xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)


Η προσκύνηση των Μάγων στον νεογέννητο Χριστό
Μιχάλης Μαυροφοράκης και Αγάπιος Ματσαγκούρας
Το θέμα της παρούσας μελέτης είναι η προσκύνηση των Μάγων προς το Χριστό. Είναι ένα ζήτημα που μαζί με όλα τα άλλα κηρύττεται μέσα στα Ευαγγέλια και παράλληλα, δυστυχώς, υπάρχουν ορισμένοι κατ’ όνομα χριστιανοί, οι οποίοι αλλοιώνουν το περιεχόμενο αυτής της ιστορίας, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να αλλοιώσουν και ολόκληρο το μήνυμα αυτής της πολύ μεγάλης εορτής της χριστιανοσύνης, της εορτής της κατά σάρκα γεννήσεως του Χριστού.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν κατ’ αρχήν διαβάζοντας το περιστατικό αυτό από το Ευαγγέλιο του Αποστόλου Ματθαίου και συγκεκριμένα από τον πρώτο στίχο του δευτέρου κεφαλαίου. Ο ευαγγελιστής λοιπόν λέγει τα εξής:

«Του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως, ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα λέγοντες· πού εστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων; είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ. Ακούσας δε Ηρώδης ο βασιλεύς εταράχθη και πάσα Ιεροσόλυμα μετ’ αυτού, και συναγαγών πάντας τους αρχιερείς και γραμματείς του λαού επυνθάνετο παρ’ αυτών που ο Χριστός γεννάται. Οι δε είπον αυτώ· εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας· ούτω γαρ γέγραπται δια του προφήτου· Και συ Βηθλεέμ, γη Ιούδα, ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα· εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος, όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ. Τότε Ηρώδης λάθρα καλέσας τους μάγους ηκρίβωσε παρ’ αυτών τον χρόνον του φαινομένου αστέρος, και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε· πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου, επάν δε εύρητε, απαγγείλατέ μοι, όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ. οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν· και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς, έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον· ιδόντες δε τον αστέρα εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα, και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού, και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ, και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα, χρυσόν και λίβανον και σμύρναν· και χρηματισθέντες κατ’ όναρ μη ανακάμψαι προς Ηρώδην, δι’ άλλης οδού ανεχώρησαν εις την χώραν αυτών». [Ματθ.2:1-12]

Στο σημείο αυτό, δηλαδή στο στίχο 12, ολοκληρώνει ο ευαγγελιστής τη σκηνή που αφορά στην προσκύνηση των Μάγων. Παρατηρούμε ότι, αφού στο πρώτο κεφάλαιο καταγίνεται με τη γενεαλογία του Χριστού, δηλαδή με το να μας αποδείξει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας, ο οποίος ανήκει και προέρχεται από το γένος του Αβραάμ και είναι απόγονος του Βασιλέως Δαυϊδ, όπως άλλωστε όλες οι προφητείες αναφέρουν και βεβαιώνουν για το Μεσσία, αφού λοιπόν πείθει με αυτό τον τρόπο τον αναγνώστη και ακροατή του ευαγγελίου, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Αυτός για Τον οποίο μιλούν οι προφητείες και αφού περιγράφει με λίγα λόγια τη γέννηση του Χριστού, στη συνέχεια παραθέτει το περιστατικό αυτό της προσκύνησης των Μάγων. Σημειώνουμε ότι ο ευαγγελιστής Ματθαίος είναι ο μόνος από τους ευαγγελιστές που καταπιάνεται με αυτό το περιστατικό και μάλιστα το θεωρεί σημαντικό χαρακτηριστικό της γέννησης του Χριστού. Δηλαδή δεν αναφέρεται σε άλλα χαρακτηριστικά, σε άλλα θαυμαστά γεγονότα, σε άλλα θαύματα τα οποία χαρακτηρίζουν τη γέννηση και στα οποία αναφέρονται οι άλλοι ευαγγελιστές.

Έτσι λοιπόν, στον επόμενο ακριβώς στίχο στον 13 συνεχίζει ο Ματθαίος να μας περιγράφει τη φυγή πλέον του Χριστού στην Αίγυπτο και τη σφαγή των νηπίων από τον Ηρώδη.

Η μελέτη αυτή για την προσκύνηση των Μάγων γίνεται διότι υπάρχουν πολλοί, οι οποίοι με κάθε τρόπο, μη γνωρίζοντες την αλήθεια του χριστιανικού ευαγγελίου διαστρέφουν κάθε νόημα και περιστατικό που σχετίζεται με αυτό. Έτσι λοιπόν, είναι επόμενο να διαστρέφεται και η έννοια της εορτής των Χριστουγέννων. Η Εκκλησία όπως έχει φανεί και σε άλλες μελέτες, ήδη από τα αρχαία χρόνια εορτάζει αυτή τη σημαντική εορτή, διότι, κατά το χριστιανικό ευαγγέλιο, η κατά σάρκα γέννηση του Υιού του Θεού αποτελεί και την απαρχή της σωτηρίας μας. Διότι εάν ο Χριστός, εάν ο Υιός και Λόγος του Θεού δε γινόταν άνθρωπος καθ' όλα όμοιος με μας, δε θα μπορούσε να σηκώσει και το βάρος των αμαρτιών μας στο Σταυρό και δε θα μπορούσε να αναστηθεί και μαζί του να αναστήσει και το ανθρώπινο γένος. Οι Άγγελοι έλεγαν ότι «ετέχθη υμίν σήμερον Σωτήρ, ος εστί Χριστός Κύριος.

Η ημέρα λοιπόν αυτή είναι σημαντική για την ιστορία της ανθρωπότητας, αλλά και η ανάμνησή της και ο εορτασμός της φέρνει στο νου όλων των πιστών, ακριβώς αυτό το μεγαλειώδες έργο της σωτηρίας.

Πολλοί λοιπόν από αυτούς, οι οποίοι δε γνωρίζουν το μεγαλείο αυτής της ημέρας και το νόημα που έχει για τη σωτηρία της ανθρωπότητας, προσπαθούν με κάθε τρόπο να μειώσουν την αξία της, να κατηγορήσουν την Εκκλησία που την εορτάζει, ότι δήθεν ακολουθεί ειδωλολατρικά ήθη και έθιμα και βέβαια μέσα σ’ αυτή την αγωνιώδη προσπάθειά τους, όσοι βρίσκονται κάτω από την πλάνη της αιρέσεως, προσπαθούν κάθε περιστατικό που σχετίζεται με αυτό το γεγονός, να το εντάξουν μέσα στα πλαίσια της ειδωλολατρίας και να το υποτιμήσουν.

Φανερά λοιπόν, καταβάλλουν κάθε προσπάθεια ώστε και το περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων να το ταπεινώσουν, να το υποτιμήσουν και μάλιστα να ισχυρίζονται, άμεσα ή έμμεσα, ότι είναι ένα περιστατικό για το οποίο δεν πρέπει κανείς να χαίρεται, αλλά δήθεν να λυπάται διότι οι Μάγοι είναι ειδωλολάτρες και ακόμα περισσότερο ειδοποίησαν τον Ηρώδη για τη γέννηση του Χριστού με αποτέλεσμα αυτός, να διατάξει τη σφαγή χιλιάδων νηπίων την εποχή εκείνη. Τέτοιες ομάδες είναι για παράδειγμα οι λεγόμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά», οι «Ευαγγελιστές», οι «Ρωσσελιστές» και άλλοι οι οποίοι άμεσα ή έμμεσα θεωρούν ότι το γεγονός της προσκύνησης των Μάγων είναι ένα αρνητικό γεγονός.

Συνοπτικά η επιχειρηματολογία πάνω στην οποία στηρίζονται είναι η εξής:

1ον ότι αυτοί που προσκύνησαν το Χριστό ήταν Μάγοι και Μάγοι δεν χαρακτηρίζονται ως αληθινοί λάτρεις του Θεού.

2ον ότι παρατηρούσαν τους αστέρες, ήταν δηλαδή αστρολόγοι και δεν είναι δυνατό ένα τέτοιο φαινόμενο να χρησιμοποίησε ο Θεός για να οδηγήσει ειδωλολάτρες στη λατρεία του.

3ον ότι το αστέρι αυτό τους οδήγησε στον Ηρώδη, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τη σφαγή των νηπίων.

Ας δούμε όμως αν τα πράγματα είναι όντως έτσι.

Θα ξεκινήσουμε κάνοντας μια ιστορική αναδρομή για να δούμε πώς η Εκκλησία, από τους πρώτους κιόλας χρόνους, θεωρούσε και αντιμετώπιζε αυτό το γεγονός. Θα προσπαθήσουμε να κάνουμε μια ανάλυση του αποσπάσματος από το κατά Ματθαίον που αναφέραμε πιο πάνω και τέλος να φτάσουμε σε κάποια συμπεράσματα.

Όπως ειπώθηκε πιο πάνω κάποιοι οι οποίοι ισχυρίζονται ότι ακολουθούν το Ευαγγέλιο του Χριστού απορρίπτουν την εορτή της Χριστού Γεννήσεως και μαζί με αυτήν και τα περιστατικά που τη συνοδεύουν ιδιαίτερα δε το περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων το οποίο θεωρούν αρνητικό περιστατικό.

Το Ευαγγέλιο το συνέγραψε ο ευαγγελιστής Ματθαίος στο δεύτερο μισό του πρώτου αιώνα. Κάποιοι σχολιαστές και ερευνητές τοποθετούν τη συγγραφή του Ευαγγελίου αυτού γύρω στο 70-85 μ.Χ..

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με τη μαρτυρία ενός από τους πρώτους Επισκόπους, του Ιγνατίου Αντιοχείας, ο οποίος έζησε και αυτός στο δεύτερο μισό του πρώτου αιώνα και τελείωσε τη ζωή του εν πίστει γύρω στο 107 μ.Χ.. Λέγει λοιπόν στην προς Εφεσίους επιστολή του γύρω από την εμφάνιση του νέου αστέρος κατά τη γέννηση του Χριστού τα εξής: «πώς λοιπόν φανερώθηκε ο Χριστός στους αιώνες [μέσα στην περίοδο των αιώνων]; Αστήρ εν τω ουρανώ έλαμψεν υπέρ πάντας τους αστέρας και το φως αυτό ανεκλάλητον ην…» και καταλήγει το χωρίο που αναφέρεται σ’ αυτά ως εξής: «όθεν ελύετο πάσα μαγεία και πας δεσμός ηφανίζετο κακίας». Με αυτό τον τρόπο λέγει, δηλαδή με την προσκύνηση των Μάγων, αυτών που λάτρευαν μέχρι τότε τους ψευδείς θεούς και τους αστέρες καταλύεται όλη η μέχρι τότε μαγεία και οι δεσμοί της κακίας αφανίζονται. Έχουμε λοιπόν, μια συνολική μεταστροφή ολοκλήρου του κόσμου ακόμα και αυτών των ειδωλολατρών προς την λατρεία του αληθινού Θεού.

Δεύτερος παρουσιάζεται ο απολογητής Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυρας, ο οποίος τελείωσε τη ζωή του το 165 μ.Χ. και γνώριζε πολύ καλά τα περί της προσκυνήσεως του Θείου Βρέφους υπό των Μάγων, για την οποία και κάνει λόγο σε περισσότερα του ενός χωρία. Αξίζει δε να τονίσουμε το γεγονός ότι η μαρτυρία του προσλαμβάνει ιδιαίτερη αξία διότι αναφέρεται το περιστατικό αυτό στο διάλογό του μετά του Ιουδαίου Τρύφωνος. Έτσι λοιπόν, βεβαιώνεται με αρκετά σαφή τρόπο η αξιοπιστία αυτών που λέγονται από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο στο ευαγγέλιο του. Μάλιστα, αναφέρει και πολλά χωρία από την Παλαιά Διαθήκη τα οποία βρίσκουν εφαρμογή, βρίσκουν την εκπλήρωσή τους στο περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων.

Προχωρούμε στον ίδιο αιώνα τον δεύτερο μ.Χ. και στον απολογητή Τατιανό. Στο έργο του «Διατεσσάρων Ευαγγέλιο» αναφέρεται επίσης η προσκύνηση των Μάγων και σε καμία περίπτωση ο χαρακτηρισμός του περιστατικού δεν είναι αρνητικός, όπως τον θέλουν οι ομάδες των αιρετικών, των κατ’ ονομασία χριστιανών.

Ως εδώ καλύψαμε το τέλος του 1ου αιώνα από τη συγγραφή του Ευαγγελίου μέχρι και τον 2ο αιώνα. Στο τέλος του 2ου αιώνα θα αναφέρουμε τον Επίσκοπο Λουγδούνου [σημερινή Λυών της Γαλλίας], τον Ειρηναίο, ο οποίος ήταν και ο πρώτος συστηματικός πολέμιος όλων των αιρετικών της μεταποστολικής Εκκλησίας [εκοιμήθη το 202 περίπου]. Επίσης και αυτός κάνει λόγο περί της αφίξεως των Μάγων στη Βηθλεέμ και συνδέει το περιστατικό με τις προφητείες.

Συνεχίζουμε με τον Κλήμη της Αλεξανδρείας [εκοιμήθη γύρω στο 210-220 μ.Χ.] όπως επίσης και ο Ωριγένης [και αυτός Αλεξανδρινός συγγραφέας που εκοιμήθη λίγο αργότερα γύρω στο 254 μ.Χ.]. Οι συζητήσεις που κάνουν είναι εκτενείς γύρω από το θέμα αυτό των Μάγων. Αποτελεί σημαντικό χαρακτηριστικό της προσκύνησης Εθνικών. Ήταν η πρώτη προσκύνηση Εθνικών που έγινε στο Βασιλέα Χριστό και γι’ αυτό το λόγο αποτελεί σημείο καμπής και αναφέρεται από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο. Αυτή είναι και η γνώμη των μόλις προαναφερθέντων συγγραφέων.

Λίγο αργότερα θα αναφέρουμε τον Μέγα Αθανάσιο [κοιμήθηκε το 373 μ.Χ. δηλαδή στα μέσα προς το τέλος του 4ου μ.Χ. αιώνα]. Τα ίδια πράγματα αναφέρονται, πουθενά καμία αρνητική αιχμή για το περιστατικό αυτό. Άλλος ιστορικός της αρχαίας Εκκλησίας είναι ο Ευσέβιος Καισαρείας [κοιμήθηκε γύρω στο 340 μ.Χ.] και αναφέρει και αυτός με τη σειρά του το περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων. Περιττό να συνεχίσουμε με το Μέγα Βασίλειο [κοιμήθηκε το 379 μ.Χ.] και ο οποίος κάνει εκτενή αναφορά στο περιστατικό αυτό αναλύοντάς το και ερμηνεύοντάς το θεολογικά, το Γρηγόριο Νύσσης, τον Επιφάνιο Κύπρου, τον Ιωάννη το Χρυσόστομο, το Θεοδώρητο Κύρου, το Σοφρώνιο Ιεροσολύμων, τον Ιωάννη το Δαμασκηνό και τόσους άλλους.

Σε όλους αυτούς τους ιερούς συγγραφείς και στα λεγόμενά τους, δεν υπάρχει καμία καν αιχμή για το ότι θα μπορούσε δήθεν να είναι αρνητικό στο περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων. Αντίθετα, όλοι το θεωρούν πολύ σημαντικό, το συνδέουν με προφητικά χωρία της Παλαιάς Διαθήκης, το συνδέουν με την προσκύνηση των Εθνών και την προσαγωγή των Εθνών στο Βασιλέα Χριστό και το συνδέουν επίσης, όπως θα φανεί στη συνέχεια και με πολλά άλλα πνευματικά γεγονότα.

Η γνώμη λοιπόν όλων εκείνων που κακόδοξα ισχυρίζονται ότι η προσκύνηση των Μάγων αναφέρεται ως αρνητικό γεγονός στη διήγηση περί της Γεννήσεως του Χριστού, δε στηρίζεται σε καμία περίπτωση, ούτε στα Αγιογραφικά χωρία όπως θα δούμε παρακάτω, αλλά ούτε και σε εξω-αγιογραφικές αναφορές, διότι κανείς όπως είδαμε - με μια αρκετά μεγάλη συνέχεια στους ιστορικούς χρόνους, από την εποχή που γράφτηκε το Ευαγγέλιο του Ματθαίου μέχρι και πολύ αργότερα - δεν αναφέρει ότι το περιστατικό αυτό γράφτηκε με αρνητικό περιεχόμενο. Αντίθετα, όλοι θεωρούν την προσκύνηση των Μάγων ως ένα πολύ σημαντικό γεγονός. Το ταυτίζουν σε πολλές περιπτώσεις με την προσκύνηση των ποιμένων και μάλιστα του δίνουν και άλλα λεπτότερα και ιδιαίτερα πνευματικά χαρακτηριστικά και πνευματικές προεκτάσεις.

Από πού λοιπόν ορμώμενοι οδηγήθηκαν σε ένα τόσο εσφαλμένο συμπέρασμα; Μα η απάντηση είναι σχεδόν ίδια με αυτή που ισχύει σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις κακοδοξιών. Ξεκίνησαν από το δεδομένο ότι έπρεπε όλα τα γεγονότα που σχετίζονται με τη γέννηση του Χριστού και που τα εορτάζει η Εκκλησία μας, να αποδειχθούν εσφαλμένα για να καταρρίψουν με αυτό τον τρόπο κάθε εορταστικό περιεχόμενο στο γεγονός αυτό και ταυτόχρονα προσπάθησαν με συλλογισμούς, να βρουν αφορμές και αιτίες για να αποδείξουν με, κατά το δυνατό, λογικούς συλλογισμούς το ποθούμενο. Δυστυχώς, αυτή είναι η οδός η οποία ακολουθείται για κάθε κακοδοξία. Χρησιμοποιείται δηλαδή η Αγία Γραφή από όσους βρίσκονται στην πλάνη για να αποδείξουν κάτι που εκ των προτέρων οι ίδιοι επιθυμούν.  

«Του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως, ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα λέγοντες· πού εστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων; είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ».

Παρατηρούμε εδώ ότι ο Ευαγγελιστής τοποθετεί το γεγονός της προσκύνησης των Μάγων ως ένα σημαντικό γεγονός που συνέβη κατά τη γέννηση του Χριστού. Δεν αναφέρει άλλα περιστατικά, αλλά περιορίζεται σ’ αυτό το περιστατικό. Γιατί άραγε;

Είπαμε προηγουμένως, ότι κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο ο στόχος του Ευαγγελίου είναι να παρουσιάσει τον Ιησού Χριστό ως το Σωτήρα του κόσμου, όχι μόνο των Ιουδαίων, αλλά και των Εθνικών. Γι’ αυτό και κλείνει το Ευαγγέλιό του λέγοντας στο 28ο κεφάλαιο στα λόγια του Χριστού: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη…». Στόχος λοιπόν, είναι να αποδειχθεί ο Ιησούς Χριστός ως ο Σωτήρας όχι μόνο των Ιουδαίων, αλλά και των Εθνικών. Μάλιστα δε, η αντιδιαστολή των Μάγων με το Βασιλέα Ηρώδη και τους υπολοίπους Ιουδαίους, δίνει στον αναγνώστη και ακροατή, το μήνυμα της απόρριψης του Χριστού από τους Ιουδαίους και την αποδοχή Του από τους Εθνικούς. Ο Ευαγγελιστής αναφέρει ότι αυτά έγιναν «εν ταις ημέραις Ηρώδου του Βασιλέως» για να τον διακρίνει από τον άλλο Ηρώδη τον Τετράρχη, ο οποίος αποκεφάλισε τον Ιωάννη το Βαπτιστή. Αυτός λοιπόν ο Ηρώδης ο Βασιλεύς, τον οποίο αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, ήταν ο Ηρώδης ο Μέγας. Με αυτόν τον τίτλο είναι γνωστός στην ιστορία, ήταν ένας τυρρανικός βασιλιάς. Είχε τοποθετηθεί από τους Ρωμαίους και δεν ήταν Ιουδαίος. Ήταν Ιδουμαίος στην καταγωγή και ήταν σφετεριστής του Δαυϊδικού θρόνου. Είναι γνωστό άλλωστε πως ο Ηρώδης προσπάθησε να προβληθεί ως «Δαυϊδίδης» και οπωσδήποτε σαν ένα είδος μεσσιανικού ηγέτη. Γι’ αυτό άλλωστε το σκοπό χρησιμοποίησε τους λεγόμενους Ηρωδιανούς, οπαδούς της δυναστείας που τόνιζαν την προσφορά του Ηρώδη στο Ιουδαϊκό Έθνος. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς γιατί αυτός ο Ηρώδης ο Βασιλιάς είχε μια ας πούμε «μεγαλύτερη ευαισθησία» στο θέμα του Βασιλιά, του πραγματικού Βασιλιά που κατάγεται από τη ρίζα του Δαυΐδ και τον οποίον του ανήγγειλαν οι Μάγοι. Άλλωστε πολλοί ιστορικοί, όπως ο Ιώσηππος, αναφέρουν ότι ήταν τόσο μεγάλη η κακία του και τόσο μεγάλος ο φόβος του για τον θρόνο αυτό, ώστε είχε τοποθετήσει κατασκόπους που ήλεγχαν όσους έμπαιναν και έβγαιναν στην Ιερουσαλήμ και ταυτόχρονα είχε κάνει πάρα πολλούς φόνους ακόμα και συγγενών του, μήπως και χάσει το θρόνο του. Άφησε πάρα πολύ αρνητικές εντυπώσεις στην ιστορία και στο λαό του, ο οποίος ποτέ δεν αγάπησε τον μισο-Ιουδαίο και με τις δύο έννοιες της λέξης Βασιλιά.

Έτσι, γίνεται έντονη και χτυπητή αυτή η αντίθεση του σφετεριστή βασιλιά από τη μια μεριά και του γνήσιου και Αιώνιου εσχατολογικού Βασιλιά από την άλλη.

Αφού λοιπόν ο ευαγγελιστής μας εισάγει με αυτό τον τρόπο στην εικόνα της προσκύνησης των Μάγων που ακολουθεί, είναι έτοιμος να αναπτύξει αυτό το θέμα. Αναφέρει ότι «Μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα» έρχονται λοιπόν, μάγοι από ανατολών. Ποιος είναι ο λόγος, ποια η αιτία για την οποία έρχονται αυτοί οι μάγοι; Μας το λέγει στη συνέχεια: έρχονται και ρωτούν τον βασιλιά «πού εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων».

Έτσι όπως αφηγείται το περιστατικό ο ευαγγελιστής Ματθαίος, αφήνει στον αναγνώστη πολλά ερωτηματικά, τα οποία βεβαίως, εν τίνι μέτρω τα απαντά ο ίδιος στη συνέχεια.

Είπαμε πιο πάνω ότι ο ευαγγελιστής απευθύνει το Ευαγγέλιό του προς τους Ιουδαίους. Τους τεκμηριώνει το γεγονός της βασιλικής εκ του Δαυΐδ καταγωγής του Χριστού [σύμφωνη δηλαδή με ό,τι λέγουν οι προφητείες για την καταγωγή του Μεσσία] και τους υπενθυμίζει την πόλη στην οποία γεννήθηκε και ότι το «Βηθλεέμ» είναι σύμφωνο με την προφητεία του Προφήτη Μιχαία. Προσθέτει κατόπιν το περιστατικό της προσκύνησης των Μάγων για να δώσει και άλλα ιστορικά στοιχεία που έχουν όμως και πνευματικές προεκτάσεις. Έτσι, φαίνεται σαφώς ότι οι Αρχιερείς, οι Γραμματείς και οι Δάσκαλοι του Νόμου που καλούνται από τον Ηρώδη, γνωρίζουν την προφητεία του Μιχαία για το Μεσσία. Κατόπιν όμως, στην όλη διήγηση φαίνεται και αντιδιαστολή της συμπεριφοράς, της τοποθέτησης από τη μια πλευρά των Μάγων που είναι Εθνικοί και από την άλλη των Ιουδαίων και του Ηρώδη, όσον αφορά στο γεγονός της έλευσης του Χριστού. Δείχνει επίσης ο Ματθαίος έμμεσα αλλά σαφώς και την πικρία του για τη στάση αυτή των Ιουδαίων απέναντι στο νεογέννητο Χριστό που δεν άφησαν τις Άγιες Γραφές να τους οδηγήσουν στη λατρεία του Χριστού, άρα στη λατρεία του Αληθινού Θεού, κάτι που όμως έκαναν οι Εθνικοί. Σ’ αυτό το πλαίσιο και με την ίδια λύπη ο Ματθαίος αναφέρει και την απόρριψη από πλευράς του Ιησού των Ιουδαίων και στο τέλος αναφέρει την πρόσκληση των Εθνικών στο 28ο κεφάλαιο και στίχο 19, όπου έδωσε εντολή στους μαθητές του να πορευθούν και να κάνουν μαθητές από όλα τα έθνη: «Πορευθέντες ουν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη…»

Ας επανέλθουμε όμως στην αφήγηση της προσκύνησης των Μάγων και ας δούμε τι άλλο συμπέρασμα μπορεί να εξάγει κανείς από τα στοιχεία που μας δίνει ο ευαγγελιστής.

Αναφέρει λοιπόν και πάλι ο Ματθαίος ότι, εκείνο τον καιρό που γεννήθηκε ο Χριστός, ήταν βασιλιάς ο Ηρώδης που έμεινε στην ιστορία ως πολύ σκληρός, κακός, βάναυσος βασιλιάς, ο Ιδουμαίος και όχι Ιουδαίος που είχε σφετεριστεί το θρόνο του Δαυΐδ. Αντιδιαστέλλεται έτσι αυτός με τον πραγματικό Βασιλιά, τον Ιησού Χριστό που γεννιόταν εκείνες τις ημέρες.

Αφού λοιπόν, ο Ευαγγελιστής Ματθαίος μας γνώρισε τον τόπο και τον χρόνο της γέννησης του Χριστού, έρχεται κατευθείαν στο γεγονός της προσκύνησης των Μάγων: «Ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα λέγοντες. Πού εστίν ο τεχθείς Βασιλεύς των Ιουδαίων;» Αυτό το ερώτημα που έθεσαν οι Μάγοι είναι και το καίριο ερώτημα που έθεταν εκείνη την εποχή – που έπρεπε να θέσουν οι Ιουδαίοι – εν τούτοις Εθνικοί ειδωλολάτρες είναι εκείνοι που έρχονται στους Ιουδαίους και τους ταράζουν τα νερά.

Αλλά, τι μάγοι ήταν αυτοί; Εν γένει υπάρχουν δύο προσεγγίσεις στην αρχαιότητα γύρω από τη λέξη «μάγος».

Η μία είναι των σοφών, αυτών που παρατηρούσαν τον ουρανό και τα ουράνια φαινόμενα για να γνωρίσουν τις θείες βουλές. Ήταν δηλαδή με άλλα λόγια οι σοφοί της αρχαίας εποχής. Πολλοί υποθέτουν ότι αυτοί οι Μάγοι γνωρίζοντας και τις παραδόσεις των Ιουδαίων, των Ιουδαίων που είχαν διασπαρεί σε όλα τα έθνη, ανέμεναν τον Ιησού, ανέμεναν το να γεννηθεί ο Σωτήρας του κόσμου. Τέτοια περιστατικά αναφέρονται για παράδειγμα σε Ρωμαίους ιστορικούς, όπως ο Σουετώνιος, ο οποίος μιλώντας για τη φήμη της γεννήσεως ενός βασιλιά τελείως διαφορετικού από τους υπολοίπους έλεγε: «μια παλιά και σταθερή πεποίθηση επικρατούσε σε όλη την Ανατολή, ότι οι μοίρες όρισαν κάποιον που θα προέρθει από την Ιουδαία, που θα κατορθώσει να γίνει παγκόσμιος αυτοκράτορας. Αναφέρουμε και ένα δεύτερο Ρωμαίο ιστορικό τον Τάκιτο που λέει: «πολλοί είχαν πεισθεί ότι ήταν γραμμένο στα παλιά βιβλία των ιερέων τους, ότι σ’ αυτόν ακριβώς τον χρόνο θα επικρατήσει η Ανατολή, διότι θα προέλθει κάποιος από την Ιουδαία και θα κυριαρχήσει επί πάντων.

Όμως και σε Εβραίους ιστορικούς αναφέρονται τα ίδια, όπως ο Ιώσηππος και ο Φίλων. Υπήρχε λοιπόν εκείνη την εποχή και στους Ιουδαίους η αναμονή της γεννήσεως του Σωτήρα, όπως φαίνεται και από τις προφητείες του Δανιήλ, αλλά και γενικότερα στον ειδωλολατρικό κόσμο.

Αυτή όμως είναι η μία πλευρά του θέματος. Μια άλλη πλευρά είναι ότι οι Μάγοι όπως και σε άλλα σημεία της Αγίας Γραφής, αναφέρονται με την κακή έννοια, ως οι ειδωλολάτρες, εκείνοι που λάτρευαν τα είδωλα και που οδηγούσαν το λαό στο να λατρεύει τα δαιμόνια. Με τέτοιο τρόπο η λέξη χρησιμοποιείται στο βιβλίο των Πράξεων 8ο και 13ο κεφάλαιο, αλλά και σε άλλα σημεία της Αγίας Γραφής.

Οποιουδήποτε όμως είδους μάγοι και αν ήταν αυτοί, είτε δηλαδή θεωρήσουμε τον όρο με την καλή έννοια, είτε με την άσχημη, τώρα όμως αυτοί αρχίζουν να γίνονται πραγματικά, μάγοι με την αρχαία ερμηνεία της λέξης, δηλαδή «μεγάλοι», διότι το μάγος κατά μία άποψη έχει τη ρίζα του στην έννοια «Μέγας» και ψάχνουν για το Χριστό, τον Αληθινό Θεό.

Θέτουν λοιπόν οι Μάγοι στους Ιουδαίους το ερώτημα: «Πού εστίν ο τεχθείς Βασιλεύς των Ιουδαίων». Φυσικά, οι Ιουδαίοι δεν ήξεραν τίποτε απολύτως γι’ αυτό. Όμως, πώς αιτιολόγησαν στους Ιουδαίους τον ερχομό τους και το ερώτημα αυτό; Αναφέρουν οι ίδιοι τα εξής: «είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ». Διότι είδαμε τον αστέρα Αυτού εις την Ανατολή και ήλθαμε να Τον προσκυνήσουμε. Στο σημείο αυτό μπαίνει ένα σημαντικό ερώτημα. Ποιόν αστέρα είδαν; Και άραγε, η αστρολογία μπορεί να χρησιμεύσει για να οδηγήσει κάποιον στο Χριστό; Αυτού του είδους τα ψευτοδιλήμματα και ερωτηματικά τα θέτουν οι εχθροί της αληθείας, όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, ο οποίος τρόπον τινά απαντά με μια σειρά άλλων ερωτηματικών που αναφέρουμε ευθύς αμέσως: «Πώς λοιπόν γεννήθηκε σύμφωνα με εκείνο το νόμο, το νόμο δηλαδή των αστέρων, ενώ την αστρολογία καθαίρεσε; Και μαζί της την πλάνη και την μαγγανεία των Δαιμόνων; Αλλά και τι μαθαίνουν οι Μάγοι από τον αστέρα αυτού; Ότι ήταν ο Βασιλεύς των Ιουδαίων; Όχι βεβαίως. Διότι δεν είναι αυτό έργο της αστρονομίας (της αστρολογίας θα λέγαμε σήμερα). Ότι δηλαδή δεν μπορούμε να γνωρίζουμε από τα άστρα εκείνους που θα γεννηθούν, αλλά από τη στιγμή της γέννησης των διαφόρων ανθρώπων και μετά, υπεισέρχονται οι υποτιθέμενες μέσω των άστρων προβλέψεις για το μέλλον των ανθρώπων αυτών, όπως ισχυρίζονται εκείνοι που πιστεύουν στην αστρολογία».

 Στεκόμαστε λοιπόν στο καίριο σημείο και ερώτημα του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου που λέγει «Πώς χρησιμοποιείται η αστρολογία τη στιγμή που αυτή καθ’ εαυτήν όπως και τις υπόλοιπες μαντικές τέχνες που καταδικάζονται από την Αγία Γραφή, καταλύει ο Χριστός με την έλευσή Του. Και το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος είναι βέβαια, «πώς γνώριζαν οι Μάγοι ότι γεννήθηκε ο Βασιλιάς των Ιουδαίων, από το αστέρι που είδαν, δεδομένου ότι η αστρολογία δεν έχει να κάνει με το «ποιος γεννήθηκε», αλλά με το τι πρόκειται να του συμβεί.

Πολλά άλλα θα μπορούσε κανείς να αναφέρει όμως, ας σταθούμε σε μια εκπλήρωση προφητείας της Παλαιάς Διαθήκης που είναι σχετική με το θέμα. Αυτή βρίσκεται στο βιβλίο των Αριθμών και την έκανε ένας ειδωλολάτρης μάντης, ο Βαλαάμ. Στην περίπτωση εκείνη, όταν ο Μωϋσής οδηγούσε του Εβραίους στη Γη της Επαγγελίας και ήρθε η ώρα να πολεμήσουν εναντίον του Μωάβ, ο Βασιλιάς των Μωαβιτών κάλεσε ένα μάντη για να καταραστεί τους Εβραίους και έτσι να τους νικήσουν. Αφού λοιπόν τον προσκάλεσε και αφού, ας το προσέξουμε αυτό, ο Κύριος ο Θεός του επέτρεψε και πήγε, με την προϋπόθεση ότι θα πει μόνο όσα ακριβώς ο Κύριος ο Θεός του έλεγε, επί τρεις συνεχείς φορές, αντί να καταραστεί, ευλόγησε όπως ήταν επόμενο τον Ισραήλ. Ας διαβάσουμε ένα μικρό απόσπασμα από την Τρίτη ευλογία του Βαλαάμ προς τον Ισραήλ, η οποία αναφέρεται στο 24ο κεφάλαιο των Αριθμών και στίχο 17. Εκεί ο Βαλαάμ είπε για τον Ισραήλ: «Θέλω ιδεί αυτόν, αλλ' ουχί τώρα· θέλω θεωρήσει αυτόν, αλλ' ουχί εκ του πλησίον· θέλει ανατείλει άστρον εξ Ιακώβ, και θέλει αναστηθή σκήπτρον εκ του Ισραήλ, και θέλει πατάξει τους αρχηγούς Μωάβ, και εξολοθρεύσει πάντας τους υιούς του Σήθ·» Αυτή η προφητεία, ότι θα ανατείλει άστρο από τον Ιακώβ και θα αναστηθεί σκήπτρο από τον Ισραήλ, δηλαδή ότι θα γεννηθεί Βασιλιάς από τον Ισραήλ, ο οποίος θα συντρίψει τα υπόλοιπα έθνη, ήταν γνωστή μεταξύ των ειδωλολατρών που περιστοίχιζαν το έθνος του Ισραήλ, διότι βεβαίως προήλθε από ένα τέτοιο, τον μάντη Βαλαάμ. Γνωρίζουμε επίσης ότι και στις ημέρες του Χριστού ανέμεναν τον Μεσσία, τον Βασιλιά των Ιουδαίων, αλλά ταυτόχρονα παραφθείροντας και λίγο το κείμενο, ανέμεναν και τον αστέρα ο οποίος θα οδηγούσε και θα προηγούνταν της γεννήσεως αυτού του Βασιλιά. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν το γιατί θα μπορούσαν οι Μάγοι να οδηγηθούν από αυτό το υπερφυσικό φαινόμενο που, όπως θα δούμε στη συνέχεια, πολύ διαφέρει από τα συνήθη φαινόμενα που χρησιμοποιούν οι αστρολόγοι για να προσδιορίσουν το μέλλον. Οδηγήθηκαν λοιπόν από το υπερφυσικό φαινόμενο αυτό και αναζήτησαν τον Βασιλιά των Ιουδαίων. Να και άλλη μία εκπλήρωση προφητείας. Με τον ίδιο άλλωστε τρόπο, πολλοί και από τους αρχαίους ιστορικούς της χριστιανικής Εκκλησίας ερμήνευσαν αυτή την προφητεία.

Αλλά τι ήταν το αστέρι αυτό που είδαν οι Μάγοι και τους οδήγησε τελικά στον Ιησού Χριστό; Ήταν ένα φυσικό αστέρι ή ήταν κάτι το υπερφυσικό; Όπως και πολλοί ερμηνευτές της Εκκλησίας σε πολλές περιόδους αναφέρουν, αυτό δεν πρέπει να ήταν ένα φυσικό αστέρι, διότι πρώτον άλλοτε κινούνταν και άλλοτε σταματούσε. Επίσης, πιθανότατα φαινόταν ακόμα και κατά την ημέρα, ενώ γνωρίζουμε ότι ακόμη και η Σελήνη κρύβεται από τις ακτίνες του Ηλίου. Ένας άλλος λόγος, πολύ σημαντικός, είναι ότι καθοδηγούσε τους Μάγους και μάλιστα με πολύ μεγάλη ακρίβεια. Δεν μπορεί ένα αστέρι που βρίσκεται ψηλά στο στερέωμα να υποδείξει τη θέση ενός σπιτιού και μάλιστα τον τόπο όπου βρισκόταν ένας άνθρωπος. Ο αστέρας όμως αυτός «προήγεν αυτούς έως ελθών έστη επάνω ου ήν το παιδίον» Σταμάτησε ακριβώς πάνω από το Χριστό, που σημαίνει ότι έπρεπε να έχει κατέβει πολύ χαμηλά για να μπορεί να προσδιορίσει τόπο με τόσο μεγάλη ακρίβεια.

Τι λοιπόν θα μπορούσε να είναι αυτός ο Αστέρας; Πολλοί (όπως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά) κακόδοξα ισχυρίζονται ότι αυτός ήταν ένας δαίμονας, ή ο ίδιος ο Σατανάς που οδήγησε τους Μάγους στον Ιησού Χριστό! Γιατί όμως το λέγουν αυτό; Επειδή, όπως ήδη ειπώθηκε στην αρχή, προσπαθούν να αλλοιώσουν το περιεχόμενο της προσκύνησης των Μάγων και να του δώσουν τελείως αρνητικό χαρακτήρα. Έτσι, βλάπτεται και στο σύνολό της η εορτή των Χριστουγέννων. Με ποιο επιχείρημα όμως το λέγουν αυτό; Με το επιχείρημα ότι ο αστέρας αυτός οδήγησε τους Μάγους στον Ηρώδη, με σκοπό να βρει ο Ηρώδης τον Ιησού Χριστό και να τον φονεύσει. Αυτό βεβαίως δεν έγινε. Σ’ αυτό όμως το πολύ πρόχειρο επιχείρημα θα μπορούσε κανείς να ρωτήσει τα εξής:

Άραγε ο Σατανάς εάν ήθελε να φονεύσει το γεννηθέντα Χριστό, δε θα μπορούσε να βρει κάποιον άλλο τρόπο, παρά να οδηγήσει κάποιους μάγους από την ανατολή, να πάνε στον Ηρώδη και ο Ηρώδης στη συνέχεια να ασχοληθεί με το φόνο του παιδιού; Δε θα μπορούσε να κατευθύνει τον Ηρώδη, ή κάποιον άλλο, ή να στείλει κατευθείαν τους Μάγους; Και γιατί να υποκινήσει τους Μάγους και να μη τους σταματήσει στα Ιεροσόλυμα, δεδομένου ότι κατά πως λέγουν, οι αιρετικοί, ο σκοπός τους ήταν να γίνει γνωστό το γεγονός στον Ηρώδη και να φονεύσει τον Μεσσία; Γιατί να μη σταματήσει λοιπόν εκεί, παρά να συνεχίσει και να οδηγήσει τους Μάγους με τα δώρα στο να πέσουν κάτω και να προσκυνήσουν το Χριστό; Τι νόημα έχει αυτή η προσκύνηση; Δεν αντέχουν επομένως στη βάσανο της λογικής αυτού του είδους τα επιχειρήματα.

Όμως, γιατί αυτός ο υπερφυσικός αστέρας, οδήγησε τους Μάγους πρώτα στα Ιεροσόλυμα και στη συνέχεια στο Χριστό; Ο ευαγγελιστής Ματθαίος έμμεσα μας δίνει την απάντηση. Παρατηρούμε, ότι οι Μάγοι ξεσηκώθηκαν από τον τόπο τους, από μακριά, για να βρουν και να προσκυνήσουν τον γεννηθέντα Μεσσία. Από την άλλη τη μεριά, παρατηρούμε τους Ιουδαίους, ιδιαίτερα τους γραμματείς και τους αρχιερείς να εφησυχάζουν και να βρίσκονται στην αυλή ενός Ιδουμαίου, μη Ιουδαίου Βασιλιά που σφετεριζόταν το θρόνο. Έρχονται λοιπόν οι Εθνικοί και ξυπνούν θα λέγαμε το θρησκευτικό συναίσθημα των Ιουδαίων και τους ρωτούν «πού εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων». Έτσι ο Θεός τους δίνει την ευκαιρία και τη δυνατότητα να μάθουν για τη γέννηση του Μεσσία. Έτσι, δεν μπορούν να δικαιολογηθούν οι Ιουδαίοι ότι δεν άκουσαν το μήνυμα της γέννησης. Μάλιστα ο ευαγγελιστής λέγει «ακούσας δε ο βασιλεύς Ηρώδης εταράχθη και πάσα Ιεροσόλυμα μετ’ αυτού». Το μήνυμα δηλαδή αυτό, συνετάραξε όλη την Ιερουσαλήμ. Και τι έκαναν; Τόσο σημαντικό ήταν που ο μεν Ηρώδης συνεκάλεσε το ανώτατο συμβούλιο από Αρχιερείς και Γραμματείς, αλλά όχι με καλό σκοπό αλλά για να φονεύσει τον γεννηθέντα Μεσσία, οι δε υπόλοιποι, ούτε από περιέργεια δεν πήγαν να δουν. Έτσι, ο ευαγγελιστής με πολύ όμορφο τρόπο τονίζει και προχωρεί σ’ αυτή τη συνεχόμενη αντίθεση, αντιδιαστέλλοντας την πορεία των Εθνικών και των Ιουδαίων στο θέμα της προσκύνησης του Μεσσία.

Έτσι λοιπόν, όταν ολοκληρώθηκε η θεία βουλή σε σχέση με την πληροφόρηση των Ιουδαίων σχετικά με τη γέννηση του Χριστού, ο αστέρας αυτός επανεμφανίζεται στους Μάγους. «Ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς έως ελθών εστάθη επάνω όπου ήν το παιδίον». Μόλις λοιπόν συνέβη αυτό το γεγονός, ξαναβλέπουν οι Μάγοι τον αστέρα. Και τι έκαναν μόλις τον είδαν; «Ιδόντες δε τον αστέρα, εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα». Παρατηρούμε ότι ο στόχος τους δεν ήταν η καταστροφή του παιδιού, αλλά η προσκύνησή του, η ανεύρεσή του. Έτσι, «εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα». Στόχος τους δεν ήταν να πληροφορήσουν για το φόνο του παιδιού τον Ηρώδη, αλλά για να Τον βρουν και να Τον λατρεύσουν.

Ήλθαν λοιπόν στην οικία όπου ήταν ο Χριστός μετά Μαρίας της Μητρός αυτού «και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα, χρυσόν και λίβανον και σμύρναν». Έτσι, παρατηρούμε ότι τα έθνη πρώτα προσφέρουν δώρα στο γεννηθέντα Χριστό. Στο ψαλμό 72ο στίχους 7-11 αναφέρεται τρόπον τινά η ανατολή αυτού του αστέρα και εν γένει η ανατολή του Χριστού. Εκεί διαβάζουμε μεταξύ άλλων «εν ταις ημέραις αυτού θέλει ανθεί ο δίκαιος· και αφθονία ειρήνης θέλει είσθαι εωσού μη υπάρξη η σελήνη.8 Και θέλει κατακυριεύει από θαλάσσης έως θαλάσσης και από του ποταμού έως των περάτων της γης. 9 Έμπροσθεν αυτού θέλουσι γονυκλιτήσει οι κατοικούντες εν ερήμοις, και οι εχθροί αυτού θέλουσι γλείψει το χώμα.10 Οι βασιλείς της Θαρσείς και των νήσων θέλουσι προσφέρει προσφοράς· οι βασιλείς της Αραβίας και της Σεβά θέλουσι προσφέρει δώρα». Έτσι φαίνεται εδώ σαφώς η εφαρμογή της προφητείας, «και θέλουσι προσκυνήσει αυτόν πάντες οι βασιλείς» Ανάλογη προφητεία διαβάζουμε και στον Ησαΐα 60,3-6: «και πορεύσονται βασιλείς τω φωτί σου και έθνη τη λαμπρότητι σου 4 άρον κύκλω τους οφθαλμους σου και ίδε συνηγμένα τα τέκνα σου ιδού ήκασιν πάντες οι υιοί σου μακρόθεν και αι θυγατέρες σου επ' ώμων αρθήσονται 5 τότε όψη και φοβηθήση και εκστήση τη καρδία ότι μεταβάλει εις σε πλούτος θαλάσσης και εθνών και λαών και ήξουσιν σοι 6 αγέλαι καμήλων και καλύψουσιν σε κάμηλοι Μαδιάμ και Γαιφά πάντες εκ Σαβά ήξουσιν φέροντες χρυσίον και λίβανον οίσουσιν και το σωτήριον κυρίου ευαγγελιούνται» Παρατηρούμε ότι αναφέρονται και τα δώρα που έφεραν οι Μάγοι, όπως επίσης και στον ψαλμωδό «Σμύρναν και αλόην και κασίαν ευοδιάζουσι πάντα τα ιμάτιά σου, όταν εξέρχησαι εκ των ελεφαντίνων παλατίων, διά των οποίων σε εύφραναν» [Ψλμ.44,9].

Φαίνεται σαφώς εδώ η έμφαση που ο Ευαγγελιστής Ματθαίος θέλει να δώσει στο γεγονός της προσκύνησης του Χριστού από μέρους των Εθνικών και της μεταστροφής τους από τη λατρεία των ειδώλων και ψευδοθεών στη λατρεία του Αληθινού Θεού.

Ο Ιουστίνος, ο φιλόσοφος και μάρτυρας, παραθέτει άλλη μία σχετική αναφορά σε προφητεία του Ησαΐα [8,4]: «διότι πριν μάθη το παιδίον να προφέρη, Πάτερ μου και μήτερ μου, τα πλούτη της Δαμασκού και τα λάφυρα της Σαμαρείας θέλουσι διαρπαχθή έμπροσθεν του βασιλέως της Ασσυρίας» και το ερμηνεύει: «πριν μάθει το παιδί να λέγει πατέρα και μητέρα, έλαβε λάφυρα τη δύναμη του πονηρού δαίμονος που ελάτρευαν οι ειδωλολάτρες».

Τέλος, ολοκληρώνοντας τη διήγησή του ο Ματθαίος μας λέγει για τους Μάγους ότι «χρηματισθέντες κατ’ όναρ μη ανακάμψαι προς Ηρώδην δι’ άλλης οδού ανεχώρησαν εις την χώραν αυτών». Ακριβώς όπως και ο Ιωσήφ «χρηματισθείς κατ’ όναρ» στο ίδιο κεφάλαιο και στους στίχους 13, 19 και 22, ο οποίος λαμβάνει με όνειρο οδηγίες από το Θεό, για τις διάφορες μετακινήσεις του παιδιού και της Μητέρας Του, έτσι και οι Μάγοι. Είδαν, αξιώθηκαν να δουν, άγγελο Κυρίου, ο οποίος τους οδήγησε στο να ακολουθήσουν άλλη οδό επιστροφής. Ενώ στην αρχή που δεν γνώριζαν Θεό, εξωτερικά οδηγήθηκαν στην προσκύνησή Του, τώρα αξιώνονται της θείας αποκαλύψεως και επιστρέφουν «δι’ άλλης οδού» στη χώρα τους.

Στο τελευταίο αυτό σημείο μπορούμε να δώσουμε μια πνευματική διάσταση και να καταλάβουμε πως, η προσκύνηση του Χριστού, μας οδηγεί στο να αλλάξουμε τελείως την πορείας της ζωής μας και να μην ακολουθήσουμε πάλι τα ίδια αχνάρια του παρελθόντος της αμαρτίας, των αστοχιών και των παθών. Να μη ξαναζήσει μέσα μας ο παλαιός άνθρωπος με τα πάθη και τις επιθυμίες του, πράγματα τα οποία «σταυρώσαμε» όταν αποφασίσαμε να «γίνουμε του Χριστού» [Γαλ.5:24].

orthodoxiPisti: Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣΤο 1848 ο Πατριάρ...

orthodoxiPisti: Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣΤο 1848 ο Πατριάρ...: Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ Το 1848 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Άνθιμος κάλεσε πατριαρχική σύνοδο στην οποία παρευρέθηκαν, ο...

Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ Το 1848 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Άνθιμος


Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ
Το 1848 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Άνθιμος κάλεσε πατριαρχική σύνοδο στην οποία παρευρέθηκαν, οι τρείς άλλοι Πατριάρχες, ο Αλεξανδρείας Ιερόθεος, ο Αντιοχείας Μεθόδιος και ο Ιεροσολύμων Κύριλλος και δώδεκα Επίσκοποι.

Η εγκύκλιος που εξέδωσε η σύνοδος λέει:

Κρατώμεν της ομολογίας, ην παρελάβομεν άδολον παρά τηλικούτων ανδρών, αποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμόν ως υπαγόρευμα του διαβόλου.

Ο δεχόμενος νεωτερισμόν, κατελέγχει ελλειπή την κεκηρυγμένην ορθόδοξον πίστιν. Αλλ’ αύτη πεπληρωμένη ήδη εσφράγισται, μη επιδεχομένη μήτε μείωσιν, μήτε αύξησιν, μήτε αλλοίωσιν ήντιναούν, και ο τολμών ή πράξαι ή συμβουλεύσαι, ή διανοηθήναι τούτο, ήδη ηρνήθη την πίστιν του Χριστού, ήδη εκουσίως καθυπεβλήθη εις το αιώνιον ανάθεμα δια το βλασφημείν εις το Πνεύμα το άγιον, ως τάχα μη αρτίως λαλήσαν ταις Γραφαίς και Οικουμενικαίς Συνόδοις.

Άπαντες ουν οι νεωτερίζοντες ή αιρέσει ή σχίσματι, εκουσίως ενεδύθησαν κατάραν ως ιμάτιον, καν τε Πάπαι, καν τε Πατριάρχαι, καν τε κληρικοί, καν τε λαϊκοί καν άγγελος εξ ουρανού, ανάθεμα.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άνθιμος
Πατριάρχης Αλεξανδρείας Ιερόθεος
Πατριάρχης Αντιοχείας Μεθόδιος
Πατριάρχης Ιεροσολύμων Κύριλλος
και οι λοιποί Αρχιερείς της Συνόδου

"Kατά ενωτικών" Αλεξ Καλομοίρου :


"Kατά ενωτικών" Αλεξ Καλομοίρου :



Και μόνον το γεγονός ότι μιλούν για ένωσι των Εκκλησιών δείχνει ότι η σκέψη τους είναι τελείως αντιχριστιανική. Παραδέχονται έτσι ότι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, την οποίαν ομολογούμε στό σύμβολο της πίστεώς μας, έχει πάψει να υπάρχη, ότι έχει διασπασθή σε πολλές Εκκλησίες που δεν είναι πιά καθολικές, δεν περιέχουν δηλαδή ολόκληρη την αλήθεια και την Χάρι, όπως οι τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, αλλά ένα μικρό ή μεγάλο μέρος αυτών.

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
=========================================================================================
Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η . ΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΙ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΥΠΟ ΤΟΥ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ ΒΡΕΣΘΕΝΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ Α´ ΤΟ 1948
Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η


 Τόν Σεπτέμβριον τοῦ 2008 συμπληρώνονται 60 ἔτη ἀπό τό ὁρόσημον τῶν Χειροτονιῶν τοῦ Ἀειμνήστου πατρός ἡμῶν Ματθαίου (Καρπαθάκη), Ἐπισκόπου Βρεσθένης, αἱ ὁποῖαι ἔγιναν τό ἔτος 1948 καί διά τῶν ὁποίων ἀνεδείχθησαν τέσσαρες Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί Ἐπίσκοποι πρός ἀδιάκοπον συνέχισιν τῆς ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ καί πρός ἀκεραίαν διαφύλαξιν τῆς ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς, καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ τοῦ ΘΕΟΥ ἡμῶν. Ἡ Ἐκκλησιαστική καί Ἐκκλησιολογική σημασία τῶν Χειροτονιῶν τοῦ 1948 εἶναι μεγίστη, διότι αὗται ἐτελέσθησαν ὅταν ἡ λαίλαψ τοῦ Οἰκουμενιστικοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ εἶχε σαρώσει ὅλα τά Πατριαρχεῖα καί τάς κατά τόπους Αὐτοκεφάλους Ἐκκλησίας, καί εἶχε στήσει παντοῦ κίβδηλα ὁμοιώματα τῆς Ἐκκλησίας, εἰκονικάς ἀπομιμήσεις τοῦ Οἴκου τοῦ Θεοῦ, ἐκ τῶν ὁποίων ἀπουσιάζει ὁ Θεός καί εἰς τά ὁποῖα δέν ἐνεργεῖ ἡ Θεία Χάρις. Ἀκόμη καί ὅσαι Ἐκκλησίαι παρέμειναν εἰς τό Παλαιόν Ἡμερολόγιον καί διετήρησαν πλήρη Ἐκκλησιαστικήν καί Πνευματικήν ἐπικοινωνίαν μετά τῶν Νεοημερολογιτῶν, ἐνεσωματώθησαν οὕτω εἰς τόν Οἰκουμενισμόν καί ἀπώλεσαν τή Θείαν Χάριν, βάσει τοῦ Ἱεροῦ Κανόνος, ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτω ἀκοινώνητος ἔσται

 (Ι/ καί ΜΕ/ Ἀποστολικοί Κανόνες, Β/ Κανών τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου).

 Τό Νέον Ἡμερολόγιον δέν εἶναι οὔτε νέα ἐπινόησις οὔτε Ἐκκλησιαστικῶς ἀδιάφορος μεταρρύθμισις. Ἀποτελεῖ παλαιάν Παπικήν ἀθέτησιν τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως καί δαιμονικήν διασάλευσιν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς τάξεως.

 Χρονολογεῖται δέ ἀπό τό 1582.Ὡς πρός τήν Παπικήν αὐτήν διατάραξιν τῆς Ἡμερολογιακῆς τάξεως καί τῶν Κινητῶν καί τῶν Ἀκινήτων Ἑορτῶν, ἡ Ἐκκλησία ἔλαβε θέσιν εὐθύς ἐξ ἀρχῆς. Διά Πανορθοδόξων Συνόδων καί διά Τοπικῶν Συνόδων ΚΑΤΕΔΙΚΑΣΕ κατ᾽ ἐπανάληψιν ἀπό τό 1583 ἕως τό 1904 τό Νέον Παπικόν Μηνολόγιον καί Πασχάλιον καί τό παρέδωσε ΟΡΙΣΤΙΚΩΣ, ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΩΣ ΚΑΙ ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΩΣ εἰς τό αἰώνιον ΑΝΑΘΕΜΑ .

 Ἡ ἑξηκοστή (60ή) ἐπέτειος καί μόνη ἀρκεῖ ὡς ἀφορμή διά τήν ἀνάμνησιν τῶν χειροτονιῶν τοῦ 1948. Ἐπί πλέον ὅμως ἀφορμή δίδεται, ἀφ᾽ ἑνός, ἐκ τῆς συντηρήσεως τῆς ἀδίκου κριτικῆς τήν ὁποίαν ἤγειρον κατ᾽ αὐτῶν τῶν χειροτονιῶν οἱ ΠΡΟΔΟΤΑΙ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος τῶν Γ.Ο.Χ. Δεκατριμερῖται Φλωρινικοί, ἡ ΟΥΝΙΑ τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ, καί ἀφ᾽ ἑτέρου, ἐκ τῆς ἐγέρσεως ἀντορθοδόξως μαινομένων ἀνδρῶν, μεταξύ τῶν διαδόχων τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, οἱ ὁποῖοι καί πρωτοφανεῖς Αἱρέσεις ἔστησαν κατά τῆς Ἀληθοῦς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί ἀδίστακτα Σχίσματα προεκάλεσαν εἰς βάρος τῆς Ἀμωμήτου Νύμφης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἀποδεικνυόμενοι οὕτω ψευδεπίγραφοι Ματθαιϊκοί, νοθογενεῖς υἱοί, καί ἐπίορκοι διάδοχοι τῆς ἐκείνου Ἀποστολικότητος.

 Ἐξ εὐγνωμοσύνης κινούμενοι διά τάς Χειροτονίας τοῦ 1948, καί εἰς ἀνατροπήν τῶν ἐπικρίσεων κατά τῶν Χειροτονιῶν αὐτῶν, ἀλλά καί εἰς ἀνάδειξιν τῆς Ἀληθείας ὅτι αἱ Χειροτονίαι τοῦ 1948 ἀποτελοῦν Συνείδησιν Ὀρθοδοξίας, Ἐπίγνωσιν Ἐκκλησιολογίας καί μέτρον Ἐκκλησιαστικῆς εὐθύνης τοῦ Ὁμολογητοῦ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Πίστεως ἐπισκόπου Βρεσθένης καί μετέπειτα Ἀρχιεπισκόπου Γ.Ο.Χ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος Ματθαίου Α´,

 Κατατίθενται εἰς τήν συνέχειαν ὀκτώ σύντομα κεφάλαια ἐπισκοπήσεως τοῦ ὅλου ἐν προκειμένῳ θέματος τῶν χειροτονιῶν τοῦ 1948, αὐτοῦ τοῦ μοναδικῆς σημασίας Σταθμοῦ εἰς τήν Ἐκκλησιαστικήν Ἱστορίαν:

 Α) Αἱ Θεόπνευστοι Καταδικαστικαί Ἀποφάσεις τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατά τοῦ Νέου Παπικοῦ Ἡμερολογίου.

 Β) Ἡ Ἀντιεκκλησιαστική, Παράνομος καί Ἀντικανονική Εἰσαγωγή τοῦ Νέου Παπικοῦ Ἡμερολογίου κατά τό 1924.

 Γ) Ἀνασκόπησις τῶν ἐν σχέσει πρός τό Νέον Ἡμερολόγιον Ἐκκλησιαστικῶν Γεγονότων μεταξύ 1924 καί 1948.

 Δ) Τό Ἱστορικόν τῶν Χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ὑπό τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου κατά τό 1948.

 Ε) Αἱ Παλινωδίαι τῶν Ψευδορθοδόξων Παλαιοημερολογιτῶν, πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου καί τῶν σύν αὐτῷ.

 ΣΤ) Αἱ κύριαι Ἐπικρίσεις τῶν Χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ὑπό τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου τό 1948 καί ἡ Ὀφειλομένη Ἀπάντησις.

 Ζ) Ἀποτίμησις τῆς Ἐκκλησιολογικῆς σημασίας τῶν Χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ὑπό τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου τό 1948.

 Η) Αἱ Χειροτονίαι τοῦ 1948 ὡς Συνείδησις Ὀρθοδοξίας καί ὡς μέτρον Ἐκκλησιαστικῆς εὐθύνης ἐν ᾧ ἀντιμετρῶνται αἱ μετέπειτα ἐξελίξεις εἰς την Ἐκκλησίαν τῶν ἀπό Ματθαίου προερχομένων Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος Δηλώνομεν ἐκ τῶν προτέρω ὅτι:

 Δέν ὑποστηρίζομεν τάς χειροτονίας τοῦ 1948 ἐπειδή εἴμεθα Ματθαιϊκοί Γ.Ο.Χ., ἀλλά εἴμεθα Ματθαιϊκοί Γ.Ο.Χ. ἐπειδή μᾶς στηρίζουν εἰς τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Πίστιν τοῦ Χριστοῦ αἱ Χειροτονίαι τοῦ 1948.
================================================================================================Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ. ΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΙ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΥΠΟ ΤΟΥ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ ΒΡΕΣΘΕΝΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ Α´ ΤΟ 1948

 Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ

Τά σημαντικά γεγονότα τά ὁποῖα καθορίζουν τήν ἐξέλιξιν τῆς Ἱστορίας καί ἀφήνουν ἀνάγλυφον τό ἀποτύπωμά των εἰς τήν πορείαν τῆς ἀνθρωπότητος εἶναι ἀνέντιμον καί ἀναξιοπρεπές νά θάπτωνται εἰς τήν λήθην τοῦ χρόνου. Ἐπιβάλλεται, ἀπ᾽ ἐναντίας, νά στήνεται μία Στήλη εἰς ἀνάμνησιν αὐτῶν διά λόγους αὐτογνωσίας, ἀξιοπρεπείας καί συνειδήσεως, ἀλλά καί διά τήν διδαχήν τῶν ἐπερχομένων γενεῶν. Πολλῷ μᾶλλον χρήζει ἀναμνηστικῆς Στήλης ἤ Μνημείου τιμῆς κάθε ἀποφασιστικόν Ἐκκλησιαστικόν γεγονός ψυχοσωτηρίου καί ἀπολυτρωτικῆς σημασίας διά τόν ἄνθρωπον. Τοιοῦτο τυγχάνει καί τό γεγονός τῆς Χειροτονίας Ἐπισκόπων τό 1948 ὑπό τοῦ Ἀοιδήμου καί Ἀειμνήστου Ἐπισκόπου Βρεσθένης Ματθαίου Καρπαθάκη, τοῦ μετέπειτα Ἀρχιεπισκόπου τῶν Γ.Ο.Χ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος.

Τό γεγονός τῆς Χειροτονίας Ἐπισκόπων ὑπό μόνου τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου τό 1948 ἀποτελεῖ ἀποφασιστικήν ἐξέλιξιν εἰς τήν Ἱστορίαν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. ῞Οταν ὁ Οἰκουμενισμός κατώρθωνε σχεδόν ὁλικόν ἔμφραγμα εἰς τήν δυνατότητα τῆς Ἐκκλησίας νά συνεχίσῃ τήν Ἀποστολικήν της Διαδοχήν, ὅταν αἱ Πύλαι τοῦ Ἅδου κατώρθωνον σχεδόν καίριον πλῆγμα κατά τῆς Ἀποστολικῆς Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν οἱ μισθωτοί ποιμένες δέν διέκρινον πλέον μεταξύ τῆς Σωτηρίου Νομῆς τοῦ Κυρίου καί τῶν Αἱρέσεων τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ, ὅταν οἱ περισσότεροι Κληρικοί ἀπετάσσοντο τόν κλῆρον τοῦ Θεοῦ καί συνετάσσοντο μετά τῶν ἐναντιουμένων εἰς τάς Θεοπνεύστους Ἀποφάσεις, εἰς τά Ἱερά Κελεύσματα καί εἰς τά Αἰώνια Θεσπίσματα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὅταν τά Πατριαρχεῖα καί αἱ Αὐτοκέφαλοι Ἐκκλησίαι, ἀντί νά φροντίζουν διά τήν ἕνωσιν τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Θεόν, ἐχώριζον τόν λαόν ἀπό τόν Θεόν, τόν ἐξέβαλλον μαζικῶς ἀπό τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καί τόν εἰσήγαγον εἰς ἕν ὁμοίωμα τῆς Ἐκκλησίας, εἰς ἕν Εἴδωλον Ἐκκλησίας, δημιουργηθέν μέ τήν ὀφθαλμαπάτην τῆς διορθώσεως τοῦ Ἡμερολογίου, ὅταν οἱ Δεκατριμερῖται Φλωρινικοί, προσεποιοῦντο μέν τόν Ὀρθόδοξον Ἐπίσκοπον, ἀνεγνώριζον δέ τήν ΠαπονεοημερολογιτικήνἘκκλησίαν ὡς Κανονικήν Ἐκκλησίαν μέ ἔγκυρα Μυστήρια, ὅταν αὐτοί οἱ ΟΥΝΙΤΑΙ τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ καί κρυπτονεοημερολογῖται ἠρνοῦντο νά ἐνεργήσουν ὡς Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς καί νά χειροτονήσουν Ὀρθοδόξους Ἐπισκόπους τοῦ ποιμαίνειν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, τότε μόνος εὑρισκόμενος ὀρθοτομῶν τόν λόγον τῆς Ἀληθείας, ὁ Ἐπίσκοπος Βρεσθένης Ματθαῖος, δέν ἀδιαφόρησε καί δέν ἄφησε ὀρφανόν τό ποίμνιον τῆς Ἐκκλησίας, δέν κατέλειπε τόν κόσμον τοῦτον χωρίς νά μεριμνήσῃ διά τήν ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΠΙΣΤΙΝ καί τήν ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ τῆς τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίας, ἀλλ᾽ ἐκ τῶν ἐνόντων, μόνος ὤν, προέβη εἰς Χειροτονίας τεσσάρων Ἐπισκόπων τό 1948.

Αἱ Χειροτονίαι τοῦ 1948 ὑπό τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου ἐματαίωσαν τό ὀλέθριον κατά τῆς Ἐκκλησίας σχέδιον τοῦ ἐχθροῦ ἅμα καί ἀνθρωποκτόνου. Διά τοῦτο εἶναι ἀνάγκη νά στηθῇ Στήλη καί νά ὑψωθῇ Μνημεῖον τιμῆς πρός τόν Ὁμολογητήν τῆς Ὀρθοδοξίας Βρεσθένης Ματθαῖον Καρπαθάκην, ὁ ὁποῖος διά τῶν Χειροτονιῶν Ἐπισκόπων τό 1948 ἀνεδείχθη καί Πατήρ πάντων ἡμῶν. Διά τῶν χειροτονιῶν αὐτῶν πάντας ἡμᾶς ἐγέννησεν εἰς τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν, καί Ἀποστολικήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν Χριστοῦ τοῦ ΘΕΟΥ, ἐκ τῆς ὁποίας ἀπεκόπησαν καί διά τήν ὁποίαν ἀπέθανον πνευματικῶς πάντες οἱ ἀκολουθοῦντες τό Νέον, Παπικόν Ἡμερολόγιον καί οἱ κοινωνοῦντες αὐτοῖς.


Ἡ ὀφειλομένη τιμή πρός τόν Βρεσθένης Ματθαῖον δέν θά ἀποδοθῇ διά ἐπαινετικῶν λόγων ἤ ὡραίων περί αὐτοῦ σχολίων. Θά τόν τιμήσουν ἀνταξίως καί ἐπαρκῶς τά Ἐκκλησιαστικά δεδομένα, ἡ ἁπλῆ παράθεσις τῶν ἱστορικῶν γεγονότων καί τῶν περιστάσεων ἐντός τῶν ὁποίων ἔζησεν ὡς Ἐπίσκοπος καί Διά δοχος τῶν Ἀποστόλων, ὁμολογῶν τήν Ὀρθόδοξον Ἀποστολικήν Πίστιν καί χειροτονῶν Ἐπισκόπους διά τήν συνέχισιν τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, ὅταν οἱ ἄλλοι ἀπεσκίρτων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.


Αἱ χειροτονίαι τοῦ 1948 εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς σειρᾶς Ἱστορικῶν Ἐκκλησιαστικῶν γεγονότων τά ὁποῖα ὡδήγησαν τόν Βρεσθένης Ματθαῖον νά προβῇ μόνος του εἰς τήν μεγίστην αὐτήν Ἐκκλησιαστικήν πρᾶξιν τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς. Δι᾽ αὐτό, ἡ ἐπί τῇ ἑξηκοστῇ Ἐπετείῳ τῶν χειροτονιῶν ἀνάμνησις δέν θά περιορισθῇ μόνον εἰς τό ἔτος 1948, ὅτε αὐταί ἐγένοντο, ἀλλά θά συνδεθῇ μέ τά εὐρύτερα Ἐκκλησιαστικά Ἱστορικά δεδομένα εἰς τήν Ἑλλαδικήν Αὐτοκέφαλον Ἐκκλησίαν καί εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν γενικώτερον, διά νά ἔχῃ ὁ ἀναγνώστης πληρεστέραν εἰκόνα τῶν ὅσων διεδραματίσθησαν τήν ἐποχήν ἐκείνην καί διά νά ἀναπτύξῃ εὐρυτέραν κατανόησιν τῶν Ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν καί ἐπιταγῶν τάς ὁποίας ὀλίγοι ἐσεβάσθησαν ἐνῶ πολλοί κατεπάτησαν.


Πρός τοῦτο θά γίνῃ ἀναφορά εἰς τό Ἱστορικόν τοῦ Νέου Ἡμερολογίου:


Πῶς τό ἀντιμετώπισεν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐξ ἀρχῆς, ἐκ τῆς ἐμφανίσεώς του, καί κατά τούς ἑπομένους αἰῶνας μέχρι τῆς ἀντιεκκλησιαστικῆς ἐπιβολῆς του. Πῶς παρανόμως εἰσήχθη καί πῶς ἀντέδρασεν τό Ὀρθόδοξον πλήρωμα, ὁ πιστός καί φύλαξ λαός. Πῶς εὑρέθησαν Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι μετά τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου καί ποία ἡ στάσις αὐτῶν ἔναντι τῆς Σχισματικῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἐκκλησίας. Ποία ἡ πορεία των εἰς τήν συνέχειαν καί πῶς πάλιν ἠρνήθησαν τήν Ὀρθοδοξίαν. Τί ἐξηνάγκασε καί ὑπεχρέωσε τόν Ἐπίσκοπον Βρεσθένης Ματθαῖον νά προβῇ μόνος εἰς Χειροτονίας Ἐπισκόπων. Πῶς ἀπεδείχθη ὅτι ἦτο ὁ μόνος ἐναπομείνας Ὀρθόδοξος καί ὁ μόνος μή Νεοημερολογίτης Ἐπίσκοπος ὅστις δικαιωματικῶς καί ἐν πλήρει ἐξουσίᾳ ἐχειροτόνησεν Ἐπισκόπους, καί πῶς αἱ μετέπειτα ἐξελίξεις ἐδικαίωσαν πλήρως τάς Χειροτονίας τοῦ 1948.


Ἡ ἐκτεταμένη αὐτή ἀναφορά εἶναι ἀπαραίτητος διά νά φανερωθῇ ἡ Ἐκκλησιαστική σημασία τῶν Χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ὑπό τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου τό 1948, διά νά ἀναδειχθῇ ἡ Ἐκκλησιολογική ἐπιτακτικότης τῆς τελέσεώς των, καί νά ἀναφανῇ τό ΔΟΓΜΑΤΙΚΩΣ καί ΚΑΝΟΝΙΚΩΣ κατοχυρωμένον ΔΙΚΑΙΟΝ αὐτῶν, ἔτσι ὥστε νά καταρρεύσῃ οἱαδήποτε πολεμική καί κατηγορία ἤθελε ποτέ ἐγερθῇ ἐναντίον τῆς ἐγκυρότητος, ἀκεραιότητος, πληρότητος καί κανονικότητος αὐτῶν.

orthodoxiPisti: ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ...

orthodoxiPisti: ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ...: ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ 1924 ΚΑΙ 1948 1) Πρώτη Περίοδος, 1924 – 193...

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ 1924 ΚΑΙ 1948




1) Πρώτη Περίοδος, 1924 – 1935


Τήν πραξικοπηματικήν καί ἀντορθόδοξον Ἡμερολογιακήν ἀλλαγήν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος δέν τήν ἐδέχθησαν ὅλοι, ἀλλά ὑπῆρξαν ἀρκεταί ὁμαδικαί καί ἀτομικαί ἀντιδράσεις. Κατά τό διάστημα 1924-1926,ἱδρύθησαν ὑπό τῶν μή δεχθέντων τήν Ἀντιεκκλησιαστικήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν συντονιστικά ὄργανα ἀντιδράσεως πρός τήν Σχισματοαιρετικήν Καινοτομίαν τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Παπικοῦ Ἡμερολογίου. Οἱ Σύλλογοι αὐτοί, ὅπως ὁ «Σύλλογος Ὀρθοδόξων» εἰς την Ἀθήνα, ὁ μετέπειτα ἐξελιχθείς εἰς τήν «Πανελλήνιον Θρησκευτικήν Κοινότητα τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν», καθώς και ὁ «Ἱερός Σύνδεσμος τῶν Ζηλωτῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους», ὑπεστήριξαν πολυτρόπως τούς ἐμμένοντας εἰς τά πάτρια καί θέσμια τῆς Ἐκκλησίας ἐντάλματα. Οὗτοι προέβησαν εἰς διαμαρτυρίας πρός τάς πολιτικάς Ἀρχάς, εἰς τήν ἐνημέρωσιν τοῦ λαοῦ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῶν Νεοημερολογιτῶν εἶναι Συναγωγή Σχισματοαιρετικῶν, καί εἰς τήν Διακήρυξιν ὅτιοἱ Νεοημερολογῖται εἶναι ΕΚΤΟΣ τῆς Ἐκκλησίας, ΣΤΕΡΟΥΝΤΑΙτῆς Θείας Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ Ἔγκυρα Μυστήρια.

Οὕτω διά τῆς ἱδρύσεως Ὀρθοδόξων ἐνοριῶν, διεφυλάχθη ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις καί ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ συνέχισε τήν Ἱστορικήν της πορείαν μέ πολύ ὀλίγα μέλη, τούς κρατοῦντας τάς Ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικοῦ κύρους Πανορθοδόξων Συνόδων τῶν προηγουμένων αἰώνων.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, οἱ μή ἀποδεχθέντες τήν Αἱρετικήν Παπικήν Καινοτομίαν τῆς Ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου ΔΙΕΚΟΨΑΝ ΑΜΕΣΩΣ καί ἐπισήμως κάθε Πνευματικήν καί Ἐκκλησιαστικήν Ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Νεοημερολογιτικῆς Οἰκουμενιστικῆς Ἐκκλησίας, ΑΠΟΚΗΡΥΞΑΝΤΕΣ αὐτήν πολλάκις ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΟΑΙΡΕΤΙΚΗΝ. Μία ἐκ τῶν πολλῶν αὐτῶν ἀποκηρύξεων ἡ ὁποία ἐπεδόθη εἰς τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον ἦτο καί ἡ τῆς 1ης Αὐγούστου 1934, διά τῆς ὁποίας ἡ Νεοημερολογητική Ἐκκλησία ΑΠΕΚΗΡΥΧΘΗ ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ, ὡς μη ἔχουσα τό δικαίωμα καί ὡς μή δυναμένη νά ἐξασκῇ πνευματικήν ἐξουσίαν ἐπί τῶν ἐμμενόντων εἰς τά Ὀρθόδοξα Δόγματα καί τήν Ἱεράν Παράδοσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Παραλλήλως δέ ἐγένοντο ἐνέργειαι διά τήν ἐξεύρεσιν Ἀρχιερέων χειροτονηθέντων πρό τοῦ Σχίσματος, προς διαποίμανσιν τοῦ Γνησίως Ὀρθοδόξου Πληρώματος.

Ἡ πρωτοβουλία αὕτη και αἱ παράλληλοι ἐνέργειαι ἐτελεσφόρησαν. Τρεῖς ἀρχιερεῖς ἐδέχθησαν νά ἀποκηρύξουν τήν Νεοημερολογητικήν Ἐκκλησίαν ὡς Σχισματικήν.

Τήν 13ην Μαΐου 1935, ὁ Δημητριάδος Γερμανός (Μαυρομάτης), ὁ πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος (Καβουρίδης),καί ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος (Δημητρίου), διέκοψαν πᾶσαν Ἐκκλησιαστικήν σχέσιν και ἐπικοινωνίαν μέ τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν και τήν ἀπεκήρυξαν ὡς Σχισματικήν ἐπισήμως, ἐνώπιον 25.000 λαοῦ εἰς τόν Ἱ.Ν. Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Ἐπιδαύρου 14, Κολωνός Ἀθῆναι), ἀλλά καί ὑπηρεσιακῶς διά δικαστικοῦ κλητῆρος προς τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον, καί διά δημοσιεύσεων εἰς τόν ἡμερήσιον τύπον τῶν Ἀθηνῶν.
Ἐκ τῶν τριῶν αὐτῶν Ἀρχιερέων, οἱ δύο πρῶτοι ἦσαν χειροτονημένοι πρό
τοῦ Σχίσματος τοῦ 1924.

Οὗτοι, διά τῆς δημοσίας ταύτης καταδίκης τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Λιβέλου, ἀπεκατεστάθησαν Κανονικῶς εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, συμφώνως πρός τούς σχετικούς Ἱερούς Κανόνας
τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων (7ος Κανών τῆς Β´, 95ος Κανών τῆς ΣΤ´ και 8ος Κανών τῆς Α´), οἱ ὁποῖοι προβλέπουν διά τούς ἐπιστρέφοντας εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν ἐκ Σχίσματος καί Αἱρέσεως Ἱερωμένους, οἵτινες εἶχον λάβει Ὀρθοδόξως τό Βάπτισμα καί τήν Ἱερωσύνην, νά ἀποκαθίστανται μόνον διά Λιβέλλου. Ὡς γνωστόν, τά δύο Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τῆς Ἱερωσύνης δέν ἐπαναλαμβάνονται. Κατόπιν τούτου, ὁ τρίτος, ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος, ὡς χειροτονηθείς μετά τό Σχίσμα τοῦ 1924, ἀπεκατεστάθη κανονικῶς εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν διά χειροθεσίας ὑπό τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ καί τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου.

Εἰς τό Ἔγγραφον μέ τό ὁποῖον οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς ΑΠΕΚΗΡΥΞΑΝ τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον καί ἀπέστειλον εἰς αὐτήν διά Δικαστικοῦ Κλητῆρος, περιλαμβάνονται μεταξύ ἄλλων καί τά ἀκόλουθα:



«Ἐπειδή ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος διά τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου ἠθέτησε τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας, τους διέποντας τά τῆς Θείας Λατρείας, καί ἰδίᾳ τήν Νηστείαν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἥτις ἐνίοτε καί ἐντελῶς ἐξαφανίζεται. . . .



»Ἐπειδή ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος, διασπάσασα διά τῆς μονομεροῦς και ἀντικανονικῆς εἰσαγωγῆς και ἐν τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου τήν ἑνότητα τῆς Καθόλου Ὀρθοδοξίας, καί διαιρέσασα τους Χριστιανούς εἰς δύο ἀντιθέτους ἡμερολογιακάς μερίδας, ἔθιξεν ἐμμέσως καί τό Δόγματοῦ Συμβόλουτῆς Πίστεως εἰς Μίαν, Ἁγίαν,Καθολικήν και Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. . . .

»Ἐπειδή τέλος δι᾽ ὅλους τούς ἀνωτέρω λόγους ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπέσχισε καί ἀπετείχισε ἑαυτήν κατά τό πνεῦμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων τοῦ καθόλου κορμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἐκήρυξεν κατ᾽οὐσίαν ἑαυτήν Σχισματικήν, καθά ἀπεφάνθη καί ἡ πρός μελέτην τοῦ Ἡμερολογιακοῦ Ζητήματος ὁρισθεῖσα ἐξ εἰδικῶν νομομαθῶν καί θεολόγων καθηγητῶν τοῦ Ἐθνικοῦ Πανεπιστημίου Ἐπιτροπή, ἧς μέλος ἀπετέλειτότε καί ὁ Μακαριώτατος, ὡς καθηγητής τοῦ Πα ν ε π ι σ τ η μίου. . . .



»Διά ταῦτα, ὑποβάλλοντες εἰς τήν Διοικοῦσαν Σύνοδον την ἐπισυνημμένην Διαμαρτυρίαν ἡμῶν, δηλοῦμεν,ὅτι κόπτωμεν τοῦ λοιποῦ πᾶσαν σχέσιν καί Ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετ᾽ Αὐτῆς, ἐμμενούσης εἰς τήν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν, καί ἀναλαμβάνομεν τήνΠνευματικήν Ἡγεσίαν καί Ἐκκλησιαστικήν Ποιμαντορίαν τοῦ Ἀποκηρύξαντος τήν Διοικοῦσαν Ἐκκλησίαν καί ἐκ πολυαρίθμων Κοινοτήτων συγκειμένου Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, τοῦ ἐμμένοντος πιστοῦ εἰς το Πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον. . . .



† Ὁ Δημητριάδος Γερμανός

† Ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος

† Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος »__

Καταγγέλλουν δηλαδή οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, καταδικάζουν καί Ἀποκηρύσσουν τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν ὡς Καινοτόμον, Σχισματικήν καί Ἀντορθόδοξον. Ἀναγγέλλουν δέ τήν Ἀνάληψιν τῆς ἡγεσίας τῶν πιστῶν, τῶν ἐμμενόντων εἰς το Πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον.
Η ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Μετά τήν Ἀποκήρυξιν αὐτήν, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς μέ 18σέλιδον Προκήρυξιν ἤρχισαν τήν διαποίμανσιν τῶν Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Μοναχῶν, ἐνημερώνοντες δι᾽ αὐτῶν ἅπαν τό ποίμνιον, περί τῆς ἄνευ κύρους ἀντικανονικῆς Ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου. Εἰς τήν Προκήρυξιν, ὄχι μόνον ἀπορρίπτουν τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου, ἀλλά καί ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΝ αὐτήν ὡς αἰτίαν Σχίσματος. Παρατίθενται εἰς τήν συνέχειαν ἀντιπροσωπευτικά ἀποσπάσματα τῆς Προκηρύξεως:

«Τό ὅτι δέ καί ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπεδέχθη εἶτα σιωπηρῶς τήν γενομένην μεταβολήν τοῦ Ἡμερολογίου . . . οὐδαμῶς δύναται νά προσδώσῃ κῦρος Ἐκκλησιαστικόν εἰς τήν Ἡμερολογιακήν ταύτην καινοτομίαν.
Ὥστε ἡ μεταβολή τοῦ Ἡμερολογίου . . . στερεῖται, οὐ μόνον Πανορθοδόξου κύρους, . . .
ἀλλά καί τοπικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ κύρους,ὡς μή ἀπορρεύσασα ἐκ τῆς Συνόδου τῆς ὅλης Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἀλλά καί ἄν ἀκόμηἡ μεταβολή αὕτη τοῦ Ἡμερολογίου ἐγένετο ὑφ᾽ ὅλης τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλά δος συνερχομένης εἰς Σύνοδον, πάλιν ΔΕΝ θά εἶχε κῦρος Ἐκκλησιαστικόν . . . .
Ἐπί πλέον δέ ἡ ἀποδοχή τοῦ Νέου Ἡμερολογίου εἶναι καί Ἀντορθόδοξος.»

Οἱ δέ ἀκολουθοῦντες τό Νέον Ἡμερολόγιον, κλῆρος καί λαός, ὅταν πληροφορηθῶσι ὅτι ἡ «ἀντικανονική μεταβολή τοῦ Ἡμερολογίου ἐδημιούργησε συνεπείας θιγούσας τάς Παραδόσεις τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τό Δόγμα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, θά ἀποκηρύξωσι τήν ἐπάρατον ταύτην καί Παπισμοῦ ὄζουσαν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν».
Ἀπευθυνόμενοι πρός τούς κληρικούς οἱ ὁποῖοι δέν θέλουν νά συμμορφωθῶσιν μέ τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς γρά- φουν: «δέν εἶναι ἀνταρσία πρός τήνἔννοιαν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ᾽ ἄρνησις νά συμμορφωθῆτε πρός μίαν Ἀντικανονικήν καί Ἀντορθόδοξον Ἀπόφασιν τῆς Διοικούσης Συνόδου».

«Οἱ Ἀρχιερεῖς, ἐφ᾽ ὅσον . . . διέσπασαν τό ἑνιαῖον τῆς Ὀρθοδοξίας Δόγμα, . . . ἀπώλεσαν κατά τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας πᾶν δικαίωμα σεβασμοῦ καί πειθαρχίας ἐκ μέρους ὑμῶν.

Οὗτοι πρῶτοι ἔσχισαν τόν ἄνωθεν ὑφαντόν χιτῶνα τῆς Ὀρθοδοξίας, εἰσαγαγῶντες Ἀντικανονικῶς . . . τό Νέον Ἡμερολόγιον».

Χρησιμοποιοῦν ἐπίσης καί τόν ΙΕ/ Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου διά νά ἀποκηρύξουν τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν ὡς ΚΑΤΕΓΝΩΣΜΕΝΗΝ ΑΙΡΕΣΙΝ, γράφοντες τά ἑξῆς: «Καί ἵνα βεβαιωθῆτε, ὅτι ἡ ἐπιβεβλημένη αὕτη Ἀποκήρυξις περιποιεῖ τιμήν, καί ὄχι μομφήν, παραθέτομεν καί τόν 15ον Κανόνα τῆς ΑΒ/ Οἰκ. Συνόδου».

Τέλος ποιοῦν ἔκκλησιν πρός κλῆρον καί λαόν γράφοντες: «Σώσατε δι᾽
ὄνομα τοῦ Θεοῦ τήν Ἐκκλησίαν καί τό Ἔθνος ἀπό τάς φοβεράς συνεπείας τοῦ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ. . . . Ἐν ὀνόματι τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀποκηρύξατε τόν ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΝ Ἀρχιεπίσκοπον καί τούς ὁμόφρονας αὐτοῦ  Ἀρχιερεῖς, καί ταχθῆτε παρά τό πλευρόν τῶν Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων, τῶν ἀγωνιζομένων ὑπέρ τῆς Πατρῴας Ὀρθοδοξίας καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Παραδόσεων».

Παρόμοιαι διατυπώσεις ἀπαντῶνται εἰς ὅλας τάς σελίδας. Τά ἀνωτέρω ἀποτελοῦν ἁπλῶς δειγματοληπτικήν παράθεσιν.
Ἀκόμη καί ὁ τίτλος τῆς Προκηρύξεως δηλώνει τό φρόνημά των ὅτι Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ΔΕΝ εἶναι ἡ Νεοημερολογιτική, ἀλλά ἡ Σύνοδος τῶν τριῶν αὐτῶν Ἀρχιερέων οἱ ὁποῖοι διέκοψαν πᾶσαν Πνευματικήν καί Ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας.

Ἰδού ὁ τίτλος τοῦ Ἐντύπου: «Προκήρυξις τῶν Σεβασμιωτάτων Ἀρχιερέων τῆς Αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Δημητριά δος Γερμανοῦ, πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου καί Ζακύνθου Χρυσοστόμου, πρός τόν Ἐφημεριακόν Κλῆρον καί τούς Μοναχούς τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ Ζητήματος τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου», Μάϊος 1935.
Πέραν τῆς «Προκηρύξεως» αὐτῆς ἐξαπέλυσαν καί «ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΝ» κατά τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, πρός ὅλα τά Πατριαρχεῖα καί τάς Αὐτοκεφάλους Ἐκκλησίας.
Μετά παρέλευσιν δεκαημέρου ἀπό τήν Ἐπίσημον Ἀποκήρυξιν τήν ὁποίαν ἀπέστειλαν πρός τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, οἱ Κανονικῶς, ὡς ὁρίζουν οἱ Ἱεροί Νόμοι, ἐπιστρέψαντες εἰς τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν, καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, ἀφοῦ συνεκρότησαν Ἱεράν Σύνοδον, προέβησαν εἰς τήν χειροτονίαν τεσσάρων νέων Ἐπισκόπων.
Αἱ χειροτονίαι αὗται ἔλαβον χώραν εἰς τό παρεκκλήσιον τῆς Ἁγίας Μαρίνης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Πευκοβουνοϊατρίσσης Κερατέας Ἀττικῆς, μέ τήν ἀκόλουθον σειράν:
Τήν 23ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Κυκλάδων Γερμανός (Βαρυκόπουλος).
Τήν 24ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Μεγαρίδος Χριστόφορος (Χατζῆς).
Μετά τό 1950 τοῦ ἐδόθη ὁ τίτλος Χριστιανουπόλεως, διά νά μήν ἔρχεται εἰς σύγκρουσιν μετά τοῦ Νεοημερολογίτου Ἐπισκόπου Μεγαρίδος.
Τήν 25ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος (Λιώσης).
Τήν 26ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος (Καρπαθάκης).
Διά τῆς Ἀποκηρύξεως τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας, διά τῆς Συγκροτήσεώς των εἰς Σύνοδον, καί ἰδιαιτέρως διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων, οἱ 3 Ἀρχιερεῖς ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία εἶναι Ὁριστικῶς, Ἀμετακλήτως καί Τελεσιδίκως ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ. Ὄχι Δυνάμει μέν Σχισματική Ἐνεργείᾳ δέ οὐ Σχισματική, ἀλλά καί τῇ ΕΝΕΡΓΕΙᾼ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ, Μή χρήζουσα ἄλλης μελλοντικῆς Συνόδου πρός ἐκδίκασιν διά νά καταστῇ καί ἐνεργείᾳ Σχισματική.
Διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία, ἀποδεχθεῖσα τό ἀπό τοῦ 16ου αἰῶνος καταδικασθέν ὑπό Τριῶν Πανορθοδόξων Συνόδων Παπικόν Ἡμερολόγιον, δέν τελεῖ ἁπλῶς ὑπόδικος μέχρις ὅτου δικασθῆ ὑπό μελλούσης Συνόδου, ἀλλ᾽ εὑρίσκεται ἤδη ΚΑΤΑΔΙΚΟΣ ὡς ΠΡΟΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΗ.
Διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία εἶναι Καταδικασμένη, Στερεῖται Ἁγιαστικῆς Θείας Χάριτος καί Ἐγκύρων Μυστηρίων, καί πρέπει νά ἀγνοηθῇ ὡς μή Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἀλλά ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ.
Αἱ χειροτονίαι Ἐπισκόπων τόν Μάϊον τοῦ 1935 ἀπετέλεσαν Δογματικῶς καί Κανονικῶς Ὑψίστην καί ἔμπρακτον Ἐκκλησιαστικήν καί Ἐκκλησιολογικήν Ὁμολογιακήν Πρᾶξιν, μεγαλυτέραν τῆς Ἐγγράφου Ἀποκηρύξεως ἐξαπολυθείσης κατά τῆς Νεοημερολογητικῆς Ἐκκλησίας ὡς Σχισματικῆς καί ὡς στερουμένης τῆς Θείας Χάριτος.
Τόν Ἰούνιον τοῦ 1935,ἡ Νεοημερολογητική Ἐκκλησία προέβη εἰς τήν καθαίρεσιν τῶν ἑπτά (7) ἐπισκόπων καί ἐν συνεργασίᾳ μετά τῆς Πολιτείας διέταξε τήν ἐξορίαν των. Τότε ἤρχισαν νά ἀποκαλύπτωνται θησαυροί καρδιῶν καί νά ἀναδεικνύεται τό μέταλλον τοῦ κάθε ἀνδρός.

ΤΟ ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Κατ᾽ ἀρχάς, ἀξιοσημείωτον εἶναι τό ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ πρός τόν λαόν τό ὁποῖον ἐξέδωκαν μέ ἡμερομηνίαν 7 Ἰουνίου 1935, πρό τῆς Ἐξορίας των, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, Δημητριάδος Γερμανός, πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος καί Ζακύνθου Χρυσόστομος. Αὐτό ἐδημοσιεύθη καί ὡς μονοσέλιδος Ἀποχαιρετιστήριος Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος εἰς τόν «Κήρυκα Ὀρθοδόξων».
Μεταξύ ἄλλων εἰς τό Διάγγελμα πρός τούς Γνησίους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς τονίζονται τά ἀκόλουθα: «Καταδικασθέντες ἀδίκως ὑπό Σχισματικῆς Συνόδου εἰς καθαίρεσιν . . . διότι εἴχομεν τό θάρρος καί τήν ψυχικήν εὐσθενίαν νά ἀναπετάσωμεν τό ἔνδοξον καί τετιμημένον λάβαρον τῆς Ὀρθοδοξίας, θεωροῦμεν ποιμαντορικόν καθῆκον ἡμῶν, πρίν ἤ ἀποχωρισθῶμεν, νά ἀπευθύνωμεν ὑμῖν τοῖς ἀκολουθοῦσι τό Πάτριον καί Ὀρθόδοξον ἑορτολόγιον τάς ἑξῆς Ποιμαντορικάς παραινέσεις:
»Ἀκολουθοῦντες πιστῶς τό Ἀποστολικόν «Στήκετε καί κρατῆτε τάς παραδόσεις, ἅς ἐδιδάχθητε εἴτε διά λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν» μή παύσητε ἀγωνιζόμενοι δι᾽ ὅλων τῶν νομίμων καί Χριστιανικῶν μέσων ὑπέρ τῆς κατισχύσεως καί ἐπιβραβεύσεως τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν Ἀγῶνος, . . .
»Ἐπέπρωτο κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος, ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὑπό τήν ἔμπνευσιν καί πρωτοβουλίαν τοῦ προκαθημένου αὐτῆς νά προσάψῃ εἰς τό τέως ἁγνόν καί ἀκραιφνῶς Ὀρθόδοξον μέτωπον Αὐτῆς τόν μῶμον τοῦ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ διά τῆς ἀθετήσεως τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑορτολογίου, τοῦ καθιερωθέντος ὑπό τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί κυρωθέντος ὑπό τῆς αἰωνοβίου πράξεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ἀντικαταστάσεως τούτου διά τοῦ ΠΑΠΙΚΟΥ τοιούτου.
»Τό ΣΧΙΣΜΑ βεβαίως τοῦτο τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἐδημιούργησεν ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας ἥτις ἐπιλαθομένη τῆς ἱερᾶς καί Ἐθνικῆς Αὐτῆς ἀποστολῆς καί τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ γνωμικοῦ «μάχου ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς Ἑλληνικῆς ἐλευθερίας », εἰσήγαγεν ἄνευ τῆς συναινέσεως ἁπασῶν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἐν τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ τό ΠΑΠΙΚΟΝ Ἑορτολόγιον, ΔΙΑΙΡΕΣΑΣΑ οὕτως οὐ μόνον τάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς εἰς δύο ἀντιθέτους μερίδας.
»Ἡμεῖς ἀναλαβόντες τήν ποιμαντορίαν τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τοῦ ἀκολουθοῦντος τό πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον, καί ἔχοντες συναίσθησιν τοῦ Ὅρκου Πίστεως ὅν ἐδώσαμεν ὅτι θά φυλάξωμεν πάντα ὅσα παρελάβομεν παρά τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων,ἀποφεύγοντες πάντα νεωτερισμόν, δέν ἠδυνάμεθα παρά νά κηρύξωμεν ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΝ τήν Ἐπίσημον Ἐκκλησίαν, ἥτις ἐδέχθη τό ΠΑΠΙΚΟΝ Ἑορτολόγιον, ὅπερ ἐχαρακτηρίσθη ὑπό Πανορθοδόξων Συνόδων «ὡς Νεωτερισμός τῶν Αἱρετικῶν, ὡς παγκόσμιον σκάνδαλον καί ὡς αὐθαίρετος καταπάτησις τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν παραδόσεων ».

»Τούτου ἕνεκα συνιστῶμεν εἰς ἅπαντας τούς ἀκολουθοῦντας τό Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον, ὅπως ΜΗΔΕΜΙΑΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ἔχωσι μετά τῆς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ Ἐκκλησίας καί τῶν ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΝ λειτουργῶν αὐτῆς, ἀπό τῶν ὁποίων ΕΦΥΓΕΝ Η ΧΑΡΙΣ τοῦ Παναγίου Πνεύματος ·διότι οὗτοι ἠθέτησαν Ἀποφάσεις τῶν Πατέρων τῆς 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί πασῶν τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τῶν καταδικασασῶν τό Γρηγοριανόν Ἑορτολόγιον. Ὅτι δέ ἡ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ Ἐκκλησία ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΧΑΡΙΝ καί Ἅγιον Πνεῦμα, τοῦτο διαβεβαιοῖ καί ὁ Μ. Βασίλειος λέγων τά ἑξῆς:

«Εἰ καί περί μή Δόγματα οἱ Σχισματικοί σφάλλοιντο, ἀλλ᾽ ἐπειδή τοιγε Κεφαλή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας ὁ Χριστός ἐστι, κατά τόν θεῖον Ἀπόστολον, ἐξ οὗ τά μέλη πάντα ζωοῦται καί τήν πνευματικήν αὔξησιν δέχεται, οὗτοι δέ τῆς ἁρμονίας τῶν Μελῶν τοῦ Σώματος ἀπερρά γησαν καί οὐκέτι παραμένουσαν αὐτοῖς ἔχουσι τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅ τοίνυν οὐκ ἔχουσιν, πῶς ἄν τοῖς ἄλλοις μεταδοῖεν;»
»Ὅταν ἡ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ Ἐκκλησία ἐπιβάλῃ μέτρα πιεστικά καί καταθλιπτικά, ὅπως βιάσῃ τήν ὀρθόδοξον ἡμῶν συνείδησιν, συνιστῶμεν ὑμῖν, ὅπως τά πάντα ὑπομείνητε καί κρατήσητε τήν Ὀρθόδοξον Παρακαταθήκην ἀλώβητον καί ἀμόλυντον, ὅπως παρελάβομεν ταύτην παρά τῶν εὐσεβῶν Πατέρων ἡμῶν . . . .
». . .συνιστῶμεν καί ὑμῖν ἐμμονήν καί ἐγκαρτέρησιν ἐν τοῖς δεινοῖς καί ταῖς θλίψεσι καί ταῖς κακώσεσι καί αἰκισμοῖς, εἰς ἅ θά ὑποβληθῆτε ὑπό ἐκκλησίας ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ, ἐλπίζοντες πάντοτε εἰς τόν Θεόν ὅς οὐκ ἑάσει ἡμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δυνάμεθα καί ὅστις θά
εὐδοκήσῃ ἐν τῇ ἀπείρῳ Αὐτοῦ καί ἀνεξιχνιάστῳ μακροθυμίᾳ νά φω-
τίσῃ καί τούς καλῇ τῇ πίστει ΠΕΠΛΑΝΗΜΕΝΟΥΣ καί ἀκολουθοῦντας
τό ΠΑΠΙΚΟΝ ἑορτολόγιον . . . »
† Ὁ Δημητριάδος Γερμανός
† Ὁ Πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος
† Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος»


ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ 1924 ΚΑΙ 1948




1) Πρώτη Περίοδος, 1924 – 1935

Τήν πραξικοπηματικήν καί ἀντορθόδοξον Ἡμερολογιακήν ἀλλαγήν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος δέν τήν ἐδέχθησαν ὅλοι, ἀλλά ὑπῆρξαν ἀρκεταί ὁμαδικαί καί ἀτομικαί ἀντιδράσεις. Κατά τό διάστημα 1924-1926,ἱδρύθησαν ὑπό τῶν μή δεχθέντων τήν Ἀντιεκκλησιαστικήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν συντονιστικά ὄργανα ἀντιδράσεως πρός τήν Σχισματοαιρετικήν Καινοτομίαν τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Παπικοῦ Ἡμερολογίου. Οἱ Σύλλογοι αὐτοί, ὅπως ὁ «Σύλλογος Ὀρθοδόξων» εἰς την Ἀθήνα, ὁ μετέπειτα ἐξελιχθείς εἰς τήν «Πανελλήνιον Θρησκευτικήν Κοινότητα τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν», καθώς και ὁ «Ἱερός Σύνδεσμος τῶν Ζηλωτῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους», ὑπεστήριξαν πολυτρόπως τούς ἐμμένοντας εἰς τά πάτρια καί θέσμια τῆς Ἐκκλησίας ἐντάλματα. Οὗτοι προέβησαν εἰς διαμαρτυρίας πρός τάς πολιτικάς Ἀρχάς, εἰς τήν ἐνημέρωσιν τοῦ λαοῦ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῶν Νεοημερολογιτῶν εἶναι Συναγωγή Σχισματοαιρετικῶν, καί εἰς τήν Διακήρυξιν ὅτιοἱ Νεοημερολογῖται εἶναι ΕΚΤΟΣ τῆς Ἐκκλησίας, ΣΤΕΡΟΥΝΤΑΙτῆς Θείας Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ Ἔγκυρα Μυστήρια.

Οὕτω διά τῆς ἱδρύσεως Ὀρθοδόξων ἐνοριῶν, διεφυλάχθη ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις καί ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ συνέχισε τήν Ἱστορικήν της πορείαν μέ πολύ ὀλίγα μέλη, τούς κρατοῦντας τάς Ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικοῦ κύρους Πανορθοδόξων Συνόδων τῶν προηγουμένων αἰώνων.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, οἱ μή ἀποδεχθέντες τήν Αἱρετικήν Παπικήν Καινοτομίαν τῆς Ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου ΔΙΕΚΟΨΑΝ ΑΜΕΣΩΣ καί ἐπισήμως κάθε Πνευματικήν καί Ἐκκλησιαστικήν Ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Νεοημερολογιτικῆς Οἰκουμενιστικῆς Ἐκκλησίας, ΑΠΟΚΗΡΥΞΑΝΤΕΣ αὐτήν πολλάκις ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΟΑΙΡΕΤΙΚΗΝ. Μία ἐκ τῶν πολλῶν αὐτῶν ἀποκηρύξεων ἡ ὁποία ἐπεδόθη εἰς τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον ἦτο καί ἡ τῆς 1ης Αὐγούστου 1934, διά τῆς ὁποίας ἡ Νεοημερολογητική Ἐκκλησία ΑΠΕΚΗΡΥΧΘΗ ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ, ὡς μη ἔχουσα τό δικαίωμα καί ὡς μή δυναμένη νά ἐξασκῇ πνευματικήν ἐξουσίαν ἐπί τῶν ἐμμενόντων εἰς τά Ὀρθόδοξα Δόγματα καί τήν Ἱεράν Παράδοσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Παραλλήλως δέ ἐγένοντο ἐνέργειαι διά τήν ἐξεύρεσιν Ἀρχιερέων χειροτονηθέντων πρό τοῦ Σχίσματος, προς διαποίμανσιν τοῦ Γνησίως Ὀρθοδόξου Πληρώματος.

Ἡ πρωτοβουλία αὕτη και αἱ παράλληλοι ἐνέργειαι ἐτελεσφόρησαν. Τρεῖς ἀρχιερεῖς ἐδέχθησαν νά ἀποκηρύξουν τήν Νεοημερολογητικήν Ἐκκλησίαν ὡς Σχισματικήν.

Τήν 13ην Μαΐου 1935, ὁ Δημητριάδος Γερμανός (Μαυρομάτης), ὁ πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος (Καβουρίδης),καί ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος (Δημητρίου), διέκοψαν πᾶσαν Ἐκκλησιαστικήν σχέσιν και ἐπικοινωνίαν μέ τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν και τήν ἀπεκήρυξαν ὡς Σχισματικήν ἐπισήμως, ἐνώπιον 25.000 λαοῦ εἰς τόν Ἱ.Ν. Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Ἐπιδαύρου 14, Κολωνός Ἀθῆναι), ἀλλά καί ὑπηρεσιακῶς διά δικαστικοῦ κλητῆρος προς τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον, καί διά δημοσιεύσεων εἰς τόν ἡμερήσιον τύπον τῶν Ἀθηνῶν.
Ἐκ τῶν τριῶν αὐτῶν Ἀρχιερέων, οἱ δύο πρῶτοι ἦσαν χειροτονημένοι πρό
τοῦ Σχίσματος τοῦ 1924.

Οὗτοι, διά τῆς δημοσίας ταύτης καταδίκης τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Λιβέλου, ἀπεκατεστάθησαν Κανονικῶς εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, συμφώνως πρός τούς σχετικούς Ἱερούς Κανόνας
τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων (7ος Κανών τῆς Β´, 95ος Κανών τῆς ΣΤ´ και 8ος Κανών τῆς Α´), οἱ ὁποῖοι προβλέπουν διά τούς ἐπιστρέφοντας εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν ἐκ Σχίσματος καί Αἱρέσεως Ἱερωμένους, οἵτινες εἶχον λάβει Ὀρθοδόξως τό Βάπτισμα καί τήν Ἱερωσύνην, νά ἀποκαθίστανται μόνον διά Λιβέλλου. Ὡς γνωστόν, τά δύο Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τῆς Ἱερωσύνης δέν ἐπαναλαμβάνονται. Κατόπιν τούτου, ὁ τρίτος, ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος, ὡς χειροτονηθείς μετά τό Σχίσμα τοῦ 1924, ἀπεκατεστάθη κανονικῶς εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν διά χειροθεσίας ὑπό τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ καί τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου.

Εἰς τό Ἔγγραφον μέ τό ὁποῖον οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς ΑΠΕΚΗΡΥΞΑΝ τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον καί ἀπέστειλον εἰς αὐτήν διά Δικαστικοῦ Κλητῆρος, περιλαμβάνονται μεταξύ ἄλλων καί τά ἀκόλουθα:

«Ἐπειδή ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος διά τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου ἠθέτησε τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας, τους διέποντας τά τῆς Θείας Λατρείας, καί ἰδίᾳ τήν Νηστείαν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἥτις ἐνίοτε καί ἐντελῶς ἐξαφανίζεται. . . .

»Ἐπειδή ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος, διασπάσασα διά τῆς μονομεροῦς και ἀντικανονικῆς εἰσαγωγῆς και ἐν τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου τήν ἑνότητα τῆς Καθόλου Ὀρθοδοξίας, καί διαιρέσασα τους Χριστιανούς εἰς δύο ἀντιθέτους ἡμερολογιακάς μερίδας, ἔθιξεν ἐμμέσως καί τό Δόγματοῦ Συμβόλουτῆς Πίστεως εἰς Μίαν, Ἁγίαν,Καθολικήν και Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. . . .
»Ἐπειδή τέλος δι᾽ ὅλους τούς ἀνωτέρω λόγους ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπέσχισε καί ἀπετείχισε ἑαυτήν κατά τό πνεῦμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων τοῦ καθόλου κορμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἐκήρυξεν κατ᾽οὐσίαν ἑαυτήν Σχισματικήν, καθά ἀπεφάνθη καί ἡ πρός μελέτην τοῦ Ἡμερολογιακοῦ Ζητήματος ὁρισθεῖσα ἐξ εἰδικῶν νομομαθῶν καί θεολόγων καθηγητῶν τοῦ Ἐθνικοῦ Πανεπιστημίου Ἐπιτροπή, ἧς μέλος ἀπετέλειτότε καί ὁ Μακαριώτατος, ὡς καθηγητής τοῦ Πα ν ε π ι σ τ η μίου. . . .

»Διά ταῦτα, ὑποβάλλοντες εἰς τήν Διοικοῦσαν Σύνοδον την ἐπισυνημμένην Διαμαρτυρίαν ἡμῶν, δηλοῦμεν,ὅτι κόπτωμεν τοῦ λοιποῦ πᾶσαν σχέσιν καί Ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετ᾽ Αὐτῆς, ἐμμενούσης εἰς τήν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν, καί ἀναλαμβάνομεν τήνΠνευματικήν Ἡγεσίαν καί Ἐκκλησιαστικήν Ποιμαντορίαν τοῦ Ἀποκηρύξαντος τήν Διοικοῦσαν Ἐκκλησίαν καί ἐκ πολυαρίθμων Κοινοτήτων συγκειμένου Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, τοῦ ἐμμένοντος πιστοῦ εἰς το Πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον. . . .

† Ὁ Δημητριάδος Γερμανός
† Ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος
† Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος »__

Καταγγέλλουν δηλαδή οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, καταδικάζουν καί Ἀποκηρύσσουν τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν ὡς Καινοτόμον, Σχισματικήν καί Ἀντορθόδοξον. Ἀναγγέλλουν δέ τήν Ἀνάληψιν τῆς ἡγεσίας τῶν πιστῶν, τῶν ἐμμενόντων εἰς το Πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον.
Η ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Μετά τήν Ἀποκήρυξιν αὐτήν, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς μέ 18σέλιδον Προκήρυξιν ἤρχισαν τήν διαποίμανσιν τῶν Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Μοναχῶν, ἐνημερώνοντες δι᾽ αὐτῶν ἅπαν τό ποίμνιον, περί τῆς ἄνευ κύρους ἀντικανονικῆς Ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου. Εἰς τήν Προκήρυξιν, ὄχι μόνον ἀπορρίπτουν τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου, ἀλλά καί ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΝ αὐτήν ὡς αἰτίαν Σχίσματος. Παρατίθενται εἰς τήν συνέχειαν ἀντιπροσωπευτικά ἀποσπάσματα τῆς Προκηρύξεως:

«Τό ὅτι δέ καί ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπεδέχθη εἶτα σιωπηρῶς τήν γενομένην μεταβολήν τοῦ Ἡμερολογίου . . . οὐδαμῶς δύναται νά προσδώσῃ κῦρος Ἐκκλησιαστικόν εἰς τήν Ἡμερολογιακήν ταύτην καινοτομίαν.
Ὥστε ἡ μεταβολή τοῦ Ἡμερολογίου . . . στερεῖται, οὐ μόνον Πανορθοδόξου κύρους, . . .
ἀλλά καί τοπικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ κύρους,ὡς μή ἀπορρεύσασα ἐκ τῆς Συνόδου τῆς ὅλης Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἀλλά καί ἄν ἀκόμηἡ μεταβολή αὕτη τοῦ Ἡμερολογίου ἐγένετο ὑφ᾽ ὅλης τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλά δος συνερχομένης εἰς Σύνοδον, πάλιν ΔΕΝ θά εἶχε κῦρος Ἐκκλησιαστικόν . . . .
Ἐπί πλέον δέ ἡ ἀποδοχή τοῦ Νέου Ἡμερολογίου εἶναι καί Ἀντορθόδοξος.»

Οἱ δέ ἀκολουθοῦντες τό Νέον Ἡμερολόγιον, κλῆρος καί λαός, ὅταν πληροφορηθῶσι ὅτι ἡ «ἀντικανονική μεταβολή τοῦ Ἡμερολογίου ἐδημιούργησε συνεπείας θιγούσας τάς Παραδόσεις τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τό Δόγμα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, θά ἀποκηρύξωσι τήν ἐπάρατον ταύτην καί Παπισμοῦ ὄζουσαν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν».
Ἀπευθυνόμενοι πρός τούς κληρικούς οἱ ὁποῖοι δέν θέλουν νά συμμορφωθῶσιν μέ τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς γρά- φουν: «δέν εἶναι ἀνταρσία πρός τήνἔννοιαν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ᾽ ἄρνησις νά συμμορφωθῆτε πρός μίαν Ἀντικανονικήν καί Ἀντορθόδοξον Ἀπόφασιν τῆς Διοικούσης Συνόδου».

«Οἱ Ἀρχιερεῖς, ἐφ᾽ ὅσον . . . διέσπασαν τό ἑνιαῖον τῆς Ὀρθοδοξίας Δόγμα, . . . ἀπώλεσαν κατά τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας πᾶν δικαίωμα σεβασμοῦ καί πειθαρχίας ἐκ μέρους ὑμῶν.

Οὗτοι πρῶτοι ἔσχισαν τόν ἄνωθεν ὑφαντόν χιτῶνα τῆς Ὀρθοδοξίας, εἰσαγαγῶντες Ἀντικανονικῶς . . . τό Νέον Ἡμερολόγιον».

Χρησιμοποιοῦν ἐπίσης καί τόν ΙΕ/ Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου διά νά ἀποκηρύξουν τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν ὡς ΚΑΤΕΓΝΩΣΜΕΝΗΝ ΑΙΡΕΣΙΝ, γράφοντες τά ἑξῆς: «Καί ἵνα βεβαιωθῆτε, ὅτι ἡ ἐπιβεβλημένη αὕτη Ἀποκήρυξις περιποιεῖ τιμήν, καί ὄχι μομφήν, παραθέτομεν καί τόν 15ον Κανόνα τῆς ΑΒ/ Οἰκ. Συνόδου».

Τέλος ποιοῦν ἔκκλησιν πρός κλῆρον καί λαόν γράφοντες: «Σώσατε δι᾽
ὄνομα τοῦ Θεοῦ τήν Ἐκκλησίαν καί τό Ἔθνος ἀπό τάς φοβεράς συνεπείας τοῦ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ. . . . Ἐν ὀνόματι τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀποκηρύξατε τόν ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΝ Ἀρχιεπίσκοπον καί τούς ὁμόφρονας αὐτοῦ  Ἀρχιερεῖς, καί ταχθῆτε παρά τό πλευρόν τῶν Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων, τῶν ἀγωνιζομένων ὑπέρ τῆς Πατρῴας Ὀρθοδοξίας καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Παραδόσεων».

Παρόμοιαι διατυπώσεις ἀπαντῶνται εἰς ὅλας τάς σελίδας. Τά ἀνωτέρω ἀποτελοῦν ἁπλῶς δειγματοληπτικήν παράθεσιν.
Ἀκόμη καί ὁ τίτλος τῆς Προκηρύξεως δηλώνει τό φρόνημά των ὅτι Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ΔΕΝ εἶναι ἡ Νεοημερολογιτική, ἀλλά ἡ Σύνοδος τῶν τριῶν αὐτῶν Ἀρχιερέων οἱ ὁποῖοι διέκοψαν πᾶσαν Πνευματικήν καί Ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας.

Ἰδού ὁ τίτλος τοῦ Ἐντύπου: «Προκήρυξις τῶν Σεβασμιωτάτων Ἀρχιερέων τῆς Αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Δημητριά δος Γερμανοῦ, πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου καί Ζακύνθου Χρυσοστόμου, πρός τόν Ἐφημεριακόν Κλῆρον καί τούς Μοναχούς τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ Ζητήματος τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου», Μάϊος 1935.
Πέραν τῆς «Προκηρύξεως» αὐτῆς ἐξαπέλυσαν καί «ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΝ» κατά τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, πρός ὅλα τά Πατριαρχεῖα καί τάς Αὐτοκεφάλους Ἐκκλησίας.
Μετά παρέλευσιν δεκαημέρου ἀπό τήν Ἐπίσημον Ἀποκήρυξιν τήν ὁποίαν ἀπέστειλαν πρός τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, οἱ Κανονικῶς, ὡς ὁρίζουν οἱ Ἱεροί Νόμοι, ἐπιστρέψαντες εἰς τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν, καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, ἀφοῦ συνεκρότησαν Ἱεράν Σύνοδον, προέβησαν εἰς τήν χειροτονίαν τεσσάρων νέων Ἐπισκόπων.
Αἱ χειροτονίαι αὗται ἔλαβον χώραν εἰς τό παρεκκλήσιον τῆς Ἁγίας Μαρίνης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Πευκοβουνοϊατρίσσης Κερατέας Ἀττικῆς, μέ τήν ἀκόλουθον σειράν:
Τήν 23ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Κυκλάδων Γερμανός (Βαρυκόπουλος).
Τήν 24ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Μεγαρίδος Χριστόφορος (Χατζῆς).
Μετά τό 1950 τοῦ ἐδόθη ὁ τίτλος Χριστιανουπόλεως, διά νά μήν ἔρχεται εἰς σύγκρουσιν μετά τοῦ Νεοημερολογίτου Ἐπισκόπου Μεγαρίδος.
Τήν 25ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος (Λιώσης).
Τήν 26ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος (Καρπαθάκης).
Διά τῆς Ἀποκηρύξεως τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας, διά τῆς Συγκροτήσεώς των εἰς Σύνοδον, καί ἰδιαιτέρως διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων, οἱ 3 Ἀρχιερεῖς ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία εἶναι Ὁριστικῶς, Ἀμετακλήτως καί Τελεσιδίκως ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ. Ὄχι Δυνάμει μέν Σχισματική Ἐνεργείᾳ δέ οὐ Σχισματική, ἀλλά καί τῇ ΕΝΕΡΓΕΙᾼ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ, Μή χρήζουσα ἄλλης μελλοντικῆς Συνόδου πρός ἐκδίκασιν διά νά καταστῇ καί ἐνεργείᾳ Σχισματική.
Διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία, ἀποδεχθεῖσα τό ἀπό τοῦ 16ου αἰῶνος καταδικασθέν ὑπό Τριῶν Πανορθοδόξων Συνόδων Παπικόν Ἡμερολόγιον, δέν τελεῖ ἁπλῶς ὑπόδικος μέχρις ὅτου δικασθῆ ὑπό μελλούσης Συνόδου, ἀλλ᾽ εὑρίσκεται ἤδη ΚΑΤΑΔΙΚΟΣ ὡς ΠΡΟΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΗ.
Διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία εἶναι Καταδικασμένη, Στερεῖται Ἁγιαστικῆς Θείας Χάριτος καί Ἐγκύρων Μυστηρίων, καί πρέπει νά ἀγνοηθῇ ὡς μή Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἀλλά ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ.
Αἱ χειροτονίαι Ἐπισκόπων τόν Μάϊον τοῦ 1935 ἀπετέλεσαν Δογματικῶς καί Κανονικῶς Ὑψίστην καί ἔμπρακτον Ἐκκλησιαστικήν καί Ἐκκλησιολογικήν Ὁμολογιακήν Πρᾶξιν, μεγαλυτέραν τῆς Ἐγγράφου Ἀποκηρύξεως ἐξαπολυθείσης κατά τῆς Νεοημερολογητικῆς Ἐκκλησίας ὡς Σχισματικῆς καί ὡς στερουμένης τῆς Θείας Χάριτος.
Τόν Ἰούνιον τοῦ 1935,ἡ Νεοημερολογητική Ἐκκλησία προέβη εἰς τήν καθαίρεσιν τῶν ἑπτά (7) ἐπισκόπων καί ἐν συνεργασίᾳ μετά τῆς Πολιτείας διέταξε τήν ἐξορίαν των. Τότε ἤρχισαν νά ἀποκαλύπτωνται θησαυροί καρδιῶν καί νά ἀναδεικνύεται τό μέταλλον τοῦ κάθε ἀνδρός.

ΤΟ ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Κατ᾽ ἀρχάς, ἀξιοσημείωτον εἶναι τό ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ πρός τόν λαόν τό ὁποῖον ἐξέδωκαν μέ ἡμερομηνίαν 7 Ἰουνίου 1935, πρό τῆς Ἐξορίας των, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, Δημητριάδος Γερμανός, πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος καί Ζακύνθου Χρυσόστομος. Αὐτό ἐδημοσιεύθη καί ὡς μονοσέλιδος Ἀποχαιρετιστήριος Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος εἰς τόν «Κήρυκα Ὀρθοδόξων».
Μεταξύ ἄλλων εἰς τό Διάγγελμα πρός τούς Γνησίους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς τονίζονται τά ἀκόλουθα: «Καταδικασθέντες ἀδίκως ὑπό Σχισματικῆς Συνόδου εἰς καθαίρεσιν . . . διότι εἴχομεν τό θάρρος καί τήν ψυχικήν εὐσθενίαν νά ἀναπετάσωμεν τό ἔνδοξον καί τετιμημένον λάβαρον τῆς Ὀρθοδοξίας, θεωροῦμεν ποιμαντορικόν καθῆκον ἡμῶν, πρίν ἤ ἀποχωρισθῶμεν, νά ἀπευθύνωμεν ὑμῖν τοῖς ἀκολουθοῦσι τό Πάτριον καί Ὀρθόδοξον ἑορτολόγιον τάς ἑξῆς Ποιμαντορικάς παραινέσεις:
»Ἀκολουθοῦντες πιστῶς τό Ἀποστολικόν «Στήκετε καί κρατῆτε τάς παραδόσεις, ἅς ἐδιδάχθητε εἴτε διά λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν» μή παύσητε ἀγωνιζόμενοι δι᾽ ὅλων τῶν νομίμων καί Χριστιανικῶν μέσων ὑπέρ τῆς κατισχύσεως καί ἐπιβραβεύσεως τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν Ἀγῶνος, . . .
»Ἐπέπρωτο κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος, ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὑπό τήν ἔμπνευσιν καί πρωτοβουλίαν τοῦ προκαθημένου αὐτῆς νά προσάψῃ εἰς τό τέως ἁγνόν καί ἀκραιφνῶς Ὀρθόδοξον μέτωπον Αὐτῆς τόν μῶμον τοῦ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ διά τῆς ἀθετήσεως τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑορτολογίου, τοῦ καθιερωθέντος ὑπό τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί κυρωθέντος ὑπό τῆς αἰωνοβίου πράξεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ἀντικαταστάσεως τούτου διά τοῦ ΠΑΠΙΚΟΥ τοιούτου.
»Τό ΣΧΙΣΜΑ βεβαίως τοῦτο τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἐδημιούργησεν ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας ἥτις ἐπιλαθομένη τῆς ἱερᾶς καί Ἐθνικῆς Αὐτῆς ἀποστολῆς καί τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ γνωμικοῦ «μάχου ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς Ἑλληνικῆς ἐλευθερίας », εἰσήγαγεν ἄνευ τῆς συναινέσεως ἁπασῶν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἐν τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ τό ΠΑΠΙΚΟΝ Ἑορτολόγιον, ΔΙΑΙΡΕΣΑΣΑ οὕτως οὐ μόνον τάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς εἰς δύο ἀντιθέτους μερίδας.
»Ἡμεῖς ἀναλαβόντες τήν ποιμαντορίαν τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τοῦ ἀκολουθοῦντος τό πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον, καί ἔχοντες συναίσθησιν τοῦ Ὅρκου Πίστεως ὅν ἐδώσαμεν ὅτι θά φυλάξωμεν πάντα ὅσα παρελάβομεν παρά τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων,ἀποφεύγοντες πάντα νεωτερισμόν, δέν ἠδυνάμεθα παρά νά κηρύξωμεν ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΝ τήν Ἐπίσημον Ἐκκλησίαν, ἥτις ἐδέχθη τό ΠΑΠΙΚΟΝ Ἑορτολόγιον, ὅπερ ἐχαρακτηρίσθη ὑπό Πανορθοδόξων Συνόδων «ὡς Νεωτερισμός τῶν Αἱρετικῶν, ὡς παγκόσμιον σκάνδαλον καί ὡς αὐθαίρετος καταπάτησις τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν παραδόσεων ».
»Τούτου ἕνεκα συνιστῶμεν εἰς ἅπαντας τούς ἀκολουθοῦντας τό Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον, ὅπως ΜΗΔΕΜΙΑΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ἔχωσι μετά τῆς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ Ἐκκλησίας καί τῶν ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΝ λειτουργῶν αὐτῆς, ἀπό τῶν ὁποίων ΕΦΥΓΕΝ Η ΧΑΡΙΣ τοῦ Παναγίου Πνεύματος ·διότι οὗτοι ἠθέτησαν Ἀποφάσεις τῶν Πατέρων τῆς 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί πασῶν τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τῶν καταδικασασῶν τό Γρηγοριανόν Ἑορτολόγιον. Ὅτι δέ ἡ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ Ἐκκλησία ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΧΑΡΙΝ καί Ἅγιον Πνεῦμα, τοῦτο διαβεβαιοῖ καί ὁ Μ. Βασίλειος λέγων τά ἑξῆς:
«Εἰ καί περί μή Δόγματα οἱ Σχισματικοί σφάλλοιντο, ἀλλ᾽ ἐπειδή τοιγε Κεφαλή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας ὁ Χριστός ἐστι, κατά τόν θεῖον Ἀπόστολον, ἐξ οὗ τά μέλη πάντα ζωοῦται καί τήν πνευματικήν αὔξησιν δέχεται, οὗτοι δέ τῆς ἁρμονίας τῶν Μελῶν τοῦ Σώματος ἀπερρά γησαν καί οὐκέτι παραμένουσαν αὐτοῖς ἔχουσι τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅ τοίνυν οὐκ ἔχουσιν, πῶς ἄν τοῖς ἄλλοις μεταδοῖεν;»
»Ὅταν ἡ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ Ἐκκλησία ἐπιβάλῃ μέτρα πιεστικά καί καταθλιπτικά, ὅπως βιάσῃ τήν ὀρθόδοξον ἡμῶν συνείδησιν, συνιστῶμεν ὑμῖν, ὅπως τά πάντα ὑπομείνητε καί κρατήσητε τήν Ὀρθόδοξον Παρακαταθήκην ἀλώβητον καί ἀμόλυντον, ὅπως παρελάβομεν ταύτην παρά τῶν εὐσεβῶν Πατέρων ἡμῶν . . . .
». . .συνιστῶμεν καί ὑμῖν ἐμμονήν καί ἐγκαρτέρησιν ἐν τοῖς δεινοῖς καί ταῖς θλίψεσι καί ταῖς κακώσεσι καί αἰκισμοῖς, εἰς ἅ θά ὑποβληθῆτε ὑπό ἐκκλησίας ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ, ἐλπίζοντες πάντοτε εἰς τόν Θεόν ὅς οὐκ ἑάσει ἡμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δυνάμεθα καί ὅστις θά
εὐδοκήσῃ ἐν τῇ ἀπείρῳ Αὐτοῦ καί ἀνεξιχνιάστῳ μακροθυμίᾳ νά φω-
τίσῃ καί τούς καλῇ τῇ πίστει ΠΕΠΛΑΝΗΜΕΝΟΥΣ καί ἀκολουθοῦντας
τό ΠΑΠΙΚΟΝ ἑορτολόγιον . . . »
† Ὁ Δημητριάδος Γερμανός
† Ὁ Πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος
† Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος»

Τί είναι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (+1881-1956)

Τί είναι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (+1881-1956) 
Απάντηση του  Νικολάου Βελιμίροβιτς
Διαβάζεις στο ευαγγέλιο τα λόγια του Χριστού: «Πάντα αφεθήσεται τοις υιοίς των ανθρώπων τα αμαρτήματα και αι βλασφημήσωσιν, ος δ’ αν βλασφησμήση εις το Πνεύμα το Άγιον ουκ έχει άφεσιν εις τον αιώνα, αλλά ένοχος εστίν αιωνίου κρίσεως» (Μαρκ.γ’ 28-29).
Με ρωτάς λοιπόν : Ποια είναι η βλασφημία αυτή εναντίον του Αγίου Πνεύματος;
Είναι η βλασφημία εναντίον της αλήθειας και της ζωής που προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα. Ο άπιστος που μισεί και απορρίπτει την αλήθεια του Θεού, βλασφημεί εναντίον του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα ονομάζεται Πνεύμα της Αληθείας και Ζωής Χορηγός. Στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο διαβάζουμε πως ο Κύριος τρεις φορές ονόμασε το Άγιο Πνεύμα, Πνεύμα Αληθείας (δι’ 26,ιε’ 26,ιστ’ 13). Όποιος απορρίπτει και περιπαίζει την αλήθεια, αρνείται και περιπαίζει το Άγιο Πνεύμα, αρνείται και περιπαίζει το Θεό, που είναι πνεύμα και αλήθεια. Και ρωτάς γιατί δεν μπορεί να συγχωρεθεί η αμαρτία αυτή;
ΦΟΒΕΡΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΒΑΠΤΙΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΩΝ
ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΠΟΥ ΦΤΑΣΑΜΕ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥ ΣΚΟΤΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΣΩΣΤΑ ,ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΤΑ ΑΓΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ, ΑΛΛΑ ΕΧΟΥΝΕ ΓΙΝΕΙ ΚΟΣΜΙΚΑ. ΚΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΒΓΑΖΟΥΜΕ ΑΠΛΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΚΟΥΜΠΑΡΙΕΣ ,ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΙΡΝΟΥΝΕ ΕΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΟΙ ΡΑΣΟΦΟΡΟΙ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΠΟΥ ΤΕΛΙΚΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΔΕΝ ΤΕΛΕΣΑΝ, ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΤΡΑΓΙΚΟ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΟΤΙ ΕΧΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ......
ΟΙ ΚΟΣΜΙΚΟΙ ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑΣ ΤΩΝ "ΑΝΑΞΙΩΝ ΙΕΡΕΩΝ" ΚΟΙΤΑΝΕ....
....ΑΝ Η ΚΟΛΥΜΒΥΘΡΑ ΕΙΝΑΙ ΧΡΩΜΑ ΧΡΥΣΟ Η ΑΣΗΜΕΝΙΑ, ΠΩΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΛΑΜΠΑΔΕΣ , ΤΙΣ ΚΟΡΔΕΛΙΤΣΕΣ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΩΡΑΙΕΣ ,ΤΑ ΡΟΥΧΑΛΑΚΙΑ, ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΑΚΙΑ ΤΙ ΧΡΩΜΑ ΘΑ ΕΧΟΥΝΕ!!
....ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ ΟΛΑ ΟΣΑ ΚΑΜΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΜΕ ΤΗΝ ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΚΟΠΟ ΤΗΣ ΤΕΛΕΣΗΣ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΣΩΣΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΜΠΟΡΕΙ Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΠΑΝΩ ΜΑΣ.....
ΦΟΤΟ ΑΠΟ "ΒΑΠΤΙΣΕΙΣ" ΟΠΟΥ ΔΥΣΤΙΧΩΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ EXOYN ΜΕINH ΑΒΑΠΤΙΣΤΑ ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΑΝΑΞΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΝΕΩΤΕΡΙΣΤΕΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥΣ ΛΥΚΟΠΟΙΜΕΝΕΣ..........ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΗΝ ΚΟΛΥΜΒΥΘΡΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΓΟΝΑΤΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ.
ΒΑΦΤΙΣΗ ΧΩΡΙΣ ΒΑΠΤΙΣΗ.......
ΟΣΟΙ ΔΕΝ ΕΧΕΤΕ ΚΑΤΑΔΥΘΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΝΕΡΟ ΤΗΣ ΚΟΛΥΜΒΥΘΡΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΙΕΡΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΒΑΠΤΙΣΕΩΣ, ΕΙΣΤΕ ΔΥΣΤΙΧΩΣ ΑΒΑΠΤΙΣΤΟΙ ΚΑΙ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΒΑΦΤΙΣΤΕΙΤΕ......
ΟΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥ ΣΚΟΤΟΥΣ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΟΤΙ ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΑΠΤΙΣΜΕΝΟΙ...ΕΧΟΥΝ ΜΕΓΑΛΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΕΠΑΝΩ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΙΔΙΚΑ ΤΡΙΑΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΙΑ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΤΑΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΗΘΙΚΗΣ, ΠΙΣΤΕΩΣ.....ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΝΑ ΜΗΝ ΕΧΟΥΜΕ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΝΑ ΑΝΤΙΠΕΤΩΠΙΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ....
*ΕΝΗΜΕΡΩΣΤΕ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΑΥΤΟ ΘΕΜΑ ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΖΗΤΗΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ.....ΜΗΝ ΑΦΗΝΕΤΕ ΛΕΠΤΟ ΝΑ ΧΑΘΕΙ.

ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ Ο ΘΕΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΜΕΓΑ ΕΛΕΟΣ ΣΟΥ…….


ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ  Ο ΘΕΟΣ  ΚΑΤΑ ΤΟ ΜΕΓΑ ΕΛΕΟΣ  ΣΟΥ…….




ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
Α) ΑΙ ΘΕΟΠΝΕΥΣΤΟΙ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΙΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΙΑΣ,, ΑΓΙΑΣ,, ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ

 Ἄνευ οὐδενός Ἐκκλησιαστικοῦ λόγου καί οὐδεμιᾶς Ἐκκλησιαστικῆς αἰτίας, κατά τό πρῶτον τέταρτον τοῦ 20οῦ αἰῶνος, προέκυψεν Ἡμερολογιακόν Πρόβλημα καί Σχίσμα εἰς τό Σῶμα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς, καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἤδη ἀπό τόν 16ον αἰῶνα, διά τῶν Οἰκουμενικοῦ κύρους Πανορθοδόξων Συνόδων τοῦ 1583, τοῦ 1587 καί τοῦ 1593, εἶχε ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΕΙ τήν ἀπό τό 1582 ὑπό τοῦ Πάπα Γρηγορίου ΙΓ´ καινοτομίαν τῆς Ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου καί εἶχε παραδόσει εἰς τό ΑΝΑΘΕΜΑ τήν τροποποίησιν τόσον τοῦ Πασχαλίου ὅσον καί τοῦ Μηνολογίου.

Παρά ταῦτα, μετά ἀπό 350 ἔτη, τήν δεκαετίαν τοῦ 1920 εὑρέθησαν ἀχρεῖοιτινές τολμητίαι καί ἀντιχριστῖται (κατά παλαιότερον χαρακτηρισμόν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἱερεμίου Β´ τοῦ Τρανοῦ), δόλια ὄργανα τῆς Ἑβραιομασσωνίας καί τοῦ Σατανᾶ, οἱ ὁποῖοι ἀνόμως καί ἐκνόμως, παρανόμως καί ἀθέσμως, Ἀντικανονικῶς καί Πραξιοπηματικῶς, εἰσήγαγον τόν δαίμονα τοῦ Πάπα καί αὐτομάτως, ὄχι βαθμηδόν ἤ σταδιακῶς, ἀλλ᾽ ὡς ἀστραπή, ἐξῆλθον τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ. Κατεπάτησαν τάς Θεοπνεύστους Ἀποφάσεις τῆς Ἐκκλησίας καί οὕτω ἀπεσχίσθησαν ἐξ αὐτῆς. Ἐφήρμοσαν τό Ἀναθεματισμένον Νέον Παπικόν Ἡμερολόγιον καί οὕτω προεκάλεσαν Μέγα καί Ἀθεράπευτον Σχίσμα, τό ὁποῖον ἐξελίχθη εἰς ΑΙΡΕΣΙΝ.

Ἡ Ἀπόφασις τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου τοῦ 1583 προβλέπει ρητῶς καί κατηγορηματικῶς ὅτι:
«Ὅποιος δέν ἀκολουθᾶ τά ἔθημα (sic) τῆς Ἐκκλησίας, καθώς αἱ Ἑπτά Ἅγιαι Οἰκουμενικαί Σύνοδοι ἐθέσπισαν καί τό Ἅγιον Πάσχα καί τό Μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν νά ἀκολουθῶμεν, καί θέλει νά ἀκολουθᾶ τό νεοεφεύρετον Πασχάλιον, καί Νέον Μηνολόγιον τῶν ἀθέων ἀστρονόμων τοῦ Πάπα, καί ἐναντιώνεται εἰς αὐτά ὅλα, καί θέλει νά ἀνατρέψῃ καί νά χαλάσῃ τά πατροπαράδοτα δόγματα καί ἔθημα (sic) τῆς Ἐκκλησίας, ἄς ἔχη τό ΑΝΑΘΕΜΑ, καί ΕΞΩ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καί τῆς τῶν πιστῶν ὁμηγύρεως ἄς εἶναι.

Ἐσεῖς δέ οἱ εὐσεβεῖς καί Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, μένετε ἐν οἷς ἐμάθετε καί ἐγεννήθητε καί ἀνετράφητε καί ὅταν τό καλέσῃ ὁ καιρός καί ἡ χρεία, καί αὐτό τό αἷμα σας νά χύνετε διά νά φυλάξετε τήν πατροπαράδοτον Πίστιν καί Ὁμολογίαν σας, καί φυλάγεσθε ἀπό τῶν τοιούτων, καί προσέχετε. Ἵνα καί ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός σᾶς βοηθᾶ ἅμα καί ἡ εὐχή τῆς ἡμῶν μετριότητος εἴη μετά πάντων ὑμῶν. Ἀμήν.»

Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ Εὐλογία καί αἱ Εὐχαί τῆς Ἐκκλησίας συνοδεύουν ὅσους διαφυλάσσουν τά Ἱερά θεσπίσματα περί τοῦ Ἡμερολογίου, τηροῦν τήν πατροπαράδοτον Πίστιν καί Ὁμολογίαν, καί ἀσπάζονται ὅσα αἱ Ἑπτά Ἅγιαι Οἰκουμενικαί Σύνοδοι καθώρισαν.

Ἀπ᾽ ἐναντίας, ὅσοι καταπατοῦν τάς Ἐντολάς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ καί ἀκολουθοῦν τό Νέον Παπικόν Ἡμερολόγιον, ἕλκουν ἐπί τῶν κεφαλῶν αὐτῶν τό Φρικτόν ΑΝΑΘΕΜΑ, ἐξορίζονται τῆς τοῦ Θεοῦ Βασιλείας, χωρίζονται ἀπό τήν Ἁγίαν Τριάδα, ἀποκόπτονται τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, καί ἐν τέλει στεροῦνται τῆς Θείας Χάριτος, τῆς μακαρίου Σωτηρίας καί τῆς Αἰωνίου Ζωῆς.

Αὐτή εἶναι ἡ φρικτή Ἀπόφασις τοῦ 1583 κατά τῆς Λατινικῆς Ἡμερολογιακῆς Καινοτομίας. Ἡ αὐτή φρικτή Ἀπόφασις τοῦ 1583 ἐκυρώθη κατ᾽ ἐπανάληψιν Συνοδικῶς καί Πανορθοδόξως, τό 1587, τό 1593, τό 1722, τό 1756, τό 1836, τό 1848, τό 1895, καί τό 1904. Συνιστᾶ λοιπόν Οἰκουμενικῶς ἀποδεκτόν Ἐκκλησιαστικόν Κανόνα, Ὅριον Αἰώνιον καί Ἀμετάθετον. Δέν ἀποτελεῖ ἁπλῶς συλλεκτικῆς ἀξίας ἀρχαιοπρεπές κειμήλιον, ὡς παλαιᾶς κοπῆς νόμισμα. Οὔτε, ἀπ᾽ ἐναντίας, ἀποτελεῖ παρωχημένην μυωπικήν προκατάληψιν. Τό περί Ἡμερολογίου Ἐκκλησιαστικόν Θεόπνευστον θέσπισμα δέν ἀποτελεῖ Ἱστορικόν καθίζημα. Ἀποτελεῖ Πνεύματος Ἁγίου Νομοθέτημα.

Ἡ αὐτή φρικτή Ἀπόφασις κατά τῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου ὑπεγράφη ὑπό τοιούτου ἀναστήματος Ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν ὡς ἦτο ὁ Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας Β´ ὁ Τρανός (1572-1595), ὁ Ἀλεξανδρείας Σίλβεστρος (1566-1590), ὁ Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος Δ´ (1579-1608), καί ἀργότερον ὁ ἄλλος Ἀλεξανδρείας καί ἐπί διετίαν Ἐπιτηρητής τοῦ Θρόνου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, Μελέτιος ὁ Πηγᾶς (1590-1601).

Αἱ Ἀποφάσεις αὐταί τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων εἶναι ΟΡΙΣΤΙΚΑΙ, ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΟΙ, ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΙΚΑΙ ΔΙ᾽ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΒΑΤΑΣ. Δέν δύναται οὐδεμία ἄλλη μελλοντική Σύνοδος νά τροποποιήσῃ ἤ ἀλλοιώσῃ αὐτάς. Καί οἱ παραβαίνοντες αὐτάς δέν εἶναι ὑπόδικοι εἰς μελλοντικήν Σύνοδον• εἶναι ἤδη Προδεδικασμένοι καί Καταδεδικασμένοι.

Πρέπει νά γνωρίζῃ κάθε Ὀρθόδοξος Χριστιανός ὅτι συμφώνως πρός τό ΚΑΝΟΝΙΚΟΝ καί ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΔΙΚΑΙΟΝ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, κάθε Ἀπόφασις Οἰκουμενικῆς ἤ Πανορθοδόξου Συνόδου εἶναι ΘΕΟΠΝΕΥΣΤΟΣ. Δι’ αὐτό, ὡς ἐκδοθεῖσα τῇ ἐπινεύσει καί καθοδηγήσει τοῦ Παναγίου Πνεύματος, εἶναι Αἰώνιος καί Ἀμετάθετος, δέν ἐπιδέχεται οὐδεμιᾶς Ἀναιρέσεως ἤ Ἀλλοιώσεως, καί ἀποτελεῖ Πηγήν Κανονικοῦ Δικαίου.

ΠΗΓΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ διά τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, εἶναι:

Ἡ Ἁγία Γραφή, Παλαιά καί Καινή Διαθήκη,
Ἡ Ἱερά Παράδοσις, Γραπτή καί Προφορική,
Οἱ Ἀποστολικοί Κανόνες,
Οἱ Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καθώς καί ὅσοι Κανόνες Τοπικῶν Συνόδων ἤ Ἁγίων Πατέρων ἔχουν ἀναγνωρισθῆ ἀπό Οἰκουμενικάς Συνόδους, καί
Αἱ Ἀποφάσεις τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων.
Δέν δύναται οὐδεμία ἄλλη Πανορθόδοξος ἤ Οἰκουμενική Σύνοδος εἰς τό μέλλον νά τροποποιήσῃ, ἀλλάξῃ ἤ ἀλλοιώσῃ μίαν προηγουμένην, πόσον μᾶλλον νά ἀντιστρέψῃ ἤ ἀκυρώσῃ ἤ ἀθετήσῃ αὐτήν, διότι ἐν τοιαύτη περιπτώσει θά ἀντιφέρετο εἰς αὐτό τοῦτο τό Πανάγιον Πνεῦμα τό λαλῆσαν διά τῆς ἐν λόγῳ Συνόδου.

Ἡ ἰσχύς τῶν Πανορθοδόξων καί Οἰκουμενικῶν Ἐκκλησιαστικῶν νομοθετημάτων δέν εἶναι παροδική.Δέν νομοθετεῖ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τοῦ ΘΕΟΥ ὅπως αἱ κοσμικαί πολιτεῖαι, κατά τρόπον ὅστις νά ἐπιδέχεται μελλοντικήν ἀναθεώρησιν καί ἀνατροπήν. Δέν θά εἶχε νόημα νά νομοθετῇ διά κάτι τό ὁποῖον δέν θά ἔχῃ συνεχῆ ἰσχύν καί θά δύναται μία ἑπομένη Σύνοδος νά τό ἀλλάξῃ.Νομοθετεῖ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καί δέν ἔχει νόημα οὔτε θέσιν ἡ τρεπτότης εἰς τάς Ἀποφάσεις της.
 Οὐδέν ἀλλοιωτόν ἤ προσωρινόν ἤ ἀνίσχυρον εἰς τούς Θεοπνεύστους Νόμους τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ.
 Πᾶσα Ἀπόφασις Οἰκουμενικῆς ἤ Πανορθοδόξου Συνόδου εἶναι Ὁριστική, Ἀμετάκλητος, Τελεσίδικος καί Δεσμευτική διά τούς Πιστούς. Τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ ΘΕΟΥ εἶναι ὑποχρεωμένα νά ὑπακούουν καί πειθαρχοῦν εἰς αὐτήν.

Εἰς ἐναντίαν περίπτωσιν, οἱ ἀπειθοῦντες καί μή πειθαρχοῦτες ὑπόκεινται εἰς τάς Ἀράς καί τά Ἐπιτίμια τῆς Συνόδου ἡ ὁποία τήν ἐξέδωκεν. Ὑπόκεινται ἐπίσης καί εἰς τά ἐπιβληθέντα ΑΝΑΘΕΜΑΤΑ τῆς Καθόλου Ἐκκλησίας, τῆς Μιᾶς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἔχει ἐγκολπωθῆ πᾶσαν τοιαύτην Ἀπόφασιν εἰς τήν γενικήν Νομοθεσίαν αὐτῆς καί ἔχει θεσπίσει τούς ὑπάρχοντας Κανόνας διά τήν ἑνότητα τῶν Πιστῶν μετά τοῦ ΘΕΟΥ.
 
Οἱ ἐναντιούμενοι εἰς τάς περί τῆς Πίστεως Ἀποφάσεις τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι ὑπόδικοι διά νά κριθοῦν εἰς τό Μέλλον ὑπό ἄλλης Συνόδου. Ἤδη κέκρινται καί εἶναι ἤδη κατάδικοι ὡς ΠΡΟΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΙ.

Ὁ ἀποκεφαλισθείς δέν ἐκπνέει ὅταν καί ἐάν ὑπάρξῃ μελλοντική ἰατρική γνωμάτευσις ὅτι ἀπέθανεν. Εἶναι ἤδη νεκρός ἅμα τῇ σφαγῇ του καί δέν χρειάζεται γνωμάτευσις διά νά χωρισθῇ ἀπό τό σῶμα ἡ ψυχή του. Δέν εἶναι δυνάμει νεκρός ἕως ὅτου ἐκδοθῇ γνωμάτευσις, ἀλλ᾽ εἶναι πράγματι νεκρός καί πρίν ἀπό τήν ἔκδοσίν της.

Ὁ παραβαίνων Θεοπνεύστους Ἀποφάσεις Πανορθοδόξων Συνόδων ἀποθνήσκει Πνευματικῶς καί Ἐκκλησιαστικῶς ἅμα τῇ παραβάσει. Παράβασις τῶν Πανορθοδόξων Ἀποφάσεων δέν σημαίνει ὑποδικία. Σημαίνει ἔξωσις ἀπό τήν Ἐκκλησίαν, χωρισμός ἀπό τόν Θεόν καί ἀπώλεια Ζωῆς Αἰωνίου.

 Ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος Ἰκονίου προειδοποιεῖ κάθε Χριστιανόν ὅτι ὁ ὑποπίπτων εἰς τό Ἐκκλησιαστικόν ΑΝΑΘΕΜΑ ὑφίσταται τήν ἄμεσον ἀπώλειαν τῆς Θείας Χάριτος: «Ὡς γάρ βαπτισθείς εἰς Χριστόν Χριστόν ἐνεδύσω, οὕτως ἀποδημήσας ἀπό τῆς Ἐκκλησίας Χριστόν ἐξεδύσω» (Κατά Ἀποτακτικῶν ἤ Γεμελλιτῶν 7).


Άγιος Δωρόθεος

Ένας από τους Πατέρες, ο Ευάγριος, είπε ότι οι μοναχοί δεν πρέπει να οργίζονται η να στενοχωρούν κανέναν. Και πάλι είπε: Αν κάποιος χαλιναγωγήσει το θυμό, χαλιναγωγεί τους δαίμονες. Αν όμως έχει νικηθεί απ’ αυτό το πάθος, είναι τελείως ξένος από τη μοναχική ζωή[1] και άλλα σχετικά.Τι λοιπόν πρέπει να πούμε εμείς για τον εαυτό μας, που δεν σταματάμε μόνο στο θυμό και στην οργή, αλλά πολλές φορές φτάνουμε και μέχρι τη μνησικακία; Τι άλλο, παρά το να πενθήσουμε γι’ αυτή την ελεεινή και απάνθρωπη κατάστασή μας.

Ας κρατήσουμε λοιπόν άγρυπνα τα μάτια της ψυχής και του σώματος, αδελφοί μου, και ας βοηθήσουμε¸‘μετά Θεόν’ τους εαυτούς μας, για να γλυτώσουμε από την πίκρα αυτού του καταστρεπτικού πάθους. Γιατί συμβαίνει πολλές φορές να βάζει κανείς μετάνοια στον αδελφό του -όταν φυσικά ψυχρανθούν η στενοχωρηθούν μεταξύ τους- και να παραμένει και μετά τη μετάνοια λυπημένος και έχοντας λογισμούς εναντίον του. Δεν πρέπει αυτός που πολεμιέται από τους λογισμούς ν’ αδιαφορήσει για το θέμα, αλλά αμέσως να τους σταματήσει. Γιατί αυτό είναι μνησικακία. Και είναι ανάγκη να προσέξει με άγρυπνη φροντίδα, να μετανοήσει, ν’ αγωνιστεί, όπως είπα, για να μην μείνει πολύ καιρό μ’ αυτούς τους λογισμούς και κινδυνεύσει. Γιατί με το να βάλει μετάνοια, απλώς συμμορφώνεται σε μια πρακτική εντολή και προσωρινά αντιμετωπίζει το θέμα της οργής, αλλά δεν κάνει κανέναν αγώνα εναντίον της μνησικακίας. Γι’ αυτό και παραμένει έχοντας τη λύπη εναντίον του αδελφού του. Γιατί είναι άλλο πράγμα η μνησικακία, άλλο η οργή, άλλο ο θυμός και άλλο η ταραχή[2].

Και σας λέω ένα παράδειγμα, για να καταλάβετε. Αυτός που ανάβει φωτιά, στην αρχή έχει λίγη θράκα. Θράκα είναι ο πικρός λόγος του αδελφού που τον λύπησε. Δες, η θράκα έχει λίγη δύναμη. Γιατί, τι είναι μια λεξούλα του αδελφού σου; Αν την υποφέρεις έσβησες τη θράκα. Αν όμως αρχίσεις να σκέπτεσαι: ‘Γιατί μου το ’πε; Και εγώ μπορώ να του απαντήσω. Αν δεν ήθελε να με στενοχωρήσει, δεν θα μου το ’λεγε. Και, πιστέψτε με, θα τον κανονίσω εγώ!’ Να, έτσι βάζεις μικρά ξυλαράκια η κάποιο άλλο προσάναμμα, όπως ακριβώς κάνει αυτός που θέλει ν’ ανάψει φωτιά, και γεμίζεις τον τόπο με καπνό, που είναι η ταραχή. Ταραχή είναι ο αναβρασμός εμπαθών και ατάκτων σκέψεων, που ξεσηκώνουν την καρδιά και την κάνουν επιθετική κατά του πλησίον. Αυτή δε η επιθετική διάθεση κατά του ανθρώπου που μας στενοχώρησε, πολλές φορές παίρνει και χαρακτήρα απειλητικό, γιατί γίνεται και εκδικητική, όπως ακριβώς είπε και ο αββάς Μάρκος: ‘Η κακία που γίνεται δεκτή με το λογισμό, κάνει την καρδιά θυμώδη και απειλητική, ενώ όταν πολεμηθεί με την προσευχή και την ελπίδα προκαλεί μετάνοια και συντριβή’[3].

Γιατί αν υπέφερες τον ασήμαντο λόγο του αδελφού σου, θα έσβηνες,όπως είπα, και αυτή τη λίγη θράκα, πριν ξεσηκωθεί η ταραχή. Όμως και αυτή, αν θέλεις, μπορείς εύκολα να τη σβήσεις, όσο είναι καιρός, με τη σιωπή, με την προσευχή, με μια μετάνοια ολόκαρδη. Αν όμως παραμείνεις βγάζοντας καπνό, μ’ αυτό τον τρόπο αποθρασύνεις και ξεσηκώνεις την καρδιά σου στριφογυρίζοντας στο νου σου: ‘Γιατί μου το ’πε; Μπορώ να του απαντήσω και εγώ’. Απ’ όλο αυτό το βράσιμο και τη διαμάχη των λογισμών, με τους οποίους η καρδιά ανάβει και ξεσηκώνεται με εμπάθεια, ανάβει το πάθος του θυμού. Γιατί θυμός είναι το ξάναμμα του αίματος, που βρίσκεται γύρω απ’ την καρδιά, όπως λέει ο Μ. Βασίλειος[4]. Να, έτσι ανάβει ο θυμός, έτσι βρισκόμαστε στην κατάσταση που την λέμε οξυχολία. Αν λοιπόν θέλεις μπορείς να τον σβήσεις και αυτόν, πριν φέρει την οργή. Αν όμως συνεχίσεις να ταράζεις και να ταράζεσαι, μοιάζεις σαν κι αυτόν που ρίχνει ξύλα στη φωτιά και μεγαλώνει τη φλόγα. Και έτσι γίνονται τα αναμμένα κάρβουνα, που είναι η οργή.

Και αυτό είναι εκείνο που είπε ο αββάς Ζωσιμάς, όταν τον ρώτησαν τι σημαίνει η φράση: όπου δεν υπάρχει θυμός, σταματάει η διαμάχη. Γιατί, αν στην αρχή της ταραχής, μόλις αρχίσει, όπως είπαμε, να βγάζει καπνό και να πετάει μερικές σπίθες, προλάβει κανείς και κατηγορήσει τον εαυτόν του και βάλει μετάνοια, πριν ακόμα ξεσηκωθεί η ταραχή και γίνει θυμός, τότε μένει ειρηνικός. Πάλι αφού ανάψει ο θυμός, αν δεν ησυχάσει, αλλά αφήσει στην ψυχή του την ταραχή και την εκδικητικότητα, μοιάζει, όπως είπαμε, μ’ αυτόν που ρίχνει ξύλα στη φωτιά και παραμένει ξαναμμένος μέχρι να φτιάξει μεγάλα κάρβουνα. Όπως ακριβώς λοιπόν η θράκα γίνεται κάρβουνα, που αποθηκεύονται και μένουν πολλά χρόνια χωρίς να καταστρέφονται, και αν τους ρίξει κανείς νερό, δεν σαπίζουν, έτσι και η οργή. Αν μείνει πολύ καιρό στην ψυχή γίνεται μνησικακία. Και τότε, αν κανείς δεν χύσει το αίμα του, δεν απαλλάσσεται απ’ αυτή. Να λοιπόν, σας είπα τη διαφορά, καταλάβατε. Ακούσατε τι είναι η πρώτη ταραχή, τι ο θυμός, τι η οργή, και τι η μνησικακία. Βλέπετε πως από μια κουβέντα φτάνουμε σε τόσο μεγάλο κακό; Γιατί αν από την αρχή κατηγορούσε τον εαυτόν του και υπέμενε το λόγο του αδελφού του και δεν κοίταζε να πάρει εκδίκηση και, αντί για ένα λόγο, να πει δύο η πέντε λόγους και ν’ ανταποδώσει κακό αντί κακού, θα γλύτωνε απ’ όλα αυτά τα κακά. Γι’ αυτό πάντοτε σας λέω: όσο ακόμα είναι στην αρχή τα πάθη, κόψτε τα, πριν δυναμώσουν εναντίον σας και σας ταλαιπωρήσουν. Γιατί είναι άλλο πράγμα να βγάζεις μικρό χορταράκι και άλλο να ξεριζώνεις μεγάλο δέντρο.

Δεν παραξενεύομαι για τίποτα άλλο, παρά μόνο για το ότι δεν καταλαβαίνουμε τι ψάλλουμε. Καθημερινά ψάλλουμε και καταριόμαστε έτσι τους εαυτούς μας, χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Δεν έχουμε υποχρέωση να ξέρουμε τι ψάλλουμε; Πάντοτε βέβαια λέμε: ‘Αν σ’ αυτούς που μου ανταπέδωσαν αντί των ευεργεσιών θλίψεις, έκανα και εγώ το ίδιο, τότε ας πέσω έρημος και αβοήθητος στα χέρια των εχθρών μου’ (Ψαλ. 7,5). Τι σημαίνει όμως να πέσω; Όσο κανείς στέκεται όρθιος έχει τη δύναμη να αμυνθεί κατά των εχθρών του, κτυπάει, κτυπιέται, νικάει, νικιέται. Γιατί ακόμα είναι όρθιος. Αν όμως πέσει, πως μπορεί να συνεχίσει την πάλη με τον εχθρό, αφού βρίσκεται πεσμένος καταγής; Και καταριόμαστε τους εαυτούς μας,όχι μόνο να πέσουμε στα χέρια των εχθρών μας, αλλά να πέσουμε και αβοήθητοι. Τι σημαίνει να πέσει κανείς αβοήθητος στα χέρια των εχθρών του; Είπαμε ότι να πέσει κανείς σημαίνει ότι δεν έχει πια τη δύναμη ν’ αντισταθεί, σημαίνει ότι βρίσκεται πεσμένος καταγής. Το δε έρημος και αβοήθητος σημαίνει, να μην έχει ποτέ τίποτα καλό, που να του δώσει τη δύναμη να σηκωθεί. Γιατί εκείνος που σηκώνεται, μπορεί πάλι να φροντίσει τον εαυτόν του και όποια στιγμή χρειαστεί, να ξαναπαλαίψει με τον εχθρό.

Μετά λέμε: ‘Ας καταδιώξει τότε ο εχθρός την ψυχή μου και ας με συλλάβει αιχμάλωτο’. Όχι μόνο να μας καταδιώξει, αλλά και να μας συλλάβει, ώστε να είμαστε αιχμάλωτοι σ’ αυτόν πάντα, να μας νικάει, και σε καθετί να μας καταβάλλει, αν ανταποδίδουμε το κακό σ’ όσους μας εκδικούνται. Και δεν ευχόμαστε μόνον αυτό, αλλά και να ποδοπατήσει τη ζωή μας (Ψαλ. 7,6). Τι είναι η ζωή μας; Η ζωή μας είναι οι αρετές. Και παρακαλούμε να ποδοπατηθεί η ζωή μας στο χώμα, για να γίνουμε εντελώς χωμάτινοι, έχοντας στραμμένο όλο το λογισμό μας στη γη. ‘Και τη δόξα μας ας τη θάψει βαθιά στο χώμα’. Τι άλλο είναι η δόξα μας, παρά η γνώση που γεννιέται στην ψυχή που τηρεί τις άγιες εντολές; Αυτό λοιπόν λέμε.Δηλαδή να μας δοξάσει, όπως λέει ο Απόστολος (Φιλ. 3,19) μέσα στην αισχύνη μας. Να ποδοπατήσει στο χώμα τη ζωή μας και να κάνει τη ζωή μας και τη δόξα μας γήϊνα, ώστε τίποτα να μην λογιαζόμαστε, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Αντίθετα να σκεπτόμαστε πάντα σωματικά, πάντα σαρκικά σαν αυτούς για τους οποίους λέει ο Θεός: ‘Δεν θα παραμείνει για πολύ το πνεύμα μου σ’ αυτούς τους ανθρώπους επειδή φρονούν και ζουν σαρκικά’(Γεν. 6,3).

Έτσι λοιπόν ψέλνοντας όλα αυτά, καταριόμαστε τους εαυτούς μας, αν αποδίδουμε κακό αντί για κακό. Και όμως πόσα κακά αντί κακών αποδίδουμε και δεν μας ενδιαφέρει καθόλου, αλλά αδιαφορούμε.

Συμβαίνει δε πολλές φορές ν’ αποδίδει κανείς κακό αντί για κακό όχι μόνο με πράξη, αλλά και με λόγο και με τη στάση του. Και παρουσιάζεται εξωτερικά ότι δεν ανταπέδωσε με πράξη το κακό, αλλά βλέπει ότι το ανταπέδωσε με λόγο η, όπως είπα, με τη συμπεριφορά του. Γιατί πολλές φορές κάνει κανείς ένα μορφασμό η μια κίνηση η ρίχνει ένα βλέμμα και ταράσσει τον αδελφό του. Γιατί μπορεί κανείς και μ’ ένα βλέμμα και με μια κίνηση να πληγώσει τον αδελφό του. Και είναι και αυτό ανταπόδωση κακού αντί κακού. Άλλος προσπαθεί να μην ανταποδώσει το κακό ούτε με πράξη, ούτε με λόγο, ούτε με μορφασμό η με κίνηση. Λυπάται όμως στην ψυχή του για τον αδελφό του και στενοχωριέται μαζί του. Βλέπετε πόση διαφορά καταστάσεων! Άλλος πάλι δεν τρέφει καμιά λύπη για τον αδελφό του. Αν όμως ακούσει ότι κάποτε κάποιος τον στενοχώρησε η γόγγυσε εναντίον του η τον έβρισε, ευχαριστιέται που τ’ ακούει και βρίσκεται και αυτός στην κατάσταση ν’ αποδίδει κακό αντί για κακό μέσα στην καρδιά του. Άλλος ούτε κακία κρατάει, ούτε χαίρεται όταν ακούει κακολογία γιÕ αυτόν που τον έθλιψε, αλλά στενοχωριέται βαθιά αν εκείνος λυπηθεί. Δεν αισθάνεται όμως ευχάριστα αν του συμβεί κάτι καλό, αλλά αν τον δει να δοξάζεται η ν’ αναπαύεται, στενοχωριέται. Και είναι και αυτό ένα είδος μνησικακίας, ελαφρότερο, όμως πραγματικό. Πρέπει δε να χαίρεται κανείς για τα καλά του αδελφού του και να κάνει τα πάντα για να τον εξυπηρετήσει και με καθετί να φροντίζει να τον τιμάει και να τον αναπαύει.

Στην αρχή του λόγου είπαμε ότι πολλές φορές συμβαίνει να βάλει κάποιος μετάνοια στον αδελφό του και μετά τη μετάνοια να παραμένει ακόμα λυπημένος μαζί του.Τότε λέμε ότι, βάζοντας μετάνοια, την μεν οργή θεράπευσε μ’ αυτή τη μετάνοια, εναντίον όμως της μνησικακίας δεν αγωνίστηκε ακόμα. Υπάρχει δε και άλλος που αν συμβεί να στενοχωρηθεί με κάποιον και βάλουν μετάνοια και συγχωρεθούν ειρηνεύει απέναντί του και δεν βαστάει στην καρδιά του καμία κακή ανάμνηση για αυτόν. Αν όμως συμβεί, μετά από μερικές ημέρες, να του πει κάτι που να τον στενοχωρήσει, αρχίζει να ξαναθυμάται και τα πρώτα και ν’ αναστατώνεται, όχι μόνο για τα δεύτερα, αλλά και για τα πρώτα. Αυτός μοιάζει με άνθρωπο που έχει πληγή και βάζει έμπλαστρο. Και προσωρινά με το έμπλαστρο την επουλώνει. Είναι όμως ακόμα το μέρος ευαίσθητο και οποιαδήποτε στιγμή του ρίξει κανείς μια πέτρα, πληγώνεται πιο εύκολα απ’ όλο το άλλο σώμα και αρχίζει αμέσως να αιμορραγεί. Έτσι παθαίνει και αυτός. Είχε πληγή και της έβαλε επάνω έμπλαστρο, που είναι η μετάνοια. Και προσωρινά μεν θεράπευσε την πληγή ακριβώς όπως και ο πρώτος, δηλαδή θεράπευσε την οργή, και άρχισε να φροντίζει και για τη μνησικακία προσπαθώντας να μην κρατήσει καμιά κακή ενθύμηση στην καρδιά του. Αυτό ακριβώς είναι η επούλωση του τραύματος. Δεν το εξαφάνισε όμως μέχρι τώρα εντελώς, αλλά ακόμα έχει το έλλειμμα της μνησικακίας, που είναι η ουλή απ’ όπου εύκολα ξανανοίγει όλο το τραύμα, όταν δεχτεί μικρό κτύπημα. Πρέπει λοιπόν ν’ αγωνιστεί, για να εξαφανίσει εντελώς την ουλή, ώστε και να ξαναβγάλει τρίχες το μέρος εκείνο και να μην μείνει καμιά ασχήμια, ούτε να γίνεται καθόλου αντιληπτό ότι βρισκόταν σ’ εκείνο το μέρος τραύμα.

Πως όμως μπορεί να το κατορθώσει κανείς αυτό; Με το να προσεύχεται μ’ όλη του την καρδιά γι’ αυτόν που τον λύπησε και να λέει: ‘Θέε μου, βοήθησε τον αδελφό μου και με τις ευχές του και μένα’. Και βρίσκεται στη θέση να προσεύχεται για τον αδελφό του -πράγμα που αποτελεί απόδειξη της αγάπης και της συμπάθειας- και να ταπεινώνεται ζητώντας βοήθεια με τις ευχές του. Όπου δε υπάρχει συμπάθεια, αγάπη και ταπείνωση,πως μπορεί να υπερισχύσει θυμός η μνησικακία η κάποιο άλλο πάθος; Καθώς είπε και ο αββάς Ζωσιμάς: ‘Και αν ακόμα ξεσηκώσει όλα τα σύνεργα της κακίας του ο διάβολος με όλα τα δαιμόνιά του, όλες οι πονηρίες του αχρηστεύονται και συντρίβονται από την ταπείνωση, που φέρνει η τήρηση της εντολής του Χριστού’ [5]. Λέει δε κάποιος άλλος Γέροντας: ‘Αυτός που προσεύχεται για τους εχθρούς του, δεν έχει μέσα του μνησικακία’ [6].

Κατανοήστε καλά ο, τι ακούτε και κάνετέ τα πράξη. Γιατί πραγματικά, αν πρακτικά δεν τα εφαρμόσετε, με τα λόγια δεν μπορείτε αυτά να τα μάθετε. Ποιός άνθρωπος που θέλει να μάθει μια τέχνη, τη μαθαίνει μόνο με τα λόγια; Οπωσδήποτε πρώτα φτιάχνει και χαλάει και ξαναφτιάχνει και ξαναχαλάει και έτσι, κοπιάζοντας λίγο και υπομένοντας, μαθαίνει την τέχνη, με τη βοήθεια του Θεού, που βλέπει την προαίρεση και τον κόπο του και τον δυναμώνει στο έργο. Και εμείς θέλουμε να μάθουμε την μεγαλύτερη απ’ όλες τις τέχνες[7], χωρίς να καταπιαστούμε με έργα; Πως είναι δυνατόν; Ας προσέξουμε τους εαυτούς μας, αδελφοί μου, και ας δουλέψουμε με πολλή επιμέλεια, όσο έχουμε ακόμα καιρό. Ο Θεός να δώσει να θυμόμαστε και να φυλάμε εκείνα που ακούμε, για να μην μας επιβαρύνουν την ημέρα της κρίσεως.

Σημειώσεις:

1) Ει τις θυμού κεκράτηκεν, ούτος δαιμόνων κeκράτηκεν, ει δε τις τούτω τω πάθει δεδούλωται, ούτος μοναδικού βίου εστί παντελώς αλλότριος, και ξένος των οδών του Σωτήρος ημών· είπερ αυτός ο Κύριος ημών λέγεται διδάσκειν τους πραείς τας οδούς αυτού· διο και δυσθήρατος γίνεται των αναχωρούντων ο νους, εις το της πραότητος φεύγων πεδίον ουδεμίαν γαρ των αρετών σχεδόν ούτω δεδοίκασιν οι δαίμονες, ως πραΰτητα·ταύτην γαρ και Μωϋσής εκείνος εκέκτητο, πραΰς παρά πάντας τους ανθρώπους κληθείς. Και ο άγιος δε Δαυΐδ αξίαν ταύτην της του Θεού μνήμης απεφθέγξατο είναι· ‘Μνήσθητι Κύριε’, λέγων, ‘του Δαυΐδ και πάσης της πραότητος αυτού’. Αλλά και αυτός ο Σωτήρ μιμητάς ημάς εκέλευσε γενέσθαι της εκείνου πραότητος· ‘Μάθετε απ’ εμού’ λέγων, ’ότι, πράός ειμι και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών‘. Ει δε τις βρωμάτων μεν, και πομάτων, απέχοιτο, θυμόν δε λογισμοίς πονηροίς ερεθίζει, ούτος έοικε ποντοπορούση νηΐ, και εχούση δαίμονα κυβερνήτην, διο προσεκτέον όση δύναμις, τω ημετέρω κυνί, και διδακτέον αυτόν, τους λύκους μόνους διαφθείρειν, και μη τα πρόβατα κατεσθίειν, πάσαν ενδεικνύμενον πραότητα προς πάντας ανθρώπους>.
 (Ευάγριος P.G.79. 1216BC).

2) Μ. Βασ. P.G. 31,369.

3) P.G. 65, 908A.

4) Μ. Βασ. P.G. 30, 424A.
 Μ. Βασ. P.G. 31, 356C.
 Γρ. Νυσ. P.G. 44, 160D.
 Γρηγ. Ναζ. P.G. 37, 948.
 Ευάγρ. P.G. 40, 1273.
 Γρηγ. Νυσ. P.G. 46, 56.
 Ιωάν. Κλιμ. P.G. 88, 836D.

5) Εν παντί αμαρτήματι εταπείνωσεν ημάς ο διάβολος, και οφείλομεν ευγνώμονες γενέσθαι της ταπεινώσεως ημών· οι γαρ ευγνώμονες γενόμενοι της αυτών ταπεινώσεως συντρίβουσι τον διάβολον. Και καθώς είπον οι άγιοι Πατέρες· εάν κατενεχθή η ταπείνωσις εις τον άδην, εις τον ουρανόν ανάγεται· και εάν υψωθή η υπερηφανία έως του ουρανού, κατάγεται εις τον άδην· τις πείθει ποτέ τεταπεινωμένον πλέξαι λογισμούς κατά τινος, η καν ανέξεσθαι μέμψασθαί τινα, η βάλλειν επάνω άλλου αιτίαν; παν γαρ οτιούν πάθη ο ταπεινός η ακούσει, αφορμήν λαμβάνει εις το καταμέμφεσθαι και υβρίζειν εαυτόν· και εμέμνητο του αββά Μωϋσέως ότε εξέβαλλον αυτόν οι κληρικοί του ιερατείου, ειπόντες αυτώ·Ύπαγε έξω, Αιθίοψ. Και ήρξατο εαυτόν επιπλήττειν και λέγειν· Σποδόδερμε, μελανέ, καλώς σοι εποίησαν· μη ων άνθρωπος έρχη εις το μέσον των ανθρώπων· και καλώς σοι εποίησαν>.
 (Αββάς Ζωσιμάς P.G. 78, 1688A)

6) P.G. 40, 1277D.

7) <Αλλ’ έστω τις μήτε κακός, και αρετής ήκων εις το ακρότατον· ουχ ορώ, τίνα λαβών επιστήμην, η ποία δυνάμει πιστεύσας, ταύτην αν θαρροίη την προστασίαν·τω όντι γαρ αύτη μοι φαίνεται τέχνη τις είναι τεχνών, και επιστήμη επιστημών, άνθρωπον άγειν, το πολυτροπώτατον ζώον και ποικιλώτατον. Γνοίη δ’ αν τις τη των σωμάτων θεραπεία, την των ψυχών ιατρείαν αντεξετάσαι· και όσω μεν εργώδης εκείνη καταμαθών, όσω δε η καθ’ ημάς εργωδεστέρα προσεξετάσας, και τη φύσει της ύλης, και τη δυνάμει της επιστήμης, και τω τέλει της ενεργείας τιμιωτέρα>.
 (Γρηγ. Θεολ. P.G. 35, 425A,
 Πρβλ. και Ευαγρ. P.G. 79, 748-49).



-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------


Περί των αθέων αιρετικών
Δια τούτο πολλάκις υμάς υπέμνησα περί των αθέων αιρετικών, και τα νύν παρακαλώ, του μη συγκαταβήναι αυτοίς εν τινι πράγματι, μη εν βρώμασιν, ή εν πόμασιν, ή φιλία ή σχέσει, ή αγάπη ή ειρήνη. Ο γαρ εν τούτοις απατώμενος, και συγκαταβαίνων αυτοίς, αλλότριον εαυτόν καθίστησι της καθολικής Εκκλησίας. Ο δε αληθινός και άδολος μαθητής του Θεού μετά παρρησίας κράζει: ει τις υμάς ευαγγελίζεται παρ΄ ο παρελάβετε, ανάθεμα έστω.
(άγιος I. Χρυσόστομος).

Εχθρούς γαρ Θεού ο άγιος Χρυσόστομος, ου μόνον τους αιρετικούς αλλά και τους κοινωνούντας με αυτούς μεγάλη και πολλή τη φωνή ονόμασαι.                      
(άγιος Θεόδωρος Στουδίτης).


Η καθολική εκκλησία είναι κεκριμένη αίρεσης
Μας λέγει ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός

«Την μεν αιτίαν του σχίσματος εκείνοι δεδώκασι, την προσθήκην εξενεγκόντες αναφανδόν, ήν υπ’ οδόντα πρότερον έλεγον· ημείς δε αυτοίς εσχίσθημεν πρότεροι, μάλλον δε εσχίσαμεν αυτούς και απεκόψαμεν του κοινού της Εκκλησίας σώματος. Διότι ειπέ μοι: Πότερον, ως ορθήν έχοντας δόξαν ή ορθώς την προσθήκην εξενεγκόντας; Και τις αν τούτο είποι, μη σφόδρα τον εγκέφαλον διασεσεισμένος; αλλά ως άτοπα και δυσσεβή φρονούντας και παραλόγως την προσθήκην ποθήσαντας. Ουκούν ως αιρετικούς αυτούς απεστράφημεν και δια τούτο αυτοίς εχωρίσθημεν... αιρετικοί εισιν άρα και ως αιρετικούς αυτούς απεκόψαμεν»



Απόστολικοί κανόνες 45ος και 65ος:


Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς ως κληρικοίς ενεργήσαι τι, καθαιρήσθω» και «Ει τις κληρικός ή λαϊκός εισέλθοι, εις συναγωγήν Ιουδαίων ή αιρετικών, προσεύξασθαι, και καθαιρείσθω και αφοριζέσθω.

Οι παπικοί, είναι αιρετικοι, όπως ερμηνευει
και ο Αγιος Νικόδημος ο Αγιορίτης:

«Ο δε ξε΄ Απόστολικός λέγει, ότι όποιος έμβη εις συναγωγήν αιρετικών δια να προσευχηθή, Κληρικός μεν ων, ας καθαίρηται, Λαϊκός δε, ας άφορίζηται. Η δε εν Λαοδικεία, κατά μεν τον ς΄ αυτής, δεν συγχωρεί να εμβαίνουν οι αιρετικοί εις την έκκλησίαν, κατά δε τον λβ΄ δεν πρέπει, λέγει να λαμβάνη τινάς τας παρά των αιρετικών ευλογίας, ή οποίαις είναι αλογίαις, και όχι εύλογίαις, αλλ' ουδέ πρέπει να συμπροσεύχηταί τινας με αιρετικούς ή σχισματικούς κατά τον λγ΄ τής αυτής. Ο δε λδ΄ αναθεματίζει τους αφήνοντας τους μάρτυρας του Χριστού και πορευομένους εις τους ψευδομάρτυρας των αιρετικών. Ο δε Ο΄ Τιμοθέου δεν συγχωρεί να στέκωνται παρόντες αιρετικοί εν τω καιρώ της θείας λειτουργίας, ΕΞΩ ΜΟΝΟΝ ΑΝ ΥΠΟΣΧΩΝΤΑΙ ΝΑ ΜΕΤΑΝΟΗΣΟΥΝ, ΚΑΙ ΝΑ ΑΦΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΙΡΕΣΙΝ.

Αλλά και ο Ο΄ τής εν Λαοδικεία αφορίζει τους Χριστιανούς όπου πηγαίνουν εις τα κοιμητήρια, ή μαρτύρια των αιρετικών δια να προσευχηθούν, ή χάριν ιατρείας των ασθενών αυτών. αλλ ούτε πρέπει να συνεορτάζη κανείς Χριστιανός με αιρετικούς, ούτε να δέχηται τα παρ αυτών πεμπόμενα εις αυτόν δώρα της εορτής των, κατά τον λζ΄ τής αυτής εν Λαοδικεία».

Γιατί λοιπόν αδιαφορείτε για τις εντολές τον Αγίων πατέρων μας ;

Τα αναθέματα υπάρχουν, και θα βαρύνουν εσάς αλλά και τούς πιστούς που σας ακολουθούν, μέχρι να εφαρμόσετε κατά γράμμα τις συνοδικές αποφάσεις και τις εντολές των Αγίων πατέρων.