xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΝΝΑΤΑΙ :ὁμιλία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου «Εἰς τό γενέθλιον τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»

ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΝΝΑΤΑΙ :ὁμιλία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου «Εἰς τό γενέθλιον τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»

Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε...» Ἡ ὀρθόδοξη ὑμνολογία τῶν Χριστουγέννων ἀναγγέλλει θριαμβευτικά, ἀλλά καί τοποθετεῖ θεολογικά, τό μέγα μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως.

Ἀφ' ὅτου οἱ προπάτορές μας, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, παρήκουσαν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί ἐκδιώχθηκαν ἀπό τόν παράδεισο, «ἡ ἁμαρτία ἠγέρθη ὡς μεσότοιχον ἔχθρας μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου», ὅπως γράφει στήν Ἱερά Κατήχησί του ὁ ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, μέ ἀποτέλεσμα τήν ὀλέθρια ἀποδέσμευσι τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν φιλάνθρωπο Θεό καί τήν ἀναπόφευκτη ὑποταγή του στόν μισόκαλο διάβολο, στήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο. Ἔτσι, «πρό τῆς Χριστοῦ παρουσίας - λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος - ἐβασιλεύετο ἡμῶν ἡ φύσις ὑπό τοῦ διαβόλου, ὑπό τῆς ἁμαρτίας, ὑπό τοῦ θανάτου... Καί ὁ μέν διάβολος ἠπάτα, ἡ δέ ἁμαρτία ἔσφαζεν, ὁ δέ θάνατος ἔθαπτεν».

Γιά τή λύτρωσι τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν τυραννία τῆς ψυχοκτόνου αὐτῆς τριάδος (διάβολος, ἁμαρτία, θάνατος), δέν ἀπέμενε ἄλλη ἐλπίδα ἀπό τήν ἄφατη θεία φιλανθρωπία.

Ἔτσι «ὁ πανάγιος τοῦ Πατρός Υἱός, εἰκών ὧν τοῦ Πατρός, παρεγένετο ἐπί τούς ἡμετέρους τόπους, ἶνα,ἵνα τον κατ' αὐτόν πεποιημένον ἄνθρωπον ἀνακαίνιση» (Μ. Ἀθανάσιος).

Γι' αὐτό λοιπόν χαίρει ἡ οἰκουμένη. γι' αὐτό πανηγυρίζει ἡ Ἐκκλησία. γι' αὐτό τοῦ Χρυσορρήμονος ἡ γλῶσσα ἀποκαλεῖ τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων «μητρόπολιν πασῶν τῶν ἑορτῶν». γι' αὐτό ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σκιρτοῦμε τώρα μέ ἐλπίδα: «ὅτι Θεός ἐν σαρκί ἐφάνη, σωτήρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».

 Ἡ ὁμιλία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου «Εἰς τό γενέθλιον τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», τῆς ὁποίας τό μεγαλύτερο μέρος ἀκολουθεῖ σέ ἐλεύθερη νεοελληνική ἀπόδοσι, ἐκφωνήθηκε στήν Ἀντιόχεια, κάποια Χριστούγεννα τῆς προτελευταίας δεκαετίας τοῦ 4ου αἰ.

Θέμα της εἶναι τό μυστήριο τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἑρμηνεία τοῦ μεγαλειώδους σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας. Συγκρίνοντας ὁ ἅγιος πατήρ τά γεγονότα Παλαιᾶς Διαθήκης καί Καινῆς, διαπιστώνει τήν προαγγελία τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου, τήν ὁποία, ἄν καί γνώριζαν οἱ Ἰουδαῖοι, δέν ἀποδέχθηκαν. Ἔτσι, τόσο αὐτοί ὅσο, κατ' ἐπέκτασι, καί ὅλοι οἱ ἀνά τούς αἰῶνες ἄπιστοι καί ἀμφισβητίες ἐλέγχονται γιά τήν ἀγνωμοσύνη τους πρός τόν εὐεργέτη μας Κύριο.

Ὁ λόγος τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου μέ τό ἐνθουσιῶδες πανηγυρικό ὕφος, τή συστηματική ἁγιογραφική κατοχύρωσι, τόν πλοῦτο τῶν ἐπιχειρημάτων καί τή θεολογική σαφήνεια, τέρπει, πείθει, ἐνθουσιάζει, συναρπάζει...

 Μέ συνοδοιπόρο λοιπόν τόν ἱερό πατέρα καί τά χρυσᾶ του λόγια, ἄς πορευθοῦμε μέχρι τό «θεοδέγμον σπήλαιον», κι ἄς προσκυνήσουμε τον «σπαργάνοις εἰλημένον» γιά τή σωτηρία μας Θεάνθρωπο Κύριο.

 ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΝΝΑΤΑΙ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

Μυστήριο παράξενο καί παράδοξο ἀντικρύζω. Φωνές ποιμένων φθάνουν μέχρι τ' αὐτιά μου. Δέν παίζουν σήμερα μέ τίς φλογέρες τους κάποιο τυχαῖο σκοπό. Τά χείλη τους ψάλλουν ὕμνο οὐράνιο.

Οἱ ἄγγελοι ὑμνολογούν, οἱ ἀρχάγγελοι ἀνυμνοῦν, ψάλλουν τά χερουβείμ καί δοξολογοῦν τά σεραφείμ. Πανηγυρίζουν ὅλοι βλέποντας τόν Θεό στή γῆ καί τόν ἄνθρωπο στούς οὐρανούς.

Σήμερα ἡ Βηθλεέμ μιμήθηκε τόν οὐρανό: ἀντί γιά ἀστέρια δέχθηκε τούς ἀγγέλους. ἀντί γιά ἥλιο, δέχθηκε τόν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης. Μή ζητᾶς νά μάθης πῶς. «Ὅπου γάρ βούλεται Θεός, νικᾶται φύσεως τάξις».

Ἐκεῖνος λοιπόν τό θέλησε. Καί τό ἔκανε. Κατέβηκε στή γῆ καί ἔσωσε τόν ἄνθρωπο. Ὅλα συνεργάστηκαν μαζί του γι' αὐτό τόν σκοπό.

Σήμερα γεννιέται αὐτός πού ὑπάρχει αἰώνια, καί γίνεται αὐτό πού ποτέ δέν ὑπῆρξε. Εἶναι Θεός καί γίνεται ἄνθρωπος. Γίνεται ἄνθρωπος, καί πάλι Θεός μένει.

Ὅταν γεννήθηκε, οἱ Ἰουδαῖοι δέν δέχονταν τήν παράδοξη γέννησί του: Ἀπό τή μιά οἱ Φαρισαῖοι παρερμήνευαν τά ἱερά βιβλία. κι ἀπό τήν ἄλλη οἱ γραμματεῖς δίδασκαν ἄλλα ἀντί ἄλλων. Ὁ Ἡρώδης πάλι ζητοῦσε νά βρῆ τό νεογέννητο βρέφος ὄχι γιά νά τό τιμήση, μά γιά νά τό σκοτώση.

Ε, λοιπόν, ὅλοι αὐτοί σήμερα τρίβουν τά μάτια τους, βλέποντας τόν βασιλιᾶ τ' οὐρανοῦ νά βρίσκεται στή γῆ, μ' ἀνθρώπινη σάρκα, γεννημένος ἀπό παρθενική μήτρα.

Καί ἦρθαν οἱ βασιλεῖς νά προσκυνήσουν τόν ἐπουράνιο βασιλιᾶ τῆς δόξης.

Ἦρθαν οἱ στρατιῶτες νά ὑπηρετήσουν τόν ἀρχιστράτηγο τῶν οὐρανίων δυνάμεων.

Ἦρθαν οἱ γυναῖκες νά προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού μετέβαλε τίς λῦπες τῆς γυναίκας σέ χαρά.

Ἦρθαν οἱ παρθένες νά προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού δημιούργησε τούς μαστούς καί τό γάλα, καί τώρα θηλάζει ἀπό μητέρα παρθένο.

Ἦρθαν τά νήπια νά προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού ἔγινε νήπιο, γιά νά συνθέση δοξολογικό ὕμνο «ἐκ στόματος νηπίων καί θηλαζόντων».

Ἦρθαν τά παιδιά νά προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού ἡ μανία τοῦ Ἡρώδη τά ἀνέδειξε σέ πρωτομάρτυρες.

Ἦρθαν οἱ ἄνδρες νά προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού ἔγινε ἄνθρωπος γιά ν' ἀπαλλάξη τούς ἀνθρώπους ἀπό τά δεινά τους.

Ἦρθαν οἱ ποιμένες νά προσκυνήσουν τόν καλό ποιμένα, πού θυσίασε τή ζωή του γιά χάρι τῶν προβάτων.

Ἦρθαν οἱ ἱερεῖς νά προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού ἔγινε ἀρχιερεύς «κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ».

Ἦρθαν οἱ δοῦλοι νά προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού πῆρε δούλου μορφή, γιά νά μετατρέψη τή δουλεία μᾶς σ' ἐλευθερία.

Ἦρθαν οἱ ψαρᾶδες νά προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού τούς μετέβαλε σέ «ἁλιεῖς ἀνθρώπων».

Ἦρθαν οἱ τελῶνες νά προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού ἀπό τούς τελῶνες ἀνέδειξε εὐαγγελιστῆ.,εὐαγγελιστή.

Ἦρθαν οἱ πόρνες νά προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού παρέδωσε τά πόδια του στά δάκρυα μιᾶς πόρνης.

Κοντολογής, ἦρθαν ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί νά δοῦν τόν Ἀμνό τοῦ Θεοῦ, πού σηκώνει στούς ὤμους του τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου:

Οἱ μάγοι γιά νά τόν προσκυνήσουν.

οἱ ποιμένες γιά νά τόν δοξολογήσουν.

οἱ τελῶνες γιά νά τόν κηρύξουν.

οἱ πόρνες γιά νά τοῦ προσφέρουν μύρα.

ἡ Σαμαρείτις γιά νά ξεδιψάση.

ἡ Χαναναία γιά νά εὐεργετηθῆ.

Ἀφοῦ λοιπόν ὅλοι σκιρτοῦν ἀπό χαρά, θέλω κι ἐγώ νά σκιρτήσω, θέλω νά χορέψω, θέλω νά πανηγυρίσω. Χωρίς κιθάρα, χωρίς αὐλό, χωρίς λαμπάδες ἀναμμένες στά χέρια μου. Πανηγυρίζω κρατῶντας, ἀντί γι' αὐτά, τά σπάργανα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτά εἶναι ἡ ἐλπίδα μου, αὐτά ἡ ζωή μου, αὐτά ἡ σωτηρία μου, αὐτά ὁ αὐλός μου, αὐτά ἡ κιθάρα μου. Γι' αὐτό τα 'χῷ μαζί μου: γιά νά πάρω ἀπό τή δύναμί τους δύναμι, γιά νά φωνάξω μαζί μέ τούς ἀγγέλους «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ», καί μέ τούς ποιμένες «καί ἐπί γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2, 14).

Καί ξέρετε γιατί; Γιατί ἐκεῖνος πού προαιώνια γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα ἀνεξήγητα, γεννιέται σήμερα ἀπό παρθένο ὑπερφυσικά. Τό πῶς, τό γνωρίζει ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐμεῖς μόνο τοῦτο μποροῦμε νά ποῦμε: ὅτι ἀληθινή εἶναι καί ἡ οὐράνια γέννησίς του, ἀδιάψευστη εἶναι καί ἡ ἐπίγεια. Ἀλήθεια εἶναι ὅτι γεννήθηκε Θεός ἀπό Θεό, ἀλήθεια εἶναι καί ὅτι γεννήθηκε ἄνθρωπος ἀπό παρθένο. Στόν οὐρανό εἶναι ὁ μόνος πού γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα μόνο, Υἱός του μονογενής. Καί στή γῆ εἶναι ὁ μόνος πού γεννήθηκε ἀπό την Παρθένο μόνο. Υἱός της μονογενής. Ὅπως στήν περίπτωσιν τῆς οὐράνιας γεννήσεώς του εἶναι ἀσέβεια νά σκεφθοῦμε μητέρα, ἔτσι καί στήν περίπτωσι τῆς ἐπίγειας γεννήσεώς του εἶναι βλασφημία νά ὑποθέσουμε πατέρα. Ὁ Θεός τόν ἐγέννησε μέ τρόπο θεϊκό. Ἡ Παρθένος τόν ἐγέννησε μέ τρόπο ὑπερφυσικό. Ἔτσι, οὔτε ἡ οὐράνια γέννησίς του μπορεῖ νά ἐξηγηθῆ, οὔτε ἡ ἐνανθρώπησίς του μπορεῖ νά ἐρευνηθῆ. Τό ὅτι τόν ἐγέννησε ἡ Παρθένος σήμερα τό γνωρίζω. Τό ὅτι τόν ἐγέννησε ὁ Θεός προαιώνια τό πιστεύω. Κι ἔχω μάθει νά τιμῶ σιωπηλά τή γέννησί του, χωρίς φιλοπερίεργες ἔρευνες κι ἀνώφελες συζητήσεις. Γιατί, σ' ὅ,τι ἀφορᾶ τόν Θεό, δέν πρέπει νά στέκεται κανείς στή φυσική ἐξέλιξι τῶν πραγμάτων, ἀλλά νά πιστεύη στή δύναμι ἐκείνου πού κατευθύνει τά πάντα.

 Τί φυσικώτερο ἀπ' τό νά γεννήση μιά παντρεμένη γυναῖκα; Ἀλλά καί τί πιό παράδοξο ἀπ' τό νά γέννηση παιδί μιά παρθένος, χωρίς ἄνδρα, καί πάλι παρθένος νά μείνη;

 Γι' αὐτό λοιπόν, μποροῦμε νά ἐρευνοῦμε ὅ,τι γίνεται σύμφωνα μέ τούς φυσικούς νόμους. Ὅ,τι ὅμως συμβαίνει μέ τρόπο ὑπερφυσικό, νά τό σεβόμαστε σιωπηλά. Ὄχι γιατί εἶναι ἐπικίνδυνο, ἀλλ' ἐπειδή εἶναι ἀνερμήνευτο.

 Φόβο νιώθω μπροστά στό θεῖο μυστήριο.

«Τί εἴπω ἤ τί λαλήσω;»

 Βλέπω ἐκείνη πού γέννησε. Βλέπω κι ἐκεῖνον πού γεννήθηκε. Ἀλλά τόν τρόπο τῆς γεννήσεως δέν μπορῶ νά τόν καταλάβω. Ὅπου θέλει, βλέπετε, ὁ Θεός, νικῶνται οἱ φυσικοί νόμοι. Ἔτσι ἔγινε κι ἐδῶ: ἡ φυσική τάξις παραμερίσθηκε, καί ἐνήργησε ἡ θεία θέλησις.

Πόσο ἀνέκφραστη εἶναι ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ!

 Ὁ προαιώνιος Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄφθαρτος καί ἀόρατος καί ἀσώματος, κατοίκησε μέσα στό φθαρτό καί ὁρατό σῶμα μας. Γιά ποιό λόγο; Νά, ὅπως ξέρετε, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι πιστεύουμε περισσότερο σ' ὅ,τι βλέπουμε παρά σ' ὅ,τι ἀκοῦμε. Στά ὁρατά πιστεύουμε. Στά ἀόρατα ἀπιστοῦμε. Ἔτσι, δέν πιστεύαμε στόν ἀόρατο ἀληθινό Θεό, ἀλλά λατρεύαμε ὁρατά εἴδωλα μέ μορφή ἀνθρώπων.

 Δέχθηκε λοιπόν ὁ Θεός νά παρουσιαστῆ μπροστά μας μέ ὁρατή μορφή ἀνθρώπου, γιά νά διαλύση μ' αὐτό τόν τρόπο κάθε ἀμφιβολία γιά τήν ὕπαρξί του. Κι ὕστερα, ἀφοῦ μᾶς διδάξη μέ τήν αἰσθητή καί ἀναμφισβήτητη παρουσία του, νά μᾶς ὁδηγήση εὔκολα στήν ἀληθινή πίστι, στά ἀόρατα καί ὑπερφυσικά.

 Κατάπληξι μέ γεμίζει τό θαῦμα!

 Παιδί βλέπω τόν παλαιό τῶν ἡμερῶν!

 Σέ φάτνη ἀναπαύεται, αὐτός πού ἔχει θρόνο τόν οὐρανό!

 Χέρια ἀνθρώπινα ἀγγίζουν τόν ἀπρόσιτο κι ἀσώματο!

 Μέ σπάργανα εἶναι σφιχτοδεμένος, αὐτός πού σπάει τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας!

 Ὅμως... αὐτό εἶναι τό θέλημά του: την ἀτιμία νά μεταβάλη σέ τιμή. μέ δόξα νά ντύση τήν εὐτέλεια. καί τήν προσβολή σέ ἀρετή νά μεταπλάση.

 Πῆρε τό σῶμα μου. Μοῦ προσφέρει τό Πνεῦμα του. Μοῦ χαρίζει τόν θησαυρό τῆς αἰώνιας ζωῆς παίρνοντας ἀλλά καί δίνοντάς μου: παίρνει τή σάρκα μου γιά νά μέ ἁγιάση. μοῦ δίνει τό Πνεῦμα του γιά νά μέ σώση.

 «Ἰδού ἡ παρθένος ἐν γαστρί ἕξει» (Ἠσ. 7, 14).

Τά λόγια εἶναι τῆς συναγωγῆς, μά τό ἀπόκτημα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ συναγωγή βρῆκε τά κείμενα πού ἤτανε γραμμέ¬νο. ἡ Ἐκκλησία ἀνεκάλυψε τόν θησαυρό πού ἦταν μέσα τους κρυμμένος.

Ἡ συναγωγή ἔβαψε τό νῆμα. ἡ Ἐκκλησία φόρεσε τή βασιλική στολή.

Ἡ Ἰουδαία τόν ἐγέννησε. ἡ οἰκουμένη τόν ὑποδέχθηκε.

 Ἡ συναγωγή τόν ἐθήλασε καί τόν ἔθρεψε. ἡ Ἐκκλησία τόν παρέλαβε καί ὠφελήθηκε.

Στή συναγωγή βλάστησε τό κλῆμα. ἐμεῖς ὅμως ἀπολαμβάνουμε τά σταφύλια τῆς ἀλήθειας.

Ἡ συναγωγή τρύγησε τά σταφύλια. οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως πίνουν τό μυστικό πιοτό.

Ἐκείνη ἔσπειρε στήν Ἰουδαία τόν σπόρο. οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως θέρισαν τό στάχυ μέ τό δρεπάνι τῆς πίστεως. Αὐτοί ἔκοψαν μέ σεβασμό τό ρόδο, καί στούς Ἰουδαίους ἔμεινε τό ἀγκάθι τῆς ἀπιστίας.

 Τό πουλάκι πέταξε, κι αὐτοί οἱ ἀνόητοι κάθονται καί φυλᾶνε ἀκόμη τή φωλιά.

 Οἱ Ἰουδαῖοι πασχίζουν νά ἑρμηνεύσουν τό βιβλίο τοῦ γράμματος, καί οἱ εἰδωλολάτρες τρυγοῦν τόν καρπό τοῦ Πνεύματος.

 «Ἰδού ἡ παρθένος ἐν γαστρί ἕξει».

Πές μοῦ Ἰουδαῖε, πές μου λοιπόν, ποιόν ἐγέννησε;

Δεῖξε, σέ παρακαλῶ, θάρρος, ἔστω καί σάν ἐκεῖνο πού ἔδειξες μπροστά στόν Ἡρώδη. Ἀλλά δέν ἔχεις θάρρος. Καί ξέρω γιατί: ἐξ αἰτίας τῆς ἐπιβουλῆς σου. Στόν Ἡρώδη, μίλησες γιά νά τον ἐξολόθρευση. σέ μένα ὅμως δέν μιλᾶς γιά νά μήν τόν προσκυνήσω.

 Ποιόν λοιπόν ἐγέννησε; Ποιόν;

Τόν δημιουργό τῆς κτίσεως. Κι ἄν ἐσύ σωπαίνεις, ἡ φύσις τό βροντοφωνάζει. Τόν ἐγέννησε λοιπόν μέ τόν τρόπο πού ὁ ἴδιος θέλησε νά γεννηθῆ. Στή φύσι δέν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα μιᾶς τέτοιας γεννήσεως. Ἐκεῖνος ὅμως, σάν κύριος τῆς φύσεως, ἐπενόησε τρόπο γεννήσεως παράδοξο. Κι ἔδειξε ἔτσι ὅτι, καί ἄνθρωπος πού ἔγινε, δέν γεννήθηκε σάν ἄνθρωπος, μά ὅπως μόνο σέ Θεό ταιριάζει.

Ἐκεῖνος πού ἔπλασε τόν Ἀδάμ ἀπό παρθένα γῆ, ἐκεῖνος πού ἀπό τόν Ἀδάμ κατόπιν ἔκαμε γυναῖκα, γεννήθηκε σήμερα ἀπό παρθένο κόρη πού νίκησε τή φύσι, ξεπερνῶντας τόν νόμο τοῦ γάμου.

 Ὁ Ἀδάμ, τότε, χωρίς νά ἔχη γυναῖκα, γυναῖκα ἀπέκτησε.

Ἡ Παρθένος τώρα, χωρίς νά ἔχη ἄνδρα, ἄνδρα γέννησε.

 Καί γιατί ἔγινε αὐτό; Νά γιατί:

Οἱ γυναῖκες εἶχαν ἕνα παλιό χρέος πρός τούς ἄνδρες, ἀφοῦ ἀπό τόν Ἀδάμ εἶχε βλαστήσει γυναῖκα χωρίς τή μεσολάβησι ἄλλης γυναίκας. Γι' αὐτό ἡ Παρθένος σήμερα, ξεπληρώνοντας στούς ἄνδρες τό χρέος τῆς Εὔας, γέννησε χωρίς ἄνδρα, δείχνοντας ἔτσι τήν ἰσοτιμία τῆς φύσεως.

 Σῶος,Σῷος ἔμεινε ὁ Ἀδάμ μετά τήν ἀφαίρεσι τῆς πλευρᾶς του.

Ἀδιάφθορη ἔμεινε κι ἡ Παρθένος μετά τή γέννησι τοῦ βρέφους.

 Ἀλλά πρόσεξε καί κάτι ἀκόμη:

Δέν ἔπλασε ὁ Κύριος κάποιο ἄλλο σῶμα γιά νά ἐμφανισθῆ στή γῆ. Προσέλαβε τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου γιά νά μή φανῆ ὅτι περιφρονεῖ τήν ὕλη ἀπό τήν ὁποία δημιουργήθηκε ὁ Ἀδάμ. Ἦρθαν ἔτσι, Θεός καί ἄνθρωπος, σέ μυστική ἕνωσι. Κι ὁ διάβολος, πού εἶχε ὑποδουλώσει τόν ἄνθρωπο, τράπηκε σέ φυγή.

 Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος, ἀλλά γεννιέται σάν Θεός. Ἄν προερχόταν, ὅπως ἐγώ, ἀπό ἕνα κοινό γάμο, πολλοί θά θεωροῦσαν ἀπάτη τή γέννησί του. Γι' αὐτό γεννιέται ἀπό παρθένο. γι' αὐτό διατηρεῖ τή μήτρα της ἄθικτη. γι' αὐτό διαφυλάττει τήν παρθενία της ἀκεραία,ἀκεραίᾳ: γιά νά γίνη ὁ παράξενος τρόπος τῆς γεννήσεως αἰτία ἀκλόνητης πίστεως.

 Σ' αὐτόν λοιπόν πού θά ἀμφισβητήση τήν ἄσπορη γέννησι τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, θά ἐπικαλεσθῶ σάν μάρτυρα τήν ἀμόλυντη σφραγῖδα τῆς παρθενίας.

 Πές μοῦ λοιπόν, Ἰουδαῖε, γέννησε ἡ Παρθένος ἤ ὄχι; Κι ἄν μέν ἐγέννησε, γιατί δέν ὁμολογεῖς τήν ὑπερφυσική γέννησι; Ἄν πάλι δέν ἐγέννησε, γιατί ἐξαπάτησες τόν Ἡρώδη; Ὅταν ἐκεῖνος ζητοῦσε νά μάθη «πού ὁ Χριστός γεννᾶται», ἐσύ δέν εἶπες «ἕν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας;» (Ματθ. 2, 4). Μήπως ἐγώ γνώριζα τήν πόλι ἤ τόν τόπο; Μήπως ἐγώ γνώριζα τήν ἀξία τοῦ βρέφους πού ἦρθε στόν κόσμο; Ὁ Ἠσαΐας καί οἱ προφῆτες σας δέν μίλησαν γι' αὐτό; Κι ἐσεῖς, οἱ ἀγνώμονες ἐχθροί, δέν ἐξηγήσατε τήν ἀλήθεια; Ἐσεῖς, οἱ γραμματεῖς κι οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ἀκριβεῖς φύλακες τοῦ νόμου, δέν μᾶς διδάξατε γιά τόν Χριστό; Ἐσεῖς δέν ἑρμηνεύσατε τίς Γραφές; Μήπως ἐμεῖς γνωρίζαμε τή γλῶσσα σας; Καί ὅταν ἐγέννησε ἡ Παρθένος, ἐσεῖς δέν παρουσιάσατε στόν Ἡρώδη τή μαρτυρία τοῦ προφήτη Μιχαία: «Καί σύ Βηθλεέμ, οἶκος τοῦ Ἐφραθά, οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἰ,εἶ ἐν τοῖς ἠγεμόσιν Ἰούδα. ἐκ σου γάρ ἐξελεύσεται ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τόν λαόν μου τον Ἰσραήλ»; (Ματθ. 2, 6).

 Πολύ καλά εἶπε ὁ προφήτης «ἐκ σου». Ἀπό σᾶς προῆλθε καί παρουσιάσθηκε σ' ὁλόκληρο τόν κόσμο.

Παρουσιάσθηκε σάν ἄνθρωπος γιά νά καθοδηγήση τούς ἀνθρώπους. Παρουσιάσθηκε σάν Θεός γιά νά σώση τήν οἰκουμένη.

Μά τί ὠφέλιμοι ἐχθροί εἶστε ἐσεῖς! Τί φιλάνθρωποι κατήγοροι!

 Ἐσεῖς κατά λάθος δείξατε πώς τό νεογέννητο τῆς Βηθλεέμ εἶναι Θεός. Ἐσεῖς τόν κηρύξατε χωρίς νά τό θέλετε. Ἐσεῖς τόν φανερώσατε πασχίζοντας νά τόν κρύψετε. Ἐσεῖς τόν εὐεργετήσατε ἐπιθυμῶντας νά τόν βλάψετε.

Τί ἀστοιχείωτοι δάσκαλοι εἶστε, ἀλήθεια; Ἐσεῖς πεινᾶτε, καί τρέφετε ἄλλους. Ἐσεῖς διψᾶτε, καί ποτίζετε ἄλλους. Πάμπτωχοι εἶστε καί πλουτίζετε ἄλλους.

 Ἐλᾶτε λοιπόν νά γιορτάσουμε. Ἐλᾶτε νά πανηγυρίσουμε. Εἶναι παράξενος ὁ τρόπος τῆς γιορτῆς - ὅσο παράξενος εἶναι κι ὁ λόγος τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.

Σήμερα λύθηκαν τά μακροχρόνια δεσμά.

Ὁ διάβολος καταντροπιάσθηκε.

Οἱ δαίμονες δραπέτευσαν.

Ὁ θάνατος καταργήθηκε.

Ὁ παράδεισος ἀνοίχθηκε.

Ἡ κατάρα ἐξαφανίσθηκε.

Ἡ ἁμαρτία διώχθηκε.

Ἡ πλάνη ἀπομακρύνθηκε.

Ἡ ἀλήθεια ἀποκαλύφθηκε.

Τό κήρυγμα τῆς εὐσεβείας ξεχύθηκε καί διαδόθηκε παντοῦ.

Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μεταφυτεύθηκε στή γῆ.

Οἱ ἄγγελοι συνομιλοῦν μέ τούς ἀνθρώπους.

Ὅλα ἔγιναν ἕνα.

 Γιατί;

Γιατί κατέβηκε ὁ Θεός στή γῆ κι ὁ ἄνθρωπος ἀνέβηκε στούς οὐρανούς. Κατέβηκε ὁ Θεός στή γῆ καί πάλι βρίσκεται στόν οὐρανό. Ὁλόκληρος εἶναι στόν οὐρανό κι ὁλόκληρος στή γῆ. Ἔγινε ἄνθρωπος κι εἶναι Θεός. Εἶναι Θεός κι ἔλαβε σάρκα. Κρατιέται σέ παρθενική ἀγκαλιά, καί στά χέρια του κρατεῖ τήν οἰκουμένη.

Τρέχουν κοντά του οἱ μάγοι. Τρέχουμε κι ἐμεῖς. Τρέχει καί τ' ἀστέρι γιά νά φανερώση τόν Κύριο τοῦ οὐρανοῦ. Μά... κι ἐκεῖνος τρέχει. Τρέχει πρός τήν Αἴγυπτο. Καί φαίνεται βέβαια πώς πηγαίνει ἐκεῖ γιά ν' ἀποφύγη τήν ἐπιβουλή τοῦ Ἡρώδη. Ὅμως τοῦτο γίνεται γιά νά ἐκπληρωθοῦν τά προφητικά λόγια: «Ἔσται ἐν τή ἡμέρα ἐκείνη Ἰσραήλ τρίτος ἐν τοῖς Ἀσσυρίοις, καί ἐν τοῖς Αἰγυπτίοις εὐλογημένος ἔσται ὁ λαός μοῦ ἐν τή γῆ ἤν,ἥν,ἦν εὐλόγησε Κύριος Σαβαώθ» (πρβλ. Ἠσ. 19, 24).

 Τί λές, Ἰουδαῖε; Ἐσύ πού ἤσουν πρῶτος ἔγινες τρίτος; Οἱ Αἰγύπτιοι καί οἱ Ἀσσύριοι μπῆκαν μπροστά, καί ὁ πρωτότοκος Ἰσραήλ πῆγε πίσω;

 Ναί. Ἔτσι εἶναι. Οἱ Ἀσσύριοι θά γίνουν πρῶτοι, ἐπειδή αὐτοί πρῶτοι μέ τούς μάγους τούς προσκύνησαν τόν Κύριο. Πίσω τους οἱ Αἰγύπτιοι, πού τόν δέχθηκαν ὅταν κατέφυγε στά μέρη τους γιά ν' ἀποφύγη τήν ἐπιβουλή τοῦ Ἡρώδη. Τρίτος καί τελευταῖος ὁ Ἰσραηλιτικός λαός, πού γνώρισε τόν Κύριο ἀπό τούς ἀποστόλους, μετά τή βάπτισί του στόν Ἰορδάνη.

 Τί ἄλλο μένει νά πῶ;

 Δημιουργό καί φάτνη βλέπω... Βρέφος καί σπάργανα... Λεχώνα παρθένο, περιφρονημένη. Φτώχεια πολλή... Ἀνέχεια πολλή...

Εἶδες ὅμως τί πλοῦτος μέσα στή μεγάλη φτώχεια; Ὁ πλούσιος πτώχευσε γιά χάρι μας. Δέν ἔχει οὔτε κρεββάτι οὔτε στρῶμα. Μέσα σέ φάτνη ταπεινή τόν ἔχουν ἀποθέσει...

 Ὦ φτώχεια, πλούτου πηγή!

 Ὦ πλοῦτε ἀμέτρητε, κρυμμένε μές στή φτώχεια!

 Μέσα στή φάτνη κείτεσαι, καί τήν οἰκουμένη σαλεύεις.

 Μέσα σέ σπάργανα τυλίγεσαι, καί σπᾶς τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας.

 Λέξι ἀκόμη δέν ἄρθρωσες, καί δίδαξες τούς μάγους τή θεογνωσία.

 «Τί εἴπω ἤ τί λαλήσω;»

Νά βρέφος σπαργανωμένο.

Νά ἡ Μαρία, μητέρα καί παρθένος μαζί.

Νά ὁ Ἰωσήφ, πατέρας τάχα τοῦ παιδιοῦ.

Ἐκείνη ἡ γυναῖκα, αὐτός ὁ ἄνδρας. Νόμιμες οἱ ὀνομασίες, ἀλλά χωρίς περιεχόμενο.

Ὁ Ἰωσήφ μνηστεύθηκε μόνο τήν Μαρία, καί τό Ἅγιο Πνεῦμα τήν ἐπεσκίασε. Ἔτσι, γεμᾶτος ἀπορία, δέν ἤξερε τί νά ὑποθέση γιά τό βρέφος: Νά πῆ πώς ἦταν καρπός μοιχείας δέν τολμοῦσε. Νά προφέρη λόγο βλάσφημο κατά τῆς Παρθένου δέν μποροῦσε. Οὔτε πάλι δεχόταν τό παιδί σάν δικό του, γιατί τοῦ ἦταν ἄγνωστο τό πῶς καί ἀπό ποιόν γεννήθηκε.

Ἀλλά νά πού πάνω στή σύγχυσί του παίρνει ἀπάντησι ἀπό τόν οὐρανό, μέ τή φωνή τοῦ ἀγγέλου: «Μή φοβοῦ, Ἰωσήφ. τό γάρ γεννώμενον ἐξ αὐτῆς ἐκ Πνεύματός ἐστιν ἁγίου» (Ματθ. 1, 20). Καί φανέρωσε ἔτσι σ' ἐκεῖνον καί σε μας ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐπεσκίασε τήν Παρθένο.

Γιατί ὅμως ὁ Χριστός θέλησε νά γεννηθῆ ἀπό παρθένο ἀφήνοντας ἀβλαβῆ τήν παρθενία της;

 Νά γιατί:

Κάποτε ὁ διάβολος ἐξαπάτησε τήν παρθένο Εὔα.

Τώρα ὁ ἄγγελος ἔφερε τό λυτρωτικό μήνυμα στήν παρθένο Μαριάμ.

Κάποτε ἡ Εὔα ξεστόμισε λόγο πού ἔγινε αἰτία θανάτου. Τώρα ἡ Μαρία γέννησε τόν Λόγο πού ἔγινε αἰτία αἰώνιας ζωῆς.

Ὁ λόγος τῆς Εὔας ἔδειξε τό δέντρο πού ἔβγαλε τόν Ἀδάμ ἀπό τόν παράδεισο.

Ὁ Λόγος τῆς Μαρίας ἔδειξε τόν Σταυρό πού ἔβαλε τόν Ἀδάμ πάλι στόν παράδεισο.

 Σ' αὐτόν λοιπόν τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ καί Υἱό τῆς Παρθένου, πού ἄνοιξε δρόμο μέσα σέ τόπο ἀδιάβατο, ἄς ἀναπέμψουμε δοξολογία «σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί, καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων Ἀμήν».

 ΠΗΓΗ:

Ἡ ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

"ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΝΝΑΤΑΙ"

Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

 

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου