xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)


                                                                      ΟΙ 12 ΒΑΘΜΟΙ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ

 1ος Βαθμὸς εἶναι, ὅταν κάνει κάποιος τὸ καλό, ὄχι δὲ καλῶς, ἀλλὰ σμίγει τὸ καλὸ μὲ τὸ κακό.
 2ος Βαθμὸς εἶναι, ἡ τελεία ἀργία τοῦ καλοῦ.
 3ος Βαθμὸς εἶναι, ἡ προσβολὴ τοῦ κακοῦ στὸ λογισμό.
 4ος Βαθμὸς εἶναι, ὁ συνδιασμός, ἤ συνομιλία μὲ τὸν λογισμό.
 5ος Βαθμὸς εἶναι ἡ πάλη ποὺ γίνεται πρὶν τὴν ἁμαρτία.
 6ος Βαθμὸς εἶναι ἡ συγκατάθεση νὰ γίνει ἡ ἁμαρτία.
 7ος Βαθμὸς εἶναι ἡ κατὰ διάνοια ἁμαρτία ποὺ γίνεται πρὸ τοῦ ἔργου ὅπου ὁ ἄνθρωπος τυπώνει εἰς τὸν νοῦν του τὴν ἁμαρτία τόσο παστρικὰ ὠσὰν νὰ τὴν κάνει μὲ τὸ ἔργον.
 8ος Βαθμὸς εἶναι, αὐτὴ ἡ πράξη καὶ κατ’ ἐνέργεια ἁμαρτία.
 9ος Βαθμὸς εἶναι, ἡ συνήθεια ὅταν γίνεται ἡ ἁμαρτία συχνά.
 10ος Βαθμὸς εἶναι, ἡ ἕξις τῆς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία μὲ βία καὶ δυναστεία ἀναγκάζει τὸν ἄνθρωπον νὰ ἁμαρτάνει θέλοντα καὶ μὴ θέλοντα.
 11ος Βαθμὸς εἶναι, ἡ ἀπόγνωσις ποὺ κυριεύει τὸν ἁμαρτωλόν.
 12ος Βαθμὸς εἶναι, ἡ αὐτοκτονία, δηλαδὴ θανατώνεται ὁ ἄνθρωπος ἀφ’ ἑαυτοῦ του μὲ τὸ νὰ κυριεύθει ἀπὸ τὴν ἀπόγνωση. [Ἐξομολογητάριον Ἁγίου Νικοδήμου σελ. 19-20]

ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ ΟΤΙ:

ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ ΟΤΙ:

Οι Άγιοι του θεού μας λένε ότι:Από τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος


Οι  Άγιοι  του  θεού  μας  λένε  ότι:


«Πένθος εν τω Θεώ είναι το να είναι σκυθρωπή η ψυχή, και η καρδιά να ποθεί να πικραίνεται, και να ζητά ολοένα εκείνο που διψά, κ' επειδή δεν το βρίσκει, να το κυνηγά με πόνο και να τρέχει ξοπίσω του, κλαίγοντας απαρηγόρητα».
«Βάστα γερά τη μακάρια χαρμολύπη και την αγιασμένη κατάνυξη, και μην πάψεις να την εργάζεσαι μέσα σου, ως που να σε κάνει να υψωθείς από τούτον τον κόσμο και να σε παραστήσει καθαρόν στον Χριστό».
«Όποιος πορεύεται με θλίψη αδιάκοπη, αυτός δεν παύει να γιορτάζει ακατάπαυστα, κι όποιος ολοένα διασκεδάζει, αυτός μέλλει να απολαύσει θλίψη αιώνια».
«Γίνε σαν βασιλιάς μέσα στην καρδιά σου, υψηλά με ταπείνωση καθισμένος, και προστάζοντας στο γέλιο: Φεύγα! και φεύγει, και στο γλυκό το δάκρυο: Έλα! κ' έρχεται, και στο κορμί, που είναι σκλάβος και τύραννος: Κάνε τούτο, και το κάνει».
«Όσο ενάρετη ζωή κι αν κάνουμε, αν δεν έχουμε καρδιά θλιμμένη και πονεμένη, για μάταια κι ανώφελη λογαριάζεται».
«Είναι ντροπή να υπερηφανεύεται ο άνθρωπος για ξένα πράγματα. Κ' η χειρότερη ανοησία είναι το να καυχιέται για κάποια χαρίσματα που έλαβε από τον Θεό. Όσα κατορθώματα έκανες πριν από τη γέννησή σου, γι' αυτά μοναχά να υπερηφανεύεσαι. Γιατί, όσα σου συμβήκανε έπειτα από τη γέννησή σου, σου τα δώρησε ο Θεός, όπως σου δώρησε και τη γέννηση».
«Ευθύτητα είναι απερίεργη διάνοια, καθάριο ήθος, άπλαστα (απερίτεχνα) λόγια, που δεν είναι από πριν μελετημένα».
«Η πονηριά είναι επιστήμη, ή καλύτερα, ασχήμια δαιμονική, που στερήθηκε την αλήθεια, και πού θαρρεί πως κρύβεται από τους άλλους».
«Νά ασκητεύεις και να βρίσκεσαι σε απερίεργη κατάσταση» (Πώς να τα παραδεχθούνε αυτά οι εξ Εσπερίας σοφοί θεολόγοι; Απερίεργη κατάσταση είναι το να μην έχει ο Χριστιανός τη μανία να ερευνά με πονηρή περιέργεια τα της θρησκείας. Ο Θεός με το στόμα του προφήτη Ησαΐα, λέγει: «Εμφανής εγενόμην τοις εμέ μη επερωτώσιν», δηλ. «φανερώνομαι σε όσους δεν με εξετάζουν πονηρά»).
«Δεν αρμόζει σ' εκείνους που βρίσκουνται σ' αυτή την κατάσταση της αγιασμένης λύπης και που ζούνε με το δάκρυο, να κάνουνε υψηλά κηρύγματα στην θεολογία. Γιατί αυτά χαλάνε το πένθος, επειδή εκείνοι που διδάσκουνε, κάθουνται απάνω σε καθέδρα. Ενώ η κατάσταση εκείνων που κλαίνε, είναι να κάθουνται απάνω στο χώμα, τυλιγμένοι με γιδότριχα».
«Η πίστη είναι μια σταθερότητα ατράνταχτη κι ασάλευτη, μια κατάσταση της ψυχής αμετατόπιστη, που δεν τη σαλεύει καμμιά δύναμη».
«Μην φοβάσαι τίποτα. Όποιος έχει τη μακάρια θλίψη στην καρδιά του, δεν γνωρίζει τι θα πει φόβος ολότελα».
«Όσοι θέλουμε να ελκύσουμε κοντά μας τον Κύριο, ας προσέλθουμε απλά κι άπλαστα κι απονήρευτα, δίχως πολλούς λογισμούς, και δίχως περιέργεια, σαν τους μαθητάδες στον δάσκαλο. Γιατί, επειδή Εκείνος είναι απλός και ίσιος, θέλει κ' οι ψυχές που προσέρχουνται σ' Αυτόν, να είναι απλές και ακέραιες. Επειδή δε μπορεί ποτέ να δει κανένας απλότητα, χωρίς να είναι μαζί της η ταπείνωση».
«Όπως εκείνος που κράτα μυρουδικά, φανερώνεται από την ευωδία, χωρίς να το θέλει, έτσι κι όποιος έχει το πνεύμα του Κυρίου, γνωρίζεται από τα λόγια του κι από την ταπείνωσή του».
«Γύρευε με πένθος. Ζήτα με υπακοή. Κρούσε με μακροθυμία. Γιατί, εκείνος που γυρεύει έτσι, αυτός παίρνει, κ' εκείνος που ζητά έτσι, αυτός βρίσκει. Και σ' εκείνον που χτυπά, θ' ανοίξει η πόρτα για να μπει μέσα».
«Η μακάρια απάθεια σηκώνει από τη γη νου πάμφτωχο, κι από την κοπριά των παθών σηκώνει άνθρωπο περιφρονημένον. Κ' η πανύμνητη αγάπη τον αξιώνει να καθίσει με τους άρχοντες Αγγέλους, με τους άρχοντες του λαού του Κυρίου».
*


Από τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο σταχολογούμε τα παρακάτω:
«Αρχή της αληθινής ζωής του ανθρώπου είναι ο φόβος του Θεού. Κι αυτός ο φόβος του Θεού δεν μπορεί να καθίσει σε μια ψυχή που δεν στέκεται στερεά και που πηγαίνει από δω κι από κει. Η αμφιβολία της καρδιάς βάζει την ψυχή σε δειλία. Εν όσω ο πόθος της σάρκας είναι πιο δυνατός μέσα σου, δεν θα μπορέσεις να γίνεις θαρραλέος κι άφοβος».
«Η ταπείνωση μαζεύει την καρδιά. Και σαν ταπεινωθεί ο άνθρωπος, παρευθύς τον περισκεπάζει το έλεος, και τότε αισθάνεται η καρδιά τη θεϊκή βοήθεια».
«Όταν σου δοθεί εξουσία να κατανοήσεις, κατανόησε, και μη θελήσεις να ψάξεις τα μυστήρια, αλλά προσκύνησε και δοξολόγησε, και με σιωπή ευχαρίστησε».
«Το να πικραίνεσαι μέσα στη διάνοιά σου είναι μεγαλύτερη θυσία για τον Θεό, από το να κάνεις έργα κοπιαστικά με το σώμα σου».
«Περισσότερο απ' όλα αγάπησε τη σιωπή, γιατί αυτή σε σιμώνει σε καρπό. Επειδή η γλώσσα είναι αδύνατη για να σου τον εξηγήσει».
«Γνώριζε, πως αν έβγει από σένα φωτιά και κατακάψει άλλους, τις ψυχές που καίονται στη φωτιά που έβγαλες, ο Θεός θα τις ζητήσει από τα χέρια σου». «Η πίστη είναι η αποκάλυψη της σοφίας. Και σαν σκοτισθεί η διάνοια, κρύβεται η πίστη, και μας κυ­ριεύει ο φόβος, και κόβει την ελπίδα μας. Η πίστη που προέρχεται, τάχα, από τη μάθηση, δεν ελευθερώνει τον άνθρωπο από την υπερηφάνεια κι από την αμφιβολία, αλλά εκείνη που ανατέλλει με την σύνεση κι αυτή η πίστη λέγεται επίγνωση και φανέρωση της αλήθειας».
«Εκείνος που ησυχάζει κ' έλαβε πείρα από την αγαθότητα του Θεού, δεν έχει ανάγκη από αποδείξεις, κι ούτε είναι άρρωστη η ψυχή του από την αρρώστεια της απιστίας, όπως παθαίνουνε εκείνοι που νοιώθουνε μέσα τους την αμφιβολία για την αλήθεια. Γιατί η μαρτυρία, η βεβαίωση της διανοίας του μπορούνε να τον πείσουν περισσότερο από αμέτρητα λόγια, που είναι χωρίς πείρα».
«Ο Χριστιανός πρέπει να είναι σε όλα του τύπος που διδάσκει και ωφελεί εκείνους που τον βλέπουνε, ώστε, βλέποντας τις πολλές αρετές του που λάμπουνε σαν ακτίνες ακόμα κι αυτοί οι εχθροί της αλήθειας, χωρίς να το θέλουνε, να ομολογήσουνε πως στους χριστιανούς υπάρχει σίγουρη ελπίδα σωτηρίας, και να τρέχουνε σ' αυτόν από παντού, σαν να είναι κανένα καταφύγιο. Και μ' αυτόν τον τρόπο να υψωθεί η δόξα της Εκκλησίας καταπάνω στους εχθρούς της, και να παρακινηθούνε πολλοί σε ζήλο να του μοιάζουνε».
«Η κατά Θεόν γνώση είναι βασίλισσα απάνω σε όλες τις επιθυμίες, κ' η καρδιά που τη δέχεται, γεύεται κάποια γλυκύτητα, που δεν τη φτάνουνε όλες μαζί οι χαρές τούτου του κόσμου. Γιατί κανένα πράγμα δεν μοιάζει με την γλυκύτητα της επίγνωσης του Θεού».
«Ο πράος και ταπεινόφρονας είναι πηγή των μυστηρίων εκείνης της καινούργιας κι αθάνατης ζωής».
«Η περηφάνεια δε καταλαβαίνει πως περπατά στο σκοτάδι και δεν γνωρίζει την έννοια της σοφίας. Γιατί, πώς να μπορέσει να τη γνωρίσει, αφού βρίσκεται μέσα στο σκοτάδι; Και γι' αυτό ίσια-ίσια, απ’ τον σκοτισμένον λογισμό της, θαρρεί πως βρίσκεται απάνω απ’ όλα, ενώ είναι τιποτένια κι ανίκανη να αξιωθεί τη θεία επίγνωση, μη μπορώντας να μάθει τας οδούς του Κυρίου. Κι ο Κύριος κρύβει απ' αυτή το θέλημά του, επειδή δεν θέλησε να πορευτεί στον δρόμο των ταπεινών».
«Να! Ο ουρανός βρίσκεται μέσα σου, αν είσαι καθαρός, και μέσα στον εαυτό σου θα δεις τους Αγγέλους με τη φωτοχυσία τους, και τον Δεσπότη μαζί τους κι από μέσα τους».
«Ο φιλόδοξος κ' εκείνος που καταγίνεται με τις κοσμικές φροντίδες, κι όποιος θέλει να περάσει το δικό του θέλημα, αυτοί είναι σαν να πολεμάνε μέσα στη νύχτα, και ψηλαφάνε το σκοτάδι, βρισκόμενοι έξω από τη χώρα της ζωής και του φωτός. Γιατί, εκείνη τη χώρα θα την κληρονομήσουνε οι αγαθοί και οι ταπεινοί κι όσοι καθαρίσανε τις καρδιές τους. Ο άνθρωπος δε μπορεί να δει το κάλλος που βρίσκεται μέσα του, πριν να καταφρονήσει κάθε εμορφιά που βρίσκεται έξω απ’ αυτόν και κάθε μάταια γνώση. Εκείνος που νομίζει πως είναι σοφός, θα ξεπέσει από τη σοφία του Θεού».
«Όποιος είναι υποταγμένος στα πάθη, από τα πάθη μιλά κι απ' αυτά κινιέται με πάθος η γλώσσα του. Κι αν μιλά ακόμα και για πνευματικά πράγματα, ωστόσο λαλεί, για να περάσει ο δικός του λόγος. Έναν τέτοιον άνθρωπο, εκείνος που είναι σοφισμένος από τον Θεό, τον καταλαβαίνει μόλις ανοίξει το στόμα του, κι ο καθαρός τον οσμίζεται από την άσχημη μυρουδιά του».
«Όσοι είναι ανακατεμένοι με τις σκέψεις και με τις επιθυμίες του κόσμου, δε μπορούνε ν' αποχτήσουνε καθαρή διάνοια, επειδή ξέρουνε καλά όλα τα καθέκαστα της κακίας».
«Αγάπησε την ταπείνωση σε όλα τα έργα σου, για να γλυτώσεις από τις ακατανόητες παγίδες που βρίσκουνται πάντα έξω από τον δρόμο που πορεύονται οι ταπεινόφρονες».
«Πλούτος του Χριστιανού είναι η παρηγοριά που νοιώθει από τη θλίψη, κ' η χαρά που βρίσκει από την πίστη, και που λάμπει στα κρυφά κατάβαθα της διάνοιας».
«Αν σε σφίξει η θελιά της σαρκικής γνώσης, μπορώ να σου πω, πως είναι πιο εύκολο να λυθείς από μια σιδερένια αλυσίδα, παρά απ' αυτή την καταραμένη γνώση».
«Η ψυχή που πορεύεται στον δρόμο τής πίστης, αν ξαναγυρίσει πάλι στους τρόπους τής γνώσης, αμέσως κουτσαίνει η πίστη της και φεύγει απ' αυτή η νοερή δύναμή της».
«Η γνώση είναι ενάντια στην πίστη. Κ' η πίστη, σε όλα είναι λυμένη κ' ελεύθερη από τους νόμους τής γνώσης, αλλά της γνώσης τής σαρκικής, κι όχι της πνευματικής. Γιατί, τούτος είναι ο ορισμός τής γνώσης, πως χωρίς εξέταση και χωρίς έρευνα, δεν έχει εξουσία να κάνει τίποτα, αλλά εξετάζει αν είναι δυνατό εκείνο που βάζει στο νου της και που θέλει. Η πίστη όμως είναι ένα πράγμα που φεύγει μακρυά από εκείνον που δεν την πλησιάζει από τον σωστόν δρόμο, ήγουν που την σιμώνει με πονηρή περιέργεια».
«Η γνώση, χωρίς εξέταση δε μπορεί να αποχτηθεί. Κι αυτό είναι η αιτία τής αμφιβολίας που έχει για την αλήθεια. Ενώ η πίστη ζητά να έχει ο άνθρωπος, που θέλει να την αποχτήσει, ένα φρόνημα καθαρό και απλό, μακρυά από κάθε πανουργία. Το μέρος που κατοικεί η πίστη είναι μια κατάσταση σαν του παιδιού και μια καρδιά απλή, ενώ η γνώση είναι ενάντια σ' αυτά τα δύο».
«Στη σαρκική γνώση βρίσκεται φυτεμένο το ξύλο της Γνώσεως, που μ' αυτό γνωρίζει κανείς τα καλά και τα πονηρά, κι αυτό ξερριζώνει την αγάπη. Τούτη η γνώση εξετάζει τα σφάλματα των ανθρώπων και τις αιτίες, καθώς και τις αδυναμίες τους, και κάνει τον άνθρωπο να αντιλέγει στον άλλον με πονηρά λόγια και να είναι δολερός με διάφορα μηχανεύματα και με πονηρές πανουργίες, και να φέρνεται με τους τρόπους που υβρίζουνε τον άνθρωπο. Σ’ αυτή τη γνώση ριζώνει η περηφάνεια, γιατί έχει την ιδέα πως κάθε καλό πράγμα προέρχεται από τον εαυτό της, κι όχι από τον Θεό! Ενώ η πίστη, τα έργα της λέγει πως τα κάνει ο Θεός, και γι’ αυτό δε μπορεί να υπερηφανευτεί. Για τούτο κι ο απόστολος Παύλος είπε, πως «η γνώσις φυσιοί», εννοώντας αυτή τη σαρκική γνώση, που δεν έχει μέσα της την πίστη και την ελπίδα στον Θεό». «Η πνευματική γνώση φανερώνεται κι αποκαλύπτεται στον από μέσα άνθρωπο. Γιατί, κατά τον λόγο του Χριστού, «η βασιλεία των ουρανών εντός ημών εστί», και δεν παρουσιάζεται με κάποιον τύπο, μήτε έρχεται με παρατήρηση. Αλλά φανερώνεται από μέσα από την εικόνα της κρυφής διάνοιας χωρίς αιτία, και δίχως καμμιά μελέτη γι' αυτή. Επειδή η διάνοια δεν βρίσκει ύλη σ' αυτή, ώστε να συνεργήσει στο φανέρωμά της».
«Ο άνθρωπος που δεν είναι κολλημένος σε τούτον τον κόσμο, και που φέρνει πάντα στη διάνοιά του, πως κοντεύει η ώρα που θα φύγει από τούτη τη ζωή, και που μελετά παντοτεινά την άλλη ζωή, αυτός, και υπομονή μεγάλη αποχτά, και καμμιά επιθυμία δεν έχει να τον τιμούνε οι άνθρωποι, μήτε να απολάψει τις αναπαύσεις της ζωής. Κι όλη την ώρα η διάνοιά του δροσίζεται από την περιφρόνηση που αισθάνεται για τον κόσμο. Και νοιώθει μεγάλο θάρρος, κι αποχτά δυνατή καρδιά σε κάθε καιρό, για κάθε κίνδυνο και για κάθε φόβο. Μα μήτε κι από τον θάνατο δεν φοβάται, γιατί σε κάθε ώρα προσέχει σ' αυτόν σαν να κοντεύει νά 'ρθει, και τον περιμένει... Κ' η φροντίδα του είναι ριγμένη στον Θεό, με πάσα αδίσταχτη πεποίθηση».
«Το ξύλο της ζωής είναι η αγάπη του Θεού, απ’ όπου ξέπεσε ο Αδάμ, και δεν ξανασυναπάντησε τη χαρά. Αλλά δούλευε στην αγκαθερή τη γη, και κοπίαζε. Όσοι στερηθήκανε την αγάπη του Θεού, τρώνε ψωμί με ίδρωτα, στα έργα τους, ακόμα κι αν πορεύονται δίκαια».
«Μη φοβάσαι τον θάνατο. Γιατί ο Θεός, όταν τον αγαπάς αληθινά, σε ανεβάζει απάνω από τον θάνατο».
«Να νομίζεις, πως δεν υπάρχει άλλος απάνω στη γη, παρά μοναχά εσύ κι ο Θεός».
*


Τά παρακάτω θεόπνευστα λόγια είναι ανθολογημένα από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο:
«Η πνευματική γνώση μοιάζει μ' ένα σπίτι, που είναι χτισμένο στη μέση της κοσμικής γνώσης, και που μέσα σ' αυτό βρίσκεται, σαν ένα σεντούκι σφαλισμένο, η γνώση των Θείων Γραφών, ο ανεκδιήγητος πλούτος που είναι θησαυρισμένος μέσα στις άγιες Γραφές, ήγουν η θεία χάρις. Αυτόν τον πλούτο δεν είναι δυνατό να τον δούνε όσοι μπαίνουνε στο σπίτι εκείνο, ανίσως και δεν ανοιχθεί σ' αυτούς το κιβώτιο. Αλλά το σε­ντούκι δεν είναι δυνατό να ανοιχθεί ποτέ με ανθρώπινη σοφία. Για τούτο, όλοι οι άνθρωποι που έχουνε το φρόνημα του κόσμου δεν γνωρίζουνε τον πνευματικό θησαυρό που βρίσκεται μέσα στο σεντούκι της πνευματικής γνώσης. Κι όπως, αν σηκώσει στον ώμο του κανένας εκείνο το κιβώτιο, δε μπορεί να δει τον θησαυρό που βρίσκεται μέσα σ' αυτό, έτσι, κι αν αναγνώσει κι αποστηθίσει όλες της Αγιες Γραφές, δεν δύναται να καταλάβει την χάρη του αγίου Πνεύματος, που είναι κρυμμένη μέσα σ' αυτές».
«Προσκυνώ, πέφτω στα γόνατα και σε ευχαριστώ, Κύριε του παντός και πανάγιε Βασιλεύ, γιατί με ελέησες, εμένα που δεν ήμουν άξιος του ελέους σου, και με δόξασες, και με ετίμησες με την εικόνα σου, όπως θέλησες. Κι όλα τα πάντα τα δημιούργησες με την εικόνα σου, όπως θέλησες. Κι όλα τα πάντα τα δημιούργησες δι’ εμένα τον άνθρωπο, που είμαι κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσίν σου, και με κατέστησες βασιλέα επάνω εις όλα τα επίγεια, εις δόξαν τής μεγαλωσύνης και της αγαθότητάς σου. Πού εγνώριζα εγώ ο ταλαίπωρος, πως είσαι τόσο καλός Δεσπότης, ώστε να νοιώσω πόθον για σένα; Πού γνώριζα εγώ πως φανερώνεις τον εαυτό σου σ' εκείνους που έρχονται σε σένα, ακόμα και τον καιρό που ζούνε μέσα σε τούτον τον κόσμο, για να ζητήσω με πόθον να σε δω; Πού και πώς ήξευρα, εγώ ο δυστυχής, πως λαμβάνουν το Πνεύμα σου το Αγιο όσοι πιστεύουνε σε σένα; Πού ήξευρα εγώ, Δέσποτα, πως εσύ που είσαι αόρατος και αχώρητος, βλέπεσαι και χωρείς μέσα μας; Πού ημπορούσα ποτέ να σκεφθώ πως εσύ, ο Κύριος που έκτισες τα σύμπαντα και που έπλασες τους ανθρώπους, ενώνεσαι μ' αυτούς, και τους κάνεις θεοφόρους και υιούς σου, ώστε να ποθήσω και να ζητήσω να τα λάβω από εσένα; Πού ήξευρα, Κύριε, τέτοιον Θεόν, τέτοιον Δεσπότην, τέτοιον προστάτην, τέτοιον πατέρα και αδελφό και βασιλέα, εσένα που φτώχεψες για μένα και που έλαβες δούλου μορφή; Αληθινά, Δέσποτά μου φιλάν­θρωπε, τίποτα απ' αυτά δεν εγνώριζα ολότελα. Επειδή, κι αν έτυχε να διαβάσω στις Αγιες Γραφές γι' αυτά, νόμιζα πως ειπωθήκανε για κάποιους άλλους, ή για κάποια άλλα πράγματα, κι όχι γι' αυτά που είδα, κ' ήμουνα αναίσθητος, και δεν ένοιωθα τα γραμμένα, μήτε μπόρεσα ποτέ να καταλάβω την έννοια που είχαν. Επειδή άκουσα από τον απόστολο Παύλο, που έκραζε κ' έλεγε «α οφθαλμός ουκ είδε, και ους ουκ ήκουσε, και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν», και νόμιζα πως είναι αδύνατο να έλθει σε θεωρία (Θεωρία είναι η αποκάλυψη των μυστηρίων του Θεού, που γίνεται με τις πνευματικές αισθήσεις) ένας άνθρωπος, που βρίσκεται ακόμα με το σώμα, και θαρρούσα πως μοναχά σ' εκείνον έδειξες αυτά τα θαυμαστά πράγματα, κάνοντάς του χάρη, και δεν ήξευρα, ο ταλαίπωρος, πως αυτό γίνεται από σένα σε όλους που σε αγαπούν. Αλλά, από πού και πώς μπορούσα να γνωρίζω, πως καθένας που πιστεύει σε σένα γίνεται μέλος σου, και πως αστράφτει με την χάρη σου; Ποιός να πιστέψει ένα τέτοιο παράδοξο πράγμα, να γίνει μακάριος, γενό­μενος μακάριο μέλος του μακαρίου Θεού; Πού ήξευρα εγώ, πως εσύ γίνεσαι άρτος αθάνατος κι άφθαρτος, αντί της αισθητής τροφής που γευόμαστε, άρτος αχόρταγος σ' εκείνους που σε πεινούν και σε ποθούν, και πηγή αθάνατη σε κείνους που σε διψούν, και φόρεμα λαμπρότατο σ' εκείνους που φορούνε για σένα ταπεινά και φτωχά φορέματα; Ακουσα να τα λέγουν αυτά εκείνοι που κηρύττουν το Ευαγγέλιό σου, πλην νόμιζα πως γίνονται, μοναχά στη μέλλουσα ζωή κ' ύστερα από την κοινή ανάσταση, και δεν ήξευρα πως και τώρα γίνονται σε μας, που έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη απ' αυτά».
«Εκείνος που είναι τυφλός εις το ένα, ήγουν στον Θεό, είναι τυφλός σε όλα. Κ' εκείνος που βλέπει το ένα, δηλαδή τον Θεό, έχει τη θεωρία των πάντων, και πάλι είναι έξω από τη θεωρία των πάντων, κ' έρχεται μέσα στη θεωρία των πάντων, και βρίσκεται πάλι έξω από την θεωρία των πάντων. Όταν είναι, κατ' αυτόν τον τρόπο, μέσα στο ένα, βλέπει τα πάντα, κι όταν είναι μέσα σε όλα, δεν βλέπει κανένα απ’ όλα. Εκείνος που βλέπει το ένα, με το ένα βλέπει και τον εαυτό του κι όλα τα πάντα και όλους τους άλλους, και πάλι, όντας κρυμμένος μέσα στο ένα, δεν βλέπει κανένα απ' όλα».
«Ήθελα να πω κανένα παράδειγμα, που να φανερώνει το νόημα αυτών που είπα παραπάνω, σ' εκείνους που καυχιούνται με αυθάδεια πως ξέρουνε μόνο με την ψεύτικη γνώση, και χωρίς τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που ερευνά τα βάθη και τα μυστήρια του Θεού. Αλλά φοβούμαι τον Κύριο, που μας πρόσταξε να μη δίνουμε τα άγια στους αδιάντροπους, μηδέ να ρίχνουμε τα μαργαριτάρια μπροστά σ' εκείνους που λογαριάζουνε τα θεία για τιποτένια κι ακάθαρτα, και τα καταπατούνε και τα ατιμάζουνε με τα χαμηλά και γήινα νοήματά τους. Που τον νου τους τον ετύφλωσεν ο Θεός, καθώς λέγει ο προφήτης: «Και εσκότισε την καρδίαν των, ίνα βλέποντες μη βλέπωσι, και ακούοντες μη συνιώσι». Και δίκαια, επειδή κάνανε τον εαυτό τους ανάξιο με την περηφάνεια και με τις κακές πράξεις, και για τούτο τους άφησε ο Θεός να πορεύονται στο σκοτάδι της απιστίας και της κακίας τους, καθώς λέγει ο Δαυίδ: «Εξαπέστειλεν αυτούς κατά τα επιτηδεύματα της καρδίας αυτών». Γιατί, ενώ έχουν τόσα πολλά παραδείγματα από τους Πατέρας μας (που κάνανε το θέλημα του Θεού με τα έργα και τα βάλανε μπροστά σε μας για να τα μιμηθούμε), δεν θελήσανε να τα στοχασθούνε, μήτε θελήσανε να μιμηθούνε εκείνους τους Πατέρας, αλλά κάνουνε αντίθετα απ' ό,τι κάνανε και διδάξανε εκείνοι. Οι τέτοιοι, λέγω πως όχι μοναχά είναι ανάξιοι να έχουνε τη θεία γνώση, αφού είναι υιοί της απωλείας και της απειθείας, αλλά είναι και υπόδικοι για κάθε τιμωρία και κατάκριση. Επειδή λησμονήσανε να εξετάσουνε τον εαυτό τους, αν βρίσκονται στην πίστη, και περιεργάζονται την πολιτεία των άλλων, και εξετάζουνε ασυλλόγιστα κάποια πράγματα που είναι παραπάνω από τη δύναμή τους, χωρίς να φοβούνται τον Θεόν ολότελα».
*


Από τον άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη παίρνουμε τα λίγα τούτα, που διαβάζεις παρακάτω:
«Κανένα πράγμα δεν κάνει την καρδιά και την ψυχή τόσο ταπεινωμένη, όσο το να καταντήσει ο άνθρωπος απλοϊκός με γνώση, και το να σωπαίνει σε όλα»(«Απλοϊκός με γνώση», είναι ο Ανθρωπος, που γνωρίζει κάποια μυστήρια που δεν τα υποπτεύονται οι άλλοι, και μπορεί ν' απομείνει ωστόσο, απλός και ταπεινός, σαν να μην γνωρίζει τίποτα).
«Πρέπει να γνωρίζεις, πως ο θεϊκός φόβος δεν έχει τρόμο, (και λέγω τρόμο, όχι αυτόν που έρχεται από τη χαρά, αλλά από την οργή, ήγουν από την τιμωρία κι από το ν' απομείνει κανένας απροστάτευτος). Αλλά έχει κάποια έντρομη αγαλλίαση, που γίνεται με την προσευχή, και βγαίνει από τη σοφία, που λέγεται και αρχή σοφίας».
«Όποιος δεν βλέπει και δεν ακούει και δεν αισθάνεται πνευματικά, είναι πεθαμένος».

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ!! ΑΓΙΑ !! ΚΑΙ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΣ ! ΔΕΝ ΧΩΡΙΖΕΤΕΙ ΣΕ ΚΟΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΣΕ ΕΠΙ ΜΕΡΟΥΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ !!

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ!! ΑΓΙΑ !! ΚΑΙ  ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΣ ! ΔΕΝ ΧΩΡΙΖΕΤΕΙ ΣΕ ΚΟΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΣΕ ΕΠΙ ΜΕΡΟΥΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ !! ΟΠΟΙΟΙ  ΑΠΟΚΟΠΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΩΤΗΡΙΑ!! ΑΠΟΚΟΜΕΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΣΟΙ ΔΕΝ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΑ ΔΟΓΜΑΤΑ ΤΙΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΑΤΕΤΑΓΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟ ΑΓΙΟ ΔΙΑ ΣΤΟΜΑΤΟΣ  ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ! ΑΠΟΚΟΜΕΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΣΟΙ ΚΑΤΑΡΓΗΣΑΝ Η ΑΛΛΑΞΑΝ ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΕΝΑ ΙΩΤΑ Η ΜΙΑ ΚΕΡΑΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΓΡΑΦΟ Η ΑΓΡΑΦΟ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ !!


όποιος εμελέτησε την πρόσφατον Εκκλησιαστικήν Ιστορίαν και δεν γνωρίζει ότι η αλλαγή ημερολογίου το 1924 ήτο το πρώτον συγκεκριμένον βήμα του Οικουμενισμού εις τον Ελληνικόν χώρον; Ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ελλάδος και οι συν αυτώ, διά να παραπλανήσουν τον λαόν, είχον ισχυρισθή ότι προέβησαν εις μίαν διόρθωσιν διά λόγους αστρονομικής ακριβείας. Εάν τούτο ήτο αληθές θα είχεν εφαρμοσθεί εις την Ελλάδα ημερολόγιον αστρονομικώς τελειότερον του πεπαλαιωμένου ήδη ημερολογίου του Πάπα Γρηγορίου. Διατί εφαρμόσθη το επίσης εσφαλμένον ημερολόγιον του Πάπα; Μα απλούστατα, σκοπός δεν ήτο η επίτευξις αστρονομικής ακριβείας. Αυτό που επεδιώκετο ήτο η επίτευξις εορτολογικής ενότητος μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των αιρετικών "Εκκλησιών" της Δύσεως. Επεδιώκετο η Ένωσις των Εκκλησιών τουλάχιστον εις τον εορτολογικόν τομέα, και τούτο ως πρώτον βήμα. Η τακτική των Οικουμενιστών είναι πρόοδος διά βαθμίδων. Η πρώτη βαθμίς ήτο η εορτολογική ένωσις των Εκκλησιών. Στο πρόγραμμα ήτο να επακολουθήσουν συν τω χρόνω όσα επηκολούθησαν και όσα θα επακολουθήσουν.
Φθάνει να αναγνώση κανείς την Εγκύκλιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου του 1920 διά να πεισθή πλήρως. Η εγκύκλιος αυτή προτείνει ως πρώτον λίθον του οικουμενιστικού οικοδομήματος την φιλικήν προσαρμογήν της Ορθοδοξίας προς τας "Εκκλησίας" της Δύσεως "διά της παραδοχής ενιαίου ημερολογίου". Γράφεται επί λέξη: "Δύναται δε η φιλία αύτη και αγαθόφρων προς αλλήλους διάθεσις εκφαίνεσθαι και τεκμηριούται ειδικώτερον ως εξής: α΄. διά της παραδοχής ενιαίου ημερολογίου προς ταυτόχρονον εορτασμόν των μεγάλων χριστιανικών εορτών υπό πασών των Εκκλησιών...". 
Ο ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
1. Δεν είναι αναχρονιστική η συνάφεια. Παρόμοιο διαθρησκειακό και διαχριστιανικό περιβάλλον.

Στο τελευταίο μας άρθρο με τίτλο «Μακράν της οδού των Αγίων Πατέρων η συνάντηση Βαρθολομαίου και πάπα» είχαμε εξαγγείλει ότι θα συνεχίζαμε την έκθεση των εκτιμήσεών μας με βάση τη διαχρονική συνείδηση της Εκκλησίας, όπως αυτή εκφράζεται μέσα στους βίους των Αγίων Πατέρων και διδασκάλων. Επειδή μάλιστα ο Άγιος Σπυρίδων, ο θαυματουργός πολιούχος της Κέρκυρας, έδιωξε τον πάπα μέσα από τον ναό του με ένα εντυπωσιακό θαύμα που έκανε, ενώ οι σημερινοί προκαθήμενοι, τον εισάγουν στους ορθόδοξους ναούς, τον ασπάζονται, τον θυμιάζουν και τον πολυχρονίζουν, σχεδιάσαμε να παρουσιάσουμε αυτό το θαύμα, όπως το διασώζει και το σχολιάζει ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, μεγάλος λόγιος και διδάσκαλος του Γένους και μέλος της τριάδος των Αγίων Κολλυβάδων του 18ου αιώνος. Ο σχεδιασμός αυτός και η προτεραιότητα παραμένει, με μία μικρή χρονική παρέκκλιση, λόγω της εορτολογικής συγκυρίας.

Η μνήμη του Μεγάλου Αντωνίου, σε ναό του οποίου στη Θεσσαλονίκη υπηρετούμε με τη χάρη του Θεού και την ευλογία του Αγίου ήδη δεκατρία χρόνια, μας έδωσε την ευκαιρία και πάλι να εντρυφήσουμε στο θαυμάσιο «βίο» του, πρότυπο από πλευράς γραμματολογικής όλων των μεταγενέστερων «βίων» Αγίων, τον οποίο συνέγραψε ο διατελέσας μαθητής του αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας και στύλος της Ορθοδοξίας, όντως Μέγας Αθανάσιος.

Το μεγαλύτερο μέρος του «Βίου» αναλίσκεται στα ασκητικά κατορθώματα του Αγίου Αντωνίου, στους αγώνες του εναντίον των δαιμόνων και στη σχετική διδασκαλία του, όπως και στο μεγάλο όντως κατόρθωμά του να γίνει ο «πολιστής της ερήμου», να γεμίσει την έρημο με μοναστήρια, θεμελιωτής έτσι και αρχηγός γενόμενος του αναχωρητικού βίου: «Έπεισε πολλούς αιρήσασθαι τον μονήρη βίον, και ούτω λοιπόν γέγονε και εν τοις όρεσι μοναστήρια και η έρημος επολίσθη υπο μοναχών εξελθόντων από των ιδίων και απογραψαμένων την εν τοις ουρανοίς πολιτείαν».

Την μακροχρόνια ξενιτεία του από τον κόσμο διέκοψε δύο φορές, προκειμένου να αγωνισθεί και να συμβάλει στη διάσωση της Ορθοδοξίας, που όπως τώρα, έτσι και τότε, κινδύνευε από εξωτερικούς και πιο πολύ από εσωτερικούς εχθρούς. Ο Χριστιανισμός δεν παρουσιάσθηκε συνδιαλεγόμενος και συναλλασόμενος «επί ίσοις όροις» με τις άλλες θρησκείες, διεκδικώντας μέρος της αλήθειας, που υπάρχει δήθεν σε όλες τις θρησκείες, όπως βλάσφημα ισχυρίζονται σημερινοί δήθεν χριστιανοί ηγέτες των διαθρησκειακών συναντήσεων του Αντιχρίστου, αλλά ως μοναδική αλήθεια, η μοναδική οδός σωτηρίας, ως το αληθινό φως που αντικατέστησε όχι ισχνότερα φώτα, αλλά το σκότος της αγνωσίας του Θεού και της πλάνης: «Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα, και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς». Δεν είπε ο Χριστός ότι εγώ είμαι ένας δρόμος, μία αλήθεια, ένα φως ανάμεσα σε άλλους δρόμους, σε άλλες αλήθειες, σε άλλα φώτα, αλλά εγώ είμαι η μοναδική αλήθεια, ο μοναδικός δρόμος, το μοναδικό φως: «Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή». «Εγώ ειμί το φως του κόσμου, ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ΄έξει το φως της ζωής».

Αυτήν την αποκλειστικότητα του Ευαγγελίου, την οποία ορισμένοι χαρακτηρίζουν και σήμερα ως ακραία και φουνταμενταλιστική, συκοφαντούντες και διώκοντες όσους με συνέπεια και πιστότητα την προβάλουν ως κήρυγμα και ως ζωή, επλήρωσαν ακριβά οι Άγιοι Απόστολοι και οι Άγιοι Μάρτυρες, προτιμήσαντες να βασανισθούν και να χύσουν το αίμα τους παρά να συμβιβασθούν με τις άλλες «αλήθειες», να συνυπάρξουν στο πολυπολιτισμικό μοντέλο των διαθρησκειακών σχέσεων και συναντήσεων, από αγάπη δήθεν για τους άλλους.


2. Διδάσκαλοι απραξίας και υποκρισίας. Οι πολύξεροι και οι ταπεινοί.

Όταν λοιπόν, προ του Μ. Κωνσταντίνου εμαίνετο ο διωγμός στην Αλεξάνδρεια εναντίον των Χριστιανών επί Μαξιμίνου το 311, ο Μέγας Αντώνιος σε ηλικία εξήντα ετών (γεννήθηκε το 251) άφησε για λίγο την έρημο, την άσκηση και την προσευχή και ήλθε στην Αλεξάνδρεια άφοβος και ατρόμητος με διάθεση και πόθο να μαρτυρήσει και να ενθαρρύνει τους οδηγουμένους στο μαρτύριο. Αψήφησε και αγνόησε τις απαγορεύσεις του δικαστού να φύγουν οι μοναχοί από την πόλη και να μη παρίστανται στις αίθουσες των δικαστηρίων. Εμφανίστηκε ενώπιον του ηγεμόνα σε περίβλεπτη θέση στο δικαστήριο, αποδεικνύοντας την προθυμία των Χριστιανών να αγωνισθούν για την πίστη τους και να μαρτυρήσουν, «αυτός ατρέμας ειστήκει, δεικνύς ημών των Χριστιανών την προθυμίαν, ηύχετο γαρ και αυτός μαρτυρήσαι, καθά προείπον». Τον φύλαξαι βέβαια ο Θεός και δεν μαρτύρησε, για να ωφελήσει περισσότερο με την ζωή του, αυτός όμως δεν περιορίσθηκεστο κελλί του, στην έρημο, αλλά «υπηρέτει συνήθως τοις ομολογηταίς, και ως συνδεδεμένος αυτοίς ην κοπιών εν ταις υπηρεσίαις». Όταν κινδυνεύει η πίστις, η Ορθοδοξία, πρώτη πνευματική προτεραιότητα είναι η υπεράσπισή της, ο αγώνας η συμπαράσταση προς όσους αγωνίζονται, η μέχρι θανάτου και αίματος προθυμία. Όλα τα άλλα πνευματικά καθήκοντα έπονται. Όσοι πράττουν και συμβουλεύουν τα αντίθετα, απλώς συγκαλύπτουν με προφάσεις την απροθυμία και δειία τους, και γίνονται διδάσκαλοι και καθηγητές της απραξίας και της υποκρισίας.

Δεν πρόκειται βέβαια εδώ να παρουσιάσουμε πως αντιμετώπισε ο Μέγας Αντώνιος τους μεγάλους και σπουδαγμένους φιλολόγους και φιλοσόφους της ειδωλολατρίας με ακαθαίρετη επιχειρηματολογία, αφήνοντάς τους, αυτός ο αγράμματος, άναυδους και εκστατικούς. Ίσως αυτό το κάνουμε άλλη φορά, γιατί και πάλι η ειδωλολατρία , παγανισμός εμφανίζεται δυναμικά με ισχυρούς προστάτες. Δεν τα ήξερε ο Άγιος όλα, όπως εκείνοι, δεν ήταν πολύξερος κατά κόσμον, ήξερε όμως όλα τα της πίστεως, ήξερε την Αγία Γραφή και την διδασκαλία των Αγίων και επιπλέον ήταν θεοδίδακτος και θεοφώτιστος. Η πίστη δεν είναι θέμα πολυγνωσίας και μάθησης, αλλά υποταγής ταπεινής όχι στη γνώμη των πολλών, αλλά στην αλήθεια, την διαχρονική και αιώνια της Εκκλησίας. Αν δεν απογυμνωθεί κανείς από την δοκησισοφία και την γνωσιολογική του καύχηση, για να ενσωματωθεί ταπεινά στον νου του Χριστού, της Εκκλησίας, των Αγίων και των Πατέρων, που ανοίγει τους πνευματικούς ορίζοντες, τότε θα διαπορεί και θα διερωτάται για τη βεβαιότητα της πίστεως και την πολυγνωσία, ακόμη και απλών πιστών και θα τους κατηγορεί ως πολύξερους και εγωϊστές, χωρίς ταπείνωση. Ταπείνωση όμως δεν είναι να δέχεσαι την γνώμη των πολλών, αλλά την γνώμη του Θεού και των Αγίων, γιατί πολλές φορές οι πολλοί συντάσσονται με το ψεύδος και δίνουν ισχύ σ' αυτό με την πλειοψηφία τους. Αν η αποδοχή της γνώμης των πολλών, όταν διαφωνούν με την αλήθεια, αποτελούσε δεοντολογική στάση, ούτε το Ευαγγέλιο θα γίνονταν δεκτό, υποστηριζόμενο από ελάχιστους Αποστόλους, ούτε η Εκκλησία θα διεσώζετο μέσα στην πλημμυρίδα των απίστων και αιρετικών.

.


3. Η στάση του Αγίου Αντωνίου έναντι των αιρετικών, πρότυπο μίμησης για όλους σήμερα.

Αυτό που επιθυμούμε τώρα να κάνουμε εδώ είναι να παρουσιάσουμε πως αντιμετώπισε ο Άγιος Αντώνιος την αίρεση του Αρείου, η οποία απειλούσε εσωτερικά την Εκκλησία, έχουσα την υποστήριξη αυτοκρατόρων, ηγεμόνων, πατριαρχών και επισκόπων, όπως συμβαίνει και σήμερα με τις παναιρέσεις του Παπισμού και του Οικουμενισμού, που είναι πολύ πιο επικίνδυνες, γιατί αναιρούν το σύνολο των δογμάτων της πίστεως και μεταβάλουν την θεϊκή διδασκαλία του Ευαγγελίου σε συνήθη ανθρώπινη διδασκαλία, αποσύρουν τον Θεάνθρωπο Χριστό, τους Αγίους και τους Πατέρας, και εγκαθιστούν τον αλάθητο πάπα της Ρώμης και την πανσπερμία των αιρέσεων του Παγκοσμίου Συμβουλίου των δήθεν Εκκλησιών. Η παρουσίαση αυτή είναι πολύ διδακτική και για όσους καμώνονται πως δεν βλέπουν τον κίνδυνο, για ‘σοβαρούς' πνευματικούς που παρασύρουν ή φέρνουν σε πολύ δύσκολη θέση τα πνευματικά τους παιδιά, που βλέπουν καλύτερα με τα μάτια των Αγίων και αρχίζουν να αμφιβάλλουν για την αξιοπιστία της πνευματικής καθοδήγησης. Και ασφαλώς οι Άγιοι είναι πιο αξιόπιστοι από τους οποιουσδήποτε Γέροντες και πνευματικούς, όταν δεν οργίζονται για την αίρεση και δεν αγωνίζονται να την φανερώσουν και να την αποδιώξουν.

Άφησε λοιπόν για δεύτερη φορά ο Μέγας Αντώνιος την έρημο και κατέβηκε στην Αλεξάνδρεια, της οποίας ο ορθόδοξος επίσκοπος και πατριάρχης, ο Μ. Αθανάσιος, βρισκόταν υπό συνεχή διωγμό και διαδοχικές εξορίες και το ορθόδοξο ποίμνιο υπό την διαποίμανση Αρειανών αιρετικών, όπως τώρα υπό την διαποίμανση οικουμενιστών ή φιλοοικουμενιστών πατριαρχών και επισκόπων. Ο Μ. Αντώνιος, όπως μας παραδίδει ο «Βίος» του, και στα θέματα της πίστεως «πάνυ θαυμαστός ην και ευσεβής». Δεν είχε καμμία κοινωνία με τους σχισματικούς Μελιτιανούς, γιατί γνώριζε από την αρχή την πονηρία και την αποστασία τους. Αλλά και με τους Μανιχαίους και άλλους αιρετικούς δεν μίλησε ποτέ φιλικά, παρά μόνο για να τους νουθετήσει και να τους μεταβάλει σε ευσεβείς και ορθοδόξους. Πίστευε και εδίδασκε ότι η φιλία και η συναναστροφή μαζί τους είναι βλάβη και απώλεια της ψυχής. Εσιχαίνετο και την αίρεση των Αρειανών και παρήγγελε σε όλους ούτε να τους πλησιάζουν ούτε να δέχονται την κακή τους πίστη. Όταν τον επισκέφθηκαν κάποτε κάτι φανατικοί Αρειανοί, αφού συζήτησε μαζί τους και κατάλαβε πως είναι ασεβείς, τους έδιωξε από το όρος που ασκήτευε, λέγοντας ότι τα λόγια τους είναι χειρότερα και από το δηλητήριο των φιδιών. Το κείμενο αυτό αποτελεί θα λέγαμε κανόνα, ο οποίος ολοκάθαρα μας παρουσιάζει, αψευδέστατα και απλανέστατα, πως πρέπει να γίνονται οι διάλογοι με τους αιρετικούς, και πως πρέπει ανθρώπινα και κοινωνικά να ρυθμίζουμε τη σχέση μας μαζί τους, αλλά συγχρόνως δείχνει πως σήμερα γκρεμίζονται όλα τα όρια που έθεσαν οι Πατέρες από τους Οικουμενιστάς, οι οποίοι αγκαλιάζουν τους αιρετικούς και τους ασπάζονται ως ευσεβείς και ομοπίστους και ούτε διανοούνται όχι να τους διώξουν και να τους απομακρύνουν, αλλά ούτε να τους νουθετήσουν να επιστρέψουν στην Ορθοδοξία. Οι διάλογοι γίνονται επί ίσοις όροις. Εξίσωση του ψεύδους και της αλήθειας, της αιρέσεως και της πλάνης. Όταν διαλέγεσαι επί «ίσοις όροις», αυτό σημαίνει ότι δίνεις τις ίδιες πιθανότητες να επικρατήσει το ψεύδος επί της αλήθειας, ότι αμφιβάλλεις για την αλήθεια και ψάχνεις να την βρεις. Ο διάλογος όμως των Αγίων και των Πατέρων, είναι όπως ο διάλογος του Χριστού προς την Σαμαρείτιδα, των Αποστόλων προς τους Ιουδαίους και τους Εθνικούς, των Πατέρων προς τους αιρετικούς, πρόσκληση και νουθεσία να επανέλθουν στην αλήθεια, να συναχθούν μέσα στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, αυτή είναι η αληθινή ένωση και ειρήνη, τα άλλα είναι ψευδοενώσεις, ψευδοειρήνες και ψευδοδιάλογοι.

Επειδή, λοιπόν, το κείμενο αυτό υποδεικνύει τον δρόμο της αληθινής ενώσεως από το στόμα ενός μεγάλου Αγίου, και πραγματοποιεί το «ίνα πάντες εν ώσι», για το οποίο κόπτονται και πολυπραγμονούν οι Οικουμενισταί, το παραθέτουμε επί λέξει: «Και τα πίστει Δε πάνυ θαυμαστός ην και ευσεβής. Ούτε γαρ Μελιτιανοίς τοις σχισματικοίς ποτε κεκοινώνηκεν, ειδώς αυτών την εξ αρχής πονηρίαν και αποστασίαν, ούτε Μανιχαίοις ή άλλοις τισίν αιρετικοίς ωμίλησε φιλικά, ή μόνον άχρι νουθεσίας της εις ευσέβιαν μεταβολής, ηγούμενος και παραγγέλλων την τούτων φιλίαν και ομιλίαν βλάβηνκαι απώλειαν είναι ψυχής. Ούτω γουν και την των Αρειανών αίρεσιν εβδελύσσετο, παρήγγελε Τε πάσι μήτε εγγίζειν αυτοίς μητε την κακοπιστίαν αυτών έχειν. Απελθόντας γουν ποτέ τινας προς αυτόν των Αρειομανιτών, ανακρίνας και μαθών ασεβούντας, εδίωξεν από του όρους λέγων όφεων ιού χείρονας είναι τους λόγους αυτών».


4. Φοβερή η οπτασία του Αγίου Αντωνίου για τους αιρετικούς: Άλογα κτήνη γύρω απο την Αγία Τράπεζα.

Είναι όντως φοβερό το όραμα που είδε ο Άγιος Αντώνιος σχετικά με την παρουσία αιρετικών μέσα σε ορθόδοξους ναούς. Το όραμα αυτό αιτιολογεί, εξηγεί παραστατικά για ποιο λόγο οι Άγιοι Πατέρες απαγορεύουν με συνοδικούς κανόνες την είσοδο αιρετικών σε καθαγιασμένους χώρους, την συμμετοχή τους σε ακολουθίες και λειτουργίες, τις συμπροσευχές και τα συλλείτουργα. Οι αιρετικοί μη δεχόμενοι την διδασκαλία της Εκκλησίας, των Αποστόλων και των Αγίων, επηρεάζονται από τους δαίμονες και τον πατέρα τους τον διάβολο, στην προβολή πλανεμένων απόψεων. Γι' αυτό και η διδασκαλία τους «μάλλον άγονος και άλογος και διανοίας εστίν ουκ ορθής, ως η των ημιόνων αλογία».

Συγκλονίσθηκε λοιπόν, και ετρόμαξε ο Άγιος Αντώνιος, όταν επέτρεψε ο Θεός να δει στο όραμά του τους Αρειανούς να περικυκλώνουν το Άγιο Θυσιαστήριο ως ημίονοι (= μουλάρια), να το λακτίζουν και να το μιαίνουν. Τόση ήταν η λύπη και η στεναχώρια του, ώστε έβαλε τα κλάμματα, όπως πικράθηκαν και έκλαυσαν πολλοί ευσεβείς, όταν είδαν τον αιρεσιάρχη πάπα να εισάγεται μέσα στον ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, τον οποίο μάλιστα Άγιο κατήργησε το Βατικανό, και να τον μολύνει. Είμαστε βέβαιοι πως, αν διαβάσουν και μάθουν αυτό το όραμα του Αγίου οι πατριάρχες,οι αρχιεπίσκοποι και οι επίσκοποι, αν βέβαια εξακολουθούν ως Ορθόδοξοι να σέβονται και να ακολουθούν την ζωή και την διδασκαλία των Αγίων, θα διακόψουν τις λειτουργικές αμοιβαίες φιλοξενίες και επισκέψεις, τις εβδομάδες συμπροσευχής και τις αποστολές αντιπροσωπειών στις θρονικές εορτές. Γιατί διαφορετικά θα συμπεριλαμβάνονται και αυτοί ως συνεργοί στο φρικτό όραμα του Μ. Αντωνίου.

Κατά την διήγηση του Μ. Αθανασίου στο «Βίο», ενώ ησχολείτο με το εργόχειρό του καθιστός ο Μ. Αντώνιος, περιήλθε σε ένα είδος εκστάσεως και αναστέναζε πολύ βλέποντας την οπτασία. Μετά από αρκετή ώρα στράφηκε προς τους παρισταμένους μοναχούς, εξακολούθησε να στενάζει και να τρέμει. Έπεσε στα γόνατα για να προσευχηθεί και έμεινε γονατιστός επί πολύ ώρα. Όταν σηκώθηκε έκλαιγε ο Γέροντας. Ετρόμαξαν οι παριστάμενοι και εφοβήθηκαν πολύ, γι' αυτό τον παρακάλεσαν να τους εξηγήσει. Και αφού τον επίεσαν πολύ και τον εξεβίασαν αναστέναξε πάλι και είπε: «Παιδιάμου είναι καλύτερα να πεθάνω, πριν να συμβούν όσα είδα στην οπτασία. Θα πέσει στην Εκκλησία η οργή του Θεού, και θα παραδοθεί σε ανθρώπους που είναι άλογα κτήνη. Είδα την Αγία Τράπεζα του ναού, στο Κυριακό της σκήτης να περικυκλώνεται σ' όλες της πλευρέςαπό μουλάρια, τα οποία κλωτσούσαν και χοροπηδούσαν, όπως συνηθίζουν να κάνουν αυτά τα άλογα κτήνη. Είδατε και αντιληφθήκατε πως εστέναζα προηγουμένως; Το έκανα γιατί άκουσα φωνή που έλεγε: «Θα μιανθεί το θυσιαστήριό μου». Αυτά είδε ο Γέροντας. Και μετά από δύο ακριβώς έτη έγινε επίθεση των Αρειανών και η αρπαγή των Εκκλησιών. Άρπαξαν τα ιερά σκεύη με τη βία, τα έδωσαν σε ειδωλολάτρες να τα κρατούν, τους εξανάγκασαν να μετέχουν στις συνάξεις τους και παρόντων αυτών έκαναν στην Αγία Τράπεζα ό,τι ήθελαν. Τότε καταλάβαμε όλοι μας, λέγει ο Μ. Αθανάσιος, ότι τα λακτίσματα εκείνα των ημιόνων προεμήνυαν στον Αντώνιο όσα πράττουν τώρα οι Αρειανοί ως κτήνη. Μετά την οπτασία ένιωσε την ανάγκη ο Γέροντας να ενθαρρύνει και να παρηγορήσει τους γύρω του λέγοντας: «Μη λυπάσθε, παιδιά μου, γιατί όπως οργίσθηκε ο Κύριος, έτσι πάλι και θα θεραπεύσει το κακό. Σύντομα η Εκκλησία θα επαναποκτήσει την ομορφιά της και θα λάμψει. Θα δείτε αυτούς που εξορίστηκαν να επιστρέφουν, την ασέβεια να υποχωρεί και να κρύβεται, και την ευσεβή πίστη να εμφανίζεται και να κυριαρχςί παντού, αρκεί σεις να μην μιανθήτε από την αίρεση των Αρειανών, γιατί δεν είναι η διδασκαλία των Αποστόλων, αλλά των δαιμόνων και του πατρός αυτών του διαβόλου, άλογη και άκαρπη, σαν την αλογία των ημιόνων».


Επίλογος

Η οργή του Θεού έχει καταλάβει την Εκκλησία εδώ και πολλές δεκαετίες. Ο Παπισμός και ο Οικουμενισμός θριαμβεύουν. Τότε ο Μ. Αθανάσιος και οι άλλοι Πατέρες κατενόησαν τον κίνδυνο, που περιέγραφε το όραμα του Μ. Αντωνίου. Τώρα βλέπουμε να μολύνονται οι ναοί και τα θυσιαστήρια απο συμπροσευχές και συλλείτουργα με τους «αλόγους» αιρετικούς και ενισχύουμε την μόλυνση και την επαινούμε, συλλακτίζοντες κι εμείς μέσα εις τα Άγια των Αγίων. Αν παρακολουθήσει κανείς οικουμενίστικα συλλείτουργα και συμπροσευχές, σαν αυτό που έγινε στην Καμπέρα, στην Ζ' Γενική Συνέλευση του Παγκόσμιου Συμβουλίου των δήθεν Εκκλησιών, και σαν αυτά που γίνονται συχνά με τη συμμετοχή ιερέων ομοφυλοφίλων που τολμούν και κρατούν το Άγιο Δισκοπότηρο και γυναικών επισκόπων και ιερειών, η εικόνα υπερβαίνει και το όραμα του Μ. Αντωνίου. Μόνη ελπίδα για να επανεύρει η Εκκλησία την ομορφιά της είναι η σύσταση και συμβουλή του Μ. Αντωνίου: «Μόνον μη μιάνετε εαυτούς μετά των Αρειανών». Μόνο να μη μιανθούμε από την κοινωνία μας με τον Παπισμό και Οικουμενισμό, με τους φιλοπαπικούς και οικουμενιστάς Ορθοδόξους. Επειδή μέχρι τώρα δεν το επράξαμε δυναμικά και αποφασιστικά, γι' αυτό παρατείνει ο Θεός επί έτη την οργή του, την αιχμαλωσία των Ορθοδόξων στην παναίρεση του Οικουμενισμού. Μέχρι πότε επίσκοποι, ιερείς, μοναχοί και λαϊκοί θα επιτρέπουμε τα άλογα κτήνη, τους αιρετικούς, να λακτίζουν και να μιαίνουν τα Ιερά και τα Άγια της Ορθοδοξίας; Όσο απρακτούμε και βρίσκουμε διάφορες προφάσεις πνευματικοφανείς, το βδέλυγμα της ερημώσεως θα ίσταται εν τόπω αγίω.
ΠΗΓΗ:Περιοδικὸ "Θεοδρομία"
Ἔτος Θ, Τεῦχος 1 . Ἰανουάριος - Μάρτιος 2007  

Είναι οι Ετερόδοξοι μέλη της Εκκλησίας;

Είναι οι Ετερόδοξοι μέλη της Εκκλησίας;


Άρθρο το Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. κ. Δ. Τσελεγγίδη



 Είναι οι Ετερόδοξοι μέλη της Εκκλησίας;

Πρωτίστως πρέπει να διευκρινήσουμε ότι ως Ορθόδοξοι πιστεύουμε, σύμφωνα με το Σύμβολο Πίστεως της Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως (381), «εις μίαν, αγίαν, αποστολικήν και καθολικήν Εκκλησίαν». Κατά την αδιάκοπη δογματική συνείδηση του πληρώματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, δηλαδή κατά την αυτοσυνειδησία της, η μία αυτή Εκκλησία είναι η Ορθόδοξη.

18η ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΚΑΙ ΚΥΡΙΛΟΥ ΠΑΤΡΕΙΑΡΧΩΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

ΟΜΙΛΙΑ -ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΕΙΚΩΝΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ



Η ομιλία αυτή του Μεγάλου Αθανασίου εκφωνήθηκε με σκοπό την ενημέρωση της Εκκλησίας για τα θαυμάσια έργα που επιτελέσθηκαν στην Εκκλησία της Βηρυτού, μέσω της τιμίας εικόνας του Σωτήρος Χριστού. Η ιστορική του αξία είναι ιδιαίτερα σημαντική. Από την μια πλευρά μαρτυρεί για την προσκύνηση των εικόνων σε μια εποχή που αυτή αμφισβητείται από διάφορες αιρετικές ομάδες. Δείχνει ότι τόσο η αγιογραφική απεικόνιση του Κυρίου, όσο και η τιμητική προσκύνηση των εικόνων ήταν ευρέως διαδεδομένη κατά την διάρκεια της πρώτης μεταποστολικής εποχής. Αυτό το γεγονός μας επιτρέπει ν’ αναγάγουμε την ανάπτυξη της εικονογραφίας στην αποστολική εποχή.   

Στην παρακάτω αφήγηση, οι Ιουδαίοι καταλαβαίνουν ξεκάθαρα, ότι όπως η τιμή προς την εικόνα ανάγεται στο εικονιζόμενο πρόσωπο, έτσι και η ατιμία προς την εικόνα ανάγεται επίσης προς το εικονιζόμενο πρόσωπο.

Από την άλλη μπορούμε να παρατηρήσουμε την διάδοση της ορθόδοξης πίστης σε ομάδες πληθυσμών που διέκειντο εχθρικά προς αυτήν. Όπως και με την περίπτωση των μαρτύρων, η πίστη του Χριστού η αγία μεταδίδεται μέσω της εμπειρικής επιβεβαίωσης  της ορθότητος αυτής.

Δεν επιβάλλεται με αυτοκρατορικά διατάγματα ή άλλες μεθόδους επιβολής, κρατικής ή εκκλησιαστικής προέλευσης. Αλλά ακολουθώντας το θυσιαστικό παράδειγμα του Κυρίου, οι μάρτυρες με την ομολογία τους, την οποία υπέγραφαν με το ίδιο τους το αίμα, ματαλαμπάδευαν το χριστιανικό τους φρόνημα.   

Ο θαυμαστός αυτός τρόπος της ταπείνωσης και της θυσίας έπεισε τον αρχαίο κόσμο, ότι ο Θεός των Χριστιανών είναι ο μόνος αληθινός Θεός, και τον οδήγησε στο βάπτισμα. Ας δουν την αρχαία αυτή μαρτυρία οι σύγχρονοι αμφισβητίες της εκκλησιαστικής Ιεράς Παραδόσεως, και οι σύγχρονοι νοσταλγοί της απορριπτέας ειδωλομανίας και ας συνετιστούν. Διότι η ιστορική αλήθεια διαψεύδει τους ισχυρισμούς τους.



ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

Λόγος εις το θαύμα το γεγονώς εν Βηρυτώ, περί της τιμίας και σεβασμίας εικόνος του Κυρίου
Και Θεού ημών.

1.    Υψώστε τους οφθαλμούς της διανοίας σας, και κοιτάξτε το νέο και παράδοξο θαύμα, το οποίο έγινε στις μέρες μας. Εμβλέψατε στην άπειρη αγαθότητα του Θεού, δώστε δόξα σ’ αυτόν, κατανοήστε την άφατη φιλανθρωπία και το μέγεθος της οικονομίας, και θρηνήστε με ευφροσύνη. Διότι για τον Θεό τίποτα δεν είναι παράξενο. Διότι σε αυτό το παράδοξο θαύμα, το οποίο έγινε στις ημέρες εκείνες, ξεσηκώθηκαν όλες οι καρδιές των ανθρώπων. Πράγματι, ξεσηκώθηκε ο ουρανός από το τόλμημα, ταράχθηκαν οι καρδιές όλων των ανθρώπων. Πράγματι, ξεσηκώθηκαν οι άβυσσοι, ο ήλιος σκοτίσθηκε και η σελήνη και οι αστέρες ταράχθηκαν, από αυτό που οικονομήθηκε από τον Κύριο. Όλες οι δυνάμεις των ουρανών ακούσατε και μείνετε εκστατικές, γενεές των γενεών, για το παράδοξο θαύμα που έγινε στις μέρες αυτές.


2.    Υπάρχει πόλις που λέγεται Βηρυτός, στην περιφέρεια της Αντιόχειας. Σ’ αυτή την πόλη υπήρχαν πλήθη Ιουδαίων. Κοντά στην συναγωγή τους κάποιος Χριστιανός αφού έλαβε κελί διέμενε. Έφτιαξε ολόσωμη εικόνα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ζωγραφισμένη με πολλή ωραιότητα. Αφού πέρασε πολύς καιρός, ο Χριστιανός θέλησε ν’ αναχωρήσει από το κελί αυτό. Αναζήτησε, λοιπόν, άλλο κελί μεγαλύτερο, επειδή του χρειάζονταν, κι επειδή τον πλησίαζαν οι Ιουδαίοι. Όταν  βρήκε άλλο οίκημα, μετακόμισε εκεί, παίρνοντας μαζί όλα τα υπάρχοντά του. Κατ’ οικονομία Θεού, που θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να έρθουν σε επίγνωση της αλήθειας, και που δείχνει όλα τα θαυμάσιά του σε όλους όσους πιστεύουν σε αυτόν αληθινά, έχοντας λάβει ο Χριστιανός όλη την περιουσία του, όπως ειπώθηκε προηγουμένως, κατελήφθη η εικόνα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μόνη, διότι την ξέχασε στο κελί.


3.    Κάποιος Ιουδαίος έλαβε το κελί για να μείνει, εκεί που ήταν η εικόνα του παμβασιλέως Χριστού, και αφού μετέφερε τα υπάρχοντά του στο κελί, διέμενε, χωρίς να έχει δει την εικόνα του Κυρίου, ότι βρίσκεται εκεί, ούτε αντιλήφθηκε τον τόπο εκείνο. Μία των ημερών κάλεσε Εβραίο για να φάνε μαζί. Την ώρα που έτρωγαν, σήκωσε τα μάτια ο προσκεκλημένος, είδε την εικόνα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, και λέει στον Ιουδαίο που τον κάλεσε, «Συ που είσαι Ιουδαίος πώς κι έχεις την εικόνα τούτου;» και ξεστόμισε πολλές ύβρεις και αθέμιτες από το μιαρό του στόμα εναντίον της τιμίας εικόνας του Δεσπότου, τις οποίες δεν πρέπει ο άνθρωπος να βάζει στην διάνοιά του. Έδειξε ο προσκεκλημένος την εικόνα σ’ αυτόν που τον κάλεσε, και άρχισε ο Εβραίος να ορκίζεται στην ιουδαϊκή πίστη, ότι «Μέχρι τώρα δεν είχα δει την εικόνα αυτή». Ο προσκεκλημένος Εβραίος σιώπησε. Σηκώθηκε και πήγε στους Ιουδαίους, τους αρχιερείς και νομοδιδασκάλους και τους λέει, ότι «ο τάδε Εβραίος έχει εικόνα του Ναζωραίου στο σπίτι του, και την είδα με τα ίδια μου τα μάτια». Αυτοί αφού άκουσαν είπαν, «Πως μπορείς να το αποδείξεις αυτό;» Τους λέει, «Ακολουθήστε με, κι εγώ θα σας την δείξω». Έκαναν λοιπόν, συμβούλιο, ώστε να μαζευτούν το πρωί και να εισβάλλουν στο κελί, στο οποίο ήταν η εικόνα του Κυρίου.


4.    Όταν έγινε πρωί, μαζεύτηκαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι αυτών, και παίρνοντας μαζί τους τον Ιουδαίο, πηγαίνουν στον οίκο του Εβραίου, όπου ήταν η εικόνα του Κυρίου. Φθάνοντας στην οικία μπήκαν μέσα οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και όλος ο όχλος, και βλέπουν την εικόνα του Κυρίου. Τότε, γεμάτοι θυμό, τον μεν Ιουδαίο που έμενε εκεί τον πέταξαν έξω κάνοντάς τον αποσυνάγωγο, την δε εικόνα του Κυρίου ημών, αφού την κατέβασαν, είπαν μεταξύ τους ότι «Όπως οι πατέρες μας τον ενέπαιξαν, έτσι κι εμείς τον εμπαίζουμε». Τότε άρχισαν να φτύνουν στο πρόσωπο της εικόνας του Κυρίου, και την ράπισαν στο πρόσωπο, ο καθένας ξεχωριστά, και όλοι τους ραπίζοντας την εικόνα του Κυρίου έλεγαν, «Όσα έκαναν οι πατέρες μας, όλα θα τα κάνουμε στην εικόνα του». Είπαν ότι, «Ακούσαμε, ότι πολλούς εμπαιγμούς έκαναν σ’ αυτόν, κι εμείς όλα θα τα κάνουμε». Με άπειρους εμπαιγμούς ενέπαιξαν την εικόνα του Κυρίου, τα οποία δεν τολμούμε να πούμε. Μετά είπαν, «Ακούσαμε ότι κάρφωσαν τα χέρια του, αυτό θα κάνουμε κι εμείς». Τότε έφτιαξαν καρφιά και κάρφωσαν τα χέρια και τα πόδια του Κυρίου. Είπαν πάλι, «Ακούσαμε ότι πότισαν αυτόν ξύδι και χολή με σφουγγάρι, το ίδιο θα κάνουμε κι εμείς». Κι έκαναν το ίδιο, βάζοντας στο στόμα του Κυρίου στην εικόνα σφουγγάρι γεμάτο ξύδι. Είπαν πάλι, «Μάθαμε ότι χτύπησαν το κεφάλι του με καλάμι, το ίδιο θα κάνουμε κι εμείς». Κι αφού πήραν καλάμι τον χτυπούσαν στο κεφάλι. Είπαν πάλι, «Γνωρίζουμε με ακρίβεια, ότι τρύπησαν την πλευρά του με λόγχη, να μην παραλείψουμε αλλά να το πράξουμε κι αυτό». Και για να το κάνουν έστειλαν να φέρουν λόγχη. Όταν μεταφέρθηκε η λόγχη, την σήκωσαν και κέντησαν την πλευρά της εικόνας του Σωτήρος. Αμέσως ανέβλυσε αίμα και ύδωρ πολύ. Και όταν έγινε αυτό το παράδοξο θαύμα, έκπληξη κατέλαβε όλους όσους έβλεπαν τις δυναστείες του Θεού και τα θαυμάσιά του.


5.    Πόσο ανεξερεύνητα είναι τα κρίματα της δικαιοσύνης σου, και απέραντη η αγαθότητα και το πολύ έλεός σου Δέσποτα! Ποιος θα μιλήσει για τις δυναστείες σου Κύριε;  Θα κάνει ν’ ακουστούν οι έπαινοί σου φιλάνθρωπε; Που δεν θέλεις τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά να μετανοήσει και να ζήσει; Χριστέ δόξα σοι. Ποιος είναι σαν κι εσένα Δέσποτα; Ποιος εκτός από σένα πράττει φοβερά και εξαίσια; Ω του θαύματος! Ω της του Σωτήρος μεγαλειότητος! Έφριξαν και τώρα οι άνω δυνάμεις γι αυτό. Ω πόση μακροθυμία! Ω πόσο έλεος! Διότι πρωτύτερα αφού έλαβε σάρκα ο άσαρκος εκ της Παρθένου Μαρίας για μας και την σωτηρία μας, σταυρώθηκε με εκείνη την σάρκα, ενώ ήταν απαθής κατά την θεότητα˙  τώρα πάλι ως εικόνα σταυρώθηκες, ω Δέσποτα, σε έλεγχο των ασεβών και πάντων των απίστων, σε στήριγμα των όσων πιστεύουν εις σε. Αλλά δόξα σοι Δέσποτα, ο μόνος παντοδύναμος, μαζί με τον ευλογητό Θεό ημών, συν τω παναχράντω Πατρί και τω Υιώ αυτού Ιησού Χριστώ, και τω αγαθώ και ζωοποιώ Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.


6.    Ακούστε κι εσείς, αδελφοί, με φόβο Θεού και χαρά τα υπόλοιπα τα οποία οικονόμησε ο Κύριος. Διότι μετά το χτύπημα της λόγχης στην πλευρά της αγίας και τιμίας εικόνας, και την ανάβλυση του αίματος και του ύδατος, συγκεντρώθηκε όλο το πλήθος των Ιουδαίων, κι έλεγαν μεταξύ τους, «Επειδή διαδίδουν αυτοί που τον σέβονται, ότι ιατρείες πολλές κάνει, ας παραλάβουμε το αίμα του και το ύδωρ και ας μαζέψουμε όλους τους αρρώστους του λαού, και ας χρίσουμε αυτούς με αυτό, για να δούμε αν είναι αληθινά τα όσα λένε. Και φέρνοντας ένα ποτήρι στην πλευρά του Κυρίου, εμπαίζοντας το γέμισαν, από κει που έβγαινε το ύδωρ. Και συγκέντρωσαν όλους τους αρρώστους, και πρώτο έναν παράλυτο, για τον οποίον  γνώριζαν ότι ήταν εκ γενετής. Φέρνοντας, λοιπόν, τον παράλυτο τον έχρισαν κι αμέσως έγινε υγιής ο άνθρωπος. Ταυτόχρονα έγινε μεγάλη ταραχή στην πόλη, κι όλοι έρχονταν εξαιτίας των απείρων θεραπειών και θαυματουργιών. Ξεσηκώθηκε και όλο το πλήθος των Ιουδαίων κι έφερναν τους ασθενείς τους, παράλυτους, κουλούς, χωλούς και τυφλούς και δαιμονισμένους, και άλλους που είχαν κάθε είδος ασθένειας. Και όλων τα σώματα γίνονταν υγιή μετά την χρίση του αίματος και τους ύδατος από την πλευρά της τιμίας εικόνας του Κυρίου. Όλοι οι αρχιερείς και πρεσβύτεροι και ο λαός των Ιουδαίων πίστευσαν στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, τον αληθινό Θεό μας, κράζοντας και λέγοντας, «Μέγας ο Θεός των Χριστιανών, μεγάλη η πίστη των Χριστιανών. Δόξα σοι Χριστέ, εσύ τον  οποίο οι πατέρες μας σταύρωσαν, εσύ που και από εμάς σταυρώθηκες δια της τιμίας εικόνας σου. Δόξα σοι, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, που πράττεις μεγάλα και θαυμάσια. Σε σένα πιστεύουμε, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, Τριάδα ομοούσια και αχώριστη.  Γίνε ευμενής σε μας, και δέξου μας, όπως δέχθηκες την μετάνοια του ληστή πάνω στον άγιο Σταυρό. Συγκαταρίθμησε και μας τους ανάξιους, που προσήλθαμε σε σένα μαζί με αυτούς της ενδεκάτης ώρας, και φώτισε τους οφθαλμούς της καρδιάς μας, τους εσκοτισμένους, που τους εσκότισε ο διάβολος, ώστε φωτισθέντες με το άγιο σου βάπτισμα, να καταξιωθούμε της επουρανίου σου στρατιάς. Αυτά έκραζαν λέγοντας, και κηρύττοντας μεγαλόφωνα τα θαυμάσια του Θεού. Εξήλθε η φήμη αυτή σε όλη την οικουμένη για την τίμια εικόνα του παμβασιλέως ημών Ιησού Χριστού. Και όλοι έφερναν τους ασθενείς τους από Ανατολή και Δύση. Και γιατρεύονταν όλοι δια της αγαθότητος του Θεού.


7.    Μετά από αυτά προσήλθαν στον αγιότατο επίσκοπο της αγιότατης Εκκλησίας όλα τα πλήθη των Ιουδαίων, προστρέχοντας και λέγοντας, «Συγκαταρίθμησε και μας στην Αγία, Καθολική, και αποστολική Εκκλησία, βάπτισέ μας και κάνε μας Χριστιανούς. Έκραζαν όλοι μαζί από μικρό έως μεγάλο, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά λέγοντας, «Ένας ο Πατήρ, ένας ο Υιός ο μονογενής, ένας Κύριος, αυτόν ομολογούμε ως Θεό, και μάθαμε και γνωρίσαμε. Αυτόν Θεό αναγνωρίσαμε, σ’ αυτόν πιστεύουμε, τον σταυρωθέντα επί Ποντίου Πιλάτου, και αναστάντα τη τρίτη ημέρα, και αναληφθέντα εν δόξη ενώπιον των αγίων μαθητών αυτού, και καθεζόμενον εν δεξια του Θεού και Πατρός». Δόξασαν λοιπόν, τον Θεό με πολλές επευφημίες, κι έδειξαν την αγία εικόνα στον επίσκοπο εκείνης της πόλεως, και του ανάγγειλαν όσα έπραξαν στην αγία εικόνα του Χριστού. Του έδειξαν και το αίμα και το ύδωρ και πως ανάβλυσε από την πλευρά του Σωτήρος. Έλαβε τότε ο επίσκοπος από το άγιο αίμα και το ύδωρ, και προς επιβεβαίωση όλων έφεραν τους ασθενείς και αφού τους άλειψε, τους απέστειλε υγιείς. Μετά που έγιναν αυτά τα άπειρα θαύματα, με αυτόν τον τρόπο ικέτευαν όλοι τον επίσκοπο για να λάβουν το άγιο βάπτισμα, και να μεταλάβουν των αχράντων και αθανάτων μυστηρίων του τιμίου σώματος και αίματος. Τότε τους παρέλαβε ο επίσκοπος και συγκάλεσε όλο τον κλήρο της αγιοτάτης του Θεού Εκκλησίας. Και αφού τους κατήχησε πολλές ημέρες στην συνέχεια τους βάπτισε στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και την συναγωγή των Ιουδαίων την έκανε εκκλησία του Σωτήρος ημών. Παρακάλεσαν αυτοί και τις υπόλοιπες συναγωγές να τις κάνει ναούς του Θεού και να τις αφιερώσει στους άγιους μάρτυρες, προς δόξα Θεού και καύχημα της ορθοδόξου πίστεως. Χειροτόνησε και από αυτούς πρεσβύτερους και διακόνους, και υποδιακόνους και αναγνώστες. Κι έτσι έγινε μεγάλη χαρά στον ουρανό και στη γη εξαιτίας του παράδοξου θαύματος της τιμίας και αγίας εικόνας του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού που έγινε στην πόλη αυτή. Όχι μόνο για τα σώματα που θεραπεύθηκαν, αλλά και για τις ψυχές που επέστρεψαν στην αιώνια ζωή.


8.    Αυτά φρόντισα να φανερώσω στην θεοφιλία σας, ω προσφιλέστατοι και αγαπημένοι αδελφοί, ώστε να ωφεληθείτε με την ακοή των όσων συνέβησαν, να στηριχθούν οι ψυχές σας στον αγώνα εναντίον του πονηρού, αυτού που χαίρεται με την πτώση μας, και να στερεωθούμε στην στερεά πίστη της ομολογίας του Χριστού. Ας προσφέρουμε δοξολογία με ευφροσύνη και κατάνυξη καρδιάς, και ευχαριστία, ευχαριστώντας αυτόν με καθαρά πίστη, φυλάσσοντας τις εντολές και τα δικαιώματά του και κρατώντας αυτόν στην σκέψη μας. Ότι αυτώ πρέπει η δόξα και το κράτος εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, μεθ ου τω Πατρί, άμα τω αγίω Πνεύματι, δόξα και η προσκύνησις, νυν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

PG. 28, 797-805


ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ,ΒΙΑ, ΔΙΩΓΜΟΙ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ,ΒΙΑ, ΔΙΩΓΜΟΙ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

 Ἡ ἐφαρμογή τῆς Καινοτομίας προσέκρουσεν ἐπί τῆς ὀρθοδόξου συνειδήσεως τοῦ πιστοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον παρέμεινεν ἑδραῖος εἰς τήν παραδοθεῖσαν πίστιν, ἀλλά καί ὡμολόγησεν καί ἤλεγξεν τούς Καινοτόμους καί ἀπεκάλυψεν τήν Καινοτομίαν.
 Ἰδιαιτέρως σημαντικόν τοῦτο, ὅτι ἐνῶ ἡ Ἱεραρχία προδίδει καί συνθηκολογεῖ, ὁ λαός, ὁ ἀδούλωτος οὗτος φύλαξ τῆς πίστεως, παραμένει ἑδραῖος ἐν τῆ πίστει, τάς δέ κατηγορίας, ἐξευτελισμούς καί διωγμούς εἰς οὐδέν λογίζεται.
 Μέγας ἀριθμός Κληρικῶν καί Λαϊκῶν τήν πρώτην Κυριακήν μετά τήν Καινοτομίαν, συνῆλθεν εἰς τήν αἴθουσαν ἐμποροϋπαλλήλων παρά τήν πλατεῖαν Μητροπόλεως καί ἐδημιούργησεν τόν νομικόν ἐκπρόσωπον τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ., τόν «ΣΥΛΛΟΓΟΝ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ», ὁ ὁποῖος τό 1926 διωργανώθη καί μετωνομάσθη εἰς «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ»·(37).

ΒΙΑ, ΔΙΩΓΜΟΙ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΗ Η ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΑΙ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΙΣΗΓΟΥΝΤΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΝ ΕΙΣ ΤΟ ΙΟΥΛΙΑΝΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΑΠΕΙΛΟΥΝΤΑΙ ΔΙΑ ΚΑΘΑΙΡΕΣΕΩΣ

 Τήν 11 Ὀκτωβρίου 1933 οἱ Μητροπολῖται Δρυϊνουπόλεως Βασίλειος, ὁ Δημητριάδος Γερμανός, Κασσανδρείας Εἰρηναῖος καί Δράμας Βασίλειος, ὑπέβαλον πρός τήν Ἱεραρχίαν τήν κάτωθι γνώμην, δι' ἧς εἰσηγοῦνται τήν ἐπιστροφήν εἰς τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀπειληθοῦν διά Καθαιρέσεως.
 «ΓΝΩΜΗ ΠΕΡΙ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΖΟΥΣΑΝ
 ΙΕΡΑΝ ΣΥΝΟΔΟΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ
 Τοῦ Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου ὀφείλοντος κατά τόν Ἀπόστολον τῶν Ἐθνῶν νά γίνηται «τά πάντα τοῖς πᾶσιν ἴνα πάντως τινάς σώση», ἐπειδή ἡ ἐκκλησιαστική Οἰκονομία οὐδέποτε καί ἐν οὐδεμιᾶ περιπτώσει ἀπήρεσε ταῖς τε Οἰκουμενικαῖς καί Τοπικαῖς Συνόδοις καί τοῖς Ἁγίοις πατρᾶσιν, οἱ κάτωθι ὑπογεγραμμένοι Μητροπολῖται τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους τῆς ἀληθοῦς εἰρήνης καί τῆς ἑνότητος τοῦ χριστιανικοῦ πληρώματος προνοούμενοι ὑποδεικνύομεν εὐλαβῶς εἰς τήν Ἁγίαν καί Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας ὡς μόνην δυνατήν λύσιν πρός ἐπαναφοράν τῆς διά τῆς ἀντικανονικῆς εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου εἰς τήν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Ἐκκλησίαν διαταραχθείσης ὁμονοίας καί ψυχικῆς ἠρεμίας τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν λαοῦ, τήν ἐπιστροφήν εἰς τό Βασιλικόν διάταγμα της 18ης Ἰανουαρίου 1923, καθ' ὅ ἡ μέν πολιτεία δύναται νά τηρήση τό νέον Ἡμερολόγιον, ἡ δέ Ὀρθόδοξος Ἑλληνική Ἐκκλησία τό πάτριον Ἰουλιανόν Ἑορτολόγιον ἕως οὗ δι' Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἤ τοπικῆς μεγάλης ἐν ἧ νά ἀντιπροσωπεύωνται καταλλήλως ἅπασαι αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι μελετηθῆ καί εἰσαχθῆ τό ὑπό τῆς καθόλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας παραδεκτόν γενησόμενον ἡμερολόγιον.
 Ἐν Ἀθήναις τῆ 11 Ὀκτωβρίου 1933
 Ὁ Δρυϊνουπόλεως ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
 Ὁ Δημητριάδος ΓΕΡΜΑΝΟΣ
 Ὁ Κασσανδρείας ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ
 Ὁ Δράμας ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ»
 Ἡ ἀπάντησις, τήν ὁποίαν ἔλαβον οἱ ἀνωτέρω διά τήν εὐλαβῶς γενομένην πρότασίν των, ἦτο ἡ ἀπειλή περί καθαιρέσεως!