xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)


ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ
Διάλογος με τον Θεοδόσιο, τον επίσκοπο Καισαρείας Βιθυνίας, κατά την πρώτη του εξορία στο φρούριο της Βιζύης της Θράκης.
       Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, μέγας θεολόγος και Πατήρ της Εκκλησίας, ωμολόγησε την Ορθόδο­ξο Πίστι σε μία εποχή που παρουσιάζει πολλές ο­μοιότητες με την ιδική μας. Η πολιτική των τότε αυ­τοκρατόρων απέβλεπε σε πολιτικοκοινωνικές ενοποιήσεις σαν τις σημερινές. Ως πρόσφορο μέσον για την πραγματοποίησί τους θεωρήθηκε η υποστήριξις της αιρέσεως του Μονοθελητισμού. Είχαν χρησιμοποιη­θή και εκκλησιαστικοί άνδρες, οι οποίοι υποστήριζαν την αίρεσι χάριν των κοσμικών αυτών σκοπιμοτήτων. Είχαν πιστεύσει ότι ασκούν τάχα κάποια εκκλησια­στική οικονομία. Δυστυχώς, όλοι σχεδόν οι πατριαρ­χικοί θρόνοι είχαν πέσει στην αίρεσι του Μονοθελη­τισμού. Η Ορθόδοξος Πίστις ζούσε μόνο στην συνεί­δησι του πιστού λαού και εκφραζόταν με το στόμα των ελαχίστων Ομολογητών, οι οποίοι την εστερέω­σαν με το μαρτύριό τους.
       Την εποχή αυτή ο άγιος Μάξιμος είχε διαδραμα­τίσει πρωτεύοντα ρόλο για την συγκρότησι της ορθο­δόξου τοπικής Συνόδου της Ρώμης (649), η οποία κα­τεδίκασε τον Μονοθελητισμό. Για τον λόγο αυτό ευρίσκεται εξόριστος στην Βιζύη της Θράκης. Έχει διακόψει την εκκλησιαστική κοινωνία με τους πα­τριαρχικούς θρόνους της Ανατολής, επειδή έχουν εκ­πέσει στην αίρεσι. Η αναφορά του είναι στην ορθο­δοξούσα τότε Ρώμη και στον Ομολογητή άγιο Πάπα Μαρτίνο.
       Με σκοπό να μεταβάλλουν την γνώμη του και να τον προσεταιρισθούν, ο επίσκοπος Θεοδόσιος και οι αυτοκρατορικοί απεσταλμένοι τον επισκέπτονται στην Βιζύη και διεξάγουν τον κατωτέρω διάλογο. Ο Άγιος με αταλάντευτη σταθερότητα διακρίνει την αλήθεια από την αίρεσι, το φως από το σκότος, και με γνώμονα την διδασκαλία των αγίων Αποστόλων και Πατέρων ανασκευάζει τα επιχειρήματα των μονοθελη­τών συνομιλητών του. Είναι συγκινητική η ταπείνω­σις του Αγίου που συνοδεύει όλες τους τις εκφράσεις και κινήσεις, ακόμη και την ώρα που η αδικία εναντίον του είναι κατάφωρη. Προφανώς, ο φόβος του Θεού, η σταθερή ομολογία και η αληθινή ταπείνωσις συνιστούν το ιερό τρίπτυχο που χαρακτηρίζει κάθε Ορθόδοξο ομολογία.
       Ο διάλογος του αγίου Μαξίμου στον τόπο της εξορίας του με τους συγκλητικούς άρχοντες και με τους επισκόπους της Κωνσταντινουπόλεως είναι ένα κλασικό πλέον κείμενο, στο οποίο φανερώνει τις γνή­σια Ορθόδοξες και εκκλησιαστικές προϋποθέσεις του Αγίου και τις αιρετικές και κοσμικές αντίστοιχα των συνομιλητών του.
       Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από αυτόν τον διάλογο, επειδή πιστεύουμε ότι θα βοηθή­ση τον λαό του Θεού να  αντιληφθή ποιοι είναι σε κά­θε εποχή οι εκφρασταί της Πίστεώς του, αλλά και να δώσουμε αφορμές θεολογικής αυτοκριτικής σε όσους λόγω της εκκλησιαστικής τους ευθύνης ευρίσκονται μπροστά σε προφανή κίνδυνο να αθετήσουν και σήμε­ρα την  ακρίβεια της αγίας Ορθοδόξου Πίστεως λόγω άλλων σκοπιμοτήτων.
      
       Στις 24 του μηνός Αυγούστου, της 14ης επινεμή­σεως που μόλις τώρα πέρασε, επισκέφθηκε τον αββά Μάξιμο στον τόπο της εξορίας του, δηλαδή στο κά­στρο της Βιζύης, ο προρρηθείς επίσκοπος Θεοδόσιος, σταλμένος όπως είπε από τον ίδιο τον πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως Πέτρο. Και μαζί του οι ύπατοι Παύλος και Θεοδόσιος, σταλμένοι όπως είπαν κι αυ­τοί από τον βασιλέα. Είχαν μαζί τους, καθώς φαίνε­ται, και τον επίσκοπο Βιζύης. Και λέγει ο Θεοδόσιος ο Επίσκοπος:
       ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Παρακαλούν μέσω ημών ο βασι­λεύς και ο πατριάρχης, να μάθουν από σένα ποια εί­ναι η αιτία που δεν έχεις κοινωνία με τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Γνωρίζετε τις καινοτομίες που έγιναν από την επινέμησι του περασμένου κύκλου, οι όποίες άρχισαν από την Αλεξάνδρεια με τα εννέα κεφάλαια που εξέθεσε ο Κύρος, αυτός που δεν ξέρω πως έγινε πατριάρχης της πόλεως εκείνης, και που επικυρώθη­καν από τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Γνωρί­ζετε επίσης και τις άλλες αλλοιώσεις, τις προσθήκες και τις αφαιρέσεις, που έγιναν συνοδικά από τους προεδρεύσαντας στην Εκκλησία των Βυζαντινών. Εν­νοώ τον Σέργιο, τον Πύρρο και τον Παύλο. Και αυτές τις καινοτομίες τις γνωρίζει όλη η οικουμένη. Γι' αυ­τήν την αιτία δεν έχω κοινωνία, ο δούλος σας, με την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Ας αρθούν τα εμπόδια που μπήκαν από τους παραπάνω άνδρες, και μαζί μ' αυτά κι αυτοί που τάβαλαν, όπως είπε ο Θεός: «και τους λίθους εκ της οδού διαρρίψατε» (Ιερεμ. 50, 26). Έτσι, βρίσκοντας την οδό του Ευαγγελίου όπως ήταν πρώτα, λεία και ομαλή και ελεύθερη από κάθε α­κανθώδη αιρετική κακία, θα την βαδίζω χωρίς να μου χρειάζεται καμμία ανθρώπινη προτροπή. Μέχρις ότου όμως οι πατριάρχαι της Κωνσταντινουπόλεως καυχώ­νται για τα τεθέντα εμπόδια και γι' αυτούς που τα έβα­λαν, δεν υπάρχει κανένας λόγος ή τρόπος που να με πείση να έχω κοινωνία με αυτούς.
         ΘΕΟΔ.:  Μα τι κακό λοιπόν ομολογούμε, ώστε να χωρισθής από την κοινωνία μαζί μας;
         ΜΑΞΙΜΟΣ: Επειδή λέγετε ότι ο Θεός και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός έχει μία ενέργεια της Θεότητος και ανθρωπότητός του. Έτσι συγχέετε τον λόγο της θεολογίας με τον λόγο της οικονομίας.
       Και πάλι, υιοθετώντας άλλη καινοτομία, αφαιρεί­τε εξ ολοκλήρου όλα τα γνωριστικά και συστατικά (στοιχεία) της θεότητος και ανθρωπότητος του Χρι­στού, θεσπίζοντας με νόμους και τύπους, ότι δεν πρέ­πει να λέγεται γι' Αυτόν, ούτε μία ούτε δύο θελήσεις ή ενέργειες. Αυτό είναι πράγμα ανυπόστατο, διότι οι άγιοι Πατέρες μας διδάσκουν μεγαλοφώνως ότι: «Αυτό που δεν έχει καμμιά δύναμι, ούτε υπάρχει ούτε είναι κάτι ούτε έχει καμμία εντελώς θέσι».
       ΘΕΟΔ.:  Μη παίρνης σαν κύριο δόγμα, αυτό που γίνεται από οικονομία.
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Αν δεν είναι κύριο δόγμα για όσους το δέ­χονται, για ποιο λόγο με παραδώσατε ανέντιμα σε βάρβαρα και άθεα έθνη; Για ποιο λόγο καταδικάσθη­κα να μένω στη Βιζύη, και οι σύνδουλοί μου, ο ένας στην Πέρβερι κι ο άλλος στην Μεσήμβρια;
       Και ποιος πιστός δέχεται την οικονομία που κάνει να σιγήσουν τα λόγια, τα οποία οικονόμησε ο των όλων Θεός να ειπωθούν από τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους; Κι ας ιδούμε, μεγάλε κύ­ριε, σε ποιο κακό καταλήγει το θέμα αυτό, αν το καλο­εξετάσουμε. Διότι ο Θεός έβαλε στην Εκκλησία, πρώ­τον μεν τους αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, για να καταρτίζωνται οι πιστοί, λέγοντας στο Ευαγγέλιο προς τους αποστόλους και μέσω αυτών προς τους μεταγενεστέρους «Ο υμίν λέγω, πάσι λέ­γω», και πάλι «ο δεχόμενος υμάς εμέ δέχεται, και ο α­θετών υμάς, εμέ αθετεί». Είναι λοιπόν φανερό και ανα­ντίρρητο, ότι αυτός που δεν δέχεται τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους και δεν υπολογί­ζει τα λόγια τους, δεν υπολογίζει τον ίδιο το Χριστό.
       Ας εξετάσουμε δε και κάτι άλλο. Ο Θεός διάλεξε και κατέστησε αποστόλους, προφήτας και διδασκά­λους, προς τον καταρτισμό των πιστών. Αντίθετα, ο διάβολος διάλεξε και ξεσήκωσε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους, για να πολε­μηθή και ο παλαιός νόμος και ο ευαγγελικός. Μονα­δικούς δε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους εννοώ τους αιρετικούς, των ο­ποίων είναι διεστραμμένοι οι λόγοι και οι λογισμοί. Όπως ακριβώς λοιπόν αυτός που δέχεται τους αληθι­νούς αποστόλους και προφήτας και διδασκάλους, δέ­χεται τον Θεό, έτσι και αυτός που δέχεται τους ψευδα­ποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκά­λους, δέχεται τον διάβολο. Αυτός λοιπόν που βάζει τους αγίους μαζί με τους βδελυρούς και ακαθάρτους αιρετικούς (δεχθήτε τα λόγια μου, λέγω την αλήθεια), προφανώς βάζει στην ίδια μοίρα τον Θεό μαζί με τον διάβολο.
       Αν λοιπόν εξετάζοντας τις καινοτομίες που έγι­ναν τώρα στα χρόνια μας, τις βρίσκουμε να έχουν κα­ταντήσει σ' αυτό το πιο ακραίο κακό, προσέξτε μή­πως, ενώ προφασιζόμαστε την ειρήνη, βρεθούμε να νοσούμε και να κηρύττουμε την αποστασία, η οποία θα είναι, κατά τον θείο απόστολο, πρόδρομος της πα­ρουσίας του Αντιχρίστου. Αυτά σας τα είπα χωρίς κανένα δισταγμό, κύριοί μου, για να λυπηθήτε τους ε­αυτούς σας κι εμάς.
       Με συμβουλεύετε επίσης να έλθω να κοινωνήσω με την Εκκλησία στην οποία τέτοια κηρύσσονται, ε­νώ έχω άλλα γραμμένα στο βιβλίο της καρδιάς μου, και να γίνω κοινωνός μ' αυτούς που νομίζουν ότι στρέφονται εναντίον του διαβόλου με την βοήθεια του Θεού, ενώ στην πραγματικότητα στρέφονται ενα­ντίον του Θεού; Να μη δώση Ο Θεός, που γεννήθηκε για μένα χωρίς αμαρτία!
       Και αφού τους έβαλε μετάνοια, είπε:
           ΜΑΞΙΜΟΣ: Οτιδήποτε έχετε διαταγή να κάνετε στο δούλο σας, σας λέγω κάμετέ το. Εγώ πάντως ουδέπο­τε θα γίνω συγκοινωνός μ' αυτούς που δέχονται αυτές τις καινοτομίες.
       Μόλις τα άκουσαν εκείνοι αυτά, πάγωσαν. Έβαλαν κάτω τα κεφάλια τους και εσιώπησαν για αρκετή ώρα. Σήκωσε κάποια στιγμή το κεφάλι του ο επίσκοπος Θεοδόσιος, κύτταξε προς τον αββά Μάξιμο και είπε:
      
     
ΘΕΟΔ.: Σου λέμε λοιπόν εμείς πως, εάν εσύ κοι­νωνήσης, ο δεσπότης μας ο βασιλεύς θα ελαφρύνη τον Τύπο.
           ΜΑΞΙΜΟΣ: Η απόστασις που μας χωρίζει είναι ακόμη μεγάλη. Τι θα κάνουμε με το δόγμα του ενός θελήμα­τος που επικυρώθηκε συνοδικά από τον Σέργιο και τον Πύρρο για την αναίρεσι κάθε ενέργειας;
      ΘΕΟΔ.: Εκεινο το χαρτί καταστράφηκε και αχρη­στεύθηκε.
          ΜΑΞΙΜΟΣ: Το έσβησαν από τους πέτρινους τοίχους, όχι όμως κι από τις νοερές ψυχές. Ας δεχθούν την καταδίκη του που έγινε συνοδικά στην Ρώμη με ευσε­βή δόγματα και κανόνες, και τότε θα λυθή το μεσότοι­χο και δεν θάχουμε ανάγκη από συμβουλές.
       ΘΕΟΔ.: Δεν έχει ισχύ η σύνοδος της Ρώμης, γιατί έγινε χωρίς την διαταγή του βασιλέως.
       ΜΑΞΙΜΟΣ:  Αν οι διαταγές των βασιλέων δίνουν κύ­ρος στις προγενέστερες συνόδους και όχι η ευσεβής πίστις, ας δεχθούν και τις συνόδους που έγιναν ενα­ντίον του ομοουσίου, μια και έγιναν με εντολή των βασιλέων. Και ποιος κανόνας ορίζει να είναι έγκυρες μόνο εκείνες οι σύνοδοι που συνεκλήθησαν με εντολή βασιλέως ή οπωσδήποτε όλες οι σύνοδοι να συγ­καλούνται κατόπιν βασιλικής διαταγής; Ο ευσεβής κανών της Εκκλησίας γνωρίζει ως άγιες και έγκυρες εκείνες τις συνόδους, τις οποίες διακρίνει η ορθότης των δογμάτων.
       ΘΕΟΔ.: Όπως τα λες είναι. η ορθότης των δογμά­των δίνει κύρος στις συνόδους. Τι λοιπόν; Δεν πρέπει καθόλου να λέμε μία ενέργεια στον Χριστό;
      ΜΑΞΙΜΟΣ: Σύμφωνα με την αγία Γραφή και τους α­γίους Πατέρας τίποτα τέτοιο δεν παρελάβαμε να λέμε. Αλλά, όπως ακριβώς παρελάβαμε να πιστεύωμε για το Χριστό δύο φύσεις, αυτές από τις οποίες απαρτίζε­ται, έτσι μας επετράπη να πιστεύω με και να ομολογούμε και τις φυσικές Του θελήσεις και ενέργειες που υπάρχουν καταλλήλως σ' αυτόν, αφού αυτός ο ίδιος είναι εκ φύσεως Θεός μαζί και άνθρωπος.
       ΘΕΟΔ.: Πράγματι, κύριε, και εμείς ομολογούμε και τις φύσεις και τις διάφορες ενέργειες, δηλαδή και την θεία και την ανθρωπίνη. και ότι η θεότης του εί­ναι θελητική και η ανθρωπότης του θελητική. επειδή η ψυχή του δεν ήταν χωρίς θέλησι. Αλλά για να μη χάνουμε τον καιρό μας εδώ, ό,τι κι αν είπαν οι Πατέ­ρες το ομολογώ, και μάλιστα το κάνω και εγγράφως (δηλαδή), δύο φύσεις και δύο θελήματα και δύο ενέρ­γειες. Έλα λοιπόν να κοινωνήσης μαζί μας και να γί­νη η ένωσις.
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, δεν τολμώ να δεχθώ εγώ έγγρα­φη συγκατάθεσι από σας γι' αυτό το πράγμα, διότι εί­μαι απλός μοναχός. Αν όμως ο Θεός σας έφερε σε κα­τάνυξι, ώστε να δεχθήτε τους λόγους των αγίων Πατέ­ρων, να ενεργήσετε όπως απαιτούν οι κανόνες. Να στείλετε, δηλαδή, περί τούτου έγγραφο προς τον επί­σκοπο Ρώμης, ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης και η πε­ρί αυτόν σύνοδος. Εγώ πάντως ούτε κι αν γίνουν αυ­τά θα κοινωνήσω, επειδή οι αναθεματισθέντες αναφέ­ρονται στην αγία αναφορά. Διότι φοβάμαι το κατά­κριμα του αναθέματος.
       ΘΕΟΔ.: Ο Θεός γνωρίζει ότι δεν σε κατηγορώ που φοβάσαι, αλλά ούτε και κανένας άλλος. Για το ό­νομα όμως του Κυρίου, πες μας την γνώμη σου, εάν είναι δυνατόν να γίνη αυτό (δηλ. να αρθή το ανάθεμα ήδη αποθανόντος αιρετικού).
      ΜΑΞΙΜΟΣ: Ποια γνώμη μπορώ να σας δώσω γι' αυτό; Πηγαίνετε, ψάξτε να βρήτε αν ποτέ έχει γίνει κάτι τέ­τοιο και ελευθερώθηκε κανείς μετά θάνατον από το έγκλημα για την πίστι, κι από το κατάκριμα που έχει εξαγορευθή εναντίον του. Πρέπει να καταδεχθούν ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης να μιμηθούν την συγκα­τάβασι του Θεού. και ο μεν να κάνει παρακλητική κέ­λευσι, ο δε συνοδική δέησι προς τον πάπα της Ρώμης. Χωρίς αμφιβολία, αν βρεθή κάποιος τρόπος εκκλη­σιαστικός που να το επιτρέπη αυτό για την σωστή ομολογία της πίστεως, θα συμφωνήση περί αυτού μαζί σας.
        ΘΕΟΔ.: Αυτό θα γίνη οπωσδήποτε. αλλά δος μου τον λόγο σου ότι, εάν στείλουν εμένα, θα έλθης μαζί μου.
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, σου είναι πιο συμφέρον να πά­ρης μαζί σου τον σύνδουλό μου που είναι στη Μεσημ­βρία, παρά εμένα. Εκείνος και την γλώσσα γνωρίζει και τον σέβονται πολύ, μια και τόσα χρόνια τιμωρεί­ται για τον Θεό και για την ορθή πίστι που κρατεί ο θρόνος τους.
       ΘΕΟΔ.: Έχουμε μεταξύ μας κάτι μικροδιαφορές, και δεν μου είναι τόσο ευχάριστο να πάω μαζί του.
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, αφού νομίζετε ότι πρέπει να γίνη αυτό, ας γίνη όπως αποφασίζετε. εγώ σας ακολουθώ όπου θέλετε.
       Μετά από αυτό σηκώθηκαν όλοι επάνω χα­ρούμενοι και με δάκρυα στα μάτια. Έβαλαν με­τάνοια και έγινε προσευχή. Και κάθε ένας τους ασπάσθηκε τα άγια Ευαγγέλια, και τον Τίμιο Σταυρό, και την εικόνα του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, και της Δεσποίνης ημών Παναγίας Θεοτόκου της Μητέρας Του, αφού έ­βαλαν επάνω και τα χέρια τους προς βεβαίωσι των συμφωνηθέντων. Αφού ειπώθηκαν αυτά, ό­ταν ασπάζονταν μεταξύ τους είπε ο ύπατος Θεο­δόσιος:
       ΘΕΟΔ.: Να λοιπόν, έγιναν όλα καλά. Άρα γε θα καταδεχθή ο βασιλεύς να κάνη παρακλητική κέλευσι;
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Οπωσδήποτε θα κάνη, εάν θέλη να είναι μιμητής του Θεού και να ταπεινωθή μαζί Του για την κοινή σωτηρία όλων μας. Ας αναλογισθή ότι, αφού ο Θεός που φύσει σώζει, δεν μας έσωσε παρά αφού με την θέλησί Του ταπεινώθηκε, πώς ο φύσει σωζόμενος άνθρωπος θα σωθή ή θα σώση χωρίς να ταπεινωθή;
       Μετά δε την αναχώρησι των παραπάνω αν­δρών, στις 8 του μηνός Σεπτεμβρίου της παρού­σης 15ης ινδικτιώνος, πήγε πάλι ο ύπατος Παύ­λος στη Βιζύη προς τον αββά Μάξιμο, έχοντας μαζί του διαταγή που έλεγε τα εξής: «Παραγγέ­λομε στην ενδοξότητά σου να πας στη Βιζύη και να φέρης τον Μοναχό Μάξιμο με πολλή τιμή και περιποίησι, λόγω της μεγάλης του ηλικίας και της ασθενείας του, και διότι αυτός ανήκει στους προγόνους μας και τους έχει τιμήσει. Και να τον βάλης στο λαμπρό μοναστήρι του Αγίου Θεοδώρου, που βρίσκεται δίπλα στο Βασιλικό παλάτι». Αφού λοιπόν ο ύπατος τον πήρε και τον έβαλε στο προειρημένο μοναστήρι, πήγε να δώση ειδοποίησι.
       Την επομένη ημέρα πήγαν προς αυτόν οι πα­τρίκιοι Επιφάνιος και Τρώιλος, με λαμπρό ντύ­σιμο και ύφος, καθώς και ο επίσκοπος Θεοδό­σιος. Συναντήθηκαν με αυτόν στο κατηχουμενείο της Εκκλησίας του ιδίου μοναστηριού. Αφού έγινε ο συνηθισμένος ασπασμός κάθησαν, υπο­χρεώνοντας κι αυτόν να καθήση. Και αρχίζοντας τον λόγο μαζί του ο Τρώιλος είπε:
       ΤΡΩΙΛΟΣ:  Ο αυτοκράτωρ μας διέταξε να έρθουμε και να σου ανακοινώσουμε την γνώμη που έχει η θεο­στήρικτη βασιλεία του. Αλλά πρώτα πες μας, θα κά­νης την διαταγή του βασιλέως ή δεν θα την κάνης;
Ο Μάξιμος είπε:
       ΜΑΞΙΜΟΣ:Κύριε, να ακούσω τι διέταξε η ευσεβής του δύναμις και θά αποκριθώ κατάλληλα. γιατί προς κάτι το άγνωστο ποια απάντησι μπορώ να δώσω;
Ο Τρώιλος επέμενε λέγοντας:
       ΤΡΩΙΛ.: Δεν πρόκειται να πούμε τίποτε, εάν δεν μας πης πρώτα, αν θα κάνης ή όχι την διαταγή του βασιλέως.
       Και όταν τους είδε να αντιστέκωνται και λό­γω της καθυστερήσεώς του να βλέπουν πιο σκληρά και μαζί με τους συνακόλουθούς τους να αποκρίνωνται πιο άγρια, ενώ φάνταζαν τα περή­φανα στολίδια των αξιωμάτων τους, απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Αφού δεν θέλετε να πήτε στον δούλο σας την απόφασι του κυρίου και βασιλέως μας, να λοιπόν σας λέω, κι ακούει ο Θεός και οι άγιοι άγγελοι και όλοι εσείς: οτιδήποτε με διατάξη για κάθε πράγμα που καταλύεται και καταστρέφεται σ' αυτόν τον αιώνα, με προθυμία το κάνω.
Και αμέσως ο Τρώιλος είπε:
       ΤΡΩΙΛ.: Συγχωρέστε με, αλλά εγώ φεύγω.  γιατί αυτός τίποτε δεν πρόκειται να κάνη.
       Και αφού έγινε πάρα πολύς θόρυβος και μεγάλη ταραχή και σύγχυσι, τους είπε ο επίσκοπος Θεοδόσιος:
       ΘΕΟΔ.: Πείτε του την διαταγή και θα μάθετε την απάντησί του. Διότι, δεν είναι λογικό να φύγουμε, χω­ρίς να πούμε και να ακούσουμε τίποτε.
Τότε ο πατρίκιος Επιφάνιος είπε:
       ΕΠΙΦ.:   Αυτό σου δηλώνει με μας ο βασιλεύς: «Ε­πειδή η Δύσις και όσοι διαστρέφουν (τα πράγματα) στην Ανατολή αποβλέπουν σε σένα, κι όλοι εξ αιτίας σου ξεσηκώνονται μη θέλοντας να συμφωνήσουν μαζί μας για την πίστι, είθε να σε κατανύξη ο Θεός να κοινωνήσης μαζί μας βάσει του Τύπου που εκθέσαμε. Θα βγούμε τότε εμείς οι ίδιοι στη Χαλκή (πύλη) και θα σε ασπασθούμε, θα σου δώσουμε το χέρι και με κάθε τιμή και δόξα θα σε βάλουμε στην μεγάλη Εκκλησία. Θα στέκεσαι μαζί μας στο μέρος που συνηθίζουν να στέκωνται οι βασιλείς. Θα κάνουμε τότε και την σύ­ναξι (Θ. Λειτουργία) και θα κοινωνήσουμε τα άχρα­ντα και ζωοποιά μυστήρια, το ζωοποιό σώμα και αίμα του Χριστού. Θα σε ανακηρύξουμε πατέρα μας. και θα γίνη χαρά όχι μόνο στην φιλόχριστη και βασιλική μας πόλι, αλλά και σ' όλη την οικουμένη. Γιατί γνω­ρίζουμε πολύ καλά ότι, εάν εσύ κοινωνήσης με τον ε­δώ άγιο θρόνο, όλοι θα ενωθούν μαζί μας, αυτοί που εξ αιτίας σου και εξ αιτίας της διδασκαλίας σου απο­σχίσθηκαν από την κοινωνία με μας».
Γυρίζοντας τότε προς τον επίσκοπο ο αββάς Μάξιμος του είπε με δάκρυα στα μάτια:
      ΜΑΞΙΜΟΣ: Μεγάλε κύριε, όλοι περιμένουμε ημέρα κρίσεως. Αληθινά, ούτε όλη η δύναμι των ουρανών δεν θα με πείση να το κάνω αυτό. Γιατί, τι θα έχω να απολογηθώ -δεν λέω στο Θεό, αλλά στην συνείδησί μου-, αν για την δόξα των ανθρώπων, που μόνη της δεν έχει καμμιά οντότητα, γίνω εξωμότης της πίστεως που σώζει αυτούς που την υπερασπίζονται;
       Όταν άκουσαν τα λόγια αυτά, σηκώθηκαν ό­λοι επάνω και γεμάτοι θυμό τον έσπρωξαν, τον τράβηξαν και τον έρριξαν κάτω. Τον γέμισαν μά­λιστα από το κεφάλι ως τα νύχια με φτυσίματα, που η δυσωδία τους παρέμεινε μέχρις ότου πλύ­θηκαν τα ρούχα του. Σηκώθηκε τότε και ο επί­σκοπος και είπε:
       ΘΕΟΔ.:  Δεν έπρεπε να το κάνετε αυτό. Έπρεπε να ακούσωμε μόνο την απάντησί του και να την αναφέ­ρωμε στον αγαθό μας βασιλέα.
       Μόλις τους έπεισε ο επίσκοπος να ησυχά­σουν, κάθησαν πάλι. Με θυμό όμως και αγριότη­τα του είπαν μύριες βρισιές και ακατανόμαστες κατάρες. Τότε του είπε ο Επιφάνιος:
       ΕΠΙΦ.:   Πες μας λοιπόν κάκιστε λαίμαργε γέρο, μας είπες αυτά τα λόγια θεωρώντας ως αιρετικούς ε­μάς και την πόλι μας και τον βασιλέα; Αληθινά, είμα­στε περισσότερο Χριστιανοί και ορθόδοξοι από σένα. Και ομολογούμε ότι ο Κύριός μας και Θεός έχει και θεϊκή και ανθρώπινη θέλησι και νοερή ψυχή. και ότι κάθε νοερή φύσι οπωσδήποτε έχει εκ φύσεως το θέ­λειν και το ενεργείν, επειδή ίδιον της ζωής είναι η κί­νησις και ίδιον του νοός η θέλησις. Και γνωρίζουμε ότι είναι θελητικός, όχι μόνο κατά την θεότητα, αλλά και κατά την ανθρωπότητα. Δεν αρνούμαστε επίσης και τις δύο θελήσεις του και ενέργειες.
Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
       ΜΑΞΙΜΟΣ:  Εάν πιστεύετε έτσι, όπως πιστεύουν οι νο­ερές φύσεις και η Εκκλησία του Θεού, πώς εσείς με αναγκάζετε να κοινωνήσω με τον Τύπο, που μόνο την αναίρεσι αυτών έχει;
       ΕΠΙΦ.:   Αυτό έγινε για οικονομία, για να μη ζημιωθούν οι λαοί μας με τέτοιες λεπτολογίες.
Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
      ΜΑΞΙΜΟΣ: Συμβαίνει το αντίθετο. κάθε άνθρωπος α­γιάζεται με την ακριβή ομολογία της πίστεως, και όχι με την αναίρεσι που βρίσκεται στον Τύπο.
Και είπε ο Τρώιλος:
       ΤΡΩΙΛ.: Και στο παλάτι σου είπαμε, ότι (ο Τύ­πος) δεν ανήρεσε τίποτε, αλλά διέταξε να κατασιγά­σουν (οι διϊστάμενες απόψεις) για να ειρηνεύσουμε ό­λοι.
Και απαντώντας πάλι ο αββάς Μάξιμος είπε:
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Η σιωπή των λόγων είναι αναίρεσις των λόγων. Λέγει το Άγιον Πνεύμα μέσω του Προφήτου Δαβίδ: «Ουκ εισί λαλιαί, ουδέ λόγοι, ων ουχί ακούονται αι φωναί αυτών». Άρα λοιπόν ο λόγος που δεν λέγεται, δεν είναι καν λόγος.
Και είπε ο Τρώιλος:
       ΤΡΩΙΛ.: Στην καρδιά σου να έχης ό,τι θέλεις, δεν σε εμποδίζει κανείς.
Ο αββάς Μάξιμος απήντησε:
      ΜΑΞΙΜΟΣ: Ο Θεός δεν περιώρισε στην καρδιά όλη την σωτηρία, αλλά είπε: «Ο ομολογών με έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω αυτόν έμπροσθεν του Πα­τρός μου του εν ουρανοίς». Και ο θείος Απόστολος διδάσκει ως εξής: «Kαρδία μεν πιστεύεται εις δικαιο­σύνην. στόματι δε ομολογείται εις σωτηρίαν». Αν λοιπόν ο Θεός και οι προφήται και οι απόστολοι του Θεού προτρέπουν να ομολογήται με τους λόγους των Αγίων το μυστήριο, το μεγάλο και φρικτό και σωτή­ριο για όλο τον κόσμο, δεν πρέπει να σιωπήση με κα­νένα τρόπο η φωνή που κηρύττει αυτό, για να μη κιν­δυνεύση η σωτηρία των σιωπώντων.
Και απαντώντας ο Επιφάνιος με πολύ άγριο τρόπο είπε:
       ΕΠΙΦ.: Υπέγραψες στον λίβελλο;
Και είπε ο αββάς Μάξιμος:
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Ναι υπέγραψα.
       ΕΠΙΦ.:   Και πώς τόλμησες να υπογράψης και να αναθεματίσης αυτούς που ομολογούν και πιστεύουν ό­πως οι νοερές φύσεις και η καθολική Εκκλησία; Α­ληθινά με δική μου πρότασι θα σε πάμε στην πόλι, θα σε στήσουμε δεμένο στην αγορά και θα φέρουμε τους μίμους, άνδρες και γυναίκες, και τις πιο διάσημες πόρνες και όλο το λαό, για να χτυπήση και φτύση κα­θένας και καθεμιά τους το πρόσωπό σου.
Απαντώντας σ' αυτά ο αββάς Μάξιμος είπε:
       ΜΑΞΙΜΟΣ: Ας γίνη όπως είπατε, εάν αναθεματίσαμε αυτούς που ομολογούν ότι ο Κύριος έχει δύο φύσεις, και τις κατάλληλες σ' αυτόν δύο φυσικές θελήσεις και ενέργειες, και ότι είναι εκ φύσεως αληθινός Θεός και άνθρωπος. Διάβασε, δέσποτα, τα πρακτικά και τον λίβελλο, και εάν βρήτε αυτά που είπατε, κάμετε ό,τι σκέπτεσθε.
       Μετά από αυτά τον ωδήγησαν στην Κωνσταντι­νούπολι και έβγαλαν απόφασι εναντίον τους. Ανεθε­μάτισαν και κατεδίκασαν τον εν αγίοις Μάξιμο, τον μακάριο μαθητή του Αναστάσιο, τον αγιώτατο πάπα Μαρτίνο, τον άγιο Σωφρόνιο πατριάρχη Ιεροσολύ­μων, και όλους τους ορθοδόξους και ομοφρονούντας μ' αυτούς. Έπειτα έφεραν και τον άλλο μακάριο Αναστάσιο. Αφού χρησιμοποίησαν και γι' αυτόν τα ίδια αναθέματα και βρισιές, τους παρέδωσαν στους άρχο­ντες λέγοντας: Αποφασίζουμε να σας παραλάβη αμέ­σως ο πανεύφημος έπαρχός μας, που είναι δω, στο πο­λυάνθρωπο ανάκτορό του. Να σας χτυπήση με νεύρα στα μετάφρενα (τον Μάξιμο, Αναστάσιο και Αναστά­σιο), και να αποκόψη από την ρίζα το όργανο της ακολασίας σας, δηλαδή την βλάσφημη γλώσσα σας, του Μαξίμου, Αναστασίου και Αναστασίου. Στη συ­νέχεια να κόψη με σιδερένιο μαχαίρι και την ταραχώ­δη δεξιά που υπηρέτησε τον βλάσφημο λογισμό σας. Μόλις δε σας αποστερήσουν αυτά τα βδελυκτά μέλη, να τα κρεμάσουν πάνω σας και να σας περιφέρουν στα δώδεκα τμήματα της βασιλίδος των πόλεων. Κατόπιν να σας παραδώση σε ισόβια εξoρία  και ταυτόχρονα συνεχή φρούρησι, έτσι που συνεχώς και για όλο το χρόνο της ζωής σας να οδύρεσθε για τα βλάσφημα σφάλματά σας. Γιατί η κατάρα που εφεύρατε ε­ναντίον μας, επέπεσε πάνω στα κεφάλια σας.
       Τότε λοιπόν τους πήρε ο έπαρχος και τους τιμώ­ρησε κόβοντας τα μέλη τους. Τέλος τους περιέφερε σ' όλη την πόλι και τους εξώρισε στην Λαζική.


ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ&ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ


ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ&ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ




Τμήμα ομιλίας του κοσμήτορα της Θεολ. Σχολής του πανεπ. Αθηνών
π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού η οποία δόθηκε στην εκκλησία του Αγ. Αντύπα,
στο Γουδί αττικής, στις 03-11-2005.


ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗ: Θ.Α.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Θ.Φ.Δ.


Ο χώρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που ήταν παροπλισμένος με τα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κατεκλήσθη από προτεστάντες ιεραποστόλους. Η ιεραποστολή λέγεται «mission» και οι ιεραπόστολοι του Προτεσταντισμού, αλλά και του Παπισμού, που προηγήθησαν μερικούς αιώνες και δεν υπάρχουνε σήμερα, ονομάζονται «missionari». Δεν κάνουν ιεραποστολή, κάνουν προσυλητισμό. Γι’ αυτό εμείς χρησιμοποιούμε τον ξένο όρο, «missionari», για να τους χαρακτηρίσουμε και να τους διακρίνουμε από τους γνήσιους ιεραποστόλους του Ευαγγελίου.
Η Θεανθρώπινη κοινωνία της Εκκλησίας και η "Διακοινωνία" του ΟικουμενισμούΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ
καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Βελιγραδίου


Πηγή: Από το βιβλίο «Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ», σελ. 228-231.
Αναδημοσίευση από:

Η διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Θεανθρώπου Χριστού, που διατυπώθηκε από τους αγίους Αποστόλους, από τους αγίους Πατέρες, από τις αγίες, Συνόδους, γύρω από το θέμα των αιρετικών είναι η έξης: οι αιρέσεις δεν είναι Εκκλησία, ούτε μπορούν να είναι Εκκλησία. Γι' αυτό δεν μπορούν οι αιρέσεις να έχουν τα άγια Μυστήρια, ιδιαίτερα το Μυστήριο της Ευχαριστίας, αυτό το Μυστήριο των Μυστηρίων. Γιατί ακριβώς η θεία Ευχαριστία είναι το παν και τα πάντα στην Εκκλησία: δηλαδή είναι και ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Κύριος Ιησούς και η ίδια η Εκκλησία και γενικά κάθε τι που ανήκει στον Θεάνθρωπο.

Η «intercommunio», δηλαδή η διακοινωνία με τους αιρετικούς στα άγια Μυστήρια, ιδιαιτέρως στη θεία Ευχαριστία, είναι η πλέον αναίσχυντη προδοσία του Κυρίου Ιησού Χριστού, η προδοσία του Ιούδα. Πρόκειται μάλιστα περί προδοσίας ολόκληρης της Εκκλησίας του Χριστού, της Εκκλησίας του Θεανθρώπου, της Εκκλησίας της Αποστολικής, της Εκκλησίας της Αγιοπατερικής, της Εκκλησίας της Αγιοπαραδοσιακής, της Εκκλησίας της Μιας και μοναδικής. Εδώ θα πρέπει να σταματήσει κάποιος τον χριστοποιημένο νου του και τη συνείδηση μπροστά σε μερικά άγια γεγονότα, άγια μηνύματα και άγιες εντολές.

Πρώτον, πρέπει να διερωτηθούμε σε πια εκκλησιολογία και σε πια θεολογία με θέμα την Εκκλησία θεμελιώνεται η λεγόμενη «intercommunio»; Γιατί ολόκληρη η Ορθόδοξη Θεολογία της Εκκλησίας γύρω από το θέμα της Εκκλησίας βασίζεται και θεμελιώνεται όχι στην intercommunio (δια-κοινωνία), αλλά στη θεανθρώπινη πραγματικότητα της communio δηλαδή στη θεανθρώπινη Κοινωνία ενώ η έννοια intercommunio, διακοινωνία, είναι καθ' εαυτήν αντιφατική και ολότελα αδιανόητη για την Ορθόδοξη καθολική συνείδηση.

Το δεύτερο γεγονός, και μάλιστα ιερό γεγονός της Ορθόδοξου πίστεως, είναι το έξης: Στην Ορθόδοξη διδασκαλία για το θέμα της Εκκλησίας και των αγίων Μυστηρίων, το μόνο και το μοναδικό μυστήριο είναι η ίδια η Εκκλησία, το Σώμα του Θεανθρώπου Χριστού, ούτως ώστε αυτή να είναι και η μόνη πηγή και το περιεχόμενο όλων των θείων Μυστηρίων. Έξω από αυτό το θεανθρώπινο και παμπεριεκτικό Μυστήριο της Εκκλησίας, το Παν-μυστήριο, δεν υπάρχουν ούτε μπορούν να .- υπάρχουν «μυστήρια», επομένως, και ουδεμία διακοινωνία ( intercommunio ) υπάρχει στα Μυστήρια. Ως εκ τούτου μόνο μέσα στην Εκκλησία, στο μοναδικό τούτο Παν -μυστήριο του Χριστού, μπορεί να γίνει λόγος για τα Μυστήρια. Γιατί η Εκκλησία η Ορθόδοξη, καθώς είναι το Σώμα του Χριστού, είναι η πηγή και το κριτήριο των Μυστηρίων και όχι το αντίθετο. Τα Μυστήρια δεν μπορούν να αναβιβάζονται πάνω από την Εκκλησία, ούτε να θεωρούνται έξω από το Σώμα της Εκκλησίας.

Ένεκα τούτου, σύμφωνα με το φρόνημα της Καθολικής του Χριστού Εκκλησίας και σύμφωνα με ολόκληρη την Ορθόδοξη Παράδοση, η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν παραδέχεται την ύπαρξη άλλων μυστηρίων έξω απ' αυτήν, ούτε τα θεωρεί ως μυστήρια, μέχρις ότου προσέλθει κάποιος με μετάνοια από την αιρετική «εκκλησία», δηλαδή ψευδοεκκλησία, στην Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού. Μέχρι τότε που μένει κάποιος έξω από την Εκκλησία, χωρίς να έχει ενωθεί μαζί της δια της μετανοίας, μέχρι τότε αυτός είναι για την Εκκλησία αιρετικός και αναπόφευκτα βρίσκεται έξω από τη σωτηριώδη Κοινωνία = communio. Γιατί «τι μετοχή έχουν δικαιοσύνη και ανομία; τι δε κοινωνία φως προς σκότος;» (Β' Κορ. 6, 14).

Ο πρωτοκορυφαίος Απόστολος, με την εξουσία που έλαβε από τον Θεάνθρωπο, δίνει εντολή: «Αιρετικόν ανθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού: (Τίτ. 3, 10). Εκείνος, λοιπόν, ο οποίος, όχι μόνο δεν παραιτείται από τον «αιρετικό άνθρωπον» αλλά δίνει σ' αυτόν και τον ίδιο τον Κύριο, την θεία Ευχαριστία, αυτός βρίσκεται στην αποστολική και θεανθρώπινη αγία πίστη; Επί πλέον ο αγαπημένος Μαθητής του Κυρίου Ιησού, Απόστολος της αγάπης, δίνει εντολή: άνθρωπο ο οποίος δεν πιστεύει στη σάρκωση του Χριστού και δεν παραδέχεται την ευαγγελική γι' Αυτόν διδασκαλία ως Θεανθρώπου «μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν» (Β' Ιω. 1, 10).

Ο Κανόνας ΜΕ' των αγίων Αποστόλων βροντοφωνεί: «Επίσκοπος ή πρεσβύτερος ή διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος μόνον, αφοριζέσθω ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως κληρικοίς ενεργήσαί τι, καθαιρείσθω» (Πρβλ. Κανόνα ΛΓ' της εν Λαοδικεία Συνόδου). η εντολή αυτή είναι σαφής, ακόμη και για τη συνείδηση του κουνουπιού. Δεν είναι έτσι;

Ο Κανόνας ΞΔ' των αγίων Αποστόλων διατάζει: «Ει τις κληρικός ή λαϊκός εισέλθη εις συναγωγήν Ιουδαίων ή αιρετικών, προσεύξασθαι, και καθαιρείσθω και αφοριζέσθω». Και τούτο είναι σαφέστατο και για την πλέον πρωτόγονη συνείδηση.

Ο Κανόνας Μς' των αγίων Αποστόλων: «Επίσκοπον ή πρεσβύτερον αιρετικών δεξαμένους βάπτισμα ή θυσίαν καθαιρείσθαι προστάττομεν. Τις γαρ συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαρ; ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου;»
Είναι οφθαλμοφανές και για τους αόμματους ότι η εντολή αυτή ορίζει κατηγορηματικά ότι δεν πρέπει να αναγνωρίζουμε στους αιρετικούς κανένα άγιο Μυστήριο και ότι αυτά πρέπει να τα θεωρούμε ως άκυρα και χωρίς θεία Χάρη.


Από το βιβλίο «Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ», σελ. 228-231.
ΠΡΟΣ «ΚΟΙΝΟΝ ΠΟΤΗΡΙΟΝ» ΚΑΙ ΠΑΠΙΚΩΝ ΕΙΣ ΤΑΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΔΙΑ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΩΝ ΜΕΔΙΟΛΑΝΩΝ;

Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση

Ἡ ἐμπλοκή τοῦ Πάπα εἰς τούς ἑορτασμούς ἀποσκοπεῖ εἰς τήν προβολήν τοῦ πρωτείου του καί τῆς παναιρέσεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ

TO 2013 συμπληρώνονται χίλια ἑπτακόσια ἔτη (1700) ἀπό την ἔκδοση τοῦ γνωστοῦ «Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων» (313), το ὁποῖο συνυπέγραψαν οἱ δύο τότε συναυτοκράτορες Μ.Κωνσταντῖνος και Λικίνιος. Με ἀφορμή τήν ἐπέτειο αὐτή ὀργανώνονται ἀπότήν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας ἑορταστικές ἐκδηλώσεις, λόγῳ τοῦ ὅτι μία σερβική πόλις θεωρεῖται γενέτειρα τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.
1. Τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» εὐνοοῦσε τό Χριστιανισμό καί ἄνοιγε τόν δρόμο γιά τό πρῶτο στηνἱστορία χριστιανικό κράτος.
Κατά τήν ἐπικρατέστερη πράγματι στήν ἱστορική ἔρευνα ἄποψη ὁ Μ.Κωνσταντῖνος γεννήθηκε στην Ναϊσσό τῆς Ἄνω Μοισίας, στήν σημερινή πόλη Νίς τῆς Σερβίας, ὄχι πρό τοῦ 280, ἴσως τό 288, ὡς υἱός τοῦ Ρωμαίου ἀξιωματικοῦ Κωνσταντίου Χλωροῦ, μετέπειτα καίσαρος καί αὐγούστου, καί τῆς Ἑλληνίδος Ἑλένης, ἀπό τό Δρέπανο τῆς Βιθυνίας, τό ὁποῖο μετονομάσθηκε στη συνέχεια ἀπό τόν αὐτοκράτορα υἱό της, Μ.Κωνσταντῖνο,προς τιμήν της σε Ἑλενόπολη [1].


Στήν προοδευτική στροφή τοῦ Μ. Κωνσταντίνου πρός τό Χριστιανισμό, μέχρις ὅτου καταλήξει προστάτης καί εὐεργέτης τῆς Ἐκκλησίας καί καταστήσει τόν Χριστιανισμό ἐπίσημη θρησκεία τῆς μεγάλης ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, μέχρις ὅτου δηλαδή θεμελιώσει τό πρῶτο στήν ἱστορία χριστιανικό κράτος, σημαντικό σταθμό σ᾽ αὐτήν τήν πορεία ἀποτελεῖ τό λεγόμενο «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων». Ὡς αὐτοκρατορικό κείμενο το κυκλοφόρησε στήν Ἀνατολή ὁ συναυτοκράτωρ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου Λικίνιος, περιελάμβανε ὅμως τίς ἀποφάσεις τις ὁποῖες ἀπό κοινοῦ ἔλαβαν στά Μεδιόλανα (= σημερινό Μιλᾶνο) οἱ δύο συναυτοκράτορες Μ.Κωνσταντῖνος καί Λικίνιος (Φεβρουάριος τοῦ 313), πού ἐκφράζουν περισσότερο την θέληση καί τήν ἀπόφαση τοῦ Μ.Κωνσταντίνου, καί λιγώτερο τοῦ Λικινίου, νά παύσουν οἱ φοβεροί καί
ἄδικοι διωγμοί τῆς ρωμαϊκῆς πολιτείας ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν και νά ἐπιτραπεῖ καί εἰς αὐτούς να ἀσκοῦν ἐλεύθερα τά τῆς πίστεως καί τῆς λατρείας τους, ὅπως αὐτό αὐτονοήτως ἴσχυε γιά τούς ἄλλους ὑπηκόους τῆς αὐτοκρατορίας, ἀκόμη καί γιά τούς Ἰουδαίους. Γιά νά μη φανεῖ δέ στούς εἰδωλολάτρες ὅτι ἡ πολιτεία ἐγκαταλείπει τήν πατρῴα θρησκεία τῆς πλειονότητος τῶν ὑπηκόων καί στρέφεται ἐμφανῶς ὑπέρ τῶν μέχρι τότε μετά μίσους διωκομένων Χριστιανῶν, πού ἀποτελοῦσαν μειονότητα, οἱ ἀποφάσεις τῶν Μεδιολάνων ἐμφανίσθηκαν ὡς εἰσηγούμενες τήν ἀνεξιθρησκία γιά ὅλους τούς ὑπηκόους τῆς αὐτοκρατορίας, ὥστε νά ἀποτρέπονται σκέψεις γιά εὔνοια ὑπέρ τῶν Χριστιανῶν, καί αὐξηθεῖ το μῖσος ἐναντίον τους. Εἶναι ὅμως σαφές ἀπό τήν ἱστορική πραγματικότητα ὅτι ὁ συγκρητισμός, ἡ ἀνάμειξη δηλαδή διαφόρων θρησκειῶν πού ἐπιστεύοντο ἐλεύθερα στήν ρωμαϊκή αὐτοκρατορία, ἐκ τῆς ὁποίας ἀναμείξεως προῆλθε καί τό κίνημα τοῦ Γνωστικισμοῦ, ἀποτελεῖ βασικό γνώρισμα τῆς θρησκευτικῆς πολιτικῆς τῶν πρό τοῦ Μ. Κωνσταντίνου Ρωμαίων αὐτοκρατόρων. Ἑπομένως καί πρό τοῦ «Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων» ὑπῆρχε ἀνεξιθρησκία, ἡ ὁποία ἐξαιροῦσε ἀδίκως μόνον τους Χριστιανούς. Για τόν λόγο αὐτό τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» δέν πρέπει νά θεωρεῖται ὅτι εἰσηγεῖται την γενική ἀρχή τῆς ἀνεξιθρησκίας, ἀλλά κυρίως ὅτι θεραπεύει τήν ἄνιση μεταχείριση τῶν Χριστιανῶν, σέ σχέση μέ τους ὀπαδούς τῶν ἄλλων θρησκειῶν. Αὐτό φαίνεται καί ἀπό τό κείμενο τοῦ «Διατάγματος», τό ὁποῖο ἐξέδωκε στίς 15 Ἰουνίου τοῦ 313 ὁ Λικίνιος μετά τήν θριαμβευτική του εἴσοδο στην Νικομήδεια και το ἀπηύθυνε πρός τόν ἔπαρχο τῆς Βιθυνίας. Πρόκειται δηλαδή γιά διάταγμα πού ἐξέδωκε ὁ Λικίνιος στην Νικομήδεια μέ βάση τήν συμφωνία τῶν Μεδιολάνων. Παραθέτουμε σέ νεοελληνική μετάφραση τό κύριο μέρος τοῦ Διατάγματος καί σέ ὑποσημείωση το κείμενο, ὅπως τό παραθέτει ὁ ἱστορικός Εὐσέβιος κατά μετάφραση ἀπό τό λατινικό πρωτότυπο:
«Ὅταν ἐγώ Κωνσταντῖνος ὁ Αὔγουστος, καί ἐγώ Λικίνιος ὁ Αὔγουστος εἴχαμε τήν εὐτυχία νά συναντηθοῦμε στά Μεδιόλανα καί νά συζητήσουμε ὅλα τά σχετικά μέ τό κοινόν συμφέρον καί ὄφελος, κρίναμε ὅτι μεαξύ τῶν ἄλλων ζητημάτων πού θά ὠφελοῦσαν τούς πάντες, πρῶτο καί κύριο ἐπεβάλλετο να ρυθμιστῆ ἐκεῖνο πού σχετίζεται με τόν σεβασμό πρός τό Θεῖον· δηλαδή νά χορηγήσουμε στούς Χριστιανούς καθώς καί σέ ὅλους τους ἄλλους τήν ἐλευθερία νά ἀκολουθοῦν ὁποιαδήποτε θρησκεία ἐπιθυμεῖ ὁ καθένας, ὥστε ὁποιαδήποτε καί ἄν εἶναι ἡ θεότης καί ἡ οὐρανία δύναμις νά διάκειται εὐμενῶς ἀπέναντι ἡμῶν καί ἀπέναντι ὅλων ἐκείνων πού βρίσκονται ὑπό τήν ἐξουσία μας. Ὅθεν κρίναμε δίκαιο καί συνετό νά υἱοθετηθῆ ἡ πολιτική αὐτή, ὥστε οὐδείς νά στερῆται τῆς εὐκαιρίας νά ἀφοσιωθῆ εἴτε στή λατρεία τῶν Χριστιανῶν, εἴτε σέ ὁποιαδήποτε ἄλλη θρησκεία βρίσκει καταλληλότερη γιά τόν ἑαυτό του, οὕτως ὥστε νά μᾶς παρέχη σέ κάθε ζήτημα ἡ Ὑψίστη Θεότης, πού τή λατρεία της ἀσκοῦμε μέ τέτοια ἐλευθεροφροσύνη, τήν ποθητή Της εὔνοια καί ἀγαθότητα. Κατά συνέπεια, πρέπει νά γνωρίζη ἡ καθοσίωσή σου ὅτι ἀποφασίσαμε νά καταργηθοῦν ὅλοι οἱ σχετικοί μέ τούς Χριστιανούς περιορισμοί πού περιλαμβάνονταν σέ προγενέστερες ἐπιστολές μας πρός σέ, καί ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς ὅποιος ἐπιθυμεῖ νά ἀκολουθήση τή θρησκεία τῶν Χριστιανῶν εἶναι ἀπεριόριστα ἐλεύθερος ἄνευ παρεμβάσεων ἤ ἐνοχλήσεων, νά τήν ἀκολουθήσῃ. Κρίναμε ὅτι ἔπρεπε νά τό ἐξηγήσουμε πλήρως στήν καθοσίωσή σου, ὥστε να γνωρίζης ὅτι παραχωρήσαμε στους ἐν λόγῳ Χριστιανούς ἀπόλυτη ἐλευθερία νά ἀσκοῦν τή λατρεία τους. Ἀντιλαμβάνεται, βεβαίως, ἡ καθοσίωσή σου, ὅτι ἐφ᾽ ὅσον τούς παραχωρήσαμε αὐτό τό δικαίωμα καί οἱ ἄλλοι ὁμοίως ἔ χουν, πρός χάριν τῆς εἰρήνης τῆς βασιλείας μας, ἀπόλυτη ἐλευθερία νά ἐκλέγουν καί νά τιμοῦν ὅποια θρησκεία θέλουν. Και τοῦτο ἀποφασίστηκε, γιά νά μη φανῆ ὅτι μειώνουμε ὁποιαδήποτε θρησκεία ἤ λατρεία. Γιά τήν περίπτωση τῶν Χριστιανῶν ἀποφασίσαμε νά θεσπίσουμε τίς ἀκόλουθες ἐπιπρόσθετες διατάξεις»[2].
Στήν συνέχεια τοῦ Διατάγματος ἀκολουθοῦν ἐντολές γιά ἄμεση ἀπόδοση στίς xριστιανικές κοινότητες τῶν τόπων λατρείας, ὅπως και τῶν περιουσιῶν τους πού εἶχαν δημευθῆ εἴτε βρισκόταν ἀκόμη στην κατοχή τοῦ δημοσίου εἴτε εἶχαν παραχωρηθῆ σέ ἰδιῶτες. Ἑπομένως οἱ ἀποφάσεις τῶν Μεδιολάνων ἐνέταξαν κατ᾽ ἰσονομίαν καί τόν μέχρι τότε διωκόμενο Χριστιανισμό στά πλαίσια μιᾶς θεσμικά κατοχυρωμένης ἀνεξιθρησκίας και θρησκευτικῆς ἐλευθερίας[3], καί ἄνοιξαν πλέον τόν δρόμο μέσα στά ἑπόμενα δέκα ἔτη, γιά νά θεμελιωθεῖ το πρῶτο καί μοναδικό σέ πολιτισμική καρποφορία καί χρονική διάρκεια χριστιανικό κράτος, τόν δρόμο ἐπίσης γιά τήν πλήρη ἐκχριστιάνιση τῆς Εὐρώπης, πού τώρα δυστυχῶς ἔχει σχεδόν ἀποχριστιανισθῆ[4].
Χωρίς ἀμφιβολία τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων μέ τήν ἐπίσημη νομική κατοχύρωση τῶν δύο ἀρχῶν, δηλαδή τῆς ἐντάξεως καί τοῦ Χριστιανισμοῦ στήν ἀρχή τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, ἀλλά καί τῆς ἐλευθερίας συνειδήσεως τῶν Ρωμαίων γιά τήν ἐπιλογή ὁποιασδήποτε θρησκευτικῆς πίστεως καί εἰδικότερα τῆς χριστιανικῆς, εὐνοοῦ σε κυρίως τόν Χριστιανισμό[5]. Μέ βάση τήν ἀμάχητη αὐτή διαπίστωση, ὅπως προκύπτει ἀπό τίς πηγές καί τήν ἱστορική ἔρευνα, ὅτι το «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» εὐνοοῦσε κυρίως τόν Χριστιανισμό καί ἄνοιγε τόν δρόμο γιά τό μεγαλειῶδες χριστιανικό κράτος τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, γιά τήν χριστιανική Οἰκουμένη καί τήν χριστιανική Εὐρώπη, μποροῦμε νά κάνουμε μερικές σκέψεις καί νά προβοῦμε σε κάποιες ἐκτιμήσεις γιά τίς προγραμματισμένες ἑορταστικές ἐκδηλώσεις στήν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας με ἀφορμή τήν συμπλήρωση χιλίων ἑπτακοσίων ἐτῶν (1700) ἀπό την ἔκδοση τοῦ «Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων».
2. Ὁ πάπας κέντρο τῶν ἑορταστικῶν ἐκδηλώσεων. Ἐμπόδιο ὁ ἐπίσκοπος Ἀρτέμιος· γι᾽ αὐτό καθαιρέθηκε.
Παρατηροῦμε ἐν πρώτοις ὅτι ἔχει δοθῆ πολύ μεγάλη δημοσιότητα στο γεγονός αὐτό· συναντήσεις ἐπί συναντήσεων, συσκέψεις ἐπί συσκέψεων καί ἰδιαίτερα ἀπόδοση μεγάλης σημασίας στό ἐάν στίς ἐκδηλώσεις θά λάβει μέρος καί ὁ πάπας τῆς Ρώμης. Φαίνεται μάλιστα ὅτι τίθενται κάποιοι ὅροι στίς διμερεῖς συναντήσεις μεταξύ Βατικανοῦ καί Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, ἀπό τούς ὁποίους θά ἐξαρτηθεῖ τό ἐάν ὁ πάπας θα ἀποδεχθεῖ τήν πρόσκληση, την ὁποία εἶναι ἀποφασισμένη νά ἀποστείλει ἡ Σερβική Ἐκκλησία. Καί οἱ ὅροι αὐτοί ἀσφαλῶς ἔχουν σχέση μέ τό πῶς θά προβληθεῖ ἀνά τόν κόσμο ἡ ἐξέχουσα, ἡ πρωτεύουσα θέση τοῦ Ρωμαίου ποντίφηκα, μεταξύ ὅλων τῶν Χριστιανῶν ἡγετῶν, πῶς δηλαδή θά προβληθεῖ τό πρωτεῖο τοῦ πάπα, πού ἀποτελεῖ ἀκανθῶδες καί δυσεπίλυτο πρόβλημα ἀνά τους αἰῶνες, γιατί τορπιλίζει τό συνοδικό πολίτευμα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας· κινδυνεύει μάλιστα νά τορπιλίσει καί τόν ἀπό τριακονταετίας (1980 καί ἑξῆς) διεξαγόμενο προσχηματικό καί ἀντιπατερικό διάλογο μεταξύ Ὀρθοδόξων και Ρωμαιοπαπικῶν.
Ἡ μέχρι τῶν ἡμερῶν μας σφόδρα ἀντιπαπική Ἐκκλησία τῆς Σερβίας, πού ἔχει καθαγιάσει μέ αἵματα μαρτύρων τήν ἀπορριπτική τῆς αἱρέσεως τοῦ Παπισμοῦ στάση της καί ἔχει ἀναδείξει στίς ἡμέρες μας μεγάλες μορφές ἀντιπαπικῶν Ἁγίων καί Θεολόγων, ὅπως τοῦ Ἁγίου Νικολάου (Βελιμίροβιτς) καί τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου (Πόποβιτς), ἔχει καμφθῆ, ἔχει κλίνει γόνυ στούς ἰσχυρούς σχεδιαστές τῆς Νέας Ἐποχῆς τοῦ Ἀντιχρίστου, τοῦ πανθρησκειακοῦ Συγκρητισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἔχει χάσει τό κάλλος καί τήν ὀμορφιά τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας τῶν Ἁγίων Πατέρων καί ἔχει προσχωρήσει στήν δυσείδια, στήν ἀσχημοσύνη, τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἐνῶ μέχρι πρίν μερικές δεκαετίες, ἀκολουθοῦσα γνωμάτευση τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου, σχετική μέ τις συμπροσευχές, ἠρνεῖτο ὀρθῶς να ἀνταποκριθεῖ σέ πρόσκληση τῶν Ρωμαιοπαπικῶν τοῦ Βελιγραδίου να συμμετάσχει στήν ἑβδομάδα τῶν συμπροσευχῶν, τώρα ἀγωνιᾶ και πράττει τό πᾶν, ὥστε νά δεχθεῖ ὁ πάπας νά ἔλθει στίς ἑορταστικές ἐκδηλώσεις γιά τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων», νά προΐσταται μάλιστα σ᾽ αὐτές ὡς ὁ ἐπικεφαλῆς ὅλων τῶν πατριαρχῶν καί προκαθημένων, ὅπως πράγματι ἀνεγνωρίζετο ὡς πρωτεύων τῇ τιμῇ καί ὄχι τῇ ἐξουσίᾳ κατά τήν πρό τοῦ σχίσματος περίοδο, μετά ταῦτα ὅμως ὡς αἱρετικός εὑρίσκεται ἐκτός Ἐκκλησίας και ὑπόκειται εἰς τά ἀναθέματα πού ἰσχύουν γιά τούς αἱρετικούς.
Ἔχει ἀλλάξει τελείως τήν γραμμή πλεύσεως ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας στήν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρέσεων τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀπό τῆς στιγμῆς μάλιστα τῆς ἐκλογῆς τοῦ νέου πατριάρχου Εἰρηναίου, ὁ ὁποῖος διαρκῶς προκαλεῖ τήν ὀρθόδοξη εὐαισθησία και αὐτοσυνειδησία μέ ὅσα λέγει και ὅσα πράττει, βοηθούμενος ἀπό την γνωστή τριάδα τῶν πρώην καλῶν καί Ὀρθοδόξων ἱεραρχῶν καί καθηγητῶν. Ὁ διωχθείς καί καθαιρεθείς ἀντικανονικῶς ἐπίσκοπος Ράσκας καί Πριζρένης Ἀρτέμιος, μετά τῶν ἐκλεκτῶν συνεργατῶν καί τῆς πληθύος τῶν μοναχῶν τοῦ Κοσσυφοπεδίου, ἔπρεπε καί γιά τόν λόγο αὐτό νά ἐκβληθῆ τῆς ἱεραρχίας, ὥστε νά μήν ὑπάρχουν μέσα στους κόλπους της ἀντιπαπικές, ἀντιοικουμενιστικές, δηλαδή ὀρθόδοξες φωνές. Ἔπρεπε νά ἐκκαθαρισθεῖ τό ἔδαφος ἀπό τούς «φανατικούς», τούς ζηλωτάς, γιά νά μπορέσει νά ἔλθει ὁ πάπας στή Σερβία. Ἡ Ἀλήθεια ὅμως ἔχει τό δικό της ἔδαφος· δέν μπορεῖ κανείς νά την ἐκτοπίσει· ἐκτοπίζονται μόνοι τους ὅσοι δέν πορεύονται τήν ὁδόν τῆς Ἀληθείας.
3. Μακάρι στίς ἐκδηλώσεις νά προχωρήσουν καί στό «κοινό ποτήριο», γιά νά ξεκαθαρίσει ἡ κατάσταση.
Ἔχουν δοθῆ τέτοιες διαστάσεις καί τόση σημασία στίς ἑορταστικές αὐτές ἐκδηλώσεις, ὥστε μεγεθυντικά πολλοί πιστεύουν ὅτι δέν ἀποκλείεται κατά τήν συνάντηση αὐτή τοῦ πάπα μέ τούς ὀρθοδόξους πατριάρχας καί προκαθημένους να προχωρήσουμε ἀκόμη καί σέ κοινό ποτήριο, νά γίνει δηλαδή καί συλλείτουργο, νά κοινωνήσουν ἀπό τό ἴδιο ποτήριο. Αὐτό βέβαια τό εὔχονται ἀνά τούς αἰῶνες ὅλοι οἱ Ἅγιοι καί το εὐχόμεθα ὅλοι μας, ὑπό τήν ἀναγκαία καί ἀπαραίτητη προϋπόθεση ὅτι ὁ πάπας θά ἀποκηρύξει ὅλες τις αἱρέσεις καί τίς πλάνες του καί θα ἐπιστρέψει ἐν μετανοίᾳ εἰς την Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. Διαφορετικά δεν θά ἔχουμε ἀληθινή ἕνωση, ἀλλά ψεύτικη, ὅπως ἔγινε καί στό παρελθόν μέ τίς ψευδοσυνόδους τῆς Λυών (1274) καί τῆς Φερράρας - Φλωρεντίας (1438-1439). Καί ἐπειδή ὁ ἑωσφορικός Παπισμός δέν πρόκειται ποτέ νά δεχθεῖ τά λάθη του καί νά μετανοήσει, γιατί τίς πλάνες καί τίς αἱρέσεις τίς ὑπαγορεύει καί τίς ὑποψιθυρίζει ὁ ἀμετανόητος Ἑωσφόρος, ἐκτιμοῦμε ὅτι θά ἦταν εὐχῆς ἔργο νά προχωρήσει ἡ ψευδής ἕνωση, ἡ ἕνωση δηλαδή μέ διατήρηση τῶν πλανῶν καί τῶν αἱρέσεων, ὥστε νά ξεκαθαρίσει ἡ κατάσταση καί νά ἀντιληφθοῦν ὅλοι πῶς συσκευάζεται και πῶς κατασκευάζεται ὅλη αὐτή ἡ εἰρηνιστική καί ἀγαπητική Θεολογία τῶν Διαλόγων τῶν Οἰκουμενιστῶν, γιά τήν ἐξαπάτηση τῶν μή εἰδότων καί ἁπλουστέρων. Συμφέρει στους Οἰκουμενιστάς ἀμφοτέρων τῶν πλευρῶν νά προωθοῦν τήν ἕνωση ὑπογείως ἐν κρυπτῷ, μέ τήν σταδιακή διάβρωση τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος στίς Θεολογικές Σχολές καί στίς τάξεις τῶν κληρικῶν, ὥστε νά μήν ὑπάρξουν ἀντιδράσεις, ὅταν θά ἐπιχειρηθεῖ ἡ ψευδής ἕνωση. Αὐτό μάλιστα πρέπει νά ἀφυπνίσει καί ὅσους καλοπροαιρέτους κληρικούς καί θεολόγους δέν ἀνησυχοῦν πολύ γιά ὅσα τεκταίνονται ἤδη καταστροφικά καί ἀντιπατερικά, μέ τις συμπροσευχές, τίς λειτουργικές φιλοξενίες, τίς μεταπατερικές ἐκδηλώσεις, τήν βαπτισματική ἐκκλησιολογία, τήν κατάργηση τῶν ὁρίων τῆς Ἐκκλησίας, τίς δωρεές κορανίων καί πατριαρχικῶν μιτρῶν ὡς και ἁγίων ποτηρίων, τήν ἀναγνώριση τῶν μυστηρίων τῶν αἱρετικῶν, τους ὁποίους θεωροῦμε ὡς ἐκκλησίες, συμμετέχοντας ἰσοτίμως στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», και πλεῖστα ἄλλα. Ἡ μειωμένη καί ὑποτονική ἀντίδραση καί ἀντίσταση σε ὅλα αὐτά, πού δέν δικαιολογεῖται οὔτε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή οὔτε ἀπό τήν Πατερική Παράδοση, μέ τήν δικαιολογία τῆς «κόκκινης γραμμῆς τοῦ κοινοῦ ποτηρίου», λειτουργεῖ πρός ὄφελος τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, διότι ἐν τῇ πράξει ἐπιβάλλουν τήν ἕνωση καί πρό τοῦ κοινοῦ ποτηρίου. Ὅταν ἐπισήμως ἀποφασίσουν τήν διακοινωνία τοῦ κοινοῦ ποτηρίου, θά ἔχει προχωρήσει τόσο πολύ ἡ ἐσωτερική διάβρωση, ὁ εἰρηνισμός καί ὁ ἀγαπισμός τῆς Μεταπατερικῆς Βαπτισματικῆς Θεολογίας, ὥστε δέν θά ὑπάρχουν πλέον πρόσωπα πού θά βλέπουν κόκκινες γραμμές, θά ἐπιβληθεῖ, ὅπως ἀθεολογήτως καί διεστραμμένως ἰσχυρίζονται, ἡ «ἑνότης ἐν τῇ ποικιλίᾳ», πού δῆθεν διδάσκει ὁ Μ. Φώτιος, ὁ πρῶτος καί ἀποτελεσματικώτερος πολέμιος καί καθαιρέτης τοῦ Παπισμοῦ.
Ἐπειδή, λοιπόν, ἡ διάβρωση καί ἡ ἐσωτερική ἅλωση δέν ἔχουν ἀκόμη γενικευθῆ, ἐκτιμοῦμε ὅτι δέν τους συμφέρει νά προχωρήσουν τώρα στό κοινό ποτήριο. Ἐμεῖς εὐχόμαστε νά προχωρήσουν, ὥστε καί οἱ ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων θέτοντες ὡς κόκκινη γραμμή τό κοινό ποτήριο, να συμπαραταχθοῦν μαζί μας, ὥστε με τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τῶν Ὁμολογητῶν Ἁγίων νά διαλυθεῖ τό σκοτεινό νέφος τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί νά λάμψει και πάλιν ὁ ἥλιος τῆς Ὀρθοδοξίας.
4. Τό πνεῦμα τῶν ἑορτασμῶν ξένο πρός τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» καί πρός τό ἔργο τοῦἰσαποστόλου Μ. Κωνσταντίνου.
Εὔλογα βέβαια ἠμπορεῖ μετά ἀπό αὐτά νά διερωτηθεῖ κανείς. Τί σχέση ἔχουν ὅλα αὐτά, τά οἰκουμενιστικά καί συγκρητιστικά, μέ τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» καί μέ την Ἐκκλησία τῆς Σερβίας; Τί σχέση ἔχει ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας μέ το «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων»; Ἄν ἡ Σερβική Ἐκκλησία ἤθελε νά τιμήσει τόν Ἅγιο καί ἰσαπόστολο Μ. Κωνσταντῖνο, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στην Νίς τῆς Σερβίας, ἔπρεπε νά τό κάνει γιά τό σύνολο τοῦ ἔργου του εἴτε με βάση τά φερόμενα ὡς ἔτη γεννήσεώς του (280-288), δηλαδή κατά την δεκαετία 1980-1990, εἴτε νά περιμένει τήν ἐπέτειο τοῦ θανάτου του (337), δηλαδή τό 2037. Τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» θά ταίριαζε να ἑορτασθεῖ εἴτε ἀπό τό Βατικανό, στήν τοπική δικαιοδοσία τοῦ ὁποίου ὑπάγονται τά Μεδιόλανα (Μιλᾶνο), εἴτε ἀπό τήν Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, στήν ὁποία ἀνήκει ἡ Νικομήδεια, ὅπου ἐκυκλοφορήθη το Διάταγμα. Ἄν ὅμως ἑορταζόταν στούς τόπους αὐτούς μέ τόν συγκρητιστικό καί οἰκουμενιστικό χαρακτήρα πού προσδίδεται στίς ἑορτές, ὁ Οἰκουμενισμός ἐλάχιστα κέρδη θα εἶχε, διότι, ὅπως λέγει ὁ λαός, «θα εἴχαμε μία ἀπό τά ἴδια», τό ἴδιο Οἰκουμενιστικό φαγητό, ἀπό τους δύο γνωστούς ἑστιάτορες. Ἔπρεπε τό ρόλο τοῦ ἑστιάτορος νά παίξει ἡ μέχρι τώρα ἀντιπαπική Ἐκκλησία τῆς Σερβίας, ὥστε νά φανεῖ ὅτι στο σύνολό τους οἱ αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, καί οἱ πρώην ἀντιπαπικές, προσκυνοῦν τό θηρίο τῆς Ἀποκαλύψεως καί καμαρώνουν γι᾽ αὐτό.
5. «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» οἱ ἑορτασμοί
Ἐκτιμοῦμε ὅτι μέ τό δέλεαρ τῆς εἰσόδου τῆς Σερβίας στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες τῆς χώρας παρασύρονται ἀπό πολιτικά κριτήρια, ἐπιδιώκουν ἀνθρώπινες συμμαχίες καί χάνουν τήν συμμαχία καί τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό συνέβη καί μέ τήν Ἑλλάδα, ἡ ὁποία ἀπό τότε πού εἰσῆλθε στον σκληρό πυρήνα τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης μέ τήν νομισματική ἕνωση καί δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα τό 2001, πάει ἀπό τό κακό στό χειρότερο. Ὅπως εἶχε ἀποχριστιανισθῆ ἡ Εὐρώπη, ἀποχριστιανίζεται τώρα καί ἡ Ἑλλάδα, καί θά ἀποχριστιανισθοῦν ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες χῶρες πού μπῆκαν ἤ ἐπιδιώκουν να μποῦν στήν Εὐρώπη. Μέσῳ τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ γνησίου τέκνου του, τοῦ Προτεσταντισμοῦ, πού νοθεύουν τό Εὐαγγέλιο καί ὑποκύπτουν στούς ἴδιους πειρασμούς τοῦ Διαβόλου, πού ἀπέκρουσε ὁ Χριστός[6], ὁ Χριστιανισμός συσχηματίζεται μέ τόν κόσμο, ἐκκοσμικεύεται, καθίσταται ἀναξιόπιστος, χάνει την πνευματική του δύναμη, μωραίνεται. «Καί ἐάν τό ἅλας μωρανθῆ, ἐν τίνι ἁλισθήσεται»; Δέν ἔχει πλέον καμμία ὠφελιμότητα, ἀλλά καταπατεῖται ὑπό τῶν ἀνθρώπων[7]. Ἔτσι καταπατεῖται ἐπί αἰῶνες τώρα ὁ Χριστιανισμός στήν πρώην χριστιανική Εὐρώπη, πού ἐθεμελίωσε ὁ Μέγας ὄντως Κωνσταντῖνος, ἀρχίζοντας με τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων», το ὁποῖο δέν ἔχει καμμία σχέση μέ ὅσα σήμερα τεκταίνονται στό χῶρο τοῦ διαθρησκειακοῦ καί διαχριστιανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος δέν προβάλλει τήν μοναδικότητα τοῦ Εὐαγγελίου, δέν εὐνοεῖ τόν Χριστιανισμό, ὅπως τόν εὐνόησε τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» καί ἡ μετέπειτα ἰσαπόστολη δράση τοῦ Μ. Κωνσταντίνου. Ἀντίθετα μᾶς ἐπιστρέφει στό πρό Χριστοῦ σκότος τῆς ἰσότητος καί ἰσοτιμίας τῶν θρησκειῶν, τῆς ἀνεξιθρησκίας, στην «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν», ὅπως περιγράφεται στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο: «Γῆ Ζαβουλών καί γῆ Νεφθαλίμ, ὁδόν θαλάσσης πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καί τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ και σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς»[8].
6. Ψευδοκωνσταντίνειες οἱ ἑορτές γιά τό «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων»
Ἡ ἐμπλοκή τοῦ πάπα στούς ἑορτασμούς τῶν 1700 ἐτῶν ἀπό το «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» ἀποτελεῖ νόθευση τοῦ πνεύματος τῶν Μεδιολάνων, ἀποσκοπεῖ στήν προβολή τοῦ πρωτείου τοῦ πάπα καί τοῦ παναιρετικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δεν εἶναι κωνσταντίνειες ἀλλά ψευδοκωνσταντίνειες ἐκδηλώσεις, πού ὑπενθυμίζουν τήν μεγάλη ἱστορική ἀπάτη τῆς «Ψευδο-Κωνσταντίνειας δωρεᾶς», καί τῶν «Ψευδο-Ἰσιδωρείων Διατάξεων». Σύμφωνα μέ τους εἰδικούς «οὐδεμία ἄλλη νοθεία ἐν τῇ παγκοσμίῳ ἱστορίᾳ συν ετελέσθη μετά τόσης τέχνης καί οὐδεμία ἄλλη εἶχε τόσον μεγάλα ἀποτελέσματα»[9]. Κατά τήν ψευδοκωνσταντίνεια δωρεά ὁ Μ. Κωνσταντῖνος ἀναχωρώντας ἀπό τήν Δύση, γιά να μεταφέρει τήν πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας στήν Ἀνατολή, παρεχώρησε δῆθεν στόν πάπα τήν διοίκηση, πολιτική καί ἐκκλησιαστική, τοῦ δυτικοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους. Με βάση τό μεγάλο ἱστορικό αὐτό ψέμμα ἐπί αἰῶνες συνταράχθηκε ἡ Δύση ἀπό τόν παποκαισαρισμό, τους ἀγῶνες δηλαδή τοῦ πάπα νά ἐπιβληθῆ καί ἐπί τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας ἔναντι τῶν δυτικῶν ἡγεμόνων, πολλάκις ὅμως καί μέ ἐπεμβάσεις του, πολιτικές καί ἐκκλησιαστικές, καί στήν Ἀνατολή.
Οἱ ἐπετειακοί ἑορτασμοί γιά το «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων» θα εἶχαν νόημα, ἄν μέσα ἀπό αὐτούς προεβάλλετο ἡ σταδιακή ἐκχριστιάνιση τῆς Εὐρώπης πού ἄρχισε ἀπό τόν Μ. Κωνσταντῖνο ὡς καί ἡ σταδιακή καί τώρα σχεδόν ὁριστική ἀποχριστιάνισή της μέ κύριο ὑπεύθυνο τόν Παπισμό, πού ἐνόθευσε το εὐαγγελικό κήρυγμα καί ἀναμείχθηκε εἰς τά τοῦ κόσμου. Ἡ Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία δυστυχῶς ἀπό τόν περασμένο αἰώνα ἔχει ἀμνηστεύσει μέ τόν Οἰκουμενισμό την αἱρετική διαστροφή τοῦ Παπισμοῦ, τόν ὁποῖο ἀναγνωρίζει διά τῶν οἰκουμενιστῶν ἡγετῶν της ὡς κανονική, ὡς ἀδελφή Ἐκκλησία, ἀλλά καί τόν εἰκονομαχικό καί διαλυτικό Προτεσταντισμό, μέ τήν συμμετοχή της στό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», πού οὐσιαστικῶς εἶναι Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων καί Πλάνης.
Θά βρεθοῦν ἆραγε ὀρθόδοξες δυνάμεις στήν Σερβία πού θά ἀντιδράσουν στίς παποκεντρικές ψευδοκωνσταντίνειες ἐκδηλώσεις; Ἡ ἀντιπαπική Ὀρθόδοξη Σερβία τοῦ Ἁγίου Σάββα καί τῶν συγχρόνων Ἁγίων Νικολάου (Βελιμίροβιτς) και Ἰουστίνου (Πόποβιτς) θά δεχθεῖ να καταπατεῖται, πανηγυρίζουσα και ἐπιδιώκουσα τήν ἔλευση τοῦ πάπα; Θά βρεθεῖ κάποιος ὀρθόδοξος πατριάρχης ἤ ἀρχιεπίσκοπος νά ἀρνηθεῖ τήν συμμετοχή του στίς ἐκδηλώσεις μέ προεξάρχοντα τόν πάπα, τόν κύριο ὑπεύθυνο τοῦ ἀποχριστιανισμοῦ τῆς Εὐρώπης, τόν καταστροφέα τοῦ ἔργου τοῦ ἰσαποστόλου Μ. Κωνσταντίνου; Ἀμφιβάλλουμε, ἀλλά καί ἐλπίζουμε.
Ἐπίλογος
Εἶχε γραφῆ τό κείμενο αὐτό, ὅταν μετά χαρᾶς πληροφορηθήκαμε ὅτι ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας ἀντιδρᾶ στίς φιλοπαπικές ἐνέργειες τοῦ πατριάρχου καί τῶν συνεργατῶν του. Οἱ ἐλπίδες μας μεγαλώνουν καί εὐχόμαστε τελικῶς να μή ἀθωωθεῖ ὁ Παπισμός, ἀπό τους ἴδιους τούς Σέρβους, ὅπως ἀθωώθηκε ἀπό ἄλλους ὀρθοδόξους λαούς καί ἀπό ἐμᾶς τούς Ἕλληνες.
«Στήκετε καί κρατεῖτε» ἀδελφοί Σέρβοι.
Ὑποσημειώσεις:
1.Περί τῆς Ἁγίας Ἑλένης καί τοῦ ἔργου της βλ. Πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, «Ἡ ἰσαπόστολος Ἁγία Ἑλένη καί τό ἔργο της», Βυζαντινά 18 (1995-1996) 135-146.
2.Ἡ μετάφραση ἀπό τό βιβλίο τοῦ Α. ΤΖΟΟΥΝΣ, Ὁ Κωνσταντῖνος καί ὁ ἐκχριστιανισμός τῆς Εὐρώπης, Ἀθήνα 1962, ἐκδ. «Γαλαξίας», σελ. 97-98. ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία 10, 5, 4-6, ΕΠΕ 3, 286-288: «Ὁπότε εὐτυχῶς ἐγώ Κωνσταντῖνος ὁ Αὔγουστος κἀγώ Λικίννιος ὁ Αὔγουστος ἐν τῇ Μεδιολάνῳ ἐληλύθειμεν καί πάντα ὅσα πρός τό λυσιτελές καί τό χρήσιμον τῷ κοινῷ διέφερεν, ἐν ζητήσει ἔσχομεν, ταῦτα μεταξύ τῶν λοιπῶν ἅτινα ἐδόκει ἐν πολλοῖς ἅπασιν ἐπωφελῆ εἶναι, μᾶλλον δέ ἐν πρώτοις διατάξαι ἐδογματίσαμεν, οἷς ἡ πρός τό θεῖον αἰδώς τε καί
τό σέβας ἐνείχετο, τοῦτ᾽ ἔστιν, ὅπως δῶμεν καί τοῖς Χριστιανοῖς καί πᾶσιν ἐλευθέραν αἵρεσιν τοῦ ἀκολουθεῖν τῇ θρησκείᾳ, ᾗ δ᾽ ἄν βουληθῶσιν, ὅπως ὅτι ποτέ ἐστι θειότητος καί οὐρανίου πράγματος, ἡμῖν καί πᾶσι τοῖς ὑπό τήν ἡμετέραν ἐξουσίαν διάγουσιν εὐμενές εἶναι δυνηθῇ. Τοίνυν ταύτην τήν βούλησιν ὑγιεινῷ καί ὀρθοτάτῳ λογισμῷ ἐδογματίσαμεν, ὅπως μηδενί παντελῶς ἐξουσία ἀρνητέα ᾖ τοῦ ἀκολουθεῖν καί αἱρεῖσθαι τήν τῶν Χριστιανῶν παραφύλαξιν ἤ θρησκείαν ἑκάστῳ τε ἐξουσίᾳ δοθείη τοῦ διδόναι ἑαυτοῦ τήν διάνοιαν ἐν ἐκείνῃ τῇ θρησκείᾳ, ἥν αὐτός ἑαυτῷ ἁρμόζειν νομίζει, ὅπως ἡμῖν δυνηθῇ τό θεῖον ἐν πᾶσι την ἔθιμον σπουδήν καί καλοκἀγαθίαν παρέχειν. Ἅτινα οὕτως ἀρέσκειν ἡμῖν ἀντιγράψαι ἀκόλουθον ἦν, ἵν᾽ ἀφαιρεθεισῶν παντελῶς τῶν αἱρέσεων, αἵτινες τοῖς προτέροις ἡμῶν γράμμασι τοῖς πρός την σήν καθοσίωσιν ἀποσταλεῖσι περί τῶν Χριστιανῶν ἐνείχοντο καί ἅτινα πάνυ
σκαιά καί τῆς ἡμετέρας πραότητος ἀλλότρια εἶναι ἐδόκει, ταῦτα ὑφαιρεθῇ και νῦν ἐλευθέρως καί ἁπλῶς ἕκαστος αὐτῶν τῶν τήν αὐτήν προαίρεσιν ἐσχηκότων τοῦ φυλάττειν τήν τῶν Χριστιανῶν θρησκείαν ἄνευ τινός ὀχλήσεως τοῦτο αὐτό παραφυλάττοι. Ἅτινα τῇ σῇ ἐπιμελείᾳ πληρέστατα δηλῶσαι ἐδογματίσαμεν, ὅπως εἰδείης ἡμᾶς ἐλευθέραν καί ἀπολελυμένην ἐξουσίαν τοῦ τημελεῖν τήν ἑαυτῶν θρησκείαν τοῖς αὐτοῖς Χριστιανοῖς δεδωκέναι. ὅπερ ἐπειδή ἀπολελυμένως αὐτοῖς ὑφ᾽ ἡμῶν δεδωρῆσθαι θεωρεῖ ἡ σή καθοσίωσις και ἑτέροις δεδόσθαι ἐξουσίαν τοῖς βουλομένοις τοῦ μετέρχεσθαι τήν παρατήρησιν καί θρησκείαν ἑαυτῶν (ὅπερ ἀκολούθως τῇ ἡσυχίᾳ τῶν ἡμετέρων καιρῶν γίνεσθαι φανερόν ἐστιν), ὅπως ἐξουσίαν ἕκαστος ἔχῃ τοῦ αἱρεῖσθαι καί τημελεῖν ὁποίαν δ᾽ ἄν βούληται· τοῦτο δέ ὑφ᾽ ἡμῶν γέγονεν, ὅπως μηδεμιᾷ τιμῇ μηδέ θρησκείᾳ τινί μεμειῶσθαί τι ὑφ᾽ ἡμῶν δοκοίη».
3.Βλ. ΒΛΑΣΙΟΥΦΕΙΔΑ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τόμ. Α/, Ἀθῆναι 1992, σελ. 334.
4. Γιά τόν ἀποχριστιανισμό τῆς Εὐρώπης, ἡ ὁποία διά τῶν ἡγετῶν της ἀρνήθηκε στή «Χάρτα γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώματα», πού ψηφίσθηκε τό Δεκέμβριο τοῦ 2000 στήν Νίκαια τῆς Γαλλίας, ὁποιαδήποτε ἀναφορά στό χριστιανικό παρελθόν της, στίς χριστιανικές ρίζες της, βλ. Πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥΖΗΣΗ, Ἀπό τή Νίκαια τῆς Βιθυνίας στή Νίκαια τῆς Γαλλίας. Ὁ Μ. Κωνσταντῖνος καί οἱ μικροί τῶν καιρῶν μας, Θεσσαλονίκη 2001.
5. ΒΛΑΣΙΟΥΦΕΙΔΑ, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 330.
6. Ματθ. 4, 1-11.
7.Ματθ. 5, 13.
8. Ματθ. 4, 15-16.
9. Ἀρχιμ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Ἀθῆναι 1959, σελ. 299-300.

" Ορθόδοξος Τύπος,"