xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)


 (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ  ΚΑΙ  ΣΧΟΛΙΑ  ΣΤΟ  ΒΙΒΛΙΑΡΙΟ  Ο  ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ)
 ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ   ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2004
  Πρόλογος
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ μας είναι από τη φύση της καθο¬λική και ασφαλώς οικουμενική (παγκόσμια). Έχει ανοιχτή την αγκαλιά της σ' όλους τους ανθρώπους, κάθε φυλής και εποχής, και τους καλεί να έρθουν κοντά της. Ο Χριστός, που είναι η κεφαλή της, απευθύνει διαχρονικά στον κόσμο το «δεύτε πρός με πάντες», ενώ παράλληλα στέλνει τους μαθητές Του να διδάξουν το Ευαγγέλιο της σωτηρίας «εις πάντα τα έθνη».
Αυτή τη συστατική και φυσική ιδιότητα της Εκκλη¬σίας, την οικουμενικότητα-παγκοσμιότητα, τη διεκ-δικούν σήμερα δυο κινήματα, που εκφράζουν το πνεύμα της εποχής: ο Οικουμενισμός και η Παγκοσμιοποίηση.
Η Παγκοσμιοποίηση προωθείται από ισχυρές πολιτι¬κοοικονομικές δυνάμεις και προβάλλει το μοντέλο μιας ενοποιημένης ανθρωπότητος, ενώ ο Οικουμενισμός δρα¬στηριοποιείται στον θρησκευτικό χώρο, επιδιώκοντας την εκπλήρωση του οράματος ενός ενωμένου Χριστιανι¬σμού και στοχεύοντας τελικά σε μια οικουμενική θρη¬σκεία, μια Πανθρησκεία.
Στο τεύχος τούτο επιχειρούμε να σκιαγραφήσουμε το κίνημα(ΑΙΡΕΣΗ) του Οικουμενισμού -στο οποίο συμμετέχει και η Ορθοδοξία(ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΡΑΤΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΙΔΡΥΤΙΚΑ ΜΕΛΛΟΙ)-, επειδή αυτό παραμένει άγνωστο στο ευ¬ρύτερο πλήρωμα της Εκκλησίας μας και επειδή οι εξε¬λίξεις στους κόλπους του προκαλούν ανησυχία και προ¬βληματισμό .
Ίσως ν' ακούγεται περίεργα, αλλά είναι γεγονός ότι σήμερα ο Οικουμενισμός απειλεί την οικουμενικότητα της Εκκλησίας μας, γιατί διολισθαίνει όλο και περισσό¬τερο σε συμβιβαστικές-συγκρητιστικές τακτικές, που αναιρούν θεμελιώδεις αρχές της ορθοδόξου πίστεως. Και, ας μην το λησμονούμε, η ορθή πίστη είναι η πρώτη και κύρια προϋπόθεση της σωτηρίας του ανθρώπου, σύμφωνα με τη θεόπνευστη αγιοπατερική απόφανση: «Όστις βούλεται σωθήναι, πρό πάντων χρή αυτώ την καθολικήν κρατήσαι πίστιν, ήν ει μη τίς σώαν καί άμωμον τηρήσειεν, άνευ δισταγμού, εις τον αιώνα απολείται» (Σύμβολον της Πίστεως αγίου Αθανασίου Αλεξανδρείας).
Έτσι, λοιπόν, αν το σωτήριο μήνυμα της Ορθοδοξίας μας χαθεί ανάμεσα στα πλάνα μηνύματα των ετεροδόξων και των αλλοθρήσκων, για χάρη ενός ουτοπικού οικουμενιστικού οράματος, τότε θα χαθεί και η ελπίδα του κόσμου.

Τι είναι ο Οικουμενισμός.

Ο Οικουμενισμός είναι μια κίνηση, που διακηρύσσει ότι έχει ως σκοπό την ενότητα του διαιρεμένου χριστιανικού κόσμου (Ορθοδόξων, Παπικών, Προτεσταντών, κ.ά.). Η ιδέα της ενότητας συγκινεί κάθε ευαίσθητη χριστιανική ψυχή και ανταποκρίνεται στους μύχιους πόθους της. Την ιδέα αυτή οικειοποιείται και ο Οικουμενισμός. Αλλά το ενω¬τικό του όραμα, όραμα κατεξοχήν πνευματικό, το στηρί¬ζει κυρίως πάνω στις ανθρώπινες προσπάθειες και όχι στην ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Μόνο το Άγιο Πνεύμα μπορεί, όταν συναντήσει την ανθρώπινη μετάνοια και ταπείνωση, να κάνει αυτό το όραμα πραγματικότητα.
Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΚΙΝΗΣΗ ΑΛΛΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΠΟΥ ΕΞΗΣΩΝΗ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΛΕΓΟΜΕΝΕΣ  ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ!
Η ποθητή ενότητα, αν και όταν συμβεί, δεν θα είναι παρά ένα θαύμα του Θεού.

Πότε εμφανίστηκε.

Οι ρίζες του Οικουμενισμού πρέπει ν' αναζητηθούν στον προτεσταντικό χώρο, στα μέσα του 19ου αι. Τότε κάποιες χριστιανικές Ομολογίες, βλέποντας τον κόσμο να φεύγει από κοντά τους λόγω της αυξανόμενης θρη¬σκευτικής αδιαφορίας και των οργανωμένων αντιθρησκευτικών κινημάτων, αναγκάστηκαν σε μια συσπείρωση και συνεργασία.
Αυτή η ενωτική δραστηριότητά τους έλαβε οργανωμένη πλέον μορφή, ως Οικουμενική Κίνηση, τον 20ό αι., και κυρίως το 1948,ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΦΑΡΜΟΣΤΙΚΕ ΤΟ 1923 ΜΕ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΣΑΝ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΧΡΙΣΤΟΥ! με την ίδρυση στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.), που εδρεύει στη Γενεύη. ΙΔΡΥΤΙΚΟ ΜΕΛΛΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ!
Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί ότι το Π.Σ.Ε. δεν θα μπορούσε ποτέ να πάρει "οικουμενικό" χαρακτήρα, αλλά θα παρέμενε απλά μια ενδοπροτεσταντική υπόθεση, αν δεν συμμετείχαν και κάποιες τοπικές Ορθόδοξες Εκκλη¬σίες. Οι Ρωμαιοκαθολικοί αρνήθηκαν να συμμετάσχουν. Αργότερα όμως, χωρίς να ενταχθούν στο Π.Σ.Ε., μπήκαν κι αυτοί στην Οικουμενική Κίνηση. Με σχετικό διάταγμα της Β' Βατικανής Συνόδου (1964), εγκαινίασαν έναν δικό τους Οικουμενισμό που στοχεύει στην ένωση όλων των Χριστιανών κάτω από την παπική εξουσία.

Η συμμετοχή των Ορθοδόξων στην Οικουμενική Κίνηση.

Πρέπει να ομολογήσουμε ότι σημαντική ώθηση στη δη¬μιουργία της Οικουμενικής Κινήσεως έδωσε και το Οικου¬μενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως• ιδιαίτερα μά¬λιστα με το Διάγγελμα του 1920, που, όπως αποδείχθηκε, αποτέλεσε τη βάση και τον "Καταστατικό Χάρτη" της συμμετοχής των Ορθοδόξων στην Οικουμενική Κίνηση.
Το Διάγγελμα αυτό ήταν κάτι το πρωτόγνωρο στην ιστορία της Εκκλησίας, επειδή για πρώτη φορά επίσημο ορθόδοξο κείμενο χαρακτήριζε όλες τις ετερόδοξες Κοι¬νότητες της Δύσεως "Εκκλησίες", «ως συγγενείς καί οι¬κείας εν Χριστώ καί συγκληρονόμους καί συσσώμους τής επαγγελίας τού Θεού». Έτσι ανέτρεπε την ορθόδοξη εκκλησιολογία. Και για να μην αναφερθούμε σε παλαιότε¬ρες εποχές, φτάνει να θυμηθούμε ότι λίγα χρόνια νωρίτε¬ρα (1895) το ίδιο Πατριαρχείο, σε εγκύκλιό του τοποθετούσε τον Παπισμό εκτός Εκκλησίας, επειδή εισήγαγε «αιρετικάς διδασκαλίας και καινοτομίας». Γι΄ αυτό και καλούσε τους Δυτικούς Χριστιανούς να επιστρέψουν στους κόλπους τής μιάς Εκκλησίας, δηλαδή της Ορθοδοξίας.
Το Διάγγελμα του 1920 έχοντας ως πρότυπο τη διακρατική «Κοινωνία των Εθνών», πρότεινε τη σύμπηξη μιας «συναφείας καί κοινωνίας μεταξύ των Εκκλησιών», με κυ¬ριότερους στόχους α) την επανεξέταση των δογματικών διαφορών με συμβιβαστική διάθεση, β) την παραδοχή ενι¬αίου ημερολογίου (ή μερική εφαρμογή του οποίου επέφε¬ρε, δυστυχώς, ενδοορθόδοξο εορτολογικό διχασμό), και γ) τη συγκρότηση παγχριστιανικών συνεδρίων.
Εκτός από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όλες σχεδόν οι Ορθόδοξες Εκκλησίες ζήτησαν σταδιακά να γίνουν, και έγιναν, δεκτές ως μέλη του Π.Σ.Ε. Μερικές, ωστόσο, ανα¬γκάστηκαν αργότερα ν΄ αναδιπλωθούν και ν΄ αποχωρή¬σουν, καθώς αφενός παρακολουθούσαν με απογοήτευση τον εκφυλισμό του και αφετέρου πιέζονταν από τις έντο¬νες αντιοικουμενιστικές αντιδράσεις του ποιμνίου τους. Εύλογο πρόβαλλε το ερώτημα: Πώς, άραγε, μπορεί η Ορθοδοξία να είναι ενταγμένη ως "μέλος" σε "κάτι", τη στιγμή που η ίδια είναι το "όλον", το Σώμα του Χριστού, και που καλεί όλους να γίνουν μέλη Του;
Όσον άφορα στο οικουμενιστικό άνοιγμα του Βατικα¬νού, η ανταπόκριση της Ορθοδοξίας υπήρξε θετική, με κύ¬ριο εκφραστή της τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα. Ο Πατριάρχης συναντήθηκε με τον πάπα Παύλο ΣΤ' στα Ιεροσόλυμα (1964), προχώρησε μαζί του στην αμοιβαία άρση των αναθεμάτων του Σχίσματος του 1054 και υποστήριξε το "διάλογο της αγάπης", προωθώντας έτσι τους στόχους της Β' Βατικανής Συνόδου.
Η ΑΡΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΘΕΜΑΤΩΝ  ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ  ΦΕΡΝΕΙ ΣΤΑ ΚΕΦΑΛΙΑ  ΤΩΝ  ΚΛΗΡΙΚΩΝ  ΚΑΙ ΛΑΙΚΩΝ  ΤΟΥ  ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ  ΤΑ ΑΝΑΘΕΜΑΤΑ  ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ! (ΕΠΙΣΤΟΛΗ  ΠΑΝ. ΤΡΕΜΠΕΛΑ  ΣΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ)
Τα θεωρητικά "ανοίγματα" του Οικουμενισμού.

Ο Οικουμενισμός, για να υλοποιήσει τους στόχους του, αναγκάζεται να παραθεωρήσει ή και ν' αναθεωρήσει ορι¬σμένες βασικές αρχές της Ορθοδοξίας.
Προβάλλει την αντίληψη της "Διευρυμένης Εκκλησίας", σύμφωνα με την οποία η Εκκλησία είναι μία και περιλαμ¬βάνει τους Χριστιανούς κάθε Ομολογίας, από τη στιγμή που δέχτηκαν το βάπτισμα. Έτσι όλες οι χριστιανικές Ομολογίες είναι μεταξύ τους "Αδελφές Εκκλησίες".ΑΥΤΗ  Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ  ΕΙΝΑΙ  Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ  ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ  ΚΑΤΑ  ΤΟΥ  ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ  ΠΟΥ ΔΕΝ  ΣΥΝΧΩΡΗΤΑΙ  ΟΥΤΕ  ΚΑΙ  ΜΕ  ΤΟ  ΜΑΡΤΥΡΙΟ!
Μέσα στο ίδιο πνεύμα κινείται και η ιδέα της "Παγκό¬σμιας ορατής Εκκλησίας": Η Εκκλησία που υφίσταται τά¬χα "αόρατα" και απαρτίζεται απ' όλους τους Χριστια¬νούς, θα φανερωθεί και στην ορατή της διάσταση με τις κοινές ενωτικές προσπάθειες.
Τις αντιλήψεις αυτές επηρέασε και η προτεσταντική θεωρία των κλάδων, σύμφωνα με την οποία η Εκκλησία είναι ένα "δένδρο" με "κλαδιά" όλες τις χριστιανικές Ομο¬λογίες, καθεμιά από τις οποίες κατέχει ένα μόνο μέρος της αλήθειας.
Ας προστεθεί επίσης και η θεωρία των "δύο πνευμό¬νων", που αναπτύχθηκε μεταξύ ορθοδόξων οικουμενιστών και Παπικών. Σύμφωνα μ' αυτήν Ορθοδοξία και Πα¬πισμός είναι οι δύο πνεύμονες, με τους οποίους αναπνέει η Εκκλησία. Για ν' αρχίσει τάχα ν' αναπνέει ορθά και πά¬λι, θα πρέπει οι δύο πνεύμονες να συγχρονίσουν την ανα¬πνοή τους.  ΑΥΤΗ  Η ΘΕΩΡΙΑ  ΑΝΑΠΤΥΧΘΗΚΕ  ΑΠΟ  ΤΟΝ ΠΡΩΗΝ  ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ  ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ!
Τέλος, στις μεθόδους, που χρησιμοποιεί ο Οικουμενι¬σμός για την προσέγγιση των Χριστιανών, περιλαμβάνε¬ται και ο δογματικός μινιμαλισμός. Πρόκειται για προ¬σπάθεια να συρρικνωθούν τα δόγματα στα πιο αναγκαία, σ' ένα "μίνιμουμ" (=ελάχιστο), προκειμένου να υπερπηδη¬θούν οι δογματικές διαφορές μεταξύ των Ομολογιών. Το αποτέλεσμα όμως είναι η παραθεώρηση του δόγματος, ο υποβιβασμός και η ελαχιστοποίηση της σημασίας του. «Ας ενωθούν», λένε, «οι Χριστιανοί, και τα δόγματα τα συζητούν αργότερα οι θεολόγοι»! Με τη μέθοδο βέβαια του δογματικού μινιμαλισμού είναι ίσως εύκολο να ενωθούν οι Χριστιανοί. Οι τέτοιοι "Χριστιανοί" όμως μπορεί να είναι Ορθόδοξοι, δηλαδή αληθινά Χριστιανοί;
Ο ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ  ΑΛΛΑ ΚΑΙ  ΑΛΛΟΙ  ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ  ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ  ΔΗΛΩΣΑΝ ΟΤΙ  ΟΙ  ΑΓΙΟΙ  ΠΟΥ  ΚΑΤΕΔΙΚΑΣΑΝ  ΤΟΥΣ  ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ  ΕΙΧΑΝ  ΜΙΣΣΑΛΟΔΟΞΙΑ  ΚΑΙ  ΓΙΑΥΤΟ  ΚΟΛΑΣΘΗΚΑΝ!


Η ορθόδοξη αντίληψη για την Εκκλησία.

Σύμφωνα με την ορθόδοξη εκκλησιολογία, Εκκλησία και Ορθοδοξία ταυτίζονται. Η Εκκλησία είναι οπωσδή¬ποτε Ορθόδοξη και η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Κα¬θολική και Αποστολική Εκκλησία, το Σώμα του Χριστού. Και επειδή ο Χριστός είναι ένας, άρα και η Εκκλησία είναι μία. Γι' αυτό ποτέ δεν νοείται διαίρεση στην Εκκλησία. Μό¬νο χωρισμό από την Εκκλησία έχουμε. Σε συγκεκριμένες δηλαδή ιστορικές στιγμές οι αιρετικοί και οι σχισματικοί αποκόπηκαν απ' αυτήν, κι έτσι έπαψαν να είναι μέλη της.
Η Εκκλησία κατέχει το πλήρωμα της αλήθειας, όχι μιας αφηρημένης αλήθειας, αλλά ενός τρόπου ζωής που σώζει τον άνθρωπο από το θάνατο και τον κάνει "κατά χάριν Θεό". Αντίθετα, η αίρεση αποτελεί ολική ή μερική άρνηση της αλήθειας, ένα κομμάτιασμά της, που έτσι παίρνει το χαρακτήρα και την παθολογία μιας ιδεολογίας. Χωρίζει τον άνθρωπο από τον τρόπο υπάρξεως που έδωσε ο Θεός στην Εκκλησία Του και τον θανατώνει πνευματικά.
Τα δόγματα επίσης, τα οποία περικλείουν τις υπερβα¬τικές αλήθειες της πίστεώς μας, δεν είναι αφηρημένες έννοιες και διανοητικές συλλήψεις, ούτε, πολύ περισσό¬τερο, μεσαιωνικός σκοταδισμός ή θεολογικός σχολαστικισμός. Εκφράζουν την εμπειρία και το βίωμα της Εκκλη¬σίας. Γι' αυτό, όταν υπάρχει διαφορά στα δόγματα, υπάρχει οπωσδήποτε και διαφορά στον τρόπο ζωής. Κι όποιος υποτιμά την ακρίβεια της πίστεως, δεν μπορεί να ζήσει την πληρότητα της εν Χριστώ ζωής.
Ο Χριστιανός πρέπει να δεχθεί όλα όσα αποκάλυψε ο Χριστός. Όχι ένα "μίνιμουμ", αλλά το σύνολο. Γιατί στην ολότητα και την ακεραιότητα της πίστεως διασώζονται η καθολικότητα και η ορθοδοξία της Εκκλησίας.
Έτσι εξηγούνται οι μέχρις αίματος αγώνες των αγίων Πατέρων για τη διαφύλαξη της πίστεως της Εκκλησίας, καθώς και η μέριμνά τους για τη διατύπωση, με το φωτι¬σμό του Αγίου Πνεύματος, των "όρων" των Οικουμενικών Συνόδων. Οι "όροι" αυτοί δεν σημαίνουν τίποτε άλλο πα¬ρά τα όρια, τα σύνορα της αλήθειας, για να μπορούν οι πι¬στοί να διακρίνουν την Εκκλησία, ως Ορθοδοξία, από την αίρεση.
Οι ετερόδοξοι, με το να αρνηθούν την πληρότητα της αλήθειας, χωρίστηκαν από την Εκκλησία. Γι' αυτό και είναι αιρετικοί. Επομένως στερούνται την αγιαστική χάρη του Αγίου Πνεύματος, και τα "Μυστήριά" τους είναι άκυρα. Το βάπτισμα λοιπόν, που τελούν, δεν μπορεί να τους εισαγάγει στην Εκκλησία του Χριστού.
«Τούς γάρ παρά τών αιρετικών βαπτισθέντας ή χειροτονηθέντας ούτε πιστούς ούτε κληρικούς είναι δυνα-τόν», μας λέει ο ΞΗ' κανόνας των Αγίων Αποστόλων. Και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης συμπληρώνει: «Όλων τών αιρετικών τό βάπτισμα είναι ασεβές καί βλάσφημον καί ουδεμίαν κοινωνίαν έχει πρός τό τών Ορθοδόξων».
Τί μας λένε όμως οι ορθόδοξοι οικουμενιστές;

Ορθόδοξος ιεράρχης διακήρυσσε ότι «το Άγιο Πνεύμα επενεργεί σε κάθε χριστιανικό βάπτισμα» και ότι ο αναβαπτισμός των ετεροδόξων Χριστιανών από τους Ορθοδόξους εμπνέεται από «στενοκεφαλιά, φανατισμό και μι¬σαλλοδοξία... Είναι μια αδικία κατά του χριστιανικού Βα¬πτίσματος και πραγματικά μία βλασφημία του Αγίου Πνεύματος»1! .      Περιοδ. «Illuminator», καλοκαίρι 1995, Pittsburgh, USA.
Άλλος ιεράρχης δήλωσε απευθυνόμενος σε ετεροδόξους: «Είμεθα όλοι μέλη Χριστού, ένα και μοναδικό σώμα, μια και μοναδική "καινή κτίσις"• εφ' όσον το κοινό μας βά¬πτισμα μας ελευθέρωσε από τον θάνατο»2. .  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 370, σ. 9, Γενεύη 1987.
Η οικουμενιστική εκκλησιολογία εκφράστηκε από επίσημα ορθόδοξα χείλη και ως εξής: «Οφείλομεν να είμεθα έτοιμοι να αναζητήσωμεν και να αναγνωρίσωμεν την παρουσίαν της Εκκλησίας και εκτός των ιδικών μας κανονικών ορίων, προς τα οποία ταυτίζομεν την μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν»3. .  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 260, σ. 13-14, Γενεύη 1981.
Αλλά υπάρχουν και τολμηρότεροι, που οραματίζονται την "επανίδρυση" της Εκκλησίας διαμέσου της ενώσεως όλων των Χριστιανών: Ορθόδοξος ιεράρχης διατείνεται ότι «έχουμε ανάγκη ενός νέου Χριστιανισμού, που θα βα¬σίζεται εξ ολοκλήρου σε νέες αντιλήψεις και όρους. Δεν μπορούμε να διδάξουμε το είδος της θρησκείας που πα¬ραλάβαμε στις ερχόμενες γενιές»4. .      Εφημ. Αθηνών «Εστία», 5-10-1967.


Οι διάλογοι.

Ο Οικουμενισμός, για να προωθήσει τα σχέδια του, χρησιμοποιεί πολλά μέσα. Το βασικότερο είναι οι διάλογοι.
Κανείς δεν αγνοεί ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία από τη φύση της είναι ανοιχτή στο διάλογο. Ο Θεός πάντοτε διαλέγεται με τον άνθρωπο και οι Άγιοι της Εκκλησίας δεν αρνήθηκαν ποτέ τη διαλεκτική επικοινωνία τους με τον κόσμο.
Οι Άγιοι, έχοντας αυτοσυνειδησία της κοινωνίας τους με το Θεό, προσπαθούσαν με το διάλογο να μεταδώσουν την εμπειρία της αλήθειας που βίωναν. Γι'  αυτούς η αλή¬θεια δεν ήταν αντικείμενο έρευνας. Δεν την αναζητούσαν, δεν την διαπραγματεύονταν απλά την πρόσφεραν. Αν ο διάλογος δεν οδηγούσε τους ετεροδόξους στην απόρριψη της πλάνης τους και στην αποδοχή της ορθοδόξου πί¬στεως, δεν τον συνέχιζαν.
Δυο χρόνια διαλεγόταν ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός με τους Παπικούς στη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439). Βλέποντας όμως την υπεροψία, την αδιαλλαξία και την εμμονή τους στην πλάνη, διέκοψε κάθε σχέση μαζί τους, προτρέποντας μάλιστα τους ορθόδοξους πιστούς: «Ν' αποφεύγετε τους Παπικούς, όπως αποφεύγει κανείς το φίδι».
Θεολογικό διάλογο είχε αρχίσει και ο Οικουμενικός Πα¬τριάρχης Ιερεμίας Β' ο Τρανός με τους προτεστάντες θε¬ολόγους της Τυβίγγης (1579). Όταν διαπίστωσε όμως ότι ο διάλογος δεν απέφερε κανέναν καρπό, τον διέκοψε. «Σας παρακαλούμε», τους έγραφε, «μη μας κουράζετε άλλο... Ας πορευθείτε τον δικό σας δρόμο. Αν θέλετε, μπορείτε να μας γράφετε, αλλά όχι πλέον για δόγματα πίστεως».
Οι διάλογοι του Οικουμενισμού.

Οι σύγχρονοι οικουμενιστικοί διάλογοι διαφέρουν ριζι¬κά από τους διαλόγους των Αγίων, γιατί διεξάγονται με βάση τις αρχές της διευρυμένης Εκκλησίας και του δογ¬ματικού μινιμαλισμού. Γι' αυτό είναι ανορθόδοξοι και άκαρ¬ποι. Απόδειξη, ότι στα εκατό σχεδόν χρόνια της διεξα¬γωγής τους δεν έχουν προσφέρει τίποτε το αξιόλογο στην ενότητα του χριστιανικού κόσμου. Αντίθετα μάλι¬στα, κατάφεραν να διχάσουν τους Ορθοδόξους!
ΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ  ΚΟΡΟΙΔΙΑ  ΓΙΑ ΝΑ ΑΛΟΙΩΣΟΥΝ  ΤΟ ΦΡΟΝΗΜΑ  ΤΟΥ ΛΑΟΥ!
Τα κυριότερα σημεία της παθολογίας των σημερινών διαλόγων είναι τα εξής:

Α'.   Έλλειψη ορθόδοξης ομολογίας.

Στους διαλόγους ορισμένοι Ορθόδοξοι δεν εκφράζουν την ακράδαντη πεποίθηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ότι αυτή αποτελεί τη μία και μοναδική Εκκλησία του Χριστού πάνω στη γη. Δεν προβάλλουν, επίσης, την αγιασμένη παράδοση και την πνευματική εμπειρία της Ορθοδοξίας, που διαφέρουν από τις παραδόσεις και τις εμπειρίες του δυτικού Χριστιανισμού. Μόνο μια τέτοια ομολογιακή στά¬ση θα μπορούσε να καταξιώσει και να κάνει γόνιμη την ορθόδοξη παρουσία στους διάλογους.


Γ'.   Υπερτονισμός της αγάπης.

Γι΄ αυτό και η πρακτική στους σημερινούς διαλόγους είναι να μη συζητούνται αυτά που χωρίζουν, αλλά αυτά που ενώνουν, ώστε να δημιουργείται μια ψευδαίσθηση ενότητος και κοινής πίστεως. Στις Οικουμενικές Συνόδους όμως οι Πατέρες συζητούσαν πάντοτε αυτά που χώρι¬ζαν. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα σε οποιονδήποτε διάλο¬γο μεταξύ πλευρών που έχουν διαφορές: Συζητούνται αυτά που χωρίζουν- γι' αυτό εξάλλου γίνεται ο διάλο¬γος- και όχι αυτά που ενώνουν.
Για μας τους Ορθοδόξους η Αγάπη και η Αλήθεια είναι έννοιες αδιάσπαστες. Διάλογος αγάπης χωρίς την αλή¬θεια είναι ψεύτικος και αφύσικος διάλογος. Ενώ διάλογος αγάπης "εν αληθεία" σημαίνει: Διαλέγομαι με τους ετε¬ροδόξους από αγάπη, για να τους επισημάνω που βρί¬σκονται τα λάθη τους και πως θα οδηγηθούν στην αλή¬θεια. Εάν πραγματικά τους αγαπώ, πρέπει να τους πω την αλήθεια, όσο κι αν αυτό είναι δύσκολο ή οδυνηρό.

Δ'.  Άμβλυνση ορθοδόξων κριτηρίων.

Στην παθολογία των διαλόγων ανήκει και η άμβλυνση των ορθοδόξων θεολογικών κριτηρίων, που προκύπτει από την καλλιέργεια μιας "οικουμενικής αβροφροσύνης", προσωπικών σχέσεων και φιλίας ανάμεσα στους ετερο¬δόξους θεολόγους. Η πίστη θεωρείται όχι η αλήθεια, που σώζει, αλλά ένα σύνολο θεωρητικών αληθειών, που επι¬δέχονται συμβιβασμούς.
Ισχυρίζονται οι ορθόδοξοι οικουμενιστές: "Διάλογο κάνουμε, δεν αλλάζουμε την πίστη μας!". Και ασφαλώς ο διάλογος, ως "αγαπητική έξοδος" προς τον άλλον, είναι θεάρεστος. Ο οικουμενιστικός όμως διάλογος, ό¬πως διεξάγεται σήμερα, δεν είναι συνάντηση στην αλή¬θεια, αλλά είναι "αμοιβαία αναγνώριση". Αυτό σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε τις ετερόδοξες Κοινότητες ως Εκ¬κλησίες, ότι αποδεχόμαστε πως οι δογματικές διαφο¬ρές τους αποτελούν "νόμιμες εκφράσεις" της ίδιας πίστεως. Έτσι όμως πέφτουμε στην παγίδα του δογμα¬τικού συγκρητισμού: Τοποθετούμε στο ίδιο επίπεδο την αλήθεια με την πλάνη, εξισώνουμε το φως με το σκο¬τάδι.

Ε'. Συμπροσευχές.

Οι ορθόδοξοι οικουμενιστές, με την άμβλυνση των θε¬ολογικών τους κριτηρίων, είναι πολύ φυσικό να συμμετέ¬χουν χωρίς αναστολές σε κοινές με τους ετεροδόξους λα¬τρευτικές εκδηλώσεις και συμπροσευχές, που πραγματοποιούνται συχνά στα πλαίσια των διαχριστιανικών συ¬ναντήσεων. Γνωρίζουν ότι με τον οικουμενιστικό αυτό συμπνευματισμό δημιουργείται το κατάλληλο ψυχολογικό κλίμα, που απαιτείται για την προώθηση της ενωτικής προσπάθειας.
Οι ιεροί Κανόνες όμως της Εκκλησίας μας απαγορεύ¬ουν αυστηρά τις συμπροσευχές με τους ετεροδόξους. Για¬τί οι ετερόδοξοι δεν έχουν την ίδια πίστη μ' εμάς. Πιστεύ¬ουν σ' έναν διαφορετικό, διαστρεβλωμένο Χριστό. Γι' αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τους αποκαλεί απί¬στους: «Ο μη κατά την παράδοσιν της Καθολικής Εκκλη¬σίας πιστεύων άπιστος εστίν».
Η συμπροσευχή λοιπόν απαγορεύεται, επειδή δηλώνει συμμετοχή στην πίστη του συμπροσευχομένου και δίνει σ' αυτόν την ψευδαίσθηση ότι δεν βρίσκεται στην πλάνη, οπότε δεν χρειάζεται να επιστρέψει στην αλήθεια.
Η ΣΥΜΠΡΟΣΕΥΧΗ  ΟΧΙ  ΑΠΛΩΣ  ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ  ΑΛΛΑ  ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΤΑΙ  ΑΥΣΤΗΡΑ!
Τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ΚΑΝΩΝ 45ος.
Ὅποιος Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος ἤθελε συμπροσευχηθῆ μονάχα, ἀλλ' ὄχι καὶ νὰ συλλειτουργήση μὲ αἴρετικούς ἄς ἀφορίζεται. Επειδή ὅποιος μὲ τοῦς ἀφορισμένους συμπροσεύχεται (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί) πρέπει νὰ συναφορίζεται καὶ αὐτός, κατά τὸν 10ον Κανόνα τῶν Ἀγ.Αποστόλων. Εἰ δὲ καὶ ἐσυνχώρησεν εἰς τοῦς αἰρετικούς αὐτούς νὰ ἐνεργήσουν κανένα λειτούργημα ὡσάν Κληρικοί, ἄς καθαίρηται ἐπειδή ὅποιος Κληρικός συλλειτουργήσει μὲ καθηρημένους, (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί κατὰ τὸν β΄. καὶ δ΄. τῆς γ΄.) συγκαθαιρεῖται καὶ αὐτός κατὰ τὸν 11ον κανόνα τῶν Ἀποστόλων.


Κανών 33ος τῆς ἐν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου.
Διορίζει οὔτος ὁ Κανών νὰ μὴ συμπροσευχώμεθα οὔτε μὲ τοὺς αἰρετικοὺς, ἤτοι τοὺς σφάλλοντας περὶ τὴν πίστιν, οὔτε μὲ τοὺς σχισματικοὺς, ἤτοι τοὺς κατὰ τὴν πίστιν μὲν ὀρθοδόξους ὄντας, χωριζομένους δὲ ἀπὸ τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν διὰ τινας παραδόσεις καὶ ἔθιμα ἰάσιμα, κατὰ τὸν α΄. τοῦ Μεγ.Βασιλείου.

Κανών 37ος τῆς ἐν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου.
Κατὰ τὸν Κανόνα τοῦτον δὲν πρέπει νὰ λαμβάνει τινὰς Χριστιανὸς ὀρθόδοξος τὰ δῶρα ὁποῦ στέλλουσιν εἰς αὐτούς οἱ Ἰουδαίοι καὶ αἰρετικοί, ὄταν ἔχουν τὰς ἐορτάς των, ἀλλά οὔτε νὰ συνεορτάζη ὅλως αὐτοῖς.

Τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου.
Ὅτι οἱ τὸ Σχῖσμα δημιουργήσαντες διὰ τῆς ἐπιβολῆς τοῦ νέου Ἡμερολογίου ὁδηγοῦσιν εἰς αἵρεσιν.

† «Οἱ δὲ σχισματικοὶ σχισματοαιρετικοὶ εἰσίν, καθότι δὲν εἶναι κανὲν Σχῖσμα εἰμὴ πρότερον αἵρεσιν ἀναπλάσσῃ, ἵνα ὀρθῶς δόξῃ τῆς Ἐκκλησίας χωρισθῆναι. Τὸ Σχῖσμα κακῶς διαμένον γίνεται αἵρεσις ἤ καταφέρεται εἰς αἵρεσιν, ὅτι καὶ τοὺς σχισματικοὺς οὐχ ἡ διάφορος πίστις ποιεῖ ἀλλ’ ἡ διαρηχθεῖσα τῆς κοινωνίας συντροφία». (Ἐπιστολὴ ρα΄ κεφ. ια΄ εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον).
Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
Περὶ τῶν Σχισματικῶν ἱερέων ὅτι στεροῦνται οὗτοι τῆς θείας χάριτος.

  Ἀφοῦ δὲ μίαν φορὰν ἐσχίσθησαν ἀπὸ τὸ ὅλον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔχασαν αὐτὸ καὶ δὲν εἰμποροῦν πλέον νὰ βαπτίσουν ἄλλους, ἤ νὰ χειροτονήσουν ἤ ἁπλῶς νὰ δώσουν χάριν, τὴν ὁποίαν διὰ τοῦ σχίσματος ἐστερήθησαν, ὅθεν καὶ οἱ ὑπ’ αὐτῶν βαπτιζόμενοι λογίζονται ὅτι ὑπὸ λαϊκῶν ἐβαπτίσθησαν (Ἑρμηνεία α΄. Κανόνος). «Ὥσπερ μέλος τὶ ἀποκοπὲν τοῦ σώματος παύει μετέχον τῆς ζωτικῆς δυνάμεως, οὕτω καὶ πᾶς τις ἀποσχιζόμενος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ δὲν μετέχει τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἥν ἔλαβεν ἐν τῷ βαπτίσματι» (Ἐκ τοῦ ἱεροῦ Πηδαλίου).
Τῆς ἁγίας 3ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου 3ος κανών.
Ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται οἱ ἱερεῖς νὰ μνημονεύωσι καὶ νὰ ὑπακούωσιν εἰς τοὺς ἀποστάτας καινοτόμους ἀρχιερεῖς οὐδὲ οἱ λαϊκοί.

† «Τοῖς ἀποστασήσασιν ἢ ἀφισταμένοις Ἐπισκόποις μηδόλως ὑπόκεισθαι κατὰ μηδένα τρόπον».
 «Εἶ τις ἀκοινωνήτῳ κἄν ἐν οἴκῳ συνεύξηται ἀφοριζέσθω», καὶ ἀλλαχοῦ «ὁ ἀκοινωνήτως κοινωνῶν ἀκοινώνητος ἔσται, ὡς συγχέων τὸν κανόνα τῆς Ἐκκλησίας» πάλιν «ὁ αἱρετικὸν δεχόμενος τοῖς αὐτοῖς ἐγκλήμασιν ὑπόκειται». Οὐκ ἔστι τοῦτο θεμιτὸν οὐκ ἔστιν ἀλλ’ οὐδὲ μνημονεύσομεν καὶ τοῦτο παρὰ τοῦ πονηροῦ, ὅς σκότος ὧν τὸ φῶς ὑποκρίνεται, ὡς νῦν γε, τὴν ἕνωσιν προβαλλόμενος «μνημόσυνον» τὴν μετ’ αὐτῶν ἀπώλειαν τοῦ παντὸς τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας δολιεύεται καὶ φανερῶς μὴ πείθειν ἔχων πρὸς τοῦτο, ἀδήλως ἐπιχειρεῖ, ἵνα ἐν ἑνί τρόπῳ ἀνοίξη θύραν καὶ κορυφώσῃ κακίαν.

Ἐπιστολὴ ε΄ Συνοδικὴ (Ἰουστίνου).
† «Ὡρίσθη παρὰ τῶν ἁγίων Πατέρων χρῆναι καὶ μετὰ θάνατον ἀναθεματίζεσθαι τοὺς εἴτε εἰς κανόνας εἴτε εἰς Πίστιν ἁμαρτήσαντας».

Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου.
† «Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα κἄν ἀξιόπιστος ἤ κἄν νηστεύῃ καὶ παρθενεύῃ κἄν σημεῖα ποιῇ κἄν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος».

Τοῦ Ἁγίου Φωτίου.
† «Καὶ γὰρ ἐστιν ὄντως τὰ Κοινὰ πᾶσιν φυλάττειν ἐπάναγκες καὶ πρὸ γε τῶν ἄλλων τὰ περὶ Πίστεως· ἔνθα καὶ τὸ παρεκλῖναι μικρὸν ἁμαρτεῖν ἐστὶν ἁμαρτία τὴν πρὸς θάνατον». (Ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ρώμης Νικόλαον).


Τοῦ Ἀγ. Γερμανοῦ τοῦ υἱοῦ Πατριάρχου Κ/πόλεως.
† «Ἐπισκήπτομαι πᾶσι τοῖς ἐν Κύπρῳ λαϊκοῖς, ὅσοι τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐστὲ τέκνα γνήσια, φεύγειν ὅλῳ ποδὶ ἀπὸ τῶν ὑποπεσόντων ἱερέων τῇ Λατινικῇ ὑποταγῇ καὶ μηδὲ εἰς Ἐκκλησίαν τούτοις συνάγεσθαι, μηδὲ εὐλογίαν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν λαμβάνειν τὴν τυχοῦσαν· κρεῖσσον γὰρ ἐστὶν ἐν τοῖς οἴκοις ὑμῶν τῷ θεῷ προσεύχεσθε κατὰ μόνας, ἤ ἐπ’ ἐκκλησίαις συνάγεσθε μετὰ τῶν Λατινοφρόνων, εἰ δὲ οὐν τὴν αὐτὴν ὑφέξεται μετ’ αὐτῶν κόλασιν. Ἤ οὐχὶ τὰ τῶν ἐπὶ κοσμικῶν κρίσεων τοῦτο γίνεσθε  σύνηθες; Ἄν γὰρ τις συλλαλῇ ἀνδροφόνῳ ἤ ληστῇ ἤ προδότῃ τὴν αὐτὴν ἐκείνῳ ὑφίσταται κόλασιν».

Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
† «Πᾶς ὁ δυνάμενος λέγων τὴν ἀλήθειαν καὶ μὴ λέγων αὐτήν, κατακριθήσεται ὑπὸ τοῦ θεοῦ, καὶ ταῦτα ἔνθα πίστις ἐστὶ τὸ κινδυνευόμενον, καὶ τῆς ὅλης Ἐκκλησίας τῶν Ὀρθοδόξων ἡ Κρηπὶς τὸ γὰρ ἐφησυχάζειν ἐν τοῖς τοιούτοις, ἀρνήσεως ἴδιον, τὸ δὲ ἐλέγχειν ὁμολογίας εἰλικρινοῦς».
Ἐκ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου.
† «Οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν κρίνεται διατὶ δαιμόνια οὐκ ἐξέβαλεν, ἤ διατὶ οὐκ ἔσχε πρόγνωσιν, ἀλλ’ ἕκαστος κριθήσεται, εἰ τὴν πίστιν τετήρηκε καὶ τὰς Ἐντολὰς καὶ Παραδόσεις γνησίως ἐφύλαξεν».(ΠΑΙΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΚΑΙ  ΑΛΛΟΙ  ΝΕΟΦΑΝΕΝΤΕΣ <<ΑΓΙΟΙ>>)
Τοῦ Ἁγίου Ἰσιδώρου τοῦ Πηλουσιώτου.
  «... Τὸ πάλαι ὑπὲρ τῶν προβάτων ἀπέθνησκον οἱ Ποιμένες, νῦν δὲ μᾶλλον αὐτοὶ ἀναιροῦσι τὰ πρόβατα· τότε νηστείαις τὸ σῶμα ἐσωφρόνιζον, νῦν δὲ τρυφαῖς παρασκευάζουσι σκιρτᾷν. Τότε τὰ ἑαυτῶν τοῖς δεομένοις διένειμον, νῦν δὲ τὰ τῶν πενήτων σφετερίζονται. Τότε τὴν ἀρετὴν ἤσκουν, τὺν δὲ τοὺς τὴν ἀρετὴν ἀσκούντας ἐξοστρακίζουσι. Τότε οἱ φιλάρετοι πρὸς τὴν ἱερωσύνην ὑπήγοντο, νῦν δὲ οἱ φιλάργυροι. Τότε οἱ ἀκτημωσύνῃ ἐναμβρυνόμενοι, νῦν δὲ οἱ πλεονεξίᾳ ἑκουσίως χρηματιζόμενοι. Τότε οἱ πρὸ ὀφθαλμοῦ ἔχοντες τὸ θεῖον δικαστήριον νῦν δὲ οἱ μηδὲ εἰς ἔννοιαν τοῦτο λαμβάνοντες. Τότε οἱ τύπτεσθαι, νῦν δὲ οἱ τύπτειν ἕτοιμοι».

Ἁγίου Νικηφόρου.
(Τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ ἀποτελοῦν οἱ εὐσεβεῖς ὁσονδήποτε ὀλίγοι καὶ ἄν μείνουν. Οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν καινοτομίαν, ἔξω τῆς Ἐκκλησίας εἶναι).

† «Εἰ δὲ διαμένουσιν ἐν τῇ αἱρέσει, καὶ ἴσως καὶ ἑτέρους τινὰς ἀμαθεστέρους καὶ ἁπλουστέρους δυνηθῶσιν ἀποβουκολῆσαι, κἄν ὀχλαγωγήσωσι καὶ πλῆθος συνάγωσιν ἔξω τῶν ἱερῶν τῆς Ἐκκλησίας περιβόλου εἰσίν. Εἰ δὲ καὶ πάνυ ὀλίγοι ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ καὶ Εὐσεβείᾳ διαμένουσιν, οὗτοι εἰσὶν Ἐκκλησία καὶ τὸ κῦρος καὶ ἡ προστασία τῶν ἐκλησιαστικῶν θεσμῶν ἐναὐτοῖς κεῖται. Κἄν κακοπαθῆσαι αὐτοῖς ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας δεήσει, ὅπερ ἐστιν εἰς καύχημα αἰώνιον καὶ ψυχικῆς σωτηρίας πρόξενον...»

Ἐκ τῶν διατάξεων τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων Κεφαλ. 19.
† Ἀκούσατε οἱ Ἐπίσκοποι καὶ ἀκούσατε οἱ λαϊκοί, ὥς φησιν ὁ θεός, κρινῶ κριὸν πρὸς κριόν, καὶ πρόβατον πρὸς πρόβατον καὶ πρὸς τοὺς ποιμένας λέγει· κριθήσεσθαι ἕνεκεν τῆς ἀπειρίας αὐτῶν καὶ τῆς εἰς τὰ πρόβατα διαφθορὰς, τουτέστιν, ἐπίσκοπον πρὸς ἐπίσκοπον κρινῶ καὶ λαϊκὸν πρὸς λαϊκὸν καὶ ἄρχοντα πρὸς ἄρχοντα· λογικὰ γὰρ τὰ πρόβατα καὶ οἱ κριοὶ οὗτοι, ἀλλ’ οὐκ ἄλογα, ἵνα μὴ εἴπῃ ὁ λαϊκός, ὅτι ἐγὼ πρόβατον εἰμὶ καὶ οὐ ποιμὴν καὶ οὐδένα λόγον ἐμαυτοῦ πεποίημαι· ὁ ποιμὴν ὄψεται, καὶ αὐτὸς μόνος εἰσπραχθήσεται τὴν περὶ ἐμοῦ δίκην· ὥσπερ γὰρ τῷ καλῷ ποιμένι τὸ μὴ ἀκολουθοῦν πρόβατον λύκοις ἔκκειται εἰς διαφθοράν, οὕτω τῷ πονηρῷ ποιμένι τὸ ἀκολουθοῦν πρόβατον πρόδηλον ἔχει τὸν θάνατον, ὅτι κατατρώξεται αὐτοῦ, διὸ φευκτέον ἀπὸ τῶν φθορέων ποιμένων.

Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
† «Δεῖ τῶν ἀκροατῶν τοὺς πεπαιδευμένους τὰς γραφὰς δοκιμάζειν τὰ παρὰ τῶν διδασκάλων λεγόμενα καὶ τὰ μὲν σύμφωνα ταῖς γραφαῖς δέχεσθαι τὰ δὲ ἀλλότρια ἀποβάλλεν. Καὶ τοῦς τοιούτοις (ἀλλοτρίοις) διδάγμασιν ἐπιμένοντας ἀποστρέφεσθαι σφοδρότερον».

Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου.
† «Τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τίθεται, ἵνα μάθῃ ὁ χειροτονούμενος ὅτι τὴν ἀληθινὴν τοῦ Εὐαγγελίου Τιάραν λαμβάνει, καὶ ἵνα μάθῃ ὅτι καὶ ἡ πάντων ἐστὶ κεφαλή, ἀλλ’ ὑπὸ τούτους  πράττει τοὺς νόμους, πάντων κρατῶν καὶ ὑπὸ τῶν νόμων κρατούμενος, πάντα νομοθετῶν καὶ ὑπὸ τοῦ νόμου νομοθετούμενος.


Στ'. Διακοινωνία (Intercommunio).

Αν οι ιεροί Κανόνες απαγορεύουν τις συμπροσευχές με τους αιρετικούς, πολύ περισσότερο αποκλείουν τη συμ¬μετοχή μας στα "Μυστήριά" τους. Και στο σημείο αυτό όμως οι Ορθόδοξοι δεν φανήκαμε συνεπείς.
Η Β' Βατικανή Σύνοδος, μέσα στα πλαίσια του οικουμενιστικού "ανοίγματος" που έκανε, πρότεινε τη Διακοινωνία με τους Ορθοδόξους: Παπικοί θα μπορούν να κοι¬νωνούν σε ορθοδόξους ναούς και Ορθόδοξοι σε παπι¬κούς. Με τον τρόπο αυτό τόσο οι Παπικοί όσο και οι ορθόδοξοι οικουμενιστές πιστεύουν ότι σταδιακά θα επέλθει de facto η ένωση Παπισμού και Ορθοδοξίας, παρ' όλες τις δογματικές τους διαφορές.
Αν για τους Παπικούς μια τέτοια θέση δικαιολογείται από την αντίληψη που έχουν για την Εκκλησία και τα Μυστήρια (κτιστή χάρη κ.λπ.), για μας τους Ορθοδόξους είναι παράλογη και απαράδεκτη. Η Εκκλησία μας ποτέ δεν θεώρησε τη θεία Ευχαριστία ως μέσο για την επίτευξη της ενότητας, αλλά πάντοτε ως σφραγίδα και επι¬στέγασμά της.
Άλλωστε, το κοινό Ποτήριο προϋποθέτει κοινή πίστη. Αν δηλαδή ένας Ορθόδοξος κοινωνεί σε παπικό ναό, αυτό σημαίνει ότι αποδέχεται και την παπική πίστη.


Ανταλλαγή επισκέψεων.

Τα τελευταία χρόνια η οικουμενιστική πολιτική ασκείται και με τις ανταλλαγές επισήμων επισκέψεων μεταξύ των Ομολογιών, οι οποίες πραγματοποιούνται από υψηλό¬βαθμους, κυρίως, κληρικούς. Αυτές περιλαμβάνουν εγκω¬μιαστικές προσφωνήσεις, ασπασμούς, ανταλλαγές δώρων, κοινά γεύματα, συμπροσευχές, κοινές ανακοινώσεις και άλλες χειρονομίες φιλοφροσύνης.
Ειδικότερα, από το 1969 έχει καθιερωθεί η ετήσια αμοι¬βαία συμμετοχή, Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών, στις θρονικές εορτές Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως.
Οι συναντήσεις αυτές, δυστυχώς, δεν είναι απλές εθι¬μοτυπικές επισκέψεις. Οι ίδιοι, άλλωστε, οι οικουμενιστές ομολογούν ότι με τους κοινούς εορτασμούς βιώνεται ένα είδος εκκλησιαστικής κοινωνίας, με την αμοιβαία αναγνώ¬ρισή τους.


Η διαθρησκειακή εξέλιξη του Οικουμενισμού.

Η βαθύτατη κρίση προσανατολισμού, που εμφανίστη¬κε πολύ νωρίς στην Οικουμενική Κίνηση, την ανάγκασε πρώτα να στραφεί στην αντιμετώπιση των κοινωνικο¬πολιτικών προβλημάτων των ανθρώπων, εγκαταλείπο¬ντας τη θεολογία ως δρόμο ενώσεως, και ύστερα να πραγματοποιήσει ένα άνοιγμα προς τις μη χριστιανικές θρησκείες. Παραδέχεται ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν διαφορετικούς δρόμους σωτηρίας, παράλληλους με το Χριστιανισμό, και ότι το Άγιο Πνεύμα ενεργεί και σ' αυτές. Σύνθημά της έχει το αξίωμα της "Νέας Εποχής": «Πίστευε ό,τι θέλεις, μόνο μη διεκδικείς την αποκλειστικότητα της αλήθειας και του δρόμου της σωτηρίας».
Συγκαλεί λοιπόν διαθρησκειακές συναντήσεις, οι οποίες δεν είναι απλά επιστημονικά συνέδρια, όπως διατείνονται οι διοργανωτές τους, αλλά συνάξεις ομολογίας της ενότητος με βάση την πίστη στον ένα Θεό. Γι' αυτό συχνά πε¬ριλαμβάνουν και κοινές λατρευτικές εκδηλώσεις, στις οποίες συμπροσεύχονται ορθόδοξοι, ετερόδοξοι και αλλό¬θρησκοι. Ο Τριαδικός Θεός όμως των Ορθοδόξων, ο αλη¬θινός και αυτοαποκαλυπτόμενος Θεός, δεν είναι ο ίδιος με τον όποιο "Θεό" των ετεροδόξων και των αλλοθρήσκων, με κάποιον φανταστικό δηλαδή "Θεό", που δημιούργησε και συντηρεί η θρησκευτική ανάγκη του μεταπτωτικού ανθρώπου.
Δυστυχώς, το διαθρησκειακό αυτό άνοιγμα συμμερί¬ζονται και ορθόδοξοι οικουμενιστές ιεράρχες, οι οποίοι μάλιστα εκφράζουν απόψεις σαν τις επόμενες:
«Η Οικουμενική Κίνηση, αν και έχει χριστιανική προέ¬λευση, πρέπει να γίνει κίνηση όλων των θρησκειών... Όλες οι θρησκείες υπηρετούν το Θεό και τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει παρά μόνο ένας Θεός...»6. .  Εφημ. Αθηνών «Ορθόδοξος Τύπος», Αυγουστ.-Σεπτ. 1968.
«Κατά βάθος, μία εκκλησία ή ένα τέμενος αποβλέπουν στην ίδια πνευματική καταξίωση του ανθρώπου»7. .  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 494, σ. 23, Γενεύη 1993.
«Το Ισλάμ, στο Κοράνιο, μιλάει για Χριστό, για Παναγία, κι εμείς πρέπει να μιλήσουμε για τον Μωάμεθ με θάρρος και τόλμη. Να δούμε την ιστορία του και την προσφορά του, το κήρυγμα του ενός Θεού και τη ζωή των μαθητών του, που είναι μαθητές του ενός Θεού...»8. Περιοδ. «Πάνταινος», αριθ. 1, σ. 59, Αλεξάνδρεια 1991.
«Ρωμαιοκαθολικοί και Ορθόδοξοι, Προτεστάνται και Εβραίοι, Μουσουλμάνοι και Ινδοί, Βουδισταί και Κομφουκιανοί... θα πρέπει να συντελέσουμε όλοι μας στην προώ¬θηση των πνευματικών αρχών του οικουμενισμού, της αδελφωσύνης και της ειρήνης. Τούτο όμως θα μπόρεση να γίνη μόνον εάν είμεθα ηνωμένοι εν τω πνεύματι του ενός Θεού»9. .  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 511, σ. 28, Γενεύη 1994.
Βασική επιδίωξη των διαθρησκειακών συναντήσεων είναι η δημιουργία σημείων επαφής μεταξύ των θρησκειών, ώστε να διευκολυνθεί η κοινή αντιμετώπιση των κοινω¬νικών και διεθνών προβλημάτων. Την επιδίωξη αυτή εκμε¬ταλλεύονται κατά καιρούς και ισχυροί κοσμικοί άρχοντες, επιστρατεύοντας τις θρησκείες στην προώθηση ανόμων συμφερόντων τους. Αυτό φάνηκε καθαρά μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, όταν πραγματοποιήθηκαν «κατ' επιταγήν» πλειάδα διαθρησκειακών συναντήσεων.
Έτσι όμως η Εκκλησία μας, αντί να είναι «κρίση» και «έλεγ¬χος» της ανομίας, μεταβάλλεται σε υποστηρικτή και συντη¬ρητή της. Εγκλωβίζεται στην εγκόσμια προοπτική των δια¬φόρων θρησκειών και υποβιβάζεται στο επίπεδο μιας κοσμικής θρησκείας με ωφελιμιστικό και χρησιμοθηρικό χαρα¬κτήρα. Ταυτόχρονα, αναγκάζεται να αθετήσει το ιεραπο¬στολικό της χρέος, εφόσον γίνεται αποδεκτό, από επί¬σημους μάλιστα εκπροσώπους της, ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν «ηθελημένας από Θεού οδούς σωτηρίας»10! Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 523, σ. 12, Γενεύη 1995.
Κάποιοι ορθόδοξοι οικουμενιστές, εξάλλου, φτάνουν στο σημείο να μιλούν για την ειρήνη, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία, την αγάπη και άλλα κατεξοχήν πνευματικά αγαθά με μια ψυχρή κοσμική γλώσσα. Αποσιωπούν ότι τα αγαθά αυτά αποτελούν καρπούς του Αγίου Πνεύματος, θεία δώρα που χορηγούνται με την πνευματική «εν Χρι¬στώ Ιησού» άθληση κι όχι μέσα από διαθρησκειακές συ¬ναντήσεις.
Πρέπει, βέβαια, να τονιστεί, ότι η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία, ούτε έστω η καλύτερη. Είναι Εκκλησία: Η αυτοαποκάλυψη και φανέρωση του Θεού στην ιστορία. Έχει συνείδηση της Οικουμενικότητας και της Αλήθειας του Χριστού που κατέχει, γι' αυτό και δεν φοβάται τις σχέσεις της με τους μη Χριστιανούς. Γνωρίζει όμως τα όρια αυτών των σχέσεων, όπως τα έχει διαμορφώσει η αγιοπατερική Παράδοση και η μυστηριακή της εμπειρία. Για παράδειγμα, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, κάτω από συνθήκες σκληρής αιχμαλωσίας, διαλέχθηκε με τους Οθωμανούς Τούρκους. Δεν δίστασε, ωστόσο, με κίνδυνο της ζωής του, να πει την αλήθεια και να ελέγξει την πλάνη τους. Πώς αντιμετώπιζαν, άλλωστε, οι άγιοι Μάρτυρες τους ειδωλολάτρες και οι άγιοι Νεομάρτυρες τους Μωαμεθανούς; Δεν ομολογούσαν την αλήθεια; Θα μπορούσαμε να τους φανταστούμε να προσεύχονται μαζί τους; Αλλά τότε δεν θα είχαμε Μάρτυρες!
Η Εκκλησία μας λοιπόν αρνείται να θυσιάσει στο βωμό άλλων σκοπιμοτήτων τη μοναδικότητά της και να απο¬δεχθεί το οικουμενιστικό σύνθημα ότι «σε όλες τις θρη¬σκείες, πίσω από διαφορετικά ονόματα, λατρεύεται ο ίδιος Θεός». Πιστεύει ακράδαντα ότι ο άνθρωπος σώζεται μόνο δια του Χριστού, σύμφωνα με το αποστολικό: «Ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία ουδέ γάρ όνομά εστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δεί σωθήναι ημάς» (Πράξ. 4,12).


Τελικά τί είναι ο Οικουμενισμός;

Μετά τις αλλεπάλληλες εξελίξεις του και τη σταδιακή απομάκρυνσή του από τους αρχικούς του στόχους, δι¬καιολογημένα οι Ορθόδοξοι πιστοί αναρωτιούνται: Δεν φαίνεται άραγε ξεκάθαρα, ότι σκοπός του Οικουμενισμού είναι όχι η ένωση των Χριστιανών, αλλά η επικράτηση της Πανθρησκείας, η ισοπέδωση των πάντων και η μετατρο¬πή της Εκκλησίας του Χριστού σε μια «Λέσχη θρησκευομένων ανθρώπων», σ' έναν εγκόσμιο οργανισμό, σαν τον Ο.Η.Ε., απονευρωμένο και α-πνευματικό;
Πώς όμως αποτιμά τον Οικουμενισμό η παραδοσιακή μας Ορθοδοξία;
«Ο Οικουμενισμός, πραγματικά έτσι όπως έχει επι¬κρατήσει να σημαδοτείται ο όρος αυτός, βεβαίως είναι αίρεση, γιατί σημαίνει απάρνηση βασικών γνωρισμάτων της ορθοδόξου πίστεως, όπως είναι φερ' ειπείν η αποδο¬χή της θεωρίας των κλάδων, ότι δηλαδή η κάθε Εκκλησία έχει ένα τμήμα αληθείας και πρέπει να ενωθούμε όλες οι εκκλησίες, να βάλουμε στο τραπέζι τα τμήματα της αλη¬θείας για να απαρτισθεί το όλον. Εμείς πιστεύουμε ότι η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Τέρμα, σ' αυτό δεν γίνεται συζήτηση• και επο¬μένως, οποιοσδήποτε πρεσβεύει τα αντίθετα μπορεί να λέγεται οικουμενιστής και επομένως να είναι αιρετικός» (Αρχιεπ. Αθηνών Χριστόδουλος, Συνέντευξη στον Ραδιο¬φωνικό Σταθμό της Εκκλησίας, 24-5-1998).
Η ΚΟΡΟΙΔΙΑ  ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΙΟ ΤΗΣ  Ο ΙΔΙΟΣ  Ο ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ  ΕΝΩ  ΕΚΑΝΕ  ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ  ΣΥΜΕΤΕΙΧΕ  ΣΤΟΝ  ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ ΜΝΗΜΟΝΕΥΕ  ΤΟΝ  ΠΑΠΑ , ΤΟΝ ΕΦΕΡΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ  ΣΥΜΕΤΕΙΧΕ  ΚΑΙ  ΤΟΝ ΕΨΑΛΕ  ΣΤΗΝ ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ
«Ο Οικουμενισμός είναι κοινό όνομα για τους ψευδοχριστιανούς, για τις ψευδοεκκλησίες της Δυτικής Ευρώ¬πης... Όλοι αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλες οι ψευδο¬εκκλησίες, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αίρεση παρα¬πλεύρως στην άλλη αίρεση. Το κοινό ευαγγελικό όνομα τους είναι παναίρεση. Γιατί; Γιατί στο διάστημα της ιστο¬ρίας οι διάφορες αιρέσεις αρνούνταν ή παραμόρφωναν μερικά ιδιώματα του Θεανθρώπου και Κυρίου Ιησού' οι ευρωπαϊκές όμως αυτές αιρέσεις απομακρύνουν ολόκλη¬ρο τον Θεάνθρωπο και στη θέση του τοποθετούν τον Ευρωπαίο άνθρωπο» (Αρχιμ. Ιουστίνος Πόποβιτς).
«Ο Οικουμενισμός δεν είναι αίρεση και παναίρεση, όπως συνήθως χαρακτηρίζεται. Είναι κάτι πολύ χειρότε¬ρο της παναιρέσεως. Οι αιρέσεις ήταν φανεροί εχθροί της Εκκλησίας. Μπορούσε αυτή να παλέψει εναντίον τους και να τις κατατροπώσει. Ο Οικουμενισμός όμως αδιαφορεί για τα δόγματα και για τις δογματικές διαφορές των Εκ¬κλησιών. Είναι υπέρβαση, αμνήστευση, παραθεώρηση, για να μην πούμε νομιμοποίηση και δικαίωση των αιρέσεων. Είναι ύπουλος εχθρός, και από εδώ ακριβώς προέρχεται ο θανάσιμος κίνδυνος» (Καθηγητής Ανδρέας Θεοδώρου).


Αντιδράσεις στην Οικουμενική Κίνηση.

Σήμερα στον ορθόδοξο χώρο αυξάνονται ολοένα οι αντιδράσεις κατά του Οικουμενισμού και των εκφραστών του. Πολλά βιβλία, άρθρα και κριτικές βλέπουν το φως της δημοσιότητας, όπου διατυπώνεται με πόνο και αγω¬νία η άποψη ότι οδεύουμε βάσει «σχεδίου» και «γραμμής» προς μια βαβυλώνια αιχμαλωσία της Ορθοδοξίας στην πολυπρόσωπη και πολυώνυμη αίρεση.
Δεν είναι λίγοι οι διαπρεπείς ορθόδοξοι κληρικοί και θε¬ολόγοι που προτείνουν την άμεση αποχώρηση της Ορθοδοξίας από την Οικουμενική Κίνηση και τα συνέδριά της, γιατί θεωρούν τη συμμετοχή της σ' αυτά, όχι απλώς άκαρπη, αλλά πολλαπλώς επιζήμια.
Κάποιες Εκκλησίες έχουν ήδη αποχωρήσει από το Πα¬γκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, ενώ άλλες προβλημα¬τίζονται έντονα για τη δική τους συμμετοχή. Αυτός ο προ¬βληματισμός εκφράστηκε και στη Διορθόδοξη Συνάντηση της Θεσσαλονίκης, το 1998, όπου μεταξύ άλλων διαπι¬στώθηκε ότι «έπειτα από αιώνα ολόκληρο ορθόδοξης συμμετοχής στην Οικουμενική Κίνηση και μισό αιώνα πα¬ρουσίας στο Π.Σ.Ε...., το χάσμα μεταξύ Ορθοδόξων και Προτεσταντών γίνεται μεγαλύτερο».
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ  ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ  ΚΑΙ  ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ 1923  Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΤΗΣ  ΕΛΛΑΔΟΣ  ΑΠΟΚΟΠΗΚΕ  ΑΠΟ  ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΗΣ  ΟΡΘΘΟΔΟΞΟΥ  ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ , ΕΤΣΙ  ΕΧΑΣΕ ΚΑΘΕ  ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ  ΔΙΑΔΟΧΗ  ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ  ΤΗΝ ΑΓΙΑΣΤΙΚΗ  ΧΑΡΙ  ΚΑΙ  ΤΑΥΤΗΣΤΙΚΕ  ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΡΙΔΑ  ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ! ΟΙ ΣΥΜΕΡΙΝΟΙ  ΑΝΤΙΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕ  ΚΛΗΡΙΚΟΙ  ΤΟΥ  ΝΕΟΥ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΥ  ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ(ΠΟΥ  ΕΛΑΒΑΝ ΤΗΝ ΙΕΡΩΣΥΝΗ  ΑΠΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΑΣ  ΡΩΣΟΥΣ ΚΑΙ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΗΤΑΣ  ΤΗΣ  ΑΜΕΡΙΚΗΣ) ΔΙΕΣΘΑΝΟΝΤΑΙ  ΟΤΙ Η  ΙΕΡΩΣΥΝΗ ΤΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΑΚΥΡΗ  ΠΡΑΓΜΑ  ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ  ΠΟΛΥ ΔΥΣΚΟΛΟ  ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΧΘΟΥΝ ΚΑΙ  ΔΙΑΥΤΟ  ΕΝΩ  ΓΡΑΦΟΥΝ  ΚΑΙ ΞΑΝΑΓΡΑΦΟΥΝ ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΝ  ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ  ΠΡΕΠΕΙ . ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΟΥΝ  ΤΟ ΛΑΘΟΣ  ΤΟΥΣ ΝΑ  ΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥΝ  ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ  ΚΑΙ ΝΑ ΖΗΤΗΣΟΥΝ  ΝΑ  ΕΝΤΑΧΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΜΕ  ΤΟΝ  ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΟΡΙΖΟΥΝ ΟΙ  ΙΕΡΟΙ  ΚΑΝΟΝΕΣ!!


Η συμμετοχή του πιστού λαού στην Οικουμενική Κίνηση.

Γνωρίζουμε ότι κριτήριο της Ορθοδοξίας παραμένει ο πιστός και ευσεβής λαός. Κανείς, ούτε Πατριάρχες ούτε Σύνοδοι, δεν μπορούν να τον παρακάμψουν και να φιμώ¬σουν τη συνείδησή του. Γι' αυτό και «δεν πρέπει να γίνεται κανένας διάλογος ή να λαμβάνεται καμιά απόφαση, αν δεν συμφωνεί η αγρυπνούσα αυτή συνείδηση της Εκκλη¬σίας (χαρισματούχοι κληρικοί, λαϊκοί, μοναχοί)» (Μητροπ. Ναυπάκτου Ιερόθεος).
Οι οικουμενιστικοί διάλογοι, όπως διεξάγονται, ευνο¬ούνται κυρίως από κύκλους της ακαδημαϊκής θεολογίας και από άλλα εκκλησιαστικά ή μη θεσμικά όργανα, που αποβλέπουν σε συγκεκριμένα οφέλη πολιτικά, οικονομικά, διεθνών σχέσεων και προβολής. Δεν αποτελούν αίτημα του εκκλησιαστικού σώματος, αλλά επιβάλλονται "έξω¬θεν" και "άνωθεν". Το γεγονός αυτό αναδεικνύει ένα νοσηρό φαινόμενο: την αυτονόμηση των διοικητικών θεσμών των Ορθοδόξων Εκκλησιών σήμερα. Η εκκλησιαστική δι¬οίκηση δηλαδή είναι χωρισμένη από τη θεολογική σκέψη, αλλά και από τις απόψεις, τις ανησυχίες και την εμπειρία του εκκλησιαστικού πληρώματος.
Έτσι συμβαίνει ο λαός του Θεού να μη συμμετέχει ενερ¬γά ούτε να ενημερώνεται υπεύθυνα και αντικειμενικά για τους διάλογους. Άλλωστε, οι αποφάσεις δεν φέρουν πά¬ντα τη σφραγίδα της αυθεντικής συνοδικότητος, αλλά λαμβάνονται συνήθως από ειδικούς «επαγγελματίες» του Οικουμενισμού. Ομολογεί χαρακτηριστικά ορθόδοξος ιε¬ράρχης: «Ο ορθόδοξος λαός δεν γνωρίζει τίποτε για την Οικουμενική Κίνηση... αλλ' ίσως είναι τυχερή και η Οικουμενική Κίνηση που ο ορθόδοξος πληθυσμός δεν γνωρίζει τι γίνεται στη Γενεύη»11! .Περιοδ. «Εκκλησία», αριθ. 13, σ. 500α, Αθήναι 1994.


Το χρέος μας.

Ζούμε αναμφίβολα σε περίοδο κοσμογονικών αλλα¬γών. Τα γεγονότα, κατευθυνόμενα πλέον, τρέχουν με ξέ¬φρενους ρυθμούς. Ο Οικουμενισμός εξελίσσεται μέσα στην ισοπεδωτική προοπτική της Παγκοσμιοποιήσεως, που επιβάλλουν ισχυρά πολιτικοοικονομικά κέντρα. Κα¬νείς πια δεν πιστεύει σοβαρά πως ο Οικουμενισμός μπο¬ρεί να προσφέρει ορατή λύση στο αίτημα της χριστια¬νικής ενότητος.
Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν πρέπει ούτε να αιθεροβατούμε αλλά ούτε και να εφησυχάζουμε. Αν σεβόμαστε πραγματικά τη ζωή των ανθρώπων, αν πονάμε τον βα¬σανισμένο από τις αδιέξοδες θρησκευτικές του παραδό¬σεις κόσμο της Δύσεως, αλλά και τον παγιδευμένο στις δαιμονικές πλάνες κόσμο της Ανατολής, έχουμε χρέος να μείνουμε προσηλωμένοι στην Αγία μας Εκκλησία. Να κρα¬τήσουμε ανόθευτη την πατροπαράδοτη πίστη μας, βιώ¬νοντάς την αυθεντικά μέσα από τον καθημερινό μας αγώ¬να για τον προσωπικό αγιασμό και τη θέωση. Η ορθή πίστη και ο ακριβής βίος θα μας κάνουν ικανούς για τη μαρ¬τυρία της Ορθοδοξίας, αλλά -γιατί όχι;- και για το μαρ¬τύριο, αν και όταν οι καιροί το απαιτήσουν...
Η εμμονή στην Ορθοδοξία, δηλαδή στη γνησιότητα της ζωής, και η εμμονή στην αλήθεια που ελευθερώνει και σώζει, δεν είναι εγωισμός, φανατισμός ή μισαλλοδοξία. Εκφράζει την οικουμενική διάσταση, την αγάπη και τη φι¬λανθρωπία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Και αποτελεί την ύστατη δυνατότητα που αυτή προσκομίζει, για μια ριζο¬σπαστική πνευματική αλλαγή στο χώρο της Δύσεως, αλλά και για μια έξοδο της Ανατολής από την αιχμαλω¬σία των ψεύτικων θεών.
ΩΡΑΙΑ  ΤΑ  ΓΡΑΦΕΙ  Ο  ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ  ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ  ΟΜΩΣ  ΔΕΝ  ΛΕΕΙ  ΟΛΟΙ ΤΗΝ  ΑΛΗΘΕΙΑ , ΓΡΑΦΕΙ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΜΕ  ΠΡΟΣΗΛΩΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ  ΑΓΙΑ ΜΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ  , ΜΑ ΣΥΜΦΩΝΑ  ΜΕ  ΤΑ ΓΡΑΦΩΜΕΝΑ  ΤΟΥ  ΠΙΟ  ΠΑΝΩ  Η  ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΔΕΝ  ΕΙΝΑΙ  ΠΛΕΟΝ  Η  ΑΓΙΑ  ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΑΛΛΑ  ΜΙΑ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΤΟΥ  ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ  ΠΟΥ  ΔΕΝ  ΕΧΕΙ  ΚΑΜΙΑ  ΣΧΕΣΗ  ΜΕ  ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΤΩΝ  ΑΓΙΩΝ  ΠΑΤΕΡΩΝ .
ΑΓΑΠΗΤΟΙ  ΜΟΥ  ΦΙΛΟΙ  ΜΗΝ  ΑΠΑΤΑΣΘΑΙ  ΣΤΗΝ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΤΗΣ  ΕΛΛΑΔΟΣ  ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ  ΣΩΤΗΡΙΑ , ΑΝΑΛΑΒΒΕΤΑΙ  Ο ΚΑΘΕ  ΕΝΑΣ  ΑΠΟ ΕΣΑΣ  ΤΙΣ  ΕΥΘΥΝΕΣ  ΤΟΥ ΚΑΙ  ΕΡΕΥΝΗΣΤΕ  ΤΑΣ ΓΡΑΦΑΣ  ΔΙΑ ΝΑ  ΒΡΗΤΕ  ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ , ΜΗΝ  ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΖΕΣΤΑΙ  ΑΠΟ  ΠΟΙΜΕΝΕΣ  ΚΑΙ  ΓΕΡΟΝΤΑΔΕΣ  ΠΟΥ  ΑΠΟ  ΕΞΩ  ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ  ΑΛΛΑ  ΣΤΗΝ  ΠΡΑΞΗ  ΕΙΝΑΙ  ΠΛΑΝΕΜΕΝΟΙ  ΣΚΛΗΡΟΣ  Ο  ΛΟΓΟΣ  ΜΟΥ  ΑΛΛΑ  ΥΠΑΡΧΟΥΝ  ΠΛΗΘΟΣ  ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ  ΓΙΑ  ΟΛΑ  ΑΥΤΑ .
ΕΥΧΟΜΑΙ  ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ  ΑΠΟ  ΒΑΘΟΥΣ  ΨΥΧΗΣ  ΝΑ  ΠΑΡΟΥΝ  ΤΗΝ  ΑΠΟΦΑΣΗ  ΚΑΠΟΙΟΙ  ΚΛΗΡΙΚΟΙ  ΤΗΣ  ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ  ΤΗΣ  ΕΛΛΑΔΟΣ  ΝΑ  ΒΓΟΥΝ  ΜΠΡΟΣΤΑ  ΝΑ  ΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥΝ  ΣΤΟΝ  ΛΑΟ  ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ  ΚΑΙ  ΝΑ  ΚΑΝΟΥΝ  ΑΥΤΟ  ΠΟΥ  ΟΡΙΖΟΥΝ  ΟΙ  ΙΕΡΟΙ  ΚΑΝΟΝΕΣ ! ΓΙΑ ΝΑ  ΛΑΜΨΕΙ  ΚΑΙ  ΠΑΛΗ  Η  ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ  ΣΤΗΝ  ΠΑΤΡΙΔΑ  ΜΑΣ  ΩΣΤΕ  ΝΑ  ΣΩΘΟΥΝ  ΟΙ  ΨΥΧΕΣ  ΤΟΥ  ΠΙΣΤΟΥ  ΛΑΟΥ , ΑΛΛΑ  ΚΑΙ  ΝΑ  ΕΡΘΗ  Η  ΕΥΛΟΓΙΑ  ΤΟΥ  ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ  ΘΕΟΥ  ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ  ΜΑΣ  ΚΑΙ ΝΑ  ΜΑΣ  ΓΛΥΤΩΣΗ  ΑΠΟ  ΤΑ ΚΑΚΑ  ΠΟΥ  ΜΑΣ  ΕΧΟΥΝ  ΒΡΗ , ΑΛΛΑ  ΚΑΙ  ΑΥΤΑ  ΠΟΥ  ΕΡΧΟΝΤΑΙ  ΤΑ  ΟΠΟΙΑ  ΘΑ ΕΙΝΑΙ  ΟΤΙ  ΧΕΙΡΩΤΕΡΟ  ΕΧΕΙ ΖΗΣΗ  Η  ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ!
Υ.γ.  ΤΑ ΚΑΦΑΛΑΙΑ  ΓΡΑΜΜΑΤΑ  ΕΙΝΑΙ  ΣΧΟΛΙΑ  ΔΙΚΑ  ΜΟΥ  ΩΣ  ΚΑΙ  ΟΙ  ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ  ΣΤΟΥΣ  ΚΑΝΟΝΕΣ.



ΑΙ ΠΑΛΙΔΩΡΙΑΙ ΤΩΝ ΨΕΥΔΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΙΤΩΝ, ΠΡΩΗΝ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝ ΑΥΤΩ


http://www.egoch.org/files/37194458.pdf





Μητροπολίτης Θεσσαλονἰκης κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Ο ΜΟΝΟΣ ΕΝΑΠΟΜΕΙΝΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΙΕΡΑΡΧΗΣ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕΤΑ ΤΑ ΕΠΑΡΑΤΑ ΣΧΙΖΜΑΤΑ ΤΩΝ ΝΕΟΕΙΚΟΝΩΜΑΧΩΝ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΜΑΧΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΜΑΧΩΝ ! Ο ΜΟΝΟΣ ΠΟΥ ΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΑ ΣΤΟΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΥΣΤΗΧΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ! ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΙΩΝ ΔΙΑΤΡΕΧΕΙ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΙΑ ΝΑ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ ΝΑ ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΚΑΙ ΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΝΑΠΟΜΕΙΝΑΝΤΕΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ ΕΛΠΙΖΟΝΤΑΣ ΟΤΙ Ο ΠΑΝΑΓΑΘΟΣ ΘΕΟΣ ΘΑ ΦΕΡΕΙ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥΣ ΕΡΓΑΤΑΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΔΑΞΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΠΟΙΜΑΝΟΥΝ ΤΟΝ ΛΑΟ ΤΟΥ ΟΠΩΣ ΕΓΙΝΕ ΠΟΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ ΜΕΓΑΛΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ!!

Ἐμεῖς οἱ «Παλαιοημερολογίτες» δέν εἴμαστε καλύτεροι ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους


Ἐμεῖς οἱ «Παλαιοημερολογίτες» δέν εἴμαστε καλύτεροι ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ὁ διάβολος μᾶς πολεμεῖ μέ τά ἴδια πάθη, τούς ἴδιους πειρασμούς καί τίς ἴδιες ἁμαρτίες μέ ὅλους τους ἄλλους, ἄν μή καί περισσότερο ὅπως εἶναι φυσικό. Γι’ αὐτό καί δέν προβάλουμε οὔτε τήν ὑποτιθέμενη ἀρετή μας καί τά ἔργα μας στούς ἄλλους, ἀλλά τήν τάξη καί τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.


Ἐμεῖς, ἔχουμε ἐπάνω μας ὅλες τίς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου. Ἀλλά αἱρετικοί καί σχισματικοί δέν εἴμαστε! Ἐμεῖς εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία μᾶς εἶναι Η ΜΙΑ  Ἁγία ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ καί τό θυσιαστήριό μας ἀμόλυντο.

«Για αυτό ικετεύω το λαό του Θεού, το έθνος το άγιο, να κρατήσει γερά τις εκκλησιαστικές παραδόσεις· γιατί η παραμικρή αφαίρεση από αυτά που μας έχουν παραδοθεί, σαν να αφαιρούμε λιθάρια από οικοδομή, γρήγορα θα γκρεμίσει ολόκληρη την οικοδομή»
(Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός).
ΟΠΩΣ ΓΚΡΕΜΙΣΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΤΗΝΤΗΣΕ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ!

«...επαγωνίζεσθαι τη άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει...» (Ιούδας 3)

ΑΓΙΟΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ Β΄ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ
(1222-1240)

"Εξορκίζω όλους τους λαϊκούς, όσοι είστε γνήσια τέκνα της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, να φεύγετε ολοταχώς από τους ιερείς που υπέπεσαν στην υποταγή στους Λατίνους, και μήτε σε εκκλησία να συγκεντρώνεστε μαζί τους, μήτε να παίρνετε οποιαδήποτε ευλογία από τα χέρια τους. Είναι καλύτερα να προσεύχεσθε στο Θεό στα σπίτια σας μόνοι, παρά να συγκεντρώνεστε στην εκκλησία μαζί με τους Λατινόφρονες. Ει’ δ’ άλλως, θα υποστήτε την ίδια κόλασι μ’ αυτούς".

ΑΥΤΟ  ΚΑΝΑΝΕ  ΟΙ  ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ  ΤΟ  1924  ΥΠΑΚΟΥΟΝΤΑΣ  ΣΤΟΥΣ  ΠΑΤΕΡΕΣ  ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ  ΔΕΝ  ΚΑΝΑΝΕ  ΑΛΛΗ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΑΛΛΑ  ΜΕΙΝΑΝΕ  ΣΤΗΝ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ  ΧΡΙΣΤΟΥ  ΚΟΠΤΟΝΤΑΣ  ΚΑΘΕ  ΚΟΙΝΩΝΙΑ  ΜΕ  ΤΟΥΣ  ΠΡΟΔΟΤΕΣ  ΠΟΙΜΕΝΕΣ ΤΗΣ  ΤΟΤΕ  ΙΕΡΑΡΧΕΙΑΣ  ΠΟΥ  ΕΚΠΕΣΑΝΕ  ΑΠΟ  ΤΗΝ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΤΟΥ ΘΕΟΥ  ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΑΝ  ΜΕ  ΤΗΝ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ  ΣΑΤΑΝΑ  ΤΟΝ  ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ!!

ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΛΕΕΙ: ''Τοιοῦτον ἔχει μέγεθος ἡ Ἐκκλησία· πολεμουμένη νικᾷ· ἐπιβουλευομένη περιγίνεται· ὑβριζομένη, λαμπροτέρα καθίσταται· δέχεται τραύματα, καὶ οὐ καταπίπτει ὑπὸ τῶν ἑλκῶν· κλυδωνίζεται, ἀλλ᾿ οὐ καταποντίζεται· χειμάζεται, ἀλλὰ ναυάγιον οὐχ ὑπομένει· παλαίει, ἀλλ᾿ οὐχ ἡττᾶται· πυκτεύει, ἀλλ᾿ οὐ νικᾶται''..
ΑΥΤΟ ΣΥΜΒΑΙΝΗ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΙ ΠΟΛΟΙ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΟΜΩΣ ΟΤΙ ΑΝ ΚΑΙ ΑΜΑΡΤΩΛΟΙ ΣΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΑ ΜΟΝΑ ΜΕΛΟΙ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΕΠΙ ΓΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ!

Στήκετε και κρατείτε τάς παραδόσεις άς εδιδάχθητε,είτε δια λόγου, εί δι΄επιστολής ημών ‎                                

"Σε κανέναν δεν επιτρέπεται να παρουσιάζει άλλη πίστη από την πίστη που όρισαν οι Άγιοι Πατερές...."
(Αγ. Μάρκος ο Ευγενικός.)
από την διαμαρτυρία των Γ.Ο.Χ. έξωθεν  του συμβουλίου της επικρατίας , διά την εκδίκαση προσφυγής νεοημερολογιτών μητροπολιτών διά  κατεδάφιση  ορθοδόξων ιερών ναών τήν δεκαετία του 1980 
Βίος αγίου Μαξίμου Ομολογητού: "2. Πρώτη ομολογία της ορθής πίστης"
 «Εσύ σε ποια Εκκλησία ανήκεις; Σε αυτήν του Βυζαντίου, της Ρώμης, της Αντιόχειας, της Αλεξάνδρειας ή της Ιερουσαλήμ; Γιατί όλες αυτές οι Εκκλησίες, μαζί με τις επαρχίες που υπόκεινται σε αυτές, είναι ενωμένες μεταξύ τους. Επομένως, αν ανήκεις επίσης στην Καθολική Εκκλησία, έλα σε κοινωνία μαζί μας αμέσως, για να μην εισέλθεις χωρίς να το καταλάβεις σε κάποια νέα και παράξενη οδό!».

Τότε ο δίκαιος απάντησε σοφά: «Ο Κύριός μας Χριστός χαρακτήρισε Καθολική Εκκλησία εκείνη την Εκκλησία, η οποία διατηρεί την αληθινή και ομολογιακή παρακαταθήκη της πίστης. αγίου Μαξίμου Ομολογητού:
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΟΤΑΝ ΟΛΟΙ ΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ, ΚΑΙ Ο ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ ΠΕΣΑΝΕ ΣΕ ΑΙΡΕΣΗ , ΜΟΝΟ ΑΥΤΟΣ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ ΜΟΝΟΣ ΗΤΑΝ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ!

Η ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ ΤΟΥ 1583

.....Ὅποιος δέν ἀκολουθεῖ τά ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, καθώς αἱ ἑπτά Ἅγιαι Οἰκουμενικαι Σύνοδοι ἐθεσπισαν καί τό ῞Αγιον Πάσχα καί τό Μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν νά ἀκολουθῶμεν καί θέλει νά ἀκολουθῆ τό νεοεφεύρετον Πασχάλιον καί Μηνολόγιον τῶν ἀθέων ἀστρονόμων τοῦ Πάπα, καί ἐναντιώνεται εἰς αὐτά ὅλα, καί θέλει νά ἀνατρέψῃ καί νά χαλάσῃ τά πατροπαράδοτα δόγματα καί ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, ἄς ἔχει τό ἀνάθεμα καί ἔξω τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, καί τῆς τῶν πιστῶν ὁμηγύρεως ἄς εἶναι.....

῎Ετους ἀπό Θεανθρώπου αφπγ (1583) Ἰνδικτιῶνος ΙΒ΄ Νοεμβρίου Κ΄.

Ὁ Κωνσταντινουπόλεως ΙΕΡΕΜΙΑΣ
Ὁ Ἱεροσολύμων ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ
Ὁ Ἀλεξανδρείας ΣΙΛΒΕΣΤΡΟΣ
Καί οἱ λοιποί Ἀρχιερεῖς τῆς Συνόδου παρόντες».

ο μητροπολήτης Θεσσαλονίκης της Γνησίας Εκκλησίας του Θεού , (παλαιού ημερολογίου)παναγιώτατος κ. Χρυσόστομος Μητρόπουλος  , ο μόνος εναπομείνας ορθόδοξος επίσκοπος ο έλκων την ιεροσύνη του από τον Άγιο Βρεσθένης+ Ματθαίο Καρπαθάκη ,μετά την αποκοπή και έκπτωση της εκκλησίας της Ελλάδος , από την Εκκλησία του Θεού , λόγο της επάρατης καταδικασμένης ,αφωρισμένης , και παράνομο  εισαγωγή του ΝΕΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ , λόγο του ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ , που στέρησε από τις ορθόδοξες εκκλησίες της ανατολής , κάθε μυστήριο και την αποστολική διαδοχη και τις κατέστησε υποχείριο του Π.Σ.Ε. τόν οποίον οι σατανικοί νέο-εικονομάχοι συκοφαντούν καί κατηγορούν διότι προσκυνεί  την  ,ορθόδοξο εικόνα της Αγίας Τριάδος τών τριών προσώπων , και την εικόνα της εκ ΤΑΦΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, οι δε νικολαϊται βλάσφημοι και σατανικοί  νέο- Χριστομάχοι - Εκκλησιομάχοι του Χρυσόστομου Τζανή , διότι πιστεύη και διδάσκει αυτό που διδάσκει η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ,δηλαδή ότι η εκκλησία του Θεάνθρωπου  Ιησού Χριστού είναι :
  •  Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ εἶναι Θεία Μυστηριακή Κοινωνία προσώπων.
  • Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ εἶναι Κοινωνία, Σχέσις, καί Ἕνωσις, κατά Χάριν, τοῦ ΤΡΙΣΥΠΟΣΤΑΤΟΥ ΘΕΟΥ μετά κτιστῶν λογικῶν ὄντων, Ἀγγέλων καί ἀνθρώπων.
  • Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ εἶναι «Κοινωνία Θεώσεως» (Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς).
  • Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ εἶναι Αὐτή ἡ Μία Εὐλογημένη ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑ ΔΟΣ ἐν Οὐρανῷ καί ἐπί γῆς.
  •  Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ εἶναι ΘΕΟΣΥΣΤΑΤΟΣ, ΘΕΟΪΔΡΥΤΟΣ, ΘΕΟΫΠΟΣΤΑΤΟΣ καί ΘΕΑΝΘΡΩΠΙΝΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ.
  • Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ἔχει ΠΡΟΑΙΩΝΙΟΝ, ΑΝΑΡΧΟΝ, ΑΚΤΙΣΤΟΝ, ΘΕΪΚΗΝ ΚΕΦΑΛΗΝ, Αὐτόν τόν Ἐνανθρωπήσαντα ΘΕΟΝ ΛΟΓΟΝ καί ΜΟΝΟΓΕΝΗ ΥΙΟΝ τοῦ Θεοῦ ΠΑΤΡΟΣ, τόν ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΝ ΚΥΡΙΟΝ καί ΘΕΟΝ καί ΣΩΤΗΡΑ ἡμῶν ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ, καί Σῶμα Αὐτῆς κτιστά λογικά ὄντα, ἤτοι Ἀγγέλους καί ἀνθρώπους ὡς μέλη.
  •  Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ἔχουσα ΚΕΦΑΛΗΝ τόν ΧΡΙΣΤΟΝ, τόν ΤΑΥΤΟΥΡΓΟΥΝΤΑ μετά τοῦ Πατρός καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχει ΚΕΦΑΛΗΝ τήν ΑΓΙΑΝ ΤΡΙΑΔΑ.
  • Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ εἶναι Οἶκος τοῦ ΘΕΟΥ, Στῦλος καί Ἑδραίωμα τῆς Ἀληθείας, ὡς ἔχουσα ἐν Αὐτῇ τό Πανάγιον καί Τελεταρχικόν Πνεῦμα, τό ὁδηγοῦν Αὐτήν εἰς πᾶσαν τήν Ἀλήθειαν καί ποιμαῖνον τήν Ἐκ κλησίαν τοῦ ΚΥΡΙΟΥ καί ΘΕΟΥ, ἥν Αὐτός περιεποιήσατο διά τοῦ ἰδίου Αἵματος (Πράξ. Κ´ 28).

  • Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, Θριαμβεύουσα καί Στρατευομένη, ἀποτελεῖ Ἑνιαῖον Σῶμα μέ Μίαν ΚΕΦΑΛΗΝ, τόν Ἀρχιποίμενα Χριστόν, τόν Προαιώνιον Θεόν Λόγον καί Μονογενῆ Υἱόν τοῦ Θεοῦ (Κολ. Α´ 18).
  •  Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ὑπάρχει ἀπό καταβολῆς κόσμου καί Δημιουργίας τῶν κτιστῶν λογικῶν ὄντων.
  •  Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ διατηρεῖ Ἀνόθευτον τήν Ἀποστολικήν Πίστιν καί Ἀδιάκοπον τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος.
  • Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ εἶναι ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΑΙΩΝΙΟΣ«καί τῆς Βασιλείας Αὐτοῦοὐκ ἔσται τέλος».
  • Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ὡς ΒΑΣΙΛΕΙΑ Ὁρατοῦ καί Ἀοράτου κόσμου, εἶναι πλατυτέρα τῆς γῆς καί ὑψηλοτέρα τοῦ οὐρανοῦ, ὁ δέ κόσμος ἐγένετο διά τήν Ἐκκλησίαν καί ὄχι ἡ Ἐκκλησία διά τόν κόσμον (Ἅγ.Ἰωάννης Χρυσόστομος).
Η προκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη προς τους σκλαβωμένους Έλληνες από το στρατόπεδο του Ιασίου (24 Φεβρουαρίου 1821)


Αλέξανδρος Υψηλάντης

(Σημείωση Φιλίστωρος: έχω παρατηρήσει πολλές φορές ότι οι συμμετέχοντες στον δημόσιο διάλογο για το 1821 αδιαφορούν συστηματικά για τις απόψεις και τις γνώμες όσων έλαβαν μέρος στην επανάσταση, η αποσπασματικά επικαλούνται κάποιες από αυτές. Σήμερα θα υπενθυμίσουμε την προκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη από το Ιάσιο, στην οποία αναφέρονται με ευκρίνεια οι ιδεολογικές συνιστώσες της επανάστασης τις οποίες επικαλείται για να παρακινήσει τους Έλληνες να ξεσηκωθούν.)

Ἡ ὥρα ἦλθεν, ὦ ἄνδρες Ἕλληνες!

Οἱ ἀδελφοί μας καὶ φίλοι εἶναι πανταχοῦ ἕτοιμοι· οἱ Σέρβοι, οἱ Σουλιῶται, καὶ ὅλη ἡ Ἤπειρος ὁπλοφοροῦντες μᾶς περιμένουν· ἂς ἑνωθῶμεν λοιπὸν μὲ ἐνθουσιασμόν! Ἡ Πατρὶς μᾶς προσκαλεῖ!

Ἡ Εὐρώπη προσηλώνουσα τοὺς ὀφθαλμούς της εἰς ἡμᾶς, ἀπορεῖ διὰ τὴν ἀκινησίαν μας· ἂς ἀντηχήσωσι λοιπὸν ὅλα τὰ ὄρη τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ τὸν ἦχον τῆς πολεμικῆς μας σάλπιγγος καὶ αἱ κοιλάδες ἀπὸ τὴν τρομερὰν κλαγγὴν τῶν ἁρμάτων μας. Ἡ Εὐρώπη θέλει θαυμάσει τὰς ἀνδραγαθίας μας οἱ δὲ τύραννοι ἡμῶν τρέμοντες καὶ ὠχροὶ θέλουσι φύγῃ ἀπ᾿ ἔμπροσθέν μας. Οἱ φωτισμένοι λαοὶ τῆς Εὐρώπης ἀσχολοῦνται εἰς τὴν ἀπόλαυσιν τῆς ἰδίας εὐδαιμονίας καὶ πλήρεις εὐγνωμοσύνης διὰ τὰς πρὸς αὐτοὺς τῶν προπατόρων μας εὐεργεσίας, ἐπιθυμοῦσι τὴν ἐλευθερίαν τῆς Ἑλλάδος.

Ἡμεῖς φαινόμενοι ἄξιoι τῆς προπατορικῆς ἀρετῆς καὶ τοῦ παρόντος αἰῶνος εἴμεθα εὐέλπιδες, νὰ ἐπιτύχωμεν τὴν ὑπεράσπισιν αὐτῶν καὶ εἰς βοήθειαν πολλοὶ ἐκ τούτων φιλελεύθεροι θέλουσιν ἔλθῃ, διὰ νὰ συναγωνισθῶσι μὲ ἡμᾶς. Κινηθεῖτε, ὦ φίλοι, καὶ θέλετε ἰδῇ μίαν κραταιὰν δύναμιν νὰ ὑπερασπισθῇ τὰ δίκαιά μας! Θέλετε ἰδῇ καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν ἐχθρῶν μας πολλοὺς οἵτινες παρακινούμενοι ἀπὸ τὴν δικαίαν μας αἰτίαν, νὰ στρέψωσι τὰ νῶτα πρὸς τὸν ἐχθρὸν καὶ νὰ ἑνωθῶσι μὲ ἡμᾶς· ἂς παρρησιασθῶσι μὲ εἰλικρινὲς φρόνημα, ἡ Πατρὶς θέλει τοὺς ἐγκολπωθῇ! Ποῖος λοιπὸν ἐμποδίζει τοὺς ἀνδρικούς σας βραχίονας; Ὁ ἄνανδρος ἐχθρός μας εἶναι ἀσθενὴς καὶ ἀδύνατος. Οἱ στρατηγοί μας ἔμπειροι, καὶ ὅλοι οἱ ὁμογενεῖς γέμουσιν ἐνθουσιασμοῦ! Ἑνωθῆτε λοιπόν, οἱ ἀνδρεῖοι καὶ μεγαλόψυχοι Ἕλληνες! Ἂς σχηματισθῶσι φάλαγγες ἐθνικαί, ἂς ἐμφανισθῶσι πατριωτικαὶ λεγεῶνες, καὶ θέλετε ἰδῇ τοὺς παλαιοὺς ἐκείνους κολοσσοὺς τοῦ δεσποτισμοῦ νὰ πέσωσιν ἐξ ἰδίων, ἀπέναντι τῶν θριαμβευτικῶν μας σημαιῶν. Εἰς τὴν φωνὴν τῆς σάλπιγγός μας ὅλα τὰ παράλια τοῦ Ἰoνίoυ καὶ Αἰγαίoυ πελάγους θέλουσιν ἀντηχήσῃ· τὰ ἑλληνικὰ πλοῖα, τὰ ὁποῖα ἐν καιρῷ εἰρήνης ἤξευραν νὰ ἐμπορεύωνται καὶ νὰ πολεμῶσι, θέλουσι σπείρῃ εἰς ὅλους τοὺς λιμένας τοῦ τυράννου με τὸ πῦρ καὶ τὴν μαχαίραν τὴν φρίκην καὶ τὸν θάνατον.

Ποία ἑλληνικὴ ψυχὴ θέλει ἀδιαφορήσῃ εἰς τὴν πρόσκλησιν τῆς Πατρίδος; Εἰς τὴν Ῥώμην ἕνας τοῦ Καίσαρος φίλος σείων τὴν αἱματωμένην χλαμύδα τοῦ τυράννου ἐγείρει τὸν λαόν. Τί θέλετε κάμῃ σεῖς ὦ Ἕλληνες, πρὸς τοὺς ὁποίους ἡ Πατρὶς γυμνὴ δεικνύει μὲν τὰς πληγάς της καὶ μὲ διακεκομμένην φωνὴν ἐπικαλεῖται τὴν βοήθειαν τῶν τέκνων της; Ἡ θεία πρόνοια, ὦ φίλοι συμπατριῶται, εὐσπλαγχνισθεῖσα πλέον τὰς δυστυχίας μας ηὐδόκησεν οὕτω τὰ πράγματα, ὥστε μὲ μικρὸν κόπον θέλομεν ἀπολαύσῃ μὲ τὴν ἐλευθερίαν πᾶσαν εὐδαιμονίαν. Ἂν λοιπὸν ἀπὸ ἀξιόμεμπτον ἀβελτηρίαν ἀδιαφορήσωμεν, ὁ τύραννος γενόμενος ἀγριώτερος θέλει πολλαπλασιάσῃ τὰ δεινά μας, καὶ θέλομεν καταντήσῃ διὰ παντὸς τὸ δυστυχέστερον πάντων τῶν ἐθνῶν.

Στρέψατε τοὺς ὀφθαλμούς σας, ὦ συμπατριῶται! καὶ ἴδετε τὴν ἐλεεινήν μας κατάστασιν· ἴδετε ἐδῶ τοὺς ναοὺς καπατημένους· ἐκεῖ τὰ τέκνα μας ἁρπαζόμενα, διὰ χρῆσιν ἀναιδεστάτην τῆς ἀναιδοῦς φιληδονίας τῶν βαρβάρων τυράννων μας· τοὺς οἴκους μας γεγυμνωμένους· τοὺς ἀγρούς μας λεηλατισμένους καὶ ἡμᾶς αὐτοὺς ἐλεεινὰ ἀνδράποδα. Εἶναι καιρὸς νὰ ἀποτινάξωμεν τὸν ἀφόρητον τοῦτον ζυγόν, νὰ ἐλευθερώσωμεν τὴν Πατρίδα, νὰ κρημνίσωμεν ἀπὸ τὰ νέφη τὴν ἠμισέληνον, διὰ νὰ ὑψώσωμεν τὸ σημεῖον δι᾿ οὗ πάντοτε νικῶμεν, λέγω τὸν Σταυρόν, καὶ οὕτω νὰ ἐκδικήσωμεν τὴν Πατρίδα, καὶ τὴν ὀρθόδοξον ἡμῶν Πίστιν ἀπὸ τὴν ἀσεβῆ τῶν ἀσεβῶν καὶ ἀφρόνησιν.

Μεταξὺ ἡμῶν εὐγενέστερος εἶναι, ὅς τις ἀνδρειωτέρως ὑπερασπισθῇ τὰ δίκαια τῆς Πατρίδος καὶ ὠφελιμωτέρως τὴν δουλεύσει. Τὸ ἔθνος συναθροιζόμενον θέλει ἐκλέξῃ τοὺς δημογέροντάς του, καὶ εἰς τὴν ὕψιστον ταύτην βουλὴν θέλουσιν ὑπέκει ὅλαι μας αἱ πράξεις. Ἂς κινηθῶμεν λοιπὸν μὲ ἓν κοινὸν φρόνημα, οἱ πλούσιοι ἂς καταβάλωσιν μέρος τῆς ἰδίας περιουσίας, οἱ ἱερoὶ ποιμένες ἂς ἐμψυχώσωσι τὸν λαὸν μὲ τὸ ἴδιόν των παράδειγμα, καὶ οἱ πεπαιδευμένοι ἂς συμβουλεύσωσιν τὰ ὠφέλιμα. Οἱ δὲ ἐν ξέναις αὐλαῖς ὑπουργοῦντες στρατιωτικοὶ καὶ πολιτικοὶ ὁμογενεῖς, ἀποδίδοντες

τὰς εὐχαριστίας εἰς ἣν ἕκαστος ὑπουργεῖ δύναμιν, ἂς ὁρμήσωσιν ὅλοι εἰς τὸ ἀνοιγόμενον ἤδη μέγα καὶ λαμπρὸν στάδιον, καὶ ἂς συνεισφέρωσιν εἰς τὴν πατρίδα τὸν χρεωστούμενον φόρον, καὶ ὡς γενναῖoι ἂς ἐνοπλισθῶμεν ὅλοι ἄνευ ἀναβολῆς καιροῦ μὲ τὸ ἀκαταμάχητον ὅπλον τῆς ἀνδρείας καὶ ὑπόσχομαι ἐντὸς ὀλίγου τὴν νίκην καὶ μετ᾿ αὐτὴν πᾶν ἀγαθόν. Πoῖoι μισθωτοὶ καὶ χαῦνοι δοῦλοι τολμοῦν νὰ ἀντιπαραταχθώσιν ἀπέναντι λαοῦ, πολεμοῦντος ὑπὲρ τῆς ἰδίας ἀνεξαρτησίας; Μάρτυρες οἱ ἡρωικοὶ ἀγῶνες τῶν προπατόρων μας· Μάρτυς ἡ Ἱσπανία, ἥτις πρώτη καὶ μόνη κατετρόπωσεν τὰς ἀηττήτους φάλαγγας ἑνὸς τυράννου.

* * *

Μὲ τὴν ἕνωσιν, ὦ συμπολίται, μὲ τὸ πρὸς τὴν ἱερὰν θρησκείαν σέβας, μὲ τὴν πρὸς τοὺς νόμους καὶ τοὺς στρατηγοὺς ὑποταγήν, μὲ τὴν εὐτολμίαν καὶ σταθηρότητα, ἡ νίκη μας εἶναι βεβαῖα καὶ ἀναπόφευκτος· αὐτὴ θέλει στεφανώσῃ μὲ δάφνας ἀειθαλεῖς τους ἡρωικοὺς ἀγώνας μας· αὐτὴ μὲ χαρακτῆρας ἀνεξαλείπτους θέλει χαράξῃ τὰ ὀνόματα ἡμῶν εἰς τὸν ναὸν τῆς ἀθανασίας, διὰ τὸ παράδειγμα τῶν ἐπερχομένων γενεῶν. Ἡ Πατρὶς θέλει ἀνταμείψῃ τὰ εὐπειθῆ καὶ γνήσιά της τέκνα μὲ τὰ βραβεῖα τῆς δόξης καὶ τιμῆς· τὰ δὲ ἀπειθῆ καὶ κωφεύοντα εἰς τὴν τωρινήν της πρόσκλησιν, θέλει ἀποκηρύξῃ ὡς νόθα καὶ ἀσιανὰ σπέρματα, καὶ θέλει παραδώσῃ τὰ ὀνόματά των, ὡς ἄλλων προδοτῶν, εἰς τὸν ἀναθεματισμὸν καὶ κατάραν τῶν μεταγενεστέρων.

Ἂς καλέσωμεν λοιπὸν ἐκ νέου, ὦ ἀνδρεῖοι, καὶ μεγαλόψυχοι Ἕλληνες, τὴν ἐλευθερίαν εἰς τὴν κλασικὴν γῆν τῆς Ἑλλάδος. Ἂς συγκροτήσωμεν μάχην μεταξὺ τοῦ Μαραθῶνος καὶ τῶν Θερμοπυλῶν. Ἂς πολεμήσωμεν εἰς τοὺς τάφους τῶν Πατέρων μας, οἱ ὁποῖοι διὰ νὰ μᾶς ἀφήσωσιν ἐλευθέρους ἐπολέμησαν καὶ ἐπέθανον ἐκεῖ. Τὸ αἷμα τῶν τυράννων εἶναι δεκτὸν εἰς τὴν σκιὰν τοῦ Ἐπαμινώνδου Θηβαίου, καὶ τοῦ Ἀθηναίου Θρασυβούλου, οἵτινες κατετρόπωσαν τοὺς τριάκοντα τυράννους· εἰς ἐκείνας τοῦ Ἁρμοδίου καὶ Ἀριστογείτονος, οἱ oπoίoι συνέτριψαν τὸν Πεισιστρατικὸν ζυγόν· εἰς ἐκείνην τοῦ Τιμολέοντος ὅς τις ἀπεκατέστησε τὴν ἐλευθερίαν εἰς τὴν Κόρινθον καὶ τὰς Συρακούσας, μάλιστα εἰς ἐκείνας τοῦ Μιλτιάδου καὶ Θεμιστοκλέους τοῦ Λεωνίδου καὶ τῶν Τριακοσίων, οἵτινες κατέκοψαν τοσάκις τοὺς ἀναριθμήτους στρατοὺς τῶν βαρβάρων Περσῶν, τῶν ὁποίων τοὺς βαρβαρωτέρους καὶ ἀνανδροτέρους ἀπογόνους πρόκειται εἰς ἡμᾶς σήμερον μὲ πολλὰ μικρὸν κόπον νὰ ἐξαφανίσωμεν ἐξ ὁλοκλήρου.
Εἰς τὰ ὅπλα λοιπόν, φίλοι, ἡ Πατρὶς μᾶς προσκαλεῖ!

Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης
Τῇ 24ῃ τοῦ Φεβρουαρίου 1821
Εἰς τὸ γενικὸν στρατόπεδον τοῦ Ἰασίου
ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ 1924 ΚΑΙ 1948

1) Πρώτη Περίοδος, 1924 – 1935

Τήν πραξικοπηματικήν καί ἀντορθόδοξον Ἡμερολογιακήν ἀλλαγήν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος δέν τήν ἐδέχθησαν ὅλοι, ἀλλά ὑπῆρξαν ἀρκεταί ὁμαδικαί καί ἀτομικαί ἀντιδράσεις. Κατά τό διάστημα 1924-1926,ἱδρύθησαν ὑπό τῶν μή δεχθέντων τήν Ἀντιεκκλησιαστικήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν συντονιστικά ὄργανα ἀντιδράσεως πρός τήν Σχισματοαιρετικήν Καινοτομίαν τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Παπικοῦ Ἡμερολογίου. Οἱ Σύλλογοι αὐτοί, ὅπως ὁ «Σύλλογος Ὀρθοδόξων» εἰς την Ἀθήνα, ὁ μετέπειτα ἐξελιχθείς εἰς τήν «Πανελλήνιον Θρησκευτικήν Κοινότητα τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν», καθώς και ὁ «Ἱερός Σύνδεσμος τῶν Ζηλωτῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους», ὑπεστήριξαν πολυτρόπως τούς ἐμμένοντας εἰς τά πάτρια καί θέσμια τῆς Ἐκκλησίας ἐντάλματα. Οὗτοι προέβησαν εἰς διαμαρτυρίας πρός τάς πολιτικάς Ἀρχάς, εἰς τήν ἐνημέρωσιν τοῦ λαοῦ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῶν Νεοημερολογιτῶν εἶναι Συναγωγή Σχισματοαιρετικῶν, καί εἰς τήν Διακήρυξιν ὅτιοἱ Νεοημερολογῖται εἶναι ΕΚΤΟΣ τῆς Ἐκκλησίας, ΣΤΕΡΟΥΝΤΑΙτῆς Θείας Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ Ἔγκυρα Μυστήρια.

Οὕτω διά τῆς ἱδρύσεως Ὀρθοδόξων ἐνοριῶν, διεφυλάχθη ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις καί ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ συνέχισε τήν Ἱστορικήν της πορείαν μέ πολύ ὀλίγα μέλη, τούς κρατοῦντας τάς Ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικοῦ κύρους Πανορθοδόξων Συνόδων τῶν προηγουμένων αἰώνων.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, οἱ μή ἀποδεχθέντες τήν Αἱρετικήν Παπικήν Καινοτομίαν τῆς Ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου ΔΙΕΚΟΨΑΝ ΑΜΕΣΩΣ καί ἐπισήμως κάθε Πνευματικήν καί Ἐκκλησιαστικήν Ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Νεοημερολογιτικῆς Οἰκουμενιστικῆς Ἐκκλησίας, ΑΠΟΚΗΡΥΞΑΝΤΕΣ αὐτήν πολλάκις ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΟΑΙΡΕΤΙΚΗΝ. Μία ἐκ τῶν πολλῶν αὐτῶν ἀποκηρύξεων ἡ ὁποία ἐπεδόθη εἰς τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον ἦτο καί ἡ τῆς 1ης Αὐγούστου 1934, διά τῆς ὁποίας ἡ Νεοημερολογητική Ἐκκλησία ΑΠΕΚΗΡΥΧΘΗ ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ, ὡς μη ἔχουσα τό δικαίωμα καί ὡς μή δυναμένη νά ἐξασκῇ πνευματικήν ἐξουσίαν ἐπί τῶν ἐμμενόντων εἰς τά Ὀρθόδοξα Δόγματα καί τήν Ἱεράν Παράδοσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Παραλλήλως δέ ἐγένοντο ἐνέργειαι διά τήν ἐξεύρεσιν Ἀρχιερέων χειροτονηθέντων πρό τοῦ Σχίσματος, προς διαποίμανσιν τοῦ Γνησίως Ὀρθοδόξου Πληρώματος.

Ἡ πρωτοβουλία αὕτη και αἱ παράλληλοι ἐνέργειαι ἐτελεσφόρησαν. Τρεῖς ἀρχιερεῖς ἐδέχθησαν νά ἀποκηρύξουν τήν Νεοημερολογητικήν Ἐκκλησίαν ὡς Σχισματικήν.

Τήν 13ην Μαΐου 1935, ὁ Δημητριάδος Γερμανός (Μαυρομάτης), ὁ πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος (Καβουρίδης),καί ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος (Δημητρίου), διέκοψαν πᾶσαν Ἐκκλησιαστικήν σχέσιν και ἐπικοινωνίαν μέ τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν και τήν ἀπεκήρυξαν ὡς Σχισματικήν ἐπισήμως, ἐνώπιον 25.000 λαοῦ εἰς τόν Ἱ.Ν. Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Ἐπιδαύρου 14, Κολωνός Ἀθῆναι), ἀλλά καί ὑπηρεσιακῶς διά δικαστικοῦ κλητῆρος προς τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον, καί διά δημοσιεύσεων εἰς τόν ἡμερήσιον τύπον τῶν Ἀθηνῶν.
Ἐκ τῶν τριῶν αὐτῶν Ἀρχιερέων, οἱ δύο πρῶτοι ἦσαν χειροτονημένοι πρό
τοῦ Σχίσματος τοῦ 1924.

Οὗτοι, διά τῆς δημοσίας ταύτης καταδίκης τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Λιβέλου, ἀπεκατεστάθησαν Κανονικῶς εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, συμφώνως πρός τούς σχετικούς Ἱερούς Κανόνας
τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων (7ος Κανών τῆς Β´, 95ος Κανών τῆς ΣΤ´ και 8ος Κανών τῆς Α´), οἱ ὁποῖοι προβλέπουν διά τούς ἐπιστρέφοντας εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν ἐκ Σχίσματος καί Αἱρέσεως Ἱερωμένους, οἵτινες εἶχον λάβει Ὀρθοδόξως τό Βάπτισμα καί τήν Ἱερωσύνην, νά ἀποκαθίστανται μόνον διά Λιβέλλου. Ὡς γνωστόν, τά δύο Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τῆς Ἱερωσύνης δέν ἐπαναλαμβάνονται. Κατόπιν τούτου, ὁ τρίτος, ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος, ὡς χειροτονηθείς μετά τό Σχίσμα τοῦ 1924, ἀπεκατεστάθη κανονικῶς εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν διά χειροθεσίας ὑπό τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ καί τοῦ πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου.

Εἰς τό Ἔγγραφον μέ τό ὁποῖον οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς ΑΠΕΚΗΡΥΞΑΝ τήν Νεοημερολογιτικήν Σύνοδον καί ἀπέστειλον εἰς αὐτήν διά Δικαστικοῦ Κλητῆρος, περιλαμβάνονται μεταξύ ἄλλων καί τά ἀκόλουθα:

«Ἐπειδή ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος διά τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου ἠθέτησε τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας, τους διέποντας τά τῆς Θείας Λατρείας, καί ἰδίᾳ τήν Νηστείαν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἥτις ἐνίοτε καί ἐντελῶς ἐξαφανίζεται. . . .

»Ἐπειδή ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος, διασπάσασα διά τῆς μονομεροῦς και ἀντικανονικῆς εἰσαγωγῆς και ἐν τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου τήν ἑνότητα τῆς Καθόλου Ὀρθοδοξίας, καί διαιρέσασα τους Χριστιανούς εἰς δύο ἀντιθέτους ἡμερολογιακάς μερίδας, ἔθιξεν ἐμμέσως καί τό Δόγματοῦ Συμβόλουτῆς Πίστεως εἰς Μίαν, Ἁγίαν,Καθολικήν και Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. . . .
»Ἐπειδή τέλος δι᾽ ὅλους τούς ἀνωτέρω λόγους ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπέσχισε καί ἀπετείχισε ἑαυτήν κατά τό πνεῦμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων τοῦ καθόλου κορμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἐκήρυξεν κατ᾽οὐσίαν ἑαυτήν Σχισματικήν, καθά ἀπεφάνθη καί ἡ πρός μελέτην τοῦ Ἡμερολογιακοῦ Ζητήματος ὁρισθεῖσα ἐξ εἰδικῶν νομομαθῶν καί θεολόγων καθηγητῶν τοῦ Ἐθνικοῦ Πανεπιστημίου Ἐπιτροπή, ἧς μέλος ἀπετέλειτότε καί ὁ Μακαριώτατος, ὡς καθηγητής τοῦ Πα ν ε π ι σ τ η μίου. . . .

»Διά ταῦτα, ὑποβάλλοντες εἰς τήν Διοικοῦσαν Σύνοδον την ἐπισυνημμένην Διαμαρτυρίαν ἡμῶν, δηλοῦμεν,ὅτι κόπτωμεν τοῦ λοιποῦ πᾶσαν σχέσιν καί Ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετ᾽ Αὐτῆς, ἐμμενούσης εἰς τήν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν, καί ἀναλαμβάνομεν τήνΠνευματικήν Ἡγεσίαν καί Ἐκκλησιαστικήν Ποιμαντορίαν τοῦ Ἀποκηρύξαντος τήν Διοικοῦσαν Ἐκκλησίαν καί ἐκ πολυαρίθμων Κοινοτήτων συγκειμένου Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, τοῦ ἐμμένοντος πιστοῦ εἰς το Πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον. . . .

† Ὁ Δημητριάδος Γερμανός
† Ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος
† Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος »__

Καταγγέλλουν δηλαδή οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, καταδικάζουν καί Ἀποκηρύσσουν τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν ὡς Καινοτόμον, Σχισματικήν καί Ἀντορθόδοξον. Ἀναγγέλλουν δέ τήν Ἀνάληψιν τῆς ἡγεσίας τῶν πιστῶν, τῶν ἐμμενόντων εἰς το Πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον.
Η ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Μετά τήν Ἀποκήρυξιν αὐτήν, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς μέ 18σέλιδον Προκήρυξιν ἤρχισαν τήν διαποίμανσιν τῶν Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Μοναχῶν, ἐνημερώνοντες δι᾽ αὐτῶν ἅπαν τό ποίμνιον, περί τῆς ἄνευ κύρους ἀντικανονικῆς Ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου. Εἰς τήν Προκήρυξιν, ὄχι μόνον ἀπορρίπτουν τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου, ἀλλά καί ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΝ αὐτήν ὡς αἰτίαν Σχίσματος. Παρατίθενται εἰς τήν συνέχειαν ἀντιπροσωπευτικά ἀποσπάσματα τῆς Προκηρύξεως:

«Τό ὅτι δέ καί ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος ἀπεδέχθη εἶτα σιωπηρῶς τήν γενομένην μεταβολήν τοῦ Ἡμερολογίου . . . οὐδαμῶς δύναται νά προσδώσῃ κῦρος Ἐκκλησιαστικόν εἰς τήν Ἡμερολογιακήν ταύτην καινοτομίαν.
Ὥστε ἡ μεταβολή τοῦ Ἡμερολογίου . . . στερεῖται, οὐ μόνον Πανορθοδόξου κύρους, . . .
ἀλλά καί τοπικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ κύρους,ὡς μή ἀπορρεύσασα ἐκ τῆς Συνόδου τῆς ὅλης Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἀλλά καί ἄν ἀκόμηἡ μεταβολή αὕτη τοῦ Ἡμερολογίου ἐγένετο ὑφ᾽ ὅλης τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλά δος συνερχομένης εἰς Σύνοδον, πάλιν ΔΕΝ θά εἶχε κῦρος Ἐκκλησιαστικόν . . . .
Ἐπί πλέον δέ ἡ ἀποδοχή τοῦ Νέου Ἡμερολογίου εἶναι καί Ἀντορθόδοξος.»

Οἱ δέ ἀκολουθοῦντες τό Νέον Ἡμερολόγιον, κλῆρος καί λαός, ὅταν πληροφορηθῶσι ὅτι ἡ «ἀντικανονική μεταβολή τοῦ Ἡμερολογίου ἐδημιούργησε συνεπείας θιγούσας τάς Παραδόσεις τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τό Δόγμα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, θά ἀποκηρύξωσι τήν ἐπάρατον ταύτην καί Παπισμοῦ ὄζουσαν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν».
Ἀπευθυνόμενοι πρός τούς κληρικούς οἱ ὁποῖοι δέν θέλουν νά συμμορφωθῶσιν μέ τήν Ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς γρά- φουν: «δέν εἶναι ἀνταρσία πρός τήνἔννοιαν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ᾽ ἄρνησις νά συμμορφωθῆτε πρός μίαν Ἀντικανονικήν καί Ἀντορθόδοξον Ἀπόφασιν τῆς Διοικούσης Συνόδου».

«Οἱ Ἀρχιερεῖς, ἐφ᾽ ὅσον . . . διέσπασαν τό ἑνιαῖον τῆς Ὀρθοδοξίας Δόγμα, . . . ἀπώλεσαν κατά τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας πᾶν δικαίωμα σεβασμοῦ καί πειθαρχίας ἐκ μέρους ὑμῶν.

Οὗτοι πρῶτοι ἔσχισαν τόν ἄνωθεν ὑφαντόν χιτῶνα τῆς Ὀρθοδοξίας, εἰσαγαγῶντες Ἀντικανονικῶς . . . τό Νέον Ἡμερολόγιον».

Χρησιμοποιοῦν ἐπίσης καί τόν ΙΕ/ Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου διά νά ἀποκηρύξουν τήν Νεοημερολογιτικήν Ἐκκλησίαν ὡς ΚΑΤΕΓΝΩΣΜΕΝΗΝ ΑΙΡΕΣΙΝ, γράφοντες τά ἑξῆς: «Καί ἵνα βεβαιωθῆτε, ὅτι ἡ ἐπιβεβλημένη αὕτη Ἀποκήρυξις περιποιεῖ τιμήν, καί ὄχι μομφήν, παραθέτομεν καί τόν 15ον Κανόνα τῆς ΑΒ/ Οἰκ. Συνόδου».

Τέλος ποιοῦν ἔκκλησιν πρός κλῆρον καί λαόν γράφοντες: «Σώσατε δι᾽
ὄνομα τοῦ Θεοῦ τήν Ἐκκλησίαν καί τό Ἔθνος ἀπό τάς φοβεράς συνεπείας τοῦ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ. . . . Ἐν ὀνόματι τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀποκηρύξατε τόν ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΝ Ἀρχιεπίσκοπον καί τούς ὁμόφρονας αὐτοῦ Ἀρχιερεῖς, καί ταχθῆτε παρά τό πλευρόν τῶν Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων, τῶν ἀγωνιζομένων ὑπέρ τῆς Πατρῴας Ὀρθοδοξίας καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Παραδόσεων».

Παρόμοιαι διατυπώσεις ἀπαντῶνται εἰς ὅλας τάς σελίδας. Τά ἀνωτέρω ἀποτελοῦν ἁπλῶς δειγματοληπτικήν παράθεσιν.
Ἀκόμη καί ὁ τίτλος τῆς Προκηρύξεως δηλώνει τό φρόνημά των ὅτι Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ΔΕΝ εἶναι ἡ Νεοημερολογιτική, ἀλλά ἡ Σύνοδος τῶν τριῶν αὐτῶν Ἀρχιερέων οἱ ὁποῖοι διέκοψαν πᾶσαν Πνευματικήν καί Ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας.

Ἰδού ὁ τίτλος τοῦ Ἐντύπου: «Προκήρυξις τῶν Σεβασμιωτάτων Ἀρχιερέων τῆς Αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Δημητριά δος Γερμανοῦ, πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου καί Ζακύνθου Χρυσοστόμου, πρός τόν Ἐφημεριακόν Κλῆρον καί τούς Μοναχούς τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ Ζητήματος τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου», Μάϊος 1935.
Πέραν τῆς «Προκηρύξεως» αὐτῆς ἐξαπέλυσαν καί «ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΝ» κατά τῆς Εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, πρός ὅλα τά Πατριαρχεῖα καί τάς Αὐτοκεφάλους Ἐκκλησίας.
Μετά παρέλευσιν δεκαημέρου ἀπό τήν Ἐπίσημον Ἀποκήρυξιν τήν ὁποίαν ἀπέστειλαν πρός τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, οἱ Κανονικῶς, ὡς ὁρίζουν οἱ Ἱεροί Νόμοι, ἐπιστρέψαντες εἰς τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν, καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, ἀφοῦ συνεκρότησαν Ἱεράν Σύνοδον, προέβησαν εἰς τήν χειροτονίαν τεσσάρων νέων Ἐπισκόπων.
Αἱ χειροτονίαι αὗται ἔλαβον χώραν εἰς τό παρεκκλήσιον τῆς Ἁγίας Μαρίνης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Πευκοβουνοϊατρίσσης Κερατέας Ἀττικῆς, μέ τήν ἀκόλουθον σειράν:
Τήν 23ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Κυκλάδων Γερμανός (Βαρυκόπουλος).
Τήν 24ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Μεγαρίδος Χριστόφορος (Χατζῆς).
Μετά τό 1950 τοῦ ἐδόθη ὁ τίτλος Χριστιανουπόλεως, διά νά μήν ἔρχεται εἰς σύγκρουσιν μετά τοῦ Νεοημερολογίτου Ἐπισκόπου Μεγαρίδος.
Τήν 25ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος (Λιώσης).
Τήν 26ην Μαΐου 1935 ἐχειροτονήθη ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος (Καρπαθάκης).
Διά τῆς Ἀποκηρύξεως τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας, διά τῆς Συγκροτήσεώς των εἰς Σύνοδον, καί ἰδιαιτέρως διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων, οἱ 3 Ἀρχιερεῖς ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία εἶναι Ὁριστικῶς, Ἀμετακλήτως καί Τελεσιδίκως ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ. Ὄχι Δυνάμει μέν Σχισματική Ἐνεργείᾳ δέ οὐ Σχισματική, ἀλλά καί τῇ ΕΝΕΡΓΕΙᾼ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ, Μή χρήζουσα ἄλλης μελλοντικῆς Συνόδου πρός ἐκδίκασιν διά νά καταστῇ καί ἐνεργείᾳ Σχισματική.
Διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία, ἀποδεχθεῖσα τό ἀπό τοῦ 16ου αἰῶνος καταδικασθέν ὑπό Τριῶν Πανορθοδόξων Συνόδων Παπικόν Ἡμερολόγιον, δέν τελεῖ ἁπλῶς ὑπόδικος μέχρις ὅτου δικασθῆ ὑπό μελλούσης Συνόδου, ἀλλ᾽ εὑρίσκεται ἤδη ΚΑΤΑΔΙΚΟΣ ὡς ΠΡΟΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΗ.
Διά τῶν χειροτονιῶν Ἐπισκόπων ἀπέδειξαν ἐμπράκτως ὅτι ἡ Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία εἶναι Καταδικασμένη, Στερεῖται Ἁγιαστικῆς Θείας Χάριτος καί Ἐγκύρων Μυστηρίων, καί πρέπει νά ἀγνοηθῇ ὡς μή Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἀλλά ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ.
Αἱ χειροτονίαι Ἐπισκόπων τόν Μάϊον τοῦ 1935 ἀπετέλεσαν Δογματικῶς καί Κανονικῶς Ὑψίστην καί ἔμπρακτον Ἐκκλησιαστικήν καί Ἐκκλησιολογικήν Ὁμολογιακήν Πρᾶξιν, μεγαλυτέραν τῆς Ἐγγράφου Ἀποκηρύξεως ἐξαπολυθείσης κατά τῆς Νεοημερολογητικῆς Ἐκκλησίας ὡς Σχισματικῆς καί ὡς στερουμένης τῆς Θείας Χάριτος.
Τόν Ἰούνιον τοῦ 1935,ἡ Νεοημερολογητική Ἐκκλησία προέβη εἰς τήν καθαίρεσιν τῶν ἑπτά (7) ἐπισκόπων καί ἐν συνεργασίᾳ μετά τῆς Πολιτείας διέταξε τήν ἐξορίαν των. Τότε ἤρχισαν νά ἀποκαλύπτωνται θησαυροί καρδιῶν καί νά ἀναδεικνύεται τό μέταλλον τοῦ κάθε ἀνδρός.

ΤΟ ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Κατ᾽ ἀρχάς, ἀξιοσημείωτον εἶναι τό ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ πρός τόν λαόν τό ὁποῖον ἐξέδωκαν μέ ἡμερομηνίαν 7 Ἰουνίου 1935, πρό τῆς Ἐξορίας των, οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, Δημητριάδος Γερμανός, πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος καί Ζακύνθου Χρυσόστομος. Αὐτό ἐδημοσιεύθη καί ὡς μονοσέλιδος Ἀποχαιρετιστήριος Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος εἰς τόν «Κήρυκα Ὀρθοδόξων».
Μεταξύ ἄλλων εἰς τό Διάγγελμα πρός τούς Γνησίους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς τονίζονται τά ἀκόλουθα: «Καταδικασθέντες ἀδίκως ὑπό Σχισματικῆς Συνόδου εἰς καθαίρεσιν . . . διότι εἴχομεν τό θάρρος καί τήν ψυχικήν εὐσθενίαν νά ἀναπετάσωμεν τό ἔνδοξον καί τετιμημένον λάβαρον τῆς Ὀρθοδοξίας, θεωροῦμεν ποιμαντορικόν καθῆκον ἡμῶν, πρίν ἤ ἀποχωρισθῶμεν, νά ἀπευθύνωμεν ὑμῖν τοῖς ἀκολουθοῦσι τό Πάτριον καί Ὀρθόδοξον ἑορτολόγιον τάς ἑξῆς Ποιμαντορικάς παραινέσεις:
»Ἀκολουθοῦντες πιστῶς τό Ἀποστολικόν «Στήκετε καί κρατῆτε τάς παραδόσεις, ἅς ἐδιδάχθητε εἴτε διά λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν» μή παύσητε ἀγωνιζόμενοι δι᾽ ὅλων τῶν νομίμων καί Χριστιανικῶν μέσων ὑπέρ τῆς κατισχύσεως καί ἐπιβραβεύσεως τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν Ἀγῶνος, . . .
»Ἐπέπρωτο κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος, ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὑπό τήν ἔμπνευσιν καί πρωτοβουλίαν τοῦ προκαθημένου αὐτῆς νά προσάψῃ εἰς τό τέως ἁγνόν καί ἀκραιφνῶς Ὀρθόδοξον μέτωπον Αὐτῆς τόν μῶμον τοῦ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ διά τῆς ἀθετήσεως τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑορτολογίου, τοῦ καθιερωθέντος ὑπό τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί κυρωθέντος ὑπό τῆς αἰωνοβίου πράξεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ἀντικαταστάσεως τούτου διά τοῦ ΠΑΠΙΚΟΥ τοιούτου.
»Τό ΣΧΙΣΜΑ βεβαίως τοῦτο τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἐδημιούργησεν ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας ἥτις ἐπιλαθομένη τῆς ἱερᾶς καί Ἐθνικῆς Αὐτῆς ἀποστολῆς καί τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ γνωμικοῦ «μάχου ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς Ἑλληνικῆς ἐλευθερίας », εἰσήγαγεν ἄνευ τῆς συναινέσεως ἁπασῶν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἐν τῇ Θείᾳ Λατρείᾳ τό ΠΑΠΙΚΟΝ Ἑορτολόγιον, ΔΙΑΙΡΕΣΑΣΑ οὕτως οὐ μόνον τάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς εἰς δύο ἀντιθέτους μερίδας.
»Ἡμεῖς ἀναλαβόντες τήν ποιμαντορίαν τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τοῦ ἀκολουθοῦντος τό πάτριον καί Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον, καί ἔχοντες συναίσθησιν τοῦ Ὅρκου Πίστεως ὅν ἐδώσαμεν ὅτι θά φυλάξωμεν πάντα ὅσα παρελάβομεν παρά τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων,ἀποφεύγοντες πάντα νεωτερισμόν, δέν ἠδυνάμεθα παρά νά κηρύξωμεν ὡς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΝ τήν Ἐπίσημον Ἐκκλησίαν, ἥτις ἐδέχθη τό ΠΑΠΙΚΟΝ Ἑορτολόγιον, ὅπερ ἐχαρακτηρίσθη ὑπό Πανορθοδόξων Συνόδων «ὡς Νεωτερισμός τῶν Αἱρετικῶν, ὡς παγκόσμιον σκάνδαλον καί ὡς αὐθαίρετος καταπάτησις τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν παραδόσεων ».
»Τούτου ἕνεκα συνιστῶμεν εἰς ἅπαντας τούς ἀκολουθοῦντας τό Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον, ὅπως ΜΗΔΕΜΙΑΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ἔχωσι μετά τῆς ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ Ἐκκλησίας καί τῶν ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΝ λειτουργῶν αὐτῆς, ἀπό τῶν ὁποίων ΕΦΥΓΕΝ Η ΧΑΡΙΣ τοῦ Παναγίου Πνεύματος ·διότι οὗτοι ἠθέτησαν Ἀποφάσεις τῶν Πατέρων τῆς 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί πασῶν τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τῶν καταδικασασῶν τό Γρηγοριανόν Ἑορτολόγιον. Ὅτι δέ ἡ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ Ἐκκλησία ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΧΑΡΙΝ καί Ἅγιον Πνεῦμα, τοῦτο διαβεβαιοῖ καί ὁ Μ. Βασίλειος λέγων τά ἑξῆς:
«Εἰ καί περί μή Δόγματα οἱ Σχισματικοί σφάλλοιντο, ἀλλ᾽ ἐπειδή τοιγε Κεφαλή τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας ὁ Χριστός ἐστι, κατά τόν θεῖον Ἀπόστολον, ἐξ οὗ τά μέλη πάντα ζωοῦται καί τήν πνευματικήν αὔξησιν δέχεται, οὗτοι δέ τῆς ἁρμονίας τῶν Μελῶν τοῦ Σώματος ἀπερρά γησαν καί οὐκέτι παραμένουσαν αὐτοῖς ἔχουσι τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅ τοίνυν οὐκ ἔχουσιν, πῶς ἄν τοῖς ἄλλοις μεταδοῖεν;»
»Ὅταν ἡ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ Ἐκκλησία ἐπιβάλῃ μέτρα πιεστικά καί καταθλιπτικά, ὅπως βιάσῃ τήν ὀρθόδοξον ἡμῶν συνείδησιν, συνιστῶμεν ὑμῖν, ὅπως τά πάντα ὑπομείνητε καί κρατήσητε τήν Ὀρθόδοξον Παρακαταθήκην ἀλώβητον καί ἀμόλυντον, ὅπως παρελάβομεν ταύτην παρά τῶν εὐσεβῶν Πατέρων ἡμῶν . . . .
». . .συνιστῶμεν καί ὑμῖν ἐμμονήν καί ἐγκαρτέρησιν ἐν τοῖς δεινοῖς καί ταῖς θλίψεσι καί ταῖς κακώσεσι καί αἰκισμοῖς, εἰς ἅ θά ὑποβληθῆτε ὑπό ἐκκλησίας ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗΣ, ἐλπίζοντες πάντοτε εἰς τόν Θεόν ὅς οὐκ ἑάσει ἡμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δυνάμεθα καί ὅστις θά
εὐδοκήσῃ ἐν τῇ ἀπείρῳ Αὐτοῦ καί ἀνεξιχνιάστῳ μακροθυμίᾳ νά φω-
τίσῃ καί τούς καλῇ τῇ πίστει ΠΕΠΛΑΝΗΜΕΝΟΥΣ καί ἀκολουθοῦντας
τό ΠΑΠΙΚΟΝ ἑορτολόγιον . . . »
† Ὁ Δημητριάδος Γερμανός
† Ὁ Πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος
† Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος»

ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΣΕΛΙΔΑ ΚΑΛΩ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΓΑΠΗΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΝ ΜΕ ΕΥΠΡΕΠΕΙΑ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΕΝΑ ΓΟΝΙΜΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ-ΠΑΛΑΙΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΝΑ ΥΠΟΒΑΛΟΥΝ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΕΙΛΗΚΡΗΝΗ ΔΙΑΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ !!

Ὁ Χριστὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν Εὐρώπη…

Ὁ Χριστὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν Εὐρώπη…  Νικολάου Βελιμίροβιτς Ἐπισκόπου Ἀχρίδος
Στὸ δικαστήριο ἀνάμεσα στὸ Χριστὸ καὶ τὴν Εὐρώπη πραγματικὰ ἔγινε τὸ ἑξῆς: Ὁ Χριστὸς λέει στὴν Εὐρώπη πὼς αὐτὴ βαπτίστηκε στὸ ὄνομά Του, καὶ πὼς πρέπει νὰ μείνει πιστὴ σ’ Αὐτόν, καὶ στὸ δικό Του εὐαγγέλιο. Ἡ κατηγορουμένη Εὐρώπη ἀπαντάει: «Ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ἴσες -αὐτὸ εἶπαν οἱ Γάλλοι ἐγκυκλοπαιδιστὲς- κανένας δὲν πρέπει νὰ πιέζεται νὰ πιστεύει αὐτὸ ἢ ἐκεῖνο». Ἡ Εὐρώπη ἀνέχεται ὅλες τὶς θρησκεῖες σὰν λαϊκὲς δεισιδαιμονίες λόγω τῶν δικῶν της ἰμπεριαλιστικῶν συμφερόντων. Ὅμως, ἡ ἴδια ἡ Εὐρώπη δὲν ἔχει οὔτε μία θρησκεία. Ὅταν ἡ Εὐρώπη θὰ καταφέρει νὰ πετύχει τοὺς πολιτικούς της στόχους, τότε γρήγορα θὰ κάνει μία ἐκκαθάριση ὅλων τῶν λαϊκῶν δεισιδαιμονιῶν.
Σ’ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Χριστὸς ρωτάει λυπημένος: «Πῶς μπορεῖτε ἐσεῖς οἱ ἄνθρωποι νὰ ζεῖτε μὲ ἰμπεριαλιστικά, ὑλικὰ συμφέροντα, μὲ κτηνώδη ἐπιθυμία μόνο γιὰ σωματικὴ τροφή; Ἐγὼ ἤθελα νὰ σᾶς κάνω θεοὺς καὶ γιοὺς τοῦ Θεοῦ καὶ ἐσεῖς ἀντιστέκεστε καὶ σπεύδετε νὰ γίνετε ἴδιοι μὲ τὰ κτήνη»;
Τότε ἡ Εὐρώπη ἀπαντάει: «Ἐσὺ εἶσαι ξεπερασμένος, ἀντὶ γιὰ τὸ δικό Σου Εὐαγγέλιο ἐμεῖς βρήκαμε τὴ ζωολογία καὶ τὴ βιολογία. Τώρα ξέρουμε πὼς εἴμαστε ἀπόγονοι ὄχι δικοί Σου καὶ τοῦ οὐράνιου Πατέρα Σου, ἀλλὰ τῶν οὐρακοτάγκων, τῶν γοριλῶν, τῶν μαϊμούδων. Ἐμεῖς τώρα τελειοποιούμαστε γιὰ νὰ γίνουμε θεοί, ἐπειδὴ δὲν ἀναγνωρίζουμε ἄλλους θεοὺς ἐκτὸς ἀπὸ ἐμᾶς».
Ὁ Χριστὸς τότε ἀποκρίνεται: «Εἶστε πιὸ ξεροκέφαλοι ἀπὸ τοὺς παλιοὺς Ἑβραίους, ἐγὼ σᾶς ἔβγαλα ἀπὸ τὸ βαρβαρικὸ σκοτάδι, σᾶς ἔφερα τὸ οὐράνιο φῶς, ἐσεῖς ὅμως...
θέλετε πάλι τὸ σκοτάδι, ὅπως τὸ βουβάλι τὴ λάσπη. Ἐγὼ ἔχυσα γιὰ σᾶς τὸ αἷμα μου, σᾶς ἀγάπησα, ἀκόμη καὶ ὅταν ὅλοι οἱ ἄγγελοι ἀπέστρεψαν τὸ πρόσωπό τους ἀπὸ ἐσᾶς, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀντέξουν τὴ δική σας ἄδικη ρυπαρότητα. Ὅταν ἐσεῖς βρισκόσασταν στὸ σκοτάδι καὶ στὴν ἁμαρτία, ἤμουν ὁ μοναδικὸς ποὺ πάλεψε γιὰ σᾶς, γιὰ νὰ σᾶς φωτίσω θέλοντας νὰ σᾶς ἐξαγνίσω. Μὴν εἶστε τώρα ἄπιστοι, ἐπειδὴ θὰ ξαναγυρίσετε σὲ ἐκεῖνο τὸ ἀνυπόφορο σκοτάδι καὶ τὴν ἀνυπόφορη δυσωδία».
Σ’ ὅλα αὐτὰ ἡ Εὐρώπη μὲ εἰρωνικὸ χαμόγελο φωνάζει: «Φύγε ἀπὸ ἐμᾶς, δὲν σὲ γνωρίζουμε. Ἐμεῖς κρατοῦμε τὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία καὶ τὴ ρωμαϊκὴ κουλτούρα. Ἐμεῖς θέλουμε τὴν ἐλευθερία. Ἔχουμε πανεπιστήμια, ἡ ἐπιστήμη εἶναι τὸ ἀστέρι καὶ ὁ ὁδηγός μας. Τὸ σύνθημα μας εἶναι: Ἐλευθερία, ἀδελφοσύνη, ἰσότητα. Ὁ νοῦς μας εἶναι ὁ θεὸς τῶν θεῶν. Ἐσὺ εἶσαι Ἀσιάτης. Ἀπαρνιόμαστε ἐσένα. Εἶσαι ἕνας παλιὸς μύθος τῶν παππούδων καὶ τῶν γιαγιάδων μας».
Σ’ αὐτὰ ἀποκρίνεται ὁ Χριστὸς μὲ δακρυσμένα μάτια: «Ἐγὼ θὰ φύγω ἀλλὰ καὶ ἐσεῖς θὰ δεῖτε. Βγήκατε ἀπὸ τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ καὶ πήγατε στὸ δρόμο τοῦ σατανᾶ. Ἡ εὐλογία χάθηκε ἀπὸ ἐσᾶς. Στὸ χέρι μου εἶναι ἡ ζωή σας καὶ ὁ θάνατός σας, ἐπειδὴ ἐγὼ σταυρώθηκα γιὰ σας. Παρ’ ὅλα αὐτὰ δὲν θὰ σᾶς καταδικάσω ἐγώ, ἀλλὰ οἱ ἁμαρτίες σας καὶ ἡ ἄρνησή σας στὸν Σωτήρα. Ἔδειξα πατρικὴ ἀγάπη γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους καὶ ἤθελα μὲ ἀγάπη ὅλους νὰ σᾶς σώσω».
Σ’ αὐτὰ ἀπαντᾶ ἡ Εὐρώπη: «Ποιὰ ἀγάπη; Ἐμεῖς νιώθουμε ὑγιὲς καὶ δυνατὸ μίσος γιὰ ὅλους ὅσους δὲν συμφωνοῦν μέ μας. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρόγραμμά μας. Ἡ ἀγάπη Σου δὲν εἶναι παρὰ μόνο ἕνα παραμύθι. Ἀντὶ τοῦ παραμυθιοῦ αὐτοῦ, ἐμεῖς δημιουργήσαμε ἐθνικισμό, διεθνισμό, προοδευτισμό, ἐπιστημονισμό. Σ’ αὐτὰ εἶναι ἡ σωτηρία μας καὶ ἐσὺ φύγε ἀπὸ ἐμᾶς»!
Ἀδελφοί μου, ἡ λογομαχία αὐτὴ στὸν καιρὸ μᾶς τελείωσε.
Ὁ Χριστὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν Εὐρώπη, ὅπως κάποτε ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, ἐπειδὴ τὸ ζήτησαν οἱ Γαδαρηνοί. Ὅμως μόλις ἀπομακρύνθηκε, ἦρθε ὁ πόλεμος, ἡ φτώχεια, ἡ φρίκη, ἡ καταστροφή. Ξανὰ γύρισε στὴν Εὐρώπη, ὁ προχριστιανικὸς βαρβαρισμὸς τῶν Ἀβάρων, τῶν Οὔνων, τῶν Λογγοβάρδων, ἀλλὰ σὲ μέγιστη φρίκη. Τὸν Σταυρό Του καὶ τὴν εὐλογία Τοῦ πῆρε ὁ Χριστὸς καὶ ἀπομακρύνθηκε. Ἔμεινε τὸ σκοτάδι καὶ ἡ βρωμιά. Ἐσεῖς τώρα ἀποφασίστε μὲ ποιὸν θὰ πάτε. Μὲ τὴ σκοτεινὴ καὶ βρώμικη Εὐρώπη, ἢ μὲ τὸν Χριστό; Ἀμήν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΠΟΥ ΑΛΑΞΕ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ[Η εγκύκλιος του 1920 ] ΓΙΑ ΝΑ ΦΕΡΟΥΝ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΠΟΥ ΑΛΑΞΕ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ[Η εγκύκλιος του 1920 ] ΓΙΑ ΝΑ ΦΕΡΟΥΝ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ.

αυτή η αιρετική εγκύκλιος , την οποίαν οι επίσκοποι  της εκκλησίας της Ελλάδος την έχουν από τό 1924 έως και σήμερα ώς ένα νέο ευαγγέλιο είναι η αιτία της αλλαγής του ημερολογίου. Γι'αυτό οι τότε ορθόδοξοι χριστιανοί αποκύρηξαν την ιεραρχία της εκκλησίας της ελλάδος ως σχιζματοαιρετική και εκπεσούσα τις θείας χάριτος !! η αλαγή του ημερολογίου ήταν μία από τις καινοτομείες που εισάγανε οι τότε επίσκοποι !! διαυτό η εκκλησία της ελλάδος δεν έχει χάρη και μυστήρια , διότι αποδεχόμενη και εφαρμόζοντας αυτή την εγκύκλιο ασπάσθηκε την προτεσταντική θεωρία των κλάδων και αρνήθικε στην ουσία το σύμβολο της πίστεως!!
Αύριο με το  ορθόδοξο παλαιό ημερολόγιο είναι η 25η Μαρτίου, η Ορθόδοξος εκκλησία μας εορτάζει τον Ευαγγελισμόν της Κυρίας Θεοτόκου μας! 

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΘΕΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Ιστορικός τε άμα και διηγηματικός εις τον Θείον Ευαγγελισμόν της Υπερευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, συλλεχθείς εκ διαφόρων αντιγράφων, άμα δε και μεταφρασθείς εις την κοινήν γλώσσαν παρά του εν Μοναχοίς ελαχίστου Δαμασκηνού του Υποδιακόνου και Στουδίτου.

Συνήθειαν έχουσιν οι βασιλείς, όταν μέλλωσι να μεταβώσιν εις τόπον τινά, τον οποίον επιθυμούσι, πρώτον να στέλλωσι τους υπηρέτας των να ευτρεπίσωσι τον τόπον εκείνον. Είτε δε εις ανάκτορα μεταβαίνουσιν, είτε εις εξοχήν, το αυτό κάμνουσι. Διότι, ως βασιλείς όπου είναι, δεν αναπαύονται εις πάντα τόπον, όπως ο καθείς άνθρωπος. Αν δε ο βασιλεύς μέλλη να υπάγη εις πόλεμον, στέλλει προ αυτού όλον το στράτευμα και κατόπιν ακολουθεί και αυτός. Τοιουτοτρόπως λοιπόν εποίησε και ο μέγας Βασιλεύς των βασιλέων, επειδή έμελλε να έλθη εις πόλεμον κατά του ανθρωποκτόνου διαβόλου. Έστειλε, δηλαδή, πρώτον τους θείους και ιερούς Προφήτας, οι οποίοι προεκήρυξαν, προεσήμαναν και προανήγγειλαν την έλευσιν του Χριστού, προφητεύσαντες ότι μέλλει να έλθη ο Βασιλεύς, ο μέγας και ισχυρός. Αλλ΄ οι πεπλανημένοι άνθρωποι ούτε επίστευσαν εις τους λόγους των, ούτε δια τας αμαρτίας των τας πολλάς μετενόησαν, μάλιστα δε όλον και προς το χειρότερον εσύροντο. Σημεία πολλά εγίνοντο τον καιρόν εκείνον, πόλεις κατεκαίοντο μετά των ανθρώπων των, τείχη πόλεων έπιπτον, κατακλυσμός έγινεν εις όλον τον κόσμον, τα Σόδομα και τα Γόμορα κατεκάησαν και άλλα φοβερά σημεία εκ Θεού εγένοντο, αλλ΄ ουδέ τότε επέστρεψαν οι άνθρωποι από τας αμαρτίας των. Και πάλιν Νόμον έδωκεν ο Θεός, Προφήτας απέστειλε, Δικαίους εφανέρωσεν, Αγίους ανέδειξεν, αλλ΄ ουδέ εις εκείνων τους λόγους μετεστράφησαν. Πορνείας και ασωτίας, φόνους και μνησικακίας και όσα κακά υπάρχουν εις τον κόσμον διέπραττον και ούτω κακώς επολιτεύοντο. Το δε χείριστον όλων των κακών, επεδίδοντο εις την θεομισή ειδωλολατρίαν, λατρεύοντες ως θεούς τα κωφά και αναίσθητα είδωλα και ονομάζοντες ο καθείς θεόν εκείνον, ο οποίος εφαίνετο ικανοποιών τα πάθη του. Και οι μεν γεωργοί ωνόμαζον θεόν την Δήμητραν, δηλαδή την γην, οι αλιείς και ναύται τον Ποσειδώνα, ήτοι την θάλασσαν· οι πόρνοι και ασελγείς την Αφροδίτην· οι γρόνιμοι την Αθηνάν, οι κλέπται και οι ανδρείοι την Ήραν· οι μέθυσοι τον Διόνυσον· οι ψεύσται τον Ερμήν· οι λοίδοροι την Έριν· οι θερμοί, οι λαμπροί και οι βασιλείς τον Απόλλωνα· οι κυνηγοί την Άρτεμιν και γενικώς, πας άνθρωπος είχε και τον θεόν του, λαμβάνων τούτον όχι μόνον από τα μεγάλα του Θεού ποιήματα, αλλά και από τα ατιμότερα. Επειδή λοιπόν τοσούτον είχον πλανηθή οι άνθρωποι και ουδείς ευρίσκετο άξιος δια την Βασιλείαν των ουρανών, δια την οποίαν ούτε και οδός υπήρχε, δια τούτο ο Θεός ηθέλησε να έλθη να σαρκωθή και να φανή εις τον κόσμον. Πλην έπραξε τούτο ο Κύριος όχι με την δόξαν, με την οποίαν ευρίσκεται εις τους ουρανούς, διότι οι οφθαλμοί των ανθρώπων δεν δύνανται να ίδωσι λαμπρότητα Θεού, αλλά περιβληθείς σάρκα ανθρωπίνην, δια να νικήση τον άσαρκον δαίμονα. Εσαρκώθη δια να δελεάση τον διάβολον. Ούτως εφάνη η δύναμις, η δικαιοσύνη και η σοφία του Θεού. η δύναμις μεν διότι εκείνο το οποίον κανείς δεν ηδυνήθη να κάμη, ο Θεός το επεράτωσεν· η δικαιοσύνη δε διότι ηδύνατο ο Θεός και κατ΄ εξουσίαν να λυτρώση το γένος των ανθρώπων από την κόλασιν, αλλά δεν ηθέλησε, δια να μη έχη ο διάβολος απολογίαν και να λέγη, ότι «άνθρωπον ενίκησα και υπό Θεού ενικήθην, τι θαυμαστόν είναι τούτο;» Δια τούτο λοιπόν ηυδόκησεν ο Θεός να καταδεχθή ταύτα πάντα· και επειδή ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ εξέπεσε πάλαι, ο νέος Αδάμ, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, εγένετο όμοιος εκείνου. Εκεί ήτο η Εύα, εδώ η Κυρία Θεοτόκος· τότε ο όφις υπηρέτησε την απώλειαν των ανθρώπων και τώρα ο θείος Αρχάγγελος Γαβριήλ υπηρετεί το μυστήριον της θείας οικονομίας. Εις την Εδέμ έγινεν η παράβασις, εδώ εις την Ναζαρέτ γίνεται η σωτηρία· η Εύα ήκουσε το «εν λύπαις τέξη τέκνα»(Γεν. 3: 16), η δε Θεοτόκος το «Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου» (Λουκ. 1: 28). Όλα δε ταύτα εγένοντο ως παράδειγμα, ίνα δείξη ο Θεός την σοφίαν Του. Επειδή δε γυνή εστάθη η πρώτη αφορμή και αιτία της απωλείας, γυνή και τώρα εξελέγη από όλα τα γένη των ανθρώπων ως κατοικητήριον του Θεού. Ως πολύ το έλεός Σου, Χριστέ μου! Ότι από το ασθενέστερον μέρος ήλθε και η δύναμίς Σου. Σήμερον λοιπόν γίνεται η απαρχή της σωτηρίας μας και το από αιώνος κεκρυμμένον μυστήριον σήμερον αποκαλύπτεται. Ο Πρωτόπλαστος Αδάμ σήμερον ελευθερούται και η Εύα την λύπην αποδιώκει· το κεφάλαιον του μυστηρίου σήμερον άρχεται και χαίρει ο κόσμος όλος, διότι βλέπουσι τον Ποιητήν ερχόμενον. Οι Άγγελοι πανηγυρίζουσι την σωτηρίαν μας, διότι χαρά γίνεται εν ουρανώ δια τους μετανοούντας. Η Βασιλεία των ουρανών ετοιμάζεται να δεχθή τας ψυχάς των ανθρώπων· ο Γαβριήλ υπηρετεί και η Παρθένος ευαγγελίζεται· η καθαρά τον καθαρόν υποδέχεται και ο Ασώματος αποστέλλεται. Επειδή παράδοξος γέννησις έμελλε να γίνη, παράδοξος σύλληψις ευτρεπίζεται, Θεού γέννησις, θεϊκή σύλληψις! Θεού μυστήριον, θεϊκή υπηρεσία! Βασιλέως παρουσία, βασιλική και η ετοιμασία. Βασιλεύς έμελλε να γεννηθή και στρατιώτης υπηρετεί. Τούτο λοιπόν πανηγυρίζομεν σήμερον, αδελφοί, τούτο εορτάζομεν άπαντες· την αγάπην δηλαδή του Θεού προς τους ανθρώπους. Του γένους ημών την σωτηρίαν, την παρουσίαν του Χριστού, την έλευσιν του Βασιλέως, την ύψωσιν της φύσεώς μας, την ταπείνωσιν της δαιμονικής υπερηφανείας. Σήμερον η γη ετοιμάζεται αναμένουσα τον Βασιλέα· σήμερον αποκαλύπτεται η ευσπλαγχνία του Θεού προς τους ανθρώπους. Σήμερον ο Πατήρ ευδοκεί, ο Υιός σαρκούται, το Πνεύμα καθαρίζει το δοχείον· δια τούτο και ο θεοπάτωρ Δαβίδ εκ Πνεύματος Αγίου επροφήτευσε λέγων· «Έλεος και αλήθεια συνήντησαν, δικαιοσύνη και ειρήνη κατεφίλησαν»(Ψαλμ. πδ: 11). Δια των λόγων τούτων ο Προφητάναξ Δαβίδ κηρύττει την ευσπλαγχνίαν του Θεού, ης ένεκεν ηγάπησεν ο Θεός και ηλέησε το πλάσμα του. Πραγματικώς δε και ουχί κατά φαντασίαν εσαρκώθη ο Υιός και Λόγος του Θεού, ίνα μη κατά φαντασίαν φανή η σάρκωσις Αυτού, αλλά όπως ο Θεός είναι αλήθεια, ούτως αληθώς και εσαρκώθη. Επειδή λοιπόν έλεος και αλήθεια συνηνώθησαν πρεπόντως, δια τούτο και δικαιοσύνη και ειρήνη απεκαλύφθη, διότι η παράβασις των προπατόρων μας σήμερον, τη δικαία κρίσει του Θεού, αφανίζεται. Πόθεν; Από το ίσον προς τον Πρωτόπλαστον σχήμα, δηλαδή από την ανθρωπότητα του Χριστού· η ειρήνη δε, ήτις απεκαλύφθη, είναι η μεταξύ των Αγγέλων και των ανθρώπων γενομένη δια της οποίας κατελύθη η παλαιά έχθρα, η εκ της παραβάσεως εκείνης προκληθείσα. Ομοίως περί τούτου εν συνεχεία ο αυτός Προφητάναξ προφητεύων λέγει· «Αλήθεια εκ της γης ανέτειλε και δικαιοσύνη εκ του ουρανού διέκυψεν» (Ψαλμ. πδ: 12). Αλήθειαν μεν την Παρθένον ονομάζων, δια την αληθινήν παρθενίαν, διότι και προ του τόκου και εν τω τόκω και μετά τον τόκον αληθώς Παρθένος ήτο· δικαιοσύνην δε τον σαρκωθέντα Χριστόν, διότι η μεν Παρθένος Μαριάμ εκ της γης υπήρχεν ως άνθρωπος, ο δε Χριστός, ο Θεός εξ ουρανού. Τούτο και ο Απόστολος Παύλος μαρτυρεί, λέγων· «Ο πρώτος άνθρωπος εκ γης χοϊκός· ο δεύτερος άνθρωπος ο Κύριος εξ ουρανού»(Α Κορ. ιε: 47). Θεός δηλαδή εν τω ουρανώ και εξ ουρανού· άνθρωπος επί της γης και εν τη γη· όλος εν τω Πατρί και όλος επί της γης, αχώριστος μηδαμού, ο αυτός εις τον ουρανόν, ο αυτός και εις τον κόσμον· χωρίς πατέρα εις την γην και χωρίς μητέρα εις τον ουρανόν. Η Παρθένος εις την γην και ο Θεός εις τους ουρανούς· εκτός χρόνου εγεννήθη εις τους ουρανούς εκ Πατρός· εδώ καθ΄ ωρισμένον χρόνον και χωρίς σπέρμα ανδρός. Εις την διακονίαν λοιπόν του μυστηρίου τούτου αποστελλόμενος ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, ήκουσε το πρόσταγμα του ανάρχου Πατρός και Θεού, λέγοντος· «Ύπαγε Γαβριήλ, υπηρέτα γνήσιε, εις την Ναζαρέτ πόλιν της Γαλιλαίας, όπου κατοικεί η Παρθένος Μαριάμ, η θυγάτηρ του Ιωακείμ και της Άννης και ετοίμασε αυτήν εις τόπον επιτήδειον και άξιον της σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού· ύπαγε μετά προσοχής και μη ταράξης την ψυχήν της, διότι είναι Παρθένος καθαρά και αμόλυντος». Τούτο ως ήκουσεν ο Γαβριήλ, εθαύμαζε καθ΄ εαυτόν, τίνι τρόπω να υπηρετήση το μυστήριον· όμως θαρρών εις τον αποστείλαντα, ήνοιξε την θύραν ησύχως και είπε προς την Παρθένον· «Χαίρε, Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου» (Λουλ. 1: 28). «Αληθώς χαριτωμένη είσαι, διότι Σε εξέλεξεν ο Θεός. Συ ευρέθης καθαρόν και άξιον δοχείον του Παναγίου Πνεύματος. Σε οι Προφήται προεκήρυττον, αι Γραφαί εμήνυον. Χαριτωμένη αληθώς είσαι, διότι παρθενίαν ετήρησες, σωφροσύνην εφύλαξες, καθαρότητα διετήρησες. Χαίρε κήρυγμα των Προφητών και δόξα των λόγων των. Σε προσκυνούσιν οι Άγγελοι, τιμώσιν οι άνθρωποι, δοξάζουσιν οι Άγιοι. Χαίρε, Κεχαριτωμένη, διότι Σε εκήρυττον οι Προφήται, προς Χάριν Σου επροφήτευσαν, δια Σε εφωτίσθησαν εκ Πνεύματος Αγίου». «Ο Αββακούμ Σε είδεν ως όρος σύνδενδρον (Αβ. 3: 3), διότι Συ είσαι κεκαλυμμένη από του Αγίου Πνεύματος τα χαρίσματα. Σε εθεώρησεν ο Δανιήλ ως όρος, από το οποίον μέλλει να γεννηθή ο στερεός λίθος (Δαν. 2: 34), ο Βασιλεύς του κόσμου Θεός, άνευ σπέρματος ανδρός. Κεχαριτωμένη αληθώς είσαι, διότι Σε είδεν ο δίκαιος Ιακώβ ως κλίμακα (Γεν. 28: 12). Από τον ιδικόν Σου τόκον μέλλει να αναβώσιν αι ψυχαί των ανθρώπων εις την Βασιλείαν των ουρανών. Συ είσαι αιτία και αφορμή του κηρύγματος των Προφητών. Χαίρε λοιπόν και ευφραίνου και χόρευε, διότι από του ανάρχου Πατρός είσαι ετοιμασμένη· από των γενεών όλων είσαι εκλελεγμένη. Σε ο Θεός εύρε καθαρωτέραν από όλας τας παρθένους και δια τούτο ηθέλησε να είναι μετά Σου· προ Σου και πρωτύτερος από Σε υπάρχει, αλλά τώρα κατεδέχθη να κατοικήση εις Σε. Χαίρε λοιπόν, Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου». Έτυχε δε τότε να συλλογίζεται η Κυρία Θεοτόκος, πως εξέπεσεν ο Αδάμ και η Εύα από τον Παράδεισον· και ως ήκουσε τον Άγγελον, εθαύμασε και είπε καθ΄ εαυτήν· «Πόθεν άρά γε να ήτο ο ασπασμός ούτος;» (Λουκ. 1:29). Δηλαδή, τι άρά γε είναι ο τοιούτος χαιρετισμός; Λέγει λοιπόν προς τον Άγγελον· «Πώς να σε καλέσω; Άνθρωπον; Αλλά ομιλείς ουρανίους λόγους. Άγγελον; Αλλά φαίνεσαί μοι ως άνθρωπος· φοβούμαι μήπως μου λέγεις ψεύματα· ακούω, ότι η Εύα εδέχθη τους λόγους του όφεως και εξέπεσε· φοβούμαι λοιπόν μη με δελεάσης, διότι λέγεις πράγματα αδύνατα. Θεός; Και πως θα σαρκωθή εις την κοιλίαν μου; Αχώρητος; Και πως θα χωρηθή εις Παρθένον; Βασιλεύς; Και πως θα αναπαυθή εις τόπον μικρόν; Πόθεν λοιπόν είναι οι λόγοι σου, θαυμάζω και απορώ». Είπε τότε ο Άγγελος· «Μη φοβού, Μαριάμ, (μηδέ θαύμαζε δια τον χαιρετισμόν μου, διότι πολλήν) εύρες χάριν εις τον Θεόν»(Λουκ. 1: 30) · «Μη απορής κατά ποίον τρόπον θέλει σαρκωθή ο Θεός. Πως η πέτρα έρρευσεν ύδωρ; Πως ο Μωϋσής εθαυματούργει; Θεός είναι και όσα θέλει δύναται. Μη ξενίζεσαι, με το ότι Συ θέλεις γεννήσει Αυτόν, διότι χάριν πολλή νεύρες εις τον Θεόν και δια τούτο μη φοβείσαι. Εγώ πρέπει, Παρθένε, να Σε φοβούμαι, διότι είσαι τιμιωτέρα από εμέ. Μη λοιπόν φοβείσαι, Μαριάμ· δείξον ευθύς, ότι και εάν αδύνατα Σου μηνύω, όμως ο αποστείλας με, Εκείνος θέλει φέρει εις τέλος ταύτα. Απομάκρυνε λοιπόν πάσαν απορίαν και πάντα συλλογισμόν από τον νουν σου και θέλεις συλλάβει και γεννήσει Υιόν, του οποίου το όνομα θέλει είναι Ιησούς (αυτόθι 31). Αυτός θέλει είναι μέγας. Υιός Θεού ονομάζεται και είναι και τον θρόνον του Πατρός Του θέλει κληρονομήσει και η Βασιλεία Του τέλος δεν θέλει έχει» (αυτ. 31-33). Απεκρίθη τότε η Παρθένος Μαριάμ και λέγει προς τον Άγγελον· «Πως θέλω γεννήσει Υιόν, εφόσον άνδρα δεν γνωρίζω; Αληθώς ακούω και τον Προφήτην Ησαϊαν, όστις ορίζει, ότι μέλλει μία παρθένος να γεννήση· αλλά πως θέλει γίνει αυτό, δίδαξέ με. Ο Προφήτης εκείνος είπεν ότι Εμμανουήλ καλείται ο μέλλων να γεννηθή από την παρθένον και συ πως τον ονομάζεις Ιησούν;» Απεκρίθη προς την Παρθένον ο Άγγελος· «Μη θαυμάζης, Μαριάμ, διότι παρθένος θέλει γεννήσει. Η ράβδος του Ααρών πως εβλάστησε χωρίς ποτισμόν; Η ράβδος του Μωϋσή η κρούσασα την πέτραν εις την έρημον πως εξέβαλεν εξ αυτής ύδωρ; Αι πλάκες πως ευρέθησαν γεγραμμέναι χωρίς χείρα ανθρώπων; Η Σάρρα πως εγέννησε τον Ισαάκ, αν και ήτο στείρα και γραία; Η μήτηρ σου η Άννα, πως εγέννησέ Σε, παρ΄ όλον ότι ήτο στείρα; Μη θαυμάζης λοιπόν δι΄ αυτό. Ο Θεός, όστις μέλλει να σαρκωθή, Εκείνος θέλει ποιήσει και τούτο. Η βάτος πως δεν εκαίετο, αλλά παρέμενε χλωρή; Ούτε και Συ θέλεις δεχθή το πυρ της Θεότητος και δεν θέλεις καταφλεγή· «Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί Σε και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σοι» (αυτ. 1: 35). Το Πνεύμα το Άγιον θέλει έλθει εις Σε και θέλεις συλλάβει· η δύναμις του Θεού του Υψίστου θέλει Σε επισκιάσει· το Πνεύμα το Άγιον, το οποίον εφώτισε τους Προφήτας, το Πνεύμα το οποίον σε εφύλαξεν έως τώρα παρθένον, αυτό θέλει κατοικήσει εις την κοιλίαν σου, δια τούτο και ο Υιός σου Άγιος θέλει ονομάζεται(αυτ. 35). Εάν δεν με πιστεύης, πήγαινε εις την Ελισάβετ την συγγενή σου, να ίδης ότι και αυτή είναι τώρα εξ μηνών έγκυος. Τότε θα πιστεύσης, ότι όσα βούλεται ο Θεός δύναται να φέρη εις πέρας· και δεν υπάρχει λόγος ανθρώπου, τον οποίον να μη δύναται να φέρη εις πέρας ο Θεός, ούτε κανέν έργον αδυνατεί εις Αυτόν. Υιόν Θεού Σου λέγω, ότι μέλλει να γεννήσης και ίστασαι και θαυμάζεις και ερωτάς πόθεν θα γεννήσης; Το Πνεύμα το Άγιον, το οποίον δίδει χαρίσματα και τελειοί τους Προφήτας, αυτό το οποίον αναδεικνύει τους Διδασκάλους, και τους σοφούς καθιστά ασόφους, το οποίον φωτίζει τους τυφλούς και ποιεί εκείνα τα οποία θέλει και δύναται, αυτό θέλει ενεργήσει την γέννησιν». Απεκρίθη η Θεοτόκος· «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου»(Λουκ. 1: 38). Έτοιμη είμαι, Αρχάγγελε, παρθένος είμαι καθαρά και αμόλυντος· ας γίνη καθώς μοι είπας· δούλη είμαι του Θεού, δεν παρακούω το πρόσταγμά Του· ας κατοικήση εις εμέ η Χάρις Του, ετοίμη είμαι και δια την γέννησιν. Δι΄ Αυτόν ητοίμαζα την ψυχήν μου, δι΄ Αυτόν εφύλαττον την παρθενίαν μου· γένοιτό μοι κατά τον λόγον σου». Παρευθύς τότε ανελήφθη ο Άγγελος. Και εις μεν τους σωματικούς οφθαλμούς έπαυσε να φαίνεται, κατά την φύσιν όμως την αγγελικήν εκεί ήτο αείποτε παρών. Αλλ΄ επειδή κατά την υπόθεσιν και ως ορίζει το Θείον και Ιερόν Ευαγγέλιον είπομεν τα περί του σκοπού της εορτής δίκαιον και πρέπον είναι όπως ούτε τα μερικά ζητήματα της εορτής μας παρίδωμεν. Και πρώτον ζητούμεν να πληροφορηθώμεν, διατί ο Θεός δεν εσαρκώθη μόνος, χωρίς να ευαγγελίση ο Άγγελος την Παρθένον. Δεύτερον, διατί δεν απεστάλη άλλος Άγγελος, αλλά ο Γαβριήλ. Τρίτον, εις ποίον μήνα έγινεν ο Ευαγγελισμός και διατί δεν έγινεν εις άλλον μήνα, αλλ΄ εις τον Μάρτιον και εις τίνα καιρόν ευηγγελίσθη η Παναγία. Τέταρτον, πόσον ετών ήτο τότε η Παρθένος. Πέμπτον διατί ευηγγέλισεν ο Αρχάγγελος την Παναγίαν και όχι άλλην. Και έκτον, εάν η Παρθένος Μαριάμ ήτο ελευθερωμένη από την αμαρτίαν του Αδάμ ή όχι. Καλόν είναι και αυτό να είπωμεν, διότι πολλαί αιρέσεις ανεφάνησαν ως προς τούτο και μάλιστα μεταξύ των απλοϊκών ανθρώπων. Καιρός λοιπόν να αρχίσωμεν αποκρινόμενοι ως προς τα ζητήματα ταύτα, ίνα μη έχωμεν αμφιβολίαν ως προς την υπόθεσιν. Όθεν αρχίζομεν από το πρώτον ζήτημα, ομού δε με αυτό θέλομεν συνδέσει και το έκτον, διότι η υπόθεσις ούτως απαιτεί. Παρακαλώ όμως την αγάπην σας, ευλογημένοι Χριστιανοί, σεις οι οποίοι συνηθροίσθητε σήμερον, ίνα εορτάσετε την ιεράν ταύτην πανήγυριν, όσοι εις την Εκκλησίαν συνήλθετε χάριν της σεβασμίας αυτής εορτής, διανοίξατε τους οφθαλμούς σας, όχι μόνον του σώματος αλλά και της ψυχής, δια να εννοήσετε σαφώς τα λεγόμενα, διότι δεν πρόκειται περί πραγμάτων και υποθέσεων του κόσμου, αλλά περί του μυστηρίου της σωτηρίας των ανθρώπων· επειδή σκοπός της αγίας εορτής μας είναι η σωτηρία των ανθρώπων. Διότι, δια τίνα άλλον λόγον εφάνη τόσον φιλάνθρωπος ο Θεός, ώστε να έλθη να σαρκωθή; Πόθεν άλλοθεν κατεδέχθη ο Ποιητής και Πλάστης του κόσμου να καταβή σωματικώς επί της γης; Πόθεν και δια ποίαν αφορμήν ο Βασιλεύς των αιώνων, ο άναρχος και αιώνιος, ηθέλησε να γεννηθή εις χρόνον και να ονομασθή χρονικός; Πόθεν και δια ποίαν αιτίαν ο Κύριος, τον οποίον υμνούσι τα Χερουβίμ και δοξάζουσι τα Σεραφίμ, κατεδέχθη να ονομασθή Σαμαρείτης και δαιμονιζόμενος; Διατί υπέμεινεν ύβρεις, ονειδισμούς, εμπτυσμούς και τελευταίον θάνατον σταυρικόν; Φανερόν είναι, ότι ο φιλάνθρωπος Θεός κατεδέχθη όλα ταύτα δια την σωτηρίαν των ανθρώπων. Δια να σώση τον Αδάμ και τους εκ του Αδάμ, δια να ελευθερώση τας ψυχάς μας από τας χείρας του διαβόλου. Τούτο δε διότι η φύσις των ανθρώπων, ένεκεν της παρακοής και εκπέσει είχε και από τον Παράδεισον είχεν εκβληθή. Όθεν δεν ηδύνατο πλέον να ανέλθη εκεί οπόθεν εξέπεσε, διότι η αμαρτία του Αδάμ, δηλαδή η παρακοή, έκλεισε την θύραν του Παραδείσου. Ηδύνατο βεβαίως ο Θεός, όπως επαναφέρη και πάλιν τον Αδάμ εις τον Παράδεισον, αλλ΄ απαιτείται μετάνοια προς διόρθωσιν της αμαρτίας. Ο Αδάμ όμως δεν μετενόησε τότε, αλλ΄ ούτε και όταν ο Θεός τον ηρώτα· «Ει μη από του ξύλου, ου ενετειλάμην σοι τούτου μόνον μη φαγείν, απ΄ αυτού έφαγες;»(Γέν. 3: 11). «Μήπως, δηλαδή, έφαγες από το ξύλον από του οποίου μόνον σου είπον να μη φάγης;» είπε προς Αυτόν, ότι έσφαλα, Θεέ μου, ήμαρτον, Ποιητά μου, επλανήθην και παρήκουσα το θέλημά Σου, δια τούτο κλαίω και θρηνώ και δέομαί Σου, δέξαι με πάλιν τον παρήκοον. Δεν είπε τους λόγους τούτους, αλλά επέρριψε την ευθύνην εις τον Θεόν και είπεν· «Η γυνή, την οποίαν μου έδωκες, εκείνη με επλάνησεν»(Γεν. 3: 12). Ισχυρίσθη δηλαδή παρευθύς, ότι εκείνος δεν πταίει, αλλ΄ ο Θεός, όστις του έδωσε σύντροφον την Εύαν. Ηρώτησε και την Εύαν ο Θεός και ούτε αυτή είπεν ότι έπταισεν, αλλά επέρριψε την ευθύνην εις τον όφιν, ότι εκείνος την επλάνησεν (αυτ. 13). Επειδή λοιπόν τότε δεν μετενόησαν, ούτε και ο Θεός τους ελυπήθη, ένεκεν της υπερηφανείας των. Οικονόμησεν όμως ύστερον ο Θεός, εις τους τελευταίους χρόνους και καιρούς, να έλθη να ενδυθή σάρκα, δια της Υπεραγίας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας. Αλλ΄ ας έχω συγχώρησιν, διότι ο λόγος με ηνάγκασε να απομακρυνθώ από τον σκοπόν μου. Ας αρχίσω λοιπόν την λύσιν των ζητημάτων μας. Πρώτον λοιπόν ζήτημα είχομεν το διατί ο Θεός δεν εσαρκώθη μόνος, χωρίς να ευαγγελίση ο Άγγελος την Παρθένον, έκτον δε ζήτημα είναι, αν η Παρθένος Μαρία ήτο ελευθερωμένη από την αμαρτίαν του Αδάμ ή όχι. Απαντώμεν λοιπόν εις αυτά τα δύο, όχι με ιδικούς μας λόγους, αλλά με λόγους της Γραφής μας και των Αγίων της Εκκλησίας μας· και πρώτον ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ορίζει εις τα Θεολογικά του, ότι η Παρθένος Μαρία δεν ήτο αμέτοχος από την αμαρτίαν του Αδάμ, δηλαδή Παρθένος μεν ήτο, καθαρά και αμόλυντος, πλην και αυτή εκ συνουσίας ανδρός εγεννήθη. Μόνος ο Χριστός ήτο αναμάρτητος. Αυτός εγεννήθη χωρίς αμαρτίαν, η Παρθένος όμως μετείχε της προπατορικής αμαρτίας. Επειδή λοιπόν και αυτή ήτο ανάγκη να ελευθερωθή από την αμαρτίαν του Αδάμ, δια τούτο ευηγγελίσθη. Και όπως όταν εις Βασιλεύς μέλλη να υπάγη εις οικίαν άρχοντος, στέλλει ανθρώπους προ αυτού δια να ετοιμάσωσι την οικίαν εκείνην, ούτω και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, επειδή έμελλε να κατοικήση εις την κοιλίαν της Παρθένου και επειδή ήθελε να ενδυθή σάρκα από τα πανάγια αυτής αίματα, δια τούτο στέλλεται ο καλός δούλος, ο φρόνιμος υπηρέτης του μεγάλου Θεού, ο επιτήδειος στρατιώτης του Βασιλέως των ουρανών, ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, ίνα ευτρεπίση και ετοιμάση τόπον άξιον και πρέποντα εις τον Θεόν. Δια τούτο λοιπόν ο θείος Αρχάγγελος ετοιμάζει πρώτον την ψυχήν της Παρθένου με τους λόγους του και δια τούτων σαρκούται ο Υιός και Λόγος του Θεού. διότι και ο Θεός τον Αδάμ δεν τον έπλασε πρώτον από όλα τα κτίσματα, αλλά τελευταίον. Διατί όμως ο Αδάμ επλάσθη μετά από όλα τα άλλα κτίσματα; Τούτο επεφύλαξεν ο πανάγαθος Θεός εις τον Αδάμ, όχι διότι αυτός ήτο ατιμότερος από τα άλλα κτίσματα, αλλά διότι ήτο τιμιώτερος όλων των άλλων και μάλιστα, διότι αυτόν προώριζεν ως βασιλέα όλων των κτισμάτων. Δια τούτο λοιπόν ητοιμάσθησαν πρώτον τα κτίσματα, ο ήλιος έφεξεν, η σελήνη ανέτειλε, τα δένδρα εβλάστησαν, η γη εστερεώθη, η θάλασσα εχωρίσθη, ο σκοτεινός αήρ εφωτίσθη και τα άστρα έλαμψαν. Όλα αυτά τα ποιήματα του Θεού έγιναν πρώτον και κατόπιν επλάσθη ο Αδάμ, εις την έκτην ημέραν. Διότι ποίος βασιλεύς μεταβαίνει εις άσχημον τόπον; Ποίος γίνεται βασιλεύς χωρίς να έχη τόπους και πόλεις και ανθρώπους να ορίζη; Δια τούτο ο Αδάμ επλάσθη ύστερον. Δια τούτο και η Παρθένος, πρώτον ευαγγελίζεται, ίνα γνωρίζη τίνα μέλλει να γεννήση, τις θέλει είναι ο Υιός Της και οποίον θα είναι το αναμενόμενον θείον Βρέφος. Διότι ο Θεός θέλει προαίρεσιν του καλού και ουδένα βιάζει να κάμη το καλόν. Διότι ο Θεός δεν καλεί τον κάθε άνθρωπον εις βάσανα, εις τιμωρίας και εις κόλασιν, αλλά εις ανάπαυσιν, χαράν και Βασιλείαν ουράνιον. Δια τούτο δεν αναγκάζει ο Θεός την προαίρεσιν των ανθρώπων, αλλ΄ αφήνει αυτήν ελευθέραν να εκλέξη ό,τι επιθυμεί, είτε το καλόν είτε το κακόν. Επειδή λοιπόν ο Θεός θέλει ελευθέραν την θέλησιν του ανθρώπου, δια τούτο και έστειλε πρώτον τον Αρχάγγελον Γαβριήλ να ευαγγελίση την Παρθένον δια να εκφράση αύτη ελευθέρως την θέλησίν της. Διότι ο Θεός δεν ήθελε να γεννηθή από την Αγίαν Θεοτόκον χωρίς την θέλησίν της. Εγνώριζε βεβαίως ο Θεός την προαίρεσιν της Παρθένου, αλλ΄ έπραξε τούτο προς ιδικόν μας παραδειγματισμόν, να ακούωμεν και να εννοούμεν, ότι η προαίρεσις των ανθρώπων κατορθώνει το καλόν. Η θέλησις εκάστου συμπληρώνει τας αρετάς. Διότι ποίος άνθρωπος ευεργετεί τινα παρά την θέλησίν του; Ποίος χαρίζει δια της βίας; Τοιουτοτρόπως και ο Θεός, χωρίς προαίρεσιν, κανένα δεν σώζει. Δια τούτο έκαμε και τον Αδάμ αυτεξούσιον, αυτοπροαίρετον, αυτοθέλητον, αυτοβούλητον, αυτόγνωμον. Δια να έχη το θέλημά του, να έχη την εξουσίαν του, να ορίζη το θέλημά του και εάν κάτι βουληθή, ή καλόν αγαπήση, ή κακόν επιθυμήση, να είναι αναίτιος εις τούτο ο Θεός. Διότι, δια μεν το καλόν ο Θεός είναι ο ενεργών, δια δε το κακόν, υπεύθυνος είναι η προαίρεσις του ανθρώπου, αιτία δε η προσβολή του δαίμονος. Δια τούτο και ο Χριστός ορίζει εις το θείον Ευαγγέλιον· «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν…»(Ματθ. 16:24. Μάρκ. 8:34. Λουκ. 9: 23). Ουδένα δηλαδή βιάζω, ουδένα αναγκάζω εις το καλόν· ουδένα σύρω δια της βίας εις το αγαθόν, αλλ΄ εάν τις ζητή το καλόν, το ευρίσκει όπου θέλει και κάμνει την αρετήν. Εάν λοιπόν θέλη τις, ας έλθη οπίσω μου, ορίζει ο Χριστός. Δια τούτο λοιπόν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ ευαγγελίζει και η Παρθένος δέχεται το μήνυμα· ο στρατιώτης υπηρετεί και η Βασίλισσα υπηρετείται· ο δούλος λειτουργεί και η Κυρία λειτουργείται· ο ασώματος παραστέκεται εις την γηϊνην, ο άφθαρτος εις την φθαρτήν, ο αόρατος εις την ορατήν, ο άϋλος εις την υλικήν. Άγγελος εις τον άνθρωπον, ο Γαβριήλ, λέγω, εις την Μαρίαν την Παρθένον. Δια τούτο λοιπόν εστάλη ο Αρχιστράτηγος Γαβριήλ να υπηρετήση εις το μυστήριον αυτό και μάλιστα τοιούτο μυστήριον, δια το οποίον και αυτοί οι Άγγελοι θαυμάζουν και απορούν. Μυστήριον κεκρυμμένον από των αιώνων, σήμερον αποκαλυπτόμενον και φανερούμενον. Μυστήριον θαυμαστόν, το οποίον οι Προφήται προεκήρυττον και οι Απόστολοι εβεβαίωσαν, αι Γραφαί εμαρτύρησαν, οι Διδάσκαλοι εστερέωσαν και η Εκκλησία του Χριστού το εδέχθη. Μυστήριον ένδοξον, το οποίον Άγγελοι δοξάζουσιν, άνθρωποι υμνούσι, γένη και έθνη υποτεταγμένα εις τον Θεόν προσκυνούσιν. Εις τοιούτον μυστήριον απεστάλη ο θείος Γαβριήλ από τους ουρανούς εις την γην, από του Θεού εις την Παρθένον, από του Βασιλέως προς την Βασίλισσαν, από τα ύψη εις την Ναζαρέτ, από το ουράνιον Τάγμα εις την οικίαν του Ιωσήφ, από τον ύμνον εις τον Ευαγγελισμόν, από τον φόβον εις την δειλίαν, από την υπηρεσίαν του Θεού εις την υπηρεσίαν της Παναγίας Παρθένου, δια την οποίαν και μάλιστα τον απέστειλεν. Αλλ΄ επειδή, Χάριτι Χριστού, όσον ηδυνήθημεν και καθώς το έφερεν η ώρα, ελύσαμεν τα δύο ζητήματα, το πρώτον και το έκτον, ας έλθωμεν και εις το δεύτερον, το οποίον είναι· Διατί δεν απεστάλη άλλος Άγγελος να υπηρετήση το μυστήριον, αλλ΄ ο Γαβριήλ; Λέγομεν λοιπόν και ως προς τούτο, ότι εις την Εκκλησιαστικήν μας Γραφήν τρία μόνον ονόματα των Αγγέλων είναι γνωστά· Μιχαήλ, Γαβριήλ και Ραφαήλ. Εκ των θείων τούτων Αρχαγγέλων τον μεν Μιχαήλ η Παλαιά Διαθήκη πανταχού αναφέρει εις θαύματα, εις έργα και εις υπηρεσίας του Εβραϊκού γένους. Εις αυτήν λοιπόν την υπηρεσίαν ετάχθη υπό του Θεού ο θείος Μιχαήλ. Τον δε Ραφαήλ αναφέρει η Γραφή εις την βίβλον την ονομαζομένην του Τωβίτ. Εκεί αναφέρεται εις θαύμα, το οποίον έκαμε και αυτός. Όταν δε πρόκειται να αποκαλυφθή μυστήριον, άλλος δεν υπηρετεί εις ταύτα, ει μη μόνον ο θείος Γαβριήλ. Τούτο πασιφανώς αποδεικνύεται από τα οράματα του Προφήτου Δανιήλ, διότι όλα ταύτα τα οράματα όπου είδεν ο Δανιήλ, ο Αρχάγγελος Γαβριήλ τα ανέλυσεν· αλλά και την γέννησιν της Παναγίας αυτός την ευηγγέλισεν εις την Άνναν και τον Ιωακείμ. Και την γέννησιν του Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, αυτός προανήγγειλεν εις τον Ζαχαρίαν τον Προφήτην. Επειδή λοιπόν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ υπηρέτει εις τα μυστήρια και τας αποκαλύψεις των Αγίων, και επειδή αυτός και εις τα Άγια των Αγίων έφερε τροφήν της Παναγίας, αυτός την υπηρέτει, αυτός και τώρα ευαγγελίζει εις αυτήν την γέννησιν του Υιού του Θεού. Δια τούτο λοιπόν και τώρα αυτός απεστάλη, ίνα εκτελέση την υπηρεσίαν του κεκρυμμένου μυστηρίου, κεκρυμμένου πριν να γίνη, αποκαλυφθέντος δε όταν ετελειώθη. Αυτός εξελέγη δι΄ υπηρεσίαν την οποίαν αυτός ηννόει, εις έργον το οποίον εθαύμαζε, πώς να το υπηρετήση. Αυτός από όλους τους Αγγέλους εξελέγη, διότι εις την εκλεγείσαν από όλα τα έθνη έμελλε να υπάγη. Δια τούτο λοιπόν απεστάλη ο Γαβριήλ. Ως συνειθισμένος δε εις τοιαύτα θεία μυστήρια δεν αμφέβαλλε, δεν απίστησεν εις το πρόσταγμα, αλλ΄ ως δούλος φρονιμώτατος, ως υπηρέτης γνήσιος, μετέβη με πάσαν προθυμίαν ίνα εκπληρώση το χρέος του, ίνα φέρη εις πέρας το πρόσταγμα, ίνα μηνύση το θέλημα του μεγάλου Βασιλέως, του Ισχυρού, του Δυνατού, του Βασιλέως των βασιλέων και Κυρίου των κυρίων. Εγνώριζε ποίος τον απέστειλεν, εγνώριζε τίνος είναι ο ορισμός· ηννόει τίνος υπηρεσίαν κάμνει και δια τούτο, χωρίς καμμίαν αμφιβολίαν, ευηγγέλισεν εις την Παρθένον την γέννησιν του Χριστού. Δια τούτο λοιπόν και δια ταύτα απεστάλη ο Γαβριήλ. Αλλ΄ επειδή ελύσαμεν και το δεύτερον ζήτημα, ας έλθωμεν εις το τρίτον, το οποίον τρία ερωτήματα περιέχει. Πρώτον, εις ποίον μήνα έγινεν ο Ευαγγελισμός; Τούτο όλοι γνωρίζετε, ότι έγινεν εις τον Μάρτιον. Δεύτερον, διατί έγινεν εις τον Μάρτιον και τρίτον εις ποίον καιρόν. Αυτά τα τρία ερωτήματα περιέχει το τρίτον ζήτημα. Και απαντώμεν εις το πρώτον, ότι εις τας είκοσι πέντε Μαρτίου μηνός, καθώς όλοι γνωρίζετε, έγινεν ο Ευαγγελισμός. Διατί δε εις αυτόν τον μήνα έγινεν; Ακούσατε, ευλογημένοι Χριστιανοί, με πάσαν προθυμίαν· εξυπνήσατε νοητά, δια να εννοήσετε τους λόγους μου· ανοίξατε την καρδίαν σας, ίνα σας φωτίση η Κυρία Θεοτόκος, δια την οποίαν συνηθροίσθητε, δια την αγάπην της οποίας εκοπιάσατε σήμερον. Άρχομαι δε εντεύθεν. Ο μην Μάρτιος ονομάζεται άρτιος, ήτοι πλήρης, διότι ο με Φεβρουάριος, όστις παρήλθεν, ήτο ελλιπής, ομοιάζει δε αυτός με τον καιρόν του Αντιχρίστου, καθώς ορίζει ο Χριστός ότι· «Ει μη εκολοβώθησαν αι ημέραι εκείναι, ουκ αν εσώθη πάσα σαρξ» (Ματθ. 24: 22). Ο δε Μάρτιος ομοιάζει με την Δευτέραν Παρουσίαν του Χριστού και την αποκατάστασιν των Αγίων, οίτινες μέλλουν να κληρονομήσουν την Βασιλείαν των ουρανών αιωνίως. Επειδή λοιπόν ο μην Μάρτιος τον καιρόν αυτόν της απονομής των βραβείων ομοιοί, δια τούτο και ο Ευαγγελισμός έγινε κατά τον μήνα αυτόν. Διότι δια την σωτηρίαν των ανθρώπων και δια την κληρονομίαν της Βασιλείας των ουρανών εσαρκώθη ο εύσπλαγχνος Θεός. Αλλά και εξ άλλου, τα μυστήρια της Παλαιάς Γραφής, όλα κατά τον Μάρτιον μήνα ετελέσθησαν. Και πρώτον ο Θεός ο ποιήσας τον κόσμον, εις αυτόν τον μήνα τον έκτισεν· ο ήλιος, η σελήνη, τα άστρα, η γη, ο ουρανός και αυτός ο Αδάμ, τότε επλάσθη, τότε εξέπεσε, τότε εξεβλήθη από τον Παράδεισον. Εις τας είκοσι πέντε του μηνός αυτού παρέβη την εντολήν του Πλάστου Θεού. Πως δε κατ΄ αυτήν την ημέραν, ακούσατε. Η σελήνη, όταν είναι πλήρης και ακεραία, είναι δεκατεσσάρων ημερών· ο Θεός δε την τετάρτην ημέραν είπε και έγινεν αύτη πλήρης και ολόκληρος, όπως είναι εις τας δεκατέσσαρας ημέρας. Φανερόν λοιπόν είναι, ότι ο Θεός εις την δωδεκάτην ημέραν του μηνός Μαρτίου ήρχισε να δημιουργή τα ποιήματα· η δωδεκάτη λοιπόν του μηνός είναι πρώτη προς τα κτίσματα του Θεού· η δε 18η του μηνός είναι εβδόμη προς τα κτίσματα· λείπουσιν, έως τας 25, επτά ημέραι· τόσας ημέρας έκαμεν ο Αδάμ εις τον Παράδεισον, ίσας με τας ημέρας της εβδομάδος· ίσας με τα επτά χαρίσματα, τα οποία εχάρισεν ο Θεός εις τον Αδάμ· πρώτον την σοφίαν· δεύτερον την πραότητα· τρίτον την σωφροσύνην· τέταρτον την τρίχα της κεφαλής· πέμπτον την υπακοήν· έκτον την ανδρείαν· έβδομον την υπομονήν εις τους πειρασμούς. Είχον δε εις πληρότητα τα χαρίσματα ταύτα το μεν πρώτον ο Σολομών, ο υιός του Προφητάνακτος Δαυϊδ, το δεύτερον ο Δαυϊδ, το τρίτον ο Ιωσήφ ο Πάγκαλος, το τέταρτον ο Αβεσσαλώμ, το πέμπτον ο Αβραάμ, το έκτον ο Σαμψών και το έβδομον ο δίκαιος Ιώβ. Κατά την ισοτιμίαν λοιπόν των χαρισμάτων του, ο Αδάμ έκαμε και εις τον Παράδεισον. Κατ΄ άλλον δε τρόπον, ότι έπρεπε κατά την ώραν εκείνην και την ημέραν, κατά την οποίαν ήκουσεν η Εύα την κατάραν, κατ΄ αυτήν να ακούση και η Παναγία την ευλογίαν· κατ΄ εκείνην την ώραν, καθ΄ ην ήκουσεν η Εύα το· «Εν λύπαις τέξη τέκνα»(Γεν. 3: 16), εις αυτήν να ακούση και η Θεοτόκος το· «Χαίρε, Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου»(Λουκ. 1: 28). Αλλά και οι Εβραίοι το Πάσχα των εις αυτόν τον μήνα το ώρισαν· διότι κατ΄ αυτόν έφυγαν από την Αίγυπτον και διήλθον την Ερυθράν θάλασσαν. Ο Ευαγγελισμός λοιπόν της Παναγίας αυτόν τον καιρόν απεικονίζει. Διότι όπως οι Εβραίοι κατά τον μήνα αυτόν ηλευθερώθησαν από την κακοπάθειαν της Αιγύπτου, ούτω και ημείς ηλευθερώθημεν από την αιώνιον κόλασιν· εκείνοι από τας χείρας του Φαραώ και ημείς από τους διώκτας και από τους διαβόλους, τους πικρούς και φοβερούς τυράννους· εκείνοι διήλθον την Ερυθράν θάλασσαν και ημείς τας αμαρτίας μας· εκείνοι μετέβησαν εις την έρημον του κόσμου και ημείς εις την έρημον των αμαρτιών· εκείνοι έφαγον το Πάσχα εκεί εις την Αίγυπτον και ημείς εις την Βασιλείαν των ουρανών απολαύομεν τον Χριστόν. Ο Παύλος το ορίζει, λέγων ότι «το Πάσχα ημών υπέρ ημών ετύθη Χριστός» (Α΄ Κορ. 5: 7). Και πάλιν άλλος λόγος. Ο κατακλυσμός κατ΄ αυτόν τον μήνα εγένετο και απεικονίζει την σημερινήν ημέραν. Εκεί έλαβε χώραν η φθορά των αμαρτωλών ανθρώπων και εδώ η φθορά των αμαρτιών μας· εκεί διεφυλάχθη ο δίκαιος Νώε μετά της οικογενείας του και εδώ όσοι λατρεύουσι και προσκυνούσι το μυστήριον· εκεί η Κιβωτός, εδώ η Παναγία, η νέα Κιβωτός του πατρικού απαυγάσματος, ήτις έσωσε τας ψυχάς των ανθρώπων και τας ωδήγησε προς το φως της θεογνωσίας. Δια τούτο λοιπόν και δια ταύτας τας αιτίας έγινεν ο Ευαγγελισμός κατ΄ αυτόν τον μήνα. Εις τίνα δε καιρόν; Έρχομαι εις το ζήτημα του τρίτου ερωτήματος. Το Θείον και Ιερόν Ευαγγέλιον δεικνύει εις ημάς τον καιρόν, λέγον· «Εν δε τω μηνί τω έκτω απεστάλη ο Άγγελος Γαβριήλ υπό του Θεού εις πόλιν της Γαλιλαίας η όνομα Ναζαρέτ» (Λουκ. 1: 26). Κατά τον έκτον λέγει όχι ως προς την σειράν αριθμήσεως των μηνών, αλλά τον έκτον μήνα από της συλλήψεως της Ελισάβε· αφ΄ ότου η γυνή του Ζαχαρίου συνέλαβε τον Πρόδρομον, από τότε έως του Ευαγγελισμού της Παναγίας ήσαν εξ μήνες. Διότι έπρεπεν ο λύχνος να προδράμη του φωτός, ο στρατιώτης του βασιλέως. Δια τούτο εξ μήνας ο Πρόδρομος προέδραμε της γεννήσεως του Χριστού. Εις τον καιρόν λοιπόν αυτόν ευηγγελίσθη η Παναγία· εάν δε ερωτήσωμεν και κατά ποίον χρόνον, και τούτο διδάσκει ημάς το Ιερόν Ευαγγέλιον, λέγων· «ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηνίου» (Λουκ. 2: 2). Δηλαδή κατά τον καιρόν τον οποίον ηγεμόνευε της Συρίας ο Κυρήνιος. Αλλ΄ επειδή και το τρίτον ζήτημα ελύσαμεν, ας έλθωμεν και εις το τέταρτον, το οποίον υπεσχέθημεν να λύσωμεν. Ενθυμείσθε δε ποίον είναι ή μήπως από την πυκνότητα του λόγου το ελησμονήσατε; Νομίζω, ότι ολίγοι το ενθυμείσθε. Ας το είπωμεν λοιπόν. Εζητήσαμεν να πληροφορηθώμεν πόσων ετών ήτο η Παναγία ότε ευηγγελίσθη και απαντώμεν εις τούτο. Η Κυρία Θεοτόκος, αφ΄ ότου εγεννήθη, έμεινεν εις την οικίαν των γονέων της τρεις χρόνους, ακριβείς και πεπληρωμένους. Κατά το διάστημα τούτο άλλη δεν ήτο η εργασία της παρά μόνον ό,τι η μήτηρ της η Άννα την εδίδασκε καθ΄ εκάστην ημέραν. Έπειτα την έφεραν εις τα Άγια των Αγίων και έκαμεν εκεί δώδεκα χρόνους ακριβώς. Άγγελοι δε του Θεού την υπηρέτουν και την έτρεφον. Τότε ήτο Αρχιερεύς ο Ζαχαρίας, ο υιός του Βαραχίου, ο πατήρ του Προδρόμου. Ούτος εσκέφθη, ότι δεν είναι πρέπον να κάθηται η Παρθένος μέσα εις το Ιερόν τόσον καιρόν και εις αυτήν την ηλικίαν. Τούτο δε, διότι ο μιαρός διάβολος, όστις είχεν ακούσει τον λόγον του Προφήτου Ησαϊου, ειπόντος· «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ, ο εστι μεθερμηνευόμενον μεθ΄ ημών ο Θεός» (Ματθ. 1: 23, Ησ. 7: 14), εφρόντιζεν επιμελώς να μολύνη όλας τας παρθένους ούτως ώστε να μη μένη καμμία, η οποία θα ήτο αξία να γίνη Μήτηρ του Θεού. Ο Θεός λοιπόν, δια να αποκρούση, μάλιστα δε δια να αφανίση τελείως τας τέχνας του δαίμονος, ένευσεν εις τον νουν του Ζαχαρίου να μνηστεύση με άνδρα την Παρθένον Μαρίαν, δια να αδιαφορήση ο διάβολος ως προς αυτήν. Επαναλαμβάνομεν δε, ότι τρεις χρόνους έκαμεν εις τον πατρικόν της οίκον και δώδεκα εις τον Ναόν, δεκαπέντε· τόσων λοιπόν ετών ήτο η Παναγία ότε ευηγγελίσθη. Ιδού το τέταρτον ζήτημα. Το δε πέμπτον είναι, διατί δεν ευηγγέλισεν άλλην ο Αρχάγγελος, αλλά την Παναγίαν Μαρίαν; Εις τούτο απαντώμεν. Σκοπός του Θεού ήτο να σαρκωθή δια την σωτηρίαν των ανθρώπων. Διότι όπως εάν ισχυρός τις βασιλεύς, έχων δούλον ηγαπημένον πολύ, εχθρός δε τις αυτού εξαπατήση και αρπάση τον δούλον όχι δια καλόν του, αλλά δια να τον τιμωρή και να τον βασανίζη, αυτός συναθροίζει το στράτευμά του όλον και επιτίθεται κατά του εχθρού του και εκείνον μεν κατανικά, τον δε δούλον ελευθερώνει, ούτως εποίησε και ο Μέγας Βασιλεύς της ειρήνης, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Ηυδόκησε να έλθη εις τον πόλεμον κατά του δαίμονος, ίνα ελευθερώση τον ηγαπημένον του δούλον, τον Αδάμ. Ήλθε δ