xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

Περί ταπεινοφροσύνης ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ


Περί ταπεινοφροσύνης ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ







Περταπεινοφροσύνης





(Διά τν ὑψίστην ταπεινοφροσύνην, ἡ ποία ποκτται μ μυστικν τρπον καί ἐξολοθρεύει τ πθη)




ΕΚΕΊΝΟΣ πο θέλει νά διηγται μέ λγια αἰσθητ τν αἴσθησι κα τν ἐνέργεια τς γπης το Κυρίου στν κυριολεξία της, κα τς γας ταπεινοφροσύνης καθς πρέπει, κα τς μακαρίας γντητος ληθιν, κα τς θείας λλμψεως παραστατικ,   κα   το   φβου   το   Θεοῦ   πραγματικ,   κα   τς   ἐσωτερικς πληροφορίας λνθαστα, κα φαντζεται τι θ δση νά καταλβουν ατ τά πργματα μέ τν ἐξήγησ του σοι δέντά   χουν   γευθῆ   προσωπικς,   ατςμοιζει μέ κεῖνον πού θέλει νά ἐξηγση μ λόγια κα παραδείγματαπσο γλυκ εἶναι τό μλι σέ ἐκείνους πού ποτέ δέν τό ἐγεύθηκαν. Κα ὁ μέν δεύτερος ἄδικα φιλολογεῖ, γιά νά μν εἰπ βαττολογεῖ, ὁ δ πρῶτος  γνοεῖ αὐτά πο διηγεῖται ἤ ἐμπαίζεται ὑπερβολικά π τν κενοδοξία.2. Ὁ παρν λόγος παρουσασε ἐνπιον μας πρς ἐξέτασι ἕναν θησαυρ,  ὁποῖος εὑρίσκεται σφαλισμένος  μέσα  σέ  στράκινα σκεύη ἤ καλτερα σ ἀνθρπινα σώματα.   να θησαυρό πού  ποιτης του δέν μπορεῖ καθλου ν κατανοηθῆ μέ λγια. Ἔχει δ  θησαυρς αὐτς π' ἔξω μνο μία ἐπιγραφ, ἡ ποία εἶναι ἀκατανόητη  καί  παρέχει  πολλν  καί τέλειωτη ἐρευνητική προσπθεια σ σους ζητοῦν νά τν ἐξηγήσουν μέ λγιαΚα ἡ ἐπιγραφή αὐτή ἔχει ς ἑξς: ''Η ΑΓΙΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΙΣ''. 3. Ὅσοι ὁδηγοῦνται π τό πνεῦμα το Θεοῦ, ς εἰσλθουν μαζί μας στ νοερό κα πνσοφο τοτο συνέδριο κα ἄς κρατοῦν νοερς στ χέρια τους θεόγραπτες πλάκες γνσεως.

ρχισε λοιπν τό συνέδριοΣυγκεντρωθκαμε κα συζητσαμε κα ἐρευνσαμε ἐξεταστικ τν σημασία τς σπουδαας ατς ἐπιγραφς.   νας λεγε τι ταπεινοφροσύνη εἶναι τό λησμονς μέσως τά κατορθματά σου. Ἄλλος, τό νά θεωρς τν αυτν σου πιό τελευταῖο κα πιό μαρτωλό π λους. λλος, τό νά

γνωρίσης καλ μέ τον νο σου τν δικ σου δυναμία κα σθένεια. λλος, τό νά προλαμβνης σ φιλονεικίες νά διαλης πρῶτος τν ργ. λλος, τό νά γνωρίζης καλ τν χρι κα τν εὐσπλαχνία το Θεοῦ. Κα ἕνας λλος πάλι, τό νά αἰσθνεσαι ψυχικ συντριβή καί νά παρνσαι τό ἰδικ σου θλημα.

Κα γ φοῦ τ ἄκουσα λα ατ, κα φοῦ τ ἐξέτασα μνος μου μέ πολλή περίσκεψι καί προσοχδέν κατρθωσα μ σα κουσα ν καταλβω τν ἔννοια τς μακαρίας ταπεινοφροσύνης. Γι' ατ ς ἔσχατος ὅλων, φο ἐμζευσα πως ὁ σκύλος τά ψχουλα πού ἔπεσαν π τό τραπέζι τν γνωστικν ἐκείνων καί μακαρίων Πατέρων, κατέληξα στν ἑξς ρισμ:

Ἡ  ταπεινοφροσύνη  εἶναι  ἀννυμη  χρις  τς  ψυχς,  ἡ  ποία  μπορεῖ  νά νομασθῆ μνο πό σους τν δοκίμασαν ἐκ πείρας. Εἶναι νέκφραστος πλοτος, ὀνομασία το Θεοῦ, δωρεά το Θεοῦ, ἐφ' σον κεῖνος λγει: ''Μθετε οὐκ π' γγλου, οὐκ π' νθρπου, οὐκ π δλτου, λλ' π ἐμοῦ'', δηλαδή π τν ἐνοκησί μου καί τν ἔλλαμψί μου καί τν ἐνέργειά μου μέσα σας, ''τι πρᾶς εἰμι κα ταπεινς τ καρδία κα τῶ λογισμ κα τῶ φρονματι, καί εὑρσετε  νπαυσιν  πολέμων  καί  κουφισμν  λογισμῶν  ταῖς  ψυχαῖς  ὑμν'' (πρβλ. Ματθ. ια' 29).

4. Διαφορετική εἶναι  ψις πού παρουσιζει ἡ σία αὐτή μπελος ταν κόμη ἐπικρατῆ  χειμνας τν παθν, κα διαφορετική ταν πλέον λθη  νοιξις α  ἔναρξις) τν καρπῶν, κα διαφορετική ταν φθση τό θέρος τν ρετν, παρ' λον τι λες ατές ο ψεις συμβάλλουν σ μία κα τν αὐτή εὐφροσύνη κα καρποφορία. Γι' ατ ἐμφανίζει κα τά ντίστοιχα σημδια κα τίς ἀποδείξεις τν κατ καιρούς καρπν της.

5. ταν ρχίζη νά νθίζη μέσα μας  σταφυλή τς σας αὐτς μπλουαἰσθανμεθα πραυτα κόπωσι κα μῖσος πρς κθε ἀνθρπινη δξα κα ἔπαινο, ἐνῶ συγχρνως ἐξορίζομε π μέσα μας τν θυμό κα τν ργ. σο δέ ἐν τῶ μεταξύ προχωρεῖ κατ τν πνευματικ ἡλικία μέσα στν ψυχ,  βασλισσα αὐτή τν ἀρετν, κθε καλ πού κτελοῦμε τό θεωροῦμε μηδέν ἤ μᾶλλον βδλυγμα. Κυρίως συλλογιζμαστε τι κθε μέρα πο περνᾶ αὐξνει τό φορτίο τν μαρτιν κα μελειν, πού σκορπίζουν τν πλοτο τῆς ψυχῆς.

Τό δ πλθος τν χαρισμτων πο μς χορηγεῖ ὁ Θες τό βλέπομε σν ατία μεγαλυτέρας τιμωρίας, γιατί δέν μς ξίζει. τσι ὁ νοῦς σφαλίζεται ἀπ τούς κλέπτες κλεισμένος μέσα στ βαλντιο τς μετριοφροσύνης. Ἀκούει μνο τά κτυπματα κα τά παιγνίδια τους, χωρίς νά ἐπηρεζεται καθλου π ατ. Καί τοτοδιτι  μετριοφροσύνη εἶναι ταμεῖο παραβίαστο.

6. τολμσαμε δι' λγων νά φιλοσοφσωμε γιά τν νθησι κα τν μικρή νπτυξι τοτου το ειθαλοῦς καρποῦ. λλά γιά τό ποιό εἶναι τό τέλειο βραβεῖο,  τέλειος καρπς τς ἱερς ατς ρετς, ὅσοι εἶσθε οκεῖοι το Κυρίου, ἐρωτσατε τν Κύριον. Γιά τν ποστητα κα μεγαλωσύνη τς ὁσας αὐτς ρετς δέν εἶναι δυνατν νά μιλσω. Γιά τν ποιτητά της πάλι εἶναι κόμη πιό δύνατο.

τσι ς ἐπιχειρσωμε πλι νά μιλσωμε γιά τίς διτητές της σύμφωνα μέ τν σκέψι πού λθε στν νοῦ μας.

7.  μετνοια πού γίνεται μέ συνεχ φροντίδα κα τ πένθος πού εἶναι καθαρισμένο π κθε κηλδα κα  σιωττη τν ρχαρίων ταπείνωσις διαφέρουν καί διακρίνονται μεταξύ τους σο ὁ ρτος π τν ζύμη καί τό ἀλεύρι. Διτι συντίβεται πρτα  ψυχ καί λεπτύνεται μέ τήν πραγματική μετνοια.

πειτα ἐννεται κατ κποιον τρπο καί, ς τ εἰπ τσι, συμφύρεται μ τν Θεν μέ τ δωρ το ληθινο πένθους. Ἐν συνεχεία, ἀφοῦ νψη μ τό πῦρ τοῦ Κυρίου, ἐμφανίζεται ς στερες ρτος  μακαρία ταπείνωσις,  ζυμος καί τυφος, ( ποία δηλαδή εἶναι πηλλαγμένη π τν ζύμη τς κακας κα τν ὑπερηφνεια).

Κα πως κθε μία π τίς τρεῖς αὐτές ρετές, τίς μοιες μέ τρίπλοκη ἁλυσδα ἤ καλτερα   μέ   οὐρνιο   τξο,   ἐμφανίζει   τν   δια   δύναμι   καί   ἐνέργεια   καί ποβλέπει στν διο στχο, θά πρέπει πωσδποτε νά ἔχουν μεταξύ τους κα τίς ἰδιτητες κοινές. τσι ποιο θά νομσης σημάδι τς μις, θά τό εὕρης νά εἶναι γνρισμα καί τῆς ἄλλης.

Αὐτό δ πο εἶπα θά προσπαθσω μέ συντομία νά τό ποδείξω κα ν τό ἐπικυρσω.

8. Πρτη κα ἐξαιρετική διτης τς ραας κα ξιοθαύμαστης αὐτς τριδος εἶναι  μετ πολλς χαρς ὑποδοχ τς τιμίας, τν ποία δχεται μέ νοικτά τ χέρια κα τν ἐναγκαλίζεται, μέ τν σκέψι τι καταπαύει κα κατακαίει ψυχικές σθένειες κα μεγάλες μαρτίες. Δεύτερο γνρισμ της εἶναι ἡ ἐξαφνισης κθε κδηλσεως θυμοῦ, καθς κα  μετριοφροσύνη γι' αὐτή τν ἐπιτυχα.  τρίτη δ κα νωτέρα βαθμίδα εἶναι  ναμφίβολος μφιβολία γιά τν ἰσχύ τῶν καλῶν μας ἔργων, καθς κα  συνεχς ἔφεσις γιά μθησι.

9. Ὅπως ''τλος νμου κα προφητν Χριστς, εἰς δικαιοσύνην παντί τῶ πιστεύοντι'' (Ρωμ. ι' 4), τσι κα τέλος τν ἀκαθρτων παθν σ καθέναν πού δέν προσχει εἶναι  κενοδοξία κα  ὑπερηφνειαΜ τό ν τίς φονεύη δ αὐτές ἡ νοερ λαφος τς ταπεινοφροσύνης, διαφυλάττει ἐκεῖνον  ποῖος συζῆ μαζί της πρσβλητον π κθε θανατηφρο δηλητριο. Πο ν ἐμφανισθῆ λθεια σ' αὐτν τ δηλητριο τς ὑποκρισας; Ποῦ τ δηλητριο τς καταλαλις; Ποῦ νά ἐμφωλεύση σ' ατν φις; Κα ν πλιν ἐμφωλεύση, δέν θανατνεται κα δέν ἐξαφανίζεται, ταν τραβηχθῆ ἔξω ἀπ τν καρδιά κα φανερωθ; Δέν συναντς σ ποιον συνδέεται μέ αὐτν μῖσος οτε κποια μορφή ντιλογας οτε καμμία σμή πειθαρχας, κτς ν τυχν πρκειται γιά θέματα πίστεως.

10. ποιος τν ἐνυμφεύθη εἶναι πιος, προσηνς, εὐκατνυκτος, εὐσπλαγχνικς περισστερο πό κάθε λλον. Εἶναι κόμη γαλνιος, χαρωπς, εὐκολοκυβέρνητος, λυπος, γρυπνος, οκνος, κα ιατί ν λγω πολλ;- παθς· φοῦ ''ἐν τῆ ταπεινώσει ἡμν ἐμνσθη ἡμν  Κύριος κα λυτρσατο μς ἐκ τν χθρν μν'' (Ψαλμ. ρλε' 23-24) κα ἐκ τῶν παθν καί μολυσμν.

11.  ταπεινφρων μοναχός δέν πολυεξετζει τά ἄρρητα μυστρια, ἐνῶ ὁ ὑπερφανος ἐρευν τά κατληπτα κρίματα τοῦ Θεοῦ.

12. Σ κάποιον π τούς πλέον γνωστικούς δελφούς παρουσισθηκαν φθαλμοφανς ο δαίμονες κα τν ἐμακρισαν. Ατς δ  πνσοφος τούς πντησε: '' ν σταματσετε ν μέ ἐπαιντε μέ τούς λογισμούς πού φέρνετε

στήν ψυχ μου, ττε ἐξ ατας τς ναχωρσεώς σας θά θεωρσω τν αυτν μου μέγαν. ν μως δέν σταματσετε ν μέ ἐπαιντε, ττε π τούς δικούς σας  ἐπαίνους  θά  συλλογίζωμαι  τν  δική  μου  καθαρσα ἐφ'  σον  εἶναι
''ἀκθαρτος   παρά   Κυρίω   πς   ὑψηλοκρδιος''   (Παροιμ.   ις'   5).   Ἢ   λοιπν
ναχωρεῖτε κα γίνομαι μέσως μέγας  συνεχίζετε νά μέ ἐπαιντε κα ποκτῶ μέ τν συνεργία σας περισστερη ταπείνωσι''. Ο δαίμονες μέσως κατεπλάγησαν διτι δέν εχαν τί ν το παντσουν κα γιναν φαντοι.

13. Ν μν εἶναι  ψυχ σου ς πρς τ ζωοποιό τοτο νμα, δηλαδ τν ταπείνωσι, λάκκος πο ἄλλοτε τν ναβλύζει κα ἄλλοτε πάλι στερεύει π τν καύσωνα τς φιλοδοξίας κα της πρσεως, λλ πηγ παθείας πο πντοτε θά ναβλύζη π τ βθη της ποταμό λκληρο ταπεινοφροσύνης. Γνώριζε, ὦ φίλε μου, τι ο κοιλδες εἶναι κεῖνες πο πληθαίνουν μέσα τους τ σιτρι καί τν πνευματικ καρπ. Κοιλάδα σημαίνει ψυχ ταπεινωμένη νμεσα σ ρη(δηλαδή νμεσα σ πνευματικές ρετές), ἡ ποία πντοτε εἶναι χωρίς ὑπερηφνεια καί πντοτε παραμένει μετακίνητη.

14. Δέν  λγει ὁ  Ψαλμωδός  ''ἐνστευσα'' οτε ''ἀγρύπνησα''  οτε ''ἐκοιμθηκα κατ γς'', λλ ''ἐταπεινώθην, κα ἔσωσ με συντμως ὁ Κύριος'' (πρβλ. Ψαλμ. ριδ 6) Ἡ  μέν  μετνοια  μς  νεγείρει,  τό  δέ  πένθος  κρούει  τν  πλη  τοῦ οὐρανοῦ,  δ ὁσία ταπείνωσις τν ἀνογει. Ἐγ δ ὁμολογ κα προσκυν τν τριδα μέσα στν μονάδα καί τήν μονδα μέσα στν τριάδα.

15. Ὅλα σα βλέπονται τά φωτίζει  λιος, κα ὅλα σα γίνονται μέ λογικ τά ἐνισχύει  ταπείνωσις. ταν ἀπουσιζη τό φς, ὅλα εἶναι ζοφώδηκα ὅταν πουσιζη ἡ ταπείνωσις, λα τ κατορθματά μας εἶναι ἄχρηστα.

16.   νας χρος σ λόκληρη τν κτίσι εἶδε μία μνο φορά τν ἥλιο. Κα ἕνας μνο λογισμός πολλές φορές προξένησε ταπείνωσι. Μία κα μνη μέρα αἰσθνθηκε   ὅλος   ὁ   κσμος   γαλλασι.   Καί   μία   μνη   πρχει   ρετ,   ἡ ταπείνωσις, πού δέν μποροῦν ν τν μιμηθοῦν οἱ δαίμονες.

17. λλο πργμα εἶναι τό νά ὑπερηφανεύεται κανείς, κα ἄλλο τό νά μν ὑπερηφανεύεται, κα λλο τό νά ταπεινώνεται.  πρτος καθημερινς κρίνει τούς λλους· ὁ δέυτερος δέν κρίνει τούς λλους, πλν μως δέν κατακρίνει καί τν   αυτν   του·   ὁ   δέ   τρίτος,   ἄν   καί   πηλλαγμένος   πό   τν   καταδκηκαταδικζει ὁ ἴδιος συνεχς τόν αυτν του.

18. Ἄλλο πργμα εἶναι τό νά ταπεινοφρονῆ κανείς, κα λλο τό νά γωνίζεται νά ταπεινοφρονκα ἄλλο τό νά ἐπαινῆ τν ταπεινφρονα. Τό πρῶτο εἶναι τν τελείωντό δεύτερο τῶν ἀληθινν ὑποτακτικν, καί τ τρίτο λων τῶν πιστν.

19. κεῖνος πού χει γίνει ταπεινς βαθειά κα ἐσωτερικ, δέν κλέπτεται κα δέν ζημινεται π λόγους χειλων. Διτι δέν προφέρει  θύρα το στματος ,τι δέν χει  θησαυρς τῆς καρδις.

20.  ἵππος πο εἶναι μνος του, πολλές φορές το φαίνεται πς τ καταφέρνει στ τρέξιμο, ὅταν μως εὑρίσκεται μαζί μ λλους ἵππους, ττε ντιλαμβνεται τν νωθρτητά του.

21. ν  λογισμς δέν καυχται πλέον γιά φυσικά προτερματα, αὐτό εἶναι σημδι τι ρχίζει νά ἔρχεται  γεα. ντιθέτως σο σφραίνεται ἀκμη κείνη τν δυσοσμαδέν αἰσθνεται τοῦ πνευματικοῦ μύρου τν εωδα.

22.  ἐραστς μου, εἶπε  ὁσία ταπείνωσις, δέν ἐπιπλττει, δέν καταδικζει τούς ἂλλους, δέν ἐπιζητεῖ πρωτεῖαδέν χρησιμοποιεῖ σοφιστεῖες, ως ὣτου ἑνωθῆ μαζί μου, διτι μετά τήν ἓνωσί μας δέν πόκειται πλον στν νμο.

23. Σ κποιον ἀγωνιστή πού προσπαθοῦσε νά κατακτση τν μακαρία ταπείνωσι, οἱ νσιοι δαίμονες ἔσπερναν ἐπαίνους στν καρδι. κεῖνος ττε μηχανται κατπιν θείου φωτισμο κποιο εὐσεβές τχνασμα, γιά νά νικση τν πονηρία τν δαιμνων. Σηκώνεται λοιπν μέσως καί γρφει στν τοχο τοῦ κελλου του τά νματα τν πλέον ὑψηλν ρετν, δηλαδ τς τελείας γπης, τς ἀγγελικς ταπεινοφροσύνης, τς καθαρς προσευχς, τς φθρτου ἁγντητος κα τν παρομοων. Ὁσάκις λοιπν ρχιζαν νά τν ἐπαινοῦν οἱ λογισμοί, τούς ἔλεγε: '' ς πμε νά κνουμε τν λεγχο''. Πλησιζοντας δ στν τοχο ἐδιβαζε τά νματα τν ἀρετν κα ἀπευθυνμενος στν αυτν του ἐκραγαζε: ''ταν τίς ποκτσης ατές, ς γνωρίζης τι ἀκμη εὑρίσκεσται μακρυά πό τόν Θεν''.

24. Ποία εἶναι  δύναμις κα  οσία τοτου τού λου, (δηλαδ τς ταπεινοφροσύνης)δέν μποροῦμε νά τν παρουσισωμε. Μνο π τίς ἐνέργειές της καί π τίς ἰδιτητές της κατορθνομε νά κατανοσωμε τν βαθύτερη οσία της.

25.  ταπεινοφροσύνη εἶναι θεϊκ σκέπη πού σκεπζει τούς φθαλμούς μας, γιά νά μ βλέπωμε τά κατορθματά μας.  ταπεινοφροσύνη εἶναι βυσσος εὐτελείας, πρσβλητη π κθε κλέπτη.  ταπεινοφροσύνη εἶναι ''πύργος ἰσχύος ἀπ προσώπου χθροῦ'' (Ψαλμ. ξ' 4). ''Ὁ χθρς δέν χει νά φεληθῆ πό αὐτν, τν ταπειν, κα ὁ υἱς ἤ μᾶλλον ὁ λογισμς τς ἀνομίας δέν θά μπορέση νά τν κακοποιση. ντιθέτως δ ατς θά κατακόψη ἐνπιν του λους τούς ἐχθρούς του κα σους τν μισοῦν θ τούς κατατροπώση'' (πρβλΨαλμ. πη' 23).

26.  μεγλος τοτος διοκττης τοῦ ἰδικο του πλοτου, δηλαδ  ταπείνωσις, ντιλαμβνεται μέσα στν ψυχ καί ἄλλα κλεκτά γνωρίσματα, κτς π λα ἐκεῖνα πο προαναφέραμε. Διτι κεῖνα πού προαναφέραμε, ἐκτς π ἕνα, ὑποδηλνουν πλς στούς λλους τόν πνευματικ πλοτο.

27. Θά γνωρίσης κα δέν θά πατηθς τι πκτησες μέσα σου τν ὁσία αὐτή οσα, δηλαδ τν ταπείνωσι, π τό πλθος το ρρτου φωτς κα π τν περγραπτο ἔρωτα τς προσευχς. Πρίν κατακτηθοῦν αὐτά προηγεῖται μία κατστασις, κατά τν ποία  καρδιά δέν περιφρονεῖ τούς μαρτνοντας οτε κατακρίνει τά μαρτματά τους. Κα πρίν πό αὐτν τν κατστασι προηγεῖται ἄλληκατά τν ποία ἡ καρδιά μισεῖ κθε κενοδοξία.

28.  Ὅποιος  ἐπτυχε  τν  πλρη  γνσι  τοῦ  ἑαυτοῦ  του,  αὐτς  ἔσπειρε  σέ  γῆ ἀγαθ.  ποιος  δέν  ἔσπειρε  κατ αὐτν  τν  τρπο,  δέν  πρόκειται  νά  δῆ  νά νθίζη μέσα του  ταπεινοφροσύνηποιος πτυχε τν γνσι το αυτο του, αὐτς αἰσθνθηκε τν φβο το Κυρίου, κα βαδίζοντας μέ τν αἴσθησι αὐτή ἔφθασε στήν πύλη τς γπης.

29.  ταπείνωσις εἶναι  πλη τς οὐρανίου βασιλείας πού εσγει σ' αὐτν σους τν πλησιζουν. Νομίζω τι γι' ατν εἶπε ὁ Κύριος: ''Κα εἰσελεύσεται ὁ βουλμενος  καί  ἐξελεύσεται  φβως  ἐκ  τοῦ  βίου  καί  νομν  εὑρσει' (πρβλ. Ἰωάν. ι' 9) κα χλη μέσα στν παράδεισο. λοι σοι εἰσλθαν στν μοναχική ζωή π λλη θύρα ατο εἶναι κλέπται κα ληστα τς δικς τους ζως (πρβλ. Ἰωάν. ι' 1).

30. σοι ἐπιζητοῦμε τν ταπεινοφροσύνη ς μή παύωμε νά ἐξετζωμε κα νά νακρίνωμε τούς αυτούς μας. Κα ταν αἰσθανμεθα μέ τν καρδιά μας ντερον σ λα τν πλησονττε εἶναι κοντά μας τό ἔλεος, (δηλαδ τό ἐκ Θεοῦ δῶρο τς ταπεινοφροσύνης).

31. Εἶναι κατρθωτο νά προλθη π τό χινι φλόγαΠερισστερο μως ἀκατρθωτο εἶναι νά εὑρεθῆ ταπείνωσις στούς τεροδξους, διτι τό κατρθωμα αὐτό ἀνκει μνο στούς πιστούς κα ρθοδξους κα μλιστα σέ σους ἐξ ατν ἔχουν καθαρθῆ πό τ πθη.

32. Οἱ περισστεροι π ἐμς νομζομε τούς αυτούς μας μαρτωλούς· ἴσως κα νά τό παραδεχώμαστε. λλ τν ταπεινφρονα καρδία τν λγχει ἡ προσβολ κα ἡ ἐξουδένωσις ἐκ μέρους τῶν λλων.

33. κεῖνος πού ἀγωνίζεται νά φθση στ ἀκύμαντο λιμνι τς ταπεινοφροσύνης, δέν θά παύση ποτέ νά χρησιμοποιῆ διαφρους τρπους καί λγους   καί   σκέψεις   καί   ἐπινοσεις   καί   ἔρευνες   καί   ναζητσεις   καί ἐπιτηδεύματα καί  τεχνσματα καί  εὐχές  καί  προσευχές, μέχρις του πομακρύνη τό σκφος τς ψυχς του π τν παντοτεινά τρικυμιώδη θάλασσα τς οσεως· κα τοτο, μέ τν βοθεια το Θεοῦ κα μέ τρπους ζως πιό ταπεινούς κα πι περιφρονημένους. Διτι ὅποιος εσώθηκε π ατν, τν οησι, εὔκολα σν τν τελνη τακτοποιεῖ τά ὑπόλοιπα μαρτματ του.

34. Μερικοί, παρ' λον τι ἐσυγχωρθηκαν γιά τά παλαιά τους ἁμαρτματα, ἐν τοτοις τά ἐνθυμοῦνται μέχρι τέλους τς ζως τους, χρησιμοποιντας αὐτά ὡς φορμή ταπεινοφροσύνης κα μαστιγνοντας μ αὐτά τό μταιο φρνημα τς οσεως. Ἄλλοι, ναλογιζμενοι τό πθος το Χριστοῦ, θεωροῦν πντοτε τν ἑαυτό τους χρεστηἌλλοι ἐξευτελίζουν τν αυτό τους μ τά καθημερινά τους σφλματα. λλοι κατέρριψαν στ δαφος τν ὑπερηφνεια μέ τούς πειρασμούς καί  τίς  σθένειες  καί  τά  πταίσματα  πού  κατά  καιρούς  τούς  συνέβησαν.  Καί ἄλλοι τέλος π τν λλειψι χαρισμτων πκτησαν τν μητέρα τν χαρισμτων.

Εἶναι κα μερικοί ἄλλοι -δέν γνωρίζω ν πρχουν κα σμερα- οἱ ποῖοι ταπειννουν τν ἑαυτν τους μέ τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ. σο περισστερο αὐξνουν ο δωρεές το Θεοῦ, τσο περισστερο ταπειννουν τν αυτό τους, μέ τν σκέψι τι εἶναι νξιοι γιά ἕναν τέτοιο πλοτο. Κα ζοῦν μέ τν συναίσθησι τι καθημερινς αὐξνει τό χρέος τν μαρτιν τους. Τοτο εἶναι  ταπείνωσις, τοτο  μακαριτης, τοτο τό ντερο βραβεῖο.

35. ταν δς  ἀκούσης ὅτι κποιος μέσα σ λγα ἔτη πκτησε πολ μεγάλη πθεια, νά ξέρης ὅτι δέν ἐβάδισε ἄλλη, ἀλλ τοτη τν μακαρία κα σύντομη δ.

36. Ἀγπη κα ταπείνωσις! ερό ζεῦγος!  μία ὑψνει καί ἡ ἄλλη συγκρατεῖ σους ὑψθηκαν καί δέν τούς φνει ποτέ ν πέσουν.

37. Ἄλλο εἶναι ἡ συντριβή κα λλο  πγνωσις κα λλο  ταπείνωσις. Ἡ συντριβή εἶναι γέννημα κποιας πτώσεως, διτι κεῖνος πού πίπτει συντρίβεται κα ἵσταται στν προσευχή χωρίς παρρησία κα μ ἐπαινετή ναδειαἀκουμπῶντας σν τσακισμένος στν ρβδο τς ἐλπδος καί ποδιώκοντας μέ αὐτή τν κύνα τς πογνσεως.

πγνωσις εἶναι ἡ ρθή γνσις τν μέτρων, στ ποῖα εὑρισκμαστε, καθς καί ἡ ἀδιάκοπη μνμη τῶν μικρν σφαλμτων.

Ταπείνωσις εἶναι  ἡ νοερ διδασκαλία  τοῦ  Χριστοῦ,   ποία φυλσσεται πό σους τν ξιθηκαν στούς μυστικούς θαλμους τς ψυχς, κα δέν μπορεῖ νά ἐκφρασθ μέ λγια.

38. Ὅποιος λγει τι σφρνθηκε καλ τν εδία ἑνς ττοιου μύρου καί συγχρνως ταν κούη ἐπαίνους συγκινεῖται κπως ἡ καρδιά του  βλέπει ὅτι δονεῖται π τν δύναμι τν ἐπαινετικν λόγων, ατς, ἄς μν πατται, χει πλανηθ.

39. Ἄκουσα κάποιον νά λγη ὁλοψύχως: ''Μή μῖν, Κύριε, μ μῖν, ἀλλ'  τῶ νματί σου δός δξαν'' (Ψαλμ. ριγ' 9). Κα τοτο, διτι γνριζε τι  φύσις τοῦ νθρπου δέν μπορεῖ τσι μνη της νά φυλαχθῆ βλαβς πό τν δξα λεγε ἀκμη: ''Παρά σοῦ ὁ ἔπαινς μου ἐν κκλησία μεγάλη'' (Ψαλμ. κα' 26), δηλαδή κατ τν μέλλοντα αἰῶνα. Διτι προηγουμένως δέν μπορῶ νά σηκώσω τν δξα καί τόν ἔπαινο χωρίς κίνδυνο.

40.   ν   τοτο   ποτελῆ   ὅρο   καί   λγο   καί   τρπο   τς   πλέον   μεγάλης ὑπερηφανείας, δηλαδ τ νά ὑποκρίνεται κανείς π φιλοδοξία ρετές πού δέν ἔχει, πωσδποτε τοτο θά ποτελ τό σημδι τς πλέον βαθεις ταπεινοφροσύνης, τ νά παρουσιαζμαστε δηλαδ σ ἄλλους ς ἔνοχοι δῆθεν διαφρων ἁμαρτημτων, στε νά ἐξευτελιζμαστε.

τσι ἐνργησε κεῖνος πού πρε στ χέρια του τό  ψωμί κα τό  τυρί.   τσι ἐκεῖνος πού ἀφρεσε τ ἔνδυμά του κα γύρισε τν πλι μέ πθεια, σν ἀγωνιστς τς ἁγντητος πού ταν. Δέν θά λβουν ὑπ' ψιν τους ατο οἱ ἀγωνιστα τν σκανδαλισμ τν νθρπων, φοῦ ἔχουν ποκτσει τν δύναμι νά πληροφοροῦν μυστικά μ τν προσευχ τους λους γιά τν ἀληθινή τους κατστασι.

41. ποιος φροντίζει γιά τό πρτο, δηλαδ γιά τν ποφυγ το σκανδαλισμοῦ, αὐτς δείχνει τι στερεῖται τό  δεύτερο, δηλαδ τν δύναμι τς πληροφορίας. Διτι ταν χωμε τν Θεν τοιμο νά μς ἐπακοη, λα μποροῦμε νά τά κατορθσωμε.  Νά  προτιμς  νά  λυπς  τούς  νθρπους  μλλον  καί  ὄχι  τν Θεν, διτι χαίρεται  Θες ταν μς βλέπη νά ἐπιδιώκωμε τν τιμα, μέ τν σκοπ νά πιέσωμε κα νά κτυπσωμε κα νά ἐξοντσωμε τν ματαιτητα τς οσεως.

42.  τελεία ξενιτεία εἶναι ἡ πρόξενος τν τσο μεγάλων κατορθωμτων, ἐφ' σον μνο ο πολ μεγάλοι ντέχουν στ ν ἐμπαίζωνται π τούς γνωρίμους των.  (Οἱ  λλοι  ἐπειδή  δέν  ντέχουν  ς  ἐπιζητοῦν  νά  ξενιτεύουν  καί  νά

σκοῦνται νμεσα σ ξένους καί ἀγνστους νθρπους). ς μή παραξενευθς γιά σα εἶπα, διτι κανείς δέν μπορεῖ ν' ἀνεβῆ διά μις λη τήν κλίμακα.

43. ''Θά μς ναγνωρίσουν λοι ς μαθητς το Θεοῦ, ὄχι διτι μς ὑποτσσονται ο δαίμονες, ἀλλ διτι τά νματά μας χουν γραφῆ στν οὐρανό τς ταπεινώσεως'' (πρβλ. Λουκ. ι' 20).

44.  καρπία κνει ὥστε ο κλάδοι τν λεγομένων κτρων νά νυψνωνται μνοι τους πρς τά ἐπνωταν ὅμως γείρουν πρς τά κτω, ρχίζει γρήγορα ἡ καρποφορία. ποιος τ συνέλαβε στν νοῦ του, καταλαβαίνει τί θλω ν επῶ.

45. Στν σία ταπείνωσι πρχουν ἐνπιον το Θεοῦ διφορες βαθμίδες ναβσεως: ἡ τριακοστ, ἡ ἑξηκοστή κα  κατοστήΣτν τελευταία βαθμδα κατορθνουν ν ἀνεβοῦν οἱ παθεῖς, στήν μεσαία ο νδρεῖοι κα στν πρώτη ὅλοι. κεῖνος πού πκτησε ατογνωσα, ποτ δέν θά ξεγελασθ νά ἐπιχειρση κάτι ὑπέρ τν δύναμί του, ἀλλ προχωρεῖ στ ἑξς πατντας στερεά στν μακαρία αὐτή δ τς ταπεινώσεως.

46. Τά πτηνά φοβοῦνται τν θέα το ἱέρακος. μοως κα ο ἐργται τς ταπεινοφροσύνης τν χο τς ντιλογας.

47. Εἶναι πολλο κεῖνοι πού πτυχαν τν σωτηρία τους χωρίς προφητικά χαρίσματα κα λλμψεις κα θαυματουργίες. Χωρίς τν ταπείνωσι μως κανείς δέν πρόκειται νά εἰσλθη στν νυμφνα. Διτι τά μέν πρῶτα τ διαφυλσσει ἡ δευτέρα, δηλαδ  ταπείνωσις, ἐνῶ ἀντιθέτως τ πρτα, σ ἐπιπολαους νθρπους τν ἐξαφνισαν (τν ταπείνωσι).

48. Γι νά ταπεινούμεθα, ἔστω κα χωρίς τν θέλησ μας,  Κύριος οκονμησε κα τοτο: Κανείς δέν μπορεῖ ν βλέπει τά τραύματ του, ὅπως τά βλέπει ὁ πλησον του. τσι εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά χρεωστοῦμε τν θεραπεία μας ὄχι στόν αυτν μας, λλ στν πλησον καί στν Θεν.

49.  ταπειννους ποστρέφεται μέ βδελυγμία τό δικ του θέλημα ς πεπλανημένο. Κα στ αἰτματ του πρός τν Κύριον συνηθίζει νά δχεται μέ δίστακτη  πίστη  τν  γνσι  τοῦ  θελματς  Του  καί  νά  ὑπακούη  σ'  αὐτπακούει δ στούς διδασκάλους του χωρίς νά ἐξετζη κα ν περιεργζεται τν ζω τους, λλ ναθέτοντας κθε φροντίδα του στν Θεν,  ποῖος κόμη καί μέ τ στμα τῆς νου δδαξε στν Βαλαάμ τά παρατητα ρβλριθ. κβ' 28).

50.  ταπειννους ατς μοναχς, κα ταν ἀκμη ὅλα τ σκέπτεται κα τά πρττη καί τ λέγη κατ Θεν, καί ττε ἀκμη δέν δίδει ἐμπιστοσύνη στν αυτό του. Διτι γιά τν ταπειν τό  οκειπιστον εἶναι μεγλος σκλοψ κα βρος, πως ἀντιθέτως γιά τν ὑπερφανο τό ἑτερόλεκτο.

51. γ νομίζω τι μνο ποιος εἶναι Ἄγγελος δέν κλέπτεται ἀπ μαρτματαδέν ὑποπίπτει δηλαδ σ κανένα μρτημα, διτι ἄκουσα κποιον πγειο Ἄγγελο ν λγη: ''Οὐδέν ἐμαυτ σύνοιδα, λλοὐκ ἐν τοτω δεδικαωμαι· ὁ δέ νακρίνων με Κύρις ἐστι'' (Α' Κορ. δ' 4). Γι τν λόγο αὐτό φείλομε νά κατακρίνωμε συνεχς κα ν κατηγοροῦμε τούς αυτούς μας, ὥστε μέ τν ἑκούσιο ἐξευτελισμ ν ἀπομακρύνωμε τίς κούσιες ἁμαρτίες. Διαφορετικά θά εἶναι πωσδποτε σχημη ἡ λογοδοσία μας γι' αὐτά τν ὥρα τοῦ θαντου.

52. κεῖνος πού ζητεῖ πό τν Θεν πράγματα μικρτερα π ,τι θά το ξιζαναὐτς θά λάβη πωσδποτε ντερ του. Περ ατο μαρτυρεῖ ὁ τελνης, ὁ ποῖος ζητοῦσε μνο τν συγχώρησι κα πεκμισε π πλέον κα τν δικαωσι. Ὁ ληστς πλιν ἐζτησε νά τν ἐνθυμηθῆ μνο ὁ Κύριος στν βασιλεία Τουκαί μως κληρονμησε λκληρο τόν παράδεισο.

53. Μέσα στν δημιουργία δέν εἶναι δυνατν νά ντικρύσης μικρή  μεγάλη φωτιά σον φορᾶ τν φύσι της. Κα στν νθευτη ταπεινοφροσύνη εἶναι ἐντελῶς δύνατον νά ἐναπομείνη χνος κποιας ξένης λης. Ὅσο συνεχίζομε νά μαρτνωμε κουσως, δέν πρχει μέσα μας τοτο,  ἀνθευτη δηλαδή ταπεινοφροσύνη. ταν μως μαρτνωμε κουσως, αὐτό ποτελεῖ πδειξι τς παρουσας της.

54. Γνωρίζοντας  Δεσπτης Χριστς τι πρς τν ἐξωτερική ἐμφνισι συμμορφνεται  καί  ἡ  φανς  ρετή  τς  ψυχς,  φορντας  τό  λέντιο  μς ὑπδειξε μέθοδο γιά ν βαδίζωμε τν δ τς ταπεινσεως. Διτι ἡ ψυχή ἐξομοινεται μέ ὅ,τι ἀσχολεῖται κα λαμβνει τν τύπο κα τν μορφή ατν, τά ποῖα πρττει.

55.  ρχ, ( ἐξουσα), γινε αἰτία ὑψηλοφροσύνης σ' ἕναν γγελο· λλά βεβαως δέν το δθηκε ἡ ἐξουσία γιά ν πέση στν ὑψηλοφροσύνη.

56. Διαφορετικά αἰσθνεται ποιος κάθεται σ θρνο κα διαφορετικά ποιος κάθεται στν κοπρι. σως γιά τν λόγο ατ κα  μγας κεῖνος δκαιος, (δηλαδ  Ἰώβ), καθταν ἔξω π τν πόλι ἐπνω στν κοπρι. Ττε φοῦ πκτησε τν τελεία ταπεινοφροσύνη εἶπε ὁλοψύχως: '' Ἐφαλισα ἐμαυτν καί ἐτκην· ἥγημαι δέ ἐμαυτν γν καί σπόδον'' (Ἰώβ μβ' 6).

57. Εὑρίσκω τι κεῖνος ὁ  Μανασσς μρτησε σο κανείς ἄλλος νθρωπος, φο κα τν Να το Θεοῦ κα λόκληρη τν θρησκεία ἐμόλυνε μέ τά εἴδωλα. Γι' ατν κα ἄν κόμη ἐνστευε ὅλος  κσμος, δέν θά μποροῦσε νά προσφέρη τίποτε πού νά ντιστθμιζε τά μαρτματά του.  ταπείνωσις μως εστθη ἱκανή καί εθερπευσε σα ταν σ' αὐτν θερπευτα.

58. '' τι εἰ θέλησας θυσαν, δωκα ν'', λγει ὁ Δαβίδ στν Θεν. '' Ὁλοκαυτούμενα σώματα διά νηστείας, οὐκ εὐδοκσεις· θυσία τῶ Θε'' (πρβλΨαλμ. ν' 18-19) κα τά λοιπ. λοι κατανοοῦν τν σημασία ατν τν λόγων. '' Ἡμρτηκα τῶ Κυρίω'' ἐβόησε πρς τν Θεν ἡ μακαρία ατή ταπείνωσις γιά τά μαρτματα τς μοιχείας κα το φνουκα ἀμέσως λθε  πντησις: '' φείλετο (=ἐσυγχρησε) Κύριος τό μρτημά σου'' (Β' Βασ. ιβ' 13).

59. Δρμο κα φορμή γιά τν πόκτησι ατς τς ρετς ο είμνηστοι Πατέρες μας ρισαν τούς σωματικούς κόπους. γ π πλέον συνιστῶ τν ὑπακο καί τν εὐθύτητα τῆς καρδας, πο ἐκ φύσεως εἶναι ντίθετες πρς τήν οησι.

60. ν ατ, ἡ ὑπερηφνεια, μερικούς πό Ἀγγλους τούς μετέβαλε σέ δαίμονας,  κείνη ἡ  ταπεινοφροσύνη,  πωσδποτε  μερικούς  πό  δαίμονας μπορεῖ ν τούς μεταβλη σέ γγλους· γι' αὐτό ς χουν θρρος σοι ἔπεσαν.

61. ς σπεύσωμε κα ς πυκτεύσωμε μέ ὅλες μας τίς δυνμεις νά νεβοῦμε στν κεφαλή κα κορυφ τς ταπεινοφροσύνης. ν δέν μποροῦμε ατ, ς νεβοῦμε τολάχιστον στούς μους της. ν κα αὐτό δέν μποροῦμε νά τό κατορθσωμε,

ς μν χσωμε τολάχιστον τν γκάλη της. Διτι ὅποιος τν χση κα αὐτν, πρῶ ν θ μπορέση ν κερδήση τίποτε στν αἰωνιτητα.

62. Νεῦρα τς ταπεινοφροσύνης κα ὁδοί, ἀλλ' χι κα σημάδια κα ποδείξεις, εἶναι  ἀκτημοσύνη,  φανς ξενιτεία,  πόκρυψις τς σοφας,  πλῆ μιλα, ἡ ζτησις λεημοσύνης, ἡ πόκρυψις τς εὐγενικς καταγωγς, ἡ ἐξορία τς παρρησας,  πομάκρυνσις τς πολυλογας. Τίποτε λλο δέν κατρθωσε ποτέ μέχρι τρα νά ταπεινώση τσο τν ψυχ, σο  φτώχεια κα  ἐπαιτεία. Ττε φαίνεται  φιλοσοφία μας κα  φιλοθεϊα μας, ταν, ἐνῶ μποροῦμε νά ὑψσωμε τν αυτό μας, ποφεύγωμε νεπιστρεπτεί τό ὕψος.

63.  ν  ἐξοπλίζεσαι  καμμία  φορά  ἐναντον  ἑνς  πθους,  νά  παίρνης  ς σύμμαχο τοτη τν ρετ. Διτι αὐτή ''ἐπ σπίδα κα βασιλίσκον ἐπιβσεται, κα καταπατσει λοντα κα δράκοντα'' (Ψαλμ. 90' 13), δηλαδή, ὅπως θ λεγα ἐγώ, ''ἐπ μαρτίαν κα πγνωσιν ἐπιβσεται κα καταπατσει τν διβολον καί τόν δρκοντα τοῦ σματος''.

 ταπεινοφροσύνη εἶναι οὐρνιος νεμοστρβιλος πού μπορεῖ νά νεβση τν ψυχή π τν βυσσο τς μαρτίας στ ὕψη το οὐρανοῦ. ντίκρυσε ἕνας κάποτε τό κλλος της μέσα στν καρδιά του κα φοῦ κατελφθη ἀπ θμβος ἐρωτοῦσε τ νομα το πατρς της. κείνη δ μέ ἕνα φαιδρό κα γαλνιο μειδαμα το ἀποκρίνεται: ''Πς σπεύδεις νά μθης τ νομα το πατρς μου, ἐνῶ αὐτς εἶναι ννυμος; Δέν θά σοῦ τ φανερσω, ἕως λβης μέσα σου τν Θεν''. Αὐτῶ  δξα εἰς τούς αἰῶνας. μν.

Μητέρα τς πηγς εἶναι  ἄβυσσος τν δτων· πηγ δ τς διακρίσεως ἡ ταπείνωσις.




Δοσίθεου Ἰεροσολύμων. † Τέσσαρα μεγάλα θηρία ἐγεννησεν ὁ ΙΣΤ αἰών : Τὴν αἴρεσιν τοῦ Λούθηρου, τὴν αἴρεσιν τοῦ Καλβίνου, τὴν αἴρεσιν τῶν Γιεζουβιτών καὶ τὴν αἴρεσιν τοῦ νέου Καλενδαρίου-ημερολογίου.


Δοσίθεου Ἰεροσολύμων.

† Τέσσαρα μεγάλα θηρία ἐγεννησεν ὁ ΙΣΤ αἰών : Τὴν αἴρεσιν τοῦ Λούθηρου, τὴν αἴρεσιν τοῦ Καλβίνου, τὴν αἴρεσιν τῶν Γιεζουβιτών καὶ τὴν αἴρεσιν τοῦ νέου Καλενδαρίου-ημερολογίου.




ΣΙΓΓΙΛΙΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΩΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΥ
τοῖς ἁπανταχοῦ Ὁρθοδόξοις Χριστιανοῖς εἰς τὸ μὴ παραδέχεσθαι τὸ νεότερον Πασχάλιον ἤ Καλενδάριον τοῦ καινοτομηθέντος Μηνολογίου, ἀλλ’ ἐμμένειν τοῖς ἅπαξ ἁπλανῶς καὶ καλῶς διατυπωθεῖσει παρὰ τῶν Ἁγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἁγίας Οἱκουμενικῆς πρῶτης Συνόδου μετ’ Ἐπιτιμίου Ἀναθέματος.

†Ἱερεμίας ἐλέω Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνστ/πόλως καὶ Οἱκουμενικὸς Πατριάρχης.

Ἐπειδὴ καὶ πάλιν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἅτε καινοτομίας χαίρουσα τοῖς περὶ αὐτὴν Ἀστρονόμοις ἀπερισκέπτως συνήνεσε καὶ μετέθετο τὰ καλῶς περὶ τοῦ Ἁγίου Πάσχα τοῖς Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς τελούμενα τὰς ἀπὸ τῆς Ἁγίας καὶ Οἱκουμενικῆς Πρῶτης Συνόδου τῶν 318 Θεοφόρων Πατέρων ὁρισθέντα παρὰ πανταχοῦ Γῆς Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καὶ παρὰ τῶν λοιπῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων κυροθέντα τὰ ἑορταζόμενα, ὡς ὥρισαν, τοῦτου δὲ ἕνεκα σκανδάλων γίνεται· ἦλθον γὰρ ἄνδρες τινὲς ἀπὸ τῆν Παλαιὰν Ρώμην ὅ ἔμαθον ἐκεῖ νὰ λατινοφρονῶσιν καὶ τὸ κακὸν εἶναι ὄχι μόνον πὼς ἤλλαξαν τὴν Ἁγίαν Ὀρθόδοξον Πίστιν, ἀλλὰ καὶ πολεμοῦσι τὰ Ὀρθόδοξα καὶ ἀληθινὰ δόγματα τῆς ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὅπου μᾶς παρέδωκεν αὐτὸς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ οἱ Θεῖοι Ἀπόστολοι καὶ αἰ Ἅγίαι ἑπτὰ Οἱκουμενικαὶ Σύνοδοι τῶν Ἁγίων Θεοφόρων Πατέρων. Ὅθεν τοιοῦτους ὡς σεσηπότα μέλη ἀποκόπτοντες ὁρίζομεν ταῦτα ἀποφασιστικῶς.
Ὅποιος δὲν ἀκολουθεί τὰ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, καθῶς οἱ ἐπτά Ἁγίαι Οἰκουμενικαί Σύνοδοι ἐθέσπισαν, καὶ τὸ Ἅγιον Πάσχα καὶ τὸ μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν νὰ ἀκολουθῶμεν, καὶ θέλει νὰ ἀκολουθά τὸ νεοεφεύρετον Πασχάλιον καὶ νέον μηνολόγιον τῶν ἄθεων ἀστρονόμων τοῦ Πάπα, καὶ ἐναντιώνεται εἰς αὐτά ὅλα, καὶ θέλει νὰ ἀνατρέψει καὶ νὰ χαλάσει τὰ πατροπαράδοτα δόγματα καὶ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, ἄς ἔχει τὸ ἀνάθεμα, καὶ ἔξω τῆς τοῦ Χριστού Εκκλησίας καὶ τῆς τῶν πιστών ὁμηγύρεως ἄς εἶναι.
Ἐσείς δὲ οἱ εὐσεβείς καὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, μένετε ἐν οἰς ἐμάθατε καὶ ἐγεννήθητε καὶ ἀνατράφητε καὶ ὅταν τὸ καλέση ὁ καιρὸς καὶ ἡ χρεία, καὶ αὐτὸ τὸ αἴμα σας νὰ χύνετε διὰ νὰ φυλάξετε τὴν Πατροπαράδοτον Πίστιν καὶ ὀμολογία σας, καὶ νὰ φυλάγεσθε ἀπὸ τῶν τοιούτων, καὶ προσέχετε ἵνα καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς σᾶς βοηθᾶ ἄμα καὶ ἡ εὐχῆ τῆς ἡμῶν μετριότητος εἶη μετὰ πάντων ἡμῶν. Ἁμήν.

Ἔτους ἀπὸ Θεανθρώπου αφπγ΄ (1583)
Ἰνδικτίωνος Ιβ΄ Νοεμβρίου Κ΄
+ Ὁ Κων/πόλεως Ἰερεμίας
+ Ὁ Ἀλεξανδρίας Σιλβέστρος
+ Ὁ Ἰεροσολύμων Σωφρόνιος
                                                                           Καὶ οἱ λοιποί Ἀρχιερείς τῆς Συνόδου παρόντες.
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ  ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Πρὸς τοὺς ἀπανταχοῦ Ὀρθοδόξους.

Κρατώμεν τῆς ὁμολογίας, ἥν παρελάβομεν ἄδολον, παρά τηλικούτων ἀνδρῶν,
ἀποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμόν, ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ Διαβόλου.
Ὁ δεχόμενος νεωτερισμόν, κατελέγχει ἐλλειπή τὴν κεκηρυγμένην Ὁρθόδοξον πίστην.
Ἀλλ’ αὔτη πεπληρωμένη ἤδη ἐσφράγισται, μὴ ἐπιδεχόμενη μήτε μείωσιν, μήτε αὔξησιν, μήτε ἀλλοίωσιν, καὶ ὁ τολμών ἤ πράξαι ἤ συμβουλεύσαι ἤ διανοηθήναι τοῦτο, ἤδη ἠρνήθη τὴν πίστιν τοῦ Χριστού, ἤδη ἐκουσίως καθυπεβλήθη εἰς τὸ αἰώνιον ἀνάθεμα, διὰ τὸ βλασφημεῖν εἰς τὸ Πνεύμα τὸ Ἅγιον, ὡς τάχα μὴ ἀρτίως λαλήσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς καὶ Οἰκουμενικαῖς Συνόδοις…
Ἄπαντες οὐν οἱ νεωτερίζοντες ἤ αἰρέσει ἤ σχίσματιἐκουσίως ἐνεδύθησαν κατάρα ὡς ἰμάτιον (Ψαλμ-ΡΗ’18), κἄν τε Πάπαι, κἄν τε Πατριάρχαι, κἄν τε κληρικοί, κἄν τε λαϊκοί, κἄν Ἄγγελος ἐξ Οὐρανοῦ.

Ἄνθιμος ἐλέω Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως Νέας Ρώμης ἤ Οἰκουμ. Πατρ.
Ἰερόθεος ἐλέω Θεοῦ Πάπας καὶ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καὶ πᾶσης Αἰγύπτου.
Μεθόδιος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἀντιοχείας.
Κύριλλος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἰεροσολύμων.
Καὶ αἱ περὶ αὐτοὺς Ἱεραὶ Συνόδοι.
                                                                             Ἐν Κωνσταντινούπολει τὸ σωτήριον ἔτος  1848.




Σιγγίλιον Πατριαρχικὸν καὶ Συνοδικὸν κατὰ τὸ 1756.
Αἰώνιος ἀναθεματισμὸς παρὰ τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας τοῖς δεχομένοις
τὰ Παπικὰ μυστήρια καὶ λοιπὰ παρ’ αὐτῶν καινοτομιθέντα.

  ΚΥΡΙΛΛΟΣ. Ἐλέῳ Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καὶ Οἰκουμενικός Πατριάρχης.

Ἐντιμώτατοι Κληρικοὶ τῆς καθ’ ἡμᾶς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας καὶ λοιποὶ εὐλαβέστατοι καὶ ὁσιώτατοι Ἱερομόναχοι, οἱ ψάλλοντες ἐν ταῖς Ἐκκλησίαις χάρις ἡμῖν καὶ εἰρήνη παρὰ Θεοῦ. Ἡμεῖς ὅμως ὄπου ὁ Ἅγιος Θεὸς μᾶς ἠξίωσε νὰ εὑρισκώμεθα ἐνώπιον εἰς τοῦτον τὸν Ἀποστολικὸν καὶ Πατριαρχικὸν θρόνον κανονικῶς καὶ Ἀποστολικῶς εἰς τὸ νὰ φυλάτωμεν μετὰ θερμῆς Πίστεως καὶ εὐλαβείας τὴν Ὀρθόδοξον καὶ Ἁγιωτάτην Πίστιν, τὴν ὁποίαν παρελάβαμεν ἀπὸ τοῦς Ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τὰς ἑπτὰ Ἁγ. Οικ. Συνόδους ὁμοίως καὶ τὰ ἑπτὰ Θεοπαράδοτα Δόγματα καὶ Μυστήρια τῆς Ἁγίας Μητρὸς ἡμῶν Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτὰ νὰ κρατῶμεν καθαρὰ καὶ ἀμόλυντα καθὼς ἄνωθεν καὶ ἐξ ἀρχῆς ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους τὰ παρέλαβεν ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπαρασάλευτα χωρὶς νὰ προσθέσῃ ἤ νὰ ἀφαιρέσῃ καὶ ἕνα ἰῶτα μέχρι τῆς σήμερον ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος ὡς ἄμωμος νύμφη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Καὶ τοῦτον λοιπὸν τὸν κίνδυνον ἀποφασίσαμεν νὰ τὸν δεχθῶμεν πειθαρχοῦντες Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις. Πρῶτον μὲν διὰ νὰ φυλάξωμεν τοὺς Ἀποστολικοὺς καὶ Συνοδικοὺς Κανόνας ἀπαρασαλεύτους καὶ ἀμτατρέπτους καθὼς τοὺς παρελάβαμεν, δεύτερον δὲ διὰ νὰ ἀναιρέσωμεν καὶ νὰ ἐξαλήψωμεν παντελῶς. Ἀναλαμβάνοντες τὴν Πανοπλίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μὲ φοβερὰς ἀρὰς καὶ αἰώνιον Ἀνάθεμα ἐναντίον εἰς ἐκείνους ὅπου ἤθελον τολμήσει νὰ συγκατανεύσουν νὰ δεχθοῦν, ἐν ὅσῳ ζῶμεν ἤ μετὰ θάνατόν μας καὶ μέχρι συντελείας πᾶσαν πρόσθεσιν ἤ ἀφαίρεσιν. Ὅθεν τῇ δυνάμει καὶ Χάριτι τοῦ Παναγίου καὶ Τελεταρχικοῦ Πνεύματος ἔχομεν πάντα ἀπόβλητον καὶ ἀποτρόπαιον καὶ μυσαρὸν καὶ βδελυκτὸν καὶ βλάσφημόν τε καὶ ἄκυρον, τόδε  διαληφθὲν παράνομον καὶ αἱρετικὸν γράμμα, ἀκολουθοῦντες τόσον εἰς τὸν Οὐρανοβάμωνα Παῦλον ὅπου λέγει.
«Εἴ τις Εὐαγγελίζεται ὑμῖν παρ’ ὅ παρελάβεται καὶ παρ’ ὅ εὐαγγελησάμην ὑμῖν κἄν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κἄν αὐτοὶ ὑμεῖς Ἀνάθεμα ἔστω»· ὅσον καὶ εἰς τοὺς Συνοδικοὺς Κανόνας ὅπου λέγουν ὅποιος ἤθελε προσθέσει ἤ ἀφαιρέσει ἕνα μόνον ἰῶτα ἑπτὰ ἔστω εἰς αὐτὸν Ἀνάθεμα. Καὶ οὕτως ἀποφαινόμενοι μετὰ τοῦ περὶ ἡμᾶς Ἱεροῦ Κλήρου καὶ τοῦ Χριστιανικοῦ πληρώματος Ἀναθεματίζομεν τρὶς τοῦ Ἱεροῦ Καταλόγου εἴτε Λαϊκοὶ ἀποσχισμένοι εἴησαν ἀπὸ Θεοῦ Κυρίου Παντοκράτορος καὶ κατηραμένοι καὶ ἀσυγχώρητοι καὶ μετὰ θάνατον ἄλυτοι τυμπανιαῖοι αἱ πέτραι καὶ ὁ σίδηρος λιθήσονται αὐτοὶ δὲ οὐδαμῶς, κληρονομήσωσιν τὴν λέπραν τοῦ Γιεζῆ καὶ τὴν ἀγχόνην τοῦ Ἰούδα· στένοντες εἴησαν καὶ τρέμοντες ἐπὶ τῆς γῆς ὡς ὁ Κάϊν· ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ εἴη ἐπὶ τὰς κεφαλὰς αὐτῶν καὶ ἡ μερὶς αὐτῶν μετὰ τοῦ Ἰούδα καὶ τῶν Θεομάχων Ἰουδαίων· σχισθῆσα ἡ γῆ καταπίοι αὐτούς, ὡς τὸν Δαθὰν ποτὲ καὶ Ἀβηρῶν. Ἄγγελος Κυρίου καταδιωξάτω αὐτοὺς ἐν μαχαίρᾳ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτῶν καὶ πάσαις ταῖς Πατριαρχικαῖς καὶ Συνοδικαῖς Ἀραῖς ὑπεύθυνοι καὶ τῷ αἰωνίῳ ἀναθέματι ὑπόδικοι καὶ ἔνοχοι τοῦ πυρὸς τῆς γεένης. Ἀμήν.

Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
Περὶ τῶν Σχισματικῶν ἱερέων ὅτι στεροῦνται οὗτοι τῆς θείας χάριτος.
  Ἀφοῦ δὲ μίαν φορὰν ἐσχίσθησαν ἀπὸ τὸ ὅλον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔχασαν αὐτὸ καὶ δὲν εἰμποροῦν πλέον νὰ βαπτίσουν ἄλλους, ἤ νὰ χειροτονήσουν ἤ ἁπλῶς νὰ δώσουν χάριν, τὴν ὁποίαν διὰ τοῦ σχίσματος ἐστερήθησαν, ὅθεν καὶ οἱ ὑπ’ αὐτῶν βαπτιζόμενοι λογίζονται ὅτι ὑπὸ λαϊκῶν ἐβαπτίσθησαν (Ἑρμηνεία α΄. Κανόνος). «Ὥσπερ μέλος τὶ ἀποκοπὲν τοῦ σώματος παύει μετέχον τῆς ζωτικῆς δυνάμεως, οὕτω καὶ πᾶς τις ἀποσχιζόμενος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ δὲν μετέχει τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἥν ἔλαβεν ἐν τῷ βαπτίσματι» (Ἐκ τοῦ ἱεροῦ Πηδαλίου).




Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου.
† «Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα κἄν ἀξιόπιστος ἤ κἄν νηστεύῃ καὶ παρθενεύῃ κἄν σημεῖα ποιῇ κἄν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος».



Ἁγίου Νικηφόρου.
(Τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ ἀποτελοῦν οἱ εὐσεβεῖς ὁσονδήποτε ὀλίγοι καὶ ἄν μείνουν. Οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν καινοτομίαν, ἔξω τῆς Ἐκκλησίας εἶναι).
† «Εἰ δὲ διαμένουσιν ἐν τῇ αἱρέσει, καὶ ἴσως καὶ ἑτέρους τινὰς ἀμαθεστέρους καὶ ἁπλουστέρους δυνηθῶσιν ἀποβουκολῆσαι, κἄν ὀχλαγωγήσωσι καὶ πλῆθος συνάγωσιν ἔξω τῶν ἱερῶν τῆς Ἐκκλησίας περιβόλου εἰσίν. Εἰ δὲ καὶ πάνυ ὀλίγοι ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ καὶ Εὐσεβείᾳ διαμένουσιν, οὗτοι εἰσὶν Ἐκκλησία καὶ τὸ κῦρος καὶ ἡ προστασία τῶν ἐκλησιαστικῶν θεσμῶν ἐναὐτοῖς κεῖται. Κἄν κακοπαθῆσαι αὐτοῖς ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας δεήσει, ὅπερ ἐστιν εἰς καύχημα αἰώνιον καὶ ψυχικῆς σωτηρίας πρόξενον...»

ΑΚΟΥΣΑΤΕ ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΗΝ ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ  ΚΑΙ  ΦΕΥΓΕΤΕ ΜΑΚΡΙΑ  ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ  ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ  !! ΦΕΥΓΕΤΕ ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΠΟΝΗΡΕΥΟΜΕΝΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ! ΕΠΙΣΤΡΕΨΑΤΕ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΜΟΝΗ ΟΔΟΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ! ΚΑΙ ΑΣ ΑΠΟΤΕΛΕΙΤΑΙ ΕΠΙ ΓΗΣ ΑΠΟ ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΜΕΛΛΕΙ ! ΕΧΕΙ ΚΕΦΑΛΗ ΤΗΣ ΟΜΩΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΤΟΝ ΠΡΟΑΙΩΝΙΟ ΘΕΟ!!

Μετὰ μεγάλης προσοχῆς ἀναγνώσατε καὶ ἵδετε τὸν καταχθόνιον σκοπόν.

Κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Βασιλέως Καρόλου Α΄ τῆς Ρουμανίας ἐδόθη βασιλική διαταγή ὅπως οἱ ἐκείσε διαμένοντες Ἰουδαίοι ἢ ἀσπασθώσι τὴν χριστιανικήν πίστιν ἢ ἐγκαταλείψωσιν ταχέως τὸ Ρουμανικόν ἔδαφος.
Ἀλλ’ οὔτοι οἱ δόλιοι καὶ συνεργάται τοῦ Σατανᾷ, ἔστειλαν ἐπιστολὴν εἰς τὴν μυστικήν των Κυβέρνησιν τὴν διαμένουσαν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν ὅπως συμβουλεύση αὐτοῦς τὶ νὰ ποιήσουσιν, ἡ ἀπάντησις τῆς καταχθονίου Κυβερνήσεως αὐτῶν ἦτο αὔτη. «Προσκαίρως διὰ προσωποληψίαν δεχθήτε τὴν Πίστιν τῶν Ὁρθοδόξων, καὶ ποιήσατε τὰ τέκνα ὑμῶν ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς καὶ κατηχήσατε αὐτὰ νὰ ἐξολοθρεύσωσιν τὴν Ὁρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς καὶ οὔτω νὰ ἐπαναφέρουν θριαμβευτικώς τὴν πρὸς στιγμήν ἀπολεσθήσαν πίστιν ὑμῶν καὶ ἐὰν οὔτοι θελήσουν νὰ ἐξωλοθρεύσωσιν τὴν γενεάν ὑμῶν ποιήσατε τὰ τέκνα σας Κυβερνήτας, Πολιτευτὰς καὶ Νομικοὺς ἵνα σεῖς ἐξολοθρεύσητε τὸ ἔθνος αὐτῶν.
Ἀδελφοί ἐν Χριστῷ! ταῦτα πάντα ἐν ταῖς ἡμέραις ἡμῶν ἐφαρμόζονται διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν. Διὰ τοῦτο καλῶς λέγει ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ υἱοὶ ἀνθρώπων ἕως πότε βαρυκάρδιοι ἵνα τὶ ἀγαπάτε ματαιότητα καί ζητείτε ψεέδος;» καὶ ὄντως Ὁρθόδοξε Λαὲ κοιμάσαι εἰς τὸν ζοφώδη ὕπνον τῆς ἀκηδίας καὶ δὲν ξυπνᾶς νὰ εἰδῆς τὴν πολύτιμον θρησκείαν σου καὶ τὸ λαμπρὸν Ἔθνος σου ὅπου οἱ δόλιοι δράκοντες μέσον τῶν ὁργάνων αὐτῶν σκάπτουν ὑπογείως τὸν τάφον τῆς ἀπωλείας σου. Ἐγέρθητε!! Ἐγερθήτε!! ἀπὸ τοῦ ὕπνου τούτου, διότι ὁ κώδων τοῦ κινδύνου κρούει καὶ οἱ κρούοντες αὐτὸν εἰσὶν οἱ Ἀρχιεπίσκοποι ἡμῶν οἵτινες ὑποκρύπτουν ὑπὸ τὴν ἱερὰν χλαμύδα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἀληθῶς δέ, εἰσὶν λύκοι ἄρπαγες, οἵτινες ἀπὸ τὸν καρπὸν αὐτῶν γνωρίζονται.
Ἀς ἀπορρίψωμεν λοιπὸν τὸ ὑπνοτικὸν δηλητήριον ὅπερ μας ἐπότισαν μὲ τὸ ψευδὲς περιβάλον τῆς Ἀγιοσύνης των καὶ ἐξεγερθέντες ἐκ τοῦ ὕπνου ἂς ἐξετάσωμεν τὰ ἔργα καὶ τὸν καρπὸν αὐτῶν καὶ τότε ὄντως ἀληθῶς θὰ πιστεύσωμεν ὅτι αὐτοὶ οἱ ἴδιοι εἶναι συνεργάται τῶν ἄνωθεν γεγραμμένων Ἰουδαίων καὶ τῆς κυβερνήσεως αὐτῶν καὶ ἂς ἔλθωμεν ἵνα φανερώσωμεν ὁλίγα ἔργα, ὅπου ἀσφαλῶς τοὺς ἀποδεικνύουσιν συμετόχους τῶν Ἐβραιομασσόνων καὶ τὸ πρώτον εἶναι αὐτὸ τὸ ἐξαίσιον καὶ ὑπερφυσικὸν ζήτημα τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου ὅπου σὺ θωνωτιστὴς ἀγνοεῖς καὶ δὲν ἐνδιαφέρεσαι μηδαμῶς δι’ αὐτό, ἐλπίζων εἰς τὰ κράσπεδα καὶ εἰς τὰς πρωτοκαθεδρίας τῶν ἀρχιεπισκόπων σου καὶ λέγεις βροντοφώνως «ἂς ὄψονται αὐτοὶ» καὶ καταπατεῖς τὴν ἐλέγχουσαν συνείδησίν σου καὶ δὲν γνωρίζεις ὅτι σὺ μὲ αὐτοὺς κατακρίνεσαι, ὡς ὁ Πόντιος Πιλάτος, θέλων νὰ ἀθωώσῃ τὸ ἀτομόν του, λέγει παρρησία εἰς τὸν λαὸν τῶν Ἰουδαίων «καθαρὸς εἰμὶ ἀπὸ τὸ αἶμα τοῦ ἀθώου τούτου». Ἐνῷ ὁνομάζει αὐτὸν ἀθώον, παραδίδει αὐτὸν εἰς τὸν σταυρικὸν θάνατον. Ἐνῷ προηγουμένως λέγει εἰς τὸν Χριστόν, διατὶ δὲν μοῦ ὁμιλεῖς, δὲν γνωρίζεις ὅτι ἔχω ἱσχὺν νὰ σὲ σταυρώσω ἢ νὰ σὲ ἀπολύσω; Τὸ ἴδιον ποιεῖς καὶ σὺ Ἐλληνικὲ Λαέ, ἐνῷ ὁνομάζεις αὐτοὺς ἐνόχους καὶ καταδικάζεις αὐτοὺς μὲ τὴν τρομακτικήν λέξιν «ὅψονται», διατὶ ὑπακούεις καὶ ἀκολουθεῖς τυφλῶς αὐτοὺς καὶ ἔτσι εἶσαι ἔνοχος καὶ συμμέτοχος τοῦ Ἀναθέματος τῶν Ἀγ. Πατέρων καὶ τῆς Ἁγίας 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅπου λέγει : («Ἡμεῖς τῇ ἀρχαία θεσμοθεσία τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐπακολουθοῦμεν») ἡμεῖς τοὺς, θεσμοὺς τῶν Πατέρων φυλάττομεν, ἡμεῖς τοὺς προσθέτοντας ἢ ἀφαιροῦντας ἐκ τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας ἀναθεματίζομεν.»)
Τὸ δεύτερον ζήτημα εἶναι ὅπου λείπει ἀπὸ αὐτοὺς ἢ τελεία ἀγάπη τοῦ Κυρίου Ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ὅταν λείψη αὐτὸς ὁ ἀνεκτίμητος μαργαρίτης ἀπὸ τὴν καρδίαν τοῦ Ὁρθοδόξου Χριστιανοῦ δὲν ἔχει ἄλλο τι νὰ γίνῃ εἰμὴ σπήλαιον τῶν δαιμόνων καὶ ἐργάτης τοῦ ἀθεϊσμοῦ. Διὰ τοῦτο τρανῶς ἀποδεικνύουσι τὰ ἔργα αὐτῶν, ὅτι δὲν ἔχουσι καμμίαν αἴσθησιν ἀγάπης, διότι, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἐπίσκοποι, μὴ δυνάμενοι νὰ ἀντιμετωπίσωσι καὶ ἀποδείξουσι τοὺς γνησίους Ὁρθοδόξους διὰ τοῦ Πηδαλίου τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν ποῦ βασιζόμενοι ἄλλαξαν καὶ μετέτρεψαν δισχιλιετὲς Ἡμερολόγιον, ὅπου ἐπτὰ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ἐθέσπισαν, Ἀπόστολοι ἐκήρυξαν ἔνδεκα, ἐκατομμύρια Ἅγιοι διὰ τοῦ σεπτοῦ αὐτῶν αἵματος ἐσφράγισαν, καὶ ὅλα αὐτὰ καταπατοῦντες παραδίδουν αὐτοὺς εἰς τὸν ὑποκόπανον τῶν χωροφυλάκων, ἐνῷ αὐτὸς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῶς Χριστὸς δὲν βιάζει οὐδένα ἵνα ἔλθη εἰς τὴν πίστιν του ἀλλὰ λέγει «ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν» καὶ ἀλλαχόθεν λέγει «οὐκ ἦλθον ἀπολέσαι ψυχὰς ἀλλὰ σῶσαι», τότε ἄραγε διατὶ αὐτοὶ οἱ Ἀρχιεπίσκοποι λεγόμενοι κατὰ τὴν ἐσφαλμένην ἰδέαν τοῦ λάου δὲν μιμούνται τὸν Σωτήρα Χριστόν, ἀλλὰ ὄχι μόνον ἀρνούνται τὰ θελήματά του, ἀλλὰ παραβαίνουσι καὶ καταπατῶσιν τὸ πρῶτον ἄρθρον τοῦ Συντάγματος, τὸ ὁποῖον δὲν παραβιάζει τὴν θρησκευτικὴν συνείδησιν, ἀλλὰ ἀφίνει αὐτὴν ἐλεύθερον ἵνα πρεσβεύη οἵαν θρησκείαν καὶ ἂν θέλη; Τότε ἀληθῶς ἀδελφοὶ καὶ ὅντως πρέπει νὰ τοὺς ὁνομάζομεν ἀντιχρίστους, διότι τὰ ἔργα αὐτῶν σαφῶς ἀποδεικνύουσιν αὐτοὺς ὅτι μιαίνουσι τοὺς θρόνους τῶν πρώην Ἁγίων ἐπισκόπων, ὧν πρώτος ὁ Ἁγιότατος Ἱερόθεος ὅπου οὔτε ἄγγελοι ἠδυνήθησαν τὰ συντασσόμενά του βιβλία πρὸς ὡφέλειαν τῆς ὁρθοδόξου ἡμῶν πίστεως καὶ πρὸς σωτηρίαν τοῦ γνησίου ὁρθοδόξου λαοῦ νὰ μετριάσουν, ὁ δὲ δεύτερος εἶναι ὁ μέγας ἱσαπόστολος καὶ Ἀρχιεπίσκοπος Διονύσιος ὁ Ἀρειοπαγίτης, ὁ πρώην ἄριστος ἀστρονόμος ὅπου εἴχε γράψει εἰς τὸν κώδικα τῆς ἀστρονομίας ὅταν ὁ Κύριος ἔπασχεν ἐπὶ τῷ Σταυρῷ καὶ ἡ γῇ μὴ δυναμένη νὰ φέρῃ τὴν θλίψιν της βλέπουσα τον Κτίστην νὰ πάσχῃ διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἐκλονίσθη. Τότε οὗτος εἶπεν καὶ ἔγραψε «ἢ τὸ πὰν ἀπόλλυται ἢ Θεὸς πάσχει» καὶ ἐρχόμενος ὁ Ἀπόστολος Παύλος εἰς τὰς Ἀθήνας ἵνα κηρύξῃ τὸ Εὐαγγέλιον ἐπίστευσεν αὐτὸς καὶ ἐμαρτύρησεν ὑπὲρ τοῦ Χρίστου, τὸ δὲ μαρτύριον αὐτοῦ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί οὐ δύναται ἀγγέλου γλώσσα ἐγκωμιάσαι, διότι ὅταν ἔκοψαν τὴν ἱερὰν κεφαλὴν αὐτοῦ τὴν ἐπήρεν ὁ ἴδιος εἰς τὰς χεῖράς του καὶ περιεπάτησε τρία στάδια καὶ κατὰ Θεοῦ θέλησιν τὸν συνήντησεν εἰς τὸν δρόμον παρθένος τις Κατούλα ὁνομαζόμενη καὶ λαβοῦσα ἐκ τῆς χειρὸς τὴν ἱερὰν κάραν, τότε τὸ σῶμα ἔπεσε καὶ παρέδωσε τὴν ἱερὰν αὐτοῦ ψυχὴν εἰς χείρας Θεοῦ. Καὶ δὲν εἶναι ἐντροπὴ ἀδελφοὶ οἱ σημερινοὶ Ἀρχιεπίσκοποί μας νὰ καταφρονοῦν τοιούτους Ἁγίους Πατέρας; καὶ νὰ πιστεύουν εἰς τοὺς ἀθέους καὶ ἀπαισίους ἀστρονόμους; καὶ νὰ παραβαίνουν τὴν παρακαταθήκην αὐτῶν καὶ νὰ μεταστρέφουν δισχιλιετές Ἡμερολόγιον, ὅπου αὐτοὶ μὲ τὸ σεπτὸν αἶμα των ἐσφράγισαν; Καὶ ἂν ἐρωτήσωμεν αὐτοὺς ἀπὸ ποῦ ὁρμώμενοι ἐποίησαν τὴν βέβηλον ταύτην πράξιν, ἀπαντῶσιν οἱ ἀπαίσιοι εἰς τὴν Ἀστρονομίαν τοῦ ὁγδόου αἰῶνος· ὅπου ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος προφητεύων ἔλεγε, μὴ μὲ κατατάξεις Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ μὲ τοὺς ὀγδοήτας, γινώσκων τὸν φαύλον βίον αὐτῶν τῶν ἀστρονόμων καί ἱεραρχῶν. Καὶ ἵνα πεισθήτε καλῶς ἀκούσατε τὶ λέγει κάποιος πατήρ τῆς Ἐκκλησίας μας («τρυφὴ καὶ τῆς εὐσεβείας ἀφιστᾶ καὶ ὁ φαύλος βίος πονηρὰ δόγματα τίκτει»). Καὶ ἐξετάσατε σεῖς μοναχοί σας τὸν φαύλον βίον αὐτῶν καὶ θὰ ἴδητε ὅτι φιλόσαρκοι εἰσί, καὶ ἄνθρωπος τρυφῶν οὐ δύναται φιλοσοφήσῃ, εἰμὴ νεκρωμένος ὤν ἀπὸ τὰς ἠδονὰς τῆς σαρκὸς μωρολογεῖ καὶ ὄχι ἀστρονομεῖ. Καὶ τίς ἀνώτερος ἀστρονόμος δύναται νὰ ὑπάρξῃ τοῦ Ἀγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρειοπαγίτου; ἢ τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου καὶ μεγάλου Βασιλείου; καὶ ὅμως οὗτοι δὲν μᾶς ἄφησαν καμμίαν παραγγελίαν ὅτι εἰς τὸ 1922 μέλλει νὰ πάρη 13 ἡμέρας ἀπότομα τὸ ἔτος ἐμπρὸς ἀλλὰ μὲ βαρειὰ ἐπιτίμια καὶ μὲ ἀλύτους δεσμοὺς τοῦ ἀναθέματος λέγουσιν εἰς ἡμᾶς. Κεφ. Ζ'. «ὅποιος δὲν ἀκολουθεῖ τὰ ἔθιμα τῆς ἐκκλησίας ὡς καὶ αἱ ἐπτὰ Ἁγίαι Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ἐθέσπισαν καὶ τὸ Ἅγιον Πάσχα καὶ Μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν νὰ ἀκολουθῶμεν καὶ θέλει νὰ ἀκολουθῇ τὸ Γρηγοριανὸν Πασχάλιον Μηνολόγιον τοῦ Πάπα τῶν ἀθέων ἀστρονόμων καὶ ἐναντιώνεται εἰς ὅλα αὐτὰ καὶ θέλη νὰ τὰ ἀνατρέψῃ καὶ νὰ τὰ χαλάσῃ ἂς ἔχη τὸ ΑΝΑΘΕΜΑ ἔξω τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ τῆς τῶν πιστῶν ὁμηγύρεως ἂς εἶναι. Σεῖς δὲ οἱ ὁρθόδοξοι καὶ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ μένετε ἐν οἷς ἐμάθατε, ἐγεννήθητε καὶ ἀνετράφητε καὶ ὅταν τὸ καλέσει ἡ χρεία καὶ αὐτὸ τὸ αἶμα σας νὰ χύσετε διὰ νὰ φυλάξητε τὴν πατροπαράδοτον πίστιν καὶ ὁμο-λογίαν σας καὶ νὰ φυλάγεσθε καὶ προσέχετε ἀπὸ τῶν τοιούτων, ἵνα καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς σᾶς βοηθεῖ ἀλλὰ καὶ ἡ εὐχὴ τῆς ἡμῶν μετριότητος εἴη μετὰ πάντων Ὑμῶν Ἀμήν». Ἀληθῶς θὰ εἶναι μεγάλη ἡ μωρία ἀδελφοὶ ἂν μείνετε εἰς τὴν πλάνην τοῦ νέου Ἡμερολογίου ἔπειτα ἀπὸ τόσας ἀποδείξεις τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τότε ἡ θλίψις μου θὰ εἶναι ἀπερίγραπτος διὰ τὴν ἀπώλειαν ταύτην. Καί τὸ τελευταῖον δὲ ζήτημα τῆς πλάνης αὐτῶν εἶναι ὅπου καὶ οἰ ἴδιοι οἱ Ἱερεῖς κουρεύουν τὰ μαλλιά τους καὶ δείχνουν τὸ κακὸν παράδειγμα εὶς τὸν λαὸν καταπατοῦντες τὴν ὡραίαν ἐντολὴν τοῦ Χριστοῦ ὅπου λέγει : Οὔτω λαμψάτω τὸ φῶς ἡμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων ὅπως ἴδωσι τὰ καλὰ ἔργα ἠμῶν καὶ δοξάσουν τὸν Πατέρα τὸν ἐν τοῖς Οὐρανοῖς, καὶ ποῖα καλὰ ἔργα θὰ ἴδωμεν αὐτῶν; Τὰ κουρεμένα μαλλιά τους; ἢ τὴν ξυρισμένην γενειάδα τους, ἢ τὸν κατάλογον τῶν θείων μυστηρίων ὅπου τὰ ἐποίησαν εἰς ἐμπόριον; Ὁ δὲ Χριστὸς τοὺς κράζει : (δωρεὰν ἐλάβατε, δωρεὰν δότε ἡμῖν), ἢ τὰ ἡλεκτρικὰ καὶ ἠ ἀπαισία τετραφωνία ὅπου νομίζει τις ὅτι δὲν εὐρίσκεται εἰς Ἐκκλησίαν ἀλλὰ εἰς κανένα πάρκον («καὶ ἂς φωνάζει, ὁ Κύριος». Ἔλεος θέλω καὶ ταπεινοφροσύνην). Καὶ ἂν θὰ ἔλθωμεν εἰς τὴν αἴρεσιν τοῦ Σίμωνος θὰ ἴδωμεν κυριολεκτικῶς ὅτι τὴν ἀκολουθοῦν τυφλοῖς ὅμμασιν καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ἐξήγησις τῆς αἰρέσεως νὰ πληρώνονται ἀπὸ τοὺς χειροτονουμένους. Καὶ ὑπομένεις ὦ Ἐλληνικὲ λαὲ αὐτὴν τὴν βεβήλωσιν τῆς Ἱερᾶς Ἐκκλησίας καὶ δὲν ἀρπάζεις τὸ μαστίγιον ὡς τὸν Χριστὸν νὰ τοὺς βγάλης ἐξω, λέγων πρὸς αὐτοὺς βέβηλοι, θεομπέκται, ἐκμεταλλευταὶ τῆς θρησκείας, προβατόλυκοι, ἄρπαγες ἀληθῶς ἔξωθεν μὲν εἶσθε μὲ δορὰν προβάτου, ἀλλὰ τὰ ἔργα σας ἀποδεικνύουν ὅτι εἶσθε λύκοι, ἄρπαγες. Πρόφθασον λαὲ πρὶν ἡ νύκτα σὲ καταλάβῃ καὶ τότε θέλεις κλαύσει καὶ θρηνήσει πικρῶς ἀλλὰ θὰ εἶναι ἀργά, διότι ὁ Κύριος λέγει ἐν τῶ Ἅδῃ οὐκ ἔστι μετάνοια. Φώναξον τώρα ὅπου ἔχεις καιρὸν εὐπρόσδεκτον μαζὺ μὲ τὸν Προφήτην Δαυΐδ λέγων «ἀρθήτω ὁ ἀσεβὴς ἴνα μὴ ἴδη τὴν δόξαν τοῦ Κυρίου». Ἐγέρθητε, λοιπὸν ἐκ τοῦ ληθάργου καὶ μετὰ μεγίστης προσοχὴς καὶ φόβου θεοῦ ἐπιστρέψατε εἰς τὴν πατροπαράδοτόν σας πίστιν καὶ εἰς τὸ Ἰουλιανὸν Ἡμερολόγιον ἵνα μὴ καὶ σεῖς μετ’ αὐτῶν κληρονομήσητε τὸ φοβερὸν ἀνάθεμα τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τὴν αἰώνιον κόλασιν ὅπερ μὴ γένοιτο.
Οἱ διστάζοντες καὶ ἀμφιβάλλοντες ὅτι δὲν βλάπτει τὸ Νέον ἡμερολόγιον Γρηγοριανὸν τοῦ Πάπα καὶ λοιπῶν αἰρετικῶν Φράγκων, παρακαλοῦμεν τέκνα μου ἀγαπητὰ ἐν Κυρίῳ, μετὰ μεγάλης προσοχής νὰ ἀναγνώσητε, οὐχ ἅπαξ, καὶ εἰς ὅλους δώσετε κακοδόξους ὅπως ταχέως ἐπιστρέψητε πρὸς Ὁρθόδοξον ἡμ. μας Χριστοῦ Ἐκκλησίαν ἵνα μὴ κολασθήτε.