xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ

Διάλογος με τον Θεοδόσιο, τον επίσκοπο Καισαρείας Βιθυνίας, κατά την πρώτη του εξορία στο φρούριο της Βιζύης της Θράκης.

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, μέγας θεολόγος και Πατήρ της Εκκλησίας, ωμολόγησε την Ορθόδοξο Πίστι σε μία εποχή που παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την ιδική μας. Η πολιτική των τότε αυτοκρατόρων απέβλεπε σε πολιτικοκοινωνικές ενοποιήσεις σαν τις σημερινές. Ως πρόσφορο μέσον για την πραγματοποίησί τους θεωρήθηκε η υποστήριξις της αιρέσεως του Μονοθελητισμού. Είχαν χρησιμοποιηθή και εκκλησιαστικοί άνδρες, οι οποίοι υποστήριζαν την αίρεσι χάριν των κοσμικών αυτών σκοπιμοτήτων. Είχαν πιστεύσει ότι ασκούν τάχα κάποια εκκλησιαστική οικονομία. Δυστυχώς, όλοι σχεδόν οι πατριαρχικοί θρόνοι είχαν πέσει στην αίρεσι του Μονοθελητισμού. Η Ορθόδοξος Πίστις ζούσε μόνο στην συνείδησι του πιστού λαού και εκφραζόταν με το στόμα των ελαχίστων Ομολογητών, οι οποίοι την εστερέωσαν με το μαρτύριό τους.
Την εποχή αυτή ο άγιος Μάξιμος είχε διαδραματίσει πρωτεύοντα ρόλο για την συγκρότησι της ορθοδόξου τοπικής Συνόδου της Ρώμης (649), η οποία κατεδίκασε τον Μονοθελητισμό. Για τον λόγο αυτό ευρίσκεται εξόριστος στην Βιζύη της Θράκης. Έχει διακόψει την εκκλησιαστική κοινωνία με τους πατριαρχικούς θρόνους της Ανατολής, επειδή έχουν εκπέσει στην αίρεσι. Η αναφορά του είναι στην ορθοδοξούσα τότε Ρώμη και στον Ομολογητή άγιο Πάπα Μαρτίνο.
Με σκοπό να μεταβάλλουν την γνώμη του και να τον προσεταιρισθούν, ο επίσκοπος Θεοδόσιος και οι αυτοκρατορικοί απεσταλμένοι τον επισκέπτονται στην Βιζύη και διεξάγουν τον κατωτέρω διάλογο. Ο Άγιος με αταλάντευτη σταθερότητα διακρίνει την αλήθεια από την αίρεσι, το φως από το σκότος, και με γνώμονα την διδασκαλία των αγίων Αποστόλων και Πατέρων ανασκευάζει τα επιχειρήματα των μονοθελητών συνομιλητών του. Είναι συγκινητική η ταπείνωσις του Αγίου που συνοδεύει όλες τους τις εκφράσεις και κινήσεις, ακόμη και την ώρα που η αδικία εναντίον του είναι κατάφωρη. Προφανώς, ο φόβος του Θεού, η σταθερή ομολογία και η αληθινή ταπείνωσις συνιστούν το ιερό τρίπτυχο που χαρακτηρίζει κάθε Ορθόδοξο ομολογία.
Ο διάλογος του αγίου Μαξίμου στον τόπο της εξορίας του με τους συγκλητικούς άρχοντες και με τους επισκόπους της Κωνσταντινουπόλεως είναι ένα κλασικό πλέον κείμενο, στο οποίο φανερώνει τις γνήσια Ορθόδοξες και εκκλησιαστικές προϋποθέσεις του Αγίου και τις αιρετικές και κοσμικές αντίστοιχα των συνομιλητών του.
Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από αυτόν τον διάλογο, επειδή πιστεύουμε ότι θα βοηθήση τον λαό του Θεού να αντιληφθή ποιοι είναι σε κάθε εποχή οι εκφρασταί της Πίστεώς του, αλλά και να δώσουμε αφορμές θεολογικής αυτοκριτικής σε όσους λόγω της εκκλησιαστικής τους ευθύνης ευρίσκονται μπροστά σε προφανή κίνδυνο να αθετήσουν και σήμερα την ακρίβεια της αγίας Ορθοδόξου Πίστεως λόγω άλλων σκοπιμοτήτων.

Στις 24 του μηνός Αυγούστου, της 14ης επινεμήσεως που μόλις τώρα πέρασε, επισκέφθηκε τον αββά Μάξιμο στον τόπο της εξορίας του, δηλαδή στο κάστρο της Βιζύης, ο προρρηθείς επίσκοπος Θεοδόσιος, σταλμένος όπως είπε από τον ίδιο τον πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως Πέτρο. Και μαζί του οι ύπατοι Παύλος και Θεοδόσιος, σταλμένοι όπως είπαν κι αυτοί από τον βασιλέα. Είχαν μαζί τους, καθώς φαίνεται, και τον επίσκοπο Βιζύης. Και λέγει ο Θεοδόσιος ο Επίσκοπος:

ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Παρακαλούν μέσω ημών ο βασιλεύς και ο πατριάρχης, να μάθουν από σένα ποια είναι η αιτία που δεν έχεις κοινωνία με τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Γνωρίζετε τις καινοτομίες που έγιναν από την επινέμησι του περασμένου κύκλου, οι όποίες άρχισαν από την Αλεξάνδρεια με τα εννέα κεφάλαια που εξέθεσε ο Κύρος, αυτός που δεν ξέρω πως έγινε πατριάρχης της πόλεως εκείνης, και που επικυρώθηκαν από τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Γνωρίζετε επίσης και τις άλλες αλλοιώσεις, τις προσθήκες και τις αφαιρέσεις, που έγιναν συνοδικά από τους προεδρεύσαντας στην Εκκλησία των Βυζαντινών. Εννοώ τον Σέργιο, τον Πύρρο και τον Παύλο. Και αυτές τις καινοτομίες τις γνωρίζει όλη η οικουμένη. Γι' αυτήν την αιτία δεν έχω κοινωνία, ο δούλος σας, με την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Ας αρθούν τα εμπόδια που μπήκαν από τους παραπάνω άνδρες, και μαζί μ' αυτά κι αυτοί που τάβαλαν, όπως είπε ο Θεός: «και τους λίθους εκ της οδού διαρρίψατε» (Ιερεμ. 50, 26). Έτσι, βρίσκοντας την οδό του Ευαγγελίου όπως ήταν πρώτα, λεία και ομαλή και ελεύθερη από κάθε ακανθώδη αιρετική κακία, θα την βαδίζω χωρίς να μου χρειάζεται καμμία ανθρώπινη προτροπή. Μέχρις ότου όμως οι πατριάρχαι της Κωνσταντινουπόλεως καυχώνται για τα τεθέντα εμπόδια και γι' αυτούς που τα έβαλαν, δεν υπάρχει κανένας λόγος ή τρόπος που να με πείση να έχω κοινωνία με αυτούς.
ΘΕΟΔ.: Μα τι κακό λοιπόν ομολογούμε, ώστε να χωρισθής από την κοινωνία μαζί μας;
ΜΑΞΙΜΟΣ: Επειδή λέγετε ότι ο Θεός και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός έχει μία ενέργεια της Θεότητος και ανθρωπότητός του. Έτσι συγχέετε τον λόγο της θεολογίας με τον λόγο της οικονομίας.
Και πάλι, υιοθετώντας άλλη καινοτομία, αφαιρείτε εξ ολοκλήρου όλα τα γνωριστικά και συστατικά (στοιχεία) της θεότητος και ανθρωπότητος του Χριστού, θεσπίζοντας με νόμους και τύπους, ότι δεν πρέπει να λέγεται γι' Αυτόν, ούτε μία ούτε δύο θελήσεις ή ενέργειες. Αυτό είναι πράγμα ανυπόστατο, διότι οι άγιοι Πατέρες μας διδάσκουν μεγαλοφώνως ότι: «Αυτό που δεν έχει καμμιά δύναμι, ούτε υπάρχει ούτε είναι κάτι ούτε έχει καμμία εντελώς θέσι».
ΘΕΟΔ.: Μη παίρνης σαν κύριο δόγμα, αυτό που γίνεται από οικονομία.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Αν δεν είναι κύριο δόγμα για όσους το δέχονται, για ποιο λόγο με παραδώσατε ανέντιμα σε βάρβαρα και άθεα έθνη; Για ποιο λόγο καταδικάσθηκα να μένω στη Βιζύη, και οι σύνδουλοί μου, ο ένας στην Πέρβερι κι ο άλλος στην Μεσήμβρια;
Και ποιος πιστός δέχεται την οικονομία που κάνει να σιγήσουν τα λόγια, τα οποία οικονόμησε ο των όλων Θεός να ειπωθούν από τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους; Κι ας ιδούμε, μεγάλε κύριε, σε ποιο κακό καταλήγει το θέμα αυτό, αν το καλοεξετάσουμε. Διότι ο Θεός έβαλε στην Εκκλησία, πρώτον μεν τους αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, για να καταρτίζωνται οι πιστοί, λέγοντας στο Ευαγγέλιο προς τους αποστόλους και μέσω αυτών προς τους μεταγενεστέρους «Ο υμίν λέγω, πάσι λέγω», και πάλι «ο δεχόμενος υμάς εμέ δέχεται, και ο αθετών υμάς, εμέ αθετεί». Είναι λοιπόν φανερό και αναντίρρητο, ότι αυτός που δεν δέχεται τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους και δεν υπολογίζει τα λόγια τους, δεν υπολογίζει τον ίδιο το Χριστό.
Ας εξετάσουμε δε και κάτι άλλο. Ο Θεός διάλεξε και κατέστησε αποστόλους, προφήτας και διδασκάλους, προς τον καταρτισμό των πιστών. Αντίθετα, ο διάβολος διάλεξε και ξεσήκωσε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους, για να πολεμηθή και ο παλαιός νόμος και ο ευαγγελικός. Μοναδικούς δε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους εννοώ τους αιρετικούς, των οποίων είναι διεστραμμένοι οι λόγοι και οι λογισμοί. Όπως ακριβώς λοιπόν αυτός που δέχεται τους αληθινούς αποστόλους και προφήτας και διδασκάλους, δέχεται τον Θεό, έτσι και αυτός που δέχεται τους ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους, δέχεται τον διάβολο. Αυτός λοιπόν που βάζει τους αγίους μαζί με τους βδελυρούς και ακαθάρτους αιρετικούς (δεχθήτε τα λόγια μου, λέγω την αλήθεια), προφανώς βάζει στην ίδια μοίρα τον Θεό μαζί με τον διάβολο.
Αν λοιπόν εξετάζοντας τις καινοτομίες που έγιναν τώρα στα χρόνια μας, τις βρίσκουμε να έχουν καταντήσει σ' αυτό το πιο ακραίο κακό, προσέξτε μήπως, ενώ προφασιζόμαστε την ειρήνη, βρεθούμε να νοσούμε και να κηρύττουμε την αποστασία, η οποία θα είναι, κατά τον θείο απόστολο, πρόδρομος της παρουσίας του Αντιχρίστου. Αυτά σας τα είπα χωρίς κανένα δισταγμό, κύριοί μου, για να λυπηθήτε τους εαυτούς σας κι εμάς.
Με συμβουλεύετε επίσης να έλθω να κοινωνήσω με την Εκκλησία στην οποία τέτοια κηρύσσονται, ενώ έχω άλλα γραμμένα στο βιβλίο της καρδιάς μου, και να γίνω κοινωνός μ' αυτούς που νομίζουν ότι στρέφονται εναντίον του διαβόλου με την βοήθεια του Θεού, ενώ στην πραγματικότητα στρέφονται εναντίον του Θεού; Να μη δώση Ο Θεός, που γεννήθηκε για μένα χωρίς αμαρτία!
Και αφού τους έβαλε μετάνοια, είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Οτιδήποτε έχετε διαταγή να κάνετε στο δούλο σας, σας λέγω κάμετέ το. Εγώ πάντως ουδέποτε θα γίνω συγκοινωνός μ' αυτούς που δέχονται αυτές τις καινοτομίες.
Μόλις τα άκουσαν εκείνοι αυτά, πάγωσαν. Έβαλαν κάτω τα κεφάλια τους και εσιώπησαν για αρκετή ώρα. Σήκωσε κάποια στιγμή το κεφάλι του ο επίσκοπος Θεοδόσιος, κύτταξε προς τον αββά Μάξιμο και είπε:

ΘΕΟΔ.: Σου λέμε λοιπόν εμείς πως, εάν εσύ κοινωνήσης, ο δεσπότης μας ο βασιλεύς θα ελαφρύνη τον Τύπο.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Η απόστασις που μας χωρίζει είναι ακόμη μεγάλη. Τι θα κάνουμε με το δόγμα του ενός θελήματος που επικυρώθηκε συνοδικά από τον Σέργιο και τον Πύρρο για την αναίρεσι κάθε ενέργειας;
ΘΕΟΔ.: Εκεινο το χαρτί καταστράφηκε και αχρηστεύθηκε.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Το έσβησαν από τους πέτρινους τοίχους, όχι όμως κι από τις νοερές ψυχές. Ας δεχθούν την καταδίκη του που έγινε συνοδικά στην Ρώμη με ευσεβή δόγματα και κανόνες, και τότε θα λυθή το μεσότοιχο και δεν θάχουμε ανάγκη από συμβουλές.
ΘΕΟΔ.: Δεν έχει ισχύ η σύνοδος της Ρώμης, γιατί έγινε χωρίς την διαταγή του βασιλέως.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Αν οι διαταγές των βασιλέων δίνουν κύρος στις προγενέστερες συνόδους και όχι η ευσεβής πίστις, ας δεχθούν και τις συνόδους που έγιναν εναντίον του ομοουσίου, μια και έγιναν με εντολή των βασιλέων. Και ποιος κανόνας ορίζει να είναι έγκυρες μόνο εκείνες οι σύνοδοι που συνεκλήθησαν με εντολή βασιλέως ή οπωσδήποτε όλες οι σύνοδοι να συγκαλούνται κατόπιν βασιλικής διαταγής; Ο ευσεβής κανών της Εκκλησίας γνωρίζει ως άγιες και έγκυρες εκείνες τις συνόδους, τις οποίες διακρίνει η ορθότης των δογμάτων.
ΘΕΟΔ.: Όπως τα λες είναι. η ορθότης των δογμάτων δίνει κύρος στις συνόδους. Τι λοιπόν; Δεν πρέπει καθόλου να λέμε μία ενέργεια στον Χριστό;
ΜΑΞΙΜΟΣ: Σύμφωνα με την αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρας τίποτα τέτοιο δεν παρελάβαμε να λέμε. Αλλά, όπως ακριβώς παρελάβαμε να πιστεύωμε για το Χριστό δύο φύσεις, αυτές από τις οποίες απαρτίζεται, έτσι μας επετράπη να πιστεύω με και να ομολογούμε και τις φυσικές Του θελήσεις και ενέργειες που υπάρχουν καταλλήλως σ' αυτόν, αφού αυτός ο ίδιος είναι εκ φύσεως Θεός μαζί και άνθρωπος.
ΘΕΟΔ.: Πράγματι, κύριε, και εμείς ομολογούμε και τις φύσεις και τις διάφορες ενέργειες, δηλαδή και την θεία και την ανθρωπίνη. και ότι η θεότης του είναι θελητική και η ανθρωπότης του θελητική. επειδή η ψυχή του δεν ήταν χωρίς θέλησι. Αλλά για να μη χάνουμε τον καιρό μας εδώ, ό,τι κι αν είπαν οι Πατέρες το ομολογώ, και μάλιστα το κάνω και εγγράφως (δηλαδή), δύο φύσεις και δύο θελήματα και δύο ενέργειες. Έλα λοιπόν να κοινωνήσης μαζί μας και να γίνη η ένωσις.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, δεν τολμώ να δεχθώ εγώ έγγραφη συγκατάθεσι από σας γι' αυτό το πράγμα, διότι είμαι απλός μοναχός. Αν όμως ο Θεός σας έφερε σε κατάνυξι, ώστε να δεχθήτε τους λόγους των αγίων Πατέρων, να ενεργήσετε όπως απαιτούν οι κανόνες. Να στείλετε, δηλαδή, περί τούτου έγγραφο προς τον επίσκοπο Ρώμης, ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης και η περί αυτόν σύνοδος. Εγώ πάντως ούτε κι αν γίνουν αυτά θα κοινωνήσω, επειδή οι αναθεματισθέντες αναφέρονται στην αγία αναφορά. Διότι φοβάμαι το κατάκριμα του αναθέματος.
ΘΕΟΔ.: Ο Θεός γνωρίζει ότι δεν σε κατηγορώ που φοβάσαι, αλλά ούτε και κανένας άλλος. Για το όνομα όμως του Κυρίου, πες μας την γνώμη σου, εάν είναι δυνατόν να γίνη αυτό (δηλ. να αρθή το ανάθεμα ήδη αποθανόντος αιρετικού).
ΜΑΞΙΜΟΣ: Ποια γνώμη μπορώ να σας δώσω γι' αυτό; Πηγαίνετε, ψάξτε να βρήτε αν ποτέ έχει γίνει κάτι τέτοιο και ελευθερώθηκε κανείς μετά θάνατον από το έγκλημα για την πίστι, κι από το κατάκριμα που έχει εξαγορευθή εναντίον του. Πρέπει να καταδεχθούν ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης να μιμηθούν την συγκατάβασι του Θεού. και ο μεν να κάνει παρακλητική κέλευσι, ο δε συνοδική δέησι προς τον πάπα της Ρώμης. Χωρίς αμφιβολία, αν βρεθή κάποιος τρόπος εκκλησιαστικός που να το επιτρέπη αυτό για την σωστή ομολογία της πίστεως, θα συμφωνήση περί αυτού μαζί σας.
ΘΕΟΔ.: Αυτό θα γίνη οπωσδήποτε. αλλά δος μου τον λόγο σου ότι, εάν στείλουν εμένα, θα έλθης μαζί μου.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, σου είναι πιο συμφέρον να πάρης μαζί σου τον σύνδουλό μου που είναι στη Μεσημβρία, παρά εμένα. Εκείνος και την γλώσσα γνωρίζει και τον σέβονται πολύ, μια και τόσα χρόνια τιμωρείται για τον Θεό και για την ορθή πίστι που κρατεί ο θρόνος τους.
ΘΕΟΔ.: Έχουμε μεταξύ μας κάτι μικροδιαφορές, και δεν μου είναι τόσο ευχάριστο να πάω μαζί του.
ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, αφού νομίζετε ότι πρέπει να γίνη αυτό, ας γίνη όπως αποφασίζετε.εγώ σας ακολουθώ όπου θέλετε.
Μετά από αυτό σηκώθηκαν όλοι επάνω χαρούμενοι και με δάκρυα στα μάτια. Έβαλαν μετάνοια και έγινε προσευχή. Και κάθε ένας τους ασπάσθηκε τα άγια Ευαγγέλια, και τον Τίμιο Σταυρό, και την εικόνα του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, και της Δεσποίνης ημών Παναγίας Θεοτόκου της Μητέρας Του, αφού έβαλαν επάνω και τα χέρια τους προς βεβαίωσι των συμφωνηθέντων. Αφού ειπώθηκαν αυτά, όταν ασπάζονταν μεταξύ τους είπε ο ύπατος Θεοδόσιος:
ΘΕΟΔ.: Να λοιπόν, έγιναν όλα καλά. Άρα γε θα καταδεχθή ο βασιλεύς να κάνη παρακλητική κέλευσι;
ΜΑΞΙΜΟΣ: Οπωσδήποτε θα κάνη, εάν θέλη να είναι μιμητής του Θεού και να ταπεινωθή μαζί Του για την κοινή σωτηρία όλων μας. Ας αναλογισθή ότι, αφού ο Θεός που φύσει σώζει, δεν μας έσωσε παρά αφού με την θέλησί Του ταπεινώθηκε, πώς ο φύσει σωζόμενος άνθρωπος θα σωθή ή θα σώση χωρίς να ταπεινωθή;
Μετά δε την αναχώρησι των παραπάνω ανδρών, στις 8 του μηνός Σεπτεμβρίου της παρούσης 15ης ινδικτιώνος, πήγε πάλι ο ύπατος Παύλος στη Βιζύη προς τον αββά Μάξιμο, έχοντας μαζί του διαταγή που έλεγε τα εξής: «Παραγγέλομε στην ενδοξότητά σου να πας στη Βιζύη και να φέρης τον Μοναχό Μάξιμο με πολλή τιμή και περιποίησι, λόγω της μεγάλης του ηλικίας και της ασθενείας του, και διότι αυτός ανήκει στους προγόνους μας και τους έχει τιμήσει. Και να τον βάλης στο λαμπρό μοναστήρι του Αγίου Θεοδώρου, που βρίσκεται δίπλα στο Βασιλικό παλάτι». Αφού λοιπόν ο ύπατος τον πήρε και τον έβαλε στο προειρημένο μοναστήρι, πήγε να δώση ειδοποίησι.
Την επομένη ημέρα πήγαν προς αυτόν οι πατρίκιοι Επιφάνιος και Τρώιλος, με λαμπρό ντύσιμο και ύφος, καθώς και ο επίσκοπος Θεοδόσιος. Συναντήθηκαν με αυτόν στο κατηχουμενείο της Εκκλησίας του ιδίου μοναστηριού. Αφού έγινε ο συνηθισμένος ασπασμός κάθησαν, υποχρεώνοντας κι αυτόν να καθήση. Και αρχίζοντας τον λόγο μαζί του ο Τρώιλος είπε:
ΤΡΩΙΛΟΣ: Ο αυτοκράτωρ μας διέταξε να έρθουμε και να σου ανακοινώσουμε την γνώμη που έχει η θεοστήρικτη βασιλεία του. Αλλά πρώτα πες μας, θα κάνης την διαταγή του βασιλέως ή δεν θα την κάνης;
Ο Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ:Κύριε, να ακούσω τι διέταξε η ευσεβής του δύναμις και θά αποκριθώ κατάλληλα. γιατί προς κάτι το άγνωστο ποια απάντησι μπορώ να δώσω;
Ο Τρώιλος επέμενε λέγοντας:
ΤΡΩΙΛ.: Δεν πρόκειται να πούμε τίποτε, εάν δεν μας πης πρώτα, αν θα κάνης ή όχι την διαταγή του βασιλέως.
Και όταν τους είδε να αντιστέκωνται και λόγω της καθυστερήσεώς του να βλέπουν πιο σκληρά και μαζί με τους συνακόλουθούς τους να αποκρίνωνται πιο άγρια, ενώ φάνταζαν τα περήφανα στολίδια των αξιωμάτων τους, απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Αφού δεν θέλετε να πήτε στον δούλο σας την απόφασι του κυρίου και βασιλέως μας, να λοιπόν σας λέω, κι ακούει ο Θεός και οι άγιοι άγγελοι και όλοι εσείς: οτιδήποτε με διατάξη για κάθε πράγμα που καταλύεται και καταστρέφεται σ' αυτόν τον αιώνα, με προθυμία το κάνω.
Και αμέσως ο Τρώιλος είπε:
ΤΡΩΙΛ.: Συγχωρέστε με, αλλά εγώ φεύγω. γιατί αυτός τίποτε δεν πρόκειται να κάνη.
Και αφού έγινε πάρα πολύς θόρυβος και μεγάλη ταραχή και σύγχυσι, τους είπε ο επίσκοπος Θεοδόσιος:
ΘΕΟΔ.: Πείτε του την διαταγή και θα μάθετε την απάντησί του. Διότι, δεν είναι λογικό να φύγουμε, χωρίς να πούμε και να ακούσουμε τίποτε.
Τότε ο πατρίκιος Επιφάνιος είπε:
ΕΠΙΦ.: Αυτό σου δηλώνει με μας ο βασιλεύς: «Επειδή η Δύσις και όσοι διαστρέφουν (τα πράγματα) στην Ανατολή αποβλέπουν σε σένα, κι όλοι εξ αιτίας σου ξεσηκώνονται μη θέλοντας να συμφωνήσουν μαζί μας για την πίστι, είθε να σε κατανύξη ο Θεός να κοινωνήσης μαζί μας βάσει του Τύπου που εκθέσαμε. Θα βγούμε τότε εμείς οι ίδιοι στη Χαλκή (πύλη) και θα σε ασπασθούμε, θα σου δώσουμε το χέρι και με κάθε τιμή και δόξα θα σε βάλουμε στην μεγάλη Εκκλησία. Θα στέκεσαι μαζί μας στο μέρος που συνηθίζουν να στέκωνται οι βασιλείς. Θα κάνουμε τότε και την σύναξι (Θ. Λειτουργία) και θα κοινωνήσουμε τα άχραντα και ζωοποιά μυστήρια, το ζωοποιό σώμα και αίμα του Χριστού. Θα σε ανακηρύξουμε πατέρα μας. και θα γίνη χαρά όχι μόνο στην φιλόχριστη και βασιλική μας πόλι, αλλά και σ' όλη την οικουμένη. Γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά ότι, εάν εσύ κοινωνήσης με τον εδώ άγιο θρόνο, όλοι θα ενωθούν μαζί μας, αυτοί που εξ αιτίας σου και εξ αιτίας της διδασκαλίας σου αποσχίσθηκαν από την κοινωνία με μας».
Γυρίζοντας τότε προς τον επίσκοπο ο αββάς Μάξιμος του είπε με δάκρυα στα μάτια:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Μεγάλε κύριε, όλοι περιμένουμε ημέρα κρίσεως. Αληθινά, ούτε όλη η δύναμι των ουρανών δεν θα με πείση να το κάνω αυτό. Γιατί, τι θα έχω να απολογηθώ -δεν λέω στο Θεό, αλλά στην συνείδησί μου-, αν για την δόξα των ανθρώπων, που μόνη της δεν έχει καμμιά οντότητα, γίνω εξωμότης της πίστεως που σώζει αυτούς που την υπερασπίζονται;
Όταν άκουσαν τα λόγια αυτά, σηκώθηκαν όλοι επάνω και γεμάτοι θυμό τον έσπρωξαν, τον τράβηξαν και τον έρριξαν κάτω. Τον γέμισαν μάλιστα από το κεφάλι ως τα νύχια με φτυσίματα, που η δυσωδία τους παρέμεινε μέχρις ότου πλύθηκαν τα ρούχα του. Σηκώθηκε τότε και ο επίσκοπος και είπε:
ΘΕΟΔ.: Δεν έπρεπε να το κάνετε αυτό. Έπρεπε να ακούσωμε μόνο την απάντησί του και να την αναφέρωμε στον αγαθό μας βασιλέα.
Μόλις τους έπεισε ο επίσκοπος να ησυχάσουν, κάθησαν πάλι. Με θυμό όμως και αγριότητα του είπαν μύριες βρισιές και ακατανόμαστες κατάρες. Τότε του είπε ο Επιφάνιος:
ΕΠΙΦ.: Πες μας λοιπόν κάκιστε λαίμαργε γέρο, μας είπες αυτά τα λόγια θεωρώντας ως αιρετικούς εμάς και την πόλι μας και τον βασιλέα; Αληθινά, είμαστε περισσότερο Χριστιανοί και ορθόδοξοι από σένα. Και ομολογούμε ότι ο Κύριός μας και Θεός έχει και θεϊκή και ανθρώπινη θέλησι και νοερή ψυχή. και ότι κάθε νοερή φύσι οπωσδήποτε έχει εκ φύσεως το θέλειν και το ενεργείν, επειδή ίδιον της ζωής είναι η κίνησις και ίδιον του νοός η θέλησις. Και γνωρίζουμε ότι είναι θελητικός, όχι μόνο κατά την θεότητα, αλλά και κατά την ανθρωπότητα. Δεν αρνούμαστε επίσης και τις δύο θελήσεις του και ενέργειες.
Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Εάν πιστεύετε έτσι, όπως πιστεύουν οι νοερές φύσεις και η Εκκλησία του Θεού, πώς εσείς με αναγκάζετε να κοινωνήσω με τον Τύπο, που μόνο την αναίρεσι αυτών έχει;
ΕΠΙΦ.: Αυτό έγινε για οικονομία, για να μη ζημιωθούν οι λαοί μας με τέτοιες λεπτολογίες.
Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Συμβαίνει το αντίθετο. κάθε άνθρωπος αγιάζεται με την ακριβή ομολογία της πίστεως, και όχι με την αναίρεσι που βρίσκεται στον Τύπο.
Και είπε ο Τρώιλος:
ΤΡΩΙΛ.: Και στο παλάτι σου είπαμε, ότι (ο Τύπος) δεν ανήρεσε τίποτε, αλλά διέταξε να κατασιγάσουν (οι διϊστάμενες απόψεις) για να ειρηνεύσουμε όλοι.
Και απαντώντας πάλι ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Η σιωπή των λόγων είναι αναίρεσις των λόγων. Λέγει το Άγιον Πνεύμα μέσω του Προφήτου Δαβίδ: «Ουκ εισί λαλιαί, ουδέ λόγοι, ων ουχί ακούονται αι φωναί αυτών». Άρα λοιπόν ο λόγος που δεν λέγεται, δεν είναι καν λόγος.
Και είπε ο Τρώιλος:
ΤΡΩΙΛ.: Στην καρδιά σου να έχης ό,τι θέλεις, δεν σε εμποδίζει κανείς.
Ο αββάς Μάξιμος απήντησε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Ο Θεός δεν περιώρισε στην καρδιά όλη την σωτηρία, αλλά είπε: «Ο ομολογών με έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω αυτόν έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς». Και ο θείος Απόστολος διδάσκει ως εξής: «Kαρδία μεν πιστεύεται εις δικαιοσύνην. στόματι δε ομολογείται εις σωτηρίαν». Αν λοιπόν ο Θεός και οι προφήται και οι απόστολοι του Θεού προτρέπουν να ομολογήται με τους λόγους των Αγίων το μυστήριο, το μεγάλο και φρικτό και σωτήριο για όλο τον κόσμο, δεν πρέπει να σιωπήση με κανένα τρόπο η φωνή που κηρύττει αυτό, για να μη κινδυνεύση η σωτηρία των σιωπώντων.
Και απαντώντας ο Επιφάνιος με πολύ άγριο τρόπο είπε:
ΕΠΙΦ.: Υπέγραψες στον λίβελλο;
Και είπε ο αββάς Μάξιμος:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Ναι υπέγραψα.
ΕΠΙΦ.: Και πώς τόλμησες να υπογράψης και να αναθεματίσης αυτούς που ομολογούν και πιστεύουν όπως οι νοερές φύσεις και η καθολική Εκκλησία; Αληθινά με δική μου πρότασι θα σε πάμε στην πόλι, θα σε στήσουμε δεμένο στην αγορά και θα φέρουμε τους μίμους, άνδρες και γυναίκες, και τις πιο διάσημες πόρνες και όλο το λαό, για να χτυπήση και φτύση καθένας και καθεμιά τους το πρόσωπό σου.
Απαντώντας σ' αυτά ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Ας γίνη όπως είπατε, εάν αναθεματίσαμε αυτούς που ομολογούν ότι ο Κύριος έχει δύο φύσεις, και τις κατάλληλες σ' αυτόν δύο φυσικές θελήσεις και ενέργειες, και ότι είναι εκ φύσεως αληθινός Θεός και άνθρωπος. Διάβασε, δέσποτα, τα πρακτικά και τον λίβελλο, και εάν βρήτε αυτά που είπατε, κάμετε ό,τι σκέπτεσθε.
Μετά από αυτά τον ωδήγησαν στην Κωνσταντινούπολι και έβγαλαν απόφασι εναντίον τους. Ανεθεμάτισαν και κατεδίκασαν τον εν αγίοις Μάξιμο, τον μακάριο μαθητή του Αναστάσιο, τον αγιώτατο πάπα Μαρτίνο, τον άγιο Σωφρόνιο πατριάρχη Ιεροσολύμων, και όλους τους ορθοδόξους και ομοφρονούντας μ' αυτούς. Έπειτα έφεραν και τον άλλο μακάριο Αναστάσιο. Αφού χρησιμοποίησαν και γι' αυτόν τα ίδια αναθέματα και βρισιές, τους παρέδωσαν στους άρχοντες λέγοντας: Αποφασίζουμε να σας παραλάβη αμέσως ο πανεύφημος έπαρχός μας, που είναι δω, στο πολυάνθρωπο ανάκτορό του. Να σας χτυπήση με νεύρα στα μετάφρενα (τον Μάξιμο, Αναστάσιο και Αναστάσιο), και να αποκόψη από την ρίζα το όργανο της ακολασίας σας, δηλαδή την βλάσφημη γλώσσα σας, του Μαξίμου, Αναστασίου και Αναστασίου. Στη συνέχεια να κόψη με σιδερένιο μαχαίρι και την ταραχώδη δεξιά που υπηρέτησε τον βλάσφημο λογισμό σας. Μόλις δε σας αποστερήσουν αυτά τα βδελυκτά μέλη, να τα κρεμάσουν πάνω σας και να σας περιφέρουν στα δώδεκα τμήματα της βασιλίδος των πόλεων. Κατόπιν να σας παραδώση σε ισόβια εξoρία και ταυτόχρονα συνεχή φρούρησι, έτσι που συνεχώς και για όλο το χρόνο της ζωής σας να οδύρεσθε για τα βλάσφημα σφάλματά σας. Γιατί η κατάρα που εφεύρατε εναντίον μας, επέπεσε πάνω στα κεφάλια σας.
Τότε λοιπόν τους πήρε ο έπαρχος και τους τιμώρησε κόβοντας τα μέλη τους. Τέλος τους περιέφερε σ' όλη την πόλι και τους εξώρισε στην Λαζική.
(Από το τεύχος 21 του έτους 1996 του περιοδικού Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, σελίς 6-20).



8) Ἡ ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου, προώθησε τά σχέδια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί αὐτό φαίνεται καθαρά σήμερα ὅπου οἱ μεγάλοι τῆς λεγομένης νόμῳ κρατούσης ἐκκλησίας, πατριάρχες, ἀρχιεπίσκοποι κλπ. (ὅπως ὁ Χριστόδουλος τότε καί ὁ Βαρθολομαῖος τότε καί τώρα) συμπροσεύχονται μέ τούς ἀμετανόητους αἱρετικούς, τόν πάπα, τούς ἀγγλικανούς κ.ἄ. καί ἀναγνωρίζουν σ᾿ αὐτούς χάρη καί μυστήρια, ἐνῶ τά ἀμφισβητοῦν στούς ἀκραιφνεῖς ὀρθοδόξους τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου! Δηλαδή… ἔχουν μυστήρια οἱ παπικοί καί δέν ἔχουν οἱ παλαιοημερολογίτες Ὀρθόδοξοι! Αὐτή εἶναι ἡ νοοτροπία κάποιων ἐκ τοῦ νέου ἡμερολογίου…… Λησμονοῦν, δυστυχῶς, ὅτι μέ τίς ἀναγνωρίσεις τῶν αἰρετικῶν πού κάνουν, καθίστανται «ἐχθροί τοῦ Θεοῦ», ὅπως γράφει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος και το ἐπικαλεῖται ὁ Μεγάλος ἐκείνος Ὁμολογητής καί ἀτρόμητος ὑπερασπιστής τῶν ἱερῶν θεσμίων, Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: «Ἐχθρούς Θεοῦ ὁ Χρυσόστομος, οὐ μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί τούς τοιούτοις κοινωνοῦντας, μεγάλῃ καί πολλῇ τῇ φωνῇ ἀπεφήνατο». [11] Καί δέν θά πρέπει, ἐπίσης, να λησμονοῦμε αὐτό πού εἶχε πεῖ ἡ Παναγία μας, ἐμφανιζομένη στόν μοναχό λίγο πρίν τόν διωγμό ἐπί πατριάρχου Ἰω. Βέκκου (13ος αἰ.) τῶν ἀνθενωτικῶν Ἁγιορετῶν μοναχῶν: «Ἔρχονται οἱ ἐχθροί ἐμοῦ καί τοῦ Υἱοῦ μου»! ! ! Καί ἡ Θεοτόκος βεβαίως ἐννοοῦσε τόν λατινόφρονα πατριάρχη, διότι ἐκεῖνος πῆγε στό περιβόλι της καί δίωξε καί ἔκαψε καί ἔπνιξε στή θάλλασσα τούς ἀνθενωτικούς μοναχούς! Πολύ μεγάλο κακό, λοιπόν, ἡ αἵρεση, ὄντως χωρισμός Θεοῦ! Καί εἶναι πολύ κακό τό νά ἐπικοινωνεῖς πνευματικά μέ αἱρετικό! Νά γιατί οἱ τοῦ πατρίου ἑορτολογίου πιστοί ἐμμένουν στήν πιστή διατήρησή του, ὄχι γιά τίς ἡμέρες καί τίς ὧρες καί τά λεπτά, ἀλλά πρός ἀποφυγήν τῆς κατακριτέας αὐτῆς ἐπιμίξεως[12]…
9) Τό ὅλο ἡμερολογιακό ζήτημα μέ τήν ἐξέλιξή του καί τίς διαστάσεις του, ἦταν γνωστό σέ ἕναν μεγάλο θεολόγο καί πανεπιστημιακό καθηγητή, κορυφαῖο δογματολόγο τοῦ 20 αἰῶνος, τόν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη. Αὐτός, ὡς εἰδήμων περί τά θεολογικά καί ἐκκλησιολογικά, γνώριζε ὅτι ἡ ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου ἀποτελοῦσε τόν πρῶτο λίθο τοῦ οἰκοδομήματος τῆς μέσα στό πλαίσιο τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ ψυδενώσεως τῶν ἐκκλησιῶν. Γνώριζε καί τά περί διασπάσεως τῆς ἑνότητος στή Θεία Λατρεία καί ὅλους τούς πονηρούς σκοπούς καί τά ὀλέθρια ἀποτελέσματα τῆς ἡμερολογιακῆς μεταβολῆς. Καί, ἀκριβῶς ἐπειδή τά γνώριζε, εἶχε γράψει κάτι πάρα πολύ σημαντικό, τό ἑξῆς: «Τό ἡμερολογιακό, εἶναι «δογματικοκανονικόν ζήτημα»! Μποροῦν νά τόν ἀμφισβητήσουν οἱ τοῦ νέου ἡμερολογίου, ὅσοι ἀποκαλοῦν τούς παλαιοημερολογίτες σχισματικούς, αἱρετικούς, ἀνιέρους καί ἐκτός Ἐκκλησίας;;;;
10) Ἐπίσης, τά ἱστορικά γεγονότα καί τό ὅλο πλαίσιο τοῦ θέματος, τυγχάνουν γνωστά στόν διακεκριμένο καί πασίγνωστο πρωτοπρεσβύτερο καί ὁμότιμο καθηγητή τοῦ πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, π. Γεώργιο Μεταλληνό, ὁ ὁποῖος εἶπε πολλές φορές δημοσίως, ὅτι οἱ τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου εἶναι σωστοί κατά πάντα ἐφόσον ἀποτελοῦν μία τροχοπέδη (φρένο) στήν πορεία τῆς Ἐλλαδικῆς ἐκκλησίας πρός τόν Οἰκουμενισμό. (Προσωπικά δέ, στήν ἐλαχιστότητά μου, τό ἔχει πεῖ πολλές φορές). Ἐπίσης, ὁ ἴδιος, στό βιβλίο του «ΦΩΤΑ ΚΑΙ ΦΩΣ», γράφει ὅτι ἡ ἡμερολογιακή ἀλλαγή ἔγινε γιά τήν προώθηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.[13] (Πλήρης δικαίωση καί ἀναγνώριση τοῦ τιμίου ἁγῶνος τῶν παλαιοημερολογιτῶν)! Ποιός μπορεῖ νά ἀμφισβητήσει τά λόγια τοῦ κορυφαῖου θεολόγου καί ἱστορικοῦ τῶν ἡμερῶν μας;
11) Οἱ καινοτόμοι ἀποκαλοῦν τούς ἐμμένοντες στά παραδεδομένα «παλαιοημερολογίτες», δηλαδή….παλαιούς, ἐπειδή δέν δέχτηκαν να ἀκολουθήσουν κάτι νέο, κάτι τό καινούργιο, ἐν προκειμένῳ τήν καινοτομία. Ὡραῖο σκεπτικό! Δέν εἶναι δυνατόν ὅμως κάθε φορά πού «ἀνανεώνονται» αὐτοί, νά «παλαιώνουμε» ἐμεῖς! Διότι μέ τή λογική αὐτή, ἐπειδή λ.χ. οἱ τοῦ νέου ἔχουν καινοτομήσει ἐν πολλοῖς καί στήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου τῆς Βαπτίσεως καί σέ πολλούς ναούς σήμερα τελεῖται παπικό ράντισμα «δι᾿ ἐπιχύσεως», θά πρέπει οἱ τοῦ παλαιοῦ, οἱ ὁποῖοι βαπτίζουν ὀρθόδοξα καί κανονικά, νά ὀνομαστοῦν….παλαιοβαπτιστές! Ἀνάλογος χαρακτηρισμός θα πρέπει νά ἀποδοθεῖ σέ ὅσους σήμερα ἀρνοῦνται νά δεχτοῦν τίς καινοτομίες τῶν ἐπιχειρουμένων μεταφράσεων τῶν λειτουργικῶν μας κειμένων (βλ. Βόλος, Ἀκαδημία θεολογικῶν σπουδῶν, ἤ μᾶλλον…Ἀκαδημία θεολογικῆς ἐκμαυλίσεως…), ἤ τῆς ἐξαγγελομένης μεταπατερικῆς θεολογίας (βλ. καί πάλι Βόλος) κοκ.!



12) Κάποιοι θερμοί «ἀπολογητές» τῆς ἑορτολογικῆς καινοτομίας, στήν προσπάθειά τους νά δικαιολογήσουν τά ἀδικαιολόγητα, προβάλλουν μέ τήν τέχνη τῆς σοφιστείας διάφορα ἐπιχειρήματα, τά ὁποῖα γιά τό στενό τοῦ χώρου δέν ἀναφέρουμε, ἀλλά ἔχουν ἤδη ἀπαντηθεῖ κατά κόρον σέ πολλές μελέτες, κείμενα κλπ. ἀπό πολλούς συγγραφεῖς. Δέν πειράζει ὅμως! «Οἶδεν ἡ ἀλήθεια διωκομένη τρανοτέρως φαίνεσθαι», θά μᾶς πεῖ ὁ Ἅγιος και Ὁμολογητής Ταράσιος![14] Οἱ γνωστοί μεγάλοι…συνήγοροι τῆς ὄντως κατακεκριμμένης μεταρρυθμίσεως, στούς ὁποίους στηρίζονται οἱ νεώτεροι, εἶναι οἱ ἀρχιμανδρίτες (πρό ἐτῶν μεταστάντες) Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος καί Ἰωήλ Γιαννακόπουλος, σοφοί κατά τά ἄλλα, ἀλλά τραγικά σφάλλοντες περί τό ἡμερολογιακό. Τούς θεωροῦν πολλοί ὡς…ἀλάθητους, ὅπως καί κάποιους γέροντες οἱ ὁποίοι τοποθετήθηκαν λανθασμένα στό συγκεκριμένο ζήτημα, ἀπό ἄγνοια ἤ ἄλλους ἄδηλους λόγους, γνωστούς μόνο στόν Θεό. Καί τούς θεωροῦν ὡς αὐθεντίες! «Τό εἶπε ὁ τάδε πατήρ, ἦταν ἅγιος» κλπ. Τά μεμονωμένα πρόσωπα ὅμως δέν εἶναι δυνατόν νά μή σφάλλουν ἐνίοτε καί νά μήν πλανῶνται, ὅση σοφία καί ἄν διαθέτουν! Καί ἅγιοι ἀκόμη ἔσφαλαν, ὡς ἄνθρωποι, διότι οἱ ἄγιοι δέν ἦσαν ἀλάθητοι ἀλλά ἦσαν ἀπλανεῖς. Μόνο ἡ Ἐκκλησία στό σύνολό της δέ σφάλλει, ὅταν ἐκφράζεται ἀπό Οἰκουμενικές Συνόδους. Καί ἡ Ἐκκλησία περί τοῦ συγκεκριμένου θέματος ἔχει ἀποφανθεῖ διαχρονικά. Δέν στηριζόμαστε λοιπόν στά μεμονωμένα πρόσωπα, ἀλλά στήν Ἐκκλησία καί ἐμπιστευόμαστε τά πρόσωπα ὅταν αὐτά ἐκφράζουν τήν Ἐκκλησία διαχρονικῶς. Πέραν, ὅμως, τῶν 2 προαναφερθέντων ἀρχιμανδριτῶν, τό 1982 συνέγραψε καί ὁ Χριστόδουλος, ὡς Μητροπολίτης Δημητριάδος τή γνωστή Διατριβή του περί τοῦ ἡμερολογιακοῦ, μέ τίς πολλές παραποιήσεις τῆς ἀλθείας καί τά αὐθαίρετα δικά του συμπεράσματα ἐπί τοῦ θέματος. Τήν ἐν λόγῳ διατριβή χαρακτηρίζει πλῆθος παραπομπῶν καί πενία ἐπιχειρημάτων, ὅπως εὔστοχα ἔχει γραφεῖ…Τά ἀνεπέρειστα ἐπιχειρήματα τῶν συνηγόρων τῆς ἑορτολογικῆς καινοτομίας, κατατιθέντα σέ διάφορα πονήματα, ἔχουν…….πολλάκις καί πλειστάκις ἀναιρεθεῖ. [15]
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Ἡ ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου ἔγινε παράνομα και ἀντικανονικά, προωθήθηκε ἀπό μασόνους καί Οἰκουμενιστές, καί ἐπεβλήθηκε ἐπαναστατικά, ἀφοῦ ἀγνοήθηκαν οἱ ἄλλες αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες καί τά πατριαρχεία. Ἡ ἡμερολογιακή καινοτομία, διέσπασε καί κατέλυσε τήν δισχιλιετή σχεδόν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας στή Θεία Λατρεία, προώθησε τά σχέδια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τῆς πανθρησκείας (ἡ ὁποία θά ἔχει ἀρχηγό τόν..ἀντίχριστο), ἄνοιξε τήν πόρτα καί γιά πολλές ἄλλες μεταρρυθμίσεις καί νεωτερισμούς πού ἤδη σήμερα βλέπουμε νά ἐνεργοῦνται καί γενικά ἔφερε «τά πάνω κάτω» κατά τό κοινῶς λεγόμενο στήν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα καί στήν ἀπανταχοῦ Ὀρθοδοξία. Οἱ ἀκολουθοῦντες (μέ πολλές στερήσεις, παλαιά καί μέ διωγμούς καί ποικίλες δυσκολίες), τό παλαιό ἡμερολόγιο, ἦταν καί εἶναι λίγοι μέν (στήν Ἐλλάδα λίγοι, στόν κόσμο πάρα πολλοί), ἀλλά, εὐτυχῶς, εἶδαν καί διέγνωσαν μέ τό ὀρθόδοξο αἰσθητήριό τους ἀπό τότε τήν ἐπερχόμενη προδοσία! Καί γι᾿ αὐτό, μέ τή χάρη καί τό φωτισμό τοῦ Παναγίου Θεοῦ, ἀντέδρασαν δυναμικά καί φώναξαν τό 1924 μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους προφητικά: «μᾶς φράγκεψαν, μᾶς φράγκεψαν»! ! !
ΤΕΛΙΚΑ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΩΣΕ ! ! !
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ
Από το νέο βιβλίο του Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου με τίτλο "π. Ιωάννης Ρωμανίδης, ένας κορυφαίος δογματικός θεολόγος της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας" παραθέτουμε ένα απόσπασμα επιστολής του π. Ιωάννη προς τον π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ, με ημερομηνία 28 Μαΐου 1958, περί των παλαιοημερολογιτων:

"Υπάρχουν πάνω από ένα εκατομμύριο παλαιοημερολογίτες στην Ελλάδα που υφίστανται εξευτελιστικές διώξεις. Στην πραγματικότητα είναι οι αληθινοί ευλαβείς Ορθόδοξοι με την παραδοσιακή έννοια του όρου, τηρούν όλες τις εορτές και τα λειτουργικά έθιμα πολύ πιστά. Στα σπίτια τους βρίσκει κανείς την Φιλοκαλία και όλες τις υπέροχες μεταφράσεις των Πατέρων που έγιναν τον περασμένο αιώνα. Στα σπίτια των ευσεβών της επίσημης Εκκλησίας βρίσκει κάποιος τον Guardini, τον (1 λέξη), τον Holzner, τον Pascal, κλπ., αλλά ούτε έστω και έναν Πατέρα της Εκκλησίας".

[1] Ἀναφορικά με τον Οἰκουμενισμό, ὑπάρχει πολύ πλούσια βιβλιογραφία, ὅλο καί αὐξανόμενη, στήν ὁποία μπορεῖ κάθε ἐνδιαφερόμενος νά προστρέξει.

[2] Ὁ καθηγητής Ἀνδρέας Θεοδώρου ἔγραφε δικαίως ὅτι «ὁ Οἰκουμενισμός, τό φοβερόν τοῦτον θηρίον τῆς Ἀποκαλύψεως, τό δικέφαλον ἐκκλησιολογικόν τέρας, περισφίγγει ἀσφυκτικῶς διά τῶν πλοκάμων του ὁλόκληρον τό ἄχραντον Σῶμα τῆς Ὀρθοδοξίας»…

[3] Ὁ μακαριστός Γέροντας, στό βιβίο του «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός», ἐκδ. Ὀρθόδ. Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1974 γράφει: «Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς ψευδοχριστιανούς, διά τάς ψευδεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης»…

[4] Ἡ κακόδοξη ἐγκύκλιος τοῦ 1920 πού ἀποτελεῖ τόν «καταστατικόν χάρτην» τῶν οἰκουμενιστῶν,κατά τά πρῶτα χρόνια τῆς ἑορτολογικῆς μεταβολῆς ἦταν ἄγνωστη στό λαό, ὅπως καί οἱ πραγματικές προθέσεις τῶν καινοτόμων νεωτεριστῶν. Γιά τό λόγο αὐτό, καί στά συγγράμματα καί τίς ἐγκυκλίους τοῦ ἀοιδίμου ἐκείνου ὁμολογητοῦ ἱεράρχου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου Καβουρίδου (+1955), δέν ὑπῆρχαν σχετικές ἀναφορές, ἀλλά τό ὅλον θέμα ἑστιάζετο μόνο στό σοβαρό ζήτημα τῆς διασπάσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος, πού ἔγινε ἀπό πλευρᾶς τῶν μεταρρυθμιστῶν. Ἡ ἐγκύκλιος πρωτοδημοσιεύεται τό ἔτος 1965 στά «Δογματικά καί Συμβολικά μνημεῖα» τοῦ καθηγητοῦ Ἰω. Καρμίρη καί στή συνέχεια ἀρχίζει ἡ ἀλυσίδα τῶν προδοσιῶν, μέ τήν ἄρση τῶν ἀναθεμάτων τῶν παπικῶν ἀπό τόν πατριάρχη Ἀθηναγόρα, τή συμμετοχή τῆς καινοτόμου ἐκκλησίας στό Π.Σ.Ε. (Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν, δηλ. αἱρέσεων καί ἀθέων διδασκαλιῶν) καί φθάνουμε στή σημερινή δεινή κατάσταση μέ τίς συμπροσευχές τοῦ Βαρθολομαῖου (καί ἄλλων) μέ τόν Πάπα καί τή μετάδοση τῆς νόσου τῆς αἱρέσεως μέσῳ τῶν Μυστηρίων σέ ὅσους ἐπικοινωνοῦν μαζί του, κληρικούς καί λαϊκούς κλπ. Ὅλα ἔλαβαν χώρα μεθοδικά καί σήμερα ἔχουν πλέον τά πάντα ἀποκαλυφθεῖ. Ἔγιναν γνωστοί οἱ σκοποί καί οἱ προθέσεις τῶν προδοτῶν… καί ὁ κάθε νουνεχής ἀντιλαμβάνεται τήν τραγική κατάληξη, ἡ ὁποία συνίσταται σέ μία ἄμβλυνση τῶν ὀρθοδόξων αἰσθητηρίων καί σέ ἕναν πνευματικό «Μιθριδατισμό» τῶν πιστῶν, διά τῆς σταδιακῆς πόσεως τοῦ δηλητηρίου τῆς αἱρέσεως σταδιακά…

[5] Βλ. Δοσιθέου Ἱεροσολύμων Ἐκκλησιαστική ἱστορία, Βιβλίο Ι΄ Κεφ. Γ ΄Μέρος Α΄.

[6] Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ἡ «σφραγίς τοῦ Πνεύματος» γράφει χαρακτηριστικά σέ μία ἐπιστολή του ὅτι «ἐν τοῖς θεολογικοῖς καί ἐκκλησιαστικοῖς ζητήμασι ἰσχύει ἡ τῶν ἁγίων πατέρων καί τῆς ἱερᾶς συνόδου βουλή».

[7] Βλ. Ἀρχιμ. Θεοκλήτου Στράγκα, «Ἐκκλ. Ἐλλάδος Ἐκκλ. Ἱστορία», τόμ. Γ΄, σελ. 1533 -1534 καί 1646 -1647.

[8] Αὐτά τά περί τοῦ κακοῦ τέλους τῶν μεταρρυθμιστῶν, πρωτοδημοσίευσε ὁ μακαριστός ἐνάρετος Γέροντας τῆς Πάρου π. Φιλόθος Ζερβάκος. Βλ. «Τό νέον ἡμερολόγιον καί οἱ καρποί του,σελ. 34. Ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος , λέει, σέ στιγμές μεταμελείας χτυποῦσε την κεφαλή του μέ τά δύο του χέρια καί ἔλεγε: «Νά μήν τό ἔσωνα,νά μήν τό ἔσωνα. Αὐτός, αὐτός, ὁ διεστραμμένος ὁ Μεταξάκης μέ πῆρε στό λαιμό του»…

[9] Βλ. ἱερομ. Θεοδωρήτου (+2007), «’Ορθοδοξία πολεμουμένη», Ἀθῆνα 2007,σελ. 97: «Δυστυχῶς, αὐτή ἡ ὑποτίμησις τοῦ ὁμολογιακοῦ χαρακτῆρος τῆς Ὀρθοδοξίας κορυφώθηκε μέ τήν ἀρχή τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος διά τῶν θρησκευτικῶν ἀδελφοτήτων. Ἀπό τήν δεκαετία τοῦ 1960, μέλη τῶν ἀνωτέρω ὀργανώσεων κατέλαβαν σιγά –σιγά τάς ἠγουμενίας ἱερῶν Μονῶν τοῦ Ἄθωνος, μέ ἀποτέλεσμα νά μεταφυτευθῆ ἡ τακτική καί ψυχολογία τους στόν ἱερό χῶρο. Ἔτσι φθάσαμε στη σημερινή τραγωδία, ὁ μέν ἐπίσκοπος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ν᾿ ἀγκαλιάζη καί νά ἐπαινῆ τούς αἱρετικούς, οἱ δέ Ἁγιορεῖται νά τόν ἀκολουθοῦν…μετά πάσης εὐλαβείας, δώκοντες συγχρόνως τους ἀντιπατριαρχικούς ζηλωτάς»…

[10] Βλ. Δοσιθέου Ἱεροσολύμων Ἐκκλησιαστική ἱστορία, Βιβλίον ΙΑ΄, Κεφ. ΙΑ΄.

[11] Βλ. Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου Ἐπιστ. ΛΘ΄, MPG. 99, 1049D.

[12] Γιά τό λόγο αὐτό ἄλλωστε, οἱ ἀκολουθοῦντες τά πάτρια, ἀρνοῦνται τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ὅσες ἐκκλησίες συμμετέχουν ἀμέσως ἤ ἐμμέσως στήν οἰκουμενική κίνηση, ἀνεξάρτητα μέ τό ποιό ἡμερολόγιο ἀκολουθοῦν.

[13] Βλ. πρωτοπρεσβυτέρου Γ. Μεταλληνοῦ, «Φῶτα καί φῶς», ἐκδ. ΑΘΩΣ, σελ. 42.

[14] Βλ. Πρακτικά Ζ΄ Οἰκουμ. Συνόδου.

[15] Βλ. Θεοδωρήτου ἱερομονάχου Τό ἀντίδοτον, Ἀθῆνα 1991, Αὐγουστῖνου μοναχοῦ - Ἁγιοβασιλειάτου, Μελέτη: «Τό ἡμερολογιακόν σχίσμα ἀπό ἱστορικῆς καί κανονικῆς ἀπόψεως ἐξεταζόμενον», σελίδες 477 κ.ἄ.

Φοβερή η οπτασία του Αγίου Αντωνίου για τους αιρετικούς: Άλογα κτήνη γύρω απο την Αγία Τράπεζα.

Φοβερή η οπτασία του Αγίου Αντωνίου για τους αιρετικούς: Άλογα κτήνη γύρω απο την Αγία Τράπεζα.


Είναι όντως φοβερό το όραμα που είδε ο Άγιος Αντώνιος σχετικά με την παρουσία αιρετικών μέσα σε ορθόδοξους ναούς. Το όραμα αυτό αιτιολογεί, εξηγεί παραστατικά για ποιο λόγο οι Άγιοι Πατέρες απαγορεύουν με συνοδικούς κανόνες την είσοδο αιρετικών σε καθαγιασμένους χώρους, την συμμετοχή τους σε ακολουθίες και λειτουργίες, τις συμπροσευχές και τα συλλείτουργα. Οι αιρετικοί μη δεχόμενοι την διδασκαλία της Εκκλησίας, των Αποστόλων και των Αγίων, επηρεάζονται από τους δαίμονες και τον πατέρα τους τον διάβολο, στην προβολή πλανεμένων απόψεων. Γι' αυτό και η διδασκαλία τους «μάλλον άγονος και άλογος και διανοίας εστίν ουκ ορθής, ως η των ημιόνων αλογία».
ΘΕΟΦΑΝΙΑ 2013 ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΝΗΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Το Σάββατο 6 Ιανουαρίου( 19/1 με το παπικό ημερολόγιο) η ορθόδοξος εκκλησία εορτάζει τα άγια Θεοφάνια !!
Στον ιερό ναό του αγίου Γεωργίου της γνησίας ορθοδόξου εκκλησίας ( Κωνσταντινουπόλεως 174 Χαριλάου Θεσσαλονίκη τηλ. 2310-300 177) θα τελεσθεί ο όρθος των Θεοφανίων και η θεια λειτουργία υπό του παναγιότατου μητροπολίτου της ορθοδόξου εκκλησίας Γ.Ο.Χ.. κ.κ. Χρυσοστόμου. Από τις 06.00 εως 10.30 π.μ.
Κατόπιν ο παναγιότατος και οι πιστοί θα μεταβούν εν πομπή δια της οδού 25ης Μαρτίου στην θαλάσσια περιοχή παρά το μέγαρο μουσικής –ποσειδώνιο Θεσσαλονίκης όπου θα τελεσθεί η κατάδυσης του τιμίου σταυρού ο αγιασμός των υδάτων και η εκφώνησης του πανηγυρικού λόγου της ημέρας από τον παναγιότατο κ.κ.. Χρυσόστομο στις 11.00 π.μ.

Η ειρήνη στην οικογένεια.



Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει ὅτι ὅταν ὑπάρχει εἰρηνική συμβίωση, τότε δέν ἐπιτρέπει, αὐτή ἡ εἰρηνική συμβίωση, νά εἰσχωρήσει τίποτα δυσάρεστο στήν οἰκογενειακή ζωή. Ἀκόμη καί ὅταν ὑπάρχουν πολλές ἐξωτερικές δυσκολίες, αὐτές δέν εἰσχωροῦν μέσα στό σῶμα τῆς οἰκογένειας.
Ὅταν ἔχουν εἰρήνη ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα πρῶτα μέσα τους καί κατόπιν μεταξύ τους, αὐτό τούς προφυλάσσει ἀπό τήν ἁμαρτία. Ὁ ἕνας βοηθεῖ τόν ἄλλο, ὥστε νά μήν διαταραχθεῖ ἡ ἐσωτερική οἰκογενειακή εἰρήνη ἀκόμη καί ἄν μύρια κύματα ὑπάρχουν ἐξωτερικά.

Ἄν ὅμως μεταξύ τῶν συζύγων ὑπάρχει φιλονεικία, ὑπάρχει μιά ἀντιπαράθεση, μιά διαμάχη, τότε αὐτή ἡ ταραχή ἐξαπλώνεται καί στά ὑπόλοιπα μέλη τῆς οἰκογένειας. Ταράζονται τά παιδιά καθώς καί ὅποιοι ἄλλοι συμβιώνουν μέ τό ταραγμένο ζεῦγος (παπποῦδες, γιαγιάδες κ.λ.π.).
Βασική αἰτία τῆς ἀκαταστασίας στήν οἰκογένεια, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶναι ἡ ὑπερβολική καί ἀγωνιώδης μέριμνα γιά τίς βιοτικές ἀνάγκες.
Προσέξτε τίς λέξεις: ὑπερβολική μέριμνα καί ἀγωνιώδης. Μέριμνα θά πεῖ φροντίδα, ὑπερβολική ἀγωνιώδης φροντίδα.
Ἡ φροντίδα, ἡ ὁποία ἔχει μέσα της ἀγωνία εἶναι αἰτία ταραχῆς. Ἡ μέριμνα εἶναι ἕνα μεγάλο λάθος. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε:«Μήν μεριμνᾶτε, μήν ἔχετε φροντίδα γιά τίποτα ἐκτός ἀπό τήν Βασιλεία Μου». Μάλιστα μᾶς τόνισε νά μήν ἔχουμε ποτέ ἀγωνία.
Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι θά γίνουμε ὀκνηροί, ὅτι θά γίνουμε ἀδιάφοροι καί δέν θά κάνουμε αὐτά πού πρέπει, αὐτά πού μᾶς πληροφορεῖ ἡ λογική. Ἀντίθετα θά κάνουμε ὅ,τι πρέπει ἀλλά χωρίς ἄγχος, χωρίς ἀγωνία. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι πρέπει νά ζητᾶμε συνεχῶς τήν Βασιλεία Του καί τήν δικαιοσύνη Του (δηλ. τήν σύνολη ἀρετή). Γιά ὅλα τά ὑπόλοιπα, τά βιοτικά θά φροντίσει Ἐκεῖνος.
Ἐμεῖς θά προσπαθήσουμε νά Τόν ἔχουμε Βασιλιά μέσα μας καί Ἐκεῖνος θά μᾶς προσθέσει ὅλα αὐτά τά γήινα, πού σάν ἄνθρωποι γνωρίζει ὅτι χρειαζόμαστε: Τί θά φᾶμε δηλαδή, τί θά πιοῦμε, πῶς θά ἔχουμε χρήματα, ἄν θά ἔχουμε χρήματα κλπ., κλπ.
Ἐμεῖς ἄς ζητᾶμε πάντοτε νά γίνεται τό θέλημά Του καί νά ἐπικρατεῖ ἡ ἀρετή στή ζωή μας, καί Ἐκεῖνος θά μᾶς δώσει ἕτοιμα ὅλα ὅσα χρειαζόμαστε γιά τήν βιολογική μας συντήρηση.
«Ὁ συνήθης λόγος διαπληκτισμοῦ καί φιλονικίας εἶναι ὁ ἐγωισμός καί τό ἴδιο θέλημα».
Πόσο σοφά εἶναι αὐτά πού λέει ὁ Ἅγιος! …
Ὁ ἐγωισμός καί τό ἴδιο θέλημα. Ὅταν ὁ καθένας κρατάει τό θέλημά του πεισματικά, «στήνει» τό θέλημά του, τό γεγονός αὐτό εἶναι αἰτία διαπληκτισμοῦ καί ταραχῆς.
Ὅλοι ξέρουμε πόσο εὔκολο, εἶναι νά συμβεῖ αὐτό μέσα στήν οἰκογένεια. Ὅταν ὁ καθένας ἐμμένει στό θέλημά του, τότε συμβαίνει αὐτός ὁ διαπληκτισμός, αὐτός ὁ «τσακωμός», ὅπως τόν λέμε.
Γι’ αὐτό ἐκεῖ, ὅπου δέν ὑπάρχει τό «ἴδιον θέλημα», ἐπικρατεῖ ὁμόνοια καί εἰρήνη.
-Βλέπετε πῶς ἡ οἰκογένεια μοιάζει πάρα πολύ μέ ἕνα μικρό μοναστηράκι;
Ὅπως στο μοναστήρι τό πρῶτο πού ζητιέται εἶναι ἡ ὑπακοή -δηλαδή τό νά μήν ἔχει κανείς δικό του θέλημα- τό ἴδιο εἶναι ἀπαραίτητο καί μές τήν οἰκογένεια: Νά μάθει καί ὁ ἄντρας νά μήν ἔχει δικό του θέλημα καί ἡ γυναῖκα ἐπίσης, νά μήν ἔχει δικό της θέλημα. Θά πρέπει καί οἱ δυό νά κάνουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν λοιπόν καί ὁ ἄντρας καί ἡ γυναίκα προσπαθοῦν νά κόβουν τό δικό τους θέλημα καί νά κάνουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε τί γίνεται; Ἔχουν καί οἱ δυό τό ἴδιο θέλημα, ὁπότε δέν ὑπάρχει «τσακωμός».
Ἀντίθετα ὅταν ὁ καθένας κρατάει τό δικό του θέλημα, πάντα ὑπάρχει μιά αἰτία καί μιά συνεχής κατάσταση ἔντασης καί ἐκνευρισμοῦ. Σέ μία τέτοια οἰκογένεια, ὁ καθένας προσπαθεῖ νά ἐπιβάλει τό θέλημά του στόν ἄλλον, νά ἔχει «τό πάνω χέρι» ὅπως λέμε, νά κάνει τό «κουμάντο». Καί εἶναι ἐγωισμός βέβαια αὐτό, ἀλλά εἶναι καί μιά μόνιμη αἰτία ταραχῆς καί τσακωμοῦ.
Ἡ ἀγάπη καί ἡ συμφωνία τῶν συζύγων, ἀποτελεῖ βασική προϋπόθεση γιά τήν εὐημερία ὅλης τῆς οἰκογένειας. Ἄν οἱ γονεῖς δέν εἶναι ἀγαπημένοι, τότε ὅλη ἡ οἰκογένεια δέν πάει μπροστά. Τότε καί τά παιδιά δέν αἰσθάνονται καλά, ἀλλά καί οἱ σύζυγοι δέν χαίρονται τήν ζωή τους.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, προβάλει τήν ἑνότητα τῆς ψυχῆς μέ τό σῶμα, σάν πρότυπο ἑνότητας τοῦ ἄνδρα μέ τήν γυναῖκα. Πῶς εἶναι ἑνωμένη, λέει, ἡ ψυχή μέ τό σῶμα, ἔτσι πρέπει νά εἶναι ἑνωμένος ὁ ἄνδρας μέ τήν γυναῖκα.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς διδάσκουν ὅτι ἡ ψυχή δέν εἶναι μέσα στό σῶμα, ἀλλά τό σῶμα εἶναι μέσα στήν ψυχή. Δηλαδή ἡ ψυχή ἀγκαλιάζει τό σῶμα. Ἔτσι πρέπει νά εἶναι καί ἡ σχέση τοῦ ἄνδρα μέ τήν γυναῖκα.
Ψυχή καί σῶμα εἶναι ἀδιάσπαστα. Τό μόνο πού τά χωρίζει εἶναι ὁ θάνατος. Ὁ θάνατος εἶναι, πού χωρίζει καί τόν ἄνδρα ἀπ΄ τήν γυναίκα.
Στό πλαίσιο μιᾶς τέτοιας ἑνότητας εἶναι ἀδιανόητη ἡ διά¬σταση καί ἡ διαμάχη. Ὅπως εἶναι ἀδιανόητο, εἶναι ἀδύνατο τό νά σκεφτεῖς ὅτι ἡ ψυχή πολεμάει τό σῶμα ἤ τό σῶμα τήν ψυχή.

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΑ ΘΕΟΦΑΝΙΑ - ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
 
ΓΝΗΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ  ΘΕΟΦΑΝΙΑ 2013 
6/1/13-19/1/13 ν.η.

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΑ ΘΕΟΦΑΝΙΑ

Ο Χριστός γεννάται, ας τον δοξάσετε· ο Χριστός έρχεται από τους ουρανούς, προϋπαντήστε τον· ο Χριστός βρίσκεται στη γη,υψωθείτε. «Δοξολογήστε τον Κύριο, όλη η γη· και, για να τα πω και τα δύο με μία λέξη, ας ευφρανθούν οι ουρανοί και ας νιώσει αγαλλίαση η γη για τον ουράνιο ο οποίος έγινε επίγειος. Ο Χριστός σαρκώθηκε, νιώστε αγαλλίαση από χαρά και τρόμο. Από τρόμο εξαιτίας της αμαρτίας· από χαρά εξαιτίας της ελπίδας. Ο Χριστός γεννήθηκε από την Παρθένο. Γυναίκες·, παραμένετε παρθένοι για να γίνετε μητέρες του Χριστού. Ποιός δεν αποδίδει λατρεία σ’ εκείνον που υπήρχε απ’ την αρχή; Ποιός δεν δοξολογεί εκείνον που εμφανίστηκε τώρα τελευταία;



 Πάλι διαλύεται το σκοτάδι, πάλι εμφανίζεται το φως… Ο λαός, ο οποίος κάθεται στο σκοτάδι ας δει το λαμπρό φως της κατανοήσεως των θείων μυστηρίων. «Τα παλαιά έχουν περάσει· όλα έχουν γίνει νέα». Το γράμμα υποχωρεί ενώ το πνεύμα αναδεικνύεται. Οι σκιές απομακρύνονται και έρχεται στη θέση τους η αλήθεια. Ο τύπος του Μελχισεδέκ εκπληρώνεται. Ο αμήτωρ γίνεται απάτωρ. Ήταν αμήτωρ προηγουμένως και τώρα γίνεται απάτωρ. Οι φυσικοί νόμοι καταλύονται. Ο ουράνιος κόσμος πρέπει να συμπληρωθεί. Ο Χριστός διατάζει, ας μην αντιστεκόμαστε. «Όλοι οι λαοί χειροκροτείστε» επειδή γεννήθηκε σε μας παιδί, μας δόθηκε υιός, στους ώμους του οποίου βρίσκεται η εξουσία (διότι εξυψώνεται μαζί με το σταυρό) και ονομάζεται «αγγελιαφόρος μεγάλης θελήσεως» (της θελήσεως του Πατέρα). Ο Ιωάννης θα βροντοφωνήσει: «ετοιμάστε το δρόμο του Κυρίου»! Και εγώ θα διαλαλήσω τη σημασία της ημέρας: Ο άσαρκος παίρνει σάρκα. Ο Λόγος ενώνεται με την ύλη. Ο αόρατος γίνεται ορατός. Εκείνος τον οποίον δεν μπορούσε να αγγίσει κανείς, μπορεί να ψηλαφηθεί. Ο άχρονος αποκτά αρχή. Ο Υιός του Θεού γίνεται Υιός ανθρώπου, «ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος ήταν χθες, είναι σήμερα και θα παραμείνει ο ίδιος στους αιώνες»…




 Σήμερα η πανήγυρις είναι τα Θεοφάνια, δηλαδή η Γέννηση. Διότι λέγονται και τα δύο, επειδή για ένα και το αυτό πράγμα υπάρχουν δύο ονόματα. Διότι ο Θεός φανερώθηκε στους ανθρώπους με τη γέννηση. Και υπήρχε μεν πριν, και υπήρχε πάντοτε, προερχόμενος από αυτόν που πάντοτε υπήρχε, πάνω από κάθε αιτία και λογική (επειδή δεν υπήρχε λόγος ανώτερος από το Λόγο), αλλά μετά πήρε σώμα για χάρη μας, για να μας χαρίσει την ευτυχισμένη ύπαρξη, εκείνος ο οποίος μας έδωσε την ύπαρξη, ή, καλύτερα, για να μας επαναφέρει με τη σάρκωσή του στην ευτυχισμένη ύπαρξη από την οποίαν είχαμε απομακρυνθεί εξαιτίας της κακίας μας. Και στην μεν εμφάνιση δίνεται το όνομα Θεοφάνια, στη γέννηση, Γενέθλια.





 Αυτό είναι για μας το νόημα της πανηγύρεως και αυτό εορτάζουμε σήμερα: Τον ερχομό του Θεού στους ανθρώπους, για να έλθουμε να μείνουμε κοντά στο Θεό, ή για να επανέλθουμε (διότι έτσι νομίζω ότι είναι σωστότερο να λεχθεί), για να ενδυθούμε τον νέον άνθρωπο, αφού εγκαταλείψουμε τον παλαιό. Και όπως έχουμε πεθάνει μαζί με τον Αδάμ, έτσι ας ζήσουμε μαζί με τον Χριστό. Ας γεννηθούμε μαζί του, ας συσταυρωθούμε και ας ταφούμε μαζί του, για ν’ αναστηθούμε με την ανάστασή του. Διότι πρέπει να υπομείνω την αντίστροφη πορεία, η οποία οδηγεί στο αγαθό. Και όπως από τα πιο ευχάριστα ήλθαν τα δυσάρεστα, έτσι και από τα δυσάρεστα να επανέλθουν τα πιο ευχάριστα. «Διότι εκεί που αυξήθηκε σημαντικά η αμαρτία, εκεί δόθηκε πλουσιοπάροχα και η χάρη». Και αν η γεύση έφερε την καταδίκη, δεν δικαίωσε, περισσότερο το πάθος του Χριστού; Ας εορτάσουμε επομένως όχι με δημόσιες πανηγύρεις, αλλά με τρόπο θεϊκό. Όχι με τρόπο κοσμικό, αλλά με τρόπο υπερκόσμιο. Όχι τα δικά μας, αλλά περισσότερο τα του Κυρίου. Όχι τα σχετικά με την ασθένεια, αλλά τα σχετικά με τη θεραπεία. Όχι τα της δημιουργίας, αλλά τα της αναδημιουργίας…



 Εμείς δε οι οποίοι προσκυνούμε τον Λόγο, ακόμη και αν θα πρέπει να απολαύσουμε κάτι, ας το απολαύσουμε με τη λογική και το θείο νόμο και με αφηγήσεις αναφερόμενες και σε άλλες αλλά και στη σημερινή πανηγύρι , για να είναι αρμόζουσα η απόλαυση και να μην απομακρύνεται από εκείνον που μας έχει συγκεντρώσει για να πανηγυρίσουμε… Καθαρίστε για χάρη μου και το νου και την ακοή και τη διάνοια, όσοι ασχολείστε με αυτά τα πράγματα (επειδή ο λόγος αναφέρεται στο Θεό και είναι θείος), για να αναχωρήσετε αφού θα έχετε ασχοληθεί πραγματικά με εκείνα τα οποία δεν τελειώνουν ποτέ. Θα είναι δε ο λόγος μου πλήρης αλλά συγχρόνως πολύ σύντομος, ώστε, ούτε να σας λυπήσει με τις ελλείψεις του, ούτε και να γίνει ανιαρός εξαιτίας του κορεσμού, που τυχόν θα σας έφερνε.




 Ο Θεός υπήρχε μεν πάντοτε και υπάρχει, ή, καλύτερα, υπάρχει πάντοτε. Διότι το «υπήρχε» και «θα υπάρχει», είναι τμήματα του χρόνου και της φθαρτής φύσεώς μας. Ο όρος όμως «ο υπάρχων» εκφράζει το αιώνιο, και με αυτόν αυτοτιτλοφορείται όταν εμφανίζεται στον Μωϋσή πάνω στο όρος. Διότι έχει συγκεντρώσει και διατηρεί όλη την «ύπαρξη», η οποία ούτε άρχισε ποτέ, ούτε και θα λήξει ποτέ, σαν κάποιος απέραντος και απεριόριστος ωκεανός ουσίας, ο οποίος ξεπερνά κάθε έννοια και του χρόνου και της φύσεως, και ο οποίος μπορεί να σκιαγραφηθεί κάπως μόνο με το νου. Και από αυτόν πάλι μόνο πολύ αμυδρά και περιορισμένα, όχι από την ουσία του, αλλά από εκείνα τα οποία βρίσκονται γύρω του, για να σχηματισθεί από την συγκέντρωση των διαφόρων εξωτερικών φαινομένων μία κάποια εικόνα της αλήθειας, η οποία χάνεται προτού προλάβουμε να την κρατήσουμε, και εξαφανίζεται προτού μπορέσουμε να την συλλάβουμε με το νου. Η εικόνα δε αυτή λάμπει στο νου μας, και μάλιστα μόνον όταν αυτός είναι καθαρός, όπως η αστραπή που διαρκεί ελάχιστα. Νομίζω δε (ότι γίνεται αυτό) από την μια μεριά μεν για να προσελκύει με εκείνο που μπορεί να γίνει κατανοητό (διότι το τελείως ακατανόητο απογοητεύει και εξουδετερώνει κάθε διάθεση προσεγγίσεως), από την άλλη δε για να προκαλεί το θαυμασμό με το ακατανόητο· με το θαυμασμό να δημιουργεί περισσότερο πόθο, με τον πόθο να καθαρίζει, και με την κάθαρση να κάνει το νου μας θεόμορφο. Αφού γίνουμε δε τέτοιοι, τολμώ να το πω, να συναναστρεφόμαστε με το θείο σαν συγγενείς. Ο Θεός να ενώνεται και να επιτρέπει να τον γνωρίσουν θεοί, και μάλιστα τόσο πολύ, όσο γνωρίζει κιόλας εκείνους τους οποίους γνωρίζει. Είναι λοιπόν άπειρο το θείο και δυσκολονόητο. Το μόνο δε το οποίον είναι κατανοητό απ’ αυτό είναι το ότι είναι άπειρο, έστω και αν θα νομίζει κάποιος ότι είναι απλής φύσεως ή ολοκληρωτικά ακατανόητο, ή τελείως κατανοητό. Διότι πώς θα επιθυμήσουμε κάποιον που είναι απλός από τη φύση του; Η απλότητα λοιπόν δεν αποτελεί τη φύση του, όπως και στα σύνθετα τη φύση τους δε αποτελεί μόνο το ότι είναι σύνθετα.




 Επειδή δε το άπειρο εξετάζεται από δύο πλευρές, από την αρχή δηλαδή και το τέλος (διότι ό,τι ξεπερνά τα όρια αυτά και δεν περιορίζεται μέσα σ’ αυτά είναι άπειρο), όταν μεν στραφεί ο νους προς το ουράνιο βάθος, επειδή δεν έχει που να σταθεί για να στηρίξει τα εξωτερικά γνωρίσματα με τα οποία αντιλαμβάνεται το Θεό, ονομάζει το άπειρο και το αδιέξοδο που προκύπτει από αυτά άναρχο. Όταν δε στραφεί στα επίγεια και τα μέλλοντα, το ονομάζει αθάνατο και άφθαρτο. Όταν δε εξετάσει τα πάντα, το ονομάζει αιώνιο. Διότι αιώνας δεν είναι ούτε χρόνος, ούτε κάποιο τμήμα του χρόνου (διότι δεν μετριέται). Αλλ’ ό,τι είναι για εμάς ο χρόνος, που μετριέται με την περιφορά του ηλίου, αυτό είναι για τα αιώνια ο αιώνας, ο οποίος επεκτείνεται μαζί με τα όντα, σαν κάποιο χρονικό κίνημα και διάστημα. Σ’ αυτά λοιπόν ας αρκεσθεί η τωρινή, μου φιλοσοφική ενασχόληση με το Θεό. Διότι δεν υπάρχει χρόνος γι’ αυτά, επειδή εκείνο το οποίον έχουμε να εξετάσουμε είναι η οικονομία και όχι η θεολογία. Όταν δε λέω Θεό, εννοώ τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Και η θεότητα ούτε διαχέεται πέρα απ’ αυτά, για να μην παραδεχθούμε πολλούς θεούς, ούτε περιορίζεται σε ένα απ’ αυτά, για να μην κατηγορηθούμε ότι δεχόμαστε πτωχή θεότητα, και να μην μας πουν ούτε ιουδαΐζοντες εξαιτίας της μονοθεΐας, ούτε ειδωλολάτρες εξαιτίας της πολυθεΐας. Διότι και στα δύο υπάρχει το ίδιο κακό, έστω και αν βρίσκεται μέσα σε αντίθετα πράγματα. Έτσι λοιπόν τα Άγια των Αγίων, τα οποία δεν αποκαλύπτονται ούτε στα ίδια τα σεραφείμ, και τα οποία δοξάζονται με τον τρισάγιο ύμνο, συγκεντρώνονται σε μία αρχή και μία θεότητα, πράγμα που έχει εξετάσει κατά τρόπον άριστο και υψηλό και κάποιος άλλος από τους πριν από εμάς.


 Επειδή όμως δεν ήταν αυτό αρκετό στην αγαθότητα, το να κινείται μόνο με τη σκέψη της, αλλά έπρεπε να διασκορπισθεί το αγαθό και να εξαπλωθεί, εις τρόπον ώστε να γίνουν περισσότερα τα ευεργετούμενα (διότι αυτό αποτελεί απόδειξη της άπειρης αγαθότητας), κατ’ αρχήν μεν δημιουργεί με τη σκέψη τους αγγέλους και τις ουράνιες δυνάμεις. Και η σκέψη γίνεται έργο που συμπληρώνεται από το Λόγο και ολοκληρώνεται από το Πνεύμα. Και έτσι δημιουργήθηκαν δεύτερες λαμπρότητες, υπηρέτες της πρώτης λαμπρότητας, τις οποίες πρέπει να θεωρήσουμε είτε νοερά πνεύματα, είτε πυρ κατά κάποιο τρόπον άϋλο και ασώματο, είτε ως κάποια άλλη φύση, η οποία να ταιριάζει όσο το δυνατόν περισσότερο προς τα λεχθέντα. Θέλω μεν να πω ότι δεν μπορούν να κινηθούν προς το κακό, και ότι μόνο προς το καλό μπορούν να βαδίσουν, επειδή βρίσκονται γύρω από το Θεό και φωτίζονται πρώτα απ’ αυτόν (διότι ο φωτισμός των επιγείων αποτελεί δεύτερο φωτισμό). Με αναγκάζει όμως να θεωρήσω και να πω, ότι δεν είναι ακίνητοι άλλα μόνο δυσκίνητοι, ο Εωσφόρος, ο οποίος ονομάσθηκε έτσι εξαιτίας της λαμπρότητάς του και ο οποίος έγινε σκοτάδι εξαιτίας της υπερηφάνειας του, και οι δυνάμεις οι οποίες αποστάτησαν από την αρχηγία του, οι οποίες δημιούργησαν το κακό με την απομάκρυνση από το καλό και το προκάλεσαν και σε μας.





 Έτσι λοιπόν και για τον λόγο αυτό δημιουργήθηκε απ’ αυτόν ο νοητός κόσμος, ώστε να μπορώ εγώ να εξετάζω τα πράγματα αυτά, καταμετρώντας με τον μικρό λόγο μεγάλα πράγματα. Επειδή δε τα πρώτα ήταν καλά γι’ αυτόν, εννοεί (και δημιουργεί) δεύτερο κόσμο, υλικό και αόρατο (αυτός δε ο κόσμος είναι το οργανωμένο σύστημα και σύνολο του ουρανού και της γης και αυτών που βρίσκονται μεταξύ τους, αξιέπαινο μεν για την τελειότητα κάθε πράγματος χωριστά, αλλά ακόμη αξιέπαινο εξαιτίας του ταιριάσματος και της αρμονίας που δημιουργείται απ’ όλα αυτά, τα οποία ταιριάζουν το ένα με το άλλο και όλα μεταξύ τους, για να συμπληρώσουν ένα αρμονικό σύνολο), για να αποδείξει ότι μπορεί να φέρει στην ύπαρξη όχι μόνον φύση όμοια προς αυτόν αλλά και τελείως διαφορετική από αυτόν. Διότι είναι μεν όμοια προς τη Θεότητα τα πνευματικά όντα, τα οποία γίνονται αντιληπτά μόνο με το νου, αλλά ταυτοχρόνως είναι τελείως διαφορετικά τα όντα τα οποία γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις, και ακόμη περισσότερο διαφορετικά απ’ αυτά είναι εκείνα τα οποία είναι τελείως άψυχα και ακίνητα. «Αλλά τί μας ενδιαφέρουν αυτά;», θα μπορούσε να πει κάποιος από τους πολύ φιλέορτους και ενθουσιώδεις πιστούς. «Σπιρούνισε το πουλάρι, για να φθάσουμε στο τέρμα». «Μίλησέ μας για την εορτή και για εκείνα για τα οποία έχουμε συγκεντρωθεί σήμερα». Αυτό λοιπόν και θα κάνω, έστω και αν άρχισα κάπως από υψηλοτέρα πράγματα, επειδή με παρακινούσε ο πόθος και με παρέσυρε η ρύμη του λόγου.

 Ο νους μεν λοιπόν και η αίσθηση, τα οποία διαχωρίστηκαν με αυτό τον τρόπο το ένα από το άλλο, παρέμειναν το καθένα μέσα στη φύση τους και έφεραν μέσα τους το μεγαλείο του δημιουργού Λόγου, σιωπηλοί εγκωμιαστές και μεγαλόφωνοι κήρυκες του μεγαλουργήματος. Δεν υπήρχε δε ακόμη κράμα και από τα δύο, ούτε κάποια ένωση των αντιθέτων, δείγμα ανώτερης σοφίας και της ποικιλίας των φύσεων, ούτε ήταν γνωστός όλος ο πλούτος της αγαθότητας. Επειδή δε ο δημιουργός Λόγος αυτό ακριβώς το πράγμα ήθελε να δείξει και να παρουσιάσει ένα ον από την ένωση και των δύο (της αόρατης δηλαδή και της ορατής φύσεως), δημιούργησε τον άνθρωπο. Και αφού έλαβε μεν από την ύλη, που υπήρχε ήδη, το σώμα, και αφού έβαλε σ’ αυτό την πνοή του (την οποίαν ο λόγος ορίζει ως νοερά ψυχή και εικόνα του Θεού), τον τοποθέτησε στη γη σαν δεύτερο κόσμο, κατά κάποιο τρόπο, μεγάλο μέσα στη μικρότητά του, σαν άλλον άγγελο, σαν μικτό προσκυνητή, φύλακα της ορατής κτίσεως και ιερουργό της αοράτου, βασιλιά όσων βρίσκονται στη γη και ταυτοχρόνως κυβερνώμενο από τον ουρανό, επίγειο και ουράνιο, προσωρινό και αθάνατο, ορατό και εννοούμενο, βρισκόμενο στο μέσο μεταξύ ταπεινότητας και μεγαλείου· τον ίδιο πνεύμα και σάρκα. Πνεύμα για χάρη του και σάρκα για να μπορεί να εξυψώνεται. Το μεν ένα για να ζει και να δοξάζει τον ευεργέτη, το δε άλλο για να υποφέρει, να θυμάται και να διαπαιδαγωγείται από το πάθος του, επιδιώκοντας να ανυψωθεί προς το μεγαλείο. Ύπαρξη που διαμένει μεν στη γη, αλλά μεταβαίνει σε άλλο κόσμο, και σαν τέλος του μυστηρίου γίνεται θεός από την επιθυμία του προς αυτόν. Διότι σ’ αυτό, κατά τη γνώμη μου, οδηγεί η μέτρια λάμψη της αλήθειας, η οποία παρουσιάζεται στη γη, στο να δούμε δηλαδή και να αισθανθούμε τη λαμπρότητα του Θεού, η οποία είναι αντάξια προς εκείνον ο οποίος μας συνέθεσε, και ο οποίος θα μας διαλύσει και θα μας συνθέσει πάλι κατά τρόπο ακόμη πιο ένδοξο.





 Και τον τοποθέτησε στο παράδεισο (όποιος και αν ήταν ο παράδεισος αυτός), αφού τον τίμησε με το αυτεξούσιο, για να ανήκει το αγαθό σ’ εκείνον ο οποίος θα το επιλέξει όχι λιγότερο απ’ όσο σ’ εκείνον ο οποίος του έδωσε τα σπέρματα του αγαθού, τον έκανε γεωργό αθανάτων φυτών, δηλαδή των θείων εννοιών, και των απλούστερων και των τελειότερων, γυμνό εξαιτίας της απλότητας και της χωρίς πονηρία ζωής, και χωρίς κανένα κάλυμμα και πρόβλημα. Διότι τέτοιος έπρεπε να είναι ο πρώτος άνθρωπος. Και του δίνει το νόμο ως αντικείμενο του αυτεξουσίου. Ο δε νόμος ήταν η εντολή από ποιά φυτά μπορούσε να φάει και ποιά δεν θα έπρεπε να αγγίξει. Σ’ αυτά δε ανήκε το δένδρο της γνώσεως, το οποίον ούτε φυτεύτηκε από την αρχή με κακό σκοπό, ούτε απαγορεύθηκε από φθόνο (ας μη φθάσουν μέχρις εκεί οι γλώσσες των εχθρών του Θεού, και ας μη μιμηθούν τον φίδι!). Αλλά ήταν μεν καλό εάν το δοκίμαζε κανείς στον κατάλληλο καιρό (διότι το δένδρο, κατά την άποψή μου, ήταν η θέα του Θεού, την οποίαν μπορούσαν να πλησιάσουν χωρίς να κινδυνεύουν μόνον εκείνοι που είχαν τελειοποιηθεί με την άσκηση), αλλά δεν ήταν καλό για τούς αδοκίμαστους ακόμη και τους πιο λαίμαργους ως προς την επιθυμία, όπως η σκληρή τροφή δεν είναι ωφέλιμη για εκείνους που είναι ακόμη αδύνατοι και έχουν ανάγκη από γάλα. Αφού δε εξαιτίας του φθόνου του διαβόλου και της παρακινήσεως της γυναίκας, η οποία υπέκυψε σαν πιο αδύνατη και τον παρακίνησε τον προπάτορα σαν η πιο κατάλληλη γι’ αυτό (αλλοίμονο στην αδυναμία μου! γιατί η αδυναμία του προπάτορα είναι και δική μου), λησμόνησε μεν την εντολή, που είχε δοθεί, και νικήθηκε από την προσωρινή γευστική δοκιμή και έτσι εκδιώχτηκε αυτομάτως από το δένδρο της ζωής, από τον παράδεισο και από τον Θεό εξαιτίας της κακίας του, και ντύθηκε με δερμάτινα ενδύματα (πιθανόν με την πιο βαρεία σάρκα, τη φθαρτή και αντίθετη). Και σαν πρώτο αποτέλεσμα αντιλαμβάνεται την καταισχύνη του και κρύβεται από τον Θεό. Κερδίζει, βεβαία, κάτι απ’ αυτό: το ότι γίνεται θνητός και το ότι διακόπτεται η αμαρτία, για να μη γίνει αθάνατο το κακό, και έτσι η τιμωρία αποβαίνει φιλανθρωπία. Διότι εγώ έτσι πιστεύω ότι τιμωρεί ο Θεός.

 Αφού δε τιμωρήθηκε προηγουμένως για τα πολλά αμαρτήματα (από τα οποία φύτρωσε η ρίζα της κακίας) από διάφορες αιτίες και σε διαφορετικούς χρόνους, με το λόγο, το νόμο, τους προφήτες, τις ευεργεσίες, τις απειλές, τις τιμωρίες, τις πλημμύρες, τις πυρκαγιές, τους πολέμους, τις νίκες, τις ήττες, τα σημεία από τον ουρανό, τα σημεία από τον αέρα, τη γη και τη θάλασσα, με τις ανέλπιστες μεταβολές ανθρώπων, πόλεων και λαών, πράγματα τα οποία αποσκοπούσαν στο να εξαφανισθεί η κακία, έχει ανάγκη τελικά από κάποιο ισχυρότερο φάρμακο για τις φοβερότερες ασθένειες, τις αδελφοκτονίες δηλαδή, τις μοιχείες, τις επιορκίες, τις ανώμαλες επιθυμίες και το χειρότερο και μεγαλύτερο από όλα τα κακά, την ειδωλολατρία και την μετατόπιση της προσκυνήσεως από τον δημιουργό στο δημιούργημα. Επειδή δε είχε ανάγκη από μεγαλύτερη βοήθεια, του δίνεται και τέτοια. Ήταν δε ο ίδιος ο Λόγος του Θεού ο προαιώνιος, ο αόρατος, ο μη δυνάμενος να περιορισθεί, ο ασώματος, η αρχή που προέρχεται από την αρχή, το φως που προέρχεται από το φως, η πηγή της αθανασίας και της ζωής, το αντίγραφο του πρωτοτύπου κάλλους, η αναλλοίωτη σφραγίδα, η απαράλλακτη εικόνα, ο όρος και ο Λόγος του Πατέρα. Αυτός εισέρχεται στην ιδίαν εικόνα του, ντύνεται δε σάρκα για χάρη της σάρκας και με ψυχή πνευματική προς χάριν της ψυχής μου, καθορίζοντας έτσι το όμοιο με το όμοιο του. Και γίνεται κατά πάντα, εκτός από την αμαρτία, τέλειος άνθρωπος. Γεννήθηκε μεν από την Παρθένο, της οποίας και η ψυχή και το σώμα είχε καθαρισθεί προηγουμένως από το Πνεύμα (διότι έπρεπε μεν και να τιμηθεί η γέννηση, αλλά και να προτιμηθεί η παρθενία, παραμείνας δε Θεός μετά την πρόσληψη της ανθρώπινης φύσεως. Γινόμενος ένα από τα δύο αντίθετα, από τη σάρκα δηλαδή και το Πνεύμα, από τα οποία το μεν ένα έκανε το άλλο Θεόν, ενώ το άλλο έγινε Θεός. Ω, πόσο αξιοθαύμαστη είναι η νέα ένωση! Ω, πόσο παράδοξη είναι η σύνθεση! Ο υπάρχων δημιουργείται, ο αδημιούργητος πλάθεται, και ο απεριόριστος περιορίζεται διά μέσου της νοεράς ψυχής, η οποία μεσιτεύει στη θεότητα και διά μέσου της υλικής φύσεως της σάρκας. Εκείνος ο όποιος δίδει τον πλούτο, γίνεται πτωχός· γιατί γίνεται πτωχός κατά το ότι παίρνει τη σάρκα μου, για να γίνω εγώ πλούσιος με τη θεότητά του. Εκείνος ο οποίος είναι γεμάτος αδειάζει· γιατί αδειάζει από τη δόξαν του για λίγο καιρό, για να γευθώ εγώ την πληρότητά του. Ποιός είναι ο πλούτος της αγαθότητας; Ποιό είναι το μυστήριο που με περιβάλλει; Έλαβα την θεία εικόνα και δεν τη φύλαξα. Παίρνει τη σάρκα μου, και για να διατηρήσει την εικόνα, αλλά και για να κάνει αθάνατη τη σάρκα. Έρχεται σε δεύτερη συνάφεια πολύ πιο παράδοξη από την πρώτη, γιατί, τότε μεν έδωσε το καλύτερο, τώρα δε παίρνει το χειρότερο. Αυτό είναι ακόμη πιο ταιριαστό στο Θεό, αυτό είναι, για όσους διαθέτουν κρίση, ακόμη πιο υψηλό.



 Τί θα μας πουν γι’ αυτά οι συκοφάντες, οι πικρόχολοι ελεγκτές της θεότητας, οι κατήγοροι εκείνων τα οποία επαινούνται, οι σκοτεινοί εν σχέσει προς το φως, οι αστοιχείωτοι εν σχέσει προς τη σοφία, εκείνοι που για χάρη τους πέθανε ο Χριστός χωρίς να ζητήσει αντάλλαγμα, τα αχάριστα δημιουργήματα, τα πλάσματα του πονηρού; Κατηγορείς το Θεό για την ευεργεσία του; Τον κατηγορείς ως μικρό επειδή ταπεινώθηκε για χάρη σου; Τον κατηγορείς επειδή είναι ο καλός ποιμήν, που δίνει τη ψυχή του για τα πρόβατα, που ήλθε προς το πρόβατο το οποίον είχε χαθεί, επάνω στους λόφους και τα βουνά στα οποία λάτρευες τους θεούς, και αφού το βρήκε το σήκωσε επάνω στους ώμους του, επάνω στους οποίους σήκωσε και το σταυρό, και το επανέφερε στην ουράνια ζωή και το έβαλε μαζί με εκείνα τα οποία είχαν μείνει εκεί; Τον κατηγορείς, επειδή άναψε λυχνάρι, την ιδία τη σάρκα του, και σκούπισε την οικία (καθαρίζοντας τον κόσμο από την αμαρτία) και αναζήτησε τη δραχμή, την εικόνα δηλαδή του Θεού, που είχε καταχωνιασθεί από τα πάθη, και επειδή συγκεντρώνει για την εύρεση της δραχμής τις φιλικές προς αυτόν δυνάμεις, τις οποίας είχε μυήσει και στο μυστήριο της σωτηρίας και τις κάνει μετόχους της χαράς του; Τον κατηγορείς επειδή το λυχνάρι, που ετοιμάζει το δρόμο, και που ετοιμάζει στον Κύριο λαό εκλεκτό και καθαρίζει και προετοιμάζει για το Πνεύμα με το νερό, τον ακολουθεί το υπέρλαμπρο φως, τη φωνή την ακολουθεί ο Λόγος και τον οδηγό του νυμφίου ο νυμφίος; Γι’ αυτό κατηγορείς το Θεό; Γι’ αυτά τον θεωρείς κατώτερο, επειδή βάζει στη μέση του την ποδιά και πλένει τα πόδια των μαθητών του και δείχνει τον καλύτερο τρόπο να υψωθεί κανείς, δηλαδή την ταπείνωση; Επειδή ταπεινώνεται για χάρη της ψυχής που έχει κυρτώσει προς τα κάτω, για να ανυψώσει μαζί του εκείνο που σκύβει προς τα κάτω από την αμαρτία; Πώς δε δεν τον κατηγορείς για το ότι γευματίζει με τελώνες και στα σπίτια τελωνών, και ότι κάνει μαθητές του τελώνες, για να κερδίσει και αυτός κάτι; Τί δηλαδή; Τη σωτηρία των αμαρτωλών. Σαν να μπορούσε κανείς να κατηγορήσει το γιατρό, επειδή σκύβει με κατανόηση πάνω στις πληγές, και ανέχεται τη δυσωδία, για να δώσει την υγεία σ’ εκείνους που ασθενούν, ή σ’ εκείνον που από ευσπλαχνία σκύβει πάνω από το βόθρο για να βγάλει απ’ εκεί το ζώο που έχει πέσει μέσα, όπως λέγει ο νόμος.





 Απεστάλη μεν, αλλά ως άνθρωπος (επειδή ήταν διπλούς στη φύση), επειδή και ένιωσε κούραση και πείνασε και δίψασε και δάκρυσε κατά τους φυσικούς νόμους. Εάν δε εστάλη και ως Θεός, τί σε ενοχλεί αυτό; Τη θέληση του Πατέρα, από τον οποίον προέρχεται, και τον οποίον τιμά ως αρχήν άχρονο, να την θεωρείς ως αποστολή, και να μην πιστεύεις ότι είναι κάτι το αταίριαστο για Θεό. Επειδή λέγεται και ότι έχει παραδοθεί, αλλά έχει γραφτεί επίσης ότι έχει παραδώσει τον εαυτόν του. Και ότι έχει αναστηθεί από τον Πατέρα και έχει αναληφθεί, αλλά και ότι έχει αναστήσει τον εαυτόν του και ότι θα έλθει πάλι. Εκείνα προέρχονται από τη θέληση του Πατέρα, αυτά από τη δύναμή του. Συ δε τα μεν πρώτα τα θεωρείς μειωτικά, τα δε άλλα, τα οποία εξυψώνουν, τα παραβλέπεις. Και το ότι μεν έπαθε, το υπολογίζεις. Το ότι δε έπαθε με τη θέλησή του, δεν το αναφέρεις. Τί παθαίνει ακόμη και τώρα ο Λόγος! Από άλλους μεν τιμάται ως Θεός και ταυτίζεται με αυτόν, από άλλους δε περιφρονείται, επειδή είναι άνθρωπος, και χωρίζεται από το Θεό. Εναντίον ποιών να οργισθεί περισσότερο; Ή, καλύτερα, ποιούς να συγχωρήσει; Εκείνους που ενώνουν λανθασμένα, ή εκείνους οι οποίοι χωρίζουν; Διότι και εκείνοι έπρεπε να διαχωρίζουν και αυτοί να ενώνουν· οι μεν με τον αριθμό, οι δε με τη θεότητα. Εμποδίζεσαι από τη σάρκα; Αυτό κάνουν και οι Ιουδαίοι. Μήπως τυχόν τον ονομάζεις και Σαμαρείτη; Τη συνέχεια όμως δεν θα την αναφέρω. Δεν πιστεύεις στη Θεότητα; Αυτό δεν συμβαίνει ούτε με τους δαίμονες. Δύστυχε, πόσο πιο άπιστος είσαι ακόμη και από τους δαίμονες, και πόσο πιο αχάριστος από τους Ιουδαίους! Εκείνοι την ονομασία του Υιού την θεώρησαν ως έκφραση ισοτιμίας διότι δεν γνώριζαν ακόμη τον Θεό, ο οποίος τον είχε στείλει. Διότι πίστευαν μόνον αφού πάθαιναν. Συ δε δεν δέχεσαι ούτε την ισότητα, ούτε και αναγνωρίζεις τη Θεότητα. Θα ήταν καλύτερα για σένα να είσαι περιτετμημένος και να βρίσκεσαι υπό την επήρεια του δαίμονα, για να εκφραστώ κατά τρόπον αστείο, παρά να κατέχεσαι από πονηρία και αθεΐα, ενώ είσαι υγιής και απερίτμητος.

 Μετά από λίγο θα δεις τον Ιησού να καθαρίζεται στον Ιορδάνη όπως καθαρίζομαι και εγώ, ή, καλύτερα, να εξαγνίζει με την κάθαρσή του τα νερά (διότι δεν είχε ανάγκη καθαρισμού εκείνος ο οποίος σηκώνει την αμαρτία του κόσμου, και να ανοίγουν οι ουρανοί, να μαρτυρεί γι’ αυτόν το όμοιό του Πνεύμα, να δέχεται πειρασμούς και να τους νικά, να υπηρετείται από αγγέλους και να θεραπεύει κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία, να δίνει ζωή στους νεκρούς (πράγμα που είθε να συνέβαινε και σε σένα που έχεις νεκρωθεί από την αμαρτία), να εκδιώκει τους δαίμονες, άλλοτε μεν ο ίδιος, άλλοτε δε διά μέσου των μαθητών του. Και να τρέφει με λίγα ψωμιά χιλιάδες ανθρώπους, να περπατά πάνω στη θάλασσα, να προδίδεται, να σταυρώνεται και να σταυρώνει μαζί την αμαρτία μου. Να προσφέρεται θυσία σαν αμνός και να προσφέρει θυσία σαν ιερέας, να θάπτεται σαν άνθρωπος και να ανασταίνεται σαν Θεός, να ανεβαίνει στη συνέχεια στους ουρανούς για να επιστρέψει με όλη του τη δόξα. Πόσες γιορτές υπάρχουν κάθε ημέρα για μένα από τα μυστήρια του Χριστού! Σκοπός δε μοναδικός όλων αυτών είναι η τελειοποίηση και η αναδημιουργία μου και η επιστροφή μου στην ορχική κατάσταση του Αδάμ.





 Τώρα δε δέξου μαζί μου την κυοφορία και σκίρτησε από χαρά, αν όχι όπως ο Ιωάννης από την κοιλία, τουλάχιστον όπως ο Δαβίδ μετά την τοποθέτηση της κιβωτού στη θέση της. Και να σεβαστείς την απογραφή, εξαιτίας της οποίας γράφτηκες στους ουρανούς· και να σεβαστείς τη γέννηση εξαιτίας της οποίας λύθηκες από τα δεσμά της γεννήσεως· και να τιμήσεις τη μικρή Βηθλεέμ, η οποία σε επανέφερε στον παράδεισο και να προσκυνήσεις τη φάτνη, χάρις στην οποία, ενώ δεν είχες την καθοδήγηση του λογικού, τράφηκες από το Λόγο. «Γνώρισε, όπως το βόδι, τον κύριό σου», σου παραγγέλλει ο Ησαΐας, «και όπως ο όνος το παχνί του κυρίου του». Αν είσαι από τους καθαρούς, οι οποίοι σέβονται το νόμο και ασχολούνται με το να επαναλαμβάνουν σαν μηρυκαστικά τους λόγους του και είναι επιδέξιοι στην προσφορά θυσιών, ή αν είσαι από εκείνους οι οποίοι ήσαν κάποτε ακάθαρτοι και δεν είχαν δικαίωμα να φάνε από τα άγια, ούτε να θυσιάσουν, και ανήκαν στη μερίδα των ειδωλολατρών, τρέξε μαζί με τον αστέρα και φέρε δώρα μαζί με τους μάγους, χρυσό σαν σε βασιλέα, λίβανο σαν σε Θεό και σμύρνα σαν σε νεκρό, που πέθανε προς χάρη σου. Δόξασε μαζί με τους ποιμένες, ύμνησε μαζί με τους αγγέλους, γίνε χορός δοξολογίας μαζί με τους αρχαγγέλους. Ας είναι η πανήγυρις κοινή για τις ουράνιες και τις επίγειες δυνάμεις. Διότι πιστεύω ότι και εκείνες αγάλλονται και πανηγυρίζουν μαζί μας σήμερα, εφόσον είναι φίλοι του ανθρώπου και του Θεού, όπως τις παρουσιάζει ο Δαβίδ να ανεβαίνουν μετά το πάθος μαζί με το Χριστό, να τον προϋπαντούν και να παρακινεί η μία την άλλη να ανοίξουν τις πύλες.



Ένα πράγμα να μισήσεις από όσα σχετίζονται με τη γέννηση του Χριστού, το φόνο των νηπίων από τον Ηρώδη ή, καλύτερα, και αυτή να την σεβασθείς ως θυσία συνομήλικη με το Χριστό, η οποία προσφέρεται πριν από τη θυσία του νέου σφαγίου. Αν φεύγει στην Αίγυπτο, φύγε και συ μαζί του. Είναι καλό να φεύγεις μαζί με το Χριστό όταν διώκεται. Αν παραμένει πολύ στην Αίγυπτο και λατρεύεται σωστά εκεί, κάλεσέ τον από την Αίγυπτο. Πέρασε χωρίς μομφή από όλες τις ηλικίες και τις δυνάμεις του Χριστού, ως μαθητής του Χριστού. Καθαρίσου, κάνε περιτομή, αφαίρεσε το κάλυμμα που έχεις από τη δημιουργία. Ύστερα δίδαξε στο ιερό, διώξε απ’ εκεί τους εμπορευόμενους τον οίκο του Θεού, άφησε να σε λιθοβολήσουν, αν θα πρέπει να το πάθεις. Γνωρίζω καλά, ότι θα ξεφύγεις ανάμεσα απ’ αυτούς οι οποίοι σε λιθοβολούν σαν Θεός. Διότι ο Λόγος δεν λιθοβολείται. Αν σε οδηγήσουν εμπρός στον Ηρώδη, μην του δώσεις απάντηση στα περισσότερα. Θα σεβασθεί τη σιωπή σου περισσότερο απ’ όσο θα σεβασθεί τους πολλούς λόγους των άλλων. Αν σε μαστιγώσουν, ζήτησε να εκτελέσουν ολόκληρη την ποινή. Φρόντισε να γευθείς χολή, πιες ξύδι, ζήτησε εμπτυσμούς, δέξου κτυπήματα και ύβρεις, στεφανώσου με τα αγκάθια του δύσκολου δρόμου του Θεού, ντύσου το κόκκινο ένδυμα, δέξου το καλάμι, άφησε να σε προσκυνήσουν εκείνοι οι οποίοι ειρωνεύονται την αλήθεια. Τέλος, σταυρώσου μαζί με το Χριστό, νεκρώσου μαζί του, κατέβα πρόθυμα μαζί του στον τάφο, για να αναστηθείς και μαζί του, για να δοξασθείς και να βασιλεύσεις μαζί του, βλέποντας, όσο είναι δυνατόν και όπως μπορείς να τον δεις, τον Θεό που προσκυνείται και λατρεύεται ως Τριάδα, και ο οποίος ευχόμαστε να φανερωθεί καθαρά και σε μας τώρα, όσο είναι αυτό δυνατόν για τους αιχμαλώτους στη σάρκα, με τη χάρη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, στον οποίον ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.

(Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος ΛΗ΄, «Εις τα Θεοφάνια, δηλαδή τη Γέννηση του Σωτήρος», ΕΠΕ τ. 5ος , σ.37-71)




Περὶ μετανοίας - Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου


∆ιαγράψωμεν, ἀγαπητοὶ, τὰ τῆς μετανοίας φάρμακα,
ἵνα τῷ τῆς σωτηρίας λιμένι προσδράμωμεν.
Ἐτρώθημεν τῇ ἁμαρτίᾳ·
ἰαθῶμεν τῇ μετανοίᾳ·
διὰ τῆς ἁμαρτίας ὁ διάβολος ἔτρωσε·
διὰ τῆς μετανοίας ὁ Χριστὸς ἐθεράπευσεν·
ἐκεῖνος διὰ τῆς ἁμαρτίας τὰς ῥίζας κατεβάλετο·
ὁ Κύριος πρόῤῥιζον τὴν ἁμαρτίαν τῇ ἀξίνῃ τῆς μετανοίας ἐξέτεμεν.

Ἰδοὺ γὰρ, φησὶν, ἡ ἀξίνη ἐπὶ πᾶν δένδρον κεῖται.
Πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν, ἐκκόπτεται, καὶ εἰς πῦρ βάλλεται.
Ὁ διάβολος τὴν ἁμαρτίαν ὡς ζιζάνιον ἔσπειρε·
ὁ Χριστὸς τῇ δρεπάνῃ τῆς μετανοίας τὴν ζιζανιώδη ἁμαρτίαν ἀπέκειρε.
Κακὸν πάθος ἡ ἁμαρτία, ἀλλὰ καλὸν πρᾶγμα ἡ μετάνοια.
Φύγωμεν τοίνυν τὴν φοβερὰν, καὶ στέρξωμεν τὴν ποθεινήν.
∆ι' ἁμαρτίας ὁ διάβολος εἰς τὴν γέενναν ὁδηγεῖ·
διὰ μετανοίας ὁ Χριστὸς εἰς τὴν βασιλείαν χειραγωγεῖ.

Ἥμαρτες;

Ἡσύχασον·
οὐ γὰρ τὸ ἁμαρτεῖν τοσοῦτον δεινὸν, ἀλλὰ τὸ ἐμμεῖναι τῇ ἁμαρτίᾳ κακόν·
τὸ μὲν γὰρ ἀπολογίαν ἔχεται, τὸ δὲ ἀσύγγνωστον τιμωρίαν ἀποφέρεται.

Ἐπεὶ καὶ ὁ Πέτρος ἀρνησάμενος ἥμαρτε, καὶ Παῦλος διώκων τὸν Χριστὸν παρηνόμησε, καὶ ∆αυῒδ μοιχείαν καὶ φόνον ἐργασάμενος, ἄξια θανάτου ἔπραξεν.

Ἀλλ' εἰ καὶ ὡς ἄνθρωποι ἥμαρτον, ἀλλ' ὡς ἅγιοι μετενόησαν·
καὶ εἰ ἀπροόπτως τοῖς δικτύοις τῆς ἁμαρτίας περιέπεσαν, ἀλλὰ τὴν λύμην τῆς ἀπιστίας ἐκ τῶν τῆς διανοίας ὀφθαλμῶν ἀφελόμενοι, προσέδραμον τῇ μετανοίᾳ, ἵνα δι' αὐτῆς τὴν ἄφεσιν τῶν πλημμελημάτων ἀπενέγκωνται.

∆εῦτε οὖν, καὶ ἡμεῖς προσδράμωμεν τῇ μετανοίᾳ.
Εἰ γὰρ καὶ ἐφόρτισεν ἡμᾶς ὁ διάβολος τῇ ἁμαρτίᾳ,
ἀλλὰ κουφίζει ἡμᾶς ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς, ὁ γεννηθεὶς ἐκ τῆς ἁγίας Παρθένου Μαρίας,
τῇ μετανοίᾳ τὸ φορτίον τῆς ἁμαρτίας εἰς ἑαυτὸν ἀναδεχόμενος·

Ἴδε γὰρ, φησὶν, ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου.
Ὁ διάβολος γὰρ τὴν ἁμαρτίαν τοῖς ἀνθρώποις ἐπέθηκεν·
ὁ Κύριος τὴν ἁμαρτίαν ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων ἀνέλαβεν.
Ἐκεῖνος ἔδωκε τὴν ἁμαρτίαν, ἵνα τῆς ἁμαρτίας ἕνεκεν ἀπολέσῃ τὸν ἄνθρωπον·
ὁ Κύριος ἔλαβε τὴν ἁμαρτίαν, ἵνα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἐλευθερώσῃ τὸ ἀτόπημα.

Πρὸ τῆς τοῦ Χριστοῦ παρουσίας φοβερὸς ἦν ὁ διάβολος,
πρὸ τοῦ σταυροῦ ἀφόρητος ἦν ἡ ἁμαρτία·
ὁ δὲ σταυρὸς νῦν ἔθλασε τῆς ἁμαρτίας τὰ κέντρα·
φανεὶς ἐπὶ γῆς ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὡς ἀστραπὴν ἐπὶ τὸ τῆς γῆς χωρίον τὸν διάβολον κατέπαυσεν·
Εἶδον γὰρ, φησὶ, τὸν Σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα.

Ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ ἐλυμήνατο τοῦ θανάτου τὴν βασιλείαν.
Εἰ γὰρ καὶ ἐβασίλευσεν ὁ θάνατος ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι Μωϋσέως, καὶ ἐπὶ τοὺς μὴ ἁμαρτήσαντας ἐν τῷ ὁμοιώματι τῆς παραβάσεως Ἀδὰμ, ὅς ἐστι τύπος τοῦ μέλλοντος·
ἀλλ' ὅμως μετὰ τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου παίγνιον καὶ νηπίοις γέγονεν ὁ θάνατος.

∆ιὸ πάντες μετὰ τὴν τοῦ Χριστοῦ ἀνάστασιν ἐπικερτομοῦντες τοῦ θανάτου τὸν τῦφον, λέγομεν·
Ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον;
ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος;
Πρὸ τοῦ σταυροῦ καὶ ἡ τοῦ ὄφεως συμβουλὴ θάνατον ἔπνεε·
μετὰ δὲ τὸν σταυρὸν, μετὰ τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ, ἰδοὺ καὶ πρεσβῦται καὶ γυναῖκες, μείρακές τε καὶ ἔφηβοι, ὥσπερ ληνοβάται βοτρύων, οὕτω καὶ αὐτοὶ πατοῦσιν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ.

Ταῦτα ἔφην, ἵνα δείξω τῆς ἁμαρτίας τὴν πτῶσιν, καὶ τῆς μετανοίας τὴν δύναμιν.
Μὴ ὀξύνῃς οὖν καθ' ἑαυτοῦ τῆς ἁμαρτίας τὸ κέντρον, μὴ ἡ σὴ ῥᾳθυμία ἀκόνη γένηται τῆς ἁμαρτίας.
Οὐ κατακρίνῃ ὅτι ἥμαρτες, ἀλλὰ τιμωρῇ ὅτι ἁμαρτήσας οὐ μετενόησας.
Ὥσπερ γὰρ τὴν ἀσθένειαν τοῦ σώματός σου γινώσκων ὁ Κύριος, τὴν ἰατρικὴν ἐπιστήμην τοῖς ἀνθρώποις ἐπέτρεψε, καὶ πόας πρὸς τὴν ἰατρείαν ἁρμοζούσας τὴν γῆν βλαστάνειν ἐποίησεν·
οὕτω καὶ τῆς ψυχῆς εἰδὼς τὸ εὐόλισθον, καὶ τῆς ἁμαρτίας τὰ τραύματα, ὡς ἀλεξητήριον ψυχῶν, τὴν μετάνοιαν ἔδωκε, καὶ ταῖς θείαις καὶ πνευματικαῖς βίβλοις τὰς τῆς μετανοίας ἀφορμὰς ὥσπερ βοτάνας ἐνέθηκεν, ἵνα ἕκαστος ἡμῶν ἐντεῦθεν ἔχων τῆς ἰατρείας τὸ ἔμπλαστρον, φύγῃ τὸ πάθος, ἐπιθεὶς ἑαυτῷ διὰ τῆς πίστεως.
Ἀλλὰ μὴ μέχρι ῥημάτων στῇ ἡμῶν ἡ μετάνοια·
ἄτοπον γὰρ διὰ ῥημάτων μὲν ὑφαίνεσθαι τὴν μετάνοιαν,
διὰ πραγμάτων δὲ μὴ οἰκοδομεῖσθαι τὴν Ἐκκλησίαν Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν.

Ὁμολόγησόν σου τὰ πλημμελήματα, ἄνθρωπε,
ἐξαγόρευσόν σου τὴν ἁμαρτίαν,
ἵνα λάβῃς σου τὴν ἄφεσιν τῆς ἁμαρτίας.

Ἐξαγορεύων, τῆς ἀφέσεως τῶν πλημμελημάτων δέχῃ τὴν δωρεάν.
Μάρτυς ἱκέσθω ∆αυῒδ ὁ λέγων·
Εἶπα, ἐξαγορεύσω κατ' ἐμοῦ τὴν ἀνομίαν μου τῷ Κυρίῳ, καὶ σὺ ἀφῆκας τὴν ἀσέβειαν τῆς καρδίας μου.

Νῦν ἐὰν εἴπῃς σου τὸ πλημμέλημα, εὑρίσκεις σου τὴν συγχώρησιν·
φιλανθρωπίας γὰρ ὁ παρὼν καιρός·
ἐν δὲ τῷ μέλλοντι αἰῶνι καὶ θρηνῶν ἀνόνητα θρηνήσεις,
καὶ μεταμελόμενος οὐκ ἀπολαύσεις τῆς συγχωρήσεως.

Ἐν γὰρ τῷ ᾅδῃ τίς ἐξομολογήσεταί σοι;
Εἰ δὲ καὶ ἐξομολογήσῃ τὸ πλημμέλημα τότε, ὠφελήσεις σαυτὸν οὐδέν.
Καὶ γὰρ ὁ πλούσιος ὁρῶν τοῦ Λαζάρου τὴν ἔνδειαν εἰς εὐθηνίαν μεταβληθεῖσαν,
καὶ τὴν ἑαυτοῦ περιουσίαν εἰς ἄπειρον πτωχείαν καταπεσοῦσαν, ἔστενε μὲν, οὐκ ἠλεεῖτο δέ·
ἐθρήνει καὶ ὠδύρετο, ἀλλ' οὐκ ἀπήλαυσε παρακλήσεως·
ἐζήτει ἔλεον, ἀλλ' οὐκ ἔλαβεν, ἐπειδὴ καὶ αὐτὸς αἰτούμενος, μεταδοῦναι οὐκ ἤθελεν.

Ἐπλούτησεν ὧδε, ἀλλ' ἐπτώχευσεν ἐκεῖ·
ὧδε μεγάλα ἐφύσα ἐπὶ πλούτῳ, ἐκεῖ ἐλεεινὰ ἐφθέγγετο ἐπὶ πενίᾳ·
ὧδε οἴνων εἶχε χειμάῤῥους καὶ μύρων πηγὰς, ἐκεῖ καὶ σταγόνα ὕδατος ζητῶν οὐκ ἐλάμβανεν, ἀλλ' ὧδε κἀκεῖσε περιέῤῥει, ὑπὸ τοῦ ἀΰλου πυρὸς κατατηκόμενος.

Προσδράμωμεν οὖν καὶ ἡμεῖς τῇ μετανοίᾳ·
μετανοίας γὰρ καιρός·
σβέσωμεν τῆς ἁμαρτίας τὴν φλόγα τῇ δρόσῳ τῆς μετανοίας·
μὴ τῇ μακροθυμίᾳ τοῦ Θεοῦ προσχὼν, ἀμεταμέλητον κτήσῃ καρδίαν·
μή σου σκληρύνῃ τὴν γνώμην ἡ τοῦ Θεοῦ χρηστότης.
Τὸ γὰρ χρηστὸν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιάν σε ἀγείρει καὶ ἄγει.

Ὅρα οὖν μὴ κατὰ τὴν σκληρότητά σου καὶ ἀμεταμέλητον καρδίαν θησαυρίσῃς σεαυτῷ ὀργὴν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς καὶ ἀποκαλύψεως καὶ δικαιοκρισίας τοῦ Θεοῦ, ὃς ἀποδώσει ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ.

Ἥμαρτες; Μετανόησον·
μὴ διὰ τῆς ῥᾳθυμίας ἀνίατον σεαυτῷ τὸ πάθος ποιήσῃς.
Σκότος ἀλλοιοῦται, φωτὸς φανέντος·
καὶ ἁμαρτία ἀφανίζεται, μετανοίας ὀφθείσης.

Γεωργὸς ἑαυτοῦ γένου·
ὡς ζιζάνιον ἔκτιλον τὴν ἁμαρτίαν, ὡς ἄκανθαν θέρισον τὴν παρανομίαν,
ὡς ἀγριελαίου κλάδον, ὡς ἀνήμερον καὶ ἄκαρπον φυτὸν ἔκκοψον τὴν ἁμαρτίαν.

Χαίρουσι δαίμονες ἁμαρτίαν ὁρῶντες,
ἀγάλλονται ἄγγελοι μετάνοιαν καθορῶντες.

Εὐφραίνονται γὰρ, φησὶν, οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὴν κυριακὴν φωνὴν,
ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι.

Μὴ γυμνώσῃς σαυτὸν, ἄνθρωπε, μὴ ῥίπτῃς τοῦ ἁγίου Πνεύματος τὴν παντευχίαν,
ἵνα μὴ εὐάλωτος γένῃ τοῖς πολεμίοις·
τῷ τῆς μετανοίας θυρεῷ δέχου καὶ τίνασσε τῆς ἐπιθυμίας τὰ βέλη.

Ἡδεῖα ἡ πορνεία, ἀλλ' ἐπιβλαβής·
τραχεῖα ἡ σωφροσύνη, ἀλλ' ἐπωφελής.
Ἡ πορνεία συμπράττουσαν ἔχει τοῦ σώματος τὴν φύσιν·
ἡ σωφροσύνη συνεργοῦσαν ἔχει τοῦ Πνεύματος τὴν χάριν.
Ὅπου τοίνυν πορνεία, ἐκεῖ ὁ διάβολος κατοικεῖ
ὅπου δὲ σωφροσύνη, ἐκεῖ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἐπαναπαύεται.

∆ιὰ τοῦτο ὁ μακάριος Παῦλος λέγει·
Εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθείρει τοῦτον ὁ Θεός·
καὶ πάλιν φησίν·
Ἄρας οὖν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη; Μὴ γένοιτο.
Στήσωμεν οὖν τῆς ἁμαρτίας τὴν ῥύμην τῇ ἀγκύρᾳ τῆς μετανοίας, ἵνα μὴ ἡ ἐπάλληλος τῶν ἐπιθυμιῶν ἀντίπνοια ναυάγιον ἡμᾶς ὑπομεῖναι παρασκευάσῃ.

Ἀλλ' οἱ μὲν πλωτῆρες ναυάγιον ἐν ὕδασιν ὑπομένουσιν, οἱ δὲ ἁμαρτωλοὶ εἰς τὸν ποταμὸν τοῦ πυρὸς τὸν ῥέοντα ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ὡσεὶ μόλιβδος καταποντίζονται, οὐ σὺν ἅρμασι καὶ ἵπποις, ἀλλὰ σὺν λογισμοῖς καὶ γνώμαις.

Αἰδεσθῶμεν οὖν τὴν τοῦ Χριστοῦ ἀγαθότητα, ἐντράπωμεν αὐτοῦ τὰ πάθη, μὴ ματαιώσωμεν αὐτοῦ τοὺς μώλωπας, μὴ τὴν αἰσχρὰν ἡδονὴν τῆς καλῆς αὐτοῦ προκρίνωμεν ἡδονῆς καὶ ἐντολῆς, μὴ κακοῖς τὸν εὐεργέτην ἀμειψώμεθα, μὴ λάβωμεν αὐτοῦ τὰ μέλη, καὶ ποιήσωμεν πόρνης μέλη·
οὐκ ἐσμὲν γὰρ ἑαυτῶν κύριοι·
τιμῆς ἠγοράσθημεν.

Τίς δὲ ἡμᾶς ἀπέδοτο, ἢ τίς ἡμᾶς ὠνήσατο;
Ὁ διάβολος ἡμᾶς ἀπέδοτο διὰ τῆς ἁμαρτίας,
ὁ Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασε διὰ τῆς δικαιοσύνης.

Πῶς δὲ ἡμᾶς ἠγόρασε; χρυσίον, ἢ ἀργύριον δούς;

Οὐχὶ, ἀλλὰ τὸ οἰκεῖον αἷμα τὸ ὑπὲρ χρυσίον καὶ λίθον τίμιον πολύ·
πάσας γὰρ ἡμῶν τὰς ἁμαρτίας ἠγόρασε·
πολλαὶ δέ εἰσι, καὶ ποικίλως καὶ διαφόρως ἐνοχλοῦσαι ἡμῶν τὴν σωτηρίαν.

Ποίας ἁμαρτίας;
Τὰς τοῦ νόμου·
ἀλλ' οὐχ ὅτι ὁ νόμος ἁμαρτία, μὴ γένοιτο·
ἀλλ' ὅτι ἐκτὸς νόμου ἁμαρτίαν οὐκ ᾔδειν.

Ἐπεὶ οὖν ὁ νόμος ὡς παραβάτην με ἔνοχον κατάρας ἐποίει, διὰ τοῦτο ἐλθὼν ὁ Χριστὸς Ἰησοῦς ἐξηγόρασέ με ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου, γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα.

Μὴ τὴν πάνδημον οὖν πρόνοιαν τοῦ διαβόλου προκρίνωμεν τῆς οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ·
μὴ πρὸς χάριν τῆς ἁμαρτίας παραδράμωμεν τῆς μετανοίας τὸ κάλλος.

Εἰ φοβῇ τὴν ἀπειλὴν, κατάφυγε ἐπὶ τὴν ἐντολήν·
εἰ μὲν μέλλουσαν κρίσιν ἀποδρᾶσαι θέλεις, ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ, καὶ ποίησον ἀγαθόν·
τουτέστιν, ἀπόθου τὴν ἁμαρτίαν, καὶ ἐργάτης γένου τῆς μετανοίας, ἵνα ὁ μὴ βουλόμενος τὸν θάνατον τῶν ἁμαρτωλῶν ὡς τὸ ἐπιστρέψαι καὶ ζῇν αὐτοὺς, ἀποδεξάμενός σου τῆς ψυχῆς τὴν προθυμίαν, χαρίσηταί σοι τὴν ἄφεσιν τῆς ἁμαρτίας·
ἡμεῖς δὲ ὑπὲρ τῶν εἰρημένων αἶνον καὶ δόξαν ἀναπέμπωμεν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.

Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, © 2006. Επιτρέπεται η ελεύθερη χρήση του υλικού με αναφορά στην πηγή προέλευσής του.

ΣΠΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΔΕΣΜΑ ΤΗΣ ΣΚΛΑΒΙΑΣ (ΠΕΡΙ ΕΝΩΣΕΩΣ)

ΣΠΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΔΕΣΜΑ ΤΗΣ ΣΚΛΑΒΙΑΣ (ΠΕΡΙ ΕΝΩΣΕΩΣ)  






Στο όνομα της Αγίας Τριάδος,

Ελληνικέ λαέ, πονεμένε, κυνηγημένε, ταλαιπωρημένε, απόγονε μαρτύρων και ηρώων, που οι εχθροί σου προσπαθούν να σε ρίξουν στα βάραθρα του Άδη, που κατοικεί ο άρχοντάς τους, για να σε καταστρέψουν τελείως και να σε αφανίσουν σαν πνευματική αλλά και σαν υλική υπόσταση, άκου τη φωνή της συνείδησής σου και όρθωσε ανάστημα υπέρ πίστης και πατρίδος.
Πολλά αυτά που μας χωρίζουν, μα ακόμα περισσότερα όσα μας ενώνουν. Οι εχθροί των Ελλήνων προσπαθούν να μας χωρίσουν είτε με κόμματα, είτε μέσα στην εκκλησία, είτε με διαφόρους άλλους τρόπους. Μας υποβίβασαν από την υψηλής αξίας πνευματικότητα που κατέχει το ελληνικό γένος και προσπαθούν να μας υποβιβάσουν στο καθεστώς της υποδούλωσης, εξαρτωμένους και μόνο από το χρήμα. Προσπαθούν να μας βγάλουν την πίστη στον Χριστό από τις ψυχές μας και την ιστορία μας, διότι γνωρίζουν πολύ καλά ότι με την τακτική τους αυτή θα χαθεί και το «αγαπάτε αλλήλους». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν βλέπουμε τον εγωισμό μας, τον φθόνο που μας καλλιεργούν και τον διαχωρισμό μας.
ΘΕΟΦΑΝΙΑ  2013 ΑΠΟ  ΤΗΝ  ΓΝΗΣΙΑ  ΟΡΘΟΔΟΞΟ  ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Το Σάββατο  6  Ιανουαρίου( 19/1 με  το  παπικό  ημερολόγιο) η ορθόδοξος εκκλησία  εορτάζει  τα άγια  Θεοφάνια !!
Στον  ιερό  ναό  του  αγίου  Γεωργίου της  γνησίας  ορθοδόξου  εκκλησίας  ( Κωνσταντινουπόλεως  174 Χαριλάου  Θεσσαλονίκη  τηλ. 2310-300 177) θα τελεσθεί  ο όρθος  των Θεοφανίων  και  η θεια  λειτουργία  υπό  του  παναγιότατου  μητροπολίτου  της  ορθοδόξου  εκκλησίας  Γ.Ο.Χ..  κ.κ. Χρυσοστόμου. Από  τις  06.00 εως  10.30 π.μ.
Κατόπιν  ο παναγιότατος  και  οι πιστοί  θα μεταβούν  εν  πομπή  δια της  οδού  25ης  Μαρτίου  στην  θαλάσσια  περιοχή  παρά το  μέγαρο  μουσικής –ποσειδώνιο Θεσσαλονίκης  όπου  θα τελεσθεί  η κατάδυσης  του  τιμίου  σταυρού  ο αγιασμός  των υδάτων και  η εκφώνησης  του  πανηγυρικού  λόγου  της  ημέρας  από  τον  παναγιότατο  κ.κ.. Χρυσόστομο στις  11.00 π.μ.