήν ἱστορική ἔρευνα ἄποψη ὁ Μ.Κωνσταντῖνος γεννήθηκε στην Ναϊσσό τῆς Ἄνω Μοισίας, στήν σημερινή πόλη Νίς τῆς Σερβίας, ὄχι πρό τοῦ 280, ἴσως τό 288, ὡς υἱός τοῦ Ρωμαίου ἀξιωματικοῦ Κωνσταντίου Χλωροῦ, μετέπειτα καίσαρος καί αὐγούστου, καί τῆς Ἑλληνίδος Ἑλένης, ἀπό τό Δρέπανο τῆς Βιθυνίας, τό ὁποῖο μετονομάσθηκε στη συνέχεια ἀπό τόν αὐτοκράτορα υἱό της, Μ.Κωνσταντῖνο,προς τιμήν της σε Ἑλενόπολη [1].
Στήν προοδευτική στροφή τοῦ Μ. Κωνσταντίνου πρός τό Χριστιανισμό, μέχρις ὅτου καταλήξει προστάτης καί εὐεργέτης τῆς Ἐκκλησίας καί καταστήσει τόν Χριστιανισμό ἐπίσημη θρησκεία τῆς μεγάλης ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, μέχρις ὅτου δηλαδή θεμελιώσει τό πρῶτο στήν ἱστορία χριστιανικό κράτος, σημαντικό σταθμό σ᾽ αὐτήν τήν πορεία ἀποτελεῖ τό λεγόμενο «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων». Ὡς αὐτοκρατορικό κείμενο το κυκλοφόρησε στήν Ἀνατολή ὁ συναυτοκράτωρ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου Λικίνιος, περιελάμβανε ὅμως τίς ἀποφάσεις τις ὁποῖες ἀπό κοινοῦ ἔλαβαν στά Μεδιόλανα (= σημερινό Μιλᾶνο) οἱ δύο συναυτοκράτορες Μ.Κωνσταντῖνος καί Λικίνιος (Φεβρουάριος τοῦ 313), πού ἐκφράζουν περισσότερο την θέληση καί τήν ἀπόφαση τοῦ Μ.Κωνσταντίνου, καί λιγώτερο τοῦ Λικινίου, νά παύσουν οἱ φοβεροί καί
ἄδικοι διωγμοί τῆς ρωμαϊκῆς πολιτείας ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν και νά ἐπιτραπεῖ καί εἰς αὐτούς να ἀσκοῦν ἐλεύθερα τά τῆς πίστεως καί τῆς λατρείας τους, ὅπως αὐτό αὐτονοήτως ἴσχυε γιά τούς ἄλλους ὑπηκόους τῆς αὐτοκρατορίας, ἀκόμη καί γιά τούς Ἰουδαίους. Γιά νά μη φανεῖ δέ στούς εἰδωλολάτρες ὅτι ἡ πολιτεία ἐγκαταλείπει τήν πατρῴα θρησκεία τῆς πλειονότητος τῶν ὑπηκόων καί στρέφεται ἐμφανῶς ὑπέρ τῶν μέχρι τότε μετά μίσους διωκομένων Χριστιανῶν, πού ἀποτελοῦσαν μειονότητα, οἱ ἀποφάσεις τῶν Μεδιολάνων ἐμφανίσθηκαν ὡς εἰσηγούμενες τήν ἀνεξιθρησκία γιά ὅλους τούς ὑπηκόους τῆς αὐτοκρατορίας, ὥστε νά ἀποτρέπονται σκέψεις γιά εὔνοια ὑπέρ τῶν Χριστιανῶν, καί αὐξηθεῖ το μῖσος ἐναντίον τους. Εἶναι ὅμως σαφές ἀπό τήν ἱστορική πραγματικότητα ὅτι ὁ συγκρητισμός, ἡ ἀνάμειξη δηλαδή διαφόρων θρησκειῶν πού ἐπιστεύοντο ἐλεύθερα στήν ρωμαϊκή αὐτοκρατορία, ἐκ τῆς ὁποίας ἀναμείξεως προῆλθε καί τό κίνημα τοῦ Γνωστικισμοῦ, ἀποτελεῖ βασικό γνώρισμα τῆς θρησκευτικῆς πολιτικῆς τῶν πρό τοῦ Μ. Κωνσταντίνου Ρωμαίων αὐτοκρατόρων. Ἑπομένως καί πρό τοῦ «Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων» ὑπῆρχε ἀνεξιθρησκία, ἡ ὁποία ἐξαιροῦσε ἀδίκως μόνον τους Χριστιανούς. Για τόν λόγο αὐτό τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» δέν πρέπει νά θεωρεῖται ὅτι εἰσηγεῖται την γενική ἀρχή τῆς ἀνεξιθρησκίας, ἀλλά κυρίως ὅτι θεραπεύει τήν ἄνιση μεταχείριση τῶν Χριστιανῶν, σέ σχέση μέ τους ὀπαδούς τῶν ἄλλων θρησκειῶν. Αὐτό φαίνεται καί ἀπό τό κείμενο τοῦ «Διατάγματος», τό ὁποῖο ἐξέδωκε στίς 15 Ἰουνίου τοῦ 313 ὁ Λικίνιος μετά τήν θριαμβευτική του εἴσοδο στην Νικομήδεια και το ἀπηύθυνε πρός τόν ἔπαρχο τῆς Βιθυνίας. Πρόκειται δηλαδή γιά διάταγμα πού ἐξέδωκε ὁ Λικίνιος στην Νικομήδεια μέ βάση τήν συμφωνία τῶν Μεδιολάνων. Παραθέτουμε σέ νεοελληνική μετάφραση τό κύριο μέρος τοῦ Διατάγματος καί σέ ὑποσημείωση το κείμενο, ὅπως τό παραθέτει ὁ ἱστορικός Εὐσέβιος κατά μετάφραση ἀπό τό λατινικό πρωτότυπο:
«Ὅταν ἐγώ Κωνσταντῖνος ὁ Αὔγουστος, καί ἐγώ Λικίνιος ὁ Αὔγουστος εἴχαμε τήν εὐτυχία νά συναντηθοῦμε στά Μεδιόλανα καί νά συζητήσουμε ὅλα τά σχετικά μέ τό κοινόν συμφέρον καί ὄφελος, κρίναμε ὅτι μεαξύ τῶν ἄλλων ζητημάτων πού θά ὠφελοῦσαν τούς πάντες, πρῶτο καί κύριο ἐπεβάλλετο να ρυθμιστῆ ἐκεῖνο πού σχετίζεται με τόν σεβασμό πρός τό Θεῖον· δηλαδή νά χορηγήσουμε στούς Χριστιανούς καθώς καί σέ ὅλους τους ἄλλους τήν ἐλευθερία νά ἀκολουθοῦν ὁποιαδήποτε θρησκεία ἐπιθυμεῖ ὁ καθένας, ὥστε ὁποιαδήποτε καί ἄν εἶναι ἡ θεότης καί ἡ οὐρανία δύναμις νά διάκειται εὐμενῶς ἀπέναντι ἡμῶν καί ἀπέναντι ὅλων ἐκείνων πού βρίσκονται ὑπό τήν ἐξουσία μας. Ὅθεν κρίναμε δίκαιο καί συνετό νά υἱοθετηθῆ ἡ πολιτική αὐτή, ὥστε οὐδείς νά στερῆται τῆς εὐκαιρίας νά ἀφοσιωθῆ εἴτε στή λατρεία τῶν Χριστιανῶν, εἴτε σέ ὁποιαδήποτε ἄλλη θρησκεία βρίσκει καταλληλότερη γιά τόν ἑαυτό του, οὕτως ὥστε νά μᾶς παρέχη σέ κάθε ζήτημα ἡ Ὑψίστη Θεότης, πού τή λατρεία της ἀσκοῦμε μέ τέτοια ἐλευθεροφροσύνη, τήν ποθητή Της εὔνοια καί ἀγαθότητα. Κατά συνέπεια, πρέπει νά γνωρίζη ἡ καθοσίωσή σου ὅτι ἀποφασίσαμε νά καταργηθοῦν ὅλοι οἱ σχετικοί μέ τούς Χριστιανούς περιορισμοί πού περιλαμβάνονταν σέ προγενέστερες ἐπιστολές μας πρός σέ, καί ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς ὅποιος ἐπιθυμεῖ νά ἀκολουθήση τή θρησκεία τῶν Χριστιανῶν εἶναι ἀπεριόριστα ἐλεύθερος ἄνευ παρεμβάσεων ἤ ἐνοχλήσεων, νά τήν ἀκολουθήσῃ. Κρίναμε ὅτι ἔπρεπε νά τό ἐξηγήσουμε πλήρως στήν καθοσίωσή σου, ὥστε να γνωρίζης ὅτι παραχωρήσαμε στους ἐν λόγῳ Χριστιανούς ἀπόλυτη ἐλευθερία νά ἀσκοῦν τή λατρεία τους. Ἀντιλαμβάνεται, βεβαίως, ἡ καθοσίωσή σου, ὅτι ἐφ᾽ ὅσον τούς παραχωρήσαμε αὐτό τό δικαίωμα καί οἱ ἄλλοι ὁμοίως ἔ χουν, πρός χάριν τῆς εἰρήνης τῆς βασιλείας μας, ἀπόλυτη ἐλευθερία νά ἐκλέγουν καί νά τιμοῦν ὅποια θρησκεία θέλουν. Και τοῦτο ἀποφασίστηκε, γιά νά μη φανῆ ὅτι μειώνουμε ὁποιαδήποτε θρησκεία ἤ λατρεία. Γιά τήν περίπτωση τῶν Χριστιανῶν ἀποφασίσαμε νά θεσπίσουμε τίς ἀκόλουθες ἐπιπρόσθετες διατάξεις»[2].
Στήν συνέχεια τοῦ Διατάγματος ἀκολουθοῦν ἐντολές γιά ἄμεση ἀπόδοση στίς xριστιανικές κοινότητες τῶν τόπων λατρείας, ὅπως και τῶν περιουσιῶν τους πού εἶχαν δημευθῆ εἴτε βρισκόταν ἀκόμη στην κατοχή τοῦ δημοσίου εἴτε εἶχαν παραχωρηθῆ σέ ἰδιῶτες. Ἑπομένως οἱ ἀποφάσεις τῶν Μεδιολάνων ἐνέταξαν κατ᾽ ἰσονομίαν καί τόν μέχρι τότε διωκόμενο Χριστιανισμό στά πλαίσια μιᾶς θεσμικά κατοχυρωμένης ἀνεξιθρησκίας και θρησκευτικῆς ἐλευθερίας[3], καί ἄνοιξαν πλέον τόν δρόμο μέσα στά ἑπόμενα δέκα ἔτη, γιά νά θεμελιωθεῖ το πρῶτο καί μοναδικό σέ πολιτισμική καρποφορία καί χρονική διάρκεια χριστιανικό κράτος, τόν δρόμο ἐπίσης γιά τήν πλήρη ἐκχριστιάνιση τῆς Εὐρώπης, πού τώρα δυστυχῶς ἔχει σχεδόν ἀποχριστιανισθῆ[4].
Χωρίς ἀμφιβολία τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων μέ τήν ἐπίσημη νομική κατοχύρωση τῶν δύο ἀρχῶν, δηλαδή τῆς ἐντάξεως καί τοῦ Χριστιανισμοῦ στήν ἀρχή τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, ἀλλά καί τῆς ἐλευθερίας συνειδήσεως τῶν Ρωμαίων γιά τήν ἐπιλογή ὁποιασδήποτε θρησκευτικῆς πίστεως καί εἰδικότερα τῆς χριστιανικῆς, εὐνοοῦ σε κυρίως τόν Χριστιανισμό[5]. Μέ βάση τήν ἀμάχητη αὐτή διαπίστωση, ὅπως προκύπτει ἀπό τίς πηγές καί τήν ἱστορική ἔρευνα, ὅτι το «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» εὐνοοῦσε κυρίως τόν Χριστιανισμό καί ἄνοιγε τόν δρόμο γιά τό μεγαλειῶδες χριστιανικό κράτος τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, γιά τήν χριστιανική Οἰκουμένη καί τήν χριστιανική Εὐρώπη, μποροῦμε νά κάνουμε μερικές σκέψεις καί νά προβοῦμε σε κάποιες ἐκτιμήσεις γιά τίς προγραμματισμένες ἑορταστικές ἐκδηλώσεις στήν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας με ἀφορμή τήν συμπλήρωση χιλίων ἑπτακοσίων ἐτῶν (1700) ἀπό την ἔκδοση τοῦ «Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων».
2. Ὁ πάπας κέντρο τῶν ἑορταστικῶν ἐκδηλώσεων. Ἐμπόδιο ὁ ἐπίσκοπος Ἀρτέμιος· γι᾽ αὐτό καθαιρέθηκε.
Παρατηροῦμε ἐν πρώτοις ὅτι ἔχει δοθῆ πολύ μεγάλη δημοσιότητα στο γεγονός αὐτό· συναντήσεις ἐπί συναντήσεων, συσκέψεις ἐπί συσκέψεων καί ἰδιαίτερα ἀπόδοση μεγάλης σημασίας στό ἐάν στίς ἐκδηλώσεις θά λάβει μέρος καί ὁ πάπας τῆς Ρώμης. Φαίνεται μάλιστα ὅτι τίθενται κάποιοι ὅροι στίς διμερεῖς συναντήσεις μεταξύ Βατικανοῦ καί Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ἀπό τούς ὁποίους θά ἐξαρτηθεῖ τό ἐάν ὁ πάπας θα ἀποδεχθεῖ τήν πρόσκληση, την ὁποία εἶναι ἀποφασισμένη νά ἀποστείλει ἡ Σερβική Ἐκκλησία. Καί οἱ ὅροι αὐτοί ἀσφαλῶς ἔχουν σχέση μέ τό πῶς θά προβληθεῖ ἀνά τόν κόσμο ἡ ἐξέχουσα, ἡ πρωτεύουσα θέση τοῦ Ρωμαίου ποντίφηκα, μεταξύ ὅλων τῶν Χριστιανῶν ἡγετῶν, πῶς δηλαδή θά προβληθεῖ τό πρωτεῖο τοῦ πάπα, πού ἀποτελεῖ ἀκανθῶδες καί δυσεπίλυτο πρόβλημα ἀνά τους αἰῶνες, γιατί τορπιλίζει τό συνοδικό πολίτευμα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας· κινδυνεύει μάλιστα νά τορπιλίσει καί τόν ἀπό τριακονταετίας (1980 καί ἑξῆς) διεξαγόμενο προσχηματικό καί ἀντιπατερικό διάλογο μεταξύ Ὀρθοδόξων και Ρωμαιοπαπικῶν.
Ἡ μέχρι τῶν ἡμερῶν μας σφόδρα ἀντιπαπική Ἐκκλησία τῆς Σερβίας, πού ἔχει καθαγιάσει μέ αἵματα μαρτύρων τήν ἀπορριπτική τῆς αἱρέσεως τοῦ Παπισμοῦ στάση της καί ἔχει ἀναδείξει στίς ἡμέρες μας μεγάλες μορφές ἀντιπαπικῶν Ἁγίων καί Θεολόγων, ὅπως τοῦ Ἁγίου Νικολάου (Βελιμίροβιτς) καί τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου (Πόποβιτς), ἔχει καμφθῆ, ἔχει κλίνει γόνυ στούς ἰσχυρούς σχεδιαστές τῆς Νέας Ἐποχῆς τοῦ Ἀντιχρίστου, τοῦ πανθρησκειακοῦ Συγκρητισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἔχει χάσει τό κάλλος καί τήν ὀμορφιά τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας τῶν Ἁγίων Πατέρων καί ἔχει προσχωρήσει στήν δυσείδια, στήν ἀσχημοσύνη, τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἐνῶ μέχρι πρίν μερικές δεκαετίες, ἀκολουθοῦσα γνωμάτευση τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου, σχετική μέ τις συμπροσευχές, ἠρνεῖτο ὀρθῶς να ἀνταποκριθεῖ σέ πρόσκληση τῶν Ρωμαιοπαπικῶν τοῦ Βελιγραδίου να συμμετάσχει στήν ἑβδομάδα τῶν συμπροσευχῶν, τώρα ἀγωνιᾶ και πράττει τό πᾶν, ὥστε νά δεχθεῖ ὁ πάπας νά ἔλθει στίς ἑορταστικές ἐκδηλώσεις γιά τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων», νά προΐσταται μάλιστα σ᾽ αὐτές ὡς ὁ ἐπικεφαλῆς ὅλων τῶν πατριαρχῶν καί προκαθημένων, ὅπως πράγματι ἀνεγνωρίζετο ὡς πρωτεύων τῇ τιμῇ καί ὄχι τῇ ἐξουσίᾳ κατά τήν πρό τοῦ σχίσματος περίοδο, μετά ταῦτα ὅμως ὡς αἱρετικός εὑρίσκεται ἐκτός Ἐκκλησίας και ὑπόκειται εἰς τά ἀναθέματα πού ἰσχύουν γιά τούς αἱρετικούς.
Ἔχει ἀλλάξει τελείως τήν γραμμή πλεύσεως ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας στήν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρέσεων τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀπό τῆς στιγμῆς μάλιστα τῆς ἐκλογῆς τοῦ νέου πατριάρχου Εἰρηναίου, ὁ ὁποῖος διαρκῶς προκαλεῖ τήν ὀρθόδοξη εὐαισθησία και αὐτοσυνειδησία μέ ὅσα λέγει και ὅσα πράττει, βοηθούμενος ἀπό την γνωστή τριάδα τῶν πρώην καλῶν καί Ὀρθοδόξων ἱεραρχῶν καί καθηγητῶν. Ὁ διωχθείς καί καθαιρεθείς ἀντικανονικῶς ἐπίσκοπος Ράσκας καί Πριζρένης Ἀρτέμιος, μετά τῶν ἐκλεκτῶν συνεργατῶν καί τῆς πληθύος τῶν μοναχῶν τοῦ Κοσσυφοπεδίου, ἔπρεπε καί γιά τόν λόγο αὐτό νά ἐκβληθῆ τῆς ἱεραρχίας, ὥστε νά μήν ὑπάρχουν μέσα στους κόλπους της ἀντιπαπικές, ἀντιοικουμενιστικές, δηλαδή ὀρθόδοξες φωνές. Ἔπρεπε νά ἐκκαθαρισθεῖ τό ἔδαφος ἀπό τούς «φανατικούς», τούς ζηλωτάς, γιά νά μπορέσει νά ἔλθει ὁ πάπας στή Σερβία. Ἡ Ἀλήθεια ὅμως ἔχει τό δικό της ἔδαφος· δέν μπορεῖ κανείς νά την ἐκτοπίσει· ἐκτοπίζονται μόνοι τους ὅσοι δέν πορεύονται τήν ὁδόν τῆς Ἀληθείας.
3. Μακάρι στίς ἐκδηλώσεις νά προχωρήσουν καί στό «κοινό ποτήριο», γιά νά ξεκαθαρίσει ἡ κατάσταση.
Ἔχουν δοθῆ τέτοιες διαστάσεις καί τόση σημασία στίς ἑορταστικές αὐτές ἐκδηλώσεις, ὥστε μεγεθυντικά πολλοί πιστεύουν ὅτι δέν ἀποκλείεται κατά τήν συνάντηση αὐτή τοῦ πάπα μέ τούς ὀρθοδόξους πατριάρχας καί προκαθημένους να προχωρήσουμε ἀκόμη καί σέ κοινό ποτήριο, νά γίνει δηλαδή καί συλλείτουργο, νά κοινωνήσουν ἀπό τό ἴδιο ποτήριο. Αὐτό βέβαια τό εὔχονται ἀνά τούς αἰῶνες ὅλοι οἱ Ἅγιοι καί το εὐχόμεθα ὅλοι μας, ὑπό τήν ἀναγκαία καί ἀπαραίτητη προϋπόθεση ὅτι ὁ πάπας θά ἀποκηρύξει ὅλες τις αἱρέσεις καί τίς πλάνες του καί θα ἐπιστρέψει ἐν μετανοίᾳ εἰς την Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. Διαφορετικά δεν θά ἔχουμε ἀληθινή ἕνωση, ἀλλά ψεύτικη, ὅπως ἔγινε καί στό παρελθόν μέ τίς ψευδοσυνόδους τῆς Λυών (1274) καί τῆς Φερράρας - Φλωρεντίας (1438-1439). Καί ἐπειδή ὁ ἑωσφορικός Παπισμός δέν πρόκειται ποτέ νά δεχθεῖ τά λάθη του καί νά μετανοήσει, γιατί τίς πλάνες καί τίς αἱρέσεις τίς ὑπαγορεύει καί τίς ὑποψιθυρίζει ὁ ἀμετανόητος Ἑωσφόρος, ἐκτιμοῦμε ὅτι θά ἦταν εὐχῆς ἔργο νά προχωρήσει ἡ ψευδής ἕνωση, ἡ ἕνωση δηλαδή μέ διατήρηση τῶν πλανῶν καί τῶν αἱρέσεων, ὥστε νά ξεκαθαρίσει ἡ κατάσταση καί νά ἀντιληφθοῦν ὅλοι πῶς συσκευάζεται και πῶς κατασκευάζεται ὅλη αὐτή ἡ εἰρηνιστική καί ἀγαπητική Θεολογία τῶν Διαλόγων τῶν Οἰκουμενιστῶν, γιά τήν ἐξαπάτηση τῶν μή εἰδότων καί ἁπλουστέρων. Συμφέρει στους Οἰκουμενιστάς ἀμφοτέρων τῶν πλευρῶν νά προωθοῦν τήν ἕνωση ὑπογείως ἐν κρυπτῷ, μέ τήν σταδιακή διάβρωση τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος στίς Θεολογικές Σχολές καί στίς τάξεις τῶν κληρικῶν, ὥστε νά μήν ὑπάρξουν ἀντιδράσεις, ὅταν θά ἐπιχειρηθεῖ ἡ ψευδής ἕνωση. Αὐτό μάλιστα πρέπει νά ἀφυπνίσει καί ὅσους καλοπροαιρέτους κληρικούς καί θεολόγους δέν ἀνησυχοῦν πολύ γιά ὅσα τεκταίνονται ἤδη καταστροφικά καί ἀντιπατερικά, μέ τις συμπροσευχές, τίς λειτουργικές φιλοξενίες, τίς μεταπατερικές ἐκδηλώσεις, τήν βαπτισματική ἐκκλησιολογία, τήν κατάργηση τῶν ὁρίων τῆς Ἐκκλησίας, τίς δωρεές κορανίων καί πατριαρχικῶν μιτρῶν ὡς και ἁγίων ποτηρίων, τήν ἀναγνώριση τῶν μυστηρίων τῶν αἱρετικῶν, τους ὁποίους θεωροῦμε ὡς ἐκκλησίες, συμμετέχοντας ἰσοτίμως στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», και πλεῖστα ἄλλα. Ἡ μειωμένη καί ὑποτονική ἀντίδραση καί ἀντίσταση σε ὅλα αὐτά, πού δέν δικαιολογεῖται οὔτε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή οὔτε ἀπό τήν Πατερική Παράδοση, μέ τήν δικαιολογία τῆς «κόκκινης γραμμῆς τοῦ κοινοῦ ποτηρίου», λειτουργεῖ πρός ὄφελος τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, διότι ἐν τῇ πράξει ἐπιβάλλουν τήν ἕνωση καί πρό τοῦ κοινοῦ ποτηρίου. Ὅταν ἐπισήμως ἀποφασίσουν τήν διακοινωνία τοῦ κοινοῦ ποτηρίου, θά ἔχει προχωρήσει τόσο πολύ ἡ ἐσωτερική διάβρωση, ὁ εἰρηνισμός καί ὁ ἀγαπισμός τῆς Μεταπατερικῆς Βαπτισματικῆς Θεολογίας, ὥστε δέν θά ὑπάρχουν πλέον πρόσωπα πού θά βλέπουν κόκκινες γραμμές, θά ἐπιβληθεῖ, ὅπως ἀθεολογήτως καί διεστραμμένως ἰσχυρίζονται, ἡ «ἑνότης ἐν τῇ ποικιλίᾳ», πού δῆθεν διδάσκει ὁ Μ. Φώτιος, ὁ πρῶτος καί ἀποτελεσματικώτερος πολέμιος καί καθαιρέτης τοῦ Παπισμοῦ.
Ἐπειδή, λοιπόν, ἡ διάβρωση καί ἡ ἐσωτερική ἅλωση δέν ἔχουν ἀκόμη γενικευθῆ, ἐκτιμοῦμε ὅτι δέν τους συμφέρει νά προχωρήσουν τώρα στό κοινό ποτήριο. Ἐμεῖς εὐχόμαστε νά προχωρήσουν, ὥστε καί οἱ ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων θέτοντες ὡς κόκκινη γραμμή τό κοινό ποτήριο, να συμπαραταχθοῦν μαζί μας, ὥστε με τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τῶν Ὁμολογητῶν Ἁγίων νά διαλυθεῖ τό σκοτεινό νέφος τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί νά λάμψει και πάλιν ὁ ἥλιος τῆς Ὀρθοδοξίας.
4. Τό πνεῦμα τῶν ἑορτασμῶν ξένο πρός τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» καί πρός τό ἔργο τοῦἰσαποστόλου Μ. Κωνσταντίνου.
Εὔλογα βέβαια ἠμπορεῖ μετά ἀπό αὐτά νά διερωτηθεῖ κανείς. Τί σχέση ἔχουν ὅλα αὐτά, τά οἰκουμενιστικά καί συγκρητιστικά, μέ τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» καί μέ την Ἐκκλησία τῆς Σερβίας; Τί σχέση ἔχει ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας μέ το «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων»; Ἄν ἡ Σερβική Ἐκκλησία ἤθελε νά τιμήσει τόν Ἅγιο καί ἰσαπόστολο Μ. Κωνσταντῖνο, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στην Νίς τῆς Σερβίας, ἔπρεπε νά τό κάνει γιά τό σύνολο τοῦ ἔργου του εἴτε με βάση τά φερόμενα ὡς ἔτη γεννήσεώς του (280-288), δηλαδή κατά την δεκαετία 1980-1990, εἴτε νά περιμένει τήν ἐπέτειο τοῦ θανάτου του (337), δηλαδή τό 2037. Τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» θά ταίριαζε να ἑορτασθεῖ εἴτε ἀπό τό Βατικανό, στήν τοπική δικαιοδοσία τοῦ ὁποίου ὑπάγονται τά Μεδιόλανα (Μιλᾶνο), εἴτε ἀπό τήν Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, στήν ὁποία ἀνήκει ἡ Νικομήδεια, ὅπου ἐκυκλοφορήθη το Διάταγμα. Ἄν ὅμως ἑορταζόταν στούς τόπους αὐτούς μέ τόν συγκρητιστικό καί οἰκουμενιστικό χαρακτήρα πού προσδίδεται στίς ἑορτές, ὁ Οἰκουμενισμός ἐλάχιστα κέρδη θα εἶχε, διότι, ὅπως λέγει ὁ λαός, «θα εἴχαμε μία ἀπό τά ἴδια», τό ἴδιο Οἰκουμενιστικό φαγητό, ἀπό τους δύο γνωστούς ἑστιάτορες. Ἔπρεπε τό ρόλο τοῦ ἑστιάτορος νά παίξει ἡ μέχρι τώρα ἀντιπαπική Ἐκκλησία τῆς Σερβίας, ὥστε νά φανεῖ ὅτι στο σύνολό τους οἱ αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, καί οἱ πρώην ἀντιπαπικές, προσκυνοῦν τό θηρίο τῆς Ἀποκαλύψεως καί καμαρώνουν γι᾽ αὐτό.
5. «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» οἱ ἑορτασμοί
Ἐκτιμοῦμε ὅτι μέ τό δέλεαρ τῆς εἰσόδου τῆς Σερβίας στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες τῆς χώρας παρασύρονται ἀπό πολιτικά κριτήρια, ἐπιδιώκουν ἀνθρώπινες συμμαχίες καί χάνουν τήν συμμαχία καί τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό συνέβη καί μέ τήν Ἑλλάδα, ἡ ὁποία ἀπό τότε πού εἰσῆλθε στον σκληρό πυρήνα τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης μέ τήν νομισματική ἕνωση καί δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα τό 2001, πάει ἀπό τό κακό στό χειρότερο. Ὅπως εἶχε ἀποχριστιανισθῆ ἡ Εὐρώπη, ἀποχριστιανίζεται τώρα καί ἡ Ἑλλάδα, καί θά ἀποχριστιανισθοῦν ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες χῶρες πού μπῆκαν ἤ ἐπιδιώκουν να μποῦν στήν Εὐρώπη. Μέσῳ τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ γνησίου τέκνου του, τοῦ Προτεσταντισμοῦ, πού νοθεύουν τό Εὐαγγέλιο καί ὑποκύπτουν στούς ἴδιους πειρασμούς τοῦ Διαβόλου, πού ἀπέκρουσε ὁ Χριστός[6], ὁ Χριστιανισμός συσχηματίζεται μέ τόν κόσμο, ἐκκοσμικεύεται, καθίσταται ἀναξιόπιστος, χάνει την πνευματική του δύναμη, μωραίνεται. «Καί ἐάν τό ἅλας μωρανθῆ, ἐν τίνι ἁλισθήσεται»; Δέν ἔχει πλέον καμμία ὠφελιμότητα, ἀλλά καταπατεῖται ὑπό τῶν ἀνθρώπων[7]. Ἔτσι καταπατεῖται ἐπί αἰῶνες τώρα ὁ Χριστιανισμός στήν πρώην χριστιανική Εὐρώπη, πού ἐθεμελίωσε ὁ Μέγας ὄντως Κωνσταντῖνος, ἀρχίζοντας με τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων», το ὁποῖο δέν ἔχει καμμία σχέση μέ ὅσα σήμερα τεκταίνονται στό χῶρο τοῦ διαθρησκειακοῦ καί διαχριστιανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος δέν προβάλλει τήν μοναδικότητα τοῦ Εὐαγγελίου, δέν εὐνοεῖ τόν Χριστιανισμό, ὅπως τόν εὐνόησε τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» καί ἡ μετέπειτα ἰσαπόστολη δράση τοῦ Μ. Κωνσταντίνου. Ἀντίθετα μᾶς ἐπιστρέφει στό πρό Χριστοῦ σκότος τῆς ἰσότητος καί ἰσοτιμίας τῶν θρησκειῶν, τῆς ἀνεξιθρησκίας, στην «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν», ὅπως περιγράφεται στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο: «Γῆ Ζαβουλών καί γῆ Νεφθαλίμ, ὁδόν θαλάσσης πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καί τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ και σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς»[8].
6. Ψευδοκωνσταντίνειες οἱ ἑορτές γιά τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων»
Ἡ ἐμπλοκή τοῦ πάπα στούς ἑορτασμούς τῶν 1700 ἐτῶν ἀπό το «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» ἀποτελεῖ νόθευση τοῦ πνεύματος τῶν Μεδιολάνων, ἀποσκοπεῖ στήν προβολή τοῦ πρωτείου τοῦ πάπα καί τοῦ παναιρετικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δεν εἶναι κωνσταντίνειες ἀλλά ψευδοκωνσταντίνειες ἐκδηλώσεις, πού ὑπενθυμίζουν τήν μεγάλη ἱστορική ἀπάτη τῆς «Ψευδο-Κωνσταντίνειας δωρεᾶς», καί τῶν «Ψευδο-Ἰσιδωρείων Διατάξεων». Σύμφωνα μέ τους εἰδικούς «οὐδεμία ἄλλη νοθεία ἐν τῇ παγκοσμίῳ ἱστορίᾳ συν ετελέσθη μετά τόσης τέχνης καί οὐδεμία ἄλλη εἶχε τόσον μεγάλα ἀποτελέσματα»[9]. Κατά τήν ψευδοκωνσταντίνεια δωρεά ὁ Μ. Κωνσταντῖνος ἀναχωρώντας ἀπό τήν Δύση, γιά να μεταφέρει τήν πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας στήν Ἀνατολή, παρεχώρησε δῆθεν στόν πάπα τήν διοίκηση, πολιτική καί ἐκκλησιαστική, τοῦ δυτικοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους. Με βάση τό μεγάλο ἱστορικό αὐτό ψέμμα ἐπί αἰῶνες συνταράχθηκε ἡ Δύση ἀπό τόν παποκαισαρισμό, τους ἀγῶνες δηλαδή τοῦ πάπα νά ἐπιβληθῆ καί ἐπί τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας ἔναντι τῶν δυτικῶν ἡγεμόνων, πολλάκις ὅμως καί μέ ἐπεμβάσεις του, πολιτικές καί ἐκκλησιαστικές, καί στήν Ἀνατολή.
Οἱ ἐπετειακοί ἑορτασμοί γιά το «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» θα εἶχαν νόημα, ἄν μέσα ἀπό αὐτούς προεβάλλετο ἡ σταδιακή ἐκχριστιάνιση τῆς Εὐρώπης πού ἄρχισε ἀπό τόν Μ. Κωνσταντῖνο ὡς καί ἡ σταδιακή καί τώρα σχεδόν ὁριστική ἀποχριστιάνισή της μέ κύριο ὑπεύθυνο τόν Παπισμό, πού ἐνόθευσε το εὐαγγελικό κήρυγμα καί ἀναμείχθηκε εἰς τά τοῦ κόσμου. Ἡ Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία δυστυχῶς ἀπό τόν περασμένο αἰώνα ἔχει ἀμνηστεύσει μέ τόν Οἰκουμενισμό την αἱρετική διαστροφή τοῦ Παπισμοῦ, τόν ὁποῖο ἀναγνωρίζει διά τῶν οἰκουμενιστῶν ἡγετῶν της ὡς κανονική, ὡς ἀδελφή Ἐκκλησία, ἀλλά καί τόν εἰκονομαχικό καί διαλυτικό Προτεσταντισμό, μέ τήν συμμετοχή της στό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», πού οὐσιαστικῶς εἶναι Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων καί Πλάνης.
Θά βρεθοῦν ἆραγε ὀρθόδοξες δυνάμεις στήν Σερβία πού θά ἀντιδράσουν στίς παποκεντρικές ψευδοκωνσταντίνειες ἐκδηλώσεις; Ἡ ἀντιπαπική Ὀρθόδοξη Σερβία τοῦ Ἁγίου Σάββα καί τῶν συγχρόνων Ἁγίων Νικολάου (Βελιμίροβιτς) και Ἰουστίνου (Πόποβιτς) θά δεχθεῖ να καταπατεῖται, πανηγυρίζουσα και ἐπιδιώκουσα τήν ἔλευση τοῦ πάπα; Θά βρεθεῖ κάποιος ὀρθόδοξος πατριάρχης ἤ ἀρχιεπίσκοπος νά ἀρνηθεῖ τήν συμμετοχή του στίς ἐκδηλώσεις μέ προεξάρχοντα τόν πάπα, τόν κύριο ὑπεύθυνο τοῦ ἀποχριστιανισμοῦ τῆς Εὐρώπης, τόν καταστροφέα τοῦ ἔργου τοῦ ἰσαποστόλου Μ. Κωνσταντίνου; Ἀμφιβάλλουμε, ἀλλά καί ἐλπίζουμε.
Ἐπίλογος
Εἶχε γραφῆ τό κείμενο αὐτό, ὅταν μετά χαρᾶς πληροφορηθήκαμε ὅτι ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας ἀντιδρᾶ στίς φιλοπαπικές ἐνέργειες τοῦ πατριάρχου καί τῶν συνεργατῶν του. Οἱ ἐλπίδες μας μεγαλώνουν καί εὐχόμαστε τελικῶς να μή ἀθωωθεῖ ὁ Παπισμός, ἀπό τους ἴδιους τούς Σέρβους, ὅπως ἀθωώθηκε ἀπό ἄλλους ὀρθοδόξους λαούς καί ἀπό ἐμᾶς τούς Ἕλληνες.
«Στήκετε καί κρατεῖτε» ἀδελφοί Σέρβοι.
Ὑποσημειώσεις:
1.Περί τῆς Ἁγίας Ἑλένης καί τοῦ ἔργου της βλ. Πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, «Ἡ ἰσαπόστολος Ἁγία Ἑλένη καί τό ἔργο της», Βυζαντινά 18 (1995-1996) 135-146.
2.Ἡ μετάφραση ἀπό τό βιβλίο τοῦ Α. ΤΖΟΟΥΝΣ, Ὁ Κωνσταντῖνος καί ὁ ἐκχριστιανισμός τῆς Εὐρώπης, Ἀθήνα 1962, ἐκδ. «Γαλαξίας», σελ. 97-98. ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία 10, 5, 4-6, ΕΠΕ 3, 286-288: «Ὁπότε εὐτυχῶς ἐγώ Κωνσταντῖνος ὁ Αὔγουστος κἀγώ Λικίννιος ὁ Αὔγουστος ἐν τῇ Μεδιολάνῳ ἐληλύθειμεν καί πάντα ὅσα πρός τό λυσιτελές καί τό χρήσιμον τῷ κοινῷ διέφερεν, ἐν ζητήσει ἔσχομεν, ταῦτα μεταξύ τῶν λοιπῶν ἅτινα ἐδόκει ἐν πολλοῖς ἅπασιν ἐπωφελῆ εἶναι, μᾶλλον δέ ἐν πρώτοις διατάξαι ἐδογματίσαμεν, οἷς ἡ πρός τό θεῖον αἰδώς τε καί
τό σέβας ἐνείχετο, τοῦτ᾽ ἔστιν, ὅπως δῶμεν καί τοῖς Χριστιανοῖς καί πᾶσιν ἐλευθέραν αἵρεσιν τοῦ ἀκολουθεῖν τῇ θρησκείᾳ, ᾗ δ᾽ ἄν βουληθῶσιν, ὅπως ὅτι ποτέ ἐστι θειότητος καί οὐρανίου πράγματος, ἡμῖν καί πᾶσι τοῖς ὑπό τήν ἡμετέραν ἐξουσίαν διάγουσιν εὐμενές εἶναι δυνηθῇ. Τοίνυν ταύτην τήν βούλησιν ὑγιεινῷ καί ὀρθοτάτῳ λογισμῷ ἐδογματίσαμεν, ὅπως μηδενί παντελῶς ἐξουσία ἀρνητέα ᾖ τοῦ ἀκολουθεῖν καί αἱρεῖσθαι τήν τῶν Χριστιανῶν παραφύλαξιν ἤ θρησκείαν ἑκάστῳ τε ἐξουσίᾳ δοθείη τοῦ διδόναι ἑαυτοῦ τήν διάνοιαν ἐν ἐκείνῃ τῇ θρησκείᾳ, ἥν αὐτός ἑαυτῷ ἁρμόζειν νομίζει, ὅπως ἡμῖν δυνηθῇ τό θεῖον ἐν πᾶσι την ἔθιμον σπουδήν καί καλοκἀγαθίαν παρέχειν. Ἅτινα οὕτως ἀρέσκειν ἡμῖν ἀντιγράψαι ἀκόλουθον ἦν, ἵν᾽ ἀφαιρεθεισῶν παντελῶς τῶν αἱρέσεων, αἵτινες τοῖς προτέροις ἡμῶν γράμμασι τοῖς πρός την σήν καθοσίωσιν ἀποσταλεῖσι περί τῶν Χριστιανῶν ἐνείχοντο καί ἅτινα πάνυ
σκαιά καί τῆς ἡμετέρας πραότητος ἀλλότρια εἶναι ἐδόκει, ταῦτα ὑφαιρεθῇ και νῦν ἐλευθέρως καί ἁπλῶς ἕκαστος αὐτῶν τῶν τήν αὐτήν προαίρεσιν ἐσχηκότων τοῦ φυλάττειν τήν τῶν Χριστιανῶν θρησκείαν ἄνευ τινός ὀχλήσεως τοῦτο αὐτό παραφυλάττοι. Ἅτινα τῇ σῇ ἐπιμελείᾳ πληρέστατα δηλῶσαι ἐδογματίσαμεν, ὅπως εἰδείης ἡμᾶς ἐλευθέραν καί ἀπολελυμένην ἐξουσίαν τοῦ τημελεῖν τήν ἑαυτῶν θρησκείαν τοῖς αὐτοῖς Χριστιανοῖς δεδωκέναι. ὅπερ ἐπειδή ἀπολελυμένως αὐτοῖς ὑφ᾽ ἡμῶν δεδωρῆσθαι θεωρεῖ ἡ σή καθοσίωσις και ἑτέροις δεδόσθαι ἐξουσίαν τοῖς βουλομένοις τοῦ μετέρχεσθαι τήν παρατήρησιν καί θρησκείαν ἑαυτῶν (ὅπερ ἀκολούθως τῇ ἡσυχίᾳ τῶν ἡμετέρων καιρῶν γίνεσθαι φανερόν ἐστιν), ὅπως ἐξουσίαν ἕκαστος ἔχῃ τοῦ αἱρεῖσθαι καί τημελεῖν ὁποίαν δ᾽ ἄν βούληται· τοῦτο δέ ὑφ᾽ ἡμῶν γέγονεν, ὅπως μηδεμιᾷ τιμῇ μηδέ θρησκείᾳ τινί μεμειῶσθαί τι ὑφ᾽ ἡμῶν δοκοίη».
3.Βλ. ΒΛΑΣΙΟΥΦΕΙΔΑ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τόμ. Α/, Ἀθῆναι 1992, σελ. 334.
4. Γιά τόν ἀποχριστιανισμό τῆς Εὐρώπης, ἡ ὁποία διά τῶν ἡγετῶν της ἀρνήθηκε στή «Χάρτα γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώματα», πού ψηφίσθηκε τό Δεκέμβριο τοῦ 2000 στήν Νίκαια τῆς Γαλλίας, ὁποιαδήποτε ἀναφορά στό χριστιανικό παρελθόν της, στίς χριστιανικές ρίζες της, βλ. Πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥΖΗΣΗ, Ἀπό τή Νίκαια τῆς Βιθυνίας στή Νίκαια τῆς Γαλλίας. Ὁ Μ. Κωνσταντῖνος καί οἱ μικροί τῶν καιρῶν μας, Θεσσαλονίκη 2001.
5. ΒΛΑΣΙΟΥΦΕΙΔΑ, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 330.
6. Ματθ. 4, 1-11.
7.Ματθ. 5, 13.
8. Ματθ. 4, 15-16.
9. Ἀρχιμ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Ἀθῆναι 1959, σελ. 299-300.
" Ορθόδοξος Τύπος,"