xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

Είναι οι Ετερόδοξοι μέλη της Εκκλησίας;

Είναι οι Ετερόδοξοι μέλη της Εκκλησίας;


Άρθρο το Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. κ. Δ. Τσελεγγίδη



 Είναι οι Ετερόδοξοι μέλη της Εκκλησίας;

Πρωτίστως πρέπει να διευκρινήσουμε ότι ως Ορθόδοξοι πιστεύουμε, σύμφωνα με το Σύμβολο Πίστεως της Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως (381), «εις μίαν, αγίαν, αποστολικήν και καθολικήν Εκκλησίαν». Κατά την αδιάκοπη δογματική συνείδηση του πληρώματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, δηλαδή κατά την αυτοσυνειδησία της, η μία αυτή Εκκλησία είναι η Ορθόδοξη.

18η ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΚΑΙ ΚΥΡΙΛΟΥ ΠΑΤΡΕΙΑΡΧΩΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

ΟΜΙΛΙΑ -ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΕΙΚΩΝΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ



Η ομιλία αυτή του Μεγάλου Αθανασίου εκφωνήθηκε με σκοπό την ενημέρωση της Εκκλησίας για τα θαυμάσια έργα που επιτελέσθηκαν στην Εκκλησία της Βηρυτού, μέσω της τιμίας εικόνας του Σωτήρος Χριστού. Η ιστορική του αξία είναι ιδιαίτερα σημαντική. Από την μια πλευρά μαρτυρεί για την προσκύνηση των εικόνων σε μια εποχή που αυτή αμφισβητείται από διάφορες αιρετικές ομάδες. Δείχνει ότι τόσο η αγιογραφική απεικόνιση του Κυρίου, όσο και η τιμητική προσκύνηση των εικόνων ήταν ευρέως διαδεδομένη κατά την διάρκεια της πρώτης μεταποστολικής εποχής. Αυτό το γεγονός μας επιτρέπει ν’ αναγάγουμε την ανάπτυξη της εικονογραφίας στην αποστολική εποχή.   

Στην παρακάτω αφήγηση, οι Ιουδαίοι καταλαβαίνουν ξεκάθαρα, ότι όπως η τιμή προς την εικόνα ανάγεται στο εικονιζόμενο πρόσωπο, έτσι και η ατιμία προς την εικόνα ανάγεται επίσης προς το εικονιζόμενο πρόσωπο.

Από την άλλη μπορούμε να παρατηρήσουμε την διάδοση της ορθόδοξης πίστης σε ομάδες πληθυσμών που διέκειντο εχθρικά προς αυτήν. Όπως και με την περίπτωση των μαρτύρων, η πίστη του Χριστού η αγία μεταδίδεται μέσω της εμπειρικής επιβεβαίωσης  της ορθότητος αυτής.

Δεν επιβάλλεται με αυτοκρατορικά διατάγματα ή άλλες μεθόδους επιβολής, κρατικής ή εκκλησιαστικής προέλευσης. Αλλά ακολουθώντας το θυσιαστικό παράδειγμα του Κυρίου, οι μάρτυρες με την ομολογία τους, την οποία υπέγραφαν με το ίδιο τους το αίμα, ματαλαμπάδευαν το χριστιανικό τους φρόνημα.   

Ο θαυμαστός αυτός τρόπος της ταπείνωσης και της θυσίας έπεισε τον αρχαίο κόσμο, ότι ο Θεός των Χριστιανών είναι ο μόνος αληθινός Θεός, και τον οδήγησε στο βάπτισμα. Ας δουν την αρχαία αυτή μαρτυρία οι σύγχρονοι αμφισβητίες της εκκλησιαστικής Ιεράς Παραδόσεως, και οι σύγχρονοι νοσταλγοί της απορριπτέας ειδωλομανίας και ας συνετιστούν. Διότι η ιστορική αλήθεια διαψεύδει τους ισχυρισμούς τους.



ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

Λόγος εις το θαύμα το γεγονώς εν Βηρυτώ, περί της τιμίας και σεβασμίας εικόνος του Κυρίου
Και Θεού ημών.

1.    Υψώστε τους οφθαλμούς της διανοίας σας, και κοιτάξτε το νέο και παράδοξο θαύμα, το οποίο έγινε στις μέρες μας. Εμβλέψατε στην άπειρη αγαθότητα του Θεού, δώστε δόξα σ’ αυτόν, κατανοήστε την άφατη φιλανθρωπία και το μέγεθος της οικονομίας, και θρηνήστε με ευφροσύνη. Διότι για τον Θεό τίποτα δεν είναι παράξενο. Διότι σε αυτό το παράδοξο θαύμα, το οποίο έγινε στις ημέρες εκείνες, ξεσηκώθηκαν όλες οι καρδιές των ανθρώπων. Πράγματι, ξεσηκώθηκε ο ουρανός από το τόλμημα, ταράχθηκαν οι καρδιές όλων των ανθρώπων. Πράγματι, ξεσηκώθηκαν οι άβυσσοι, ο ήλιος σκοτίσθηκε και η σελήνη και οι αστέρες ταράχθηκαν, από αυτό που οικονομήθηκε από τον Κύριο. Όλες οι δυνάμεις των ουρανών ακούσατε και μείνετε εκστατικές, γενεές των γενεών, για το παράδοξο θαύμα που έγινε στις μέρες αυτές.


2.    Υπάρχει πόλις που λέγεται Βηρυτός, στην περιφέρεια της Αντιόχειας. Σ’ αυτή την πόλη υπήρχαν πλήθη Ιουδαίων. Κοντά στην συναγωγή τους κάποιος Χριστιανός αφού έλαβε κελί διέμενε. Έφτιαξε ολόσωμη εικόνα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ζωγραφισμένη με πολλή ωραιότητα. Αφού πέρασε πολύς καιρός, ο Χριστιανός θέλησε ν’ αναχωρήσει από το κελί αυτό. Αναζήτησε, λοιπόν, άλλο κελί μεγαλύτερο, επειδή του χρειάζονταν, κι επειδή τον πλησίαζαν οι Ιουδαίοι. Όταν  βρήκε άλλο οίκημα, μετακόμισε εκεί, παίρνοντας μαζί όλα τα υπάρχοντά του. Κατ’ οικονομία Θεού, που θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να έρθουν σε επίγνωση της αλήθειας, και που δείχνει όλα τα θαυμάσιά του σε όλους όσους πιστεύουν σε αυτόν αληθινά, έχοντας λάβει ο Χριστιανός όλη την περιουσία του, όπως ειπώθηκε προηγουμένως, κατελήφθη η εικόνα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μόνη, διότι την ξέχασε στο κελί.


3.    Κάποιος Ιουδαίος έλαβε το κελί για να μείνει, εκεί που ήταν η εικόνα του παμβασιλέως Χριστού, και αφού μετέφερε τα υπάρχοντά του στο κελί, διέμενε, χωρίς να έχει δει την εικόνα του Κυρίου, ότι βρίσκεται εκεί, ούτε αντιλήφθηκε τον τόπο εκείνο. Μία των ημερών κάλεσε Εβραίο για να φάνε μαζί. Την ώρα που έτρωγαν, σήκωσε τα μάτια ο προσκεκλημένος, είδε την εικόνα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, και λέει στον Ιουδαίο που τον κάλεσε, «Συ που είσαι Ιουδαίος πώς κι έχεις την εικόνα τούτου;» και ξεστόμισε πολλές ύβρεις και αθέμιτες από το μιαρό του στόμα εναντίον της τιμίας εικόνας του Δεσπότου, τις οποίες δεν πρέπει ο άνθρωπος να βάζει στην διάνοιά του. Έδειξε ο προσκεκλημένος την εικόνα σ’ αυτόν που τον κάλεσε, και άρχισε ο Εβραίος να ορκίζεται στην ιουδαϊκή πίστη, ότι «Μέχρι τώρα δεν είχα δει την εικόνα αυτή». Ο προσκεκλημένος Εβραίος σιώπησε. Σηκώθηκε και πήγε στους Ιουδαίους, τους αρχιερείς και νομοδιδασκάλους και τους λέει, ότι «ο τάδε Εβραίος έχει εικόνα του Ναζωραίου στο σπίτι του, και την είδα με τα ίδια μου τα μάτια». Αυτοί αφού άκουσαν είπαν, «Πως μπορείς να το αποδείξεις αυτό;» Τους λέει, «Ακολουθήστε με, κι εγώ θα σας την δείξω». Έκαναν λοιπόν, συμβούλιο, ώστε να μαζευτούν το πρωί και να εισβάλλουν στο κελί, στο οποίο ήταν η εικόνα του Κυρίου.


4.    Όταν έγινε πρωί, μαζεύτηκαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι αυτών, και παίρνοντας μαζί τους τον Ιουδαίο, πηγαίνουν στον οίκο του Εβραίου, όπου ήταν η εικόνα του Κυρίου. Φθάνοντας στην οικία μπήκαν μέσα οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και όλος ο όχλος, και βλέπουν την εικόνα του Κυρίου. Τότε, γεμάτοι θυμό, τον μεν Ιουδαίο που έμενε εκεί τον πέταξαν έξω κάνοντάς τον αποσυνάγωγο, την δε εικόνα του Κυρίου ημών, αφού την κατέβασαν, είπαν μεταξύ τους ότι «Όπως οι πατέρες μας τον ενέπαιξαν, έτσι κι εμείς τον εμπαίζουμε». Τότε άρχισαν να φτύνουν στο πρόσωπο της εικόνας του Κυρίου, και την ράπισαν στο πρόσωπο, ο καθένας ξεχωριστά, και όλοι τους ραπίζοντας την εικόνα του Κυρίου έλεγαν, «Όσα έκαναν οι πατέρες μας, όλα θα τα κάνουμε στην εικόνα του». Είπαν ότι, «Ακούσαμε, ότι πολλούς εμπαιγμούς έκαναν σ’ αυτόν, κι εμείς όλα θα τα κάνουμε». Με άπειρους εμπαιγμούς ενέπαιξαν την εικόνα του Κυρίου, τα οποία δεν τολμούμε να πούμε. Μετά είπαν, «Ακούσαμε ότι κάρφωσαν τα χέρια του, αυτό θα κάνουμε κι εμείς». Τότε έφτιαξαν καρφιά και κάρφωσαν τα χέρια και τα πόδια του Κυρίου. Είπαν πάλι, «Ακούσαμε ότι πότισαν αυτόν ξύδι και χολή με σφουγγάρι, το ίδιο θα κάνουμε κι εμείς». Κι έκαναν το ίδιο, βάζοντας στο στόμα του Κυρίου στην εικόνα σφουγγάρι γεμάτο ξύδι. Είπαν πάλι, «Μάθαμε ότι χτύπησαν το κεφάλι του με καλάμι, το ίδιο θα κάνουμε κι εμείς». Κι αφού πήραν καλάμι τον χτυπούσαν στο κεφάλι. Είπαν πάλι, «Γνωρίζουμε με ακρίβεια, ότι τρύπησαν την πλευρά του με λόγχη, να μην παραλείψουμε αλλά να το πράξουμε κι αυτό». Και για να το κάνουν έστειλαν να φέρουν λόγχη. Όταν μεταφέρθηκε η λόγχη, την σήκωσαν και κέντησαν την πλευρά της εικόνας του Σωτήρος. Αμέσως ανέβλυσε αίμα και ύδωρ πολύ. Και όταν έγινε αυτό το παράδοξο θαύμα, έκπληξη κατέλαβε όλους όσους έβλεπαν τις δυναστείες του Θεού και τα θαυμάσιά του.


5.    Πόσο ανεξερεύνητα είναι τα κρίματα της δικαιοσύνης σου, και απέραντη η αγαθότητα και το πολύ έλεός σου Δέσποτα! Ποιος θα μιλήσει για τις δυναστείες σου Κύριε;  Θα κάνει ν’ ακουστούν οι έπαινοί σου φιλάνθρωπε; Που δεν θέλεις τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά να μετανοήσει και να ζήσει; Χριστέ δόξα σοι. Ποιος είναι σαν κι εσένα Δέσποτα; Ποιος εκτός από σένα πράττει φοβερά και εξαίσια; Ω του θαύματος! Ω της του Σωτήρος μεγαλειότητος! Έφριξαν και τώρα οι άνω δυνάμεις γι αυτό. Ω πόση μακροθυμία! Ω πόσο έλεος! Διότι πρωτύτερα αφού έλαβε σάρκα ο άσαρκος εκ της Παρθένου Μαρίας για μας και την σωτηρία μας, σταυρώθηκε με εκείνη την σάρκα, ενώ ήταν απαθής κατά την θεότητα˙  τώρα πάλι ως εικόνα σταυρώθηκες, ω Δέσποτα, σε έλεγχο των ασεβών και πάντων των απίστων, σε στήριγμα των όσων πιστεύουν εις σε. Αλλά δόξα σοι Δέσποτα, ο μόνος παντοδύναμος, μαζί με τον ευλογητό Θεό ημών, συν τω παναχράντω Πατρί και τω Υιώ αυτού Ιησού Χριστώ, και τω αγαθώ και ζωοποιώ Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.


6.    Ακούστε κι εσείς, αδελφοί, με φόβο Θεού και χαρά τα υπόλοιπα τα οποία οικονόμησε ο Κύριος. Διότι μετά το χτύπημα της λόγχης στην πλευρά της αγίας και τιμίας εικόνας, και την ανάβλυση του αίματος και του ύδατος, συγκεντρώθηκε όλο το πλήθος των Ιουδαίων, κι έλεγαν μεταξύ τους, «Επειδή διαδίδουν αυτοί που τον σέβονται, ότι ιατρείες πολλές κάνει, ας παραλάβουμε το αίμα του και το ύδωρ και ας μαζέψουμε όλους τους αρρώστους του λαού, και ας χρίσουμε αυτούς με αυτό, για να δούμε αν είναι αληθινά τα όσα λένε. Και φέρνοντας ένα ποτήρι στην πλευρά του Κυρίου, εμπαίζοντας το γέμισαν, από κει που έβγαινε το ύδωρ. Και συγκέντρωσαν όλους τους αρρώστους, και πρώτο έναν παράλυτο, για τον οποίον  γνώριζαν ότι ήταν εκ γενετής. Φέρνοντας, λοιπόν, τον παράλυτο τον έχρισαν κι αμέσως έγινε υγιής ο άνθρωπος. Ταυτόχρονα έγινε μεγάλη ταραχή στην πόλη, κι όλοι έρχονταν εξαιτίας των απείρων θεραπειών και θαυματουργιών. Ξεσηκώθηκε και όλο το πλήθος των Ιουδαίων κι έφερναν τους ασθενείς τους, παράλυτους, κουλούς, χωλούς και τυφλούς και δαιμονισμένους, και άλλους που είχαν κάθε είδος ασθένειας. Και όλων τα σώματα γίνονταν υγιή μετά την χρίση του αίματος και τους ύδατος από την πλευρά της τιμίας εικόνας του Κυρίου. Όλοι οι αρχιερείς και πρεσβύτεροι και ο λαός των Ιουδαίων πίστευσαν στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, τον αληθινό Θεό μας, κράζοντας και λέγοντας, «Μέγας ο Θεός των Χριστιανών, μεγάλη η πίστη των Χριστιανών. Δόξα σοι Χριστέ, εσύ τον  οποίο οι πατέρες μας σταύρωσαν, εσύ που και από εμάς σταυρώθηκες δια της τιμίας εικόνας σου. Δόξα σοι, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, που πράττεις μεγάλα και θαυμάσια. Σε σένα πιστεύουμε, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, Τριάδα ομοούσια και αχώριστη.  Γίνε ευμενής σε μας, και δέξου μας, όπως δέχθηκες την μετάνοια του ληστή πάνω στον άγιο Σταυρό. Συγκαταρίθμησε και μας τους ανάξιους, που προσήλθαμε σε σένα μαζί με αυτούς της ενδεκάτης ώρας, και φώτισε τους οφθαλμούς της καρδιάς μας, τους εσκοτισμένους, που τους εσκότισε ο διάβολος, ώστε φωτισθέντες με το άγιο σου βάπτισμα, να καταξιωθούμε της επουρανίου σου στρατιάς. Αυτά έκραζαν λέγοντας, και κηρύττοντας μεγαλόφωνα τα θαυμάσια του Θεού. Εξήλθε η φήμη αυτή σε όλη την οικουμένη για την τίμια εικόνα του παμβασιλέως ημών Ιησού Χριστού. Και όλοι έφερναν τους ασθενείς τους από Ανατολή και Δύση. Και γιατρεύονταν όλοι δια της αγαθότητος του Θεού.


7.    Μετά από αυτά προσήλθαν στον αγιότατο επίσκοπο της αγιότατης Εκκλησίας όλα τα πλήθη των Ιουδαίων, προστρέχοντας και λέγοντας, «Συγκαταρίθμησε και μας στην Αγία, Καθολική, και αποστολική Εκκλησία, βάπτισέ μας και κάνε μας Χριστιανούς. Έκραζαν όλοι μαζί από μικρό έως μεγάλο, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά λέγοντας, «Ένας ο Πατήρ, ένας ο Υιός ο μονογενής, ένας Κύριος, αυτόν ομολογούμε ως Θεό, και μάθαμε και γνωρίσαμε. Αυτόν Θεό αναγνωρίσαμε, σ’ αυτόν πιστεύουμε, τον σταυρωθέντα επί Ποντίου Πιλάτου, και αναστάντα τη τρίτη ημέρα, και αναληφθέντα εν δόξη ενώπιον των αγίων μαθητών αυτού, και καθεζόμενον εν δεξια του Θεού και Πατρός». Δόξασαν λοιπόν, τον Θεό με πολλές επευφημίες, κι έδειξαν την αγία εικόνα στον επίσκοπο εκείνης της πόλεως, και του ανάγγειλαν όσα έπραξαν στην αγία εικόνα του Χριστού. Του έδειξαν και το αίμα και το ύδωρ και πως ανάβλυσε από την πλευρά του Σωτήρος. Έλαβε τότε ο επίσκοπος από το άγιο αίμα και το ύδωρ, και προς επιβεβαίωση όλων έφεραν τους ασθενείς και αφού τους άλειψε, τους απέστειλε υγιείς. Μετά που έγιναν αυτά τα άπειρα θαύματα, με αυτόν τον τρόπο ικέτευαν όλοι τον επίσκοπο για να λάβουν το άγιο βάπτισμα, και να μεταλάβουν των αχράντων και αθανάτων μυστηρίων του τιμίου σώματος και αίματος. Τότε τους παρέλαβε ο επίσκοπος και συγκάλεσε όλο τον κλήρο της αγιοτάτης του Θεού Εκκλησίας. Και αφού τους κατήχησε πολλές ημέρες στην συνέχεια τους βάπτισε στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και την συναγωγή των Ιουδαίων την έκανε εκκλησία του Σωτήρος ημών. Παρακάλεσαν αυτοί και τις υπόλοιπες συναγωγές να τις κάνει ναούς του Θεού και να τις αφιερώσει στους άγιους μάρτυρες, προς δόξα Θεού και καύχημα της ορθοδόξου πίστεως. Χειροτόνησε και από αυτούς πρεσβύτερους και διακόνους, και υποδιακόνους και αναγνώστες. Κι έτσι έγινε μεγάλη χαρά στον ουρανό και στη γη εξαιτίας του παράδοξου θαύματος της τιμίας και αγίας εικόνας του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού που έγινε στην πόλη αυτή. Όχι μόνο για τα σώματα που θεραπεύθηκαν, αλλά και για τις ψυχές που επέστρεψαν στην αιώνια ζωή.


8.    Αυτά φρόντισα να φανερώσω στην θεοφιλία σας, ω προσφιλέστατοι και αγαπημένοι αδελφοί, ώστε να ωφεληθείτε με την ακοή των όσων συνέβησαν, να στηριχθούν οι ψυχές σας στον αγώνα εναντίον του πονηρού, αυτού που χαίρεται με την πτώση μας, και να στερεωθούμε στην στερεά πίστη της ομολογίας του Χριστού. Ας προσφέρουμε δοξολογία με ευφροσύνη και κατάνυξη καρδιάς, και ευχαριστία, ευχαριστώντας αυτόν με καθαρά πίστη, φυλάσσοντας τις εντολές και τα δικαιώματά του και κρατώντας αυτόν στην σκέψη μας. Ότι αυτώ πρέπει η δόξα και το κράτος εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, μεθ ου τω Πατρί, άμα τω αγίω Πνεύματι, δόξα και η προσκύνησις, νυν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

PG. 28, 797-805


ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ,ΒΙΑ, ΔΙΩΓΜΟΙ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ,ΒΙΑ, ΔΙΩΓΜΟΙ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

 Ἡ ἐφαρμογή τῆς Καινοτομίας προσέκρουσεν ἐπί τῆς ὀρθοδόξου συνειδήσεως τοῦ πιστοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον παρέμεινεν ἑδραῖος εἰς τήν παραδοθεῖσαν πίστιν, ἀλλά καί ὡμολόγησεν καί ἤλεγξεν τούς Καινοτόμους καί ἀπεκάλυψεν τήν Καινοτομίαν.
 Ἰδιαιτέρως σημαντικόν τοῦτο, ὅτι ἐνῶ ἡ Ἱεραρχία προδίδει καί συνθηκολογεῖ, ὁ λαός, ὁ ἀδούλωτος οὗτος φύλαξ τῆς πίστεως, παραμένει ἑδραῖος ἐν τῆ πίστει, τάς δέ κατηγορίας, ἐξευτελισμούς καί διωγμούς εἰς οὐδέν λογίζεται.
 Μέγας ἀριθμός Κληρικῶν καί Λαϊκῶν τήν πρώτην Κυριακήν μετά τήν Καινοτομίαν, συνῆλθεν εἰς τήν αἴθουσαν ἐμποροϋπαλλήλων παρά τήν πλατεῖαν Μητροπόλεως καί ἐδημιούργησεν τόν νομικόν ἐκπρόσωπον τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ., τόν «ΣΥΛΛΟΓΟΝ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ», ὁ ὁποῖος τό 1926 διωργανώθη καί μετωνομάσθη εἰς «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ»·(37).

ΒΙΑ, ΔΙΩΓΜΟΙ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΗ Η ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΑΙ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΙΣΗΓΟΥΝΤΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΝ ΕΙΣ ΤΟ ΙΟΥΛΙΑΝΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΑΠΕΙΛΟΥΝΤΑΙ ΔΙΑ ΚΑΘΑΙΡΕΣΕΩΣ

 Τήν 11 Ὀκτωβρίου 1933 οἱ Μητροπολῖται Δρυϊνουπόλεως Βασίλειος, ὁ Δημητριάδος Γερμανός, Κασσανδρείας Εἰρηναῖος καί Δράμας Βασίλειος, ὑπέβαλον πρός τήν Ἱεραρχίαν τήν κάτωθι γνώμην, δι' ἧς εἰσηγοῦνται τήν ἐπιστροφήν εἰς τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀπειληθοῦν διά Καθαιρέσεως.
 «ΓΝΩΜΗ ΠΕΡΙ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΖΟΥΣΑΝ
 ΙΕΡΑΝ ΣΥΝΟΔΟΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ
 Τοῦ Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου ὀφείλοντος κατά τόν Ἀπόστολον τῶν Ἐθνῶν νά γίνηται «τά πάντα τοῖς πᾶσιν ἴνα πάντως τινάς σώση», ἐπειδή ἡ ἐκκλησιαστική Οἰκονομία οὐδέποτε καί ἐν οὐδεμιᾶ περιπτώσει ἀπήρεσε ταῖς τε Οἰκουμενικαῖς καί Τοπικαῖς Συνόδοις καί τοῖς Ἁγίοις πατρᾶσιν, οἱ κάτωθι ὑπογεγραμμένοι Μητροπολῖται τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους τῆς ἀληθοῦς εἰρήνης καί τῆς ἑνότητος τοῦ χριστιανικοῦ πληρώματος προνοούμενοι ὑποδεικνύομεν εὐλαβῶς εἰς τήν Ἁγίαν καί Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας ὡς μόνην δυνατήν λύσιν πρός ἐπαναφοράν τῆς διά τῆς ἀντικανονικῆς εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου εἰς τήν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Ἐκκλησίαν διαταραχθείσης ὁμονοίας καί ψυχικῆς ἠρεμίας τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν λαοῦ, τήν ἐπιστροφήν εἰς τό Βασιλικόν διάταγμα της 18ης Ἰανουαρίου 1923, καθ' ὅ ἡ μέν πολιτεία δύναται νά τηρήση τό νέον Ἡμερολόγιον, ἡ δέ Ὀρθόδοξος Ἑλληνική Ἐκκλησία τό πάτριον Ἰουλιανόν Ἑορτολόγιον ἕως οὗ δι' Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἤ τοπικῆς μεγάλης ἐν ἧ νά ἀντιπροσωπεύωνται καταλλήλως ἅπασαι αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι μελετηθῆ καί εἰσαχθῆ τό ὑπό τῆς καθόλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας παραδεκτόν γενησόμενον ἡμερολόγιον.
 Ἐν Ἀθήναις τῆ 11 Ὀκτωβρίου 1933
 Ὁ Δρυϊνουπόλεως ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
 Ὁ Δημητριάδος ΓΕΡΜΑΝΟΣ
 Ὁ Κασσανδρείας ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ
 Ὁ Δράμας ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ»
 Ἡ ἀπάντησις, τήν ὁποίαν ἔλαβον οἱ ἀνωτέρω διά τήν εὐλαβῶς γενομένην πρότασίν των, ἦτο ἡ ἀπειλή περί καθαιρέσεως!

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΕΡΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ  

ΠΕΡΙ  ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 

Διαβάστε  και  τι  έγραφε  ο  Φιλόθεος  Ζερβάκος  και  φρίξετε  !!
Είχε  πνευματικό  τον  Άγιο  Νεκτάριο  και  ήταν  πνευματικός  του  πρώην  Φλωρίνης  Αυγουστίνου  Καντιώτη !!
Αν  και  πέθανε  με  το  νέο  όμως  η  συνείδηση  του  τον  πίεζε  να ομολογεί  την  αλήθεια !!
Η εκκλησία  της  Ελλάδος  δεν  είναι  πλέον  εκκλησία  μην  τρέφετε  αυταπάτες  , η πλάνη  είναι  η μεγαλύτερη  όλων  των  εποχών !!
Οι  πατέρες  φωνάζουν  οι απόστολοι  διδάσκουν  , ψάξτε  διαβάστε  ερευνήστε  για  να  βρείτε  την  αλήθεια  , όσα  καλά  έργα , όσες  νηστείες  , όσες  προσευχές  και  να  κάνη  ο  άνθρωπος  αν  είναι  εκτός  εκκλησίας  είναι  μάταια !!
Μην  σας  κάνη  εντύπωση  ότι  σύγχρονη  γέροντες  και  θεολόγοι  με  πολύ  μεγάλο  έργο  και  λόγο  παρέμειναν  και  πέθαναν  στο  νέο  ημερολόγιο-εκκλησία  του οικουμενισμού – και  ο Ιούδας  έκανε  θαύματα  και  πίστευε  στον  Χριστό,  και  όμως  τον  πρόδωσε  διότι  είχε  το  πάθος  της  φιλαργυρίας  !!!




Η διαχρονική  πορεία  της  εκκλησίας  του  Χριστού 
http://www.egoch.org/index.html

Οι ιεροί και θείοι κανόνες της Εκκλησίας
Παν. Ι. Μπούμη
Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών


           Η έννοια του όρου «κανόνας»

Κανόνας, πως είναι γνωστό, κατά πρώτον και κυριολεκτικώς σημαίνει την ξύλινη ράβδο, τον χάρακα, τον οποίο μεταχειριζόμαστε, για να σύρουμε μία ευθεία γραμμή, ή αντιθέτως, για να ελέγξουμε την ευθύτητα μιας γραμμής. Μεταφορικώς όμως κανόνας λέγεται και κάθε ορισμός, ή νόμος, γενικώς κάθε τι πού χρησιμεύει ως πρότυπο και οδηγός για την ορθή εκτέλεση ή αντιμετώπιση μιας πράξεως, μιας καταστάσεως, ή αντιθέτως ως κριτήριο για να ελέγχουμε «την ευθύτητα», την ορθότητα, αυτής της πράξεως. Π.χ. ένας κανόνας της γραμματικής χρησιμεύει ως οδηγός, για να κλίνουμε ορθώς ένα όνομα ή για να ελέγχουμε, εάν έχουμε κλίνει ορθώς αυτό το όνομα.

Κατά τον ίδιο τρόπο και για τον ίδιο (ή μάλλον μείζονα) λόγο κανόνες ονομάσθηκαν και οι διατάξεις εκείνες, οι οποίες θεσπίσθηκαν ή υιοθετήθηκαν από την Εκκλησία και αφορούν

α) στην ορθή διοργάνωση, λειτουργία, διατήρηση, διάδοση και δραστηριότητα (ενότητα, αγιότητα, αποστολικότητα και καθολικότητα της Εκκλησίας, και
β) στην ορθή και αυθεντική κατά Χριστόν ζωή των πιστών-μελών της Εκκλησίας διά μέσου αυτής.


           Η αυθεντικότητα των I. Κανόνων

Στο σημείο αυτό τίθεται δικαιολογημένα το εξής θεμελιώδες ερώτημα: Δίνουν πράγματι οι κανόνες της Εκκλησίας το αυθεντικό, το ορθό, και αποτελούν την πηγή τού δικαίου, τού όντως δικαίου; Εδώ μάλιστα παρεμπιπτόντως θα θέλαμε να σημειώσουμε, ότι σήμερα ακριβώς η υπάρχουσα γύρω από τους ιερούς κανόνες αμφισβήτηση και αμφιβολία ή και διαφωνία βασικώς αναφέρεται και επικεντρώνεται σ’ αυτό το θεμελιώδες ερώτημα. Στο ερώτημα της αυθεντικότητας, ή αλλιώς τού κύρους των ί. κανόνων
1. Άλλοι δέχονται μόνο το πρόσκαιρο ή σχετικό κύρος των ιερών κανόνων και άλλοι πιστεύουν στο αιώνιο ή απόλυτο κύρος των ιερών κανόνων.

Το ερώτημα και η απάντηση σ' αυτό το ζήτημα για την αυθεντία και το απόλυτο κύρος των ι. κανόνων, τα οποία συνυφαίνονται αμέσως και προς την ορθότητα αυτών, είναι στενώς συνδεδεμένο και προς το θέμα της προελεύσεως των ί. κανόνων
2. Είναι δηλ. αυτοί θείες εντολές ή είναι εντάλματα και κατασκευάσματα ανθρώπων;

Εδώ μπορούμε να παρατηρήσουμε ρητώς, κατηγορηματικώς και επιγραμματικώς τα εξής: Ότι οι κανόνες της Εκκλησίας υποδεικνύουν πράγματι το ορθό. Επ' αυτού δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία. Αυτό συμβαίνει, γιατί οι ί. κανόνες:

α) στηρίζονται στη θεόπνευστη Αγία Γραφή και στην αυθεντική αποστολική και εκκλησιαστική παράδοση, στην αποκαλυφθείσα δηλ. εκ μέρους τού Θεού αλήθεια, και

β) θεσπίσθηκαν η επικυρώθηκαν (εγκρίθηκαν) από την Εκκλησία και μάλιστα με Οικουμενικές Συνόδους πού εκφράζουν το αλάθητο της Εκκλησίας.

Στο σημείο αυτό οφείλουμε να εξηγήσουμε, ότι η αυθεντία και το κύρος των Οικουμενικών Συνόδων είναι σε απόλυτο βαθμό, γιατί αποτελούν το στόμα της Εκκλησίας, το όργανο εκφράσεως της καθόλου Εκκλησίας, η οποία «είναι στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α' Τιμ. 3,15). Είναι αλάθητες
3 γιατί αποφαίνονται (αποφασίζουν), καθοδηγούμενες από το Άγιο Πνεύμα. Αλλά, ας δούμε τί λένε οι ίδιοι οι κανόνες επί του προκειμένου, ή περί το αυτό, τι λένε οι θεοκίνητοι Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι θέσπισαν ή επικύρωσαν αυτούς τους κανόνες σε Οικουμενικές Συνόδους:

Ο α' καν. της Ζ' Οίκουμ. Συνόδου διακηρύσσει σχετικώς τα εξής: «Τούτων ούν όντως όντων... ασπασίως τους θείους κανόνας ενστερνιζόμεθα, και ολόκληρον την αυτών διαταγήν και ασάλευτον κρατύνομεν, των εκτεθέντων υπό των αγίων σαλπίγγων τού Πνεύματος, των πανευφήμων Αποστόλων, των τε εξ αγίων, οικουμενικών συνόδων, και των τοπικώς συναθροισθεισών επί εκδόσει διαταγμάτων, και των αγίων Πατέρων ημών. Εξ ενός γαρ άπαντες και τού αυτού Πνεύματος αυγασθέντες ώρισαν τα συμφέροντα». Σύμφωνα δηλαδή με τη μαρτυρία αύτη οι ιεροί κανόνες είναι θείοι, γιατί θεσπίστηκαν με το φωτισμό και με την επιστασία τού Άγ.  Πνεύματος, με τη θεία επιστασία.

Γι’ αυτό το λόγο οι κανόνες της Εκκλησίας αποτελούν τους αυθεντικούς φορείς της ορθής εκφράσεως της εν Χριστώ αποκαλυφθείσης αληθείας και του ευαγγελικού μηνύματος της εν Χριστώ πραγματοποιούμενης ελευθερίας και σωτηρίας. Και γι' αυτό το λόγο ενισχύεται και «κρατύνεται» και διατηρείται ασάλευτη ολόκληρη η διαταγή τους, όπως λέει ο ανωτέρω κανόνας. Και γι' αυτό ακόμη το λόγο αποδοκιμάζεται και απαγορεύεται κάθε αλλοίωση και παραχάραξη τους, όπως φαίνεται και από τον ακόλουθο κανόνα.

Πράγματι, στο β' καν. της Πενθέκτης Οικουμ. Συνόδου, ο οποίος μάλιστα αποτελεί και ένα είδος επίσημης συνοπτικής κωδικοποιήσεως των ί. κανόνων της Εκκλησίας
4, διαβάζουμε: «Έδοξε δε και τούτο τη αγία ταύτη συνόδω... ώστε μένειν και από τον νύν βέβαιους και ασφαλείς, προς ψυχών θεραπείαν και ιατρείαν παθών, τους... ιερούς κανόνας, τους υπό των αγίων και μακαρίων Πατέρων ημών εκτεθέντας5. Και μηδενί έξ είναι τους προδηλωθέντας παραχαράττειν κανόνας, ή αθετείν, ή έτερους παρά τους προκειμένους παραδέχεσθαι κανόνας, ψευδεπιγράφως υπό τίνων συντεθέντας, των την αλήθειαν καπηλεύειν έπιχειρησάντων»6.

Ο κανόνας αυτός αναφέρεται διά μέσου του γράμματος και στο πνεύμα και στο περιεχόμενο των ιερών κανόνων, το οποίο δεν πρέπει να νοθεύεται ή να αλλοιώνεται με την παραχάραξη του γράμματος του κανόνα. Και τούτο, γιατί αυτό το γράμμα αποτελεί το όχημα, τον αυθεντικό φορέα του πνεύματος. Αναφέρεται δηλ. ο κανόνας στη δόλια αλλαγή των λέξεων των κανόνων με σκοπό την παραποίηση και τη νόθευση του νοήματος. Δεν απαγορεύει την ορθή ερμηνεία των λέξεων και τη διακρίβωση του ορθού νοήματος του κειμένου.

Αυτή, λοιπόν, η απαγόρευση της παραχαράξεως ή αλλοιώσεως ή ανατροπής των ί. κανόνων υποδηλώνει, -ότι οι ιεροί κανόνες είναι αλάθητοι, ότι υποδεικνύουν το ορθό, ότι είναι διαχρονικοί, ότι έχουν απόλυτο κύρος, -ότι περιέχουν την αλήθεια. Εάν οι ιεροί κανόνες δεν παρείχαν το ορθό αλλά περιείχαν εσφαλμένες θέσεις, τότε δεν θα υπήρχε λόγος να μη δέχονταν εκ των υστέρων κάποια διόρθωση. Δίνουν, λοιπόν, τη μαρτυρία οι ί. κανόνες, ότι παρέχουν την αλήθεια. Και τούτο, διότι συγχρόνως έχουν την αυτομαρτυρία, ότι θεσπίσθηκαν από τις Οικουμενικές Συνόδους με το φωτισμό και την επιστασία του Άγιου Πνεύματος, του πνεύματος της αλήθειας
(πρβλ. Ιω. 14, 17-15, 26-16, 13).

Αυτοί, λοιπόν, είναι οι θείοι και ιεροί κανόνες της Εκκλησίας. Αυτοί είναι και λέγονται ορθώς και δικαίως, κατά ακρίβεια και ακριβολογία κανόνες. Είναι οι κανόνες πού έχουν θεσπισθεί από Οικουμενικές Συνόδους ή πού έχουν διατυπωθεί από τοπικές Συνόδους και Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά έχουν υιοθετηθεί και επικυρωθεί από τις Οικουμενικές Συνόδους.
 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Το ερώτημα αυτό είναι συνδεδεμένο με το σύγχρονο ζωτικότατο πρόβλημα της αναζητήσεως μιας αυθεντίας από μέρους των ανθρώπων γενικώς και από μέρους των χριστιανών ειδικώς. Στο σημείο αυτό αξίζει να μεταφέρουμε μία παρατήρηση του πατρός Ιωάννου Μάγεντορφ: «Η διάκρισις μεταξύ απολύτου και σχετικού είναι, νομίζω, το περισσότερον επείγον απ’ όλα τα προβλήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν σήμερον οι Ορθόδοξοι θεολόγοι... Μόνον εάν ανακαλύψωμεν και γνωρίσωμεν επαρκώς το Απόλυτον, θα κατορθώσωμεν να προσανατολισθώμεν ασφαλώς μέσα εις την μάζαν των ανθρωπίνων παραδόσεων και συνηθειών και θα ημπορέσωμεν να κάμωμεν τους αναγκαίους διαχωρισμούς και τας απαραιτήτους εκκαθαρίσεις» (Ιω. Μάγεντορφ, Παράδοσις της Εκκλησίας και παραδόσεις των ανθρώπων, εν «Θεολογία - Αλήθεια και Ζωή», Αθήναι 1962, σελ. 133).
2. Ο καθηγητής Λ. Φιλιππίδης έγραφε σχετικώς: «Ορθόν είναι το Αληθές και Αληθές είναι ,ότι ο Θεός απεκάλυψεν ό,τι ο Θεός θέλει... Τούτο -,τι ο Θεός απεκάλυψε- κείται ενώπιον ημών εφ' άπαξ δεδομένον, άλλα δι’ αιωνίου ισχύος» (Λέων. Φιλιππίδου, Η από Παλαιάς και Νέας Ρώμης κίνησις προς επάνοδον τού πληρώματος της Εκκλησίας τού Χριστού εις την αρχικήν ενότητα, Αθήναι 1970, σελ. 32.
3. Πρβλ. Παν. Τρεμπέλα, Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Β', Αθήναι 1959, σελ. 402. Άνδρ. Θεοδώρου, Η ουσία της Ορθοδοξίας, Εν Αθήναις 1961, σελ. 238 και Ίω. Καρμίρη, Ορθόδοξος Εκκλησιολογία, Αθήναι 1973, σελ. 638, 685 έξ. Γι’ αυτό ορθώς ο Μεγ. Αθανάσιος στην επιστολή του προς τους εν Αφρική επισκόπους λέει: «Το δε ρήμα τού Κυρίου το διά της οικουμενικής συνόδου εν τη Νικαία γινόμενων μένει εις τον αιώνα» (Μίgηe Ρ.Ο. 26, 1032Β). Ο Μ. Αθανάσιος (| 373) αναφέρει μόνο την Α' Οίκουμ. Σύνοδο, γιατί οι άλλες δεν είχαν συγκληθεί ακόμη.

4. Πρβλ. Βαρθολομαίου Αρχοντώνη (Άρχιμ. και νύν Οικουμενικού Πατριάρχου), Περί την κωδικοποίησα των ιερών κανόνων και των κανονικών διατάξεων εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Θεσσαλονίκη 1970, σελ. 19.
5. Και αναφέρει εν συνεχεία ποιοι είναι οι κανόνες αυτοί (Γ. Ράλλη - Μ. Ποτλη, Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων, τόμ. Β', Αθήνησι 1852, σελ. 308 έξ.).
6. Ράλλη-Ποτλη, τόμ. Β', σελ. 309-310. Στους ανωτέρω μνημονευομένους κανόνες της μικρής άλλ' επίσημης κωδικοποιήσεως των ί. κανόνων της Εκκλησίας οφείλουν να συμπεριληφθούν και οι κανόνες της Ζ' Οίκουμ. Συνόδου, καθ’ σον είναι ισόκυροι προς αυτούς.



Άγιος Μάρκος Ευγενικός - Εγκύκλιος «Τοις απανταχού της γης και των νήσων ευρισκομένοις ορθοδόξοις Χριστιανοίς» (1440-1)


Η εγκύκλιος αυτή εγράφη, λίγα χρόνια προ της Αλώσεως, από τη νήσο Λήμνο. Εκεί είχε εξορισθεί ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο τη απαιτήσει των λατινοφρόνων Ρωμιών.
Οι ενωτικοί αυτοί, όταν είδαν ότι απέτυχαν να επιβάλουν την ψευδή ένωση της Φεράρας-Φλωρεντίας, κατέφυγαν σε ενέργειες καταχθόνιες και σε σοφιστείες θεολογικές, για να παραπλανήσουν τους αφελέστερους. Αργότερα, τον 16ο αιώνα, αυτά θα συστηματοποιηθούν από τους λατίνους και θα δημιουργηθεί έτσι η ουνία. Συνεπώς, οι λατινόφρονες ενωτικοί Ρωμιοί είναι οι πρόδρομοι και προπαρασκευαστές της ουνίας, μαζί με τον πάπα Ιννοκέντιο τον Δ΄(1243-1254), ο οποίος το 1254 εξέδωκε εγκύκλιο και επέτρεψε να γίνονται ανεκτά τα ήθη και έθιμα των Ανατολικών, με απώτερο σκοπό τη βαθμιαία κατάργηση αυτών και τον πλήρη εκλατινισμό των ενουμένων, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ορθοδόξων μετά της Ρώμης.
Την εγκύκλιο αυτή του αγίου Μάρκου, με την οποία αντιμετωπίζει τους λατινόφρονες Ρωμιούς και τις δογματικές αποκλίσεις των παπικών από την Ορθοδοξία, θα παραθέσουμε σε περιληπτική διασκευή.

1. Οι παπικοί είναι αιρετικοί και όχι σχισματικοί, όπως διετείνοντο οι λατινόφρονες.

α΄. Όσοι εκ των παπικών έρχονται στην Ορθοδοξία, τους δεχόμεθα δια χρίσεως αγίου μύρου-μερικές φορές και τους ξαναβάπτιζαν, κατατάσσοντας αυτούς μαζί με τους αρειανούς, τους μακεδονικούς, τους σαββατιανούς, τους ναυατιανούς και λοιπούς αιρετικούς του 4ου αιώνος.
Ο Σίλβεστρος Συρόπουλος, που κατέγραψε την ιστορία της συνόδου της Φλωρεντίας, λέει ότι ο άγιος Μάρκος το ετόνισε αυτό στην ορθόδοξη αντιπροσωπεία, «αλλά το παρασιώπησε η Εκκλησία μας, επειδή το γένος τους είναι μεγάλο και ισχυρότερο από το δικό μας» και «δεν θέλησαν οι προγενέστεροι από εμάς να κατονομάσουν επισήμως τους λατίνους ως αιρετικούς, αναμένοντας την επιστροφή τους και επιδιώκοντας την φιλία».

β΄. Ο άγιος Μάρκος αναφέρει την φράση του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού «Δεν ομολογούμε το άγιο πνεύμα ότι προέρχεται εκ του Υιού» και την φράση του αγίου Φωτίου «Αιρετικός είναι και στους κατά των αιρετικών νόμους υπόκειται αυτός που έστω και λίγο παρεκκλίνει από την ορθή πίστη».Συνεπώς οι λατίνοι, και μόνο από το Filioque, είναι αιρετικοί.

γ΄. Οι λατινόφρονες λένε, ότι οι παπικοί είναι σχισματικοί διότι έτσι μας θεωρούν εκείνοι εμάς· διότι δεν έχουν να μας κατηγορήσουν για κάτι αιρετικό παρά μόνο για το ότι παύσαμε να υποτασσόμεθα σ’ αυτούς. Λοιπόν θα αντιχαριζώμεθα σ’ αυτούς και θα του αποκαλούμε σχισματικούς ενώ είναι αιρετικοί;

δ΄. Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Μάρκος ερώτησε τον πατριάρχη Αντιοχείας Θεόδωρο Βαλσαμώνα, έγκριτο κανονολόγο της εποχής εκείνης, εάν μπορεί να δίδει τα θεία αγιάσματα σε λατίνους. Εκείνος απάντησε ότι δεν μπορεί να γίνει αυτό, αφού το όνομα του πάπα -στον οποίο αυτοί υπάγονται- δεν μνημονεύεται στις αρχιερατικές θείες λειτουργίες της Εκκλησίας.
Και δεν μνημονεύεται, διότι οι παπικοί έχουν «ήθη και δόγματα αλλότρια των ορθοδόξων», συνεπώς αιρετικά. Πρέπει οι λατίνοι να κατηχηθούν ορθοδόξως, να μυρωθούν, και μετά να τους δεχθούμε.
Συνεπώς· Από πού λοιπόν εμφανίστηκαν ξαφνικά να είναι ορθόδοξοι, αυτοί που από τόσα χρόνια και από τους πατέρες και διδασκάλους κρίθηκαν ως αιρετικοί; Ποιος έτσι εύκολα τους έκανε ορθοδόξους;
Ο χρυσός, εάν ήθελες να λέμε την αλήθεια, και το συμφέρον σου· Ή μάλλον εκείνους μεν τους έκανε ορθοδόξους, εσένα όμως, αφού σε έκανε όμοιο μ’ εκείνους, σε έσπρωξε στη μεριά των αιρετικών.

2. Πότε θα υπάρξει ενότης.

Όταν ενωθούν ήθη, έθη, δόγματα. Και αυτό θα γίνει με την επιστροφή των παπικών στην ορθόδοξη παράδοση και θεολογία. Τώρα έχουμε δυο σύμβολα πίστεως, ένζυμη και άζυμη λειτουργία, διττά βαπτίσματα (των ορθοδόξων με τριττή κατάδυση, των παπικών με επίχυση· των ορθοδόξων το βάπτισμα με μύρο, των παπικών χωρίς μύρο), διπλά ήθη και έθιμα και εντελώς διαφορετικά, νηστείες και εκκλησιαστικές τάξεις, και άλλα παρόμοια.
Πώς λοιπόν να γίνει η ένωση, όταν δεν υπάρχει ενότητα σ’ αυτά;


3. Μεσότης στα δόγματα δεν υπάρχει.

Στη διπλωματία και στην πολιτική χρησιμοποιούνται πολλές έννοιες αμφίσημες ή αόριστες, εννοούμενες από τον καθένα αναλόγως των προτιμήσεών του, για να επιτευχθεί η συμφωνία και η προσέγγιση. Μεταξύ αληθείας όμως και ψεύδους, μεταξύ καταφάσεως και αρνήσεως, μεταξύ φωτός και σκότους, Χριστού και Βελίαρ, δεν υπάρχει μέσον. Οι γραικολατίνοι ή οι λατινόφρονες ή οι ουνίτες είναι μιξόθηρες άνθρωποι, αρέσκονται να κυνηγούν τις αναμίξεις· είναι όπως οι ιπποκένταυροι στη μυθολογία. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος τους ονομάζει κοθόρνους (*) και ανθρώπους που πηγαίνουν όπου φυσάει ο άνεμος. Ένας νεώτερος θα τους παρομοίαζε με το «φούρνο του χότζα».
Η σύνοδος Φεράρας-Φλωρεντίας, που πήγε να εφαρμόσει τη μεσότητα στο δόγμα, είναι σαν τη συνέλευση εκείνη που απεφάσισε να κτίσει τον πύργο της Βαβέλ ή σαν το συνέδριο του Καϊάφα που κατέκρινε τον Χριστό. Οι μετασχόντες στην σύνοδο της Φλωρεντίας και συμφωνήσαντες με τους παπικούς είναι αυτοί για τους οποίους ο προφήτης Ιερεμίας λέει· «Οι ηγούμενοι του λαού μου εμέ ούκ ήδεισαν, υιοί άφρονες εισι και ου συνετοί· σοφοί εισι του κακοποιήσαι, το δε καλώς ποιήσαι ουκ επέγνωσαν» (Ιερ. 4,22).


4. Ποία η στάσις μας έναντι των λατινοφρόνων.

Ας τους αποφύγουμε όπως αποφεύγουμε το φίδι. Ας τους αποφύγουμε όπως αποφεύγουμε τους χριστοκαπήλους και χριστεμπόρους. Αυτοί είναι οι «νομίζοντες πορισμόν είναι την ευσέβειαν» (Α΄ Τιμ. 6,5). Αυτοί είναι «ψευδαπόστολοι, εργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εις αποστόλους Χριστού». Αυτοί είναι διάκονοι του σατανά ο οποίος «μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός» (Β΄ Κορ. 11,13-15). «Οι τοιούτοι τω Κυρίω ημών Ιησού Χριστώ ου δουλεύουσιν, αλλά τη εαυτών κοιλία, και δια της χριστολογίας και ευλογίας εξαπατώσι τας καρδίας των ακάκων»· «ο μέντοι στερεός θεμέλιος της πίστεως έστηκεν, έχων την σφραγίδα ταύτην» (Ρωμ. 16.18 · Β΄ Τιμ. 2,19).
«Φεύγετε ουν αυτούς αδελφοί, και την προς αυτούς κοινωνίαν· ‘εί τις υμάς ευαγγελίζεται παρ’ ό παρελάβετε, κάν άγγελος εξ ουρανού, ανάθεμα έστω’ (Γαλ. 1,8-9). ‘Ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν, και χαίρειν αυτώ μη λέγετε· ο γάρ λέγων αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς’ (Β΄ Ιωαν. 10,11)».
Δεν γνωρίζουμε εάν οι σύγχρονοι οικουμενιστές, κληρικοί και λαϊκοί, έχουν υπ’ όψιν τα όσα λέει ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός. Ας τα μελετήσουν και ας ανανήψουν, εάν θέλουν να παραμείνουν ορθόδοξοι.
(*) Κατά λέξη κόθορνος λεγόταν ένα ειδικό υπόδημα, που χρησιμοποιούσαν οι ηθοποιοί στις αρχαίες τραγωδίες με παχιά πέλματα και πολύ ψηλό τακούνι. Επειδή προσαρμοζόταν σε αμφότερα τα πόδια, είτε το δεξί είτε το αριστερό, κατάντησε να σημαίνει τον επαμφοτερίζοντα άνθρωπο, τον ασθενούς χαρακτήρος, το ευμετάβολο και καιροσκόπο.


ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ
Διάλογος με τον Θεοδόσιο, τον επίσκοπο Καισαρείας Βιθυνίας, κατά την πρώτη του εξορία στο φρούριο της Βιζύης της Θράκης.
       Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, μέγας θεολόγος και Πατήρ της Εκκλησίας, ωμολόγησε την Ορθόδο­ξο Πίστι σε μία εποχή που παρουσιάζει πολλές ο­μοιότητες με την ιδική μας. Η πολιτική των τότε αυ­τοκρατόρων απέβλεπε σε πολιτικοκοινωνικές ενοποιήσεις σαν τις σημερινές. Ως πρόσφορο μέσον για την πραγματοποίησί τους θεωρήθηκε η υποστήριξις της αιρέσεως του Μονοθελητισμού. Είχαν χρησιμοποιη­θή και εκκλησιαστικοί άνδρες, οι οποίοι υποστήριζαν την αίρεσι χάριν των κοσμικών αυτών σκοπιμοτήτων. Είχαν πιστεύσει ότι ασκούν τάχα κάποια εκκλησια­στική οικονομία. Δυστυχώς, όλοι σχεδόν οι πατριαρ­χικοί θρόνοι είχαν πέσει στην αίρεσι του Μονοθελη­τισμού. Η Ορθόδοξος Πίστις ζούσε μόνο στην συνεί­δησι του πιστού λαού και εκφραζόταν με το στόμα των ελαχίστων Ομολογητών, οι οποίοι την εστερέω­σαν με το μαρτύριό τους.
       Την εποχή αυτή ο άγιος Μάξιμος είχε διαδραμα­τίσει πρωτεύοντα ρόλο για την συγκρότησι της ορθο­δόξου τοπικής Συνόδου της Ρώμης (649), η οποία κα­τεδίκασε τον Μονοθελητισμό. Για τον λόγο αυτό ευρίσκεται εξόριστος στην Βιζύη της Θράκης. Έχει διακόψει την εκκλησιαστική κοινωνία με τους πα­τριαρχικούς θρόνους της Ανατολής, επειδή έχουν εκ­πέσει στην αίρεσι. Η αναφορά του είναι στην ορθο­δοξούσα τότε Ρώμη και στον Ομολογητή άγιο Πάπα Μαρτίνο.
       Με σκοπό να μεταβάλλουν την γνώμη του και να τον προσεταιρισθούν, ο επίσκοπος Θεοδόσιος και οι αυτοκρατορικοί απεσταλμένοι τον επισκέπτονται στην Βιζύη και διεξάγουν τον κατωτέρω διάλογο. Ο Άγιος με αταλάντευτη σταθερότητα διακρίνει την αλήθεια από την αίρεσι, το φως από το σκότος, και με γνώμονα την διδασκαλία των αγίων Αποστόλων και Πατέρων ανασκευάζει τα επιχειρήματα των μονοθελη­τών συνομιλητών του. Είναι συγκινητική η ταπείνω­σις του Αγίου που συνοδεύει όλες τους τις εκφράσεις και κινήσεις, ακόμη και την ώρα που η αδικία εναντίον του είναι κατάφωρη. Προφανώς, ο φόβος του Θεού, η σταθερή ομολογία και η αληθινή ταπείνωσις συνιστούν το ιερό τρίπτυχο που χαρακτηρίζει κάθε Ορθόδοξο ομολογία.
       Ο διάλογος του αγίου Μαξίμου στον τόπο της εξορίας του με τους συγκλητικούς άρχοντες και με τους επισκόπους της Κωνσταντινουπόλεως είναι ένα κλασικό πλέον κείμενο, στο οποίο φανερώνει τις γνή­σια Ορθόδοξες και εκκλησιαστικές προϋποθέσεις του Αγίου και τις αιρετικές και κοσμικές αντίστοιχα των συνομιλητών του.
       Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από αυτόν τον διάλογο, επειδή πιστεύουμε ότι θα βοηθή­ση τον λαό του Θεού να  αντιληφθή ποιοι είναι σε κά­θε εποχή οι εκφρασταί της Πίστεώς του, αλλά και να δώσουμε αφορμές θεολογικής αυτοκριτικής σε όσους λόγω της εκκλησιαστικής τους ευθύνης ευρίσκονται μπροστά σε προφανή κίνδυνο να αθετήσουν και σήμε­ρα την  ακρίβεια της αγίας Ορθοδόξου Πίστεως λόγω άλλων σκοπιμοτήτων.
      
       Στις 24 του μηνός Αυγούστου, της 14ης επινεμή­σεως που μόλις τώρα πέρασε, επισκέφθηκε τον αββά Μάξιμο στον τόπο της εξορίας του, δηλαδή στο κά­στρο της Βιζύης, ο προρρηθείς επίσκοπος Θεοδόσιος, σταλμένος όπως είπε από τον ίδιο τον πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως Πέτρο. Και μαζί του οι ύπατοι Παύλος και Θεοδόσιος, σταλμένοι όπως είπαν κι αυ­τοί από τον βασιλέα. Είχαν μαζί τους, καθώς φαίνε­ται, και τον επίσκοπο Βιζύης. Και λέγει ο Θεοδόσιος ο Επίσκοπος:
       ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Παρακαλούν μέσω ημών ο βασι­λεύς και ο πατριάρχης, να μάθουν από σένα ποια εί­ναι η αιτία που δεν έχεις κοινωνία με τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Γνωρίζετε τις καινοτομίες που έγιναν από την επινέμησι του περασμένου κύκλου, οι όποίες άρχισαν από την Αλεξάνδρεια με τα εννέα κεφάλαια που εξέθεσε ο Κύρος, αυτός που δεν ξέρω πως έγινε πατριάρχης της πόλεως εκείνης, και που επικυρώθη­καν από τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Γνωρί­ζετε επίσης και τις άλλες αλλοιώσεις, τις προσθήκες και τις αφαιρέσεις, που έγιναν συνοδικά από τους προεδρεύσαντας στην Εκκλησία των Βυζαντινών. Εν­νοώ τον Σέργιο, τον Πύρρο και τον Παύλο. Και αυτές τις καινοτομίες τις γνωρίζει όλη η οικουμένη. Γι' αυ­τήν την αιτία δεν έχω κοινωνία, ο δούλος σας, με την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Ας αρθούν τα εμπόδια που μπήκαν από τους παραπάνω άνδρες, και μαζί μ' αυτά κι αυτοί που τάβαλαν, όπως είπε ο Θεός: «και τους λίθους εκ της οδού διαρρίψατε» (Ιερεμ. 50, 26). Έτσι, βρίσκοντας την οδό του Ευαγγελίου όπως ήταν πρώτα, λεία και ομαλή και ελεύθερη από κάθε α­κανθώδη αιρετική κακία, θα την βαδίζω χωρίς να μου χρειάζεται καμμία ανθρώπινη προτροπή. Μέχρις ότου όμως οι πατριάρχαι της Κωνσταντινουπόλεως καυχώ­νται για τα τεθέντα εμπόδια και γι' αυτούς που τα έβα­λαν, δεν υπάρχει κανένας λόγος ή τρόπος που να με πείση να έχω κοινωνία με αυτούς.
         ΘΕΟΔ.:  Μα τι κακό λοιπόν ομολογούμε, ώστε να χωρισθής από την κοινωνία μαζί μας;
         ΜΑΞΙΜΟΣ: Επειδή λέγετε ότι ο Θεός και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός έχει μία ενέργεια της Θεότητος και ανθρωπότητός του. Έτσι συγχέετε τον λόγο της θεολογίας με τον λόγο της οικονομίας.
       Και πάλι, υιοθετώντας άλλη καινοτομία, αφαιρεί­τε εξ ολοκλήρου όλα τα γνωριστικά και συστατικά (στοιχεία) της θεότητος και ανθρωπότητος του Χρι­στού, θεσπίζοντας με νόμους και τύπους, ότι δεν πρέ­πει να λέγεται γι' Αυτόν, ούτε μία ούτε δύο θελήσεις ή ενέργειες. Αυτό είναι πράγμα ανυπόστατο, διότι οι άγιοι Πατέρες μας διδάσκουν μεγαλοφώνως ότι: «Αυτό που δεν έχει καμμιά δύναμι, ούτε υπάρχει ούτε είναι κάτι ούτε έχει καμμία εντελώς θέσι».
       ΘΕΟΔ.:  Μη παίρνης σαν κύριο δόγμα, αυτό που γίνεται από οικονομία.
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Αν δεν είναι κύριο δόγμα για όσους το δέ­χονται, για ποιο λόγο με παραδώσατε ανέντιμα σε βάρβαρα και άθεα έθνη; Για ποιο λόγο καταδικάσθη­κα να μένω στη Βιζύη, και οι σύνδουλοί μου, ο ένας στην Πέρβερι κι ο άλλος στην Μεσήμβρια;
       Και ποιος πιστός δέχεται την οικονομία που κάνει να σιγήσουν τα λόγια, τα οποία οικονόμησε ο των όλων Θεός να ειπωθούν από τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους; Κι ας ιδούμε, μεγάλε κύ­ριε, σε ποιο κακό καταλήγει το θέμα αυτό, αν το καλο­εξετάσουμε. Διότι ο Θεός έβαλε στην Εκκλησία, πρώ­τον μεν τους αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, για να καταρτίζωνται οι πιστοί, λέγοντας στο Ευαγγέλιο προς τους αποστόλους και μέσω αυτών προς τους μεταγενεστέρους «Ο υμίν λέγω, πάσι λέ­γω», και πάλι «ο δεχόμενος υμάς εμέ δέχεται, και ο α­θετών υμάς, εμέ αθετεί». Είναι λοιπόν φανερό και ανα­ντίρρητο, ότι αυτός που δεν δέχεται τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους και δεν υπολογί­ζει τα λόγια τους, δεν υπολογίζει τον ίδιο το Χριστό.
       Ας εξετάσουμε δε και κάτι άλλο. Ο Θεός διάλεξε και κατέστησε αποστόλους, προφήτας και διδασκά­λους, προς τον καταρτισμό των πιστών. Αντίθετα, ο διάβολος διάλεξε και ξεσήκωσε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους, για να πολε­μηθή και ο παλαιός νόμος και ο ευαγγελικός. Μονα­δικούς δε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους εννοώ τους αιρετικούς, των ο­ποίων είναι διεστραμμένοι οι λόγοι και οι λογισμοί. Όπως ακριβώς λοιπόν αυτός που δέχεται τους αληθι­νούς αποστόλους και προφήτας και διδασκάλους, δέ­χεται τον Θεό, έτσι και αυτός που δέχεται τους ψευδα­ποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκά­λους, δέχεται τον διάβολο. Αυτός λοιπόν που βάζει τους αγίους μαζί με τους βδελυρούς και ακαθάρτους αιρετικούς (δεχθήτε τα λόγια μου, λέγω την αλήθεια), προφανώς βάζει στην ίδια μοίρα τον Θεό μαζί με τον διάβολο.
       Αν λοιπόν εξετάζοντας τις καινοτομίες που έγι­ναν τώρα στα χρόνια μας, τις βρίσκουμε να έχουν κα­ταντήσει σ' αυτό το πιο ακραίο κακό, προσέξτε μή­πως, ενώ προφασιζόμαστε την ειρήνη, βρεθούμε να νοσούμε και να κηρύττουμε την αποστασία, η οποία θα είναι, κατά τον θείο απόστολο, πρόδρομος της πα­ρουσίας του Αντιχρίστου. Αυτά σας τα είπα χωρίς κανένα δισταγμό, κύριοί μου, για να λυπηθήτε τους ε­αυτούς σας κι εμάς.
       Με συμβουλεύετε επίσης να έλθω να κοινωνήσω με την Εκκλησία στην οποία τέτοια κηρύσσονται, ε­νώ έχω άλλα γραμμένα στο βιβλίο της καρδιάς μου, και να γίνω κοινωνός μ' αυτούς που νομίζουν ότι στρέφονται εναντίον του διαβόλου με την βοήθεια του Θεού, ενώ στην πραγματικότητα στρέφονται ενα­ντίον του Θεού; Να μη δώση Ο Θεός, που γεννήθηκε για μένα χωρίς αμαρτία!
       Και αφού τους έβαλε μετάνοια, είπε:
           ΜΑΞΙΜΟΣ: Οτιδήποτε έχετε διαταγή να κάνετε στο δούλο σας, σας λέγω κάμετέ το. Εγώ πάντως ουδέπο­τε θα γίνω συγκοινωνός μ' αυτούς που δέχονται αυτές τις καινοτομίες.
       Μόλις τα άκουσαν εκείνοι αυτά, πάγωσαν. Έβαλαν κάτω τα κεφάλια τους και εσιώπησαν για αρκετή ώρα. Σήκωσε κάποια στιγμή το κεφάλι του ο επίσκοπος Θεοδόσιος, κύτταξε προς τον αββά Μάξιμο και είπε:
      
     
ΘΕΟΔ.: Σου λέμε λοιπόν εμείς πως, εάν εσύ κοι­νωνήσης, ο δεσπότης μας ο βασιλεύς θα ελαφρύνη τον Τύπο.
           ΜΑΞΙΜΟΣ: Η απόστασις που μας χωρίζει είναι ακόμη μεγάλη. Τι θα κάνουμε με το δόγμα του ενός θελήμα­τος που επικυρώθηκε συνοδικά από τον Σέργιο και τον Πύρρο για την αναίρεσι κάθε ενέργειας;
      ΘΕΟΔ.: Εκεινο το χαρτί καταστράφηκε και αχρη­στεύθηκε.
          ΜΑΞΙΜΟΣ: Το έσβησαν από τους πέτρινους τοίχους, όχι όμως κι από τις νοερές ψυχές. Ας δεχθούν την καταδίκη του που έγινε συνοδικά στην Ρώμη με ευσε­βή δόγματα και κανόνες, και τότε θα λυθή το μεσότοι­χο και δεν θάχουμε ανάγκη από συμβουλές.
       ΘΕΟΔ.: Δεν έχει ισχύ η σύνοδος της Ρώμης, γιατί έγινε χωρίς την διαταγή του βασιλέως.
       ΜΑΞΙΜΟΣ:  Αν οι διαταγές των βασιλέων δίνουν κύ­ρος στις προγενέστερες συνόδους και όχι η ευσεβής πίστις, ας δεχθούν και τις συνόδους που έγιναν ενα­ντίον του ομοουσίου, μια και έγιναν με εντολή των βασιλέων. Και ποιος κανόνας ορίζει να είναι έγκυρες μόνο εκείνες οι σύνοδοι που συνεκλήθησαν με εντολή βασιλέως ή οπωσδήποτε όλες οι σύνοδοι να συγ­καλούνται κατόπιν βασιλικής διαταγής; Ο ευσεβής κανών της Εκκλησίας γνωρίζει ως άγιες και έγκυρες εκείνες τις συνόδους, τις οποίες διακρίνει η ορθότης των δογμάτων.
       ΘΕΟΔ.: Όπως τα λες είναι. η ορθότης των δογμά­των δίνει κύρος στις συνόδους. Τι λοιπόν; Δεν πρέπει καθόλου να λέμε μία ενέργεια στον Χριστό;
      ΜΑΞΙΜΟΣ: Σύμφωνα με την αγία Γραφή και τους α­γίους Πατέρας τίποτα τέτοιο δεν παρελάβαμε να λέμε. Αλλά, όπως ακριβώς παρελάβαμε να πιστεύωμε για το Χριστό δύο φύσεις, αυτές από τις οποίες απαρτίζε­ται, έτσι μας επετράπη να πιστεύω με και να ομολογούμε και τις φυσικές Του θελήσεις και ενέργειες που υπάρχουν καταλλήλως σ' αυτόν, αφού αυτός ο ίδιος είναι εκ φύσεως Θεός μαζί και άνθρωπος.
       ΘΕΟΔ.: Πράγματι, κύριε, και εμείς ομολογούμε και τις φύσεις και τις διάφορες ενέργειες, δηλαδή και την θεία και την ανθρωπίνη. και ότι η θεότης του εί­ναι θελητική και η ανθρωπότης του θελητική. επειδή η ψυχή του δεν ήταν χωρίς θέλησι. Αλλά για να μη χάνουμε τον καιρό μας εδώ, ό,τι κι αν είπαν οι Πατέ­ρες το ομολογώ, και μάλιστα το κάνω και εγγράφως (δηλαδή), δύο φύσεις και δύο θελήματα και δύο ενέρ­γειες. Έλα λοιπόν να κοινωνήσης μαζί μας και να γί­νη η ένωσις.
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, δεν τολμώ να δεχθώ εγώ έγγρα­φη συγκατάθεσι από σας γι' αυτό το πράγμα, διότι εί­μαι απλός μοναχός. Αν όμως ο Θεός σας έφερε σε κα­τάνυξι, ώστε να δεχθήτε τους λόγους των αγίων Πατέ­ρων, να ενεργήσετε όπως απαιτούν οι κανόνες. Να στείλετε, δηλαδή, περί τούτου έγγραφο προς τον επί­σκοπο Ρώμης, ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης και η πε­ρί αυτόν σύνοδος. Εγώ πάντως ούτε κι αν γίνουν αυ­τά θα κοινωνήσω, επειδή οι αναθεματισθέντες αναφέ­ρονται στην αγία αναφορά. Διότι φοβάμαι το κατά­κριμα του αναθέματος.
       ΘΕΟΔ.: Ο Θεός γνωρίζει ότι δεν σε κατηγορώ που φοβάσαι, αλλά ούτε και κανένας άλλος. Για το ό­νομα όμως του Κυρίου, πες μας την γνώμη σου, εάν είναι δυνατόν να γίνη αυτό (δηλ. να αρθή το ανάθεμα ήδη αποθανόντος αιρετικού).
      ΜΑΞΙΜΟΣ: Ποια γνώμη μπορώ να σας δώσω γι' αυτό; Πηγαίνετε, ψάξτε να βρήτε αν ποτέ έχει γίνει κάτι τέ­τοιο και ελευθερώθηκε κανείς μετά θάνατον από το έγκλημα για την πίστι, κι από το κατάκριμα που έχει εξαγορευθή εναντίον του. Πρέπει να καταδεχθούν ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης να μιμηθούν την συγκα­τάβασι του Θεού. και ο μεν να κάνει παρακλητική κέ­λευσι, ο δε συνοδική δέησι προς τον πάπα της Ρώμης. Χωρίς αμφιβολία, αν βρεθή κάποιος τρόπος εκκλη­σιαστικός που να το επιτρέπη αυτό για την σωστή ομολογία της πίστεως, θα συμφωνήση περί αυτού μαζί σας.
        ΘΕΟΔ.: Αυτό θα γίνη οπωσδήποτε. αλλά δος μου τον λόγο σου ότι, εάν στείλουν εμένα, θα έλθης μαζί μου.
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, σου είναι πιο συμφέρον να πά­ρης μαζί σου τον σύνδουλό μου που είναι στη Μεσημ­βρία, παρά εμένα. Εκείνος και την γλώσσα γνωρίζει και τον σέβονται πολύ, μια και τόσα χρόνια τιμωρεί­ται για τον Θεό και για την ορθή πίστι που κρατεί ο θρόνος τους.
       ΘΕΟΔ.: Έχουμε μεταξύ μας κάτι μικροδιαφορές, και δεν μου είναι τόσο ευχάριστο να πάω μαζί του.
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, αφού νομίζετε ότι πρέπει να γίνη αυτό, ας γίνη όπως αποφασίζετε. εγώ σας ακολουθώ όπου θέλετε.
       Μετά από αυτό σηκώθηκαν όλοι επάνω χα­ρούμενοι και με δάκρυα στα μάτια. Έβαλαν με­τάνοια και έγινε προσευχή. Και κάθε ένας τους ασπάσθηκε τα άγια Ευαγγέλια, και τον Τίμιο Σταυρό, και την εικόνα του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, και της Δεσποίνης ημών Παναγίας Θεοτόκου της Μητέρας Του, αφού έ­βαλαν επάνω και τα χέρια τους προς βεβαίωσι των συμφωνηθέντων. Αφού ειπώθηκαν αυτά, ό­ταν ασπάζονταν μεταξύ τους είπε ο ύπατος Θεο­δόσιος:
       ΘΕΟΔ.: Να λοιπόν, έγιναν όλα καλά. Άρα γε θα καταδεχθή ο βασιλεύς να κάνη παρακλητική κέλευσι;
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Οπωσδήποτε θα κάνη, εάν θέλη να είναι μιμητής του Θεού και να ταπεινωθή μαζί Του για την κοινή σωτηρία όλων μας. Ας αναλογισθή ότι, αφού ο Θεός που φύσει σώζει, δεν μας έσωσε παρά αφού με την θέλησί Του ταπεινώθηκε, πώς ο φύσει σωζόμενος άνθρωπος θα σωθή ή θα σώση χωρίς να ταπεινωθή;
       Μετά δε την αναχώρησι των παραπάνω αν­δρών, στις 8 του μηνός Σεπτεμβρίου της παρού­σης 15ης ινδικτιώνος, πήγε πάλι ο ύπατος Παύ­λος στη Βιζύη προς τον αββά Μάξιμο, έχοντας μαζί του διαταγή που έλεγε τα εξής: «Παραγγέ­λομε στην ενδοξότητά σου να πας στη Βιζύη και να φέρης τον Μοναχό Μάξιμο με πολλή τιμή και περιποίησι, λόγω της μεγάλης του ηλικίας και της ασθενείας του, και διότι αυτός ανήκει στους προγόνους μας και τους έχει τιμήσει. Και να τον βάλης στο λαμπρό μοναστήρι του Αγίου Θεοδώρου, που βρίσκεται δίπλα στο Βασιλικό παλάτι». Αφού λοιπόν ο ύπατος τον πήρε και τον έβαλε στο προειρημένο μοναστήρι, πήγε να δώση ειδοποίησι.
       Την επομένη ημέρα πήγαν προς αυτόν οι πα­τρίκιοι Επιφάνιος και Τρώιλος, με λαμπρό ντύ­σιμο και ύφος, καθώς και ο επίσκοπος Θεοδό­σιος. Συναντήθηκαν με αυτόν στο κατηχουμενείο της Εκκλησίας του ιδίου μοναστηριού. Αφού έγινε ο συνηθισμένος ασπασμός κάθησαν, υπο­χρεώνοντας κι αυτόν να καθήση. Και αρχίζοντας τον λόγο μαζί του ο Τρώιλος είπε:
       ΤΡΩΙΛΟΣ:  Ο αυτοκράτωρ μας διέταξε να έρθουμε και να σου ανακοινώσουμε την γνώμη που έχει η θεο­στήρικτη βασιλεία του. Αλλά πρώτα πες μας, θα κά­νης την διαταγή του βασιλέως ή δεν θα την κάνης;
Ο Μάξιμος είπε:
       ΜΑΞΙΜΟΣ:Κύριε, να ακούσω τι διέταξε η ευσεβής του δύναμις και θά αποκριθώ κατάλληλα. γιατί προς κάτι το άγνωστο ποια απάντησι μπορώ να δώσω;
Ο Τρώιλος επέμενε λέγοντας:
       ΤΡΩΙΛ.: Δεν πρόκειται να πούμε τίποτε, εάν δεν μας πης πρώτα, αν θα κάνης ή όχι την διαταγή του βασιλέως.
       Και όταν τους είδε να αντιστέκωνται και λό­γω της καθυστερήσεώς του να βλέπουν πιο σκληρά και μαζί με τους συνακόλουθούς τους να αποκρίνωνται πιο άγρια, ενώ φάνταζαν τα περή­φανα στολίδια των αξιωμάτων τους, απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Αφού δεν θέλετε να πήτε στον δούλο σας την απόφασι του κυρίου και βασιλέως μας, να λοιπόν σας λέω, κι ακούει ο Θεός και οι άγιοι άγγελοι και όλοι εσείς: οτιδήποτε με διατάξη για κάθε πράγμα που καταλύεται και καταστρέφεται σ' αυτόν τον αιώνα, με προθυμία το κάνω.
Και αμέσως ο Τρώιλος είπε:
       ΤΡΩΙΛ.: Συγχωρέστε με, αλλά εγώ φεύγω.  γιατί αυτός τίποτε δεν πρόκειται να κάνη.
       Και αφού έγινε πάρα πολύς θόρυβος και μεγάλη ταραχή και σύγχυσι, τους είπε ο επίσκοπος Θεοδόσιος:
       ΘΕΟΔ.: Πείτε του την διαταγή και θα μάθετε την απάντησί του. Διότι, δεν είναι λογικό να φύγουμε, χω­ρίς να πούμε και να ακούσουμε τίποτε.
Τότε ο πατρίκιος Επιφάνιος είπε:
       ΕΠΙΦ.:   Αυτό σου δηλώνει με μας ο βασιλεύς: «Ε­πειδή η Δύσις και όσοι διαστρέφουν (τα πράγματα) στην Ανατολή αποβλέπουν σε σένα, κι όλοι εξ αιτίας σου ξεσηκώνονται μη θέλοντας να συμφωνήσουν μαζί μας για την πίστι, είθε να σε κατανύξη ο Θεός να κοινωνήσης μαζί μας βάσει του Τύπου που εκθέσαμε. Θα βγούμε τότε εμείς οι ίδιοι στη Χαλκή (πύλη) και θα σε ασπασθούμε, θα σου δώσουμε το χέρι και με κάθε τιμή και δόξα θα σε βάλουμε στην μεγάλη Εκκλησία. Θα στέκεσαι μαζί μας στο μέρος που συνηθίζουν να στέκωνται οι βασιλείς. Θα κάνουμε τότε και την σύ­ναξι (Θ. Λειτουργία) και θα κοινωνήσουμε τα άχρα­ντα και ζωοποιά μυστήρια, το ζωοποιό σώμα και αίμα του Χριστού. Θα σε ανακηρύξουμε πατέρα μας. και θα γίνη χαρά όχι μόνο στην φιλόχριστη και βασιλική μας πόλι, αλλά και σ' όλη την οικουμένη. Γιατί γνω­ρίζουμε πολύ καλά ότι, εάν εσύ κοινωνήσης με τον ε­δώ άγιο θρόνο, όλοι θα ενωθούν μαζί μας, αυτοί που εξ αιτίας σου και εξ αιτίας της διδασκαλίας σου απο­σχίσθηκαν από την κοινωνία με μας».
Γυρίζοντας τότε προς τον επίσκοπο ο αββάς Μάξιμος του είπε με δάκρυα στα μάτια:
      ΜΑΞΙΜΟΣ: Μεγάλε κύριε, όλοι περιμένουμε ημέρα κρίσεως. Αληθινά, ούτε όλη η δύναμι των ουρανών δεν θα με πείση να το κάνω αυτό. Γιατί, τι θα έχω να απολογηθώ -δεν λέω στο Θεό, αλλά στην συνείδησί μου-, αν για την δόξα των ανθρώπων, που μόνη της δεν έχει καμμιά οντότητα, γίνω εξωμότης της πίστεως που σώζει αυτούς που την υπερασπίζονται;
       Όταν άκουσαν τα λόγια αυτά, σηκώθηκαν ό­λοι επάνω και γεμάτοι θυμό τον έσπρωξαν, τον τράβηξαν και τον έρριξαν κάτω. Τον γέμισαν μά­λιστα από το κεφάλι ως τα νύχια με φτυσίματα, που η δυσωδία τους παρέμεινε μέχρις ότου πλύ­θηκαν τα ρούχα του. Σηκώθηκε τότε και ο επί­σκοπος και είπε:
       ΘΕΟΔ.:  Δεν έπρεπε να το κάνετε αυτό. Έπρεπε να ακούσωμε μόνο την απάντησί του και να την αναφέ­ρωμε στον αγαθό μας βασιλέα.
       Μόλις τους έπεισε ο επίσκοπος να ησυχά­σουν, κάθησαν πάλι. Με θυμό όμως και αγριότη­τα του είπαν μύριες βρισιές και ακατανόμαστες κατάρες. Τότε του είπε ο Επιφάνιος:
       ΕΠΙΦ.:   Πες μας λοιπόν κάκιστε λαίμαργε γέρο, μας είπες αυτά τα λόγια θεωρώντας ως αιρετικούς ε­μάς και την πόλι μας και τον βασιλέα; Αληθινά, είμα­στε περισσότερο Χριστιανοί και ορθόδοξοι από σένα. Και ομολογούμε ότι ο Κύριός μας και Θεός έχει και θεϊκή και ανθρώπινη θέλησι και νοερή ψυχή. και ότι κάθε νοερή φύσι οπωσδήποτε έχει εκ φύσεως το θέ­λειν και το ενεργείν, επειδή ίδιον της ζωής είναι η κί­νησις και ίδιον του νοός η θέλησις. Και γνωρίζουμε ότι είναι θελητικός, όχι μόνο κατά την θεότητα, αλλά και κατά την ανθρωπότητα. Δεν αρνούμαστε επίσης και τις δύο θελήσεις του και ενέργειες.
Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
       ΜΑΞΙΜΟΣ:  Εάν πιστεύετε έτσι, όπως πιστεύουν οι νο­ερές φύσεις και η Εκκλησία του Θεού, πώς εσείς με αναγκάζετε να κοινωνήσω με τον Τύπο, που μόνο την αναίρεσι αυτών έχει;
       ΕΠΙΦ.:   Αυτό έγινε για οικονομία, για να μη ζημιωθούν οι λαοί μας με τέτοιες λεπτολογίες.
Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
      ΜΑΞΙΜΟΣ: Συμβαίνει το αντίθετο. κάθε άνθρωπος α­γιάζεται με την ακριβή ομολογία της πίστεως, και όχι με την αναίρεσι που βρίσκεται στον Τύπο.
Και είπε ο Τρώιλος:
       ΤΡΩΙΛ.: Και στο παλάτι σου είπαμε, ότι (ο Τύ­πος) δεν ανήρεσε τίποτε, αλλά διέταξε να κατασιγά­σουν (οι διϊστάμενες απόψεις) για να ειρηνεύσουμε ό­λοι.
Και απαντώντας πάλι ο αββάς Μάξιμος είπε:
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Η σιωπή των λόγων είναι αναίρεσις των λόγων. Λέγει το Άγιον Πνεύμα μέσω του Προφήτου Δαβίδ: «Ουκ εισί λαλιαί, ουδέ λόγοι, ων ουχί ακούονται αι φωναί αυτών». Άρα λοιπόν ο λόγος που δεν λέγεται, δεν είναι καν λόγος.
Και είπε ο Τρώιλος:
       ΤΡΩΙΛ.: Στην καρδιά σου να έχης ό,τι θέλεις, δεν σε εμποδίζει κανείς.
Ο αββάς Μάξιμος απήντησε:
      ΜΑΞΙΜΟΣ: Ο Θεός δεν περιώρισε στην καρδιά όλη την σωτηρία, αλλά είπε: «Ο ομολογών με έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω αυτόν έμπροσθεν του Πα­τρός μου του εν ουρανοίς». Και ο θείος Απόστολος διδάσκει ως εξής: «Kαρδία μεν πιστεύεται εις δικαιο­σύνην. στόματι δε ομολογείται εις σωτηρίαν». Αν λοιπόν ο Θεός και οι προφήται και οι απόστολοι του Θεού προτρέπουν να ομολογήται με τους λόγους των Αγίων το μυστήριο, το μεγάλο και φρικτό και σωτή­ριο για όλο τον κόσμο, δεν πρέπει να σιωπήση με κα­νένα τρόπο η φωνή που κηρύττει αυτό, για να μη κιν­δυνεύση η σωτηρία των σιωπώντων.
Και απαντώντας ο Επιφάνιος με πολύ άγριο τρόπο είπε:
       ΕΠΙΦ.: Υπέγραψες στον λίβελλο;
Και είπε ο αββάς Μάξιμος:
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Ναι υπέγραψα.
       ΕΠΙΦ.:   Και πώς τόλμησες να υπογράψης και να αναθεματίσης αυτούς που ομολογούν και πιστεύουν ό­πως οι νοερές φύσεις και η καθολική Εκκλησία; Α­ληθινά με δική μου πρότασι θα σε πάμε στην πόλι, θα σε στήσουμε δεμένο στην αγορά και θα φέρουμε τους μίμους, άνδρες και γυναίκες, και τις πιο διάσημες πόρνες και όλο το λαό, για να χτυπήση και φτύση κα­θένας και καθεμιά τους το πρόσωπό σου.
Απαντώντας σ' αυτά ο αββάς Μάξιμος είπε:
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Ας γίνη όπως είπατε, εάν αναθεματίσαμε αυτούς που ομολογούν ότι ο Κύριος έχει δύο φύσεις, και τις κατάλληλες σ' αυτόν δύο φυσικές θελήσεις και ενέργειες, και ότι είναι εκ φύσεως αληθινός Θεός και άνθρωπος. Διάβασε, δέσποτα, τα πρακτικά και τον λίβελλο, και εάν βρήτε αυτά που είπατε, κάμετε ό,τι σκέπτεσθε.
       Μετά από αυτά τον ωδήγησαν στην Κωνσταντι­νούπολι και έβγαλαν απόφασι εναντίον τους. Ανεθε­μάτισαν και κατεδίκασαν τον εν αγίοις Μάξιμο, τον μακάριο μαθητή του Αναστάσιο, τον αγιώτατο πάπα Μαρτίνο, τον άγιο Σωφρόνιο πατριάρχη Ιεροσολύ­μων, και όλους τους ορθοδόξους και ομοφρονούντας μ' αυτούς. Έπειτα έφεραν και τον άλλο μακάριο Αναστάσιο. Αφού χρησιμοποίησαν και γι' αυτόν τα ίδια αναθέματα και βρισιές, τους παρέδωσαν στους άρχο­ντες λέγοντας: Αποφασίζουμε να σας παραλάβη αμέ­σως ο πανεύφημος έπαρχός μας, που είναι δω, στο πο­λυάνθρωπο ανάκτορό του. Να σας χτυπήση με νεύρα στα μετάφρενα (τον Μάξιμο, Αναστάσιο και Αναστά­σιο), και να αποκόψη από την ρίζα το όργανο της ακολασίας σας, δηλαδή την βλάσφημη γλώσσα σας, του Μαξίμου, Αναστασίου και Αναστασίου. Στη συ­νέχεια να κόψη με σιδερένιο μαχαίρι και την ταραχώ­δη δεξιά που υπηρέτησε τον βλάσφημο λογισμό σας. Μόλις δε σας αποστερήσουν αυτά τα βδελυκτά μέλη, να τα κρεμάσουν πάνω σας και να σας περιφέρουν στα δώδεκα τμήματα της βασιλίδος των πόλεων. Κατόπιν να σας παραδώση σε ισόβια εξoρία  και ταυτόχρονα συνεχή φρούρησι, έτσι που συνεχώς και για όλο το χρόνο της ζωής σας να οδύρεσθε για τα βλάσφημα σφάλματά σας. Γιατί η κατάρα που εφεύρατε ε­ναντίον μας, επέπεσε πάνω στα κεφάλια σας.
       Τότε λοιπόν τους πήρε ο έπαρχος και τους τιμώ­ρησε κόβοντας τα μέλη τους. Τέλος τους περιέφερε σ' όλη την πόλι και τους εξώρισε στην Λαζική.