xristianorthodoxipisti.blogspot.gr ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ΑΡΘΡΑ
Εθνικά - Κοινωνικά - Ιστορικά θέματα
Ε-mail: teldoum@yahoo.gr FB: https://www.facebook.com/telemachos.doumanes

«...τῇ γαρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διά τῆς πίστεως· και τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπι ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεός ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν...» (Εφεσίους β’ 8-10)

«...Πολλοί εσμέν οι λέγοντες, ολίγοι δε οι ποιούντες. αλλ’ούν τον λόγον του Θεού ουδείς ώφειλε νοθεύειν διά την ιδίαν αμέλειαν, αλλ’ ομολογείν μεν την εαυτού ασθένειαν, μη αποκρύπτειν δε την του Θεού αλήθειαν, ίνα μή υπόδικοι γενώμεθα, μετά της των εντολών παραβάσεως, και της του λόγου του Θεού παρεξηγήσεως...» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής p.g.90,1069.360)

Ἒλεος, ὄχι καὶ κομπάρσοι τοῦ Βατικανοῦ !»
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ: ΑΣ ΑΝΑΛΟΓΙΣΘΗ Ο ΚΑΘΕ ΥΓΙΩΣ ΣΚΕΠΤΟΜΕΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΟΔΗΓΗΣΗ Η ΣΥΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΑΣ ΑΝΑΛΑΒΗ ΤΙΣ ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΟΥ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΙΑ ΤΟΥ. ΟΣΕΣ ΕΠΙΚΛΗΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ , ΟΣΕΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ, ΟΣΕΣ ΝΗΣΤΕΙΕΣ ,ΕΙΝΑΙ ΑΧΡΗΣΤΕΣ ΑΝ ΔΕΝ ΑΠΕΓΚΛΩΒΗΣΤΗ ΑΠΟ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΙ ΣΤΗΝ ΜΙΑ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, Η ΟΠΟΙΑ ΑΓΩΝΙΖΕΤΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΘΥΕΛΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΝΑ ΟΔΗΓΗΣΗ ΤΑ ΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ!! 
Πρεσβύτερος
π. Ἀναστάσιος Κ. Γκοτσόπουλος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν
τηλ. 6945-377621 - agotsopo@gmail.com
Πάτρα 18.2.2013

«Ἒλεος, ὄχι καὶ κομπάρσοι τοῦ Βατικανοῦ ! »
Σχολιασμὸς στό ἄρθρο τοῦ θεολόγου Ἀριστ. Πανώτη για τή συμπροσευχή μὲ αἱρετικοὺς

Δημοσιεύθηκε στίς 13.2.2013 ἄρθρο τοῦ θεολόγου Ἀριστ. Πανώτη μὲ τίτλο «Ἡ Πατερικὴ παράδοση περὶ «Ἑνότητας» καὶ «Συμπροσευχῆς» τῶν Χριστιανῶν, Σκέψεις περὶ τὸν ἑορτασμὸ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στόν Ἄθωνα»[1].

Νομίζω ὅτι ὀφείλουμε χάριτας στόν κ. Πανώτη, διότι εἶναι ὁ μόνος ἐκ τῶν ὑποστηρικτῶν τῆς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων συμπροσευχῆς πού προσπαθώντας νά τὴν θεμελιώσει στήν «πατερικὴ παράδοση» ἀπέδειξε περίτρανα τὸ ἀντιπατερικὸν της! Ἂς μοῦ ἐπιτραποῦν κάποιες ἐπισημάνσεις :

Ὁ συντάκτης τοῦ ἄρθρου φαίνεται νά θλίβεται βαθύτατα, διότι διαπιστώνει ὅτι στόν «ξέφραγο ἀμπελῶνα «ἐλεύθερης βοσκῆς», δηλαδὴ στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, «ἡ ἀναίδεια καὶ ἡ θρασύτητα πολλὲς φορὲς διατάραξαν τὴν ἁρμονία στό ἐκκλησιαστικὸ σῶμα γιά νά φυγαδεύσουν ἀπὸ τὴν ἀδελφότητα τὴν θεοφόρο ἀγάπη μεταξὺ τῶν βαπτισμένων στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος!».

Συμφωνοῦμε ἐν μέρει (ἀσφαλῶς ὄχι μὲ τὸν ἀπρεπή χαρακτηρισμὸ τῆς Ἐκκλησίας μας), ἀλλὰ παράλληλα δέν μποροῦμε νά κατανοήσουμε πῶς συμβιβάζεται ἀπὸ τὴν ἴδια τεθλιμμένη γιά τή φυγάδευση «τῆς θεοφόρου ἀγάπης μεταξὺ τῶν βαπτισμένων στο ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος!» καρδία, νά ἐξέρχονται καὶ νά καταγράφονται στό ἴδιο κείμενο ἐναντίον ἀδελφῶν, ἁπλῶν πιστῶν, κληρικῶν, ἀκόμα καὶ Ἀρχιερέων «βαπτισμένων στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος!», οἱ κάτωθι περιφρονητικοὶ καὶ ὑβριστικοὶ χαρακτηρισμοὶ τοῦ συγγραφέως : «ἡ ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση καὶ συγχρόνων ἀρχιερέων ἀκόμη οἰστρηλατεῖται ἀπὸ τὶς ὑπερβολὲς τοῦ «ὁμολογιακοῦ νεοζηλωτισμοῦ» πού ἄτεγκτος ἐπιμένει στό ἀρχαῖο ἐριστικὸ σύνδρομο … θεωρεῖται ἀπό τούς ἀκριβολάτρες ὡς παγίδα «ἵνα μιανθῶσιν» ἀπὸ τὴν δῆθεν «παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ … ἀμπελῶνας «ἐλεύθερης βοσκῆς» κάθε λογῆς αὐτοκλήτων «σωτήρων» … ἡ ἐν Ἑλλάδι «ὁμολογιακὴ» συντεχνία πού … ἀδιόρθωτα παρελθοντολογεῖ καὶ ὑβρίζει ἐξ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς δικῆς της "Ὀρθοδοξίας", Πανορθοδόξους θεσμοὺς καὶ τὶς ἀποφάσεις τους … Ὁ κρετινισμὸς τοῦ σοφιστικοῦ λογισμοῦ τους ὑποτιμᾶ μὲ ἐμπάθεια … Ἡ στάση αὐτὴ δέν εἶναι νεοφανής, ἔχει ῥίζες στήν ἐγωπάθεια καὶ στήν ἀδιακρισία ὅσων δοκησισοφοῦν … ἰδεολογοῦνται μέ ἀναίδεια καί θρασύτητα ἀπὸ τὰ ἐν Ἑλλάδι ἀπομεινάρια τῶν ζηλωτικῶν συνασπισμῶν, … ἀκρότητες τοῦ ἀμαθοῦς ζήλου καὶ τὶς ὑπερβολὲς τοῦ ἀτομοκεντρικοῦ εὐσεβισμοῦ πού ἐξωθοῦν τούς ἀνίδεους πιστούς σὲ διασπαστικὲς ἐνέργειες … Ἡ ἀναίδεια καὶ ἡ θρασύτητα … στήν θρασύτητα ἐντείνουν κάποιοι πού τεθλασμένα μὲ ἀναίδεια προκάθονται σὲ θώκους»…

Σταματῶ τὴν ἀντιγραφή, διότι «ἐπιλείψει γὰρ μὲ διηγούμενον» ὁ χῶρος … Τὸ λυπηρὸ εἶναι ὅτι οἱ χαρακτηρισμοὶ αὐτοὶ ἀπευθύνονται ὄχι σὲ «διαφόρους κορύβαντες [ὅλων τῶν τάσεων πού δυστυχῶς κρύβονται] ὄπισθεν τῆς ἁμαρτωλῆς ἀνωνυμίας τῶν ἱστότοπων», ἀλλὰ σωρηδὸν καὶ συλλήβδην ἐναντίον ἁπλῶν πιστῶν, πρεσβυτέρων, ἡγουμένων ἱστορικῶν ἀδελφοτήτων μὲ πανορθόδοξη προσφορά, ἀκόμα καὶ ἀρχιερέων, ἐπειδὴ τολμοῦν νά ἔχουν διαφορετικὴ θεολογικὴ προσέγγιση, ἀναμφίβολα πιὸ παραδοσιακὴ ἀπὸ αὐτὴ τοῦ συντάκτη τοῦ ἄρθρου. Ἐξίσου λυπηρὸ εἶναι καὶ τὸ ὅτι δέν προέρχονται ἀπὸ τὴν πένα ἀνωνύμου τινὸς καὶ ἀπαιδεύτου «κορύβαντος», ἀλλὰ πολιοῦ στήν ἡλικία, μὲ ἀξιοζήλευτους, ἀπὸ κοσμικῆς ἀπόψεως, ἐκκλησιαστικοὺς τίτλους, ποὺ ἐπαγγέλλεται καὶ διακονεῖ τὸ θεολογικὸ λόγο καὶ διάλογο. Ἀσφαλῶς στό συγκεκριμένο σημεῖο ὁ συντάκτης δέν πρωτοτυπεῖ. Εἶναι λυπηρὸ ὡς ἐνδεικτικὸ παρακμῆς, ὅτι οἱ περισσότεροι θερμοὶ ὑποστηρικτὲς τῶν ἀκρίτων οἰκουμενιστικῶν τολμημάτων τῆς ἐποχῆς μας προσπαθοῦν νά καλύψουν τή σοβαρότατη ἀδυναμία ἀρθρώσεως ἀντιρρητικοῦ λόγου στά ἐπιχειρήματα τοῦ ἄλλου, μὲ ἀπαξίωση τοῦ προσώπου του . τὴν πενία ἐπιχειρημάτων νομίζουν πώς τή χορταίνουν μὲ πληθώρα ἀφοριστικοῦ λόγου!

Τὰ ἀνωτέρω προδίδουν προφανῶς ἀπώλεια ψυχραιμίας λόγῳ τῆς κατάρρευσης τοῦ οἰκουμενιστικοῦ τους οἰκοδομήματος. Προσπαθοῦν μὲ κάθε τρόπο νά πείσουν ὅτι καὶ οἱ ἴδιοι πιστεύουν ἀκόμα στίς οἰκουμενιστικὲς ἰδεοληψίες, περὶ δῆθεν «παγχριστιανικῆς οἰκογενείας [πού] ὑψώνει τίς καρδιὲς ἑκατομμυρίων ψυχῶν ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες τή τρίτη ἑβδομάδα τοῦ Ἰανουαρίου γιά νά ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ»! Αὐτὰ τὰ λίγα γιά τὸ ὕφος τοῦ ἄρθρου.

Ἂς ἔλθουμε ὅμως στήν οὐσία τῆς «ἐπιχειρηματολογίας» τοῦ κ. Πανώτη :

1. Μὲ ποιά ἐπιχειρήματα, λοιπόν, ἀντιμετωπίζει ὁ συντάκτης τίς 16 ἀποφάσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων (ἱεροὺς κανόνες), οἱ ὁποῖες ὁμοφώνως καί κατηγορηματικῶς ἀπαγορεύουν τίς μετὰ τῶν αἱρετικῶν συμπροσευχὲς; Πολὺ ἁπλὰ . χωρὶς ἐπιχειρήματα, ἀλλὰ ἀφοριστικῷ τῷ λόγῳ! Γράφει : «γιά νά κατανοηθεῖ τὸ ἀκριβὲς πνεῦμα τους ἀσχολοῦνται μὲ τή μελέτη τους γενεὲς κανονολόγων, ἂν ἡ συντάξή τους εὐαγγελίζεται Λόγο Κυρίου»! Ἒλεος… Ἐντελῶς αὐθαίρετος καί ἀνακριβής ὁ ἰσχυρισμός τοῦ ἀρθρογράφου! Οὐδεὶς καί ποτέ σοβαρός ὀρθόδοξος κανονολόγος ἀμφισβήτησε ὅτι «ἡ σύνταξή τους εὐαγγελίζεται Λόγο Κυρίου»! Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι, κανονολόγοι καὶ μή, ἀποδεχόμαστε τὰ ὑπὸ τῆς Στ΄ Οἰκουμενικῆς ὁρισθέντα «ὥστε μένειν καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν βεβαίους καὶ ἀσφαλεῖς, πρὸς ψυχῶν θεραπείαν καὶ ἰατρείαν παθῶν, τοὺς ὑπὸ τῶν πρὸ ἡμῶν ἁγίων καὶ μακαρίων Πατέρων δεχθέντας καὶ κυρωθέντας, … κανόνας» καὶ ὅσα ἡ Ζ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος θεοπνεύστως ἀπεφάνθη: «ἀσπασίως τοὺς θείους κανόνας ἐνστερνιζόμεθα, καὶ ὁλόκληρον τὴν αὐτῶν διαταγὴν καὶ ἀσάλευτον κρατύνομεν, τῶν ἐκτεθέντων ὑπὸ τῶν ἁγίων σαλπίγγων τοῦ Πνεύματος … Ἐξ ἑνὸς γὰρ ἅπαντες καὶ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντες, ὥρισαν τὰ συμφέροντα». Αὐτὴ τὴν ὁμόφωνη πατερικὴ παράδοση ἀκολούθησαν ὃλες οἱ «γενεὲς κανονολόγων», πάλαι τε καὶ νῦν. Ἐνδεικτικὰ (ἀπὸ τὸν 6ο-20ο αἰ.): Διονύσιος Μικρός, Ἰωάννης Σχολαστικός, Μ. Φώτιος, Βαλσαμών, Ζωναράς, Ἀριστηνός, Βλάσταρης, Ἅγ. Νικόδημος Ἁγιορείτης, Ἅγ. Ἰουστίνος Πόποβιτς, οἱ συνοδικῶς καὶ Πανορθοδόξως ἀποφανθέντες Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς (Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καὶ Ἱεροσολύμων - 1848)! Ἀκόμα καὶ αὐτὴ ἡ ἐπὶ Ἀθηναγόρα Πατριαρχικὴ Σύνοδος συνοδικῶς ὅρισε (1952): «Δέον ἵνα οἱ Ὀρθόδοξοι κληρικοὶ ἀντιπρόσωποι ὦσιν ὅσῳ τὸ δυνατὸν ἐφεκτικοὶ (=διστακτικοὶ) ἐν ταῖς λατρευτικαῖς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων συνάξεσιν, ὡς ἀντικειμέναις πρὸς τοὺς ἱεροὺς κανόνας καὶ ἀμβλυνούσαις τὴν ὁμολογιακὴν εὐθιξίαν τῶν Ὀρθοδόξων, ἐπιδιώκοντες ἵνα τελῶσιν, εἰ δυνατόν, καθαρῶς ὀρθοδόξους ἀκολουθίας καὶ τελετάς, πρὸς ἐμφάνισιν οὕτω τῆς αἴγλης καὶ τοῦ μεγαλείου τῆς ὀρθοδόξου λατρείας πρὸ τῶν ὀμμάτων τῶν ἑτεροδόξων»[2]. Καὶ αὐτὴ τὴν Πατριαρχική καί Συνοδική κατεύθυνση ἐπαναλαμβάνει καὶ ἀξιοποιεῖ ὁ νῦν Πατριάρχης Βαρθολομαῖος στὴν ἀπὸ 3.7.1999 ἐπιστολὴ του πρὸς τὴν Ἱ. Κοινότητα τοῦ Ἁγ. Ὅρους στήν ὁποία μεταξὺ ἄλλων ἐπισημαίνει τὰ ἑξῆς ἐπὶ λέξει :

«Περὶ τῶν συμπροσευχῶν μετὰ τῶν ἑτεροδόξων ὑπενθυμίζομεν ὑμῖν ὅτι ἤδη ἀπὸ τοῦ ἔτους 1952 τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον … φρονεῖ ὅτι “ἡ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τὴν παγχριστιανικὴν κίνησιν δέον ἵνα γίγνηται ὑπὸ τοὺς ἀκολούθους ὅρους: α)…β)… γ) Δέον ἵνα οἱ Ὀρθόδοξοι κληρικοὶ ἀντιπρόσωποι ὦσιν ὅσῳ τὸ δυνατὸν ἐφεκτικοὶ [διστακτικοὶ] ἐν ταῖς λατρευτικαῖς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων συνάξεσιν, ὡς ἀντικειμέναις πρὸς τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας καὶ ἀμβλυνούσαις τὴν ὁμολογιακὴν εὐθιξίαν τῶν Ὀρθοδόξων, ἐπιδιώκοντες ἵνα τελῶσιν, εἰ δυνατόν, καθαρῶς ὀρθοδόξους ἀκολουθίας καὶ τελετάς, πρὸς ἐμφάνισιν οὕτω τῆς αἴγλης καὶ τοῦ μεγαλείου τῆς ὀρθοδόξου λατρείας πρὸ τῶν ὀμμάτων τῶν ἑτεροδόξων”. Συνεπῶς, συνεχίζει ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, εἶναι ἄδικον νὰ ἀποδίδονται εὐθύναι εἰς τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον διά, τυχόν, παραβιάσεις τῆς συστάσεως αὐτοῦ ὑπὸ διαφόρων κληρικῶν καὶ δὴ κατὰ τὸ πλεῖστον ἀνηκόντων εἰς ἄλλας Ἐκκλησίας. Σημειωτέον ὅτι, ὡς γνωστὸν κατὰ τὴν Διορθόδοξον Συνάντησιν τῆς Θεσ/νίκης (29/4-2/5/1998) ἀπεφασίσθη, κατόπιν πρωτοβουλίας τῆς ἀντιπροσωπείας τοῦ Πατριαρχείου, … ὅπως οἱ Ὀρθόδοξοι Σύνεδροι, οἱ μέλλοντες νὰ συμμετάσχουν εἰς τὴν ἐν Χαράρε Η΄ Γενικὴν Συνέλευσιν τοῦ Π.Σ.Ε., μὴ συμμετάσχουν εἰς οἰκουμενικὰς λατρευτικὰς συνάξεις, κοινὰς προσευχάς, λατρείας καὶ ἄλλας θρησκευτικὰς τελετὰς διαρκούσης τῆς Συνελεύσεως, τοῦτο δὲ ἀποτελεῖ ἐκδήλωσιν τῆς ἰσχῦος τῆς σταθερᾶς γραμμῆς τῆς ὡς ἄνω Ἐγκυκλίου τοῦ 1952, ἡ ὁποία οὐδέποτε ἀνεκλήθη, ἔστω καὶ ἄν, ἄνευ συναινέσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, παρεβιάσθη ἐνίοτε, ἢ ἡρμηνεύθη ἄλλοτε συσταλτικῶς ὡς ἀφορῶσα μόνον εἰς τὴν μὴ συμμετοχὴν εἰς τὴν ἐν στενῇ ἐννοίᾳ λατρείαν (Θείαν Λειτουργίαν). Ὅσον ἀφορᾶ εἰς τὴν συμπροσευχὴν μετὰ τῶν ἑτεροθρήσκων, τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον θεωρεῖ αὐτονόητον τὴν κανονικὴν ἀπαγόρευσιν αὐτῆς καὶ τὴν ἀποχὴν ἀπ’ αὐτῆς, χωρὶς τοῦτο νὰ σημαίνη ὅτι ἡ ἀπαγόρευσις τῆς συμπροσευχῆς συμπαρασύρει εἰς ἀπαγόρευσιν καὶ τὸν διαθρησκειακὸν διάλογον»[3]. Αὐτὰ τὰ σαφῆ γράφει ὁ Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος καὶ θὰ ἢμασταν ἰδιαίτερα εὐτυχεῖς ἂν ἐφαρμόζονταν μὲ συνέπεια ἀπὸ τὰ στελέχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου σὲ ὁλόκληρη τή δικαιοδοσία Του.

Βέβαια πάντα ὑπάρχουν καί ὃσοι μέ περισσή «ἀναίδεια» καί «θρασύτητα» - ὃπως γράφει ὁ Ἃγ. Γρηγόριος Ναζιανζηνός - αὐθαιρετοῦν καί ἀρνοῦνται ὃτι οἱ Πατέρες συντάσσοντας τούς κανόνες «ἐξ ἑνὸς γὰρ ἅπαντες καὶ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντες, ὥρισαν τὰ συμφέροντα». Γι’ αὐτούς προστάζει ἡ Στ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος: «μηδενὶ ἐξεῖναι τοὺς προδηλωθέντας παραχαράττειν κανόνας, ἢ ἀθετεῖν... Εἰ δέ τις ἁλῶ κανόνα τινὰ τῶν εἰρημένων καινοτομῶν, ἢ ἀνατρέπειν ἐπιχειρῶν, ὑπεύθυνος ἔσται κατὰ τὸν τοιοῦτον κανόνα». Συνεπῶς, πῶς τολμᾶ νά ἰσχυρίζεται ὁ ὁποιοσδήποτε ὃτι «γιά νά κατανοηθεῖ τὸ ἀκριβὲς πνεῦμα τους ἀσχολοῦνται μὲ τή μελέτη τους γενεὲς κανονολόγων, ἂν ἡ συντάξή τους εὐαγγελίζεται Λόγο Κυρίου»!

2. Στό ἄρθρο γίνεται χρήση δύο χωρίων τοῦ Μ. Βασιλείου, ἀλλὰ ἀποκομμένα ἀπὸ τὰ συμφραζόμενα, ἔτσι πού μπορεῖ νά βγάλει ἕκαστος τὰ συμπεράσματα πού τὸν βολεύουν. Ὁ συγγραφέας τὰ χρησιμοποιεῖ γιά να ἀποδείξει «τὴν εὑρύτητα τῶν θέσεων τῶν Πατέρων γιά τὴν «ἑνότητα» καὶ τὴν «συμπροσευχὴ» τῶν χριστιανῶν». Λέει ὅμως κάτι τέτοιο ὁ Οὐρανοφάντωρ; Μᾶλλον … ὄχι !

α) Στο πρῶτο χωρίο ὁ Μ. Βασίλειος ὁμιλεῖ γιά «τὸ ἐπαναγαγεῖν πρὸς ἕνωσιν τάς Ἐκκλησίας, τάς πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως ἀπ' ἀλλήλων διατμηθείσας». Ὁ κ. Πανώτης ἀφήνει νά ἐννοηθεῖ ὅτι ἀναφέρεται σὲ αἱρετικὲς Ἐκκλησίες, τὶς ὁποῖες ὁ Ἅγιοςκάλεσε διὰ τῆς «εὑρύτητας τοῦ πνεύματός του» σὲ «ἑνότητα καὶ συμπροσευχή»! Ὅμως τὸ χωρίο δέν ἀναφέρεται οὔτε σὲ συμπροσευχή, οὔτε σὲ αἱρετικοὺς! Ἂς τὸ δοῦμε στή συνάφειά του: Εἶναι ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἁγίου «τοῖς ἐν Ταρσῷ περὶ Κυριακόν» [4], στήν ὁποία ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται σέ μία ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, ἡ ὁποία λόγῳ τῆς συγχύσεως πού ἐπικρατοῦσε τότε, δέν ἦταν σὲ κοινωνία μὲ τίς ἄλλες Ἐκκλησίες. Ὁ Μ. Βασίλειος πλέκει ἐγκώμια γιά τὴν πίστη καὶ τὸ ἦθος τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς, ἐγγυᾶται προσωπικὰ ὁ ἴδιος γιά τὴν ὀρθόδοξη πίστη της καὶ παρακαλεῖ τοὺς ἐν Ταρσῷ νά τοὺς δεχθοῦν σὲ πλήρη κοινωνία «ἠνωμένους γνησίως, καὶ πάσης ἐκκλησιαστικῆς φροντίδος κοινωνούς[5]. Ἀλήθεια, μπορεῖ νά ὑπονοήσει κάποιος ὅτι ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται σὲ αἱρετικοὺς καί σέ συμπροσευχὴ μαζί τους; ἢ ποία σχέση μπορεῖ νά ἔχει ἡ περίπτωση ποὺ ἀναφέρει ὁ Μ. Βασίλειος, μὲ τή σημερινή πραγματικότητα τῶν ἑτεροδόξων;

β) Τὸ δεύτερο χωρίο, σύμφωνα μὲ τὸν κ. Πανώτη, ἀναφέρει ὅτι «μὲ τὴν «χρονικώτερη συνδιαγωγὴ καὶ τὴν ἀφιλόνεικη συγγυμνασία» καὶ μὲ ὅτι ἄλλο ἐπὶ πλέον δώσει ὁ Κύριος θὰ προέλθει ἡ πολυπόθητη ἑνότητα (Migne P.G.32,528,525)». Ἂς τὸ δοῦμε ὅμως μὲ τή δέουσα προσοχὴ: ὁ Ἅγιος σὲ ἐπιστολὴ του «τοῖς ἐν Ταρσῷ πρεσβυτέροις» [6] ἀναφέρεται στή φοβερὴ σύγχυση πού ὑπῆρχε καὶ στή διάσπαση τῶν πιστῶν ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία λόγῳ τῶν αἱρέσεων (Ἀρειανῶν πού ἀρνοῦνταν τή θεότητα τοῦ Κυρίου καὶ Πνευματομάχων πού κήρυτταν ὅτι τὸ Ἅγ. Πνεῦμα εἶναι κτίσμα). Ἔλεγε, λοιπόν, ὅτι αὐτὸ τὸν καιρὸ μεγάλη εὐεργεσία γιά τὴν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ τῶν πεπλανημένων στήν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα[7]. Ἀκολούθως ἐξηγεῖ ὅτι θέλει οἱ ἀποκομμένοι ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα λόγῳ τῆς αἱρέσεως, ἂν ἔχουν ἀρνηθεῖ τὴν τότε πλάνη, νά γίνουν δεκτοὶ εἰς κοινωνίαν, νά ἑνωθοῦν πάλι στήν Ἐκκλησία. «Ἀξιοῦμεν ὑμᾶς», γράφει, «τοὺς μὴ λέγοντας κτίσμα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον δέχεσθαι εἰς κοινωνίαν». Καθορίζει μάλιστα τή διαδικασία θέτοντας δύο προϋποθέσεις πίστεως καὶ μία κανονικῆς τάξεως σέ ὅσους θέλουν νά εἶναι σὲ κοινωνία μαζὶ του καὶ μὲ τὴν ἐκκλησία: Ἀπαιτεῖ α) νά ὁμολογοῦν τὴν πίστη τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (Νικαίας), β) νά ὁμολογοῦν τὴν πίστη ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δέν εἶναι κτίσμα καὶ γ) νά μὴ δέχονται σὲ κοινωνία ὅσους τὸ θεωροῦν κτίσμα[8]. Μὲ αὐτές τίς προϋποθέσεις πίστεως καὶ τάξεως ἐπιτυγχάνεται ἡ πλήρης κοινωνία : «ἀξιοῦμεν ὑμᾶς … δέχεσθαι εἰς κοινωνίαν» καὶ τότε, ἀφοῦ ἔχει ἤδη ἐπιτευχθεῖ ἡ ἑνότητα-κοινωνία πίστεως, τότε «τῇ χρονιωτέρᾳ συνδιαγωγῇ καὶ τῇ ἀφιλονείκω συγγυμνασία, καὶ εἰ τὶ δέοι πλέον προστεθῆναι εἰς τράνωσιν, δώσει Κύριος ὁ πάντα συνεργῶν εἰς ἀγαθὸν τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν». Δηλαδή, ἡ «χρονικώτερη συνδιαγωγὴ καὶ ἡ ἀφιλόνεικη συγγυμνασία» ὑφίστανται ἐφ’ ὅσον ἔχει ἤδη ὁμολογηθεῖ ἡ ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἔχει ἤδη ἐπιτευχθεῖ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία . δέν εἶναι προϋπόθεση, ἀλλὰ ἕπεται τῆς ὁμολογίας τῆς κοινῆς πίστεως καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. Βοηθᾶ ὅμως «εἰς τὴν τράνωσιν», στήν ἐνίσχυση, τῆς ἤδη ὑφισταμένης ἑνότητος, τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῶν ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας πιστῶν[9]!

Εἶναι σαφὲς ὅτι ὁ Ἅγιος στα ἀνωτέρω χωρία του δέν ἀναφέρεται σὲ συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικοὺς . καὶ ἂν ἀκόμα στή «χρονικώτερη συνδιαγωγὴ καὶ ἀφιλόνεικη συγγυμνασία» ἐντάξουμε τή συμπροσευχή, αὐτή δέν ἀφορᾷ σὲ αἱρετικούς, ἀλλὰ σὲ κανονικὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πού ἔχουν ἤδη ὁμολογήσει τὴν κοινὴ πιστὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔχουν διακόψει κάθε ἐπικοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης πού ἔλεγαν κτίσμα τὸ Ἅγ. Πνεῦμα!

3. Ἡ παντελὴς ἔλλειψη πατερικῶν μαρτυριῶν ὑπὲρ τῶν συμπροσευχῶν μὲ αἱρετικούς, εἶναι ἐμφανέστατη στό ἄρθρο. Ἡ ἀδυναμία δικαιολογήσεως τῶν συμπροσευχῶν μὲ βάση τὴν «πατερικὴ παράδοση», ἀνάγκασε τὸν κ. Πανώτη μὲ πολὺ ἐνθουσιασμὸ νά ἐπικαλεσθεῖ κείμενο ἀπὸ τὸν πραγματικὰ ἔχοντα «ἀναμφισβήτητο κῦρος ὀρθόδοξο κληρικὸ καὶ θεολόγο» καὶ «ἀκραιφνῆ τῆς ὀρθοδοξίας μύστην» μακαριστόν Κων. Οἰκονόμου ἐξ Οἰκονόμων! Ἀλλά, μᾶλλον, … ἄνθρακες ὁ θησαυρὸς :

α) Ἐν πρώτοις, ἀγαπητὲ κ. Πανώτη, δηλώνω κατηγορηματικὰ ὅτι συμφωνῶ καὶ προσυπογράφω πλήρως καὶ ὁλόκληρο τὸ κείμενο τοῦ ἀοιδίμου πρωθιερέως Κων. Οἰκονόμου - καὶ νομίζω ὅτι καὶ οἱ πλεῖστοι τῶν διαφωνούντων μὲ τὰ οἰκουμενιστικὰ δρώμενα - διότι πράγματι ὁ μακαριστός «συνόψισε παραστατικὰ τὴν πατερικὴ παράδοση»! Ἐσεῖς, κ. Πανώτη, μπορεῖτε νά πεῖτε τὸ ἴδιο; Μπορεῖτε π.χ. νά προσυπογράψετε μὲ ἄνεση ὅτι οἱ Ἀρμένιοι, οἱ Κόπτες καὶ οἱ Δυτικοὶ εἶναι «αἱρετικοί», καὶ μάλιστα ὅτι «μὴ μεθ' ὑγιοῦς φρονήματος» προσκυνοῦν καὶ «κηρύττουσι … μὴ ὑγιῶς» τὸν Χριστό, ὅπως ρητὰ γράφει ὁ «ἀναμφισβήτητου κύρους ὀρθόδοξος κληρικὸς καὶ θεολόγος» πρωθιερεὺς Κων. Οἰκονόμου; Ἂν ἡ ἀπάντησή σας εἶναι καταφατική, εἰλικρινὰ χαίρομαι! Ἀλλὰ τότε δέν εἶναι δυνατὸν νά γράφετε «μέσα στήν Μία Ἐκκλησία πού κληθήκαμε μὲ τὸ Ἓν βάπτισμα», ἀναφερόμενος στούς «αἱρετικούς», κατὰ Κωνσταντίνο Οἰκονόμου, Δυτικοὺς! Αἵρεση καὶ Ἐκκλησία εἶναι μεγέθη παντελῶς ἀσυμβίβαστα καὶ ἀλληλοαναιρούμενα!

β) Στό κείμενο πού παρατίθεται, ὁ μακαριστός Κων. Οἰκονόμου δέν μιλᾶ πουθενὰ γιά «συμπροσευχή», τὴν ὁποία μάλιστα καὶ δικαιολογεῖ! Ἀναφέρεται στὸ καθεστὼς λατρείας στά Πανάγια Προσκυνήματα τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τή χρήση τους ἀπὸ τοὺς «αἱρετικοὺς» Ἀρμενίους, Κόπτες καὶ Δυτικοὺς ὅτι «τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ καὶ τάξῃ» «προσευχέσθωσαν, ἕκαστοι καθ'ἑαυτοὺς και κατ' ἰδίαν, ἐν τοῖς ὡρισμένοις αὐτῶν τόποις καὶ καιροῖς»! Ὁ καθένας προσεύχεται, λέει ὁ μακαριστός Οἰκονόμου, «τῇ ἰδίᾳ τάξῃ», «καθ’ ἑαυτόν», «κατ’ ἰδίαν», σὲ δικὸ του «ὁρισμένο τόπο» καὶ σὲ δικὸ του «ὁρισμένο χρόνο»! Διερωτῶμαι, ποῦ ἡ συμπροσευχὴ; ποῦ βρίσκεται τὸ «κοινὸν» γιά νά ἔχουμε συμπροσευχὴ; Ἀπαραίτητα στοιχεῖα τῆς συμπροσευχῆς εἶναι ὁ κοινὸς τόπος, ἡ χρονικὴ σύμπτωση, τὸ κοινὸ τελετουργικὸ τυπικό, τὸ κοινὸ περιεχόμενο προσευχῆς καὶ προπαντὸς ἡ βούληση γιά κοινὴ προσευχὴ . ὄχι «καθ’ ἑαυτὸν» καὶ «κατ’ ἰδίαν» καὶ «τῇ ἰδίᾳ τάξῃ», ἀλλὰ μαζί, σὲ κοινὸ πρόγραμμα καὶ περιεχόμενο λατρείας! Ὑπάρχουν τέτοια στοιχεῖα στόν Πανάγιο Τάφο; Ἀσφαλῶς ὄχι! οὔτε ὁ μακαριστός Κων. Οἰκονόμου ἀναφέρει, οὔτε ὃποιος ἔχει βρεθεῖ ἐκεῖ ἔχει ζήσει κάτι τέτοιο! Τελικά, οὔτε καὶ «ὁ ἀκραιφνής τῆς ὀρθοδοξίας μύστης» ἀοίδιμος Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου δικαιολογεῖ τίς κανονικὲς ἀσχήμιες τῶν συμπροσευχῶν! Ὅμως, ὅταν ἀναφερόμαστε γιά τὸ θέμα αὐτὸ στά Ἱεροσόλυμα, δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε καὶ τὴν παρέμβαση τοῦ οὐρανοῦ: τὸ ὅτι στά Πανάγια Προσκυνήματα δὲ συντελεῖται συμπροσευχὴ μὲ τοὺς «αἱρετικοὺς» τὸ διαλαλεῖ στούς αἰῶνες ἡ σχισμένη κολώνα, ὁ βουβὸς καὶ ταυτόχρονα διαπρύσιος κήρυκας καὶ μάρτυρας στήν ἀριστερὴ εἴσοδο τοῦ Πανιέρου Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως!

Ἄλλωστε, μὴ λησμονοῦμε σὲ ποιούς δύστηνους καιροὺς καὶ μὲ ποιούς δολίους καὶ ἀπαραδέκτους τρόπους ἀπέκτησαν καὶ κατέχουν μέχρι σήμερα οἱ «αἱρετικοὶ» Ἀρμένιοι, Κόπτες καὶ Δυτικοὶ «δικαιώματα» στό κανονικὸ ἔδαφος τῆς μητρὸς Σιωνίτιδος Ἐκκλησίας. Ἂν ὑπῆρχε στοιχειώδης ἔστω σεβασμὸς στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐκ μέρους τους θὰ ἔπρεπε να ζητήσουν συγγνώμη καὶ να παραιτηθοῦν ἄμεσα ἀπὸ τὰ «δικαιώματα» αὐτὰ …

4. Στο ἄρθρο γίνεται παραπομπὴ σὲ διδακτικὸ κείμενο τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ. Πραγματικὰ ὠφέλιμο κυρίως γιά ἐμᾶς τοὺς κληρικούς πού εἴμαστε ἀναγκασμένοι – ὡς πνευματικοί, κήρυκες κλπ – νά ἀσχολούμαστε καὶ μὲ τὰ κακῶς κείμενα, τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Γιατί, δυστυχῶς, στά πνευματικά, λίγο ἂν δέν προσέξουμε ὁ ἐκτροχιασμὸς εἶναι δεδομένος. Ἰδιαίτερα μάλιστα ὅσοι καθ’ οἱονδήποτε τρόπο ἀσχολούμαστε μὲ τίς διαχριστιανικὲς σχέσεις, δέν ὑπάρχει ἀσφαλέστερος τρόπος γιά νά μὴν καταντήσουμε ὡς ὁ «πρῶτος τυχών [πού] νομίζει ὃτι κατέχει τήν γνώσιν καί τά βάθη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ Θεοῦ» καί ξεπέσουμε στήν «ἀναίδεια» καὶ τή «θρασύτητα», ποὺ ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος, ἀπὸ τὸ νά μὴν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στό δικὸ μας λογισμό, ἢ στίς δικὲς μας ἑρμηνεῖες, ἀλλὰ νά βρισκόμαστε πάντοτε «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι». Ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ὅμως μία ἐρώτηση στόν κ. Πανώτη : διαβάζοντας τὸ ἄρθρο του μήπως διαβλέπει ὅτι ὁ συντάκτης του ἐπιβεβαιώνει ἐπακριβῶς τόν τοῦ Καππαδόκου λόγον;

5.Θὰ ἤθελα να τελειώσω τὸ σχολιασμὸ μὲ τὴν ἀρχὴ τοῦ ἄρθρου, ὅπου ὁ κ. Πανώτης ἀναφέρεται στήν «ἑβδομάδα γιά τή Χριστιανική Ἑνότητα». Γράφει μὲ ἐμφανῆ τὸν ἐνθουσιασμὸ του: «Ἡ παγχριστιανικὴ οἰκογένεια ὑψώνει τίς καρδιὲς ἑκατομμυρίων ψυχῶν ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες τη τρίτη ἑβδομάδα τοῦ Ἰανουαρίου γιά νά ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ καὶ να «εἰσακουστεῖ» ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς Ἐκκλησίας τὸ ὁμόθυμο αἴτημα τὸ «ἵνα ὧμεν ἓν» μέσα στήν Μία Ἐκκλησία πού κληθήκαμε μὲ τὸ Ἓν βάπτισμα»!

Γιά νά θεολογοῦμε ὅσον τὸ καθ’ ἡμᾶς καὶ να μὴ «θολολογοῦμε» - ὅπως ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος κατηχητής μου Γεώργιος Οἰκονόμου (αἰωνία του ἡ μνήμη!) - ἂς ὑπενθυμίσουμε μερικὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα γιά νά μπορέσουμε νά προσδώσουμε τίς πραγματικὲς διαστάσεις στά σήμερον συμβαίνοντα, νά τὰ ἑρμηνεύσουμε καὶ νά τὰ ἐντάξουμε στό ἀκριβὲς πνευματικὸ τους περιβάλλον. Ἔτσι θὰ εἴμαστε προσγειωμένοι στήν πραγματικότητα καὶ δέν θὰ περπατᾶμε στίς «νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ» μὲ τὸν κίνδυνο «να ἀνοίξουν» …

Τὸ «Ὀκταήμερο Χριστιανικῆς ἑνότητος, 18-25 Ἰανουαρίου», ἦταν ἀρχικὰ ἰδέα τοῦ ἀγγλικανο-παπικοῦ Paul Watson τὸ 1908 καὶ σημαντικὴ ὢθηση τοῦ ἔδωσε ὁ Γάλλος παπικὸς ἀββᾶς Paul Couturier. Ἀργότερα ἔγινε ἀποδεκτὸ καὶ ἀπὸ τὸ ΠΣΕ καὶ ἀπὸ τὸ 1968 διοργανώνεται ἀπὸ κοινοῦ ἀπὸ τὸ Ποντιφικὸ Συμβούλιο γιά τή Χριστιανική Ἑνότητα (Βατικανὸ) σὲ συνεργασία μὲ τή Γραμματεία Πίστης καὶ Τάξης (ΠΣΕ-Γενεύη).

Σταθμὸς για τὴν ἑδραίωση τῆς ἑβδομάδος ἦταν ἡ B΄ Βατικανὴ Σύνοδος («οἰκουμενικὴ» κατὰ τοὺς παπικούς), ὅπου στό «Διάταγμα περὶ Οἰκουμενισμοὺ» (Unitatis Redintegratio, κεφ. ΙΙ - Πρακτικὴ τοῦ Οἰκουμενισμού, § 8) γίνεται ρητὴ ἀναφορὰ στήν προσευχὴ γιά τὴν ἑνότητα. Παρόμοια ἀναφορὰ ἔχουμε καὶ στήν ἐγκύκλιο τοῦ πάπα Ἰωάννη–Παύλου Β΄, «Ut unum sint» (25.5.1995) στίς §§ 23-24.
Τὰ δύο αὐτὰ παπικὰ κείμενα νοηματοδότησαν θεολογικὰ καὶ δικαιολόγησαν ἀπὸ κανονικῆς ἀπόψεως ἀπὸ πλευρᾶς τῶν Ῥωμαιοκαθολικῶν τὸ θέμα τῶν συμπροσευχῶν καὶ τῆς ἑβδομάδος προσευχῆς. Στά παπικὰ αὐτὰ κείμενα γίνεται μία - ἀδιανόητη για τὴν ἀρχαία Ἐκκλησία καὶ τὴν Ὀρθοδοξία - διάκριση μεταξὺ τῆς «communication in spiritualibus» καὶ τῆς «communicatio in sacris» (κυρίως Θ. Εὐχαριστία). Στήν «communication in spiritualibus» ἐντάσσεται καὶ ἡ προσευχὴ μὲ τοὺς «διισταμένους»[10] καὶ βέβαια «ἡ ἑβδομάδα κοινῆς προσευχῆς γιά τή χριστιανική ἑνότητα». Γιά τοὺς Ῥωμαιοκαθολικοὺς ἡ προσευχὴ γιά τὴν ἑνότητα στά πλαίσια τῆς σχετικῆς ἑβδομάδος ὑλοποιεῖ καὶ καθιστᾶ ἐμφανὲς τὸ πῶς ἐννοεῖ ἡ Ῥώμη τὸν «πνευματικὸ οἰκουμενισμό», ἤ τὴν πνευματικότητα ἐν τῷ οἰκουμενισμῷ.

Εἶναι προφανὲς ὅτι οἱ Ῥωμαιοκαθολικοὶ συμμετέχοντες ὄχι μόνο δέν ἔχουν κανένα πρόβλημα, ἀλλὰ ἀντιθέτως εἶναι ἀπολύτως συνεπεῖς μὲ τὴν πίστη τους, διότι ἡ «οἰκουμενικὴ» - γι’αὐτοὺς - Β΄ Βατικανὴ Σύνοδος καὶ ἡ ἐξ αὐτῆς καινοφανὴς ἐκκλησιολογία («subsistit in») τοὺς προτρέπει καὶ ὑποχρεώνει στήν οἰκουμενιστικὴ συμπροσευχή. Ποῦ ὅμως βρίσκεται ἡ στοιχειώδης συνέπεια γιά μᾶς τούς ὀρθοδόξους, πού καὶ ἡ Θεολογία μας καὶ οἱ Οἰκουμενικὲς μας Σύνοδοι τίς ἀπαγορεύουν ῥητῶς καὶ κατηγορηματικῶς ; Ἐκτὸς καὶ ἂν κάποιοι «Ὀρθόδοξοι» ἔχουν ἀναγνωρίσει σιωπηλὰ «οἰκουμενικότητα» στήν Β΄ Βατικανή καὶ ὑπακούουν μέ συνέπεια καί προθυμία στά κελεύσματά της . ἀλλὰ τότε ἂς μᾶς τὸ ποῦν καὶ ρητῶς!

Ἂς ἀφήσουμε ὅμως καλύτερα νά μᾶς σχολιάσει τὰ περὶ τῆς «ἑβδομάδος προσευχῆς γιά τὴν χριστιανικὴ ἑνότητα» ὁ Ἅγ. Ἰουστίνος (Πόποβιτς), ὁ ἐπίσης «ἀναμφισβήτητουκύρους ὀρθόδοξος κληρικὸς καὶ θεολόγος», «ἀκραιφνής τῆς ὀρθοδοξίας μύστης» καί πάνω ἀπό ὃλα Ἃγιος τῆς Ἐκκλησίας μας (ἐλπίζω πώς συμφωνεῖ μέ τούς χαρακτηρισμούς γιά τόν Ἅγιο καί ὁ κ. Πανώτης) ἀπαντῶντας σὲ σχετικὸ ἐρώτημα τῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας (1975) γιά τὸ ἂν μπορεῖ καὶ πρέπει ἡ Ἐκκλησία νά συμμετέχει. Προλογίζοντας τή δημοσίευση τῆς γνωμοδοτήσεως στήν ἑλληνικὴ ἔγραφε ὁ τότε ἀρχιμανδρίτης, καὶ νῦν Ἐπίσκοπος Μπάτσκας, Εἰρηναῖος (Μπούλοβιτς):

«Τονίζει ὁ π. Ἰουστίνος τὸ παρὰ τισιν ὀρθοδόξοις τόσον παραθεωρούμενον γεγονός, ὅτι ἡ Δύσις συνηθίζει νά ἐπιβάλῃ ἐντέχνως καὶ ἐπιδεξίως ἓν ἴδιον αὐτῆς «πρόγραμμα», ἓν «ἰδιάζον πλαίσιον», τὸ ὁποῖον ἐπιβάλλεται διὰ τῆς νοοτροπίας αὐτοῦ καὶ ἐκ τῶν προτέρων προσδιορίζει τοὺς ὅρους διὰ τὴν συμμετοχὴν ἐν τῇ «οἰκουμενικῇ συνεργασίᾳ» καὶ ἐν τῇ «οἰκουμενικῇ κοινῇ προσευχῇ». Τυπικὸν παράδειγμα τούτου εἶναι τὸ προαναφερθὲν πρόγραμμα συμπροσευχῶν καὶ «οἰκουμενικῆς ἀκολουθίας». Εἶναι ἐξώφθαλμον, ὅτι τὸ ὑπόβαθρον αὐτοῦ ἀποτελεῖ ἡ δυτικὴ ἐκκλησιολογία μετὰ τῆς ἐξ αὐτῆς προκυπτούσης θεωρίας περὶ τῶν «κλάδων», ἤτοι περὶ «διαιρέσεως τῆς Ἐκκλησίας», μετὰ τοῦ δογματικοῦ minimum καὶ τῶν δογματικῶν ὑποχωρήσεων μεταξὺ Ῥώμης καὶ Γενεύης. Ὅτι δὲ ταῦτα πάντα εἶναι ἀπαράδεκτα διὰ τὸν π. Ἰουστίνον, [γράφει ὁ Ἐπίσκοπος Μπάτσκας Εἰρηναῖος (Μπούλοβιτς)], ὡς καὶ διὰ πάντα ὀρθόδοξον, εἶναι περιττὸν καὶ νά λεχθεῖ. Διὰ τοῦτο σχολιάζει ὁ π. Ἰουστίνος ἕκαστον σημεῖον τοῦ προγράμματος τῆς «οἰκουμενικῆς ἀκολουθίας», χαριτολογῶν μέν, ἀλλὰ μετὰ λύπης, ὅπως φανερώση τὸ ἀσυμβίβαστον τοῦ ἐν λόγῳ προγράμματος καὶ τῶν στοιχειωδῶν ὀρθοδόξων προϋποθέσεων … καὶ συνελόντ’ εἰπεῖν, διὰ τὸν π. Ἰουστίνον, τυγχάνει ἀδύνατος πᾶσα συμπροσευχὴ ὀρθοδόξων καὶ ἑτεροδόξων, ἐφ’ ὅσον οὔτοι διαφοροτρόπως πιστεύουν εἰς τὸν Θεόν»[11].

Ὅποιος παρακολουθεῖ τὰ συμβαίνοντα κατ’ ἔτος στήν ἐν λόγῳ «ἑβδομάδα προσευχῆς» δέν ἔχει παρὰ νά ἐπιβεβαιώσει τὰ ὑπὸ τοῦ Ἁγ. Ἰουστίνου λεγχθέντα καὶ ἔτι πλέον. Πραγματικὰ τὸν πρῶτο καὶ βασικὸ ρόλο τὸν ἔχουν οἱ παπικοὶ. σὲ δεύτερο ρόλο εἶναι κάποιες προτεσταντικὲς ὁμάδες . καὶ ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι; ὁ ρόλος μας εἶναι καθαρὰ διακοσμητικός, ἢ καλύτερα ρόλος πρώτου κομπάρσου! Ναί, δυστυχῶς ὁ οἰκουμενισμὸς κατόρθωσε νά μᾶς καταντήσει κομπάρσους τοῦ Βατικανοῦ ! Καί, τὸ πλέον τραγικό, ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι πού χαίρονται μὲ αὐτὸ τὸ κατάντημα … Ἂς σκεφτοῦν ὅμως γιατί, ἄραγε, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης δὲ συμμετέχει προσωπικὰ στίς φαιδρότητες τῆς «ἑβδομάδος»; Διότι προφανῶς ἀρνεῖται τὸ ρόλο τοῦ κομπάρσου στίς ρωμαϊκὲς φιέστες, κηδόμενος τῆς ἀξιοπρέπειας τῆς Ἀρχιερωσύνης Του καὶ τοῦ κύρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου! Εἶναι μήπως τυχαῖο - γιά νά μείνουμε στόν εὐρωπαϊκό, ἑτερόδοξο χῶρο - ὅτι σὲ αὐτές τίς γελοιότητες δὲ συμμετέχει ἡ Ἱ. Μητρόπολη Σουηδίας καὶ Νορβηγίας; ὁ ἐκεῖ Μητροπολίτης Παῦλος (Μενεβίσογλου) εἶναι ἐγκρατὴς περὶ τοὺς Ἱ. Κανόνες, μὲ σπουδαῖες μελέτες πάνω στήν κανονική ἐκκλησιαστική παράδοση καί γνωρίζει καλά τί αὐτή ἐπιτρέπει καί τί ἀπαγορεύει! Καὶ -δόξα τῷ Θεῷ- καὶ ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, σεβόμενη τὸν ἑαυτὸ της ἀπέχει παντελῶς!

Ἡ παρουσία στή φιέστα τῆς Θεσσαλονίκης δύο Ὀρθοδόξων λαϊκῶν καθηγητῶν, ὅταν ἡ οἰκεία ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχὴ ἀρνεῖται γιά θεολογικοὺς-ἐκκλησιολογικοὺς λόγους νά συμμετάσχει, φανερώνει ἀσφαλῶς τὸ βαθμὸ ἐκκλησιαστικῆς συνείδησης καὶ συνέπειας τῶν ἰδίων. Τὶ καὶ ἂν εἶναι καθηγητὲς Θεολογικῆς Σχολῆς; «μέγας» καθηγητὴς Θεολογικῆς καὶ δάσκαλός τους, δέν ἦταν καὶ ὁ ἐκ τῶν συντακτῶν τοῦ “εὐαγγελίου” τοῦ ψευτομεσσία Σὰν Μύουνγκ Μούν;

Ἂς ἐπανέλθουμε στόν Ἅγ. Ἰουστίνο . σκεφτεῖτε τί θὰ ἔγραφε σήμερα ἂν ζοῦσε καὶ ἔβλεπε σὲ πλήρη ἀναπτυξη τὸ τσίρκο τῶν συμπροσευχῶν γιά τὴ χριστιανικὴ ἑνότητά πού συντελεῖται μὲ σκοπὸ «νά ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ καὶ να «εἰσακουστεῖ» ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς Ἐκκλησίας τὸ ὁμόθυμο αἴτημα τὸ «ἵνα ὧμεν ἕν», ὅπως γράφει ὁ κ. Πανώτης!

Καὶ μὴ μὲ καταδικάσετε, ἀγαπητοί μου, ὡς ἀσεβή καί φονταμενταλιστή, ἐπειδὴ χαρακτήρισα τὰ συμβαίνοντα στήν «ἑβδομάδα προσευχῆς» ὡς «τσίρκο»! Δέν εἶναι ρητορικὸ σχῆμα λόγου, οὔτε ἀποκύημα τῆς φαντασίας μου! Εἶναι τὸ φαιδρὸ καὶ συνάμα τραγικὸ κατάντημα τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ποὺ ὑπερβαίνει κάθε ποιητικὴ φαντασία. Ναὶ! τὰ τελευταῖα 12 χρόνια στό Μονακὸ ἡ «κοινὴ προσευχὴ στήν ἑβδομάδα γιά τή χριστιανική ἑνότητα» ἔχει καθιερωθεῖ νά διεξάγεται – ο! tempora o! mores – στά πλαίσια τοῦ Διεθνοὺς Φεστιβὰλ Τσίρκου!

Παρακαλῶ ἀφιερῶστε λίγο χρόνο καὶ ἐξαντλεῖστε τὴν ὑπομονὴ σας βλέποντας τὸ σχετικὸ video[12] ἀπὸ τὸ τσίρκο. Θαυμάστε τήν “ἐντυπωσιακὴ” εἴσοδο τοῦ Ἱ. Εὐαγγελίου μὲ τοὺς παπικοὺς δύο φορὲς νά τὸ εἰσοδεύουν φορώντας πάνω ἀπὸ τὰ λευκὰ ἀμφιά τους “ὀράρια” ἢ “πετραχήλια” μὲ παραστάσεις κλόουν καὶ ἀστείων σκίτσων[13]! Θὰ ἀπολαύσετε, διαρκούσης τῆς «κοινῆς προσευχῆς», ἐνδιαφέρουσες παραστάσεις μὲ ἀκροβατικὰ νούμερα, κλόουν καὶ μουσικὰ σύνολα πού μᾶς μεταφέρουν στίς «νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ», σέ μία … ἀξιοζήλευτη οἰκουμενικὴ ἀτμόσφαιρα ὑψηλῆς πνευματικότητος – πραγματικὰ «communication in spiritualibus»!

Τέλος, θὰ συγκινηθεῖτε ἀπό τήν ἐντονότατη “ὀρθόδοξη μαρτυρία” στό χῶρο τῶν ἑτεροδόξων, ὃταν δεῖτε στά τελευταῖα λεπτὰ τῆς παραστάσεως τὸν ἀξιολύπητο Ἓλληνα κληρικό, ἐκπρόσωπο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Γαλλίας (Οἰκουμ. Πατριαρχεῖο), τὸ Ρουμάνο Ὀρθόδοξο κληρικὸ καὶ τὸν Ἀρμένιο, οἱ ὁποῖοι ἐπί μία ὣρα ὑπομονετικά στέκονταν σὲ ρόλο “χειροκροτητή” καί “γλάστρας” γύρω-γύρω στό τηλεοπτικὸ πλάνο, λίγο πρὶν τό τέλος τῆς φιέστας, μετά ἀπό μία καταπληκτική παρουσίαση δύο κλόουν[14], τῇ ὑποδείξει τοῦ παπικοῦ τυπικάρη, νά μπαίνουν σὲ πρῶτο πλάνο καὶ … νά εὐλογοῦν τὴν ὁμήγυρη[15]! Ὅλοι οἱ παπικοὶ φοροῦν λευκὰ ἄμφια καὶ ἔτσι τὸ contrast μὲ τὰ μαῦρα ράσα τῶν Ἀνατολικῶν εἶναι ἔντονο και σκηνοθετικά λίαν ἐπιτυχές!

Ἀγαπητοί, τὶ θὰ μπορούσαμε νά ποῦμε; Ὅταν συστηματικά περιφρονοῦμε τήν ἐκκλησιαστική παράδοση φυγαδεύουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀπὸ τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τότε, δυστυχῶς, ἡ φαντασία ἀδυνατεῖ νά περιγράψει τὸν ξεπεσμὸ καὶ τὴν κατάντια! Εἶμαι ὅμως βέβαιος ὅτι ἐλλείψει μετανοίας καὶ «μείζων τούτων ὀψόμεθα»! Καί μάλιστα θά βρεθοῦν «θολολόγοι» νά τά δικαιολογήσουν “θεολογικά”[16], γιά νά ἐπιβεβαιώσουν τό λεχθέν γιά ἂλλη περίπτωση ὑπό τοῦ Κυρίου «ἀλλ’ ἒρχεται ὣρα ἳνα πᾶς [ἀσεβής καί θρασύς, στήν περίπτωσή μας,] δόξη λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ»! Πραγματικὰ μόνο τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ δέν ἀφήνει «νά ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ», διότι, ἐν ἐναντίᾳ περιπτώσει, ἁμαρτωλοὶ καὶ ἀναιδεῖς ποῦ φύγωμεν!

Ἂς τελειώσουμε ἀφήνοντας τὸν Ἅγ. Ἰουστίνο νά ἐρωτήσει καὶ γιά λογαριασμὸ μας : «ἕως πότε θὰ ἐξευτελίζωμεν δουλικῶς τὴν Ἁγίαν μας Ὀρθόδοξον Ἁγιοπατερικὴν καὶ Ἁγιοσαββιτικὴν Ἐκκλησίαν διὰ τῆς οἰκτρῶς καὶ φρικωδῶς ἀντιαγιοπαραδοσιακῆς στάσεως μας ἔναντι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ; … ἐντροπὴ καταλαμβάνει πάντα εἰλικρινῆ ὀρθόδοξον, ἀνατραφέντα ὑπὸ τὴν καθοδήγησιν τῶν ἁγίων Πατέρων … εἶναι κατὰ τὴν ἀνορθοδοξία καὶ ἀντιορθοδοξία της ἀποκαλυπτικῶς φρικαλέα. Ἦτο ἄραγε ἀπαραίτητον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, αὐτὸ τὸ πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα καὶ ὀργανισμὸς τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, νά ταπεινωθεῖ τόσον τερατωδῶς ;»

π. Ἀναστάσιος Κ. Γκοτσόπουλος
Πρεσβύτερος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν


[1] Στή διαδικτυακή τοποθεσία : www.amen.gr/article12448
[2] «Ἐγκύκλιος πρὸς τοὺς Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» (31.1.1952), Ἱ. Καρμίρη, Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα, ἐν Ἀθῆναις 1952, σ. 962-963.
[3] Ὀρθόδοξος Τύπος, φ. 1334/24.9.99.
[4] Ἐπιστολή 114, «τοῖς ἐν Ταρσῷ περί Κυριακόν», PG 32, 528-529.
[5] Γράφει ἐπὶ λέξει ὁ Μ. Βασίλειος : «Συντυχῶν τοίνυν τοῖς ἀδελφοῖς, καὶ θεασάμενος αὐτῶν πολὺ μὲν τὸ φιλάδελφον καὶ τὸ περὶ ὑμᾶς ἀγαπητόν, πολλῷ δὲ ἔτι πλέον τὸ φιλόχριστον καὶ τὸ περὶ τὴν πίστιν ἀκριβές τε καὶ εὔτονον . καὶ ὅτι πολλὴν ἀμφοτέρων ποιοῦνται σπουδήν, τῆς τε ὑμετέρας ἀγάπης μὴ χωρίζεσθαι, καὶ τὴν ὑγιαίνουσαν πίστιν μὴ καταπροδοῦναι . ἀποδεξάμενος αὐτῶν τὴν ἀγαθὴν προαίρεσιν ἐπιστέλλω τῇ σεμνότητι ὑμῶν, παρακαλῶν πάσῃ ἀγάπῃ ἔχειν αὐτοὺς ἠνωμένους γνησίως, καὶ πάσης ἐκκλησιαστικῆς φροντίδος κοινωνοὺς … αὐτὸς γὰρ ἐγγυῶμαι τὸ μέρος τῶν ἀδελφῶν, ὡς εἰς οὐδὲν ἀντεροῦσιν, ἀλλὰ πᾶσαν ὑμῖν ἐπιδείξονται εὐταξίας ὑπερβολήν», αὐτόθι.
[6] Ἐπιστολή 113, «τοῖς ἐν Ταρσῷ πρεσβυτέροις», PG 32, 525-528.
[7] Ἐπί λέξει γράφει ο Ἅγιος : «ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ, μεγάλης χρεία τῆς σπουδῆς καὶ πολλῆς τῆς ἐπιμελείας εὐεργετηθῆναι τι τάς Ἐκκλησίας. Εὐεργεσία δέ ἐστιν ἑνωθῆναι τὰ τέως διεσπασμένα» μέλη της, αὐτόθι.
[8] «προτεινώμεθα τοῖς βουλομένοις ἡμῖν συνάπτεσθαι ἀδελφοῖς τὴν ἐν Νικαία πίστιν . κἀν ἐκείνη συνθῶνται, ἐπερωτῶμεν καὶ τὸ μὴ δεῖν λέγεσθαι κτίσμα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, μηδὲ κοινωνικοὺς αὐτῶν εἶναι τοὺς λέγοντας», αὐτόθι.
[9] Ἀναλυτικότερα στό ἄρθρο Π. Χρήστου, «Αἱ προσπάθειαι τοῦ Μεγάλου Βασιλείου περὶ τῆς κοινωνίας τῶν Ἐκκλησιῶν», Κληρονομία, 13 (1981) σσ. 183-194, καὶ στη διαδυκτιακὴ τοποθεσία :http://www.apostoliki-diakonia.gr/
gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=patr&
NF=1&contents=contents Texts.asp&main= texts&file=5.htm.
[10] θεολογικός νεολογισμός . ἀνύπαρκτος ὅρος στήν πατερικὴ-ἐκκλησιαστικὴ γραμματολογία. Στούς «διισταμένους» ἐντάσσονται οἱ Ὀρθόδοξοι, οἱ Μονοφυσίτες καὶ ὁρισμένοι Διαμαρτυρόμενοι.
[11] Ἰ. Πόποβιτς, «Ὀρθοδοξία καί “Οἰκουμενισμός”, Μία ὀρθόδοξη γνωμάτευση», πρόλογος ὑπό ἀρχιμ. Εἰρηναίου Μπούλοβιτς Κοινωνία, ΙΗ΄(1975), σσ. 95-101, καί π. Θ. Ζήση, «Γνωμάτευση τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου (Πόποβιτς) ἀπαγορευτική τῶν συμπροσευχῶν», Θεοδρομία, ΙΔ΄(2012), σσ. 325-337, 425-433.
[12] Ὁλόκληρη ἡ «οἰκουμενικὴ προσευχὴ» στό video : http://www.monacochannel.mc/Chaine
/Chretiens-a-Monaco/Videos/CIRQUE-ET-AECUMENISME
[13] χρονική στιγμή 3:07 καί 33:55 στό video : http://www.monacochannel.mc/Chaines/Chretiens-a-Monaco/Videos/CIRQUE-ET-AECUMENISME
[14] μεταξύ τῶν χρονικῶν στιγμῶν 48:00 - 53:23 ἡ παράσταση τῶν δύο κλόουν.
[15] στή χρονική στιγμή 53:57 εὐλογεῖ ὁ ἑλληνορθόδοξος κληρικός τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου!
[16] Ἴσως πεῖ κάποιος ὅτι καὶ ὁ Ἅγ. Ἀβράμιος ταπεινώθηκε καὶ πῆγε ἀκόμα καὶ στό πορνεῖο γιά νά σώσει μία ψυχή. Ἡ διαφορά ὃμως εἶναι ἀβυσσαλέα, διότι ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Ἁγίου δέν ἔχει καμία σχέση μὲ τό οἰκουμενιστικὸ ἦθος : δέν ἔγινε ὁ Ἅγιος μέρος τῆς πορνικῆς διαδικασίας, οὔτε ἔριξε νερὸ στο μύλο τῶν δημοσίων σχέσεων τοῦ πορνείου, οὔτε τὸ ἔπαιξε φίλος τοῦ νταβατζή, οὔτε συμμετεῖχε στίς ἑορταστικὲς του ἐκδηλώσεις! Ἀντίθετα, μίλησε στήν κοπέλα μὲ ἀγάπη καὶ ἀλήθεια καὶ εἰλικρίνεια καὶ τὴν πῆρε σηκωτὴ καὶ τὴν ἔβγαλε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Δέν χάιδεψε τὴν ἁμαρτία της, οὔτε τὴν παρότρυνε νά μείνει ἐκεῖ μέσα! Συναντᾶμε παρόμοιο ἦθος στόν οἰκουμενισμὸ ;

ΟΙ ΕΞΙΣΛΑΜΙΣΜΕΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΤΟΥΡΚΙΑ

Ένα εκπληκτικό φαινόμενο που επιβιώνει μέχρι τις μέρες μας
Του Βλάση Αγτζίδη

Η οριστική διαμόρφωση των πληθυσμών στην Ελλάδα και την Τουρκία καθορίστηκε από τη συνθήκη της Λωζάννης τον Ιούλιο του 1923. Η συνθήκη πρόβλεπε την ανταλλαγή των πληθυσμών με βασικό κριτήριο κατάταξης τη ...θρησκευτική πίστη. Έτσι οι χριστιανοί θα έπρεπε να εκδιωχθούν από την Τουρκία και οι μουσουλμάνοι από την Ελλάδα.
Η επιλογή με βάση το θρήσκευμα οδήγησε αφ ενός στην εξαίρεση των ελληνικών πληθυσμών που είχαν εξισλαμιστεί ή βρισκόταν σε κρυπτοχριστιανική κατάσταση στην Τουρκία, ενώ εκδιώχθηκαν από την Ελλάδα οι ελληνογενείς και ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι.. Έτσι διαμορφώθηκε στη σημερινή Τουρκία ένας πολύμορφος μουσουλμανικός ελληνικός πληθυσμός που αποτελείται αφ' ενός από τους γηγενείς εξισλαμισμένους και κρυπτοχριστιανούς του Πόντου και αφ' ετέρου από αυτούς που εκδιώχθηκαν από την Ελλάδα.

Εξισλαμισμένοι Κρητικοί, Μακεδόνες και Κύπριοι
Είναι ιστορικά βεβαιωμένο ότι μεγάλο μέρος των λεγόμενων τουρκοκρητικών είναι ελληνικής καταγωγής. Εξ άλλου το "κρητικό ζήτημα" στις αρχές του αιώνα μας θύμιζε πάρα πολύ το σημερινό πρόβλημα της Βορείου Ιρλανδίας. Τη διαπίστωση αυτή, εκτός των ιστορικών πηγών, υποστηρίζει η ύπαρξη τέτοιων πληθυσμών στη Συρία (Χαμιδιέ) και στη Λιβύη οι οποίοι διατηρούν την ανάμνηση της ελληνικής τους προέλευσης και εξακολουθούν να δηλώνουν "Έλληνες".
Επίσης και στη κεντρική και νοτιοδυτική Μακεδονία (Αλιάκμονας και περιοχή Κοζάνης) κατοικούσαν οι εξισλαμισμένοι Έλληνες που έγιναν γνωστοί ως "Βαλαάδες". Οι Βαλαάδες χαρακτηρίζονται σε εθνογραφικούς χάρτες του περασμένου αιών ως "Greek Muslims". Οι ελληνογενείς μουσουλμάνοι της Κρήτης και της Μακεδονίας εκδιώχθηκαν στην Τουρκία το 1923, με τη συνθήκη της Λωζάννης. Εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Δυτική και Νότια Μικρά Ασία. Στην πλειοψηφία τους παραμένουν και σήμερα ελληνόφωνοι. Για αυτούς τους πληθυσμούς δημοσίευαν οι τουρκικές εφημερίδες τα προγράμματα της ελληνικής τηλεόρασης.
Στις περιοχές της Κιλικίας (Αττάλεια) κατοικεί επίσης αριθμός ελληνοφώνων Κυπρίων μουσουλμάνων οι οποίοι μετακινήθηκαν εκεί από τα τέλη του περασμένου αιώνα. μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου.

Εξισλαμισμένοι Πόντιοι
Η μεγαλύτερη και σπουδαιότερη ομάδα Ελληνογενών εξισλαμισμένων είναι αυτή που κατοικεί στον ιστορικό Πόντο και ειδικά στην επαρχία Τραπεζούντας. Οι εγκαταστάσεις αυτών που μιλούν τα ποντιακά ελληνικά περιγράφονται ως εξής στην έρευνα "Ethnic Groups in the Republic of Turkey" του γερμανικού παν/μίου του Τybingen:
"...αποτελούνται από μερικές εξάδες χωριών γύρω από την Τόνια και 40-50 εγκαταστάσεις στις κοιλάδες (επάνω μέρος) Σαλακλί και Γκιουρτσάϋ νότια του Οφι, γύρω από την Τσαϊκαρα και το Κιοπρούμπασι. Υπάρχουν τουλάχιστον δύο κύματα μετανάστευσης στην επαρχία Σακαρυά."
Υπάρχει ήδη μια αξιόλογη διασπορά των εξισλαμισμένων στην Κωνσταντινούπολη και στα περισσότερα αστικά κέντρα της Τουρκίας. Κοινότητές τους έχουν δημιουργηθεί στην κατεχόμενη Κύπρο, την Ίμβρο καθώς και στο εξωτερικό (Γερμανία). Επίσης τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργηθεί μια μικρή κοινότητα στην Ελλάδα.
Είναι συγκροτημένοι σε κλειστές κοινωνικές ομάδες στις οποίες επικρατεί ενδογαμία. Ξεχωρίζουν τον εαυτό τους από τους καθαρούς Τούρκους και τους διακρίνει φιλελληνισμός. Αυτοδηλώνονται ως "Ρωμαίοι" (Ρωμιοί) και είναι κυρίως ελληνόφωνοι. Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι σε όλο τον Πόντο ξεπερνούν τις 300.000 άτομα.. Οι ελληνόφωνοι αυτοί Ρωμιοί περιλαμβάνονται συνήθως στους πληθυσμούς που καταγράφονται ως "Λαζοί". Με την ονομασία αυτή δηλώνονται δύο βασικά εθνοτικές ομάδες: οι παραδοσιακοί Λαζοί, οι οποίοι είναι γεωργιανό φύλο που βρίσκεται πολύ κοντά στους Μιγγρέλους της Γεωργίας και οι "Ρωμαίοι".
Οι ελληνόφωνοι Ρωμιοί μιλούν διάφορα ιδιώματα της Τραπεζουντιακής διαλέκτου της ελληνικής γλώσσας. Τη γλώσσα που μιλούν την ονομάζουν "ρωμαϊκά". Οι Οφλήδες μιλούν την αρχαιοπρεπέστερη ελληνική διάλεκτο που βρίσκεται εν χρήσει. Είναι οι μόνοι που χρησιμοποιούν ως αρνητικό μόριο το "ου" και "ουκί" (αρχαιοελληνικό «ουχί») ενώ παρατηρείται και το φαινόμενο του τσιτακισμού. Η διάλεκτος ακόμα ακμάζει και διατηρεί την ικανότητα να αφομοιώνει ξένες λέξεις και να τις διαμορφώνει με βάση τις ανάγκες της γλώσσας. Τον ελληνικό τύπο ακολουθούν και τα μουσουλμανικά ονόματα. Ο Μεμέτης, ο Κεμάλης, ο Τουργκούτης κ.λπ. Η Κωνσταντινούπολη επιβιώνει με την μεσαιωνική λαϊκή της ονομασία: Ισταμπόλη (από το "Εις την Πόλη"), απ' όπου προήλθε και το σημερινό τούρκικο όνομά της: Ισταμπούλ.
Η νεολαία σήμερα ξεπερνά την παλιά θρησκευτική προκατάληψη που αδιαφορούσε για τα εθνικά χαρακτηριστικά. Αρχίζει να αναζητεί την εθνική της προέλευση. Στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπάρχει ισχυρή παροικία, καθώς και στην Τραπεζούντα έχουν ξεκινήσει προσπάθειες προβολής και υπεράσπισης του ελληνόφωνου πολιτισμού.

Η τραγωδία του Πόντου
Για τους ελληνόφωνους μουσουλμάνους της βόρειας Τουρκίας, δηλαδή του μικρασιατικού Πόντου, έχουμε πλήθος ιστορικών δεδομένων. Το 1914 ο ελληνικός πληθυσμός της περιοχής ανερχόταν σε 929.495 και κατανεμόταν ως εξής:
α) Ορθόδοξοι Έλληνες: 696.495,
β) Μουσουλμάνοι Έλληνες: 190.000,
γ) Κρυπτοχριστιανοί: 43.000

Όπως μας πληροφορεί ο μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος, οι εξισλαμισμοί στον Πόντο πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 1648- 1687 από τις πιέσεις των φεουδαρχών, των Ντερεμπέηδων. Γράφει:
"Ένεκα των από των Τερε-βέηδων πιέσεων τούτων και των δεινών διωγμών οι από του ποταμού Ακάμψιος (Τσορόχ) μέχρι Τραπεζούντος συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί, οι κατοικούντες τας περιφερείας Ριζαίου, Όφεως, Σουρμένων και Γημωράς εξισλαμίστηκαν αθρόως. Οι χριστιανοί της περιφέρειας Όφεως είχον εξισλαμισθεί κατά την παράδοσιν ομού μετά του επισκόπου αυτών Αλεξάνδρου μετονομασθέντος Ισκεντέρ...".
Το τελευταίο κύμα των εξισλαμισμών συμπίπτει χρονικά με την γενοκτονία (1916-1923) που εξαπέλυσαν οι Τούρκοι κατά του χριστιανικού ελληνικού πληθυσμού του Πόντου. Οι Νεότουρκοι είχαν αποφασίσει τον βίαιο εξισλαμισμό των χριστιανικών εθνοτήτων και για το σκοπό αυτό δημιούργησαν ορφανοτροφεία για τα παιδιά των χριστιανών που είχαν εξοντώσει. Στα ελληνόπαιδα παρείχαν τουρκική παιδεία και ισλαμική θεολογική μόρφωση. Τις ελληνίδες τις υποχρέωναν σε γάμο με μουσουλμάνους.
Το ότι δεν υπήρχαν αξιόλογοι τουρκικοί πληθυσμοί στο χώρο του Πόντου φαίνεται από το γεγονός ότι και οι ίδιες οι τουρκικές αρχές προτιμούσαν τη χρήση του όρου "μουσουλμάνος" και όχι "Τούρκος". Σε κείμενο συνεννόησης - που αφορούσε τους όρους αυτονομίας του Πόντου και πρόβλεπε την ισοπολιτεία των κατοίκων του - που υπογράφτηκε το Σεπτέμβριο του 1919 στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ του μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρυσάνθου και του βαλή Τραπεζούντας Σουλεϊμάν Νετζμή Βέη ανάφερε δύο ομάδες κατοίκων: τους Έλληνες και τους Μουσουλμάνους.
Στην επιχειρηματολογία πάντως των Χριστιανών Ποντίων προς τις συμμαχικές δυνάμεις χρησιμοποιήθηκε η ελληνική καταγωγή των μουσουλμάνων του Πόντου. Στην Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού στις 30/12/1918 υπεβλήθη υπόμνημα για την δημιουργία της "Ελληνικής Δημοκρατίας του Πόντου". Μεταξύ άλλων υπάρχει το εξής επιχείρημα:
"...από τον μουσουλμανικόν πληθυσμό μέγα μέρος είναι ελληνικής καταγωγής και δεν ελησμόνησαν ούτε την καταγωγήν αυτών, ούτε την ελληνικήν γλώσσαν, ην εξακολουθούν να ομιλώσιν."

Η Σημασία αυτών των Πληθυσμών
Οι εξισλαμισμένοι και κρυπτοχριστιανικοί πληθυσμοί μας βοηθούν στο να κατανοήσουμε την φύση της σύγχρονης Τουρκίας. Μας θυμίζουν την παλιά οικουμενικότητα του ελληνισμού. Ένα τμήμα της παλιάς ρωμιοσύνης παραμένει με κρυπτοχριστιανική ή μουσουλμανική μορφή, στους παλιούς ελληνικούς τόπους της Ανατολής.
Το τουρκικό κράτος προσπαθεί με κάθε τρόπο να αφομοιώσει τους πληθυσμούς αυτούς. Επιδιώκει την κοινωνική διάσπαση των συμπαγών πληθυσμών με μεταφορά σε άλλα μέρη της Τουρκίας. Έτσι δόθηκαν οικονομικά κίνητρα για μετανάστευση των ελληνόφωνων στο Κουρδιστάν, την Ίμβρο και την κατεχόμενη Κύπρο. Σήμερα ένα από τα τουρκικά χωριά της Ίμβρου κατοικείται από εξισλαμισμένους ελληνόφωνους ενώ περί τους 3.000 έχουν εγκατασταθεί ως έποικοι στην κατεχόμενη Κύπρο. Οι ελληνόφωνοι έποικοι είναι μία από τις λίγες εθνοτικές ομάδες που μεταφέρθηκαν εκεί και διατηρούν αρμονικές σχέσεις με τους εγκλωβισμένους.

Από την άλλη όμως οι ελληνογενείς μουσουλμάνοι της Τουρκίας προσπαθούν να διασώσουν την πολιτιστική τους ταυτότητα και να αναδειχθούν σε μια γέφυρα φιλίας και συνεργασίας μεταξύ των λαών της Τουρκίας και της Ελλάδας. Αποδεικνύουν επίσης ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις πλην αυτού της αλληλοκατανόησης και της συνύπαρξης. Εμείς ελπίζουμε ότι η βασανιστική περίοδος μετασχηματισμού στην οποία έχει εισέλθει η Τουρκία θα τελειώσει με την δημιουργία μιας πραγματικής δημοκρατικής και πολυπολιτισμικής κοινωνίας.

ΕΝΘΕΤΟ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ
Για τις περιοχές των εξισλαμισμένων Ελλήνων του Πόντου ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος γράφει:
"Οι περί των Ψυχρόν ποταμόν (Μπαλτατζή Ντερέ) οικούντες Οφίται ή Οφλήδες, διετήρησαν την ελληνικήν γλώσσαν και τα ελληνικά ήθη και έθιμα, ενθυμούνται ακόμη την εξ Ελλήνων καταγωγήν αυτών. Είναι ημερώτεροι των Λαζών και κατά την κληροδοτηθείσαν αυτοίς παρά των Ελλήνων προγόνων αυτών παράδοσιν ασχολούνται με τα γράμματα και την θεολογίαν.
Αι μουσουλμανικαί ιερατικαί και θεολογικαί σχολαί του Όφεως ήσαν αι τελειότεραι εν των Οθωμανικώ κράτει. Οι άνδρες εν Οφει γιγνώσκουσιν και την τουρκικήν γλώσσαν, αλλ' αι γυναίκες ηγνόουν αυτήν, και δια τούτο μέχρι των ημερών ημών εις την κατ οίκον ομιλία εγίνετο χρήσις του Ελληνικού Ποντικού ιδιώματος του Οφεως.
Τα χωρία αυτών μέχρι των ημερών ημών διετήρουν τα Ελληνικά αυτών ονόματα, Παλαιοχώριν, Μεσοχώριν, Υψηλή ή Υψηλάντων, όθεν προήλθεν η οικογένεια των Υψηλαντών, Ξένος, Αληθινός, Φωτεινός, Χαλάεσσα, Γοργορά, Κοντού, Χωλός, Οκελος, σώζονται δε εν αυτοίς πολλοί ναοί και χειρόγραφα ελληνικά...Ελληνόφωνοι, αλλ ουχί ήμεροι ως οι Οφίται παρέμειναν και οι εξισλαμισθέντες χριστιανοί της Θοανίας (Τόνγιας), τα δε χωρία αυτών διετήρησαν κατά το πλείστον ομοίως τα ελληνικά ονόματα, οίον Κατωχώριν, Μεσοπλάγιν, Μεσοπαίδιν."

ΤΟ ΠΙΣΤΕΥΩ  ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ  ΠΙΣΤΗΣ :
ΠΕΡΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ , ΝΕΟΥ  ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ , ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ  ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ , ΠΑΡΑΤΑΞΕΙΣ  ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΗΤΩΝ . ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΕΣ .
Ένα  πλήρως  κατηρτισμένο  εγχειρίδιο  το  οποίο  αξίζει  να  μελετήσει  ο  κάθε  καλοπροαίρετος  χριστιανός  και  να  το  σχολιάσει  ευπρεπώς !!
Βρίσκεται  στην  διεύθυνσης  σε μορφή  PDF
σας  συστήνω  να το μελετήσετε  με προσοχή  και  χωρίς  φανατισμό!!
Κάθε σχολιασμός  με καλή  διάθεση  δεκτός  !! 

Πάπας και Παπισμός

Του κ. Ιωάννου Κορναράκη, Ομοτ. Καθηγητού του Πανεπ. Αθηνών

Ύστερα από την επίσκεψη του Πάπα Βενέδικτου 16ου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, σε μια προσπάθειά του να επιταχυνθούν οι διαδικασίες της ενώσεως με την παπική εκκλησία, απηύθυνε επιστολή στον Πάπα με την οποία τον καλεί να συναντηθούν στη Ραβέννα της Ιταλίας, κατά το προσεχές φθινόπωρο, προκειμένου να ηγηθούν από κοινού του θεολογικού διαλόγου, που θα αρχίσει εκεί. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, σκοπός του κ. Βαρθολομαίου είναι να ευρεθεί ένας τρόπος, ένα οικουμενικό (δηλ. οικουμενιστικό) εκκλησιαστικό διοικητικό σχήμα, το οποίο θα εγκρίνει εκάστοτε τη λειτουργία του παπικού πρωτείου. Μια οικουμενική σύνοδος θα έχει την αρμοδιότητα να αποφασίζει πότε το παπικό πρωτείο θα μπορεί να ενεργεί ως όργανο της οικουμενικής εκκλησίας ( Ορθοδόξου και παπικής) και πότε όχι!

Όπως δήλωσε σχετικώς ο διαβιβαστής της πατριαρχικής επιστολής προς το Βατικανό, επίσκοπος Περγάμου Ιωάννης, σε Ιταλό δημοσιογράφο, δεν μπορούν να υπάρχουν παρεμβάσεις χωρίς απόφαση, που να λαμβάνεται από κοινού με τους άλλους Επισκόπους. Με δυό λόγια ο Επίσκοπος της Ρώμης οφείλει να δρα μαζί με την σύνοδο. Επομένως, ερωτά ο εν λόγω δημοσιογράφος, « Ο ποντίφικας, όχι πλέον ως απόλυτος άρχων, αλλά σε συνεννόηση με ένα αντιπροσωπευτικό όργανο;». -« Ακριβώς (απαντά ο Περγάμου). Είναι ένα οικουμενικό πρωτείο, που δρα πάντα από κοινού με τη σύνοδο»! Και συμπληρώνει, « Οι ορθόδοξοι είναι έτοιμοι να δεχθούν την ιδέα ενός οικουμενικού πρωτείου. Σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας, Ο Επίσκοπος Ρώμης είναι πρώτος»!
Αν λοιπόν το σκεπτικό της Πατριαρχικής επιστολής προς τον Πάπα είναι σε κύριες γραμμές, η συγκρότηση οικουμενικής εκκλησίας, με ύψιστο όργανο συνοδική επιτροπή με εξουσία εγκρίσεως της λειτουργίας του παπικού πρωτείου ως οικουμενικού, η όλη υπόθεση μοιάζει με δονκιχωτικό μύθο ή, το χειρότερο, με έντεχνη υποδούλωση της Ορθοδοξίας στο παπικό πρωτείο, με τη μάσκα οικουμενικής συνόδου! Διότι δεν είναι δυνατόν να φανταστεί κανείς ποτέ τον Πάπα εξαρτώμενο, ως προς τη χρήση του εξουσιαστικού πρωτείου του, από μία οικουμενική αρχή, να στερηθεί δηλ. της απόλυτης εξουσίας του, να κάνει μία τέτοια χρήση εντελώς ελεύθερα και μόνο κατά τη δική του κρίση! Οπωσδήποτε βέβαια το πατριαρχικό εγχείρημα, όπως έχει σχεδιασθεί, εμφανίζει τον κ. Βαρθολομαίο και τους συμβούλους του να είναι σίγουροι για τη συνεργασία τους αυτή με τον Πάπα, προκειμένου η λειτουργία του πρωτείου του να υπαχθεί εγκριτικώς σε μια οικουμενική σύνοδο. Αλλά μία τέτοια σιγουριά δείχνει εύγλωττα ότι οι πρωτομάστορες του πατριαρχικού εγχειρήματος δεν γνωρίζουν τον Πάπα! ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ Ο ΠΑΠΑΣ; Πόσο αξιόπιστος είναι στις επικοινωνιακές σχέσεις του; Πόσο ειλικρινής είναι στους λόγους του; Ποια εικόνα έχει δείξει, ο συγκεκριμένος Πάπας Βενέδικτος 16ος, στον παγκόσμιο περίγυρο, κατά το μικρό διάστημα της θητείας του στον παπικό θρόνο; ΙΔΟΥ λοιπόν ποιος είναι ο Πάπας!
Ο Πάπας Βενέδικτος ο 16ος έχει δείξει προς τα έξω το κάτωθι προφίλ, το οποίο συνθέτουν κάποια σχετικά δημοσιεύματα. Σε άρθρο δημοσιευμένο στην εφημερίδα « Καθημερινή», στο φύλλο της Κυριακής 29 Απριλίου τρ. έτ., με τίτλο, « Ο Άγνωστος Πάπας Βενέδικτος», το οποίο ελήφθη από την διεθνώς έγκριτη εφημερίδα « Herald Tribune », σκιαγραφεί βασικά χαρακτηριστικά της νοοτροπίας και της ψυχολογίας του Πάπα, τα οποία το παρουσιάζει ως άγνωστο, στο βαθμό που παραμένει αινιγματικά προσωπικότητα για την παγκόσμια κοινή γνώμη»! «Ήδη, σημειώνεται στο εν λόγω άρθρο, ότι αν και κλείνει δύο χρόνια στο παπικό αξίωμα δεν έχει καθιερωθεί στη συνείδηση των πιστών, πράγμα το οποίο επέτυχαν οι περισσότεροι από τους προκατόχους του». Αλλά και στο ευρύτερο φάσμα της πλανητικής σφαίρας, « βρίσκεται στη μέση του καταλόγου των σεβασμίων προσωπικοτήτων του πλανήτη... στη Γερμανία απ' όπου κατάγεται, οι δημοσκοπήσεις φέρουν τον Δαλάι Λάμα και τον προπονητή της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου, να προηγούνται του νέου ποντίφικα ως «μοντέλα» συμπεριφοράς και θαυμαστής προσωπικότητας»!
Ως προς τον αινιγματικό χαρακτήρα της προσωπικότητας του Πάπα, προστίθεται ότι, « Δεν τίθεται ζήτημα αν ο Βενέδικτός είναι αρεστός, πλην όμως είναι σαφές ότι η παγκόσμια κοινή γνώμη δυσκολεύεται να κατανοήσει την προσωπικότητά του»!
Επί πλέον, ο συγγραφέας του εν λόγω άρθρου «Ο Άγνωστος Πάπας», David Gibson , επισημαίνει ένα εξαιρετικώς σημαντικό και συγχρόνως κρίσιμο για κάθε επικοινωνιακή σχέση του Ποντίφικα χαρακτηρολογικό στοιχείο της προσωπικότητός του, το οποίο σχετίζεται με την αξιοπιστία των λόγων του, « Ο κόσμος πείθεται από τις πράξεις που έπονται της ρητορικής και μέχρι σήμερα οι πράξεις του Πάπα Βενέδικτου δεν βρίσκονται σε αρμονία με τα λόγια του»! Εξάλλου η ασυμφωνία αυτή λόγων και πράξεων του Πάπα, έγινε αντιληπτή και κατά την επίσκεψή του στο Οικ. Πατριαρχείο, κατά την επικοινωνία του με Τούρκους παράγοντες, γεγονός που έγινε αφορμή να χαρακτηρισθεί ο Πάπας ως διπλωμάτης! Η εφημ. « Ημερησία» (2/3-12-06) έγραψε ότι ο Πάπας, κατά την επίσκεψή του αυτή, «εμφανίσθηκε ως διπλωμάτης ενωτικός και συμφιλιωτικός». Διαψεύδοντας χιλιάδες εθνικιστές αποκάλεσε την Τουρκία « γέφυρα θρησκειών». Ενώ όμως, σημειώνει ο αρθρογράφος, «Ο Ποντίφικας μίλησε για αλληλεγγύη των θρησκειών, απέφυγε να απευθύνει στους μουσουλμάνους ανοιχτή πρόσκληση για διάλογο». Αλλά και η εφημ. «Συνάντηση» (1-12-06) δίνει έμφαση στη διπλωματική πολιτική του Πάπα, όταν γράφει, « Ο Πάπας πήγε στην αρμενική μητρόπολη της Κωνσταντινούπολης. Εκεί με διπλωματική γλώσσα και χωρίς να αναφέρει τη λέξη "γενοκτονία", μίλησε για τα δεινά των Αρμενίων στη διάρκεια του περασμένου αιώνα». Επίσης και η εφημ. «Το Έθνος» (1-12-06) αναφέρεται στη διπλωματική συμπεριφορά του Πάπα στο Μπλε τζαμί, σημειώνοντας ότι, « Όταν ο Μουφτής της Κωνσταντινουπόλεως, που τον συνόδευε, είπε τώρα θα προσευχηθώ, ο Πάπας, όπως μετέδωσαν τα ξένα πρακτορεία, έμεινε λίγο με τα μάτια κλειστά και τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, στη θέση της προσευχής των μουσουλμάνων, αλλά δεν πέρασε τα χέρια πάνω στο πρόσωπό του, όπως ορίζει το ισλαμικό τυπικό». Κατά την επίσκεψη του εντούτοις στην Αγία Σοφία, ο Πάπας, δε θέλησε να προσευχηθεί χριστιανικώς ενώπιον Τούρκων επισήμων!. Ως προς την πραγματική δε στάση του Πάπα απέναντι των λοιπών χριστιανών, ο Gibson σημειώνει στο δικό του άρθρο, ότι η ομιλία του Πάπα στο Regensburg ( που έθιξε τους ισλαμιστές) ήταν « μια ευθεία επίθεση κατά των μη καθολικών χριστιανών». Ως γνωστόν, στην ομιλία αυτή, ο Πάπας έθεσε στο περιθώριο των εξελίξεων, μέσω των οποίων ο Χριστιανισμός διαμορφώθηκε οριστικά στη Ρώμη, την Ανατολική Εκκλησία.
Η Ανατολική Εκκλησία, κατά τον Πάπα, δεν «εξελίχθηκε», γι' αυτό αποτελεί απλώς μια αρχαία μορφή χριστιανικής εκκλησίας. Τέλος, ο Πάπας στην ομιλία του, κατά την Θ. Λειτουργία, που ετέλεσε στην Έφεσο, ισχυρίσθηκε ότι, κατ' αυτόν, ο καλύτερος τρόπος για την επίτευξη της ενότητος στην Εκκλησία, είναι η μέθοδος της Ουνίας! Με τη θέση του αυτή ακυρώνει εκ των προτέρων τη σημασία του θεολογικού διαλόγου, για την ενότητα των Εκκλησιών! Ο Πάπας, λοιπόν, ο Βενέδικτος είναι και παραμένει για την παγκόσμια κοινότητα αινιγματική προσωπικότητα. Είναι διπλωμάτης και άρα ανειλικρινής και αναξιόπιστος στις επικοινωνιακές σχέσεις του και στους λόγους του, αφού η ρητορική του δεν επιβεβαιώνεται από τις πράξεις του. Επομένως στη Ραβέννα, αν πραγματοποιηθεί η συνάντηση του κ. Βαρθολομαίου με τον Πάπα, δεν θα προκύψει το αποτέλεσμα, που αναμένει και έχει σχεδιάσει ο Πατριάρχης με τους συμβούλους του. Ο Πάπας όπου προσκαλείται, δεν πηγαίνει για να τον «χειρισθούν». Αντίθετα, αν έχει συμφέρον από μια τέτοια ευκαιρία, θα προσέλθει, για να επιτύχει τους δικούς του σκοπούς. Ο Πάπας παντού θέλει να έχει «το πάνω χέρι»! Το αίτημά του αυτό, φανερό η μυστικό, θα το πραγματοποιήσει η απόλυτη ισχύς του εξουσιαστικού του πρωτείου! Στη Ραβέννα ο άγνωστος Πάπας θα χειρισθεί τον γνωστό κ. Βαρθολομαίο!

Του κ. Ιωάννου Κορναράκη, Ομοτ. Καθηγητού του Πανεπ. Αθηνών





ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ
τι είναι ο Οικουμενισμός.

Ο Οικουμενισμός είναι μια κίνηση, που διακηρύσσει ότι έχει ως σκοπό την ενότητα του διαιρεμένου χριστιανικού κόσμου (Ορθοδόξων, Παπικών, Προτεσταντών, κ.ά.). Η ιδέα της ενότητας συγκινεί κάθε ευαίσθητη χριστιανική ψυχή και ανταποκρίνεται στους μύχιους πόθους της. Την ιδέα αυτή οικειοποιείται και ο Οικουμενισμός. Αλλά το ενω­τικό του όραμα, όραμα κατεξοχήν πνευματικό, το στηρί­ζει κυρίως πάνω στις ανθρώπινες προσπάθειες και όχι στην ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Μόνο το Άγιο Πνεύμα μπορεί, όταν συναντήσει την ανθρώπινη μετάνοια και ταπείνωση, να κάνει αυτό το όραμα πραγματικότητα.
Η ποθητή ενότητα, αν και όταν συμβεί, δεν θα είναι παρά ένα θαύμα του Θεού.

Πότε εμφανίστηκε.

Οι ρίζες του Οικουμενισμού πρέπει ν' αναζητηθούν στον προτεσταντικό χώρο, στα μέσα του 19ου αι. Τότε κάποιες χριστιανικές Ομολογίες, βλέποντας τον κόσμο να φεύγει από κοντά τους λόγω της αυξανόμενης θρη­σκευτικής αδιαφορίας και των οργανωμένων αντιθρησκευτικών κινημάτων, αναγκάστηκαν σε μια συσπείρωση και συνεργασία.
Αυτή η ενωτική δραστηριότητά τους έλαβε οργανωμένη πλέον μορφή, ως Οικουμενική Κίνηση, τον 20ό αι., και κυρίως το 1948, με την ίδρυση στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.), που εδρεύει στη Γενεύη.
ΙΔΡΥΤΙΚΟ ΜΕΛΛΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί ότι το Π.Σ.Ε. δεν θα μπορούσε ποτέ να πάρει "οικουμενικό" χαρακτήρα, αλλά θα παρέμενε απλά μια ενδοπροτεσταντική υπόθεση, αν δεν συμμετείχαν και κάποιες τοπικές Ορθόδοξες Εκκλη­σίες. Οι Ρωμαιοκαθολικοί αρνήθηκαν να συμμετάσχουν. Αργότερα όμως, χωρίς να ενταχθούν στο Π.Σ.Ε., μπήκαν κι αυτοί στην Οικουμενική Κίνηση. Με σχετικό διάταγμα της Β' Βατικανής Συνόδου (1964), εγκαινίασαν έναν δικό τους Οικουμενισμό που στοχεύει στην ένωση όλων των Χριστιανών κάτω από την παπική εξουσία.

Η συμμετοχή των Ορθοδόξων στην Οικουμενική Κίνηση.

Πρέπει να ομολογήσουμε ότι σημαντική ώθηση στη δη­μιουργία της Οικουμενικής Κινήσεως έδωσε και το Οικου­μενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως· ιδιαίτερα μά­λιστα με το Διάγγελμα (ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΣΥΝΟΔΙΚΗ) του 1920, που, όπως αποδείχθηκε, αποτέλεσε τη βάση και τον "Καταστατικό Χάρτη" της συμμετοχής των Ορθοδόξων στην Οικουμενική Κίνηση.
Το Διάγγελμα αυτό ήταν κάτι το πρωτόγνωρο στην ιστορία της Εκκλησίας, επειδή για πρώτη φορά επίσημο ορθόδοξο κείμενο χαρακτήριζε όλες τις ετερόδοξες Κοι­νότητες της Δύσεως "Εκκλησίες", «ως συγγενείς καί οι­κείας εν Χριστώ καί συγκληρονόμους καί συσσώμους τής επαγγελίας τού Θεού». Έτσι ανέτρεπε την ορθόδοξη εκκλησιολογία. Και για να μην αναφερθούμε σε παλαιότε­ρες εποχές, φτάνει να θυμηθούμε ότι λίγα χρόνια νωρίτε­ρα (1895) το ίδιο Πατριαρχείο, σε εγκύκλιό του τοποθετούσε τον Παπισμό εκτός Εκκλησίας, επειδή εισήγαγε «αιρετικάς διδασκαλίας και καινοτομίας». Γι΄ αυτό και καλούσε τους Δυτικούς Χριστιανούς να επιστρέψουν στους κόλπους τής μιάς Εκκλησίας, δηλαδή της Ορθοδοξίας.
Το  Διάγγελμα του 1920 (Η ΑΙΡΕΤΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ) έχοντας ως πρότυπο τη διακρατική «Κοινωνία των Εθνών», πρότεινε τη σύμπηξη μιας «συναφείας καί κοινωνίας μεταξύ των Εκκλησιών», με κυ­ριότερους στόχους α) την επανεξέταση των δογματικών διαφορών με συμβιβαστική διάθεση, β) την παραδοχή ενι­αίου ημερολογίου (ή μερική εφαρμογή του οποίου επέφε­ρε, δυστυχώς, ενδοορθόδοξο εορτολογικό διχασμό), και γ) τη συγκρότηση παγχριστιανικών συνεδρίων.
Εκτός από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όλες σχεδόν οι Ορθόδοξες Εκκλησίες ζήτησαν σταδιακά να γίνουν, και έγιναν, δεκτές ως μέλη του Π.Σ.Ε. Μερικές, ωστόσο, ανα­γκάστηκαν αργότερα ν΄ αναδιπλωθούν και ν΄ αποχωρή­σουν, καθώς αφενός παρακολουθούσαν με απογοήτευση τον εκφυλισμό του και αφετέρου πιέζονταν από τις έντο­νες αντιοικουμενιστικές αντιδράσεις του ποιμνίου τους. Εύλογο πρόβαλλε το ερώτημα: Πώς, άραγε, μπορεί η Ορθοδοξία να είναι ενταγμένη ως "μέλος" σε "κάτι", τη στιγμή που η ίδια είναι το "όλον", το Σώμα του Χριστού, και που καλεί όλους να γίνουν μέλη Του;
(ΑΠΟ ΤΟΤΕ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΤΕΣΤΗ ΑΙΡΕΤΙΚΗ ΑΠΟΔΕΧΟΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΠΛΗΝ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ)
Η παρουσία, άλλωστε, των Ορθοδόξων Εκκλησιών στις Συνελεύσεις του Π.Σ.Ε., λόγω του τρόπου συγκροτή­σεως και λειτουργίας του, ήταν πάντα ισχνή, ατελέσφο­ρη και διακοσμητική. Οι αποφάσεις του διαμορφώνονταν αποκλειστικά από την ποσοτική υπεροχή των προτεσταντικών ψήφων. Βέβαια, μέχρι το 1961, οι Ορθόδοξοι στις Γενικές Συνελεύσεις κατέθεταν ιδιαίτερες δηλώσεις -μερικές αποτελούν μνημειώδη ομολογιακά κείμενα- ως εκπρόσωποι της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας.
Όσον άφορα στο οικουμενιστικό άνοιγμα του Βατικα­νού, η ανταπόκριση της Ορθοδοξίας υπήρξε θετική, με κύ­ριο εκφραστή της τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα. Ο Πατριάρχης συναντήθηκε με τον πάπα Παύλο ΣΤ' στα Ιεροσόλυμα (1964), προχώρησε μαζί του στην αμοιβαία άρση των αναθεμάτων του Σχίσματος του 1054 και υποστήριξε το "διάλογο της αγάπης", προωθώντας έτσι τους στόχους της Β' Βατικανής Συνόδου.

Τα θεωρητικά "ανοίγματα" του Οικουμενισμού.

Ο Οικουμενισμός, για να υλοποιήσει τους στόχους του, αναγκάζεται να παραθεωρήσει ή και ν' αναθεωρήσει ορι­σμένες βασικές αρχές της Ορθοδοξίας.
Προβάλλει την αντίληψη της "Διευρυμένης Εκκλησίας", σύμφωνα με την οποία η Εκκλησία είναι μία και περιλαμ­βάνει τους Χριστιανούς κάθε Ομολογίας, από τη στιγμή που δέχτηκαν το βάπτισμα. Έτσι όλες οι χριστιανικές Ομολογίες είναι μεταξύ τους "Αδελφές Εκκλησίες".
Μέσα στο ίδιο πνεύμα κινείται και η ιδέα της "Παγκό­σμιας ορατής Εκκλησίας": Η Εκκλησία που υφίσταται τά­χα "αόρατα" και απαρτίζεται απ' όλους τους Χριστια­νούς, θα φανερωθεί και στην ορατή της διάσταση με τις κοινές ενωτικές προσπάθειες.
Τις αντιλήψεις αυτές επηρέασε και η προτεσταντική θεωρία των κλάδων, σύμφωνα με την οποία η Εκκλησία είναι ένα "δένδρο" με "κλαδιά" όλες τις χριστιανικές Ομο­λογίες, καθεμιά από τις οποίες κατέχει ένα μόνο μέρος της αλήθειας.
Ας προστεθεί επίσης και η θεωρία των "δύο πνευμό­νων", που αναπτύχθηκε μεταξύ ορθοδόξων οικουμενιστών και Παπικών. Σύμφωνα μ' αυτήν Ορθοδοξία και Πα­πισμός είναι οι δύο πνεύμονες, με τους οποίους αναπνέει η Εκκλησία. Για ν' αρχίσει τάχα ν' αναπνέει ορθά και πά­λι, θα πρέπει οι δύο πνεύμονες να συγχρονίσουν την ανα­πνοή τους.
Τέλος, στις μεθόδους, που χρησιμοποιεί ο Οικουμενι­σμός για την προσέγγιση των Χριστιανών, περιλαμβάνε­ται και ο δογματικός μινιμαλισμός. Πρόκειται για προ­σπάθεια να συρρικνωθούν τα δόγματα στα πιο αναγκαία, σ' ένα "μίνιμουμ" (=ελάχιστο), προκειμένου να υπερπηδη­θούν οι δογματικές διαφορές μεταξύ των Ομολογιών. Το αποτέλεσμα όμως είναι η παραθεώρηση του δόγματος, ο υποβιβασμός και η ελαχιστοποίηση της σημασίας του. «Ας ενωθούν», λένε, «οι Χριστιανοί, και τα δόγματα τα συζητούν αργότερα οι θεολόγοι»! Με τη μέθοδο βέβαια του δογματικού μινιμαλισμού είναι ίσως εύκολο να ενωθούν οι Χριστιανοί. Οι τέτοιοι "Χριστιανοί" όμως μπορεί να είναι Ορθόδοξοι, δηλαδή αληθινά Χριστιανοί;
 ΟΧΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΑΛΛΑ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΟΠΑΔΟΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ!


Η ορθόδοξη αντίληψη για την Εκκλησία.

Σύμφωνα με την ορθόδοξη εκκλησιολογία, Εκκλησία και Ορθοδοξία ταυτίζονται. Η Εκκλησία είναι οπωσδή­ποτε Ορθόδοξη και η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Κα­θολική και Αποστολική Εκκλησία, το Σώμα του Χριστού. Και επειδή ο Χριστός είναι ένας, άρα και η Εκκλησία είναι μία. Γι' αυτό ποτέ δεν νοείται διαίρεση στην Εκκλησία. Μό­νο χωρισμό από την Εκκλησία έχουμε. Σε συγκεκριμένες δηλαδή ιστορικές στιγμές οι αιρετικοί και οι σχισματικοί αποκόπηκαν απ' αυτήν, κι έτσι έπαψαν να είναι μέλη της.
Η Εκκλησία κατέχει το πλήρωμα της αλήθειας, όχι μιας αφηρημένης αλήθειας, αλλά ενός τρόπου ζωής που σώζει τον άνθρωπο από το θάνατο και τον κάνει "κατά χάριν Θεό". Αντίθετα, η αίρεση αποτελεί ολική ή μερική άρνηση της αλήθειας, ένα κομμάτιασμά της, που έτσι παίρνει το χαρακτήρα και την παθολογία μιας ιδεολογίας. Χωρίζει τον άνθρωπο από τον τρόπο υπάρξεως που έδωσε ο Θεός στην Εκκλησία Του και τον θανατώνει πνευματικά.
Τα δόγματα επίσης, τα οποία περικλείουν τις υπερβα­τικές αλήθειες της πίστεώς μας, δεν είναι αφηρημένες έννοιες και διανοητικές συλλήψεις, ούτε, πολύ περισσό­τερο, μεσαιωνικός σκοταδισμός ή θεολογικός σχολαστικισμός. Εκφράζουν την εμπειρία και το βίωμα της Εκκλη­σίας. Γι' αυτό, όταν υπάρχει διαφορά στα δόγματα, υπάρχει οπωσδήποτε και διαφορά στον τρόπο ζωής. Κι όποιος υποτιμά την ακρίβεια της πίστεως, δεν μπορεί να ζήσει την πληρότητα της εν Χριστώ ζωής.
Ο Χριστιανός πρέπει να δεχθεί όλα όσα αποκάλυψε ο Χριστός. Όχι ένα "μίνιμουμ", αλλά το σύνολο. Γιατί στην ολότητα και την ακεραιότητα της πίστεως διασώζονται η καθολικότητα και η ορθοδοξία της Εκκλησίας.
Έτσι εξηγούνται οι μέχρις αίματος αγώνες των αγίων Πατέρων για τη διαφύλαξη της πίστεως της Εκκλησίας, καθώς και η μέριμνά τους για τη διατύπωση, με το φωτι­σμό του Αγίου Πνεύματος, των "όρων" των Οικουμενικών Συνόδων. Οι "όροι" αυτοί δεν σημαίνουν τίποτε άλλο πα­ρά τα όρια, τα σύνορα της αλήθειας, για να μπορούν οι πι­στοί να διακρίνουν την Εκκλησία, ως Ορθοδοξία, από την αίρεση.
Οι ετερόδοξοι, με το να αρνηθούν την πληρότητα της αλήθειας, χωρίστηκαν από την Εκκλησία. Γι' αυτό και είναι αιρετικοί. Επομένως στερούνται την αγιαστική χάρη του Αγίου Πνεύματος, και τα "Μυστήριά" τους είναι άκυρα. Το βάπτισμα λοιπόν, που τελούν, δεν μπορεί να τους εισαγάγει στην Εκκλησία του Χριστού.
ΔΥΣΤΗΧΩΣ ΕΔΩ ΕΙΙΝΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΛΕΓΟΜΕΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ , ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΣΑΝ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΧΡΙΣΤΟΥ , ΑΥΤΟΜΑΤΩΣ  ΕΚΠΕΣΑΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ , ΚΑΙ ΕΓΙΝΑΝ ΕΚΠΤΩΤΟΙ ΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ , ΤΗΣ ΙΕΡΟΣΥΝΗΣ , ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ , ΑΥΤΟΙ ΚΑΙ ΟΣΟΙ ΔΙΑΦΟΝΗΣΑΝΜΕΝ ΑΛΛΑ ΤΟΥΣ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟ
«Τούς γάρ παρά τών αιρετικών βαπτισθέντας ή χειροτονηθέντας ούτε πιστούς ούτε κληρικούς είναι δυνα­τόν», μας λέει ο ΞΗ' κανόνας των Αγίων Αποστόλων. Και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης συμπληρώνει: «Όλων τών αιρετικών τό βάπτισμα είναι ασεβές καί βλάσφημον καί ουδεμίαν κοινωνίαν έχει πρός τό τών Ορθοδόξων».

Τί μας λένε όμως οι ορθόδοξοι οικουμενιστές;

Ορθόδοξος ιεράρχης διακήρυσσε ότι «το Άγιο Πνεύμα επενεργεί σε κάθε χριστιανικό βάπτισμα» και ότι ο αναβαπτισμός των ετεροδόξων Χριστιανών από τους Ορθοδόξους εμπνέεται από «στενοκεφαλιά, φανατισμό και μι­σαλλοδοξία... Είναι μια αδικία κατά του χριστιανικού Βα­πτίσματος και πραγματικά μία βλασφημία του Αγίου Πνεύματος»1!  
Άλλος ιεράρχης δήλωσε απευθυνόμενος σε ετεροδόξους: «Είμεθα όλοι μέλη Χριστού, ένα και μοναδικό σώμα, μια και μοναδική "καινή κτίσις"· εφ' όσον το κοινό μας βά­πτισμα μας ελευθέρωσε από τον θάνατο»2.
Η οικουμενιστική εκκλησιολογία εκφράστηκε από επίσημα ορθόδοξα χείλη και ως εξής: «Οφείλομεν να είμεθα έτοιμοι να αναζητήσωμεν και να αναγνωρίσωμεν την παρουσίαν της Εκκλησίας και εκτός των ιδικών μας κανονικών ορίων, προς τα οποία ταυτίζομεν την μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν»3.
Αλλά υπάρχουν και τολμηρότεροι, που οραματίζονται την "επανίδρυση" της Εκκλησίας διαμέσου της ενώσεως όλων των Χριστιανών: Ορθόδοξος ιεράρχης διατείνεται ότι «έχουμε ανάγκη ενός νέου Χριστιανισμού, που θα βα­σίζεται εξ ολοκλήρου σε νέες αντιλήψεις και όρους. Δεν μπορούμε να διδάξουμε το είδος της θρησκείας που πα­ραλάβαμε στις ερχόμενες γενιές»4.
ΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΑΥΤΕΣ  ΤΗΣ ΕΚΑΝΑΝ ΚΑΙ ΤΙΣ ΚΑΝΟΥΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ - Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΕΠΕΙΔΗ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΠΙΟ ΠΟΛΥ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΔΕΝ ΘΑ ΤΟΛΜΟΥΣΕ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΕΤΟΙΕΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ

Οι διάλογοι.

Ο Οικουμενισμός, για να προωθήσει τα σχέδια του, χρησιμοποιεί πολλά μέσα. Το βασικότερο είναι οι διάλογοι.
Κανείς δεν αγνοεί ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία από τη φύση της είναι ανοιχτή στο διάλογο. Ο Θεός πάντοτε διαλέγεται με τον άνθρωπο και οι Άγιοι της Εκκλησίας δεν αρνήθηκαν ποτέ τη διαλεκτική επικοινωνία τους με τον κόσμο.
Οι Άγιοι, έχοντας αυτοσυνειδησία της κοινωνίας τους με το Θεό, προσπαθούσαν με το διάλογο να μεταδώσουν την εμπειρία της αλήθειας που βίωναν. Γι'  αυτούς η αλή­θεια δεν ήταν αντικείμενο έρευνας. Δεν την αναζητούσαν, δεν την διαπραγματεύονταν απλά την πρόσφεραν. Αν ο διάλογος δεν οδηγούσε τους ετεροδόξους στην απόρριψη της πλάνης τους και στην αποδοχή της ορθοδόξου πί­στεως, δεν τον συνέχιζαν.
Δυο χρόνια διαλεγόταν ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός με τους Παπικούς στη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439). Βλέποντας όμως την υπεροψία, την αδιαλλαξία και την εμμονή τους στην πλάνη, διέκοψε κάθε σχέση μαζί τους, προτρέποντας μάλιστα τους ορθόδοξους πιστούς: «Ν' αποφεύγετε τους Παπικούς, όπως αποφεύγει κανείς το φίδι».
Θεολογικό διάλογο είχε αρχίσει και ο Οικουμενικός Πα­τριάρχης Ιερεμίας Β' ο Τρανός με τους προτεστάντες θε­ολόγους της Τυβίγγης (1579). Όταν διαπίστωσε όμως ότι ο διάλογος δεν απέφερε κανέναν καρπό, τον διέκοψε. «Σας παρακαλούμε», τους έγραφε, «μη μας κουράζετε άλλο... Ας πορευθείτε τον δικό σας δρόμο. Αν θέλετε, μπορείτε να μας γράφετε, αλλά όχι πλέον για δόγματα πίστεως».


Οι διάλογοι του Οικουμενισμού.

Οι σύγχρονοι οικουμενιστικοί διάλογοι διαφέρουν ριζι­κά από τους διαλόγους των Αγίων, γιατί διεξάγονται με βάση τις αρχές της διευρυμένης Εκκλησίας και του δογ­ματικού μινιμαλισμού. Γι' αυτό είναι ανορθόδοξοι και άκαρ­ποι. Απόδειξη, ότι στα εκατό σχεδόν χρόνια της διεξα­γωγής τους δεν έχουν προσφέρει τίποτε το αξιόλογο στην ενότητα του χριστιανικού κόσμου. Αντίθετα μάλι­στα, κατάφεραν να διχάσουν τους Ορθοδόξους!
Τα κυριότερα σημεία της παθολογίας των σημερινών διαλόγων είναι τα εξής:

Α'.   Έλλειψη ορθόδοξης ομολογίας.

Στους διαλόγους ορισμένοι Ορθόδοξοι δεν εκφράζουν την ακράδαντη πεποίθηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ότι αυτή αποτελεί τη μία και μοναδική Εκκλησία του Χριστού πάνω στη γη. Δεν προβάλλουν, επίσης, την αγιασμένη παράδοση και την πνευματική εμπειρία της Ορθοδοξίας, που διαφέρουν από τις παραδόσεις και τις εμπειρίες του δυτικού Χριστιανισμού. Μόνο μια τέτοια ομολογιακή στά­ση θα μπορούσε να καταξιώσει και να κάνει γόνιμη την ορθόδοξη παρουσία στους διάλογους.

Β'.  Έλλειψη ειλικρίνειας.

Το έλλειμμα της ορθόδοξης μαρτυρίας, σε συνδυασμό με την αποδεδειγμένη ανειλικρίνεια των ετεροδόξων, δυ­σχεραίνει περισσότερο τον διαχριστιανικό διάλογο και τον καθιστά αναποτελεσματικό. Γι' αυτό πολλές φορές είτε παρατηρούνται αμοιβαίες επιφανειακές υποχωρήσεις είτε χρησιμοποιείται διφορούμενη γλώσσα και ορολογία, προκειμένου να συγκαλύπτονται οι διαφορές.
Αν πρώτα-πρώτα οι Ρωμαιοκαθολικοί ήταν ειλικρι­νείς, θα έπρεπε να δηλώσουν με σαφήνεια στους οικουμενιστικούς κύκλους αυτό που τονίζουν στους δικούς τους πιστούς· την αδιάλλακτη δηλαδή προσήλωσή τους στο παπικό πρωτείο και αλάθητο. Έτσι, βέβαια, θα φαι­νόταν ξεκάθαρα και το πως οραματίζονται την ενότητα των Χριστιανών: όχι ως ενότητα πίστεως αλλά ως υπο­ταγή όλων κάτω από την παπική εξουσία. Επιπλέον θα επιβεβαιωνόταν η διαπίστωση ότι ο παπικός θεσμός αφενός αποτελεί την τραγικότερη αλλοίωση του Ευαγ­γελίου του Χριστού και αφετέρου χρησιμοποιεί τους διά­λογους για την εξυπηρέτηση και μόνο της επεκτατικής του πολιτικής.
Κύρια έκφραση της ανειλικρίνειας των Παπικών απο­τελεί η διατήρηση και η ενίσχυση της Ουνίας5. Πρόκειται για έναν ύπουλο θεσμό, τον οποίο ο Παπισμός χρησιμο­ποίησε και εξακολουθεί να χρησιμοποιεί ως ενωτικό μο­ντέλο, παρ' όλες τις έντονες διαμαρτυρίες των Ορθοδό­ξων και παρά το ότι αυτός σήμερα αποτελεί το βασικό­τερο εμπόδιο στους διμερείς διάλογους.
Αν πάλι οι ποικιλώνυμοι Διαμαρτυρόμενοι ήταν ειλι­κρινείς, θα έπρεπε να δηλώσουν με ευθύτητα ότι δεν είναι καθόλου διατεθειμένοι να υποχωρήσουν από τις βασικές προτεσταντικές τους αρχές και ότι άλλες, τελικά, είναι οι αιτίες που τους αναγκάζουν να έρχονται σε διάλογο. Αυτό, άλλωστε, φανερώνει και ο κατήφορος που έχουν πάρει οι "Εκκλησίες" τους (ιερωσύνη γυναικών, γάμοι ομο­φυλοφίλων κ.ά.).

Γ'.   Υπερτονισμός της αγάπης.

Επειδή η ανειλικρίνεια και οι ιδιοτελείς σκοπιμότητες δηλητηρίασαν τους διάλογους, που κατάντησαν σε ατέρ­μονες και άκαρπες θεολογικές συζητήσεις, επιχειρήθηκε μια στροφή. Οι διάλογοι τώρα ονομάστηκαν "διάλογοι αγάπης" τόσο για λόγους εντυπώσεων όσο και για να παρακαμφθεί ο σκόπελος των δογματικών διενέξεων. «Η αγάπη προέχει», τονίζουν. «Η αγάπη επιβάλλει να ενωθούμε, έστω κι αν υπάρχουν δογματικές διαφορές».
Γι΄ αυτό και η πρακτική στους σημερινούς διαλόγους είναι να μη συζητούνται αυτά που χωρίζουν, αλλά αυτά που ενώνουν, ώστε να δημιουργείται μια ψευδαίσθηση ενότητος και κοινής πίστεως. Στις Οικουμενικές Συνόδους όμως οι Πατέρες συζητούσαν πάντοτε αυτά που χώρι­ζαν. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα σε οποιονδήποτε διάλο­γο μεταξύ πλευρών που έχουν διαφορές: Συζητούνται αυτά που χωρίζουν- γι' αυτό εξάλλου γίνεται ο διάλο­γος- και όχι αυτά που ενώνουν.
Για μας τους Ορθοδόξους η Αγάπη και η Αλήθεια είναι έννοιες αδιάσπαστες. Διάλογος αγάπης χωρίς την αλή­θεια είναι ψεύτικος και αφύσικος διάλογος. Ενώ διάλογος αγάπης "εν αληθεία" σημαίνει: Διαλέγομαι με τους ετε­ροδόξους από αγάπη, για να τους επισημάνω που βρί­σκονται τα λάθη τους και πως θα οδηγηθούν στην αλή­θεια. Εάν πραγματικά τους αγαπώ, πρέπει να τους πω την αλήθεια, όσο κι αν αυτό είναι δύσκολο ή οδυνηρό.
ΓΙ'ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΣΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΤΗΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ , ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΚΥΚΛΩΝ ΚΑΤΗΧΗΣΙΣ , ΜΙΛΟΥΝ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΑΓΑΠΗ , ΗΘΙΚΟΛΟΓΙΑ, ΚΑΛΑ ΕΡΓΑ. ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΚΑΘΟΛΟΥ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΙΣ ΠΙΣΤΕΩΣ-ΤΑ ΘΕΩΡΟΥΝ ΤΑΜΠΟΥ- ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΑΠΛΑΝΟΥΝ ΤΟΥΣ ΔΥΣΤΥΧΟΥΣ ΟΠΑΔΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΕ ΜΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑΣ , ΕΥΣΕΒΟΦΑΝΙΑΣ , ΠΟΥ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ  ΕΓΩ , ΚΑΙ ΑΦΥΝΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΤΥΦΛΟΥΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΗΝΗΣ  ΠΙΣΤΕΩΣ , ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ  Η ΜΟΝΗ ΟΔΟΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ! 


Δ'.  Άμβλυνση ορθοδόξων κριτηρίων.

Στην παθολογία των διαλόγων ανήκει και η άμβλυνση των ορθοδόξων θεολογικών κριτηρίων, που προκύπτει από την καλλιέργεια μιας "οικουμενικής αβροφροσύνης", προσωπικών σχέσεων και φιλίας ανάμεσα στους ετερο­δόξους θεολόγους. Η πίστη θεωρείται όχι η αλήθεια, που σώζει, αλλά ένα σύνολο θεωρητικών αληθειών, που επι­δέχονται συμβιβασμούς.
Ισχυρίζονται οι ορθόδοξοι οικουμενιστές: "Διάλογο κάνουμε, δεν αλλάζουμε την πίστη μας!". Και ασφαλώς ο διάλογος, ως "αγαπητική έξοδος" προς τον άλλον, είναι θεάρεστος. Ο οικουμενιστικός όμως διάλογος, ό­πως διεξάγεται σήμερα, δεν είναι συνάντηση στην αλή­θεια, αλλά είναι "αμοιβαία αναγνώριση". Αυτό σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε τις ετερόδοξες Κοινότητες ως Εκ­κλησίες, ότι αποδεχόμαστε πως οι δογματικές διαφο­ρές τους αποτελούν "νόμιμες εκφράσεις" της ίδιας πίστεως. Έτσι όμως πέφτουμε στην παγίδα του δογμα­τικού συγκρητισμού: Τοποθετούμε στο ίδιο επίπεδο την αλήθεια με την πλάνη, εξισώνουμε το φως με το σκο­τάδι.


Ε'. Συμπροσευχές.

Οι ορθόδοξοι οικουμενιστές, με την άμβλυνση των θε­ολογικών τους κριτηρίων, είναι πολύ φυσικό να συμμετέ­χουν χωρίς αναστολές σε κοινές με τους ετεροδόξους λα­τρευτικές εκδηλώσεις και συμπροσευχές, που πραγματοποιούνται συχνά στα πλαίσια των διαχριστιανικών συ­ναντήσεων. Γνωρίζουν ότι με τον οικουμενιστικό αυτό συμπνευματισμό δημιουργείται το κατάλληλο ψυχολογικό κλίμα, που απαιτείται για την προώθηση της ενωτικής προσπάθειας.
Οι ιεροί Κανόνες όμως της Εκκλησίας μας απαγορεύ­ουν αυστηρά τις συμπροσευχές με τους ετεροδόξους. Για­τί οι ετερόδοξοι δεν έχουν την ίδια πίστη μ' εμάς. Πιστεύ­ουν σ' έναν διαφορετικό, διαστρεβλωμένο Χριστό. Γι' αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τους αποκαλεί απί­στους: «Ο μη κατά την παράδοσιν της Καθολικής Εκκλη­σίας πιστεύων άπιστος εστίν».
Η συμπροσευχή λοιπόν απαγορεύεται, επειδή δηλώνει συμμετοχή στην πίστη του συμπροσευχομένου και δίνει σ' αυτόν την ψευδαίσθηση ότι δεν βρίσκεται στην πλάνη, οπότε δεν χρειάζεται να επιστρέψει στην αλήθεια.

Στ'. Διακοινωνία (Intercommunio).

Αν οι ιεροί Κανόνες απαγορεύουν τις συμπροσευχές με τους αιρετικούς, πολύ περισσότερο αποκλείουν τη συμ­μετοχή μας στα "Μυστήριά" τους. Και στο σημείο αυτό όμως οι Ορθόδοξοι δεν φανήκαμε συνεπείς.ΔΙΟΤΙ ΚΑΙ ΠΑΠΙΚΟΙ ΚΟΙΝΩΝΟΥΝ ΣΕ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΝΑΟΥΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΣΕ ΠΑΠΙΚΟΥΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΤΟΛΗ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ - ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΛΗΘΟΣ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΩΝ ΓΙΑ ΟΠΟΙΟΝ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗ!
Η Β' Βατικανή Σύνοδος, μέσα στα πλαίσια του οικουμενιστικού "ανοίγματος" που έκανε, πρότεινε τη Διακοινωνία με τους Ορθοδόξους: Παπικοί θα μπορούν να κοι­νωνούν σε ορθοδόξους ναούς και Ορθόδοξοι σε παπι­κούς. Με τον τρόπο αυτό τόσο οι Παπικοί όσο και οι ορθόδοξοι οικουμενιστές πιστεύουν ότι σταδιακά θα επέλθει de facto η ένωση Παπισμού και Ορθοδοξίας, παρ' όλες τις δογματικές τους διαφορές.
Αν για τους Παπικούς μια τέτοια θέση δικαιολογείται από την αντίληψη που έχουν για την Εκκλησία και τα Μυστήρια (κτιστή χάρη κ.λπ.), για μας τους Ορθοδόξους είναι παράλογη και απαράδεκτη. Η Εκκλησία μας ποτέ δεν θεώρησε τη θεία Ευχαριστία ως μέσο για την επίτευξη της ενότητας, αλλά πάντοτε ως σφραγίδα και επι­στέγασμά της.
Άλλωστε, το κοινό Ποτήριο προϋποθέτει κοινή πίστη. Αν δηλαδή ένας Ορθόδοξος κοινωνεί σε παπικό ναό, αυτό σημαίνει ότι αποδέχεται και την παπική πίστη.


Συνεργασία σε πρακτικά θέματα.

Άλλο μέσο για την επίτευξη των σκοπών του Οικου­μενισμού αποτελεί η διαχριστιανική συνεργασία σε πρα­κτικούς τομείς. Οι οικουμενιστές διατείνονται ότι τα ποι­κίλα σύγχρονα προβλήματα (κοινωνικά, ηθικά, περιβαλ­λοντικά κ. ά.) οφείλουν να μας ενώνουν.
Η Εκκλησία, ασφαλώς, έδειχνε και δείχνει πάντα με­γάλη ευαισθησία σ' όλα τα ανθρώπινα προβλήματα, ωστόσο η από κοινού με τους αιρετικούς αντιμετώπισή τους παρουσιάζει τα εξής μειονεκτήματα:
α) Η φωνή της Ορθοδοξίας, όταν συμφύρεται με τις άλλες χριστιανικές φωνές, χάνει τη διαύγειά της και αδυ­νατεί να κοινοποιήσει στον σημερινό άνθρωπο τον δικό της μοναδικό τρόπο ζωής, που είναι θεανθρωποκεντρικός, σε αντίθεση με τον ανθρωποκεντρικό τρόπο ζωής των ετεροδόξων.
β) Η Εκκλησία υποκύπτει στον πειρασμό της εκκοσμικεύσεως, χρησιμοποιώντας στο κοινωνικό της έργο κο­σμικές πρακτικές των άλλων Ομολογιών, σε βάρος του σωτηριολογικού της μηνύματος. Εκείνο όμως που έχει ανάγκη ο σημερινός άνθρωπος, δεν είναι η βελτίωση της ζωής του μέσω ενός εκκοσμικευμένου Χριστιανισμού, έστω κι αν αυτός μπορέσει να εξαλείψει όλες τις κοινωνι­κές πληγές, αλλά η απελευθέρωσή του από την αμαρτία και η θέωσή του μέσα στο αληθινό Σώμα του Χριστού, την Ορθόδοξη Εκκλησία.
γ) Ο ορθόδοξος πιστός, βλέποντας τους ετεροδόξους να συνεργάζονται με τους εκκλησιαστικούς του ποιμένες, αποκομίζει την εσφαλμένη εντύπωση ότι ανήκουν κι αυτοί στην Εκκλησία του Χριστού, παρά τις δογματικές διαφορές.


Ανταλλαγή επισκέψεων.

Τα τελευταία χρόνια η οικουμενιστική πολιτική ασκείται και με τις ανταλλαγές επισήμων επισκέψεων μεταξύ των Ομολογιών, οι οποίες πραγματοποιούνται από υψηλό­βαθμους, κυρίως, κληρικούς. Αυτές περιλαμβάνουν εγκω­μιαστικές προσφωνήσεις, ασπασμούς, ανταλλαγές δώρων, κοινά γεύματα, συμπροσευχές, κοινές ανακοινώσεις και άλλες χειρονομίες φιλοφροσύνης.
Ειδικότερα, από το 1969 έχει καθιερωθεί η ετήσια αμοι­βαία συμμετοχή, Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών, στις θρονικές εορτές Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως.
Οι συναντήσεις αυτές, δυστυχώς, δεν είναι απλές εθι­μοτυπικές επισκέψεις. Οι ίδιοι, άλλωστε, οι οικουμενιστές ομολογούν ότι με τους κοινούς εορτασμούς βιώνεται ένα είδος εκκλησιαστικής κοινωνίας, με την αμοιβαία αναγνώ­ρισή τους.
Ο πιστός λαός μας όμως, όταν παρακολουθεί τις επι­σκέψεις από τα οπτικοακουστικά μέσα επικοινωνίας, δοκιμάζει δυσάρεστη έκπληξη· σκανδαλίζεται, πικραίνεται, απορεί, αλλά και προβληματίζεται, καθώς μάλιστα άλλο­τε ακούει τους ποιμένες του να μιλούν με ορθοδοξότατη και αγιοπατερική γλώσσα, και άλλοτε τους βλέπει ανάμε­σα στους ετεροδόξους να συμπεριφέρονται διπλωματικά. Ένας τέτοιος όμως συμβιβασμός στο χώρο της αλήθειας της Εκκλησίας, ακόμα και για την ιερώτερη σκοπιμότητα, δεν θα πληρωθεί, άραγε, με ακριβό και οδυνηρό τίμημα;


Η διαθρησκειακή εξέλιξη του Οικουμενισμού.

Η βαθύτατη κρίση προσανατολισμού, που εμφανίστη­κε πολύ νωρίς στην Οικουμενική Κίνηση, την ανάγκασε πρώτα να στραφεί στην αντιμετώπιση των κοινωνικο­πολιτικών προβλημάτων των ανθρώπων, εγκαταλείπο­ντας τη θεολογία ως δρόμο ενώσεως, και ύστερα να πραγματοποιήσει ένα άνοιγμα προς τις μη χριστιανικές θρησκείες. Παραδέχεται ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν διαφορετικούς δρόμους σωτηρίας, παράλληλους με το Χριστιανισμό, και ότι το Άγιο Πνεύμα ενεργεί και σ' αυτές. Σύνθημά της έχει το αξίωμα της "Νέας Εποχής": «Πίστευε ό,τι θέλεις, μόνο μη διεκδικείς την αποκλειστικότητα της αλήθειας και του δρόμου της σωτηρίας».
Συγκαλεί λοιπόν διαθρησκειακές συναντήσεις, οι οποίες δεν είναι απλά επιστημονικά συνέδρια, όπως διατείνονται οι διοργανωτές τους, αλλά συνάξεις ομολογίας της ενότητος με βάση την πίστη στον ένα Θεό. Γι' αυτό συχνά πε­ριλαμβάνουν και κοινές λατρευτικές εκδηλώσεις, στις οποίες συμπροσεύχονται ορθόδοξοι, ετερόδοξοι και αλλό­θρησκοι. Ο Τριαδικός Θεός όμως των Ορθοδόξων, ο αλη­θινός και αυτοαποκαλυπτόμενος Θεός, δεν είναι ο ίδιος με τον όποιο "Θεό" των ετεροδόξων και των αλλοθρήσκων, με κάποιον φανταστικό δηλαδή "Θεό", που δημιούργησε και συντηρεί η θρησκευτική ανάγκη του μεταπτωτικού ανθρώπου.
Δυστυχώς, το διαθρησκειακό αυτό άνοιγμα συμμερί­ζονται και ορθόδοξοι οικουμενιστές ιεράρχες, οι οποίοι μάλιστα εκφράζουν απόψεις σαν τις επόμενες:
«Η Οικουμενική Κίνηση, αν και έχει χριστιανική προέ­λευση, πρέπει να γίνει κίνηση όλων των θρησκειών... Όλες οι θρησκείες υπηρετούν το Θεό και τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει παρά μόνο ένας Θεός...»6.
«Κατά βάθος, μία εκκλησία ή ένα τέμενος αποβλέπουν στην ίδια πνευματική καταξίωση του ανθρώπου»7.

«Το Ισλάμ, στο Κοράνιο, μιλάει για Χριστό, για Παναγία, κι εμείς πρέπει να μιλήσουμε για τον Μωάμεθ με θάρρος και τόλμη. Να δούμε την ιστορία του και την προσφορά του, το κήρυγμα του ενός Θεού και τη ζωή των μαθητών του, που είναι μαθητές του ενός Θεού...»8.
«Ρωμαιοκαθολικοί και Ορθόδοξοι, Προτεστάνται και Εβραίοι, Μουσουλμάνοι και Ινδοί, Βουδισταί και Κομφουκιανοί... θα πρέπει να συντελέσουμε όλοι μας στην προώ­θηση των πνευματικών αρχών του οικουμενισμού, της αδελφωσύνης και της ειρήνης. Τούτο όμως θα μπόρεση να γίνη μόνον εάν είμεθα ηνωμένοι εν τω πνεύματι του ενός Θεού»9.

ΑΥΤΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ  ΒΛΑΣΦΗΜΙΕΣ  ΣΤΟ  ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ  ΠΟΥ  ΔΕΝ  ΣΥΝΧΩΡΟΥΝΤΑΙ  ΟΥΤΕ  ΜΕ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ
Βασική επιδίωξη των διαθρησκειακών συναντήσεων είναι η δημιουργία σημείων επαφής μεταξύ των θρησκειών, ώστε να διευκολυνθεί η κοινή αντιμετώπιση των κοινω­νικών και διεθνών προβλημάτων. Την επιδίωξη αυτή εκμε­ταλλεύονται κατά καιρούς και ισχυροί κοσμικοί άρχοντες, επιστρατεύοντας τις θρησκείες στην προώθηση ανόμων συμφερόντων τους. Αυτό φάνηκε καθαρά μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, όταν πραγματοποιήθηκαν «κατ' επιταγήν» πλειάδα διαθρησκειακών συναντήσεων.
Έτσι όμως η Εκκλησία μας, αντί να είναι «κρίση» και «έλεγ­χος» της ανομίας, μεταβάλλεται σε υποστηρικτή και συντη­ρητή της. Εγκλωβίζεται στην εγκόσμια προοπτική των δια­φόρων θρησκειών και υποβιβάζεται στο επίπεδο μιας κοσμικής θρησκείας με ωφελιμιστικό και χρησιμοθηρικό χαρα­κτήρα. Ταυτόχρονα, αναγκάζεται να αθετήσει το ιεραπο­στολικό της χρέος, εφόσον γίνεται αποδεκτό, από επί­σημους μάλιστα εκπροσώπους της, ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν «ηθελημένας από Θεού οδούς σωτηρίας»10!
Κάποιοι ορθόδοξοι οικουμενιστές, εξάλλου, φτάνουν στο σημείο να μιλούν για την ειρήνη, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία, την αγάπη και άλλα κατεξοχήν πνευματικά αγαθά με μια ψυχρή κοσμική γλώσσα. Αποσιωπούν ότι τα αγαθά αυτά αποτελούν καρπούς του Αγίου Πνεύματος, θεία δώρα που χορηγούνται με την πνευματική «εν Χρι­στώ Ιησού» άθληση κι όχι μέσα από διαθρησκειακές συ­ναντήσεις.
Πρέπει, βέβαια, να τονιστεί, ότι η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία, ούτε έστω η καλύτερη. Είναι Εκκλησία: Η αυτοαποκάλυψη και φανέρωση του Θεού στην ιστορία. Έχει συνείδηση της Οικουμενικότητας και της Αλήθειας του Χριστού που κατέχει, γι' αυτό και δεν φοβάται τις σχέσεις της με τους μη Χριστιανούς. Γνωρίζει όμως τα όρια αυτών των σχέσεων, όπως τα έχει διαμορφώσει η αγιοπατερική Παράδοση και η μυστηριακή της εμπειρία. Για παράδειγμα, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, κάτω από συνθήκες σκληρής αιχμαλωσίας, διαλέχθηκε με τους Οθωμανούς Τούρκους. Δεν δίστασε, ωστόσο, με κίνδυνο της ζωής του, να πει την αλήθεια και να ελέγξει την πλάνη τους. Πώς αντιμετώπιζαν, άλλωστε, οι άγιοι Μάρτυρες τους ειδωλολάτρες και οι άγιοι Νεομάρτυρες τους Μωαμεθανούς; Δεν ομολογούσαν την αλήθεια; Θα μπορούσαμε να τους φανταστούμε να προσεύχονται μαζί τους; Αλλά τότε δεν θα είχαμε Μάρτυρες!
Η Εκκλησία μας λοιπόν αρνείται να θυσιάσει στο βωμό άλλων σκοπιμοτήτων τη μοναδικότητά της και να απο­δεχθεί το οικουμενιστικό σύνθημα ότι «σε όλες τις θρη­σκείες, πίσω από διαφορετικά ονόματα, λατρεύεται ο ίδιος Θεός». Πιστεύει ακράδαντα ότι ο άνθρωπος σώζεται μόνο δια του Χριστού, σύμφωνα με το αποστολικό: «Ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία ουδέ γάρ όνομά εστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δεί σωθήναι ημάς» (Πράξ. 4,12).


Τελικά τί είναι ο Οικουμενισμός;

Μετά τις αλλεπάλληλες εξελίξεις του και τη σταδιακή απομάκρυνσή του από τους αρχικούς του στόχους, δι­καιολογημένα οι Ορθόδοξοι πιστοί αναρωτιούνται: Δεν φαίνεται άραγε ξεκάθαρα, ότι σκοπός του Οικουμενισμού είναι όχι η ένωση των Χριστιανών, αλλά η επικράτηση της Πανθρησκείας, η ισοπέδωση των πάντων και η μετατρο­πή της Εκκλησίας του Χριστού σε μια «Λέσχη θρησκευομένων ανθρώπων», σ' έναν εγκόσμιο οργανισμό, σαν τον Ο.Η.Ε., απονευρωμένο και α-πνευματικό;
Πώς όμως αποτιμά τον Οικουμενισμό η παραδοσιακή μας Ορθοδοξία;
«Ο Οικουμενισμός, πραγματικά έτσι όπως έχει επι­κρατήσει να σημαδοτείται ο όρος αυτός, βεβαίως είναι αίρεση, γιατί σημαίνει απάρνηση βασικών γνωρισμάτων της ορθοδόξου πίστεως, όπως είναι φερ' ειπείν η αποδο­χή της θεωρίας των κλάδων, ότι δηλαδή η κάθε Εκκλησία έχει ένα τμήμα αληθείας και πρέπει να ενωθούμε όλες οι εκκλησίες, να βάλουμε στο τραπέζι τα τμήματα της αλη­θείας για να απαρτισθεί το όλον. Εμείς πιστεύουμε ότι η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Τέρμα, σ' αυτό δεν γίνεται συζήτηση· και επο­μένως, οποιοσδήποτε πρεσβεύει τα αντίθετα μπορεί να λέγεται οικουμενιστής και επομένως να είναι αιρετικός» (Αρχιεπ. Αθηνών Χριστόδουλος, Συνέντευξη στον Ραδιο­φωνικό Σταθμό της Εκκλησίας, 24-5-1998).
ΟΜΩΣ ΚΑΙ Ο ΙΔΙΟΣ ΗΤΑΝ ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ,ΕΦΕΡΕ ΤΟΝ ΠΑΠΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΥΜΠΡΟΣΕΥΧΗΘΙΚΕ ΜΕ ΠΑΠΙΚΟΥΣ ,ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ , ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΥΣ, ΒΟΥΔΙΣΤΕΣ, ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΜΠΕΡΑ ΤΗΣ  ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΟ 1992. ΟΠΟΙΑ  ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ  !!! Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΤΟΝ ΕΛΕΗΣΗ  ΕΚΕΙ  ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ !!
«Ο Οικουμενισμός είναι κοινό όνομα για τους ψευδοχριστιανούς, για τις ψευδοεκκλησίες της Δυτικής Ευρώ­πης... Όλοι αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλες οι ψευδο­εκκλησίες, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αίρεση παρα­πλεύρως στην άλλη αίρεση. Το κοινό ευαγγελικό όνομα τους είναι παναίρεση. Γιατί; Γιατί στο διάστημα της ιστο­ρίας οι διάφορες αιρέσεις αρνούνταν ή παραμόρφωναν μερικά ιδιώματα του Θεανθρώπου και Κυρίου Ιησού' οι ευρωπαϊκές όμως αυτές αιρέσεις απομακρύνουν ολόκλη­ρο τον Θεάνθρωπο και στη θέση του τοποθετούν τον Ευρωπαίο άνθρωπο» (Αρχιμ. Ιουστίνος Πόποβιτς).
«Ο Οικουμενισμός δεν είναι αίρεση και παναίρεση, όπως συνήθως χαρακτηρίζεται. Είναι κάτι πολύ χειρότε­ρο της παναιρέσεως. Οι αιρέσεις ήταν φανεροί εχθροί της Εκκλησίας. Μπορούσε αυτή να παλέψει εναντίον τους και να τις κατατροπώσει. Ο Οικουμενισμός όμως αδιαφορεί για τα δόγματα και για τις δογματικές διαφορές των Εκ­κλησιών. Είναι υπέρβαση, αμνήστευση, παραθεώρηση, για να μην πούμε νομιμοποίηση και δικαίωση των αιρέσεων. Είναι ύπουλος εχθρός, και από εδώ ακριβώς προέρχεται ο θανάσιμος κίνδυνος» (Καθηγητής Ανδρέας Θεοδώρου).
Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΙΔΩΛΩΛΑΤΡΙΑ , ΕΙΝΑΙ Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ , ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΛΛΟΣ ΑΥΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟ 1920-23
ΓΙ'ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΕΙ  ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΔΙΟΤΙ ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΕΧΕΙ ΓΙΝΗ ΣΧΙΖΜΑΤΟΑΙΡΑΙΤΙΚΗ ! ΣΚΛΗΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΑΛΛΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ !!!



Αντιδράσεις στην Οικουμενική Κίνηση.

Σήμερα στον ορθόδοξο χώρο αυξάνονται ολοένα οι αντιδράσεις κατά του Οικουμενισμού και των εκφραστών του. Πολλά βιβλία, άρθρα και κριτικές βλέπουν το φως της δημοσιότητας, όπου διατυπώνεται με πόνο και αγω­νία η άποψη ότι οδεύουμε βάσει «σχεδίου» και «γραμμής» προς μια βαβυλώνια αιχμαλωσία της Ορθοδοξίας στην πολυπρόσωπη και πολυώνυμη αίρεση.
Δεν είναι λίγοι οι διαπρεπείς ορθόδοξοι κληρικοί και θε­ολόγοι που προτείνουν την άμεση αποχώρηση της Ορθοδοξίας από την Οικουμενική Κίνηση και τα συνέδριά της, γιατί θεωρούν τη συμμετοχή της σ' αυτά, όχι απλώς άκαρπη, αλλά πολλαπλώς επιζήμια.
Κάποιες Εκκλησίες έχουν ήδη αποχωρήσει από το Πα­γκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, ενώ άλλες προβλημα­τίζονται έντονα για τη δική τους συμμετοχή. Αυτός ο προ­βληματισμός εκφράστηκε και στη Διορθόδοξη Συνάντηση της Θεσσαλονίκης, το 1998, όπου μεταξύ άλλων διαπι­στώθηκε ότι «έπειτα από αιώνα ολόκληρο ορθόδοξης συμμετοχής στην Οικουμενική Κίνηση και μισό αιώνα πα­ρουσίας στο Π.Σ.Ε...., το χάσμα μεταξύ Ορθοδόξων και Προτεσταντών γίνεται μεγαλύτερο».


Η συμμετοχή του πιστού λαού στην Οικουμενική Κίνηση.

Γνωρίζουμε ότι κριτήριο της Ορθοδοξίας παραμένει ο πιστός και ευσεβής λαός. Κανείς, ούτε Πατριάρχες ούτε Σύνοδοι, δεν μπορούν να τον παρακάμψουν και να φιμώ­σουν τη συνείδησή του. Γι' αυτό και «δεν πρέπει να γίνεται κανένας διάλογος ή να λαμβάνεται καμιά απόφαση, αν δεν συμφωνεί η αγρυπνούσα αυτή συνείδηση της Εκκλη­σίας (χαρισματούχοι κληρικοί, λαϊκοί, μοναχοί)» (Μητροπ. Ναυπάκτου Ιερόθεος).
Οι οικουμενιστικοί διάλογοι, όπως διεξάγονται, ευνο­ούνται κυρίως από κύκλους της ακαδημαϊκής θεολογίας και από άλλα εκκλησιαστικά ή μη θεσμικά όργανα, που αποβλέπουν σε συγκεκριμένα οφέλη πολιτικά, οικονομικά, διεθνών σχέσεων και προβολής. Δεν αποτελούν αίτημα του εκκλησιαστικού σώματος, αλλά επιβάλλονται "έξω­θεν" και "άνωθεν". Το γεγονός αυτό αναδεικνύει ένα νοσηρό φαινόμενο: την αυτονόμηση των διοικητικών θεσμών των Ορθοδόξων Εκκλησιών σήμερα. Η εκκλησιαστική δι­οίκηση δηλαδή είναι χωρισμένη από τη θεολογική σκέψη, αλλά και από τις απόψεις, τις ανησυχίες και την εμπειρία του εκκλησιαστικού πληρώματος.
Έτσι συμβαίνει ο λαός του Θεού να μη συμμετέχει ενερ­γά ούτε να ενημερώνεται υπεύθυνα και αντικειμενικά για τους διάλογους. Άλλωστε, οι αποφάσεις δεν φέρουν πά­ντα τη σφραγίδα της αυθεντικής συνοδικότητος, αλλά λαμβάνονται συνήθως από ειδικούς «επαγγελματίες» του Οικουμενισμού. Ομολογεί χαρακτηριστικά ορθόδοξος ιε­ράρχης: «Ο ορθόδοξος λαός δεν γνωρίζει τίποτε για την Οικουμενική Κίνηση... αλλ' ίσως είναι τυχερή και η Οικουμενική Κίνηση που ο ορθόδοξος πληθυσμός δεν γνωρίζει τι γίνεται στη Γενεύη»11!


Το χρέος μας.

Ζούμε αναμφίβολα σε περίοδο κοσμογονικών αλλα­γών. Τα γεγονότα, κατευθυνόμενα πλέον, τρέχουν με ξέ­φρενους ρυθμούς. Ο Οικουμενισμός εξελίσσεται μέσα στην ισοπεδωτική προοπτική της Παγκοσμιοποιήσεως, που επιβάλλουν ισχυρά πολιτικοοικονομικά κέντρα. Κα­νείς πια δεν πιστεύει σοβαρά πως ο Οικουμενισμός μπο­ρεί να προσφέρει ορατή λύση στο αίτημα της χριστια­νικής ενότητος.
Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν πρέπει ούτε να αιθεροβατούμε αλλά ούτε και να εφησυχάζουμε. Αν σεβόμαστε πραγματικά τη ζωή των ανθρώπων, αν πονάμε τον βα­σανισμένο από τις αδιέξοδες θρησκευτικές του παραδό­σεις κόσμο της Δύσεως, αλλά και τον παγιδευμένο στις δαιμονικές πλάνες κόσμο της Ανατολής, έχουμε χρέος να μείνουμε προσηλωμένοι στην Αγία μας Εκκλησία. Να κρα­τήσουμε ανόθευτη την πατροπαράδοτη πίστη μας, βιώ­νοντάς την αυθεντικά μέσα από τον καθημερινό μας αγώ­να για τον προσωπικό αγιασμό και τη θέωση. Η ορθή πίστη και ο ακριβής βίος θα μας κάνουν ικανούς για τη μαρ­τυρία της Ορθοδοξίας, αλλά -γιατί όχι;- και για το μαρ­τύριο, αν και όταν οι καιροί το απαιτήσουν...
Η εμμονή στην Ορθοδοξία, δηλαδή στη γνησιότητα της ζωής, και η εμμονή στην αλήθεια που ελευθερώνει και σώζει, δεν είναι εγωισμός, φανατισμός ή μισαλλοδοξία. Εκφράζει την οικουμενική διάσταση, την αγάπη και τη φι­λανθρωπία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Και αποτελεί την ύστατη δυνατότητα που αυτή προσκομίζει, για μια ριζο­σπαστική πνευματική αλλαγή στο χώρο της Δύσεως, αλλά και για μια έξοδο της Ανατολής από την αιχμαλω­σία των ψεύτικων θεών.

Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΡΑΤΗΣΕ 150 ΧΡΟΝΙΑ , ΟΛΟΙ ΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΕΣ ΗΤΑΝ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ , ΚΑΙ ΕΚΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ!! ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ ΤΗΝ ΚΡΑΤΟΥΣΕ ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ 7η ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΑΜΨΗ ΞΑΝΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ , ΜΕΤΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ ΞΑΝΑ ΣΤΟΥΣ ΕΚΠΕΣΟΝΤΕΣ ΚΛΗΡΙΚΟΥΣ!!
ΤΟ ΙΔΙΟ ΙΣΧΥΕΙ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ 80 ΧΡΟΝΙΑ ΠΤΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΕΩΣ , ΥΠΑΡΧΕΙ (ΚΑΤΈΥΔΟΚΙΑ ΘΕΟΥ)  ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΝ ΠΟΥ ΚΡΑΤΟΥΝ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ ΚΑΙ ΠΙΣΤΗ ΑΝΟΘΕΥΤΗ ΑΠΟ ΤΟ 1924 ΚΑΙ ΕΔΩ ! ΑΝ ΥΠΑΡΞΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΑΝΙΑ Ο ΘΕΟΣ ΘΑ ΔΕΙΞΗ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ , ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ  ΕΛΚΟΥΝ  ΤΗΝ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΛΑΜΨΕΙ  ΠΑΛΗ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ , ΝΑ ΑΠΟΒΛΗΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΑΞΙΟΙ ΚΑΙ ΝΑ ΧΑΡΗ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΚΑΙ Η ΓΗ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ!!


ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1.      Περιοδ. «Illuminator», καλοκαίρι 1995, Pittsburgh, USA.
2.  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 370, σ. 9, Γενεύη 1987.
3.  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 260, σ. 13-14, Γενεύη 1981.
4.      Εφημ. Αθηνών «Εστία», 5-10-1967.
5.  Η Ουνία είναι ένα θρησκευτικοπολιτικό σχήμα που επινοήθηκε από τον Παπισμό, για τον εκδυτικισμό των Χριστιανών της Ανατολής. Εκμεταλλεύτηκε δύσκολες ιστορικές συγκυρίες των Χριστιανών αυτών και τους ανάγκασε να υποταχθούν στην παπική εξουσία. Τους ενθάρ­ρυνε, ωστόσο, να μην αλλάξουν τα εκκλησιαστικά τους έθιμα (περι­βολή κληρικών, λειτουργικό τυπικό κ.ά), ώστε να δημιουργούν σύγχυ­ση και να προωθούν την παπική προπαγάνδα.
6.  Εφημ. Αθηνών «Ορθόδοξος Τύπος», Αυγουστ.-Σεπτ. 1968.
7.  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 494, σ. 23, Γενεύη 1993.
8.  Περιοδ. «Πάνταινος», αριθ. 1, σ. 59, Αλεξάνδρεια 1991.
9.  Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 511, σ. 28, Γενεύη 1994.
10.Περιοδ. «Επίσκεψις», αριθ. 523, σ. 12, Γενεύη 1995.
11.Περιοδ. «Εκκλησία», αριθ. 13, σ. 500α, Αθήναι 1994.

ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ  ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ